Important Announcement
PubHTML5 Scheduled Server Maintenance on (GMT) Sunday, June 26th, 2:00 am - 8:00 am.
PubHTML5 site will be inoperative during the times indicated!

Home Explore ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΕΣ ΜΕ ΤΟ ΜΟΛΥΒΙ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΕΣ ΜΕ ΤΟ ΜΟΛΥΒΙ

Published by mbrou67, 2017-06-26 16:00:55

Description: ΒΙΒΛΙΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ-Β' ΤΑΞΗ

Search

Read the Text Version

ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016-17 1Ο «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΕΣ ΜΕ ΤΟ ΜΟΛΥΒΙ»ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΓΛΥΚΩΝ ΝΕΡΩΝ ΤΑΞΗ Β’ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ | ΜΑΡΙΑ ΜΠΡΟΥΛΙΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ1. Αντί προλόγου Σελ. 32. Χαϊκού- «Ένα παλιό μήνυμα για το σύγχρονο κόσμο», Ινδιάνος Σιάτλ Σελ. 43. Ημερολόγιο/Αλλαγή οπτικής γωνίας- «Από το ημερολόγιο της Άννας Σελ. 5Φρανκ» Σελ. 94. Παραμύθι- «Η ιστορία του δαχτυλιδιού», Γκότχολτ Έφραϊμ Λέσινγκ Σελ. 125. Αλλάζω το τέλος της ιστορίας- «Όμως ο μπαμπάς δεν ερχόταν», ΈλληΑλεξίου Σελ. 196. Προσθέτω διάλογο στην αφήγηση- «Κάποια Χριστούγεννα», Γ.Ξενόπουλος Σελ. 207. Ξεκινώντας από το τέλος της ιστορίας-«Το συρματόπλεγμα του Σελ. 24αίσχους», Χριστόφορος Μηλιώνης Σελ. 258. Λίμερικ- «Διγενής Ακρίτας» Σελ. 279. Συνθέτω το δικό μου τραγούδι σε 15σύλλαβο στίχο - «Διγενής Σελ. 29Ακρίτας»10. Σονέτο- «Καλλιπάτειρα», Λορέντζος Μαβίλης11. Γυρίζω τον χρόνο πίσω…-«Στην εποχή του τσιμέντου και τηςπολυκατοικίας», Μαρία Ιορδανίδου2

Αντί προλόγου… Με έμπνευση από τα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας οι μαθητές της Β’ Τάξης γνώρισαν νέους τρόπους για να διατυπώνουν τις σκέψεις τους και συνειδητοποίησαν ότι εκτός από τους συγγραφείς μπορούν και οι ίδιοι να εκφραστούν μέσω της δημιουργικής γραφής. Μπαίνοντας συστηματικά στη θέση του δημιουργού έμαθαν να αναγνωρίζουν τα εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιούν οι λογοτέχνες, εμβάθυναν στην ερμηνεία των κειμένων και έγιναν προοδευτικά δεκτικοί στο λογοτεχνικό βίωμα. Τέλος, δούλεψαν με κέφι και ενθουσιασμό και πρέπει να νιώθουν όλοι περήφανοι για το αποτέλεσμα. Σας ευχαριστώ για την υπέροχη «δημιουργική» χρονιά! Μαρία Μπρούλια Φιλόλογος 3

Χαϊκού «Ένα παλιό μήνυμα για το σύγχρονο κόσμο», Ινδιάνος ΣιάτλΕμπνευστείτε ένα haiku από τη σχέση του Ινδιάνου Σιάτλ με τη φύση «Φωτιά στο δάσος «Η φύση πρέπει καταστρέφεται η γη να είναι αδερφός σου κόσμος πεθαίνει» και ποτέ εχθρός»Δημήτρης Δημητρακόπουλος, Β1 Δήμητρα Νούσα, Β2 «Σιάτλ τον λένε «Μέσα στο δάσος τη φύση αγαπάει γύρω από τη φωτιά τα δέντρα τιμά» ζω ειρηνικά»Αθηνά Μπούτση, Β3 Απόστολος Καμπούρης, Β1 «Τον λένε Σιάτλ αγαπάει τη φύση σαν αδερφό του» Δημήτρης Χονδρός, Β3 4

Ημερολόγιο/Αλλαγή οπτικής γωνίας «Από το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ» Γράψτε μια σελίδα από το ημερολόγιο της Μαργκότ Φρανκ. Η ημερομηνία είναι Σάββατο, 7 Νοεμβρίου 1942. Σάββατο, 7 Νοεμβρίου 1942Αγαπημένη μου Λίζα, Είμαστε όλοι πολύ θυμωμένοι με την Άννα… Τα θέλει πραγματικά όλα δικά της.Σήμερα το βράδυ, πάλι βρήκε την ευκαιρία να ψάξει τα πράγματα μου. Εγώ, λοιπόν, διάβαζαένα πάρα πολύ ωραίο βιβλίο με εικόνες το οποίο είμαι σίγουρη ότι ζήλευε, επειδή ήταν δικόμου. Κάποια στιγμή δίψασα και βγήκα από το δωμάτιο για να πιω νερό, έχοντας αφήσειανοιχτό το βιβλίο πάνω στο κρεβάτι μου. Όταν επέστρεψα, βρήκα την Άννα να το ξεφυλλίζει.Δεν θύμωσα αμέσως, αλλά την παρακάλεσα ψύχραιμα να μου το δώσει. Αυτή όχι μόνο δεν τοέκανε αλλά συνέχιζε μάλιστα να το κοιτάει σαν να μην με έχει ακούσει καν. Τότε ήταν πουθύμωσα για τα καλά. Ευτυχώς η μητέρα κατάλαβε ότι είχα δίκιο και πήρε το μέρος μου,λέγοντας στην Άννα ότι το βιβλίο είναι δικό μου και πρέπει να μου το δώσει. Ίδια στάσηκράτησε και ο πατέρας, ο οποίος ρώτησε την αδερφή μου πως θα αντιδρούσε αν έκανα εγώ τοίδιο σε εκείνη. Η Άννα τότε εκνευρισμένη βγήκε βιαστικά από το δωμάτιο. Εγώ από τηνάλλη συνέχισα να διαβάζω το αγαπημένο μου βιβλίο, ικανοποιημένη που οι γονείς μου πήραντο μέρος μου και έληξε η ιστορία αυτή γρήγορα και χωρίς φασαρίες. Πραγματικά ώρες-ώρες δεν την καταλαβαίνω την Άννα. Έχει αλλάξει τόσο πολύ οχαρακτήρας της και η συμπεριφορά της από τότε που μπήκαμε σ’ αυτό το σπίτι. Όσο θυμάμαιπόσο ωραία περνάγαμε πριν από τον πόλεμο… λυπάμαι και πληγώνομαι για την απόστασηπου μας χωρίζει πια… Αλλά τι να κάνουμε; Πρέπει να συμβιβαστώ! Έτσι είναι ο πόλεμος!Αλλάζει τα πάντα στο πέρασμα του! Με πολλή αγάπη Μαργκότ Ειρήνη Αξαρλή, Β3 5

Σάββατο, 7 Νοεμβρίου 1942Αγαπητή Τούντι,Είμαι πολύ θυμωμένη με την Άννα! Εχθές τσακωθήκαμε. Καθώς διάβαζα έναβιβλίο, δίψασα και γι' αυτό το άφησα ανοιχτό στο κρεβάτι μου για να πάω ναπιω λίγο νερό. Ούτε δυο λεπτά δεν έλειψα και μόλις επιστρέφω, τι να δω! ΤηνΆννα με το βιβλίο μου στα χέρια! Της ζήτησα ευγενικά να μου το δώσει, αλλάδεν το έκανε. Έλεος αυτό το κορίτσι! Όλα δικά της τα θέλει! Αλλά, όπως και να'χει, είμαι μεγαλύτερη και θα 'πρεπε να με ακούσει. Ξαφνικά, η μαμά άνοιξετην πόρτα και είπε στην Άννα πως, εφόσον εγώ διάβαζα το βιβλίο, έπρεπε ναμου το δώσει. Και με το δίκιο της! Ύστερα μπήκε και ο μπαμπάς στο δωμάτιοκαι είπε στην Άννα ότι θα ήθελε να δει τι θα έκανε εκείνη αν της έπαιρνα εγώτο βιβλίο. Θα έκλαιγε και θα γκρίνιαζε. Τι άλλο; Εγώ όμως της το ζήτησα πολύήρεμα και ευγενικά, παρ' όλο που θύμωσα. Η Άννα άφησε το βιβλίο και βγήκεέξω από το δωμάτιο. Μας έπαιζε τη λυπημένη. Ήθελε να τραβήξει την προσοχή.Όπως πάντα! Δεν καταλαβαίνω γιατί θέλει τόσο πολύ να την προσέχουν όλοι.Είναι πολύ μικρή για να θέλει κάτι τέτοιο. Και αυτό υποδηλώνει επίσης ότιείναι εγωίστρια. Θα ήθελα πολύ να σου γράψω κι άλλα, αλλά πρέπει νακοιμηθώ. Πολλά φιλιά Μαργκότ Ελισάβετ Λαϊνά, Β2 6

