Important Announcement
PubHTML5 Scheduled Server Maintenance on (GMT) Sunday, June 26th, 2:00 am - 8:00 am.
PubHTML5 site will be inoperative during the times indicated!

Home Explore (14o Μέρος) - Απομαγνητοφωνημένες Ομιλίες - Αρχιμ. π.Σάββα Αγιορείτου

(14o Μέρος) - Απομαγνητοφωνημένες Ομιλίες - Αρχιμ. π.Σάββα Αγιορείτου

Published by hristospanagia, 2019-01-18 14:07:12

Description: (14o Μέρος) - Απομαγνητοφωνημένες Ομιλίες - Αρχιμ. π.Σάββα Αγιορείτου

Ομιλίες Ορθόδοξης Κατήχησης

ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΣΑΒΒΑ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΣΕ ΗΧΗΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ, ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΖΟΥΜΕ ΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ. ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ: Η ΜΙΑ ΑΓΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ, Η ΚΑΘΑΡΣΗ, Η ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ, Ο ΦΩΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΘΕΩΣΗ. ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ, ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ Κ.Λ.Π. ΠΩΣ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Η ΘΕΙΑ ΧΑΡΗ ΚΑΙ ΠΩΣ ΕΠΙΤΥΓΧΑΝΕΤΑΙ Η ΚΑΘΑΡΣΗ, Ο ΦΩΤΙΣΜΟΣ, ΚΑΙ Η ΘΕΩΣΗ ΜΑΣ.

Search

Read the Text Version

κρύπτεται πίσω ἀπό αὐτό πολλές φορές; Δέν θέλει νά τά πεῖ καί σοῦ λέει «μακάρι νά μή μέ ρωτήσει αὐτό… νά τό γλιτώσουμε»! Ἐρ. : Συμβαίνει κυρίως στίς γυναῖκες; Ἀπ. : Δέν ξέρω ἄν συμβαίνει πιό πολύ στίς γυναῖκες, ἀλλά πάντως συμβαίνει. Καί βγαίνει μετά ἔξω καί τοῦ λέει ὁ ἄλλος, τό εἶπες αὐτό; Δέν μέ ρώτησε! Ὁπότε εἶμαι ἐντάξει… ἐγώ τοῦ εἶπα νά μέ ρωτήσει… Πρέπει νά ἔχω ἕναν κατάλογο ἐγώ δηλαδή μέ τίς 500 ἁμαρτίες -πόσες εἶναι;- καί μή τυχόν καί ξεχάσω μία, γιατί ἀλλιῶς ὁ ἄνθρωπος θά εἶναι ἀνεξομολόγητος. Βλέπετε πονηριές πού βάζει ὁ διάβολος; Κι αὐτό ψέμα δέν εἶναι; Τί εἶναι; Ἀπόκρυψη τῆς ἀλήθειας εἶναι. Γι’ αὐτό λοιπόν πολλή πολλή προσοχή. Νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς. Τώρα, ἄν εἶναι γυναῖκες ἤ ἄντρες… δέν θά κάνουμε στατιστική. Νομίζω δέν εἶναι σημαντικό αὐτό. Ποιοί εἶναι, ὁ Θεός τό ξέρει καί ὁ καθένας τό ξέρει. Ἐμεῖς ἔχουμε διάθεση νά θεραπευτοῦμε; Γιατί συμβαίνει αὐτό; Ἁπλούστατα, σᾶς εἶπα, γιατί δέν θέλουμε νά θεραπευτοῦμε, δέν ὑπάρχει βούληση. Στήν ἰατρική ὑπάρχει αὐτός ὁ θεμελειώδης θεραπευτικός παράγοντας, ἡ βούληση γιά θεραπεία. Τί θά πεῖ αὐτό; Ὁ ἄρρωστος νά θέλει νά θεραπευτεῖ. Ἄν δέν θέλει νά θεραπευτεῖ, ὅ,τι καί νά τοῦ κάνει ὁ γιατρός, ὁ καλύτερος γιατρός… δέν θά θεραπευτεῖ. Γιατί δέν θά θεραπευτεῖ; Ἁπλούστατα, δέν θά πάρει τά φάρμακα. Τό πρῶτο αὐτό. Μπορεῖ ὁ γιατρός νά εἶναι 24 ὧρες πάνω ἀπό τό κεφάλι του νά δεῖ ἄν θά πάρει τά φάρμακα; Θά τόν ξεγελάσει τόν γιατρό. Ἄν δέν ὑπάρχει βούληση, θέληση δηλαδή γιά θεραπεία, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει θεραπεία. Γι’ αὐτό συμβαίνει αὐτό, καί τά ψέματα καί οἱ ὑπεκφυγές καί ὅλα αὐτά. Ἁπλῶς θέλει νά πάει νά πάρει τυπικά μιά ἄφεση… Ἄλλο καί τοῦτο, πάτερ, δέν ἔχω τίποτα.. διάβασέ μου μιά εὐχή. Τί εὐχή νά σοῦ διαβάσω βρέ παιδί μου; ἀφοῦ δέν εἶπες τίποτα! Συγχωρητική εὐχή. Γιά ποιό πράγμα; Ἀφοῦ δέν ἔχεις κάνει τίποτα… εἶσαι ἄμεμπτος! Πρέπει νά σοῦ βάλουμε καί φωτοστέφανο… νά παραγγείλουμε ἕνα νά σοῦ ταιριάζει! Καταλάβατε; Δέν εἶναι ἐξομολόγηση αὐτό τό πράγμα. Κάτι πρέπει νά πεῖς, τουλάχιστον κάτι. Καί ἀναγκάζεται πολλές φορές ὁ Πνευματικός νά πεῖ κάτι.. Θυμώνεις; Ἔ, ναί πάτερ, θυμώνω! Τουλάχιστον νά τοῦ διαβάσει γιά τόν θυμό μιά εὐχή, νά ποῦμε ὅτι ἔχει ἕναν λόγο ἡ εὐχή. Μπορεῖ αὐτός ὁ ἄνθρωπος νά θεραπευτεῖ ποτέ; Ἄν δέν ἔχει βούληση γιά θεραπεία, δέν πρόκειται νά θεραπευτεῖ. Αὐτός δέν ἔχει κἄν ἐξετάσει τόν ἑαυτό του. Δέν παρακολουθεῖ τόν ἑαυτό του, γιά νά μήν ἔχει νά πεῖ τίποτα ἤ εἶναι, τό ἀκόμα χειρότερο, δέν θέλει νά πεῖ. 151

Ἐρ. : Νά κάνω μία ἐρώτηση γενικοῦ περιεχομένου; Στίς διδαχές τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ γράφει «τόν πάπα νά καταρᾶσθε καί ἀπό τήν ἄλλη ὁ Παναγιώτατος τοῦ φιλάει τό χέρι. Ποιά ἡ γνώμη σας; Ἀπ. : Ἐντάξει, τώρα αὐτά εἶναι ἄλλα θέματα… Ἐμεῖς λέμε αὐτά πού λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἔλεγε αὐτά μέ ποιά ἔννοια; Δηλαδή ὅτι θά παίξει τόν ρόλο τοῦ ψευδοπροφήτη. Δηλαδή ἑτοιμάζει ὁ Πάπας -καί ἤδη τόν ἑτοιμάζει- τόν δρόμο γιά τόν Ἀντίχριστο. Πῶς; Θά σᾶς τό πῶ: μέ τίς πανθρησκειακές συμπροσευχές. Ἔχουν γίνει ἀρκετές μέχρι τώρα. Μαζεύονται Ὀρθόδοξοι, Παπικοί, Προτεστάντες, Ἰνδουιστές, Βουδιστές, Βραχμάνοι, ὁτιδήποτε.. αἱρετικοί.. Μουσουλμάνοι, Ἑβραῖοι καί συμπροσεύχονται. Αὐτό εἶναι προδοσία τοῦ Χριστοῦ. Ἀπαγορεύεται ἀπό τούς ἱερούς Κανόνες καί σέ καμιά περίπτωση φυσικά δέν τό δεχόμαστε αὐτό. Μ’ αὐτή τήν ἔννοια λοιπόν οἱ πρακτικές τοῦ Πάπα, κατεξοχήν ὁ ἐγωισμός, τό ὁποῖο εἶναι ἀρχαῖο κακό γιά τόν Παπισμό, εἶναι αὐτό τό ὁποῖο βδελύσσεται ὁ Ἅγιος, κι ἐμεῖς τό βδελυσσόμαστε. Καί γιά τό δεύτερο πού εἴπατε, εἶναι μέσα στό γενικότερο πλαίσιο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι καταδικαστέος. Δέν ὑπάρχει καμιά ἀμφιβολία. Δέν εἶναι μόνο αὐτό τό πρόσωπο πού εἴπατε, εἶναι πολλοί πού τό κάνουν αὐτό καί παραβαίνουν κατάφορα τούς ἱερούς Κανόνες καί φυσικά δέν συμπλέουμε μ’ αὐτούς. Εἶναι καταδικαστέα ὅλα αὐτά καί σύμφωνα μέ τούς ἱερούς Κανόνες, ὅσοι κάνουν αὐτά πρέπει, ἄν εἶναι κληρικοί, νά καθαιροῦνται, ἄν εἶναι λαϊκοί νά ἀφορίζονται. Ἀκοινώνητος εἶναι αὐτός πού δέν τοῦ δίνουμε Θεία Κοινωνία. Οἱ Παπικοί δηλαδή εἶναι ἀκοινώνητοι, δέν τούς δίνουμε Θεία Κοινωνία. Ἄλλο τώρα, ἄν κάποιος ἀντάρτης παπάς-δεσπότης δίνει.. εἶναι λάθος. Κάποιοι δίνουν, τό ξέρουμε, κυρίως στό ἐξωτερικό. Ἀλλά αὐτό εἶναι ἁμαρτία μεγίστη. Δίνεις «τά ἅγια στούς σκύλους»16, πού εἶπε ὁ Χριστός. Ἕνας λοιπόν, λέει ὁ 11ος Ἀποστολικός Κανόνας, πού «συμπροσεύχεται κἄν ἐν οἴκῳ», ὄχι στήν ἐκκλησία, ὅπως τό κάνουν αὐτοί… σέ σπίτι.. στό τραπέζι ἄς ποῦμε ἔχεις κι ἕναν παπικό καί κάνετε μαζί προσευχή, λέει, ἄν εἶσαι κληρικός πρέπει νά καθαιρεθεῖς, ἄν εἶσαι λαϊκός πρέπει νά ἀφορισθεῖς. Δέν ἐπιτρέπεται συμπροσευχή μέ ἀκοινώνητο, ὅ,τι νά εἶναι αὐτός, εἶναι ἑτερόδοξος, εἶναι μουσουλμάνος, ὅ,τι εἶναι… Ἔχουμε κι αὐτό τό ἔκτρωμα τό σχιζοφρενικό στίς μέρες μας, ὅτι «ὑπάρχουν καί ἑτερόδοξες ἐκκλησίες»(!), καί δυστυχῶς στήν Κρήτη παραδεχθήκαμε καί τήν ὀνομασία αὐτή. Λάθος! Μέγιστο λάθος… προδοσία εἶναι αὐτό τῆς πίστεως. Εἶναι σάν νά λές, ὑπάρχουνε καί ὑγιεῖς ἄρρωστοι! Αὐτό θά πεῖ ἑτερόδοξη ἐκκλησία. Ἤ ὑπάρχει καί παρθένος ἔγκυος, μέ συγχωρεῖτε. Δέν ὑπάρχει τέτοιο πράγμα. Ἤ τό ἕνα θά εἶναι ἤ τό ἄλλο. Ἤ θά εἶναι ἑτερόδοξη ἤ θά εἶναι ἐκκλησία. Δέν πάει καί ἑτερόδοξη καί ἐκκλησία. Ἑτερόδοξος σημαίνει αἱρετικός. Αὐτό θά πεῖ ἑτερόδοξος, ἔχει ἕτερη δόξα, ἔχει ἄλλη δόξα δηλαδή γιά τόν Θεό. Δέν μπορεῖς νά ἔχεις ἄλλη δόξα γιά τόν Θεό καί νά εἶσαι ὀρθόδοξος. Ἤ θά εἶσαι ὀρθόδοξος ἤ ἑτερόδοξος. Καί Ἐκκλησία εἶναι μία, δέν ὑπάρχει ἄλλη Ἐκκλησία, ὅπως μᾶς εἶπαν στήν Κρήτη. Γι’ 152

αὐτό δέν εἶναι σωστή ἡ «Σύνοδος». Δέν εἶναι κἄν Σύνοδος, εἶναι ἀπορριπτέα ὅλα τά σχετικά μέ τούς ἑτεροδόξους καί τίς ἄλλες «ἐκκλησίες». Δέν ὑπάρχει ἡ λέξη «ἐκκλησίες». Μία εἶναι ἡ Ἐκκλησία ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ὅλα τά ἄλλα εἶναι αἱρέσεις. Καί κακῶς χρησιμοποιοῦμε τόν ὅρο Ρωμαιοκαθολική «ἐκκλησία» ἤ Προτεσταντικές «ἐκκλησίες». Εἶναι λάθος, δέν πρέπει νά τό χρησιμοποιοῦμε. Εἰδικά μετά τήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης δέν πρέπει νά τό χρησιμοποιοῦμε. Ἐπίτηδες. Γιατί, πλέον ἔχουν δώσει ἐκκλησιαστικότητα σ’ αὐτούς, καί προσπαθοῦν νά τούς κατοχυρώσουν καί τά μυστήρια, νά ποῦνε ὅτι κι αὐτοί ἔχουν μυστήρια καί σώζουν. Δηλαδή σέ λίγο θά μᾶς λένε, δέν χρειάζεται νά πᾶτε σέ ὀρθόδοξο παπά νά ἐξομολογηθεῖτε… νά, πήγαινε σέ ἐκεῖνον τόν καρδινάλιο, τόν παπικό… τό ἴδιο εἶναι κι αὐτός χάρη ἔχει… Αὐτό, δυστυχῶς, πέρασε τώρα καί στά σχολεῖα, μέσω τῶν βιβλίων τῶν Θρησκευτικῶν καί διδάσκεται ἐπίσημα αὐτή ἡ αἵρεση στά παιδιά, ἡ αἵρεση δηλαδή τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῆς Πανθρησκείας. Πολύ καλά ἔκαναν, καί συγχαίρω αὐτούς τούς γονεῖς πού στείλανε πίσω τά βιβλία. Ἐγώ θά σᾶς προτρέψω ὅλοι νά τά στείλετε πίσω καί νά πεῖτε καί στά ἐγγόνια σας ὅσοι ἔχετε, καί στά παιδιά σας νά τά στείλουνε πίσω. Εἶναι βιβλία πού διδάσκουν ἐπίσημα τήν αἵρεση καί στά ἑφτάχρονα παιδάκια πού δέν ξέρουν νά διακρίνουν τίποτε, τό καλό ἀπό τό κακό καί τό αἱρετικό ἀπό τό ὀρθόδοξο, καί στούς μεγαλύτερους. Κι ἐγώ μάλιστα λέω στούς γονεῖς νά ζητᾶνε καί ἀπαλλαγή, παρόλο πού αὐτοί λένε πώς δέν δικαιοῦνται σύμφωνα μέ τόν νόμο. Δέν πειράζει.. νά γίνει καί λίγο φασαρία καί νά καταλάβουνε ὅτι δέν συμφωνοῦμε καί νά πάψουν πλέον νά μᾶς θεωροῦνε κωθώνια κοιμισμένα.. Αὐτό γίνεται, καί περνᾶνε σιγά-σιγά ὅ,τι πιό διαστροφικό ὑπάρχει. Τά δεκαπεντάχρονα, πού δέν ξέρουν ποῦ πᾶνε τά τέσσερα, μποροῦνε μέ μιά ὑπογραφή νά ἀλλάξουν τό φύλο τους! Ξέρετε ποῦ ἀποσκοπεῖ αὐτό; Στόν ἀφανισμό τῶν παιδιῶν. Τό 40% τῶν παιδιῶν πού ἀλλάζουν φύλο αὐτοκτονοῦν. Ἀκοῦστε το: αὐτοκτονοῦν! Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δηλαδή πού ψήφισαν αὐτό τό νομοσχέδιο, πρέπει μέ εἰσαγγελέα νά πᾶνε φυλακή, γιατί προωθοῦν τά παιδιά στήν αὐτοκτονία. Καί τό δεκαπεντάχρονο πάνω στήν τρέλα του λέει, γιατί νά μήν τό κάνω; Νά γλιτώσω καί τόν στρατό… τό ἀγόρι!.. θά δηλώσει κορίτσι… Μετά θά δεῖς τί θά πάθει! Μετά θά πεῖ θέλω νά ἀλλάξω φύλο, νά γυρίσω πάλι στό παλιό, ἤ αὐτοκτονῶ.. Εἶναι ἐπιστημονικά δεδομένα αὐτά πού σᾶς λέω, στίς ὁμάδες αὐτές τίς λεγόμενες «τράνς» -ἔτσι λέγονται αὐτοί «τράνς»- τό 40%-50% τῶν παιδιῶν αὐτῶν κάνουν ἀπόπειρα αὐτοκτονίας καί αὐτοκτονοῦν, τή στιγμή πού τό γενικό ἐπίπεδο εἶναι 3%. Γιά νά καταλάβετε καί τή διαφορά… Ἐρ. : Τό ΑΜΚΑ καί τό ΑΦΜ ταυτοποιεῖ τόν ἀριθμό μέ τό 666… Ἀπ. : Θά τά ποῦμε ὅλα ἀπόψε, ἔτσι; Ἐρ. : Νά ποῦμε κι αὐτό… ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός εἶπε πώς, ὅποιος ἔχει τό ὄνομα τοῦ θηρίου, δέν θά μπορεῖ νά ἀγοράσει καί νά πουλήσει. Χωρίς ΑΜΚΑ καί ΑΦΜ οὔτε ἀγοράζεις οὔτε πουλᾶς. Ποιά εἶναι ἡ ἄποψή σας καί τῆς Ἐκκλησίας..; 153

