Μαρία Γιάγκου Maria GiagkouΦιλογλωσσία - Νέα Ελληνικά για αρχάριους Filoglossia - Modern Greek for beginnersΕλληνο-αγγλικό Γλωσσάριο Greek-English GlossaryΔιορθώσεις: Κωνσταντίνος Καλημέρης, Βίκυ Κάντζου, Μαριάννα Μίνη, Corrections of the Greek texts: Constandinos Kalimeris, Vicky Kantzou, Πέπη Σταμούλη, Αγγελική Φωτοπούλου Marianna Mini, Pepi Stamouli, Aggeliki FotopoulouΔιορθώσεις αγγλικών μεταφράσεων: Ian Robertson, Corrections of the English translations: Ian robertson, Φρίντα Χαραλαμποπούλου Frieda CharalabopoulouΣχεδιασμός: Δημήτρης Καρατζαφέρης / ANIMaD Design: Dimitris Karatzaferis / ANIMaDC 2008 Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου / Eρευνητικό Κέντρο “Αθηνά” C 2008 Institute for Language and Speech Processing / “Athena” Research Centre ISBN
ΜΑΡΙΑ ΓΙΑΓΚΟΥ φιλογλωσσία filoglossia Νέα Ελληνικά για αρχάριους(συνοδευτικό εγχειρίδιο της ομώνυμης σειράς CD-ROM/DVD-ROM) Modern Greek for beginners (accompanying book of the homonymous CD-ROM/DVD-ROM series) Ελληνο-αγγλικό Γλωσσάριο Greek-English GlossaryΙνστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου / Eρευνητικό Κέντρο “Αθηνά”Institute for Language & Speech Processing / “Athena” Research CentreΑθήνα 2008Athens
Design and implementation team of the electronic glossary Coordination Frieda Charalabopoulou Maria Giagkou Gregory Steinhaouer Editors/Authors Maria Giagkou Nikos Konstantakis Athena Papatheodorou Quality control Aggeliki Fotopoulou Vassilis Katsouros Marianna Mini Thanks to: Constandinos Kalimeris Aggeliki Fotopoulou Marianna Mini
φιλογλωσσία filoglossiaΙνστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου / Eρευνητικό Κέντρο “Αθηνά”Institute for Language & Speech Processing / “Athena” Research CentreΑθήνα 2008Athens
ΠΡΟΛΟΓΟΣ PREFACE Η σειρά φιλογλωσσία αποσκοπεί στην εκμάθηση της Eλληνικής ως ξένης γλώσσας με γλώσσα υποστήριξης την αγγλική. Απευθύνεται σε ξένους ή/και Έλληνες ομογενείς (άνω των 14 ετών) που δεν ομιλούν καθόλου ή γνωρίζουν λίγα Eλληνικά και επιθυμούν να συστηματοποιήσουν τις γνώσεις τους. Καλύπτει τις γλωσσικές ανάγκες των μαθητών του πρώτου επιπέδου ελληνομάθειας (αρχάριοι). Πρόκειται για ένα εκπαιδευτικό λογισμικό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί διττά: ως συνοδευτικό εργαλείο σε περιβάλλον καθοδηγούμενης διδασκαλίας (στην τάξη) ή/και ως εργαλείο αυτομάθησης. Το πρόγραμμα βασίζεται κατά κύριο λόγο στην επικοινωνιακή προσέγγιση στην εκμάθηση της ξένης γλώσσας: στόχος είναι η απόκτηση επικοινωνιακής επάρκειας που θα επιτρέψει στον χρήστη να ανταποκριθεί σε καθημερινές απλές περιστάσεις επικοινωνίας. Έμφαση δίνεται και στην συστηματική διδασκαλία των γραμματικών δομών και των συντακτικών λειτουργιών της Νέας Ελληνικής, τα στοιχεία όμως αυτά εντάσσονται σε επικοινωνιακά πλαίσια και δίνονται με τρόπο απλό και λειτουργικό. Κάθε διδακτική ενότητα πλαισιώνεται από ασκήσεις ποικίλων εργονομιών για την ανάπτυξη των γλωσσικών δεξιοτήτων. Μια σειρά γλωσσικών εργαλείων που έχουν ενσωματωθεί στο λογισμικό επιτρέπει στον χρήστη να ηχογραφεί την φωνή του και να την συγκρίνει με το μοντέλο του φυσικού ομιλητή, να βλέπει την φωνητική μεταγραφή και να ακούει με συνθετική φωνή την προφορά οποιασδήποτε ελληνικής λέξης, καθώς και να αναζητά στο ενσωματωμένο δίγλωσσο ελληνο-αγγλικό ηλεκτρονικό γλωσσάριο οποιαδήποτε ελληνική λέξη εμφανίζεται μέσα στο πρόγραμμα, προκειμένου να έχει πρόσβαση στην αγγλική μετάφρασή της και σε αντίστοιχα χρηστικά παραδείγματα. Στην φιλογλωσσία έχουν επιπλέον χρησιμοποιηθεί πρωτοποριακές τεχνικές διασύνδεσης των κειμένων των διαλόγων με τα αντίστοιχα στιγμιότυπα του βίντεο, ενώ στην διδασκαλία του λεξιλογίου παρέχεται στον χρήστη η δυνατότητα να διαπιστώσει πώς χρησιμοποιείται κάθε λέξη του κειμένου στο περικείμενό της με την υποστήριξη τεχνολογιών βίντεο. Πέρα από το καθαρά γλωσσικό υλικό, η σειρά περιλαμβάνει και αμιγώς πολιτιστικές ενότητες, οι οποίες πλαισιώνονται από πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό και αναφέρονται σε πτυχές του αρχαίου αλλά και του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού. Η φιλογλωσσία εκπονήθηκε από το Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου. Το παρόν αποτελεί συνοδευτικό εγχειρίδιο και εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής του ΙΕΛ για υποστήριξη των ηλεκτρονικών του εκδόσεων με έντυπο υλικό, ούτως ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στον μαθητή για άμεση και εύκολη πρόσβαση στο γλωσσικό υλικό, όταν δεν βρίσκεται κοντά στον Η/Υ του. Η σειρά φιλογλωσσία περιλαμβάνει τις ακόλουθες εκδόσεις: • τη φιλογλωσσία στην πρώτη έκδοσή της, με εισαγωγικό υλικό για το πρώτο επίπεδο και υποστήριξη σε 6 γλώσσες (Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ισπανικά, Δανικά και Ρωσικά) • το διαδικτυακό λογισμικό (διαθέσιμο στο http://www.xanthi.ilsp.gr/filog/) • τη φιλογλωσσία+ στην πλήρη μορφή της, η οποία περιλαμβάνει το σύνολο του υλικού του πρώτου επιπέδου και αποτελείται από τέσσερα CD-ROM με γλώσσα υποστήριξης την αγγλική • τη νέα φιλογλωσσία σε DVD-ROM, η οποία περιλαμβάνει πλήθος επιπλέον εργαλείων γλωσσικής τεχνολογίας που βοηθούν τον χρήστη στην κατάκτηση των γλωσσικών επιπέδων της Ελληνικής (π.χ. κλίση λέξεων, διόρθωση λαθών σε κείμενα κ.λπ.) Η αναπτυξιακή προσπάθεια συνεχίζεται στο ΙΕΛ με την δημιουργία της ταχύρρυθμης έκδοσης της φιλογλωσσίας που αποτελεί σύγχρονη ανάγκη καθώς και με την δημιουργία υλικού για το δεύτερο και τρίτο επίπεδο ελληνομάθειας. Καθ. Γεώργιος Καραγιάννης Πρόεδρος Δ.Σ. Ερευνητικού Κέντρου “Αθηνά”, Διευθυντής ΙΕΛ
The filoglossia series aims at teaching/learning Modern Greek as a foreign language supported by English andaddressed to foreigners and/or expatriate Greeks (aged over 14 years) with little or no previous knowledge of thelanguage. It is tailored to the language needs of first-level learners (i.e. beginners) and may be used in a twofold manner:as a supplementary tool in the framework of guided instruction (in the classroom) or as a self-learning tool for autonomouslearners. The program is mainly based on the communicative approach to foreign language learning and aspires to help learnersacquire communicative competence, which will enable them to successfully carry out simple every-day life communicationtasks. Emphasis is also placed on the systematic teaching of grammatical structures and syntactic functions of ModernGreek, these, however, are treated in a simple and functional way and within a communicative context. Each chapter is accompanied by exercises of various ergonomies for the development of the language skills. Furthermore,a number of language tools incorporated in the courseware enables the users to record their voice and compare it with thenative speaker model, to automatically obtain the phonetic transcription and listen to the pronunciation of any Greek wordby a synthetic voice, as well as to look up in the Greek-English electronic glossary any word appearing in the program,access its English equivalent and relevant examples of use. A number of innovative techniques for linking the texts with the corresponding videos have also been employed, whilevocabulary learning is fostered by allowing the user to explore how each word of the dialogue text is used in context alsosupported by video technologies. Apart from the language material, the program includes rich audio-visual material related to cultural aspects of bothancient and contemporary Greek culture and civilization. filoglossia was designed and developed by the Institute for Language and Speech Processing (ILSP). This bookaccompanies the homonymous courseware series and complies with ILSP’s policy to enhance its electronic versions withprinted material in order to enable easy and quick access to the language material when away from the PC. The filoglossia series includes the following versions:• filoglossia: introductory language material for the first level, supported by six languages (English, French, German,Spanish, Dutch and Russian)• filoglossia on the web (http://www.xanthi.ilsp.gr/filog/)• filoglossia+: includes all language material of the first level and comprises four multimedia CD-ROMs with Englishlanguage support• new filoglossia: comprises a DVD-ROM enhanced with language technology tools, which further facilitate the users toacquire the Greek language system (e.g. conjugation of verbs, declension of nouns/adjectives, spelling checker etc.) The development effort is in progress at ILSP and involves the implementation of the accelerated version of the filoglossiacourseware, as well as the development of the language material for the second and third level. Prof. George Carayannis President of the Board of the “Athena” Research Center, ILSP Director
11 φιλογλωσσία Greek-English GlossaryEntries This Greek-English glossary is a supplement to the φιλογλωσσία book compris- ing 3.130 entries of Greek words, phrases, acronyms and proper names (cities, countries and nationalities). The lemmas of this glossary are words and phrases that appear in the language material (dialogues, examples and exercises) of the corresponding course book and only their specific meanings in the context of the φιλογλωσσία language material have been recorded here. The glossary aims to cover the basic functional vocabulary of A level learners (i.e. beginners) and information on each entry (lemma) includes: • grammatical characterisation (part-of-speech annotation) • phonetic transcription • the English translation • example(s) of use, also translated in English • expression(s), also translated in English Grammatical The grammatical characterisation involves a part-of-speech tag following thecharacterisation lemma: Phonetic ACRO Acronym N Noun transcription NUM Numeral ADJ Adjective PART Participle PRCL Particle ADV Adverb PREP Preposition PRON Pronoun ART Article VB Verb CONJ Conjunction EXCL Exclamation EXP Expression(s) Example: άγαλμα (το) Ν If the lemma is a noun, the genre is also indicated by the definite article in brackets, i.e. ο for masculine, η for feminine and το for neuter nouns. Example: άγαλμα (το) Ν Each lemma is phonetically transcribed by employing the International Phonetic Alphabet (IPA). The phonetic transcription appears in square brackets. Example: άγαλμα (το) Ν [] The following table includes the IPA symbols used in this glossary and the corre- sponding Greek sounds: Vowel sounds αβγό (egg) similar to unless similar to bet εξοχή (countryside) similar to bit ικανός (able) similar to bought όροφος (floor) similar to book ουρανός (sky)
12Consonant sounds μπαμπάς (daddy) similar to bed κερί similar to key (candle) similar to dog as in that νταλίκα (lorry) as in fish δέμα as in garden (parcel) as in get similar to woman φίλος (friend) similar to yield similar to yes γκαράζ (garage) as in thin γκέτο as in coat (ghetto) as in lamp similar to prelude γάλα (milk) as in my fasi similar to comfort γέρος (old man) as in no similar to new διαφορά (difference) () as in tank θήκη similar to cap (case) no English equivalent, καφές (coffee) as in Spanish pero λόφος (hill) as in stop similar to pit λιακάδα (sunshine) as in vase μάτι as in Scots loch (eye) similar to hew as in zoo έμφαση (emphasis) νερό (water) ψώνια (shopping) συγκρίνω (compare) παιδί (child) ρόδα (wheel) σώμα (body) τιμή (price) βιβλίο (book) χώρα (country) χέρι (hand) ζώνη (zone)English translation Each lemma is accompanied by its English equivalent and followed by examples of and examples use, also translated in English. Example: άγαλμα (το) Ν [] statue: Στην κεντρική αίθουσα του μουσείου εκτίθεται το άγαλμα του Δία. The statue of Zeus is exhibited in the main hall of the museum. In case of polysemy (i.e. when a particular lemma has several meanings), the dif- ferent meanings of the lemma are numbered and relevant examples of use are provided. Example: ανοίγω VB [] 1. open: Άνοιξα το παράθυρο, γιατί κάνει ζέστη. I opened the window because it’s hot. 2. switch on: Μπορείς να ανοίξεις την τηλεόραση, σε παρακαλώ; Could you switch on the TV, please? In some cases, the lemma may have one meaning (and English equivalent) but it may involve two or more different syntactic structures. In such cases, two or more examples of use are provided and each example is separated by the symbol ||.
13Expressions Sometimes two examples are also provided in order to demonstrate slight differ- ences in meaning, which however correspond to the same English equivalent. Example: αλλάζω VB [] change: Το νούμερο του τηλεφώνου μου έχει αλλάξει. My phone number has changed. || Μετά την διάρρηξη αλλάξαμε τις κλειδαριές. After the break-in we changed the locks. Examples of use are also provided for expressions and introduced by ‘EXP’. The following are considered as expressions: a) collocations and compounds b) idiomatic phrases c) every day communication phrases and d) phrases, in the context of which a lemma acquires a different meaning Example: αγγελία (η) N [] announcement, advertisement: … EXP: Ψάχνω για δουλειά στις μικρές αγγελίες. I am looking for a job in the classified ads.
Α, α 14 αγωνίαA A, αΒΓ Α, α (άλφα) []: the first letter of the Greek al- αγελάδα (η) Ν [] cow: Ένα κοπάδι αγελά- δες έβοσκε στο λιβάδι. A flock of cows was graz-Δ phabet ing in the field. αβγό / αυγό (το) Ν [ / ] egg: Πόσα αβγάΕ χρειάζεσαι για μια ομελέτα; How many eggs do αγέρας (ο) Ν [] wind: Από τα παράθυρα you need for an omelette? έμπαινε ο αγέρας του ωκεανού. The ocean wind was coming through the windows.Ζ άγαλμα (το) Ν [] statue: Στην κεντρική αίθουσα του μουσείου εκτίθεται το άγαλμα του αγέρι (το) Ν [] mild wind: Σταθήκαμε στην Δία. The statue of Zeus is exhibited in the main κορυφή του λόφου και το αγέρι μάς χάιδευε το hall of the museum. πρόσωπο. We stood on top of the hill and a mild wind was caressing our faces.Η αγαπάω / αγαπώ VB [ / ] love: Σ’ αγαπάω πάρα πολύ, μαμά! I love you very αγκαλιά (η) Ν [] hug, in one’s arms: Αισθάνομαι ασφάλεια στην αγκαλιά σου. I feelΘ much, mοm. safe in your arms.Ι αγάπη (η) N [] love: Το έκανε από αγάπη αγκαλιάζω VB [] hug: Την αγκάλιασε για τα παιδιά της. She did it out of love for her και την φίλησε τρυφερά στο μάγουλο. He huggedΚ children. her and kissed her gently on the cheek. αγαπημένος, αγαπημένη, αγαπημένο PART [, , ] άγκυρα (η) Ν [] anchor: Στην ακτή υπήρχε μια παλιά άγκυρα. There was an old anchor on theΛ 1. favourite: Ποιο είναι το αγαπημένο σου beach. τραγούδι; Which is your favourite song? αγκώνας (ο) Ν [] elbow: Χτες, ενώ έπαι-Μ 2. dear: Αγαπημένη μου Ειρήνη, σου γράφω ζα μπάσκετ, χτύπησα τον αγκώνα μου. Yester-Ν αυτό το γράμμα... My dear Irene, I am writing day, while I was playing basketball, I hurt my this letter... elbow. αγαπητός, αγαπητή, αγαπητό ADJ [, άγνωστος, άγνωστη, άγνωστο ADJ [,Ξ , ] dear: Αγαπητέ Γιάννη, σου , ] unknown, strange: Βρέθηκε γράφω... Dear John, I am writing to you... το χειρόγραφο ενός άγνωστου μέχρι σήμερα ποιήματος του Σεφέρη. The manuscript of a pre-Ο αγαπώ αγαπάω αγγελία (η) N [] announcement, adver- viously unknown poem of Seferis was found. αγορά (η) Ν [] market: Η αγορά είναι κλειστήΠ tisement: Μάθαμε από την αγγελία στην εφημε- ρίδα ότι παντρεύτηκε. We heard that he got mar- την Κυριακή. The market is closed on Sunday. ried from the announcement in the newspaper. αγοράζω VB [] buy: Πάω στο φαρμακείοΡ EXP: Ψάχνω για δουλειά στις μικρές αγγελίες. I για να αγοράσω τα φάρμακα της γιαγιάς μου. IΣ am looking for a job in the classified ads. am going to the chemist’s to buy my grandmoth-Τ Αγγλία (η) N [[] England: Το Λονδίνο είναι πρωτεύουσα της Αγγλίας. London is the capital er’s medicines. of England. αγρότης (o) N [] farmer: Ο παππούς μουΥ Αγγλίδα (η) Ν [[] English, British: Η κυ- είναι αγρότης. Καλλιεργεί καλαμπόκι. My grand- father is a farmer. He grows corn. ρία Σμιθ είναι Αγγλίδα. Mrs Smith is English. άγχος (το) Ν [] stress: Όταν έχω άγχος, δεν Αγγλικά (τα) Ν [[] English: Πρέπει να μπορώ να δουλέψω. I can’t work under stress.Φ βελτιώσω τα Αγγλικά μου. I must improve my αγώνας (ο) Ν [] match, game: Ο αγώνας English. για τον τελικό του Κυπέλλου είναι την Κυριακή. The Cup final is on Sunday. EXP: Ο αδερφόςΧ Άγγλος (o) Ν [[] English, British: Ο κύριοςΨ Σμιθ είναι Άγγλος. Mr Smith is English. μου έλαβε μέρος σε αγώνα ταχύτητας. My αγγούρι (το) Ν [] cucumber: Θέλεις αγ- brother took part in a car race.Ω γούρι στην σαλάτα; Do you want cucumber in αγωνία (η) Ν [] anxiety: “Τι συνέβη;”, ρώ- the salad? τησε με αγωνία. “What happened?” he asked
αγωνίζομαι 15 αθλητικός anxiously. EXP: Πάντα έχω αγωνία πριν από αδυνάτισμα (το) Ν [] slimming: Η Ευ- A τις εξετάσεις. I am always nervous before the γενία πηγαίνει σε ένα ινστιτούτο αδυνατίσμα- Β exams. τος, για να χάσει κιλά. Eugenia goes to a slim- Γαγωνίζομαι VB [] struggle, fight: Σε ming salon to lose weight. Δ όλη του την ζωή αγωνιζόταν για την καταπολέ- Ε μηση του ρατσισμού. He struggled against rac- αδύνατος, αδύνατη, αδύνατο ADJ , Ζ ism all his life. , thin: Όλα τα μοντέλα στα περι- Η οδικά είναι πολύ αδύνατα. All models in maga- Θάδειος, άδεια, άδειο ADJ [, , ] emp- zines are very thin. Ι ty: Άνοιξα το κουτί, αλλά ήταν άδειο. I opened Κ the box, but it was empty. αέρας (ο) Ν [] wind: Ένας κρύος αέρας φυ- Λ σούσε χτες βράδυ. A cold wind was blowing last Μαδελφή / αδερφή (η) Ν [ / ] sister: Η night. EXP: Αυτές τις μέρες έχει πολύ αέρα. It is Ν αδελφή μου κι εγώ κοιμόμαστε στο ίδιο δωμά- very windy these days. Ξ τιο. My sister and I sleep in the same room. Ο αεροδρόμιο (το) Ν [] airport: Πρέπει Παδέλφι / αδέρφι (το) Ν [ / ] 1. brother να είμαστε στο αεροδρόμιο τουλάχιστον μια Ρ / sister: Αυτό είναι το αδέλφι μου, ο Δημήτρης. ώρα πριν από την πτήση μας. We have to be at Σ This is my brother, Dimitris. 2. sibling: Η Μαρία the airport at least an hour before our flight. Τ και ο Δημήτρης είναι αδέλφια. Maria and Dimi- Υ tris are siblings. αερολιμένας (ο) Ν [] airport: Καλώς Φ ήρθατε στον διεθνή αερολιμένα Αθηνών “Ελευ- Χαδελφός / αδερφός (ο) Ν [ / ] θέριος Βενιζέλος”. Welcome to “Eleftherios Veni- Ψ brother: Ο μεγάλος αδελφός μου σπουδάζει zelos” Athens international airport. Ω στο εξωτερικό. My older brother studies abroad. αεροπλανάκι (το) N (diminutive) []αδελφούλα / αδερφούλα (η) Ν (diminutive) aeroplane: Πήρα δώρο ένα αεροπλανάκι στον [ / ] sister: Η αδελφούλα μου μικρό μου αδερφό. I bought a toy aeroplane as είναι τέσσερα χρόνια μικρότερή μου. My little sis- a present for my younger brother. ter is four years younger than I am. αεροπλάνο (το) Ν [] aeroplane: Το αε-αδέξιος, αδέξια, αδέξιο ADJ [, , ροπλάνο έφτασε στην ώρα του. The aeroplane ] clumsy: Έσπασες κι άλλο ποτήρι; Εί- arrived on time. σαι τόσο αδέξια! Did you break another glass? You are so clumsy! αεροπορικός, αεροπορική, αεροπορικό ADJ , , air, aero-αδερφή (η) αδελφή plane: Θέλω ένα αεροπορικό εισιτήριο για Πα- ρίσι. I want an aeroplane ticket to Paris.αδέρφι (το) αδέλφι αεροσυνοδός (ο/η) Ν [] air steward /αδερφός (ο) αδελφός stewardess: Ζήτησα από την αεροσυνοδό ένα ποτήρι νερό. I asked the air stewardess for aαδερφούλα (η) αδελφούλα glass of water.αδιαφορώ VB [] not care about, be in- αετός (ο) Ν [] eagle: Οι αετοί ζουν ψηλά στα different to: Υποστηρίζει ότι οι περισσότεροι βουνά. The eagles live high in the mountains. νέοι αδιαφορούν για την πολιτική. He argues that most young people are indifferent to poli- αηδόνι (το) Ν [] nightingale: Τα αηδόνια tics. κελαηδούν όμορφα. Nightingales sing beauti-αδιέξοδο (το) Ν [] dead end: Οι προ- fully. σπάθειές μας κατέληξαν σε αδιέξοδο. Our ef- forts came to a dead end. Αθήνα (η) Ν [] Athens: Η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας. Athens is the capitalάδικος, άδικη, άδικο ADJ , , of Greece. unfair: Η κριτική του ήταν άδικη. His criticism was unfair. αθλητής (ο) Ν [] athlete: Στους Ολυμπια- κούς Αγώνες παίρνουν μέρος όλοι οι μεγάλοιαδυναμία (η) Ν [] weakness: “Η αδυνα- αθλητές του κόσμου. All the great athletes in the μία που αισθάνεσαι είναι λόγω της γρίπης”, μου world take part in the Olympic Games. είπε ο γιατρός. “The weakness you’re feeling is due to the influenza”, the doctor said to me. αθλητικός, αθλητική, αθλητικό ADJ , , athletic: Οι Ολυμπιακοί Αγώ-αδυνατίζω VB [] lose weight: Κάνω δί- νες είναι η μεγαλύτερη αθλητική διοργάνωση αιτα, γιατί θέλω να αδυνατίσω. I am on a diet, του κόσμου. The Olympic Games are the great- because I want to lose weight. est athletic event in the world.
