Important Announcement
PubHTML5 Scheduled Server Maintenance on (GMT) Sunday, June 26th, 2:00 am - 8:00 am.
PubHTML5 site will be inoperative during the times indicated!

Home Explore Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.

Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.

Published by Nikolaos Georgitsopoulos, 2023-07-06 16:55:11

Description: Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.

Search

Read the Text Version

ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ PANTEION UNIVERSITY OF SOCIAL & POLITICAL SCIENCES ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ & ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΕΘΝΕΣ & ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ» ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης Europeans’ Union External Action Service ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ ΜΑΘΗΜΑ: Δημόσια Πολιτική ΙΙ-Υλοποίηση Πολιτικής ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Πασσάς Αργύριος ΦΟΙΤΗΤΕΣ: Γεωργιτσόπουλος Νικόλαος & Κουιτώρος Κωνσταντίνος Αθήνα, Ιούνιος, 2022

Περιεχόμενα 1. Εισαγωγή........................................................................................................3 2. Η θέση της Ευρώπης στη διεθνή σκηνή ..........................................................3 3. Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης .................................................4 4. Η δομή της ΕΥΕΔ ..........................................................................................6 4.1 Ο Ύπατος Εκπρόσωπος...............................................................................6 4.2 Κεντρική Διοίκηση .....................................................................................8 4.2.1 Στρατηγική πληροφόρηση της Ένωσης μέσω της ΕΥΕΔ .......................8 4.2.2 Δορυφορικό Κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΚΕΕ).......................11 4.3 Αντιπροσωπείες ........................................................................................12 4.4 Προσωπικό ...............................................................................................13 4.5 Ενωσιακή Διπλωματική Εκπαίδευση.........................................................14 5. Η ελληνική συμβολή στην εξέλιξη της εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης και οι διαστάσεις σε θέματα ασφάλειας της χώρας...................................................................15 6. Συμπεράσματα................................................Error! Bookmark not defined. 7. Βιβλιογραφία................................................................................................18 [2]

1. Εισαγωγή Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια του μαθήματος «Δημόσια Πολιτική ΙΙ» στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στο γνωστικό αντικείμενο του Διεθνούς & Ευρωπαϊκού Δικαίου και Διακυβέρνησης στη κατεύθυνση «Ευρωπαϊκό Ποινικό Δίκαιο και Πολιτική» κατά το εαρινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 2021-22. Αρχικά στην εργασία παρουσιάζονται ορισμένα ιστορικά στοιχεία αναφορικά με την Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης της Ένωσης, αναλύεται ο ρόλος που επιτελεί ενώ στη συνέχεια παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν την ίδια, τις δομές και το προσωπικό της. Τέλος εξάγονται ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με τη λειτουργία αυτής καθώς και προτάσεις για βελτίωση του τρόπου λειτουργίας όπως αποτυπώνονται στη βιβλιογραφία. 2. Η θέση της Ευρώπης στη διεθνή σκηνή Οι τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίζονται από αστάθεια και συγκρούσεις στην γύρων περιοχή της Ένωσης. Παρότι η Ένωση αποτελεί ένα διεθνή οικονομικό δρώντα, η διεθνής παρουσία της μέσα από τις εξελίξεις στα κρίσιμα πολιτικά προβλήματα της ευρύτερης περιοχής δεν είναι αντίστοιχη του μεγέθους της. Όλα τα πρόσφατα διεθνή γεγονότα όπως για παράδειγμα οι δύο πόλεμοι στο Ιράκ, η εμπλοκή του ΝΑΤΟ στο πόλεμο στο Κόσσοβο και η διάλυση της γιουγκοσλαβικής ένωσης, η επίθεση του Ισραήλ στο Λίβανο, ο πόλεμος στο Αφγανιστάν επιβεβαιώνουν την ισχνή παρουσία της Ένωσης (Παπαγιάννης, 2016). Εικόνα 1: Η θέση της Ευρώπης στον παγκόσμιο Χάρτη Ακόμα, η αστάθεια που δημιουργήθηκε στις χώρες της Βόρειας Αφρικής μετά την «αραβική άνοιξη», οι πολεμικές συγκρούσεις στη Συρία και οι μεταναστευτικές ροές που δημιουργούν καθώς και άλλα σύγχρονα ζητήματα ασφάλειας όπως η παραπληροφόρηση και [3]

ο κυβερνοπόλεμος δείχνουν ότι η Ένωση χρειάζεται να εξοπλιστεί με αρμοδιότητες στο τομέα της ασφάλειας και της άμυνας προκειμένου να είναι σε θέση να υποστηρίξει τα οικονομικά της συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή με την οποία γειτνιάζει. Η Ευρώπη τοποθετείται στο κέντρο μίας περιφέρειας όπου σε γενικές γραμμές τείνει να επικρατεί αστάθεια. Από την βόρεια πλευρά περικλείεται από την Ρωσία, όπου εξαρτάται ενεργειακά από αυτήν από το φυσικό αέριο. Από τον Νότο περιστοιχίζεται από αναπτυσσόμενα κράτη της βόρειας Αφρικής που δεν έχουν ολοκληρωμένες πολιτικές δομές και θεσμούς και τείνουν να χαρακτηρίζονται ως αποτυχημένα κράτη. Οι ροές μετανάστευσης από αυτά τα κράτη είναι ιδιαίτερα αυξημένες θα μπορούσε να ειπωθεί. Από την ανατολική πτέρυγα η Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη με μία αναθεωρητική Τουρκία η οποία προκαλεί την ισορροπία ασφάλειας στην περιοχή του Αιγαίου ενώ έχει απεμπολήσει τις προοπτικές ένταξης της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προ πολλού. Την ίδια στιγμή ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία και το κύμα μετανάστευσης που είχε δημιουργηθεί από το 2015, απείλησε ακόμα και την ίδια την συνοχή της Ένωσης στο πεδίο αυτό με τις αυξημένες μεταναστευτικές ροές. Ταυτόχρονα, την ίδια στιγμή τα κράτη της βαλκανικής χερσονήσου προσπαθούν να ξεπεράσουν τις έριδες του παρελθόντος μετά τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και σταδιακά επιθυμούν την είσοδο τους στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Όπως γίνεται ευκολά αντιληπτά τα ζητήματα ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής ολοένα και απασχολούσαν περισσότερο όσο ποτέ άλλοτε την Ένωση καθώς κανένα κράτος μέλος δεν είναι ικανό από μόνο του στην επίλυση αυτών. Γι’ αυτό άλλωστε η Ένωση, κατανόησε την στρατηγική ανάγκη με την αντίστοιχη πρόβλεψή στη Συνθήκη της Λισαβώνας για την δημιουργία μίας Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (Frattini, 2010: 221). Η Υπηρεσία αυτή αποτελεί εργαλείο στη βεντάλια της Ένωσης, προκειμένου να πραγματοποιήσει το όραμα της (Blockmans et al., 2021). 3. Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ), αν θα θέλαμε να το παρουσίασε με του αντίστοιχους όρους σε εθνικό επίπεδο, αποτελεί το Υπουργείο Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καλείται να διαδραματίσει μέσα στο πεδίο της Ένωσης έναν πολύ σημαντικό ρόλο που σχετίζεται με θέματα εξωτερικής πολιτικής που αφορούν την Ένωση, με θέματα εξωτερικής εκπροσώπησης της Ένωσης στο παγκόσμιο γίγνεσθαι αλλά και ως ο συνεκτικός κρίκος ανάμεσα στην Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. O ρόλος της Ένωσης στο παγκόσμιο προσκήνιο δε θα μπορούσε να [4]