Ἀπ. : Λοιπόν… ἀνοίγεις πάρα πολλά θέματα, δέν μποροῦμε νά τά καλύψουμε ὅλα ἔτσι καί μέ μία μονοκονδυλιά… Νά σᾶς πῶ κάτι σημαντικό. Ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει γνώμη, οὔτε ἐγώ ἔχω γνώμη, οὔτε νά ζητᾶτε γνώμη τῆς Ἐκκλησίας. Ὀφείλω νά σᾶς πῶ αὐτά πού λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὄχι τή γνώμη μου. Καί ἐγώ ὁ ἴδιος δέν θέλω νά ἔχω γνώμη, μᾶς ἔλεγε κι ἕνας καθηγητής μας πολύ καλός στό Πανεπιστήμιο, ὁ κ. Τσελεγγίδης. Καί ἐγώ δέν θέλω νά ἔχω γνώμη… γιατί ἀλλοίμονο ἄν ἔχουμε γνῶμες! Εἴμαστε Προτεστάντες τότε. Εἴμαστε αἱρετικοί δηλαδή, καί δυστυχῶς ὁ λαός σήμερα ὁ ἑλληνικός, ἄν δέν εἶναι εἰδωλολατρικός, εἶναι προτεσταντικός. Προσέξτε αὐτό πού σᾶς λέω. Οἱ περισσότεροι Ἕλληνες σήμερα εἶναι εἰδωλολάτρες. Τό λέω μέ πλήρη ἐπίγνωση. Εἶναι θλιβερό, ἀλλά εἶναι ἀλήθεια. Δεῖτε πόσοι πᾶνε τήν Κυριακή τό πρωί στήν ἐκκλησία. Ξέρετε; Τό 3% πάει. Τό 97% τῶν Ἑλλήνων τήν Κυριακή τό πρωί κοιμοῦνται. Αὐτό δέν εἶναι εἰδωλολατρία; Τρεῖς Κυριακές ἄν δέν πᾶς στήν ἐκκλησία, εἶσαι ἀφορισμένος. Δέν ἔχεις κανένα χαρτί βέβαια ἀπό τήν ἐκκλησία… δέν θά σοῦ στείλει κανένας χαρτί ὅτι εἶσαι ἀφορισμένος, ἀλλά οἱ ἱεροί Κανόνες τό λένε, ἄν τρεῖς Κυριακές χωρίς λόγο δέν ἐκκλησιαστεῖς, εἶσαι ἀφορισμένος. Εἶσαι ἐκτός Ἐκκλησίας δηλαδή, αὐτό σημαίνει ἀφορισμένος. Οἱ περισσότεροι Ἕλληνες σήμερα ἔχουν αὐτοαφοριστεῖ καί δέν λατρεύουν τόν Χριστό, τόν χρυσό λατρεύουν. Βλέπετε τίς ἀντιδράσεις στά capital control. Μοῦ ἔλεγε πνευματικό μου παιδί πού δούλευε σέ τράπεζα, πηγαίνανε οἱ ἄνθρωποι τρελαμένοι τότε πού γίνοταν τά capital control, σέ ἀλλόφρονη κατάσταση, καί φώναζαν «τά λεφτά μας, τά λεφτά μας». Ὁ Θεός μας δηλαδή, καταλάβατε; Γι’ αὐτό λέω εἴμαστε εἰδωλολάτρες. Τώρα ἀπό τό 3% πού ἐκκλησιάζονται, δεῖτε πόσοι εἶναι συνειδητά χριστιανοί… 0,00.. πού ξέρουν τί κάνουν δηλαδή. Γιατί, δεῖτε πῶς πᾶνε οἱ κοπέλες κ.λ.π., πῶς δέν ντύνονται ἀκόμα καί μέσα στήν ἐκκλησία, καί τό ἀνέχονται κάποιοι ἱερεῖς, μέ ἀμφίεση ἀνδρική κ.λ.π. Ὅλα αὐτά τί εἶναι; Παραβαίνεις τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί μετά θέλεις ὁ Θεός νά σέ συγχωρήσει; Ἔρχονται μερικές μέ παντελόνια. Λέω, παιδί μου, πήγαινε τουλάχιστον νά βάλεις μιά φούστα καί ἔλα. Ἀφοῦ ὑπάρχει ἐκπεφρασμένη ἡ θέληση τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη πού λέει ὅτι δέν ἐπιτρέπεται οἱ ἄνδρες νά φορᾶνε γυναικεῖα καί οἱ γυναῖκες ἀνδρικά. Τί νά πεῖς τώρα στόν Θεό. Ἀφοῦ ἐσύ ἐξόφθαλμα ἁμαρτάνεις καί θά πεῖς ὅτι μετανοεῖς; Δέν μετανοεῖς. Φαίνεται ἀπό τήν ἐμφάνισή σου ὅτι δέν μετανοεῖς. Θά πεῖτε, νά μήν τίς διώξουμε… Δέν τίς διώχνουμε, κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε… ἀλλά θέλω νά πῶ καί ἀπό αὐτό τό 3% πού ἐκκλησιάζονται, καί κάποιοι ἀπό αὐτούς ἐξομολογοῦνται – πόσοι ἐξομολογοῦνται καί πῶς ἐξομολογοῦνται καί ἄν κ.λ.π. – εἶναι τραγικά τά πράγματα. Γι’ αὐτό βλέπουμε ὅ,τι γίνεται, καί δέν μιλάει κανείς. Μά ποιός νά μιλήσει; Αὐτοί πού εἶναι συνειδητοί, μέ νήψη καί ἐγρήγορση, εἶναι ἐλαχιστότατοι. Ὁπότε αὐτά προχωρᾶνε καί ὅλο θά χειροτερεύουνε. Ἐάν ἐμεῖς τουλάχιστον πού τά ἀκοῦμε τώρα, καί ὅσοι ἄλλοι μποροῦμε νά ἐπηρεάσουμε, μετανοήσουμε, πραγματικά ὅμως, καί ἀναζητήσουμε τή θεραπεία τῆς ψυχῆς μας, εἶναι ἡ μόνη μας ἐλπίδα, νά ξέρετε, ὡς ἔθνος, ὡς πατρίδα, ὡς Ἑλλάδα, ὡς Ἐκκλησία. Κυρίως ὡς Ἐκκλησία, ὡς τοπική Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. 154

Ἐντάξει καί τό ΑΜΚΑ καί τό ΑΦΜ πού λέτε, μά ὁ ἄλλος θά σοῦ πεῖ: τί μοῦ λές τώρα ἐμένα γιά τό ΑΦΜ καί τό ΑΜΚΑ; Ἐδῶ αὐτός δέν ξέρει ὅτι ὑπάρχει ἕνα βιβλίο πού λέγεται Ἀποκάλυψη. Δέν ξέρει ὅτι ἔρχεται ὁ Ἀντίχριστος. Δέν ξέρει ὅτι τό σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου εἶναι τό 666 καί θά πιστέψει ἐσένα πού θά τοῦ πεῖς, μήν πάρεις τήν κάρτα τοῦ πολίτη;… Θά σοῦ πεῖ, τί λές καημένε!.. ἐγώ θέλω νά φάω.. Γιατί αὐτό τόν νοιάζει, νά φάει. Εἶναι εἰδωλολάτρης ὁ ἄνθρωπος. Ὁπότε ἡ ἐλπίδα μας νά ξέρετε εἶναι αὐτή, νά μετανοήσουμε. Κι ἄν ἔστω ἕνα κρίσιμο ποσοστό μετανοήσουμε, θά γίνει ὅ,τι δέν ἔγινε στά Σόδομα καί τά Γόμορρα. Θυμάστε τόν διάλογο τοῦ Ἀβραάμ μέ ἕναν ἀπό τούς τρεῖς ἀγγέλους, πού δέν εἶναι Ἄγγελος ἀλλά εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἔκανε παζάρια ὁ Ἀβραάμ μέ τόν Χριστό, τόν ἄσαρκο Λόγο. «Ἄν εἶναι 50 καλοί ἄνθρωποι στά Σόδομα, θά τά κάψεις;». «Ὄχι», λέει. «Ἄν εἶναι 40…30…20…10.;». «Ὄχι»! Δέν ὑπῆρχαν οὔτε δέκα! Ἔτσι καί σήμερα, ἄν βρεῖ ὁ Χριστός μας κάποιους, ἔστω καί λίγους, πού νά ζοῦνε καί νά εὐαρεστοῦνε στόν Θεό, θά βοηθήσει καί ὅλο τό ἔθνος καί τήν Ἐκκλησία. Ἀλλιῶς, φοβᾶμαι πολύ, ὅτι θά χαθεῖ ἡ τοπική Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Μή μέ θεωρήσετε καταστροφολόγο. Τά γεγονότα τά ἴδια τό λένε. Ὅπως χάθηκαν οἱ Ἐκκλησίες τῆς Σμύρνης, τῶν Θυατείρων, ὅλες αὐτές οἱ Ἐκκλησίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Σήμερα εἶναι ψιλά ὀνόματα, σκέτα ὀνόματα, δέν ὑπάρχουν πιστοί ἐκεῖ. Διαβάστε τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως. Στήν ἀρχή ἔχει ἐπιστολές τοῦ Χριστοῦ πρός τίς ἑφτά Ἐκκλησίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὅλες αὐτές τώρα εἶναι νεκρές, ἔχουν χαθεῖ δηλαδή ὡς Ἐκκλησίες. Αὐτό ἐννοῶ κινδυνεύει ἡ Ἐκκλησία μας, νά πάψει νά ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, νά ὑπάρχει μόνο σάν ὄνομα. Καί ὅποιος θέλει νά εἶναι Ὀρθόδοξος, θά ψάχνει τήν Ἐκκλησία στήν Ἀφρική, στήν Ἀμερική… Κάπου θά ὑπάρχει σίγουρα. Μέχρι νά ἔρθει ὁ Χριστός κάπου θά ὑπάρχει Ἐκκλησία, ἀλλά δέν ξέρω ἄν θά τήν ἔχουμε ἐμεῖς, γιατί εἴδατε τί λέει ἐκεῖ στήν Ἀποκάλυψη «ἄν δέν διορθωθεῖς, θά κινήσω τήν λυχνία σου»17, δηλαδή θά σέ μετακινήσω. Ἡ λυχνία εἶναι ἡ τοπική Ἐκκλησία. Θά φύγεις… θά χαθεῖς. Ἔτσι καί ἔγινε. Χάθηκαν ἐκεῖνες οἱ Ἐκκλησίες. Λοιπόν, προσοχή νά μή χαθοῦμε κι ἐμεῖς. Κι ἄν μετανοήσουμε, μετά ὅλα τά ἄλλα εἶναι εὔκολα! Οὔτε χάραγμα θά πάρουμε, οὔτε τόν Ἀντίχριστο θά προσκυνήσουμε. Ἄν ὅμως δέν μετανοήσουμε, ξέρετε τί θά πάθουμε; Θά ξεγελαστοῦμε, θά ἐξαπατηθοῦμε… καί θά πεῖ ὁ ἄλλος «τί νά κάνω;… ἔχω τά παιδιά μου…γιά χάρη τῶν παιδιῶν θά ἀναγκαστῶ νά τό πάρω τό χάραγμα, γιατί ἀλλιῶς θά πεθάνουν τά παιδιά μου!». Δέν εἶναι πολύ «λογικό»; Πολύ ὡραῖο δέν ἀκούγεται; Καλό ἀκούγεται… κι ὅμως εἶναι προδοσία Χριστοῦ. Γιατί ὁ Χριστός ἔχει μέριμνα καί γιά τά παιδιά σου. Τά παιδιά σου δέν ἔχουν Θεό; Μόνο ἐσύ ἔχεις Θεό δηλαδή; Καί τά παιδιά σου ἔχουν Θεό. Καί ὁ Χριστός εἶπε, πάνω καί ἀπό τά παιδιά σου καί ἀπό τόν πατέρα σου καί ἀπό τήν μάνα σου, νά ἀγαπᾶς Ἐμένα. Νά ἀγαπᾶς τόν Θεό καί ὄχι τά παιδιά σου! Ἀρχ. Σάββας Ἀγιορείτης https://hristospanagia3.blogspot.gr/ 155

1 Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου Λόγοι, τόμος Γ’ «Πνευματικός Ἀγώνας», ἔκδοση Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης. 2 Ὅ.π. 3 Ματθ. 15, 14. 4 Γαλ. 6, 7. 5 Γέροντας Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, Σειράχ, ὁμιλία 51η. 6 Γέροντας Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, Σειράχ, ὁμιλία 51η. 7 Ἑβρ. 2, 2. 8 Γέροντας Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, Βασιλειῶν Α, ὁμιλία 25η. 9 Πράξ. 10, 5-6. 10 Ματθ. 6, 14-15. 11 Ἰωάν. 3, 19. 12 Γέροντας Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, Δευτερονόμιο, ὁμιλία 13η. 13 Ψαλμ. 50, 5. 14 Γαλ. 5, 22. 15 Πρβλ. Α΄Τιμ. 5, 2. 16 Ματθ. 7, 6. 17 Ἀποκ. 2, 5. 156

