1
2
+ «ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥΣ» ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ (Ι.Μ. ΚΩΣΤΑΜΟΝΙΤΟΥ, ΒΙΓΛΑ, Ι.Μ. Μ. ΛΑΥΡΑΣ) 1915-2004 3
Μικρός πρόλογος Ἦταν γύρω στά 1990 ὅταν γιά πρώτη φορά συναντήθηκα μέ τόν Γέροντα Εὐθύμιο. Τόν θυμᾶμαι ὄρθιο πίσω ἀπό τό μαγειρεῖο τῆς Μ. Λαύρας. Εἴμαστε μαζί μέ τόν Γέροντά μας π. Μάξιμο. Μοῦ λέει ὁ Γέροντας: «Ἔλα νά δεῖς ἕναν διά Χριστόν σαλό». Ἦταν ἕνας Μοναχός μικροκαμωμένος, ταπεινός. Εἶχε τά γένια του μαζεμένα μέ ἕνα λαστιχάκι καί τά μαλλιά του κομμένα. Φοροῦσε ἕνα φθαρμένο ζωστικό. Ἀργότερα ἔμαθα καί διαπίστωσα «ἰδίοις ὄμμασι» ὅτι πολλές φορές κυκλοφοροῦσε καί χωρίς αὐτό. Ἦταν ἐξαιρετικά ἀδύνατος, μέ πολλή δυνατή φωνή καί ἔντονο δυναμισμό στόν τρόπο πού ἐκφραζόταν, στίς κινήσεις, στίς χειρονομίες του. Ὅλες του οἱ ἐκδηλώσεις ἀντανακλοῦσαν τήν ἅγια βία μέχρι «αὐτομίσους», πού - ὅπως ἔμαθα ἀργότερα- ἀσκοῦσε στόν ἑαυτό του. Τά ματάκια του ἔλαμπαν σάν τήν διάφανη ἁγιορείτικη θάλασσα. Φαινόντουσαν σάν δακρυσμένα. Πίσω ἀπό μία ἐξωτερική «ἀγριότητα-τραχύτητα» διέκρινες μία φύση λεπτή, συναισθηματική, πολύ εὐαίσθητη. Πιό δύσκολα 4
διέκρινες τήν ἁγιότητα... Συνήθως ὁ ἅγιος μόνο καταλαβαίνει τόν ἅγιο. Ὁ ἅγιος Γέροντας Παΐσιος τόν εἶχε «καταλάβει»... Μέ θαυμασμό ἀργότερα ἄκουσα ὅτι κάποιοι προσκυνητές εἶχαν ζητήσει ἀπό τόν Γέρο- Παΐσιο, τόν μεγάλο σύγχρονο ἀσκητή τῆς Παναγούδας, νά τούς δείξει ἕναν σύγχρονο ἁγιορείτη ἅγιο. Τότε ὁ μακαριστός Γέροντας τούς ἔστειλε νά δοῦν τό Γερο-Εὐθύμιο στή Βίγλα... Ἀργότερα ἐπίσης συνειδητοποίησα τήν ἀταλάντευτη σταθερότητά του, τήν ἀκαμψία του - θά μπορούσαμε νά ποῦμε- στίς κατά Θεόν ἀποφάσεις του. Διαπίστωσα τήν ἀδιάπτωτη νηστεία του, τήν μοναχική του συνέπεια, τήν ἀπόλυτη αὐστηρότητα στόν ἑαυτό του. Μέ θαυμασμό ἔμαθα πώς ἔκανε «ἐννάτες», ἐδαφιαῖες μετάνοιες καί ἀμέτρητα κομβοσχοίνια σχεδόν μέχρι τά τελευταῖα του...Ὅταν ἔπεσε κατάκοιτος συνέχισε τίς «ἐννάτες» καί τήν προσευχή «ὑπέρ ὅλου τοῦ κόσμου»... 5
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ὁ Γέροντας Εὐθύμιος Βιγλολαυριώτης... ἕνας σύγχρονος διά Χριστόν Σαλός... Μία ἀναλαμπή φωτεινή τοῦ ἁγιοτόκου Ἄθωνος...«Ἕνας ἀπό τούς τελευταίους»1 μεγάλους ἀσκητές τῆς ἁγιορείτικης «ἐρήμου». Ἕνας «ἔσχατος πάντων», ἕνας πού ἔζησε στούς ἐσχάτους καιρούς, ἕνας ἀπό τούς ἀγωνιστές ἡσυχαστές, πού κράτησαν ἄσβηστη τήν Ἁγιορείτικη παράδοση. Ἔζησε μέ τό φρόνημα τοῦ μικροῦ, τοῦ ἁμαρτωλότερου πάντων ἀνθρώπων. Πολιτεύτηκε ὡς «τρελλός καί παράξενος», ὡς «ἀνύπαρκτος» καί «ἀπερριμμένος», ὡς περιθωριακός, ὡς νεκρός καί «ἰδού ζῶν»2. Ὁ Γέροντας Παΐσιος, ὁ μεγάλος ἀσκητής τῆς Παναγούδας τόν ἐκτιμοῦσε καί τόν θαύμαζε. Ὁ Γέροντας Εὐθύμιος Βιγλολαυριώτης· αὐτός, τό «μικρό παιδίον» τῆς Βασιλείας... Ἔζησε στούς «τελευταίους» χρόνους... Τούς ἀποκαλυπτικούς, τούς «ἐσχάτους»... Θεωροῦσε τόν ἑαυτόν του «ἀξιογέλαστο», «ἀνάξιο τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς»... Κράτησε αὐστηρά τήν ἁγιορείτικη παράδοση μαζί μέ κάποιους ἄλλους «τελευταίους»... Ἀνήκει σ’ αὐτούς, πού «θά εἶναι πρῶτοι στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ»3... Μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, μία ἀτελή καί πτωχή ἀναφορά στόν ἀφανή αὐτόν «ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ», δι’ εὐχῶν τοῦ Γέροντός μας π. Μαξίμου, καταθέτουμε κι ἐμεῖς. Ἕνα χρέος καί μία «ὑπακοή» ἐκπληρώνοντες, παραδίδουμε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τό φτωχό μας πόνημα: Ὅ,τι μπορέσαμε νά θυμηθοῦμε ἀπό προσωπικές συναντήσεις καθώς καί ὅ,τι συλλέξαμε ἀπό ἄλλους (Μοναχούς καί λαϊκούς), σχετικά μέ τόν μακαριστό Γέροντα Εὐθύμιο· τόν ταπεινό, ἀκενόδοξο καί ἄκρως ἀσκητικό Ἀθωνίτη Μοναχό, ἕναν σύγχρονο «διά Χριστόν σαλό». Κάποιοι δέν τόν παραδέχονταν σάν τέτοιο καί ἴσως τόν κατηγοροῦσαν. Χάρηκα ὅταν διαπίστωσα τήν ἐκτίμηση καί τόν θαυμασμό τοῦ μακαριστοῦ σύγχρονου ἁγίου Γέροντα Παΐσιου γι’ αὐτόν. Ὁ μεγάλος αὐτός σύγχρονος ἀσκητής μιλοῦσε με πολύ ἐπαινετικά λόγια γιά τόν Γέροντα Εὐθύμιο καί μάλιστα τόν κατέτασσε στούς κατά 1 Ὁ χαρακτηρισμός ἀνήκει στόν σεβαστό Γέροντά μας π. Μάξιμο Ψιλόπουλο, πού ἀσκήθηκε γιά πολλά χρόνια στό Ἅγιον Ὄρος καί γνώρισε προσωπικά τόν Γέροντα Εὐθύμιο. 2 Βλ. Ἀποκ. 2, 18: «ἐγενόμην νεκρὸς καὶ ἰδοὺ ζῶν εἰμι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». 3 Πρβλ. τόν λόγο τοῦ Κυρίου στό Ματθ. 19, 30: «Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι πρῶτοι». 6
Χριστόν Σαλούς, σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία συγχρόνου Ἐπισκόπου4. Συνομιλώντας μέ τόν ἴδιο αὐτόν Ἐπίσκοπο τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι ὁ Γερο - Εὐθύμιος βρισκόταν σέ «ὑψηλό ἐπίπεδο πνευματικῆς ζωῆς»5. 4 Ἡ μαρτυρία ὑπάρχει κατατεθημένη στό: Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, «Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ», Ἱερά Μονή Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, Β΄ ἔκδοση, Λεβαδειά 2007, σελ. 277. 5 Ὅ. π., σελ. 277. 7
Σκοπός τῆς παρούσης φτωχῆς συγγραφῆς εἶναι ἡ πνευματική οἰκοδομή ὅλων μας καί ἡ δόξα τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ Μας, τοῦ «Δοξαζομένου ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ»6. Ἄν ἡ παροῦσα ἐξιστόρηση συμβάλλει ἔστω καί κατ’ ἐλάχιστον στόν πνευματικό σας ἀγῶνα, παρακαλῶ εὔχεστε γιά τόν Γέροντά μας Ἀρχιμανδρίτη Μάξιμο, γιά ὅλους τούς Ἁγιορεῖτες Πατέρες καί τελευταῖα γιά μένα. Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης 6 Πρβλ. τό λόγο τοῦ Ἁγίου Παύλου στήν Β΄Πρός Θεσσαλονικεῖς κεφ. Α΄ στ. 11, ὅπου λέγει ὅτι ὁ Κύριος κατά τήν Β΄ Παρουσία Του θά «ἔλθῃ ἐνδοξασθῆναι ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ καὶ θαυμασθῆναι ἐν πᾶσιν τοῖς πιστεύσασιν». 8
ΚΑΤΑΓΩΓΗ - ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ Γομάτι. Τό τάξιμο τῆς μάνας. Ὁ Γέροντας Εὐθύμιος κατήγετο ἀπό τό χωριό Γομάτι τῆς Χαλκιδικῆς. Τό μικρό αὐτό χωριό7 βρίσκεται κοντά στήν Ἱερισσό, στήν Οὐρανούπολη καί στό Ἅγιον Ὄρος. Τό βαπτιστικό (κοσμικό) του ὄνομα ἦταν Ἀστέριος (Στέργιος) καί τό ἐπώνυμό του Παπουτσῆς. Γεννήθηκε στά 1915. Κοιμήθηκε τά μεσάνυχτα τῆς 9ης Ἰουλίου 2004 στήν Ἱ.Μ. Μεγίστης Λαύρας. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἀθανάσιος καί ἡ μητέρα του Ἑλένη. Ἦταν ὁ τρίτος ἀπό τά ἑπτά ἀδέλφια τῆς οἰκογένειας, τά ὁποῖα ἀπέκτησε ὁ Ἀθανάσιος μέ τήν Ἑλένη8. Ὁ πατέρας9 του εἶχε, σέ κάποια μεταξύ τους παρεξήγηση, καταραστεῖ τήν σύζυγό του. Εἶχε πεῖ στήν μητέρα τοῦ μικροῦ Στέργιου 7 Σήμερα ἔχει γύρω στούς 600 κατοίκους καί βρίσκεται σέ ὑψόμετρο 120 μ. πάνω ἀπό τή θάλασσα. 8 Πολλές ἀπό τίς πληροφορίες ἀντλήσαμε ἀπό τήν ἀδελφή τοῦ Γέροντα, Αἰκατερίνα Πασχαλᾶ, πού τώρα ζεῖ στή Μ. Παναγία καί εἶναι 87 ἐτῶν (γεννήθηκε τό 1922). 9 Ὁ πατέρας του σύναψε δεύτερο γάμο (μετά τόν θάνατο τῆς συζύγου του Ἑλένης). 9
(καί μετέπειτα π. Εὐθυμίου Ἁγιορείτου) ὅταν αὐτή τόν εἶχε ἀκόμη στά σπλάχνα της: -«Μ’ αὐτό, πού ἔχεις νά σκάσεις» (δηλ. ἐσύ καί τό ἔμβρυο). Κατά παραχώρηση Θεοῦ φαίνεται ἡ κατάρα «ἔπιασε»... Στή γέννα ἡ μητέρα εἶχε μεγάλη δυσκολία. Μέσα στή μεγάλη της ἀγωνία, ἡ Ἑλένη «ἔταξε» τό παιδί: -«Εἴτε ἀγόρι εἶναι, εἴτε κορίτσι, νά γίνει καλόγερος ἤ καλογριά ἀντίστοιχα». Ὁ πατέρας, ἐν τῷ μεταξύ, μπροστά στή δυσκολία τῆς γέννας μετάνοιωσε καί ζήτησε συγγνώμη. Τό παιδί τελικά γεννήθηκε, μέ πολύ δυσκολία, «μαῦρο» (προφανῶς ἐξ αἰτίας τῆς ἔλλειψης ὀξυγόνου). Μετά ἀπό χρόνια, ὁ πατέρας ἐκμυστηρεύτηκε στό Στέργιο, ὅτι ἡ μητέρα του τόν εἶχε «τάξει» νά γίνει καλόγερος. Μόλις τό ἄκουσε ὁ Στέργιος, τό ἀποφάσισε ἀμέσως: «Κάποτε, θά ἔφευγε γιά νά μονάσει στό Ἅγιο Ὄρος ἐκπληρώνοντας τό τάμα τῆς μητέρας του». Ἡ μητέρα του Ἑλένη ἐκοιμήθη ὅταν ὁ Στέργιος ἦταν 13 ἐτῶν τό 1935. 10
Τοῦ ἄρεσε ἡ ἡσυχία, ἡ νηστεία καί ἡ προσευχή. Μικρός πῆγε στό σχολεῖο ὅπου ἀρίστευσε. Βοηθοῦσε καί τά ἄλλα παιδιά. Χαρακτηριστικά, θυμᾶται ἡ ἀδερφή του, ὅτι ἦταν πάντα πρόθυμος νά βοηθήσει τά ἄλλα παιδιά στήν ἀριθμητική καί ἰδιαίτερα στήν διαίρεση. Τέλειωσε τό Δημοτικό. Μερικά χρόνια ἀργότερα ἄρχισαν τά «προξενειά». Τοῦ πρότειναν διάφορες νύφες, ἀλλά ἐκεῖνος ἀρνιόταν. Ὅλη τήν ἡμέρα ἔβοσκε τά γίδια στό βουνό καί εἶχε μεγάλη κλίση στά «θρησκευτικά», στίς νηστεῖες καί στίς προσευχές. Παρ΄ ὅλο πού εἶχε γίδια, ἐργασία πάρα πολύ δύσκολη, - καί θά μποροῦσε ὅποτε ἤθελε νά τρώγει τυροκομικά - ποτέ δέν ἤπιε γάλα Τετάρτη ἤ Παρασκευή. Ἦταν ἀκέραιος σάν χαρακτήρας καί πάντα συμβούλευε σωστά τους ἄλλους: Ὅπως θυμᾶται ἡ ἀδελφή του ἀνάμεσα στά ἄλλα τούς ἔλεγε: -«Ὅταν ὑπάρχει κάπου φασαρία, τσακωμός, νά φεύγετε. Μετά θά σᾶς ρωτᾶνε «ποιός ἔφταιξε, τί ἔγινε;». Θά βρίσκεστε μπερδεμένοι». Τοῦ ἄρεσε ἡ ἡσυχία, ἡ νηστεία καί ἡ προσευχή. Ὅλα αὐτά μᾶς θυμίζουν αὐτά πού γράφονται στόν βίο τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου τοῦ Μεγάλου: «Ὁ Ἀρσένιος μισοῦσε τήν δόξα καί τήν θεωροῦσε σάν σκύβαλα. Ἀγαποῦσε τόν Θεό καί ποθοῦσε τήν μοναχική πολιτεία. Γι’ αὐτό καί παρακαλοῦσε κάθε ἡμέρα τόν Κύριο νά ἱκανοποιήσει τό αἴτημά του. Παρευθύς ἀκούει ἀπό ἄνω μία φωνή 11
ἡ ὁποία ἔλεγε: «Ἀρσένιε φεῦγε ἀπό τούς ἀνθρώπους καί ἔτσι σώζεσαι»10. Τά μέλη τῆς οἰκογένειάς του εἶχαν εὐλάβεια. Κοινωνοῦσαν ἔπειτα ἀπό νηστεία. Γιά ἐξομολόγηση δέν ἤξεραν ὅπως καί οἱ περισσότεροι ἁπλοί ἄνθρωποι ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. 10 Βλ. Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τόμος Γ΄, Συναξάρι τῆς 8ης Μαΐου, Ἐκδόσεις δόμος, 2005. 12
ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΟ Στό στρατό ὑπηρέτησε ὡς κληρωτός, γιά μακρύ χρονικό διάστημα (5- 6 χρόνια). Συνέπεσε νά εἶναι τότε ὁ πόλεμος μέ τούς Ἰταλούς, τούς Γερμανούς. Κατόπιν ἦρθε τό ΕΛΑΣ καί μετά ὁ ἐμφύλιος. Ὑπέφερε πάρα πολλά στό στρατό. Ἦταν λοχίας. Ἡ Παναγία ὅμως τόν φύλαξε ζωντανό. Σέ μία μάχη παρόλο πού βομβάρδισαν τό λόχο του, αὐτός σώθηκε πηγαίνοντας κάτω ἀπό κάποιους βράχους. Τραυματίστηκε μόνον λίγο στό πρόσωπο ἀπό τό βράχο. Ταλαιπωρήθηκε στόν πόλεμο πολύ. Ἦταν Χριστούγεννα καί δέν εἶχε τίποτε (σάν λοχίας) νά δώσει στούς φαντάρους του, ἐκτός ἀπό μία χούφτα σταφίδες. Ἔπαθε κρυοπαγήματα, ἀλλά τελικά ἡ Παναγία τόν ἔκανε καλά καί ἀπό αὐτά. Σέ κάποια περίσταση, ἀντιμετώπισε θανάσιμο κίνδυνο. Ἔπεσε σέ ἐνέδρα ἐνῶ πῆγε νά πιεῖ νερό. Βρέθηκε περικυκλωμένος ἀπό ἀντάρτες, οἱ ὁποῖοι τόν πυροβολοῦσαν. Οἱ σφαῖρες ὅμως δέν τόν ἔπιαναν. Εἶχε πάντα ἐπάνω του τήν Ἁγία Ἐπιστολή. Ὅταν τό 1947 ἀπολύθηκε, ἀνακοίνωσε στούς δικούς του ὅτι θά πάει στό Ἅγιον Ὄρος. Ἡ ἀδελφή του Αἰκατερίνη ἄρχισε νά κλαίει καί τοῦ ἔλεγε νά μείνει. Τόν ζητοῦσε μάλιστα τότε11, νά τόν παντρευτεῖ καί μία κοπέλα ἀπό τήν Οὐρανούπολη, κόρη τοῦ ἱερέως. Ἐκεῖνος καταφρονόντας τόν κόσμο καί τά τοῦ κόσμου ἦταν ἀμετάπειστος. Ἔλεγε ὅτι ἀφοῦ εἶμαι «ταμένος» ἀπό τήν μητέρα μου, πρέπει νά ἐκπληρώσω τό τάμα της. Ἔφυγε τό 1948. Προηγουμένως πούλησε κάποια ἀπό τά ζῶα του καί πῆρε 30 χρυσές λίρες. Ἔδωσε τίς 5 στόν πατέρα του καί τίς ὑπόλοιπες στό Μοναστῆρι πού πῆγε γιά νά ἐγκαταβιώσει, στή Ἱερά Μονή Κωσταμονίτου. 11 Σύμφωνα μέ τήν διήγηση τῆς ἀδελφῆς του. 13
. ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΖΩΗ 14
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΩΣΤΑΜΟΝΙΤΟΥ Πρῶτα μοναχικά βήματα Εἰσέρχεται στό Ἅγιον Ὄρος στά 1948 καί δέν ξαναβγαίνει ποτέ. Εικόνα 1 Ἀεροφωτογραφία τοῦ Ἁγίου Ὄρους Συνολικά ἔζησε στό Ἅγιον Ὄρος χωρίς νά βγεῖ ποτέ στόν κόσμο γιά 56 ὁλόκληρα χρόνια. Πρώτη ἀσκητική του παλαίστρα γίνεται τό Μοναστήρι τοῦ Κωσταμονίτου ὅπου καί μένει γιά περίπου 5 χρόνια. Ἐκεῖ πρέπει νά ἔγινε ἡ μοναχική κουρά του στά 1952. Εικόνα 2 Ἱερά Μονή Κωσταμονίτου Ὅμως τό Μοναστῆρι μέ τήν πολλή μέριμνα (ὅπως συνήθως συμβαίνει σ’ ἕνα Κοινόβιο) δέν τόν ἀνέπαυε. Ὁ θόρυβος τόν κούραζε. Ἡ νηστεία δέν γινόταν ἄνετα. Ἐκεῖνος ποθοῦσε τόν μονήρη βίο, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί μάλιστα τοῦ «Κλίμακα»12. Ὁ «Κλίμακας» ἐπίσης, ὅπως μοῦ ἔλεγε, τοῦ ἔδωσε τό ἔναυσμα γιά νά φύγει 12 Ἔτσι ἀποκαλοῦσε τό κλασσικό ἀσκητικό βιβλίο τῆς «Κλίμακος» πού ἔχει συγγράψει ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης. 15
ἀπό τήν μονή τῆς μετανοίας του, τήν Ἱ.Μ. Κωσταμονίτου καί νά κατευθυνθεῖ πρός τήν ἔρημο. ΒΙΓΛΑ Ἡ ἁγιορείτικη «ἔρημος». 16
Εικόνα 3 Ἀεροφωτογραφία τῆς Βίγλας Φεύγει ἀπό τήν Ἱ.Μ. Κωσταμονίτου, μέ εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου της καί κατευθύνεται πρός τήν Ἁγιορείτικη Ἔρημο. Ὡς Ἔρημος στό Ἅγιο Ὄρος ὁρίζεται ἡ περιοχή μεταξύ τῆς Ἱ.Μ. Μ. Λαύρας καί τῆς Ἱ. Μ. Ἁγίου Παύλου. Περιλαμβάνει μόνο μικρά κελλιά, καλύβες καί σκῆτες χωρίς κανένα μεγάλο Κοινόβιο. Ὀνομάζεται Ἔρημος ὄχι διότι εἶναι ἐρημική ὅπως ἡ Σαχάρα, ἀλλά διότι εἶναι στερημένη (ἔρημη) ἀπό μεγάλα σύνολα ἀνθρώπων (Μοναχῶν). Σ’ αὐτήν τήν περιοχή τοῦ Ἁγίου Ὄρους πού θεωρεῖται τό Ἱερό Βῆμα Του13,καλλιεργεῖται κατ’ ἐξοχήν ἡ ἡσυχαστική-ἀναχωρητική ζωή, δηλ: α) ὑπακοή στόν Γέροντα, β) ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, γ) ἐργόχειρο, πού νά μήν δημιουργεῖ περισπασμό, δ) λιγότερες ὧρες ἀκολουθιῶν στήν Ἐκκλησία, σέ ἀντίθεση μέ ὅ,τι συμβαίνει στά μεγάλα Κοινόβια. Οἱ πατέρες, εἴτε ζοῦν μόνοι τους, εἴτε σέ μικρές κοινοβιακές ἀδελφότητες. Δύο-τρεῖς πατέρες καί ὁ Γέροντας εἶναι ἡ συνήθης σύνθεση τῶν κοινοβίων τῆς Ἐρήμου. Τό ἐργόχειρο εἶναι ἡ ἁγιογραφία, τά ξυλόγλυπτα, τό λιβάνι κ. ἄ. Συνήθως ὑπάρχει καί ὁ λαχανόκηπος. Τά Κελλιά ἔχουν συνήθως καί πεζούλια μέ ἐλαιόδενδρα, καρυδιές καί λαχανόκηπο. Ὁ γερο-Εὐθύμιος ἀφοῦ μελέτησε τά ἀσκητικά συγγράμματα καί μάλιστα τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακας, πόθησε τήν ἀκρότατη ἄσκηση, 13 Ἄν θεωρήσουμε ὅλο τό Ἅγιον Ὄρος σάν μία τεράστια Ἐκκλησία-Ναό τότε: Α)Τό Ἱερό Βῆμα του εἶναι ἡ περιοχή τῆς Ἐρήμου. Β)Ὁ Κυρίως Ναός ἀντιστοιχεῖ στήν περιοχή ὅπου βρίσκονται τά εἴκοσι μεγάλα Κοινόβια Μοναστήρια καί Γ)Ὁ Νάρθηκάς του ἀντιστοιχεῖ στήν περιοχή πού ὁρίζεται ἀπό τά σύνορα τοῦ Ἁγίου Ὅρους μέχρι ἐκεῖ πού ἀρχίζουν τά πρῶτα μεγάλα Μοναστήρια (Χιλανδαρίου, Ἐσφιγμένου, Ζωγράφου). 17
τήν ἡσυχία, τήν σιωπή, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τήν μόνωση καί τό «ἀπερίσπαστον». Θέλησε νά ἐφαρμόσει τήν ὁδηγία τοῦ Θεοῦ πρός τόν Ὅσιο Ἀρσένιο τό Μεγάλο: «Ἀρσένιε φεῦγε, σιώπα, ἡσύχαζε καί ἔτσι σώζεσαι»14. Ἔρχεται στήν ἀσκητικότατη καί ἡσυχαστικότατη περιοχή τῆς Βίγλας καί ἐγκαταβιώνει στό Ἱερό Ἡσυχαστήριο τῶν Ἁγίων Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ. Ὑποτάσσεται στόν Γέροντα τοῦ Ἡσυχαστηρίου τόν Γέροντα Βαρλαάμ ὁ ὁποῖος ἦταν σπουδαῖος ἡσυχαστής. Ἦταν τόσο ὀνομαστός ὁ Γερο- Βαρλαάμ πού ἥλκυσε καί τόν νεαρό τότε π. Παΐσιο, ὁ ὁποῖος ζήτησε νά ἐγκαταβιώσει μαζί του. Ὁ διακριτικός Γέροντας Βαρλαάμ, πού εἶχε ἤδη ὡς ὑποτακτικό του τόν π. Εὐθύμιο, τόν συμβούλεψε (τόν μετέπειτα ὀνομαστό καί ἅγιο ἀσκητή π. Παΐσιο) νά ἀναζητήσει ἄλλον Γέροντα, πού νά εἶναι μόνος του ὥστε νά μπορεῖ νά προχωρήσει περισσότερο ἀπροσκοπτα στήν ἡσυχαστική ζωή. Ἔτσι ὁ Γέροντας Παΐσιος δέν ἔμεινε τότε στήν Βίγλα. Ἡ ἀπόσταση τοῦ Ἡσυχαστηρίου τῶν ἁγίων Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ ἀπό τήν Ἱ. Μ. Μ. Λαύρας εἶναι περίπου μία ὥρα (μέ τά πόδια). Ἡ εὐρύτερη περιοχή τῆς Βίγλας βρίσκεται στό νότια ἄκρο τῆς Ἀθωνικῆς χερσονήσου καί μοιάζει μέ ὀροπέδιο-μπαλκόνι πάνω ἀπό τήν θάλασσα. Τήν δέρνουν οἱ ἄνεμοι ἀλύπητα. Τά σπιτάκια-καλύβες εἶναι χτισμένα μέσα σέ «γοῦβες»-κοιλώματα τῆς γῆς γιά νά προστατεύονται ὅσο εἶναι δυνατόν ἀπό τούς σφοδρούς ἀνέμους. Τό νοτιώτατο ἄκρο τῆς Βίγλας φιλοξενεῖ τὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ τό ὁποῖο σχεδόν «κρέμεται» στήν ἄκρη τοῦ βράχου. Τό Ἡσυχαστήριο αὐτό εὑρίσκεται σέ ὕψος 250μ. ἐπάνω ἀπὸ τὸ νοτιο-ἀνατολικὸ ἀκρωτήριο τῆς χερσονήσου τοῦ Ἄθωνος. Στὸ θαλάσσιο σημεῖο αὐτό, τὸ 492 π.Χ. ὁ Μαρδόνιος ἐκστρατεύοντας ἐναντίον τῆς Ἑλλάδας ἀπώλεσε τὸ ἓνα τρίτο τοῦ στόλου του, τριακόσια πλοῖα καὶ εἴκοσι χιλιάδες στρατό. Ὑποτακτικός 14 Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τόμος Γ΄, Συναξάρι τῆς 8ης Μαΐου, Ἐκδόσεις δόμος, 2005. 18
Φεύγοντας ἀπό τό μεγάλο Κοινόβιο τῆς Κωσταμονίτου δέν «σπεύδει» νά γίνει ἐρημίτης, «Γέροντας», ἡσυχαστής. Παρόλο πού ἀγαπᾶ τήν ἡσυχία, ἀκολουθεῖ τήν Πατερική γραμμή. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐμακάρισαν τήν ὑπακοή γιά ὅλους τούς Μονάζοντας, ἀλλά τήν ὅρισαν ὡς ἀπαραίτητο στάδιο γιά τούς νέους Μοναχούς. Πρίν κανείς προχωρήσει στό «βαφεῖον» (πού εἶναι ἡ ἡσυχαστική ζωή, κατά τήν ὁποία ὁ ἀσκητής «βάφεται» μέ τίς ἀρετές) πρέπει νά περάσει ἀπό τό «κναφεῖον»15,τό ὁποῖο εἶναι τό Κοινόβιο καί ἡ ὑπακοή σέ Γέροντα. Αὐτά καθαρίζουν τήν ψυχή τοῦ ἀρχάριου Μοναχοῦ ἀπό τά ποικίλα πάθη, τά ἐμπαθῆ θελήματα καί τό ὑψηλό φρόνημα. Γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας στόν 26ο Λόγο του περί Διακρίσεως εὐδιακρίτου: «Ἐμεῖς θεωροῦμε ὅτι δυὸ εἰδῶν καθαρισμοὶ ὑπάρχουν σὲ ὅσους «φρονοῦσι τὰ ἄνω», παίρνοντας παράδειγμα τοὺς δυὸ καθαρισμοὺς ποὺ χρησιμοποιοῦνται κάτω στὴν γῆ. Καὶ χαρακτηρίζομε κναφεῖον τὸ ἐν Κυρίῳ κοινόβιο, διότι ξύνει καὶ καθαρίζει τὸν ρύπο καὶ τὸ πάχος καὶ τὴν δυσμορφία τῆς ψυχῆς. Καὶ ὡς βαφεῖον θὰ ὠνομάζαμε τὴν ἀναχώρησι στὴν ἔρημο, διότι (βάφει μὲ οὐράνια χαρίσματα) ὅσες ψυχὲς ἐκαθαρίσθηκαν στὸ κοινόβιο ἀπὸ τὴν λαγνεία καὶ τὴν μνησικακία καὶ τὸν θυμό, καὶ ἔτσι ἀσπάσθηκαν τὴν ἡσυχαστικὴ ζωή»16. Ὁ νεαρός π. Εὐθύμιος δέν ἀναζητᾶ ἐρειπωμένο κελλί γιά νά «ἡσυχάσει», ἀλλά ἀκολουθεῖ τήν ἀπλανή ὁδό τῆς ὑπακοῆς. Ὑποτάσσεται στόν «θεό μετά τόν Θεόν»17 Πνευματικό του Ὁδηγό, προφανῶς μέ τέλειο τρόπο - ἄν κρίνουμε ἀπό τήν μετέπειτα ἄκρως συνεπή μοναχική του πορεία. Ὁ Γέροντάς του π. Βαρλαάμ τόν στήριξε καί τόν καθοδήγησε στά πρῶτα του μοναχικά βήματα στήν Ἔρημο. Σ’ αὐτήν τήν περίοδο τῆς ζωῆς του ἀναφέρεται καί τό ἀκόλουθο περιστατικό. Τό διηγήθηκε ὁ ἴδιος ὁ Γερο -Εὐθύμιος στόν Γέροντα Βλάσιο Βιγλιώτη: Τό «ὄνειρο » τοῦ Γέροντος Εὐθυμίου Βιγλιώτου «Μέ ἔστειλε ὁ Γέροντάς μου Βαρλαάμ γιά κάποια δουλειά στήν Μονή Σίμωνος Πέτρας. Τήν νύχτα διανυκτέρευσα ἐκεῖ. Τό βράδυ στόν ὕπνο μου βλέπω ὅτι εὑρισκόμουν στήν Καλύβη μας τῶν Ἁγίων Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ στήν Βίγλα. Βλέπω ὅτι βγαίνω ἀπό τήν Καλύβη καί κατευθύνομαι πρός τήν Καλύβη τῆς Ἁγίας Σκέπης, πού βρίσκεται παρα- 15 Τό λευκαντήριο τῶν ὑφασμάτων. 16 Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, Κλῖμαξ, Λόγος Εἰκοστός ἕκτος, Περί Διακρίσεως, Μέρος Δεύτερον (Περί Διακρίσεως εὐδιακρίτου) στ. 51, Ἔκδ. Ἱ.Μ. Παρακλήτου, 1978, σελ. 320-1. 17 Ἔτσι ἀποκαλεῖται ὁ Γέροντας στά ἀσκητικά συγγράμματα. 19
κάτω ἀπό μᾶς, γιά νά ἐπισκεφθῶ τάχα τόν Γέροντα Ἱερώνυμο. Μόλις ἄνοιξα τήν πόρτα τῆς Καλύβης του, βλέπω τόν Γέροντα Ἱερώνυμο κατά γῆς ξαπλωμένο. Καί λέγω μόνος μου: «Σκότωσαν τόν ἄνθρωπο!». Ἀκολούθως ξύπνησα. Ἀφοῦ ἑτοιμάστηκα ξεκίνησα μέ τά πόδια γιά τή Βίγλα. Πῆγα πεζοπορόντας μέχρι τήν Ἁγία Ἄννα ὁπότε ἄκουσα ἐκεῖ ὅτι τόν Γέροντα Ἱερώνυμο στήν Βίγλα τόν σκότωσε ἕνας ψυχασθενής Ἀρβανίτης, πού τόν εἶχε δεχτεῖ σάν δόκιμο. Τούς εἶπα ὅτι αὐτό τό εἶδα τό περασμένο βράδυ στόν ὕπνο μου, ἀλλά δέν ἔδωσα σημασία. Νά ὅμως πού βγῆκε ἀληθινό. Τά ἴδια εἶπα καί στόν Γέροντά μου. Ἐκεῖνος ἀκούγοντάς τα δόξασε τρεῖς φορές τόν Θεό». «Ὡς στρουθίον μονάζον ἐπί δώματος». Τά χρόνια περνοῦν μέσα σέ ἀσκητικούς κόπους. Ὁ Γέροντας Βαρλάμ ἐκοιμήθη καί ὁ π. Εὐθύμιος μένει πλέον μόνος στό Ἡσυχαστήριο τῶν Ἁγίων Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ ὀργανώνοντας ὅσο μποροῦσε πιό ἡσυχαστικά τήν ζωή του: Ἐγκλεισμός, συνεχής προσευχή, σιωπή, ἀπομόνωση, ἄκρα νηστεία, πολλή σωματική ἐργασία καί ...κάποιες διά Χριστόν παραξενιές - τρέλλες... Κάνει πολλές φορές τόν θυμωμένο, τόν θιγμένο, τόν παρεξηγημένο... Τό ἀποτέλεσμα εἶναι οἱ πλεῖστοι νά τόν ἀποφεύγουν ὡς «παράξενο». Συνάμα ἀποξενώνεται ἀπό τούς κατά σάρκα συγγενεῖς του. Ἐξασφαλίζει ἔτσι πολλή ἡσυχία γιά ἄσκηση καί προσευχή. 20
