Important Announcement
PubHTML5 Scheduled Server Maintenance on (GMT) Sunday, June 26th, 2:00 am - 8:00 am.
PubHTML5 site will be inoperative during the times indicated!

Home Explore Ιστορία και Μνημεία της Επανομής

Ιστορία και Μνημεία της Επανομής

Published by kostas.argyris, 2020-12-13 12:45:21

Description: _ΒΟΟΚ_130σελ_Ιστορία και Μνημεία της Επανομής

Search

Read the Text Version

H EΠΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ 49 Όπως και στο Μεσημέρι, η Τούμπα του Αγ. Κωνσταντίνου23 θα μπορούσε να ταυτισθεί με τη πόλη Κίθας. Στον οικισμό με επιχώσεις της εποχής του σιδήρου, των ιστορικών και βυζαντινών χρόνων εκτείνεται στα νότιά του το κλασικό και το ελληνιστικό νεκροταφείο, με τους μακεδονικούς τάφους24 του 4ου και 2ου αι. π.Χ. (Τάφος Α, μονοθάλαμος με απλή πρόσοψη, Τάφος Β, μονοθάλαμος με αμφικλινή στέγη και Τάφος Γ, διθάλαμος με παρα- στάδες στην πρόσοψη) (εικ.9α, β, γ). Αυτές οι δύο τελευταίες, η Τίνδη δηλαδή και η Κίθας θα πρέπει να βρίσκονταν στο εσωτερικό και μακριά από την ακτή. Εικ. 9α. Μεσημέρι. Τάφος Α, μονοθάλαμος με απλή πρόσοψη. 23 French, Index of Prehistoric Sites, ό.π, 43. Γραμμένος, Νεολιθικές έρευνες, ό.π., 70.5. Γραμμένος – Μπέσιος –Κώτσος, Από τους προϊστορικούς οικισμούς, ό.π., 27, αρ. 67. Α. Κούσουλα, «Ανασκαφή βυζαντινού νεκροταφείου στην κοι- νότητα Μεσημερίου Νομού Θεσσαλονίκης», ΑΕΜΘ 12 (1998), 253-58. Σουέρεφ, Τοπογραφικά και Aρχαιολογικά, ό.π., 97. Ε. Κεφαλίδου, «Eκ Μεσημερίου, προπολεμικώς: ένα ιερό της αρχαίας Κρουσίδας και άλλα ευρήματα από τις συλλογές του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης» (επιμ. Μ. Τιβέριος, Π. Νίγδελης, Π. Αδάμ-Βελένη), Θρεπτήρια, Μελέτες για την αρχαία Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 2012, 414-462. 24 Γενικά για αναφορές σχετ. με τους τάφους στο Μεσημέρι βλ. Αικ. Ρωμιοπούλου, ΑΔ 32 (1977), Β´ 2 Χρονικά, 197. Δ. Γραμμένος, ΑΔ 38 (1983), Β΄2 Χρονικά, 271. Β. Μισαηλίδου-Δεσποτίδου, ΑΔ 49 (1994), Β΄2 Χρονικά, 451- 452. Β. Μισαηλίδου-Δεσποτίδου, ΑΔ 53 (1998), Β΄2 Χρονικά, 574-575. Χ. Ι. Μακαρόνας, Μακεδονικά 2 (1941- 1952), 621-2. Δ. Παντερμαλής, Μακεδονικά 12 (1972), 180. Αικ. Ρωμιοπούλου, ΑΔ 29 (1973-74), Β´ 2 Χρονικά, 697. Μ. Μπέσιος, ΑΔ 37 (1982), Β´ 2 Χρονικά, 284 όπου και αναφορές και στους άλλους δύο τάφους .

50 Μ Α Ρ Ι Α Α Π Ο Σ Τ Ο Λ Ο Υ Εικ. 9β. Μεσημέρι. Τάφος Β, μονοθάλαμος με αμφικλινή στέγη. Εικ. 9γ. Μεσημέρι. Τάφος Γ, διθάλαμος με παραστάδες στην πρόσοψη.

H EΠΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ 51 Στην Τούμπα και στην Τράπεζα Μετοχίου Κριτσιανών ή Ποταμού (εικ.10) ο οικισμός σε τούμπα (στα νότια) και τράπεζα (στα βόρεια), που πιθανόν εκτεινόταν και στον εν- διάμεσο χώρο25, χρονολογείται με βάση την κεραμική στην πρώιμη εποχή του σιδήρου, στα αρχαϊκά και τα κλασικά χρόνια. Ακόμη, βορείως της Τούμπας-Τράπεζας Κριτσιανών περισυνελλέγησαν όστρακα ιστορικών χρόνων, που δείχνουν την έκταση της κατοίκησης του πολίσματος. Ο οικισμός ερευνήθηκε επιφανειακά. Εδώ θα μπορούσε να ήταν η Γίγωνος, κοντά στην Γιγωνίδα άκρα των αρχαίων. Εικ. 10. Επανομή. Η Τούμπα και η Τράπεζα Μετοχίου Κριτσιανών ή Ποταμού. H θέση στη Σκάλα ή Μαγαζιά26, σήμερα Όρμος, ίσως ήταν λιμάνι. Πιθανόν σε λείψανα λιμενικών εγκαταστάσεων μπορούν να αποδοθούν αυτά που εντοπίζονται περίπου στο ύψος των Παιδικών Κατασκηνώσεων. Άλλωστε στην περιοχή μαρτυρείται ότι υπήρχε το 25 Rey, Observations sur les premiers habitats, ό.π., 163. French, Index of Prehistoric Sites, ό.π., 43. Pazaras, A Note on the Names, ό.π., 270. Γραμμένος –Μπέσιος –Κώτσος, Από τους προϊστορικούς οικισμούς, ό.π. 20, αρ.33. Σουέ- ρεφ, Τοπογραφικά και Aρχαιολογικά, ό.π., 60-61. 26 Παζαράς, Επανομή, ό.π., 135.

52 Μ Α Ρ Ι Α Α Π Ο Σ Τ Ο Λ Ο Υ λιμάνι τον 9ο αι. μ.Χ. και μάλιστα διασωζόταν τον 10 αι. μ.Χ.27 Άλλωστε όλοι οι λιμένες ονομάζονταν κατά τους βυζαντινούς χρόνους Σκάλα28. Από το γνωστό χωρίο του Λιβίου29 προκύπτει με βεβαιότητα ότι υπήρχε πράγματι λιμάνι στην δυτική ακτή της Χαλκιδικής, μεταξύ του ακρωτηρίου της Αίνειας και της χερσονήσου της Κασσάνδρας. Η πόλη Αντιγό- νεια που αναφέρεται στην περιοχή είχε λιμάνι ικανό για να προσορμισθεί ο ρωμαϊκός στόλος γύρω στο 168 π.Χ. Οι Ρωμαίοι, αφού λεηλάτησαν την Αίνεια, περιπλέοντας την παραλία αποβιβάστηκαν κοντά στην Αντιγόνεια και λεηλάτησαν και τα περίχωρα. Τα αρ- χαιολογικά δεδομένα από τον εκτεταμένο διαχρονικά χώρο του Μεσημερίου, από τα προ- ϊστορικά έως και τα βυζαντινά χρόνια και η θέση μπορούν να υποστηρίξουν μία ταύτηση με την Αντιγόνεια στον χώρο που έκτισε το 280 π.Χ. ο Αντίγονος Γονατάς30. Στην τοποθεσία Πύργος31, στην ακτή ανάμεσα στον Πάλιουρα και στον όρμο της Επανομής, εντοπίσθηκαν άφθονα όστρακα ακόμη και μελαμβαφή και ερυθρόμορφα, όπως και υπολείμματα δόμησης. Άρα, κοντά υπήρχε κάποια σημαντική πόλη. Από τον Στέφανο Βυζάντιο αναφέρεται ότι νοτίως της Αίνειας ήταν η Κάμψα σε μικρή απόσταση από την παραλία. Ακόμη ότι μεταξύ του ακρωτηρίου της Αίνειας και του ακρωτηρίου της Γιγωνίδος υπήρχαν τρία πολίσματα: Αίνεια, Σμίλα και Κάμψα. Πρόσφατα, κατά μήκος της παραλίας, στην περιοχή Πάλιουρας, εντοπίσθηκαν τα λείψανα ενός οικισμού των ρωμαϊκών χρόνων με κατάλοιπα και πρωιμότερης εγκατάστασης ελληνιστικών χρόνων. Ερευνήθηκαν το νεκροταφείο του (εικ.11) των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων, με κεραμο- σκεπείς τάφους, κτιστούς κιβωτιόσχημους και λακκοειδείς, καθώς και βιοτεχνικές εγκαταστάσεις με ένα εργαστηριακό συγκρότημα με τους κλιβάνους του (εικ. 12). 27 Γ. Ί. Θεοχαρίδης, «Καλαμαρία (ἀπό τήν ἱστορία τῆς βυζαντινῆς Χαλκιδικῆς)» Μακεδονικά 17 (1977), 288-289. 28 Ό.π., 291. 29 Τίτος Λίβιος, 44,10. 30 Για την ταύτιση της Αντιγόνειας του Αντιγόνου Γονατά στη θέση όπου το Μετόχι του Αγίου Παύλου ή στη θέση της σημερινής Βεριάς βλ. Θεοχαρίδης, ό.π., 285, 286 και 287, όπου και η παλαιὀτρη βιβλιογραφία. Βλ. επίσης και παραπάνω σημ. 23 και 24 για τις νεότερες έρευνες στον χώρο του Μεσημερίου. 31 Παζαράς, ό.π., 22.

H EΠΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ 53 Εικ. 11. Πάλιουρας. Νεκροταφείο ύστερων ρωμαϊκών χρόνων.

