Important Announcement
PubHTML5 Scheduled Server Maintenance on (GMT) Sunday, June 26th, 2:00 am - 8:00 am.
PubHTML5 site will be inoperative during the times indicated!

Home Explore Brecht

Brecht

Published by axil kar, 2015-08-09 16:27:52

Description: Brecht

Search

Read the Text Version

ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

1

Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου”(Ποιήματα του Σβέντμποργκ, 1939)Αυτοί που βρίσκονται ψηλάΘεωρούνε ταπεινόΝα μιλάς για το φαΐΟ λόγος; Έχουνε κιόλας φάει.Οι ταπεινοί αφήνουνε τον κόσμοΧωρίς να ’χουνε δοκιμάσει κρέας της προκοπήςΠώς ν’ αναρωτηθούν από πού έρχονταιΚαι πού πηγαίνουνΕίναι τα όμορφα δειλινά τόσο αποκαμωμένοιΤο βουνό και την πλατειά τη θάλασσα,Δεν τά ’χουν ακόμα δει,Όταν σημαίνει η ώρα τους,Αν δεν νοιαστούν οι ταπεινοί,Γι’ αυτό που είναι ταπεινό,Ποτέ δεν θα υψωθούν,Το ημερολόγιοΔεν δείχνει ακόμα την ημέρα,Όλοι οι μήνες, όλες οι ημέρες,Είναι ανοιχτέςΚάποια απ’ αυτές θα σφραγιστεί,Μ’ έναν σταυρόΟι εργάτες φωνάζουν για ψωμί,Οι έμποροι φωνάζουν γι’ αγορές,Οι άνεργοι πεινούσανΤώρα πεινάνε κι όσοι εργάζονταιΑυτοί που αρπάζουν το φαΐ απ’ το τραπέζιΚηρύσσουν τη λιτότηταΑυτοί που παίρνουν όλα όσα δίνονται 2

Ζητάνε θυσίεςΟι χορτάτοι μιλάνε στους πεινασμένουςΓια τις μεγάλες εποχές που θα’ ρθουνΑυτοί που τη χώρα σέρνουνε στην άβυσσοΛες πως η τέχνη να κυβερνάς το λαόΕίναι πολύ δύσκολη για τους ανθρώπους του λαούΑυτοί που βρίσκονται ψηλά λένεΠόλεμος και ΕιρήνηΕίναι δυο πράγματα ολότελα διαφορετικάΌμως η ειρήνη τους και ο πόλεμός τουςΜοιάζουν όπως ο άνεμος κι η θύελλαΟ πόλεμος γεννιέται απ’ την ειρήνη τουςκαθώς ο γιος από την μάναέχει τα δικά της απαίσια χαρακτηριστικάο πόλεμός τους σκοτώνειό,τι άφησε όρθιο η ειρήνη τουςΌταν αυτοί που είναι ψηλάΜιλάνε για ειρήνηΟ απλός λαός ξέρειΠως έρχεται ο πόλεμοςΌταν αυτοί που είναι ψηλάΚαταριούνται τον πόλεμοΔιαταγές για επιστράτευσηΈχουν ήδη υπογραφείΣτον τοίχο με κιμωλία γραμμένοΘέλουνε πόλεμοΑυτός που το΄χε γράψειΈπεσε κιόλαςΑυτοί που βρίσκονται ψηλά λένεΝα ο δρόμος για τη δόξαΑυτοί που είναι χαμηλά λένεΝα ο δρόμος για το μνήμαΤούτος ο πόλεμος που έρχεται 3