υλοποιηθεί διαφορετικά χωρίς μία αντίστοιχη Υπηρεσία εξωτερικής δράσης. Η πορεία της Ένωσης στην διαμόρφωση μίας κοινής εξωτερικής πολιτικής αναγκαστικά διέρχεται μέσα από το συγκερασμό των απόψεων των κρατών μελών και των αντίστοιχων πολιτικών αυτών (Frattini, 2010: 220). Προκειμένου η Ένωση να βγει να μιλήσει ως μία φωνή απαιτείται προηγουμένως, τα κράτη μέλη να έχουν αμβλύνει τις ανησυχίες τους, να ακουστούν μεταξύ τους και να συνδιαμορφώνουν την κοινή τους θέση. Ο ρόλος αυτής της Υπηρεσίας, όπως θα αναλυθεί είναι υβριδικός και πολυδιάστατος. Ωστόσο, η ύπαρξη της καθίσταται σημαντική καθώς μπορεί και επιτελεί όλες αυτές τις λειτουργίες αποτελεσματικά διαμορφώνοντας συνοχή στην ασκούμενη πολιτική της Ένωσης. Η ΕΥΕΔ έχει σχεδιαστεί προκειμένου να υποστηρίζει τον Ύπατο εκπρόσωπο της Ένωσης στα καθήκοντα του. Μέσα από τη θέση αυτή, η Ένωση αποκτά φωνή στο παγκόσμιο σκηνικό και μαζί με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μπορούν και εκπροσωπούν την Ένωση στο πεδίο αρμοδιοτήτων τους ως ένα ενιαίο αποφασιστικό σύνολο (Frattini, 2010: 221). Η ΕΥΕΔ, σχεδιάστηκε για να δώσει στον Ύπατο εκπρόσωπο της Ένωσης, ένα αποτελεσματικό μέσο για να υποστηρίξει την εργασία του σε συνεχή καθημερινή βάση. Η ΕΥΕΔ αποτελεί πλέον έναν κεντρικό κόμβο για την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση των ευρωπαϊκών συμφερόντων και των κοινών προτεραιοτήτων (Kostanyan, 2016). Η ΕΥΕΔ αποτέλεσε καινοτομία στη Συνθήκη της Λισαβώνας και ίδρυσε μία Υπηρεσία προκειμένου να διαμορφώσει σταδιακά την εξωτερική πολιτική της Ένωσης, η οποία ήταν ακόμη σε πρώιμο στάδιο (Frattini, 2010: 224). Ουσιαστικά μέσα από την δημιουργία της θα προωθούνταν και η διαμόρφωση κοινής εξωτερικής πολιτικής μέσω της Ένωσης και πέρα από τα κράτη μέλη τα οποία μπορούσαν να εξουσιάζουν την ατζέντα αυτή κατά την εναλλασσόμενη εξάμηνη προεδρία (Chappell and Guerrina, 2020: 266). Μέσα από τη φιλόδοξη χρήση της ΕΥΕΔ, η Ένωση και τα κράτη μέλη της είναι σε θέση να αυξήσουν την επιρροή και τον ρόλο τους στις πολιτικές και εμπορικές διαπραγματεύσεις και να απολαύουν μεγαλύτερο έλεγχο των αποφάσεων τους στα συμφέροντα της Ένωσης αλλά και των ίδιων. Ταυτόχρονα, η Ένωση θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει με πιο έγκαιρο, προσεκτικό και αποτελεσματικό τρόπο βασικά ζητήματα όπως η ενεργειακή ασφάλεια, η παγκόσμια και η περιφερειακή διαχείριση κρίσεων, ο ανταγωνισμός για πρόσβαση σε ζωτικούς πόρους, το εμπόριο όπλων, το οργανωμένο έγκλημα, η παράνομη μετανάστευση και η τρομοκρατία, ζητήματα που επηρεάζουν τη σταθερότητα και την ασφάλεια των κρατών μελών και της ίδιας της Ένωσης (Frattini, 2010: 222). [5]

4. Η δομή της ΕΥΕΔ Η ΕΥΕΔ, όπως είδαμε αποτελεί την διπλωματική υπηρεσία και εν οίδει το υπουργείο εξωτερικών και άμυνας της Ένωσης. Ο Ύπατος αποτελεί τον επικεφαλής της ΕΥΕΔ, ο οποίος είναι επίσης Πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων και Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και εκτελεί την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της Ένωσης (ΚΕΠΠΑ) συμπεριλαμβανομένης της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ). Μαζί με τον Ύπατο είναι σε θέση προτείνει, αλλά δεν εφαρμόζει πολιτική σε θέματα ΚΕΠΠΑ από μόνης της. Έχοντας εντάξει στους κόλπους της, μέρος της Γραμματείας του Συμβουλίου, είναι σε θέση να προετοιμάζει πράξεις που θα εγκριθούν από τον Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων. Είναι επίσης υπεύθυνη για τις διπλωματικές αποστολές ή τις αντιπροσωπείες της Ένωσης ανά τον κόσμο ενώ στη κεντρική διοίκησης της περιλαμβάνονται και δομές διαχείρισης πληροφοριών και κρίσεων όπως το EU InteCEN και SatCen. Η ΕΥΕΔ συστήθηκε με τη συγχώνευση των υπηρεσιών εξωτερικών σχέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου, στις οποίες προστέθηκε και προσωπικό προερχόμενο από τα κράτη μέλη αποσπασμένο από εθνικές διπλωματικές υπηρεσίες των κρατών μελών. Μολονότι υποστηρίζει τόσο την Επιτροπή όσο και το Συμβούλιο, η ΕΥΕΔ είναι ανεξάρτητη και αυτόνομη Υπηρεσία από τα δύο αυτά όργανα και διαθέτει το δικό της προσωπικό, καθώς και ξεχωριστό τμήμα στον ενωσιακό προϋπολογισμό. 4.1 Ο Ύπατος Εκπρόσωπος Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ένωσης (εφεξής Ύπατος) είναι ο επικεφαλής της ΕΥΕΔ. Αν και ο Ύπατος, δεν αποτελεί επίσημο θεσμικό όργανο της Ένωσης, ο ρόλος του είναι πολλαπλός και διατελεί συνεργασίας ανάμεσα στην Επιτροπή και το Συμβούλιο. Για το πρόσωπο αυτό αφιερώνεται ένα ολόκληρο άρθρο (αρ. 18 ΣΕΕ) που αφορά τις διατάξεις των θεσμικών οργάνων άλλα και τον ρόλο του στην ΚΕΠΠΑ. O Ύπατος διορίζεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία και ύστερα από συμφωνία του Προέδρου της Επιτροπής ενώ με την ίδια διαδικασία μπορεί να απαλλαγεί από τα καθήκοντα του. Την ίδια στιγμή ο Ύπατος, μαζί με τον πρόεδρο και τα υπόλοιπα μέρη της Επιτροπής, υπόκειται σε ψήφο εμπιστοσύνης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όπου ουσιαστικά εγκρίνει τον διορισμό και επιβεβαιώνει πλήρως τον διφυή χαρακτήρα του, ως μονομελές όργανο. [6]