Ὁ πνευματικός ἀγώνας μέσα στόν σύγχρονο κόσμο Καί πάλι σᾶς καλωσορίζουμε, τόν πατέρα Ἱερεμία καί ὅλη τήν ἐκλεκτή συνοδία του καί εὐχόμαστε νά ἔχετε πνευματικό καρποφόρο προσκύνημα. Ἐδῶ εἴμαστε στήν Μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ περιοχή λέγεται Λόγγος καί δίπλα ἀκριβῶς εἶναι ἐρείπια τῆς ἀρχαίας Ἔδεσσας – θά τά εἴδατε περνώντας. Γνωρίζουμε ὅτι, ὅπου ὑπῆρχε εἰδωλολατρία, οἱ ἅγιοι Πατέρες μας ἔχτιζαν ναούς, γιατί εἰδωλολατρία εἶναι λατρεία τῶν δαιμόνων καί ὅπου λατρεύονται οἱ δαίμονες, ἐκεῖ ἀποκτοῦν καί δικαιώματα, σπίτι δηλαδή, καί ἔχουνε δαιμονικές ἐνέργειες οἱ τόποι αὐτοί. Ὁπότε, γιά νά καθαριστοῦν ἀπό τά δαιμόνια οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἔχτιζαν ἐκκλησίες. Καί γνωρίζουμε ὅτι ὅπου ὑπῆρχε κραταιά εἰδωλολατρία, πολύ μεγάλη δηλαδή, ἔφταναν οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι δυστυχῶς νά κάνουν καί ἀνθρωποθυσίες, ὅπως οἱ σατανιστές, πού καί σήμερα κάνουν τέτοια πράγματα. Ἐκεῖ χτίζανε ναούς ἤ καί μοναστήρια τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γιατί ὅ,τι ἀνώτερο ἔχουμε στήν πίστη μας, ὁ πιό Ἅγιος ἀπ’ ὅλους εἶναι ὁ Θεός καί ἀπό τόν Θεό παίρνουνε καί οἱ Ἅγιοι τήν ἁγιότητά τους. Καί ἡ ἁγιότητα τῶν Ἁγίων εἶναι ἴδια μέ τήν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ. Ἁπλῶς ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας, ἔχει ὅλη τήν ἁγιότητα. Μάλιστα ὁ Χριστός μας σωματικῶς ἔχει τό πλήρωμα τῆς Θεότητος. Κατοικεῖ μέσα στόν Χριστό μας τό πλήρωμα τῆς Θεότητος. Γι’ αὐτό εἰκάζουμε ὅτι αὐτή ἡ Μονή δέν ἔγινε τό 1863, ὅπως θά δεῖτε μία ἐπιγραφή βγαίνοντας στόν νάρθηκα πάνω ἀπό τήν πόρτα, ἀλλά εἶναι πολύ πιό ἀρχαία. Μέσα ἐδῶ στόν χῶρο ὑπάρχουν πλάκες οἱ ὁποῖες εἶναι καί χριστιανικές καί εἰδωλολατρικές. Ἐδῶ ἡ περιοχή ἦταν κοιμητήριο, νεκροταφεῖο. Ἐμεῖς δέν πιστεύουμε ὅτι οἱ νεκροί εἶναι νεκροί ἀλλά εἶναι κεκοιμημένοι, γι’ αὐτό εἶναι κοιμητήριο, ἐφόσον ἔχει νικηθεῖ ὁ θάνατος ἀπό τόν Χριστό μας. Ἑπομένως πολύ πρίν ἀπό τήν χρονολογία αὐτή πιστεύουμε ὅτι ὑπῆρχε αὐτή ἡ Μονή καί ἀνασυστάθηκε, ἀφοῦ χτίστηκε τό 1863 αὐτός ὁ ναός. Γιά κάποια χρόνια ἤτανε ἀνδρική Μονή, μετά ὅμως ἐγκαταλείφτηκε, ὅπως συνέβη μέ πολλά μοναστήρια, καί ἀνασυγκροτήθηκε τό 1942-43 ὡς γυναικεία Μονή. Ἀπό τότε λειτουργεῖ ὡς γυναικεία. Ἡ Ἁγία Τριάδα εἶναι ὁ Θεός μας, ὅλοι τό ξέρετε αὐτό καί εἰκονίζεται ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως βλέπετε στό τέμπλο. Εἶναι ἡ λαϊκή ἀπεικόνιση, ἡ ὁποία δέν εἶναι καί τόσο ὀρθόδοξη, γιατί, σύμφωνα καί μέ τίς ἀποφάσεις τῆς 7ηςΟἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ Πατέρας δέν εἰκονίζεται, ἐπειδή δέν πῆρε σάρκα. Μόνο ὁ Υἱός εἰκονίζεται, ὁ Χριστός δηλαδή, ἐπειδή πῆρε τήν ἀνθρώπινη φύση. Ὡστόσο ὑπάρχει αὐτή ἡ εἰκόνα, πού βλέπετε ἐκεῖ, ἕνας νέος, ἕνας γέρος καί τό περιστέρι -ἄς τό ποῦμε ἔτσι… ὁ νέος εἶναι ὁ Χριστός βέβαια πού μποροῦμε νά Τόν εἰκονίσουμε, ἀλλά τά ἄλλα δύο πρόσωπα δέν εἰκονίζονται. Οὔτε τό Ἅγιο Πνεῦμα μποροῦμε νά τό εἰκονίσουμε, γιατί οὔτε τό Ἅγιο Πνεῦμα πῆρε ἀνθρώπινη φύση. 157

Ὡστόσο ὑπάρχει… καί ὑπάρχει καί αὐτή ἡ θαυματουργή εἰκόνα, πού τήν προσκυνήσατε ὅπως μπήκατε – ἀντίγραφό της εἶναι βέβαια αὐτό στόν νάρθηκα – ἡ ὁποία εἶναι πάλι τέτοια ἀπεικόνιση καί ἡ ὁποία ἔκανε θαύματα καί κάνει καί σήμερα καί μυρόβλιζε καί μερικές φορές εὐωδιάζει καί τώρα, πού σημαίνει ὅτι ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί μέσα ἀπό αὐτά, δέν δεσμεύεται. Ἡ ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ἀκριβῶς ἀπό κάτω, οἱ τρεῖς Ἄγγελοι, ἡ φιλοξενία τοῦ Ἀβραάμ, ὅπου κι ἐκεῖ πάλι εἶναι εἰκονογραφικός τύπος, δέν εἶναι οἱ τρεῖς Ἄγγελοι τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἶναι ὁ ἄσαρκος Λόγος, ὁ ὁποῖος ἐμφανίζεται στήν Παλαιά Διαθήκη, δηλαδή ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, νά τό ποῦμε ἁπλά ὁ Χριστός πρίν τήν ἐνανθρώπηση, καί οἱ ἄλλοι δύο εἶναι ἄγγελοι. Αὐτούς εἶδε ὁ Ἀβραάμ -καί ἡ Σάρα- καί συνομίλησε μαζί τους καί ἔγινε αὐτή ἡ ὡραία συνομιλία περί Σοδόμων καί Γομόρρων -φαντάζομαι τήν γνωρίζετε- ὅπου ὁ Ἀβραάμ «παζάρεψε» μέ τόν Θεό νά σώσει τά Σόδομα καί τά Γόμορρα, τά ὁποῖα εἶχαν πέσει στήν ὁμοφυλοφιλία, ὅπως ἔχει γίνει καί στίς μέρες μας… Ὁ Θεός, ἐπειδή ἦταν φίλος τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ ἀποκάλυψε ὅτι θά καταστραφοῦν καί ὁ Ἀβραάμ ἀρχίζει καί παρακαλεῖ καί λέει: Θεέ μου, ἄν βρεῖς πενήντα δίκαιους, θά τά καταστρέψεις; Λέει, ὄχι. Ἔ, λέει νά ρωτήσω μιά φορά ἀκόμα, ἄν εἶναι σαράντα πέντε; Ὄχι! Ἄν βρεῖς σαράντα καλούς ἀνθρώπους σ’ αὐτές τίς πέντε πόλεις; Δέν ἦταν μόνο τά Σόδομα καί τά Γόμορρα. Πέντε ἦταν οἱ πόλεις οἱ ὁποῖες ἁμάρταναν, Πεντάπολις. – Ξέρετε ποῦ ἦταν αὐτές οἱ πέντε πόλεις; Δέν εἶναι παραμύθια αὐτά πού λέμε… ἦταν στήν Νεκρά Θάλασσα. Ὅσοι ἔχουμε πάει στά Ἱεροσόλυμα καί στό Σινᾶ, περνᾶμε ἀπό τήν περιοχή πού ἦταν αὐτές οἱ πέντε πόλεις. Τώρα βέβαια δέν ὑπάρχουν… Εἶναι ἐκεῖ θαμμένες, κατεστραμμένες, διαλυμένες καί στόν τόπο ἐκεῖνο ὑπάρχει καμένη γῆ. Δέν φυτρώνει σχεδόν τίποτα καί στή θάλασσα μέσα δέν ὑπάρχει ἴχνος ζωῆς, γι’ αὐτό λέγεται νεκρά θάλασσα. Ἀρχισε νά «παζαρεύει», νά κατεβαίνει, 40… 30… 20… ἀκόμα μιά φορά νά τολμήσω… 10; Καί 10 λέει νά ὑπάρχουν, δέν θά τά καταστρέψω. Δέν ὑπῆρχαν οὔτε 10! Ἦταν μόνο ὁ Λώτ καί ἡ οἰκογένειά του. Αὐτό τώρα μᾶς διδάσκει πολλά πράγματα, τά ὁποῖα ἔχουν σχέση καί μέ τήν ἐπικαιρότητα. Τό πρῶτο πού μᾶς διδάσκει εἶναι ὅτι δέν εἶναι ἐμπόδιο ὁ τόπος πού κατοικοῦμε. Ὁ Λώτ ζοῦσε μέσα στό Σόδομα καί τά Γόμορρα, ὅ,τι χειρότερο. Ἦταν ἅγιος. Μάλιστα λέει ἕνα ὡραῖο στό Γεροντικό κάποιος γέροντας: Γιατί σώθηκε ὁ Λώτ καί ἁγίασε; Γιατί, λέει, ἐνῶ ἔβλεπε -δέν ἦταν ἀνόητος νά μήν καταλαβαίνει τί γινότανε- δέν τούς κατέκρινε. Τί μεγάλη σημασία ἔχει νά μήν κατακρίνεις! Ἡ κρίση ἀνήκει στόν Θεό, δέν ἀνήκει σέ μᾶς. Ὄχι ὅτι δέν εἶναι ἁμάρτημα ἡ ὁμοφυλοφιλία, εἶναι, σίγουρα εἶναι! Ἀλλά τό πρόσωπο πού ἁμαρτάνει, ἐμεῖς δέν ἔχουμε καμιά ἐξουσία νά τό κατακρίνουμε. Τήν πράξη, ὅμως, πάντοτε θά τήν κατακρίνουμε καί πρέπει νά τό λέμε ὅτι εἶναι κακό, μέγιστο κακό, μέγιστο ἁμάρτημα. Ἕνα δίδαγμα, λοιπόν, εἶναι αὐτό, δέν μᾶς ἐμποδίζει οὔτε ὁ χρόνος οὔτε ὁ τόπος οὔτε τό πῶς ζοῦνε οἱ ἄλλοι γύρω μας οὔτε ἐάν εἴμαστε μοναχοί, ἱερομόναχοι, παπάδες, 158

λαϊκοί, ἔγγαμοι, ἄγαμοι… Γιατί μοῦ λένε μερικοί, π. Ἱερεμία, ἐσεῖς στό Ἅγιο Ὄρος τώρα, μοναχοί.. ἐντάξει θά σωθεῖτε… ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε, γιατί εἴμαστε στόν κόσμο! Ἀκοῦτε; Ἤ ἐμεῖς εἴμαστε παντρεμένοι, λένε, δέν μποροῦμε… – Δηλαδή οἱ παντρεμένοι δέν μποροῦνε νά σωθοῦνε; Δηλαδή οἱ ἐντολές πού ἔδωσε ὁ Θεός εἶναι μόνο γιά τούς ἀνύπαντρους; Μόνο γιά τούς μοναχούς; Οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ εἶναι μόνο γιά αὐτούς ἐφαρμόσιμες; Ἀλλοίμονο, ἄν ὁ Χριστός εἶπε πράγματα πού δέν μποροῦμε νά ἐφαρμόσουμε! Θά ἦταν πολύ ἄδικος, πολύ ἀπάνθρωπος… – Γιατί μᾶς λέει ὅτι ὑπάρχει αἰώνια κόλαση; Ὑπάρχει αἰώνια κόλαση. Γιατί τίς ἐντολές πού μποροῦμε νά τίς τηρήσουμε καί δέν τίς τηροῦμε ὀφείλεται σέ μᾶς, εἴμαστε ὑπεύθυνοι. Ἑκούσια δηλαδή ἁμαρτάνουμε, δέν μᾶς ἀναγκάζει κανένας. Ἔχουμε τό αὐτεξούσιο, γι’ αὐτό καί δίνουμε λόγο. Εἴμαστε ἐλεύθεροι, δέν εἴμαστε ἀναγκασμένοι νά ἁμαρτάνουμε ἐπειδή εἴμαστε παντρεμένοι ἤ εἴμαστε κοσμικοί κ.λ.π. Ὅπως λένε μερικοί, δέν γίνεται πάτερ ἐμεῖς στόν κόσμο νά μήν ἁμαρτάνουμε… Ποιός σοῦ τό εἶπε αὐτό, ὅτι δέν μπορεῖς στόν κόσμο νά μήν ἁμαρτάνεις; Φυσικά καί μπορεῖς καί ἔχουμε τόσους Ἁγίους ἐγγάμους! Μάλιστα εἶχε κυκλοφορήσει κι ἕνα βιβλίο. Ὑπάρχει ἀκόμα νομίζω: «Οἱ ἔγγαμοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας». Ὁ Χριστός δέν ἔδωσε δύο εὐαγγέλια! Γιατί ὑπάρχει κι αὐτό : ἐσεῖς ἐντάξει θά τά κάνετε ὅπως τά λέει, ἐμεῖς θά κάνουμε λιγότερα. Οὔτε αὐτό ἰσχύει, γιατί ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι γιά ὅλους. Δέν ἰσχύουν μερικές ἐντολές καί τίς ἄλλες ἄν θέλουμε τίς τηροῦμε… Λέει, ἄς ποῦμε, ὁ Χριστός μία ἐντολή: ἀπαγορεύεται ἡ μοιχεία, ἀπαγορεύεται ἡ πορνεία. Δέν τό ξέρετε;.. Ὅλα αὐτά τά σαρκικά ἁμαρτήματα. Κι ἄν δεῖς πονηρά ἤδη κάνεις μοιχεία στήν καρδιά σου. Ἔ, καλά πάτερ, αὐτό εἶναι γιά τούς μοναχούς! Δέν εἶναι γι’ αὐτούς πού ζοῦνε στόν κόσμο. – Δηλαδή ὁ Χριστός ζητάει πράγματα πού δέν μποροῦμε νά τηρήσουμε; Ἄν εἶναι δυνατόν! Γιά ὅλους εἶναι. Οἱ ἐντολές ὅλες εἶναι γιά ὅλους. Ἑπομένως, τό εὐαγγέλιο εἶναι ἕνα καί μάλιστα νά σᾶς πῶ ποιά εἶναι ἡ διαφορά μας; Τό λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ὁ Ἅγιος Βασίλειος τό λέει. Ἡ διαφορά μας εἶναι ἡ ἑξῆς: ὅτι ἐσεῖς πού εἶστε μέσα στόν κόσμο καί εἴσαστε καί ἔγγαμοι οἱ περισσότεροι, πρέπει νά κάνετε πιό πολύ ἄσκηση ἀπό μᾶς! Τό ἀκούσατε; Ὄχι πιό λίγη, πιό πολλή, γιατί ἔχετε πιό πολλούς πειρασμούς. Ἐδῶ δέν ἔχουμε τόσους πειρασμούς ἀπό τίς αἰσθήσεις, ἀπό τά μάτια, ἀπό τά αὐτιά, εἶναι φυλαγμένα ἀπό τό περιβάλλον. Ὅλοι γύρω μας εἶναι λίγο-πολύ καλοί.. ἔ, βγαίνει καί κανένας σκάρτος μοναχός ἀλλά οἱ πιό πολλοί εἶναι καλοί. Ἐνῶ ἐσύ ἔχεις τό ἀντίθετο. Ἔχεις πάρα πολλούς πειρασμούς καί ἀπό τούς ἀνθρώπους πού εἶναι γύρω σου, πού οἱ πιό πολλοί εἶναι ἀδιάφοροι, γιά νά μήν ποῦμε ἄθεοι ἤ καί ἀντίθεοι, δηλαδή πολεμᾶνε, ὄχι ἁπλῶς εἶναι ἀδιάφοροι, καί ἀπό τίς αἰσθήσεις. Συνέχεια δέχεσαι προκλήσεις, ἡ τηλεόραση, τό ἴντερνετ, οἱ διαφημίσεις στόν δρόμο, ὁ τρόπος πού δέν ντύνονται πλέον οἱ ἄνθρωποι… ὄχι πού ντύνονται… Ὅλα αὐτά πρέπει νά τά ἀντιμετωπίσεις ἄν θέλεις νά σωθεῖς, ἔτσι δέν εἶναι; Δέν 159