αθόρυβα 16 ακριβότεροςA αθόρυβα ADV [] noiselessly, quietly: τήσεις για την θέση. We’ve received 25 applica- Μπήκε στο δωμάτιο αθόρυβα, για να μην ξυ- tions for the post. 2. application form: Συμπλη-πνήσει τα παιδιά. He came into the room noise- ρώστε αυτή την αίτηση, σας παρακαλώ. Fill inΒ lessly in order not to wake the children. this application form, please.Αίγυπτος (η) Ν [] Egypt: Όταν ήμασταν αιτία (η) Ν [] cause, reason: Η υπερβολικήΓ στην Αίγυπτο, επισκεφθήκαμε τις πυραμίδες. ταχύτητα είναι η κύρια αιτία των αυτοκινητικών When we were in Egypt, we visited the pyra- ατυχημάτων. Speeding is the main cause of carΔ mids. accidents. αίθουσα (η) Ν [] room, hall: Η αίθουσα εί- αιτών, αιτούσα PART [, ] applicant:Ε ναι γεμάτη κόσμο. The room is full of people. Υπάρχουν ήδη 40 αιτούντες για την θέση ερ- αίθριο (το) Ν [] atrium: Στο αίθριο του μεγά- γασίας. There are already 40 applicants for theΖ ρου υπάρχει ένα σιντριβάνι. There is a fountain job. in the atrium of the mansion. αιώνας (o) N [] century: Ο Όμηρος έζησε τον 8ο αιώνα π.Χ. Homer lived in the 8th cen-Η αίθριος, αίθρια, αίθριο ADJ , , tury BC. clear, cloudless: Ο καιρός αύριο θα είναι αίθρι-Θ ος. There will be clear skies tomorrow. ακολουθώ VB [] follow: Ένας σκύλος με αίμα (το) Ν [] blood: Είδα το αίμα στην πλη- ακολουθούσε στον δρόμο για το σχολείο. A dog followed me to school.γή μου και λιποθύμησα. I saw the blood on myΙ wound and I fainted. ακόμα ADV [] 1. yet, still: Είσαι ακόμα θυ- μωμένη μαζί μου; Are you still angry with me? 2.αιμορραγώ VB [] bleed: Η πληγή σουΚ αιμορραγεί. Πρέπει να σε πάω στο νοσοκομείο. more: Χρειάζομαι ακόμα δύο μέρες για να τελει- Your wound is bleeding. I must take you to hos- ώσω την εργασία μου. I need two more days toΛ pital. finish my assignment. 3. even: Ακόμα και εσύ αίνιγμα (το) Ν [] 1. riddle, puzzle: Αγόρα- δεν με πιστεύεις. Even you don’t believe me.Μ σα ένα περιοδικό με σταυρόλεξα και αινίγματα. I ακουμπάω / ακουμπώ VB [ / ]bought a magazine with crosswords and riddles. 1. touch: Μην ακουμπάς το σίδερο. Θα καείς. Don’t touch the iron. You’ll burn yourself. 2. putΝ 2. mystery, riddle: Η εξαφάνιση του πλούσιου down, leave: Ακούμπησε τον φάκελο στο γρα- κληρονόμου παραμένει αίνιγμα. The disappear- φείο. Leave the envelope on the desk.ance of the rich heir remains a mystery.Ξ αιρετικός (ο) Ν [] heretic: Κατά τον Με- ακουμπώ ακουμπάωΟ σαίωνα, έκαιγαν τους αιρετικούς στην πυρά. ακουστική (η) Ν [] acoustic / acoustics: During the Middle Ages, they used to burn her- Η ακουστική στο θέατρο της Επιδαύρου είναι etics at the stake. καταπληκτική. The acoustics in the EpidavrosΠ αιρετικός, αιρετική, αιρετικό ADJ [, theatre are amazing. , ] heretical: Πολλές φορές στο ακουστικό (το) Ν [] receiver: Δεν ακούωΡ παρελθόν έχει εκφράσει αιρετικές απόψεις. She has expressed heretical views many times τίποτα. Το ακουστικό πρέπει να έχει χαλάσει. I can’t hear anything. The receiver must be bro-Σ in the past. αισθάνομαι VB [] 1. feel: Αισθάνομαι ken.Τ υπερήφανος για την επιτυχία του γιου μου. I feel ακούω VB [] listen, hear: Μου αρέσει να proud of my son’s success. 2. sense: Αισθάν- ακούω μουσική. I like listening to music. 2.Υ θηκε κίνδυνο στην ατμόσφαιρα. He sensed dan- sound: Τι συμβαίνει; Ακούγεσαι λυπημένος. ger in the air. What’s wrong? You sound sad.Φ αισθητά ADV [] noticeably, significantly: ακριβός, ακριβή, ακριβό ADJ [, , Η θερμοκρασία πέφτει αισθητά αύριο. The tem- ] 1. expensive: Αγόρασα ένα πολύ ακρι- perature will drop significantly tomorrow. βό ρολόι. I bought a very expensive watch. 2. precious, dear: Ο Γιάννης και η Σοφία λάτρευανΧ αισιόδοξος, αισιόδοξη, αισιόδοξο ADJ την ακριβή τους κόρη. Giannis and Sofia adored [, , ] optimistic: their precious daughter. Είναι αισιόδοξος άνθρωπος, αντιμετωπίζει τα ακριβότερος, ακριβότερη, ακριβότερο ADJ [, , ] 1. moreΨ πάντα με χαμόγελο. He is an optimistic person; expensive: Οι μαύρες μπότες είναι ακριβό- he greets everything with a smile. τερες από τις καφέ. The black boots are moreΩ αίτηση (η) N [] 1. application: Λάβαμε 25 αι-
ακριβώς 17 αμέ expensive than the browns ones. 2. most ex- party, but unfortunately I’ve got work to do. A pensive (when preceded by article): Αυτά εί- αλλαγή (η) N [] change: Θα κάνουμε μια μι- Β ναι τα ακριβότερα παπούτσια που έχω αγορά- Γ σει ποτέ. These are the most expensive shoes I κρή αλλαγή στο πρόγραμμα. We are making a Δ have ever bought. slight change in the programme. Ε αλλάζω VB [] change: Το νούμερο του τη- Ζακριβώς ADV [] 1. exactly, precisely: Τι λεφώνου μου έχει αλλάξει. My phone number Η ακριβώς εννοείς; What exactly do you mean? has changed. || Μετά την διάρρηξη αλλάξαμε Θ 2. sharp, exactly: Το μάθημα αρχίζει στις 6 τις κλειδαριές. After the break-in we changed the Ι ακριβώς. Lesson starts at 6 sharp. locks. EXP: Άλλαξα σπίτι. Αυτή είναι η νέα μου Κ διεύθυνση. I’ve moved house. This is my new Λακροατήριο (το) Ν [] audience: Το address. Μ ακροατήριο χειροκρότησε μετά την διάλεξη. Ν The audience applauded after the lecture. αλλαντικό (το) Ν [] sausage, pork Ξ meat: Τα αλλαντικά έχουν πολλά λιπαρά. Sau- Οακροατής (ο) Ν [] listener: Αυτό το τρα- sages have many fats. Π γούδι είναι αφιερωμένο στους ακροατές μας. Ρ This song is dedicated to our listeners. αλλεργία (η) Ν [] allergy: Έχω αλλεργία Σ στην σκόνη. I have an allergy to dust. Τακρογιαλιά (η) Ν [] beach: Το βράδυ Υ ανάψαμε φωτιά στην ακρογιαλιά και τραγουδή- αλλεργικός, αλλεργική, αλλεργικό ADJ Φ σαμε. In the evening we lit a fire on the beach [, , ] allergic: Είσαι αλ- Χ and sang. λεργικός στα λουλούδια; Are you allergic to Ψ flowers? ΩΑκρόπολη (η) Ν [] Acropolis: Ο Παρ- θενώνας είναι ένα από τα μνημεία της Ακρό- αλληλογραφώ VB [] correspond: πολης. The Parthenon is one of the Acropolis Ανταλλάξαμε διευθύνσεις για να αλληλογρα- monuments. φούμε και να μην χάσουμε επαφή. We ex- changed addresses so that we can write to eachακτή (η) Ν [] seashore: Η Ελλάδα έχει όμορ- other and not lose touch. φες ακτές. There are beautiful seashores in Greece. αλλιώτικος, αλλιώτικη, αλλιώτικο ADJ [, , ] different: Εσύ έχεις αλλιώτι-ακτινογραφία (η) Ν [] x-ray: Πρέπει κο τρόπο σκέψης. You have a different way of να κάνω κάποιες ακτινογραφίες, πριν με εξετά- thinking. σει ο γιατρός. I have to do some x-rays before the doctor examines me. άλλο ADV [] any more: Δεν θα προσπαθήσω άλλο. I am not going to try any more.ακτινολόγος (ο/η) Ν [] radiologist: Ο ακτινολόγος είδε τις ακτινογραφίες σου; Has άλλος, άλλη, άλλο PRON [, , ] 1. else: the radiologist seen your x-rays? Θέλετε κάτι άλλο; Do you need anything else? 2. other, another: Έχετε άλλες ερωτήσεις; Doαλάτι (το) Ν [] salt: Το αλάτι κάνει νόστιμα τα you have any more questions? φαγητά. Salt gives flavour to food. άλλοτε ADV [] in the past: Αυτό το τραγούδι ήταναλεύρι (το) Ν [] flour: Πόσο αλεύρι χρειάζε- άλλοτε επιτυχία. This song was a hit once. σαι για να φτιάξεις ένα κέικ; How much flour do you need to make a cake? άλμπουμ (το) Ν [] (photo) album: Αγόρα- σα ένα καινούριο άλμπουμ για τις φωτογραφίες.αλήθεια (1) (η) Ν [] truth: Σε παρακαλώ, πες I’ve bought a new album for the photos. μου την αλήθεια. Tell me the truth, please. άλογο (το) Ν [] horse: Τα άλογα είναι τααλήθεια (2) ADV [] 1. really: -Η Άννα πα- αγαπημένα μου ζώα. Horses are my favourite ντρεύεται. -Αλήθεια; -Anna is getting married. animals. -Really? 2. by the way: Αλήθεια, τι έκανες το σαββατοκύριακο; By the way, what did you do άμαξα (η) Ν [] carriage: Παλιά οι άνθρω- last weekend? ποι ταξίδευαν με άμαξες που τις έσερναν άλογα. In the old days people travelled on carriagesαληθινός, αληθινή, αληθινό ADJ [, pulled by horses. , ] true: Το σενάριο της ταινίας βα- σίστηκε σε αληθινά περιστατικά. The script of αμαρτάνω VB [] sin: Συγχώρεσέ με, Θεέ the film was based on true incidents. μου, γιατί αμάρτησα. Forgive me, Lord, for I have sinned.αλλά CONJ [] but: Θέλω να πάω στο πάρτι, αλλά δυστυχώς έχω δουλειά. I want to go to the αμέ EXCL [] sure: -Θέλεις να πάμε σινεμά
Αμερικανίδα 18 ανάμνησηA απόψε; -Αμέ! - Would you like to go to the cin- for, search: Η κυβέρνηση αναζητά τρόπους ema tonight? -Sure! επίλυσης του προβλήματος. The government isΒ Αμερικανίδα (η) Ν [] American: Η searching for ways to solve the problem. Μαίρη είναι Αμερικανίδα, δεν είναι Αγγλίδα. αναζητώ αναζητάωΓ Mary is American, not English. ανακαίνιση (η) N [] renovation: Χρειά- Αμερικανός (o) N [] American: Ο Γου- στηκαν δύο χρόνια, για να ολοκληρωθεί η ανα- καίνιση του παλιού σπιτιού. It took two years toίλιαμ είναι Αμερικανός. William is American.Δ Αμερική (η) Ν [] USA, America: Tα Χρι- finish the renovation of the old house.στούγεννα θα πάω στην Αμερική. I’m going to ανακαλύπτω VB [] discover:Ε the USA for Christmas. Ποιος ανακάλυψε την Αμερική; Who discov- αμέσως ADV [] immediately, instantly, ered America?Ζ right away: Ευτυχώς το ασθενοφόρο ήρθε αμέ- ανακατεύω VB [] 1. mix: Ανακάτεψε σως. Fortunately, the ambulance came imme- τα μακαρόνια με την σάλτσα. Mix the spaghetti diately. with the sauce. 2. involve: Γιατί ανακατεύεσαι σε ξένες υποθέσεις; Why do you get involved inΗ αμοιβή (η) N [] reward, payment: Πήρε 300 someone else’s business? ευρώ αμοιβή γι’ αυτό το έργο. His payment for ανακοινώνω VB [] announce: Η ΈλληΘ this project was 300 euros. και ο Φοίβος ανακοίνωσαν τους αρραβώνες τους. Elli and Phevos announced their engage- αμύγδαλο (το) Ν [] almond: Αυτά τα μπι- ment.Ι σκότα με γέμιση σοκολάτα και αμύγδαλο είναι ανακρίνω VB [] interrogate: Η αστυνο- πολύ νόστιμα. These biscuits with chocolate μία ανακρίνει τους ύποπτους για την ληστεία. The police are interrogating the robbery sus-Κ and almond filling are delicious. pects. αμύνομαι VB [] defend: Οι στρατιώ- ανακύκλωση (η) N [] recycling: Με τηνΛ τες ορκίστηκαν να αμυνθούν ενάντια σε κάθε ανακύκλωση του χαρτιού μπορούμε να σώσου- εχθρική επίθεση. The soldiers swore to defend με τα δάση. By recycling paper we can save the themselves against any enemy attack. forests.Μ αμφιθέατρο (το) Ν [] amphitheatre: Η αναλαμβάνω VB [] undertake, take, συνέλευση των φοιτητών θα γίνει στο αμφιθέα- take care of: Aναλαμβάνω την ευθύνη των πράξεών μου. I take full responsibility for my ac-Ν τρο του πανεπιστημίου. The students’ meeting will take place in the university amphitheatre.Ξ αμφισβητώ VB [] doubt: Πολλοί αμφι- σβήτησαν την θεωρία του. Many doubted his tions.Ο theory. ανάληψη (η) N [] withdrawal: Θέλω να αν CONJ [] if: Αν φτάσεις νωρίτερα, τηλεφώνη- κάνω μια ανάληψη 1.000 ευρώ. I’d like to make a withdrawal of 1.000 euros.Π σέ μου. If you arrive earlier, call me.Ρ αν και CONJ [ ] although, though, while: Αν αναλυτικά ADV [] in detail, analytically: και δεν συμφωνώ, θα σε βοηθήσω. Although I Ο μάρτυρας περιέγραψε αναλυτικά στον αστυ-Σ don’t agree, I will help you. ανάβω VB [] 1. light: Μην ανάβετε τσιγάρο νομικό τι συνέβη. The witness described for the policeman what happened in detail.Τ μέσα στην αίθουσα, παρακαλώ. Please, don’t αναμένω VB [] expect: Οι μετεωρολόγοι light a cigarette in the room. 2. turn on / switch αναμένουν σημαντική πτώση της θερμοκρασί-Υ on: Να ανάψω το φως; Shall I turn on the light? ας. Meteorologists expect the temperature to 3. be/go on: Τα φώτα των δρόμων ανάβουν drop significantly.Φ στις 6 το απόγευμα. The street lights go on at 6 o’clock in the afternoon. ανάμεσα ADV [] 1. between: Το τραπέζι αναγνώστρια (η) N [] reader: To είναι ανάμεσα στον καναπέ και την πολυθρόνα.Χ “Female” είναι το μεγαλύτερο γυναικείο περιο- The table is between the sofa and the armchair. δικό στην Ελλάδα με περισσότερες από 30.000 2. among: Καθόταν στο έδαφος, ανάμεσα αναγνώστριες τον μήνα. “Female” is the most στα λουλούδια. She was sitting on the ground,Ψ popular women’s magazine in Greece with more among the flowers. than 30.000 readers per month. ανάμνηση (η) N [] memory: Στον παπ-Ω αναζητάω / αναζητώ VB [ / ] look πού μου άρεσε να μιλάει για τις παιδικές του αναμνήσεις. My grandfather liked talking about
αναπνοή 19 άνοδος his childhood memories. ανεργία (η) Ν [] unemployment: Η ανερ- A γία αυξήθηκε σημαντικά το περασμένο έτος. Un- Βαναπνοή (η) N [] breath: Πάρε μια βαθιά employment rose significantly last year. Γ αναπνοή, πριν βουτήξεις. Take a deep breath Δ before you dive. άνετος, άνετη, άνετο ADJ [, , ] 1. Ε comfortable: Φορέστε άνετα παπούτσια, γιατί Ζαναπτήρας (o) N [] lighter: Δεν έχω ούτε θα περπατήσουμε πέντε χιλιόμετρα. Wear com- Η αναπτήρα ούτε σπίρτα. I have neither a lighter fortable shoes, as we are going to be walking Θ nor matches. five kilometres. 2. easy: Η νίκη του στον αγώνα Ι ήταν άνετη. His victory in the race was easy. Καναρρώνω VB [] recover: Με αυτά τα χά- Λ πια θα έχεις αναρρώσει σε μια εβδομάδα. You άνηθος (ο) Ν [] dill: Θα ήθελα ένα ματσά- Μ will have recovered in a week with these pills. κι άνηθο, παρακαλώ. I’d like a bunch of dill, Ν please. Ξανασταίνω VB [] resurrect, reanimate, Ο raise: Ο Χριστιανισμός διδάσκει ότι ο Χριστός ανήκω VB [] belong: Σε ποιον ανήκει αυτό Π αναστήθηκε τρεις μέρες μετά τον θάνατό του. το αυτοκίνητο; Who does this car belong to? Ρ Christianity teaches that Christ was resurrected Σ three days after his death. ανησυχώ VB [] worry: Μην ανησυχείς! Τ Όλα θα πάνε καλά! Don’t worry! Everything will Υαναστενάζω VB [] sigh: Η Ντίνα ανα- turn out fine! Φ στέναξε με ανακούφιση. Dina sighed with relief. Χ ανηφόρι (το) N [] uphill road: Ανεβείτε το Ψανατολικός, ανατολική, ανατολικό ADJ ανηφόρι που οδηγεί στην κορυφή του λόφου Ω [, , ] eastern: Η και θα δείτε ένα εκκλησάκι. Go up the road that ανατολική πλευρά του νησιού έχει αμμώδεις leads to the top of the hill and you’ll see a cha- παραλίες. There are sandy beaches on the pel. eastern side of the island. ανηψιά / ανιψιά (η) Ν [ / ] niece:ανατομία (η) N [] anatomy: Η καλή γνώ- Πόσες ανηψιές έχεις; How many nieces do ση της ανατομίας είναι απαραίτητη στην ιατρι- you have? κή. A sound knowledge of anatomy is essential in medicine. ανηψιός / ανιψιός (ο) Ν [ / ] nephew: Ο αγαπημένος μου ανηψιός είναι οαναφέρω VB [] report, say: Η ανακοίνω- Νίκος. Nick is my favourite nephew. ση αναφέρει ότι η συναυλία αναβάλλεται λόγω των καιρικών συνθηκών. The announcement ανηψούλα / ανιψούλα (η) Ν (diminutive) says that the concert has been postponed due [] niece: Έχω δύο ανηψούλες. I have to weather conditions. two little nieces.αναχώρηση (η) N [] departure: Η ανθότυρο (το) N [] cream cheese: Η πίτα αναχώρηση θα καθυστερήσει λόγω τεχνικού αυτή γίνεται με ανθότυρο. This pie is made of προβλήματος στο αεροσκάφος. Departure will cream cheese. be delayed due to a technical problem in the aircraft. ανθρώπινος, ανθρώπινη, ανθρώπινο ADJ [, , ] human:ανεβάζω VB [] carry up, lift: Θα με βο- Οι φοιτητές της ιατρικής διδάσκονται την ανα- ηθήσεις να ανεβάσουμε αυτά τα βιβλία στην τομία του ανθρώπινου σώματος. Students of σοφίτα; Will you help me carry these books up medicine are taught the anatomy of the human to the attic? body.ανεβαίνω VB [] go up: Θέλεις να ανέ- ανθρωπολογία (η) Ν [] anthropol- βουμε αυτόν τον λόφο; Do you feel like going ogy: Η ανθρωπολογία είναι μια πολύ ενδιαφέ- up that hill? ρουσα επιστήμη. Anthropology is a very inter- esting science.άνεμος (o) N [] wind: Στην περιοχή πάντα φυσούν ισχυροί άνεμοι. Strong winds always άνθρωπος (ο) Ν [] man: Ο άνθρωπος blow in the area. δεν σέβεται την φύση όσο πρέπει. Man does not respect nature as much as he should.ανεξαρτησία (η) Ν [] independence: Δεν θέλω πια να ζητάω χρήματα από τους γονείς ανιψιά (η) ανηψιά μου. Θέλω να έχω οικονομική ανεξαρτησία. I don’t want to ask my parents for money any ανιψιός (ο) ανηψιός more. I want to be financially independent. ανιψούλα (η) ανηψούλα άνοδος (η) N [] rise, increase: Η άνοδος
ανοίγω 20 αξίαA των τιμών επηρεάζει τον πληθωρισμό. Price in- αντίθετα ADV [] on the contrary: Δενcreases affect inflation. μετάνιωσα για τίποτα. Αντίθετα, πιστεύω ότι έκανα το σωστό. I don’t regret anything. On theΒ ανοίγω VB [] 1. open: Άνοιξα το παράθυρο, contrary, I believe I did the right thing. γιατί κάνει ζέστη. I opened the window becauseit’s hot. 2. switch on: Μπορείς να ανοίξεις την αντίθετος, αντίθετη, αντίθετο ADJ [,Γ τηλεόραση, σε παρακαλώ; Could you switch the , ] opposite: Η αισιοδοξία TV on please? 3. set up: Μια νέα εταιρεία θα και η απαισιοδοξία είναι αντίθετες έννοιες. Opti- mism and pessimism have opposite meanings.Δ ανοίξει σε αυτό το κτήριο. A new company is to αντιμετωπίζω VB [] confront, be set up in this building.Ε άνοιξη (η) N [] spring: Την άνοιξη η face: Ό,τι και να συμβεί θα το αντιμετωπίσου- φύση ομορφαίνει. Nature becomes beautiful in με όλοι μαζί. No matter what happens, we will face it together.Ζ spring. αντίστοιχος, αντίστοιχη, αντίστοιχο ADJ ανοιξιάτικος, ανοιξιάτικη, ανοιξιάτικο ADJΗ [, , ] spring: [, , ] respec- Οι παπαρούνες είναι ανοιξιάτικα λουλούδια. tive, corresponding: Συμπλήρωσε τα κενά με το αντίστοιχο ρήμα. Fill in the gaps with thePoppies are spring flowers.Θ ανοιχτός, ανοιχτή, ανοιχτό ADJ [, , corresponding verb.] 1. open: Άκουγα τις φωνές τους από την αντίστροφα ADV [] count down, in-Ι ανοιχτή πόρτα. I could hear their voices through versely: Άρχισε να μετρά αντίστροφα μέχρι το the open door. 2. light, bright: Θα βάψω τον μηδέν. He started counting down to zero.Κ τοίχο σε ανοιχτό πράσινο χρώμα. I will paint the αντλώ VB [] draw: Η εταιρεία φέτος θαwall in a light green colour. αντλήσει χρηματοδότηση από το εξωτερικό. TheΛ αντάμωση (η) N [] reunion, meeting: company will draw foreign funding this year. Στην αντάμωση των συμμαθητών είδα όλους άντρας (ο) N [] 1. man: Οι γυναίκες είναιΜ τους παλιούς φίλους μου. I saw all of my old περισσότερες από τους άντρες. Women out- friends at the school reunion. EXP: Λοιπόν καλή number men. 2. husband: Ο άντρας μου είναιαντάμωση! Θα βρεθούμε πάλι σε δύο βδομά- δικηγόρος. My husband is a lawyer.Ν δες. So, I’ll be seeing you! We’ll meet again in two weeks. αντώνυμο (το) N [] antonym: Οι λέξεις “μέρα” και “νύχτα” είναι αντώνυμα. The words άντε EXCL [] come on, let’s: Άντε ξεκι- “day” and “night” are antonyms.Ξ νήστε επιτέλους! Come on, start, for goodness ανύπαντρος, ανύπαντρη, ανύπαντρο ADJ [, , ] single: sake! Η αδερφή μου είναι ανύπαντρη. My sister isΟ αντέχω VB [] stand, bear: Δεν αντέχωΠ πια την προσβλητική συμπεριφορά σου. I can’t single. stand your insulting behaviour any more. ανυπομονώ VB [] look forward to,Ρ αντηλιακός, αντηλιακή, αντηλιακό ADJ cannot wait, be impatient: Γράψε μου σύντο- [, , ] against μα. Ανυπομονώ να μάθω νέα σου. Write soon. the sun, sunblock: Μην κάνεις ηλιοθεραπεία, I am looking forward to hearing from you. άνω κάτω ADV [ ] a mess: Μετά το πάρτι,Σ χωρίς να βάλεις κάποια αντηλιακή κρέμα. Don’t sunbathe without putting on some sunblock. το δωμάτιο ήταν άνω κάτω! After the party, the room was a mess!Τ αντιβίωση (η) N [] antibiotic: Αν ο πυ-Υ ρετός επιμείνει, θα πρέπει να πάρεις αντιβίω- άνω τελεία (η) [ ] semi-colon: Στο τέλος ση. If the fever persists, you’ll have to take an μιας ημιπεριόδου βάζουμε άνω τελεία. We put a antibiotic. semi-colon at the end of a semi-period. αντιγράφω VB [] copy, cheat: Η δα- ανώτερος, ανώτερη, ανώτερο ADJ [, , ] superior, senior: Ο ανώτερόςΦ σκάλα μας κατάλαβε ότι είχαμε αντιγράψει. Our μου στην εταιρεία είναι ο υπεύθυνος του τμήμα- teacher realised that we had cheated. τος. My superior in the company is the headΧ αντιδράω / αντιδρώ VB [ / ]Ψ oppose: Οι εργαζόμενοι αντιδρούν έντονα στις of the department. EXP: -Πήρα το πτυχίο μου! περικοπές μισθού. The employees strongly op- -Μπράβο! Και σ’ ανώτερα! -I got my degree!Ω pose salary cuts. -Bravo! Congratulations! αντιδρώ αντιδράω αξία (η) N [] value: Αυτό είναι ένα διαμάντι
αξίζω 21 απλός αμύθητης αξίας. This is a diamond of fabulous είναι η κύρια απασχόλησή μου, αλλά δουλεύω A value. και κάποια βράδια ως σερβιτόρος. This is my Βαξίζω VB [] 1. cost: Αυτός ο πίνακας αξίζει main job but I also work as a waiter some nights. Γ 6.000 ευρώ. This painting costs 6.000 euros. 2. EXP: 1. Ζητείται υπάλληλος για μερική απα- Δ deserve: Σου αξίζει ένα μεγάλο δώρο για την σχόληση. Assistant wanted for part-time job. Ε επιτυχία σου. You deserve a great gift because 2. Ζητείται υπάλληλος για πλήρη απασχόληση. Ζ of your success. Assistant wanted for full-time job. Ηαπαγορεύω VB [] forbid: Η αστυνομία Θ απαγόρευσε την είσοδο στο κτήριο. The police απασχολώ VB [] bother: Σε βλέπω Ι have forbidden entrance to the building. προβληματισμένο. Τι σε απασχολεί; You seem Κ troubled. What’s bothering you? Λαπαισιόδοξος, απαισιόδοξη, απαισιόδοξο ADJ Μ [, , ] pes- απατάω / απατώ VB [ / ] cheat: Χώ- Ν simistic: Μην είσαι τόσο απαισιόδοξος για το ρισαν, γιατί ανακάλυψε ότι τον απατούσε. They Ξ μέλλον! Don’t be so pessimistic about the fu- broke up because he found out that she was Ο ture! cheating on him. Π Ραπαίσιος, απαίσια, απαίσιο ADJ [, απατώ απατάω Σ , ] awful: Η συμπεριφορά σου προς Τ τον αδερφό σου ήταν απαίσια. Your behaviour απειλώ VB [] threaten: Με απείλησε ότι θα Υ towards your brother was awful. με εκδικηθεί. He threatened to take revenge on Φ me. Χαπαιτώ VB [] demand: Ο νέος διευθυντής Ψ απαιτεί να κάνουμε υπερωρίες. The new man- απελπισμένος, απελπισμένη, απελπισμένο Ω ager demands that we work overtime. PART [, , ] desperate, in despair: Όταν επέστρεψε ήταναπαλός, απαλή, απαλό ADJ [, , απελπισμένη, γιατί δεν μπόρεσε να βρει το γα- ] soft, smooth: Με αυτή την κρέμα τα χέ- τάκι της. When she came back she was desper- ρια σου θα γίνουν πάλι απαλά. With this cream ate because she couldn’t find her cat. your hands will become smooth again. απέναντι ADV [] opposite: Βλέπεις εκείνο τοαπαλότερος, απαλότερη, απαλότερο ADJ ψηλό σπίτι απέναντι; Do you see that tall house [, , ] 1. softer: Αυτό opposite? || Υπάρχει μια τράπεζα απέναντι από το το απορρυπαντικό κάνει τα ρούχα απαλότερα. σπίτι μας. There is a bank opposite our house. This detergent makes clothes softer. 2. softest (when preceded by article): Έχεις το απαλό- απεργία (η) Ν [] strike: Αυτή η απεργία μάς τερο δέρμα του κόσμου. You have the softest κόστισε πολλά χρήματα. This strike has cost us a skin in the world. lot of money. EXP: Οι εργάτες απείλησαν ότι θα κάνουν απεργία. The workers threatened to goαπαντάω / απαντώ VB [ / ] on strike. answer: Ποιος μπορεί να απαντήσει σε αυτή την ερώτηση; Who can answer this question? απεργός (ο/η) Ν [] striker: Οι απεργοί ζη- τούν καλύτερες συνθήκες εργασίας και αύξηση τωναπάντηση (η) Ν [] answer: Η απάντη- αποδοχών τους. The strikers are asking for better ση στην ερώτησή σας είναι πολύ απλή. The an- working conditions and a pay rise. swer to your question is very simple. απεργώ VB [] be / go on strike: Οι εργαζόμε-απαντώ απαντάω νοι απεργούν ζητώντας αύξηση του μισθού τους.απάνω πάνω The employees are on strike for a rise in salary.απαραίτητος, απαραίτητη, απαραίτητο ADJ απεριόριστος, απεριόριστη, απεριόριστο ADJ [, , ] necessary, essen- [, , ] uncon- tial: Μην αγοράζεις πράγματα που δεν είναι απα- strained, unlimited: Ο μονάρχης έχει απεριόρι- ραίτητα. Don’t buy things that are not necessary. στη εξουσία. A monarch has unlimited power.απασχολημένος, απασχολημένη, απασχο- απέχω VB [] be far, be away: -Πόσο απέχει το λημένο PART [, , ξενοδοχείο; -Απέχει 2 χιλιόμετρα. -How far is the ] busy: Θα είσαι απασχολημέ- hotel from here? -It’s 2 kilometres away. νος αύριο το βράδυ; Are you busy tomorrow evening? απλά ADV [] simply: Θα σου το εξηγήσω όσο πιο απλά μπορώ. I’ll explain it to you as simplyαπασχόληση (η) Ν [] work, job: Αυτή as I can. απλός, απλή, απλό ADJ [, , ] 1. sim- ple: Μα γιατί δεν το καταλαβαίνεις; Είναι πολύ
από 22 αποφεύγωA απλό. Why don’t you understand it? It is very το παγωτό είναι πραγματική απόλαυση. This ice- simple. 2. one-way: Θέλετε απλό εισιτήριο ή με cream is pure delight.Β επιστροφή; Do you want a one-way or a return απόλυση (η) Ν [] dismissal: Ανακοινώθηκε ticket? 3. not registered: Θέλετε το γράμμα σας να η απόλυση πολλών στελεχών της εταιρείας. The είναι συστημένο ή απλό; Do you want your letter to dismissal of many company executives was an- be registered or not? 4. casual: Εγώ θα φορέσω nounced.Γ κάτι απλό στο πάρτι, ένα τζιν και ένα μπλουζάκι. I’ll wear something casual at the party, jeans and απολύω VB [] fire, dismiss: Ο διευθυντής απείλησε ότι θα απολύσει όποιον δεν συμμορφω-Δ a t-shirt. θεί με τους νέους κανονισμούς. The boss threat- από PREP [] 1. from: Μόλις επέστρεψα από το ened to fire anyone who wouldn’t go along with the new regulations.Ε Παρίσι. I have just returned from Paris. 2. since: Βρισκόμαστε στην Ελλάδα από τον Ιούνιο. We’ve απορρυπαντικό (το) N [] detergent, been in Greece since June. 3. of: Αυτό το τραπέ- washing-up liquid: Αν πας στο σούπερ μάρκετ, πάρε ένα απορρυπαντικό για τα πιάτα. If you goΖ ζι είναι από ξύλο. This table is made of wood. 4. to the super-market, buy a washing-up liquid for than: Η Τάνια είναι πιο όμορφη από την Ραφαέλα. the dishes.Η Tania is more beautiful than Rafaela. απορώ VB [] wonder: Απορώ γιατί δενΘ αποβάθρα (η) Ν [] pier: Το πλοίο φεύγει ήρθε ο Νίκος στο πάρτι. I wonder why Nick didn’t από την αποβάθρα 9. The ship departs from come to the party. pier 9. αποσκευή (η) Ν [] luggage, baggage: ΝαΙ απόγευμα (το) Ν [] or [] afternoon: πάρουμε ένα καροτσάκι για τις αποσκευές; Shall Θα είμαι στο σπίτι στις 5 το απόγευμα. I’ll be home we take a luggage trolley? αποστολέας (ο/η) N [] sender: ΥπάρχειΚ at 5 in the afternoon.Λ απόδειξη (η) Ν [] receipt: Πάντα ζητάω απόδειξη, όταν αγοράζω κάτι. I always ask for a ένας φάκελος για σένα, αλλά δεν γράφει πάνω τονreceipt when I buy something.Μ αποδοχές (οι) Ν [] salary: Οι ετήσιες απο- αποστολέα. There is an envelope for you but the δοχές της Όλγας είναι 20.000 ευρώ. Olga’s annual sender’s name is not on it. salary is 20.000 euros. αποτέλεσμα (το) Ν [] result: Τα απο- τελέσματα των εξετάσεων θα ανακοινωθούν σεΝ αποθήκη (η) Ν [] 1. storeroom: Κρατώ όλα μια βδομάδα. The results of the exams will be an- τα παλιά μου ρούχα στην αποθήκη. I keep all my nounced in a week.Ξ old clothes in the storeroom. 2. warehouse: Υπάρ-Ο χει ακόμα η παλιά αποθήκη στο λιμάνι; Is the old αποτελώ VB [] be, constitute: Η ψήφοςwarehouse in the port still there? αποτελεί δικαίωμα κάθε πολίτη. Voting constitutes the right of every citizen.Π αποκλείω VB [] exclude: Η ομολογία του απότομα ADV [] 1. abruptly: Η πόρτα έκλει- αποκλείει κάθε αμφιβολία. His confession ex- σε απότομα πίσω μας. The door closed abruptlyΡ cludes all doubt. EXP: 1. -Θα μου δανείσεις το behind us. 2. rudely, roughly: Της μίλησε πολύ αυτοκίνητό σου; -Αποκλείεται! -Will you lend meΣ your car? -No way! 2. Δεν αποκλείεται να πάρω απότομα και προσβλήθηκε. He spoke very rudely την δουλειά. It is possible that I take the job. to her and she was offended.Τ αποκορύφωμα (το) Ν [] peak: Έφτασε αποτυχία (η) Ν [] failure: Είχε πολλές απο- στο αποκορύφωμα της καριέρας του. He reached τυχίες στην δουλειά του και απογοητεύτηκε. He the peak of his career. had many failures in his job and was discouraged.Υ αποκτάω (αποχτάω) / αποκτώ VB [ απόφαση (η) Ν [] decision: Σκέφτομαι πολύ,/ ] have, acquire, obtain: Πάντα ήθελα μια πριν πάρω μια σημαντική απόφαση. I think a lot βίλα δίπλα στην θάλασσα, αλλά δεν θα μπορέσω before making an important decision.Φ ποτέ να την αποκτήσω. I ‘ve always wanted a villa αποφασίζω VB [] decide: Ζουν μαζί εδώ by the sea but I will never be able to have it. και 10 χρόνια και τελικά αποφάσισαν να παντρευ-Χ αποκτώ (αποχτώ) αποκτάω τούν! They’ve been living together for 10 years andΨ απολαμβάνω VB [] enjoy: Από την κο- they have finally decided to get married! ρυφή του λόφου μπορείτε να απολαύσετε την θέα. αποφεύγω VB [] avoid: Αποφεύγω να τονΩ From the top of the hill you can enjoy the view. απόλαυση (η) Ν [] pleasure, delight: Αυτό συναντήσω, γιατί δεν θέλω να του μιλήσω. I avoid meeting him, because I don’t want to talk to him.