54 Μ Α Ρ Ι Α Α Π Ο Σ Τ Ο Λ Ο Υ Εικ. 12. Πάλιουρας. Κλίβανος. Ένας από αυτούς εντάσσεται στην κατηγορία των ορθογώνιων κλιβάνων32. Ο κλί- βανος διατηρήθηκε σε κατάχωση. Οι κεραμικοί κλίβανοι είναι λογικό να βρίσκονταν, λόγω των ρυπογόνων καπνών, μακριά από την αστική συνοικία και κοντά στη θάλασσα, ώστε να διευκολύνεται η μεταφορά και το εμπόριο των προϊόντων. 32 Κ. Θ. Ράπτης, «Αρχαιολογικά τεκμήρια κεραμικών εργαστηρίων στον Ελλαδικό χώρο (4ος-15ος αι. μ.Χ.)», ΔΧΑΕ, περίοδος Δ΄, 32 (2011), 186, όπου και η σχετ. βιβλιογραφία. Εντάσσεται στην κατηγορία των ορθογώνιων κλιβά- νων 2δ «με κεντρικό διάδρομο καύσης και εγκάρσια προς αυτόν τοιχάρια, που σχηματίζουν πλευρικούς διαύλους». Ίδιος τύπος κλιβάνου εντοπίσθηκε στην βιοτεχνική γειτονιά στον οικισμό στο Κάστρο της Βρύας στη Χαλκιδική. Βλ. Θ. Παζαράς, Αικ. Τσανανά, «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων, ΑΕΜΘ 4 (1990), 358 και Θ. Παζα- ράς, «Από την κλασική Βρέα στο μεσαιωνικό Κάστρο της Βρύας», ΑΕΜΘ 10Β (1996), 318.

H EΠΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ 55 Μέσα στο ίδιο σύνολο εντάσσεται, κυριολεκτικά πάνω στο οδικό δίκτυο και μέσα στην αμμουδιά, ένα συγκρότημα ληνών ή πατητηριών, όπου γινόταν η εκχύμωση των σταφυλιών33. Πρόκειται για ένα ζεύγος υποληνίων καθώς και για άλλα δύο ζεύγη υπο- ληνίων, που εντοπίσθηκαν κατά μήκος της παραλίας (εικ.13). Εικ. 13. Πάλιουρας. Το συγκρότημα των ληνών. 33 Στις βυζαντινές πηγές με τον όρο ληνός δηλώνεται και η δεξαμενή σύνθλιψης αλλά και το κτίσμα. Βλ. Γ. Α. Πί- κουλας, «Εισαγωγικά-Ορολογίας απάνθισμα και σχολιασμός» (επιμ. Γ. Α. Πίκουλας), Οίνον ιστορώ IV. Θλιπτήρια και πιεστήρια. Από τους ληνούς στα προβιομηχανικά τσιπουρομάγγανα, Κτήμα Εύχαρις, Μούρτιζα Μεγάρων, 23.10.2004, Αθήνα 2005, 15-16. Ηλ. Αναγνωστάκης, «Περί θλίψεων και εκθλίψεων», στο ίδιο, ό.π., 82-87 και 134- 138, με σχετ. αναφορές στις πηγές. Σ. Κουράκου-Δραγώνα, «Οινολογική ματιά στην εκχύμωση των σταφυλιών ανά τους αιώνες», στο ίδιο, ό.π., 302-304. Ι. Α. Παπάγγελος, «Άμπελος και οίνος στη μεσαιωνική Χαλκιδική», Ιστορία του ελληνικού κρασιού, Β΄ Τριήμερο Εργασίας, Σαντορίνη 7-9.9.1990, Αθήνα 2001, 232-233.

56 Μ Α Ρ Ι Α Α Π Ο Σ Τ Ο Λ Ο Υ Προφανώς οι οινοποητικές εγκαταστάσεις θα περιελάμβαναν και το κυρίως οινο- ποιείο, δηλαδή τον πιθεώνα αλλά και άλλους βοηθητικούς χώρους. Οι κτιστοί ληνοί πα- ρουσιάζονται κυρίως στην ύστερη ελληνιστική περίοδο και κατασκευάζονται σε όλη τη διάρκεια των ρωμαϊκών και βυζαντινών χρόνων34. Στον Πάλιουρα οι δύο τετράγωνες δεξαμενές παρουσιάζουν επιμελημένη κατασκευή και τα τοιχώματά τους είναι επιχρισμένα με λεπτό υδραυλικό κονίαμα. Εξασφαλίζεται έτσι απόλυτη στεγανότητα για να μη «μο- λυνθεί» ή επηρεασθεί η ποιότητα του γλεύκους, σύμφωνα με τις οδηγίες των Γεωπονι- κών35. Χαρακτηριστική είναι η ενίσχυση του υδραυλικού κονιάματος στις γωνίες για εξασφάλιση της στεγανότητας. Στο μέσο των τριών πλευρών προεξέχει από μία πέτρα που χρησίμευε για την κάθοδο. Από τους μαρμάρινους κρουνούς, που συνδέονταν με τις δεξαμενές των ληνών, που δεν εντοπίστηκαν, έρεε το γλεύκος36. Στο κέντρο του δα- πέδου των υποληνίων δημιουργείται ένα κοίλωμα για την συγκέντρωση των στερεών υπολειμμάτων και για την διευκόλυνση του καθαρισμού. Η γειτνίαση του συγκροτήματος των ληνών με τη θάλασσα βοηθούσε στον καθαρισμό τους και την απολύμανσή τους με το θαλασσινό νερό37. Ακόμη βρέθηκε ένα λίθινο βάρος με διαμπερή οπή, που ίσως χρη- σίμευε ως αντίβαρο σε μηχανισμό συμπίεσης. Το λίθινο αυτό βάρος ίσως συνδυαζόταν με οριζόντιους ξύλινους μοχλούς και μπορεί, με βάση παράλληλα παραδείγματα, να χρονολογηθεί στους ρωμαϊκούς χρόνους38. Τα εξωτερικά βόρεια τοιχώματα και των δύο υποληνίων συνδέονταν με τους ληνούς, που, αν σώζονται, θα πρέπει να αναζητηθούν κάτω από τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Οι κεραμίδες οροφής που συγκεντρώθηκαν δείχνουν πως οι ληνοί εντάσσονταν σε ένα στεγασμένο κτίριο. Όσο για την κεραμική 34 A. Γιαλούρη, «Αγροικία-βιοτεχνική εγκατάσταση στη θέση «Αγιος Δημήτριος» Καινούργιου Ν. Φθιώτιδας», ΑΕΘΣΕ 2 (2006), 1249-1250. 35 Γεωπονικά, 6, 1.3. 36 Είναι παρόμοιοι με τους δύο κρουνούς των βυζαντινών ληνών της Βεριάς Συλλάτων. Βλ. Θ. Παζαράς – Αικ. Τσα- νανά, «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Συλλάτων», ΑΕΜΘ 4 (1990), 358, εικ. 6. Οι ίδιοι, «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων», ΑΕΜΘ 5 (1991), 293, εικ. 6. 37 Γεωπονικά 7, 6.10-11. 38 Ν. Τσατσάκη – Ε. Καπράνος, «Ελαιοτριβείο ρωμαϊκών χρόνων στο Χαμαλεύρι Ρεθύμνου», Πεπραγμένα Ι΄ Διε- θνούς Κρητολογικού Συνεδρίου, τ. Α4, Χανιά 2011, 154, εικ. 3

H EΠΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ 57 που βρέθηκε στα υπολήνια, μια γενική χρονολόγηση στον 3ο αι. μ.Χ. φαίνεται να είναι ασφαλής. Πρόκειται για όστρακα αμφορέων, χείλη από χύτρες και άωτα κύπελλα και τμήματα από οινοχόες. Η εύρεση μιάς τετράγωνης λίθινης βάσης στον χώρο, με τους τε- τράγωνους τόρμους στις δύο πλευρές δείχνει ένα εξελιγμένο τύπο πιεστηρίου, που, σύμ- φωνα με τον Πλίνιο, αποτελεί ελληνική επινόηση του 1ου αιώνα π.Χ. (εικ.14). Εικ. 14. Πάλιουρας. Το πιεστήριο. Ως προς τη χρήση η βάση μπορεί να ανήκει σε μηχανικό πιεστήριο ελαιοκάρπου ή σταφυλιών39, αφού η επεξεργασία σταφυλιού και ελιάς στο πέρασμα των χρόνων ήταν συναφής. Τοποθετούσαν τους καρπούς μέσα σε σάκους ή σε μεγάλα καλάθια που τα 39 Για ανάλογο παράδειγμα βλ. και Β. Αλλαμανή-Σουρή, «Στοιχεία διονυσιακής λατρείας και ενδείξεις αμπελοκαλ- λιέργειας στην Ημαθία», Αμπελοοινική ιστορία στο χώρο της Μακεδονίας και της Θράκης, Ε΄ Τριήμερο Εργασίας, Νάουσα 17-19 Σεπτεμβρίου 1993, ΠΤΙ ΕΤΒΑ- Ίδρυμα Φ. Μπουτάρη, Αθήνα 1998, 60-67, εικ. 6.