πρέπει νά ὑποκύψεις, γιατί ἄν ὑποκύψεις στόν πειρασμό καί ἁμαρτάνεις, φυσικά δέν μπορεῖς νά σωθεῖς. Ἐννοεῖται ὅτι ὑπάρχει καί ἡ μετάνοια. Ἐννοεῖται ὅτι θά μετανοοῦμε. Ἀλλά, τέλος πάντων, πρέπει καί λίγο νά προχωρήσουμε. Ὁπότε, πρέπει πιό πολύ νά προσέχεις τά μάτια σου, τά αὐτιά σου, τίς αἰσθήσεις σου, πιό πολύ νά προσεύχεσαι σέ σχέση μέ ἕναν μοναχό δηλαδή, ἔχεις πιό πολύ ἀγῶνα. Αὐτό πού σᾶς λέω γινόταν, δέν εἶναι θεωρία. Ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, τόν 4ο αἰῶνα, λέει «στά χρόνια μου πιό πολύ ἄσκηση γίνεται στόν κόσμο παρά στά μοναστήρια». Τό διάβασα καί μοῦ ἔκανε ἐντύπωση. Γιατί; Γιατί τότε οἱ ἄνθρωποι ἦταν ὄντως χριστιανοί καί ξέρανε πολύ καλά τί σημαίνει σωτηρία καί πῶς θά ἐπιτευχθεῖ ἡ σωτηρία. Ἐμεῖς ἔχουμε ξεφτίσει καί λέμε, ἐντάξει ἐμεῖς λαϊκοί εἴμαστε, δέν θά κάνουμε αὐτά πού κάνουν οἱ μοναχοί.. δέν εἴμαστε καλόγεροι καί καλόγριες.. καί ἐννοοῦν θά κάνουμε λιγότερα. Ὄχι, περισσότερα θά πρέπει νά κάνεις. Νά τηρεῖς τίς ἐντολές καί γιά νά τίς τηρεῖς πρέπει νά κάνεις περισσότερη ἄσκηση ἀπό τούς μοναχούς. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια καί αὐτός πού θέλει νά τό καταλάβει, τό καταλαβαίνει νομίζω, δέν εἶναι δύσκολο. Ὁπότε, νά ξαναγυρίσουμε στήν ἱστορία μέ τόν Ἀβραάμ. Φεύγει ὁ Θεός, φεύγουν οἱ δύο Ἄγγελοι, πᾶνε στά Σόδομα καί τά Γόμορρα, ἐκεῖ γίνεται πάλι ἕνα ἐπεισόδιο, ὅσοι ἔχετε διαβάσει τήν Παλαιά Διαθήκη, μέ τόν Λώτ. Ἦταν τόσο ξεδιάντροποι αὐτοί πού μόλις εἶδαν τούς δύο Ἀγγέλους, κυνηγοῦσαν τούς Ἀγγέλους. Εἶχαν φτάσει σέ τέτοια ἀδιαντροπιά. Καί ἔφτασε ὁ καημένος ὁ Λώτ νά τούς πεῖ, «βρέ παιδιά, εἶναι ξένοι, σεβαστεῖτε τους… ἐπιτέλους πάρτε τίς θυγατέρες μου». Φανταστεῖτε ποῦ ἔφτασε αὐτός ὁ Ἅγιος ἄνθρωπος! Ὄχι, τοῦ λένε, φύγε ἀπό κεῖ γιατί θά σέ παραμαζέψουμε καί σένα. Καί τότε τί γίνεται; Τούς τυφλώνει ὁ Θεός! Ἐνῶ ὁρμήσανε νά μποῦνε μέσα στό σπίτι καί νά χτυπήσουν καί τόν Λώτ, τούς τυφλώνει ὁ Θεός καί ἄρχισαν νά ψάχνονται… Βλέπετε τί κάνει ὁ Θεός! Καί μετά βέβαια ἔγινε ἡ καταστροφή. Γιατί τά λέμε τώρα αὐτά; Πρῶτον, γιά νά διδαχτοῦμε αὐτό ἀπό τόν Λώτ, νά μήν κατακρίνουμε καί νά μή προφασιζόμαστε ὅτι εἴμαστε στόν κόσμο καί δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε, δέν μποροῦμε νά ἁγιάσουμε. Ὄχι δέν μποροῦμε, ὀφείλουμε νά ἁγιάσουμε, καί μποροῦμε καί πρέπει νά ἁγιάσουμε. Γιατί εἰρωνεύονται οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου… ἔ, ἅγιος θά γίνεις τώρα… πολύ πᾶς στά μοναστήρια… καί μέ τούς παπάδες καί τούς καλογήρους πού ἔμπλεξες. Ἅγιος θά γίνω, γιατί ἄν δέν γίνω ἅγιος, δέν μπορῶ νά σωθῶ. Εἶναι ἐντολή νά γίνουμε ἅγιοι. «Ἅγιοι γίνεσθε», δέν λέει ἡ Ἁγία Γραφή; «Ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι»1. Καί οἱ πρῶτοι χριστιανοί μεταξύ τους ἔτσι ἀπεκαλοῦντο «ἅγιοι». – Τί θά πεῖ ἅγιος ξέρετε; Ἅγιος θά πεῖ ξεχωρισμένος. Ἀπό τί; Ἀπό τόν κόσμο, ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὅταν λέμε κόσμο δέν ἐννοοῦμε τούς ἀνθρώπους, τούς ἀνθρώπους τούς ἀγαπᾶμε ὅλους, ἀλλά τόν κοσμικό τρόπο ζωῆς. Τό κοσμικό φρόνημα, τό ὁποῖο μᾶς ἔχει ἐπηρεάσει πάρα 160

πολύ καί νά ξέρετε τό κοσμικό φρόνημα εἶναι τό διαβολικό φρόνημα. «Ὁ κόσμος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται»2, λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Εἶναι ἑδρασμένος, ἔχει βάση τόν πονηρό, τόν διάβολο. Ἄρα κοσμικό φρόνημα – κοσμικός τρόπος ζωῆς καί χριστιανός δέν συμβιβάζονται. – Μπορῶ νά εἶμαι καί λίγο κοσμικός καί λίγο χριστιανός; Δέν γίνεται. Ἤ κοσμικός θά εἶσαι ἤ χριστιανός. Ὁ Χριστός μας -προσέξτε- εἶναι ἀπόλυτος. Θά μοῦ πεῖτε, εἶμαι αὐστηρός… ἄς τό πεῖτε, δέν πειράζει.. κι ἄλλοι μοῦ τό λένε. Ἀλλά δέν εἶναι αὐστηρότητα, εἶναι ἡ ἀλήθεια αὐτό τό πράγμα. Τί λέει ὁ Χριστός; «Σέ θέλω νά μέ ἀγαπᾶς ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς..»3. Δέν λέει κατά ἕνα ποσοστό νά Μέ ἀγαπᾶς. Βλέπετε; Ὁ Χριστός εἶναι ἀπόλυτος. Μᾶς θέλει ὁλόκληρους, δέν μᾶς θέλει κατά ἕνα κομμάτι. Ἕνας κομματιασμένος εἶναι νεκρός. Μᾶς θέλει 100% δικούς Του. Ὅλη ἡ καρδιά, ὅλη ἡ ψυχή, ὅλη ἡ δύναμη, ὅλη ἡ ὕπαρξή μας νά ἀγαπάει τόν Χριστό, νά εἶναι ὅλη στόν Χριστό. Εἶπα στόν πάτερ, ξέρετε εἶναι μοναστήρι… νά ἔρθουνε οἱ γυναῖκες μέ φοῦστες κ.λ.π. Αὐτό τί σημαίνει; Ὅτι ἔξω ἀπό τό μοναστήρι μπορεῖς νά φορᾶς παντελόνια; Ὄχι, δέν μπορεῖς. Αὐτός εἶναι κοσμικός τρόπος ζωῆς. Ἀλλά τό λέμε ἔτσι γιά νά τό φέρουμε πιό γλυκά… (ὄχι στόν πάτερ) γενικῶς… Γιατί ἔχουμε κάτι γιαγιάδες τώρα μοντέρνες, πού μᾶς ἔρχονται ἐδῶ μέ τά παντελόνια καί μέ τά χίλια ζόρια, ἄν φορέσουνε φούστα. Ἄν τήν φορέσουν… τέλος πάντων τή φορᾶνε καί μέ τό πού θά βγοῦνε ἀπό τήν ἐκκλησία τήν πετᾶνε, ἀκόμα μέσα στό μοναστήρι! Τόσο πολύ… Ἔχουμε γίνει πολύ σύγχρονοι οἱ Ἕλληνες τώρα! Πάρα πολύ σύγχρονοι καί μοντέρνοι… (π. Ἱερεμίας) : …………. Αὐτό εἶναι… μᾶς κατηγοροῦν ὅτι διώχνουμε τόν κόσμο ἀπό τήν ἐκκλησία. Διώχνουμε τήν ἁμαρτία. – Γιατί, τό νά φορᾶς παντελόνι θά πεῖτε εἶναι ἁμαρτία; Τώρα πιάσαμε τά ἐξωτερικά. Ἔχουν σημασία καί τά ἐξωτερικά. Ναί, εἶναι ἁμαρτία. Τό ξέρετε; Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη τό λέει. Δέν ἐπιτρέπεται ὁ ἄνδρας νά φοράει γυναικεῖα ροῦχα»4. Στό Δευτερονόμιο, θά σᾶς βρῶ καί τήν παραπομπή, ἄν ἀμφιβάλλετε. «Καί δέν ἐπιτρέπεται ἡ γυναίκα νά φοράει ἀνδρικά ροῦχα»5. Ξεκάθαρα τό λέει. – Ξέρετε ποῦ παραπέμπει αὐτό; Δέν εἶναι ἀσήμαντο. Αὐτό παραπέμπει στήν ὁμοφυλοφιλία, τό unisex. Δέν εἶναι ἀνένοχο λοιπόν καί μικρό πράγμα, εἶναι σπουδαῖο. Καί ὄχι μόνο… ἀλλάζει ὅλη ἡ ψυχολογία. Ἄν ἐγώ βγάλω τά ράσα μου καί κυκλοφορῶ μέ τά λαϊκά, θά παραξενευτεῖτε. Ἀλλά καί ἐγώ θά βλαφτῶ, κι ἐγώ θά χάσω κάτι. Γιατί αὐτό πού φορᾶμε εἶναι τό κατεξοχήν περιβάλλον μας, αὐτό πού μᾶς περιβάλλει, ἡ περιβολή μας, καί αὐτό πού κατεξοχήν μᾶς ἐπηρεάζει. 161

Κάποτε ὁ Ἅγιος Πορφύριος εἶπε μιά ἱστορία σ’ ἕνα ἀνδρόγυνο πού τόν ρώτησε, ἄν τό κοριτσάκι τους ἐπιτρέπεται νά φοράει παντελόνι ἤ ὄχι. Καί ξέρετε τί τούς εἶπε; Κατ’ ἀρχάς τούς εἶπε αὐτό πού σᾶς εἶπα κι ἐγώ – γιατί λένε μερικοί ὅτι ὁ π. Πορφύριος ἦταν μοντέρνος καί ἀνοιχτός καί χαλαρός στά ἠθικά θέματα… Καθόλου! Τούς εἶπε κατ’ ἀρχάς πώς τό θέμα εἶναι λυμένο. Ἀπό ποῦ; Σᾶς τό εἶπα. Ἀπό τό Δευτερονόμιο, ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα δέν ἐπιτρέπεται. Ἀλλά γιά νά τούς δώσει ἀκόμα περισσότερο νά τό καταλάβουνε, τούς εἶπε τήν ἑξῆς ἱστορία. Κάποτε ἦταν μία μητέρα ἔγκυος καί ἔβλεπε κάθε μέρα ἕνα πρόσωπο, ἕναν νέο, ὁ ὁποῖος εἶχε κάτι σάν προβοσκίδα, σάν μελιτζάνα στό μάγουλό του… μιά δυσμορφία. Κι αὐτή βλέποντάς αὐτό τό παιδί ἔκανε αὐτόν τόν λογισμό, τήν καημένη τή μητέρα του πῶς θά τό ἔχει αὐτό τό παιδί; Καί πῶς θά ὑποφέρει πού θά τό βλέπει ἔτσι; Ἄν κι ἐγώ εἶχα ἕνα τέτοιο παιδί… Ἦταν ἔγκυος ἐν τῶ μεταξύ. Γέννησε καί ἔκανε ἀκριβῶς ἕνα τέτοιο παιδί! Καί δημιουργήθηκε ἰατρικό θέμα καί ἐπειδή ὁ παππούλης ἤτανε στήν Πολυκλινική, γιατί ἐκεῖ πῆγε κι αὐτή ἡ μητέρα, τόν κάλεσαν. Τόν ξέρανε τόν Ἅγιο Πορφύριο. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος εἶχε χάρισμα. Σέ ἔβλεπε καί ἔλεγε, κοίταξε, τό στομάχι σου, τό ἔντερό σου, τό ἧπαρ σου ἔχει πρόβλημα. Πολλές φορές διόρθωνε καί τούς γιατρούς. Λέγανε οἱ γιατροί ἐκεῖ, καί ἔλεγε ὄχι στήν ἄλλη πλευρά εἶναι τό πρόβλημα, εἶναι ἀντανακλαστικός ὁ πόνος. Ὁπότε οἱ γιατροί τόν ξέρανε καί τόν φωνάζανε. Τούς λέει, λοιπόν, ὁ Ἅγιος, θέλω νά δῶ τή μητέρα. Τήν κάλεσε τότε καί τί ρώτησε τί λογισμούς εἶχες, ὅταν κυοφοροῦσες τό μωρό; Τοῦ λέει εἶχα αὐτούς τούς λογισμούς, ἔβλεπα τό παιδί κ.λ.π. Αὐτό λέει συνέβη. Αὐτό ἐπέδρασε, οἱ λογισμοί πού εἶχες καί διαμορφώθηκε καί τό σῶμα τοῦ παιδιοῦ ἀνάλογα μέ τίς φοβίες σου, μέ τούς λογισμούς σου. – Ἀπό ποῦ δημιουργήθηκαν οἱ λογισμοί; Ἀπό τό περιβάλλον, ἀπό αὐτό πού ἔβλεπε καθημερινά. Καταλαβαίνετε τώρα τί θέλω νά σᾶς πῶ; Τί ἤθελε νά πεῖ ὁ Ἅγιος; – Ποιό εἶναι πιό στενό περιβάλλον ἀπό ὅλα; Τά ροῦχα μας! Ἀνάλογα μέ τό τί ροῦχα φορᾶς, ἔχεις καί τούς ἀνάλογους λογισμούς. Ἄν μία γυναίκα φοράει ἀνδρικά ροῦχα, σιγά-σιγά ἀνδροποιεῖται, χάνει αὐτή τήν εὐγένεια, τή λεπτότητα, τήν εὐαισθησία πού ἔχει ἡ γυναίκα, ὅπως τήν ξέρουμε. Καί βλέπεις κάτι γυναῖκες πού λές, τώρα ἄντρας εἶναι αὐτή; Γυναίκα εἶναι; Ἕνα ἔκτρωμα εἶναι; Ἕνα ἀλλοπρόσαλλο ὄν εἶναι; Μία ἀγριότητα, κάτι ἀφύσικο δηλαδή. Ἀνδροποιεῖται, χάνει τά χαρακτηριστικά της. Καταλάβατε; Καί πᾶμε μετά στήν ὁμοφυλοφιλία κ.λ.π. Νά μήν ποῦμε περισσότερα γι’ αὐτό. Σᾶς εἶπα ἕνα παράδειγμα γιά νά δεῖτε τί σημασία ἔχει νά τηροῦμε τίς ἐντολές, ὅτι πρέπει νά τίς τηροῦμε, γιατί μετά τό πληρώνουμε. Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τό πληρώνουμε. Οἱ ἐντολές πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός μας δέν εἶναι γιά τόν Χριστό. Ὁ Χριστός εἶναι σέ ἄπειρη μακαριότητα. Οὔτε θά Τοῦ προσθέσουμε τίποτα ἄν τηρήσουμε τίς ἐντολές 162