Σάββατο, 7 Νοεμβρίου 1942 Αγαπητέ Βασίλη,Η μαμά είναι πολύ νευριασμένη με την Άννα! Χθες, διάβαζα ένα βιβλίο. Όμως, βγήκααπ' το δωμάτιο και το άφησα ανοιχτό για να το συνεχίσω μόλις επιστρέψω. Μόλις γύρισα,είδα την Άννα με το βιβλίο μου στο χέρι της! Αν είναι δυνατόν ! Εκείνη τη στιγμήνευρίασα και την παρακάλεσα να μου το δώσει πίσω, έτσι ώστε να το συνεχίσω. Όμωςεκείνη αρνούνταν! Τότε μπήκε η μαμά στο δωμάτιο, λέγοντας ότι εγώ διάβαζα το βιβλίοκαι έπρεπε να μου το επιστρέψει αμέσως! Λίγο μετά μπήκε μέσα και ο μπαμπάς... Μεείδε στεναχωρημένη και -με το δίκιο του- ξέσπασε στην Άννα, λέγοντας ότι θα ήθελεπολύ να δει τι θα έκανε η Άννα, εάν εγώ άρχιζα και ξεφύλλιζα ένα-ένα τα βιβλία της.Ύστερα, η Άννα άφησε το βιβλίο μου πάνω στο κρεβάτι, όπου ήταν, και βγήκε τρέχονταςαπό το δωμάτιο, ΔΗΘΕΝ λυπημένη!Πιστεύω πως η μητέρα και ο πατέρας γνώριζαν εξ αρχής πως εγώ και ΜΟΝΟ εγώ είχαδίκιο σε αυτή τη περίπτωση και πάντα. Η Άννα με είχε αδικήσει απόλυτα και πάλι.Καλά που ήρθαν η μητέρα και ο πατέρας και έβγαλαν τα σωστά συμπεράσματα. Πιστεύωπως ο μπαμπάς παίρνει πάντα το μέρος της Άννας, ακόμα και όταν έχει άδικο -δηλαδήπάντα! Είναι η \"αδυναμία του\", όπως το λέει και ο ίδιος. Το γεγονός ότι πήρε για μιαφορά το μέρος μου -παρόλο που είχα απόλυτο δίκιο και το ξέρουμε όλοι- με ξάφνιασε!Αντιθέτως, η μητέρα παίρνει πάντα το μέρος μου, διότι ξέρει ότι εγώ έχω ΠΑΝΤΑ δίκιοκαι η Άννα είναι το πειραχτήρι της υπόθεσης!Την Άννα δεν την συμπαθώ καθόλου, ούτε και την αγαπώ! Το ίδιο και τον πατέρα...Όμως, η μητέρα είναι η αδυναμία μου! Πληγώνομαι κάθε φορά που δεν μου δείχνει τόσοέντονα την αγάπη της και την αδυναμία της για εμένα! Όσον αφορά τον πατέρα, \"δεν μουκαίγεται καρφί\" ! Δεν με νοιάζει καθόλου! Ξέρω πολύ καλά τον χαρακτήρα του. Είναιευαίσθητος, μόνο όσον αφορά την Άννα και τις απαιτήσεις της. Δεν τον νοιάζει καθόλουγια τα συναισθήματά μου! Η Άννα είναι η αγαπημένη του, επειδή είναι η μικρούλα τουκαι το \"μωράκι\" της οικογένειας! Γι’ αυτό τους μισώ και τους δύο τόσο πολύ! Δενμπορούν να καταλάβουν ότι δεν είναι μόνοι και πως κι εγώ υπάρχω σε αυτή τηνοικογένεια! Όχι μόνο η Άννα! Με αγάπη, Μαργκότ! Ρεάνα Μπανάι, Β2 7

Σάββατο, 07 Νοεμβρίου 1942Αγαπητή Μπαμπίνα, Σήμερα στο σπίτι έγινε χαμός εξαιτίας της Άννας και … ίσως καιεξαιτίας μου. Διάβαζα το απόγευμα ένα βιβλίο με πανέμορφες εικόνες καιέφυγα για λίγο από το δωμάτιο για να πιω νερό. Όταν γύρισα η Άνναδιάβαζε το βιβλίο μου. Της ζήτησα να μου το δώσει αμέσως πίσω αλλάέκανε πως δεν με άκουσε. Τότε επενέβη η αγαπημένη μου μαμά, πουόποτε παθαίνω κάτι πάντα είναι εκεί για να με βοηθήσει και να μευπερασπιστεί. Την αγαπώ τρελά τη μαμά μου! Τέλος πάντων, η μητέρα άρχισε να φωνάζει στην Άννα για να μουδώσει πίσω το βιβλίο. Εκείνη την ώρα μπήκε στο δωμάτιο κι ο μπαμπάςπου περιέργως πήρε το μέρος μου. Συνήθως, υποστηρίζει την Άννα. Σίγουρατην προτιμάει από εμένα. Γιατί όμως; Είμαι πιο έξυπνη και πιο όμορφηαπό την Άννα. Όπως και να’ χει χάρηκα που με στήριξε. Αμέσως, η Άνναμου έδωσε το βιβλίο και έφυγε από το δωμάτιο. Τη λυπήθηκα όμως!Πρέπει να στενοχωρήθηκε πολύ. Ίσως έπρεπε να φανώ μεγαλόψυχη και νατην αφήσω να ξεφυλλίσει το βιβλίο μου, για να αποφευχθεί αυτό τοδυσάρεστο επεισόδιο. Έχω συχνά συγκρούσεις με την αδερφή μου και πιστεύω πως είναιφυσιολογικό. Μερικές φορές, όμως, το παρακάνουμε και πάντα αδικείται ηΆννα. Από αύριο θα προσπαθήσω να της φέρομαι καλύτερα. Δική σου Μαργκότ Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος, Β1 8

Παραμύθι «Η ιστορία του δαχτυλιδιού», Γκότχολτ Έφραϊμ ΛέσινγκΣτο έμμετρο δράμα «Η ιστορία του δαχτυλιδιού» ο Νάθαν διηγείται μια αλληγορική ιστορία. Δική σας αποστολή να μετατρέψετε την ιστορία αυτή σε παραμύθι. Μια φορά και έναν καιρό, σε μια απομακρυσμένη περιοχή, ζούσε ένας πατέρας που είχε 3 γιους. Και οι τρεις του γιοι ήταν πειθαρχικοί και τους αγαπούσε όλους εξίσου. Όμως, μία μέρα, αποφάσισε να δώσει το δαχτυλίδι, που πήγαινε πίσω γενιές. Τώρα έπρεπε να το δώσει στον πιο πειθαρχικό και αγαπητό. Αυτός θα γινόταν αγαπητός από όλους και κεφαλή της οικογένειας. Έτσι αποφάσισε να συζητήσει με τον καθένα ξεχωριστά για να δει ποιος άξιζε το δαχτυλίδι πιο πολύ. Πρώτα συζήτησε με τον πρώτο του γιο. Μετά με τον δεύτερό του και τέλος με τον τρίτο του γιο. Μόλις τελείωσε την συζήτηση και με τον τελευταίο του γιο, κατάλαβε πως και οι τρεις τους, άξιζαν το δαχτυλίδι. Για αυτόν τον λόγο, αποφάσισε να πάει και να φτιάξει δύο ολόιδια δαχτυλίδια. Το πήγε στον μεταλλουργό της γειτονιάς και μετά από δύο μέρες τα πήρε έτοιμα. Η διαφορά δεν φαινόταν. Τελικά ήρθε η μέρα να δώσει το δαχτυλίδι στον πιο άξιο, έτσι φώναξε καθέναν ξεχωριστά και του έδωσε και από ένα. Όταν ο πατέρας πέθανε, κάποιος έπρεπε να γίνει κεφαλή της οικογένειας, όμως κανείς τους δεν μπορούσε να διακρίνει το αληθινό δαχτυλίδι. Στο τέλος, μετά από ώρες διαμάχης, αποφάσισαν πως δεν χρειαζόταν να υπάρχει αρχηγός της οικογένειας. Όλοι μπορούσαν να είναι αρχηγοί. Έτσι σταμάτησαν το έθιμο και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα. Χρήστος Παπαγκίκας, Β2 9