58 Μ Α Ρ Ι Α Α Π Ο Σ Τ Ο Λ Ο Υ στοίβαζαν το ένα πάνω στο άλλο και στη συνέχεια ασκούσαν πάνω τους μηχανική πίεση, με μοχλό εκπίεσης. Κυρίως γινόταν η σύνθλιψη των γιγάρτων στη γαλεάγρα, τη λίθινη βάση του μηχανικού πιεστηρίου40. Πιθανόν στον Πάλιουρα να επρόκειτο για οργανωμένο μεγάλο συγκρότημα με ληνούς που εξυπηρετούσε περισσότερους παραγωγούς και μάλλον η παραγωγή ήταν προορισμένη για πώληση. Επιπλέον, αν ληφθεί υπόψη η ύπαρξη ληνού και στα νότια προσκτίσματα της παλαιοχριστιανικής βασιλικής στο Μπγιαδούδι41, επιβεβαιώνεται η μακρόχρονη παράδοση της Επανομής στην αμπελοκαλλιέργεια και στην οινοπαραγωγή. Οι σύγχρονες θέσεις Μάρμαρο, Κοριλό, Ίσιωμα, Αη-Σίδηρος (Άγιος Ισίδωρος) και Πύργος είναι ανέκαθεν οινοπαραγωγές περιοχές. Το 1907, υπήρχαν 27 αυτοτελή πατητήρια στην Επανομή και από τα 432 σπίτια τα 22 είχαν πατητήρια42. Βέβαια, σημαντική είναι η επίδραση της θαλάσσιας αύρας σε συνδυασμό με την κλίση των εδαφών για καλή στράγγιση και τον προσανατολισμό. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι οι αμπελοκαλλιεργητές κατά την αρχαιότητα χρησιμοποιούσαν τρεις τρόπους φυτέματος του αμπελιού, σε καλά και βαθιά σκαμμένη γη, σε επιμήκη λαξεύματα και σε οπές43. Πιθανότατα οι αμπελώνες να εκτείνονταν στην πλαγιά, όπου οι θέσεις Κουπάνα, Λιμουνάδ’κις Αγκουρτσιές και Νικουβίλ’, που ορίζονται από το ρέμα Παπανικολάου. Η φύτευση λογικά θα ήταν με προσανατολισμό βορρά-νότο, κατά την φορά των τοπικών ανέμων, ώστε τα φυτά να μεγαλώνουν σύμφωνα με αυτούς44. Η ταύτιση της θέσης, όπου τα ευρήματα του Πάλιουρα, με τη Σκάψα-Κάμψα, που ήταν αποικία της Μένδης μπορεί να συνδεθεί και με τα νομίσματα. Για παράδειγμα ο όνος που σχετίζεται με την άμπελο συναντάται στα νομίσματα της Μένδης, αλλά και 40 Για τον όρο γαλεάγρα βλ. Αναγνωστάκης, «Περί θλίψεων και εκθλίψεων», ό.π., σημ. 33. 41 Θ. Ν. Παζαράς, «Ληνοί στην περιοχή της Καλαμαριάς», Επιστημονικό Συμπόσιο, Οίνον ιστορώ ΙΙΙ. Τ’ Αμπελαν- θίσματα, Κτήμα Γεροβασιλείου, Επανομή Θεσσαλονίκης, Αθήνα 2004, 111-114. 42 Αγγ. Γεωργίου, Ελ. Καραναστάση, Ευαγγ. Μπαλτά, «Αμπελώνες και κρασιά στην Επανομή», Επιστημονικό Συμπόσιο, Οίνον ιστορώ ΙΙΙ, ό.π., 140. 43 Pliny, Natural History, XVII, XXXV, 167 και Θεόφραστος, Περί φυτών Iστορίας, ΙΙ,V και III,VI. 44 Θεόφραστος, Περί φυτών Iστορίας, ΙΙΙ, 12,3.

H EΠΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ 59 στα αργυρά τετρώβολα της Κάμψας45. Επομένως η Κάμψα βρισκόταν σε μια οινοπαρα- γωγική περιοχή και πιθανότατα να παρήγαγε τον δικό της οίνο. Παρά το γεγονός ότι στη συγκεκριμένη θέση δεν βρέθηκε νόμισμα της Κάμψας και τα οικιστικά λείψανα δεν δίνουν μια σαφή εικόνα για την έκταση του οικισμού, ωστόσο η σύνδεση της θέσης με την Κάμψα των πηγών θα μπορούσε να υποστηριχτεί. Άλλωστε μπορεί να μην είναι τυ- χαίο και το «λαλούν» σύμβολο46 σε ένα λύχνο από ένα λάκκο από την περιοχή, όπου τα τσαμπιά των σταφυλιών με τα φύλλα τους απηχούν την οινοπαραγωγική παράδοση του οικισμού (εικ.15). Εικ. 15. Πάλιουρας. Λύχνος. 45 H. Gaebler, Die antiken Münzen von Macedonia und Paionia, Βερολίνο 1935, 66, Κapsa, I. Στα αργυρά τετρώβολα της Κάμψας, τα οποία κόπηκαν το 480 π.Χ, στον εμπροσθότυπό τους υπάρχει ο όνος και από επάνω του κάνθα- ρος. Στον οπισθότυπο, έγκοιλο τετράγωνο σε μορφή μύλου, μαζί με το εθνικό Κ. 46 Arja Karivieri, The Athenian Lamp Industry in Late Antiquity, Helsinki 1996, 69, πίν. 15, αρ. 163. J. Perlzweig, Lamps of the Roman Period, The Athenian Agora VII, Princeton, New Jersey 1961, πίν. 28, 1544. H. S. Robinson, Pottery of the Roman Period, The Athenian Agora V, Princeton, New Jersey 1959, πίν. 45, J 23, πίν. 46, M 283.

60 Μ Α Ρ Ι Α Α Π Ο Σ Τ Ο Λ Ο Υ Εικ. 16. Πάλιουρας. Δεξαμενές «γάρου».

H EΠΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ 61 Στο ίδιο συγκρότημα των ληνών στον Πάλιουρα, μία σειρά δεξαμενών ταυτίζονται με δεξαμενές για το καθάρισμα και πάστωμα των ψαριών σε παχύ στρώμα αλατιού για την παραγωγή του γάρου. Μικρά ψάρια, κυρίως σαρδέλες και γαύροι αλατίζονταν, ανα- κατεύονταν με κρασί και έμεναν για δυό ή τρείς μήνες στον ήλιο. Ο γάρος ήταν η πιο διαδεδομένη σάλτσα της ρωμαϊκής κουζίνας και αργότερα της βυζαντινής (εικ.16). Πιθανόν να πρόκειται για μία εγκατάσταση για μαζική παραγωγή47. Δυστυχώς η πλήρωσή τους με θαλασσινό νερό είναι αναπόφευκτη. Επιβεβαιώνεται έτσι η οπισθοχώ- ρηση της ακτογραμμής48 μάλλον κατά 1000 μέτρα. στην περιοχή του παράκτιου οικισμού, όπως συμβαίνει και στην Αίνεια, και πρέπει να δεχθούμε πως το μεγαλύτερο τμήμα του εντοπισθέντος οικισμού έχει έντονα διαβρωθεί από τη δράση των κυμάτων και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Προχωρώντας βορειότερα ανιχνεύονται τα επόμενα ίχνη κατοίκησης σε θέση όπου εντοπίσθηκαν όστρακα ιστορικών χρόνων. Πιθανόν να είναι η Σμίλα. Ο Ηρόδοτος τη θεωρεί τελευταία πόλη πριν από την Αίνεια. Στην περιοχή της Δροσιάς, με το εντοπισμένο ρωμαϊκό νεκροταφείο, φαίνεται η εξέλιξη του αρχαίου πολίσματος στη ρωμαϊκή εποχή. 47 D. Kostromichyov, «Fish Salting Cisterns in Chersonesos», Kατάλογος από την Eπιστημονική Συνάντηση και Εκ- θεση στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Βlack Sea-Unity and Diversity in Roman Antiquity (BSUDRA)- Μαύρη θάλασσα-Ενότητα και διαφορετικότητα στη Ρωμαϊκή Αρχαιότητα, Tulcea 2014,129-131, εικ. 2. Πάμπολλες θέσεις για την παραγωγή του γάρου εντοπίσθηκαν ανασκαφικά στη Δυτική Μεσόγειο (Ισπανία, Πορτογαλία, Τυνησία, Μαρόκο κλπ.), αλλά και σε περιοχές της Μαύρης Θάλασσας (στην Κριμαία, Χερσόνησο κλπ.), για να αναφέρουμε μερικές από αυτές. Aκόμη βλ. εργασίες στα Τ. Bekker-Nielsen (εκδ.), «Ancient Fishing and Fish Pro- cessing in the Black Sea Region», Black Sea Studies 2, 2, Aarhus University Press, Gylling 2005 και Ε. Βοtte-V. Leitch (εκδ.), Fish and Ships. Production and Commerce of Salsamenta during Antiquity, Aix-en-Provence 2014. 48 Κ. Βουβαλίδης - Γ. Συρίδης - Κ. Αλμπανάκης «Γεωμορφολογικές μεταβολές στον κόλπο της Θεσσαλονίκης εξαι- τίας της ανύψωσης της στάθμης της θάλασσας τα τελευταία 10.000 χρόνια», ΑΕΜΘ 17 (2003), 320.

62 Μ Α Ρ Ι Α Α Π Ο Σ Τ Ο Λ Ο Υ Τέλος, στην άλλη άκρη της ακτής δεσπόζει η ταυτισμένη θέση της Αίνειας49 στη Νέα Μηχανιώνα. Είναι η Τούμπα Τάμπια, οικισμός σε τράπεζα που χρονολογείται με βάση την κεραμική στην πρώιμη εποχή του σιδήρου, στα αρχαϊκά, κλασικά, ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια. Η θέση ερευνήθηκε επιφανειακά50 (εικ. 17). Εικ. 17. Νέα Μηχανιώνα. Η Τούμπα Τάμπια 49 Α. Struck, «Μakedonische Fahrten. I Chalcidike», Wien 1907, 35, 63. L. Rey, «Obsérvations sur les premiers habitats de la Macédoine», BCH 41- 43 (1917-19), 162. French, Index of Prehistoric Sites, ό.π., 20, 61. Zahrnt, Olynth und die Chalkidier, ό.π., 142-144. Pazaras, A Note on the Names, ό.π., 269 κ.ε. Γραμμένος - Μπέσιος - Κώτσος, Από τους προϊστορικούς οικισμούς, ό.π., 26, αρ. 63. Eva Winter, Stadtspuren, ό.π., 61-64. Σουέρεφ, Τοπογραφικά και Aρχαιολογικά, ό.π., 104-110. Ι. Βοκοτοπούλου, Oι ταφικοί τύμβοι της Αίνειας, ό.π., 112-113 με βιβλιογραφία. 50 Ε. Μπ. Τσιγαρίδα, «Ανασκαφική έρευνα στην αρχαία Αίνεια», ΑΕΜΘ 8 (1994), 217-222.

H EΠΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ 63 Στο πλούσιο και εκτεταμένο νεκροταφείο της Αίνειας εντάσσονται και οι τρείς τα- φικοί τύμβοι στα βορειοανατολικά της Τούμπας, που η έρευνά τους προσέφερε πολύτιμες πληροφορίες για τα ταφικά έθιμα του τρίτου τέταρτου του 4ου αι. π.X. Με τον περίπλου στα παράλια της Κρουσίδας, φάνηκε, πιστεύουμε, η διαχρονική κατοίκηση της περιοχής της Επανομής από τα παράλια μέχρι τα μεσόγεια και σίγουρα στο μέλλον τα αποτελέσματα των ερευνών δεν θα παύσουν να μας εκπλήσσουν. ◼

64 Maria Apostolou Archaeologist, Ephorate of Antiquities of Thessaloniki Region Epanomi of historical period and “…τὰ ἐν τῇ Κρουσίδι πολίσματα καὶ τὰ ἐν τῷ Θερμαίῳ κόλπῳ…” “Krousis”, according to information from Herodotus, Thucydides and Strabo, is located on the western coast of Chalkidiki, and expands from Kallikratia to the south up to Grand Karabournou and to Anthemous river at the inner part of the peninsula. In the region of “Krousis” the following settlements were located: Aineia, Smila, Skapsa–Kampsa, Gigonos, Aisa, Komvria, Lipaxos, Kithas and Tinde. The cities of Krousis have the form of mounds and are situated on the coastline of Epanomi, one next to the other. “Toumba Velona” is considered to be Lipaxos, while “Misotouba” is Komvria, north of which the Late Archaic and Classical cemetery has been located, in the area named Douraki. There are cist graves, pit graves and sarcophagi and the grave goods are not very rich, although the jewelry is rather interesting. Tinde is probably situated at “Mesimeriani Toumba” - Trilofos and Kitha, which later evolved to Antigoneia, at “Toumba Agios Konstantinos”. Gigonos was probably situated at the table of “Metohi Kritsiana or Pota- mos”, and Smila in the area of Drosia. Finally, Aineia is identified with “Toumba Tabia”. At the coastal site of Palioura, where probably Skapsa–Kampsa was situated, the remains of a settlement and a cemetery of the Roman period were discovered. The burials were tile graves, cist graves or pits graves. A small industrial facility and a workshop with its furnaces were also ex- cavated nearby. The pottery kiln is conveniently close to the coast, so as to facilitate transportation and trade. A series of cisterns were probably

65 used for cleaning and spreading fish in a thick layer of salt for the pro- duction of the fermented fish sauce garos / garum. Furthermore, a square stone base with square cavities on both sides shows that we are dealing with a sophisticated type of wine and oil press. The examination of two fragmentary cisterns points towards the existence of a winery complex. They are elaborately constructed and theirs walls are coated with a thin coat of hydraulic mortar. A protruding stone was used for descending. From the marble spouts flowed the must. A pit in the center of the bottom was created to collect the solid residues and to facilitate the cleaning process. The above confirm the long tradi- tion of the area of Epanomi in the vine-growing and wine-making. The wider area of Epanomi occupies the largest part of Krousis. Our research has shown a continuous occupation of the region during the historical period and allows to expect remarkable results from future investigations.



Θεοχάρης Ν. Παζαράς Ομότιμος καθηγητής Α.Π.Θ. Το νεκροταφείο στο Λιμόρι και η παλαιοχριστιανική βασιλική στο Μπγιαδούδι Ηευρύτερη περιοχή της Eπανομής κατοικείται ήδη από τη νεότερη νεολιθική περίοδο, όπως δείχνει μια σειρά από προϊστορικές τούμπες, κατά μήκος της ακτής του Θερμαϊκού1 (εικ. 1). H ζωή στην περιοχή συνεχίζεται αδιάσπαστη και κατά τους κατοπινούς αιώνες. Στους ιστορικούς χρόνους η Eπανομή εντάσσεται στην Kρουσσίδα γη. Από τις διάφορες πόλεις που αναφέρονται σ’ αυτήν, εδώ εντοπίζονται η Σκάψα, η Σμίλα και με κάποια πι- θανότητα η Γίγωνος2 (εικ. 2). Mεγάλη ανάπτυξη φαίνεται ότι γνώρισε ο τόπος και στα ρωμαϊκά χρόνια, όπως μπορεί να συμπεράνει κανείς από την τυχαία αποκάλυψη τάφων και άλλων ευρημάτων, κυρίως στη θέση Πυργούδια, ανάμεσα στη Mεσημεριάτικη Tούμπα και στην τοποθεσία Nτουράκη3. Παρά το αρχαιολογικό ενδιαφέρον όμως που παρουσιάζει ο τόπος, δεν είχαν γίνει μέχρι σήμερα πολλές ανασκαφικές έρευνες στην ευρύτερη περιοχή4. 1 Θ. Ν. Παζαράς, Επανομή. Ιστορία - Μνημεία - Τοπογραφία, Θεσσαλονίκη 1993, 15 κ.ε. 2 Σχετ. με τη θέση της Γιγώνου βλ. ό.π., 23, σημ. 54, όπου και σχετική βιβλιογραφία. 3 Παζαράς, ό.π., 24 κ.ε., εικ. 5-18. 4 Σχετικά με τις παλαιότερες ανασκαφές στην περιοχή της Επανομής βλ. W. A. Heurtley, Prehistoric Macedonia, Cambridge 1939, 17 κ.ε. Μ. Τσιμπίδου-Αυλωνίτη, «Τάφοι κλασικών χρόνων στην Επανομή», ΑΕΜΘ 3 (1989), 319 κ.ε.

68 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Εικ. 1. Η ανατολική ακτή του Θερμαϊκού με τις προϊστορικές θέσεις. Εικ. 2. Η Χαλκιδική με τα όρια των περιοχών και τις πόλεις κατά τους ιστορικούς χρὀνους.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 69 Εικ. 3. Επανομή. Μετόχι Κριτζιανά (φωτ. του 1963). Διαβλέποντας την ιστορική σημασία του τόπου πραγματοποίησα στην Επανομή τα τελευταία χρόνια (1994-2007) εκτεταμένες επιφανειακές έρευνες και συστηματικές ανα- σκαφές, με πιστώσεις κυρίως του Υπουργείου Μακεδονίας - Θράκης και οικονομική ενί- σχυση από τον πρώην Δήμο Επανομής. Τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών έδειξαν ότι κατά τα παλαιοχριστιανικά χρόνια πρέπει να υπήρχαν περισσότεροι από ένας οικισμοί στην περιοχή της Επανομής. Αναφέρω συγκεκριμένα τα αρχιτεκτονικά μέλη ενός παλαιοχριστιανικού ναού που έχουν εντοιχιστεί στο συγκρότημα του μετοχιού των Κριτζιανών (εικ. 3), κτίσμα του 15305, νοτίως της Επανομής, μία συστάδα καμαροσκέπαστων τάφων που είχαν εντοπιστεί στα ανατολικά του μετοχιού (εικ. 3) στην τοποθεσία Πατράλι, το παλαιοχριστιανικό νεκροταφείο που ανασκάφηκε στο Λιμόρι, ΒΔ από τον οικισμό της Επανομής και τέλος την παλαιοχρι- στιανική βασιλική που αποκαλύφθηκε στο Μπγιαδούδι (εικ. 4). 5 Σχετ. με την ιστορία και την αρχιτεκτονική του μετοχιού στα Κριτζιανά βλ. Παζαράς, Επανομή, ό.π., 36 κ.ε.

70 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Εικ. 4. Οι οικισμοί της ευρύτερης περιοχής της Επανομής κατά τη βυζαντινή περίοδο. Τα αποτελέσματα των ανασκαφικών ερευνών στις δύο τελευταίες θέσεις, στο Λιμόρι δηλαδή και το Μπγιαδούδι, αποτελούν και το καθαυτό αντικείμενο αυτής της ανακοί- νωσης6. 6 Αναλυτικά γι᾽αυτές τις ανασκαφές βλ. τη μονογραφία Θ. Ν. Παζαράς, Ανασκαφικές έρευνες στην περιοχή της Επανομής Θεσσαλονίκης. Το νεκροταφείο στο Λιμόρι και η παλαιοχριστιανική βασιλική στο Μπγιαδούδι, έκδ. Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών, αρ. 16, Θεσσαλονίκη 2009.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 71 Το νεκροταφείο στο Λιμόρι Το Λιμόρι βρίσκεται σε απόσταση ενός χιλιομέτρου BΔ από τον οικισμό της Eπανο- μής, όπου είχε έλθει στην επιφάνεια με την άροση μια μικρή συστάδα τάφων. Oι τάφοι αυτοί, σε συνδυασμό με τη διάσπαρτη κεραμική και προπάντων το τοπω- νύμιο Λιμόρι, το οποίο προέρχεται από το παλαιοχριστιανικό μεμόριον, από όπου εν συ- νεχεία παράγεται το νεοελληνικό μνημόριον και μνημούρι, με την έννοια του τάφου και του νεκροταφείου, συνηγορούσαν για την ύπαρξη ενός παλαιοχριστιανικού νεκροταφείου στην περιοχή. Kαι είναι πολύ συναρπαστικό το γεγονός ότι διατηρήθηκε, έστω και πα- ρεφθαρμένο, το τοπωνύμιο Λιμόρι επί τόσους αιώνες. Με τα δεδομένα αυτά διενεργήθηκε στη θέση Λιμόρι ανασκαφική έρευνα, σε μια έκταση δέκα περίπου στρεμμάτων, στα αγροτεμάχια αρ. 1417 και 1418, όπου αποκαλύφθηκαν συ- νολικά σαράντα δύο (42) τάφοι (εικ. 5-6), διαφόρων τύπων: απλοί λακκοειδείς, λακκοειδείς με κάλυψη από ασβεστολιθικές πλάκες, κεραμοσκεπείς καλυβίτες (εικ. 7), κτιστοί κιβωτιό- σχημοι με οριζόντια κάλυψη και άλλοι με αετωματική στέγαση (εικ. 8), η οποία αποτελεί ένα σπάνιο μορφολογικό στοιχείο7. Όλοι αυτοί οι τάφοι ανήκουν σε ένα μεγάλο νεκροταφείο και έχουν προσατολισμό από Aνατολάς προς Δυσμάς, όπως συμβαίνει στους χριστιανικούς τάφους. Oι κτιστοί κιβωτιόσχημοι τάφοι έχουν ως κοινό γνώρισμα μιά μικρή θυρίδα στα ανατολικά, απ’ όπου γίνονταν οι ταφές. 7 Παρόμοιο μορφολογικό στοιχείο απαντά και σε τάφο που βρέθηκε στο Πολύχρονο Χαλκιδικής και χρονολογείται πριν από τα μέσα του 5ου αι. μ.Χ., βλ. Μ. Παππά, «Πολύχρονο», ΑΔ 46 (1991), Β2-Χρονικά, 283-284, σχέδ. 6, πίν. 107α.