Ἡ ξενιτεία του Ὁ γερο-Εὐθύμιος ζεῖ στήν καλύβη τῶν «Ἁγίων Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ», μία γνήσια Μοναχική ζωή. Σχεδόν σέ πλήρη ἀπομόνωση. Σπάνια δεχόταν ἐπισκέψεις. Ἀκόμη καί ἄν χτυποῦσες πολύ δυνατά τήν πόρτα... Στό μονοπάτι ἄν τόν συναντοῦσες, ἴσως ἔπιανες λίγο κουβέντα μαζί του. Συχνά ἐξέπληττε τούς πατέρες καί τούς προσκυνητές μέ τίς «τρέλλες» του. Ζοῦσε σάν σχεδόν ἄγνωστος-ἀνύπαρκτος γιά τούς περισσότερους. Οἱ κοσμικοί συγγενεῖς του ἐπίσης, εἶχαν χάσει κάθε ἐπικοινωνία μαζί του. Δέν τούς ἔγραφε. Οὔτε καί μέ τήν ἀδελφή του Αἰκατερίνα εἶχε ἀλληλογραφία, ἄν καί ὑπῆρχε πολύ ἀδελφική ἀγάπη καί συμπόνοια μεταξύ τους. Ὅσο ἦταν ἀκόμη στόν κόσμο, ἐκείνη τόν βοηθοῦσε στά ζῶα μέ πολλή προθυμία. Ὅμως, ἀφότου ἔγινε μοναχός, τῆς φερόταν καί αὐτῆς σύμφωνα μέ τά μοναχικά θέσμια. Τόση ἦταν ἡ ἔλλειψη ἐπικοινωνίας μέ τούς δικούς του, πού γιά κάποιο διάστημα, ἀπό λανθασμένη πληροφορία, ἡ ἀδερφή18 του ἔγραφε τό ὄνομά του στά «ψυχοχάρτια» μαζί μέ τούς κεκοιμημένους. Ἡ ἀποξένωση ἀπό ὅλους γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ μας- ἡ ξενιτεία- εἶναι μεγάλη ἀρετή. Βοηθεῖ πολύ στήν ἀμεριμνία καί στό «ἀπερίσπαστον». Χωρίς αὐτά δέν κατορθώνεται καθαρά προσευχή καί σωστή ἐσωτερική καρδιακή ἐργασία. Ὁ Γέροντας τά γνώριζε αὐτά ἀπό τίς μελέτες του στά Πατερικά βιβλία (Φιλοκαλία, Εὐεργετινός). Ἡ «ἀπροσπάθεια»19 στούς συγγενεῖς του. Σύμφωνα μέ τά μοναχικά θέσμια, ὁ Μοναχός «ἀφήνει»20 τούς σαρκικούς συγγενεῖς του καί μπαίνει στήν «μεγάλη οἰκογένεια» τοῦ Θεοῦ, 18 Αὐτή ἡ ἀδελφή του τώρα ζεῖ στήν Μ. Παναγία Χαλκιδικῆς καί εἶναι 88 ἐτῶν. Στό Γομάτι ζεῖ ὁ ἀνηψιός τοῦ γέροντα Δημήτρης Πασχαλᾶς καί ἔχει ζαχαροπλαστεῖο πού βρίσκεται στήν κεντρική πλατεῖα τοῦ χωριοῦ. 19 Μοναχικός ὅρος πού σημαίνει τήν ἀπουσία ἐμπαθοῦς προσκόλλησης σέ πρόσωπο ἤ πρᾶγμα. Ὁ Χριστιανός θά πρέπει νά ἔχει ἀπροσπάθεια σέ κάθε τί, εἴτε ὑλικό εἴτε πνευματικό, πρόσωπο ἤ πρᾶγμα. Θά πρέπει μόνο στόν Θεό νά προσκολλᾶται μέ ὅλην του τήν ψυχοσωματική ὕπαρξη καί πουθενά ἀλλοῦ. 20 Σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστιν μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστιν μου ἄξιος» (Ματθ. 10, 37). Χαρακτηριστικό εἶναι καί τό περιστατικό μέ τόν νέο πού ἤθελε νά θάψει τόν 21
πού εἶναι ὅλη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Τήν «μικρή του οἰκογένεια», τούς σαρκικούς του συγγενεῖς, τούς ἐμπιστεύεται στήν Θεία Πρόνοια. Ὁ Γέροντας Εὐθύμιος τήρησε στό ἀκέραιο αὐτήν τήν ἀρετή τῆς ξενιτείας καί τῆς ἀπροσπάθειας πρός τούς σαρκικούς συγγενεῖς του. Ὅταν βρισκόταν στήν Βίγλα καί ἀσκήτευε, ἐκεῖ πληροφορήθηκε ἕνα τραγικό συμβάν, πού σχετιζόταν μέ τήν ἀδελφή του Αἰκατερίνη, τήν ὁποία ἀγαποῦσε πολύ: Ἡ ἀδερφή του εἶχε μείνει χήρα μέ 4 παιδιά (ἦταν τό 1958) καί συνάμα ἔπρεπε νά ξεπληρώσει ἕνα τεράστιο γιά τήν ἐποχή χρέος (11.000 δρχ.). Τά παιδιά ἦταν μικρά. Τό πρῶτο ἦταν ἕνα κορίτσι 12 ἐτῶν καί τό τέταρτο ἦταν 3 ἐτῶν. Τῆς γράφει γράμμα γιά νά τῆς συμπαρασταθεῖ. Σ’ αὐτό τήν προσφωνεῖ: «Τέκνον τοῦ Θεοῦ» καί ὄχι «Πολυαγαπημένη μου Ἀδελφή μου Αἰκατερίνα» ὡς συνήθως, ἐφ’ ὅσον τώρα ἦταν μοναχός καί δέν εἶχε σαρκικούς συγγενεῖς. Φαίνεται ἐδῶ ἡ τέλεια τήρηση τῆς μοναχικῆς ὑπόσχεσης γιά πλήρη αὐταπάρνηση καί ἀποταγή. Γιά τόν μοναχό οἱ σαρκικοί συγγενεῖς (ὅπως βλέπουμε καί στόν βίο τοῦ θεμελιωτοῦ τοῦ Κοινοβιακοῦ Μοναχισμοῦ Ὁσίου Παχωμίου τοῦ Μεγάλου), εἶναι σέ κοινωνία μαζί του ἐφ’ ὅσον ἔχουν καί τό ἴδιο πνεῦμα μ’ αὐτόν. πατέρα του πρίν γίνει μαθητής τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε: «Ἀκολούθει μοι͵ καὶ ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς» (Ματθ. 8, 22). 22
Τοῦτο ἄλλωστε διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή γενικά γιά ὅλους τούς χριστιανούς. Εἰδικά ὁ μοναχός ὀφείλει νά εἶναι προσκολλημένος συνεχῶς στόν Κύριο καί νά Τόν ἀγαπᾶ «ἐξ ὅλης καρδίας του καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς του καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας του καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος του»21. Δέν θά πρέπει νά ἔχει «προσπάθεια», δηλ. ἐμπαθῆ προσκόλληση στούς σαρκικούς συγγενεῖς του, ἀλλά οὔτε καί σέ κανέναν ἄλλο ἄνθρωπο. Ὁ γέροντας Εὐθύμιος ἔγραφε στήν ἀδελφή του ὅτι πληροφορήθηκε γιά τό χρέος της, ἀλλά πρός τό παρόν δέν μποροῦσε νά τήν βοηθήσει. -«Ὅμως», συνέχισε «θά πηγαίνω στή Μ. Λαύρα νά ψέλνω καί ὅ,τι μοῦ δίνουν22 θά τά συγκεντρώσω καί θά στά στείλω γιά τό χρέος». Μάζεψε, μετά ἀπό κάποιο χρόνο, 3000 δρχ. σέ 20άρικα καί τῆς τά ἔστειλε στήν Ἰερισσό, χωρίς καμμιά προηγούμενη εἰδοποίηση, μέ ταχυδρομική ἐπιταγή. Ἐκείνη ἐξεπλάγη, διότι δέν περίμενε βοήθεια ἀπό κανένα. Σάν ἀνταπόδωση τοῦ ἑτοίμασε ἕνα δέμα (κάλτσες, φανέλλες, παπούτσια, καραμέλλες) καί τοῦ τά ἔστειλε. Ἑκούσιος αὐτοεξευτελισμός, «διά Χριστόν τρέλλες». Ζώντας στή Βίγλα ἐξευτέλιζε ἐπίτηδες τόν ἑαυτό του συστηματικά. Στήν Μ. Λαύρα ὅταν πήγαινε σάν ἐπισκέπτης (ἐνῶ ἡσύχαζε ἀκόμη στήν ἔρημο τῆς Βίγλας) καθώς καί στά διάφορα πανηγύρια, ἔτρωγε πάρα πολύ. Τό ἔκανε αὐτό, γιά νά μήν καταλαβαίνουν τήν ἀρετή του, τήν μεγάλη νηστεία του, τήν ὁποία ἀσκοῦσε ὅταν ἦταν μόνος του. Φοροῦσε ἕνα χιλιομπαλωμένο ζωστικό, ραμμένο μέ σακκοράφα καί ἕνα ράσο βρώμικο. Τό ἴδιο βρώμικα ἦταν τό ζωστικό του καί τό κουκούλι του. Ὁ σκοῦφος του ἦταν πολλῶν δεκαετιῶν, ξεβαμμένος· ἴσως ἦταν αὐτός πού τοῦ δόθηκε ὅταν ἔλαβε τό μοναχικό σχῆμα. Τά κάποια παπούτσια πού φοροῦσε, ἦταν ἀπορίας ἄξιο πῶς δέν ἔφευγαν ἀπό τά πόδια του. Ἔκρυβε ἔτσι, κάτω ἀπό τήν ἄθλια ἐξωτερική ἐμφάνιση τίς πολλές ἀρετές του, ἀφοῦ προκαλοῦσε τήν ἀηδία καί τήν ἀποστροφή. Ἡ νηστεία του 21 Μαρκ. 12, 30. 22 Τοῦ ἔδιναν κάθε φορά 20 δραχμές. 23
Ζοῦσε σχεδόν χωρίς τροφή. Τό μόνο, πού ὑπῆρχε συνήθως στό κελλί του ἦταν τσάϊ ἁγιορείτικο, παξιμάδι καί ζάχαρη. Αὐτά τά ἔπαιρνε σάν μισθό γιά τό «ψαλτικό»23 του, ἀπό τόν ἀρχοντάρη τῆς Λαύρας. Συνήθως ἔκανε «ἐννάτες»· δηλ. ἔτρωγε μετά τίς 3 τό ἀπόγευμα, μέ τήν Βυζαντινή ὥρα. Ἀσκοῦσε πάρα πολύ τή ἐγκράτεια στό φαγητό. Ἀναδείχθηκε ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους νηστευτές τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἡ νηστεία σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρας βοηθεῖ πάρα πολύ στό νά ἐλαττωθοῦν οἱ αἰσχροί λογισμοί καί μάλιστα οἱ σαρκικοί. Ὁ Γερο-Εὐθύμιος πολλές φορές νήστευε πιό αὐστηρά. Ἀπαρέγκλιτα ὅμως καθημερινά, τηροῦσε τουλάχιστον, τήν νηστεία τῆς «ἐννάτης», τρώγοντας μόνο μία φορά τήν ἡμέρα ἀργά τό ἀπόγευμα. Μάλιστα εἶχε καί μία δερμάτινη ζώνη εἰδική μέ τήν ὁποία ἔσφιγγε τήν μέση του. Τήν ἔβαζε ψηλά οὕτως ὥστε νά τοῦ σφίγγει τό στομάχι, μέ κάποιο στρογγυλό ξύλινο αὐγό, πού εἶχε μπροστά. Αὐτό ἔτσι τοποθετημένο ἔξω ἀπό τό στομάχι, τό πίεζε κάπως πρός τά μέσα, μέ ἀποτέλεσμα νά μήν πεινάει, νά ἀντέχει χωρίς φαγητό, μέχρι τήν καθορισμένη ὥρα, ἀργά τό ἀπόγευμα. Θυμᾶμαι πού μοῦ ἔλεγε ἐμφαντικά ὅτι τό πρωί δέν ἔτρωγε τίποτε, «οὔτε ἀντίδωρο». Ἡ ἀκρίβεια του στήν τήρηση τῆς νηστείας. Χαρακτηριστικά μοῦ διηγήθηκε ὅτι κάποτε εἶχε ἐπισκέπτες καί τούς τηγάνισε μανιτάρια, πού εἶχε συλλέξει ἀπό τό δάσος. -«Ἦταν πάτερ μου σάν συκωτάκια!» μοῦ λέει. Καί συνέχισε: «Κάθησα καί ἄρχισα νά τρώω μαζί τους. Σέ μία στιγμή κυττάω τό ρολόϊ. Δέν ἦταν ἀκόμη ὥρα γιά νά φάω (δέν ἦταν 9 μέ τό βυζαντινό)... Πω! Πω! Τί ἔπαθα!!!!» Ἄρχισε νά χτυπιέται.. .Χτυποῦσε τό μέτωπό του καί φώναζε μπροστά στούς ἀπορημένους φιλοξενουμένους του... Οἱ προσκυνητές δέν μποροῦσαν νά καταλάβουν... Τόν κοιτοῦσαν ἔκθαμβοι...Τόση ἀκρίβεια εἶχε!!! Ἀνυποχώρητη ἄσκηση καί ἀκενοδοξία Τό ἀνυποχώρητο τῆς ἄσκησής του καί ἡ ἀκραιφνής τήρηση τῶν μοναχικῶν του ἀρχῶν φαινόταν ἰδιαίτερα, ὅταν διάφοροι ὑποψήφιοι μοναχοί, ἤρχοντο γιά νά μείνουν μαζί του. Ἐπειδή εἶχε γίνει γνωστή ἡ ἀγωνιστικότητά του, πολλοί ἐπιδίωξαν νά γίνουν ὑποτακτικοί του. 23 Πήγαινε καί ἔψαλλε στό Καθολικό τίς Κυριακές καί τίς μεγάλες ἑορτές. Σάν ἀνταπόδοση ἔπαιρνε τήν «κουμπάνια» του, δηλ. ὅ,τι χρειαζόταν γιά τροφή. 24