Δεν είναι ο πρώτοςΠριν απ’ αυτόν γίνανε κι άλλοι πόλεμοιΌταν τελείωσε ο τελευταίοςΥπήρχαν νικητές και νικημένοιΣτους νικημένους ο φτωχός λαόςΠέθαινε απ’ την πείναΣτους νικητές ο φτωχός λαόςΠέθαινε το ίδιοΣαν θα’ ρθει η ώρα της πορείαςΠολλοί δεν ξέρουνΠως επικεφαλής βαδίζει ο εχθρός τουςΗ φωνή που διαταγές τους δίνειΕίναι του εχθρού τους η φωνήΕκείνος που για τον εχθρό μιλάειΕίναι ο ίδιος τους ο εχθρόςΝύχτα,Τα ανδρόγυνα ξαπλώνουν στο κρεβάτι τουςΟι νέες γυναίκες θα γεννήσουν ορφανάΣτρατηγέ το τανκς σουΕίναι δυνατό μηχάνημαΘερίζει δάση ολόκληραΚι εκατοντάδες άνδρες αφανίζειΜόνο που έχει ένα ελάττωμαχρειάζεται οδηγόΣτρατηγέ το βομβαρδιστικόΕίναι πολυδύναμοΠετάει πιο γρήγορα απ’ τον άνεμοΚι απ’ τον ελέφαντα σηκώνει βάρος πιο πολύΜόνο που έχει ένα ελάττωμαχρειάζεται πιλότοΣτρατηγέ ο άνθρωπος είναι χρήσιμος πολύΞέρει να πετάει,Ξέρει και να σκοτώνειΜόνο που έχει ένα ελάττωμαΞέρει και να σκέφτεται 4

ΕΓΚΩΜΙΟ ΣΤΗ ΜΑΘΗΣΗΜάθαινε και τ' απλούστερα!Για όσους ο καιρός τους ήρθε,Ποτέ δεν είναι αργά!Μάθαινε το ΑΒΓ, δε σε φτάνει,Μα εσύ να το μαθαίνεις!Μην απογοητεύεσαι! Ξεκίνα!Πρέπει όλα να τα ξέρεις!Εσύ την εξουσία πρέπει να πάρεις.Μάθαινε, άνθρωπε στο άσυλο!Μάθαινε, άνθρωπε στη φυλακή!Μάθαινε, γυναίκα στην κουζίνα!Μάθαινε, εξηντάχρονε!Εσύ την εξουσία πρέπει να πάρεις.Ψάξε για σχολείο, άστεγε!Προμηθεύσου γνώση, παγωμένε!Πεινασμένε, βρες ένα βιβλίο: είναι ένα όπλο.Εσύ την εξουσία πρέπει να πάρεις.Μην ντρέπεσαι να ρωτήσεις, Σύντροφε!Μην αφεθείς να πείθεσαιΜάθε να βλέπεις εσυ ο ίδιος!Ό,τι δεν ξέρεις ο ίδιος καθόλου δεν το ξέρεις.Έλεγξε το λογαριασμό, εσύ Θα τον πληρώσεις.Ψάξε με τα δάχτυλα κάθε σημάδι,Ρωτώντας: πώς βρέθηκε αυτό εδώ.Εσύ την εξουσία πρέπει να πάρεις. 5

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΕΡΓΑΤΗ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΖΕΙΠοιος έχτισε τη Θήβα την επτάπυλη;Στα βιβλία δε βρίσκειςπαρά μονάχα βασιλιάδων ονόματα.Οι βασιλιάδες είχανε τις πέτρες κουβαλήσει;Και τη Βαβυλώνα που την κατέστρεψαν πολλές φορέςποιος τόσο πολλές φορές την έχτισε και πάλι;Της χρυσόλαμπρης Λίμα οι οικοδόμοισε ποια σπίτια κατοικούσαν;Σε ποιο μέρος γύρισαν το βράδυ, οι χτίστες,όταν το Σινικό Τείχος έτοιμο ήταν;Η μεγάλη Ρώμη γεμάτη ήτανΑπό αψίδες θριάμβων.Ποιοι τις είχανε ανυψώσει;Πάνω σε ποιους θριάμβευσαν οι Καίσαρες;Το ξακουστό Βυζάντιο είχε για τουςκατοίκους του παλάτια μόνο;Ακόμη και στη μυθική Ατλαντίδα,τη νύχτα που καταποντιζόταν,τους σκλάβους τους φωνάζανε οι πνιγμένοι.Ο νεαρός Αλέξανδρος κατέκτησε τις Ινδίες.Μόνος αυτός;Ο Καίσαρ τους Γαλάτες κατατρόπωσε.Δεν είχε ούτε ένα μάγειρα μαζί του;Ο Φίλιππος της Ισπανίας έκλαψε,όταν ο στόλος του βυθίστηκε.Δεν έκλαψε κανείς άλλος;Ο Φρειδερίκος ο Β΄ νίκησε στον Επταετή Πόλεμο.Και ποιος άλλος νίκησε, εκτός από αυτόν;Κάθε σελίδα και μια νίκη.Ποιος ετοίμαζε τα επινίκια φαγοπότια;Κάθε δέκα χρόνια κι ένας μεγάλος άντρας.Ποιος πλήρωνε τα έξοδά του;Πόσα πολλά ιστορήματα! 6