72 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Εικ. 5. Λιμόρι. Μερική άποψη των τάφων. Εικ. 6. Λιμόρι. Η θέση των τάφων στον χώρο.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 73 Εικ. 7. Λιμόρι. Κεραμοσκεπής καλυβίτης τάφος. Εικ. 8. Λιμόρι. Κτιστός κιβωτιόσχημος τάφος με αετωματική στέγαση.

74 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Oι τάφοι δεν ήταν μιας χρήσεως αλλά για πολλαπλές ταφές, όπως δείχνουν τα συσ- σωρευμένα στη μια πλευρά τους λείψανα από ανακομιδή. Oι πολλαπλές ταφές στον ίδιο τάφο αποτελούν μια αρκετά πρώιμη συνήθεια που συνεχίζεται και κατά την υστε- ρορωμαϊκή περίοδο και τα παλαιοχριστιανικά χρόνια, λόγω της στενότητας χώρου, κυ- ρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα8. Aσφαλώς όμως, στο Λιμόρι της Eπανομής οι αλλε- πάλληλες ταφές μέσα σε κοινό τάφο δεν οφείλονται στην έλλειψη διαθέσιμου χώρου, αλλά στην παράδοση που είχε πλέον μεταβάλει μια παλιά ανάγκη σε νεκρικό έθιμο. Tόσο μέσα στους τάφους όσο και έξω ή γύρω από αυτούς βρέθηκαν αρκετά αγγεία, κυρίως οινοχόες (εικ. 9), κύπελλα (εικ. 10), αμφορίσκοι, μυροδοχεία και χύτρες9 (εικ. 11). Aκόμη εντοπίστηκαν λίγα πήλινα λυχνάρια (εικ. 12-13). Εικ. 9. Λιμόρι. Διάφορες οινοχόες. 8 Για τις αιτίες που οδήγησαν στον ενταφιασμό των νεκρών μέσα στις πόλεις και τη συνακόλουθη ανάγκη ανακομιδής των λειψάνων βλ. Ε. Μαρκή, Η νεκρόπολη της Θεσσαλονίκης στους υστερορωμαϊκούς και παλαιοχριστιανικούς χρόνους (μέσα 3ου έως μέσα 8ου αι. μ.Χ.), Αθήνα 2006, 237. 9 Άλλα από τα αγγεία αυτά χρησιμοποιούνταν κατά την εκφορά και τον ενταφιασμό του νεκρού και άλλα κατά την τέλεση των νεκροδείπνων, τόσο κατά την ημέρα της κηδείας όσο και κατά τις νεκρικές επετείους. Βλ. σχετ. Ε. Μαρκή, Η νεκρόπολη της Θεσσαλονίκης, ό.π., 239 κ.ε.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 75 Εικ. 10. Λιμόρι. Κύπελλα. Εικ. 11. Λιμόρι. Θραύσματα από χύτρες. Εικ. 12. Λιμόρι. Λυχνάρι εργαστηρίου Εφέσου. Εικ. 13. Λιμόρι. Λυχνάρι αφρικανικού τύπου.

76 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Οι τάφοι περιείχαν και αρκετά κοσμήματα, κυρίως ενώτια και δαχτυλίδια (εικ. 14), τα περισσότερα χάλκινα και σιδερένια, μερικά ασημένια και λίγα χρυσά (εικ. 15). Εικ. 14. Λιμόρι. Ενώτια και δαχτυλίδια. Εικ. 15. Λιμόρι. Χρυσά ενώτια. Τόσο το κεραμικό υλικό όσο και τα κοσμήματα ακολουθούν τους γνωστούς τύπους των υστερορωμαϊκών και παλαιοχριστιανικών χρόνων, ενώ παρουσιάζουν μεγάλες ομοι- ότητες με αντίστοιχα που βρέθηκαν σε ανασκαφές της Θεσσαλονίκης10. 10 Για τα κοσμήματα των παλαιοχριστιανικών χρόνων της Θεσσαλονίκης βλ. Δ. Μακροπούλου, «Κοσμήματα από τον 3ο έως τον 6ο αιώνα μ.Χ. από ανασκαφές της Θεσσαλονίκης. Συμβολή στη μελέτη της παλαιοχριστιανικής αργυροχρυσοχοΐας», Θεσσαλονικέων Πόλις 1 (1997), 56-69.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 77 Aνάμεσα στα ευρήματα ιδιαίτερη θέση κατέχουν τα νομίσματα, από τα οποία τα παλαιότερα χρονολογούνται από τα τέλη του 2ου και τις αρχές του 3ου αι. μ.X., ενώ ο κύριος όγκος των νομισμάτων προέρχεται από τον 4ο αι. μ.Χ. και ανήκουν στον Μεγάλο Κωνσταντίνο και τους διαδόχους του (εικ. 16). Εικ. 16. Λιμόρι. Νομίσματα Κωνσταντίου Β´. H μελέτη των ευρημάτων των τάφων στο Λιμόρι έδειξε ότι το νεκροταφείο ήταν σε χρήση καθόλον τον 4ο και το πρώτο μισό του 5ου αι. μ.X. Mια επιπλέον ένδειξη για τη λειτουργία του νεκροταφείου και μέσα στον 5ο αι. αποτελεί και ένα καθαρά χριστιανικό λυχνάρι, αφρικανικού τύπου, αυτής της εποχής (εικ. 13). Tο λυχνάρι κοσμείται μ’ ένα φοινικόδεντρο, θέμα πολύ συχνό στην παλαιοχριστιανική τέχνη τόσο σε σαρκοφάγους, όσο και σε τοιχογραφίες και ψηφιδωτά ως σύμβολο της ζωής, της νίκης και του παρα- δείσου11. Θα πρέπει να προσθέσω ότι το παλαιοχριστιανικό νεκροταφείο στο Λιμόρι είχε δια- δεχτεί ένα παλαιότερο των ρωμαϊκών χρόνων, από το τέλος του 2ου αι. μ.X. Oι χριστιανοί μάλιστα χρησιμοποίησαν ως οικοδομικό υλικό για την κατασκευή των νέων τάφων επι- τύμβιους βωμούς και ανάγλυφα από το προγενέστερο ρωμαϊκό νεκροταφείο, τα οποία χρονολογούνται στο τέλος του 2ου και τις αρχές του 3ου αι. μ.Χ. (εικ. 17-18). 11 Σχετικά με τον συμβολισμό του φοινικόδεντρου βλ. λ. Palme στο Lexikon der Christlichen Ikonographie, έκδ. Ε. Kirshbaum, III, Rom-Freiburg-Basel-Wien 1971, στήλη 364-365.

78 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Εικ. 17. Λιμόρι. Επιτύμβιος βωμός 2ου αι. μ.Χ. Εικ. 18. Λιμόρι. Επιτύμβια πλάκα με προτομές δύο γενειαφόρων ανδρών (τέλος 2ου-αρχές 3ου αι. μ.Χ.)