Η θέση του Ύπατου εκπροσώπου στην Ένωση διέρχεται μέσα από το ναυαγήσαν Σύνταγμα της Ένωσης όπου τότε προβλεπόταν η θέση ενός «υπουργού εξωτερικών της Ένωσης, στον οποίο επιφυλασσόταν η ιδιότητα του αντιπροέδρου της Επιτροπής με αρμοδιότητες σε θέματα εξωτερικών σχέσεων της Ένωσης, τον συντονισμό του εξωτερικού εμπορίου και ταυτόχρονα του προέδρου του του Συμβουλίου των εξωτερικών Υποθέσεων (Foreign Affairs Council-FAC). Ωστόσο ο όρος υπουργός εξωτερικών συνάντησε σφοδρές αντιδράσεις καθώς παρέπεμπε σε κρατικό μόρφωμα κάτι που δεν είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και γι’ αυτό το λόγο με τη Συνθήκη της Λισαβώνας μετονομάστηκε σε Ύπατο Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας. Ωστόσο το πρόσωπο αυτό διατηρεί την διπλή ιδιότητα (διπλό καπέλο), δηλαδή τόσο την ιδιότητα του αντιπροέδρου της Επιτροπής όσο και αυτή του προέδρου της Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων1. Αναφορικά με την τελευταία ιδιότητα γίνεται αντιληπτό ότι όταν τα κράτη μέλη συνεδριάζουν στο Συμβούλιο υπό τη σύνθεση των Υπουργών Εξωτερικών τότε την προεδρία του Συμβουλίου δεν την αναλαμβάνει το κράτος μέλος που έχει την προεδρία κάθε φορά άλλα ο Ύπατος. Για το λόγο αυτό η ΕΥΕΔ, αποτελεί το τμήμα εκείνο της Γενικής Γραμματείας που είναι αρμόδια για να προετοιμάζει την συνεδρίαση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων. Στο πεδίο αυτό ο Ύπατος ασκεί την εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας της Ένωσης. Με τις προτάσεις του συμβάλει στο σχεδιασμό της πολιτικής αυτής και εκτελεί ως εντολοδόχος του Συμβουλίου. Κατά τον ίδιο τρόπο ενεργεί και για την κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνα (ΚΠΑΑ), (βλ. αρ. 18 ΣΕΕ παρ. 2 & 3). Τα ειδικότερα καθήκοντα του Υπάτου, για τα θέματα αυτά περιγράφονται στο αρ. 27 ΣΕΕ. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι ο Ύπατος επικουρείται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του από την ΕΥΕΔ καθώς με τις προτάσεις του συμβάλει στη διαμόρφωση της ΚΕΠΠΑ και διασφαλίζει την εφαρμογή των αποφάσεων που λαμβάνονται. Την ίδια στιγμή εκπροσωπεί την Ένωση για ζητήματα ΚΕΠΠΑ και διεξάγει τον πολιτικό διάλογο με τρίτες χώρες ή οργανισμούς εξ’ ονόματος της Ένωσης. Οι υπερεθνικές γραφειοκρατικές δομές όπως είναι και η ΕΥΕΔ, στη διεθνή σκηνή συχνά προωθούνται ως λύση σε προβλήματα συλλογικής δράσης όπως τα ζητήματα ασφάλειας που αφορούν πολλά κράτη και απαιτούν συνεργασίες και αντιμετώπιση αυτών με 1 Πρώτη Ύπατος εκπρόσωπος της Ένωσης ήταν η Βρετανίδα C.M. Aston, ενώ ακολούθησε η Ιταλίδα F.Mogerini, ενώ αυτή την περίοδο είναι ο Ισπανός J. Borel. [7]

ενιαία πολιτική (Csernatoni, 2021: 87). Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την Συνθήκη της Λισαβώνας, δόθηκε αρκετή έμφαση στο πρόσωπο του Ύπατου όπου με τις νέες εξουσίες καθορισμού της ατζέντας σε θέματα εξωτερικής πολιτικής αναμενόταν να βελτιώσει τη συνοχή, τη συνέχεια και την αποτελεσματικότητα της εξωτερικής χάραξης πολιτικής (Morillas, 2020: 235). Ο Häge (2020) σημειώνει ότι, από την σταδιακή μελέτη αυτού του θεσμού επάνω, σε διαφορετικά ζητήματα εξωτερικής πολιτικής μεταξύ 2001 και 2014, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η ενδυνάμωση του Ύπατου, είχε ελάχιστη άμεση επίδραση στην ατζέντα της εξωτερικής πολιτικής του Συμβουλίου. Ωστόσο, το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να οφείλεται κυρίως στην έλλειψη ικανότητας και φιλοδοξίας από την πλευρά των προσώπων που στελεχώνουν αυτή και να μην οφείλεται σε θεσμική αδυναμία (Häge, 2020: 1). Τέλος, τα χαρακτηριστικά και η φύσης της ηγεσίας των προσώπων που ηγούνται σε οργανισμούς όπως η ΕΥΕΔ, είναι σε θέση να διαμορφώσουν τους οργανισμούς τους ίδιους αλλά και την εδραίωση των πολιτικών σε θέματα ασφάλειας και εξωτερικών υποθέσεων σε στέρεες βάσεις (Koops and Tercovich, 2020: 296). 4.2 Κεντρική Διοίκηση Η κεντρική διοίκηση της ΕΥΕΔ, περιλαμβάνει πληθώρα τμημάτων και δομών. Ορισμένες από τις διευθύνσεις οργανώνονται κατά γεωγραφική περιοχή ενώ άλλες δομές περιλαμβάνουν Υπηρεσίες που έχουν ως στόχο να παρέχουν πληροφοριακή υποστήριξη (intelligence) τόσο στον Ύπατο όσο και στις αποστολές που οργανώνονται στο πλαίσιο της ΚΠΑΑ. 4.2.1 Στρατηγική πληροφόρηση της Ένωσης μέσω της ΕΥΕΔ Η στρατηγική ανάλυση πληροφοριών δεν είναι ένα θέμα το οποίο μαγεύει το γενικό κοινό γύρω από ιστορίες κατασκόπων, δολιοφθορών ή μυστικών ενεργειών. Τις περισσότερες φορές περιλαμβάνει γραφειοκρατικές μορφές ιεραρχικής εργασίας, που σχετίζονται με τη διαχείριση γνώσης (knowledge management), (Waltzman, 2017). Με άλλα λόγια η στρατηγική πληροφόρηση αφορά πληροφορίες, δεδομένα οι οποίες εισάγονται μέσα σε μία συγκεκριμένη διαδικασία, που λέγεται κύκλος της πληροφόρησης (intelligence cycle) και εξάγονται στρατηγικά προϊόντα ανάλυσης, ικανά να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την προβλεψιμότητα και την αξιοπιστία γεγονότων, προκλήσεων, απειλών ή κινήσεων άλλων δρώντων και για τις οποίες υπάρχουν απλά υποψίες και όχι αξιόπιστες πηγές. Μέσα από αυτή [8]