Μια φορά κι έναν καιρό, κάποιος είχε ένα δαχτυλίδι το οποίο έκανεεκείνον που το είχε αγαπητό σ' ανθρώπους και Θεό, αρκεί να πίστευεκι αυτός στη δύναμη αυτή. Το δαχτυλίδι πήγαινε συνεχώς στον πιοαγαπητό γιο εκείνου που είχε το δαχτυλίδι και όποιος το είχε γινότανκύριος του σπιτιού. Κάποια στιγμή το δαχτυλίδι έπεσε στα χέρια ενόςπατέρα που είχε τρεις γιους που τους αγαπούσε όλους το ίδιο. Ήταν καιοι τρεις καλοί και πειθαρχικοί, γι' αυτό υποσχέθηκε το δαχτυλίδι καιστους τρεις. Καθώς ερχόταν η ώρα του να πεθάνει, δεν ήθελε νααπογοητεύσει κανέναν από τους τρεις γιους του. Γι' αυτό ζήτησε κρυφάαπό έναν τεχνίτη να φτιάξει άλλα δύο όμοια δαχτυλίδια, χωρίς νανοιαστεί για το κόστος. Πριν πεθάνει, λοιπόν, έδωσε στον καθέναξεχωριστά την ευχή του και το δαχτυλίδι του. Δεν πέρασε ούτε λίγηώρα που πέθανε ο πατέρας τους και οι γιοι ξεκίνησαν να μαλώνουνόταν αντιλήφθηκαν ότι δεν είχε μόνο ένας τους το δαχτυλίδι. Αλλά ήτανπια πολύ αργά για να διακρίνουν το πραγματικό δαχτυλίδι. Από τότεκαι στο εξής, ήταν και οι τρεις κύριοι του σπιτικού... Και έζησαν αυτοίκαλά κι εμείς καλύτερα. Ελισάβετ Λαϊνά, Β2 10

Μια φορά και έναν καιρό, ήταν ένας πατέρας που είχε ένα δαχτυλίδιαμύθητης αξίας! Η πέτρα τού δαχτυλιδιού ήταν από ένα υλικό λεγόμενο«οπάλι» και μόλις έβαζες το δαχτυλίδι στο φως, σκορπούσε γύρω του πολλάχρώματα. Το δαχτυλίδι αυτό είχε μια μαγική δύναμη: όποιος το φορούσε, τοναγαπούσαν όλοι, ακόμα και οι θεοί! Για αυτό το λόγο, ο πατέρας δεν έβγαζεποτέ το δαχτυλίδι για να μην χαθεί, και το φρόντιζε πάρα πολύ. Όμως, θαέπρεπε, όπως έλεγε και η παράδοση του δαχτυλιδιού, να το δώσει και αυτόςμε τη σειρά του στον αγαπημένο του γιο, και εκείνος στον δικό του. Όποιος τοείχε, γινόταν ο αρχηγός του σπιτιού. Έτσι, έφτασε και η μέρα που θα έπρεπε να το παραχωρήσει και εκείνος.Το πρόβλημά του, όμως, ήταν ότι και οι τρεις γιοι του ήταν καλοί καιευγενικοί, τους αγαπούσε όλους το ίδιο. Μια μέρα, άρχισε να μιλάει με τουςγιους του, ξεχωριστά, για να καταλάβει ποιος ήταν ο καλύτερος. Όμως,κατέληξε να υποσχεθεί και στους τρεις γιους του το δαχτυλίδι! Τελικά, για ναμην τσακωθούν, πήγε σε έναν τεχνίτη και του είπε να φτιάξει ακόμα δύο ίδιαδαχτυλίδια. Έτσι και έγινε! Ο τεχνίτης τα κατάφερε και ούτε ο ίδιος ο πατέραςμπορούσε να διακρίνει ποιο ήταν το αληθινό! Έτσι, ευτυχισμένος καιχαρούμενος, κάλεσε τους γιους του και τους έδωσε ξεχωριστά το δαχτυλίδι τουκαι την ευχή του. Ύστερα, πέθανε ήρεμος! Ρεάνα Μπανάι, Β2 11

Αλλάζω το τέλος της ιστορίας «Όμως ο μπαμπάς δεν ερχόταν», Έλλη Αλεξίου Συνεχίστε το διήγημα επιλέγοντας την επιστροφή ή όχι του μπαμπά. Ποιο θα είναι το τέλος της ιστορίας; Μ… α οι μέρες περνούσαν. Πέρασε και η Πρωτοχρονιά, πέρασαν και τα Φώτα και ομπαμπάς δεν ερχόταν. Δύο μέρες μετά τα Φώτα ο Πέτρος και η Αγγελικούλα ξαναπήγαν με τηνμητέρα τους στην οδό Αιόλου. Με το που έφτασαν τα δυο παιδιά άφησαν το χέρι της μητέρας τουςκαι έτρεξαν να δουν τον σιδερόδρομο. Μόλις έφτασαν μπροστά από την βιτρίνα του μαγαζιού είδανπως πολλά παιδιά είχαν μαζευτεί μπροστά της. Αυτό όμως που αντίκρισαν, δεν τοφανταζόντουσαν. Αντί να δουν τον σιδερόδρομο να κάνει την καθημερινή του διαδρομή είδαν πωςτην θέση του είχαν πάρει κάποια παλιά επιτραπέζια. Ο Πέτρος ένιωσε πως το όνειρο τουκαταστράφηκε. Μη μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυα άρχισε να τρέχει προς το μέρος τηςμητέρας του τραβώντας την Αγγελικούλα από το χέρι. Η μητέρα προσπάθησε να καθησυχάσει ταπαιδιά της όμως ότι και αν τους έλεγε αυτά ήταν απαρηγόρητα. Στον δρόμο για το σπίτι τα παιδιά ήταν για πρώτη φόρα ήσυχα, και αντί να τρέχουν στονδρόμο τραγουδώντας περπατούσαν κακόκεφα δίπλα στην μητέρα τους. Μόλις έφτασαν στο σπίτιτους είδαν πως το τζάκι ήταν αναμμένο και άκουσαν θορύβους από το σαλόνι. Η Αγγελικήφοβισμένη έτρεξε στην αγκαλιά της μητέρας της. Ξαφνικά ένας ψηλός άντρας με ένα υπέροχοχαμόγελο βγήκε από το σπίτι. Εκείνη τη στιγμή η μητέρα κοκάλωσε και τα παιδιά άρχισαν ναεπεξεργάζονται τον άντρα από μακριά προσπαθώντας να καταλάβουν αν τον γνωρίζουν.«Ο μπαμπάς!» φώναξε ο Πέτρος σπάζοντας την απόλυτη ησυχία που επικρατούσε. Ο άντρας, πάντα χαμογελαστός, άνοιξε τα χέρια του και ο Πέτρος, χωρίς να τοπολυσκεφτεί χάθηκε μέσα τους κλαίγοντας. Μετά από λίγο τον ακολούθησε και η Αγγελική. Ημητέρα, αφού αγκάλιασε τον άντρα της συγκινημένη, μπήκαν μαζί στο σπίτι για να ετοιμάσουντο βραδινό. Τα παιδιά είχαν ξεχάσει τελείως τον σιδερόδρομο και αφού έπαιξαν λίγο στο χιόνιμπήκαν και αυτά μέσα. Το φαγητό, ενώ ήταν το ίδιο φτωχικό με τις προηγούμενες φορές φάνηκεσε όλους πιο νόστιμο από ποτέ γιατί ήταν το πρώτο που έτρωγαν όλοι μαζί σαν οικογένειαύστερα από πολλά χρόνια. Και αυτό ήταν το καλύτερο Χριστουγεννιάτικο δώρο για όλους! Θεοδώρα Ζούβελου, Β3 12