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 79 H ποικιλία των ταφικών κατασκευών του νεκροταφείου στο Λιμόρι της Eπανομής, καθώς και τα κτερίσματα αντιπροσωπεύουν μια κοινωνία, που, αν και προφανώς αγροτική, δεν φαί- νεται να υστερούσε ιδιαίτερα από αυτή των αστικών κέντρων, όπως της Θεσσαλονίκης. Mε δεδομένο την ύπαρξη του νεκροταφείου η πρώτη σκέψη ήταν να αναζητηθεί ο οικισμός στον οποίο αυτό ανήκε. Aπό την επιφανειακή έρευνα που πραγματοποιήσαμε στην περιοχή, εντοπίστηκαν ανάμεσα στο νεκροταφείο και στη θέση Μπγιαδούδι, ανα- τολικότερα στα πεντακόσια μέτρα (εικ. 4), άφθονες πέτρες, κεραμίδια και όστρακα της παλαιοχριστιανικής περιόδου. Τα στοιχεία αυτά προφανώς σηματοδοτούσαν την πα- ρουσία ενός οικισμού όπου ανήκαν οι τάφοι καθώς και την ύπαρξη μιας παλαιοχριστινικής βασιλικής, η οποία ανεσκάφη στη συνέχεια. Η παλαιοχριστιανική βασιλική στο Mπγιαδούδι Η ανασκαφή στο Μπγιαδούδι διενεργήθηκε από το 1998 έως το 2007, με αφετηρία το αγροτεμάχιο αρ. 1377 A, ιδιοκτησίας Xρυσάνθης και Γερακίνας Kουλαρτσά. H έναρξη της ανασκαφής από τον χώρο αυτόν έγινε διότι εδώ παρατηρούνταν συγκέντρωση άφθονου αρχαίου υλικού: όστρακα από σπασμένα αγγεία, ψηφίδες από υαλόμαζα δια- φόρων χρωμάτων εντοίχιου ψηφιδωτού, τμήμα διάτρητου φολιδωτού θωρακίου και θραύσματα μαρμάρων διαφόρων χρωμάτων και ποικίλων γεωμετρικών σχημάτων, προ- ερχόμενα από μαρμαροθέτημα δαπέδου και επένδυση τοίχων. H επιλογή της θέσης αυτής μας δικαίωσε, διότι με την ανασκαφή αποκαλύφθηκαν τα ερείπια ενός παλαιοχριστιανικού ναού. Πρόκειται για μια τρίκλιτη βασιλική με συνο- λικές εξωτερικές διαστάσεις 19x16 μ. (εικ. 19-20). Στα ανατολικά απολήγει σε μεγάλη ημικυκλική κόγχη ενώ στα δυτικά προστίθεται νάρθηκας και δύο εξωνάρθηκες. Tα πλάγια κλίτη και ο νάρθηκας είναι στρωμένα με πλινθόπλακες, ενώ το δάπεδο του κεντρικού κλίτους καλυπτόταν από μεγάλες μαρμάρινες πλάκες. Mέσα στο Ιερό, προφανώς κάτω από την Αγία Τράπεζα, σώζεται το εγκαίνιο, με τη μορφή μιας σταυρό- σχημης κτιστής κατασκευής12 (εικ. 21). 12 Για το εγκαίνιον ή κατάθεσιν στους ναούς βλ. Ἀ. Κ. Ὀρλάνδος, Ἡ ξυλόστεγος παλαιοχριστιανικὴ βασιλικὴ τῆς μεσογειακῆς λεκάνης, Β´, ᾽Αθῆναι 1954, 466 κ.ε.

80 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Εικ. 19. Μπγιαδούδι. Αεροφωτογραφία της παλαιοχριστιανικής βασιλικής από Δ.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 81 Εικ. 20. Μπγιαδούδι. Η κάτοψη του συγκροτήματος της βασιλικής.

82 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Εικ. 21. Μπγιαδούδι. Το σταυρόσχημο εγκαίνιο στο ιερό βήμα. Στη νότια πλευρά του κυρίως οικοδομήματος του ναού είναι προσαρτημένοι βοη- θητικοί χώροι, στους οποίους περιλαμβάνονται το βαπτιστήριο, με σταυρόσχημη κτιστή κολυμβήθρα13 και μια δεύτερη αίθουσα, πιθανόν σκευοφυλάκιο, που μετατράπηκε μετα- γενέστερα σε εργαστήριο παραγωγής κρασιού (εικ. 22) και ένας καμαροσκεπής τάφος (εικ. 23). 13 Για παρόμοιες σταυρόσχημες κολυμβήθρες βλ. A. Katchatrian, Les baptistères paléochrétienns, Paris 1962, 114, αρ. 81, 105, αρ. 129, 101, αρ. 218.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 83 Εικ. 22. Μπγιαδούδι. Τα νότια προσκτίσματα της βασιλικής από Δ. Εικ. 23. Μπγιαδούδι. Το εσωτερικό του καμαροσκεπούς τάφου με τις τοιχογραφίες.

84 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Εικ. 24. Μπγιαδούδι. Λεπτομέρεια της τοιχογραφίας του καμαροσκεπούς τάφου. Ο τάφος φαίνεται ότι προοριζόταν για την ταφή κάποιας εξέχουσας εκκλησιαστικής προσωπικότητας, αφού είναι ενταγμένος μέσα στο παλαιοχριστιανικό συγκρότημα και επιπλέον καλύπτεται στο εσωτερικό του με τοιχογραφίες (εικ. 23-24), οι οποίες συγγε- νεύουν με την ταφική ζωγραφική των παλαιοχριστιανικών νεκροταφείων της Θεσσαλο- νίκης14. Ολοκληρώνοντας την εξέταση της αρχιτεκτονικής δομής του παλαιοχριστιανικού συγκροτήματος της βασιλικής, προχωρήσαμε σε μια πρόταση ισομετρικής αποκατάστασής του, με βάση τα σωζόμενα στοιχεία καθώς και άλλα παραδείγματα ανάλογων μνημείων (εικ. 25). 14 Οι τοιχογραφίες απεικονίζουν φυλλοφόρους σταυρούς, που μπορούν να παραλληλιστούν με ανάλογους από τα νεκροταφεία της Θεσσαλονίκης. Βλ. παραδείγματα Ε. Μαρκή, Η νεκρόπολη της Θεσσαλονίκης, ό.π., 189 κ.ε., σχέδ. 147, 156, 160, 162 και πίν. 25β, 26α-β, 67γ και 68α. Επίσης, Ε. Μαρκή, Σ. Ακριβοπούλου, «Νέα ταφικά ευρήματα από το δυτικό νεκροταφείο Θεσσαλονίκης», ΑΕΜΘ 18 (2004), 295 κ.ε., και κυρίως 297-298, εικ. 8-10.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 85 Εικ. 25. Μπγιαδούδι. Πρόταση ισομετρικής αναπαράστασης του συγκροτήματος της βασιλικής. Παρά το γεγονός ότι ο ναός έχει υποστεί μεγάλη καταστροφή και λιθολόγηση, τα εναπομείναντα λείψανά του μας πείθουν ότι επρόκειτο για ένα αρκετά πολυτελές οικο- δόμημα. Έτσι τα πολλά μαρμάρινα πλακίδια που αποκαλύφθηκαν δείχνουν ότι υπήρχε ορθομαρμάρωση στους τοίχους και μαρμαροθέτημα στο δάπεδο του ιερού από πολύ- χρωμα μάρμαρα σε ποικίλα γεωμετρικά σχήματα (εικ. 26). Aκόμη, ο ναός διέθετε πλούσιο γλυπτό αρχιτεκτονικό διάκοσμο, όπως μας επιτρέπουν να συμπεράνουμε τα διάφορα θραύσματα φολιδωτών θωρακίων με το μονόγραμμα του Xριστού15 (εικ. 27), ένα ιωνικό κιονόκρανο16 (εικ. 28) και δύο πεσσίσκοι, ένας από το φράγμα του Ιερού (εικ. 29) και ο άλλος από το στηθαίο της κολυμβήθρας (εικ. 30). 15 Γενικά για τα φολιδωτά θωράκια βλ. Ἀ. Κ. Ὀρλάνδος, Ἡ ξυλόστεγος παλαιοχριστιανικὴ βασιλική, ό.π., 513 κ.ε., εικ. 475. 2. 16 Κιονόκρανα παρόμοιου τύπου χρησιμοποιήθηκαν και στη βόρεια βασιλική της Αλυκής στη Θάσο, αλλά και σε άλλα μνημεία του νησιού. Βλ. J. J. Hermann, J-P. Sodini, «Exportations des marbre Thasien, à l’ époque paléchré- tienne: Les cas des chapiteaux ioniques», BCH 101 (1977), 471 κ.ε., εικ. 1-3.

86 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Εικ. 26. Πλακίδια μαρμαροθετημάτων. Εικ. 27. Κεντρικό τμήμα φολιδωτού θωρακίου με χριστόγραμμα.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 87 Εικ. 28. Πλάγια και κύρια όψη απλού ιωνικού κιονοκράνου. Εικ. 29. Κύρια και πλάγιες όψεις τμήματος πεσσίσκου Εικ. 30. Όψεις μικρού πεσσίσκου, από το φράγμα του Ιερού. πιθανώς από το στηθαίο της κολυμβήθρας.

88 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Τα εσωρράχια των τοξοστοιχιών κοσμούνταν με εντοίχια ψηφιδωτά, αφού από τον χώρο περισυνελέγησαν άφθονες ψηφίδες από υαλόμαζα, αλλά και κομμάτια κονιάματος που διατηρούσαν επάνω τους ψηφίδες με φύλλα χρυσού και αργύρου (εικ. 31). Aνάμεσα στα κινητά ευρήματα αξίζει επίσης να μνημονευτεί και ένας χάλκινος ενεπίγραφος σταυρός- εγκόλπιο (εικ. 32) με την επιγραφή στην α΄όψη: Kύριε βοήθει τὸν φορῶντα το και στην β΄όψη: Φωνὴ Kυρίου ἐπὶ τῶν ὑδάτων17. Εικ. 31. Σπαράγματα εντοίχιου ψηφιδωτού. Από τα ευρήματα κεραμικής αξίζει να σημειωθεί ένας αμφορέας (εικ. 33), προϊόν κρητικού εργαστηρίου18 και ένα θραύσμα πινακίου με εμπίεστο, μονογραμματικό σταυρό στον πυθ- μένα του19 (εικ. 34). 17 Ο σταυρός στο Μπγιαδούδι, πέραν των άλλων, μοιάζει ιδιαίτερα με χρυσὀ σταυρό του 5ου-7ου αι. στη συλλογή Sammlung C. S. του Μονάχου. Βλ. Byzanz, das Licht aus dem Osten. Kult und Altag in Byzantinischen Reich von 4. Bis 15. Jahrhundert, έκδ. Chr. Stiegemann, Padeborn 2001, 202, αρ. Ι.79. 18 Ο τύπος του αμφορέα μοιάζει με αμφορείς που βρέθηκαν στις ανασκαφές της Γόρτυνας, οπότε μπορεί να θεω- ρηθεί, όπως και εκείνοι, προϊόν κρητικού εργαστηρίου. Βλ. E. C. Portale, I. Romeo, Gortina, Lo scavo del Pretorio (1989–1995), vol. 3 I, I Materiali, επιμ. Α. Di Vita, Padova 2001, 302, αρ. 63-Tipo TRC1, πίν. XLIII, e και κυρίως 307, αρ. 67, πίν. XLV, g. 19 Παρόμοιους εμπίεστους σταυρούς βρίσκουμε σε κεραμικά (τέλ. 5ου-αρχές 6ου αι.) στη Χερσώνα της Κριμαίας

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 89 Εικ. 32. Ενεπίγραφος εγκόλπιος σταυρός. Εικ. 33. Αμφορέας κρητικού εργαστηρίου. Εικ. 34. Θραύσμα πινακίου με εμπίεστο σταυρό. (I. S. Chichurov, Byzantine Cherson. Catalogue of Exhibion, Moscow 1991, αρ. 50) και στη Θάσο [C. Abadie- Reynal, J. - P. Sodini, La céramique paléochrétienne de Thasos (Aliki, Delkos, fouilles anciennes), Paris 1992, 27, αρ. CF 135, εικ. 9, πίν. ΙΙd].

