Important Announcement
PubHTML5 Scheduled Server Maintenance on (GMT) Sunday, June 26th, 2:00 am - 8:00 am.
PubHTML5 site will be inoperative during the times indicated!

Home Explore ΝΕΟΓΡΑΦΗΜΑ_24

ΝΕΟΓΡΑΦΗΜΑ_24

Published by Arsakeio, 2022-01-17 07:25:24

Description: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΑ 200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ 1821

Keywords: 1821,ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ,ΑΦΙΕΡΩΜΑ,200 ΧΡΟΝΙΑ

Search

Read the Text Version

Η τελευταία σελίδα από το ημερολόγιο της Κυράννας Αργυρώ Συμεωνίδη Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 1751 Αγαπητό μου ημερολόγιο, σήμερα μπορεί να είναι και η τελευταία φορά που σου γράφω. Το μόνο πράγμα, που θα μπορούσε να αλλάξει την κατάσταση στην οποία βρίσκομαι, θα ήταν ένα θαύμα. Παρόλα αυτά έχω αποδεχτεί τη μοίρα μου και δεν φοβάμαι τόσο για τον θάνατο, αφού αυτή είναι η ευκαιρία μου να έρθω πιο κοντά στον Θεό. Η αλήθεια είναι ότι η αδικία κατάφερε να με νικήσει και αυτό με εξοργίζει. Είμαι φυλακισμένη εδώ για τόσο καιρό και η μόνη κατηγορία, που συνεχίζει να με κρατά κλεισμένη σε αυτό το κελί, είναι το ότι υπερασπίστηκα τη θρησκεία μου και αρνήθηκα να πιστέψω σε κάτι που δεν αγαπώ πραγματικά. Αναρωτιέμαι: Γιατί πρέπει να υπάρχει τόση σκληρότητα και αδιαφορία σε αυτόν τον κόσμο; Γιατί άραγε να υπάρχει τόση ασπλαχνία; Εύχομαι να μην νιώσει ποτέ κανένας άλλος άνθρωπος αυτήν την αδικία και αυτόν τον πόνο στην ψυχή του. Κανείς δεν το αξίζει αυτό το βάσανο. Θέλω να πιστεύω ότι οι απόγονοί μας θα έχουν την ελευθερία να πούνε «όχι» και να εκφράσουν ελεύθερα τη γνώμη τους. Τέλος, αν τυχόν αυτό το ημερολόγιο πέσει στα χέρια ενός μελλοντικού ανθρώπου, απλά θέλω να του πω: Ποτέ μην προδώσεις τη θρησκεία σου και αυτά που αγαπάς, ποτέ μην σταματήσεις να υποστηρίζεις τις απόψεις σου. Σε χαιρετώ με την ελπίδα να σου ξαναγράψω... Κυράννα Γράμμα στη μητέρα Μιχαέλα-Χριστίνα Χαμαλίδου 27 Φεβρουαρίου 1751 Αγαπημένη μου μαμά, έφτασε πια η ώρα... Αύριο θα με πάνε στον χώρο της εκτέλεσης και ήθελα να σου μιλήσω ή, έστω να σου γράψω, για τελευταία φορά. ∆εν μπορώ να σου περιγράψω πώς ακριβώς νιώθω... τα συναισθήματά μου είναι ανάμικτα. Από τη μια, μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να το διαχειριστώ και είναι πολύ έντονο αυτό που αισθάνομαι. Από την άλλη, θα ολοκληρωθεί αυτό που παλεύω τόσο καιρό. Αυτό που θέλω να ξέρεις και εσύ και ο μπαμπάς είναι ότι δεν μαρτυρώ για εμένα, αλλά για τις γενιές μετά από μένα. ∆εν θέλω να περάσουν τα ίδια με εμένα. Θέλω να έχουν την ελευθερία να διαλέγουν τα πιστεύω τους και όχι να έχουν κάποιον να τους τα επιβάλλει. Σας αγαπώ πάρα πολύ, ελπίζω να είστε περήφανοι για εμένα. Έκανα ό,τι μπορούσα για να αλλάξω τα πράγματα. Ελπίζω, από δω και πέρα, όλα να είναι διαφορετικά. Σας αγαπώ πάρα πολύ όλους. Να δώσεις χαιρετίσματα σε όλους στο χωριό και κυρίως στον μπαμπά... Σας αγαπώ. Με αγάπη, η κόρη σου Κυράννα

Γράμμα από τη μητέρα ∆ήμητρα Χασιώτη ∆ευτέρα 2 Φεβρουαρίου 1751 Αγαπημένη μου Κυράννα, εγώ και ο πατέρας σου ανησυχούμε για εσένα. Αντιλαμβάνομαι πως τώρα παίρνεις την πιο σημαντική απόφαση της ζωής σου: Αν θα παντρευτείς τον γενίτσαρο που σε ερωτεύτηκε ή όχι. Χωρίς να θέλω να επηρεάσω την απόφασή σου, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να μείνεις πιστή στις αξίες και στα πιστεύω σου. Μην αφήσεις κανέναν άλλον να σου τα αλλάξει! Αντιθέτως, ο πατέρας σου πιστεύει πως πρέπει να αποδεχτείς την πρόταση που σου έκανε ο γενίτσαρος και να τον δεχτείς σε γάμο, για να μείνεις ζωντανή και όχι να σαπίσεις στη φυλακή με βασανιστήρια... Είσαι πολύ ταλαντούχο κορίτσι και αυτό μάς το έχεις αποδείξει από πολύ νεαρή ηλικία. Όποια και να είναι η τελική σου απόφαση είμαι σίγουρη πως θα είναι σωστή. Θυμάμαι πως, όταν ήσουν μικρή, πάντα σκεφτόσουν με το μυαλό και όχι με την καρδιά. Όμως, πιστεύω ότι τώρα πρέπει να ακούσεις τι λέει η καρδιά σου και όχι ο νους σου. Ή, όπως σου έλεγα και εγώ, «Να μην σκέφτεσαι, αλλά να πιστεύεις! Να εμπιστεύεσαι την καρδιά και όχι το μυαλό σου, επειδή η καρδιά σου ξέρει πράγματα, που ο νους σου δεν μπορεί να εξηγήσει.». Όταν έχεις πάρει, λοιπόν, την τελική σου απόφαση, θα ήταν καλύτερο να μου γράψεις ένα γράμμα, για να ενημερώσεις εμένα και τον πατέρα σου. Να θυμάσαι πως η ζωή είναι γεμάτη άσχημες αλλά και όμορφες στιγμές. Μάθε όσα μπορείς. Γίνε η γυναίκα που ξέρω ότι μπορείς να είσαι! Ο Θεός με ευλόγησε με μια καταπληκτική κόρη. Μην το ξεχάσεις αυτό. Να ξέρεις ότι θα σε αγαπάμε για πάντα. Η μητέρα σου Μαρτυρία Ελισάβετ Σαββίδου 28 Φεβρουαρίου 1751 Μάνα, ακόμη δεν μπορώ να συνέλθω από το φως. Θεέ μου, τι ήταν αυτό που ζήσαμε πριν λίγες ώρες! Πίσσα, σκοτάδι έξω και μέσα στις φυλακές κι όμως, όλα τα κελιά φωτίστηκαν από το εκτυφλωτικό φως που περιέβαλλε την ταλαίπωρη την κοπέλα. Πάει έφυγε μάνα… Σου έχω πει για τον απαίσιο φύλακα που έχουμε. Θεέ μου, δεν έχει ψυχή αυτός ο άνθρωπος; Με πόσο μίσος και μένος χτυπούσε την καημένη την κοπελίτσα; Τι του έκανε; Όμως ξέρω, όλοι εδώ μέσα στη φυλακή το ψιθυρίζουν. Είδαν λέει, εκείνον, τον απαίσιο, τον Τούρκο τον φοροεισπράκτορα της Βυσσώκας να συνεννοείται με τον φύλακα. Τι του έφταιγε η καημένη η Κυράννα; Αφού δεν τον ήθελε για άντρα, γιατί δεν έφυγε να την αφήσει ήσυχη την κοπέλα και να βρει μια Τουρκάλα να παντρευτεί; Τι μανία είναι αυτή, να θέλουν οι Τούρκοι να παντρεύονται δικά μας κορίτσια; Ε, «όχι» θα τους πούμε, τι περίμεναν; Από πού και ως πού Μουσουλμάνος με Χριστιανή, μου λες; Τι πιστεύουν, ειλικρινά δεν ξέρω. Τι ψέματα είπε ο άθλιος αυτός ο Σαρακηνός στον πασά της Σαλονίκης, μόλις η κοπέλα αρνήθηκε να τον παντρευτεί; ∆ήθεν τον ήθελε για άντρα της, θα άλλαζε τάχα την πίστη της και θα τον παντρευόταν, όμως το μετάνιωσε. Μόλις η ίδια δήλωσε πως είναι Χριστιανή και μόνο τον Χριστό μας θα παντρευτεί, σκύλιασε ο πασάς και την έριξαν στη φυλακή.

Δήμητρα Χασιώτη Αργυρώ Συμεωνίδη Μαρία-Άρτεμις Σουπίλα Χριστίνα Χαλκιοπούλου, Μιχαέλα Χαμαλίδου, Δήμητρα Χασιώτη Ελισάβετ ΣαΝβάβσίδιαοΣυ,πΜυραοκπροίνύαλΣοαυββουλίδου,

Αχ! μάνα, αλλιώς είναι να το βλέπεις και αλλιώς να το διαβάζεις. Απέναντί μου την έκλεισαν και δεν προλάβαμε να πούμε και μια κουβέντα. Από την πρώτη στιγμή ο φοροεισπράστορας και ο φύλακας τα βρήκανε και τον άφηνε να μπαίνει στο κελί της. Πότε μόνος του και πότε με φίλους του. Τι βασανιστήρια έκαναν στην Κυράννα! Πότε με ξύλα, πότε με μαστίγια, πότε με γροθιές και κλοτσιές, την χτυπούσαν αλύπητα… Και μετά, με το που έφευγαν οι τρισκατάρατοι, συνέχιζε ο δεσμοφύλακας. Την θαύμασα όμως μάνα. Εκεί σταθερή, ακλόνητη να δηλώνει με τη στάση της, τα λόγια της και τις προσευχές της, την πίστη της στον Χριστό μας. Σίγουρα άγιασε μάνα, να μου το θυμηθείς. Θυμάσαι τον κυρ Αλέκο, τον επιστάτη των φυλακών; ∆εν άντεξε το μαρτύριο της κοπέλας και απείλησε τον φύλακα πως θα τον καταγγείλει στον πασά, που επιτρέπει σε ξένους να μπαινοβγαίνουν στα κελιά. Σκιάχτηκε εκείνος και δεν επέτρεψε τον Σαρακηνό να μπει. Τι το ήθελε; Σκύλιασε εκείνος και παραπονέθηκε στον Αλή μπέη. Εκείνος με τη σειρά του επέπληξε πάρα πολύ τον φύλακα, ο οποίος γυρνώντας, κρέμασε την Κυράννα από τα δοκάρια του κελιού της και άρχισε να τη δέρνει με τη σχίζα που βρέθηκε μπροστά του. Όλοι μας τσιρίζαμε, φωνάζαμε, παρακαλούσαμε, απειλούσαμε να σταματήσει…Τίποτα εκείνος. Μόνο όταν η μανία του ικανοποιήθηκε, σταμάτησε. Και τότε μάνα, μπροστά στα μάτια όλων μας, ένα εκτυφλωτικό φως κάλυψε την κοπέλα. Νομίζαμε πως ήρθε το μεσημέρι μέσα στις φυλακές. Και όμως, ήταν 10 το βράδυ. Μια ευωδία απλώθηκε παντού. ∆εν αντέξαμε, πέσαμε στα γόνατα και κλαίγοντας δοξάζαμε όλοι μας τον Χριστό, ακόμη και οι Μουσουλμάνες στο κελί μου, ακούς; Εμ, πώς να μην αλλάξεις την πίστη σου και να μη γίνεις Χριστιανός, μόλις βλέπεις τέτοιο φως; Ο κυρ Αλέκος αμέσως ξεκρέμασε την Κυράννα. Ο φύλακας άναυδος, φοβισμένος, έτρεμε σαν φύλλο. Τι να το κάνω... Την σκότωσε, την σκότωσε μάνα, την σκότωσε! Μικρό κορίτσι ήταν, που ετοίμαζε αμέριμνη τα προικιά της και βοηθούσε το φτωχικό της. Τώρα είναι νεκρή για τον Χριστό μας. Μάνα, μακάρι να με βρει και μένα ένας τέτοιος δοξασμένος για τον Χριστό μας θάνατος. Η κόρη σου Στην ακτή Μακρίνα Σαββουλίδου Φτάνουμε μόνοι ως την ακτή. Η νύχτα μάς τυλίγει και ο κόσμος σιγοβράζει σε μια τρομακτική αναγαλλιά. Με τα μάτια ολάνοιχτα προσπαθούμε να παγιδεύσουμε το απαλό αγέρι, πριν φύγει μακριά, αφήνοντας πίσω τον ζήλο κάποιων καλών ενθυμήσεων, που απομακρύνονται κι αυτές στην ανείπωτη, εφιαλτική δυστυχία. Σε μια κατάμαυρη, οξύμωρη γαλήνη, που κάπου-κάπου διαταράζουν πνιγμένες κραυγές. Βλέπουμε την αμμουδιά, που μοιάζει σχεδόν απόμακρη σχεδόν ψεύτικη, όμως τόσο αληθινή, τόσο ζεστή. Σαν μια παλιά ανάμνηση που ξεπορτίζει, μόνο στην αιθέρια αγκαλιά του Μορφέα. Σαν τον απόηχο γλυκών τραγουδιών. Σαν τους υπόκωφους λόγους αγάπης. Να, μια πραγματική αλήθεια· μια αλήθεια διαφορετική, από αυτήν που θέλουν να πιστέψουμε.

Θολές οι σκέψεις, θολή κι η ακτογραμμή. Η γραμμή που μας χωρίζει από τη χαρά. Άκαρπες προσπάθειες. Οι αστραπές αυλακώνουν τον ουρανό, χαράζουν τα πρόσωπά μας. Τιμωρούμαστε. Είναι η μοίρα των καλών, φαίνεται. Είναι τα βάσανα γραφτό όσων προσφέρουν: Των σοφών, το πικρό κώνειο, Των γενναίων, τ’ οξύ μαχαίρι. Και ο πόνος αλυσίδα· τυλιγμένη γύρω μας σαν φίδι, προσπαθεί να μας πνίξει. Αλλάζει το σώμα μας, το πρόσωπό μας· και τίποτα δεν αλλάζει. Χαλάει την ομορφιά και τη ζωντάνια· και τίποτα δεν καταστρέφει. Χαρίζει φειδωλά ασήμι· όμως, χρυσό δεν μπορεί να εξαγοράσει. Κι αν ακόμη μείνει έτσι, τυλιγμένο γύρω από ένα σώμα νεκρό κι αλλοιωμένο, εμείς θα γελάμε στις κρυστάλλινες ακτές. Θα ξαπλώνουμε σαν κάτασπρες νυφούλες, μακριά από κάθε δυστυχία. Βλέπουμε θολά ακόμα την ακτή· το φως της όμως μας τυλίγει. Τόσο λαμπρό, που μας τυφλώνει. Τυφλώνει εμάς, που χωριζόμαστε στα δυο, παλεύοντας με τον εαυτό μας. Γυρεύοντας ένα ύψιστο, απώτερο καλό; Ή εκείνους που έχουν ξεχάσει ποιοι οι άνθρωποι και ποια τα ζώα; Ζώα δεμένα μ’ αλυσίδες, μη μπορώντας πια με τ’ αλύχτισμά τους να ξυπνήσουν τη φλόγα, στο σπίτι που κινδυνεύει να χαθεί. Στάχυα, που πρέπει να κοπούν, μένουν τα φωτισμένα πρόσωπα· Που προβάλλουν αργά στο σκότος της αλλόκοτης αυτής βραδιάς.