αποφοιτώ 23 αρχαιολογίααποφοιτώ VB [] graduate: Έχω αποφοιτή- αριθμός (ο) Ν [] 1. number: Το επτά είναι A σει από το Πανεπιστήμιο της Αθήνας. I have grad- ο τυχερός μου αριθμός. Seven is my lucky num- Β uated from the University of Athens. ber. 2. phone number: Ο αριθμός μου είναι: Γ 2107938932. My (phone) number is 2107938932. Δαποχαιρετισμός (ο) N [] farewell: Η Ε σκηνή του αποχαιρετισμού ήταν συγκινητική. The αριστερά ADV [] left: Στο τέλος του δρόμου Ζ farewell scene was touching. στρίψε αριστερά. At the end of the road turn left. Η || Ο καναπές είναι αριστερά από την πολυθρόνα. Θαποχέτευση (η) Ν [] sewerage: Ο δήμαρ- The sofa is on the left of the armchair. Ι χος υποσχέθηκε την κατασκευή νέου δικτύου απο- Κ χέτευσης. The mayor promised the construction αριστερός, αριστερή, αριστερό ADJ [, Λ of a new sewerage system. , ] left: Ο αριστερός διακόπτης Μ είναι για τα φώτα. The left switch is for the lights. Ναποχτάω αποκτάω Ξ αρκετά ADV [] quite, enough: Το σπίτι μου Οαποχτώ αποκτώ είναι αρκετά μακριά από εδώ. My house is quite Παποχωρώ VB [] leave, walk out: Ο καθηγη- far from here. || Είναι αρκετά ψηλός. He is quite Ρ tall. Σ τής αποχώρησε από την αίθουσα εκνευρισμένος. Τ The teacher walked out of the room irritated. αρκετός, αρκετή, αρκετό ADJ [, , Υαπόψε ADV [] tonight: -Τι κάνεις απόψε; - ] many, enough: Έχω πάει στην Αγγλία Φ Θα πάω σινεμά με τους φίλους μου. -What are you αρκετές φορές. I’ve been to England many Χ doing tonight? -I’m going to the cinema with my times. Ψ friends. Ωάποψη (η) Ν [] opinion, view: Θα ήθελα να αρκώ VB [] be enough: Αρκεί ένα κιλό μήλα ακούσω και την δική σου άποψη. I’d like to hear για να φτιάξουμε μηλόπιτα. A kilo of apples is your opinion too. enough to make an apple pie.Απρίλης / Απρίλιος (o) N [ / ] April: Ο Απρίλης είναι ο τέταρτος μήνας του χρόνου. April αρμονικός, αρμονική, αρμονικό ADJ [, is the fourth month of the year. , ] harmonious: Η σχέση τους ήταν αρμονική μόνο τους πρώτους μήνες του γά-Απρίλιος (ο) Απρίλης μου τους. Their relationship was harmonious onlyάρα CONJ [] then, therefore, so: Είναι άρρω- for the first months of their marriage. στος, άρα δεν θα έρθει στην δουλειά σήμερα. He’s αρνούμαι VB [] deny, refuse: Ο Στέλιος sick, so he’s not coming to work today. αρνήθηκε να βοηθήσει. Stelios refused to help.αραδιάζω VB [] enumerate, say one after άρπα (η) Ν [] harp: Η άρπα είναι ένα μουσικό another: Μου αράδιασε δέκα ονόματα και τώρα όργανο. The harp is a musical instrument. δεν θυμάμαι κανένα. He said ten names one after another and now I don’t remember any of them. αρραβωνιασμένος, αρραβωνιασμένη, αρραβω- νιασμένο PART [, ,αργά ADV [] 1. late: Χτες το βράδυ γύρισα αργά ] engaged: Ο Πέτρος είναι αρρα- στο σπίτι. I came home late last night. 2. slowly: Οι βωνιασμένος με την Ελένη. Peter is engaged to νέοι οδηγοί πρέπει να οδηγούν αργά. New drivers Helen. should drive slowly. αρρωσταίνω VB [] fall ill: Περπάτησααργός, αργή, αργό ADJ [ , , ] slow: Αυτός στην βροχή για δύο ώρες και αρρώστησα. I ο μουσικός ρυθμός είναι πολύ αργός. This rhythm is walked in the rain for two hours and I got ill. very slow. αρρώστια (η) Ν [] illness: Ευτυχώς η αρ-αργότερα ADV [ ] later: Δεν μπορώ να σου μι- ρώστια του δεν κράτησε πολύ. Fortunately his λήσω αυτή την στιγμή. Θα σου τηλεφωνήσω αργότε- illness didn’t last long. ρα. I can’t talk to you right now. I’ll call you later. άρρωστος, άρρωστη, άρρωστο ADJ [,αργώ VB [] be late: Η Μαρία δεν αργεί ποτέ στα , ] ill, sick: Πόσο καιρό είσαι άρρω- ραντεβού. Maria is never late for a date. στος; How long have you been ill?αρέσω VB [] like: Σου αρέσει το παγωτό; Do αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό ADJ [, you like ice-cream? , ] archaic: Ορισμένοι αρχαϊκοί τύποι σώζονται στην γλώσσα μας μέχρι σήμερα.άρθρο (το) Ν [] article: Η εφημερίδα είχε χτες Some archaic forms are in use in our language ένα ενδιαφέρον άρθρο για το εκπαιδευτικό σύστη- today. μα. There was an interesting article on the educa- tional system in yesterday’s newspaper. αρχαιολογία (η) Ν [] archaeology: Θέλω
αρχαιολογικός 24 αστυνομικόςA να σπουδάσω αρχαιολογία. I want to study ar- ασθενοφόρο (το) Ν [] ambulance: Το chaeology. ασθενοφόρο έφτασε σε δέκα λεπτά και μετέφερε τον τραυματία στο νοσοκομείο. The ambulanceΒ αρχαιολογικός, αρχαιολογική, αρχαιολογικό arrived in ten minutes and took the injured per- ADJ [, , ] ar-Γ chaeological: Τα ευρήματα εκτίθενται στο αρχαι- son to the hospital. ολογικό μουσείο. The finds are exhibited in the άσκηση (η) Ν [] 1. exercise: Διαβάστε προσε- archaeological museum. κτικά την σελίδα 22 και λύστε τις ασκήσεις 1 και 2.Δ αρχαιολόγος (ο/η) Ν [] archaeologist: Study carefully page 22 and then solve exercises Ο αρχαιολόγος επιβλέπει τις ανασκαφές. An ar- 1 and 2. 2. exercise: Αυτή η άσκηση βοηθά στην ενδυνάμωση των μυών. This exercise helps toΕ chaeologist is in charge of the excavations. strengthen the muscles. αρχαίος, αρχαία, αρχαίο ADJ [, ,Ζ ] ancient: Η Αθήνα είναι γνωστή για τα αρ- ασκώ VB [] exercise: Κολυμπάω καθημερινά χαία μνημεία της. Athens is renowned for its an- για να ασκώ το σώμα μου. I swim daily to exer- cise my body.Η cient monuments. ασορτί ADV [] to match: Φορούσε μια ριγέ αρχαϊσμός (o) N [] archaism: Τα ποιή- φούστα και ένα πουκάμισο ασορτί. She wasΘ ματά του έχουν πολλούς αρχαϊσμούς. There are wearing a striped skirt and a matching shirt. a lot of archaisms in his poems. ασπιρίνη (η) Ν [] aspirin: Αν έχεις πονοκέ-Ι αρχάριος, αρχάρια, αρχάριο ADJ [, φαλο, πάρε μια ασπιρίνη. Take an aspirin if you , ] beginner: Η “Φιλογλωσσία” εί- have a headache.Κ ναι μια σειρά μαθημάτων Ελληνικών για αρχάρι- άσπρο (το) Ν [] white: Το άσπρο είναι το ους. “Filoglossia” is a series of Greek lessons for αγαπημένο μου χρώμα. White is my favouritebeginners.Λ αρχή (η) Ν [] beginning, start: H αρχή της ται- colour.νίας ήταν καλή, αλλά μετά ήταν πολύ βαρετή. The άσπρος, άσπρη, άσπρο ADJ [, ,Μ beginning of the film was good, but it was very ] white: Το γάλα είναι άσπρο. Milk is white. dull after that. αστείος, αστεία, αστείο ADJ [, , ]Ν αρχίζω VB [] start, begin: Τι ώρα αρχίζει η funny: Είσαι πολύ αστείος με την στολή του κλό- ταινία; What time does the film start? ουν. You look very funny in a clown’s costume.Ξ αρχικά ADV [] initially: Αρχικά ήθελα να αστέρας (ο) N [] star: Ο Τζέιμς Ντιν υπήρξεγίνω γιατρός, αλλά μετά άλλαξα γνώμη. Initially μεγάλος αστέρας του κινηματογράφου. James Dean was a great movie star.Ο I wanted to be a doctor, but then I changed my αστέρι / άστρο (το) N [ / ] star: Σου αρέ- mind.Π αρχιτέκτονας (ο/η) Ν [] architect: Ο σει να κοιτάζεις τα αστέρια το βράδυ; Do you like αρχιτέκτονας μάς έδειξε τα σχέδια του καινούρ- looking at the stars at night?Ρ γιου μας σπιτιού. The architect showed us the αστράφτω VB [] 1. flash, sparkle, shine:designs of our new house. Τα μάτια του άστραψαν από θυμό. His eyesΣ αρχιτεκτονική (η) Ν [] architecture: flashed with anger. 2. flash (for a lightning): Η αρχιτεκτονική αυτού του κτηρίου έχει επιρ- Όταν αστράφτει, ακολουθεί πάντα βροντή. When lightning flashes, thunder always follows.ροές από τον νεοκλασικισμό. The architecture ofΤ this building is influenced by neoclassicism. άστρο (το) αστέριΥ άρωμα (το) Ν [] perfume, smell: Τι άρωμα αστυνομία (η) Ν [] police: Ακούσαμε έβαλες; Μυρίζει πολύ ωραία. What perfume did έναν πυροβολισμό και καλέσαμε την αστυνομία. you put on? It smells very nice. We heard a gunshot and called the police.Φ ασανσέρ (το) Ν [] elevator, lift: Το ασαν- αστυνομικός (ο/η) Ν [] policeman /σέρ είναι χαλασμένο και ανέβηκα στον έκτο όρο- policewoman: Οι αστυνομικοί συνέλαβαν τουςΧ φο με τα πόδια. The elevator is out of order and I went up to the sixth floor on foot. κλέφτες. The policemen arrested the thieves. αστυνομικός, αστυνομική, αστυνομικό ADJΨ ασήμαντος, ασήμαντη, ασήμαντο ADJ [, , ] police: [, , ] unimpor- Μεγάλη αστυνομική δύναμη περικύκλωσε τοΩ tant, trivial, meaningless: Αυτή είναι μια ασή- κρησφύγετο των απαγωγέων. A large police force μαντη λεπτομέρεια. This is a trivial detail. surrounded the kidnappers’ shelter.
ασύρματος 25 αυτίασύρματος, ασύρματη, ασύρματο ADJ είπε ο γιατρός. “The weakness you’re feeling is A [, , ] wireless: Αγο- due to the influenza”, the doctor said to me. Β ράσαμε ένα ασύρματο τηλέφωνο. We bought a Γ wireless phone. Αττική (η) Ν [] Attica: Η Αθήνα βρίσκεται στον Δ νομό Αττικής. Athens is in the prefecture of At- Εασφαλής, ασφαλής, ασφαλές ADJ [, tica. Ζ , ] secure, safe: Για να προστατεύ- Η σουν τον μάρτυρα, τον μετέφεραν σε ένα ασφα- αττικός, αττική, αττικό ADJ [, , ] Θ λές μέρος. To protect the witness, they moved Attic, from Attica: Τα έργα του Πλάτωνα είναι Ι him to a safe place. γραμμένα στην αττική διάλεκτο της αρχαίας ελ- Κ ληνικής γλώσσας. Plato’s works are written in Λασφαλώς ADV [] of course, certainly, ab- the Attic dialect of the ancient Greek language. Μ solutely: -Θα μου έχεις απαντήσει μέχρι το τέ- Ν λος της εβδομάδας; -Ασφαλώς! -Will you have ατύχημα (το) Ν [] accident: Ευτυχώς, το Ξ given me an answer by the end of the week? ατύχημα δεν ήταν σοβαρό και κανείς δεν τραυ- Ο -Of course! ματίστηκε. Fortunately, the accident was not se- Π rious and nobody got hurt. Ράσχημα ADV [] bad: Αισθάνομαι άσχη- Σ μα που του είπα ψέματα. I feel bad that I lied αυγή (η) Ν [] dawn: Θα ξεκινήσουμε την αυγή. Τ to him. We’ll set off at dawn. Υ Φάσχημος, άσχημη, άσχημο ADJ [, αυγό (το) αβγό Χ , ] 1. ugly: Το κτήριο του σχολείου Αύγουστος (ο) Ν [] August: Ο Αύγου- Ψ ήταν παλιό και άσχημο. The school building was Ω old and ugly. 2. bad: -Σου αρέσει το καινούργιο στος είναι ο όγδοος μήνας του χρόνου. August μου καπέλο; -Δεν είναι άσχημο. -Do you like my is the eighth month of the year. new hat? -It’s not bad. αυθεντικός, αυθεντική, αυθεντικό ADJασχημούλης, ασχημούλα, ασχημούλικο ADJ [, , ] authen- (diminutive) [, , ] tic, genuine: Οι αυθεντικοί πίνακες του Πικάσ- ugly: Είναι ασχημούλης αλλά πολύ έξυπνος. σο είναι ανεκτίμητης αξίας. Authentic Picasso He is a bit ugly but very intelligent. paintings are priceless.ασχολούμαι VB [] 1. be involved in: Ο αυλή (η) Ν [] yard: Τα παιδιά έπαιζαν στην Γιώργος ασχολείται επαγγελματικά με το πο- αυλή του σχολείου. The children were playing δόσφαιρο. Giorgos is involved in professional in the schoolyard. football. 2. be concerned with, deal with: Θα ασχοληθούμε με το θέμα αυτό αργότερα. We’ll αύξηση (η) Ν [] pay rise: Η Νάντια πήρε deal with this issue later. 5% αύξηση. Nadia got a 5% pay rise.ατέλειωτος, ατέλειωτη, ατέλειωτο ADJ [, αύριο ADV [] tomorrow: Aύριο θα βρέξει. It , ] endless: Πότε θα φτάσουμε; will rain tomorrow. Μου φαίνεται ατέλειωτο αυτό το ταξίδι! When are we arriving? This trip seems endless! αυστηρός, αυστηρή, αυστηρό ADJ [, , ] strict, severe, austere: Ο δά-ατμόσφαιρα (η) N [] atmosphere: Η σκαλός μας είναι πολύ αυστηρός. Our teacher μόλυνση της ατμόσφαιρας απειλεί την υγεία is very strict. μας. The pollution of the atmosphere is threat- ening our health. Αυστραλία (η) Ν [] Australia: Ο θείος μου μένει στην Αυστραλία εδώ και δέκα χρό-ατμοσφαιρικός, ατμοσφαιρική, ατμοσφαιρικό νια. My uncle has been living in Australia for ten ADJ [, , ] years now. atmospheric: Αυτό το μουσικό κομμάτι είναι πολύ ωραίο και ατμοσφαιρικό. This piece of Αυστρία (η) Ν [] Austria: Για τον μήνα του music is really nice and atmospheric. μέλιτος θα πάμε στην Αυστρία. We will go to Austria for our honeymoon.άτομο (το) N [] person: Γνώρισα ένα πε- ρίεργο άτομο σήμερα. I met a strange person Αυστριακή (η) Ν [] Austrian: Η καθη- today. EXP: Πληρώσαμε 20 ευρώ το άτομο. We γήτρια του πιάνου είναι Αυστριακή. My piano paid 20 euros per person. teacher is Austrian.ατονία (η) Ν [] debility, weakness: “Η ατο- Αυστριακός (o) Ν [] Austrian: Ο καθη- νία που αισθάνεσαι είναι λόγω της γρίπης”, μου γητής του πιάνου είναι Αυστριακός. My piano teacher is Austrian. αυτί / αφτί (το) Ν [ / ] ear: Ο σκύλος μου είναι μαύρος με άσπρα αυτιά. My dog is black
αυτοκινητάκι 26 αχλάδιA with white ears. the cover from the package. 2. subtract: Αν αυτοκινητάκι (το) N (diminutive) [] αφαιρέσεις το τρία από το δέκα, θα πάρεις επτά. If you subtract three from ten, you get seven.Β car, toy-car: Πήρα δώρο ένα αυτοκινητάκι αφήνω VB [] leave: Άφησα τα γυαλιά μου στον μικρό μου αδερφό. I bought a toy-car as a present for my little brother. στο σπίτι. I left my glasses at home.Γ αυτοκίνητο (το) N [] car: Το αυτοκίνητό άφιξη (η) N [] arrival: Άφιξη πτήσης 767 μου είναι στο γκαράζ. My car is in the garage. από Λονδίνο. Arrival flight 767 from London.Δ αυτόματος, αυτόματη, αυτόματο ADJ [, αφίσα (η) N [] poster, bill: Τεράστιες αφίσες , ] automatic: Η πόρτα του διαφημίζουν την συναυλία. Huge posters are ad-Ε ασανσέρ είναι αυτόματη. The lift door is auto- matic. vertising the concert. αφού CONJ [] since: Αφού δεν δουλεύεις σή-Ζ αυτόνομος, αυτόνομη, αυτόνομο ADJ μερα, μπορείς να πας στην τράπεζα να πληρώ- [, , ] autonomous, σεις αυτούς τους λογαριασμούς; Since you are independent: Από μικρός ήθελε να είναι αυτό- not working today, can you go to the bank to payΗ νομος. He wanted to be independent ever since these bills? he was young. Αφρική (η) N [] Africa: Στην Αφρική υπάρ-Θ αυτοπεποίθηση (η) Ν [] self-confi- χουν πολλά άγρια ζώα. There are a lot of wild dence: Αν έχεις αυτοπεποίθηση στην συνέ- animals in Africa. ντευξη, θα την πάρεις την δουλειά. If you haveΙ self-confidence at the interview, you’ll get the αφρόλουτρο (το) N [] bubble bath: Δεν έχουμε αφρόλουτρο. Χρησιμοποίησε το σαπού-Κ job. νι. There’s no bubble bath. Use the soap. αυτός, αυτή, αυτό (1) PRON (personal) [,Λ , ] he, she, it: Τον χαιρέτησα, αλλά αυ- αφτί (το) αυτί τός δεν μου μίλησε. I said hello, but he didn’t αχ! EXCL [] oh: Αχ! Είναι τόσο όμορφα εδώ!Μ speak to me. Oh! It’s so nice here! αυτός, αυτή, αυτό (2) PRON (demonstrative) αχλάδι (το) N [ ] pear: Τα αχλάδια είναιΝ [, , ] this: Αυτός είναι ο δάσκαλός φρούτα του φθινοπώρου. Pears are an autumn μας. This is our teacher. fruit.Ξ αφαιρώ VB [] 1. remove, take away: Αφαι- ρέστε το κάλυμμα από την συσκευασία. RemoveΟΠΡΣΤΥΦΧΨΩ
Β, β 27 βγάζω Α Β Β, β Γ ΔΒ, β (βήτα) []: the second letter of the Greek βαρετός, βαρετή, βαρετό ADJ [, , Εalphabet ] boring: Δεν πέρασα καλά. Το πάρτι ήταν Ζ πολύ βαρετό. I didn’t have a nice time. The par- Ηβαγόνι (το) Ν [] wagon, carriage: Η θέση ty was very boring. Θ σας είναι στο δεύτερο βαγόνι του τρένου. Your Ι seat is in the second carriage of the train. βαριέμαι VB [] be bored: Θα πλύνω τα Κ πιάτα αργότερα. Τώρα βαριέμαι. I will wash the Λβάζο (το) Ν [] vase: Έβαλα τα τριαντάφυλλα dishes later. I am bored now. Μ στο βάζο. I put the roses in the vase. Ν βάρκα (η) Ν [] boat: Ο ψαράς έβγαλε τα ψά- Ξβάζω VB [] 1. put: Γιατί δεν βάζεις λίγο αλά- ρια από την βάρκα. The fisherman took the fish Ο τι ακόμα στο φαγητό; Why don’t you put some out of the boat. Π more salt in the food? 2. have/make somebody Ρ do something: Αν δεν μπορείς εσύ, βάλε την βαρκάκι (το) N (diminutive) [] boat: Το Σ Μαρία να του τηλεφωνήσει. If you can’t do it, βαρκάκι έπλεε στο νερό. The little boat was sail- Τ have Maria call him. 3. wear, put on: Σκέφτο- ing on the water. Υ μαι να βάλω το κόκκινο φόρεμα στο πάρτι. I am Φ thinking of wearing the red dress to the party. βαρκούλα (η) N (diminutive) [] boat: Η Χ βαρκούλα έπλεε στο νερό. The little boat was Ψβαθμός (ο) Ν [] degree: Αύριο η θερμο- sailing on the water. Ω κρασία θα πέσει 5 βαθμούς. The temperature will drop 5 degrees tomorrow. βάρος (το) Ν [] weight: Κάνω δίαιτα, για να χάσω βάρος. I am on a diet to lose someβάθος (το) Ν [] 1. depth: Πόσο βάθος έχει weight. αυτή η λίμνη; What’s the depth of this lake? 2. (far) end: Το γραφείο του Πέτρου είναι στο βά- βαρύς, βαριά, βαρύ ADJ [ , , ] heavy: θος του διαδρόμου. Peter’s office is at the end Θα με βοηθήσεις να μετακινήσω τον καναπέ; Είναι of the corridor. 3. background: Στο βάθος της πολύ βαρύς και δεν θα τα καταφέρω μόνη μου. Will φωτογραφίας φαίνεται το παλιό μας σπίτι. Υou you help move the sofa? It’s very heavy and I won’t can see our old house in the background of the manage on my own. photograph. βαρώ βαράωβαθύς, βαθιά, βαθύ ADJ [, , ] deep: Το πηγάδι στον κήπο μου είναι πολύ βαστάω / βαστώ VB [ / ] hold: Όταν βαθύ. The well in my garden is very deep. ήρθε, βαστούσε στα χέρια του μια μαύρη τσά- ντα. When he came, he was holding a black bagβαλίτσα (η) Ν [] suitcase: Χάσαμε τις βαλί- in his hands. τσες μας στο αεροδρόμιο. We lost our suitcases at the airport. EXP: Πρέπει να φτιάξω την βα- βαστώ βαστάω λίτσα μου για το ταξίδι. I have to pack for the trip. βαφή (η) N [] dye: Η Ελένη χρησιμοποίησε μπλε βαφή για τα μαλλιά της! Helen used blueβαμβάκι (το) Ν [] 1. cotton: Αυτό το dye for her hair! μπλουζάκι είναι από βαμβάκι. This t-shirt is made of cotton. 2. cotton-plant: Το χαλάζι κα- βάφω VB [] 1. paint: Θέλω να βάψω το τέστρεψε τα βαμβάκια. The hail destroyed the δωμάτιό μου πράσινο. I want to paint my room cotton-plants. green. 2. dye: Tι χρώμα θα βάψεις τα μαλλιά σου; What colour are you going to dye yourβαράω / βαρώ VB [ / ] beat: Σταμάτα να hair? 3. make up: Πάντα βάφομαι το πρωί για βαράς τα ντραμς. Κάνεις θόρυβο. Stop beating να πάω στην δουλειά. I always make up in the the drums. You are making a noise. morning to go to work.βάρβαρος, βάρβαρη, βάρβαρο ADJ [, βγάζω VB [] 1. take off: Θυμάσαι πού έβαλα , ] barbaric: Είναι βάρβαρο να το δαχτυλίδι μου, όταν το έβγαλα; Do you re- σκοτώνουμε ζώα για την γούνα τους. It’s bar- member where I put my ring when I took it off? baric to kill animals for their fur. 2. take out: Έβγαλε το δώρο από το κουτί και του το έδωσε. She took the present out of the box and gave it to him. 3. issue: Έχασα το δια-