Μ… α ο καιρός περνούσε… η μητέρα δούλευε τις καθημερινές σε σπίτια – όλη μέρα στοπλυσταριό- και τα Σάββατα… πάλι στην οδός Αιόλου. Τα χρήματα που έβγαζε απ’ τα σπίτια ήτανλιγοστά και για να τα βγάζει πέρα κατέφευγε στο παλιό κόλπο της διακονίας. Τα παιδιά κάθε πρωί ξυπνούσαν και κάθε βράδυ κοιμόνταν με την ελπίδα της επιστροφήςτου πατέρα. Έτσι πέρναγαν οι μέρες… οι μήνες… και τα χρόνια στο φτωχικό σπίτι της οικογένειας. Δεκαοχτώ χρονών πια ο Πετράκος και δεκάξι η Αγγελική. Μια ζωή έμειναν στο όνειρο τηςεπιστροφής του. Ο σιδερόδρομος είχε πουληθεί εδώ και χρόνια πια… μεγάλη ιστορία… τον αγόρασελέει ο καθηγητής στον γιό του όταν έπαθε ανεμοβλογιά. Ο Πέτρος βέβαια δεν σκεφτόταν πια τονσιδερόδρομο. Όξω, η επιβίωση τους ήταν πιο σημαντική από ένα παιχνίδι. Αυτό το είχε μάθει καλάο Πέτρος.. απ’ τα δεκατέσσερα εργαζόταν για να ζει αυτός και η αδερφή του. Η μητέρα τους είχεαποχωρίσει πια. Την βρήκαν ένα πρωί παγωμένη και ξυλιασμένη από το κρύο. Δεν άντεξε κιέφυγε! Η Αγγελικούλα αρνούνταν να δεχθεί την πραγματικότητα. Την σκληρή αλήθεια της ορφάνιαςόμως την ένιωσε πάνω της! Η μητέρα λοιπόν βρήκε ησυχία μετά τον θάνατο της. Αναπαύτηκε!Παίρνοντας μαζί της, το μεγάλο μυστικό. Το μεγάλο αυτό μυστικό που χρόνια την τυραννούσε. Ήτανη επιστροφή του πατέρα… Δεν θα επέστρεφε ποτέ πια. Δολοφονήθηκε της είπαν μια μέρα κάποιοισυμπολίτες που κατάφεραν να φτάσουν ζωντανοί εκεί και που τα παιδάκια θαύμαζαν ακόμα τονσιδερόδρομο στην βιτρίνα. Το μεγάλο μυστικό δεν το έμαθαν ποτέ ο Πέτρος και η Αγγελική…Αυτοί, απλά συνέχιζαν να ελπίζουν. Ήλπιζαν συνεχώς… Φαντάζονταν την ωραία μέρα που θαγυρνούσε ο πατέρας και μαζί με την μητέρα τους -που θα ζούσε- θα τον υποδέχονταν με χαρά καιθα γιόρταζαν. Αλήθεια… την είχε φανταστεί πολλές φορές αυτήν την τόσο σημαντική μέρα ηΑγγελική. Δυστυχώς όμως, μόνο στην φαντασία της έμεινε. Δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ! Τα παιδιά μεγάλωναν! Μεγάλωσαν! Παντρεύτηκαν! Έκαναν οικογένεια.. πρόσφεραν σταπαιδία τους αυτά που στερήθηκαν εκείνοι. Τον πατέρα! Την μητέρα! Την αγάπη! Απ’ την καρδιάτους όμως δεν έφυγε ποτέ η ελπίδα. Έμειναν πάντα τα δύο παιδιά που γνωρίσαμε με την καλήκαρδιά και την αισιοδοξία. Κανένας δεν τους πήρε το δικαίωμα της ελπίδας. Κανένας δεν τους είπετην απλή αλήθεια. Όλοι τους άφησαν να ελπίζουν. Να ελπίζουν σε ένα αύριο δίχως τέλος. Σε μιαζωή που ίσως να συνέχιζε ωραία… και ίσως να του πρόσφερε αυτά που είχαν στερηθεί… Ειρήνη Αξαρλή, Β3 13

Ή… ρθε λοιπόν το Πάσχα και η μητέρα βγήκε στους δρόμους να ζητιανέψει. Ο Πέτροςκαι η Αγγελική πήγαν να παίξουν με τα άλλα παιδιά της γειτονιάς μπάλα, στηνδιπλανή αλάνα. Αφού γύρισαν σπίτι γεμάτα από λάσπες - είχε βρέξει πολύ τηνπροηγούμενη ημέρα - η μαμά τους τούς μάλωσε που γύρισαν αργά αλλά και που ήτανμέσα στην βρωμιά. Τέλος, όμως, υποχώρησε και άρχισε να πλένει τα ρούχα τους στο χέρι. Ξαφνικά ακούγεται ο χτύπος της εξωτερικής τους πόρτας. Όλοι έτρεξαν ναανοίξουν, επειδή σπάνια χτυπούσε η πόρτα τους. Προς μεγάλη τους έκπληξη, ήταν ογείτονάς τους. Τους έδωσε ένα γράμμα που ήταν για αυτούς. Τους εξήγησε πως επειδή οταχυδρόμος δεν ήξερε την περιοχή, το έδωσε σε λάθος σπίτι. Αφού βρήκαν ένα μαχαίρι,άνοιξαν το γράμμα και είδαν πως ήταν από τον μπαμπά τους! Για την ακρίβεια, τοέστειλε ο συγκάτοικος του μπαμπά στην εξορία. Όλοι ήταν γεμάτοι χαρά, ενθουσιασμόκαι έκπληξη που επιτέλους είχαν νέα του. Όμως όταν άρχισαν να διαβάζουν, όλα αυτάτα ανάμεικτα συναισθήματα χαράς εξαφανίστηκαν και τη θέση τους πήρε μόνο ένασυναίσθημα, η λύπη. Το γράμμα έλεγε πως ο μπαμπάς βρισκόταν σε τρομερά άθλιακατάσταση, λόγω του κρύου και της ανεβασμένης του πίεσης. Έλεγε πως ακόμη και αντους άφηναν να φύγουν από την εξορία, ο μπαμπάς δεν θα κατάφερνε να φύγει. Τέλος,έγραφε πως θα τους ξαναενημερώσει για την κατάστασή του. Οι μέρες περνούσαν καιδεν ερχόταν κανένα γράμμα. Πέρασε το Πάσχα και ήρθε το καλοκαίρι. Ακριβώς την 1ηΙουνίου καταφτάνει ένα γράμμα από την Μακρόνησο. Αυτή τη φορά δεν ήταν από τονσυγκάτοικο του μπαμπά, αλλά από γραφείο κηδειών. Ο μπαμπάς είχε πεθάνει! Χρήστος Παπαγκίκας, Β2 14

…Μετά από ένα χρόνο ο πατέρας γύρισε. Τα παιδιά του δεν τοναναγνώρισαν γιατί είχε χάσει το ένα πόδι του και του είχαν ακρωτηριάσειτα δάχτυλα του ενός χεριού. Τα παιδιά, όταν συνειδητοποίησαν ότι ήταν οπατέρας τους έτρεξαν στην αγκαλιά του, τον φίλησαν και έκλαψαν απόχαρά, αλλά και λύπη για την εμφανή ταλαιπωρία του πατέρα τους πουείχε να πλυθεί και να ξυριστεί πολύ καιρό. Οι επόμενες μέρες πέρασαν ευχάριστα. Ο πατέρας σύντομαπροσλήφθηκε σε μια καλοπληρωμένη δουλειά και η οικονομικήκατάσταση της οικογένειας βελτιώθηκε και αποκαταστάθηκε. ΤαΧριστούγεννα μετά την επιστροφή του πατέρα ήταν τα καλυτέρα, διότιαγόρασαν ένα νέο διαμέρισμα, ψώνισαν καινούργια ρούχα και τα παιδιάπήραν τα παιχνίδια που τόσο καιρό ονειρεύονταν να αποκτήσουν.Τελειώνοντας, ο πατέρας ψήφιζε από εδώ και πέρα λευκό και ηοικογένεια έζησε καλά και με πολλά λεφτά. Απόστολος Καμπούρης, Β1 15

Με τον ερχομό όμως του καινούργιου χρόνου όλα θα άλλαζαν… ένα κρύοβράδυ της 7ης Ιανουαρίου κάτι απρόσμενο ξάφνιασε τα δύο αδέρφια. Ένα γράμμαβρέθηκε στο γραμματοκιβώτιο μόνο του και σκονισμένο όπου έγραφε τηνημερομηνία «23/12/1951». «Προφανώς δεν το είχαμε προσέξει νωρίτερα, αλλάίσως μπορεί να άργησε να σταλθεί…» σκεφτόντουσαν τα παιδιά. Το πήραν καιμαζεύτηκαν όλοι να το ανοίξουν. Το γράμμα ήταν από τον πατέρα τους. Τααπορημένα πρόσωπα των παιδιών πήραν ένα διαφορετικό ύφος τώρα. Ένα πλατύχαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπό τους. Τα μάτια τους έλαμπαν, όπως καιτότε του Πέτρου, όταν είδε τον σιδηρόδρομο. Όμως αυτό δεν κράτησε για πολύ.Το άνοιξαν και … ευχήθηκαν για μια στιγμή να μη το είχαν κάνει ποτέ… Ήτανόντως ο πατέρας τους. Τους έγραφε από την εξορία όμως με δυσάρεστα νέα. «Αγαπητά μου παιδιά», ξεκίνησε να τους γράφει «Φέτος δεν θα κάνουμεμαζί Χριστούγεννα, γι’ άλλη μια φορά. Κανονικά θα γύριζα, αλλά δεν μπορώ…Δυστυχώς είμαι πολύ άρρωστος. Δεν είχα την ευκαιρία να σας στείλω γράμμανωρίτερα, να σας γράψω πόσο σας αγαπώ. Συγνώμη που δεν θα μπορέσω ναέρθω για τα Χριστούγεννα. Ίσως να μην προλάβω να σας ξαναδώ… Θέλω όμως ναξέρετε πως πάντα θα σας αγαπώ. Με πολύ αγάπη ο μπαμπάς σας και σύζυγόςσου…» Αυτές οι λέξεις ειπώθηκαν και το δωμάτιο βυθίστηκε σε βαθιά ησυχία…Ποιος γνώριζε αν τα παιδιά θα ξαναέβλεπαν τον πατέρα τους ποτέ ή αν θαγίνονταν όλα μια δυσάρεστη ανάμνηση. Δήμητρα Νούσα, Β2 16