Αργύριος εξ Επανομής Ο Αργύριος γεννήθηκε το 1788 στην Επανομή Θεσσαλονίκης. Γονείς του ήταν ο Αστέριος και η Βασιλική Ντουγιούδη. Σε νεαρή ηλικία ήρθε στη Θεσσαλονίκη, για να δουλέψει κοντά σε έναν ράπτη και να μάθει την τέχνη. Μετά από λίγο καιρό, πληροφορήθηκε πως ένας Χριστιανός είχε φυλακιστεί στη Θεσσαλονίκη. Ο πασάς που τον είχε φυλακίσει, τον απείλησε με θανατική ποινή για τα εγκλήματά του κι έτσι ο φυλακισμένος, φοβούμενος τον θάνατο, υποσχέθηκε να αλλαξοπιστήσει. Έτσι ο Αργύριος αποφάσισε να τον συναντήσει σε ένα καφενείο στην Ταχτάκαλα, όπου θα τον πήγαιναν, με σκοπό να του αλλάξει τη γνώμη. Η στάση του αυτή δεν άρεσε καθόλου στους Γενίτσαρους, οι οποίοι τον απείλησαν με θάνατο, εάν δεν αλλαξοπιστούσε κι αυτός. Ο Αργύριος, χωρίς να φοβηθεί, δεν απαρνήθηκε την πίστη του και έτσι οδηγήθηκε στον κριτή, ο οποίος προσπάθησε επί δύο μέρες, με δώρα και υποσχέσεις, να τον μεταπείσει, χωρίς αποτέλεσμα. Εντέλει ο κριτής αποφάσισε την εκτέλεσή του με απαγχονισμό. Ήταν ημέρα Παρασκευή 11 Μαΐου του 1806, όταν ο Νεομάρτυς Αργύριος άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία μόλις 18 ετών, στην κεντρική αγορά της Θεσσαλονίκης, το γνωστό μας Καπάνι.

Αποχαιρετιστήριο γράμμα στους γονείς Άννα Τσίρη Πέμπτη 10 Μαΐου 1806 Αγαπητοί μου γονείς, αυτήν τη στιγμή που σας γράφω, είναι Πέμπτη 9 η ώρα το βράδυ και βρίσκομαι στη φυλακή. Έμαθα ότι σε ένα καφενείο στην περιοχή Ταχτάκαλα είχαν οι Γενίτσαροι έναν Χριστιανό από τον Σοχό και τον απειλούσαν ότι, αν δεν αλλαξοπιστήσει, θα τον κρεμάσουν. Πήγα λοιπόν εκεί και προσπάθησα να τον πείσω να μην το κάνει, γιατί δεν θα έχει νόημα η ζωή του χωρίς την πίστη του στον Κύριο. Η στάση μου αυτή προκάλεσε τους Γενίτσαρους και όρμησαν επάνω μου και άρχισαν να με χτυπούν άγρια. Για μια στιγμή σταμάτησαν και μου πρότειναν να απαρνηθώ κι εγώ την πίστη μου. Τους απάντησα ότι θέλω να πεθάνω για την πίστη και την αγάπη του Χριστού. Εκείνοι με πήγαν στον κριτή και προσπάθησαν να μου αλλάξουν γνώμη, αλλά εγώ και πάλι αρνήθηκα. Έτσι ο κριτής διέταξε την εκτέλεσή μου, ενώ εγώ δεν έχω διαπράξει κάποιο αδίκημα για να μου αξίζει ο θάνατος. Πριν λίγη ώρα με ειδοποίησαν ότι αύριο, Παρασκευή 11 Μαΐου 1806, θα με κρεμάσουν. Ούτε το θάρρος ούτε η αγάπη μου για τον Κύριο με εγκαταλείπουν αυτήν την τελευταία μου στιγμή. Τέτοιος θάνατος σαν τον δικό μου είναι ωραίος, δοξασμένος… Γι’ αυτό, σας παρακαλώ να μην λυπηθείτε. Ο Θεός να μας αξιώσει να συναντηθούμε ξανά τους ουρανούς και σε εσάς να δίνει ευλογία και υπομονή όσο θα είστε στη ζωή. Σας στέλνω τον χαιρετισμό και την αγάπη μου.. όσο ζείτε, να με θυμάστε. Ο γιος σας Αργύριος Αποχαιρετιστήριο γράμμα στο αφεντικό Ταμπάκη Ευθυμία-Μαρία Σεβαστό μου αφεντικό, ελπίζω να είσαι καλά και εσύ και η οικογένειά σου. Αυτές τις δύσκολες ώρες, σκέφτομαι όλους τους δικούς μου ανθρώπους. Είναι σαν να τους έχω δίπλα μου και τους μιλώ. Είναι η μόνη παρηγοριά που έχω. Ξέρω ότι δεν είναι εδώ κοντά μου και πως τα μάτια μου δεν θα αντικρίσουν ξανά τα δικά τους. Γράφω ένα γράμμα και αποχαιρετώ όλους εκείνους που αγάπησα. Μέσα σε αυτούς, θα ήθελα να αποχαιρετήσω κι εσένα αφεντικό. Σε ευχαριστώ που υπήρξες πάντα στήριγμα στη ζωή μου. Μου έμαθες την όμορφη τέχνη του ραψίματος και μου έδειξες τον δρόμο, για να μπορέσω να βγάλω και εγώ τίμια το ψωμί μου. Ήσουν πάντοτε καλός και συμπονετικός μαζί μου. Μακάρι να μπορούσα να σου τα πω ο ίδιος... Έχω φυλακιστεί μέσα σε τέσσερις τοίχους και περιμένω από ώρα σε ώρα να με φωνάξουν για να τελειώσουν όλα. Λυπάμαι που δεν μπόρεσα να αποκτήσω κι εγώ δική μου οικογένεια, που δεν έγινα κι εγώ ένας ράφτης με ένα όμορφο μικρό μαγαζάκι. Παρόλα αυτά, χαίρομαι που αύριο θα είμαι κοντά στον Κύριό μου, Αυτόν που τόσο αγάπησα και υπηρέτησα πιστά. Αφεντικό, μην με ξεχάσεις. Μην αλλαξοπιστήσεις και μην πάψεις να πιστεύεις σε αυτό που αγαπάς. Μπορεί να μην είμαι δίπλα σου, αλλά θα προσεύχομαι για σένα από εκεί ψηλά. Και κάποτε, ίσως συναντηθούμε πάλι στον μαγικό αυτόν κόσμο, τον παράδεισο. Να πράττεις πάντα το σωστό και το δίκαιο και να μην φοβάσαι· ο Θεός θα είναι πάντοτε δίπλα σου. Με αγάπη, Αργύριος

Ευθυμία-Μαρία Ταμπάκη - Άννα Τσίρη Σπύρος Σφήκας - Ευθυμία Τιμολόγου Γράμμα προς τη μητέρα Ευθυμία Τιμολόγου Πέμπτη 10 Μαΐου 1806 Αγαπημένη μου μητέρα, από τότε που έφυγα από το σπίτι, εκείνη την ηλιόλουστη ημέρα του Απριλίου, ήξερα πως ένα νέο ταξίδι ξεκίνησε για μένα. Ξέρω πως από εμένα δεν περίμενες μία τέτοια μικρής διάρκειας ζωή, αφού ήμουν ένα συνηθισμένο παιδί. Χωρίς σπουδαία όνειρα, χωρίς να περιμένω κάτι παραπάνω από τα συνηθισμένα: μία γυναίκα, παιδιά, σπίτι και δουλειά. Αλλά, πίστεψέ με μητέρα, ούτε εγώ περίμενα να εξελιχθεί έτσι το ταξίδι μου. Αύριο, λοιπόν, το ταξίδι αυτό θα φτάσει στον προορισμό του. Σου γράφω αυτό το γράμμα, για να σου πω ένα προσωρινό «αντίο», γιατί ξέρω πως κάποια στιγμή στο μέλλον θα ιδωθούμε ξανά. Μέχρι να έρθει εκείνη τη στιγμή, όμως, πρέπει να επικεντρωθούμε στο παρόν. Εγώ ο γιος σου, ο Αργύριος Ντουγιούδης, ως πιστός ακόλουθος του Χριστού, ακολούθησα την καρδιά μου και κατάφερα να σώσω την πίστη ενός συνανθρώπου μου. Αυτός ο συνάνθρωπός μου, πήγε να παραδώσει την πίστη του στους άπιστους με αντάλλαγμα τη ζωή του. Εγώ κατάφερα να σώσω και την πίστη του και τη ζωή του –με αντάλλαγμα, όμως, τη δική μου ζωή. Και είμαι περήφανος γι’ αυτό, διότι ξέρω πως είναι και Εκείνος περήφανος για εμένα. ∆εν μετανιώνω για τις πράξεις μου –ούτε σήμερα που σου γράφω ούτε αύριο που θα οδηγηθώ στην κρεμάλα. Ξέρω πως ο αποχωρισμός μας θα είναι δύσκολος και για σένα και για τον πατέρα. Μόνο έτσι, όμως, θα ολοκληρωθεί ο σκοπός μου και θα γίνει το θέλημά Του· να περάσω, δηλαδή, τη δοκιμασία της ζωής και να κερδίσω μια αντάξια θέση στο πλευρό Του. Ελπίζω πως οι άνθρωποι θα παραδειγματιστούν από τη θυσία μου και όλοι μαζί ενωμένοι θα καταφέρουν να περάσουν και τη δική τους δοκιμασία, σαν έρθει η ώρα τους, τίμια και με οδηγό στο δύσκολο αυτό μονοπάτι την πίστη τους. Ελπίζω να κάνετε κι εσείς το ίδιο. Έχε γεια, μητέρα, καλή αντάμωση! Ο γιος σου Αργύριος



Αθανάσιος Κολιακιώτης Ο νεομάρτυρας Αθανάσιος Κολιακιώτης γεννήθηκε το 1749 στην Κολιακιά, σημερινό Πύργο (ή Χαλάστρα), μια κωμόπολη δυτικά της Θεσσαλονίκης. Ο πατέρας του που ήταν προεστώς, τον έστειλε να φοιτήσει στο Ελληνομουσείον της Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια στην Αθωνιάδα Σχολή του Αγίου Όρους. Αφού επισκέφτηκε πολλές περιοχές, όπως την Κωνσταντινούπολη και τη ∆αμασκό, γύρισε και πάλι στην πατρίδα του την Κολακιά. Μια μέρα, συζητώντας με έναν Τούρκο εμίρη στο βασιλικό ιπποστάσιο, ανέφερε με αθωότητα κάποια αποσπάσματα από το Κοράνι. Τότε ο εμίρης ισχυρίστηκε πως ο Αθανάσιος, εκφωνώντας τη μουσουλμανική ομολογία, είχε ασπαστεί τον Μωαμεθανισμό. Ωστόσο, ο Αθανάσιος αρνήθηκε να αποδεχτεί κάτι τέτοιο. Έτσι ο εμίρης τον οδήγησε στον δικαστή της Θεσσαλονίκης, όπου του δόθηκαν δύο επιλογές: ή να αλλαξοπιστήσει ή να οδηγηθεί στην αγχόνη. Ο Αθανάσιος αρνήθηκε επίμονα να προδώσει την πίστη του και έτσι εκτελέστηκε με απαγχονισμό έξω από τα δυτικά τείχη της πόλης. Ήταν μόνο 25 χρονών και το ημερολόγιο έγραφε 8 Σεπτεμβρίου 1774.

Η ιστορία του νεομάρτυρα Αθανάσιου Ευάγγελος Νταόπουλος Αγαπητό κοινό, καλησπέρα σας. Σήμερα είμαι μαζί σας για να σας περιγράψω την ιστορία ενός νεομάρτυρα. Αρχικά, να αναφέρω ότι αφορμή για την ομιλία μου στάθηκε η ανάγνωση ενός βιβλίου, που ήταν αφιερωμένο στη ζωή του και θεώρησα χρήσιμο να μοιραστώ μαζί σας για δύο κυρίως λόγους. Ο ένας λόγος αφορά τη γνωστοποίηση σημαντικών γεγονότων της πορείας του και ο δεύτερος, να γνωρίσουμε τη σταθερότητά του στην πίστη του στην Ορθόδοξη Εκκλησία, που τον οδήγησε μέχρι τον θάνατο, σε νεαρή ηλικία. Ο νεομάρτυρας αυτός λεγόταν Αθανάσιος Κολιακιώτης και γεννήθηκε το 1749. Το όνομά του προέρχεται από την περιοχή καταγωγής του, που ήταν η Κολιακιά, η σημερινή Χαλάστρα Θεσσαλονίκης και στην οποία προεστώς ήταν ο πατέρας του. Ο Αθανάσιος, με προτροπή του πατέρα του, φοίτησε στο γνωστό Ελληνικό Σχολείο της πόλης, με το όνομα «Ελληνομουσείον», και κατόπιν συνέχισε τις σπουδές του στην Αθωνιάδα Σχολή. Αργότερα πήγε στην Κωνσταντινούπολη, στη ∆αμασκό, στο Άγιο Όρος και τέλος επέστρεψε στην πατρίδα του. Κάποια στιγμή, σε μια συνομιλία του με έναν Τούρκο εμίρη για θρησκευτικά θέματα, εντελώς ανυποψίαστος, πρόφερε τη μουσουλμανική ομολογία, λέγοντας ότι η μωαμεθανική θρησκεία στηρίζεται σ’ αυτούς τους λόγους. Όμως, ο Τούρκος εμίρης τον παγίδεψε, καθώς εκμεταλλεύτηκε αυτή την απλοϊκή συμπεριφορά του Αθανασίου, λέγοντάς του ότι, αφού εκφώνησε τη μουσουλμανική ομολογία, αυτό σημαίνει πως έχει ασπασθεί τον μωαμεθανισμό. Από το σημείο αυτό και από αυτή τη στιγμή της ζωής του, αγαπητοί μου συμπολίτες, ξεκινά ο Γολγοθάς του Αθανασίου. Ο Αθανάσιος, φυσικά, αρνήθηκε αυτήν την ερμηνεία του Τούρκου εμίρη. Ωστόσο ο εμίρης, δράττοντας την ευκαιρία, τον οδήγησε στον ∆ικαστή της Θεσσαλονίκης, φορτώνοντάς τον με συκοφαντίες. Ανέφερε, δηλαδή, ότι ενώ, αρχικά, ο Αθανάσιος ασπάσθηκε τη θρησκεία του μωαμεθανισμού, κατόπιν την αρνήθηκε. Ο ∆ικαστής γρήγορα αντιλήφθηκε ότι η κατηγορία ήταν ανυπόστατη, αλλά δέχθηκε μεγάλη πίεση από τους αγάδες που παρακολουθούσαν τη δίκη. Επειδή τον πίεζαν να τον τιμωρήσει, άρχισε και ο ίδιος να πιέζει τον Αθανάσιο να ασπασθεί τον μωαμεθανισμό. Επειδή όμως ο Αθανάσιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του στη χριστιανική θρησκεία, το αποτέλεσμα αυτής της διαμάχης ήταν να φυλακισθεί. Το περιστατικό αυτό δεν έμεινε κρυφό, αντιθέτως μάλιστα, πήρε μεγάλες διαστάσεις. Επίσης, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι και ο ίδιος του ο πατέρας φοβήθηκε να μεσολαβήσει, ώστε να προσπαθήσει να απελευθερώσει τον γιο του. Σύμφωνα με τις πηγές, κυρίες και κύριοι, ακολούθησε και δεύτερο δικαστήριο, στο οποίο ο Αθανάσιος και πάλι με θάρρος υποστήριξε την πίστη του στη χριστιανική θρησκεία. Με την απόφαση αυτού του ∆ικαστηρίου, ο Αθανάσιος οδηγήθηκε σε απαγχονισμό, που πραγματοποιήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου του 1774, έξω από τα δυτικά τείχη της Θεσσαλονίκης. Ήταν μόλις 25 ετών και μαρτύρησε για την ελευθερία στην έκφραση της πίστης του, όπως ο ίδιος πρέσβευε. Σήμερα, προς τιμήν του, στα κοιμητήρια της Αγίας Παρασκευής, στην πόλη μας, υπάρχει εντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα, που μας πληροφορεί πως εκεί ενταφίασαν το πτώμα του οι Χριστιανοί της εποχής, που το παρέλαβαν μετά τον απαγχονισμό του. Παράλληλα, στον ίδιο χώρο υπάρχει σήμερα παρεκκλήσι στη μνήμη του, ενώ στον τόπο καταγωγής του ανεγέρθηκε ναός στο όνομά του. Η εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του στις 8 Σεπτεμβρίου, τη μέρα που μαρτύρησε για την πίστη του στον Χριστό. Κλείνοντας την ομιλία μου, αξίζει να σταθούμε και να συγκρατήσουμε το πιο σημαντικό γεγονός της ζωής του νεομάρτυρα Αθανάσιου Κολιακιώτη. Είναι αυτό που, κατά τη γνώμη μου, προσδίδει αξία στο μαρτύριό του. Πρόκειται για τη θαρραλέα στάση που τήρησε, υποστηρίζοντας το δικαίωμά του ή και την ανάγκη του να ασπάζεται ελεύθερα τη θρησκεία που τον εκφράζει ψυχικά και συναισθηματικά, με τίμημα ακόμη και την ίδια του τη ζωή. Το γεγονός ότι δεν λύγισε, δεν φοβήθηκε και δεν άλλαξε την πίστη του μαρτυρά το μεγαλείο του. Και, μην ξεχνάμε, ήταν μόλις εικοσιπέντε ετών! Σας ευχαριστώ πολύ.