90 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ H αποσπασματική διατήρηση του παλαιοχριστιανικού συγκροτήματος, που οφείλεται στη διαρπαγή του οικοδομικού υλικού και των αρχιτεκτονικών μελών του, δυσχεραίνει τη χρονολόγησή του. Ωστόσο, ο σημαντικός αριθμός των νομισμάτων που αποτελούν κοπές του 5ου αι., από τα οποία μάλιστα ένα βρέθηκε μέσα στο κονίαμα του νότιου τοίχου της βασιλικής και ανήκει στον αυτοκράτορα Mαρκιανό (εικ. 35) (χρονολογία κοπής 450-457)20, μπορούν να ορίσουν ως terminus postquem για την ίδρυση της βασι- λικής τα μέσα του 5ου αι. Εικ. 35. Χάλκινο νόμισμα Μαρκιανού, χρονολογία κοπής 450-457. Για την καταστροφή του κτηρίου δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία, ωστόσο όμως μπορούμε να πούμε ότι αυτή προξενήθηκε από πυρκαϊά, όπως έδειξε το μοναδικό κλειστό στρώμα καταστροφής μέσα στον νάρθηκα, όπου βρέθηκαν εκτεταμένα ίχνη καύσης, σπαράγματα εντοίχιων ψηφιδωτών και χοντρά καρφιά πάνω στο δάπεδο προ- φανώς από την κατάρρευση της ξύλινης στέγης. Πότε βέβαια συνέβη το γεγονός αυτό δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια, πάντως η χρήση του κτηρίου συνεχίστηκε τουλάχιστο ως το δεύτερο μισό του 7ου αι., αν ληφθούν υπόψη τα δύο κομμένα νομίσματα του αυτοκράτορα Hρακλείου (εικ. 36-37)21 που βρέθηκαν στην ανασκαφή, καθώς και τα κεραμικά ευρήματα. 20 Παρόμοιο βλ. Ph. Grierson, M. Mays, Catalogue of Late Roman Coins in the Dumbarton Oaks Collection and in the Whittemore Collection, From Arcadius and Honorius to the Accession of Anastasius, Washington D. C. 1992, πίν. 19, αρ. 508. 21 Φόλλις Ηρακλείου (χρονολογία κοπής 622-3) (πρβλ. C. Morrisson, Catalogue des Monnaies Byzantines de la Biblio- thèque Nationale, τ. II, Paris 1970, 282, πίν. XLIV, AE/07) και εικοσανούμμιο του Ηρακλείου (χρονολογία κοπής 623- 4) [πρβλ. Ph. Grierson, Catalogue of Late Roman Coins in the Dumbarton Oaks Collection and in the Whittemore Collection, Phokas to Theodosius III, 602–717, Part 1. Phokas and Heraclius (602–614), Washington D. C. 1968, 52].

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 91 Εικ. 36. Φόλλις του Ηρακλείου, χρονολογία κοπής 622-623. Εικ. 37. Εικοσανούμμιο του Ηρακλείου, χρονολογία κοπής 623-624. Η εγκατάλειψη και η συνεπακόλουθη λιθολόγηση του ναού πρέπει έγιναν πολύ νω- ρίς, και μάλιστα αμέσως μετά την καταστροφή του, όπως φανερώνει η συγκέντρωση στο δυτικότερο μέρος του νότιου κλίτους διαφόρων αρχιτεκτονικών μελών. H συγκέ- ντρωση του υλικού αυτού προφανώς έγινε αμέσως μετά την καταστροφή και εγκατάλειψη του κτηρίου, αφού τα μαρμάρινα αυτά μέλη ήταν τοποθετημένα απευθείας πάνω στο δάπεδο, χωρίς τη μεσολάβηση επίχωσης. Tο ότι καταστράφηκε και στη συνέχεια εξαφα- νίστηκε το κτήριο αρκετά νωρίς φαίνεται ακόμη και από το γεγονός ότι χάθηκε η παρά- δοση της ιερότητας του χώρου, αφού δεν κτίστηκε άλλη εκκλησία πάνω στην παλαιά και ούτε καν ένα προσκυνητάρι δε στήθηκε στη θέση της.

92 Θ Ε Ο Χ Α Ρ Η Σ Ν . Π Α Ζ Α Ρ Α Σ Το βέβαιο πάντως είναι ότι η λειτουργία του κτιρίου είχε παύσει οριστικά στα μεσο- βυζαντινά χρόνια, όπως δείχνει η ανεύρεση ενός τραχέος νομίσματος του Mανουήλ A΄ Kομνηνού (1143-1180)22 (εικ. 39), που βρέθηκε επάνω στην κατεστραμμένη επιφάνεια του ώμου της αψίδας του ιερού. H παρουσία ελάχιστων εγχάρακτων εφυαλωμένων οστράκων του β΄ μισού του 12ου και των αρχών του 13ου αι. πρέπει να θεωρηθεί μάλλον τυχαία και όχι ένδειξη κάποιας συγκεκριμένης δραστηριότητας στον χώρο. Εικ. 39. Άσπρο τραχύ του Μανουήλ Α´ Κομνηνού, χρονολογία κοπής 1143-1180. Αξιολογώντας τα ανασκαφικά δεδομένα μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε μπρο- στά σε ένα συγκρότημα μιας τρίκλιτης, ξυλόστεγης παλαιοχριστιανικής βασιλικής, η οποία συνδυάζει ανατολικά και ελληνιστικά στοιχεία και φαίνεται ότι ήταν ένα αρκετά πολυτελές οικοδόμημα, αφού διέθετε μαρμαροθετημένα δάπεδα, αρχιτεκτονικό γλυπτό διάκοσμο, ορθομαρμαρώσεις και ψηφιδωτά στους τοίχους. Τα κατασκευαστικά αυτά στοιχεία, σε συνδυασμό και με την ύπαρξη βαπτιστηρίου δεν αποκλείουν την περίπτωση μιας επισκοπικής βασιλικής. O ναός αυτός θα πρέπει να εξυπηρετούσε τις ανάγκες του οικισμού, σαφή μαρτυρία για την ύπαρξη του οποίου στην περιοχή έδωσε η αποκάλυψη του νεκροταφείου στη θέση Λιμόρι, σε απόσταση πεντακοσίων περίπου μέτρων BΔ από τη βασιλική, όπως προαναφέρθηκε. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες επιφανειακές ενδείξεις ο οικισμός θα απλωνόταν στην έκταση ανάμεσα στις δύο θέσεις, Λιμόρι και Mπγιαδούδι, προς τα βο- 22 Άσπρο τραχύ του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (χρονολογία κοπής 1143-1180). Πρβλ. όμοιο C. Morrisson, Catalogue des Monnaies Byzantines, ό.π, τ. II, Paris 1970, 174, πίν. XCIX, B/28.

ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΛΙΜΟΡΙ ΚΑΙ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΤΟ ΜΠΓΙΑΔΟΥΔΙ 93 ρειοδυτικά της βασιλικής. Όσον αφορά βέβαια στο όνομα του οικισμού αυτό δυστυχώς δεν προκύπτει ούτε από τα ανασκαφικά δεδομένα, αλλά ούτε και από γραπτές μαρτυρίες. Συμπερασματικά θα ήθελα να τονίσω ότι η παλαιοχριστιανική βασιλική που απο- καλύφθηκε στο Μπγιαδούδι αποτελεί ένα αξιόλογο μνημείο, το πρώτο που ανασκάφηκε πλήρως νοτίως της Θεσσαλονίκης και σε όλη τη δυτική Xαλκιδική. Επομένως, η ση- μασία του για την ιστορία της Eπανομής, αλλά και της ευρύτερης περιοχής είναι ολο- φάνερη, διότι, πέρα από τη μοναδικότητά του, σηματοδοτεί την παρουσία στην περιοχή ενός ακμάζοντος παλαιοχριστιανικού οικισμού από τα μέσα του 5ου έως τα τέλη του 7ου αι. μ.X. ◼