Πόσα πολλά ερωτήματα!Πόσες και πόσες ιστορίες!Πόσες και πόσες απορίες! 7

Ο ΑΝΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΤΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣΓια κάποιον υπάλληλο, που ήταν πολύ καιρό στην ίδια υπηρεσία, οκύριος Κ. άκουσε να διατυπώνουν τον εξής έπαινο: ο υπάλληλοςήταν τόσο καλός, που ήταν αναντικατάστατος. “Τι θα πειαναντικατάστατος;” ρώτησε εκνευρισμένος ο κύριος Κ. “Θα πει ότιη υπηρεσία δε λειτουργεί χωρίς αυτόν” είπαν οι υμνητές του. “Μαπώς μπορεί να ‘ναι καλός υπάλληλος, αν η υπηρεσία δε λειτουργείχωρίς αυτόν;” είπε ο κύριος Κ. “Έχει χρόνια σ’ αυτή την υπηρεσία,και θα μπορούσε να την οργανώσει τόσο καλά, ώστε να μην είναιπια αναντικατάστατος. Και τι έκανε τόσον καιρό; Να σας πω εγώ:εκβιασμό έκανε!”ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ “ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ κ. ΚΟΫΝΕΡ”Εκδόσεις ΓΡΑΜΜΑΤΑ (μετάφραση: Ι. Παπάζογλου) 8

MΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΜΠΡΕΧΤ,ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΝΕΟΛΑΙΑΕσείς οι νέοι άνθρωποι των εποχών πού έρχονταιΚαι της καινούργιας χαραυγής πάνω στις πολιτείεςΠου δε χτίστηκαν ακόμα,Και σεις που δε γεννηθήκατε,Ακούστε τώρα τη φωνή τη δική μου,Που πέθανα όχι δοξασμένα, αλλά,Σαν τον αγρότη πού δεν όργωσε το χωράφι τουΚαι τον χτίστη πού ξετσίπωτα το έβαλε στα πόδιαΣαν είδε την τρύπια στέγη,Έτσι κ’ εγώ,Δε βάδισα με την εποχή μου, ξόδεψα τις μέρες μου,Και τώρα πρέπει να σας παρακαλέσωΝα πείτε εσείς αυτά πού δεν ειπώθηκαν,Να κάνετε αυτά πού δεν έγιναν, και μέναΓρήγορα να με ξεχάσετε, σας παρακαλώ,Για να μην παρασύρει και σαςΤο δικό μου κακό παράδειγμα.Αχ, γιατί κάθισα στων στείρων το τραπέζιΤρώγοντας το φαΐ πού αυτοί δεν ετοίμασαν;Αχ, γιατί ξόδεψα τά καλύτερα μου λόγιαΣτη δική τους άσκοπη κουβέντα.Έξω όμως διάβαιναν οι αδίδακτοιΔιψασμένοι για να μάθουν.Αχ, γιατί,Τά τραγούδια μου δεν υψώθηκαν στα μέρη εκείναΠου θρέφουν τις πολιτείες,Εκεί που ναυπηγούνται τά καράβια;Γιατί δεν υψώθηκαν σαν τον καπνό που αφήνουνπίσω τους στον ορίζοντα οι γρήγορες ατμομηχανές; 9