Η μαρτυρία ενός επαίτη μπροστά στον δικαστή της Θεσσαλονίκης Στυλιανός Λίταινας Αξιοσέβαστε καδή μου, έφτασα μπρος στην πόρτα σου, γιατί θέλω να σου ομολογήσω όσα άκουσα με τα αυτιά μου, χωρίς να το επιδιώξω, και το άδικο δεν με αφήνει να ηρεμήσω, αν δεν σου τα πω. Εγώ, όπως με βλέπεις, είμαι ένας ταπεινός επαίτης και ίσως ο λόγος μου να μην έχει μεγάλη αξία, όπως των αγάδων, μα πρέπει να με ακούσεις και μετά εσύ να κρίνεις. Όπως με βλέπεις, ζω από τη βοήθεια του κόσμου και κάποιες φορές, όταν με βγάζει ο δρόμος, πηγαίνω στο βασιλικό ιπποστάσιο του εμίρη και βοηθάω στην καθαριότητα των αλόγων με αντάλλαγμα ένα πιάτο φαγητό. Έτσι έγινε και τη μέρα που συνάντησα εκεί τον Αθανάσιο από την Κολιακιά, τον γιο του προεστού Πολύχρου. Μόλις είχα τελειώσει τη δουλειά στους στάβλους και πήγα στο μαγειριό, για να μου δώσουν ένα ξεροκόμματο να φάω. Ο αφέντης είχε καλεσμένο τον Αθανάσιο και τρώγανε παρέα κάτω από τη μεγάλη μουριά. Εγώ κάθισα παραπέρα κι έτρωγα και τους άκουσα που μιλούσαν για θρησκευτικά θέματα. Μου έκανε εντύπωση ο τρόπος που μιλούσε ο Αθανάσιος, γι’ αυτό πρόσεξα τα λόγια του. Έτσι, κάποια στιγμή τον άκουσα να προφέρει λόγια από το Κοράνι, για να εξηγήσει στον εμίρη τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η μωαμεθανική θρησκεία. Ο εμίρης, μόλις το άκουσε αυτό, άρχισε να φωνάζει ότι ο Αθανάσιος ασπάσθηκε τον μωαμεθανισμό, εφόσον εκφώνησε τη μουσουλμανική ομολογία. Ο Αθανάσιος το αρνήθηκε με επιμονή, τονίζοντας την πίστη του στον Χριστό και έφυγε θυμωμένος. Εγώ έκανα πως τελείωσα το φαγητό μου και τον ακολούθησα με κόπο, γιατί όπως βλέπεις το ένα μου ποδάρι είναι λειψό. Περπατώντας μαζί στη διαδρομή μέχρι την πόλη, έμαθα κατά τα λεγόμενά του, ότι ήταν ο Αθανάσιος από την Κολιακιά, ότι φοίτησε στην Αθωνιάδα Σχολή, ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, στη ∆αμασκό και στο Άγιον Όρος και ότι η πίστη του στον Χριστό είναι ακλόνητη. Τα υπόλοιπα τα γνωρίζεις, καδή μου. Ο εμίρης ήρθε σε εσένα να συκοφαντήσει τον Αθανάσιο ότι, ενώ αρχικά ασπάσθηκε τον μωαμεθανισμό, στη συνέχεια τον αρνήθηκε. Έχει βουίξει όλες αυτές τις μέρες η Σαλονίκη για τη δίκη και οι αγάδες παίρνουν θέση με τα λόγια του εμίρη, χωρίς να γνωρίζουν την αλήθεια, κάνοντας κι εσένα να ανακαλέσεις την αρχική σου απόφαση. Λένε ότι σκέφτεσαι τη θανατική ποινή με απαγχονισμό, γι’ αυτόν τον εικοσιπεντάχρονο νέο. Εγώ όμως, καδή, μου στέκομαι μπροστά σου, αν και ο πατέρας του Αθανάσιου φοβάται να μεσολαβήσει για την απελευθέρωσή του, και σου λέω ότι αυτό είναι άδικο, γιατί είναι ψεύτικες οι κατηγορίες του εμίρη. Αυτά ήθελα να σου πω και τώρα εσύ πράξε όπως νομίζεις ότι είναι δίκαιο. Σε ευχαριστώ, καδή μου, για τον χρόνο σου και που άκουσες προσεκτικά έναν κακομοίρη σαν εμένα.

Επιστολή από τον καδή Θεσσαλονίκης προς τον Επίσκοπο Καμπανίας Ανδρέας Ναζλίδης Σεβασμιότατε Επίσκοπε Καμπανίας Παπαφίλη, το θέμα της επιστολής μου αυτής αφορά τα μαρτύρια των νεαρών Ελλήνων, που με επιμονή αρνούνται να ασπαστούν τον Μωαμεθανισμό. Συγκεκριμένα, αναφέρομαι στον Αθανάσιο. Ο ίδιος γεννήθηκε και έζησε στην Κολιακιά, και συνεπώς, αναφέρομαι σε εσάς ως Επίσκοπο της περιοχής. Ο νεαρός έχει ταξιδέψει σε πολλές περιοχές, όπως στην Κωνσταντινούπολη, στη ∆αμασκό, καθώς και στο Άγιο Όρος. Επιπρόσθετα, σπούδασε στο Ελληνομουσείο αλλά και στην Αθωνιάδα Σχολή, που είναι περίφημη χάρη στις ξεχωριστές προσωπικότητες που έχουν διδαχθεί αλλά και έχουν διδάξει εκεί. Κατέληξα, συνεπώς, στο συμπέρασμα πως πρόκειται για έναν καλλιεργημένο και σεβάσμιο άνθρωπο, που κατέχει ποικίλες αξίες. Ποια είναι, όμως, η υπόθεση; Ευρισκόμενος ο Αθανάσιος σε ένα ιπποστάσιο στην Κολακιά, ακούσια, όπως ισχυρίζεται ο ίδιος, ανέφερε κατά τη συζήτησή του με έναν εμίρη, στοιχεία από το Κοράνι. Το γεγονός αυτό έδωσε αφορμή στον εμίρη να επιχειρήσει τον εξισλαμισμό του Αθανάσιου. Η άρνηση του νεαρού επέτρεψε στον εμίρη να κατηγορήσει τον συνομιλητή του για απιστία προς τη θρησκεία του Μωαμεθανισμού. Καθώς τα νέα διαδόθηκαν, ο Αθανάσιος οδηγήθηκε στο δικαστήριο, θέτοντας εμένα ως νόμιμο κριτή της μοίρας του. Εξετάζοντας, λοιπόν την υπόθεσή του, ανακάλυψα πως έπεσε θύμα παγίδας και πως οι κατηγορίες του εμίρη δεν ήταν καθόλου βάσιμες. Η δικαστική μου απόφαση περιλάμβανε την αθώωση και την απελευθέρωση του νεαρού. Ωστόσο, αψηφώντας τη δικαστική εξουσία και τις αρμοδιότητες μου, οι παρευρισκόμενοι αγάδες, διαφώνησαν με την απόφασή μου, παρασέρνοντας με στο να ανακαλέσω την απόφασή μου και να εκδώσω απόφαση καταδικαστική, εις βάρος του Αθανασίου. Με αφορμή το θέμα αυτό, οφείλω να Σας αναφέρω πως καθημερινά καλούμαι να εξετάσω παρόμοιες υποθέσεις, που με φέρνουν αντιμέτωπο με την ειλικρίνεια, την ευθύτητα και τη σταθερότητα διαφόρων Ελλήνων χωρικών ή εμπόρων, αλλά και απλών ακόμα καθημερινών ανθρώπων. Σας ζητώ λοιπόν, να με στηρίξετε σε αυτή μου την προσπάθεια και να με βοηθήσετε να απονείμω δικαιοσύνη, χωρίς να επηρεάζομαι από τις σκέψεις και τη γνώμη του όχλου. Επίσης, θα ήθελα να τονίσω το γεγονός, πως η αξιοθαύμαστη υπομονή του νεαρού επιβεβαίωσε την πίστη και τη δέσμευσή του στη θρησκεία. Συνεπώς, προτείνω να γίνεται σεβαστή η πίστη των ανθρώπων αυτή και να μην οδηγούνται άδικα στον θάνατο, λόγω της θρησκείας, την οποία έχουν ασπαστεί. Ελπίζω οι διευκρινίσεις και οι προτάσεις μου να κινητοποιήσουν το ενδιαφέρον σας για την επίλυση του συγκεκριμένου θέματος. Ο Καδής Θεσσαλονίκης Χαλίλ Εφέντης

Ανδρέας Ναζλίδης - Νίκος Παπαντωνόπουλος Eυάγγελος Νταόπουλος, Θανάσης Παπακώστας, Δημήτρης Παπαοικονόμου



Μάρκος ο εν Χίω Ο Μάρκος γεννήθηκε στη Σμύρνη, όπου και έμενε μαζί με τον αδερφό του Παΐσιο και τους γονείς του. Ήταν παιδί του Χατζή-Κωνσταντή, που καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη, και η μητέρα του ήταν από τη Σμύρνη και ονομαζόταν Μαρία. Εργαζόταν σαν έμπορος. Ο Μάρκος, σε ένα ταξίδι του στη Χίο, παντρεύτηκε το 1788. Μετά από καιρό, επηρεασμένος και από τον αδελφό του, εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Κουσάντασι, αλλά εκεί γνώρισε μια όμορφη κοπέλα, τη Μαρία, με την οποία συνδέθηκαν παράνομα. Όμως τους πιάσανε και τιμωρήθηκαν και οι δύο πολύ σκληρά: στον Μάρκο επιβλήθηκε περιτομή και η Μαρία κλείστηκε σε μοναστήρι. Ό Μάρκος σιγά σιγά άρχισε να νιώθει τύψεις και έτσι πήγε σε έναν πνευματικό να εξομολογηθεί, ο οποίος και τους βοήθησε να γυρίσουν στη Σμύρνη. Όταν κατέβηκε στη Χίο, προετοιμάστηκε κατάλληλα μεταλαμβάνοντας τη Θεία Κοινωνία και παρουσιάστηκε στο δικαστήριο, δηλώνοντας με ειλικρίνεια και αμετάθετη γνώμη την πίστη του στον Χριστιανισμό και την απόφασή του να παραμείνει Χριστιανός. Έτσι αποφασίστηκε η θανάτωσή του με αποκεφαλισμό στις 5 Ιουνίου του 1801.

Η παρανομία του νεομάρτυρα Μάρκου Ιωάννα ∆ούρου Γεννήθηκε στη Σμύρνη Καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη. Σαν ένα τόσο δα μικρό παιδί που ήταν του Χατζή Κωνσταντή. Με μητέρα από τη Σμύρνη, Μαρία ονομασμένη. Έχοντας αδελφό μες στο σπιτικό. Πέρασε ο καιρός. επηρεασμένος από τον αδελφό, πήγε στο Κουσάντασι και γνώρισε το Μαράκι. Μια παράνομη σύνδεση υπήρξε, που σε τιμωρία κατέληξε. Ο Μάρκος με περιτομή και η Μαρία κλεισμένη σε μοναστήρι. Του Μάρκου οι τύψεις κατέληξαν σε εξομολογήσεις. Σε παπά πήγε να τα πει, μέσα του να μην τα κρατεί. Κατέβηκε στη Χίο, πηγαίνοντας στο δικαστήριο, και με θάρρος φανέρωσε την πίστη του στον χριστιανισμό. Ο δικαστής ήταν πολύ σκληρός, γι’ αυτό ακολούθησε ο αποκεφαλισμός. 5 Ιουνίου του έτους 1801 του Μάρκου αυτή μέρα.

Ιωσηφίνα Ήλκου Ιωάννα Δούρου -Βασιλένα Θάνογλου Ελένη Δόμανου - Ιωσηφίνα Ήλκου Ηλέκτρα Δάκου

Η ώρα του δικαστηρίου και της εκτέλεσης Βασιλική-Ελένη Θάνογλου Όταν κατέφυγα στη Χίο, αφού πρώτα προετοιμάστηκα κατάλληλα, έχοντας τη Θεία Κοινωνία ακόμη στα χείλη, παρουσιάστηκα στο δικαστήριο που θα δικαζόμουν. Εκεί μπροστά σε όλους, όσοι ήταν παρόντες, ομολόγησα χωρίς φόβο την πίστη μου στον Χριστό. Τα σχόλια φούντωσαν σε μερικά λεπτά σε όλο το δικαστήριο και έντονα συναισθήματα περνούσαν σαν αέρας από τα μυαλά όλων. Για να ηρεμήσει ο δικαστής το κλίμα που είχε δημιουργηθεί, προσπάθησε με κολακείες να με μεταπείσει, αλλά εγώ δεν λύγιζα κι έμενα ασάλευτος στην πίστη μου. Όταν είδε ότι δεν ήταν εφικτό να μου αλλάξει πίστη, διέταξε τη φυλάκισή μου. Άντεξα ό,τι βασανιστήριο μου κάνανε, χωρίς να λυγίσω ή να καμφθώ. Συνολικά με οδήγησαν τρεις φορές ενώπιον του δικαστηρίου. Όταν, την τελευταία φορά, ο δικαστής διαπίστωσε το σταθερό φρόνημα και την αμετάθετη γνώμη μου να παραμείνω Χριστιανός, διέταξε τη θανάτωσή μου. Καθώς έφτανε η στιγμή εκείνη, πλήθος κόσμου είχε συγκεντρωθεί –όχι μόνο Χριστιανοί, αλλά και Τούρκοι και Εβραίοι– στην τοποθεσία Βουνάκι που είχε οριστεί για την εκτέλεσή μου. Το κλίμα που επικρατούσε ήταν αρκετά συγκινητικό· με νηστείες, δεήσεις και προσευχές. Εκεί, λοιπόν, στις 5 Ιουνίου του έτους 1801 και ημέρα Τετάρτη, εκτελέστηκα με αποκεφαλισμό για την πίστη μου. Η ιστορία του Μάρκου Μαρία-Ηλέκτρα ∆άκου - Ιωσηφίνα Ήλκου Ο Άγιος Μάρκος, γεννημένος στη Σμύρνη, μαζί με την οικογένειά του έμενε, ώσπου παντρεύτηκε στη Χίο. Μια μέρα, επηρεασμένος από τον αδελφό του, πήγε να μείνει μόνιμα στο Κουσάντασι. Εκεί γνώρισε μια όμορφη κοπέλα, που τη λέγανε Μαρία, αλλά συνδέθηκαν παράνομα και τoυς τιμώρησαν σκληρά. Ο Μάρκος τύψεις άρχισε να έχει και πήγε στον πνευματικό του να εξομολογηθεί, πράγμα που τον βοήθησε πολύ.