Ὅμως ἡ σκληρή ἄσκηση καί ἡ σταθερότατη ἐφαρμογή ἑνός τόσο πολύ αὐστηροῦ μοναχικοῦ τυπικοῦ, ὅπως αὐτό πού εἶχε καθιερώσει ὁ Γέρο-Εὐθύμιος γιά τόν ἑαυτό του, τούς ἔκαναν γρήγορα νά ἀποχωροῦν. Κάποτε ἕνας εὐλαβής καί πανέξυπνος θεολόγος ἀπό τήν Ἀθήνα, θέλησε νά μείνει κοντά του. Ἐνῶ ὁ Γέροντας ὁδοιποροῦσε, τόν πλησίασε καί τοῦ εἶπε τό λογισμό του. Ὁ γερο-Εὐθύμιος προσπάθησε νά τόν ἀποφύγει. Τοῦ εἶπε ὅτι δέν δέχεται ὑποτακτικούς καί ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά ζήσει μαζί του. Ἐπίσης τοῦ εἶπε ὅτι ἀφοῦ εἶναι «γραμματιζούμενος» καί ἔχει χέρια «μπαμπακένια», θά ἔπρεπε νά μονάσει σέ κάποιο μεγάλο κοινόβιο. Τά πολλά ὅμως παρακάλια καί τά κλάματα τοῦ ὑποψήφιου ὑποτακτικοῦ, ἔπεισαν τόν Γέροντα νά τόν δεχτεῖ. -«Καλά, ἔλα νά δοκιμάσῃς πρῶτα καί ὕστερα βλέπουμε»24· τοῦ εἶπε. Ὁ ὑποτακτικός μέ χαρά ἄρχισε τούς μοναχικούς ἀγῶνες, ἀλλά γρήγορα ἐξαντλήθηκε. Οἱ πολύωρες προσευχές, οἱ πολλές στρωτές μετάνοιες, οἱ ὀρθοστασίες, τά ἐγερτήρια ἀπό τά μεσάνυχτα γιά τόν ὄρθρο, ἡ ὁλοήμερη σκληρή σωματική ἐργασία καί ἡ σχεδόν πλήρης ἀσιτία, τόν ἔκαναν νά λυγίσει. Ἔτσι στήν πρώτη του μετάβαση στή Λαύρα, παρήγγειλε τηλεφωνικά στούς συγγενεῖς του, χωρίς τήν εὐλογία τοῦ Γέροντά του, κάποια τρόφιμα. Σέ λίγες ἡμέρες κατέφθασε ἀπό τούς συγγενεῖς του ἕνα δέμα πλῆρες μέ φρυγανιές, ζυμαρικά, ρύζι, κονσέρβες, ὄσπρια. Τά κουβάλησε ὁ δόκιμος στό ἡσυχαστήριο καί ἄρχισε νά τά τακτοποιεῖ. Ὁ γερο-Εὐθύμιος εἶδε τό πρωτοφανές καί προσβλητικό γιά τό ἀσκητισμό του θέαμα καί ἔλυσε τήν σιωπή του: -«Τί εἶναι αὐτά;» ρώτησε. -«Μερικά ἁπλᾶ, φτωχικά καί ἀναγκαῖα πράγματα Γέροντα, γιά νά ἔχουμε νά τρῶμε κάτι». Ὁ Γέροντας δέν εἶπε ἀπολύτως τίποτε. Ἀπομακρύνθηκε ἀμέσως καί ἐπέστρεψε σέ δύο-τρία λεπτά κρατώντας ἕνα κομμάτι χαρτονιοῦ κομμένο ἀπό τά κιβώτια πού μόλις εἶχαν φθάσει.. Ἐπάνω του τό χαρτόνι ἔγραφε: ΜΑΖΕΨΕ ΤΑ ΟΛΑ ΚΑΙ ΦΥΓΕ. Ταράχθηκε ὁ ὑποτακτικός... ἄρχισε νά κλαίει καί νά ζητάει συγγνώμη, νά λέει «εὐλόγησον»... «θά τά ἐξαφανίσω»... κ.λ.π. Ὁ γερο- Εὐθύμιος ἀμίλητος συνέχιζε νά τοῦ δείχνει ἀποφασιστικά, μέ τεντωμένο τόν δείκτη τοῦ χεριοῦ του τήν ταμπέλα-ἐντολή, ἐνῶ ἀτένιζε ἀπό τό παράθυρο τοῦ ἡσυχαστηρίου του τό ἄπειρο... Τέλος ὁ «ἐπίδοξος» ἡσυχαστής-ὑποτακτικός ἀποχώρησε. 24 Τό περιστατικό εἶναι καταγραμμένο στό: Ἐπισκόπου Ροδοστόλου Χρυσοστόμου, Πόθος καί χάρις στόν Ἄθωνα, Ἅγιον Ὄρος 2000, σελ. 90. 25
Ἡ ψαλμωδία του Ἔψελνε μελωδικότατα. Κάθε Σαββατοκύριακο καί τίς μεγάλες ἑορτές πήγαινε στήν Ἱ.Μ. Μ. Λαύρας γιά νά κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καί νά ψάλλει. Ἦταν πολύ καλλίφωνος. Σάν κοσμικός ἔπαιζε ὡραιότατα βιολί καί τραγουδοῦσε ὑπέροχα. Ἀβαρής στούς ἄλλους Δέν ἤθελε νά γίνεται καθόλου βάρος σέ κανέναν, οὔτε στό Μοναστῆρι. Μία δυό φορές τό χρόνο πήγαινε στό Γραφεῖο τῆς Μονῆς καί ζητοῦσε χαρτιά γιά νά γράφει «κανένα γράμμα». Ποτέ δέν δεχόταν κανονικά χαρτιά, παρά μόνο αὐτά πού ἦταν ἄχρηστα, τσαλακωμένα, μουτζουρωμένα. Μέχρι ὁ ἀρχιγραμματέας ἤ οἱ ὑπογραμματεῖς βροῦν αὐτά, πού θά τοῦ ἄρεσαν γιά νά πάρει, ἐκεῖνος ἄδειαζε τά καλάθια τῶν ἀχρήστων καί τό περιεχόμενό τους τό ἔβαζε στίς τσέπες του25. 25 Πρβλ. Ἐπισκόπου Ροδοστόλου Χρυσοστόμου, Πρόσωπα καί δρώμενα στόν Ἄθωνα, Ἅγιον Ὄρος 2001, σελ. 409. 26
Ἡ ἅγια βία στόν ἑαυτό του. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε: «Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν»26. Ὁ π. Παΐσιος, μεγάλος σύγχρονος ἅγιος, πού τόν ἀγαποῦσε καί τόν τιμοῦσε πάρα πολύ. Ἔλεγε: -«Ἄν πάρεις ὅλους τούς σημερινούς ἀσκητές τῆς Βίγλας καί τούς στίψεις, ἕναν γερο- Εὐθύμιο δέν βγάζεις». Ἀσκοῦσε πάρα πολλή βία στόν ἑαυτό του. Ἀγρυπνοῦσε, νήστευε καί προσηύχετο. Ἦταν ἀπό τούς μεγαλύτερους Ἁγιορεῖτες νηστευτές. Ὅσο ζοῦσε στήν Βίγλα, πολλές φορές ἔκανε «συνεχόμενα τριήμερα», δηλ. γιά τρεῖς συνεχόμενες ἡμέρες δέν ἔτρωγε ἀπολύτως τίποτε. Μετά τήν τρίτη ἡμέρα ἔτρωγε καί ἄρχιζε καινούργιο «τριήμερο». Συγχρόνως ἔχτιζε πεζούλια. Δηλ. κουβαλοῦσε μεγάλες, βαρύτατες πέτρες καί βάζοντάς τες τήν μία πάνω στήν ἄλλη ἔφτιαχνε τοῖχο, ὁ ὁποῖος συγκρατοῦσε τό ἔδαφος τοῦ κήπου. Ζαλιζόταν ἀπό τήν τόσο βαρειά δουλειά καί ἔπεφτε κάτω λιπόθυμος... Συνερχόταν καί... -«Δόστου πάλι!»... μοῦ ἔλεγε. Ἔδωσε ὅλη του τήν προαίρεση στόν Θεό. Ἀκολουθώντας τό πατερικό: «Δός τῷ Θεῷ πρόθεσιν καί λαμβάνεις δύναμιν» ὁ Γέροντας δυνάμωνε μέ τήν Θεία Χάρη. Ἐπειδή δόθηκε ἀπόλυτα, 100% στόν Θεό, χωρίς κρατήματα, ἀναστολές, δισταγμούς καί φίλαυτη διάθεση γι’αὐτό καί «πλούτισε» παρά πολύ πνευματικά. «Ἔδωσε αἷμα καί ἔλαβε πνεῦμα»27. Ὅταν εἶχε πειρασμό, ἄφηνε τή δουλειά καί πήγαινε στό κελλάκι του, ὅπου εἶχε ἕνα τεράστιο χονδρό κομποσχοίνι. Ἔπιανε τό κομβοσχοίνι καί ἄρχιζε φωναχτά μέ ὅλη του τή δύναμη: -«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό!». Τραβοῦσε τούς χονδρούς κόμπους φωνάζοντας, μέχρι νά ὑποχωρήσει ὁ κακός λογισμός. Μεγάλοι ἀσκητικοί κόποι Ὁ Γέροντας κοπίαζε πάρα πολύ σωματικά. Εἶχε φαίνεται γερή «κράση» καί ἄντεχε στίς σωματικές ταλαιπωρίες πού γίνονται γιά νά δαμαστεῖ ἡ σάρκα, τό σαρκικό φρόνημα καί νά ὑποταχθεῖ στό πνεῦμα. Ἐργαζόταν στόν κῆπο του σκληρά. Κάποτε μοῦ διηγήθηκε ὅτι εἶχε παράγει μία μεγάλη ποσότητα ἀπό φακές πού τίς πῆγε μόνος του στό Μοναστῆρι. Ἀγαποῦσε τίς ὁδοιπορίες. Χαρακτηριστικά μοῦ ἔλεγε, ὅτι 26 Ματθ. 11, 12. 27 Ἀποφθέγματα, Ἀββᾶ Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου. 27
κουβαλοῦσε ἐπίτηδες τόν μεγάλο τορβᾶ του γεμᾶτο παξιμάδια, ἀπό τήν Ἱ. Μ. Ἁγίου Παύλου, μέ τά πόδια, ὡς τήν Βίγλα. -«Βγαίνουν τά περιττά ὑγρά» συμπλήρωνε χαριτολογώντας. Ὑπονοοῦσε τόν πολύ ἱδρῶτα πού ἔχυνε κατά τήν μακρά αὐτή ὁδοιπορία τῶν 4-5 ὡρῶν28. Σάν τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ Ὁ Γέροντας ἀναζητᾶ συνεχῶς τήν ἡσυχία. Ἐφευρίσκει τρόπους γιά ἄσκηση ἐνῶ συγχρόνως «ἐξαφανίζεται» ἀπό τό Κελλί του συχνά γιά ἀρκετό χρόνο. Τό Χειμῶνα τόν περνᾶ στό Ἡσυχαστήριο τῶν «Ἁγίων Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ», ἐνῶ τά καλοκαίρια μένει συνήθως στό ἐγκαταλελειμμένο Κελλί τοῦ Κύρ-Ἡσαΐου. Αὐτό τό Κελλί βρίσκεται πλησιέστερα πρός τό Μοναστήρι τῆς Λαύρας, σέ σχέση μέ τήν Βίγλα καί εἶναι δίπλα στό μονοπάτι πού ἔρχεται ἀπό τήν Ἁγία Ἄννα καί καταλήγει στή Μονή. Ἐκεῖ ζοῦσε στήν κυριολεξία σάν «τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ πού δέν σπέρνουν, οὔτε θερίζουν οὔτε συγκεντρώνουν σέ ἀποθῆκες καί ὁ Πατέρας 28Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος πού χρειάζεται κανείς γιά νά διανύσει τήν ἀπόσταση ἀπό τήν Ἁγίου Παύλου ἕως τήν Βίγλα. 28
ὁ Οὐράνιος τά τρέφει»29. Στό Κελλί αὐτό ὑπῆρχαν λίγες καρυδιές, κορομηλιές, συκιές, σταφύλια, ξυνόμουρα, βατόμουρα, δαμάσκηνα καί ἄλλα φροῦτα, μέ τά ὁποῖα τρεφόταν. Ἔτσι περνοῦσε ὅλο τό Καλοκαίρι καί τό Φθινόπωρο. Νερό ἐκείνους τούς μῆνες ἔπινε ἀπό τήν πηγή πού εἶναι κοντά στοῦ «Κύρ-Ἡσαΐου». Τό Κελλί αὐτό τοῦ ἄρεσε πολύ καί ἤθελε κάποτε νά φτιάξει ἐκεῖ ἕνα καλυβάκι γιά νά μένει μόνιμα. Σύμφωνα μέ τήν Ἁγιορείτικη παράδοση, ἐκεῖ κοντά εἶναι θαμμένος ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης, ὁ ὑψιπέτης ἅγιος τῆς ἡσυχίας καί τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Συχνά στήν περιοχή ὑπάρχει εὐωδία, πού ἀποδίδεται στήν παρουσία τοῦ λειψάνου τοῦ «φτερωτοῦ»30 Ἁγίου. Ἀλλά ὁ Γέροντας εἶχε καί ἄλλη «κατοικία»31. Φημολογεῖται ὅτι εἶχε καί ἕνα χῶρο σκαμμένο μέσα στό χῶμα σάν λάκκο ἤ σάν σπήλαιο. Αὐτός βρισκόταν κάπου στά χωράφια, κοντά στό δάσος, σέ μέρος ὅπου τό «ἔπιανε» καλά ὁ ἥλιος καί «ἔκοβε» ὁ βορηᾶς. Ἐκεῖ πήγαινε συχνά γιά προσευχή καί ἡσυχία. Ἴσως γι’αὐτό «χανότανε» πολλές φορές... Τά τελευταῖα χρόνια τῆς διαμονῆς του στή Βίγλα, λίγο πρίν φύγει γιά «γηροκόμηση» στήν Μ. Λαύρα, δέν ἔμενε στά δωμάτια τοῦ Ἡσυχαστηρίου του. Ἔμενε ἔξω, ἐκεῖ πού ἦταν ἡ ἀποθήκη καί ὁ φοῦρνος. Αὐτόν τόν τόπο, τόν Χειμῶνα τόν «ἔπιανε» ὁ ἥλιος καί ἦταν πιό ζεστά. Ἡ ἀφιλοχρηματία του, ἡ μή ἀποδοχή δώρων Γενικά πολλοί εὐσεβεῖς χριστιανοί προσκυνητές τοῦ πρόσφεραν χρήματα, ἀλλά ποτέ δέν τά δέχτηκε. Οὔτε πωλοῦσε ἐργόχειρα. Περνοῦσε ἔτσι φτωχικά ὡς ἀκτήμων μοναχός. Ὅταν βρισκόταν ἀκόμη στή Βίγλα, τίς Κυριακές καί στίς Ἀγρυπνίες πήγαινε στήν Μεγίστη Λαύρα, καί ἔψελνε στόν χορό.Ἔπαιρνε κάποιες κουμπάνιες (συνήθως ζάχαρη, τσάι καί παξιμάδι) καί γυρνοῦσε στό Κελλί 29 Πρβλ. Ματθ. 6, 26: «Ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας͵ καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά». 30 Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἐκτός ἀπό τό χάρισμα τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς εἶχε καί τό χάρισμα νά πετᾶ σωματικά. 31 Ἐκτός ἀπό τό Ἡσυχαστήριο τῶν «Ἁγίων Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ» 29
του. Εἶχε μερικά ἐλαιόδενδρα στό Κελλί του καί λίγες μικρές συκιές. Αὐτή ἦταν ἡ «περιουσία του». Κάποιοι λαϊκοί, πού ἔψαχναν γιά ἀσκητές τόν γνώρισαν καί τόν εἶχαν σέ εὐλάβεια. Ἕνας ἀπό αὐτούς, ἀπό εὐγνωμοσύνη καί εὐλάβεια στόν Γέροντα, ἐκτιμώντας τίς συμβουλές του, θέλησε κάτι νά ἀνταποδώσει. Ὅταν γύρισε στήν οἰκογένειά του, ἀγόρασε γραφική ὕλη (φάκελλα, κόλλες χαρτί, πέννες) καί μαζί μέ διάφορα ἄλλα, κάνοντας ἕνα δέμα, τά ἔστειλε στό Γέροντα. Ὅταν τά παρέλαβε, ὁ Γέροντας ἀμέσως τά ἔστειλε πίσω στόν ἀποστολέα (καί τά τρόφιμα καί τήν γραφική ὕλη), προτιμώντας τούς καρπούς τῆς ἡσυχίας, τῆς ἀμεριμνίας καί τοῦ ἰδίου ἱδρῶτος, παρά τίς ὑποχρεώσεις στόν κόσμο καί τό βάρος τῆς δωρεᾶς, διά τῆς ἀποδοχῆς ξένων κόπων. Ὑπάρχει κανόνας στούς Ἁγίους Πατέρας, πού λέγει ὅτι ὁ Μοναχός, πού δέχεται ἐλεημοσύνη, θά πρέπει νά ἀνταποδίδει ὡς «ἀντίδωρο» ἀνάλογη προσευχή γιά τόν ἐλεοῦντα καί τούς οἰκείους του. Ἡ μελέτη του Ὁ Γέροντας μελετοῦσε πολύ τά Πατερικά βιβλία. Γνώριζε καί ἐκφωνοῦσε ἀπ’ ἔξω ὁλόκληρα ἐδάφια ἀπό τά ἀσκητικά συγγράμματα. Εἶχε ἐντρυφήσει πολύ σ’ αὐτά. Εἶχε δύο τεράστια παλιά βιβλία δερματόδετα τόν Εὐεργετινό καί τήν Φιλοκαλία τά ὁποῖα τά εἶχε 30