βγαίνω 28 βιολίA βατήριό μου και πρέπει να πάω στην πρεσβεία, τερέψει τον βήχα σου. Smoking will make your για να βγάλω καινούριο. I lost my passport and cough worse.Β I have to go to the embassy to have a new one βήχω VB [] cough: Βήχω λίγο, αλλά δεν έχω issued. EXP: Θα βγάλουμε συνάλλαγμα στο πυρετό τώρα. I cough a little but I have no feverαεροδρόμιο. We’ll get foreign exchange at theΓ airport. now. βγαίνω VB [] 1. go out: Απόψε θα βγούμεΔ για να γιορτάσουμε την επέτειο του γάμου μας. βιβλιαράκι (το) Ν (diminutive) [] book: We’re going out tonight to celebrate our wed- Είναι ένα βιβλιαράκι είκοσι σελίδων. Μπορείς να το διαβάσεις σε μια ώρα. It’s a book of twenty ding anniversary. 2. be produced: Το ελαιόλα- pages. You can read it in an hour.Ε δο βγαίνει από ελιές. Olive oil is produced from βιβλιάριο (το) Ν [] 1. health booklet: Μα olives. πήγες στον γιατρό χωρίς το βιβλιάριό σου; How could you go to the doctor without your healthΖ βδομάδα / εβδομάδα (η) Ν [ / ] booklet? 2. bank booklet: Όλες οι κινήσεις τουΗ week: Η βδομάδα έχει επτά ημέρες. There are λογαριασμού σας εμφανίζονται στο βιβλιάριο. seven days in a week. All transactions for your account appear in yourΘ βέβαια ADV [] of course, sure, indeed, bank booklet. naturally: -Είσαι σίγουρος; -Βέβαια. -Are you βιβλίο (το) Ν [] book: Επέστρεψα το βιβλίοpositive? -Of course. στην βιβλιοθήκη. I returned the book to the li-Ι βεβαίως ADV [] of course, sure, indeed, brary. naturally: -Θα έρθεις μαζί μας στην εκδρομή; - βιβλιοθήκη (η) Ν [] 1. bookcase: ΈχωΚ Βεβαίως. -Are you coming with us on our excur- sion? -Of course. πολλά βιβλία στην βιβλιοθήκη μου. I’ve got a lot of books in my bookcase. 2. library: Επέστρεψα τα βιβλία στην βιβλιοθήκη. I returned the booksΛ Βελγίδα (η) Ν [] Belgian: Μία πολύ καλή to the library. μου φίλη είναι Βελγίδα. A very good friend ofΜ mine is Belgian. Βέλγιο (το) Ν [] Belgium: Το συνέδριο θα δι- Βιέννη (η) Ν [] Vienna: Η Βιέννη είναι η πρωτεύουσα της Αυστρίας. Vienna is the capitalΝ εξαχθεί στο Βέλγιο. The conference will be held of Austria. in Belgium. βίλα (η) Ν [] villa: Έχει μια υπέροχη βίλα με πισίνα. He has a wonderful villa with a swim-Ξ Βέλγος (ο) N [] Belgian: Ένας πολύ καλός ming pool. μου φίλος είναι Βέλγος. A very good friend ofΟ mine is Belgian. βιογραφία (η) Ν [] biography: Η βιο- βελτίωση (η) Ν [] improvement: Η βελτί- γραφία του Μότσαρτ έχει πολύ ενδιαφέρον. Mozart’s biography is very interesting.Π ωση της υγείας του ασθενούς είναι αξιοσημείω- βιογραφικό (το) Ν [] curriculum vi- τη. The improvement in the patient’s condition isΡ remarkable. tae: Στο βιογραφικό πρέπει να γράψεις για τις βενζινάδικο (το) Ν [] petrol station: σπουδές σου και την προϋπηρεσία σου. In your Υπάρχει κανένα βενζινάδικο εδώ κοντά; Έμει- curriculum vitae you have to write about yourΣ να από βενζίνη. Is there a petrol station around studies and your previous experience. here? I’ve run out of petrol. βιογραφικός, βιογραφική, βιογραφικόΤ βενζίνη (η) Ν [] petrol: Μου τελείωσε η ADJ [, , ] βενζίνη. I’ve run out of petrol. biographic(al): Σε μια βιογραφική εγκυκλο- παίδεια μπορείς να μάθεις για τις ζωές γνωστών βεράντα (η) Ν [] veranda: Μου αρέσει προσωπικοτήτων. In a biographical encyclo- paedia you can find out about the lives of fa-Υ να κάθομαι στην βεράντα τα απογεύματα. I like mous people. EXP: Στο βιογραφικό σημείωμα sitting on the veranda in the afternoons. πρέπει να γράψεις για τις σπουδές σου και τηνΦ βερίκοκο (το) Ν [] apricot: Τα βερίκοκαΧ είναι φρούτα του καλοκαιριού. Apricots are a summer fruit. προϋπηρεσία σου. In your curriculum vitae you have to write about your studies and your Βερολίνο (το) Ν [] Berlin: Αυτό το καλο- previous experience.Ψ καίρι θα πάω στο Βερολίνο για διακοπές. This βιολί (το) Ν [] violin: Παίζει δύο μουσικά όρ- summer I’m going on holiday to Berlin. γανα: πιάνο και βιολί. He plays two musical in-Ω βήχας (ο) Ν [] cough: Το κάπνισμα θα χειρο- struments: the piano and the violin.
βιολογία 29 βράζωβιολογία (η) Ν [] biology: Η βιολογία north wind: Το βοριαδάκι θα συνεχιστεί και τις Α είναι το αγαπημένο μου μάθημα. Biology is my επόμενες μέρες. The light north wind will con- Β favourite lesson. tinue for the next few days. Γ Δβιολογικός, βιολογική, βιολογικό ADJ βοριάς (ο) Ν [] north wind: Όταν φυσάει Ε [, , ] biological: Η βοριάς, η θερμοκρασία πέφτει. When there is a Ζ πέψη είναι μια βιολογική διαδικασία. Digestion north wind, the temperature drops. Η is a biological process. Θ βότανο (το) Ν [] herb: Παίρνω μόνο φάρ- Ιβιολόγος (ο/η) N [] biologist: -Τι δουλειά μακα που παρασκευάζονται από βότανα. I take Κ κάνει η αδερφή σου; -Είναι βιολόγος. -What does only medicine made of herbs. Λ your sister do for a living? -She’s a biologist. Μ βότσαλο (το) Ν [] pebble: Οι περισσότερες Νβιταμίνη (η) Ν [] vitamin: Τα φρούτα παραλίες του νησιού έχουν άσπρα βότσαλα. Ξ έχουν πολλές βιταμίνες. Fruit has many vita- Most of the beaches on the island are covered Ο mins. in white pebbles. Π Ρβιτρίνα (η) Ν [] shop-window: Είδα ένα Βουλή (η) Ν [] Parliament: Η Βουλή είναι Σ ωραίο πουκάμισο σε μια βιτρίνα σήμερα. I saw στην πλατεία Συντάγματος. The Parliament is at Τ a nice shirt in a shop-window today. Syntagma Square. Υ Φβλάβη (η) N [] damage, breakdown, failure: βουνό (το) N [] mountain: Πολλοί άνθρωποι Χ Η βλάβη στο σύστημα αποκαταστάθηκε σε μισή προτιμούν να περνούν τις διακοπές τους στο Ψ ώρα. The breakdown in the system was fixed βουνό. Many people prefer spending their holi- Ω in half an hour. EXP: Το μηχάνημα έχει βλάβη. days in the mountains. The machine is out of order. βουρτσίζω VB [] brush: Πρέπει να βουρ-βλέπω VB [] 1. see: Δεν βλέπω καλά. Χρει- τσίζεις τα δόντια σου κάθε βράδυ. You must άζομαι γυαλιά. I can’t see well. I need glasses. brush your teeth every night. 2. meet: Είδα τον Πέτρο χτες. I met Peter yes- terday. || Με τον Πέτρο βλεπόμαστε κάθε μέρα. βουτάω / βουτώ VB [ / ] dive: Έβαλα το Peter and I meet every day. 3. watch: -Θα έρ- μαγιό μου και βούτηξα στην θάλασσα. I put on θεις μαζί μας απόψε; -Όχι, θέλω να δω τον αγώ- my swimming suit and dived into the sea. να. -Are you coming with us tonight? -No, I want to watch the game. βουτιά (η) N [] dive: Η βουτιά από τέτοιο ύψος ήταν επικίνδυνη. Diving from that heightβλεφαρίδα (η) N [] eyelash: Η Μαρία έχει was dangerous. EXP: Έκανε μια βουτιά στην μακριές βλεφαρίδες. Maria has long eyelashes. πισίνα. He dived into the pool.βοηθάω / βοηθώ VB [ / ] help: Ο βούτυρο (το) N [] butter: Τηγανίστε τα αυγά αδερφός μου με βοήθησε να λύσω τις ασκήσεις σε λίγο βούτυρο. Fry the eggs in a little butter. των μαθηματικών. My brother helped me do the maths exercises. βουτώ βουτάωβοήθεια (η) Ν [] or [] help: Δεν θα βραδάκι (το) N (diminutive) [] evening, τα είχα καταφέρει χωρίς την βοήθειά σου. I night: Θέλετε να πάμε σινεμά το βραδάκι; Would wouldn’t have managed without your help. you like to go to the cinema this evening?βοηθώ βοηθάω βραδιά (η) N [] evening: Λατρεύω τις καλο-Βόλος (o) N [] Volos: Ο Βόλος απέχει από την καιρινές βραδιές. I love summer evenings. Αθήνα περίπου 3 ώρες με το αυτοκίνητο. Volos is βραδιάζω VB [] get dark: Μόλις βράδι- almost a three-hour drive away from Athens. ασε, ανάψαμε τα κεριά. As soon as it got dark, we lit the candles.βόλτα (η) Ν [] walk, stroll: Πάμε μια βόλτα στην παραλία; Shall we go for a walk along the βραδινός, βραδινή, βραδινό ADJ [, beach? EXP: Χτες έκανα βόλτα στην παραλία. I , ] evening: Θα ήθελα δύο εισι- went for a walk along the beach yesterday. τήρια για την βραδινή πτήση. I’d like two tickets for the evening flight.βόρειος, βόρεια, βόρειο ADJ [, , ] north: Στην βόρεια πλευρά του νησιού υπάρχουν βράδυ (το) N [] evening, night: Μου αρέσει θαυμάσιες παραλίες. There are wonderful beach- να κοιτάζω τα αστέρια το βράδυ. I like looking at es on the north side of the island. the stars at night.βοριαδάκι (το) N (diminutive) [] light βράζω VB [] boil: Όταν αρχίσει να βράζει το νερό, ρίξε λίγο λάδι. When the water starts boiling, pour in some oil.
βραχύς 30 βυθόςA βραχύς, βραχεία, βραχύ ADJ [, , βροντώ βροντάω ] brief, short: Ο πρωθυπουργός είχε μια βροχερός, βροχερή, βροχερό ADJ [,Β βραχεία συνάντηση με τον υπουργό Παιδείας. , ] rainy: Ο βροχερός καιρός The Prime Minister had a brief meeting with the μάς χάλασε την εκδρομή. The rainy weather ru- minister of Education.Γ βρε PRCL [] hey (you): Βρε, πού είσαι εσύ; ined our excursion. Καιρό έχουμε να τα πούμε. Hey, where have you βροχή (η) N [] rain: Αναβάλαμε το ταξίδι been? It’s been ages since I last saw you. λόγω της δυνατής βροχής. We postponed our trip due to the heavy rain.Δ βρέχω VB [] 1. wet: Βρέξε λίγο το σεντόνι, πριν το σιδερώσεις. Wet the sheet a little before βροχούλα (η) N (diminutive) [] light rain: Άρχισε να πέφτει μια καλοκαιρινή βροχούλα. AΕ ironing it. 2. rain: Βρέχει εδώ και δυο ώρες. It’s light summer rain started to fall. been raining for two hours. βρυσάκι (το) N (diminutive) [] tap: ΣτονΖ βρίσκομαι VB [] be: Εκείνη την στιγμή κήπο έχουμε ένα βρυσάκι, για να ποτίζουμε τα βρισκόμουν στον δρόμο για το σπίτι. I was on λουλούδια. We have a tap in the garden to water the flowers.Η the way home at the time. βρίσκω VB [] 1. find: Δεν βρίσκω το βιβλίο του Νίκου. Πού είναι; I can’t find Nick’s book. βρύση (η) N [] tap: Το νερό που έτρεχε από την βρύση ήταν θολό. The water coming out ofΘ Where is it? 2. meet: Μάντεψε ποιον βρήκα the tap was muddy. στον δρόμο! Guess whom I met in the street! 3.Ι find out: Δεν μπορώ να βρω τι σημαίνει. I can’t βρυσούλα (η) N (diminutive) [] tap: Στον find out what it means. κήπο έχουμε μια βρυσούλα, για να ποτίζουμε τα λουλούδια. We have a tap in the garden to waterΚ βρόμικος, βρόμικη, βρόμικο ADJ [, the flowers. , ] dirty: Να πλύνεις τα χέρια βυζαντινός, βυζαντινή, βυζαντινό ADJΛ σου πριν από το φαγητό, γιατί είναι βρόμικα. Wash your hands before dinner because they [, , ] Byzan- are dirty. tine: Η εκκλησία είναι γεμάτη από παλιές βυζα- ντινές εικόνες. The church is full of old Byzan-Μ βροντάω / βροντώ VB [ / ] 1. tine icons. knock, bang: Βρόντηξε δυνατά την πόρτα. He βυθός (ο) N [] seabed, bottom: Ο βυθός της θάλασσας σε αυτά τα νησιά είναι γεμάτος σπά-Ν knocked loudly on the door. 2. thunder: Άρχισε νια είδη ψαριών. The bottom of the sea aroundΞ να βροντάει και αμέσως ξέσπασε καταιγίδα. It started to thunder and immediately it started to these islands is full of rare species of fish.Ο pour with rain.ΠΡΣΤΥΦΧΨΩ
Γ, γ 31 γελοιογραφία Α Β Γ, γ Γ ΔΓ, γ (γάμμα) []: the third letter of the Greek ουρά. My cat has a fluffy tail. EXP: Όταν λεί- Ε alphabet πει η γάτα, χορεύουν τα ποντίκια. When the Ζ cat’s away, the mice will play. Ηγάλα (το) Ν [] milk: Θέλεις γάλα στο τσάι σου; Θ Do you want any milk in your tea? γατίσιος, γατίσια, γατίσιο ADJ [, , Ι ] cat’s: Μπορεί να σε ξεγελάσει στην στιγ- Κγαλάζιο (το) Ν [] light blue: Το γαλάζιο μή. Έχει γατίσια πονηριά. She can fool you in a Λ είναι το αγαπημένο μου χρώμα. Light blue is my minute. She has a cat’s craftiness. Μ favourite colour. Ν γατούλης (o) N (diminutive) [] cat: Ο γα- Ξγαλάζιος, γαλάζια, γαλάζιο ADJ [, τούλης μου είναι άσπρος με καφέ βούλες. My Ο , ] light blue: Αγόρασα ένα γαλά- cat is white with brown spots. Π ζιο φόρεμα. I bought a light blue dress. Ρ γαύρος (o) N [] anchovy (a type of tid- Σγαλακτοκομικός, γαλακτοκομική, γαλακτο- dler): Ήπιαμε ούζο και φάγαμε γαύρο τηγανητό. Τ κομικό ADJ [, , We drank ouzo and ate fried anchovy. Υ ] dairy: Συγγνώμη, πού είναι τα Φ γαλακτοκομικά (προϊόντα); Excuse me, where γδύνω VB [] undress: Έγδυσε το παιδί και Χ are the dairy products? το πήγε στο μπάνιο. She undressed the child Ψ and took him into the bathroom. || Γδύθηκα και Ωγαλακτομπούρεκο (το) N [] galak- βούτηξα στην πισίνα. I undressed and dived into toboureko (custard-filled pastry): Το γαλα- the pool. κτομπούρεκο είναι ένα γλυκό με σιρόπι. Galak- toboureko is a pastry with syrup. γεια EXCL [] 1. hi, hello: “Γεια σου!”, μου είπε το άγνωστο κορίτσι. “Πώς σε λένε;” “Hello!’’, theγαλάκτωμα (το) N [] lotion, emulsion: strange girl said to me. “What’s your name?’’ 2. Να χρησιμοποιείς γαλάκτωμα για τον καθαρι- bye-bye, so long: Γεια σου, λοιπόν. Θα σε δω σμό του προσώπου σου. Use emulsion to clean αύριο. Bye, then. See you tomorrow. EXP: 1. your face. Γεια χαρά. Τι κάνεις; Hello. How are you? 2. Άντε, γεια χαρά. Θα σε δω αύριο. OK, bye. SeeΓαλλία (η) N [] France: Πρωτεύουσα της you tomorrow. 3. Έχε γεια. Ποιος ξέρει πότε Γαλλίας είναι το Παρίσι. Paris is the capital of θα ξανασυναντηθούμε... So long. Who knows France. when we’ll meet again...Γαλλίδα (η) N [] French: Αν και είναι Γαλλί- γείτονας (o) N [] neighbour: Οι γείτονές δα, μιλάει άψογα Ελληνικά. Even though she is μας κάνουν πολλή φασαρία. Our neighbours are French, she speaks Greek fluently. very noisy.Γαλλικά (τα) N [] French: Η Κατρίν μάς μα- γειτονιά (η) N [] neighbourhood: Στην γει- θαίνει Γαλλικά. Catherine teaches us French. τονιά μου υπάρχουν πολλά καταστήματα. There are many shops in my neighbourhood.Γάλλος (ο) N [] French: Αν και είναι Γάλ- λος, μιλάει άψογα Ελληνικά. Even though he is γείτσες EXCL [] Bless you!: Πάντα λέμε French, he speaks Greek fluently. “γείτσες”, όταν κάποιος φτερνίζεται. We always say “Bless you” when somebody sneezes.γάμος (ο) N [] wedding: Ο γάμος θα γίνει στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. The wedding γελάω / γελώ VB [ / ] 1. laugh: Κανείς δεν will take place at the church of Saint Georgios. γελάει με τα αστεία σου! Nobody laughs at your jokes! 2. deceive: Δεν είσαι τίμιος. Με γέλασες.γαμπρός (ο) N [] 1. son-in-law: Ο γα- You are not honest. You deceived me. μπρός μου είναι γιατρός. My son-in-law is a doctor. 2. bridegroom: Ο γαμπρός φορούσε γέλιο (το) N [] laugh, laughter: Το γέλιο του ένα άσπρο κοστούμι. The bridegroom was wear- ακουγόταν σε όλο το σπίτι. His laughter could be ing a white suit. heard all over the house. EXP: Ο Κώστας έχει (πολύ) γέλιο. Costas is (very) funny.γάντι (το) N [] glove: Έχασα το ένα μου γάντι. I’ve lost a glove. γελοιογραφία (η) N [] cartoon, cari-γάτα (η) N [] cat: Η γάτα μου έχει φουντωτή
γελώ 32 γιατί (1)A cature: Είδες την γελοιογραφία στην σημερινή Γερμανικά (τα) N [] German: Τα Γερ-εφημερίδα; Did you see the cartoon in today’s μανικά είναι δύσκολη γλώσσα. German is a dif- newspaper? ficult language. Γερμανός (ο) N [] German: Στην Μύκο-Β γελώ γελάω νο γνώρισα μια παρέα Γερμανών. I met a groupΓ γεμάτος, γεμάτη, γεμάτο ADJ [, , of Germans on Mykonos. ] full: Ο σάκος του Αϊ-Βασίλη είναι γεμά-τος δώρα. Santa Claus’s bag is full of presents. γερνάω / γερνώ VB [ / ] get old: ΌτανΔ γεμίζω VB [] fill, become full: Το δωμάτιο γεράσω, θα σταματήσω να δουλεύω και θα αγο- γέμισε με δώρα. The room filled up with pres- ράσω ένα σπίτι δίπλα στην θάλασσα. When I getΕ ents. old, I’ll stop working and I’ll buy a house by the γέμιση (η) N [] stuffing: Βάζεις καρύδια sea.Ζ στην γέμιση της γαλοπούλας; Do you put wal- γερνώ γερνάω nuts in the turkey stuffing? γέρος (o) N [] old man: Πολλοί γέροι νιώ-Η γεμιστά (τα) Ν [] stuffed tomatoes: Τα γε- θουν μοναξιά. Many old men feel lonely. μιστά της μητέρας μου είναι καταπληκτικά! My γερός, γερή, γερό ADJ [, , ] sound,Θ mother’s stuffed tomatoes are terrific! γεμιστός, γεμιστή, γεμιστό ADJ [, strong: Έχει πολύ γερή μνήμη. He has a very sound memory.Ι , ] filled, stuffed: Έχεις δοκιμά- γεύση (η) N [] taste, flavour: Δεν μου αρέσει σει ποτέ κοτόπουλο γεμιστό με πορτοκάλι; Have η γεύση αυτού του ποτού. I don’t like the taste you ever tasted chicken stuffed with orange? of this drink. γεωγραφία (η) N [] geography: Στο μά-Κ γενέθλια (τα) Ν [] birthday: Πότε είναι τα γενέθλιά σου; When is your birthday? θημα της γεωγραφίας οι μαθητές σχεδιάζουν χάρτες. In the geography course the studentsΛ γένι (τo) Ν [] beard: Είναι γέρος και τα γέ-νια του είναι άσπρα. He is old and his beard is draw maps.Μ white.γενιά (η) N [] generation: Δεν αποκλείεται η γεωλογία (η) N [] geology: H γεωλογία είναι το αγαπημένο μου μάθημα. Geology is my επόμενη γενιά να έχει την δυνατότητα να ταξι- favourite lesson.Ν δεύει στο διάστημα. It is quite possible that the γη (η) N [] 1. Earth: Ζούμε στον πλανήτη Γη. We next generation will be able to travel in space. live on planet Earth. 2. earth, ground: Όταν γί- νεται σεισμός, κουνιέται η γη. When there’s anΞ γενικά ADV [] generally: Γενικά, δεν αισθά-Ο νομαι καλά τελευταία. Generally, I haven’t been feeling well lately. earthquake, the earth shakes. για PREP [] 1. for: Το δώρο είναι για τον Κώστα.Π γενναίος, γενναία, γενναίο ADJ [, , This present is for Costas. || Αυτό το κείμενο εί- ] brave: Αυτό που έκανες ήταν πολύ γεν- ναι πολύ δύσκολο για μένα. This text is too dif-Ρ ναίο. What you did was very brave. γεννάω / γεννώ VB [ / ] bear, give ficult for me. 2. for: Ξεκινάμε για το θέατρο σεΣ birth: Η γάτα μου γέννησε τέσσερα γατάκια. My πέντε λεπτά. We are leaving for the theatre in cat gave birth to four kittens. || Γεννήθηκα στηνΑθήνα. I was born in Athens. five minutes. 3. to: Πετάμε για Ρώμη σε 2 ώρες. We are taking off for Rome in 2 hours. 4. about: Το βιβλίο είναι για μια κοπέλα από την Ιαπωνία.Τ γέννηση (η) N [] birth: Η γέννηση του μω- The book is about a girl from Japan. ρού τους τούς έδωσε μεγάλη χαρά. The birth of για να CONJ [ ] to, in order to: Τρέχω, για ναΥ their baby made them very happy. προλάβω το λεωφορείο. I am running to catch γεννώ γεννάω the bus.Φ γεράνι (το) N [] geranium: Ο κήπος του γιαγιά (η) Ν [] grandmother, grandma: Η για-σπιτιού μου είναι γεμάτος κόκκινα γεράνια. My γιά μου αγόρασε ένα καινούριο ζευγάρι γυαλιά. My grandmother has bought a new pair of glasses.Χ garden is full of red geraniums. γιαούρτι (το) Ν [] yogurt: Τα βασικά συστα- Γερμανία (η) N [] Germany: Πρωτεύου- τικά του τζατζικιού είναι γιαούρτι, αγγούρι καιΨ σα της Γερμανίας είναι το Βερολίνο. Berlin is σκόρδο. The basic ingredients of tzatziki are yo- the capital of Germany. gurt, cucumber and garlic.Ω Γερμανίδα (η) N [] German: Η γυναίκα του γιατί (1) CONJ [] because: Δεν μπορώ να Πέτρου είναι Γερμανίδα. Peter’s wife is German.