Μια μέρα, όμως, η Μαρία δεν ένιωθε καλά και σε έναν γιατρό την πήγανε. Η Μαρία είχε μια ασθένεια, που μόνο μια Εβραία από τη Σμύρνη μπορούσε να θεραπεύσει. Ο Μάρκος μπόρεσε να πάει τη γυναίκα του ώς εκεί, αλλά με ρητή την εντολή πίσω να γυρίσουν. Μέτα από καιρό πολύ και όλα αυτά που πέρασαν, κατάφεραν με δυσκολία να παντρευτούν στη Βενετία. Να μείνουν ήσυχα σε ένα μέρος δεν το κατάφεραν και περιπλανιόντουσαν εδώ κι εκεί, ώστε οι Τούρκοι μακριά να μείνουν και αυτούς να μην τους βρίσκουν. Κουράστηκαν όμως και αποφάσισαν άλλο να μην τρέχουν, να γυρίσουν πίσω στο Κουσάντασι, στον πνευματικό του να μιλήσει και την επιθυμία του να γνωστοποιήσει. Μετά από πολλές προσπάθειες και συζητήσεις με τον πνευματικό του, τελικά πείστηκε να εγκαταλείψει το Κουσάντασι και να καταφύγει στη Χίο. Αφού ο καιρός περνούσε και οι μέρες κυλούσαν, στο δικαστήριο πήγε και είπε αυτό που φώναζε η ψυχή του: «Στον Χριστό πιστεύω και η γνώμη μου αμετάθετη είναι και θα μείνει!». Όμως, αυτή του η ομολογία κόστισε και βασανιστήρια πολλά υπέστη. Τρεις μέρες τον βασάνιζαν φριχτά Κι ύστερα ακολούθησε το πιο σκληρό από όλα, η θανάτωσή του.



Αναστάσιος εκ Βουλγαρίας Η πατρίδα του Αναστασίου ήταν η πόλη Ροδοβίσι της επαρχίας Στρούμιτζα της Βουλγαρίας. Είκοσι χρονών ήλθε στη Θεσσαλονίκη και δούλευε ως υπάλληλος σε κάποιο εμπορικό κατάστημα. Κάποια μέρα, βοήθησε το αφεντικό του για τη λαθραία εξαγωγή ενδυμάτων έξω από το Κάστρο της Θεσσαλονίκης, για να μη πληρώσει φόρους. Ο Αναστάσιος μάλιστα, φόρεσε και μια τούρκικη στολή προκειμένου να περάσει το εμπόρευμα. Αλλά, ενώ περνούσε την πύλη, Τούρκοι φοροεισπράκτορες τον ρώτησαν αν είχε ανάλογα έγγραφα για την εξαγωγή των ενδυμασιών. Αυτός με αφέλεια απάντησε ότι ήταν Τούρκος. Για να το επιβεβαιώσει αυτό, οι Τούρκοι υπάλληλοι του ζήτησαν να κάνει «σαλαβάτι» (ομολογία). Ο νέος στο άκουσμα του αιτήματος έμεινε άφωνος. Αμέσως τότε τον άρπαξαν οι Τούρκοι και με άγρια χτυπήματα τον οδήγησαν στον αγά. Εκεί ο Αναστάσιος, παρά τις κολακείες και τις φοβέρες του αγά, έμεινε ακλόνητος στη χριστιανική πίστη. Κατόπιν οδηγήθηκε στον κριτή και έπειτα σ' άλλον άρχοντα, όπου φυλακίστηκε και βασανίστηκε ανελέητα. Αλλά επειδή και πάλι ομολογούσε τον Χριστό, τον καταδίκασαν σε θάνατο. Στον δρόμο για την αγχόνη ο Αναστάσιος υπέκυψε στα τραύματα του και παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό, έξω από τη Θεσσαλονίκη κοντά στην «Καινούρια Πόρτα», στις 8 Αυγούστου 1794.

Ένα παλικάρι της πίστης Ανδρέας Μουσμουλίδης Ο Αναστάσιος, ντυμένος σαν Τούρκος, λίγο πριν καταφέρει να περάσει την πύλη του κάστρου της Θεσσαλονίκης μεταφέροντας τα λαθραία ρούχα του αφεντικού του, βρέθηκε αντιμέτωπος με τους τούρκους εισπράκτορες των φόρων. _ Πού είναι τα χαρτιά σου; _ ∆εν έχω κανένα χαρτί. Είμαι Τούρκος σαν κι εσάς. _ Ε, τότε κάνε σαλαβάτι, ομολόγησε την πίστη σου στον Αλλάχ. _ ∆εν κάνω τίποτα, δεν θα πω τίποτα. Ακριβώς μετά τον οδήγησαν με ξύλο και κλωτσιές στον Κεχαγιά κι από εκεί στον Χαρατζίμπαση. _ Τέτοιος νέος λαμπρός, παλικάρι σωστό, τι είναι αυτά που κάνεις; Έλα, γίνε σαν κι εμάς και η ζωή σου θα είναι εύκολη και πλούσια πια. _ Αρνούμαι τα δώρα σου, είμαι Χριστιανός! ∆εν θα αρνηθώ την πίστη μου για όλα τα πλούτη του κόσμου! Έτσι ο Αναστάσιος βρέθηκε από τον Αγά στον Κριτή... _ Έχουμε ανθρώπους που σε ξέρουν, δεν μπορείς να ξεφύγεις, άλλαξε την πίστη σου να σωθείς. Αν δεχτείς, θα ζήσεις πλουσιοπάροχα. Αρνήσου τον Χριστό. _ Ο Χριστός είναι ο Κύριός μου και ο πλούτος της ζωής μου. Τότε ο Κριτής τον έστειλε στον ανώτατο δικαστικό υπάλληλο, του Μουσελίμη. Σου υπόσχομαι πως θα αποκτήσεις πολύτιμα πράγματα: ασημένια μαχαίρια, ωραία ρούχα και μια αξιοσέβαστη θέση δίπλα μου. Γίνε Μουσουλμάνος και η ζωή σου θα αλλάξει, θα γίνει σπουδαία. Τέτοια ζωή σου αξίζει! _ Μη μου προσφέρεις τίποτα. Το μεγάλο λάθος μου ήταν που έκανα τον Τούρκο, για να βοηθήσω το αφεντικό μου. Τίποτα δεν θέλω, μόνο τη χάρη του Ιησού Χριστού πάνω μου και μέσα μου. Όλα όσα μου δίνεις είναι ύλη. Ο Κύριος μου, όμως, είναι το αληθινό φως! Χριστιανός είμαι, δεν αρνούμαι την πίστη μου. Κι έτσι ο Αναστάσιος υπέμεινε καρτερικά όλα τα βασανιστήρια και οδηγήθηκε στον τόπο της εκτέλεσής του. Στον δρόμο, όμως, το σώμα του δεν άντεξε και παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού, μένοντας πιστός ώς το τέλος στην ομολογία της πίστης του. Ήταν 8 Αυγούστου 1794.

Ήρεμος μπροστά στον θάνατο Ερμιόνη Παναγιωτίδου – Αγάπη Ναθαναηλίδου Ξημέρωσε η ογδόη μέρα του Αυγούστου στη Θεσσαλονίκη, φαινόταν σαν μια συνηθισμένη μέρα. Αλλά, λίγο έξω από τη πόλη, ο νεομάρτυρας Αναστάσιος άφηνε την τελευταία του πνοή. Ο Αναστάσιος άνοιξε την πόρτα του δικαστηρίου. Κοιτώντας τον στα μάτια, καταλάβαινες πως έφτασε εκεί χωρίς να έχει μετανιώσει. Περπάτησε ήρεμα προς τον δικαστή και στάθηκε μπροστά του με το κεφάλι ψηλά. Ο δικαστής πρώτη φορά έβλεπε τόση ηρεμία σε κάποιον... Τον έφερε σε πολλά ερωτήματα αυτή του η συμπεριφορά. ∆ικαστής: Τι έκανες και σε οδήγησε εδώ; Αναστάσιος: Βρίσκομαι σε μικρή ηλικία. Ως νέος δεν έχω κάνει καμιά αμαρτία. Από μικρός δουλεύω σκληρά για την οικογένειά μου και για την πατρίδα μου. Είχα την ευκαιρία να δουλέψω σε ένα κατάστημα οπλοποιίας, πιο συγκεκριμένα να είμαι ο βοηθός του αφεντικού μου. Μια μέρα υπέκυψα στις πιέσεις του αφεντικού μου και δέχτηκα να προσποιηθώ τον Τούρκο για να τον βοηθήσω σε κάτι που δεν συμφωνούσα. ∆ικαστής: ∆εν μου έχεις πει ακόμα τι έκανες, είπε θυμωμένος στον Αναστάσιο. Αναστάσιος: ∆έχτηκα να προσποιηθώ τον Τούρκο, για να βοηθήσω στη λαθραία εξαγωγή τουρκικών πολυτελών ενδυμασιών από την οχυρή πόλη της Θεσσαλονίκης. Καθώς όμως πήγα να περάσω την πύλη, με σταμάτησαν οι κρατικοί υπάλληλοι και μου ζήτησαν να δουν τα έγγραφά μου. (Ο Αναστάσιος σταμάτησε με βουρκωμένα μάτια και με τον σταυρό στο χέρι συνέχισε την απολογία του). Ο Χριστιανισμός με μεγάλωσε. Έτσι δεν θα μπορούσα ποτέ να αρνηθώ την πίστη μου, είπε δυνατά στον δικαστή. ∆ικαστής: Σταμάτα εκεί. Γνωρίζω τα υπόλοιπα. Έκλεισε ένα χαρτί που του είχαν φέρει με τις πληροφορίες του Αναστάσιου. Ο ∆ικαστής προσπάθησε να προσελκύσει τον Αναστάσιο στον Μωαμεθανισμό, λέγοντάς του πως ο Θεός που πιστεύει δεν τον αγαπάει, πως δεν υπάρχει. Ο Αναστάσιος όμως δεν θα μπορούσε να αλλάξει αυτό που αγαπάει. Αρνήθηκε να αλλάξει θρησκεία, χωρίς φόβο για τον θάνατο. Έπειτα τον παρέπεμψαν στον Μουσελίνη, ο οποίος αποφάσισε τον θάνατο του, πλέον, νεομάρτυρα. Ο Αναστάσιος πέθανε μετά από βασανισμούς. Ήταν ένας από τους πιστούς που έδωσε τη ζωή του, χωρίς να διαλέξει τον εύκολο δρόμο.



Οσιομάρτυς Ρωμανός Ο Ρωμανός γεννήθηκε τον 17ο αιώνα στο Καρπενήσι. Οι γονείς του δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα για να τον μορφώσουν. Όταν ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους, πίστεψε βαθιά στον Χριστιανισμό ακούγοντας διάφορες διηγήσεις βίων ασκητών και μαρτύρων. Ο Ρωμανός εγκατέλειψε τα Ιεροσόλυμα και ταξίδεψε στη Θεσσαλονίκη, όπου προκάλεσε τους Τούρκους, οι οποίοι τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στο δικαστήριο. Τον πίεσαν με βασανιστήρια να αλλαξοπιστήσει, αλλά αυτός παρέμεινε σταθερός στην πίστη του. Υπέστη πολλά βασανιστήρια και διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του, πράγμα που θα συνέβαινε, αν δεν παρένέβαινε ο διοικητής του τουρκικού στόλου. Ο διοικητής πρότεινε να του παραχωρηθεί ως δούλος και να τον έχει κωπηλάτη στα καράβια του. Αφού πέρασε καιρό ως κωπηλάτης, κάποιοι χριστιανοί συνεννοήθηκαν να τον εξαγοράσουν και να τον φυγαδεύσουν στο Άγιον Όρος. Τελικά κατέληξε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και πάλι προκάλεσε τους Τούρκους, οι οποίοι τον οδήγησαν στον βεζίρη. Ύστερα τον έριξαν σε ένα πηγάδι, όπου τον άφησαν νηστικό για 40 ημέρες. Μετά από νέα βασανιστήρια, στο τέλος τον εκτέλεσαν με αποκεφαλισμό. Ήταν το έτος 1694. Επί τρεις μέρες ένα θείο φως κάλυπτε το νεκρό σώμα του, ενώ στη συνέχεια ένας Άγγλος πλοίαρχος εξαγόρασε το λείψανό του και το πήρε μαζί του στην Αγγλία.

Για τον Ρωμανό Χαράλαμπος Ζαφειρέλλης Γεννημένος στο Καρπενήσι, εκεί ένας θρύλος είχε ξεκινήσει. Μα οι γονείς του ήταν φτωχοί κι έτσι δεν μπόρεσε να μορφωθεί. Επισκεπτόμενος τους Αγίους Τόπους, γνώρισε θεούς κι ανθρώπους. Κι επισκεπτόμενος τη Θεσσαλονίκη, από εκείνον μέχρι κι ο Μωάμεθ εκρίθη. Και παρόλο που εβασανίσθη, ο πόνος δεν νίκησε την πίστη. Και έπειτα από μεγάλους κόπους φυγαδεύτηκε στο Άγιον Όρος. Πορεύθηκε ξανά προς τα Ιεροσόλυμα από την Ευρώπη, μα στον δρόμο άλλαξε γνώμη και κατευθύνθηκε στην Πόλη. Μετά τη σύλληψη, οδηγούμενος στον βεζίρη, σε ένα ξεροπήγαδο βρέθηκε, όπου τον είχαν ρίξει. Κι αν πείνασε κι αν μαρτύρησε, δεν άλλαξε την πίστη. Ακόμα κι όταν τον θάνατο αντίκρισε, παρέμεινε ζωντανός χάρη στην πίστη. Γι’ αυτό ο Θεός του έστειλε ουράνιο φως να τον καλύψει.