τη λογική αντιλαμβανόμαστε ότι η στρατηγική πληροφόρηση συνδέεται στενά με όρους ασφάλειας και παροχής ασφάλειας κινούμενοι μέσα στο πλαίσιο στρατιωτικών ή αστυνομικών ορισμών (Button, 2008). Αυτό συνεπάγεται συστηματικό υπολογισμό, εφικτό σχεδιασμό, υπολογισμένη εφαρμογή με τους διαθέσιμους πόρους ή αυτούς που χρειάζεται να αναπτυχθούν και υπεύθυνη εποπτεία των δράσεων που έχουν αναληφθεί. H στρατηγική πληροφόρηση βρίσκει κυρίως εφαρμογή στο πλαίσιο της υψηλής στρατηγικής που μπορεί να εφαρμόζεται είτε από κάποιο κράτος μέλος είτε από την ίδια την Ένωση. Με τον όρο υψηλή στρατηγική νοείται η χρήση όλων των μέσων (στρατιωτικών, οικονομικών, διπλωματικών κλπ.) που έχει μία οντότητα όπως είναι τα κράτη μέλη ή η Ένωση, στη διάθεσή τους, για την επίτευξη των πολιτικών σκοπών, ενόψει μίας πραγματικής ή ενδεχόμενης σύγκρουσης που προέρχεται από μία απειλή ή πρόκληση που διαφαίνεται στον ορίζοντα ή γίνεται υπαρκτή (Yarger, 2006). Σύμφωνα με την ιδεατή σχέση μεταξύ πληροφόρησης και διαμόρφωσης πολιτικής, οι υπηρεσίες πληροφοριών ενός κράτους μέλους ή της ίδιας της Ένωσης, είναι σε θέση να συλλέγουν και να αναλύουν (κυρίως) στρατηγικές πληροφορίες χρησιμοποιώντας διάφορα μέσα και μεθόδους όπως είδαμε, αλλά και ανοικτές πηγές, προκειμένου να διανείμουν αυτές τις πληροφορίες κατάλληλα επεξεργασμένες στους διαμορφωτές της πολιτικής, ώστε οι τελευταίοι να λάβουν τις βέλτιστες αποφάσεις και να διαμορφώσουν μία επιτυχημένη και αποτελεσματική υψηλή στρατηγική για την προαγωγή του εθνικού (ή ενωσιακού) συμφέροντος (Yarger, 2006). Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η στρατηγική πληροφόρηση, είναι η σκοπούμενη διαχείριση της γνώσης που αποκαλύπτει κρίσιμες απειλές και ευκαιρίες, που εξυπηρετούν τις ανάγκες λήψης αποφάσεων συνδέοντας τα μέσα επίτευξης με τους σκοπούς και με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα (Gruszczak, 2016a). Η Ένωση κατανόησε από πολύ νωρίς την ανάγκη στρατηγικής πληροφόρησης, προκειμένου να μπορεί να διαμορφώνει την δική της υψηλή στρατηγική, προκειμένου να είναι σε θέση να καθορίζει τους στόχους εκείνους που χρειάζεται να επιτύχει προκειμένου να παρέχει ασφάλεια τόσο στην ίδια όσο και στην ευρύτερη περιοχή αυτής (Drent et al., 2014), αλλά και να προσδιορίζει τα μέσα που κατέχει ή χρειάζεται να αναπτύξει μέσα με τα οποία μπορεί να το πετύχει αυτό (βλ. ΚΠΑΑ), ποιες στρατηγικές και εναλλακτικές υπάρχουν σε αυτούς τους στόχους και πως θα γίνει η βέλτιστη κατανομή των ενωσιακών και εθνικών πόρων για να επιτευχθούν (βλ. PESCO), . Πέραν αυτών απαιτείται στρατηγική πληροφόρηση προκειμένου να αναγνωριστούν οι προθέσεις και οι δυνατότητες των άλλων δρώντων στη διεθνή σκακιέρα άλλα και για είναι σε θέση να μπορεί να αναγνωρίζει ευκαιρίες ή κινδύνους [9]

που δημιουργούνται στο περιβάλλον ασφάλειας που τη περιβάλλει (Plater-Zyberk, 2017). Η Ένωση διαθέτει το δικό της κέντρο συλλογής και ανάλυσης πληροφορίων που σχετίζεται με θέματα εξωτερικής πολιτικής (EU INTCEN) και το οποίο λειτουργεί στο πλαίσιο της ΕΥΕΔ (Conrad, 2021). Η στρατηγική πληροφόρηση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των πολιτικών ασφάλειας που αναπτύσσονται από τα κράτη μέλη ή από την ίδια την Ένωση. Στο ίδιο πλαίσιο η στρατηγική πληροφόρηση, ενισχύεται μέσα από τη διεθνή συνεργασία στο πεδίο της ανταλλαγή πληροφοριών. Η στρατηγική πληροφόρηση είναι σε θέση να υποστηρίζει τα κράτη και τις κοινωνίες τους στην αντιμετώπιση κρίσιμων προκλήσεων σχετικά με την ασφάλεια, την δημόσια τάξη και γενικά προκλήσεις, κινδύνους ή απειλές που σχετίζονται με την ευημερία και την ανάπτυξη τους. Η στρατηγική πληροφόρησης μπορεί να περιλαμβάνει προηγμένες, διάφορες μεθόδους συλλογής πληροφοριών από ποικίλα μέσα (κλειστές ή ανοικτές πηγές) και την εφαρμογή διαφόρων αναλυτικών εργαλείων και χρήση τεχνολογίας όπως τα είδαμε προηγουμένως. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών ή διεθνών οργανισμών. Οι κρατικοί δρώντες όπως τα κράτη μέλη ή οι υπερεθνικοί δρώντες όπως η Ένωση, προκειμένου να είναι σε θέση να καλύπτουν τις ανάγκες τους σε πληροφόρηση, για τη χάραξη πολιτικών ασφάλειας, αξιοποιούν αυτήν σε μέγιστο βαθμό προκειμένου να μπορούν να αποκτούν μία ολοκληρωμένη «μακρο-απεικόνιση» του περιβάλλοντος ασφαλείας που βρίσκεται γύρω τους, ώστε να μπορούν να εντοπιστούν οι επικείμενοι κίνδυνοι, απειλές ή τρωτά σημεία και ευπάθειες που μπορεί να υπάρχουν και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση αυτών (Gruszczak, 2016a). Στο πλαίσιο αυτό διεξάγεται και η συζήτηση γύρω από την Στρατηγική πυξίδα της Ένωσης, προκειμένου να αποφασιστεί η κοινή κατεύθυνση σε θέματα εξωτερικής ασφάλειας (Fiott, 2020). Τα προϊόντα στρατηγικής πληροφόρησης που παράγονται από αυτή τη διαδικασία στρατηγικής πληροφόρησης, είναι σε θέση να βοηθούν τους αρμόδιους λήπτες πολιτικών αποφάσεων, ώστε να μπορέσουν να προσδιορίσουν τις προτεραιότητες στην καταπολέμηση των απειλών στο περιβάλλον ασφάλειας της Ένωσης. Μόλις γίνει αυτό, τότε οι αρμόδιες εθνικές αρχές και τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν δράση και εξειδικεύουν την στρατηγική κατεύθυνση που παρέχεται υλοποιώντας αυτές τις προτεραιότητες μέσα από την προσαρμογή την επιχειρησιακή τους δράσης σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Στο σύγχρονο διασυνδεδεμένο κόσμο της παγκοσμιοποίησης, η στρατηγική πληροφόρηση που αναπτύσσει η Ένωση, καλείται να ανταποκριθεί ολοένα και πιο επιτυχημένα προκειμένου να [10]