οὔτε θά Τοῦ ἀφαιρέσουμε κάτι ἄν δέν τίς τηρήσουμε. Γιά μᾶς εἶναι οἱ ἐντολές, μᾶς τίς εἶπε γιά νά μετέχουμε κι ἐμεῖς σ’ αὐτή τή μακαριότητα τή δική Του, τήν ἄπειρη μακαριότητα πού ἔχει. Νά τό ποῦμε ἁπλά, εἶναι οἱ ὁδηγίες χρήσης, πῶς θά χρησιμοποιήσεις αὐτό τό σῶμα καί αὐτή τήν ψυχή πού σοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός. Ὅπως παίρνεις κι ἕνα αὐτοκίνητο. Δέν παίρνεις κι ἕνα manual πού λέει κάθε τόσο θά τοῦ ἀλλάζεις λάδια, θά τοῦ βάζεις αὐτό τό εἶδος βενζίνης, δέν θά τοῦ βάζεις ὁτιδήποτε;… Ἄν πεῖς, ξέρω ἐγώ, θά τό πετάξω τό manual, θά ρωτήσω τόν γείτονα πού ἔχει κι αὐτός ἀμάξι ἤ θά κάνω τοῦ κεφαλιοῦ μου, τί θά κάνεις; Θά τό καταστρέψεις τό ἀμάξι. Δέν θά ἔχεις ἀμάξι μετά ἀπό λίγο. Ἔτσι καί τό σῶμα καί τήν ψυχή πού μᾶς δίνει ὁ Θεός, θά πρέπει νά γνωρίζουμε πῶς νά τά χρησιμοποιήσουμε, πῶς νά τά λειτουργήσουμε. – Ποῦ νά τούς βροῦμε τούς κανόνες; Στόν ὁποιοδήποτε; Ὄχι, στόν κατασκευαστή. Αὐτός θά σοῦ πεῖ τούς σωστούς κανόνες, πῶς θά λειτουργήσεις, αὐτός πού τά ἔφτιαξε. Ἔτσι δέν εἶναι; Δηλαδή; Ὁ Χριστός. – Ποῦ εἶναι οἱ κανόνες; Στήν Ἐκκλησία. Στό ἅγιο Εὐαγγέλιο, οἱ ἱεροί Κανόνες. Οἱ ἱεροί Κανόνες εἶναι οἱ ὁδηγίες χρήσης, πῶς θά χρησιμοποιήσουμε τό σῶμα καί τήν ψυχή νά μήν τά καταστρέψουμε, νά τά σώσουμε. Νά ἡ σωτηρία. – Τί σημαίνει σωτηρία; Νά διασωθῶ στήν αἰωνιότητα, αὐτό σημαίνει σωτηρία, νά ὑπάρχω γιά πάντα. Δέν θέλουμε νά χαθοῦμε, νά μᾶς φάει τό χῶμα. Γι’ αὐτό καί βάφεστε καί βάφετε καί τά μαλλιά σας, γιά νά φαίνεστε πάντα νέες! Δέν εἶναι αὐτός ὁ τρόπος. Μπορεῖς νά εἶσαι πάντα νέος χωρίς νά βάφεσαι -καί δέν πρέπει νά βάφεστε καί νά ἀλλοιώνεστε- ὅταν εἶσαι μέ τόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος δέν εἶναι ἁπλῶς νέος, εἶναι ὁ ἀεί ὤν, Αὐτός πού ὑπάρχει γιά πάντα καί αὐτός εἶναι ὁ πόθος ὁ βαθύτερος τοῦ ἀνθρώπου, δέν θέλει νά χαθεῖ ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Θεός μᾶς ἔφτιαξε γιά νά εἴμαστε ἀθάνατοι. – Πῶς μπῆκε ὁ θάνατος; Γιατί μπῆκε ὁ θάνατος καί δέν θέλουμε τόν θάνατο; Μπῆκε ἀπό τήν ἁμαρτία. Δέν εἴμαστε φτιαγμένοι γιά νά πεθάνουμε, εἴμαστε φτιαγμένοι γιά νά ζήσουμε αἰώνια. Αὐτό γίνεται τώρα μέσα στήν Ἐκκλησία, γιά αὐτούς πού τό ἔχουνε καταλάβει. Τηρώντας τίς ἐντολές σιγά-σιγά περνᾶς στήν ἀθανασία, ἐν μακαριότητι ἀθανασία. Γιατί ὑπάρχει καί ἀθανασία ἐν τῇ κολάσει. Κι ἐκεῖνοι ἀθάνατοι θά εἶναι ἀλλά στήν κόλαση. Οὕτως ἤ ἄλλως ὁ Θεός μέ τήν Ἀνάστασή Του μᾶς ἔκανε ἀθάνατους. Λέει πολύ ὡραῖα ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς, «ὁ ἄνθρωπος καταδίκασε τόν Θεό σέ θάνατο». Τόν σταυρώσαμε τόν Θεό -τήν ἀνθρώπινη φύση Του, ὄχι τήν Θεότητα. «Ὁ Θεός καταδίκασε τόν ἄνθρωπο στήν ἀθανασία»! Θέλουμε – δέν θέλουμε θά ὑπάρχουμε γιά πάντα. Ὅ,τι θέλεις κάνε -ποτέ νά μήν τό κάνετε- αὐτοκτόνα, κάψε τό σῶμα σου, ὅπως κάνουν τώρα τήν καύση τῶν νεκρῶν, δέν πρόκειται νά ἐξαφανιστεῖ. Ὅ,τι καί νά κάνεις, θά ὑπάρχεις. Θά ὑπάρχεις μέ τόν χαρακτήρα σου, μέ τήν προσωπικότητά σου, ὅπως εἶσαι τήν τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς σου, θά εἶσαι γιά πάντα στήν αἰωνιότητα. Γι’ αὐτό ἔχει σημασία νά 163

μετανοήσουμε, γιά νά εἴμαστε τήν τελευταία ὥρα μέ τόν Θεό καί ὄχι χωρίς τόν Θεό, ὁπότε νά εἴμαστε γιά πάντα στήν μακαριότητα. Ὅ,τι καί νά κάνεις λοιπόν θά ὑπάρχεις, ἀλλά τό θέμα εἶναι νά ὑπάρχεις μέ τόν Θεό μέσα στήν μακαριότητα καί τήν χαρά τοῦ Θεοῦ καί αὐτό γίνεται μόνο ὅταν ζήσουμε ὀρθόδοξα, μέ ὀρθόδοξη πίστη, ὄχι αὐτά πού διδάσκονται τώρα τά παιδιά στά σχολεῖα. Τώρα στά σχολεῖα ἐπίσημα διδάσκεται ἡ αἵρεση. Ἐπίσημα, ἀπό τό Κράτος! Τό ξέρετε; Τό ἔχετε καταλάβει; Ἐπίσημα διδάσκεται ὁ Οἰκουμενισμός καί ἡ Πανθρησκεία. Στά παιδιά λένε ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι καλές. – Ποιός τό εἶπε αὐτό ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι καλές; Καί ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες σώζουν… καί ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες προσεύχονται. Ναί, ἀλλά ποῦ προσεύχονται; Ἔχει κάτι φωτογραφίες στά βιβλία, τόν Ἅγιο Σεραφείμ καί δίπλα ἕναν ἄλλον παπικό κι αὐτός προσεύχεται, ἕναν ἄλλον μουσουλμάνο κι αὐτός προσεύχεται… ἔ, ποῦ προσεύχονται; Στόν Θεό λέει. – Ποιόν Θεό; Πόσοι θεοί ὑπάρχουν; Ὁ ἴδιος λένε, ἕνας Θεός εἶναι. – Ναί, ποιός εἶναι; Δέν τό λένε. Λέει, ἐσεῖς τόν λέτε Χριστό, οἱ ἄλλοι τόν λένε Ἀλλάχ.. τό ἴδιο εἶναι. Δέν εἶναι τό ἴδιο! Καταλάβατε; Αὐτά διδάσκουν τώρα τά παιδιά μας. Ὁπότε δημιουργεῖται μιά γενιά, ἡ ἑπόμενη γενιά θά εἶναι μιά γενιά οἰκουμενιστῶν, πανθρησκειαστῶν καί νά τό ποῦμε καί λίγο κουλτουριάρικα.. ἀνθρωπαρίων, ὄχι ἀνθρώπων. Ἑτοιμάζουν τά νέα ἀνθρωπάρια, τούς εἵλωτες τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων μέ αὐτό τόν τρόπο. Γιατί, ὅταν τό παιδί χάσει τήν ὀρθοδοξία, μετά θά ὑποταχτεῖ στό σύστημα. Αὐτό θέλουν. Θέλουν ἀνθρώπους πού νά εἶναι διεφθαρμένοι καί νά εἶναι ἀδιάφοροι ὡς πρός τή θρησκεία καί μέ συγκεχυμένη γνώση ὡς πρός τόν Θεό. Μέ τά νέα Θρησκευτικά πού διδάσκονται τά παιδιά στά σχολεῖα εἶναι ὅλα θολά. – Ποιός εἶναι ὁ Θεός; «Εἶναι ὁ Χριστός. Καί ὁ Ἀλλάχ καλός εἶναι κι αὐτός… καί τό κοράνιο, ἅγιο εἶναι καί τό κοράνιο, ἱερό καί τό κοράνιο…». Τό παιδί εἶναι σέ ἕνα χάος, σέ μία σύγχυση. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό ὄχημα τοῦ διαβόλου, ἡ σύγχυση. Καί ἐκεῖ μέσα περνάει αὐτή ἡ θεωρία πού σᾶς εἶπα, κρατῆστε τόν Χριστό σας, ἀλλά μή λέτε ὅτι μόνο ὁ Χριστός σώζει. Καί ὁ Ἀλλάχ σώζει.. καί μή λέτε μόνο τό Εὐαγγέλιο.. καί τό κοράνιο.. Παίρνουν καί μοιράζουν κοράνια καί οἱ δικοί μας οἱ ὑψηλοβάθμιοι… Ἀπαράδεκτα πράγματα! Καί οἱ ἄλλοι οἱ Βουδιστές κι αὐτοί καλοί εἶναι.. Ὅλοι καλοί… καί ἀφῆστε τό παιδί νά διαλέξει μόνο του. Λοιπόν, γιά νά σωθοῦμε χρειάζεται ἡ Ὀρθόδοξη πίστη. Μόνο ὁ Χριστός σώζει. Εἶναι ἀποκλειστικά ὁ Σωτῆρας. Μόνο ἡ ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἡ μόνη ἀλήθεια, ἡ πραγματική ἀλήθεια καί χρειάζεται νά ἔχεις καί ὀρθόδοξη ζωή, νά τηρεῖς δηλαδή τίς ἐντολές. Καί ποῦ θά βροῦμε τά πρότυπα γιά νά μιμηθοῦμε; Στούς Ἁγίους 164

μας. Πῶς ἔζησαν οἱ Ἅγιοι; Ὁ Ἅγιος πού ἔχεις τό ὄνομά του. Πάρε αὐτόν καί μιμήσου τον. Θά ἐφαρμόσεις τό Εὐαγγέλιο μιμούμενος τούς Ἁγίους. Νά σᾶς πῶ καί κάτι καί μήν παραξενευτεῖτε… Ὅλοι πρέπει νά γίνετε μοναχοί – μιά πού ἤρθατε στό Μοναστήρι.. Ὄχι μέ τήν ἔννοια νά ἀφήσετε τήν οἰκογένειά σας, ἀλλά νά υἱοθετήσετε τόν τρόπο ζωῆς, ἄν θέλετε νά σωθεῖτε. Γιατί ὁ τρόπος ζωῆς εἶναι ὁ ἴδιος, ἡ ἀσκητική καί μυστηριακή ζωή. Ὅλοι πρέπει νά τηρήσουμε ὅλες τίς ἐντολές καί νά ἀγωνιστοῦμε. Καί στήν ἀκτημοσύνη, στό μέτρο πού μπορεῖτε θά τό κάνετε κι ἐσεῖς, νά ἀποδεσμευτεῖτε ἀπό τά ὑλικά πράγματα. Καί στήν παρθενία, στήν ἁγνότητα, στή σωφροσύνη ὅσοι εἶναι ἔγγαμοι. Εἶναι οἱ ἀντίστοιχες ἀρετές γιά τούς ἐγγάμους. Ἐμεῖς οἱ ἄγαμοι ἔχουμε τήν παρθενία, ἐσεῖς ἔχετε τήν σωφροσύνη. Καί στήν ὑπακοή. Θά πρέπει νά ἔχετε ἕναν πνευματικό ὁδηγό. Ἀλλοίμονο ἄν δέν ἔχετε πνευματικό ὁδηγό καί δέν ἐξομολογεῖστε καί μάλιστα τακτικά, ὄχι μόνο μεγάλες γιορτές. Ἐγώ θά ἔλεγα τουλάχιστον μιά φορά τόν μήνα. (π. Ἱερεμίας) : …………. Μετά τά τραβᾶνε οἱ πνευματικοί… Ἀλλά ἔχουν πολλή ἀγάπη… καί ὅταν προοδεύετε πνευματικά, δέν μᾶς κουράζετε. Μᾶς ξεκουράζετε. Ἔλεγε ὁ π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, π. Ἱερεμία, σέ μιά ὁμιλία, ἐνόψει μιᾶς Σαρακοστῆς, λέει τώρα τή Σαρακοστή χιλιάδες θά ἐξομολογηθοῦν… πόσοι θά διορθωθοῦν;.. Μερικές δεκάδες! Ἀπογοητευτικό.. Ἀπογοητευτικό.. Μερικές δεκάδες ἀπό τίς χιλιάδες.. Γιατί; Γιατί δέν μετανοοῦν οἱ ἄνθρωποι. Μπορεῖ νά ἐξομολογοῦνται ἀλλά δέν μετανοοῦν. Δέν ἀλλάζουν τρόπο ζωῆς. Ἔ, λέει, εἶπε ὁ παπα-Σάββας γιά τά μαλλιά νά μήν τά βάφουμε, τά χείλη μας νά μήν τά βάφουμε… ἄς τά λέει. Ἐμεῖς θά τό κάνουμε. Νά μή φορᾶμε παντελόνια… Σιγά τώρα, γίνονται αὐτά; Ἐγώ κρυώνω, σοῦ λέει.. κι ἐπειδή κρυώνεις; Δέν ἔχει χοντρές κάλτσες καί νά βάζεις καί τή φούστα σου ἀπό πάνω; Ὄχι, δέν θέλουνε. Δέν θέλουμε νά ἀλλάξουμε, νά ἀφήσουμε τά πάθη μας. Δυστυχῶς, ἔχουμε φτάσει ν΄ ἀγαπήσουμε τά πάθη μας καί εἶναι τραγικό αὐτό. Τά λέω ὅλα αὐτά, ξέρετε γιατί; Γιατί σήμερα οἱ πιό πολλοί δέν εἴμαστε χριστιανοί. Τό ἔλεγε ὁ π. Ἀθανάσιος. Εἴμαστε εἰδωλολάτρες. Κι ἄν δέν εἴμαστε εἰδωλολάτρες, εἴμαστε ὑποκριτές. – Ξέρετε τί ὑποκρίνονται σήμερα οἱ πιό πολλοί; Ἐπειδή σήμερα τῆς μόδας δέν εἶναι ἡ εὐσέβεια, εἶναι ἡ ἀσέβεια, ὑποκρίνονται τόν ἀσεβή. Νά σᾶς πῶ πῶς. Πάει κανείς σ’ ἕνα ἐστιατόριο καί δέν κάνει τόν σταυρό του, ντρέπεται λέει. Περνάει ἔξω ἀπό μία ἐκκλησία καί δέν κάνει τόν σταυρό του, τόν κάνει ἔτσι… κάτω ἀπό τό σακάκι του. Ἔχει μερικούς πού τό κάνουν ἔτσι ἀπό μέσα. – Τί εἶναι αὐτό; Δέν εἶναι ὑποκρισία; Ὑποκρισία εἶναι. – Γιατί; Εἶναι ἐπίδειξη νά κάνεις τόν σταυρό σου στό ἐστιατόριο; Ὄχι. Εἶναι πράξη σωτηρίας, γιατί εὐλογεῖς τό φαγητό σου. Ἄν τό φαγητό σου εἶναι μέ μάγια, θά τά φᾶς καί τά μάγια καί θά φᾶς καί τόν διάβολο μέσα. – Πῶς θά φύγει ὁ διάβολος ἅμα δέν σταυρώσεις τό φαγητό σου; 165