γιατί (2) 33 γνωρίζω έρθω στο πάρτι, γιατί έχω δουλειά. I can’t come γκρι (το) N [] grey: Το γκρι είναι το αγαπημένο Α to the party because I’ve got work to do. μου χρώμα. Grey is my favourite colour. Β Γγιατί (2) PRCL [] why: Γιατί δεν έρχεσαι στο γκρι, γκρι, γκρι ADJ [, , ] grey: Αγόρασα Δ πάρτι; Why aren’t you coming to the party? ένα γκρι παλτό. I have bought a grey coat. Ε Ζγιατρός (ο/η) N [] doctor: Ο άντρας μου γκρίζος, γκρίζα, γκρίζο ADJ [, , ] Η είναι γιατρός και δουλεύει σε νοσοκομείο. My grey: Ο ουρανός γέμισε γκρίζα σύννεφα. The Θ husband is a doctor and he works in a hospital. sky was covered with grey clouds. Ι Κγιατρουδάκος (ο) N (diminutive) [] γλάστρα (η) Ν [] flower-pot: Το μπαλκόνι Λ doctor: Ένας γιατρουδάκος είναι. Δεν έχει κά- είναι γεμάτο γλάστρες. The balcony is covered Μ νει καριέρα. He is a minor doctor. He doesn’t in flower-pots. Ν have a career. Ξ γλαστράκι (το) Ν (diminutive) [] flower- Ογίνομαι VB [] 1. become, be: Θέλω να pot: Έβαλα πάνω στο τραπέζι δυο γλαστράκια Π γίνω αστροναύτης. I want to be an astronaut. 2. με κάκτους. I put two little flower-pots with cac- Ρ happen, take place: Ο γάμος θα γίνει στην εκ- tuses on the table. Σ κλησία του χωριού. The wedding will take place Τ in the village church. EXP: 1. Τι γίνεται; How’s γλαστρούλα (η) Ν (diminutive) [] flower- Υ it going? 2. Δεν γίνεται να σου το πω. Είναι pot: Έβαλα πάνω στο τραπέζι δυο γλαστρού- Φ μυστικό. I can’t tell you. It’s a secret. 3. Τι γίνε- λες με κάκτους. I put two little flower-pots with Χ σαι; How are you? 4. Τι έγινε; Φαίνεσαι στενο- cactuses on the table. Ψ χωρημένη. What is wrong? You seem upset. Ω γλεντάω / γλεντώ VB [ / ] haveγιορτάζω VB [] 1. it’s one’s name day: Η fun/a good time: Γλεντήσαμε πολύ στο πάρτι Μαρία γιορτάζει σήμερα. It’s Maria’s name day της Ειρήνης. Χορέψαμε και τραγουδήσαμε μέχρι today. 2. celebrate: Τα Χριστούγεννα γιορτά- το πρωί! We had lots of fun at Irene’s party. We ζουμε την γέννηση του Χριστού. At Christmas danced and sang till morning! we celebrate Christ’s birth. γλεντώ γλεντάωγιορτή (η) Ν [] name day: Τι δώρα σου έφε- γλιστράω / γλιστρώ VB [ / ] slip: Η ραν στην γιορτή σου; What presents did you get on your name day? Μαρία γλίστρησε στο χιόνι και έσπασε το πόδι της. Maria slipped on the snow and broke herγιορτινός, γιορτινή, γιορτινό ADJ [, leg. , ] festive: Η ατμόσφαιρα εκείνη την ημέρα στο σπίτι ήταν γιορτινή. Όλοι φορού- γλιστρώ γλιστράω σαν τα καλά τους και η μαμά είχε μαγειρέψει το γλυκό (το) Ν [] sweet, pastry: Μου αρέσουν αγαπημένο μας φαγητό. The atmosphere in the house that day was festive. Everyone was wear- πολύ τα γλυκά. I love sweets. ing their Sunday best and mother had cooked our favourite meal. γλυκός, γλυκιά, γλυκό ADJ [, , ] 1. sweet: Ο καφές είναι πολύ γλυκός. Δεν μπο-γιος (ο) Ν [] son: Η κυρία Οικονόμου έχει δυο ρώ να τον πιω. The coffee is very sweet. I can’t γιους και μια κόρη. Mrs Economou has two drink it. 2. nice: Ακουγόταν μια γλυκιά μουσική. sons and a daughter. A nice piece of music could be heard.γκαράζ (το) Ν [] garage: Το γκαράζ της πο- γλυκούλης, γλυκούλα, γλυκούλικο ADJ (dimin- λυκατοικίας μας είναι για δέκα αυτοκίνητα. The utive) [, , ] sweet, cute: garage in our block of flats is for ten cars. Τι γλυκούλικο μωράκι! What a cute little baby!γκαρσονιέρα (η) Ν [] bed-sit: Όταν γλύπτης (ο) N [] sculptor: Ο Πραξιτέλης ήμουν φοιτητής, έμενα σε μια γκαρσονιέρα στο ήταν αρχαίος Έλληνας γλύπτης. Praxiteles was κέντρο της πόλης. When I was a student, I lived an ancient Greek sculptor. in a bed-sit in the centre of the city. γλώσσα (η) N [] language, tongue: Πόσεςγκέτο (το) Ν [] ghetto: Αυτή η γειτονιά είναι γλώσσες μιλάς; How many languages can you γκέτο των μεταναστών. This neighbourhood is a speak? ghetto where the immigrants live. γνώμη (η) N [] opinion: Δεν συμφωνώ μεγκολφ (το) Ν [] golf: Στο γήπεδο του γκολφ την γνώμη σου. I don’t share your opinion. υπάρχει μια λιμνούλα. There is a pond on the golf course. γνωρίζω VB [] 1. know: Γνωρίζετε αυτόν τον άνθρωπο; Do you know this man? 2. meet: Έχεις γνωρίσει τον άντρα μου; Have you met my husband?
γνωριμία 34 γυαλίA γνωριμία (η) N [] acquaintance: Έκανα line: Το τρένο αναχωρεί από την γραμμή 2. The μια ενδιαφέρουσα γνωριμία χτες! I made an in- train departs from line 2.Β teresting acquaintance yesterday! γραφείο (το) Ν [] 1. desk: Αγόρασα ένα γνώση (η) N [] knowledge: Στις μέρες μας γραφείο με τρία συρτάρια. I bought a desk withείναι απαραίτητη η γνώση τουλάχιστον μιας ξέ- three drawers. 2. office: Το γραφείο μας είναιΓ νης γλώσσας. Knowledge of at least one foreign στον τρίτο όροφο. Our office is on the third floor. language is necessary nowadays. EXP: Θα πάω να πάρω τα εισιτήρια από το τα-Δ γνωστός, γνωστή, γνωστό ADJ [, , ξιδιωτικό/τουριστικό γραφείο. I’m going to get ] 1. acquaintance, friend: Ο Πέτρος είναι the tickets from the travel/tourist agency.Ε παλιός γνωστός μου. Peter is an old acquain- γραφικό (το) Ν [] graphics: Αυτό το CD-tance of mine. 2. known, famous: Είναι πολύ ROM έχει πολύ ωραία γραφικά. This CD-ROMΖ γνωστός ηθοποιός. He is a well known actor. γόνατο (το) N [] knee: Γλίστρησα στα σκα- has very nice graphics.Η λιά και χτύπησα το γόνατό μου. I slipped on the γραφίστας (ο) Ν [] graphic designer: stairs and hurt my knee. Ο γραφίστας μάς παρουσίασε τα νέα σχέδιά του. The graphic designer showed us his newΘ γονέας (ο) N [] parent: Οι γονείς μου ήθε- designs. λαν να γίνω γιατρός. My parents wanted me to γράφω VB [] 1. write: Πρέπει να γράψω έναbecome a doctor. γράμμα στην θεία μου. I have to write a letterΙ γουλιά (η) N [] sip: Ήπια μια γουλιά κρασί. I took a sip of wine. to my aunt. 2. prescribe: Ο γιατρός μού έγρα- ψε κάτι χάπια για τον πονοκέφαλο. The doctor prescribed some headache pills. 3. compose:Κ γουλίτσα (η) N (diminutive) [] sip: Ήπια Έγραψε μουσική για μια ταινία. He composed μια γουλίτσα κρασί. I took a sip of wine. the music for a film. 4. say: Δεν βλέπεις την πι- νακίδα που γράφει “Απαγορεύεται το κάπνισμα”;Λ γουστάρω VB [] like, fancy (slang): Ο Can’t you see the sign that says “No smoking”? Νίκος είπε στην Άννα ότι την γουστάρει πολύ. 5. spell: -Πώς γράφεται η λέξη “ευρύς”; -Ε-Υ-Μ Nick told Anna that he fancies her a lot.γραβιέρα (η) N [] Gruyere cheese: Προτι- Ρ-Υ-Σ. -How do you spell the word “ευρύς”; -Ε-Ν μώ την γραβιέρα από την φέτα. I prefer Gruyere to feta cheese. Υ-Ρ-Υ-Σ. γρήγορα ADV [] 1. fast, quickly: ΤρέξεΞ γράμμα (το) Ν [] 1. letter: Το ‘A’ είναι το όσο πιο γρήγορα μπορείς! Run as fast as you πρώτο γράμμα της αλφαβήτου. ‘A’ is the first can! 2. soon: Ο καιρός θα είναι καλός το πρωί.Ο letter of the alphabet. 2. letter: Προχτές έλαβα ένα γράμμα από τον Παντελή. The day before Γρήγορα όμως θα συννεφιάσει. The weatherΠ yesterday I got a letter from Pantelis. will be fine in the morning. Soon, however, it will γραμμάριο (το) Ν [] gram: Ένα κιλό είναιΡ χίλια γραμμάρια. A kilo is a thousand grams. be cloudy. γραμματέας (ο/η) Ν [] secretary: Η γρήγορος, γρήγορη, γρήγορο ADJ [, , ] fast: Το αυτοκίνητό τους είναι πολύ γρήγορο. Their car is really fast.Σ γραμματέας μού είπε ότι ο πρόεδρος είναι σε γρηγορότερος, γρηγορότερη, γρηγορότερο σύσκεψη. The secretary told me that the presi- ADJ [, , ] 1.Τ dent is at a meeting. faster: Το αυτοκίνητο του Νίκου είναι γρηγορό- γραμματική (η) Ν [] grammar: Λένε πως τερο από το δικό μου. Nick’s car is faster than mine. 2. fastest (when preceded by article):η ελληνική γραμματική είναι δύσκολη. They say that Greek grammar is difficult. Λένε ότι είναι το γρηγορότερο αυτοκίνητο του κόσμου. They say it’s the fastest car in theΥ γραμματοκιβώτιο (το) Ν [] mail world. box: Είδες αν έχουμε κανένα γράμμα στο γραμ- γρίπη (η) N [] influenza, flu: Έχω γρίπηΦ ματοκιβώτιο; Did you happen to see if there is εδώ και μια εβδομάδα. I’ve had the flu for aΧ any mail in the mailbox? week now. γραμματόσημο (το) Ν [] stamp:Ψ Έχω μια μεγάλη συλλογή με γραμματόσημα. I γροθιά (η) N [] fist: Έσφιξε απειλητικά τηνhave a large stamp collection. γροθιά του. He clenched his fist threateningly.Ω γραμμή (η) Ν [] 1. line, cut: Η φούστα σου γυαλί (το) Ν [] 1. glass: Αυτό το βάζο είναι απόέχει ωραία γραμμή. Your skirt is a fine cut. 2. χρωματιστό γυαλί. This vase is made of stained
γυάλινος 35 γωνία glass. 2. glasses: Δεν μπορώ να δω τίποτα χω- γυναικεία (τα) N [] ladies’ wear: Τα γυναι- Α ρίς τα γυαλιά μου. I can’t see anything without κεία είναι στον πρώτο όροφο. Ladies’ wear is on Β my glasses. the first floor. Γ Δγυάλινος, γυάλινη, γυάλινο ADJ [, , γυναικείος, γυναικεία, γυναικείο ADJ [, Ε ] glass: Μου αρέσει αυτό το γυάλινο βάζο. , ] feminine, woman’s, lady’s: Εί- Ζ I like this glass vase. ναι γυναικείο αυτό το καπέλο; Is this a lady’s Η hat? Θγυμνάζω VB [ ] 1. exercise: Χρησιμοποιώ Ι βαράκια, για να γυμνάσω τους μυς των χεριών. I γυρίζω VB [] return, come back: Πάντα γυ- Κ use weights to exercise my arm muscles. 2. work ρίζω σπίτι στις 3.00 το μεσημέρι. I always come Λ out: Γυμνάζομαι καθημερινά. I work out daily. home at 3.00 in the afternoon. Μ Νγυμνάσιο (το) Ν [] junior high school: γυρνάω / γυρνώ VB [n / ] return, come Ξ Όταν ήμουν 13 ετών, πήγαινα στην πρώτη τάξη back: Φεύγουμε για διακοπές αύριο και γυρνά- Ο του γυμνασίου. When I was 13, I was in the first με σε μια βδομάδα. We are going on holiday to- Π year of junior high school. morrow and we are returning in a week. Ρ Σγυμναστήριο (το) Ν [] gym (gymnasi- γυρνώ γυρνάω Τ um): Κρατιέται σε καλή φόρμα, γιατί πηγαίνει συ- γύρω ADV [] 1. around: Τα πάντα γύρω ήταν Υ χνά στο γυμναστήριο. He keeps in good shape Φ because he goes to the gym regularly. χιονισμένα. Everything all around was covered Χ with snow. 2. around: Καθόμασταν όλοι γύρω Ψγυμναστική (η) Ν [] gymnastics: Η κόρη από το τζάκι. We were all sitting around the fire- Ω μου έλαβε μέρος σε διαγωνισμό γυμναστικής. place. 3. about: Έχω μαζέψει γύρω στα διακό- My daughter took part in a gymnastics competi- σια ευρώ. I’ve saved about two hundred euros. tion. EXP: Κάνω γυμναστική τρεις φορές την EXP: Γύρω - γύρω από το σπίτι έχει κήπο. εβδομάδα. I exercise three times a week. There’s a garden all around the house. γωνία (η) N [] corner: Το σπίτι μου είναιγυναίκα (η) Ν [] 1. woman: Oι γυναίκες εί- μόλις στρίψεις στην γωνία. My house is just ναι περισσότερες από τους άντρες. Women out- around the corner. number men. 2. wife: Η γυναίκα μου είναι 32 ετών. My wife is 32 years old.
Δ, δ 36 δεκαετίαA Δ, δΒΓ Δ, δ (δέλτα) []: the forth letter of the Greek δάχτυλο (το) N [] finger: Τα δάχτυλά μου είναι παγωμένα! Δεν μπορώ ούτε να γράψω. MyΔ alphabet fingers are frozen! I can’t even write. δα PRCL [] so, that: Τρομάξατε από ένα γατάκι τόσο δα; Did you get scared by that tiny cat? δαχτυλογράφηση (η) Ν [] typing: Χρειάζομαι μία ώρα για την δαχτυλογράφη-Ε δάκρυ (το) N [] tear: Η μητέρα έκλαιγε, αλλά ση πέντε σελίδων. I need an hour to type five ήταν δάκρυα χαράς. Mother cried but they were pages.Ζ tears of joy. δε / δεν PRCL [ / ] not: Δεν μου αρέσουν οιΗ Δανέζα / Δανή (η) N [ / ] Dane, Dan- φράουλες. I do not like strawberries. ish: Είναι Δανέζα και μένει στην Κοπεγχάγη. She’s Danish and lives in Copenhagen. ΔΕΗ / Δ.Ε.Η. ACRO [] Public Power Corpo-Θ Δανέζικα / Δανικά (τα) Ν [ / ] Dan- ish: Στην Κοπεγχάγη μιλάνε Δανέζικα. They ration: ΔΕΗ σημαίνει Δημόσια Επιχείρηση Ηλε- κτρισμού. ΔΕΗ means Public Power Corpora-Ι speak Danish in Copenhagen. tion. δανείζω VB [] 1. lend: Δεν δανείζω ποτέ τα δείγμα (το) Ν [] sample: Το έργο αυτό απο-Κ βιβλία μου σε κανέναν. I never lend my books to τελεί ένα μικρό δείγμα της δουλειάς μας. This anyone. 2. borrow (in passive voice): Δανεί- project is a small sample of our work.Λ στηκα δύο βιβλία από την σχολική βιβλιοθήκη. I δείκτης (ο) Ν [] factor: Η κρέμα μου έχει δεί- borrowed two books from the school library. κτη αντηλιακής προστασίας 25. My cream has aΜ δάνειο (το) Ν [] loan: Θα ήθελα κάποιες πλη- 25 sun protection factor. ροφορίες για τα δάνεια που προσφέρει η τρά- δειλά ADV [] in a cowardly way: ΦέρθηκεΝ πεζά σας. I’d like some information on the loans your bank offers. δειλά κατά την διάρκεια της μάχης. He acted in a cowardly way during the battle.Ξ Δανή (η) Δανέζα δειπνώ VB [] have supper/dinner, dine: Δανία (η) N [] Denmark: Η Δανία έχει πρω- Η γιαγιά μου δειπνούσε πάντα στις έξι το βρά- δυ. My grandmother used to have supper at sixΟ τεύουσα την Κοπεγχάγη. Copenhagen is the o’clock in the evening. capital of Denmark. Δανικά (τα) Δανέζικα δείχνω VB [] show: Η Μαρίνα μού έδειξε το καινούριο της ρολόι. Marina showed me herΠ Δανός (ο) N [] Dane, Danish: Γνώρισα έναν new watch. Δανό στο τελευταίο μου ταξίδι. I met a Dane on δέκα NUM [] ten: Πέντε και πέντε κάνουνΡ my last trip. δέκα. Five plus five equals ten.Σ δασκάλα (η) N [] teacher: Η δασκάλα δεκαεννέα / δεκαεννιά NUM [] / τούς μαθαίνει να γράφουν και να διαβάζουν. The [] nineteen: Δέκα και εννέα κάνουν δε- teacher teaches them how to write and read.Τ δάσκαλος (o) N [] teacher: Ο δάσκαλός καεννέα. Ten plus nine equals nineteen. μας είναι πολύ νέος. Our teacher is very young. δεκαεννιά δεκαεννέαΥ δάσος (το) N [] forest: Σε αυτό το δάσος τα δεκαέξι / δεκάξι NUM [] / [] six- δέντρα είναι πολύ ψηλά. The trees in this forest teen: Δέκα και έξι κάνουν δεκαέξι. Ten plus six equals sixteen.Φ are very tall. δαχτυλάκι (το) N (diminutive) [] finger: δεκαεπτά / δεκαεφτά NUM [] / []Χ Χτύπησα το μικρό μου δαχτυλάκι. I hurt my little seventeen: Δέκα και επτά κάνουν δεκαεπτά. finger. Ten plus seven equals seventeen.Ψ δαχτυλίδι (το) N [] ring: Ο άντρας μου δεκαετία (η) N [] decade: Έζησα στο μού έκανε δώρο για τα γενέθλιά μου αυτό το Λονδίνο για μια δεκαετία, από το 1990 ως τοΩ δαχτυλίδι. My husband gave me this ring as a 1999. I lived in London for a decade, from 1990 birthday present. to 1999.