ανταποκριθεί στο μεταβαλλόμενο και απαιτητικό περιβάλλον ασφάλειας που την περιβάλλει τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό περιβάλλον αυτής. 4.2.2 Δορυφορικό Κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΚΕΕ) Το Δορυφορικό Κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΚΕΕ) ασχολείται με την παραγωγή και αξιοποίηση πληροφοριών που προέρχονται, κατά κύριο λόγο, από την ανάλυση δορυφορικών εικόνων γεωσκόπησης (Geospatial Intelligence), με στόχο την υποστήριξη της δράσης της ΕΥΕΔ σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και διαχείρισης κρίσεων στη περιφέρεια της Ένωσης (Conrad, 2021). Έχει ως έδρα το Torrejón de Ardoz, στην Ισπανία (SatCen, 2002). Το Δορυφορικό Κέντρο της Ένωσης ιδρύθηκε το 2002 βάσει κοινής δράσης του Συμβουλίου2. Η σχέση ασφάλειας και διαστήματος την σήμερον έχει ισχυροποιηθεί όσο ποτέ άλλοτε και αυτό γιατί η πλειονότητα των δεδομένων και των πληροφοριών που χρησιμοποιούνται τόσο στο στρατιωτικό τομέα όσο και στο πεδίο της ασφάλειας διακινούνται μέσα από συστήματα που συμπεριλαμβάνουν δορυφόρους στο διάστημα. Τα συστήματα αυτά πλέον θεωρούνται κρίσιμης σημασίας υποδομές και καθίστανται απαραίτητα τόσο στο επίπεδο της εξωτερικής ασφάλειας όσο και της εσωτερικής ασφάλειας της Ένωσης άλλα και των κρατών μελών (Κόππα, 2017). Το ΔΚΕΕ (SatCen) παρέχει στήριξη και υποστηρίζει τη λήψη αποφάσεων και τη δράση της Ένωσης στο πλαίσιο της ΚΠΑΑ γύρω από ζητήματα ασφάλειας και σχετίζεται με επίγεια παρατήρηση. Συγκεκριμένα, μέσα από τη λειτουργία του είναι ικανό να παρέχει προϊόντα και υπηρεσίες που βασίζονται στην αξιοποίηση διαστημικών πόρων και συναφών δεδομένων, όπως δορυφορικές εικόνες και αεροφωτογραφίες, καθώς και άλλες σχετικές υπηρεσίες. Οι δορυφόροι της Ένωσης είναι σε θέση να συλλέγουν υψηλής ευκρίνειας εικόνες εδάφους. Αυτές είναι αναγκαίες για την συλλογή και την ανάλυση πληροφοριών για την επιτήρηση και αναγνώριση στόχων ή θέσεων που είναι κρίσιμης σημασίας στο θέατρο των επιχειρήσεων. Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η διεξαγωγή ναυτικών επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση της μετανάστευσης στη Μεσόγειο (EU Sophia Operation) ή για την υποστήριξη της Frontex με την παροχή εικόνων από τα σύνορα και την κατάσταση που επικρατεί σε αυτά αναφορικά με τις μετακινήσεις των πληθυσμών ή για την έγκαιρη 2 ΕΕ 2001 L 200/12. [11]

προειδοποίηση (early warning) σχετικά με κρίσεις όπως αυτή στα σύνορα του Έβρου, τον Μάρτιο του 2020. Πέρα από αυτά τα διαστημικά συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης είναι εξοπλισμένα με αισθητήρες που μπορούν να αντιμετωπίζουν απειλές με πυραύλους, είτε εμποδίζοντας την εκτόξευση τους και προσδιορίζοντας την πορεία τους είτε, απλώς επιτηρώντας διαδικασίες επέκτασης πυραυλικών συστημάτων τρίτων χωρών (SatCen, 2002; Κόππα, 2017), κάτι που ωστόσο σχετίζεται με την εξωτερική ασφάλεια. Μέσα από όλα που αναφέρθηκαν γίνεται κατανοητή η αξία της ανάλυσης πληροφοριών από γεωγραφικά δεδομένα και πηγές πληροφόρησης (imagery & geospatial intelligence). Ανάλογα με την αποστολή που του ανατίθεται, το ΔΚΕΕ μεταξύ άλλων μπορεί και αναλύει, μεταξύ άλλων, υποδομές ζωτικής σημασίας, στρατιωτικές ικανότητες ή όπλα μαζικής καταστροφής στο πλαίσιο της ΚΠΑΑ. Καταλήγοντας γίνεται αντιληπτό ότι, μέσα από τη δράση είναι δυνατόν να υποστηρίζει τις αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας, τον σχεδιασμό δράσεων έκτακτης ανάγκης και τη γενικότερη εποπτεία της εγκληματικότητας και της ασφάλειας (SatCen, 2002). Το ΔΚΕΕ παρέχει στους υπευθύνους λήψης αποφάσεων έγκαιρη προειδοποίηση (intelligence) για ενδεχόμενες κρίσεις (Κόππα, 2017). Αυτό τους δίνει τη δυνατότητα να λαμβάνουν εγκαίρως διπλωματικά, οικονομικά και ανθρωπιστικά μέτρα, μεταξύ άλλων, για τον σχεδιασμό των απαιτούμενων παρεμβάσεων με στρατιωτικά ή μη μέσα (Conrad, 2021: 55). 4.3 Αντιπροσωπείες Η ΕΥΕΔ είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία των αντιπροσωπειών και των γραφείων της Ένωσης σε όλο τον κόσμο (Biedenkopf and Petri, 2019). Οι διπλωματικές αντιπροσωπείες διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην εκπροσώπηση της Ένωσης, των κρατών μελών αλλά και των πολιτών της σε όλο τον κόσμο μέσα από την οικοδόμηση δικτύων και εταιρικών σχέσεων (Hayes, 2012). Ο κύριος ρόλος τους είναι η εκπροσώπηση της Ένωσης στη χώρα όπου βρίσκονται με σκοπό την προώθηση των συμφερόντων και των πολιτικών της Ένωσης σε θέματα εξωτερικού εμπορίου, οικονομίας, ασφάλειας κ.α (Maurer and Morgenstern-Pomorski, 2018). Οι διπλωματικές αντιπροσωπείες είναι αρμόδιες για όλους τους τομείς πολιτικής που σχετίζονται με την Ένωση και την χώρα στην οποία βρίσκονται είτε αυτές αφορούν το εμπόριο, την οικονομία, την διπλωματική εκπροσώπηση της Ένωσης αλλά και την προώθηση [12]