«καταφάγει». Καί τά δύο ἦταν γεμᾶτα σημειώσεις, παραπομπές καί χαρτάκια-σελιδοδεῖκτες μέ γραμμένο ἐπάνω τους τό κύριο νόημα τῆς σελίδας στήν ὁποία ἀντιστοιχοῦσαν. Οἱ ἄξονες τῆς ζωῆς του στή Βίγλα ἦσαν: Ὑπεράνθρωπη νηστεία, ξενιτεία, ἀπροσπάθεια πρός ὅλους καί ὅλα, ἀκτημοσύνη, μελέτη, καί πολύς σωματικός κόπος. Συνεχής προσπάθεια γιά ἀμεριμνία καί γιά τό «ἀπερίσπαστον». Στή Βίγλα ὅπου ἀσκήτευε ὁ Γέροντας, εἶχε ἕνα ἀμπέλι32. Μία ἡμέρα πῆγε καί τό κατέστρεψε. Ὅταν ὁ ἀνεψιός του τόν ἐπισκέφτηκε καί τόν ρώτησε γιά ποιόν λόγο τό ἔκανε αὐτό, τοῦ εἶπε: -«Γιά νά μήν ἁμαρτάνω. Σκόνταφτα, θύμωνα, ἁμάρτανα. Γι’ αὐτό τό χάλασα». Προφανῶς τό ἔκανε γιά νά ἔχει περισσότερη ἀμεριμνία καί νά εἶναι ἀπερίσπαστος. Ὁ μοναχός πρέπει νά ἀρκεῖται στά ἀπαραίτητα καί νά μήν παρασύρεται ἀπό τήν ἐργασία, τό «ἐργόχειρο». Τό «ἐργόχειρο» εἶναι «πάρεργο». Τό κύριο ἔργο εἶναι ἡ προσευχή. Τό ταπεινό του φρόνημα: «Εὐτελής καί ταλαίπωρος καί μηδαμινός ἔργῳ καί λόγῳ» Ἡ μεγάλη του, «ἐν ἐπιγνώσει» ταπείνωση, φανερώνεται ἐκτός τῶν ἄλλων καί στίς ἐπιστολές του. Νά πῶς «αὐτοπεριγράφεται» σέ γράμμα του, πού ἀπηύθυνε σέ Ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος ἐφησυχάζει στό Ἅγιον Ὄρος: «Εὐθύμιος Βιγλιολαυριώτης, ἐλεεινός καί ἁμαρτωλότερος πάντων ἀνθρώπων, Μοναχῶν καί κοσμικῶν, εὐτελής καί ταλαίπωρος καί μηδαμινός ἔργῳ καί λόγῳ, ἄτιμος καί καταισχυμένος»33. Μ’ αὐτόν τόν τόσο ταπεινό - ἐξευτελιστικό τρόπο «αὐτοπαρουσιάζεται». Ἀξιοπρόσεκτος εἶναι καί ὁ τρόπος πού καταθέτει 32 Σύμφωνα μέ πληροφορία τοῦ κ. Πασχαλᾶ ἀπό τό Γομάτι. 33Ἐπιστολή Γέροντος Εὐθυμίου «πρός τόν Θεοφιλέστατον Ἀρχιερέα μας Χρυσόστομον», στό: Ἐπισκόπου Ροδοστόλου Χρυσοστόμου, Πρόσωπα καί δρώμενα στόν Ἄθωνα, Ἅγιον Ὄρος 2001, σελ. 410. 31
στόν Ἐπίσκοπο τό αἴτημά του. Γράφει: «Στόν Θεοφιλέστατον Ἄνθρωπον ὑποκλινόμενος, στόν Ἀρχιερέα μας Χρυσόστομον, Σχολάρχην τῆς Ἀθωνιάδος, Ὁ ἐλάχιστος τῶν Μοναχῶν Εὐθύμιος Βιγλολαυριώτης... Μίαν γνώμην ἀμαθῆ, ἀφελῆ, ἁπλῆ καί ἀπερίεργο σοῦ γράφω ἐδῶ πέρα, καί γέλασε μέ τά μένα κἄμποσο»34. Θεωρεῖ ὅτι εἶναι γιά γέλια ὁ ἑαυτός του... Κακοπάθεια καί ταπείνωση Ὁ Γέροντας μέσα ἀπό τήν προσωπική του πείρα εἶχε μάθει ὅτι: «Ἡ ταπείνωση καὶ ἡ κακοπάθεια ἐλευθερώνουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ κάθε ἁμαρτία. Ἡ μὲν πρώτη ἀποκόβει τὰ πάθη τῆς ψυχῆς, ἐνῶ ἡ δεύτερη τοῦ σώματος. Γι' αὐτὸ καὶ ὁ μακάριος Δαυΐδ, ἐφαρμόζοντας αὐτό, λέει στὸ Θεὸ μέσα στὴ προσευχή του: δές, Κύριε, τὴν ταπείνωση καὶ τὴ κακοπάθειά μου, καὶ συγχώρησέ μου ὅλες τὶς ἁμαρτίες. (Ψάλμ. 24, 18)»35. Γνώριζε ἐπίσης ὁ γνήσιος ἀγωνιστής τῆς ταπεινοφροσύνης, π.Εὐθύμιος ὅτι, ὅπως λέει ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος, γιά νά φθάσει ὁ ἄνθρωπος στήν γνήσια ταπεινοφροσύνη χρειάζεται νά κάνει τρία πράγματα: Α) Νά ἀγαπήσει τόν σωματικό κόπο (νηστεία, ἀγρυπνία, χαμαικοιτία36, σωματική ἐργασία, διακονία κοπιαστική τοῦ πλησίον κ.λ.π.) Β) Νά βάζει τόν ἑαυτό του κάτω ἀπό ὅλους . Δηλ. νά πιστεύει ὅτι εἶναι: ἁμαρτωλότερος ὅλων τῶν ἀνθρώπων «διά τήν ἄγνοιαν» (ἀφοῦ δέν γνωρίζει ποιός εἶναι ὁ πλησίον του, τό «ἀσφαλέστερο» εἶναι νά πεῖ ὅτι ἐγώ εἶμαι χειρότερος ἀπ’ αὐτόν) κατώτερος ὅλων τῶν δαιμόνων, ἀφοῦ τούς κάνει ὑπακοή «δουλεύοντας» στά διάφορα πάθη καί αἰσχρότερος ὅλων τῶν κτισμάτων, ἀφοῦ ὅλα τά κτίσματα εἶναι στό κατά φύσιν, ὅπως τά ἔφτιαξε ὁ Θεός, ἐνῶ αὐτός εἶναι στό παρά φύσιν, στήν ἁμαρτία. Γ) Νά προσεύχεται ἀδιάλειπτα. Ἡ προσευχή κάνει τόν ἄνθρωπο ταπεινό διότι ὁ προσευχόμενος «ἀποδίδει» τά κατορθώματά του στήν Θεία Χάρη, ἡ ὁποία ἔρχεται διά τῆς προσευχῆς καί ὄχι στήν δική του δύναμη καί ἱκανότητα. Ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται ἀποδεικνύει ἔμπρακτα ὅτι πιστεύει στόν 34 Ὅ. π. ( Τήν ἐπιστολή αὐτή ἔγραφε ὁ Γέροντας στίς 3 Μαΐου τοῦ 1981). 35 Ἁγ. Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Α΄ Ἑκατοντάς περί Ἀγάπης, οστ'. 36 Νά κοιμᾶται στό πάτωμα 32
Κύριο καί στόν λόγο Του : «Χωρίς Ἐμένα δέν μπορεῖτε νά κάνετε τίποτε»37. Ἡ γνήσια ταπεινοφροσύνη-ἀγάπη συνδυασμένη μέ τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή καί τήν ἐν Χριστῷ ἄσκηση (κακοπάθεια), ὁδηγεῖ στήν κάθαρση, στήν ἐνεργοποίηση τῆς Βαπτισματικῆς Θείας Χάρης καί τέλος στήν ἀπάθεια. Ι. Μ. Μ. ΛΑΥΡΑΣ Συνεχίζει τίς «τρέλλες του». Σύμφωνα μέ μαρτυρία τοῦ Γέροντα Παΐσιου, πού διασώζει σύγχρονος Ἐπίσκοπος, ὅταν ὁ Γέροντας ἀναγκάστηκε νά ἀλλάξει τόπο διαμονῆς (πῆγε ἀπό τήν Βίγλα στήν Ι.Μ. Μ. Λαύρας) λόγῳ γήρατος, ἔκανε τήν ἑξῆς «τρέλλα»: Οἱ Πατέρες τῆς Λαύρας θέλοντας νά τόν «ἀναπαύσουν», τόν ἔβαλαν σ’ ἕνα σχετικά καλό κελλί καί τοῦ πρόσφεραν φαγητό. Ἐκεῖνος γιά νά κρύψει τήν ἀρετή του καί νά μήν φάγει, ἄρχισε νά διαμαρτύρεται καί νά φωνάζει ὅτι δέν ἦταν καλό τό φαγητό. Ἐπίσης πετοῦσε τά σεντόνια ἀπό τό κρεββάτι του. Στό τέλος οἱ Πατέρες ἀναγκάστηκαν νά τόν βάλουν σ΄ ἕνα πιό ταπεινό κελλί τό ὁποῖο ἦταν στά «μέτρα» του. Ἔτσι ἀπόφυγε τήν ἄνεση καί τήν καλοπέραση38. Ἐμπαιγμός τοῦ «κόσμου». Τήν διά Χριστόν σαλότητα δέν τήν ἀσκοῦσε μόνον ὁ ἴδιος. Τήν «συνιστοῦσε» ἐπίσης καί σ’ αὐτούς πού διάγουν μέσα στόν κόσμο. 37 Ἰω. 15, 5: «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». 38 Μαρτυρία τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἱ. Βλάχου στό : Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, «Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ», Ἱερά Μονή Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, Β΄ ἔκδοση, Λεβαδειά 2007, σελ. 277. 33
Μοῦ ἔλεγε γιά τόν Γέροντα μας, τόν Ἀρχιμανδρίτη π. Μάξιμο Ψιλόπουλο, πού εἶχε ἀξιόλογη ἱεραποστολική δράση στήν Θεσσαλονίκη: -«Ὁ γέροντας πρέπει ἤ νά φεύγει ἤ νά ἐμπαίζει τόν κόσμο». Ἔλεγε καί ὁ ὅσιος Κυριακός ὁ Ἀναχωρητής: «Ἤ φεύγων φεῦγε ἤ ἐμπαίζων ἔμπαιζε τόν μάταιον καί ἀπαταιῶνα κόσμον». Τά λόγια τοῦ Γερο-Εὐθύμιου ταίριαζαν μέ αὐτά τοῦ ὁσίου Κυριακοῦ ὅπως καί μέ τό περίφημο πατερικό ἀπόφθεγμα τοῦ Ἀββᾶ Ὤρ: «Ἤ φεύγοντας νά ἀποφεύγεις τούς ἀνθρώπους (μέ τήν συνεχή ἀναχώρηση, ἤ περιγέλασε τόν κόσμο καί τούς ἀνθρώπους, κάνοντας τόν τρελλό στίς περισσότερες τῶν περιπτώσεων»39. Βλέπουμε ἐδῶ τήν λιπαράν40 γνῶσιν τῶν πατερικῶν κειμένων πού εἶχε ὁ Γέροντας. Ἐπίσης διαφαίνεται ὅτι οἱ διάφορες σαλότητές του ἦταν «συνειδητές», «ἑκούσιες» καί ὄχι παραξενιές ἑνός ἀποτυχημένου Καλόγερου. Ἤξερε πολύ καλά ὁ Γέροντας τί ἔκανε καί τί ἔλεγε ὅταν ἐνέπαιζε τόν «κόσμο». «Κόσμος» βέβαια εἶναι οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὑποδουλωμένοι στό κοσμικό πνεῦμα (δηλ. οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦν ἐκτός Ἐκκλησίαςω -ἀκόμη καί ἄν φοροῦν ράσο- λατρεύοντας τό χρῆμα, τίς σαρκικές ἡδονές καί τήν γήϊνη, μάταιη δόξα). Δέν εἶναι «κόσμος» οἱ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί μας, πού ζοῦνε μέν ἐκτός Ἁγίου Ὄρους, ἀλλά ἐντός τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Αὐτοί δέν εἶναι «κοσμικοί», ἀλλά «οὐρανοπολίτες»· τά ζωντανά κύτταρα τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ ἔγγαμοι ἤ ἄγαμοι. Οἱ «ἐν τῷ κόσμῳ» ἀδελφοί μας, αὐτοί πού ἀγωνίζονται ζώντας ὀργανικά ἐνταγμένοι στήν μόνη ἀληθινή Ἐκκλησία41 δέν εἶναι διαφορετικοί, οὔτε ἔχουν διαφορετικό εὐαγγέλιο ἀπό τούς Ἁγιορεῖτες. Μέ συμβούλευε ἐπίσης ὁ μακαριστός π. Εὐθύμιος νά ἐπικοινωνῶ μέ τόν Γέροντα συχνά, διά τοῦ τηλεφώνου, ἀφοῦ παρέμενε ἀρκετό καιρό «ἔξω», στή Θεσσαλονίκη. Αὐτό θά συντελοῦσε στό νά μήν χάνω τήν ἐπικοινωνία μαζί του καί τήν ὑπακοή. Μέσα ἀπό αὐτές τίς συμβουλές του γιά τό πῶς πρέπει νά κινούμαστε ὅταν βρισκόμαστε ἐκτός Ἁγίου Ὄρους, διαφαίνεται ἡ φιλοσοφία του καί ἡ σκόπιμη, συνειδητοποιημένη διάθεσή του νά ἐμπαίξει τόν «κόσμο» καί τόν «κοσμοκράτορα», τόν διάβολο. 39 Or 14, i: Apophthegmata Patrum. Collectio Graeca. Tό ἀπόφθεγμα τοῦ Ἀββᾶ Ὤρ στό πρωτότυπο εἶναι τό ἑξῆς: «Ἢ φεύγων φεῦγε τοὺς ἀνθρώπους, ἢ ἔμπαιξον τὸν κόσμον καὶ τοὺς ἀνθρώπους, μωρὸν σεαυτὸν εἰς τὰ πολλὰ ποιῶν». Alphabetica (AP/G), i: Cotelier, Jean Baptiste, Ecclesiae Graecae monumenta. 1, (Paris: 1677). 40 Πλούσια καί σέ βάθος γνώση. 41 Ἡ Ὁποία εἶναι ἡ ἀπανταχοῦ τῆς γῆς Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέ τίς διάφορες ἐπισκοπές της. 34
Ἡ διά Χριστόν σαλότητα εἶναι μεγάλο πνευματικό χάρισμα πού δίνεται σ’ αὐτούς, πού εἶναι πολύ ταπεινοί καί ὑπάκουοι. Εἶναι μία μορφή ἄκρας ἑκούσιας ταπείνωσης καί αὐτοεξευτελισμοῦ, ἔτσι ὥστε νά σκηνώσει πλούσια ἡ Θεία Χάρη μέσα στόν αὐτοεξουδενούμενο «σαλό». Στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία ἔχουμε πολλούς διά Χριστόν σαλούς ἁγίους, ὅπως τόν Ὅσιο Ἀνδρέα πού ἔζησε στήν Κωνσταντινούπολη, τόν Ὅσιο Μάξιμο τόν Καυσοκαλύβη, πού ἔζησε στό Ἅγιον Ὄρος, τήν Ὁσία Ξένια πού ἔζησε στήν Ἁγία Πετρούπολη κ.λ.π. Ἡ ἄκρα ταπείνωση αὐτῶν τῶν ἁγίων τούς ἀνέδειξε μιμητάς τοῦ Χριστοῦ Μας καί κατοικητήρια τῆς Ἁγίας Τριάδος. Οἱ ἀγῶνες του μέ τούς δαίμονες. Εἶχε ἀγῶνα μέ τούς δαίμονες ἀλλά δέν τά «πολυέλεγε». Ἕνα πρωί μέ σοβαρό ὕφος ἀποκάλυψε στό διακονητή του, ὅτι τήν νύκτα εἶχε δαιμονική ἐπίθεση. Ἦταν ἀνδρεῖος ἀγωνιστής. Ἤξερε ὅτι «ὅπου εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐκεῖ ἐπακολουθεῖ, ὡσάν σκιά, ὁ διωγμός καί ἡ πάλη»42 ἀπό τούς δαίμονες· καθώς καί ἀπό τούς δεχομένους τίς δαιμονικές ἐπιρροές ἀνθρώπους. Ἡ ἅγια βία συνεχίζεται Στή Μ. Λαύρα, στό μισοχαλασμένο κελλί του, ὅταν εἶχε πειρασμό σηκωνόταν καί ἔκανε μετάνοιες, παρ’ ὅλο τό προχωρημένο τῆς ἡλικίας του. -«Ὅταν σκιρτᾶ τό σῶμα σηκώνομαι καί κάνω μέχρι 50 μετάνοιες. Μετά κόβονται τά γόνατα» μοῦ εἶπε κάποτε. -«Κομποσχοίνια» τοῦ λέω «πόσα κάνεις κάθε μέρα;» -«Κομποσχοίνια ουουουΟΥ! »... μοῦ εἶπε ἐμφαντικά, κουνώντας μέ νόημα καί τά χέρια του. Ἐννοοῦσε ὅτι ἔκανε πάρα πολλά (ἀμέτρητα). --- «Φωνάζω μέσα μου» συμπλήρωσε... Ἀσκοῦσε τήν ἐσωτερική νοερά καρδιακή προσευχή, κραυγάζοντας ἐσωτερικά πρός τόν Κύριο. Εἶναι ἀκριβῶς αὐτό, πού ἔκανε καί ὁ ἀνώνυμος ἡσυχαστής, ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου :«Νηπτική Θεωρία». Στό κρεββάτι του, ἀπό ψηλά ἐπάνω, κρεμόντουσαν ἀπό τροχαλίες δύο τεράστια τριακοσάρια κομβοσχοίνια, ἕνα ἀπό κάθε πλευρά. Τά εἶχε 42 Ἀποφθέγματα ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου. 35