δεκαεφτά 37 Δευτέραδεκαεφτά δεκαεπτά versity. Α Βδεκάξι δεκαέξι δέκατος, δέκατη, δέκατο NUM [, , Γ ] tenth: Ο Οκτώβριος είναι ο δέκατος μή- Δδεκαοκτώ / δεκαοχτώ NUM [] / νας του χρόνου. October is the tenth month of Ε [] eighteen: Δέκα και οκτώ κάνουν δε- the year. Ζ καοκτώ. Ten plus eight equals eighteen. Η δεκατρείς, δεκατρείς, δεκατρία NUM [, Θδεκαοχτώ δεκαοκτώ , ] thirteen: Έφαγα δεκατρείς Ι καραμέλες! I ate thirteen sweets! Κδεκαπέντε NUM [[]] fifteen: Δέκα και Λ πέντε κάνουν δεκαπέντε. Ten plus five equals Δεκέμβριος (o) Ν [] December: Ο Δε- Μ fifteen. κέμβριος είναι ο δωδέκατος μήνας του χρόνου. Ν December is the twelfth month of the year. Ξδεκατέσσερις, δεκατέσσερις, δεκατέσσερα Ο NUM [, , ] δελτίο (το) N [] news: Μετά το δελτίο έχει Π fourteen: Σε δεκατέσσερα χρόνια θα πάρω σύ- μια ενδιαφέρουσα ταινία. After the news there is Ρ νταξη. I’ll retire in fourteen years. an interesting film. Σ Τδέκατος έβδομος, δέκατη έβδομη, δέκατο έβδο- δελφίνι (το) N [] dolphin: Δυο δελφίνια Υ μο NUM [ , , κολυμπούσαν κοντά στην βάρκα. Two dolphins Φ ] seventeenth: Η Μαρία και ο were swimming near the boat. Χ Γιάννης γιορτάζουν την δέκατη έβδομη επέτειό Ψ τους. Maria and Giannis are celebrating their δέμα (το) N [] parcel, package: Ο ταχυδρό- Ω seventeenth anniversary. μος έφερε ένα δέμα. The postman delivered a parcel.δέκατος έκτος, δέκατη έκτη, δέκατο έκτο NUM [ , , ] six- δεν δε teenth: Την δέκατη έκτη ημέρα των διακοπών δέντρο (το) N [] tree: Στον κήπο του έχει συνέβη το ατύχημα. The accident took place on the sixteenth day of the holidays. πολλά δέντρα: μηλιές, κερασιές και πορτοκα- λιές. There are many trees in his garden: appleδέκατος ένατος, δέκατη ένατη, δέκατο ένα- trees, cherry trees and orange trees. το NUM [ , , ] nineteenth: Ανέβηκα στον δέκατο ένατο δένω VB [] bind, tie: Ο διαρρήκτης τού έδε- όροφο του ουρανοξύστη. I went up to the nine- σε τα χέρια με σχοινί. The burglar tied his hands teenth floor of the skyscraper. with a rope.δέκατος όγδοος, δέκατη όγδοη, δέκατο όγδοο δεξαμενή (η) Ν [] tank: Η δεξαμενή εί- NUM [ , , ναι γεμάτη νερό. The tank is full of water. ] eighteenth: Η θέση σας είναι στην δέκα- τη όγδοη σειρά. Your seat is in the eighteenth δεξιά ADV [] right: Στο τέλος του δρόμου row. στρίψε δεξιά. At the end of the street turn right. || Η πολυθρόνα είναι δεξιά από τον καναπέ. Theδέκατος πέμπτος, δέκατη πέμπτη, δέκατο armchair is right of the sofa. πέμπτο NUM [ , , ] fifteenth: Το γραφείο μου είναι δεξιός, δεξιά, δεξιό ADJ [, , ] στον δέκατο πέμπτο όροφο του ουρανοξύστη. right: Πάρκαρα το αυτοκίνητο στην δεξιά πλευ- My office is on the fifteenth floor of the skyscrap- ρά του δρόμου. I parked the car on the right er. hand side of the street.δέκατος τέταρτος, δέκατη τέταρτη, δέκατο δέρμα (το) N [] 1. skin: Το δέρμα μου εί- τέταρτο NUM [ , , ναι πολύ ευαίσθητο. My skin is very sensitive. ] fourteenth: Τον δέκατο τέταρτο 2. leather: Αυτό το μπουφάν είναι από γνήσιο μήνα από την έναρξη του έργου θα καταθέσου- δέρμα. This jacket is made of genuine leather. με την έκθεση προόδου. We are submitting the progress report on the fourteenth month from δερμάτινος, δερμάτινη, δερμάτινο ADJ the beginning of the project. [, , ] leather: Έχω δύο δερμάτινες τσάντες. I have two leath-δέκατος τρίτος, δέκατη τρίτη, δέκατο τρίτο er bags. NUM [ , , ] thirteenth: Φέτος είναι ο δέκατος τρίτος χρό- δερματολόγος (ο/η) N [] dermatol- νος που διδάσκω στο πανεπιστήμιο. This is the ogist: Ο δερματολόγος μού έγραψε μια αλοιφή thirteenth year I have been lecturing at the uni- για το έγκαυμα. The dermatologist prescribed an ointment for my burn. Δευτέρα (η) N [] Monday: Η Δευτέρα είναι
δεύτερος 38 διακόσμησηA η πρώτη εργάσιμη μέρα της εβδομάδας. Mon- school. day is the first working day of the week. διαβάζω VB [] 1. read: Το καλοκαίρι δι-Β δεύτερος, δεύτερη, δεύτερο NUM [, αβάζω πολλά βιβλία. I read a lot of books dur- , ] second: Θα σου δώσω μια δεύ- ing the summer. 2. study: Πρέπει να διαβάσειςτερη ευκαιρία. I’ll give you a second chance. πολύ, για να περάσεις τις εξετάσεις. You have toΓ δέχομαι VB [] accept: Η Χρύσα δέχτηκε study hard to pass the exams.την πρότασή μου. Chrysa accepted my propos- διαβατήριο (το) N [] passport: Για ναΔ al. ταξιδέψεις στις Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζεσαι δηλαδή CONJ [] namely, that is: Οι φίλοι διαβατήριο και βίζα. You need a passport and a visa to travel to the United States.Ε μου από την Αγγλία, δηλαδή ο Τομ και ο Τζέρι, διαδίκτυο (το) N [] internet: Στο διαδί- ήρθαν χτες το βράδυ. My friends from England,Ζ that is Tom and Jerry, arrived last night. κτυο μπορείς να βρεις σχεδόν οτιδήποτε σε εν- δηλητηρίαση (η) N [] poisoning: Έφαγα διαφέρει. You can find almost anything you areΗ χαλασμένα αυγά και έπαθα δηλητηρίαση. I ate interested in on the internet. some rotten eggs and I fell ill with food poison- διάδοχος (ο/η) N [] successor: Σύμφω-Θ ing. EXP: Με τον αριθμό 2107793777 καλούμε να με φήμες, αυτός θα είναι ο διάδοχος στην το Κέντρο Δηλητηριάσεων. We call the Poi- ηγεσία του κόμματος. Rumour has it that he is son First Aid on 2107793777. the successor to the leadership of the party.Ι δηλώνω VB [] state, declare: Ο πρωθυ- διαδρομή (η) N [] 1. route: Η διαδρομήπουργός δήλωσε ότι δεν θα επιβληθούν νέοι προς το χωριό είναι υπέροχη. The route to theΚ φόροι. The Prime Minister stated that no new taxes will be imposed. village is wonderful. 2. drive, ride: Η διαδρομή είναι μόλις πέντε λεπτά με το αυτοκίνητο. It’s onlyΛ δημαρχείο (το) N [] town hall: Το δη- a five-minute drive by car. μαρχείο βρίσκεται στο κέντρο της πόλης. The διάδρομος (ο) N [] corridor: Το διαμέ-Μ town hall is in the centre of the city. δήμαρχος (ο/η) N [] mayor: Ο νέος δή- ρισμα έχει έναν στενό διάδρομο. The apartment has a narrow corridor.Ν μαρχος υποσχέθηκε ότι θα χτίσει ένα αθλητικό διαζύγιο (το) N [] divorce: Έκαναν αίτησηστάδιο. The new mayor promised to have a διαζυγίου μετά από δέκα χρόνια γάμου. TheyΞ sports stadium built. applied for a divorce after ten years of mar- δημιουργώ VB [] create: Πιστεύουμε ότι riage.Ο θα μέτρα αυτά θα δημιουργήσουν νέες θέσεις διάθεση (η) N [] disposal: Δεν έχουμε εργασίας. We believe that these measures will πολύ χρόνο στην διάθεσή μας. We have limited create new jobs. time at our disposal.Π δήμος (ο) N [] municipality: Ο δήμος Αθη- διαιρώ VB [] divide: Αν διαιρέσεις το δέκαναίων διοργανώνει πολιτιστικές εκδηλώσεις το με το δύο, θα πάρεις πέντε. If you divide ten byΡ καλοκαίρι. The municipality of Athens organises two, you get five. cultural events in the summer. δίαιτα (η) N [] diet: Ο γιατρός μού συνέστη-Σ δημοσιεύω VB [] publish: Το άρθρο σε μια δίαιτα μόνο με κρέας και λαχανικά. The σας θα δημοσιευτεί στην εφημερίδα της Κυ- doctor suggested a diet with only meat and veg-Τ ριακής. Your article is going to be published in Sunday’s paper. etables. EXP: 1. Έχω πάρει τρία κιλά. Πρέπει να αρχίσω δίαιτα. I have taken three kilos. I have to go on a diet. 2. Δεν θα φάω παγωτό. ΕίμαιΥ δημοσιογράφος (ο/η) N [] journal- σε δίαιτα. I am not eating ice-cream. I am on a ist, reporter: Ο δημοσιογράφος ρώτησε τον diet. 3. Δεν θα φάω παγωτό. Κάνω δίαιτα. I amυπουργό για τα νέα μέτρα. The journalist askedΦ the minister about the new measures. not eating ice-cream. I am on a diet.δημόσιος, δημόσια, δημόσιο ADJ [, διακοπές (οι) N [] vacation, holidays: ΟιΧ , ] public: Το πάρκο είναι δημό- διακοπές μου στην Σαντορίνη ήταν υπέροχες. σια έκταση. The park is a public area. My holidays in Santorini were wonderful. EXP: Φέτος θα κάνουμε διακοπές στην Ελλάδα. δημοφιλής, δημοφιλής, δημοφιλές ADJ We are spending our holidays in Greece this year.Ψ [, , ] popular: Ο διακόσμηση (η) N [] decoration: Θα Αποστόλης ήταν το πιο δημοφιλές αγόρι στοΩ σχολείο. Apostolis was the most popular boy in
διαλέγω 39 διεύθυνση αγοράσω καινούρια έπιπλα, γιατί θέλω να αλλά- διατροφή (η) N [] nutrition, diet: Τα λαχανι- Α ξω την διακόσμηση του σπιτιού μου. I am buy- κά είναι απαραίτητα για μια ισορροπημένη διατρο- Β ing new furniture because I want to change the φή. Vegetables are essential to a balanced diet. Γ decoration of my house. Δ διαφημιστικό (το) Ν [] brochure: Εδιαλέγω VB [] choose: Μου αρέσουν και Έφερα κάποια διαφημιστικά για κρουαζιέρες Ζ οι δύο μπλούζες. Δεν μπορώ να διαλέξω. I like στην Μεσόγειο. I brought some brochures about Η both sweaters. I can’t choose. cruises in the Mediterranean. Θ Ιδιάλογος (ο) N [] dialogue: Ο διάλογος διαφημιστικός, διαφημιστική, διαφημιστικό Κ είναι ο καλύτερος τρόπος να λύσετε τις διαφορές ADJ [, , ] Λ σας. Dialogue is the best way to work out your advertising, promotional: Μας έδωσαν διαφη- Μ differences. μιστικά μπλουζάκια του ραδιοφωνικού σταθμού Ν που οργάνωσε την συναυλία. They gave us pro- Ξδιαμάντι (το) N [n]] diamond: Της χάρισε motional t-shirts for the radio station that organ- Ο ένα δαχτυλίδι αρραβώνων με ένα μεγάλο διαμά- ised the concert. Π ντι. He gave her an engagement ring with a big Ρ diamond in it. διαφορά (η) N [] difference: Βλέπεις κα- Σ μιά διαφορά ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο εικόνες; Τδιαμαρτύρομαι VB [] protest: Οι Do you see any difference between these two Υ φοιτητές διαμαρτύρονται για τις αλλαγές στο εκ- pictures? Φ παιδευτικό σύστημα. The students are protesting Χ against the changes in the educational system. διάφορος, διάφορη, διάφορο ADJ [, Ψ , ] various, several: Όταν ήμουν Ωδιαμέρισμα (το) N [] apartment, flat: φοιτητής, έκανα διάφορες δουλειές. I did sev- Το διαμέρισμά μου δεν είναι πολύ μεγάλο. My eral jobs when I was a student. apartment isn’t very big. διαφωνώ VB [] disagree: Διαφωνώ μεδιαμονή (η) N [] stay: Η διαμονή του στο την άποψή σου. I disagree with you. νησί ήταν αρκετά σύντομη. His stay on the island was rather short. διδακτικός, διδακτική, διδακτικό ADJ [, , ] teaching: Προτείνουμε μιαδιάρκεια (η) N [] duration, length: Τι διάρ- νέα διδακτική μέθοδο για το μάθημα της ξένης κεια έχει η ταινία; What is the length of the film? γλώσσας. We are putting forward a new foreign EXP: Κατά την διάρκεια της ταινίας αποκοιμή- language teaching method. θηκα. I fell asleep during the film. διδασκαλείο (το) N [] teaching centre:διαρκώ VB [] last: Η παράσταση διαρκεί Μαθαίνω Ελληνικά στο διδασκαλείο της ελλη- δύο ώρες. The show lasts two hours. νικής γλώσσας του Πανεπιστημίου. I’m learning Greek at the Greek language University teach-διασκεδάζω VB [] have fun, enjoy ing centre. oneself, entertain: Παππού, πώς διασκέδα- ζαν οι νέοι της εποχής σου; Grandpa, how did διδασκαλία (η) Ν [] teaching: Η δι- young people in your days use to entertain δασκαλία σήμερα θα γίνει στο εργαστήριο του themselves? σχολείου. Teaching will take place in the school lab today.διασκέδαση (η) N [] entertainment: Η μόνη διασκέδαση του Άκη είναι να βλέπει τη- διδάσκω VB [] teach: Μου αρέσει να δι- λεόραση. Akis’s only entertainment is watching δάσκω ιστορία. I love teaching history. television. δίδυμος, δίδυμη, δίδυμο ADJ [, ,διάσταση (η) N [] dimension: -Ποιες είναι ] twin: Οι ξαδέρφες μου είναι δίδυμες. οι διαστάσεις του δωματίου; -4 μέτρα μήκος και My cousins are twins. 3 μέτρα πλάτος. -What are the dimensions of the room? -It’s 4 metres long and 3 metres wide. διεθνής, διεθνής, διεθνές ADJ [, , ] international: Τον επόμενο μήνα γίνε-διάστημα (το) N [] period: Το έργο θα ται στην Αθήνα ένα διεθνές συνέδριο αστρονο- ολοκληρωθεί μέσα σε διάστημα πέντε μηνών. μίας. An international astronomy conference is The project will be completed within a five-month taking place in Athens next month. period. διεύθυνση (η) N [] 1. address: Ποια εί-διατάζω VB [] order: Ο αστυνομικός τούς ναι η διεύθυνσή σου; What’s your address? 2. διέταξε να σταματήσουν. The policeman or- management: Η διεύθυνση της εταιρείας θα dered them to stop. δεχτεί τον εκπρόσωπο των εργαζομένων. The
διευθυντής 40 διπλανόςA company management will meet the employees’ τοκίνητο είναι δικό σας ή της Άννας; Is this car representative. yours or Anna’s? 2. your (plural): Αυτό είναι το δικό σας αυτοκίνητο. This is your car.Β διευθυντής (ο) N [] director, manag- δικός σου, δική σου, δικό σου PRON [, er: Ο κ. Αντωνίου είναι ο νέος διευθυντής τηςΓ εταιρείας. Mr. Antoniou is the new manager of , ] 1. yours (singular): Αυτό το βι- the company. βλίο είναι δικό σου ή της Άννας; Is this book yours or Anna’s? 2. your (singular): Το δικόδιευθύντρια (η) Ν [] directress,Δ manager: Η διευθύντρια μάς κάλεσε σε σύσκε- σου φόρεμα είναι πιο ωραίο από της Άννας. ψη. The directress called us to a meeting. Your dress is nicer than Anna’s.Ε διευθύνω VB [] conduct (an orchestra): δικός της, δική της, δικό της PRON [,Την αποψινή συναυλία διευθύνει ο Αλέξανδρος , ] 1. hers: Αυτό το βιβλίο είναι δικόΖ Παβλόφ. Alexandros Pavlof is conducting to- night’s concert. της ή της Άννας; Is this book hers or Anna’s? 2. her: Αυτό είναι το δικό της βιβλίο. This is her book.Η δικαστήριο (το) N [] court: Ο μάρτυρας δικός του, δική του, δικό του PRON [, δεν εμφανίστηκε στο δικαστήριο. The witnessΘ didn’t turn up in court. , ] his: Αυτό είναι το δικό του αυτο- δίκη (η) N [] trial: Ο δικηγόρος μας έχει κερ- κίνητο. This is his car.Ι δίσει πολλές δίκες. Our lawyer has won many δικός τους, δική τους, δικό τους PRON [, trials. , ] 1. theirs: Αυτό το αυτοκίνητο εί- ναι δικό τους ή του Κώστα; Is this car theirs orΚ δικηγοράκος (ο) N (diminutive) [] Costas’? 2. their: Αυτό είναι το δικό τους αυτο- lawyer: Ένας δικηγοράκος είναι. Δεν έχει κά- κίνητο. This is their car. νει καριέρα. He is an (unsuccessful) lawyer. HeΛ doesn’t have a career. δίκτυο (το) N [] network: Υπάρχει βλάβη δικηγόρος (ο) N [] lawyer: Κανόνισα να στο δίκτυο υπολογιστών της εταιρείας. There is a failure in the company computer network.Μ συναντήσω τον δικηγόρο μου στο δικαστήριο. I δίνω VB [] 1. give: Μου έδωσε το εισιτήριό arranged to meet my lawyer in court.Ν δίκιο (το) N [] right: Πρέπει να ξέρεις την μου. She gave me my ticket. 2. prescribe: Γι- διαφορά ανάμεσα στο δίκιο και το άδικο. You ατρέ, δεν θα μου δώσετε κάτι για τον βήχα;Ξ should know the difference between right and Doctor, won’t you prescribe something for my wrong. EXP: Πάντα έχεις δίκιο. You are always cough?Ο right. διοργανώνω VB [j] organise: Διοργα- δίκλινο (το) N [] double room: Μένω με νώνουμε ένα πάρτι-έκπληξη για τα γενέθλια τηςτην φίλη μου σ’ ένα δίκλινο. I’m staying in a Μαρίνας. We are organising a surprise party forΠ double room with my friend. Marina’s birthday.Ρ δίκλινος, δίκλινη, δίκλινο ADJ [, , διορθώνω VB [] 1. correct: Δες τις σω- ] two-bed: Θα ήθελα να κλείσω ένα δίκλι- στές απαντήσεις και διόρθωσε τα λάθη σου. νο δωμάτιο για τρεις μέρες, παρακαλώ. I’d like to Look at the right answers and correct your mis-Σ book a double room for three days, please. δικός μας, δική μας, δικό μας PRON [, takes. 2. become better: Τώρα που ξέρω τις αδυναμίες μου θα προσπαθήσω να διορθωθώ. Now that I know my weaknesses I’ll try to be-Τ , ] 1. ours: Αυτό το σπίτι είναι come better. δικό μας, δεν είναι της γιαγιάς μου. This houseΥ is ours. It is not my grandmother’s. 2. our: Το δικό μας σπίτι είναι μεγαλύτερο από της γιαγιάς. δίπλα ADV [] 1. beside, next to: Θα καθίσειςΦ Our house is bigger than grandmother’s. δίπλα μου στο λεωφορείο; Will you sit next to δικός μου, δική μου, δικό μου PRON [, me in the bus? 2. by: Έχει ένα υπέροχο σπίτι δίπλα στην θάλασσα. He has a lovely house by the sea. 3. next door: Αν δεν έχουμε ζάχαρη,, ] 1. mine: Αυτό το βιβλίο είναιΧ δικό μου, δεν είναι της Άννας. This book is πήγαινε δίπλα να ζητήσεις. If we don’t have any mine. It is not Anna’s. 2. my: Το δικό μου φόρε- sugar, go next door and ask for some.Ψ μα είναι πιο ωραίο από της Άννας. My dress is διπλανός, διπλανή, διπλανό ADJ [, nicer than Anna’s. , ] next, adjacent: Το διπλανόΩ δικός σας, δική σας, δικό σας PRON [, δωμάτιο είναι το υπνοδωμάτιο των γονιών μου. , ] 1. yours (plural): Αυτό το αυ- The next room is my parents’ bedroom.
διπλός 41 δύναμηδιπλός, διπλή, διπλό ADJ [, , ] δράμα (το) Ν [] drama: Η τραγωδία και η Α double: Αγοράσαμε ένα μεγάλο διπλό κρεβάτι. κωμωδία είναι είδη του δράματος. Tragedy and Β We bought a big double bed. comedy are dramatic genres. Γ Δδίπλωμα (το) Ν [] diploma, degree: Ο δραματικός, δραματική, δραματικό ADJ Ε Γιώργος πήρε το δίπλωμά του σε τέσσερα χρό- [, , ] dramatic: Ζ νια. Giorgos got his diploma in four years. “Το αδιέξοδο” είναι μία δραματική ταινία. “Dead Η End” is a dramatic film. Θδιφραγκάκι (το) Ν (diminutive) [] a Ι two-drachma coin: Στην συλλογή μου με παλιά δραπέτης (ο) Ν [] fugitive: Συνέλαβαν Κ νομίσματα έχω ένα διφραγκάκι. I have a two- χτες τον δραπέτη. The fugitive was arrested Λ drachma coin in my collection of old coins. yesterday. Μ Νδίχως PREP [] without: Δεν πάω πουθενά δράση (η) N [] action: “Ο κατάσκοπος” εί- Ξ δίχως εσένα. I am not going anywhere without ναι μια ταινία δράσης. “The Spy” is an action Ο you. movie. Π Ρδιψάω / διψώ VB [ / ] be thirsty: Πίνω δράστης (ο) N [] perpetrator: Ο αρχη- Σ πολύ νερό, όταν διψάω. I drink a lot of water γός της αστυνομίας ανακοίνωσε ότι βρέθηκε ο Τ when I’m thirsty. δράστης του εγκλήματος. The police chief an- Υ nounced that the perpetrator of the crime had Φδιψώ διψάω been found. Χδιώχνω VB [] chase away, kick out: Του Ψ δραχμή (η) N [] drachma (the Greek cur- Ω είπε ότι δεν είναι ευπρόσδεκτος και τον έδιω- rency before changeover to euro): Αυτή η ξε. She told him that he was not welcome and φούστα στοιχίζει δέκα χιλιάδες δραχμές. This kicked him out. skirt costs ten thousand drachmas.δοκιμάζω VB [] 1. taste, try: -Έχεις δο- κιμάσει το γλυκό της γιαγιάς; -Have you tried δριμύς, δριμεία, δριμύ ADJ [, , grandma’s cake? 2. try on: Γιατί δεν δοκιμά- ] severe, harsh: Οι μετεωρολόγοι προβλέ- ζεις το μικρότερο νούμερο; Why don’t you try on πουν ότι φέτος θα έχουμε δριμύ χειμώνα. Me- the smaller size? teorologists expect a harsh winter this year.δοκιμαστήριο (το) Ν [] fitting room: δρομολόγιο (το) N [] timetable: Σύμ- Μπορείτε να δοκιμάσετε το παντελόνι στο δοκι- φωνα με τα δρομολόγια, υπάρχει λεωφορείο μαστήριο. You can try on the trousers in the fit- για την Αθήνα κάθε δύο ώρες. According to the ting room. timetable, there is a bus to Athens every two hours.δολάριο (το) Ν [] dollar: Πόσα δολάρια εί- ναι ένα ευρώ; How many dollars is one euro? δρόμος (ο) N [] street, road: Το φαρμακείο είναι στον πρώτο δρόμο δεξιά. The pharmacy isδόντι (το) Ν [] tooth: Ποιο δόντι σε πονάει; on the first street on the right. EXP: Αυτός είναι Which tooth hurts you? δρόμος ταχείας κυκλοφορίας. This is a high- way.δόση (η) N [] instalment: Μπορείτε να πλη- ρώσετε σε έξι μηνιαίες δόσεις. You can pay in δροσιά (η) N [] chill, cool: Η βραδινή δρο- six monthly instalments. σιά στο νησί είναι πολύ ευχάριστη. The evening coolness on the island is very pleasant. EXP: Τοδουλειά (η) N [] 1. job, occupation, profes- βράδυ στο νησί πιάνει δροσιά. It cools down sion: Είσαι ικανοποιημένος με την δουλειά σου; on the island at night. Are you satisfied with your job? 2. work: Πηγαί- νω στην δουλειά με το λεωφορείο. I go to work δροσοσταλιά (η) N [] dewdrop: Μια by bus. EXP: 1. Ποιος θα κάνει τις δουλειές του δροσοσταλιά κύλησε από το φύλλο. A dewdrop σπιτιού; Who’s going to do the housework? 2. fell off the leaf. Δεν μπορώ να σου μιλήσω τώρα. Έχω δουλειά. I can’t talk to you right now. I’m busy. δρχ. ACRO drs / GRD (drachmas): Το βιβλίο αυτό κοστίζει 5.000 δρχ. This book costs 5.000δουλεύω VB [] work: Δουλεύω από τις drs. 8.00 το πρωί ως τις 8.00 το βράδυ. I work from 8.00 in the morning till 8.00 in the evening. δυάρι (το) N [] two-room flat: Μένω σε ένα δυάρι στο κέντρο της πόλης. I live in a two-roomδράκος (ο) Ν [] dragon: Λένε ότι στο κά- flat in the centre of the city. στρο ζει ένας δράκος. They say that a dragon lives in the castle. δύναμη (η) N [] strength: Έριξε το ακόντιο με όλη του την δύναμη. He threw the javelin
δυναμικά 42 δώροA with all his strength. to please: Ο Γιώργος είναι τόσο δύσκολος άν- δυναμικά ADV [] dynamically: Πρέπει θρωπος! George is such a difficult person!Β να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα δυναμικά. δυσκολότερος, δυσκολότερη, δυσκολότερο We must deal with the problem dynamically. ADJ [, , ] 1.Γ δυναμώνω VB [] strengthen, make more difficult: Το διαγώνισμα ήταν δυσκολότε- stronger/more tense: Τα λόγια σου με δυνά- ρο από τις ασκήσεις. The test was more difficult μωσαν. Your words made me feel stronger. than the exercises. 2. most difficult (when pre- ceded by article): Ήταν το δυσκολότερο δια- δυνατά ADV [] 1. aloud, out loud: Διάβα- γώνισμα που έχω γράψει ποτέ. It was the most difficult exam I have ever taken.Δ σέ μας το γράμμα δυνατά. Read the letter to us aloud. 2. strongly, heavily, intensely: Έβρεχε δυστυχώς ADV [] unfortunately: Δυστυ- χώς, πρέπει να φύγω τώρα. Unfortunately, IΕ δυνατά για δύο ώρες. It rained heavily for two have to go now.Ζ hours. δυνατός, δυνατή, δυνατό ADJ [, ,Η ] 1. strong, powerful: Ένας δυνατός δώδεκα NUM [] twelve: Οι μήνες του χρό- άνεμος φυσούσε όλη την νύχτα. A strong wind νου είναι δώδεκα. There are twelve months in a year. blew all night long. 2. tense: Το “Ψυχώ” είναι έναΘ δυνατό ψυχολογικό θρίλερ. “Psycho” is a tense psychological thriller. δωδέκατος, δωδέκατη, δωδέκατο NUM [, , ] twelfth: ΣτηνΙ δυο / δύο NUM [ / ] two: Αγόρασα δυο κιλά δωδέκατη σελίδα του βιβλίου υπάρχει μια πατάτες και ένα κιλό μήλα. I bought two kilos of ωραία εικόνα. There is a nice picture on theΚ potatoes and one kilo of apples. twelfth page of the book. δύο δυο δωμάτιο (το) N [] room: Το σπίτι έχει τρία δωμάτια. There are three rooms in the house.Λ δύση (η) N [] sunset: Καθίσαμε στην παραλία EXP: Κλείσαμε δωμάτιο σε ένα ακριβό ξενο- και είδαμε την δύση του ήλιου. We sat down on δοχείο. We booked a room in an expensiveΜ the beach and watched the sunset. hotel. δύσκολα ADV [] with difficulty: Βρήκα- με το σπίτι δύσκολα. It was difficult to find the δωρεάν ADV [] free: Η είσοδος στην συ- house. ναυλία είναι δωρεάν. Entrance to the concert is free.Ν δύσκολος, δύσκολη, δύσκολο ADJ [ , , ] 1. difficult: Οι εξετάσεις στο πα- δώρο (το) N [] present, gift: Την ημέρα των γενεθλίων μου μού έκαναν πολλά δώρα. I wasΞ νεπιστήμιο ήταν πάντα δύσκολες. The exams at given many presents on my birthday.Ο university were always difficult. 2. difficult, hardΠΡΣΤΥΦΧΨΩ