των ανθρώπινων δικαιωμάτων και για την οικοδόμηση σχέσεων με τους εταίρους στην κοινωνία των πολιτών (Hayes, 2012). Την ίδια στιγμή οι διπλωματικές αντιπροσωπείες, αναλύουν και αναφέρουν τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα όπου είναι εγκατεστημένες ή στην ευρύτερη περιοχή. Με τον τρόπο αυτό, λειτουργούν ως ένας δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ της χώρας αυτής και της Ένωσης. Κατ’ αυτήν την άποψη, η ίδια η Ένωση, έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει πρωτογενή πληροφόρηση, χωρίς να στηρίζεται ή να εξαρτάται από κάποιο κράτος μέλος (Gruszczak, 2016b). Παράλληλα, προγραμματίζουν επίσης συνεργασίες ανάπτυξης στη χώρα που είναι εγκατεστημένες μέσω έργων και επιχορηγήσεων που προγραμματίζει η Ένωση στο πλαίσιο της πολιτικής στήριξης τρίτων κρατών ή στο πλαίσιο συμμετοχής της σε διεθνείς οργανισμούς. Θεμελιώδης είναι ο ρόλος τους στη προβολή της δημόσιας διπλωματίας της Ένωσης (Duke, 2013), με σκοπό την αύξηση της προβολής της Ένωσης, των σκοπών που πρεσβεύει μέσα από την ευαισθητοποίηση και την κατανόησης του τρόπου λειτουργείας της Ένωσης ως της μοναδικής υπερεθνικής πολιτικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών και σε άλλα μέρη του κόσμου όπου τέτοιες μορφές πολιτικής συνεργασίας δεν ανθίζουν ή γίνονται λιγότερο κατανοητές (Biedenkopf and Petri, 2019). Οι αντιπροσωπείες είναι συνήθως υπεύθυνες για μια χώρα, αν και ορισμένες εξ’ αυτών μπορεί να περιλαμβάνουν στην αρμοδιότητα τους ένα σύνολο χωρών στην ευρύτερη περιοχή όπου βρίσκονται. Η Ένωση έχει επίσης διπλωματικές αντιπροσωπείες σε διεθνείς οργανισμούς όπως τα Ηνωμένα Έθνη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, στον ΟΑΣΕ κλπ. 4.4 Προσωπικό Tο προσωπικό των κρατών μελών μετά την θητεία του στην ΕΥΕΔ, επιστρέφει στα κράτη μέλη και μεταφέρει στο εσωτερικό αυτού την ενωσιακή κουλτούρα εργασίας αλλά τα ενωσιακά ιδεώδη της ευρωπαϊκής διπλωματίας (Frattini, 2010: 225), προκειμένου να συνεισφέρει αυτή τη φορά έμμεσα πια στην ενωσιακή διπλωματία, όχι από τις επάλξεις που υπηρετούσε μέχρι πρότινος αλλά από τα μετόπισθεν των κρατών μελών. Οι πρακτικές αυτές και η μεταφορά ευρωπαϊκής εμπειρίας και τεχνογνωσίας εναρμονίζουν τις εθνικές πρακτικές και τις κάνουν να συγκλίνουν προς τις ευρωπαϊκές και να κατανοήσουν τον ρόλο και τον τρόπο λειτουργίας της Ένωσης στη διεθνή σκηνή (Duke, 2015; Frattini, 2010: 225; Juncos and Pomorska, 2014). Ωστόσο η ΕΥΕΔ, όπως και τα άλλα ευρωπαϊκά ινστιτούτα και όργανα θεωρούνται υποστελεχωμένο από γυναικείο δυναμικό, ενώ θεωρητικά η Ένωση προωθεί την ισότητα των δύο φύλων (Chappell and Guerrina, 2020: 277). [13]

4.5 Ενωσιακή Διπλωματική Εκπαίδευση Ήδη από τις αρχές της δημιουργίας της ΕΥΕΔ, στοίχημα αποτέλεσε η κοινή δημιουργία ομαδικού πνεύματος συνεργασίας (esprit de corps) το οποίο θα διαπνέεται από τις ευρωπαϊκές αρχές (Juncos and Pomorska, 2014). Η διαφορετική προέλευση του προσωπικού αυτής της Υπηρεσίας, από τα διαφορετικά κράτη μέλη, φέρνει πλουραλισμό στην Υπηρεσία, όμως οι υπάλληλοι όπως είδαμε μπορεί να διαπνέονται από την κουλτούρα και την διπλωματική ιδεολογία των κρατών μελών από τα οποία προέρχονται (Davis Cross, 2011: 447). Η ΕΥΕΔ, χρειάζονταν από νωρίς να καταφέρει να δημιουργήσει ένα κοινό πεδίο δράσης και σκέψης για το προσωπικό της, προκειμένου να μπορεί να εκπροσωπεί πραγματικά τα συμφέροντα της Ένωσης και να μην φαλκιδεύεται από «δούρειους ίππους» στο εσωτερικό της. Κάθε κράτους μέλος, έχει διαφορετικά πρότυπα διπλωματικής κατάρτισης, εστιάζοντας κάθε φορά σε διαφορετικές προτεραιότητες (γλώσσες, βασικές τεχνικές διαπραγμάτευσης, πολιτιστικές, ιστορικές ή οικονομικές γνώσεις, επαγγελματική εμπειρία κ.ο.κ.), (Frattini, 2010: 222). Τα ζητήματα αυτά απασχόλησαν την ίδια από την δημιουργία της (Duke, 2015: 403). Απόρροια αυτού είναι οι διπλωματικοί υπάλληλοι, να επηρεάζονται αναγκαστικά από την εθνική παγκόσμια αντίληψη για την χώρα τους (Frattini, 2010: 222). Ωστόσο προκειμένου τα κράτη μέλη να συνεργαστούν στο διεθνές πεδίο προς όφελος των πολιτών τους απαιτούνται η οπτική του κόσμου μέσα από μία νέα ενωσιακή «διόπτρα» (Juncos and Pomorska, 2014: 302). Για το λόγο αυτό η ΕΥΕΔ, αναλαμβάνει να παρέχει τη σχετική εκπαίδευση προκειμένου οι διπλωμάτες της Ένωσης να είναι σε θέση να αναπτύσσουν τις απαραίτητες δεξιότητες για τον εντοπισμό και την υπεράσπιση των ευρωπαϊκών συμφερόντων ως τέτοια, αναγνωρίζοντας παράλληλα την ύπαρξη πιθανών υποκείμενων και αντιφατικών εθνικών αντιλήψεων που δεν προάγουν τα ενωσιακά συμφέροντα (Blockmans et al., 2021; Frattini, 2010: 222). Με την ΕΥΕΔ, καλλιεργείται ένα κοινό έδαφος προκειμένου να οικοδομηθεί συναίνεση μεταξύ των κρατών μελών, αποφεύγοντας τα παιχνίδια μηδενικού αθροίσματος. Επιπλέον είναι η ΕΥΕΔ είναι σε θέση να παρέχει συγκεκριμένες προτάσεις για την καθιέρωση πιθανών κοινών θέσεων μεταξύ των κρατών μελών. Γίνεται κατανοητό από όλα τα κράτη μέλη ότι δεν μπορεί να υπάρξει εξωτερική πολιτική της Ένωσης, χωρίς ισχυρή πολιτική προσπάθεια προς τον σκοπό αυτό. Ωστόσο αυτή η πολιτική βούληση μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από ισχυρά και στιβαρά υπερασπισμένα επιχειρήματα υπέρ μιας κοινής ενωσιακής θέσης, η οποίες πάντοτε συνδιαμορφώνεται (Frattini, 2010: 225). [14]