Γιώργος ΒΗολλιάιώδτηηςς, ,ΚΚωωννσσττααννττίνίνοοςςΚΓακιακρτσέήληςς, Βασίλης Χαράλαμπος Ζαφειρέλης Ιωάννης Βερνάρδος

\"Ellinika Chronika\" Interview mit Johann Jakob Meyer und Dimitrios Mestheneas Αριάδνη Κώστα, Χριστίνα Κωνσταντινοπούλου, Βασιλική Λίταινα, Σταύρος Μπακάλογλου, ∆ήμητρα Παναγιωτίδου, Ειρήνη Παπαγιάννη, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος In einem kleinen Lagerhaus in der Stadt Mesologgi schlägt das Herz des griechischen liberalen Journalismus des Kampfes. Ich habe die Ehre, mit dem Direktor und Herausgeber der Zeitung \"Ellinika Chronika\", der ersten gedruckten Zeitung des Kampfes, Herrn Johann Jakob Meyer und mit dem Direktor der Druckerei, Herrn Dimitrios Mestheneas, zusammen zu sein. Journalist: Meine Herren, was hat Sie dazu gebracht, Ihr sicheres und bequemes Leben aufzugeben, um Mesologgi zu erreichen und sich dem griechischen Befreiungskampf zu widmen? Sie, Herr Meyer, kommen aus der Schweiz, aus Zürich und haben Pharmazie und Medizin studiert, und Sie, Herr Mestheneas, Sie kommen aus Thessaloniki, und stammen aus einer angesehenen Kaufmannsfamilie, oder? Herr Meyer: Mein Medizinstudium habe ich eigentlich nie abgeschlossen, aber als ich in das Philhellene-Komitee von Bern eintrat, stellte ich mich als Arzt und Chirurg vor. Sonst wäre ich wahrscheinlich nie ins revolutionäre Griechenland geschickt worden. Mein rastloser, vielleicht sogar manchmal abenteuerlicher Charakter spielte bei meiner Entscheidung sicherlich eine Rolle, aber vor allem hat mich meine Bewunderung für den ungleichen Kampf einer Nation mit einem großen Erbe, die sich von einem tyrannischen Eroberer zu befreien versucht, dazu motiviert, nach Griechenland zu kommen. Ich glaubte immer daran, dass jeder Mensch in der zivilisierten Welt die Pflicht hat, bei der Befreiung der Griechen, dieses lichttragenden Volkes, zu helfen. Herr Mestheneas: Ich könnte mir nicht vorstellen, dass ich in Thessaloniki einfach untätig bleibe. Der ganze Hellenismus erhob sich für seine Freiheit und seine Unabhängigkeit. Jeder Grieche leistet seinen Beitrag dazu, wie man auch kann. Ich mache auch mit. Es wäre Schande und Verrat, wenn ich nichts tun würde. Journalist: Herr Meyer, wie wurde die Druckerei eingerichtet? Welches Ziel hat ihr Tun und auf welche Schwierigkeiten sind Sie gestoßen? Herr Meyer: Ende 1823 kam der Engländer Philhellene Oberst Leicester Stanhope nach Mesologgi. Er brachte eine kleine Druckpresse mit, sie war eine Spende vom Londoner Philhellene-Komitee. Stanhope hat mir das Gerät anvertraut und damit hat alles angefangen. Das erste Blatt wurde am 1. Januar 1824 herausgegeben. Unser Ziel war den griechischen Befreiungskampf, die Kämpfer und ihre Anführer zu unterstützen, sowie die Botschaft der griechischen Revolution und die Ideen der Aufklärung und des Liberalismus zu verbreiten. Über die Schwierigkeiten kann am besten Herr Mestheneas sprechen.

Herr Mestheneas: Wir befinden uns in einer Kriegssituation. Wegen des andauernden Beschusses wird die Herausgabe unserer Zeitung immer wieder unterbrochen. Jedoch können das unaufhörliche Schießen, die Zerstörung und der Belagerungszustand den Journalismus nicht zum Schweigen bringen. Die freie Welt Europas soll alles über die fürchterliche Situation im belagerten Mesologgi erfahren: das Elend, die Hungersnot, die Seuchen, die sich dauernd ausbreiten. Unsere Zeitung wird solange ich noch lebe herausgegeben! Journalist: Herr Mestheneas, wie fühlt sich ein griechischer Drucker, der seine Karriere mit dem Werk „Thourios“ von Rigas beginnt, dann zum ersten Mal im 1823 -und zwar auf eigene Kosten- die von der Zweiten Nationalversammlung in Astros ratifizierte „Temporäre Verfassung von Griechenland“ und im 1825 die \"Hymne an die Freiheit\" von Dionysios Solomos druckt? Herr Mestheneas: Rigas Feraios war mein Inspirator. Ich brachte meinem Sohn Verse aus dem Werk \"Thourios\" bei und deswegen wurde ich von den türkischen Behörden in Thessaloniki ins Gefängnis gebracht. Der Druck der Verfassung war meine kleinste Verpflichtung gegenüber meinem Heimatland. Die \"Hymne an die Freiheit\" war meine Pflicht mir und jedem Griechen gegenüber, der sein Leben für die Freiheit opfert. Journalist: Welche ist Ihre Botschaft an das revolutionäre Griechenland? Herr Meyer: Nicht zurückziehen! Nicht aufgeben! Keine Angst haben! Dieser Kampf wird gerechtfertigt! Mesologgi zeigt den Weg und stärkt die Flamme des Philhellenismus bis ans Ende der Welt. Die Griechen müssen frei leben, wir schulden das der Geschichte! Herr Mestheneas: Mesologgi hält durch, wird nicht erliegen! Die Zeitung „Ellinika Chronika“ wird nicht schweigen, bis die ganze Welt die Rechte der Griechen anerkennt. Die Belagerung ist für die Feiglinge, der Widerstand für die Helden! Es lebe die Nation! Es lebe Griechenland! Η συνέντευξη συντάχθηκε στο πλαίσιο του μαθήματος των Γερμανικών με διδάσκουσα την καθηγήτρια Ελευθερία Κωνσταντινίδου.

Πέτερ φον Ες (Peter von Hess): Ένας Γερμανός ζωγράφος απαθανατίζει μορφές και στιγμές της Ελληνικής Επανάστασης Πολλοί καλλιτέχνες, Έλληνες και ξένοι, εμπνεύστηκαν από την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και δημιούργησαν σπουδαία έργα. Με έναν απ’ αυτούς, τον Γερμανό ζωγράφο Πέτερ φον Ες (Peter von Hess) ασχοληθήκαν οι μαθητές της Α΄ τάξης στο μάθημα των Γερμανικών. Ξεχώρισαν κάποιους από τους πίνακές του, μελετήσαν τη ζωή και το έργο των ηρώων που απεικονίζονται σ’ αυτούς, επέλεξαν αξιοσημείωτα περιστατικά από τον βίο τους και έγραψαν τις εντυπώσεις τους από το έργο του δημιουργού. Peter von Hess Peter von Lisa Dittrich-Angeli, Konstantina Oikonomou Hess Peter Heinrich Lambert Hess (1792–1871, ab 1861 Ritter von Hess) war ein Maler aus Düsseldorf, der vor allem durch Historien- und Schlachtdarstellungen Ansehen genoss. Die Herrschaft Ottos I. in Griechenland stellte er in zwei großformatigen Ölgemälden dar und realisierte für Ludwig I. von Bayern im Münchner Hofgarten einen umfassenden Freskenzyklus über den griechischen Unabhängigkeitskrieg. Von seinem Vater erhielt er seinen ersten künstlerischen Unterricht in Düsseldorf. Ab 1800 schuf Hess seine ersten Stiche; er bevorzugte die Darstellungen von Tieren. Mit 14 Jahren wurde er 1806 als Schüler an der Kunstakademie in München zugelassen. Von Hess erlebte als Kriegszeichner die Befreiungskriege gegen Napoleon von 1813 und 1815. In den Jahren 1832 bis 1833 gehörte er zu König Ottos Reisegesellschaft nach Griechenland, weil ihm der König von Bayern Ludwig I. den Auftrag gegeben hat, Szenen und die Helden der Griechischen Revolution abzubilden. Dabei besuchte er Nafplio (Nauplia), den Saronischen Golf, die Kykladeninseln und Orte der Peloponnes. Eins seiner bekanntesten Gemälde ist „Palikaren bei Athen“ von 1829. Peter von Hess gilt als bedeutender Vertreter der “Münchner Schule” und damit des zeitgenössischen akademischen Realismus.

Erhängung des Ökumenischen Patriarchen Gregor V. Giannis Toulios Auf diesem Bild ist der Patriarch Gregor V. von Konstantinopel zu sehen. Er ist 1746 in Dimitsana in Südgriechenland geboren und am 22. April 1821 in Konstantinopel durch Erhängen hingerichtet worden. Er hat den patriarchischen Thron in drei verschiedenen Zeitphasen besetzt, nämlich von 1797-1798, von 1806-1808 und von 1818-1821. Das Bild ist sehr lebendig wegen seiner intensiven Farben und gleichzeitig sehr detailliert. Ich finde das Bild sehr interessant und es weckt mir gemischte Gefühle. Patriarchen Gregor V r Alexander Ypsilantis Alexander Ypsilantis überschreitet den Fluss Pruth Stelios Katsanis, Konstantinos Panos, Katerina Papadrosou, Marianna Sevintikidi, Stavros Tokmakidis Auf diesem Bild beobachten wir Alexandros Ypsilantis, der den Fluss Pruth überschreitet. Er trägt blaue Kleidung, hält eine große weiße Flagge und steigt aus einem Boot aus. Man sieht, dass ihm eine Hand fehlt. Es gibt viele Leute um ihn herum, Feinde und Mitstreiter. Auf dem Boot sehen wir noch zwei weitere Personen. Im Hintergrund des Bildes sind seine Feinde zu sehen, die ängstlich dargestellt werden. Sie tragen rote, weiße und blaue Kleidung, sie sind wahrscheinlich Türken. Man kann nur einen kleinen Teil des Flusses erkennen. Ypsilantis überquerte am 22. Februar 1821 in Begleitung von einigen griechischen Offizieren im russischen Dienst den Fluss Pruth an Sculeni (heutige Moldau). Zwei Tage später gab er um Iaşi eine Proklamation heraus – „Kampf für Glauben und Vaterland” («Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος») und kündigte an, dass er die Unterstützung einer Großmacht, nämlich Russland, habe. Das war der Beginn der griechischen Revolution! Das Bild ist ausgezeichnet! Am besten gefallen uns die lebendigen Farben. Es sieht aus, als wäre es eine Szene aus einem Film. Man fühlt sich, als ob man an der griechischen Revolution teilnehmen würde. Einige Elemente werden nicht genau dargestellt, z.B. das Zeichen der Hierolochiten ist ohne Kreuz dargestellt, die verlorene Hand von Ypsilantis scheint links statt rechts zu sein und der Phönix (der aus seiner Asche wiedergeborene mythologische Vogel) auf der Flagge ist nicht klar gerendert.

Ioannis Makrygiannis Vasiliki Apostolidou, Alexandros Fragkidis, Antonis Kelektsoglou, Konstantinos Mporos Makrygiannis war ein griechischer Freiheitskämpfer, Offizier, Politiker und Autor. Er hat bei der Schlacht von Stavros bei Tzoumerka, bei der Schlacht von Peta, bei der Belagerung von Arta und bei der Belagerung der Stadt Patratziki teilgenommen. Er hat auch Bücher geschrieben, nämlich „Erinnerungen“ und „Visionen und Wunder“. Auf dem Bild sehen wir sieben Personen. Vier von ihnen tragen Waffen und zwei Schwerter. Im Vordergrund sehen wir Makrygiannis. Er lehnt sich auf einem Felsen. Neben ihm steht ein Türke, der Makrygiannis an den Haaren zieht. Im Hintergrund gibt es einen Berg und eine Burg. Das Gemälde von Peter von Hess ist unbeschreiblich schön. Es hat intensive und harmonische Farben. Die Bewegung der Menschen auf dem Bild ist detailliert und ihre Gesichter sind sehr ausdrucksstark. Die Technik ist speziell und unterstreicht eine starke Emotion. Ioannis Makrygiannis Athanasios Diakos Athanasios Diakos Ilektra Leventi, Dimitra Mantziou, Marios-Antonios Mpourouzikas Dieses Gemälde wurde im Jahr 1852 geschaffen. Auf diesem Gemälde führt Athanasios Diakos die Dervenochoriten in die Schlacht von Alamana, wo er einen tragischen Tod findet. Die griechischen Krieger verabschieden sich von den Frauen und Kindern. Die Frauen scheinen verzweifelt zu sein und Angst zu haben, dass ihre Männer möglicherweise erschossen werden. Außerdem tut es den Männern leid, weil sie ihre Frauen und Kinder allein und ungeschützt zurücklassen. Das Gemälde ruft Gefühle von Traurigkeit und Freude zugleich hervor. Wir fühlen uns traurig, weil wir bestürzt sind, dass Familien getrennt werden. Auf der anderen Seite empfinden wir Freude, weil die griechischen Krieger das Heimatland verteidigen werden. Wenn wir uns das Gemälde ansehen, denken wir sofort an die Tatsache, dass er sich für seine Heimat aufgeopfert hat.

Konstantinos Kanaris Christina Pateli Konstantinos Kanaris war ein griechischer Revolutionär, eine bedeutende Figur im Seekampf während der griechischen Revolution von 1821 und später wurde er Admiral und Politiker. Als er erfuhr, dass Alexandros Ypsilantis in Moldawien die Revolution begonnen hatte, beeilte er sich spontan, an der ersten Kriegsflotte aus Psara unter der Führung von Nikolas Apostolis teilzunehmen. Von den ersten Monaten an zeichnete sich Kanaris durch seinen Mut und seine Entschlossenheit aus. Wenn ich mir dieses Gemälde ansehe, bin ich stolz, weil ich weiß, dass dieser Mann gekämpft hat und gestorben ist, damit wir Griechen frei sein können. Konstantinos Kanaris Andreas Miaoulis Andreas Miaoulis Angelos Mavropoulos, Konstantina Oikonomou Andreas Miaoulis war ein griechischer Freiheitskämpfer. 1821 schloss er sich der griechischen Revolution an und beteiligte sich mit seinem Schiff ‚Leonidas‘ an allen Streifzügen jenes Jahres. Auf Anordnung der griechischen Regierung wurde sein Grab an der nach ihm benannten Akti Miaoulis (Miaoulis-Küste) mit einem Denkmal geschmückt. Sein einbalsamiertes Herz wird im Museum von Hydra aufbewahrt. Auf diesem Bild sieht man Andreas Miaoulis in einer Seeschlacht bei Kos. Peter von Hess’ Gemälde hat uns sehr gut gefallen, weil es lebendige Farben hat und einen so großen Helden darstellt. Er scheint kampfsbereit sein Heimatland zu verteidigen. Seine Mitstreiter scheinen Vertrauen zu ihm und seinen Entscheidungen zu haben, da er ihr Anführer ist. Er schaut aufs Meer hinaus und scheint in seinen Gedanken verloren zu sein.

Markos Botsaris Lisa Dittrich-Angeli, Konstantina Oikonomou, Michael Vasilakis Auf diesem Bild sehen wir den Tod von Markos Botsaris in Karpenisi. Im Vordergrund sehen wir den Mann, der Botsaris tötet und dahinter einen Pascha, der Botsaris' Tod voller Aufregung beobachtet. Wir sehen auch jemanden, der Markos hält, als er stirbt. Im Hintergrund des Gemäldes sehen wir viele Zelte, die höchstwahrscheinlich den Türken gehören. Ganz hinten sind einige Flaggen auf den Zelten zu sehen. Botsaris trägt eine Fustanella und Tsarouchia, hat einen Fez auf seinem Kopf und hält auch ein Schwert in der linken Hand. Der Grieche, der ihn festhält, trägt auch eine Fustanela, einen Fez auf dem Kopf und hat eine Waffe im Gürtel. Botsaris trat 1814 mit anderen Soulioten der Griechischen Patriotischen Gesellschaft‚ Philiki Etaireia‘ bei. Beim Ausbruch der Griechischen Revolution zeichnete er sich durch Führungseigenschaften bei den Kämpfen im westlichen Griechenland aus, besonders bei der Verteidigung von Mesologgi. Das Gemälde hat uns besonders gefallen, da schöne Farben dominieren, die die Landschaft lebendiger machen. Auf einer Leinwand entwickelt sich eine vergangene Realität, die in der Gegenwart wiederbelebt wird. Markos Botsaris Laskarina Bouboulina Laskarina Bouboulina an Bord des Schiffes “Agamemnon” Stefan Stampoliev, Konstantinos Vlachakis Auf dem Bild sehen wir die berühmte Heldin Bouboulina und zwei Männer auf einem Schiff. Die Frau trägt ein rotes Kleid und einen grünen Rock. Der eine Mann trägt einen roten Hut (Fez) und ein weißes Hemd und der andere Mann trägt einen blauen Hut, ein grünes Hemd und eine schwarze Hose. Bouboulina zeigt den Männern die feindlichen Schiffe am Horizont und der Mann vorne links beobachtet sie durch sein Teleskop. Wenn wir uns das Bild anschauen, fühlen wir uns stolz auf die Helden des griechischen Befreiungskrieges von 1821. Wir empfinden den Mut und die Entschlossenheit einer Frau, die zum Symbol der Frauenmacht wurde. Sie war die einzige Griechin, die den Rang eines Admirals erlangte und während der griechischen Revolution ihre eigenen Handelsschiffe in den Krieg führte.