Σοῦ λέει, ντρέπομαι τώρα… μέ βλέπουν. Ἤ ἔχει μνημόσυνο ἡ τάδε κυρία Σαρακοστή καί βάζει κρέας. Τί θά κάνεις ἐσύ; Θά φᾶς ἤ δέν θά φᾶς; Μερικοί ἐξυπνάκηδες λένε, θά φᾶμε γιά νά μήν τούς σκανδαλίσουμε. Μά, ἀκριβῶς, ἐπειδή τρῶς σκανδαλίζεις, πού σέ ξέρουνε κιόλας πώς εἶσαι τάχατες τῆς Ἐκκλησίας… καί σοῦ λέει, νά κι αὐτή πού πάει στήν ἐκκλησία, ἔφαγε, δέν τή λογαριάζει τή νηστεία. Καί ὑποκρίνεται τήν ἀσεβή. Γι’ αὐτό σᾶς εἶπα εἴμαστε ὑποκριτές, γιατί σήμερα ἔχει πέραση ἡ ἀσέβεια. Κι ἄν ἐσύ εἶσαι ὅπως πρέπει, θά σέ κοροϊδέψουνε. Ἄν ἡ κοπέλα πάει στό Πανεπιστήμιο μέ φούστα, θά τήν κοροϊδέψουνε. Ὑποκρίνεται λοιπόν κι αὐτή ὅτι συμφωνεῖ. Ἤ ἄν μία νέα δέν ἔχει φίλο καί ὅλες οἱ φιλενάδες της τῆς λένε γιά τούς φίλους τους, λέει κι αὐτή ψέματα ὅτι ἔχει φίλο. – Δέν εἶναι ὑποκρισία αὐτό; Ξέρετε τί εἶπε ὁ Χριστός γιά τούς ὑποκριτές; Μόνο γιά τούς ὑποκριτές… γιά κανέναν ἄλλον δέν εἶπε. Εἶπε ὀχτώ οὐαί6. Ὄχι ἕνα, ὀχτώ οὐαί! – Ξέρετε τί θά πεῖ οὐαί; Ἀλλοίμονο. Μόνο στούς ὑποκριτές εἶπε τά οὐαί! Πού σημαίνει ὅτι εἶναι στόν πάτο τῆς κόλασης, κάτω-κάτω. Δέν εἶναι, λοιπόν, μικρή ἡ ἁμαρτία μας, εἶναι μεγάλη καί πρέπει νά διορθωθοῦν καί ἔτσι θά ἀλλάξει ὁ κόσμος. – Πρίν σαράντα χρόνια, ἄν μία βαφότανε καί ντυνόταν ὅπως οἱ σημερινές, τί ἦταν; Πές τε μου ἐσεῖς οἱ παλιές. Πές τε το. Κοινή γυναίκα ἦταν, πόρνη. – Σήμερα τί γίνεται; Ὅλες εἶναι πόρνες; Ὄχι, ἀλλά ὑποκρίνονται. Εἶναι καί πολλές, δυστυχῶς… γιατί βασιλεύει ἡ πορνεία. – Καί οἱ προγαμιαῖες σχέσεις τί εἶναι; Πορνεία εἶναι. Καί ἡ μοιχεία. Δέν εἶναι ὅμως ὅλες, ἀλλά ὑποκρίνονται. – Γιατί ὑποκρίνεσαι κυρία μου; Ἀφοῦ λές ὅτι εἶσαι τοῦ Χριστοῦ… Γιατί φοβᾶται μήν τήν κοροϊδέψουν. Πού σημαίνει ἀπό πίσω τί εἶναι; Τή νοιάζει τί θά πεῖ ὁ κόσμος, ὄχι τί θά πεῖ ὁ Θεός. Βλέπετε; Βασιλεύουν, δηλαδή, μέσα μας τά πάθη, ἀνθρωπαρέσκεια, κενοδοξία, καί τά ὑπόλοιπα, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιληδονία καί ὅλα αὐτά. – π. Ἱερεμίας: Ὁ π. Σάββας μᾶς εἶπε τόσα πολλά! Σίγουρα θά θυμᾶστε πολλά. Τό παντελόνι ξέρω… Εἴδατε, ὅμως, τά τόσο σπουδαῖα πού εἶπε γιά τόν λογισμό. Εἴδατε τί μπορεῖ νά κάνει ἕνας λογισμός; Εἶναι αὐτό πού λέμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματικό ὄν. Δέν εἶναι οὔτε μόνο ψυχή οὔτε μόνο σῶμα. Βέβαια ἡ ψυχή ὑπερτερεῖ. Ἡ ψυχή περιβάλλει τό σῶμα. Φεύγει ἡ ψυχή, πάει τό σῶμα. Εἴδατε ὅμως πώς ὅλα ἀπό κεῖ ξεκινοῦν. Καί ἄρρωστοι νά μήν εἴμαστε, μέ ἕναν κακό λογισμό ἀρρωσταίνουμε. Ἀπό κεῖ ξεκινοῦν ὅλα. Νομίζω αὐτό τό περιστατικό π. Σάββα πρέπει νά τό γράφει… – π. Σάββας: Ναί, εἶναι γραμμένο. – π. Ἱερεμίας: Ὁ γέροντας Πορφύριος σ’ αὐτά τά πράγματα ἦταν πολύ.. Σέ ὅλα βέβαια, ἀλλά μποροῦσε νά πιάσει τέτοιες λεπτομέρειες στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. 166

Ποιά ἦταν αὐτή ἡ μοναχή, πού ἔγινε μετά μοναχή, πού τῆς ἐξήγησε πώς αὐτό τό τραῦμα στό κεφάλι της πού πονοῦσε ἦταν ἀπό τότε πού ἡ μητέρα της ἔγκυος καί χτύπησε στό τραπέζι καί τραυματίστηκε τό μωρό, τό παιδί μέσα στήν κοιλιά. Βέβαια οἱ Ἅγιοι δέν λένε κάτι γιά νά θαυμάσει ὁ κόσμος. Τά λένε γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος. Δείχνουν τόν τρόπο πού ὁδηγεῖ στόν Χριστό. Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης https://hristospanagia3.blogspot.gr 1 Α΄Πέτρ. 1, 16. 2 Α΄Ἰωάν. 5, 19. 3 Μάρκ. 12, 33. 4 Δευτ. 22, 5. 5 Ὅ.π. 6 Ματθ. 23, 13-29. 167

Οἱ πανουργίες τοῦ διαβόλου καί ἡ ὑπερνίκηση τῆς δειλίας Σήμερα, πού γιορτάζουμε τή Σκέπη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, εὐχόμαστε ἐκ βάθους καρδίας ὁ Θεός νά σκεπάζει ὅλους καί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος νά μᾶς προστατεύει καί προσωπικά καί οἰκογενειακά καί ἐθνικά καί πανορθοδόξως καί παγκοσμίως. Γιατί ὅλοι ἔχουμε ἁμαρτίες καί ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό μετάνοια, ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τή θεία βοήθεια καί ἀπό τή μεσιτεία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Σήμερα θά συνεχίσουμε ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, πού εἶναι ἀποθησαυρισμένη μέσα στόν βίο, πού ἔχει γράψει καί μᾶς ἔχει διασώσει ὁ μέγας Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, πού ἦταν καί μαθητής του. «Οἱ πανουργίες τοῦ διαβόλου καί ἡ ὑπερνίκηση τῆς δειλίας»1 καί τῆς φοβίας πού δημιουργοῦν οἱ δαίμονες. Ἔχουμε πεῖ κι ἄλλες φορές γιά τό ὅτι ὁ ἄγγελος μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός2, ὅπως τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή καί χρησιμοποιεῖ πάρα πολλές μεθοδίες καί τρόπους γιά νά πλανήσει τόν ἄνθρωπο. Κατεξοχήν μάλιστα, προσπαθεῖ νά μᾶς πλανήσει ἀπό τά δεξιά, ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι, δηλαδή μέ ἕναν τρόπο, ὁ ὁποῖος φαίνεται καλός, ὅτι πάει γιά τό καλό, θέλει τό καλό μας καί μᾶς διδάσκει καλά πράγματα. Γι’ αὐτό καί ὁ Δαβίδ λέει «πεσεῖται ἐκ τοῦ κλίτους σου χιλιάς καί μυριάς ἐκ δεξιῶν σου»3. Δηλαδή, πιό πολλοί πειρασμοί καί παγίδες ἔρχονται στούς χριστιανούς ἀπό τά δεξιά. Φαίνονται δηλαδή σάν κάτι καλό, ἐνῶ εἶναι κακό, καί πέφτουμε πολλές φορές σ’ αὐτή τήν παγίδα. Λόγου χάρη, νά ποῦμε ἕνα παράδειγμα ἀπό τά σύγχρονα δεδομένα, διαμαρτυρόμαστε γιά τά ἀπαράδεκτα θρησκευτικά πού ἐπιβάλλουν οἱ ἰνστρούχτουρες τῆς Νέας Ἐποχῆς μέ τή συνεργία -δυστυχῶς- τοῦ Ὀρθοδόξου Κράτους καί, νά τό ποῦμε κι αὐτό -δυστυχῶς-, καί μέ κάποια ὀλιγωρία(;), ὑπαναχώρηση(;), προδοσία(;) κάποιων ἐκ τῆς Ἱεραρχίας. Διαμαρτυρόμαστε καί τί ἀκοῦμε; «Καλά, κακό εἶναι νά μάθει τό παιδί καί τίς ἄλλες θρησκεῖες;». Φαίνεται, δηλαδή, στήν ἀρχή σάν κάτι καλό, ἀλλά ὅταν τό δοῦμε στό βάθος του, θά διαπιστώσουμε ὅτι πράγματι εἶναι κακό, γιατί τό παιδάκι τῶν 7-8 χρονῶν δέν ἔχει τήν κρίση, ὅπως λέει ἡ ψυχολογία, νά διακρίνει τό καλό ἀπό τό κακό καί ἁπλῶς μιμεῖται, ἀντιγράφει καί υἱοθετεῖ αὐτά πού τό διδάσκεις καί κάνει ἔτσι μία τελετουργία πολλές φορές ἀκριβῶς μιμούμενο αὐτό πού βλέπει νά τοῦ διδάσκει ἡ δασκάλα στό σχολεῖο ἤ ἡ μητέρα ἤ ὁ πατέρας. Ἑπομένως, δέν εἶναι κάτι καλό νά γνωρίσει κανείς τό κακό παράλληλα μέ τό καλό καί νά διαλέξει. Γιατί δέν μπορεῖ πολλές φορές νά διαλέξει. Καί οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀπαγορεύουν νά διαβάζει κανείς τά συγγράματα τῶν αἱρετικῶν. Κατεξοχήν, βέβαια, ἀπαγορεύεται νά τά διαβάζουν οἱ ἀρχάριοι στήν πνευματική ζωή. Ἄν κάποιος ἔχει φτάσει σέ πολύ ὑψηλά ἐπίπεδα καί ἔχει γίνει πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, τότε βεβαίως τά διαβάζει γιά νά τά ἀντικρούσει. Ξέρει ποιά εἶναι ἡ ἀλήθεια, εἶναι στερεωμένος στήν ἀλήθεια, ἔχει μεγάλη διάκριση καί φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί αὐτός βέβαια δέν βλάπτεται. Ἀλλά ἕνας πού εἶναι πρωτάρης στήν πνευματική ζωή, ὅπως 168

εἶναι τά παιδιά μας στό σχολεῖο, δέν ἔχει τέτοια διάκριση. Ἑπομένως δέν εἶναι καθόλου καλό, αὐτό πού μᾶς σερβίρουν γιά καλό, νά μάθουν τά παιδιά μας καί τίς ἄλλες θρησκεῖες. Ἔτσι, λοιπόν, ὑπάρχουν πάρα πολλές πανουργίες τοῦ διαβόλου καί ὑπάρχει, ὅπως ἔχουμε πεῖ κι ἄλλη φορά, καί πολλή τρομοκρατία ἐκ μέρους τοῦ διαβόλου. Ὁ διάβολος δηλαδή, ἐπειδή δέν ἔχει δύναμη, προσπαθεῖ νά ἐκμεταλλευτεῖ τήν ἄγνοιά μας καί τήν δειλία μας καί προσπαθεῖ ἔτσι μέ φόβους, μέ φοβικά τεχνάσματα, νά μᾶς τρομοκρατήσει, ὥστε νά πάψουμε πλέον νά προσευχόμαστε, νά πάψουμε νά ἀγωνιζόμαστε πνευματικά καί νά τόν προσκυνήσουμε. Γιά αὐτό θά δεῖτε πόσο ὡραῖα τά λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος καί πῶς δέν πρέπει νά δειλιάζουμε καί νά φοβόμαστε τόν διάβολο. «Οἱ πανουργίες», λοιπόν, «τοῦ διαβόλου. Θά ἤθελα», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «νά σιωπήσω καί νά μήν εἰπῶ τίποτε δικό μου -ἀπό τόν ἑαυτό μου- καί νά ἀρκεσθῶ μόνον σ’ αὐτά»4, δηλαδή σ’ αὐτά πού μᾶς εἶχε πεῖ προηγουμένως. Μᾶς εἶχε πεῖ ἕναν λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, μέ τόν ὁποῖο εἴχαμε κλείσει τήν προηγούμενή μας ὁμιλία «Ἀγαπητοί, μή παντί πνεύματι πιστεύετε»5. Εἶναι ἀπό τήν πρώτη καθολική ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Νά μήν πιστεύετε, νά μήν ἐμπιστεύεστε ὁποιοδήποτε πνεῦμα, κάτι πού σᾶς ἐμφανίζεται ἤ μία φωνή πού ἀκοῦτε. Γιατί δέν εἶναι ὅλα τά πνεύματα ἀγαθά. Ὑπάρχουν οἱ Ἄγγελοι, τά ἀγαθά πνεύματα, ἀλλά ὑπάρχουν καί τά πονηρά πνεύματα, τά ὁποῖα μποροῦν νά μᾶς ἐπηρεάζουν, νά ἀκοῦμε φωνές καί νά βλέπουμε πράγματα καί νά μήν εἶναι ἀπό τόν Θεό. «Ἀλλά δοκιμάζετε τά πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν»6, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης στή συνέχεια. Νά ἐξετάζετε δηλαδή, ἐάν τό πνεῦμα πού σᾶς μιλάει, πού σᾶς ἐμφανίζεται, εἶναι ἀπό τόν Θεό. Μᾶς μιλάει τό πνεῦμα καί μέ τόν λογισμό, καί μέ τήν σκέψη, μέσα μας. Δέν εἶναι πάντοτε ὅρασις, ὅπως βλέπουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί μία σκέψη, ἕνας λογισμός. Πρέπει νά ἐξετάζει ὁ ἄνθρωπος, ἄν αὐτός ὁ λογισμός εἶναι ἀπό τό ἀγαθό πνεῦμα, ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἤ ἀπό τό πονηρό πνεῦμα. «Ὅτι πολλοί ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τόν κόσμον»7, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ἀπό ἐκεῖνα τά χρόνια ἀκόμα, πάρα πολλοί ἄνθρωποι ψευδῶς προφήτευαν. Καί σήμερα, ἡ ἐποχή μας, ἔχει πολλούς ψευδοπροφῆτες, δηλαδή προφῆτες πού λένε ψεύτικα πράγματα γιά τόν Χριστό, γιά τήν ἀλήθεια, γιά τό φῶς, γιά τή χαρά, γιά τήν ἀγάπη… Πάρα πολλοί ψευδοπροφῆται. Ὅπως εἶναι ἡ σύγχρονη αἵρεση, ἡ λεγόμενη μεταπατερική θεολογία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ συνέχεια τῶν λεγόμενων νεορθοδόξων, πού ἦταν στή δεκαετία τοῦ ’60 στή Θεολογία καί μεσουρανοῦσαν, οἱ ὁποῖοι πρόβαλαν τήν σαρκική ἡδονή. Καί ἡ συνέχειά τους, οἱ μεταπατερικοί σήμερα, τά ἴδια προωθοῦν, μιά ζωή πού νά ἔχει σαρκικές ἀπολαύσεις, νά μήν ἔχει καθόλου ἄσκηση καί μάλιστα-μάλιστα κάποιοι ἀπό αὐτούς λένε οὔτε μετάνοια! Νά μή μιλᾶτε λέει κἄν γιά μετάνοια… καί νά τό λέει αὐτό τώρα ὀρθόδοξος ἱερέας! Εἶναι φοβερό πράγμα πού ἔχουμε φτάσει.. Αὐτά εἶναι ψευδοπροφητεῖες καί αὐτοί πού τά λένε εἶναι ψευδοπροφῆτες. Δηλαδή ψεύτικα διδάσκουν τάχατες γιά τόν Χριστό καί γιά τό καλό καί γιά τήν ἀγάπη, ἀλλά οὐσιαστικά προωθοῦν διδασκαλίες δαιμονικές. 169