Πέρασαν αρκετά χρόνια και ο πατέρας δεν επέστρεψε. Ώσπουμία μέρα τα παιδιά βρήκαν ένα γράμμα στο γραμματοκιβώτιο, πουμέσα είχε χρήματα, μια φωτογραφία και ένα γράμμα του πατέρατους. Το γράμμα έλεγε πως σε δύο χρόνια ο πατέρας τους θαεπέστρεφε! Όταν το διάβασαν αυτό τα παιδιά, πλημμύρισε χαρά τοσπίτι. Πέρασε αρκετός καιρός και έφτασε η σημαντική ημέρα τηςεπιστροφής του πατέρα. Όμως εκείνος δεν γύρισε. Τα παιδιάλυπήθηκαν πάρα πολύ και για πρώτη φορά έχασαν την ελπίδα τουςπως ο πατέρας τους θα μπορούσε να γυρίσει και να είναι μαζί τους!Η στεναχώρια τους κορυφώθηκε όταν μετά από δύο εβδομάδεςέφτασε ένα άλλο γράμμα όπου έλεγε ότι πατέρας τους ήταν νεκρός.Tην ημέρα που, μετά από καιρό θα γυρνούσε στο σπίτι και θα ήτανεπιτέλους ελεύθερος, είχε ένα ατύχημα που τελικά του κόστισε τηνζωή. Η μητέρα και τα παιδιά ξέσπασαν σε κλάματα. Η ελπίδα πιαείχε σβήσει. Εκείνη την στιγμή χτύπησε η πόρτα. Το ένα παιδίπήγε με αργά και λυπημένα βήματα να ανοίξει τη πόρτα. Ήτανένας άντρας ο οποίος πράγματι έμοιαζε με τον πατέρα του. Ημητέρα πήγε να δει ποιος ήταν... Ξαφνικά ένα δάκρυ χαράς κύλησεαπό τα πονεμένα μάτια της… και ναι! Ήταν ο πατέρας! Η μητέρατον αγκάλιασε σφιχτά συγκινημένη. Τα παιδιά κατάλαβαν αμέσως τιείχε συμβεί και αγκάλιασαν κι εκείνα τον πατέρα τους. Όλοι ήτανπλέον ευτυχισμένοι! Ελένη Λούκη, Β2 17

- Μαμά, όταν έρθει ο μπαμπάς, θα σταματήσεις να ζητιανεύεις και δεν θα είσαι πια στεναχωρημένη και λυπημένη τα βράδια; ρώτησαν τα παιδιά.Η μητέρα τους παραξενεύτηκε από αυτή τους την ερώτηση. Όμως, δεν τους απάντησε παρά μόνομε ένα αδιάφορο \"ναι, ναι\". Πέρασε το καλοκαίρι, πάει και το φθινόπωρο... Και επιτέλους έφτασε ο χειμώνας!- Μαμά, μαμά! αναφώνησε η Αγγελικούλα. Θα έρθει ο μπαμπάς για να πάμε να πάρουμε εκείνη τη κουκλίτσα;- Και τον σιδερόδρομο! πετάχτηκε ενθουσιασμένος ο Πέτρος.- Όπως σας είπα, αυτή η κουκλίτσα δεν είναι για μας! Όσο για τον σιδερόδρομο.... τελείωσε την πρότασή της κοφτά.Η μικρή Αγγελικούλα άρχισε να κλαίει. Τότε, η μητέρα κατάλαβε το λάθος της που φώναξε σταμικρά της παιδιά και μόλις πλησίασε την κόρη της για να την παρηγορήσει, ακούστηκε ένα δυνατόχτύπημα στην πόρτα. Αμέσως, η μικρή Αγγελικούλα σταμάτησε να κλαίει και έπεσε ησυχία στοσπίτι. Η μητέρα και τα παιδιά της έτρεξαν στην πόρτα να την ανοίξουν ενθουσιασμένοι και γεμάτοιαγωνία. Όμως, μια απρόσμενη έκπληξη τους περίμενε πίσω από αυτή τη πόρτα. Στην άλλη άκρητης πόρτας στεκόταν ένας άντρας, μέτριου αναστήματος, με πολλά τραύματα, όχι σοβαρά. Τότε, τουςκόπηκε το χαμόγελο. Τον κοιτούσαν για λίγη ώρα, προσπαθώντας να αναγνωρίσουν ποιος ήταν. Ημητέρα έπεσε στην αγκαλιά του συγκινημένη ενώ τα παιδιά κοιτούσαν απορημένα.- Δεν μπορώ να το πιστέψω! Εσύ είσαι, Βασίλη;- Ναι, εγώ είμαι! απάντησε ο άντρας.- Είδατε παιδιά; είπε η μαμά των έκπληκτων αλλά και μπερδεμένων παιδιών. Σας είπα ότι ο μπαμπάς θα επέστρεφε από την εξορία κάποτε, και μάλιστα πριν από τα Χριστούγεννα. Και το κάποτε μόλις έφτασε!- Μπαμπά, είπε ο Πέτρος αφάνταστα χαρούμενος, θα πάμε στην οδός Αιόλου να μας πάρεις τα παιχνίδια μας για τα Χριστούγεννα; Τον σιδερόδρομό μου και την κουκλίτσα της Αγγελικούλας!Ο μπαμπάς κούνησε το κεφάλι του καταφατικά. Τα παιδιά άρχισαν να χοροπηδούν από τη χαράτους- Όμως, είπε η μαμά, ο μπαμπάς θα φάει πρώτα και μετά θα ξεκουραστεί, γιατί είναι πολύ ταλαιπωρημένος.Δύο μέρες αργότερα τα παιδιά πήραν τα πολυαγαπημένα τους παιχνίδια, που με τόσηανυπομονησία περίμεναν! Κυρίως όμως πήραν πίσω τον πατέρα τους και έγιναν πάλι μιαευτυχισμένη οικογένεια! Ρεάνα Μπανάι, Β2 18

Προσθέτω διάλογο στην αφήγηση «Κάποια Χριστούγεννα», Γ. ΞενόπουλοςΌταν ο συγγραφέας επισκέπτεται τη μητέρα του κάποια Χριστούγεννα μετά από χρόνιασυζητούν για το έθιμο της ζακυνθινής κουλούρας. Φανταστείτε το διάλογο μεταξύ τους. Η μητέρα του Γρηγόρη κατεβαίνει την ξύλινη σκάλα του σπιτιού της. Φτάνοντας στα μέσα φωνάζει γλυκά στο παιδί της. -Γρηγόρη μου! Μην ξεχάσεις ν’ αγοράσεις κρασί… από τον μπάρμπα-Φώτη. -Ο Γρηγόρης σταματώντας το βήμα του, έστρεψε το κεφάλι του και είπε: -Αφού μάνα θα ‘χουμε την ζακυνθινή κουλούρα απόψε, δεν θα σου χαλάσω το χατίρι. Θα το ευχαριστηθούμε. -Μπορεί παιδί μου να είχαμε χρόνια να κόψουμε την οικογενειακή κουλούρα μας… τώρα όμως που ήρθες θα το κάνουμε σωστά κι ας καλέσουμε και την κυρία Μαρία με την Αργυρούλα που λόγω πένθους δεν μπορούν να γιορτάσουν φέτος. -Καλά έκανες και τους θυμήθηκες μαμά, είπε ο Γρηγόρης. Έτσι για το καλό των ημερών! Δεν ξέρεις πόσο συγκινούμαι που ξαναθυμάμαι τα έθιμα του χωριού μας. -Παιδί μου, η παρουσία σου φέτος είναι χαρά για μένα και για τους χωριανούς. Φαίνεται όμως πως εσείς στην πόλη ξεχάσατε τις παραδόσεις μας. -Θα πω να στολιστεί η πίτα μας με περισσότερα γαρύφαλλα, καρύδια και σταφίδες. -Και πάρε κουφετάκια, ένα μικρό σακουλάκι για την Αργυρούλα μας… άντε και του χρόνου γιόκα μου, να ξαναρθείς! -Και του χρόνου μαμά! Ειρήνη Αξαρλή, Β3 19