5. Η ελληνική συμβολή στην εξέλιξη της εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης και οι διαστάσεις σε θέματα ασφάλειας της χώρας Από τις ιστορικές της καταβολές το κύριο ενδιαφέρον της Ελλάδας σε θέματα ασφάλειας επικεντρώνεται στην αυξανόμενη επιθετική παρουσία της γείτονας χώρας Τουρκίας. Η γειτνίαση της Ελλάδας με την Τουρκία και το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει μικρότερο πληθυσμό σε σύγκριση με την Τουρκία αυξάνει το αίσθημα ανασφάλειας στην Ελλάδα. Για το λόγο αυτό η Ελλάδα, πέρα από την μακροχρόνια επένδυση σε έναν ισχυρό στρατό σε ξηρά, θάλασσα και αέρα, προσπαθεί διαχρονικά μέσα από τη συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ και την Ένωση να εξισορροπήσει την συνεχώς στρατιωτική δύναμη της Τουρκίας (Nestoras, 2015; Κόππα, 2017). Η προσδοκίες της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ γρήγορα εξανεμίστηκαν μετά την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974. Το γεγονός αυτό οδήγησε την Ελλάδα να καταλάβει ότι το ΝΑΤΟ είναι αδύνατο ή δεν επιθυμεί να υπερασπιστεί την εδαφική επικράτεια της Ελλάδας μπροστά την επιθετικότητα της Τουρκίας. Παρομοίως το περιστατικό με τα Ίμια το 1996 έφερε την Ελλάδα και την Τουρκία στο χείλος του πολέμου αποκαλύπτοντας ότι η Ένωση δεν είναι η κατάλληλη για την υπεράσπιση την Ελληνικών συνόρων. Σύντομα η Ελλάδα μετά την σύνοδο του St. Malo το 1998 αναπτερώνει τις ελπίδες για τις αναγκαιότητα μίας ευρωπαϊκής άμυνας η οποία θα μπορούσε να παρέχει εγγυήσεις ασφάλειας απέναντι στην Τουρκία (Nestoras, 2015; Κόππα, 2017). Ακολούθως μετά τη σύνοδο του St. Malo, η σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Ελσίνκι το 1999, θα διαβεβαιώσει την αποφασιστικότητα της Ένωσης να αναπτύξει μία αυτόνομη δράση προκειμένου να είναι σε θέση να λαμβάνει αποφάσεις εκεί όπου το ΝΑΤΟ δεν παρεμβαίνει ως οργανισμός. Ωστόσο μέχρι τότε η στρατηγική της Ελλάδας έχει αλλάξει. Στη σύνοδο του Ελσίνκι το 1999, η Ελλάδα προσπαθεί να υποβαθμίσει το θέμα της ασφάλειας σε σχέση με την Τουρκιά και δείχνει ότι μπορεί να μη παίζει το χαρτί του βέτο αναφορικά με μία πιθανή είσοδο της Τουρκίας ως μέλος της Ένωσης. Αυτή η κίνηση υποτίθεται ότι θα μείωνε την τουρκική επιθετικότητα απέναντι στην Ελλάδα επιτρέποντας την Τουρκία να συμμετέχει στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και να γίνει και να γίνει αποδέκτης των ευρωπαϊκών αξιών και μεθόδων. Ιδανικά το άνοιγμα της πόρτας στην Τουρκία προκειμένου να γίνει μέλος της μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας θα ήταν μία καλή ενναλακτική επιλογή απέναντι στην αναποτελεσματική στρατηγική αναζήτηση οργανισμών και παρόχων εγγυήσεων ασφάλειας για την Ελλάδα (Nestoras, 2015). [15]

Παρόλα αυτά οι σύγχρονες εξελίξεις στην Τουρκία αποδεικνύουν ότι αυτή η μεγάλή προσδοκία της ένταξης της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή κοινότητα δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα. Πολλά είναι τα γεγονότα που το αποδεικνύουν και ενδεικτικά αναφέρονται για παράδειγμα η αμφισβήτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) της Κύπρου το 2014, η συνεχής παραβίαση του εναέριου χώρου της Ελλάδας με πολεμικά αεροσκάφη, η απειλή πολέμου (casus beli) κατά της Ελλάδας για την επέκταση των χωρικών υδάτων από τα έξι στα 12 μίλια, το πραξικόπημα κατά του Ερντογάν το καλοκαίρι του 2016 και οι πολιτικές εκκαθάρισης στο τούρκικο πληθυσμό που ακολούθησαν όπως και η εμπλοκή της Τουρκίας στο πόλεμο της Συρίας με τις βλέψεις για εδαφική επέκταση υπό το πρόσχημα παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας. Τέλος, δε θα πρέπει να παραβλέψουμε τις πρόσφατες πιέσεις προς την Ελλάδα με τη χρήση των μεταναστευτικών ροών ως ένα είδους υβριδικού όπλου το Μάρτιο του 2020, προκειμένου να εκβιάσει την Ένωση και το ΝΑΤΟ να της παρέχει συνδρομή στο πόλεμο που διεξάγει στη Συρία. Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται πλέον να αποτελέσει μέρος της Ένωσης, άλλα οι τουρκικές ελίτ που κυβερνούν τη χώρα δείχνουν να ενδιαφέρονται να αναδείξουν την Τουρκία σε έναν αυτόνομο παίκτη στη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, έχοντας το ρόλο μίας περιφερειακής δύναμης, ως γνήσια προκάτοχος της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Μέσα σε όλο αυτό επιθετικό πλαίσιο απομένει να συγκρατηθεί, η αναγκαιότητα για εξασφάλιση εγγυήσεων είτε μέσα από συμμαχίες είτε μέσα από τη συμμετοχή της χώρας σε διεθνή και ευρωπαϊκά όργανα, για την εξασφάλιση της ασφάλειας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας απέναντι στη Τουρκία. Τα πράγματα χειροτερεύουν για την Ελλάδα, αν σκεφτεί κανείς την οικονομική κρίση στην οποία είχε περιέλθει η ελληνική οικονομία από το 2008 και μετέπειτα τα οποία μετατοπίζουν τη ζυγαριά της ισορροπίας των δυνάμεων προς όφελος της Τουρκίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ίσως η ΚΠΑΑ και το κοινό όραμα για μία ευρωπαϊκή άμυνα θα μπορούσε να υλοποιηθεί ως ένα τείχος απέναντι στην Τουρκική επιθετικότητα. Η σωστή διαχείριση των περιορισμένων οικονομικών της Ελλάδας είναι που θα καθορίσουν το ρόλο της στην ΚΠΑΑ. Μία πιθανή βελτίωση του μηχανισμού χρηματοδότησης «ATHENA» θα μπορούσε για παράδειγμα να οδηγήσει σε αυξημένες δεσμεύσεις της Ελλάδας για προσωπικό και μέσα στο πλαίσιο της ΚΠΑΑ (Nestoras, 2015). [16]