Peter von Hess Τα κείμενα γράφτηκαν στο πλαίσιο του μαθήματος των Γερμανικών με διδάσκουσες τις καθηγήτριες Χρυσάνθη Αλεξάνδρου, Ελευθερία Κωνσταντινίδου και Μιχαέλα-Ζωή Αποσιάδου.

La Guerre d’indépendance grecque: l’Engagement des philhellènes français Isée Décret-Provost, Madeleine Ballandras, Ambre Sylvestre, Camille Kolb-Rival, Antoine Ombret, Mathis Pechtalmaldjian Στο πλαίσιο του εορτασμού των διακοσίων χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, τα τμήματα Γαλλικών του Σχολείου μας, σε συνεργασία με το αδελφοποιημένο σχολείο Institution Notre Dame της Τουλόν, ίδρυσαν το έργο e-Twinning με τίτλο «La Guerre d’indépendance grecque: l’Engagement des philhellènes français – Ο πόλεμος της ανεξαρτησίας της Ελλάδας: Η εμπλοκή των Γάλλων φιλελλήνων». Κατά την εκπόνηση του έργου οι μαθητές του Institution Notre Dame επινόησαν και μας απέστειλαν μία σειρά φανταστικών επιστολών Γάλλων φιλελλήνων, τις οποίες δημοσιεύουμε με πολλή χαρά και συγκίνηση. Οι επιστολές συντάχθηκαν στο πλαίσιο του μαθήματος των Αρχαίων Ελληνικών και των Λατινικών με διδάσκουσα την κλασική φιλόλογο του Institution Notre Dame, Céline Migeot. Lettre de François-René de Chateaubriand à Éléna Isée Décret-Provost Paris, le 10 décembre 1821 Chère Éléna, Que le temps passe vite ! Que je garde de merveilleux souvenirs de notre rencontre et de nos longues promenades, pendant mon voyage en Grèce, en 1806! Vous avez été pour moi non seulement un guide dans les ruines antiques que vous m’avez fait découvrir mais aussi une muse, je l’avoue ! Certains des passages de mon Itinéraire de Paris à Jérusalem s’inspirent de moments passés en votre compagnie. Quel temps béni! Mais, le devoir m’avait, hélas, rappelé en France… Vous aviez dû, pourtant, vous rendre compte, à la lecture de mon œuvre, que votre ombre planait sur maintes pages. Mais, quand je vous en avais envoyé un exemplaire, vous aviez eu l’humilité de ne pas évoquer votre belle influence grecque sur moi; vous vous étiez contentée de me féliciter pour le génie de mon écriture et pour le bel hommage que j’avais rendu à votre pays et à sa splendeur perdue. Quelle délicatesse de votre part! Mais, revenons au temps présent! Nous recevons, depuis quelques semaines, de nombreuses nouvelles concernant votre patrie, mais elles sont parfois contradictoires. Que se passe-t-il exactement en Grèce en ce moment? Comment allez-vous, ainsi que votre famille? Etes-vous en danger? Je suis si inquiet pour vous! J’ai entendu dire que certaines personnes influentes, telles que l’évêque Germanos de Patras ou encore le tsar de Russie, Alexandre 1er, appelaient à la lutte pour l’indépendance de la Grèce. Je suis, certes, heureux d’apprendre que votre peuple est pris d’un tel élan qu’il veuille enfin se libérer de la tyrannie! Mais, j’ai aussi à l’esprit le triste souvenir du temps où votre peuple avait tenté, une première fois, de s’affranchir de la «Sublime Porte». Ainsi, souvenez-vous que Catherine II, l’impératrice de Russie, avait poussé les paysans du Péloponnèse à la rébellion en 1770; mais elle les avait abandonnés presque aussitôt en concluant, avec le Sultan, le traité de Kutchuk-Kaïnardji. Puis, elle avait récidivé en 1786 en encourageant les habitants du massif montagneux du Souli, les Souliotes d’Épire, à se révolter. Et on se souvient tous que cette région du nord-ouest de la péninsule grecque avait été violemment réprimée par Ali Pacha, un des cruels alliés du Sultan.

Pouvez-vous m’expliquer quelle est exactement la situation en Grèce? Quels sont les chefs de l’insurrection grecque? Et savez-vous si le camp grec a déjà remporté des victoires décisives? Prenez-vous part à tout cela ? Connaissant votre enthousiasme et votre fougue, je n’en serai pas surpris. Mais, promettez-moi de ne pas prendre de risques inutiles! Depuis la Révolution Française de 1789, que les temps sont difficiles. De mon côté, je vais faire en sorte d’aider les Grecs dans leur combat par tous les moyens. Je vais donc mettre ma plume au service de votre cause. C’est ce que je sais le mieux faire, apparemment! Je suis impatient de vous lire ! J’espère que ma lettre n’arrivera pas trop tard ! Je m’en voudrais tant! Avec toute mon affection François-René de Chateaubriand Lettre d’Éléna à François-René de Chateaubriand Madeleine Ballandras Le 25 février 1822 Cher François-René, Je suis heureuse d’apprendre que vous vous portez bien et que vous vous souvenez toujours de moi et des doux moments passés ensemble ! Merci aussi de vous soucier de ma famille et de moi. Nous connaissons, en effet, une période d’agitation en Grèce depuis quelques mois. Ainsi, nous avons reçu le signal de la rébellion contre la tutelle ottomane, sous l’impulsion de l’archevêque de Patras, le 25 mars 1821, et nous agissons en conséquence. Mes parents, mon frère et moi sommes déterminés à mener jusqu’au bout ce combat pour notre liberté! Mais cela risque de se compliquer dans les prochaines semaines, en raison du sort qui sera réservé à chaque Grec, en fonction de sa classe sociale. Pour l’instant, mes proches et moi-même ne sommes pas en danger. En effet, comme ma famille fait partie de la bourgeoisie commerçante du quartier du Phanar à Istanbul, cela nous permet de conserver une certaine influence à la cour du Sultan. Mais je ressens de la peine et de la gêne lorsque je vois les paysans grecs exploités par les Ottomans. Et j’ai du mal à continuer ma vie de privilégiée sans réagir et sans m’engager dans cette lutte qui a commencé l’an dernier. Pourtant, je suis bien consciente du danger. Jamais je n’oublierai la trahison de Catherine II, l’impératrice de Russie, qui nous a poussés à la révolte mais qui n’a pas tenu ses promesses. La Grèce a connu des épisodes bien sanglants à cause de son appel à la rébellion! J’avoue que vous nous faites rêver d’indépendance avec les idéaux de votre Révolution française ! C’est depuis 1797 que, nous, les Grecs, nous avons réellement commencé à rêver d’indépendance: le déclin de l’Empire ottoman et l’occupation française des îles ioniennes nous y a incités. Mais, je sais aussi combien il est dangereux de s’opposer aux Turcs! L’an dernier, le tsar de Russie, Alexandre Ier, a bien tenté de soulever les chrétiens de Roumanie afin de nous apporter de l’aide, mais ça a été, hélas, un échec à cause de nos anciennes relations. Par la suite, un nouvel appel a été lancé par Ali Pacha qui est entré en rébellion contre le Sultan. C’est pourtant lui qui avait massacré les Souliotes d’Épire. En qui avoir confiance alors ? Un jour, l’allié des Turcs, le lendemain, leur pire ennemi! Depuis, le 12 janvier 1822, le congrès national grec réuni dans la mythique ville d’Épidaure, a proclamé notre indépendance unilatérale et a appelé à l’aide les nations chrétiennes. C’était le mois dernier, et aujourd’hui, suite à notre affaiblissement, les Turcs reprennent l’offensive. Merci pour votre promesse d’aide car nous en aurons bien besoin! J’espère vous revoir après cette guerre. Je vous promets d’être prudente! Je vous souhaite aussi du courage pour ces temps difficiles en France. Éléna

Lettre d’Eugène Delacroix à Victor Hugo Mathis Pechtalmaldjian 18 janvier 1827 Cher Victor, Suite à notre dernière visite au cénacle, je souhaiterais encore vous remercier d’avoir accepté ma proposition concernant une levée de fond pour les révolutionnaires grecs. C’est tout naturellement que m’est venue l’idée de vous présenter mes inspirations pour les tableaux sur la Grèce lors de nos prochaines retrouvailles. L’ouvrage intitulé «Les Mémoires du colonel Voutier sur la guerre actuelle des Grecs» m’a ouvert les yeux quant à la condition de ces pauvres gens soumis par un peuple qui les opprime. Ces pages m’ont bouleversé: toutes ces horreurs commises, tous ces massacres me sont insupportables à imaginer! Cette œuvre m’a notamment inspiré pour mon tableau du massacre de Scio. Ce qui s’est passé sur cette île est complètement atroce et inqualifiable ! L’île tout entière a été prise pour cible par l’empire ottoman, tout ceci seulement pour empêcher les insoumis de la rallier à la cause grecque. La scène de mon tableau s’articule autour de deux groupes qui s’opposent, l’un à gauche, ramassé sur lui-même. Les hommes, les femmes et les enfants sont inertes, comme abattus et résignés à ne plus se battre. De l’autre côté, à droite, les habitants subissent la violence du massacre. Une femme se fait enlever, ce qui rappelle le nombre de Grecs devenus esclaves. Tous les autres sont morts, excepté une vieille femme qui ne représente pas de danger pour les Ottomans ! Elle regarde le ciel comme si elle regardait quelqu’un de plus grand et de plus fort qu’elle. J’ai voulu qu’une atmosphère de soumission se dégage de cette scène. On ne voit ni le moment de la bataille ni celui de la victoire, mais les conséquences d’une politique de domination: toute une population réduite en esclavage. J’ai souhaité exprimer tout le pathétique de cette situation ainsi que toute la souffrance humaine que j’ai particulièrement ressentie dans les différents témoignages dont j’ai eu connaissance ces derniers temps. Tout cela ne peut plus durer! Nous devons contribuer à libérer la Grèce, lui rendre son indépendance. Des actions sont déjà en marche là-bas et je suis persuadé que bientôt les Grecs connaîtront eux aussi une révolution, leur Révolution. Nous devons faire en sorte de les aider à créer leur propre 1789. Je me sens personnellement engagé dans cette guerre et j’espère de tout cœur que vous aussi. Auriez-vous de nouvelles réflexions ou d’autres pierres à ajouter à notre édifice? Je vous souhaite un bon retour parmi les vôtres. À très bientôt Eugène Delacroix

Lettre de Victor Hugo à Eugène Delacroix Antoine Ombret Mai 1827 Cher Eugène, Nous sommes tous les deux concernés par la guerre d’indépendance de la Grèce dans nos engagements philhellènes. Pour ma part, je me sens très impliqué dans ce combat à tel point que celui-ci m’inspire dans mes poèmes. En effet, j’ai ressenti le désir de décrire l’horreur des actes que les différents peuples commettaient les uns envers les autres. J’ai voulu faire passer un message afin de sensibiliser les populations sur l’importance de ce combat en Grèce, qui reprend l’exemple de la révolution française que nous avons connue il y a cinquante ans de cela. Il est important pour moi de parler de ce sujet afin de défendre la valeur de la liberté et, ainsi, pour que la Grèce retrouve les valeurs de la démocratie qu’elle a connues à l’époque de l’apogée d’Athènes dans l’Antiquité. J’aimerais que nos paroles soient plus fortes et plus écoutées que les violences des peuples grecs et ottomans se font entre eux. À travers ce poème du nom de «l’Enfant», issu de mon recueil Les Orientales, j’ai pu décrire l’horreur vécue par ce peuple oppressé par les Ottomans. Ces derniers soumettent les Grecs par la violence et par la peur pour leur faire accepter des causes auxquelles ils s’opposent. Les Grecs cherchent naturellement à obtenir leur indépendance afin de pouvoir vivre librement sans être oppressés. J’ai eu l’occasion de voir votre tableau et j’aimerais vous dire que je vous suis dans votre projet. Je suis tout à fait prêt à œuvrer à vos côtés et à apporter «ma pierre» au grand édifice qui consiste à bâtir les fondations de l’indépendance du peuple grec. Respectueusement, Victor Hugo Lettre de François Pouqueville à son frère Hugues Pouqueville Ambre Sylvestre 29 décembre 1822 Cher Hugues, Mon frère, comment vous portez-vous? Et comment se porte notre sœur? J’ai ouï dire, d’amis restés au pays, que vous faisiez visiter la France à Adèle. Votre but est de lui donner la fibre du voyage, m’a-t-on rapporté, et vous souhaitez qu’elle marche plus tard sur mes pas. J’en suis flatté. Néanmoins, la raison de cette missive n’est pas l’annonce d’un futur retour mais je sollicite votre aide de toute urgence… Vous savez que mon départ précipité est dû à une cause noble, celle de l’indépendance des Grecs. Vous devez savoir que, depuis mars 1821, les Hellènes se révoltent contre l’oppression de l’Empire ottoman. Vous êtes, bien sûr, conscient que l’Empire du Levant est affaibli et que cela entraîne une montée en puissance des nationalismes et le soulèvement des minorités nationales. L’hégémonie ottomane est de plus en plus contestée, et les peuples assujettis veulent s’émanciper. L’opinion publique européenne, lors de nos discussions dans les salons littéraires, s’est montrée favorable à aider ces nations qui se révoltent contre le géant ottoman. Des nobles proches de Louis XVIII et d’autres gouvernants européens évoquent de plus en plus la nécessité de porter assistance à toutes ces communautés qui souffrent et qui aspirent à l’indépendance. Malheureusement, voilà bientôt plus d'un an que les Grecs faiblissent et que leurs forces diminuent : une intervention concrète de l’Europe est devenue vitale! Ma requête, qui n’est peut-être pas conventionnelle mais plutôt contraire aux règles, nécessite une intervention de votre part dans les plus brefs délais. Il est en effet urgent de comprendre la raison profonde de l’absence d’implication de notre pays dans cette noble cause afin de trouver des solutions dans le but d’apporter une aide concrète au peuple grec. Merci, d’avance, mon frère, pour vos explications. Que Dieu soit avec vous François Pouqueville