Ξεκινώντας από το τέλος της ιστορίας «Το συρματόπλεγμα του αίσχους», Χ. Μηλιώνης Γράψτε 1 § που να τελειώνει με τη φράση: «Τα συναισθήματα δεν μπαίνουν σε συρματόπλεγμα» 12/05/1944Αγαπημένη Ελένη, Όλοι οι άνθρωποι στους δρόμους! Στο είχα πει, Ελένη μου, ότι θα ερχόταν κάποτε αυτή ημέρα. Νιώθω τόσο χαρούμενη που επιτέλους είμαι ελεύθερη να πάω όπου θέλω χωρίς νασυναντώ πόνο, θλίψη. Είχα νοσταλγήσει πολλές φορές το δικαίωμα της ελευθερίας. Αυτή τηνστιγμή κοιτάζω από το μπαλκόνι μου, το τελευταίο κομμάτι του τείχους που με χώριζε τόσαχρόνια από την πατρίδα μου. Πετάγομαι πάνω… και ναι το κομμάτι αυτό του τείχους δενυπάρχει πλέον… βγήκε από το χώμα… το χώμα αναστέναξε, πηρέ μια βαθιά ανάσα και ήταν σανα έλεγε «ουφ, επιτέλους έφυγε η άψυχη πέτρα που τόσο καιρό μου έσφιγγε την καρδιά…».Βγαίνω στον δρόμο! Παντού άνθρωποι χαρούμενοι! Μικροί, μεγάλοι, άνθρωποι τόσο διαφορετικοίπου μέχρι τώρα όμως ήταν ίσοι με το χώμα! Θα τρελαθώ από την χαρά μου… τρέχω και τρέχω,σταματάω γιατί η ανάσα μου έχει φτάσει στον λαιμό. Αχ Ελένη μου, έχω την αίσθηση ότιφτάνω, άσχετα αν απέχω χιλιόμετρα από αυτό το όνειρο! Όλα όσα σου είπα μπορεί να είναι έναμακρινό ταξίδι που βρίσκεται μόνο στην φαντασία μου, αλλά… εάν απλώσω το χέρι μου θαακουμπήσω το χώμα της «άλλης πλευράς». Φθάνει, Ελένη μου, φθάνει, το νιώθω, έρχεται αυτήη στιγμή. Πες με τρελή, πες με αναίσθητη που δεν καταλαβαίνω τα όσα γίνονται, αλλά το ξέρωότι πλησιάζουμε στο τέλος… το τέλος έρχεται θα το δεις! Πλησιάζει, είναι στην τελευταία στροφήπριν μπει στην τελική ευθεία. Είμαι τόσο ενθουσιασμένη και τα αισθήματα μου ξεπερνάνε αυτότο γκρίζο τείχος που δεσπόζει στην μέση της μικρής «πόλης» μας. Σήμερα κατάλαβα κάτι πάραπολύ σημαντικό. Τα συναισθήματα που νιώθει κάποιος για κάτι που έχει νοσταλγήσει δενμπορούν να μπουν σε συρματόπλεγμα. Ακόμα και αν αυτό το άσχημο τείχος δεν φύγει ποτέ απότην «πόλη» μας, αυτό θα το θυμάμαι για πάντα. Τα συναισθήματα δεν μπαίνουν σεσυρματόπλεγμα, Ελένη μου! Με πολλή αγάπη Μαρία Ειρήνη Αξαρλή, Β3 20

Τα συναισθήματα είναι δυνατά, ο καθένας τα εκφράζει με τον δικό τουτρόπο και κανένας δεν μπορεί να τα περιορίσει. Προχθές έγινε μια πορεία στοΣύνταγμα για τα δικαιώματα των προσφύγων. Την προηγούμενη εβδομάδα γιατην ομαδική μείωση των μισθών. Αυτός είναι ο τρόπος κάποιων ατόμων για ναεκφράζουν τα συναισθήματά τους. Όλοι ήταν εξοργισμένοι. Θέλουν δικαιοσύνη.Ζητούν κατανόηση μέσα σε ένα κόσμο χωρίς αλληλοεκτίμηση και αλληλεγγύη.Χωρίς σεβασμό και αγάπη για τον συνάνθρωπο. Το στρες που βιώνεται καθημερινάγια πολλούς λόγους, καθώς και ο φόβος του αν θα φτάσουν τα χρήματα,εκδηλώνονται καθημερινά μέσα από συναισθήματα οργής και λύπης. Πλέον οκόσμος αναζητά γαλήνη και ηρεμία μέσα σε έναν κόσμο που δεν μπορεί να του τηνπροσφέρει. Υπάρχουν αντιθέσεις μεταξύ των σκέψεων αλλά και των φιλοσοφιώντου κάθε ανθρώπου που οδηγούν σε τσακωμό και οργή για να κατακτήσει οκαθένας ξεχωριστά το δίκιο του. Η πορεία που οργανώθηκε χθες ήταν μια απόαυτές που ο κόσμος, για την σήμερον κατάσταση, εξαγριώνεται και φωνάζειοργισμένα συνθήματα. Το αστυνομικό σώμα οργίζεται και αυτό. Συλλαμβάνει καιτραυματίζει κόσμο για την έκφραση των συναισθημάτων τους, με τον δικό τουςτρόπο. Αλλά αυτό που δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί δεν έχουν την συνείδηση,είναι ένα πράγμα. Τα συναισθήματα δεν μπαίνουν σε συρματόπλεγμα. Δήμητρα Νούσα, Β2 21

Κάθε άνθρωπος είναι φτιαγμένος για να αισθάνεται, είτε αυτά τα συναισθήματα είναι καλά είτε είναι άσχημα. Τα συναισθήματα ενός ανθρώπου μπορεί να είναι η αγάπη, η χαρά, η λύπη, η απογοήτευση, ο θυμός κλπ. Καθένας από εμάς μπορεί να νιώθει όλα αυτά για έναν συνάνθρωπό του. Για παράδειγμα ένα παιδί αγαπάει την. μητέρα του. Επίσης όταν η μαμά παίρνει ένα δώρο στο παιδί της εκείνο ενθουσιάζεται και χαίρεται. Ένας μαθητής λυπάται και απογοητεύεται όταν παίρνει κακό βαθμό στο διαγώνισμα για το οποίο είχε διαβάσει τόσο πολύ. Ύστερα ένας έφηβος θυμώνει όταν τσακώνεται με κάποιον και ξεσπάει σε εκείνον. Έτσι ένας άνθρωπος έχει πολλά συναισθήματα και κανείς δεν μπορεί να τον αποτρέψει να αισθάνεται. Όπως καταλαβαίνουμε, τα συναισθήματα δεν μπορούν να καθοριστούν και δεν μπαίνουν σε συρματόπλεγμα γιατί όλοι έχουν το «δικαίωμα» να αισθάνονται. Βιβή Μπαρμπαγιάννη, Β2 Ο κύριος Αντρέας παρατηρούσε για άλλη μια φορά από το παράθυρο του το πατρικό του σπίτι στην απέναντι πλευρά της «πράσινης γραμμής» συγκινημένος. Πάνε τώρα 53 χρόνια από τότε που βρέθηκε μακριά από το σπίτι του και ζει μόνος του σε ένα καλυβάκι στην άλλη πλευρά του συρματοπλέγματος. Ήταν ακόμα παιδί όταν βρέθηκε με την μητέρα του στο καινούριο τους σπίτι. Όλες όμως οι αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας είναι συνδεδεμένες με εκείνες τις παλιές καλές εποχές. Εκείνες που έπαιζε ανέμελα στην τεράστια αυλή του σπιτιού του ή που συναντιόταν με την παρέα του πίσω από τον χωματόδρομο. Σήμερα λοιπόν παρόλο που έχει φτάσει 67 ετών νοσταλγεί με όλη του την καρδιά το πατρικό του σπίτι, στο οποίο έζησε τόσες ευχάριστες στιγμές και νόμιζε πως θα ζούσε εκεί για πάντα. Πράγμα όμως που δεν έγινε γιατί τώρα τους χωρίζει το συρματόπλεγμα. Τόσο κοντά αλλά ταυτόχρονα και τόσο μακριά από την παλιά του γειτονιά τίποτα δεν τον σταματά από το να θυμάται το σπίτι του συγκινημένος κάθε φορά που κοιτάει από την απέναντι πλευρά του συρματοπλέγματος. Γιατί μπορεί να καταφέρνει να τον χωρίζει από αυτό που τόσο νοσταλγεί, δεν μπορεί όμως να καταφέρει να τον κάνει να πάψει να το σκέφτεται και να το αγαπά. Γιατί τα συναισθήματα δεν μπαίνουν σε συρματόπλεγμα. Θεοδώρα Ζούβελου, Β3 22