Γιατί ο δικός μου λόγοςΕίναι στάχτη και μεθυσμένου παραλήρημα στο στόμαΕκείνων πού είναι χρήσιμοι και δημιουργικοί.Ούτε μιά λέξηΔεν ξέρω να πω σε σας, γενιές των εποχών πού έρχονται,Μήτε μιά υπόδειξη δε θα μπορούσα να σας κάνωΜε δάχτυλο τρεμάμενο,Γιατί πώς το δρόμο να δείξει;Αυτός πού δεν τον διάβηκε!Γι αυτό σε μένα που τη ζωή μουΈτσι σπατάλησα άλλο δε μένειΠαρά να σας ζητήσωΝα μη δώσετε προσοχή σε λέξειςΠού βγαίνουν από το δικό μαςΣάπιο στόμα,Ούτε και συμβουλή καμιά να μη δεχτείτεΑπ’ αυτούς πού στάθηκαν τόσο ανίκανοι,Αλλά μόνοι σας ν’ αποφασίσετεΠοιό το καλό για σας και τι σάς βοηθάειΤον τόπο να χτίσετε πού εμείς αφήσαμεΝα ρημάξει σαν την πανούκλα,Και για να κάνετε τις πολιτείεςΕπιτέλους Κατοικήσιμες 10

ΚΑΚΗ ΕΠΟΧΗ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΟΛΑΙΑΑντί στο δάσος να παίζει με τους συνομήλικούς του κάθεται ομικρός μου γιος σκυμμένος πάνω απ’ τα βιβλία και πιο πολύ τουαρέσει να διαβάζει για τις κομπίνες των λεφτάδων και τις σφαγέςτων στρατηγών. Καθώς διαβάζει τη φράση ότι οι νόμοι μαςεξ ίσου απαγορεύουν σε φτωχούς και πλούσιους κάτω από ταγεφύρια να κοιμούνται ακούω το ευτυχισμένο του γέλιο.Όταν ανακαλύπτει ότι ενός βιβλίου ο συγγραφέας πουλημένοςείναιτο νεαρό του μέτωπο φωτίζεται. Απ’ τη μεριά μουτο επιδοκιμάζω, κι όμως θα ‘θελα να μπορούσαμια εποχή κατάλληλη για τη νεολαία να του προσφέρωπου σ’ αυτήν στο δάσος θα πήγαινε να παίξει με τουςσυνομήλικούς του. 11

Η ΝΤΡΟΠΗΌταν με κλέψαν στο Λος Άντζελες,την πόλη των εμπορεύσιμων ονείρων,παρατήρησα με τι τρόπο την κλοπή,που είχε γίνει από ένα πρόσφυγαόμοιο με μένα κι αναγνώστηόλων των ποιημάτων μου,όλο φροντίδα μυστική την κράτησαλες και φοβόμουνα πως η ντροπήγνωστή να γίνει θα μπορούσε,ας πούμε,στων θηρίων τον κόσμο. 12

ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΘΕΟΒαθιά στις σκοτεινές κοιλάδεςπεθαίνουνε οι πεινασμένοι.Αλλά εσύ τους δείχνεις το ψωμίκαι τους αφήνεις να πεθαίνουν.Εσύ έχεις θρονιαστεί αιώνιος κι αόρατοςκι αστράφτεις ανελέητος πάνω απ’ το αιώνιο Σχέδιό σου.Άφησες να πεθάνουνε οι νέοι κι οι χαροκόποιμα αυτούς που θέλουν να πεθάνουν, δεν τους άφησες.Πολλοί από κείνους που τώρα έχουνε σαπίσειπιστεύανε σε σένα και πέθαναν γεμάτοι εμπιστοσύνη.Άφησες τους φτωχούς φτωχοί να μείνουνεχρόνια και χρόνιαγιατί ήτανε οι πόθοι τουςπιο όμορφοι απ’ τον Παράδεισό σου.Πεθάνανε, αλίμονο, πριν δουν το φως σουπεθάνανε μακάριοι, όμως και σαπίσανε αμέσως.Λένε πολλοί πως δεν υπάρχειςκαι τόσο το καλύτερο.Μα πώς μπορεί να μην υπάρχειαυτό που μπορεί έτσι να ξεγελά;Αφού τόσοι και τόσοι ζούνε από σένακαι δεν μπορούν χωρίς εσένα να πεθάνουνπες μου, τι σημασία έχει τ’ ότι δεν υπάρχεις; 13


Like this book? You can publish your book online for free in a few minutes!
Create your own flipbook