Λοιπόν, λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, θά ἤθελα νά ἀρκεστῶ σ’ αὐτά, «γιά νά μή νομίσετε ὅμως, ὅτι αὐτά τά λέγω ἁπλῶς θεωρητικά, ἀλλά γιά νά πιστέψετε ὅτι αὐτά πού διηγοῦμαι εἶναι ἀπό πείρα δική μου»8, τά ἔχω δηλαδή καί ἐγώ ζήσει στήν πράξη αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ὅτι ὁ διάβολος μετασχηματίζεται σέ ἄγγελο φωτός καί προσπαθεῖ νά μᾶς πλανήσει καί εἶναι αὐτός πού πλανᾶ τήν οἰκουμένη ὅλη, γι’ αὐτό, λέει ὁ Ἅγιος, γιά νά καταλάβετε ὅτι σᾶς μιλάω ἀπό δική μου πείρα καί σᾶς λέω ἀλήθεια «πάλιν θά σᾶς πῶ ὅσα εἶδα νά ἐπιτηδεύονται οἱ δαίμονες, ἔστω κι ἄν γίνω σάν ἀνόητος». «Καί ἄν γίνω ἄφρων»9, ὅπως καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πού μέ ἀναγκάζετε νά μιλήσω γιά τόν ἑαυτό μου γιά νά ὑπερασπιστῶ τόν ἑαυτό μου καί νά δεῖτε ὅτι ἐγώ εἶμαι ἀπόστολος κ.λ.π. Φαίνομαι μπροστά σας σάν ἀνόητος, ἀλλά ἐσεῖς μέ ἀναγκάζετε. Ἔτσι λέει ἐδῶ καί ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, θά πῶ αὐτά πού ἔχω ζήσει ἐγώ, ἀκόμα κι ἄν κάποιοι μέ ποῦνε ἄφρονα, ἀνόητο, ἤ ἀκόμα ἴσως καί ὑπερήφανο καί ἄνθρωπο πού θέλει νά ἐπιδεικνύεται, νά ἐπιδεικνύει τά κατορθώματά του. «Ξέρει ὅμως ὁ Κύριος, πού μέ ἀκούει, τήν καθαρή μου συνείδηση καί ὅτι ὄχι γιά μένα, ἀλλά χάριν τῆς ἀγάπης σας καί γιά νά σᾶς παρακινήσω στήν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς, τά λέγω ὅσα ξέρω», αὐτά πού ἔζησα. Καί ἀρχίζει: «Πόσες φορές μέ μακάρισαν» οἱ δαίμονες. Τόν ἐπαινοῦσαν. Οἱ δαίμονες ἔχουν κι αὐτή τήν μέθοδο, τῆς κολακείας. Ὑψώνουν τόν ἄνθρωπο, καί μέσω τῶν λογισμῶν μάλιστα ἐπαινοῦν τόν ἄνθρωπο. «Κι ἐγώ», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, ἐνῶ μέ μακάρισαν, «τούς καταράστηκα στό ὄνομα τοῦ Κυρίου. Πόσες φορές προεῖπαν γιά τό νερό τοῦ ποταμοῦ Νείλου». Ἔκαναν τόν προφήτη, ὅτι θά ἀνέβει – δέν θά ἀνέβει τό νερό αὐτή τή χρονιά, θά ἔχουμε σοδειά – δέν θά ἔχουμε… «Κι ἐγώ τούς ἔλεγα: Καί τί σᾶς μέλει ἐσᾶς γι’ αὐτό;»10. Τί σᾶς νοιάζει ἐσᾶς, ἄν θά ἀνέβει τό νερό τοῦ ποταμοῦ Νείλου ἤ ὄχι; «Ἦλθαν κάποτε μέ ἀπειλές καί μέ περικύκλωσαν, ὅπως οἱ στρατιῶτες, μέ πανοπλίες». Κατά φαντασία ἐμφανίζονταν ὡς στρατιῶτες, γιά νά τόν τρομοκρατήσουν. «Καί ἄλλοτε μέ ἄλογα καί θηρία καί ἑρπετά γέμισαν τό σπίτι κι ἐγώ ἔψαλλα». Ἄλλες φορές λέει πάλι, μετασχηματίστηκαν σέ ἄλογα, σέ θηρία, σέ ἑρπετά καί πλημμύρισαν ὅλο τό σπίτι καί ἐγώ ἔλεγα «Οὗτοι ἐν ἅρμασι καί οὗτοι ἐν ἵπποις, ἡμεῖς δέ ἐν ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν μεγαλυνθησόμεθα»11. Βλέπετε; Τούς ἀντικρούει μέ στίχους, μέ ψαλμούς, μέ κομμάτια ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. «Ἦλθαν μέ ἅρματα καί μέ ἄλογα. Ἐμεῖς δε, θά γενοῦμε ἰσχυρότεροι, θά νικήσουμε καί θά μεγαλυνθοῦμε μέ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Θεοῦ μας. Καί μέ τίς προσευχές κατανικήθηκαν ἐκεῖνοι παρά τοῦ Κυρίου. Ἦλθαν κάποτε μέσα στό σκοτάδι σάν φωτεινά φαντάσματα καί ἔλεγαν: Ἤλθαμε νά σοῦ φέξουμε Ἀντώνιε. Κι ἐγώ προσευχόμουν μισοκλείνοντας τά μάτια κι ἀμέσως ἔσβησε τό φῶς τῶν ἀσεβῶν». Τάχατες νά μᾶς ἐξυπηρετήσουν. Κάποτε καί στήν ἔρημο τοῦ Σινά ὁ Γέροντας Παΐσιος δέν μποροῦσε νά ἀνάψει ἕνα φῶς, μέσα στό σκοτάδι πού περπατοῦσε, καί τοῦ ἄναψε φῶς ὁ διάβολος. Ὁ Ἅγιος τότε ἀπέστρεψε 170

τό πρόσωπό του καί εἶπε «δέν θέλω τά φῶτα σου». Γιατί ὁ διάβολος πάντοτε ζημιά θά σοῦ κάνει, πάντοτε. Δέν ὑπάρχει καλός διάβολος, ὅπως δέν ὑπάρχει καί καλή μαγεία, αὐτό πού λένε «λευκή μαγεία». Εἶναι πάρα πολύ ἀνόητοι οἱ ἄνθρωποι, δέν ἔχουν καθόλου ἐπίγνωση πνευματική τοῦ τί κάνουν, πού πηγαίνουν στούς μάγους καί στίς μάγισσες τάχατες γιά νά τούς βροῦν τά μάγια, νά τούς λύσουν τά μάγια, γιά νά βροῦν ἕνα χαμένο πράγμα κ.λ.π. «Καί ἔπειτα ἀπό λίγους μῆνες, ἤλθανε ψάλλοντας κι ἔλεγαν λόγια ἀπό τίς Γραφές!». Ὁ διάβολος ἀκόμα κι αὐτό χρησιμοποιεῖ, γιατί γνωρίζει τίς Γραφές καί προσπαθεῖ νά μᾶς παραπλανήσει παρερμηνεύοντας χωρία ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. «Ἐγώ δέ», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «ὡσεί κωφός οὐκ ἤκουον»12»13, ὅπως γράφει στόν 37ο ψαλμό στόν 14ο στίχο. Ἐγώ, λέει, σάν κουφός δέν ἄκουγα τίποτα. Ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση τοῦ διαβόλου εἶναι ἡ κώφωση σέ ὅσα μᾶς ὑποβάλλει εἴτε μέ τήν σκέψη εἴτε μέ φωνές εἴτε μέ φαντασίες. Τό νά περιφρονήσει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος αὐτά ὅλα τά τοῦ διαβόλου, τίς προτάσεις τοῦ διαβόλου, νά κλείσει τά αὐτιά καί τά μάτια του καί τή σκέψη του. Ἄν τό ἔκανε αὐτό καί ἡ Εὔα δέν θά ἔχανε τόν παράδεισο, καί ὁ Ἀδάμ στή συνέχεια πού παρασύρθηκε ἀπό αὐτήν. Ἔτσι κι ἐμεῖς, σέ ὁποιονδήποτε λογισμό μᾶς βάζουν οἱ δαίμονες, θά πρέπει νά ἐφαρμόζουμε αὐτό τό ψαλμικό τοῦ 37ου ψαλμοῦ: «Ἐγώ δέ ὡσεί κωφός οὐκ ἤκουον». Ὁ διάβολος μᾶς μιλάει, ὅπως εἴπαμε, μέ τή σκέψη, μέ λογισμούς, μέ φωνές, ἀλλά καί μέσω ἄλλων ἀνθρώπων πολλές φορές. Χρησιμοποιεῖ καί κάνει ὄργανά του ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μᾶς λένε διάφορα γιά νά μᾶς ἐρεθίσουν, γιά νά μᾶς θυμώσουν, γιά νά μᾶς πικράνουν, γιά νά μᾶς πληγώσουν κ.λ.π. «Ἐγώ δέ ὡσεί κωφός οὐκ ἤκουον». Εἶναι αὐτή ἡ σοφή συμβουλή τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, νά γίνουμε τυφλοί καί κουφοί γιά τόν διάβολο καί γιά τούς λογισμούς, οἱ ὁποῖοι κατά 99%, νά ξέρετε, δέν εἶναι δικοί μας, εἶναι τοῦ διαβόλου. Καί βασανίζονται οἱ ἄνθρωποι πολλές φορές χωρίς λόγο, γιατί νομίζουν ὅτι οἱ λογισμοί πού ἔχουν εἶναι δικοί τους καί νιώθουν ἐνοχές. Ὄχι, εἶναι τοῦ διαβόλου καί δέν ἁμαρτάνει κανείς , ὅταν ἔχει λογισμούς. Ἁμαρτάνει, ὅταν ἀρχίσει νά τούς δέχεται, νά συζητάει μαζί τους, ὁπότε μετά, σιγά-σιγά, νά ὑποκύπτει καί νά κάνει πράξη αὐτά πού τοῦ λέει ὁ κακός λογισμός. «Ἔσεισαν κάποτε τό μοναστήρι». Κοιτάξτε τί ἔκαναν στόν Ἅγιο οἱ δαίμονες! Θά πεῖς: Ἔχουν τέτοια δυνατότητα, νά κάνουν σεισμό; Ἔχουν, ἄν πάρουν ἀπό τόν Θεό τήν ἄδεια. Ὅπως ἐδῶ στόν Ἅγιο Ἀντώνιο «Ἔσεισαν κάποτε τό μοναστήρι ἀλλά ἐγώ προσευχόμουν ἀκίνητος, χωρίς νά χάσω τό θάρρος μου, κρατώντας ἀκμαῖο τό φρόνημά μου καί τήν πίστη μου. Καί ἀργότερα ξανάρθαν κροτώντας καί σφύριζαν καί χόρευαν. Καθώς δέ προσευχόμουν καί ἀνακαθόμουν ψάλλοντας μέσα μου, εὐθύς ἀμέσως ἄρχισαν νά θρηνοῦν καί νά κλαῖνε σάν νά εἶχαν ἐξαντληθεῖ τελείως ἀπό τήν κούραση. Ἐγώ δέ δόξαζα τόν Κύριο, πού τούς καθήρεσε καί ἐξέθεσα στό κοινό τήν τόλμη καί τή μανία τους»14. Ἀπ’ τή μιά ἀπειλοῦσαν ὡς παντοδύναμοι καί ὅταν εἶδαν ὅτι δέν φοβᾶμαι καί τούς περιφρονῶ καί προσεύχομαι, ἄρχισαν νά κλαῖνε. 171