Από πολύ νωρίς στην ιστορία δεν ήταν σπάνιο το φαινόμενο ναχωρίζονται δύο περιοχές από κάποιο είδος διαχωριστικού τείχους. Συνήθωςδεν υπήρχε επικοινωνία μεταξύ των περιοχών καθώς θεωρούνταναπαγορευμένη. Αυτό το γεγονός όμως δεν σημαίνει πως οι άνθρωποι δενένιωθαν ενωμένοι με την άλλη πλευρά. Ενήλικες που είχαν μεγαλώσειμαζί αλλά και παιδιά που έπαιζαν μαζί καθημερινά, δεν πρόκειται νασταματήσουν να νοιάζονται για τους συνανθρώπους τους επειδή είναιχωρισμένοι. Καθένας νιώθει αγωνία και προσμένει πότε θα ενωθεί ξανάμε τους γνωστούς του, νιώθει νοσταλγία για τις μέρες που όλοι ήτανμονιασμένοι και ελεύθεροι. Μπορεί λοιπόν να είναι εφικτό να χωριστούνζωές, όμως τα συναισθήματα δεν μπαίνουν σε συρματοπλέγματα. Αγγελική Μυτιληναίου, Β2 Το ζήτημα των προσφύγων είναι ένα πρόβλημα που δυστυχώς έχει εξαπλωθεί παγκοσμίως. Άνθρωποι χάνουν τα σπίτια τους, την οικογένειά τους και εγκαταλείπουν την πατρίδα τους λόγω των πολέμων. Πρόσφατα, λοιπόν, κατέφθασε στην Ελλάδα άλλο ένα κύμα προσφύγων από τη Συρία. Μέσα σε αυτούς ήταν άνθρωποι που είχαν χάσει την οικογένειά τους αλλά και μικρά παιδιά που είχαν χάσει τον πατέρα τους ή τη μητέρα τους. Μετά την εγκατάστασή τους στα κέντρα υποδοχής προσφύγων, ζουν με την αγωνία για τους δικούς τους και για την πατρίδα τους. Γνωρίζουν πως όσοι έμειναν πίσω είναι «φυλακισμένοι» και πως δεν θα έχουν αίσιο τέλος. Όμως όσοι πόλεμοι και αν γίνουν, πάντα θα ελπίζουν το καλύτερο για την πατρίδα τους αλλά και για τους συνανθρώπους τους. Διότι όλοι ξέρουμε πως τα συναισθήματα δεν μπαίνουν σε συρματόπλεγμα. Βασιλική Πλατσατούρα, Β2 23

Λίμερικ «Διγενής Ακρίτας» Δοκιμάστε να γράψετε ένα λίμερικ για τον Διγενή Ακρίτα.Θυμηθείτε: Το λίμερικ είναι στιχούργημα με σταθερή δομή. Βασικά χαρακτηριστικάτου το χιούμορ, το nonsense, η φαντασία, το παράλογο. Η στιχουργική του φόρμαείναι πεντάστιχη (αα-ββ-α). Ο Διγενής Ακρίτας πάνω στους λόφους είναι ασταμάτητος, παντοδύναμος καθώς φέρνει φόβους πολεμά παθιασμένα, με μίσος και με πάθος χτυπά όλα τα σύννεφα εκπλήσσονται που νικά και κάνει DAB Ο Διγενής τους αφήνει στα βουνά όλους άφωνους. Δήμητρα Νούσα, Β2 Ο Διγενής Ακρίτας με τον χάρο παλεύει. Ο Διγενής χαροπαλεύει Ο γενναίος αυτός θνητός, να τον νικήσει θέλει. Και με την ζωή του χορεύει Καθώς στην προκαθορισμένη μοίρα εκείνος Στον λόφο επάνω κάθεται αντιστέκεται, Με το ηλιοβασίλεμα κοιτιέταιΗ φύση που δεν μπορεί να βοηθήσει στέκεται και Ενώ ο χάρος τον κοροϊδεύει ντρέπεται Βιβή Μπαρμπαγιάννη, Β2 Ο Διγενής Ακρίτας με τον χάρο παλεύει. Αγγελική Μυτιληναίου, Β2 Ο Διγενής από την Μελιτηνή Ο Διγενής ψυχομαχεί internet να βρει Ήρωας μεγάλος με τιμή έχει κινητό καλό αλλά όχι με δεδομένα, πάει εδώ πάει εκεί αλλά internet δεν μπορεί να βρει Καθισμένος σε βράχο πολύ ψηλό αγοράζει και αγοράζει και ξοδεύει δεδομένα, Πιάνει κουβέντα στον όμορφο ουρανό τώρα δεν του φτάνουν για Pokemon να βρει.. Αχ τον Διγενή από την Μελιτηνή Παναγιώτης Τορτορέλης, Β3 Ειρήνη Αξαρλή, Β3 24

Συνθέτω το δικό μου τραγούδι σε 15σύλλαβο στίχο «Διγενής Ακρίτας»Φτιάξτε ένα τραγούδι χρησιμοποιώντας ιαμβικό 15σύλλαβο ανομοιοκατάληκτο στίχο (- ύ/ - ύ/ - ύ/ - ύ/ - ύ/ - ύ/ - ύ/- ) Περπατώ στον δρόμο και σκορπίζω αρκετή χαρά χαρούμενο κάνω τον κόσμο με μια μόνο ματιά ζω την κάθε μέρα σαν να μην υπάρχει αύριο προσπαθώ να είμαι πάντα χαμογελαστή εδώ ο κόσμος κάποιες φορές με κάποιους είναι άδικος και κάποιες φορές χωρίς ελπίδα για το αύριο ζήσε την κάθε σου στιγμή με μια μεγάλη πνοή. Δήμητρα Νούσα, Β2 Κείμενα σαν έχουμε το τετράδιο κοιτάω. Από τις άπειρες ασκήσεις που βλέπω τρομάζω. Όμως αφού θέλω στη ζωή κάτι να πετύχω, Σκύβω το κεφάλι μου και να τις λύνω αρχίζω. Στη μέση όμως κουράζομαι και άκρη τις αφήνω. Αγγελική Μυτιληναίου, Β2 25

Ο ήλιος υψώθηκε στον λαμπερό ουρανό! Το αηδόνι τραγουδά από το ψηλό κλαδί, ζουζούνια χορεύουν ζωηρά στον γρήγορο ρυθμό. Ο δροσερός αέρας φυσάει όταν τα βλέπει ζηλεύει που δεν παίζει κι αυτός με την παρέα. Γι’ αυτό φυσάει, σκορπίζει τα ζουζούνια, το αηδόνι το μικρό φεύγει από την φωλιά του. Θα ‘ρθει ξανά μόλις θα κοπάσει ο αγέραςΚαι πάλι θα παίζουν τα ζουζούνια με το αηδόνι. Ειρήνη Αξαρλή, Β3 26

Σονέτο «Καλλιπάτειρα»Γράψτε ένα σονέτο με θέμα τον αθλητισμό. Χρησιμοποιήστε μέτρο ιαμβικό 11σύλλαβο και ομοιοκαταληξία πλεχτή ή σταυρωτή. Σπύρος Λούης Να τος ο Σπύρος Λούης ο μεγάλος Περνάει σαν τον σίφουνα, γρήγορος Όλοι τον θαυμάζουν και τον συγχαίρουν Μα το πόδι του χτυπάει και πέφτει Τι θα κάνει τώρα ; αναρωτιούνται. Θα τρέξει, θα φύγει, θα σταματήσει; Όλοι αγωνιούν, στα μάτια τον κοιτούν. Μήπως τον αγώνα θα συνεχίσει; Τον βλέπουν να σηκώνεται, κουτσαίνει Γάζα βάζει στο πόδι του και τρέχει Τον αγώνα συνεχίζει παινεμένος, ακόμα και αν είναι χτυπημένος. Στο τέλος ο Λούης πρώτος βγαίνει, το χρυσό μετάλλιο στο στήθος μπαίνει. Χρήστος Παπαγκίκας, Β2 27