ἔτσι, ὥστε ὅταν γύριζε πλευρό, νά μπορεῖ νά συνεχίζει την προσευχή του, ἀφήνοντας τό ἕνα καί πιάνοντας τό ἄλλο. Προσευχόταν συνεχῶς. Προσευχόταν ὀνομαστικά γιά ὅλους. Εἶχε ἐπίσης πολλά διάσπαρτα μανδήλια στό κελλί του, προφανῶς γιά νά σκουπίζει τά δάκρυά του. Διαβάζουμε στόν Βίο τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου: «Περί τούτου τοῦ ὁσίου λένε, ὅτι ὅλα τά χρόνια τῆς ζωῆς του φτιάχνοντας ζεμπίλια, εἶχε καί ἕνα παλαιό μανδήλι στόν κόλπο του, μέ τό ὁποῖο σπόγγιζε τά δάκρυα τῶν ματιῶν του»43. Ὅταν πήγαινα μ’ ἔβαζε νά καθήσω σ’ ἕνα κρεβάτι - οἱ καρέκλες ἦταν ἀμφιβόλου σταθερότητας - καί αὐτός καθόταν δίπλα μου. Καμμιά ἄνεση δέν ὑπῆρχε στό κελλί του. Σέ κάποια ἑορτή-πανήγυρη τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου μέ ρώτησε τί φαγητό εἶχαν στήν Τράπεζα. Τοῦ λέγω: -«Ψάρι». -«Ἔ...» μοῦ λέγει «μπορεῖ νά φάω καί ἐγώ λίγο ψάρι σήμερα». Καρπούζι δέν ἔτρωγε. -«Βαρυέμαι νά πηγαίνω στό ἀναγκαῖο44 συνέχεια»! μᾶς ἔλεγε, γιά νά καλύπτει καί αὐτήν τήν ἄσκησή του. Ἡ πολύ δυνατή προαίρεσή του γιά τόν Θεό. Κάποτε μοῦ λέει μέ ἔντονο ὕφος καί δυνατά: -«Ξέρεις τί θέλει ὁ Θεός περισσότερο ἀπό μᾶς; Τί μᾶς χρειάζεται πάνω ἀπό ὅλα;» -«Τί Γέροντα;» -«Προαίρεση μᾶς χρειάζεται!!! Προαίρεση!!!» ἔλεγε καί τό φώναζε δυνατά μ’ ὅλη τήν στεντόρεια γεροντική φωνή του, πού ἔβγαινε ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς του. Πράγματι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, φωτισμένοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, μᾶς ἀποκάλυψαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος συμβάλλει στήν σωτηρία του καταθέτοντας τήν προαίρεση, τήν θέλησή του στόν Θεό. Τότε ἀναδεικνύεται συνεργός τοῦ Θεοῦ. Τότε ἡ Θεία Χάρη ἐπισκιάζει τόν ἄνθρωπο. Ἐπισκιάζει αὐτόν πού ἐλεύθερα, μέ τήν θέλησή του, πλησιάζει τόν Χριστό. Τά ἔργα τοῦ 43 Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τόμος Γ΄, Συναξάρι τῆς 8ης Μαΐου, Ἐκδόσεις δόμος, 2005. 44 Τουαλέττα. 36
ἀνθρώπου δέν εἶναι ἱκανά νά τόν σώσουν. Ἄλλωστε τίποτε δέν μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος χωρίς τήν Θεία Χάρη. «Ἄνευ ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»45 μᾶς εἶπε ὁ Κύριος. Ἐκεῖνο μόνο, πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι νά προαιρεῖται τήν σωτηρία του, δηλ. νά μήν ἀντιστέκεται στήν «λεπτή αὔρα»46 τοῦ Θεοῦ πού τόν παρακινεῖ: «Ἐλθέ μετ’ Ἐμοῦ» καί «Μεῖνον ἐν Ἐμοί, κἀγώ ἐν σοί»47... Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ καρπός τῆς συνεργασίας δύο βουλήσεων, δύο θελήσεων: τῆς Θείας καί τῆς ἀνθρώπινης. Ὁ ἄνθρωπος προαιρεῖται καί ἡ Θ. Χάρις ἐνεργεῖ («ποιεῖ») τήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἀνθρώπινη συνέργεια ἔγκειται στό νά μήν ἀντισταθεῖ ὁ ἄνθρωπος, μέ τήν κακή του προαίρεση στήν «Θεία παρακίνηση», ἀλλά ἀντίθετα νά κινηθεῖ ἑκούσια καί ἀγαπητικά πρός τόν Θεό. Ὅσο ἐντονώτερα καί θερμότερα, ὅσο μέ μεγαλύτερη προαίρεση, ἀποφασιστικότητα καί δυναμισμό κινηθεῖ, τόσο ἀγαθότερα, ὑψηλότερα, τελειότερα, ἁγιότερα θά εἶναι τά ἀποτελέσματα τῆς ἐπίγειας βιοτῆς του. Τελικός δέ καρπός θά εἶναι ἡ Αἰώνια Ζωή καί Βασιλεία. Ποτέ ἀπελπισία, ποτέ ἀπόγνωση. Ὁ Γερο-Εὐθύμιος «ἔβαλε» πολύ μεγάλη προαίρεση στήν ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ. Κάθε ἡμέρα «ἔβαζε ἀρχή μετανοίας» καί ποτέ δέν ἀπέκαμνε στό πνευματικό ἔργο. Ὅπως γράφεται στό Γεροντικό: «Αὐτή εἶναι ἡ δύναμη τῶν Ἁγίων· ὅταν πέφτουν νά μήν ἀποκάμνουν (νά μήν ἀπελπίζονται) ἀλλά νά βάζουν πάλι ἀρχή». Ἡ ἀπελπισία, ἡ ἀπόγνωση, ἡ παραίτηση ἀπό τόν πνευματικό ἀγῶνα, εἶναι τό ἰσχυρότερο ὅπλο τοῦ πονηροῦ, μέ τό ὁποῖο πολεμᾶ τόν ἀγωνιστή Χριστιανό. Ἅγιος τελικά πετυχαίνει νά γίνει αὐτός πού δέν ἀπελπίζεται καί ὄχι αὐτός πού δέν πέφτει. Σιγά-σιγά βέβαια, μέ τήν βοήθεια τῆς Θείας Χάρης ὁ ἄνθρωπος φθάνει νά μήν πέφτει, νά μήν ἁμαρτάνει. Ἀλλά γιά νά φθάσει σ’ αὐτό τό μέτρο θά πρέπει νά μήν ἀποκάμνει ὅταν πέφτει, νά μήν ἀπελπίζεται, νά ἔχει αὐτήν τήν «δύναμη τῶν ἁγίων» 45 Ἰω. 15, 5. 46 Πρβλ. Βασιλ. Γ΄ 19, 12: «Καὶ μετὰ τὸν συσσεισμὸν πῦρ͵ οὐκ ἐν τῷ πυρὶ Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πῦρ φωνὴ αὔρας λεπτῆς͵ κακεῖ Κύριος». 47 Πρβλ. Ἰω. 15, 4: «Μείνατε ἐν ἐμοί͵ κἀγὼ ἐν ὑμῖν. καθὼς τὸ κλῆμα οὐ δύναται καρπὸν φέρειν ἀφ΄ ἑαυτοῦ ἐὰν μὴ μείνῃ ἐν τῇ ἀμπέλῳ͵ οὕτως οὐδὲ ὑμεῖς ἐὰν μὴ ἐν ἐμοὶ μείνετε». 37
Ἅγιος γίνεται αὐτός πού σηκώνεται μετά τήν ἁμαρτία καί συνεχίζει μέ περισσότερη ταπείνωση καί λιγότερη αὐτοπεποίθηση τόν πνευματικό του ἀγῶνα, μέχρι νά φτάσει μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά μήν ἁμαρτάνει. Μαθαίνει μέσα ἀπό τίς πτώσεις του νά μήν ἐμπιστεύεται καθόλου τόν ἑαυτό του, ἀλλά νά ἔχει μία τέλεια πεποίθηση στόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν ἔχει τήν αἴσθηση ὅτι εἶναι προχωρημένος πνευματικά καί ξαφνικά ὀπισθοδρόμησε (λόγῳ τῆς ὅποιας πτώσης του), ἀλλά ἀντίθετα ἔχει τήν αἴσθηση ὅτι ἀκόμη δέν «ἔβαλε ἀρχή». Μᾶς λέγουν οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅτι μ’ αὐτό τό αἴσθημα πρέπει νά ζοῦμε: Δηλ. μέ τό αἴσθημα ὅτι δέν ἔχουμε κάν ξεκινήσει νά μετανοοῦμε. Μπορεῖ ἄραγε ὁ ἄνθρωπος κάθε ἡμέρα νά «βάζει ἀρχή;» Καί ἀπάντησε ἕνας μεγάλος Γέροντας, ὁ Ἀββᾶς Σιλουανός: «Ἐάν εἶναι ἀληθινός ἐργάτης (τοῦ Εὐαγγελίου) μπορεῖ κάθε στιγμή νά βάζει ἀρχή»48. Χαρακτηριστικὴ εἶναι καὶ ἡ προσευχὴ τοῦ ἀββᾶ ᾿Αρσενίου: «Θεέ μου, Θεέ μου, μή μέ ἐγκαταλείπεις, διότι τίποτα τό καλό δέν ἔκανα· ἀλλά δός μου σύμφωνα μέ τήν ἀγαθότητα καί τήν ἐπιεικειάν Σου τήν Χάρη Σου, ὥστε νά βάλω ἀρχή (μετανοίας)»49. Αὐτούς τούς Ἁγίους μιμήθηκε ὁ Γέροντας Εὐθύμιος. Γι’αὐτό ἀκριβῶς καί ὑψώθηκε τόσο πολύ πνευματικά. Καθημερινά ἀσκοῦσε αὐτήν τήν ἅγια εὐαγγελική βία στόν ἑαυτό του50, μή θεωρώντας ὅτι ἔχει προοδεύσει ἔστω καί λίγο. Ἀντίθετα ζοῦσε κάθε στιγμή σάν ἕνας πρωτάρης· σάν νά ξεκινοῦσε ἐκείνη τήν στιγμή τήν πνευματική του ζωή. Ἔλεγε κάθε ἡμέρα στόν ἑαυτό του αὐτό πού ἔλεγε καί ὁ Μέγας Ἀρσένιος: -«Διό ἐξῆλθες;», δηλ. «Γιά ποιό λόγο βγῆκες ἀπό τόν κόσμο;»51. 48 Ἀβ. Σιλουαν. P.G. 65, ιαʹ: «Δύναται ἄνθρωπος καθ᾿ ἡμέραν βαλεῖν ἀρχήν; Εἶπε ὁ γέρων: ἐὰν ἐστίν ἐργάτης, δύναται καὶ καθ᾿ ὥραν βάλλειν ἀρχήν». 49 Ἀποφθέγματα Ἀββᾶ Ἀρσενίου, Βλ. Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τόμος Γ΄, Συναξάρι τῆς 8ης Μαΐου, Ἐκδόσεις δόμος, 2005: «῾Ο Θεὸς, ὁ Θεός μου μὴ ἐγκαταλείπῃς με, ὅτι οὐδὲν ἐποίησα ἐνώπιόν Σου ἀγαθόν· ἀλλὰ δός μοι κατὰ τὴν Σὴν ἐπιείκειαν βαλεῖν ἀρχήν». 50 Σύμφωνα μέ τό Εὐαγγελικό Ματθ. 11, 12: «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται͵ καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν» . 51 Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τόμος Γ΄, Συναξάρι τῆς 8ης Μαΐου, Ἐκδόσεις δόμος, 2005. 38
Εικόνα 4 Ὁ ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Μέγας Ἡ ἄσκηση συνεχίζεται ἀδιάπτωτη Ὁ Γέροντας στή Ἱ.Μ.Μ.Λαύρας πέρασε τά τελευταῖα 12-14 χρόνια τῆς ζωῆς του. Ἐκεῖ οἱ πατέρες τόν γηροκόμησαν. Στήν ἀρχή ἔμενε μόνος του σ’ ἕνα παλιό κελλί πάνω ἀπό τήν Τράπεζα-Μαγειρεῖο τῆς Μονῆς. Τό δωμάτιό του δέν εἶχε σχεδόν τίποτε. Ἔκλεινε τήν πόρτα του. Θά ἔπρεπε νά χτυπήσεις δυνατά καί νά φωνάξεις πολύ, γιά νά ἀκούσει καί νά σοῦ ἀνοίξει. Ἡ βαρηκοΐα του, πού εἶχε ἀρχίσει ἀπό τόν καιρό, πού ζοῦσε ὡς ἀναχωρητής στή Βίγλα, ὅλο καί ἐπιδεινωνόταν. Τό ἴδιο καί ἡ ἀσθένεια τῶν ὀφθαλμῶν του. Παρόλα τά προβλήματα ὑγείας δέν ἀφήνει τήν ἐγκράτεια, τήν προσευχή, τήν ἀκτημοσύνη, τήν ἀγρυπνία, τόν ἐγκλεισμό καί τίς «τρέλλες». Συνεχίζει ἀταλάντευτα τήν νηστεία του Ἔτρωγε ἐλάχιστα, κάνοντας καθημερινά «ἐνάτη»52 δηλ. τρώγοντας στίς 3 μ.μ. περίπου. Κοινωνοῦσε κάθε Σάββατο. Ἑτοιμαζόταν καί κατέβαινε στήν Ἐκκλησία. Ὅταν «βάρυνε»53 πολύ, μεταφέρθηκε στό Νοσοκομεῖο τῆς Μονῆς (ἦταν στά 1997), ὅπου τόν διακόνησαν κατά καιρούς διάφοροι πατέρες. Συνέχισε ἀταλάντευτα τήν νηστεία του: Δευτέρα, Τετάρτη καί Παρασκευή ἔτρωγε μία φορά τήν ἡμέρα· τίς ἄλλες ἡμέρες ἔτρωγε ἀπό δύο φορές. Ποτό ἔπινε μόνο νερό κρύο. Ρωτοῦσε: -«Τί φαγητό ἔχει σήμερα;» Ὅ,τι εἶχε τοῦ τό ἄλεθαν.Ἔτρωγε 5-6 κουταλιές- τό πολύ μέχρι 10- καί μετά φώναζε δυνατά: -«Στόοοοπ!!!! Φτάνει!!!.» Καί ἀπευθυνόμενος στούς διακονητές, πού τοῦ ἔφερναν τό φαγητό ἔλεγε: -«Ἐσεῖς εἶστε ὄρθιοι, περπατᾶτε. Ἐγώ εἶμαι ξάπλα. Δέν πρέπει νά φάω περισσότερο». Ποτέ δέν ἔτρωγε κάτι ἰδιαίτερο παρόλες τίς ἀσθένειές του. Πάντα ἔτρωγε ὅ,τι ἔτρωγαν καί οἱ ἄλλοι πατέρες στήν κοινή Τράπεζα τοῦ Μοναστηριοῦ. 52 Στήν 9 τό ἀπόγευμα μέ τήν Βυζαντινή (Ἁγιορείτικη) ὥρα. Σύμφωνα μέ τήν Ἁγιορείτικη ὥρα τό ἡμερονύκτιο ἀρχίζει μέ τήν δύση τοῦ ἡλίου, ἡ ὁποία εἶναι πάντοτε ὥρα 12. 53 Ἐπιδεινώθηκε ἡ σωματική του ὑγεία. 39
Δέν συγκατέβαινε ποτέ στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία καί τήν σάρκα, παρόλο τό προχωρημένο τῆς ἡλικίας του. -«Τώρα δέν ἔχω πόλεμο» μοῦ ἔλεγε «ἀλλά πάλι δέν ξέρω, δέν ξεθαρρεύω». Πρόσεχε πολύ καί καταπολεμοῦσε μέ ὅλη του τήν προαίρεση, τούς σαρκικούς μολυσμούς -ἀκόμη καί τούς ἀκούσιους- πού προέρχονται συνήθως ἀπό τό πολύ φαγητό, τόν πολύ ὕπνο ἀλλά καί ἀπό τήν κατάκριση. Ὅταν κοιμήθηκε ζύγιζε περίπου 35 κιλά!. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας γράφει, πώς μέ τήν αὔξηση τοῦ βάρους αὐξάνουν καί οἱ σαρκικοί πειρασμοί στόν ἄνθρωπο. Θυμᾶμαι καί κάποιον ἄλλο σύγχρονο ἀσκητή, μακαριστό τώρα, στήν Κερασιά, ὁ ὁποῖος ἀναφερόμενος σ’ ἕναν παχύσαρκο προσκυνητή, μοῦ εἶπε γεμάτος ἀπορία, θαυμασμό καί συμπάθεια (γιά τά πολλά κιλά του): -«Πῶς τά ἀντέχει τόσα πάθη!! Πῶς τά κουβαλάει τόσα πάθη;;!!». Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ἡ ταύτιση πού ἔκανε ἐκεῖνος ὁ Γέροντας τῶν παθῶν μέ τά πολλά κιλά. «-Πεθαίνει σήμερα κανείς ἀπό νηστεία; -Μπααα!!!» Μοῦ ἔλεγε: - «Ἅμα δέν φᾶς μέχρι τήν ἐννάτη, τόν ἔθαψες τό διάβολο». Ἐπίσης μέ συμβούλευε: -«Στό Κελλί νά τό κάνετε μονοφαγία», δηλ. ἐννοοῦσε νά καθιερώσουμε νά τρῶμε μία φορά τήν ἡμέρα. Ἄλλοτε, πού τοῦ ἔλεγα νά νηστέψω, μοῦ ἔλεγε: -«Ἐσύ δέν μπορεῖς νά νηστέψεις». Ἤξερε ἀλλά καί «ἔβλεπε» μέ τό χάρισμα πού εἶχε, ὅτι εἴχαμε πάρα πολλές δουλειές-διακονήματα μέ πολύ σωματικό κόπο. -«Γιά νά νηστέψεις πρέπει νά ΚΑΘΕΣΑΙ!!!» μοῦ τόνισε. Ἄλλοτε μοῦ μιλοῦσε γιά τό ἀκατάστατο φαγητό. Βγαίνει κανείς στόν κῆπο τήν ἐποχή, πού ἔχει πολλά φροῦτα καί λαχανικά καί τρώει πολύ. -«Δόστου κεράσια, δόστου τό ἕνα, τό ἄλλο...».Ἦταν σάν νά μέ «ἔβλεπε» μπροστά του... Ἄλλοτε μοῦ εἶπε μέ πολλή ἔμφαση χτυπώντας μάλιστα τήν κοιλιά του: -«Ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τοῦτο ἐδῶωω!!» (καί χτυποῦσε δυνατά τήν κοιλιά του)... «Πεθαίνει σήμερα κανείς ἀπό τή νηστεία!!!;;;...ΜΠΑααααα!!!...». Ὅταν τοῦ εἶπα γιά τό Γέροντά μας, ὅτι εἶχε κάνει κάποτε 40 ἡμέρες νηστεία-ἀσιτία θαύμασε: 40