Ε, ε 43 εγωισμός Α Β Ε, ε Γ ΔΕ, ε (έψιλον) []: the fifth letter of the Greek , ] sev- Ε alphabet enty-four: Στην συλλογή μου έχω εβδομήντα Ζ τέσσερα γραμματόσημα. I have seventy-four Ηεαυτός σας PRON [] yourselves: Να stamps in my collection. Θ προσέχετε τον εαυτό σας. Take care of your- Ι selves. εβδομήντα τρεις, εβδομήντα τρεις, εβδομήντα Κ τρία NUM [ , , Λεβδομάδα βδομάδα ] seventy-three: Εβδομήντα Μεβδομήντα NUM [] seventy: Ο παπ- και τρία κάνουν εβδομήντα τρία. Seventy plus Ν three equals seventy-three. Ξ πούς μας είναι εβδομήντα χρόνων. Our grand- Ο father is seventy years old. έβδομος, έβδομη, έβδομο NUM [, Π , ] seventh: Είναι το έβδομο κα- Ρεβδομήντα δύο NUM [ ] seventy- λοκαίρι μου στην Ελλάδα. It’s my seventh sum- Σ two: Τον επόμενο μήνα η γιαγιά γίνεται εβδομή- mer in Greece. Τ ντα δύο χρόνων. Next month grandmother will Υ be seventy-two years old. εγγονή (η) N [] granddaughter: Η εγγο- Φ νή μου μόλις παντρεύτηκε. My granddaughter Χεβδομήντα ένας, εβδομήντα μία, εβδομήντα has just got married. Ψ ένα NUM [ , , Ω ] seventy-one: Έχω μαζέψει εγγονός (ο) N [] grandson: Ο εγγονός μέχρι τώρα εβδομήντα ένα κουπόνια. I’ve col- μου θέλει να γίνει αεροπόρος, όταν μεγαλώσει. lected seventy-one coupons so far. My grandson wants to be a pilot when he grows up.εβδομήντα εννέα / εβδομήντα εννιά NUM [ ] / [ ] sev- εγγραφή (η) N [] or [] registra- enty-nine: Το σχολείο έχει εβδομήντα εννέα tion: Οι εγγραφές στην σχολή αρχίζουν στις 2 μαθητές. There are seventy-nine students in the Σεπτεμβρίου. Registrations in the school start school. on September 2nd.εβδομήντα εννιά εβδομήντα εννέα έγγραφο (το) N [] or [] document:εβδομήντα έξι NUM [ ] seventy- Ο διευθυντής πρέπει να υπογράψει αυτό το έγγραφο. The director should sign this docu- six: Το εβδομήντα έξι είναι ο τυχερός μου αριθ- ment. μός. Seventy-six is my lucky number. εγκατάσταση (η) N [] installation: Οιεβδομήντα επτά / εβδομήντα εφτά NUM εγκαταστάσεις του εργοστασίου είναι σε κακή [ ] / [ sev- κατάσταση. The factory’s installations are in bad enty-seven: Ο αριθμός εβδομήντα επτά κερδί- condition. ζει ένα μεγάλο βραβείο. Number seventy-seven wins a big prize. έγκλημα (το) N [] crime: Εγκλήματα όπως η ληστεία και η δολοφονία τιμωρούνταιεβδομήντα εφτά εβδομήντα επτά αυστηρά. Crimes like robbery and murder are severely punished.εβδομήντα οκτώ / εβδομήντα οχτώ NUM [ / [ sev- έγκριση (η) N [] approval: Θα πρέπει να enty-eight: Η γιαγιά μου είναι εβδομήντα οκτώ περιμένουμε 3 ημέρες για την έγκριση του δα- χρόνων. My grandmother is seventy-eight years νείου σας. We’ll have to wait 3 days for the ap- old. proval of your loan.εβδομήντα οχτώ εβδομήντα οκτώ εγχείρηση (η) N [] operation: Η εγχείρη-εβδομήντα πέντε NUM [] or ση ευτυχώς πέτυχε. Fortunately, the operation was successful. [ ] seventy-five: Η γιαγιά μας είναι εβδομήντα πέντε χρόνων. Our grand- εγώ PRON- PERS [] I: Εγώ είμαι η Άννα. I am mother is seventy-five years old. Anna.εβδομήντα τέσσερις, εβδομήντα τέσσερις, εγωισμός (o) N [] selfishness, egoism: εβδομήντα τέσσερα NUM [ ,
εγωιστής 44 είμαι Ο εγωισμός του τον εμποδίζει να παραδεχτεί τα some food, soap and toothpaste. εικόνα (η) Ν [] 1. picture, image: Στα παι-A λάθη του. His egoism prevents him from admit- ting his mistakes. διά αρέσουν πολύ τα βιβλία με εικόνες. Children love books with pictures. 2. icon: Αυτή η εκκλη-Β εγωιστής (o) N [] egoist, selfish: Μηνείσαι εγωιστής. Πρέπει να σκέφτεσαι και τους σία έχει μια πολύ παλιά εικόνα. There is a veryΓ άλλους. Don’t be selfish. You ought to think of old icon in this church. others as well. είκοσι NUM [] twenty: Δέκα και δέκα κάνουν εδώ ADV [] here: -Στέλλα, πού είναι η εφημε- είκοσι. Ten plus ten equals twenty. είκοσι δύο NUM [ ] twenty-two: Είμαι εί-Δ ρίδα; -Εδώ, πάνω στο τραπέζι. -Stella, where is the newspaper? -Here, on the table. EXP: Μένω κοσι δύο χρόνων. I am twenty-two years old. είκοσι ένας, είκοσι μία, είκοσι ένα NUM [Ε στην Αθήνα εδώ και πέντε χρόνια. I’ve been liv- ing in Athens for five years. , , ] twenty-one: Η Μα- ρία έχει μαζέψει είκοσι ένα κουπόνια. Maria hasΖ εθνικός, εθνική, εθνικό ADJ [, , ] national: Ο ολυμπιονίκης έγινε δεκτός collected twenty-one coupons.Η στην χώρα του ως εθνικός ήρωας. The Olympic είκοσι εννέα / είκοσι εννιά NUM [ / winner was welcomed in his country as a na- [ twenty-nine: Ο άντρας μου είναι εί-Θ tional hero. κοσι εννέα χρόνων κι εγώ είμαι είκοσι έξι. My εθνικότητα (η) N [] nationality: -Ποια εί- husband is twenty-nine years old and I am twen- ναι η εθνικότητά σου; -Είμαι Γερμανός. -What’s ty-six.Ι your nationality? -I’m German. είκοσι εννιά είκοσι εννέα είκοσι έξι NUM [ ] twenty-six: Ο άντρας είδηση (η) N [] news (in plural): Κάθε μέρα μου είναι είκοσι εννέα χρόνων κι εγώ είμαι είκο-Κ παρακολουθώ τις ειδήσεις των 7:30. Every day σι έξι. My husband is twenty-nine years old and I watch the 7:30 news. I am twenty-six.Λ ειδίκευση (η) N [] specialisation: Πήρα το πτυχίο της φιλολογίας με ειδίκευση στην αρχαία είκοσι επτά / είκοσι εφτά NUM [ /Μ ελληνική λογοτεχνία. I got a degree in philology [ ] twenty-seven: Σε είκοσι επτά ημέ- with a specialisation in ancient Greek literature. ρες έχουμε Χριστούγεννα. In twenty-seven days it’s Christmas.Ν ειδικότητα (η) N [] speciality: Ο Πανα- γιώτης είναι αρχαιολόγος και η ειδικότητά του είκοσι εφτά είκοσι επτάΞ είναι η κλασική γλυπτική. Panagiotis is an ar- είκοσι οκτώ / είκοσι οχτώ NUM [ / chaeologist and his speciality is classical sculp- ture. [ ] twenty-eight: Στην βεράντα μου έχω είκοσι οκτώ γλάστρες. I have twenty-eightΟ ειδοποίηση (η) N [] notification: Έλαβα flower-pots on my veranda. μια ειδοποίηση ότι πρέπει να εμφανιστώ στο είκοσι οχτώ είκοσι οκτώΠ δικαστήριο τον επόμενο μήνα. I received a notifi- είκοσι πέντε NUM [ ] twenty-five: Η εργασία μου αποτελείται από είκοσι πέντε σελί- cation that I must appear in court next month. δες. My essay consists of twenty-five pages.Ρ ειδοποιητήριο (το) N [] notification: είκοσι τέσσερις, είκοσι τέσσερις, είκοσι τέσ- Έλαβα ένα ειδοποιητήριο ότι πρέπει να εμφα- σερα NUM [ , , Σ νιστώ στο δικαστήριο τον επόμενο μήνα. I re- ] twenty-four: Είκοσι τέσσερα ζευγάριαΤ ceived a notification that I must appear in court πήραν μέρος στον διαγωνισμό χορού. Twenty- next month. four couples took part in the dance contest.Υ ειδοποιώ VB [] inform, notify: Με ειδοποί- ησαν για το συμβάν και ήρθα αμέσως. I was no-tified about the incident and I came right away. είκοσι τρεις, είκοσι τρεις, είκοσι τρία NUM [Φ είδος (το) N [] 1. kind, type: Τι είδος μουσικής , , ] twenty-three: Είμαι σου αρέσει; Which kind of music do you like? 2. στην Ελλάδα είκοσι τρία χρόνια. I’ve been in item, supply, goods: Οι τιμές αναγράφονται σε Greece for twenty-three years. εικοστός, εικοστή, εικοστό NUM [, ,Χ όλα τα είδη του καταστήματος. Price tags are ] twentieth: Τερμάτισε εικοστός στονΨ on all items in the store. EXP: Πρέπει να προ- αγώνα. He finished twentieth in the race. μηθευτούμε τουλάχιστον τα είδη πρώτης ανά-Ω γκης: λίγα τρόφιμα, σαπούνι και οδοντόκρεμα. είμαι VB [] 1. be: Σήμερα είμαι πολύ χαρούμε-We have to buy at least the basic necessities: νη. Today I am very happy. 2. come from: Εί-
ειρήνη 45 εκπρόσωπος μαι από την Ελλάδα. I come from Greece. EXP: πέλο. I’ll buy that red hat. Α Πώς είσαι; How are you? Β έκθεση (η) N [] exhibition: Η έκθεση θα δι- Γειρήνη (η) N [] peace: Το περιστέρι είναι το αρκέσει μέχρι το τέλος του μήνα. The exhibition Δ σύμβολο της ειρήνης. The dove is the symbol will last until the end of the month. Ε of peace. Ζ εκκαθαριστικό (το) N [] clearing Ηεισαγωγή (η) N [] import: Η Άλκηστη δου- account, tax clearance: “Όλα τα εκκαθαριστι- Θ λεύει σε μια εταιρεία που κάνει εισαγωγές αρω- κά θα έχουν αποσταλεί μέχρι το τέλος του μήνα”, Ι μάτων. Alkistis works for a company that imports είπε ο υπουργός. “All tax clearances will have Κ perfumes. been sent by the end of the month” the Minister Λ said. Μεισαγωγικά (τα) Ν [] quotation marks: Ν Βάλε την λέξη σε εισαγωγικά. Put the word in εκκλησία (η) N [] church: Η γιαγιά μου πη- Ξ quotation marks. γαίνει στην εκκλησία κάθε Κυριακή. My grand- Ο mother goes to church every Sunday. Πεισιτήριο (το) N [] ticket: Πρέπει να αγο- Ρ ράσουμε τα εισιτήρια για την συναυλία τουλά- εκμεταλλεύομαι VB [] take Σ χιστον δυο βδομάδες νωρίτερα. We have to buy advantage of: Μην εκμεταλλεύεσαι τους άλ- Τ the tickets for the concert at least two weeks λους για το δικό σου συμφέρον. Don’t take ad- Υ earlier. vantage of others for your own interest. Φ Χείσοδος (η) N [] entrance: Μας υποδέχτη- εκνευρίζω VB [] 1. irritate, annoy: Με Ψ καν στην είσοδο του σπιτιού. They welcomed us εκνευρίζεις, όταν συμπεριφέρεσαι έτσι. You irri- Ω at the entrance to the house. tate me when you behave like this. 2. lose one’s patience: Μην εκνευρίζεσαι. Προσπάθησε ναεισπράττω VB [] 1. receive payment, ηρεμήσεις. Don’t lose your patience. Try to calm levy: Ποτέ δεν εισέπραξε τα χρήματα που του down. όφειλαν. He never received the money they owed him. 2. cash: Μπορώ να εισπράξω αυτή εκνευριστικός, εκνευριστική, εκνευριστικό ADJ την επιταγή; Can I cash this cheque? [, , ] irri- tating: Ο θόρυβος των αυτοκινήτων ήταν εκνευ-εκατό NUM [] a hundred: Μπορείς να μετρή- ριστικός. The noise from the cars was irritating. σεις μέχρι το εκατό; Can you count to a hun- dred? εκπαίδευση (η) N [] education, train- ing: Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροεκδίδω VB [] publish: Το νέο του βιβλίο εκ- χρησιμοποιούνται οι υπολογιστές στην εκπαί- δίδεται τον επόμενο μήνα. His new book is to be δευση. In recent years, computers are being published next month. used more and more in education.έκδοση (η) N [] edition, publication: Η έκ- εκπαιδεύω VB [] educate, train: Στο δοση της νέας ποιητικής του συλλογής αναμένε- σχολείο μας εκπαιδεύουμε τους μαθητές στις ται σύντομα. The publication of his latest collec- νέες τεχνολογίες. Our school trains students in tion of poems is expected soon. new technologies.εκδοτήριο (το) N [] ticket-counter: Για εκπληκτικός, εκπληκτική, εκπληκτικό ADJ να αγοράσεις κάρτα μακράς διαρκείας, πήγαινε [, , ] amazing, στο εκδοτήριο του μετρό. To buy a long-term astonishing: Το καλοκαίρι διάβασα ένα εκπλη- card, go to the metro ticket-counter. κτικό βιβλίο. I read an amazing book last sum- mer.εκδοτικός, εκδοτική, εκδοτικό ADJ [k, , k] publishing: Η εκδοτική του έκπληξη (η) N [] surprise: “Τι ευχάριστη δραστηριότητα περιλαμβάνει πολλά περιοδικά έκπληξη!”, είπε η Ζωή, μόλις με είδε. “What a και εφημερίδες. His publishing activities include pleasant surprise!” Zoe said when she saw me. many magazines and newspapers. εκπομπή (η) N [] programme: Η επό-εκδρομή (η) N [] excursion: Την Κυριακή μενή μας εκπομπή θα είναι αφιερωμένη στα κα- θα πάμε εκδρομή στους Δελφούς. We’re going τοικίδια ζώα. Our next programme will be about on an excursion to Delphi on Sunday. pets.εκεί ADV [] there: Το βιβλίο είναι εκεί, επάνω εκπρόσωπος (ο/η) N [] representative, στο τραπέζι. The book is there, on the table. delegate: Ο εκπρόσωπος των φοιτητών θα συμμετάσχει στις συνομιλίες με τους καθηγητές.εκείνος, εκείνη, εκείνο PRON [, , The students’ representative will take part in the ] that: Θα αγοράσω εκείνο το κόκκινο κα-
έκπτωση 46 εμπορικόςA discussions with the teachers. ελεύθερος, ελεύθερη, ελεύθερο ADJ [, έκπτωση (η) N [] sale: Την Δευτέρα αρχί- , ] 1. free: Βγήκε από την φυ- ζουν οι εκπτώσεις. The sales start on Monday. λακή και τώρα είναι ελεύθερος. He got out of prison and he’s free now. 2. spare: Τι κάνεις συ-Β εκρήγνυμαι VB [] explode: Η βόμβα θα νήθως στον ελεύθερο χρόνο σου; What do you εκραγεί σε 3 λεπτά. The bomb will explode in 3 usually do in your spare time?Γ minutes. ελέφαντας (ο) N [] elephant: Οι ελέ-Δ έκταση (η) N [] extent: Η έκταση της κατα- φαντες είναι γκρι και έχουν προβοσκίδα. El- στροφής είναι μεγάλη. The extent of the damage ephants are grey and have a trunk. is great.Ε εκτελώ VB [] execute, carry out: Ο κατά- ελιά (η) N [] 1. olive: Να βάλω ελιές στην σα- σκοπος εκτέλεσε την αποστολή του. The spy λάτα; Shall I put some olives in the salad? 2. olive tree: Οι ελιές είναι χαρακτηριστικές του carried out his mission. μεσογειακού τοπίου. Olive trees are character- istic of the Mediterranean landscape.Ζ εκτιμάω / εκτιμώ VB [ / ] estimate: Εκτιμώ ότι το κόστος τους έργου θα είναι πε- ελικόπτερο (το) N [] helicopter, chopper: Ένα ελικόπτερο πετάει πάνω απόΗ ρίπου 10.000 ευρώ. I estimate the cost of the την πόλη. A helicopter is flying over the city. Ελλάδα (η) N [] Greece: Οι πρώτοι σύγχρο- project at approximately 10.000 euros. νοι Ολυμπιακοί Αγώνες έγιναν στην Ελλάδα το 1896. The first modern Olympic Games wereΘ εκτίμηση (η) N [] respect, regard, appreciation: Με αυτό το δώρο θέλω να σαςΙ δείξω την εκτίμησή μου. With this gift I wish toshow my appreciation.Κ εκτιμώ εκτιμάω held in Greece in 1896.Λ εκτοξεύω VB [] launch: Ο πύραυλος θα Έλληνας (ο) N [] Greek: Ο θείος μου ζει εκτοξευθεί το απόγευμα. The rocket is going to στην Γερμανία, αλλά είναι Έλληνας. My uncle be launched this afternoon. lives in Germany but he’s Greek.Μ έκτος, έκτη, έκτο NUM [, , ] sixth: Ελληνίδα (η) N [] Greek: Η γυναίκα του θεί- Μένω στον έκτο όροφο. I live on the sixth floor. ου μου είναι Ελληνίδα, όχι Αγγλίδα. My uncle’s wife is Greek, not English.Ν ελαιόλαδο (το) N [] olive oil: Πάντα χρη- σιμοποιώ ελαιόλαδο, όταν μαγειρεύω. I always Ελληνικά (τα) N [] Greek: Μιλάτε Ελληνικά use olive oil in cooking. πολύ καλά. You speak Greek very well.Ξ ελαστικό (το) N [] tyre: Τα ελαστικά του ελληνικός, ελληνική, ελληνικό ADJ [, αυτοκινήτου μου έχουν φθαρεί. The tyres of my , ] Greek: Το καλοκαίρι θα πάμε κρουαζιέρα στα ελληνικά νησιά. We are goingΟ car are worn out. on a cruise to the Greek islands this summer. ελάττωμα (το) N [] disadvantage, fault, ελπίζω VB [] hope: Ελπίζω να γίνεις γρή- γορα καλά. I hope you get well soon.Π weakness: Είναι πολύ καλό παιδί, αλλά έχει ένα ελάττωμα: λέει ψέματα. He is a very nice guy ΕΛΤΑ / ΕΛ.ΤΑ. ACRO [] Hellenic Post: ΕΛΤΑ σημαίνει Ελληνικά Ταχυδρομεία. ΕΛΤΑ meansΡ but he has a fault: he lies. Hellenic Post.Σ ελαφρά ADV [] slightly, lightly: Τον ακού- έμβρυο (το) N [] foetus, embryo: Το έμ- μπησε ελαφρά στον ώμο. She touched him βρυο μεγαλώνει στην κοιλιά της μητέρας για lightly on the shoulder. εννέα μήνες. The foetus grows in the mother’s womb for nine months.Τ ελαφρύς, ελαφριά, ελαφρύ ADJ [, , ] light: Εσύ σήκωσε αυτή την βαλίτσα. Εί- εμείς PRON [] we: Εμείς μαθαίνουμε Ελληνι- ναι πιο ελαφριά. Take this suitcase. It’s lighter. κά. We are learning Greek.Υ ελεγκτήριο (το) N [] check-in counter: εμπειρία (η) N [] experience: Το ταξίδι Πηγαίνετε στο ελεγκτήριο 53, παρακαλώ. Go to στην Ινδία ήταν μια καταπληκτική εμπειρία. The trip to India was a magnificent experience.Φ check-in counter 53, please.Χ έλεγχος (ο) N [] control, check: Πριν από εμπιστεύομαι VB [] trust: Μην τον την απογείωση θα γίνει έλεγχος των αποσκευ- εμπιστεύεσαι. Λέει πάντα ψέματα. Don’t trust ών. Before take-off baggage will be checked. him. He lies all the time.Ψ ελευθερία (η) N [] freedom: Το έθνος εμπορικός, εμπορική, εμπορικό ADJ μας πολέμησε για να κερδίσει την ελευθερίαΩ του. Our nation fought to gain its freedom.
εμφανίζω 47 ένεση [, , ] com- ενενήντα δύο NUM [ ] ninety-two: Α mercial: Το φιλμ είχε εμπορική επιτυχία. The Η γιαγιά μου αύριο θα γίνει ενενήντα δύο χρό- Β film was a commercial success. νων! Tomorrow my grandmother will be ninety- Γεμφανίζω VB [] develop: Η Ερμιόνη εμ- two years old! Δ φανίζει συμπτώματα γρίπης. Ermioni is devel- Ε oping flu symptoms. ενενήντα ένας, ενενήντα μία, ενενήντα ένα NUM Ζέμφαση (η) N [] emphasis, attention: Πολύ [ , , Η μεγάλη έμφαση θα δοθεί στην αισθητική του ] ninety-one: Έχω ενενήντα ένα γραμματό- Θ χώρου. A great deal of attention will be given to σημα από την Δανία. I have ninety-one stamps Ι the aesthetics of the place. from Denmark. Κένα ART (neuter indefinite) [] a, an, one: Ένα Λ παιδί με ρώτησε τι ώρα είναι. A child asked me ενενήντα εννέα / ενενήντα εννιά NUM [ Μ what time it was. / [ ] ninety-nine: Εκατό μεί- Ν ον ένα ίσον ενενήντα εννέα. A hundred minus Ξεναλλακτικός, εναλλακτική, εναλλακτικό ADJ one equals ninety-nine. Ο [, , ] alternative: Π Έχεις να προτείνεις κάποια εναλλακτική λύση; ενενήντα εννιά ενενήντα εννέα Ρ Do you have an alternative solution to suggest? Σ ενενήντα έξι NUM [ ] ninety-six: Τέναντι ADV [] 1. relatively, contrary: Εί- Στο κτήμα μας έχουμε ενενήντα έξι δέντρα. On Υ σαι σε μειονεκτική θέση έναντι των άλλων υπο- our farm we have ninety-six trees. Φ ψηφίων. You are at disadvantage to the other Χ candidates. 2. towards: Η συμπεριφορά του ενενήντα επτά / ενενήντα εφτά NUM [ Ψ έναντι των μαθητών δεν είναι σωστή. His atti- / [ ] ninety-seven: Αυτό το Ω tude towards the students is not right. χωριό έχει ενενήντα επτά σπίτια. This village has ninety-seven houses.ένας ART (masculine indefinite) [] a, an, one: Γνώρισα χθες έναν άντρα που σου μοιά- ενενήντα εφτά ενενήντα επτά ζει πολύ. I met a man yesterday who looks very much like you. ενενήντα οκτώ / ενενήντα οχτώ NUM [ / [ ] ninety-eight: Ο παπ-ένας, μία/μια, ένα (1) NUM [, /, ] πούς του Τάσου είναι ενενήντα οκτώ χρόνων! one: Το λεωφορείο θα φτάσει σε μία ώρα. The Taso’s grandfather is ninety-eight years old! bus will arrive in one hour. ενενήντα οχτώ ενενήντα οκτώένας, μία/μια, ένα (2) PRON [, /, ] a, an, one, someone: Τηλεφώνησε ένας και σε ενενήντα πέντε NUM [ ] nine- ζήτησε. Someone called and asked for you. ty-five: Σήμερα μαζέψαμε ενενήντα πέντε κο- χύλια. Today we collected ninety-five shells.ένατος, ένατη, ένατο NUM [, , ] ninth: Ο Σεπτέμβριος είναι ο ένατος μήνας του ενενήντα τέσσερις, ενενήντα τέσσερις, ενε- χρόνου. September is the ninth month of the year. νήντα τέσσερα NUM [ , , ] ninety-ενδέκατος, ενδέκατη, ενδέκατο NUM [, four: Η Φωτεινή έχει ενενήντα τέσσερα γραμ- , ] eleventh: Ο Νοέμβριος είναι ματόσημα από την Γερμανία. Fotini has ninety- ο ενδέκατος μήνας του χρόνου. November is the four stamps from Germany. eleventh month of the year. ενενήντα τρεις, ενενήντα τρεις, ενενήνταενδιαφέρον (το) Ν [] interest: Άκουσε τρία NUM [ , , την διάλεξη με μεγάλο ενδιαφέρον. He listened ] ninety-three: Αυτό το χωριό to the lecture with great interest. EXP: Η διάλεξη έχει ενενήντα τρία σπίτια. This village has nine- είχε ενδιαφέρον. The lecture was interesting. ty-three houses.ενδιαφέρω VB [] interest: Με ενδια- ενέργεια (η) N [] energy: Είμαι πολύ κου- φέρουν πολύ τα θέματα οικολογίας. / Ενδιαφέ- ρασμένη. Δεν έχω ενέργεια ούτε να σηκωθώ ρομαι πολύ για τα θέματα οικολογίας. I am very από το κρεβάτι. I am very tired. I don’t even have interested in ecological matters. the energy to get out of bed.ενενήντα NUM [] ninety: Εκατό μεί- ενεργοποιώ VB [] activate, turn on: ον δέκα ίσον ενενήντα. A hundred minus ten Απαγορεύεται να ενεργοποιήσετε το κινητό equals ninety. σας κατά την διάρκεια της πτήσης. You are not allowed to turn on your mobile during the flight. ένεση (η) N [] injection: Με αυτή την ένεση ο ασθενής θα κοιμηθεί για πολλές ώρες. With this
ενημερώνω 48 ενυδάτωσηA injection the patient will sleep for many hours. 2. annoy: Η συμπεριφορά του με ενόχλησε. His ενημερώνω VB [] inform: Σας ενημε- attitude annoyed me.Β ρώνουμε ότι η πρεμιέρα της παράστασης ανα- εντάξει ADV [] all right, OK: Εντάξει,βάλλεται. We wish to inform you that the pre- θα πάμε στην συναυλία. Ok, we’ll go to the con-miere of the show has been postponed. cert.Γ ενημέρωση (η) N [] informing, briefing: έντεκα NUM [] eleven: Δέκα και ένα κά-Στόχος της εφημερίδας μας είναι η αντικειμενική νουν έντεκα. Ten plus one equals eleven.Δ ενημέρωση του πολίτη. The aim of this news- paper is the objective informing of the citizens. εντελώς ADV [] completely: Μην συ- γκρίνεις τις δύο καταστάσεις. Είναι εντελώς δι-Ε EXP: Θα ήθελα να κάνω ενημέρωση του λογα- αφορετικές. Don’t compare the two situations. ριασμού μου. I’d like to update my account. They are completely different.Ζ ενθουσιασμένος, ενθουσιασμένη, ενθουσια- εντολή (η) N [] order, command: Ο σμένο PART [, , στρατιώτης υπάκουσε αμέσως στην εντολή τουΗ ] excited: Ήταν ενθουσιασμένος με το καινούριο του αυτοκίνητο. He was excited στρατηγού. The soldier immediately obeyed theΘ about his new car. general’s order. ενθουσιασμός (o) N [] enthusiasm: Άρχισε τα μαθήματα Ελληνικών με ενθουσια- έντονα ADV [] heavily: Έβρεχε έντονα σμό. He started his Greek lessons with enthu- για δύο ώρες. It rained heavily for two hours.Ι siasm. έντονος, έντονη, έντονο ADJ [, , ] 1. intense, acute, strong: εννέα / εννιά NUM [] / [] nine: Ξέρεις ποι- Γιατρέ, έχω έναν έντονο πόνο στο στήθος. Doc- tor, I feel an acute pain in my chest. 2. vivid,Κ ες ήταν οι εννέα Μούσες; Do you know who the bright: Μου αρέσουν τα έντονα χρώματα. I like nine Muses were? bright colours.Λ εννιά εννέα εντονότερος, εντονότερη, εντονότερο ADJΜ ενοικιαζόμενος, ενοικιαζόμενη, ενοικιαζό- [, , ] 1. μενο PART [, , more vivid: Έχω εντονότερες αναμνήσεις απόΝ ] for rent: Στα νησιά υπάρχουν πολλά ενοικιαζόμενα δωμάτια. On the islands την παιδική μου ηλικία από ό,τι από την εφηβι-Ξ there are many rooms for rent. κή. I have more vivid memories from my child- ενοικιάζω / νοικιάζω VB [ / ] 1. let hood than from my adolescence. 2. most vivid (when preceded by article): Από τα καλοκαίρια στο χωριό της γιαγιάς έχω τις εντονότερες ανα-Ο out: Φεύγει για την Αμερική και αποφάσισε να μνήσεις. I have the most vivid memories from ενοικιάσει το σπίτι του. He’s leaving for Ameri-ca and he’s decided to let out his house. 2. rent: my summers in grandmother’s village.Π Ενοικιάσαμε ένα δίκλινο δωμάτιο στην Σαντορί- έντυπο (το) N [] (printed) form: Συμπλη- νη για όλο τον μήνα. We have rented a double- ρώστε το έντυπο της αίτησης. Fill in the applica-Ρ bed room in Santorini for the whole month. EXP: tion form. EXP: Στην είσοδο του καταστήματος Ενοικιάζεται διαμέρισμα. Apartment to let / for μοίραζαν διαφημιστικά έντυπα. They wereΣ rent. ενοικιαστής (ο) N [] tenant, renter: Ο delivering some leaflets/brochures to the en- trance of the shop.Τ παλιός ενοικιαστής άφησε το διαμέρισμα σε εντυπωσιακός, εντυπωσιακή, εντυπωσι- πολύ κακή κατάσταση. The old tenant left the ακό ADJ [, ,Υ apartment in a very bad condition. ] impressive: Τα κοστούμια της ενοίκιο / νοίκι (το) Ν [ / ] rent: Πόσο παράστασης είναι εντυπωσιακά. The costumes in the show are impressive.ενοίκιο πληρώνεις γι’ αυτό το διαμέρισμα; HowΦ much rent do you pay for this flat? ενυδατικός, ενυδατική, ενυδατικόADJ [,ένοπλος, ένοπλη, ένοπλο ADJ [, , , ] hydrating: Χρησιμοποιώ κα-Χ ] armed: Ο ληστής ήταν ένοπλος και είχε θημερινά ενυδατική κρέμα, γιατί το δέρμα μου καλυμμένο το πρόσωπό του. The robber was είναι πολύ ξηρό. I use hydrating cream daily, be-Ψ armed and had his face covered. cause my skin is very dry. ενοχλώ VB [] 1. disturb: Νομίζεις ότι θα ενυδάτωση (η) Ν [] hydration,Ω τον ενοχλήσω, αν τον πάρω τηλέφωνο τώρα; moistening: Χρησιμοποιώ κρέμα για την ενυ- Do you think I will disturb him if I call him now? δάτωση της επιδερμίδας. I use a cream for the