6. Επίλογος Όπως είδαμε ο ρόλος της ΕΥΕΔ είναι πολυδιάστατος και υβριδικός. Από την μία πλευρά προσπαθεί να πετύχει μία πολιτική συνοχή στο πεδίο των εξωτερικών υποθέσεων και από την άλλη πλευρά λειτουργεί ως την θερμοκοιτίδα μέσα στην οποία διαμορφώνεται η εξωτερική πολιτική της Ένωσης μέσα από την άμβλυνση των απόψεων των κρατών-μελών και την δημιουργία ενός κοινού οράματος για τον παγκόσμιο ρόλο της Ένωσης (Frattini, 2010). Την ίδια στιγμή ο ρόλος του Ύπατου ως αντιπροέδρου της Επιτροπής και ως προέδρου της σύνθεσης του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων αλλά και η συμμετοχή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του δίνει την δυνατότητα να συλλέγει πληροφόρηση από όλες τις θεσμικές πλευρές της Ένωσης με σκοπό την προώθηση της συνεργασίας με τα κράτη μέλη άλλα και με τα άλλα όργανα για την προώθηση των θέσεων της Ένωσης, όπως αποτυπώνονται σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Την ίδια στιγμή η Ένωση, ανταγωνίζεται και επιθυμεί να συνεργαστεί με άλλες μεγάλες δυνάμεις στη διεθνή σκηνή προκειμένου να αναγνωριστεί ο παγκόσμιος ρόλος της στο διεθνές γίγνεσθαι (EU Global Strategy, 2016). Παράλληλα, μέσα από την ΕΥΕΔ, προωθείται και η ΚΕΠΑΑ και η αμυντική πτυχή αυτής μέσω της ΚΠΑΑ μέσα από την ανάπτυξη των ικανοτήτων ανταπόκρισης των κρατών μελών σε νέες απειλές που τους περιβάλλουν (Dokos, 2019). Με τον τρόπο αυτό η Ένωση επιθυμεί να διαδραματίσει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιοχή της και να καταστεί στα μάτια της διεθνούς κοινότητας ως παράγοντας σταθερότητας και πάροχος ασφάλειας (security provider), (Drent et al., 2014). [17]

7. Βιβλιογραφία Biedenkopf, K., Petri, F., 2019. EU Delegations in European Union climate diplomacy: the role of links to Brussels, individuals and country contexts. J. Eur. Integr. 41, 47–63. doi:10.1080/07036337.2018.1551389 Blockmans, S., Hillion, C., Vimont, P., 2021. From Self-Doubt to Self-Assurance: The European External Action Service as the Indispensable Support for a Geopolitical EU. Brussels. Button, Μ., 2008. Doing Security: Critical Reflections and an Agenda for Change. Palgrave Macmillan UK, New York. doi:10.1057/9780230583634 Chappell, L., Guerrina, R., 2020. Understanding the gender regime in the European External Action Service. Coop. Confl. 55, 261–280. doi:10.1177/0010836719895296 Conrad, G., 2021. Situational Awareness for EU Decision-making: The Next Decade. Eur. Foreign Aff. Rev. 55–70. Csernatoni, R., 2021. The Evolving Role of the European External Action Service in Security and Defence. Eur. Foreign Aff. Rev. 87–100. Davis Cross, M.K., 2011. Building a European Diplomacy: Recruitment and Training to the EEAS. Eur. Foreign Aff. Rev. 447–464. Dokos, T., 2019. Threats and Challenges to European Security and the Need for Well- informed Parliamentarians [WWW Document]. Ger. Marshall Fund United States. URL https://www.mercatoreuropeandialogue.org/download-file/983/ (accessed 8.14.20). Drent, M., Landman, L., Zandee, D., 2014. The EU as a Security Provider. Duke, S., 2015. Diplomatic Training in the European Union BT - The European External Action Service: European Diplomacy Post-Westphalia, in: Spence, D., Bátora, J. (Eds.), . Palgrave Macmillan UK, London, pp. 403–418. doi:10.1057/9781137383037_23 Duke, S., 2013. The European External Action Service and Public Diplomacy BT - European Public Diplomacy: Soft Power at Work, in: Cross, M.K.D., Melissen, J. (Eds.), . Palgrave Macmillan US, New York, pp. 113–136. doi:10.1057/9781137315144_6 EU Global Strategy, 2016. A Global Strategy for the European Union’s Foreign And Security Policy. Shared Vision, Common Action: A Stronger Europe. Brussels. Fiott, D., 2020. Uncharted Territory?Towards a common threat analysis and a Strategic Compass for EU security and defence. (No. 16), Brief Series. Luxembourg. Frattini, F., 2010. The European External Action Service: A Look into Eu Diplomat Training. Eur. View 9, 219–227. doi:10.1007/s12290-010-0134-2 Gruszczak, A., 2016a. The Strategic Intelligence Community, in: Intelligence Security in the European Union: Building a Strategic Intelligence Community. Palgrave Macmillan UK, London, pp. 37–66. doi:10.1057/978-1-137-45512-3_2 Gruszczak, A., 2016b. Socio-Cultural Intelligence in the EU, in: Intelligence Security in the European Union: Building a Strategic Intelligence Community. Palgrave Macmillan UK, London, pp. 149–171. doi:10.1057/978-1-137-45512-3_6 Häge, F.M., 2020. Allocating political attention in the EU’s foreign and security policy: The effect of supranational agenda-setters. Eur. Union Polit. 21, 634–656. doi:10.1177/1465116520942317 [18]

Hayes, E., 2012. EU delegations: Europe’s link to the world, in: Jørgensen, K.E., Laatikainen, K.V. (Eds.), Routledge Handbook on the European Union and International Institutions. Routledge, London, pp. 27–40. doi:https://doi.org/10.4324/9780203083642 Juncos, A.E., Pomorska, K., 2014. Manufacturing Esprit de Corps: The Case of the European External Action Service. JCMS J. Common Mark. Stud. 52, 302–319. doi:https://doi.org/10.1111/jcms.12107 Koops, J.A., Tercovich, G., 2020. Shaping the European External Action Service and its post- Lisbon crisis management structures: an assessment of the EU High Representatives’ political leadership. Eur. Secur. 29, 275–300. doi:10.1080/09662839.2020.1798410 Kostanyan, H., 2016. Analysing the Power of the European Union’s Diplomatic Service: Do the eu Member States Control the European External Action Service? Hague J. Dipl. 11, 26–48. doi:10.1163/1871191X-12341326 Maurer, H., Morgenstern-Pomorski, J.-H., 2018. The quest for throughput legitimacy: the EEAS, EU delegations and the contested structures of European diplomacy. Glob. Aff. 4, 305–316. doi:10.1080/23340460.2018.1535252 Morillas, P., 2020. Autonomy in intergovernmentalism: the role of de novo bodies in external action during the making of the EU Global Strategy. J. Eur. Integr. 42, 231–246. doi:10.1080/07036337.2019.1666116 Nestoras, A., 2015. The View From Europe’s Borders: Greece and the CSDP as a security Provider, in: Fiott, D. (Ed.), The Common Security and Defence Policy: National Perspectives. Academic Press, pp. 61–63. Plater-Zyberk, H., 2017. Intelligence security in the European Union: building a strategic intelligence community. Int. Aff. 93. doi:10.1093/ia/iix127 SatCen, 2002. European Union Satellite Centre [WWW Document]. SatCen. URL https://www.satcen.europa.eu/ (accessed 4.4.20). Waltzman, R., 2017. The Weaponization of Information: The Need for Cognitive Security. Yarger, H.R., 2006. Strategic theory for the 21st century: the little book on big strategy. Strategic Studies Institute, U.S. Army War College, Carlisle, PA. Κόππα, Μ., 2017. Η Κοινή Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας: Η ιστορία, οι θεσμοί, οι στρατηγικές. Πατάκη, Αθήνα. Παπαγιάννης, Δ., 2016. Ευρωπαϊκό Δίκαιο, 5η. ed. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα. [19]


Like this book? You can publish your book online for free in a few minutes!
Create your own flipbook