-«Ἔκανε αὐτό τό πρᾶγμα ὁ παπα-Μάξιμος; Αὐτό εἶναι πολύ μεγάλο!!!» εἶπε. Στή Μ. Λαύρα, παρόλα τά προβλήματα ὑγείας, συνέχισε νά ἀγωνίζεται, χωρίς νά παρεκκλίνει ἀπό τό ἀσκητικό του πρόγραμμα. Κάποια φορά, σέ μία ἐπίσκεψή μου, μέσα στήν Μ. Σαρακοστή (πρέπει νά ἦταν στά 1991) μοῦ ἔδειξε τό «μεσημεριανό» του, πού φύλαγε μέσα σ’ ἕνα κρεμαστό «φανάρι» μέ σίτα54: ἕνα πιάτο μέ μερικά πλατειά λαχανόφυλλα ὠμά. -«Αὐτό εἶναι τό φαΐ μου γιά σήμερα» εἶπε. Στή συνέχεια μέ ρώτησε: - «Τί ὥρα εἶναι»; Τοῦ εἶπα. -«Βλέπεις», μοῦ λέει. «Μέ ἀπασχολεῖ. Δέν ἔχω ἐλευθερωθεῖ. Ἔχω γαστριμαργία. Ἔχω τό νοῦ μου πότε θά ἔλθει ἡ ὥρα γιά νά φάω (περίμενε νά ἔλθει ἐννέα μέ τό βυζαντινό)». Εἶχε αὐτομεμψία. Πάλευε νά ἐλευθερωθεῖ τελείως ἀπό τήν ἐπιθυμία γιά γήινη τροφή. Κάποια φορά σέ μιά ἀπό τίς ἐπισκέψεις μου στό παμπάλαιο κελλί του στή Λαύρα μοῦ λέει: -«Θέλω νά ξαναγυρίσω στό παλιό μου πρόγραμμα». Δηλ. ἤθελε νά ξαναρχίσει τά τριήμερα, ἐνῶ ἤδη ἦταν στή Λαύρα καί σέ προχωρημένη ἡλικία!!!. -«Ἐσύ τί λές;» Ζητοῦσε συμβουλή ἀπό ἕναν ἀρχάριο μοναχό, αὐτός πού εἶχε λειώσει στήν ἄσκηση, στήν προσευχή καί στήν μελέτη τῶν Πατέρων!!! Ἐγώ δέν εἶχα καταλάβει καλά. Παρ’ ὅλα αὐτά τοῦ εἶπα: -«Ὄχι». -«Γιά νά τό λές κάπου τό ξέρεις, κάπου τό διάβασες, εἶσαι γνωστικός ἐσύ» μοῦ λέει. Τοῦ ἄρεσε, πού συζητούσαμε μέ βάση τά Πατερικά βιβλία. Τόν Εὐεργετινό τή Φιλοκαλία καί τόν «Κλίμακα» (ὅπως τόν ἀποκαλοῦσε) τά «ἔπαιζε στά δάχτυλα». -«Γιά τό πῶς πρέπει νά ζεῖς (ἐννοοῦσε σάν Μοναχός)» μοῦ ἔλεγε, «θά τά βρεῖς ὅλα στή Φιλοκαλία, στό λόγο τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναῒτου. Πῶς πρέπει νά τρῶς, πῶς νά κοιμᾶσαι κλπ»55. Ἡ τέλεια ἀκτημοσύνη του. 54 Κυβικό ντουλάπι μέ τοιχώματα μεταλλικά διάτρητα ὥστε νά ἀερίζεται τό περιεχόμενό του (συνήθως κάτι φαγώσιμο» καί συγχρόνως νά προστατεύεται ἀπό τά ποντίκια, τά ἔντομα κ.λ.π. 55 Ὑπάρχει στόν Ε΄ Τόμο τῆς Φιλοκαλίας, ἔκδοση Παπαδημητρίου, Ἀθήνα 1976, σελ.90. Ὁ λόγος ἐπιγράφεται: Τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, Περί τοῦ πῶς πρέπει νά λέγῃ ὁ καθένας τήν προσευχήν. 41
Εἶχε σχεδόν πλήρη ἀκτημοσύνη. Ὅσο ἦταν σχετικά καλά φρόντισε γιά τήν «περιουσία» του. Σέ μία ἐπίσκεψή μας μέ τόν μακαριστό π. Παρθένιο, μᾶς τήν «παρέδωσε». Ἦταν: α) ἕνας ἐπιδιορθωμένος ἀρκετά μεγάλης χωρητικότητας τρίχινος τορβᾶς, ἔτσι τροποποιημένος πού νά φοριέται σάν σακκίδιο στήν πλάτη, β) ἕνα χιλιομπαλωμένο ζωστικό μέ τεράστια μπαλώματα διαφορετικοῦ χρώματος, ραμμένα πρόχειρα μέ σπάγγο καί σακκοράφα καί γ) δύο τεράστια βιβλία (Εὐεργετινός καί Φιλοκαλία) μέ πολλά χαρτάκια ἀνάμεσα στά φύλλα τους, (σημειώσεις, παραπομπές κ.λ.π.) πού τώρα πιά δέν ἔβλεπε νά τά διαβάσει. Τά ἤξερε ὅμως σχεδόν ἀπ’ἔξω. Ἤθελε παρόλη τήν ἡλικία του νά ξαναγίνει ἐρημίτης· νά ἔλθει καί νά μείνει κάπου στήν ἔρημο. Μᾶς ἔλεγε ὅτι ἤθελε νά μείνει μαζί μας στήν Κερασιά. Σέ ἄλλη ἐπίσκεψή μου ὅταν εἶχε «βαρύνει» πολύ, λίγο πρίν κοιμηθεῖ μοῦ εἶπε: -«Κοίταξε! ὅταν πεθάνω νά μοῦ κάνεις 40Λείτουργο!... Εἶσαι ὑποχρεωμένος!... ἀφοῦ σέ σᾶς ἔδωσα τά πράγματά μου!». Ἦταν ἀπόλαυση νά τόν ἀκοῦς μέ τί ἔνταση, ἐπιθυμία καί χαριτωμένη ἀπαίτηση τό ἔλεγε. Ἀληθινή ἐλευθερία. Σέ μία ἐπίσκεψή μου στό κελλί του, μοῦ διηγήθηκε τό ἑξῆς χαριτωμένο καί συγκινητικό περιστατικό: Μία ἡμέρα, ὅταν ἦταν νεώτερος, εἶχε πάει στό Κοιμητήριο τῆς Λαύρας56 καί εἶχε ξαπλώσει μακαρίως, ἀτημέλητος ὡς συνήθως, ἀνάμεσα στά μνήματα. Μάλιστα ἀντί γιά ζωστικό φοροῦσε ἕνα παντελόνι. Κατά συγκυρία, τον εἶδε ἕνας Γερμανός προσκυνητής καί τόν λυπήθηκε. Ἔβγαλε νά τοῦ δώσει ἕνα 500άρικο (500 δραχμές), τό ὁποῖο γιά ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν σοβαρό ποσό. Ὁ Γερο-Εὐθύμιος τόν κοίταξε ἀπορημένος... Τά χρήματα τά κοιτοῦσε περιφρονητικά. Κουνώντας ἐρωτηματικά καί ἀπορριπτικά τά χέρια του, ἀρνήθηκε νά δεχθεῖ τήν προσφορά τοῦ Γερμανοῦ προσκυνητοῦ λέγοντας: -«Τί νά τά κάνω;... Ἔχω ἀπ’ ὅλα,... Ὅ,τι θέλω τό παίρνω ἀπό τό μοναστήρι...Δέν μοῦ λείπει τίποτε...». 56 Ἔξω ἀπό τό Μοναστήρι ἐκεῖ πού ἐνταφιάζονται οἱ κεκοιμημένοι πατέρες. 42
Τόν πῆραν τά κλάμματα τόν Γερμανό... Θαύμασε τήν ἀκτημοσύνη καί τήν ἐλευθερία τοῦ Γέροντα... Θεία Κοινωνία συνεχής. Ὁ γερο- Εὐθύμιος ἀκόμη καί ὅταν «βάρυνε», συνέχισε νά κοινωνᾶ κάθε Σάββατο. Τώρα ὅμως, πού ἦταν κατάκοιτος ἐρχόταν ὁ ἱερέας ἐκεῖ στό Νοσοκομεῖο καί τοῦ ἔδιδε τή Θεία Κοινωνία. Τόν ἑτοίμαζαν οἱ διακονητές. Τοῦ φοροῦσαν τό ζωστικό, τό μοναχικό σχῆμα, τό πολυσταύρι, τοῦ ἔρριχναν κι ἕνα ράσο καί ἦταν ἕτοιμος γιά νά κοινωνήσει. Περίμενε ἀκίνητος τόν ἱερέα. Κοινωνοῦσε μέ πάρα πολύ λαχτάρα. Γνώριζε ὅτι ἄσκηση χωρίς μυστηριακή ζωή δέν ἔχει ἀποτέλεσμα. Πρέπει ἡ Θεία Χάρη νά ἔρθει μέσα στόν ἀσκητή (ὅπως καί στόν κάθε Χριστιανό), διά τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερᾶς Μετανοίας-Ἐξομολογήσεως, ὥστε νά πραγματοποιηθεῖ ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη, ὁ φωτισμός καί ἡ θέωση-σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ εὐλάβειά του γιά τήν Ἱεροσύνη. Στά 1992, ὅταν τοῦ εἶπα ὅτι ἔγινα παπᾶς (ἀναξίως βέβαια), ἔπειτα ἀπό ἐντολή τοῦ Γέροντα, εἶχε χαρεῖ πάρα πολύ. -«Μπράαααααβο Σάββα!!!, μπράαααβο Σάββα!!!» εἶχε πεῖ σέρνοντας τή δυνατή φωνή του. Ἀγαποῦσε καί σεβόταν πολύ τό Γέροντά μας Ἱερομόναχο Μάξιμο καί τόν μακαριστό Ἱερομόναχο Παρθένιο57. Τιμοῦσε πολύ τούς ἱερεῖς καθώς καί ἐμένα τόν ἀναξιώτερο ὅλων. Ὅταν κατά τίς ἐπισκέψεις μου, ἐνῶ πλέον ἦταν τυφλός, τοῦ ἔλεγα τό ὄνομά μου, ἀμέσως ἀναζητοῦσε τό χέρι μου καί τό ἅρπαζε νά τό ἀσπαστεῖ, παρόλο πού ἤμουν πολύ νεώτερός του. Οἱ ἐμπειρίες του, τά χαρίσματά του. Ἡ ὅρασις ὅλων τῶν Ὁσίων Ἀσκητῶν. Ἦταν ὅλοι ιιιιιιιιι!!!!!!!!!!!!!! (σάν κλωστές). Τά μεγάλα του χαρίσματα ἦταν ἡ ἄκρα, «ἀνένδοτη»58, νηστεία, ἡ καθαρότητα τοῦ νοῦ του, ἡ εὐλάβειά του, ἡ ἀγρυπνία του, ἡ νοερά 57 Ἐφονεύθη σέ ἀτύχημα πέφτοντας μέ δύο μουλάρια στό γκρεμό μεταξύ Κλέφτικου καί Κερασιᾶς στά 1993. 58 Ἀνυποχώρητη. 43
προσευχή του, ἡ ἀγάπη πρός ὅλους καί πολλά ἄλλα, πού τά ἔκρυβε ἐπιμελῶς. Τίς ἐμπειρίες του δέν τίς ἀποκάλυπτε. Σέ μία ἀπό τίς πρῶτες μου ἐπισκέψεις, στό μισοερειπωμένο κελλάκι του στή Μ. Λαύρα, τοῦ «ξέφυγε» καί μοῦ ἀποκάλυψε μία ἐμπειρία του. Μοῦ διηγήθηκε τά ἑξῆς: -«Κάποτε μέ πῆγε ὁ Θεός στόν οὐρανό καί μοῦ ἔδειξε ὅλους τούς ὁσίους. Ἦταν ὅλοι ίιιιιιιιιιιιιιι!!!!!!!!!» ἔκανε κουνώντας χαρακτηριστικά τόν δείκτη τοῦ χεριοῦ του, δηλ. «ἀδύνατοι σάν κλωστές»59. Τόν ἀξίωσε ὁ Θεός νά ξεναγηθεῖ στόν Παράδεισο καί νά δεῖ αὐτούς τούς Ἁγίους τῶν Ὁποίων τήν ζωή ἐμιμεῖτο τόσο πιστά. Τήν ἑπόμενη φορά, πού τοῦ τό θύμισα, ἐλπίζοντας νά μοῦ πεῖ κάτι περισσότερο, τά μπέρδεψε. Οὐσιαστικά ἀρνήθηκε ὅτι εἶχε τέτοια ἐμπειρία ἤ καί ἔκανε πώς δέν καταλαβαίνει τί τοῦ λέω... Πρόβλεψη τοῦ ὀνόματος μελλοντικοῦ Μοναχοῦ Κάποια φορά τόν ἐπισκέφθηκα μαζί μέ τόν τότε δόκιμο τοῦ Κελλιοῦ μας, πού λεγόταν Κωνσταντῖνος, τόν σημερινό π. Καλλίνικο. Ἀποχαιρετώντας τον τοῦ λέει: -«Ἄραγε πῶς θά σέ βγάλει ὁ Γέροντας; Καλλίνικο θά σέ βγάλει;...Καλός Καλλίνικος, καλός Καλλίνικος!». Ὅταν γυρίσαμε στό κελλί, διηγηθήκαμε στό Γέροντά μας αὐτό τό συμβάν καί τό τί μᾶς εἶπε ὁ γερο Εὐθύμιος. Τότε ὁ Γέροντας ἔμεινε ἔκθαμβος, ἐνεός60. Πράγματι εἶχε ἀποφασίσει ἔτσι νά ὀνομάσει τόν δόκιμο, ἀλλά δέν τό εἶχε ἀνακοινώσει σέ κανέναν. -«Φαίνεται ἔχει χάρισμα...» μονολόγησε ὁ Γέροντάς μας, σχολιάζοντας τό συμβάν μέ τό Γερο-Εὐθύμιο. Προφανῶς εἶχε τό διορατικό-προορατικό χάρισμα, ἀλλά τό ἔκρυβε ἐπιμελῶς. Ἑρμηνεία θανάτου Μοναχοῦ. Ὅταν φονεύθηκε ὁ ἀγαπημένος παραδελφός μας π. Παρθένιος, μοῦ εἶπε ἐρωτηματικά ὁ Γερο- Εὐθύμιος: -«Τί νά συνέβη ἄραγε; Μήπως ἦταν κρυμμένοι τίποτα δαίμονες ἐκεῖ στό μονοπάτι καί ἔκαναν τά ζῶα νά τρομάξουν καί νά πέσουν στό γκρεμό;». 59 Ὅπως ἄλλωστε ἦταν καί ὁ ἴδιος. 60 Ἔκπληκτος, γεμᾶτος θαυμασμό. 44
Ὁ λογισμός μοῦ λέει, ὅτι ὁ Γέροντας τό «εἶδε», ὅτι πράγματι ἔτσι ἔγινε κατά Θεία παραχώρηση. Τό εἶπε ὅμως σάν νά ἀναρωτιόταν, γιά νά μήν ἀποκαλύψει τό χάρισμά του. Ἡ θαυμαστή ἴασή του ἀπό τόν ἅγιο Ἀντύπα Κάποτε εἶχε ὁ Γέροντας φοβερό πονόδοντο. Ὡς γνωστό ὁ πόνος τῶν ὀδόντων εἶναι ἀπό τούς πιό ἰσχυρούς, ἄν ὄχι ὁ ἰσχυρότερος τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Ὁ Γέροντας, ὅπως μοῦ ἔλεγε, θυμήθηκε ὅτι ὁ ἅγιος Ἀντύπας εἶναι θεραπευτής τῶν ὀδοντικῶν παθήσεων καί ἄρχισε νά τόν ἐπικαλεῖται. Ἄρχισε νά φωνάζει μέ ὅλη του τήν δύναμη: «Ἅγιε Ἀντύπα θεράπευσέ με!!! Ἅγιε Ἀντύπα θεράπευσέ με!!! Ἅγιε Ἀντύπα θεράπευσέ με!!!». Πάραυτα σταμάτησε ὁ πόνος καί ἡρέμησε ὁ Γέροντας. Προσευχή ἀδιάλειπτη Στό δωμάτιο τοῦ Νοσοκομείου, πού ἔμενε, εἶχε (ὅπως καί στό πρῶτο του κελλί στή Λαύρα), ἕνα μεγάλο κομποσχοίνι σέ τροχαλία, τό ὁποῖο κρεμόταν δίπλα στό μαξιλάρι του. Μ’αὐτό προσηύχετο συνεχῶς. Ἦταν ἄνθρωπος τῆς εὐχῆς καί μάλιστα τῆς νοερᾶς. Προσευχόταν χωρίς νά ἀκούγεται τίποτε, οὔτε ψίθυρος ἀπό τό στόμα του. Παρόλο πού ἦταν πετσί καί κόκκαλο, εἶχε μία φοβερή ζωντάνια στή φωνή καί ἕνα βλέμμα σπινθηροβόλο. Εἶχε ἐκπληκτική διαύγεια νοός μέχρι τά τελευταῖα του. Ἀγάπη, ἐνδιαφέρον γιά ὅλους. Ἄν σέ ἔβλεπε μία φορά, μετά σέ θυμόταν γιά πάντα. Ρωτοῦσε γιά ὅλους, γιά ὅλα τά μέλη τῆς συνοδείας στήν ὁποία ἀνῆκες. Ἐνδιαφερόταν πολύ γιά τούς πατέρες τῆς Λαύρας καί ρωτοῦσε γιά τόν καθέναν. Προφανῶς προσευχόταν γιά ὅλους. Ρωτοῦσε ἄν ἔγινε ἡ κουρά τους, τί κάνουν κ.λ.π. Ἐάν ὁ συνομιλητής του ἦταν ἀπό κάποια ἄλλη συνοδεία (π.χ. ὅταν ἐπρόκειτο γιά «ἐξαρτηματικούς»61 πατέρες πού τόν ἐπισκέπτονταν) ρωτοῦσε πόσοι εἶναι στή συνοδεία καί φρόντιζε νά μάθει γιά τόν καθέναν. Ἐμάθαινε τά ὀνόματα ὅλων. Εἶχε πάρα πολύ καλή μνήμη ἀλλά καί 61 Ἐξαρτηματικοί πατέρες: Οἱ πατέρες (μοναχοί) πού δέν ἐγκαταβιώνουν μέσα στό Μοναστήρι, ἀλλά στά διάφορα «ἐξαρτήματά του»= Κελλιά, καλύβες, ἡσυχαστήρια, καθίσματα, μετόχια. 45