Lettre d’Hugues Pouqueville à son frère François Pouqueville Camille Kolb-Rival 12 février 1823 Cher François, J’ai été soulagé, mon frère, de recevoir votre missive. Notre sœur et moi étions inquiets de ne point avoir de vos nouvelles. En France, tout se passe pour le mieux pour nous: comme vous l’avez souligné, Adèle, souhaite marcher sur vos pas et je l’y aide! Pour revenir à la mission que vous m’avez confiée, j’ai pu avoir accès à des informations importantes grâce à certaines de mes connaissances: j’ai eu la possibilité de rechercher dans les archives nationales et de consulter des traités signés par notre pays; j’ai pu aussi m’entretenir avec des personnes haut-placées. J’ai eu confirmation qu’un pacte fait pression sur notre nation et sur le reste de l’Europe. Cette alliance signée en septembre 1815 entre les royaumes de Prusse, d’Autriche et de Russie accorde aux souverains de ces patries un poids politique et diplomatique mais elle les empêche aussi d’intervenir en faveur des insurrections locales. Ces pays se sont donc engagés à maintenir la paix coûte que coûte; par conséquent, œuvrer en faveur de révolutionnaires pourrait ébranler la stabilité de l’Europe, selon eux. Comme la France a rejoint cette alliance en novembre 1815, elle est tenue à la même réserve à l’égard des Grecs qui se révoltent et qui aspirent à l’indépendance. Cet arrangement, nommé la Sainte-Alliance ou la Quintuple Alliance, n’a pas été dissous car l’Europe tire avantage de son maintien. Cela lui permet notamment de placer le christianisme au premier plan, de lui assurer une légitimité politique, et un statu quo qui la rassure. Pourtant, il est clair que ce traité désuet ne s’adapte pas aux nouveaux enjeux géopolitiques. De plus, selon certains de mes informateurs, la Grande Bretagne n’est pas favorable à une intervention en Grèce car elle a peur d’une domination russe sur la Méditerranée. Ce serait un alibi parfait pour l’empire russe de s’introduire dans les Balkans, tel un loup dans la bergerie! Mais, je te l’assure, votre mouvement de libération arrivera bientôt à ses fins; je ferai le maximum, ainsi que les personnalités influentes que je connais, pour que les forces européennes viennent soutenir militairement les Grecs le plus rapidement possible. Je conçois que l’attente soit insoutenable mais nous savons que les enjeux d’un pays ou d’un empire passe avant l’intérêt individuel. J’espère que votre retour sera pour bientôt, et surtout ne faites rien qui puisse vous compromettre. Notre sœur vous implore de ne pas participer aux combats et j’appuie sa demande. Je vous en supplie, mon frère, et que Dieu soit aussi avec vous Hugues Pouqueville

Επίκαιρα και παντοτινά

1 Α. Εφηβικές ευαισθησίες Γράμμα στην κοινωνία του σήμερα, του αύριο, του πάντα Αθανασία Μπαλάση Δυο μαθήτριες μάχονται τον εκφοβισμό Μαριλένα Σκανδύλα Η αξία του σεβασμού και της ελεύθερης έκφρασης στη σύγχρονη κοινωνία Αλκμήνη Μπακαλιού 2 Β. Ποιήματα εν τάξει Ερωτόκριτος (αλλιώς αλλά και πάλι) Μακρίνα Σαββουλίδου Ίος, Όλα για την Ελευθερία, Λόγια και φωνές, Μπούλινγκ Μαριάννα Σεβιντικίδη Από την πανδημία στην ελπίδα Δανάη Καμπερίδη 3 Γ. Συνέντευξη με τον Χαρίτωνα Τάσση: «Ο αθλητισμός μού έχει γίνει τρόπος ζωής» Μιλτιάδης Παπαλεξανδρής, Βασιλική Τζιτζή, Πασχαλία Τουτζιάρη 4 Δ. Σχολική ζωή Δεκαπενταμελές 2021-22: νέα πρόσωπα, νέες ιδέες για το Σχολείο και τους μαθητές του Χριστίνα Κυριαζοπούλου, Κωνσταντίνα Οικονόμου

Γράμμα στην κοινωνία του σήμερα, του αύριο, του πάντα Αθανασία Μπαλάση Αγαπητέ Πρωθυπουργέ, Δήμαρχε, καθηγητή, μπαμπά, μαμά, φίλε, γείτονα, συμμαθητή, ας μιλήσουμε όλοι ανοιχτά. Ας πούμε αλήθειες, είναι πλέον καιρός, το ποτήρι έχει ξεχειλίσει. Μόλις χθες άκουσα μία παρέα να φωνάζουν κάποιον χοντρό, κοντό, μαύρο, γύφτο, φτωχό, άρρωστο, γκέι, μουσουλμάνο. Πόσες ταμπέλες σε μία πρόταση, πόσα κουτάκια, πόσες προκαταλήψεις, πόση κακία, πόσο μίσος, πόσες διακρίσεις; Αυτή είναι η κοινωνία του σήμερα; Αν είναι αυτή η κοινωνία του σήμερα, αγαπητέ Πρωθυπουργέ, Δήμαρχε, καθηγητή, μπαμπά, μαμά, φίλε, γείτονα, συμμαθητή, τότε εγώ είμαι απογοητευμένη. Φοβάμαι. Στο 2021, που η ανθρωπότητα προοδεύει σε τόσους τομείς (όσον αφορά την επιστήμη και την τεχνολογία, την ιατρική και άλλους πολλούς), ταυτόχρονα χάνει και αφήνει στη μοίρα του ένα πολύ σημαντικό κομμάτι: την ανατροφή των παιδιών. Και όχι, δεν αναφέρομαι στο savoir vivre ή σε άλλους κανόνες για τα «τέλεια» παιδιά και τους «ηγέτες του αύριο». Θέλω να αναφερθώ σε βασικές αρχές· σε αρχές που ακόμη και την εποχή των σπηλαίων τηρούσαν οι άνθρωποι, γιατί ήταν όλοι ενωμένοι ενάντια στα θηρία. Σε αρχές που αφήνουμε στη γωνία να στοιβάζονται, να σκονίζονται και να αραχνιάζουν. Η στοίβα όμως κάποτε θα μεγαλώσει τόσο πολύ, που ακόμη και το πιο ακριβοπληρωμένο συνεργείο δεν θα μπορεί να βγάλει άκρη. Γιατί δεν τίθεται θέμα γνώσεων και πλούτου, αλλά ανθρωπιάς. Γιατί τι μας κάνει πλέον ανθρώπους; Τα χρήματα, το κύρος; Μήπως η αγάπη; Α, ναι, υπάρχει και κάτι που λέγεται αγάπη… «Μα, βέβαια, δεν είδατε πόσο αγαπάμε τη φύση; Το ανεβάσαμε και στο Instagram!». Αν αυτό είναι αγάπη και ανθρωπιά στις μέρες μας, εγώ, αγαπητέ Πρωθυπουργέ, δήμαρχε, καθηγητή, μπαμπά, μαμά, φίλε, γείτονα, συμμαθητή, φοβάμαι. Η εξωτερική εμφάνιση, το χρώμα, η θρησκεία, το φύλο, οι προτιμήσεις και τα «πιστεύω» ενός ανθρώπου δεν είναι αυτά που θα δείξουν αν είναι άξιος της αγάπης μας. Αλήθεια, απορώ, πώς γίνεται να πιστεύει κάτι τέτοιο ο κόσμος; Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός και ό,τι δεν λάμπει δεν είναι σκουπίδι. Ένα όμορφο περιτύλιγμα δεν καθορίζει την αξία ενός ατόμου. Είναι συνήθως μία ψευδαίσθηση –όμορφη, αλλά ψευδαίσθηση. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, ανοιχτά για τη διαφορετικότητα. Και για να το κάνω προσιτό σε όλους, μικρούς και μεγάλους, θα φέρω ένα παράδειγμα: Φανταστείτε ένα εργοστάσιο παιχνιδιών. Κάθε κούκλα με τη σειρά της μπαίνει αψεγάδιαστη στο όμορφο περιτύλιγμα και φεύγει για το κατάστημα. Όλα κυλούν αρμονικά, ώσπου εμφανίζεται μία κούκλα ελαττωματική. Αλλά προσοχή! Ελαττωματική, όχι επειδή δεν είναι σωστά ρυθμισμένη. Ελαττωματική, διότι –αντί για μπεζ– είναι μπλε, μωβ, καφέ. Κατευθείαν στα σκουπίδια ελαττωματική κούκλα... Ποιο παιδάκι θα θελήσει να την πάρει; Αν αυτό είναι το μήνυμα που περνιέται στα παιδιά από μία τόσο μικρή ηλικία και καταλήγει να ρέει στο αίμα τους για πάντα, τότε, ναι, αγαπητέ Πρωθυπουργέ, δήμαρχε, καθηγητή, μπαμπά, μαμά, φίλε, γείτονα, συμμαθητή, φοβάμαι. Φανταστείτε όμως έναν κόσμο τέλειο. Αρεστός σε πολλούς, αλλά –ας το παραδεχτούμε– βαρετός. Αν κάθε μέρα μοιάζει με την άλλη, τότε ποιος ο λόγος να ζεις; Αν κάθε μέρα βλέπεις γύρω σου τα ίδια, αψεγάδιαστα και βαρετά πρόσωπα, καλύτερα να μην βλέπεις. Τι θα ήταν λοιπόν ο κόσμος μας χωρίς τη διαφορετικότητα; Βαρετός, ίδιος, ρηχός, χωρίς καθόλου βάθος, χωρίς καμία ιστορία. Έτσι λοιπόν, πρέπει να γίνει κατανοητό πως η διαφορετικότητα, εκτός από κάτι απολύτως φυσικό, είναι και κάτι απαραίτητο. Έτσι, λοιπόν, αγαπητέ Πρωθυπουργέ, δήμαρχε, καθηγητή, μπαμπά, μαμά, φίλε, γείτονα, συμμαθητή, μην φοβάσαι το διαφορετικό, αγκάλιασέ το! Μην τα βάζεις με το διαφορετικό, αλλά με αυτόν που προσπαθεί να το πολεμήσει. Γιατί, αν σκοτώσουμε το διαφορετικό, θα σκοτώσουμε και το ενδιαφέρον για τη ζωή, θα σκοτώσουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς. Και ναι, αν κάποιος πάει να μας πάρει το διαφορετικό, θα αντισταθούμε. Είμαστε όλοι διαφορετικοί, αλλά και όλοι ίσοι. Ο καθένας μας είναι ξεχωριστός, έχουμε όμως όλοι το κοινό δικαίωμα να μιλάμε, να αγαπάμε, να ζούμε ελεύθεροι, να είμαστε αυτοί που είμαστε, να μην κρυβόμαστε. Γιατί με τη σιωπή τίποτα δεν αλλάζει και το μόνο που γίνεται είναι να προκαλείται θλίψη και θυμός. Μιλήστε, λοιπόν! Όλοι μπορούμε, όλοι έχουμε το δικαίωμα, γιατί όλοι είμαστε ίσοι. Δεν υπάρχει το «εμείς» και το «αυτοί», το «καλοί» και το «κακοί». Υπάρχει το «άνθρωποι». Αυτό λοιπόν, αγαπητέ Πρωθυπουργέ, δήμαρχε, καθηγητή, μπαμπά, μαμά, φίλε, γείτονα, συμμαθητή πρέπει να ακουστεί. Κοινωνία, σε εσένα το φωνάζω.

Δυο μαθήτριες μάχονται τον εκφοβισμό Μαριλένα Σκανδύλα Θεσσαλονίκη, Τρίτη 19 Οκτωβρίου Αγαπητή Ματίνα, σου γράφω αυτό το e-mail, καθώς έχουν συμβεί διάφορα στο Σχολείο και θα ήθελα τη γνώμη σου. Ξέρεις πόσο σε εκτιμώ! Πώς θα σου φαινόταν αν μια ομάδα συμμαθητών σου, 3-4 άτομα ας πούμε, σε έβρισκαν στο διάλειμμα σε κάποιο απομονωμένο σχετικά μέρος και άρχιζαν να σου λένε πως τα ρούχα που φοράς είναι για παιδιά του Δημοτικού και όχι για την ηλικία σου ή ακόμη πώς σου ακούγεται να σε αποκαλούν «κότα» ή «φλώρο», επειδή στα 13 σου δεν πίνεις καφέ, ούτε καν ένα ενεργειακό ποτό ή κόκα κόλα; Πώς θα αντιδρούσες αν έβλεπες έναν συμμαθητή σου να τον κοροϊδεύουν τα άλλα αγόρια, επειδή προτιμά στα διαλείμματα να συζητά με συμμαθήτριές του, αντί να παίζει ποδόσφαιρο; Πώς σου ακούγεται να σε πλησίαζαν κάποιοι συμμαθητές, είτε στο διάλειμμα είτε στο σχόλασμα και, πριν προλάβεις να πεις λέξη, να σου λένε, δήθεν αστειευόμενοι, πως «η απάντηση που έδωσες στη Χημεία ή στη Φυσική ήταν πολύ καλή, αλλά, βρε κορίτσι μου, θα μπορούσες να προσθέσεις κι εκείνο ή το άλλο ή το παράλλο, ήταν λίγα αυτά που είπες». Και όλα αυτά να στα λένε γελώντας και να παίρνει τον λόγο ο ένας μετά τον άλλο, χωρίς να μπορείς να τους παρακολουθήσεις και, κυρίως, χωρίς να κατανοείς τον λόγο αυτής της λεκτικής επίθεσης. Αν όλα τα παραπάνω σου φαίνονται εξωπραγματικά και απίθανα, μάλλον είσαι τυχερή, αλλά καλό είναι να ξέρεις τι συμβαίνει τριγύρω. Αν, πάλι, κάτι από τα παραπάνω σε αναστάτωσε, σε άγχωσε ή, τέλος πάντων, ανέβασε ξαφνικά τους χτύπους της καρδιάς σου και ίδρωσαν οι παλάμες σου, τότε μπορείς να καταλάβεις τι σημαίνει εκφοβισμός και παρενόχληση ή αλλιώς bullying, όπως έχει επικρατήσει να το λέμε. Άσχημο συναίσθημα, άχαρο, προσβλητικό, ασύλληπτο, ίσως, για έναν σύγχρονο και πολιτισμένο κόσμο. Αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατό όλοι (γονείς, σχολείο, μέσα ενημέρωσης, κοινωνία ολόκληρη, ο καθένας μας προσωπικά) να το καταδικάζει, να οργανώνονται συνεχώς ομιλίες και συζητήσεις γι’ αυτό το κοινωνικό πρόβλημα, όλοι να το γνωρίζουν, αλλά αυτό να αντιστέκεται σαν τη Λερναία Ύδρα. Πιστεύω πως το bullying έχει πολλές μορφές και στοχεύει σε συγκεκριμένα άτομα. Καταρχάς, στοχεύει σε άτομα που δεν φημίζονται για την κοινωνική τους δεξιότητα, που δεν έχουν έτοιμη την απάντηση, δηλαδή δεν είναι ετοιμόλογα να «ταπώσουν» τον άλλο. Με άλλα λόγια, αν θες χρόνο για να σκεφτείς τι θα απαντήσεις σε μία εξυπνάδα που σου απευθύνουν ή ακόμα χειρότερα δεν απαντάς καθόλου, τότε πάει, μπήκες στο στόχαστρο. Αν δεν μπήκες, θα μπεις σύντομα. Όσον αφορά τις διάφορες μορφές της παρενόχλησης, αυτές μπορεί να έχουν πραγματικά αμέτρητες μορφές: κοροϊδία, διακρίσεις, σεξουαλικά σχόλια (λεκτική παρενόχληση), χτυπήματα, σπρωξίματα, τρικλοποδιές (σωματική παρενόχληση) ή ακόμα και διάδοση διάφορων φημών, απομόνωση από ομάδες, καταστροφή προσωπικών αντικειμένων κ.λπ. (κοινωνική παρενόχληση). Όσον αφορά τα άτομα που εκφοβίζουν τους άλλους, μπορεί να είναι θεωρητικά ο καθένας. Πρόκειται για άτομα που δείχνουν απέχθεια και περιφρόνηση σ' αυτούς που προσπαθούν να βλάψουν, για να νοιώθουν οι ίδιοι «πιο σημαντικοί», λόγω της δικής τους ανασφάλειας, καθώς και λόγω έλλειψης αυτογνωσίας και αυτοπεποίθησης. Περιμένω γρήγορα νέα σου, Χρύσα