Τι έχει μείνει από τον αθλητή; Μια σκονισμένη φθαρμένη ηθική Έχει ταυτιστεί με μια μηχανή με οικονομική πολυεθνική. Βία, φανατισμός, χρήμα, αμοιβή.Ζει σε μια υλιστική, ανάξια εποχή,που τον οδήγησε μόνο στην ντροπή. Πόσο ξέφυγε από την αρετή;Σαν ένα ρομπότ προσπαθεί να γίνει, σαν ένα πρότυπο κορυφαίο, υψηλό, για να κυριαρχήσει και να μείνει, ο εκλεκτός που λατρεύει το κοινό. Αυτό έμεινε από τον ικανό Που έπεσε στην υλική την δύνη. Ειρήνη Αξαρλή, Β3 28

Γυρίζω τον χρόνο πίσω… «Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας» Προσθέστε στο κείμενο «Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας» μια σύντομη αναδρομική αφήγηση: Η αφηγήτρια θυμάται τη ζωή της στην Πόλη, το πατρικό της σπίτι και την παλιά της γειτονιά… …Αχ το σπιτάκι μου στην Πόλη! Η μεγάλη καφέ πολυθρόνα γύρω από τοτζάκι. Άξια να με ζεστάνει τους κρύους μήνες του χειμώνα. Η κόχη μου, η μικρήγωνιά μου, που ζεσταίνει την καρδιά μου. Το μεγάλο, ευρύχωρο σπίτι μου… ηκουζίνα σε ξεχωριστό χώρο από το σαλόνι, το καθιστικό κοντά στην πόρτα, πουοδηγεί στο μπαλκόνι με τα γιασεμιά. Στον δεύτερο όροφο, οι πίνακες με τιςκόκκινες παπαρούνες, οι κάμαρες που οδηγούν στα υπνοδωμάτια. Τα άνεταμπάνια… τόσο άνετα που ακόμη κι αν είναι με τα χέρια στην ανάταση δεν φτάνειςγια πολύ το ταβάνι. Και σαν είμαι πάλι μικρή ακούω την μητέρα. Πάλι φωνάζει! Ακόμη να πιωτο γάλα μου. Ο πατέρας μου με το μεγάλο-μικρό αμαξάκι του, κορνάρει. Πάλιάργησα στο σχολείο! Η Γιάννα -η φίλη μου- θα με μαλώσει που δεν πήγα, νωρίς,να πιάσουμε σειρά πρώτες στην προσευχή, πριν τα υπόλοιπα κορίτσια. Γέλια,παιχνίδια στο σχολείο! Με το που γυρνώ σπίτι όμως… άλλο πράγμα. Τσάι κυριώνμε τις κοπέλες της γειτονιάς και χάχανα που η κυρία Ελένη πάλι τα θαλάσσωσε καιη κυρία διευθύντρια φώναζε με τις γκάφες της. Και ύστερα… βλέπω πάλι εμένα, να κάθομαι πια με τις ώρες κάτω από τονμεγάλο πλάτανο και να απολαμβάνω την δροσιά του. Ό,τι πρέπει για τουςκαλοκαιρινούς μήνες! Πάνω στο γυάλινο τραπέζι με το καρό τραπεζομάντηλο, έναμεγάλο ποτήρι κρύα πορτοκαλάδα και δίπλα το βαζάκι με το μέλι. Έπειτα,σκούπισμα, ξεσκόνισμα… οι πρωινές καθημερινές δουλειές. Το μεσημεράκι όλοι οισυγγενείς, έως τρίτο σόι, συγκέντρωση για γεύμα. Το απόγευμα καφές με τιςγειτόνισσες και το εργόχειρο στο χέρι, μέχρι να δύσει ο ήλιος. 29

Αχ περασμένα μεγαλεία! Όσο θυμάμαι την ωραία ζωή στην Πόλη! Βόλτες στονκήπο με τα ρόδα –κόκκινα, ροζ και κίτρινα ροδοπέταλα- και τις όμορφες πασχαλιές..Τα μωβ ανθάκια της πασχαλιάς δίνουν άλλο χρώμα στην ζωή γύρω σου. Δίνουν έναχρώμα χαράς, αισιοδοξίας και ζωντάνιας. Πού να είναι άραγε ο κήπος με τιςπασχαλιές τώρα; Στην πόλη πίστευα στον μεγάλο κόσμο, στην όμορφη ζωή, στιςαρετές των Ελλήνων που δεν αλλάζουν, στις αρετές που παραμένουν αναλλοίωτεςκαι είναι αυτές που τους κάνουν να ξεχωρίζουν. Το γούστο, η φιλοξενία, η χαρά, ηεξυπνάδα και άλλα πολλά. Πιστεύαμε πως αυτή ήταν μια μονότονη και βαρετή ζωή.Αυτοί δεν είναι σαν τους γλεντζέδες τους Έλληνες λέγαμε. Που να ξέραμε βέβαιατότε που τα λέγαμε αυτά… τώρα… Α, ρε Ελύτη να που τελικά έχεις τόσο μεγάλοδίκιο. «Ο κόσμος ο μικρός ο μέγας». Ο κόσμος ο μεγάλος μεν, αλλά και ο μικρόςταυτόχρονα δε… Ειρήνη Αξαρλή, Β3 30

Σήμερα στα διαμερίσματα πρέπει να προσέξεις πόσο πρέπει νασκύψεις το κεφάλι σου, όταν σηκώνεσαι όρθιος μέσα στην μπανιέρα, έτσιπου να μην κουτουλήσεις στο σώμα του καλοριφέρ που κρεμιέται στοτοίχο. Αχ, θυμάμαι το παλιό, μεγάλο μου σπίτι, τους παλιούς μουγείτονες και την κυρά-Μαρία που έφερνε κάθε μέρα φαγητό καιτρώγαμε όλοι μαζί στην τραπεζαρία δίπλα στο τεράστιο σαλόνι! Μουλείπει όταν ερχόταν και η Άννα και βλέπαμε όλοι μαζί τηλεόραση,κωμωδίες και τραγωδίες… Γελούσαμε και κλαίγαμε μαζί, βγαίναμεβόλτες, πηγαίναμε κινηματογράφο, κουτσομπολεύαμε τους άλλους μαςγείτονες, μαγειρεύαμε στην τεράστια κουζίνα... Θα έδινα τα πάντα για ναγύριζα τον χρόνο πίσω, έστω και για λίγο, σε αυτές τις καλές εποχές.Μου λείπουν οι φίλοι μου! Μου λείπουν οι παλιοί μου γείτονες! Τώρα θαείναι σίγουρα με τους καινούριους τους γείτονες... Το πατρικό μου σπίτιήταν αρκετά μεγάλο και ευρύχωρο. Αποτελούνταν από δύο δωμάτια, δύομπάνια, μια κουζίνα 10τ.μ. περίπου, ένα ευρύχωρο σαλόνι, δύομπαλκόνια και μια βεράντα. Επίσης, η μονοκατοικία είχε κάτω στηνείσοδό της μια μεγάλη αυλή, όπου, όσοι γείτονες είχαν σκύλο, τον άφηνανκάτω για να παίξει, χωρίς την ανησυχία ότι θα φύγει. Όλοι μου οιγείτονες ήταν φιλικοί, κοινωνικοί και ευγενικοί μαζί μου και μεταξύτους. Όμως... Ρεάνα Μπανάι, Β2 31

Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζουν και οι άνθρωποι. Μέσα στιςπολυκατοικίες οι άνθρωποι γίνανε αγγλοπρεπείς. Βλέπεις κάποιον στησκάλα ή στο ασανσέρ και δε σε χαιρετά. Στέκεται μπροστά σου σανκολόνα πάγου, φοβάσαι να τον χαιρετήσεις κι εσύ. Ενώ παλιά γνώριζεςόλους τους γείτονες, ερχόταν η γειτόνισσα και πίνατε το καφεδάκι σας,παίζατε χαρτιά ή κουτσομπολεύατε. Τότε μπορούσες να επισκεφτείς τονγείτονα οποιαδήποτε στιγμή ήθελες. Τα σπίτια ήταν πάντα ανοιχτά γιαόλους, ζεστά και φιλόξενα, ιδιαιτέρως στις γιορτές. Ποτέ δεν λέγαμε όχιστις προσκλήσεις και στα γλέντια. Η καλή παρέα ήταν σημαντικό μέροςτης ζωής μας. Ενώ τώρα… δεν μπορείς ούτε έξω από την πόρτα τουγειτονικού διαμερίσματος να περάσεις. Συναντάς κάποιον στην είσοδοτης πολυκατοικίας και δεν ξέρεις καλά καλά συγκάτοικος είναι ή ξένος.Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους. Απόστολος Καμπούρης, Β1 32

Δήμητρα ΧρήστοςΕλένη Ειρήνη Αθηνά Ρεάνα Δημήτρης Βιβή Αγγελική ΒασιλικήΑπόστολος Παναγιώτης ΕλισάβετΘεοδώρα Κωνσταντίνος 33


Like this book? You can publish your book online for free in a few minutes!
Create your own flipbook