πλούσια τήν Θεία Χάρη, πού τόν βοηθοῦσε νά θυμᾶται μέ ἐνδιαφέρον καί ἀγάπη ὅλους τούς πατέρες. Πρίν τόν γνωρίσω, εἶχε πάει κάποιος ἀπό τούς παραδελφούς μας καί τοῦ ἀνέφερε γιά ἕναν καινούργιο δόκιμο πού ἔχουν στό Κελλί δηλ. γιά ἐμένα. Ὁ Γέροντας χάρηκε καί τοῦ εἶπε: -«Τί εἶναι ἄραγε; Εἶναι κανένας τσικολάτας62;;;!!! Νά τόν βάζεις νά σκάβει στόν κῆπο, γιά νά τοῦ βγοῦν τά πάθη!!!» Πράγματι ὁ Γέροντας εἶχε «δεῖ» τήν κατάστασή μου καί ἀμέσως ἀπό ἀγάπη, ὑπέδειξε καί τήν «θεραπεία» μου... Ὁ Γέροντας ἐνδιαφερόταν ἰδιαίτερα, γιά τούς πατέρες τῆς συνοδείας μας. Ἔλεγε ὅταν μέ ἔβλεπε: -«Τώρα στό σπίτι πόσοι εἶστε; Εἶστε ἐσύ καί ...ὁ Παρθένιος, ὁ Μακάριος, ὁ Γέροντας...». Ἐπίσης τόν Γέροντα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας π. Πρόδρομο, τόν ἐπαινοῦσε, διότι μάθαινε τό τί ἔκανε γιά τό Μοναστήρι (τίς κουρές πού ἔκανε κ.λ.π.). Παρόλο πού ζοῦσε φαινομενικά μόνος του, ὅμως ἐπικοινωνοῦσε μέ ὅλους, διά τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, τοῦ ἐν Χριστῷ ἐνδιαφέροντος γιά τή ζωή ὅλων καί διά τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς. Ἅγιο «αὐτομίσος» Ὁ Γέροντας βαθμιαῖα ἔχασε τήν ἀκοή καί τήν ὅρασή του στήν Λαύρα. Ὅταν τοῦ ἔλεγαν νά φροντίσει γιά τά μάτια του ἔλεγε: -«Δέν θέλω νά βλέπω ἐδῶ ἀλλά ἐκεῖ, στόν οὐρανό». Ζοῦσε μέ τό ὅραμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Εἶχε νεκρωθεῖ γιά τόν κόσμο καί εἶχε «μισήσει ἑαυτόν», σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «Ὅποιος δέν μισήσει τόν πατέρα του καί τήν μητέρα, καί τήν γυναίκα καί τά τέκνα καί τούς ἀδελφούς καί τίς ἀδελφές, ἀκόμη δέ καί τήν ψυχή του, δέν μπορεῖ νά εἶναι μαθητής μου»63. Μερικοί τόν κατέκριναν λέγοντας ὅτι πλανήθηκε. Γι’αὐτό, ἔλεγαν, δέν θέλησε νά βγεῖ ἔξω, ὥστε νά πάει στούς γιατρούς καί νά θεραπευθεῖ. -«Θά μποροῦσε» συμπλήρωναν «νά συγκατέβαινε λίγο. Νά ἄφηνε κάπως τήν ἄσκησή του, γιά νά μήν τυφλωθεῖ καί νά μήν ταλαιπωροῦνται οἱ διακονηταί ἐξαιτίας τοῦ δικοῦ του πείσματος». Ἐκεῖνος ὅμως ἀποκάλυψε σέ κάποιον ἀπό τούς πατέρες τά ἑξῆς: -«Τόν καιρό πού ἀρρώστησα, ἀρρώστησε καί ὁ τότε ἡγούμενος ὁ π. Φίλιππος. Τά καλογέρια ἦταν ἀπασχολημένα μέ τόν ἡγούμενο. Ἔπρεπε 62 Δηλ. καλομαθημένος πού τοῦ ἀρέσουν οἱ σοκολάτες. Πράγματι τέτοιος ἤμουνα καί εἶμαι... 63 Λκ. 14, 26. 46
νά τόν πᾶνε «ἔξω»64, νά φροντίσουν γιά τήν θεραπεία του. Αὐτό εἶχε σάν συνέπεια νά μήν ἔχουν καιρό καί ψυχική δύναμη νά ἀσχοληθοῦν μέ ἐμένα»65. Ὁ Γέροντας τότε ἔκανε ὑπομονή «ἀπό ἀρχοντιά». Ἡ λεπτή εὐγενική ψυχή του, τοῦ ἔλεγε νά προτιμήσει τό συμφέρον τοῦ ἡγουμένου, ἀπό τό δικό του. Γι’ αὐτό δέν βγῆκε «ἔξω»... Ὄχι γιατί δέν ἤθελε, ἀπό πεῖσμα. -«Ἤθελα νά βγῶ «ἔξω»» ἔλεγε, «ἀλλά τά καλογέρια ἦταν ἀπορροφημένα ἀπό τήν ἀσθένεια τοῦ ἡγουμένου». Μαζί μέ τήν τύφλωση καί τήν κώφωση, ὁ γέροντας εἶχε καί πρόβλημα μέ τόν γοφό του. Αὐτό τόν ἀνάγκαζε νά παραμένει συνεχῶς κλινήρης. Τήν νύκτα διανυκτέρευε μόνος, ἀφοῦ προηγουμένως δεχόταν τήν βραδυνή περιποίηση τοῦ διακονητῆ του. Δέν ἄφησε παρόλα ταῦτα τήν νηστεία. Ἦταν ξαπλωμένος συνήθως στό κρεββάτι, πετσί καί κόκκαλο. Εἶχε πάντα ἐκεῖνο τό βλέμμα τό σπινθηροβόλο καί πεντακάθαρο σάν τήν Ἁγιορείτικη θάλασσα. Εἶχε ἐπίσης διατηρήσει μέχρι τέλους ἐκείνη τήν ἀξιοθαύμαστη νοητική διαύγεια καί τήν ἐπίσης χαριτωμένη ζωντάνια, πού τήν φανέρωναν οἱ κινήσεις του καθώς καί ἡ βροντερή - διαπεραστική φωνή του. Χαριτωμένες στιγμές χαριτωμένων ἀνθρώπων. Ἐπειδή πλέον δέν ἄκουγε σχεδόν καθόλου, χρησιμοποιοῦσε ἕνα πλαστικό σωλήνα, μέ ἕνα χωνί στήν ἄκρη - σάν μικρόφωνο γιά τό συνομιλητή του - γιά νά ἀκούει. Ἡ μία ἄκρη τοῦ σωλήνα ἦταν κοντά στό στόμα τοῦ συνομιλητῆ καί ἡ ἄλλη ἔμπαινε στό αὐτί τοῦ Γερο-Εὐθύμιου. Γιά νά συνεννοηθεῖ φώναζε πολύ δυνατά. Στά τελευταῖα του χρόνια εἶχε χάσει πλέον τελείως καί τό φῶς του. Ὅταν κάποιος τόν πλησίαζε ἅπλωνε τά χέρια του καί τόν ψηλαφοῦσε στό πρόσωπο, σάν ἕνα μωρό καί ἔτσι τόν «ἐγνώριζε». Κάποιος Ρῶσος, πού τώρα ἀσκητεύει στά Καρούλια, πήγαινε καί - ἔτσι γιά ἀστεῖο- τόν ἔπιανε στό κεφάλι χωρίς νά τοῦ μιλᾶ. Τότε ὁ γερο- Εὐθύμιος προσπαθοῦσε νά βρεῖ ποιός εἶναι. Ἔλεγε: -«Ποιός εἶσαι!!!;» «...» -«Εἶσαι ὁ... τάδε...» -«...» 64 Δηλ. στόν κόσμο. 65 Δηλ. μέ τόν π. Εὐθύμιο καί τήν δική του ἐπικείμενη τύφλωση. 47
-«Εἶσαι ὁ...δεῖνα...» καί σιγά-σιγά μ’ αὐτόν τόν ἀστεῖο-χαριτωμένο τρόπο εὕρισκε ποιός ἦταν. Ἦταν ἕνας ἀπόλυτα κοινωνικός, ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος, ὅπως ὅλοι οἱ ἀληθινοί ἀσκηταί καί ἐρημίται. Γιά τόν κόσμο ἦταν ἄγνωστος. Μόνο οἱ πατέρες, πού τόν γνώριζαν, ὁδηγοῦσαν κάποιους κοσμικούς κοντά του, γιά νά πάρουν τήν εὐλογία του. Ἔσκυβαν στό στῆθος του, γιατί δέν ἄκουγε, οὔτε ἔβλεπε· ἔτσι μόνο τούς «ἀναγνώριζε» καί εὐλογοῦσε τήν κεφαλή τους διά τῆς ἀφῆς. Ὅταν ἔφευγαν «τραβοῦσε ἕνα κομποσχοίνι» γιά τόν καθένα κάνοντας καί τούς καθιερωμένους σταυρούς, παρόλο πού ἦταν ξαπλωμένος. 48
ΤΟ ΤΕΛΟΣ - ΑΡΧΗ ΤΗΣ «ΑΒΡΑΔΥΑΣΤΗΣ ΜΕΡΑΣ» ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. Οἱ τελευταῖες του ἡμέρες «Βάζει μετάνοια» σέ ὅλους καί ἐξομολογεῖται. Τό τελευταῖο διάστημα τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, τόν εἶχαν μεταφέρει δύο-τρία κελλιά, πιό δίπλα ἀπό τό νοσοκομεῖο. Ὁ διακονητής κοιμόταν κάπου ἀνάμεσα. Λίγες ἡμέρες πρίν τήν «ἔξοδό» του ἐκάλεσε ὅλους τούς πατέρες ἀπό τό Μοναστήρι, καθώς καί τούς παλιούς συμμοναστές του ἀπό τήν Βίγλα. Ἐνώπιον τοῦ Ἡγουμένου π. Προδρόμου «ἔβαλε μετάνοια», ζήτησε συγγνώμη ἀπό ὅλους καί τοῦ διαβάστηκε συγχωρητική εὐχή. Εἰρηνική κοίμηση Λίγο πρίν τήν κοίμησή του ἔπαθε κάτι σάν ἐγκεφαλικό καί δέν ἐπικοινωνοῦσε μέ τό περιβάλλον, γιά δύο ἡμέρες. Τά μάτια του ἦταν ἀνοικτά ἀλλά ἀκίνητα. Ὁ γιατρός, πού ἦλθε καί τόν ἐξέτασε, δέν εἶχε τίποτε νά τοῦ κάνει. Ἦταν ὁ Γέροντας μόνο φλέβες καί κόκκαλα. Ὡστόσο τοῦ ἔκανε μία ἔνεση. Μετά τίς δύο ἡμέρες πάλι συνῆλθε.Τήν τελευταία νύχτα τῆς ἐπίγειας ζωῆς του ἔμεινε ὡς συνήθως μόνος ἀφοῦ, τόν περιποιήθηκε τό βράδυ ὁ διακονητής του. Εἶχε κοινωνήσει τό προηγούμενο Σάββατο. Τό πρωί ὅταν ξαναπῆγε ὁ διακονητής, ὅπως ἦταν ἡ τάξη, τόν βρῆκε νά ἔχει κοιμηθεῖ «ἐν εἰρήνῃ» τόν αἰώνιο ὕπνο καί μάλιστα ἐκτός τῆς κλίνης του. Ἦταν μία ἑβδομάδα μετά ἀπό τήν ἀλληλοσυγχώρηση μέ τούς Πατέρες... Ἔφυγε ἀναπαυμένος, φορτωμένος μέ πλῆθος ἀσκητικῶν κόπων καί συγχωρημένος ἀπό ὅλους. Μετέβη ἀπ’ αὐτήν τήν πρόσκαιρη, πολύκλαυστη ζωή, στήν «ἀβράδυαστη μέρα» τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, πού τόσο ἀγάπησε καί γιά τήν Ὁποία τόσο μόχθησε, στίς ἡμέρες τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. 49
Ἡ νίκη κατά τῶν παθῶν Ὁ Γερο-Εὐθύμιος ἦταν ἕνας ἀληθινά ἐλεύθερος ἄνθρωπος. Ἐλεύθερος ἀπό τά κτήματα, τά χρήματα, τά «βρώματα»66, τήν φιλαυτία, τήν καλοπέραση, τήν ὑπερηφάνεια, τήν ραθυμία, τήν λήθη, τήν ἄγνοια, τήν φιλαργυρία, τήν φιλοδοξία, τήν ἀνθρωπαρέσκεια. Ὁ Γέροντας εἶχε δώσει τό κύριο βάρος στήν ἡσυχία, στήν μόνωση, στήν σιωπή καί στήν περιεκτική ἐγκράτεια (ἐγκράτεια ὄχι μόνο ἀπό τίς πολλές καί ἡδονικές τροφές ἀλλά καί ἀπό τίς μετακινήσεις, τά λόγια, τούς λογισμούς, τίς φαντασίες). Τό κλειδί τῆς ἐπιτυχίας στήν πνευματική ζωή εἶναι ἡ ἐσωτερική ζωή καί ἐργασία, πού κάνει ὁ χριστιανός μέσα στά βάθη τῆς καρδίας του. Ὁ Κύριος μᾶς τό τόνισε: «Καθάρισε τό ἐσωτερικό τοῦ ποτηρίου καί τότε καί τό ἐξωτερικό θά εἶναι καθαρό»67. Ὁ Γέροντας ἀγωνιζόταν νά ἐφαρμόσει τό ὑπέροχο ἐκεῖνο ρητό τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου: «Ὅλην σου τήν προσπάθεια κατεύθυνέ την ἔτσι, ὥστε ἡ ἐσωτερική σου ἐργασία νά εἶναι κατά Θεόν, καί ἔτσι θά νικήσεις καί τά ἐξωτερικά πάθη»68. Ἡ μέ πολλή προσοχή καί βία ἐσωτερική ζωή, συνεργαζομένη μέ τήν Θεία Χάρη, ἔφερε τήν ποθητή κάθαρση ἀπό τά πάθη, τά ἐξωτερικά καί τά ἐσωτερικά. Ὑπόταξε ὁ Γέροντας τούς τρεῖς κορυφαίους γίγαντες τῶν παθῶν: α) τήν ραθυμία (σωματική καί πνευματική τεμπελιά), β) τήν λήθη (λησμοσύνη τοῦ Θείου ὀνόματος, λησμοσύνη τῆς ἀδιάλειπτης ἐπίκλησης «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με») καί γ) τήν ἄγνοια (ἀγνωσία τῆς κατά Χριστόν ζωῆς καί τελειώσεως). Τά κατάφερε μέ: α) τήν «ἀνένδοτο», ἀνυποχώρητη νηστεία πού ἔκανε, β) τήν ἀδιάλειπτη - ἀέναη προσευχή ἡ ὁποία συνοδευόταν μέ καρδιακά πενθικά δάκρυα καί γ) τήν δαψιλῆ, σέ βάθος πνευματική μελέτη τῶν συγγραμμάτων τῶν Ἁγίων Πατέρων ( Κλίμακας, Εὐεργετινοῦ καί Φιλοκαλίας). Νίκησε τήν μητέρα τῶν παθῶν πού εἶναι ἡ φιλαυτία καί τά τρία ἀπαιχθῆ τέκνα της: 66 Φαγητά 67 Πρβλ.Ματθ. 23, 26: «Φαρισαῖε τυφλέ͵ καθάρισον πρῶτον τὸ ἐντὸς τοῦ ποτηρίου͵ ἵνα γένηται καὶ τὸ ἐκτὸς αὐτοῦ καθαρόν». 68 Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, Τόμος Γ΄, Συναξάρι τῆς 8ης Μαΐου, Ἐκδόσεις δόμος, 2005. 50
Search