Αθήνα, Τετάρτη 27 Οκτωβρίου Αγαπητή Χρύσα, διάβασα με προσοχή όσα μου έγραψες στο e-mail. Πίστεψέ, με δεν μου είναι καθόλου ξένα. Θα συμφωνήσω μαζί σου πως η σχολική παρενόχληση είναι ένα σχεδόν καθημερινό φαινόμενο και πως έχει γίνει μέρος της ζωής μας, παύει να μας εκπλήσσει, έχει σταματήσει να αποτελεί είδηση. Έχω βιώσει κι εγώ διάφορα. Το θέμα, όμως, είναι τι κάνουμε, για να μην αισθανόμαστε άσχημα. Σίγουρα δεν είναι εύκολο να βλέπεις κάποιους συμμαθητές να γελάνε μαζί σου για το ύψος σου, τα κιλά σου, τον τρόπο ομιλίας σου ή για τα ρούχα που φοράς. Επίσης, να σου πω και το άλλο. Είναι αφόρητο να μη σε πλησιάζει κανείς στο διάλειμμα και να κάθεσαι μόνος σου στο παγκάκι ή ακόμη να μη σε καλούν ποτέ σε εξόδους ή συγκεντρώσεις. Αυτό το τελευταίο, το έζησα πέρυσι και ήταν απαίσιο. Κι όμως, πιστεύω πως υπάρχουν τρόποι να αντιμετωπίσουμε όλες τις παραπάνω δυσάρεστες καταστάσεις που ανέφερες. Πρώτα απ’ όλα μιλάμε στους καθηγητές και στους γονείς μας, καθώς και σε όσους φίλους, αποδεδειγμένα, μπορούμε να εμπιστευτούμε. Το να αγνοήσουμε το γεγονός είναι σαν να σπρώχνουμε με τη σκούπα τα σκουπίδια κάτω από το χαλί, για να μη φαίνονται. Σίγουρα θα βρεθεί κάποιος να μας ακούσει και να μας βοηθήσει, ώστε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν φιλικές σχέσεις και αρμονία σε μία σχολική τάξη, αλλά πολλές φορές αυτό δε συμβαίνει. Στην περίπτωση αυτή, προσπαθούμε να διατηρήσουμε στοιχειώδεις φιλικές σχέσεις με τους συμμαθητές μας, αφού οφείλουμε να συνυπάρξουμε. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι θα ανεχόμαστε όσα μας λένε ή ότι θα γίνουμε και κολλητοί. Υπάρχουν άτομα από άλλα τμήματα του σχολείου, από μεγαλύτερες ή μικρότερες τάξεις, με τα οποία ίσως έχουμε να πούμε και να μοιραστούμε πολλά. Επίσης, δεν είναι ντροπή να απευθυνθούμε στον σύμβουλο του σχολείου και να του παρουσιάσουμε το πρόβλημα που μας απασχολεί, χωρίς δισταγμούς. Ας επιστρατεύσουμε, επιτέλους, το χιούμορ μας και ας προσπαθήσουμε να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθησή μας και τις κοινωνικές μας δεξιότητες, γιατί παρόμοιες καταστάσεις θα συναντήσουμε σίγουρα και αργότερα, μετά το σχολείο. Α, να μην το ξεχάσω, το ημερολόγιο είναι μια καλή διέξοδος εκτόνωσης, όπου μπορούμε να γράψουμε άφοβα τις σκέψεις μας. Τέλος, πιστεύω ακράδαντα πως οι συζητήσεις και οι δράσεις για το συγκεκριμένο θέμα πρέπει να είναι συνεχείς, ώστε αυτό να διατηρείται επίκαιρο και να μην ξεχνιέται. Ας έχουμε κατά νου πως η οργή και η στεναχώρια δε βοηθάνε σε τίποτα. Ο άλλος δε θα αλλάξει, όσο κι αν θυμώνεις ή εξοργίζεσαι. Εσύ, όμως, μπορείς να αλλάξεις στάση. Άλλωστε, τα σχολικά χρόνια είναι σταγόνα στον ωκεανό, μπροστά στη ζωή που απλώνεται μπροστά μας. Κλείνοντας, σου υπενθυμίζω πως δεν πρέπει να είμαστε «ποτέ θύτες, ποτέ θύματα και, κυρίως, ποτέ θεατές!». Γράψε μου σύντομα! Με αγάπη, Ματίνα

Η αξία του σεβασμού και της ελεύθερης έκφρασης στη σύγχρονη κοινωνία Αλκμήνη Μπακαλιού Ο σεβασμός, ως μια από τις πιο σημαντικές αξίες της ζωής μας, καλλιεργείται ήδη από τα βρεφικά μας χρόνια. Συχνά εκλαμβάνεται ως ένδειξη ευγένειας και καλής συμπεριφοράς που διαμορφώνεται στο πλαίσιο της οικογένειας, του σχολείου και της εκκλησίας, καθώς μαθαίνουμε να σεβόμαστε τους γονείς και τους συγγενείς μας, τους άλλους ανθρώπους, τους κοινωνικούς κανόνες και τους θεσμούς. Έχει, λοιπόν, ιδιαίτερη θέση στη διαπαιδαγώγηση των μικρών παιδιών, καθώς συνιστά ένα στοιχείο της προσωπικότητας που χαρακτηρίζει έναν σωστό πολίτη. Όμως, υπάρχει πραγματικά ο σεβασμός στις σχέσεις των πολιτών και στην καθημερινότητα της σύγχρονης κοινωνίας; Ήδη από την περίοδο του Διαφωτισμού είχε τεθεί προς συζήτηση το θέμα του σεβασμού και της αποδοχής των διαφορετικών απόψεων των ανθρώπων. Μάλιστα ο Βολτέρος, υπερασπιζόμενος το θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα της ελευθερίας της σκέψης και της έκφρασης, φέρεται να είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «Δεν συμφωνώ ούτε με μία λέξη από όσα λες, αλλά θα υπερασπιστώ και με τη ζωή μου ακόμη το δικαίωμά σου να λες ελεύθερα όσα πρεσβεύεις». Αργότερα, το 1789, καταγράφηκαν παρόμοιες απόψεις για αυτό το ζήτημα στο κείμενο της Διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, που αποτυπώνει με σαφήνεια την επίδραση των διαφωτιστικών ιδεών. Έτσι, η ελεύθερη έκφραση των αντιλήψεων του κάθε πολίτη αναγνωρίστηκε ως ένα από τα πολυτιμότερα ανθρώπινα δικαιώματα, αποτρέποντας κάθε είδους δίωξη λόγω διαφορετικών πεποιθήσεων. Σε αντίθεση με τις διεκδικήσεις και τις αξίες της εποχής του Διαφωτισμού, στις σύγχρονες κοινωνίες το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης των απόψεων, σε έναν βαθμό, καταστρατηγείται ή δεν προστατεύεται επαρκώς. Οι συχνές λεκτικές αντιπαραθέσεις μεταξύ των πολιτών, οι αναίτιες συγκρούσεις των σωμάτων ασφαλείας με ειρηνικούς διαδηλωτές, ο έλεγχος που υφίστανται σε ορισμένες περιπτώσεις εκδοτικοί οίκοι και δημοσιογράφοι, καθός και τα υβριστικά σχόλια μεταξύ διαφωνούντων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αποτελούν μόνο μερικά παραδείγματα που επιβεβαιώνουν την παραπάνω διαπίστωση. Γενικότερα, παρατηρείται έλλειψη σεβασμού προς τις διαφορετικές πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις του καθενός. Ωστόσο, ιδιαίτερα ανησυχητική κρίνεται η επίδραση που ασκούν τυχόν παρόμοιες συμπεριφορές στα παιδιά, τα οποία βρίσκονται σε μια διαδικασία διαμόρφωσης της προσωπικής τους ταυτότητας και νοηματοδότησης του κόσμου που τα περιβάλλει. Αν και συχνά οι μαθητές υιοθετούν τον τρόπο με τον οποίο οι γονείς τους δέχονται τις διαφορετικές αντιλήψεις, μπορεί παρ’ όλα αυτά να οδηγηθούν στην αναπαραγωγή συμπεριφορών που χαρακτηρίζονται από έλλειψη σεβασμού προς τους συνανθρώπους τους. Στην περίπτωση αυτή, όλα τα διδάγματα και οι αξίες τους καταρρίπτονται και ξεχνιούνται. Έτσι, στο σχολικό περιβάλλον η μη αποδοχή της ελεύθερης έκφρασης και των διαφορετικών πεποιθήσεων του κάθε ατόμου οδηγεί στην αλλοίωση των διαμαθητικών σχέσεων, καθώς προκαλούνται έντονες αντιπαραθέσεις και φανατισμοί μεταξύ των μαθητών και δημιουργούνται διάφορες υποομάδες που διασπούν τη συνοχή του συνόλου. Συνεπώς, το σχολείο, παύει να λειτουργεί ως ένα ασφαλές πλαίσιο που προάγει τη μάθηση, την πνευματική καλλιέργεια και την προετοιμασία του ατόμου για την ομαλή ένταξή του στην κοινωνία και μετατρέπεται σε ένα «ανθυγιεινό» περιβάλλον για τους νεαρούς μαθητές. Αναμφίβολα, η αξία του σεβασμού στη σύγχρονη κοινωνία πρέπει να βρει ξανά τη θέση που της αναλογεί. Ίσως ο σεβασμός θεωρείται υπερεκτιμημένη έννοια. Ίσως πάλι θεωρείται ασήμαντη. Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι η αξία που θα βοηθήσει την κοινωνία να εξελιχθεί, να θριαμβεύσει και να διαρκέσει στον χρόνο.

Ποιητικές απόπειρες εν τάξει Το πείραμα έχει ξαναγίνει με εξαιρετικά αποτελέσματα, αυτή τη φορά όμως ο πήχυς ανέβηκε πολύ ψηλά. Το σενάριο υπαγόρευε: «Κάντε το ευτυχισμένο τέλος του Ερωτόκριτου ακόμα πιο ευτυχισμένο από όσο το σχεδίασε ο Βιτσέντζος Κορνάρος. Οι συμπέθεροι που κάποτε άγγιξαν τα όρια της οργής και της αδιαλλαξίας, τώρα ευτυχισμένοι παππούδες ετοιμάζονται να υποδεχτούν την Αρετούσα και τον Ερωτόκριτο καθώς και τα εγγόνια τους. Τι κουβεντιάζουν; α..., σε στίχους… και σε 15σύλλαβο… και βάλτε και κρητικό ιδίωμα!». Χαρτί, μολύβι, γράψιμο, σβήσιμο και πάλι γράψιμο και ψάξιμο… «Τι το ήθελε το κρητικό ιδίωμα!». Και μετά απαγγελίες στην τάξη, και σχόλια και γέλια και χειροκροτήματα! Καλύτερο, χωρίς αμφιβολία, της Μακρίνας. «Πού βρήκες τις κρητικές λέξεις, βρε Μακρίνα;». «Έψαξα σε λεξικό κρητικής διαλέκτου. Όποιος ψάχνει βρίσκει...». Απολαύστε, λοιπόν, ένα διαφορετικό φινάλε του Ερωτόκριτου. Ερωτόκριτος (αλλιώς αλλά και πάλι) Μακρίνα Σαββουλίδου Ρήγας Ηράκλης Αβάρετος* ο γιόκας σου, σαν τον γαρμπή* πετούσε Μαράζωμα και δισταγμούς, ευθύς τους προσπερνούσε. Κι άμα γιαέρνω στα παλιά, μόνο μετάνοια νιώθω, Να τον τιμήσω πιο καλά, που φλέγονταν’πο πόθο. Σφιχτά πολύ σαν τον σταυρό εκράθιενε* τη σπάθα, Και’γω δεν τον εδέχτηκα, χρυσό για μιαν αρμάθα. Σε σβόλωσα* συμπέθερε, που‘μουν σαν ιμανσίζης*. Γιατί’δα αργά μα καθαρά, πόσο πολύ αξίζεις. Πεζόστρατος Όμως δεν φταις πολύ εσύ, που‘ναι έτσι η κοινωνία, Γιατί’ναι ο κόσμος πάντοτε αζιγανιάς* εστία. Όπου και να βρισκόμαστε, ή μέσα ή και έξω, Καθένας πάντα θα ζητά δικό του ιντερέσο*. Και πλιότερο οι άνθρωποι θαρρεύγονται* παράδες, Παρά καρδιά χρυσή κι αγνή, μανάδες, πατεράδες. Λάμπει απέξω ο χρυσός, ζαλίζουνε τα γρόσια, Και αμελούμε διαρκώς τα ιερά και όσια. Ρήγας Ηράκλης Καλά τα λες συμπέθερε, μα‘ναι και κάτι άλλο, Και πιο κοντά σου θα‘ρθω‘γω, ηντά‘να ακόμη ζάλο*. Γιάντα εμέ με μέρωσε ο χάβδαλος χρυσός, χαβασιλίκι* μου’λειπε, ήμουν και μοναχός. Πεζόστρατος Ξέχνα καλέ μου βασιλιά όλα τα περασμένα, Οι πόνοι οι ψαργαδινοί*, να, σβήνουν ολοένα! Πο’ρχετ’η Αρετούσα μας, ο άντρας, τα παιδιά τους, Από μακριά ακούγεται η εύθυμη λαλιά τους. αβάρετος: προκομένος αζιγανιά: αδικία γαρμπής: νοτιοδυτικός άνεμος ιντερέσο: το συμφέρον θαρρεύγονται: εμπιστεύονται εκράθιενε: κρατούσε σβολώνω: χτυπώ, τραυματίζω, σκοτώνω (εδώ μεταφορικά) ζάλο: βήμα χαβασιλίκι: πόθος, επιθυμία, πάθος για κάτι ιμανσίζης: άθρησκος ψαργαδινός: χθεσινοβραδινός

Με ποιήματα δύο σπουδαίων ποιητών υποδέχθηκε το βιβλίο Λογοτεχνίας της Β΄ τάξης τους μαθητές που επέστρεψαν από τις καλοκαιρινές διακοπές. Το «Πίνοντας ήλιο κορινθιακό» του Οδυσσέα Ελύτη και το «Ξυπνάμε και η θάλασσα ξυπνά μαζί μας» του Γιώργου Σαραντάρη. Ξενοιασιά αποπνέουν σε μια πρώτη ματιά· μια, όμως, πιο προσεκτική ανάγνωση αποκαλύπτει ότι η σκιά της εποχής τους (Κατοχή 1940-1943) βασανίζει τους ποιητές. Προβληματισμός συνοδεύει και τη φετινή επιστροφή στα θρανία, καθώς το μυαλό όλων απομακρύνεται από τα παιχνιδιάρικα κύματα της καλοκαιρινής θάλασσας και στρέφεται στα σκοτεινά κύματα της πανδημίας της covid 19. Το κλίμα της αβεβαιότητας για τη φετινή σχολική χρονιά κλήθηκαν να αποδώσουν με τα εργαλεία της ποίησης οι μαθητές του Β3. Ενδιαφέροντα στοιχεία διέκριναν τα έργα των περισσότερων επίδοξων ποιητών. Ξεχώρισαν, όμως, και δημοσιεύουμε τα παρακάτω ποιήματα. Ίος Μαριάννα Σεβιντικίδη Και ξαφνικά είμαι στην Ίο. Μου δίνει απλόχερα το φως και τη χαρά. Και κάθε ώρα όμως μου θυμίζει πως το σκοτάδι είν΄ ένα τόνο μόνο μακριά! Από την πανδημία στην ελπίδα Δανάη Καμπερίδη Εγκλεισμός, κορονοϊός, απομόνωση. Μάσκες και μέτρα πρόληψης. Λέξεις γνωστές για εμάς. Λέξεις που ακούμε καθημερινά. Εποχές δύσκολες και ασυνήθιστες. Χωρίς αγκαλιές και φιλιά. Όμως εκεί μακριά φαντάζει η ελπίδα. Με το πλατύ χαμόγελό της και τα χρυσά μακριά μαλλιά. Μας δίνει το κουράγιο να χαμογελάσουμε να σταθούμε στα πόδια μας ξανά. Η ζωή μας είναι μικρή. Γι’ αυτό και πρέπει να εκμεταλλευόμαστε τη κάθε στιγμή!


Like this book? You can publish your book online for free in a few minutes!
Create your own flipbook