94 Theocharis N. Pazaras Prof. Emeritus of Aristotle University of Thessaloniki The cemetery at Limori and the Early Christian basilica at Byadoudi Recognizing the historical significance of the Epanomi area, I conducted surface reconnaissance and systematic excavations at two sites, over the course of 15 years (1994-2007). The two sites in question are Limori, where we discovered a Late Roman - Early Christian cemetery, and Byadoudi, where an Early Christian basilica complex came to light. The excavations at Limori, NW of the village of Epanomi, uncovered a total of forty-two graves of several different types: simple pits, pits covered with horizontal limestone slabs, simple flat tile covered graves, arched tile covered graves and built cist-graves, some with flat limestone covers and others with pediment roofs, a rare morphological feature. All the graves had been used for several burials and contained a considerable number of mostly unpainted clay vessels, mainly oenochoes, cups, small amphorae, unguentaria and cooking pots, as well as a few terracotta oil-lamps. The graves also contained iron, bronze, and gold jewellery in the form of finger-rings, earrings and fibulae, together with coins of the late Roman period and the fourth and fifth centuries A.D. All these finds testify to the presence of a cemetery at Limori, being in use from Late Roman times and was Later converted into a Christian cemetery, in use mainly throughout the 4th and 5th centuries A.D. Judging by the ceramic finds, however, there is reason to believe that the cemetery was still operational in the 6th century, and even until the end of the 7th. The survey I conducted led to the discovery of abundant stones, tiles and potsherds from the Early Christian period in the area between the cemetery at Limori and the Byadoudi site, some 500 m SE. These finds obviously marked the presence of a settlement to which the graves belonged, and also pointed to the existence of an

95 Early Christian basilica, which did indeed came to light in subsequent excavations. The Early Christian basilica, discovered at Byadoudi is three-aisled and wooden roofed, with an inner and outer narthex to the west, combining eastern and Hellenistic elements. On the south side of the main church building there are annexes, including the baptistery, a second room, probably the sacristy, which was Later converted into a winery and a barrel-vaulted tomb. The tomb is decorated with frescoes depicting a large foliate cross on each of the long walls. The painted decoration of the tomb can be dated to the 5th-6th century, and according to its outstanding quality, may be in- cluded in the sepulchral art of the early Christian cemeteries of Thessaloniki. The church was adorned with elaborate architectural sculpture and mosaics on the soffits of the arcades. The sanctuary floor was paved with marble of different co- lours, in a variety of geometrical patterns (opus sectile). The discovery of a significant number of coins minted during the 5th century – one of which was actually found inside the mortar of the south wall and was minted during the reign of the emperor Marcianus (between 450-457)– allows us to set a terminus post quem of the mid-5th century for the foundation of the basilica. The building, which was destroyed by fire, must have been in use at least until the second half of the 7th century, judging from the coins found during the excavations along with the ceramic evidence. In any event, by Middle Byzantine times the church at Byadoudi was no longer in use, as is shown by the discovery of a trachy of Manuel I Comnenus (1143-1180), which was found stuck to the ruined surface of the shoulder of the sanctuary.



Δρ Ἰωακεὶμ Ἀθ. Παπάγγελος Ἀρχαιολόγος Ἡ βυζαντινὴ Ἐπανομὴ Μεγάλη τομὴ στὴν ἱστορία τῆς Χαλκιδικῆς αποτελεῖ ἡ ἐπιδρομὴ τῶν Οὕννων τὸ 540 μ.Χ. Τότε κατέλαβαν καὶ κατέστρεψαν τὴν Κασσάνδρεια, τὴν με- γαλούπολη τῆς Χαλκιδικῆς1, τὴν ὁποία ἐπανίδρυσε ὁ Ἰουστινιανὸς στὴν ἴδια στρατηγικὴ θέση, στὸν ἰσθμὸ τῆς Παλλήνης2. Ἦρθαν λοιπὸν οἱ Οὗννοι καὶ ἔκαναν τὸ γιάγμα τους. Ἀκολούθησαν τὰ διάφορα σλαβικὰ φῦλα, τὰ ὁποῖα προσπάθησαν νὰ κατακτήσουν τὴν Θεσσαλονίκη, ἀλλὰ ὁ προ- στάτης Ἅγιος, τὸ στήριγμα τῆς πόλεως, ὁ προστάτης καὶ λυτρωτὴς καὶ ἀκούραστος συμπολεμιστὴς τῶν Θεσσαλονικέων, ὁ μεγαλομάρτυς Δημήτριος, δὲν ἐπέτρεψε νὰ ἀκουστῆ, τότε, ἐκείνη ἡ φρικτὴ κραυγή: ἡ πόλις ἑάλω... Ὅμως, σιγά - σιγά, ἡ ὕπαιθρος ἐρήμωνε ἀπὸ τὶς ἀλλεπάλληλες καταδρομὲς τῶν βαρ- βάρων3, τὰ χωριὰ ἔσβηναν, καὶ μαζὶ μὲ αὐτὰ χανόταν ἡ προφορικὴ ἐπιβίωση τῆς ἱστορίας τοῦ τόπου μας. 1 Προκοπίου, Ὑπὲρ τῶν πολέμων, ΙΙ, 4. Ἰωακ. Ἀθ. Παπάγγελος, «Τὸ πολίχνιον τῆς Κασσανδρείας», Πρακτικὰ τοῦ Πρώτου Πανελληνίου Συμποσίου Ἱστορίας καὶ Ἀρχαιολογίας τῆς Χαλκιδικῆς (Πολύγυρος, 7-9 Δεκεμβρίου 1984), Θεσσαλονίκη 1987, 201. 2 Προκοπίου, Περὶ κτισμάτων, ΙV, 3. Παπάγγελος, «Τὸ πολίχνιον τῆς Κασσανδρείας», ὅ.π., 201-202. 3 Γιἀ τὶς ἐπιδρομὲς τῶν βαρβάρων κατὰ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ τὶς θαυματουργὲς σωτήριες παρεμβάσεις τοῦ Ἁγίου Δημητρίου βλέπε P. Lemerle, Les plus anciens recueils des miracles de Saint Demetrius et la penetration des Slaves dans les Balkans, I: Le texte, Παρίσι 1979.

98 Ι Ω Α Κ Ε Ι Μ Α Θ. Π Α Π Α Γ Γ Ε Λ ΟΣ Γύρω στὸ ἔτος 900, ἡ ἱστορικὴ μνήμη στὴν εὐρεῖα περιοχὴ πέριξ τῆς σημερινῆς Ἐπα- νομῆς εἶχε, σὲ γενικὲς γραμμές, ὡς ἑξῆς: Ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα τοπωνύμια ἦσαν γνωστὰ τά: – ἡ Θεσσαλονίκη, – τὸ ἀκρωτήριο Ἔμβολον, – ἡ Αἴνεια4, ἕδρα τῆς ὁμώνυμης τούρμας5, – ἡ Βρέα6, (σήμερα Βεριά, ἡ), ἡ ὁποία ἐξελίχθηκε σὲ διοικητικὴ ἕδρα τῆς Καλα- μαρίας καὶ ἕδρα τῆς Ἐπισκοπῆς Κασσανδρείας καὶ Βρυῶν7, – ἡ βασιλικὴ ὁδὸς Θεσσαλονίκης - Κασσανδρείας8, (ἔχουμε δύο μιλιάρια τῆς ὁδοῦ9), – ἡ Ἀντιγόνεια10, (στὴν περιοχὴ τῆς σημερινῆς Νέας Γωνιᾶς), – ὁ Βολβός11, (στὴν παραλία τῶν Νέων Φλογητῶν), – τὸ Καλαυρὸν ὄρος, ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ ὁποίου φαίνεται νὰ προέρχεται τὸ ὄνομα τοῦ χωριοῦ Κάτω Καλαρηνός τοῦ 132112, σήμερα Γαλαρηνός, – ὁ Βάβδος13, 4 J. Lefort, Villages de Macédoine. I. Chalcidique occidentale, Παρίσι, 1986, 28. Μ. Zahrnt, Olynth und die Chalkidier, Μόναχο 1971, 142-144. 5 Τὴν μοναδικἠ γνωστὴ ἀναφορὰ τῆς τούρμας τῆς Αἰνείας βλ. στὸ J. Lefort, N. Oikonomidès, D. Papachryssanthou, É. Métrévéli, Actes d’ Iviron, τ. 1, Παρίσι 1985, ἔγγρ. 10 (τοῦ 996), στ. 13, καὶ λίγα σχόλια στὴν σ. 168. 6 Θ. Παζαράς, «Από την κλασική Βρέα στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας», ΑΕΜΘ 10Α (1996), Θεσσαλονίκη 1997, 313-332. Ι. Ταβλάκης-Α. Τσανανά, «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Νέων Σιλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005), Θεσσαλονίκη 2007, 269-278. 7 Παπάγγελος, «Τὸ πολίχνιον τῆς Κασσανδρείας», ὅ.π., 204. 8 Ἡ βασιλικὴ ὁδὸς συνέδεε τὶς δύο πόλεις τὶς ὁποῖες ἵδρυσε ὁ Κάσσανδρος: τὴν Κασσάνδρεια καὶ τὴν Θεσσαλονίκη. 9 Τὰ μιλιάρια εἶναι τοῦ τελευταίου τετάρτου τοῦ 4ου αἰ. μ.Χ. καὶ προέρχονται ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῶν Νέων Φλογητῶν, ὅπου καὶ ἡ μεγάλη τούμπα στὸ μετόχι Καραμὰν τῆς Μονῆς Ἰβήρων, ἡ ὁποία προφανῶς καλύπτει τάφο σπουδαίου προσώπου. 10 Zahrnt, Olynth und die Chalkidier, ὅ.π., 155. Lefort, Villages de Macédoine, ὅ.π., 30-33. 11 Lefort, ὅ.π., 39-45. 12 P. Lemerle, A. Guillou, N. Svoronos, D. Papachryssanthou, Actes de Lavra, τ. 2, Παρίσι 1977, ἔγγρ. 108 (τοῦ 1321), στ. 908. Lefort, Villages de Macédoine, ὅ.π., 74-76. 13 Lefort, ὅ.π., 34-35. Ἀρχαιοπρεπὲς τοπωνύμιο, ἄν καὶ ἡ πρώτη γνωστὴ ἀναφορά του εἶναι τοῦ 1321· βλ. Lemerle,


Like this book? You can publish your book online for free in a few minutes!
Create your own flipbook