ενώ (1) 49 εξόφληση moistening of the skin. εξήντα δευτερόλεπτα. One minute has sixty Α seconds. Βενώ (1) CONJ (denoting contradiction) [] εξήντα δύο NUM [ ] sixty-two: Στο Γ while, whereas: Μου αρέσει το παγωτό σο- πάρτι ήρθαν εξήντα δύο καλεσμένοι. Sixty-two Δ κολάτα, ενώ της Μαρίας τής αρέσει το παγωτό guests came to the party. Ε μπανάνα. I like chocolate ice-cream, while Maria Ζ likes banana ice-cream. εξήντα ένας, εξήντα μία, εξήντα ένα NUM Η [ , , ] Θενώ (2) CONJ (denoting time) [] while: Ενώ sixty-one: Ο θείος μου είναι συγγραφέας και Ι εσύ κοιμόσουν, εγώ δούλευα. While you were έχει γράψει εξήντα ένα βιβλία! My uncle is a Κ asleep, I was working. writer and has written sixty-one books! Λ Μενώνω VB [] join: Η γέφυρα ενώνει τις δύο εξήντα εννέα / εξήντα εννιά NUM Ν όχθες του ποταμού. The bridge joins the two / ] sixty-nine: Εξήντα και Ξ sides of the river. εννέα κάνουν εξήντα εννέα. Sixty plus nine Ο equals sixty-nine. Πεξαίρεση (η) N [] exception: Σε κάθε κα- Ρ νόνα υπάρχει μια εξαίρεση. There is an excep- εξήντα εννιά εξήντα εννέα Σ tion to every rule. εξήντα έξι NUM [ ] sixty-six: Η Μαρ- Τ Υεξαιρώ VB [] exclude: Αν εξαιρέσεις τον γαρίτα έχει γράψει εξήντα έξι ποιήματα. Marga- Φ Γιώργο, όλοι οι υπόλοιποι συμφώνησαν με την ret has written sixty-six poems. Χ πρότασή μου. Giorgos excluded, all the others Ψ agreed to my proposal. εξήντα επτά / εξήντα εφτά NUM [ ] Ω / [ ] sixty-seven: Στο κτήμα μαςεξακολουθώ VB [] continue, keep/go έχουμε εξήντα επτά δέντρα. On our farm we on: Θα εξακολουθήσουμε να αγωνιζόμαστε για have sixty-seven trees. μια δικαιότερη κοινωνία. We’ll keep on fighting for a fairer society. εξήντα εφτά εξήντα επτά εξήντα οκτώ / εξήντα οχτώ NUM [ ]έξαλλος, έξαλλη, έξαλλο ADJ [, , ] very angry, mad: Η Χαρά έγινε έξαλλη, / [ ] sixty-eight: Οι τρεις τάξεις όταν έμαθε ότι δεν κράτησα την υπόσχεσή μου. μαζί έχουν εξήντα οκτώ παιδιά. There are sixty- Chara was very angry when she found out that I eight children altogether in the three classes. hadn’t kept my promise. εξήντα οχτώ εξήντα οκτώεξάλλου CONJ [] after all: Όχι, δεν θα τον εξήντα πέντε NUM [ ] sixty-five: καλέσω στο πάρτι. Εξάλλου, ούτε αυτός με κά- λεσε στο δικό του. No, I am not going to invite Είμαι σαράντα πέντε χρόνων. Σε είκοσι χρόνια him to the party. After all, he didn’t invite me to θα είμαι εξήντα πέντε. I am forty-five years old. his either. In twenty years I will be sixty-five.εξαργυρώνω VB [] cash: Θα πάω εξήντα τέσσερις, εξήντα τέσσερις, εξήντα τέσ- στην τράπεζα, για να εξαργυρώσω μια επιταγή. σερα NUM [ , , I’m going to the bank to cash a cheque. ] sixty-four: Εξήντα και τέσσε- ρα ίσον εξήντα τέσσερα. Sixty plus four equalsεξέλιξη (η) N [] advancement, evolu- sixty-four. tion, promotion: Τον απασχολεί πολύ η επαγ- γελματική του εξέλιξη. He is very worried about εξήντα τρεις, εξήντα τρεις, εξήντα τρία NUM his career advancement. [ , , ] sixty-three: Εξήντα και τρία ίσον εξήντα τρία.εξετάζω VB [] examine: Ο γιατρός θα Sixty plus three equals sixty-three. σας εξετάσει σε μια ώρα. The doctor will exam- ine you in an hour. έξι NUM [] six: Τρία και τρία κάνουν έξι. Three plus three equals six.εξέταση (η) Ν [] exam: Δεν τα πήγα καλά στις εξετάσεις χτες. I didn’t do well in the exams έξοδος (η) N [] 1. exit: Συγγνώμη, πού εί- yesterday. ναι η έξοδος; Excuse me, where is the exit? 2. going out: Όταν ήμαστε έφηβοι, όλη την εβδο-εξηγώ VB [] explain: Δεν καταλαβαίνω. μάδα περιμέναμε με αγωνία την σαββατιάτικη Εξήγησέ μου, σε παρακαλώ, τι εννοείς. I don’t έξοδο. When we were teenagers, all week we understand. Please explain to me what you used to look forward to going out on Saturday mean. evening.εξήντα NUM [] sixty: Ένα λεπτό έχει εξόφληση (η) N [] repayment: Η εξόφλη-
εξοφλώ 50 επιδερμίδαA ση του δανείου είναι σε 24 μήνες. Repayment of δασκάλα. -What’s your profession? -I am a the loan is in 24 months. teacher.Β εξοφλώ VB [] repay, pay off: Μπορείτε επαγγελματικός, επαγγελματική, επαγγελμα-να εξοφλήσετε το δάνειο σε 36 δόσεις. You can τικό ADJ [, ,pay off the loan in 36 instalments. ] professional, business: ΟΓ εξοχή (η) N [] country, countryside: Έχουν ένα υπέροχο σπίτι στην εξοχή, δίπλα στην λίμνη. μπαμπάς μου λείπει συχνά σε επαγγελματικά ταξίδια. My father is often away on businessΔ They have a wonderful house in the country, by trips. the lake. επαινώ VB [] praise: Ο διευθυντής τον επαί-Ε εξοχικό (το) Ν [] country house: Αυτό το νεσε για την δουλειά του. The director praised σαββατοκύριακο θα πάμε στο εξοχικό μας. We him for his work.Ζ are going to our country house this weekend. επαναλαμβάνω VB [] repeat: Το εξοχικός, εξοχική, εξοχικό ADJ [, επαναλαμβάνω, για να καταλάβετε όλοι. I’ll re- peat it so that everybody understands.Η , ] rural, country: Φέτος θα επάνω / πάνω ADV [ / ] 1. up: Το εστι- κάνουμε διακοπές στο εξοχικό μας σπίτι στηνΘ Άνδρο. We are spending our holidays in our ατόριο είναι λίγο πιο επάνω, κοντά στην πλα- country house on Andros this year. τεία. The restaurant is a bit further up, near theΙ εξπρές, εξπρές, εξπρές ADJ [, , square. 2. on: Το πιάτο είναι επάνω στο τραπέζι. ] express: Θα ήθελα δύο εισιτήρια με το The dish is on the table. 3. over: Το αεροπλάνο εξπρές τρένο για Θεσσαλονίκη. I’d like two tick- πετάει επάνω από τα σύννεφα. The aeroplane is flying over the clouds. 4. top: Υπάρχουν μερι- ets for the express train to Thessaloniki. κά καθαρά ποτήρια στο επάνω ράφι. There are some clean glasses on the top shelf.Κ εξυπηρετώ VB [] help: Η πωλήτρια που επαφή (η) N [] contact: Ζει απομονωμένος μας εξυπηρέτησε ήταν πολύ φιλική. The shop σε ένα μικρό νησί χωρίς καμία επαφή με άλλους ανθρώπους. He lives alone on a small islandΛ assistant that helped us was very friendly. without any contact with other people. έξυπνα ADV [] intelligently, smartly, επείγων, επείγουσα, επείγον ADJ [, , ] express: Σε πόσες μέρες φτά-Μ cleverly: Έπαιξα έξυπνα, γι’ αυτό κέρδισα. I νει συνήθως ένα επείγον γράμμα; How many played cleverly; that’s why I won. days does it usually take for an express mail toΝ έξυπνος, έξυπνη, έξυπνο ADJ [, , ] clever, smart, intelligent: Ο γιος μουΞ είναι πολύ έξυπνος! My son is really clever! εξυπνότερος, εξυπνότερη, εξυπνότερο ADJ arrive? επειδή CONJ [] because: -Γιατί δεν μου τη-Ο [, , ] 1. smarter, more intelligent: Ο σκύλος μου εί- λεφώνησες; -Επειδή το ξέχασα. -Why didn’t you ναι εξυπνότερος από τον δικό σου. My dog is call me? -Because I forgot to.Π smarter than yours. 2. smartest, most intelli-Ρ gent (when preceded by article): Ο Γιώργος επεισόδιο (το) Ν [] episode: Μην χάσε-έδωσε την εξυπνότερη απάντηση απ’ όλους. τε το τελευταίο επεισόδιο της αγαπημένης σας σειράς. Don’t miss the last episode of your fa-Σ George gave the smartest answer of all. vourite series. έξω ADV [] 1. out, outside: Κοίτα! ΧιονίζειΤ έξω. Look! It’s snowing outside. 2. outside: Το επιβάτης (o) N [] passenger: Ευτυχώς,αυτοκίνητο είναι έξω από το γκαράζ. The car is κανένας από τους επιβάτες δεν τραυματίστηκε κατά το ατύχημα. Fortunately, none of the pas-outside the garage.Υ εξωτερικό (το) Ν [] abroad: Μου αρέ- sengers was injured in the accident.σει να ταξιδεύω στο εξωτερικό. I like travelling επιβίβαση (η) Ν [] boarding: Παρακα- abroad. λούνται οι επιβάτες της πτήσης να ετοιμαστούν για την επιβίβαση. Passengers for the flight areΦ εξωτικός, εξωτική, εξωτικό ADJ [, requested to prepare for boarding. , ] exotic: Ο Γρηγόρης και η επιδείνωση (η) Ν [] deterioration: ΗΧ Ρίτα θα πάνε σε ένα εξωτικό νησί για μήνα του επιδείνωση της κατάστασης του ασθενούς ανη-Ψ μέλιτος. Grigoris and Rita are going to an exotic σύχησε τους γιατρούς. The deterioration of the island for their honeymoon. patient’s condition worried the doctors.Ω επάγγελμα (το) Ν [] profession, oc- επιδερμίδα (η) Ν [] skin: Η επιδερμί- cupation: -Ποιο είναι το επάγγελμά σου; -Είμαι
επιδιόρθωση 51 επιτέλους δα της είναι ξηρή. Her skin is dry. επισημαίνω VB [] point out: Θα ήθε- Α λα να επισημάνω ότι η χρήση κινητών κατά την Βεπιδιόρθωση (η) Ν [] repairing: Η διάρκεια της εξέτασης δεν επιτρέπεται. I’d like to Γ τηλεόρασή σας χρειάζεται επιδιόρθωση. Your point out that use of mobiles during the exami- Δ television needs repairing. nation is not allowed. Ε Ζεπιδόρπιο (το) Ν [] dessert: Μετά το επίσημος, επίσημη, επίσημο ADJ [, Η κύριο πιάτο πήραμε γλυκό για επιδόρπιο. After , ] formal: Είναι απαραίτητο να Θ the main course we had cake for dessert. φορέσω επίσημα ρούχα στην εκδήλωση; Is it Ι necessary to wear formal clothes at the event? Κεπιδρομή (η) Ν [] raid, incursion: Οι Λ πειρατές έκαναν επιδρομή στο νησί. The pi- επίσης ADV [] also, too: Πρόσθεσε, επίσης, Μ rates raided the island. ότι είναι πολύ ικανοποιημένος από την πρόοδο Ν του έργου. He also added that he is very satis- Ξεπιθετικότητα (η) Ν [] aggression: fied with the progress of the project. Ο Διακρίνω επιθετικότητα και αγένεια στον τόνο Π της φωνής σου. I sense aggression and rude- επισκέπτομαι VB [] visit: Αν πάτε Ρ ness in your voice. στην Αθήνα, πρέπει οπωσδήποτε να επισκε- Σ φθείτε την Ακρόπολη. If you go to Athens, you Τεπιθεωρώ VB [] inspect: Ο στρατηγός definitely have to visit the Acropolis. Υ θα επιθεωρήσει την στρατιωτική μονάδα. The Φ general will inspect the military unit. επισκευαστικός, επισκευαστική, επισκευ- Χ αστικό ADJ [, , Ψεπιθυμία (η) Ν [] wish: “Έχω μόνο μία ] home improvement: Πήραμε Ω επιθυμία”, είπε ο παππούς, “να δω τον εγγονό ένα επισκευαστικό δάνειο, για να επισκευάσου- μου πετυχημένο γιατρό”. “I have only one wish,” με το σπίτι. We took a home improvement loan grandfather said, “to see my grandson become to repair the house. a successful doctor”. επισκευή (η) N [] repair, improvement:επικίνδυνος, επικίνδυνη, επικίνδυνο ADJ Η στέγη χρειάζεται επισκευή μετά την καταιγίδα. [, , ] danger- The roof is in need of repair after the storm. ous: Είναι επικίνδυνο να κυκλοφορείς μόνη την νύχτα σε αυτή την γειτονιά. It is dangerous επιστήμονας (ο/η) Ν [] scientist: Οι to walk around alone at night in this neighbour- επιστήμονες ανακοίνωσαν μια σημαντική ανα- hood. κάλυψη. The scientist announced a very impor- tant discovery.επικοινωνία (η) N [] communication: Η γλώσσα είναι το βασικό μέσο επικοινωνίας. επιστημονικός, επιστημονική, επιστημονικό Language is the main means of communica- ADJ [, , ] tion. scientific: Αυτό το περιοδικό έχει πολλά επι- στημονικά άρθρα. This magazine has manyεπικοινωνώ VB [] contact, be in touch: scientific articles. Παρακαλώ, επικοινωνήστε μαζί μου το συντο- μότερο δυνατό. Please, contact me as soon as επιστολή (η) N [] letter: Η εταιρεία μας θα possible. στείλει ενημερωτικές επιστολές σε όλους τους μετόχους. Our company will send letters to in-επιλέγω VB [] choose: Επιλέξτε την σω- form all shareholders. στή απάντηση. Choose the right answer. επιστρέφω VB [] return: Επιστρέψαμεεπίλογος (ο) Ν [] epilogue: Στον επίλο- από τις διακοπές μας χθες. We returned from γο γράφουμε τα συμπεράσματά μας. In the epi- our holidays yesterday. logue we write our conclusions. επιστροφή (η) N [] return: Η επιστρο-επιμένω VB [] insist, persist: Ο αδερ- φή από τις διακοπές μας ήταν περιπετειώδης: φός μου επιμένει να έρθει μαζί μας στην εκδρο- χάσαμε το πλοίο και μας έκλεψαν μια βαλίτσα. μή. My brother insists on coming with us on the The return from our vacations was quite an ad- excursion. venture. We missed the ship and our suitcase was stolen.επίπεδο (το) N [] level, grade: Διάλεξε το επίπεδο δυσκολίας, για να ξεκινήσεις το παιχνί- επιταγή (η) N [] cheque: Θα πληρώσετε με δι. Choose a level of difficulty to start the game. μετρητά ή με επιταγή; Are you paying cash or by cheque?έπιπλο (το) N [] furniture: Θέλω να αλλάξω τα έπιπλα του γραφείου μου. I want to change επιτέλους ADV [] at last, finally: Επι- my office furniture.
επιτόκιο 52 ερωτευμένος τέλους, ήρθες! Σε περιμένω δύο ώρες! You’re Papadopoulos. εργάζομαι VB [] work: Ο Μάριος είναιA here, at last! I’ve been waiting for you for two hours! γιατρός και εργάζεται στο νοσοκομείο. Marios is a doctor and works at the hospital.Β επιτόκιο (το) N [] interest rate: Η τράπε-Γ ζά μας προσφέρει τα χαμηλότερα επιτόκια δα- εργαζόμενος (o) N [] employee: Οι νείων. Our bank offers the lowest loan interest εργαζόμενοι ζήτησαν καλύτερες συνθήκες ερ- rates. EXP: Το σταθερό επιτόκιο είναι 4,9%, γασίας. The employees asked for better working ενώ το κυμαινόμενο επιτόκιο είναι 5,5%. The conditions.Δ fixed interest rate is 4,9% while the floating interest rate is 5,5%. εργασία (η) N [] work, labour: Οι ώρες ερ- γασίας είναι 8 π.μ. με 4 μ.μ. Working hours areΕ επιτρέπω VB [] allow: Η μαμά δεν μας 8 a.m. to 4 p.m. επιτρέπει να μένουμε έξω μετά τις 11 το βρά- εργάτης (o) N [] worker: Άκουσα ότι θαΖ δυ. Mοm does not allow us to stay out after 11 απολυθούν κι άλλοι εργάτες. I heard that more o’clock in the evening. || Δεν επιτρέπεται το κά- workers will be fired. πνισμα. Smoking is not allowed. έργο (το) N [] 1. film: Πάμε στο σινεμά να δού-Η επιτυχία (η) N [] success: Έκανε ένα πάρ- με αυτό το καινούργιο έργο; Shall we go to the τι, για να γιορτάσει την επιτυχία του στις εξετά- cinema to watch that new film? 2. work: Το έργο του περιλαμβάνει ποιήματα και μυθιστορήματα.Θ σεις. He had a party to celebrate his success in His work includes poems and novels. 3. play: Ποιο έργο παίζει το Εθνικό Θέατρο; Which play the exams. is on at the National Theatre? EXP: Τα έργα τέ- χνης εκτίθενται στο μουσείο. The works of artΙ επιφάνεια (η) N [] surface: Υπάρχει μια μικρή προεξοχή στην επιφάνεια του τοίχου.Κ There’s a small projection on the wall surface. επιχειρηματίας (o/η) N [] business- are exhibited at the museum.Λ man / businesswoman: Αν και είναι πολύ νέος, ερευνάω / ερευνώ VB [ / ] inves- είναι ήδη ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας. tigate: “Θα ερευνήσουμε την υπόθεση”, είπε ο αστυνομικός. “We are going to investigate theΜ Although he is very young, he is already a suc- case” the policeman said. cessful businessman. ερευνητής (o) N [] researcher: Με αυτόΝ επιχείρηση (η) N [] business, company: το έργο θα ασχοληθούν νέοι ερευνητές. New Ο Αλέκος δουλεύει πολύ σκληρά και έχει κατα- researchers will be involved in this project. φέρει να δημιουργήσει μια κερδοφόρα επιχεί- ερευνώ ερευνάωΞ ρηση. Alekos works very hard and has man- ερημικά ADV [] isolated, solitary: Πολύ aged to create a profitable business. ερημικά είναι εδώ! It’s very solitary here!Ο επιχειρώ VB [] attempt, try: Δύο κρατού- ερμηνεία (η) N [] performance: Η ερμη- μενοι επιχείρησαν να αποδράσουν. Two pris- νεία της Μέριλ Στριπ στην νέα της ταινία είναι καταπληκτική. Meryl Streep’s performance inΠ oners attempted to escape. her new film is astonishing. επόμενος, επόμενη, επόμενο ADJ [, έρχομαι VB [] come: Ήρθα μόλις πριν μια ώρα από το Παρίσι. I came from Paris just anΡ , ] next, following: Ο Αλέ- hour ago. EXP: 1. Καλώς ήρθατε! Welcome! ξης και η Άντζελα παντρεύονται τον επόμενο 2. Έλα Κατερίνα. Τι κάνεις; Hello Katerina. How are you?Σ μήνα. Alex and Angela are getting married next month.Τ εποχή (η) N [] 1. season: Ο χρόνος έχει τέσσερις εποχές: άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωροΥ και χειμώνα. There are four seasons in a year:spring, summer, autumn and winter. 2. time, pe- ερχόμενος, ερχόμενη, ερχόμενο PARTΦ riod: Εκείνη την εποχή η Αθήνα ήταν ακόμη μια [, , ] next, fol- μικρή πόλη. At that time Athens was still a small lowing: Το ερχόμενο σαββατοκύριακο θα πάμε στην Μύκονο. We are going to Mykonos nextΧ town. weekend. επτά / εφτά NUM [ / ] seven: Η εβδομά-Ψ δα έχει επτά ημέρες. There are seven days in έρωτας (o) N [] love: Ο έρωτας μάς αλλάζειa week. την ζωή. Love changes our lives.Ω επώνυμο (το) N [] surname: Το επώ- ερωτευμένος, ερωτευμένη, ερωτευμένο PARTνυμό του είναι Παπαδόπουλος. His surname is [, , ] in love:
ερωτηματικό 53 ευτυχώς Ο Πάνος και η Ελπίδα δείχνουν πολύ ερωτευμέ- ευγενικός, ευγενική, ευγενικό ADJ [, Α νοι. Panos and Elpida seem very much in love. , ] polite, kind: Μου μίλησε με Β πολύ ευγενικό τρόπο. He spoke to me in a very Γερωτηματικό (το) Ν [] question mark: polite way. Δ Βάζουμε ερωτηματικό στο τέλος μιας ευθείας Ε ερώτησης. We put a question mark at the end of ΕΥΔΑΠ / Ε.ΥΔ.Α.Π. ACRO [] Athens Wa- Ζ a direct question. ter Supply and Sewerage Company: ΕΥΔΑΠ Η σημαίνει Εταιρεία Ύδρευσης και Αποχέτευσης Θερώτηση (η) N [] question: Μετά το μάθη- Πρωτεύουσας. ΕΥΔΑΠ means Athens Water Ι μα, οι φοιτητές έκαναν ερωτήσεις στον καθηγη- Supply and Sewerage Company. Κ τή. After class, the students asked the professor Λ questions. ευθανασία (η) N [] euthanasia, put to Μ sleep: Το άλογο ήταν πολύ άρρωστο και ο κτη- Νεσείς PRON [] you (plural): Εσείς καταλαβαί- νίατρος τού έκανε ευθανασία. The horse was Ξ νετε Ρωσικά; Do you understand Russian? very sick and the vet put it to sleep. Ο Πέσοδο (το) N [] income, revenue: Τα έξοδα ευθεία ADV [] straight: Πήγαινε ευθεία και Ρ δεν πρέπει να είναι περισσότερα από τα έσοδα. στα εκατό μέτρα στρίψε αριστερά. Go straight on Σ Expenditure should not exceed revenue. and after a hundred metres turn left. Τ Υεστιατόριο (το) N [] restaurant: Χθες το ευθύνομαι VB [] be responsible: Ποιος Φ βράδυ φάγαμε σε ένα ιταλικό εστιατόριο. We ευθύνεται για την ζημιά; Who’s responsible for Χ had dinner at an Italian restaurant last night. the damage? Ψ Ωεσύ / συ PRON [ / ] you (singular): Εσύ είσαι ευθύς, ευθεία, ευθύ ADJ [, , ] η κόρη της Μαρίας; Are you Maria’s daughter? straight: Δεν μπορώ να ζωγραφίσω ούτε μια ευ- θεία γραμμή. I can’t even draw a straight line.εσωτερικός, εσωτερική, εσωτερικό ADJ [, , ] indoor, inter- ευκαιρία (η) N [] opportunity, chance: Θα nal, inner: Υπάρχει μια μικρή καφετέρια στην σου δώσω την ευκαιρία να ξαναπροσπαθήσεις. εσωτερική αυλή του μουσείου. There is a small I’ll give you the chance to try again. cafe in the inner courtyard of the museum. εύκολα ADV [] easily: Ο Γιάννης θυμώνειεταιρεία (η) N [] company: Η εταιρεία θα πολύ εύκολα. John gets angry very easily. καλύψει όλα τα έξοδα του ταξιδιού σου. The company will pay all your travel expenses. εύκολος, εύκολη, εύκολο ADJ [, , ] easy: Αυτή η άσκηση δεν είναι εύκολη.ετοιμάζω VB [] 1. prepare: Ετοίμασε This exercise is not easy. τα πράγματά σου, γιατί σε μία ώρα φεύγουμε. Prepare your things because we are leaving in εύπορος, εύπορη, εύπορο ADJ [, , an hour. 2. get ready: Ο Νίκος ετοιμάζεται για ] prosperous: Η Όλγα κατάγεται από μια την συναυλία. Nikos is getting ready for the con- αρκετά εύπορη οικογένεια. Olga comes from a cert. relatively prosperous family.έτοιμος, έτοιμη, έτοιμο ADJ [, , ] εύρος (το) N [] width: Τι εύρος έχει ο ποτα- ready: Είστε έτοιμοι να φύγουμε; Are you ready μός; What’s the width of the river? to go? ευρύς, ευρεία, ευρύ ADJ [, , ] wide,έτος (το) N [] year: Ποιο έτος αποφοίτησες; broad: Η ατζέντα της συνάντησης περιλαμβάνει Which year did you graduate? EXP: Είμαι τριά- ένα ευρύ φάσμα θεμάτων. The agenda of the ντα ετών. I’m thirty years old. meeting includes a wide range of subjects.έτσι ADV [] 1. in this way, like this: Γιατί συ- ευρώ (το) N [] euro: Κοστίζει 55 ευρώ. It μπεριφέρεσαι έτσι; Why are you behaving like costs 55 euros. this? 2. so: Έτσι, αποφασίσαμε να φύγουμε. So, we decided to leave. EXP: 1. -Πώς τα πας; Ευρωπαίος (ο) Ν [] European: Οι Ευ- -Έτσι κι έτσι. -How’s it going? -So so. 2. Συμ- ρωπαίοι ψηφίζουν για την εκλογή των αντιπρο- φωνείς ότι πρέπει να την βοηθήσουμε, έτσι (δεν σώπων τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Eu- είναι); You agree that we should help her, don’t ropeans vote to elect their representatives in the you? European Parliamentευγενικά ADV [] kindly, politely: Μου Ευρώπη (η) N [] Europe: Η Αγγλία και η ζήτησε ευγενικά να χορέψουμε. He asked me Ελλάδα βρίσκονται στην Ευρώπη. England and politely to dance. Greece are in Europe. ευτυχώς ADV [] fortunately, luckily: Ευ-
Search
Read the Text Version
- 1
- 2
- 3
- 4
- 5
- 6
- 7
- 8
- 9
- 10
- 11
- 12
- 13
- 14
- 15
- 16
- 17
- 18
- 19
- 20
- 21
- 22
- 23
- 24
- 25
- 26
- 27
- 28
- 29
- 30
- 31
- 32
- 33
- 34
- 35
- 36
- 37
- 38
- 39
- 40
- 41
- 42
- 43
- 44
- 45
- 46
- 47
- 48
- 49
- 50
- 51
- 52
- 53
- 54
- 55
- 56
- 57
- 58
- 59
- 60
- 61
- 62
- 63
- 64
- 65
- 66
- 67
- 68
- 69
- 70
- 71
- 72
- 73
- 74
- 75
- 76
- 77
- 78
- 79
- 80
- 81
- 82
- 83
- 84
- 85
- 86
- 87
- 88
- 89
- 90
- 91
- 92
- 93
- 94
- 95
- 96
- 97
- 98
- 99
- 100
- 101
- 102
- 103
- 104
- 105
- 106
- 107
- 108
- 109
- 110
- 111
- 112
- 113
- 114
- 115
- 116
- 117
- 118
- 119
- 120
- 121
- 122
- 123
- 124
- 125
- 126
- 127
- 128
- 129
- 130
- 131
- 132
- 133