«Ἄλλες πανουργίες: Φάνηκε κάποτε ἕνας δαίμονας πολύ ψηλός καί φανταχτερός καί τόλμησε νά πεῖ: – Ἐγώ εἶμαι ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ καί ἐγώ εἶμαι ἡ Πρόνοια». Βλέπετε τό «ἐγώ»; «Τί θέλεις νά σοῦ χαρίσω;»15. Καί τί θράσος ἔχει ὁ διάβολος! Νά ὑποδύεται τόν Θεό καί νά οἰκειοποιεῖται τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἡ Θεία Πρόνοια, καί νά λέει ἐγώ θά σᾶς φροντίσω. Ἐνῶ ὁ διάβολος ποτέ δέν φροντίζει τόν ἄνθρωπο, μόνο κακό τοῦ κάνει. «Ἐγώ δέ τότε φύσηξα περισσότερο στά μοῦτρα του, εἶπα τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἐπεχείρησα καί νά τόν χτυπήσω καί φάνηκα σάν νά τόν χτύπησα. Ἀμέσως αὐτός, πού ἦταν τόσο μεγάλος, στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ χάθηκε, μαζί μέ ὅλα τά δαιμόνια τῆς παρέας του». Ὁ διάβολος εἶναι πνεῦμα. Θά πεῖς: πῶς τόν χτύπησε ὁ Μέγας Ἀντώνιος; Ἔτσι τοῦ φάνηκε τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου, τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός νά καταλάβει ὅτι ὄντως τόν ἀπώθησε. Ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία εἶναι ἡ ἀφοβία τοῦ Ἁγίου, εἶναι τό θάρρος. Καί αὐτή ἡ ἐπίθεση πού κάνει στόν δαίμονα δείχνει ἀκριβῶς τό ἀκμαῖο τοῦ φρονήματος. Δέν δειλιάζει, δέν συστέλλεται, παρόλο πού ὁ διάβολος φάνηκε πολύ ψηλός, πολύ ἰσχυρός, σχεδόν παντοδύναμος. «Ἦλθε κάποτε, ὅταν νήστευα, μοιάζοντας σάν μοναχός». Βλέπετε μεταμφιέζεται καί σέ μοναχό, «ὁ δολερός καί κρατώντας ψωμιά φανταστικά», κατά φαντασία δηλαδή τοῦ ἔφερε ψωμί γιά νά τόν κάνει νά σταματήσει τήν νηστεία «μέ συμβούλευε: – Φάε καί ἡσύχασε ἀπό τούς πολλούς κόπους, ἄνθρωπος εἶσαι καί σύ καί θ’ ἀρρωστήσεις»16. Τί σᾶς θυμίζει αὐτό; Ἔρχονται κάποιοι καλοθελητές πολλές φορές, μπορεῖ νά εἶναι καί ἡ μαμά μας, μπορεῖ νά εἶναι καί ἡ ἀδελφή μας, δέν ξέρω ποιός.. ἄντε πολλή νηστεία, πολλή ἄσκηση κάνεις, νά φᾶς! Νά φᾶς, θά τήν πάρω ἐγώ τήν ἁμαρτία… Διάφορα τέτοια ἀκοῦς… – Μήπως εἶναι ἀπό πίσω τό πονηρό πνεῦμα; «Ἐγώ δέ, μόλις κατάλαβα τήν πονηρία του, σηκώθηκα νά προσευχηθῶ. Κι ἐκεῖνος δέν μπόρεσε ν’ ἀντέξει, γιατί χάθηκε καί φάνηκε νά βγαίνει σάν καπνός ἀπό τήν πόρτα»17. Ὁ Ἅγιος εἶχε διάκριση, δέν χρειαζόταν τόν διάβολο νά τοῦ πεῖ ὅτι κάνει πολλή ἄσκηση. Ἤξερε πόση ἄσκηση ἔκανε. Γι’ αὐτό κι ἐμεῖς δέν πρέπει ποτέ νά ἐμπιστευόμαστε καί νά ἀφήνουμε τόν ἑαυτό μας στόν ὁποιοδήποτε. Ἔχουμε διάκριση, κι ἄν δέν ἔχουμε, ἔχουμε τόν πνευματικό μας καί ὅ,τι μᾶς πεῖ ὁ πνευματικός μας θά κάνουμε, ὄχι ὅ,τι μᾶς πεῖ ὁ καθένας. Γιατί πάρα πολλοί, τό βλέπω αὐτό καί σέ σᾶς μερικές φορές, ἐπηρεάζεστε ἀπό τό τί θά σᾶς πεῖ ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος. Καί λέτε, αὐτό μοῦ τό εἶπε πνευματικό σας παιδί πάτερ. Καί ἐπειδή τό εἶπε πνευματικό μου παιδί; Σημαίνει ὅτι εἶπε σωστά; Ἀφοῦ ἔχεις πνευματικό. Θά κάνεις ἐκεῖνο πού θά σοῦ πεῖ ὁ πνευματικός, ὄχι ὁ ὁποιοσδήποτε, ἀκόμα κι ἄν φαίνεται ὅτι ἔχει διάκριση καί ἔχει πολλά χρόνια στήν πνευματική ζωή κ.λ.π. Θέλει νά τό προσέξουμε πάρα πολύ αὐτό, ἀλλιῶς θά γίνουμε φτερό στόν ἄνεμο καί ὁ διάβολος θά μᾶς ἐκμεταλλεύεται, θά μᾶς πλανᾶ μέσω διαφόρων, οἱ ὁποῖοι φαίνονται εὐσεβεῖς. Μπορεῖ νά εἶναι καί εὐσεβεῖς, ἀλλά κι αὐτοί, ἐπειδή δέν ἔχουν τή διάκριση καί τήν ἐξουσία καί τήν εὐλογία ἀπ’ τόν Θεό νά εἶναι πνευματικοί, σφάλλουν πολλές φορές 172

καί μᾶς δίνουν λάθος κατευθύνσεις. Γι’ αὐτό δέν θά ἀκοῦμε κανέναν, θά ἀκοῦμε τόν πνευματικό μας. Προσέξτε το αὐτό, σᾶς παρακαλῶ. «Πόσες φορές», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, τοῦ «ἔδειξε στήν ἔρημο φαντασία χρυσαφιοῦ»! Μέσα στήν ἔρημο! Κάποτε μάλιστα, λέει, τοῦ ἔδειξε ἕναν χρυσό δίσκο μέσα στήν ἔρημο! «Μόνο καί μόνο γιά νά τό πιάσω καί νά τό κοιτάξω». Νά ἀποσπάσει τόν νοῦ μου, δηλαδή, ἀπό τόν Θεό, ἀπό τόν Χριστό, καί νά μέ κολλήσει στόν χρυσό. Καί ἐγώ τί ἔκανα; «Ἐγώ δέ ἔψαλλα καταπάνω του κι ἐκεῖνος ἕλιωνε. Πολλές φορές μοῦ προξενοῦσαν πληγές». Θά πεῖς, εἶναι δυνατόν ὁ διάβολος νά πληγώνει τόν ἄνθρωπο; Ναί, ἄν παραχωρήσει ὁ Θεός, γίνεται κι αὐτό. Πάλι ὅμως γιά τήν ὠφέλεια τοῦ ἀνθρώπου, γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί τήν δόξα τοῦ ἀγωνιστοῦ. «Καί ἐγώ ἔλεγα «Τίποτα δέν θά μέ χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ»18. Αὐτό πού λέει στήν πρός Ρωμαίους στό 8ο κεφάλαιο «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα;»19. Τίποτα δέν εἶναι ἱκανό νά μᾶς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, νά μᾶς κάνει νά πάψουμε νά ἀγαποῦμε τόν Χριστό. Φυσικά, καί ἀντιστρόφως, τίποτα δέν εἶναι ἱκανό νά κάνει τόν Χριστό νά πάψει νά μᾶς ἀγαπᾶ. Ἀλλά κι ἐμᾶς τίποτα δέν πρέπει νά εἶναι ἱκανό νά μᾶς σταματήσει νά ἀγαποῦμε τόν Χριστό. Πάντοτε, ὅ,τι κι ἄν συμβει, εἴτε διωγμός εἴτε πείνα εἴτε γυμνότητα εἴτε μαχαίρι, δηλαδή μαρτύριο, θάνατος, εἴτε εἶναι ἁπλή στενοχώρια, θλῖψις, ὁτιδήποτε.. χωρισμός ἀπό τόν Χριστό δέν ἔρχεται, ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Τίποτα ἀπό αὐτά δέν προκαλεῖ χωρισμό, δέν κάνει ἐμᾶς νά πάψουμε νά ἀγαποῦμε τόν Χριστό. Ἔτσι πρέπει νά εἶναι ὁ χριστιανός. Βλέπετε σήμερα πόσοι ἄνθρωποι στήν πράξη ἀρνοῦνται τόν Χριστό, γιατί δέν Τόν ἀγαποῦν καί ὅταν ἔρθει μία μικρή θλῖψις, ἕνας μικρός κίνδυνος, μία μικρή ἀπειλή, κλείνουν τό στόμα τους. Δέν διαμαρτύρονται, δέν θέλουν νά διορθώσουν τό κακό πού ὑπάρχει τόσο διάχυτο, δέν θέλουν νά κάνουν αὐτό πού ἐξαρτᾶται ἀπό αὐτούς, ὑπαναχωροῦν, ὑποκύπτουν καί οὐσιαστικά στήν πράξη δέν τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε φυσικά δέν ἀγαποῦν τόν Θεό, γιατί ἀγάπη στόν Θεό σημαίνει τήρηση τῶν ἐντολῶν. «Κι αὐτοί» τότε, ὅταν ἔλεγα κανείς δέν θά μᾶς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ,«περισσότερο χτυπιόντουσαν μεταξύ τους». Ἀντί νά χτυπήσουν τόν ἴδιο, μετά, χτυπιόντουσαν μεταξύ τους. Γιατί τούς νικοῦσε ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. «Δέν ἤμουν ἐγώ πού τούς ἔπαυα καί τούς ἀργοῦσα –τούς καταργοῦσα– τή δύναμη, ἀλλ’ ἦταν ὁ Κύριος πού λέει: «Ἔβλεπα τόν σατανᾶ σάν ἀστραπή ἀπό τόν οὐρανό νά πέφτει»20»21. «Ἐθεώρουν τόν σατανᾶν ὡς ἀστραπήν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα». Ὁ διάβολος πέφτει, ὅταν ἐμεῖς, μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ, τοῦ προβάλλουμε τά λόγια τοῦ Χριστοῦ. «Ἐγώ δέ τέκνα μου, θυμούμενος τό Ἀποστολικό ρητό τά μετέφερα αὐτά στόν ἑαυτό μου, γιά νά μάθετε νά μήν ἀποκάμετε στήν ἄσκηση, μήτε νά φοβᾶσθε τοῦ διαβόλου καί τῶν δαιμόνων του τίς φαντασίες». Αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός μας ὅτι «ἐθεώρουν τόν σατανᾶν ὡς ἀστραπήν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα», 173

πού ἔχει πέσει ἀπ’ τόν οὐρανό, ἔχει χάσει τό φῶς καί τή δύναμή του, αὐτό λέει, ἐγώ τό μετασχημάτισα καί γιά τόν ἑαυτό μου καί λέω, καί ἐγώ, μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ, βλέπω τόν σατανᾶ νά πέφτει, νά χάνει τή δύναμή του καί νά εἶναι ἕνα τίποτα, ἕνα ψευτοσκιάχτρο, τό ὁποῖο προσπαθεῖ νά μᾶς τρομοκρατήσει, ἀλλά φυσικά δέν ἔχει καμία δύναμη πάνω μας. Γι’ αὐτό, λέει, κι ἐσεῖς νά μή φοβᾶστε οὔτε τίς φαντασίες τοῦ διαβόλου οὔτε ὁτιδήποτε κάνει γιά νά μᾶς τρομοκρατήσει. «Καί ἐπειδή κατάντησα ἀνόητος», λέει ὁ Ἅγιος, «μέ τό νά σᾶς τά διηγοῦμαι αὐτά, δεχθεῖτε καί τοῦτο γιά ἀσφάλεια καί ἀφοβία καί πιστεύετέ με γιατί δέν ψεύδομαι». Θά πεῖ ἀκόμα ἕνα περιστατικό. Θά πεῖ πῶς κάποτε δολερά τόν ἐπισκέφθηκε ὁ διάβολος. «Ἔκρουσε κάποτε ἕνας στό μοναστήρι τήν πόρτα μου καί ὅταν βγῆκα, εἶδα ἕναν πού φαινόταν ψηλός καί λιγνός. Ἔπειτα, καθώς τόν ρώτησα: – Ἐσύ ποιός εἶσαι; Εἶπε: – Ἐγώ εἶμαι ὁ σατανᾶς. Ὅταν ἔπειτα τόν ρώτησα: – Γιατί, λοιπόν, εἶσαι τώρα ἐδῶ; Ἐκεῖνος εἶπε: – Γιατί μέ κατηγοροῦν ἄδικα οἱ μοναχοί καί ὅλοι οἱ ἄλλοι Χριστιανοί; Γιατί μέ καταρῶνται κάθε ὥρα; Ὅταν δέ ἐγώ τοῦ εἶπα: – Ἀλήθεια, γιατί τούς ἐνοχλεῖς; Εἶπε: – Δέν εἶμαι ἐγώ πού τούς ἐνοχλῶ, ἀλλά αὐτοί οἱ ἴδιοι ταράσσουν τούς ἑαυτούς των. Γιατί ἐγώ κατάντησα ἀσθενής. Δέν διάβασαν -οἱ χριστιανοί– ὅτι «Χάθηκαν τελείως οἱ ρομφαῖες τοῦ ἐχθροῦ καί κατέστρεψες τίς πολιτεῖες τους»22; «Τοῦ ἐχθροῦ ἐξέλιπον αἱ ῥομφαῖαι εἰς τέλος, καί πόλεις καθεῖλες· ἀπώλετο τό μνημόσυνον αὐτοῦ μετ᾿ ἤχου;», ὅπως λέει ὁ 7ος ψαλμός στόν 9οστίχο. Ἔτσι λέει κι ἐγώ πλέον δέν ἔχω ρομφαῖες, δέν ἔχω σπαθιά, δέν ἔχω δύναμη δηλαδή, καί οἱ πόλεις μου κι αὐτές καταστράφηκαν, ἡ ἰσχύς μου, ἡ ἐξουσία μου. Δέν ὑπάρχει πλέον, λέει ὁ διάβολος. «Δέν ἔχω πιά τόπο, οὔτε βέλος, οὔτε πόλιν. Παντοῦ ἔχουν γίνει Χριστιανοί· ἔπειτα καί ἡ ἔρημος ἔχει γεμίσει μοναχούς»23. Στά χρόνια τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου ἄνθισε ἡ ἔρημος μέ τόν Ἅγιο Ἀντώνιο, τόν Ἅγιο Παχώμιο, τόν Ἅγιο Μακάριο, ὅλους αὐτούς τούς μεγάλους ἁγίους ἀσκητές τῆς ἐρήμου. Ἔγινε σάν πόλις καί ἡ ἔρημος καί ὁ διάβολος δέν εἶχε ποῦ νά μείνει! Γιατί, λέει, τότε τά βάζουν μαζί μου; Ἐγώ δέν ἔχω δύναμη. Μόνοι τους ταράζουν τούς ἑαυτούς των. Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος «ἕκαστος πειράζεται ἀπό τήν ἐπιθυμία του»24, ἀπό τά θέλω του. Ἄν δεῖτε, ὅλες οἱ στενοχώριες μας, οἱ πειρασμοί μας, τελικά ἔχουν ὡς ἀφετηρία τά θελήματά μας, τίς ἐπιθυμίες μας. Θέλουμε, θέλουμε, θέλουμε… καί ἐπειδή δέν μᾶς γίνονται αὐτά πού θέλουμε, στενοχωριόμαστε, θυμώνουμε, ἀδημονοῦμε, ἐπιτιθέμεθα, συγκρουόμαστε, μνησικακοῦμε, χωριζόμαστε, διαλύουμε οἰκογένειες, φονεύουμε πολλές φορές ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Ἀπό τί ξεκίνησαν ὅλα αὐτά; Ἀπό μία ἐπιθυμία, ἀπό ἕνα θέλημα. Γι’ αὐτό λέει ὁ διάβολος, καί σωστά τό λέει, καθένας δέν πειράζεται ἀπό μένα, ἀπό τίς ἐπιθυμίες του πειράζεται. Δέν εἶναι ἡ πλήρης ἀλήθεια, γιατί καί ὁ διάβολος ὑποδαυλίζει, ξεσηκώνει ἤ ἐμβάλλει ἐπιθυμίες, βάζει μέσα μας ἐπιθυμίες ἤ αὐτές πού ἔχουμε ἤδη ὡς πάθη τίς συνδαυλίζει, τίς ἐρεθίζει μέ σκέψεις ἤ μέ ἀντικείμενα ἤ μέ πρόσωπα πού φέρνει μπροστά μας. Ὡστόσο ἡ αἰτία ἡ τελική, ἡ ρίζα ὅλων αὐτῶν εἶναι ἡ δική μας ἡ ἐπιθυμία, τό δικό μας τό ἐπιθυμητικό, τό ὁποῖο δέν εἶναι δοσμένο στόν Θεό. Γιατί βέβαια, κανείς δέν μπορεῖ νά καταργήσει τό ἐπιθυμητικό του, εἶναι 174

ἕνα στοιχεῖο τῆς ψυχῆς μας τό ἐπιθυμητικό, ὅπως καί τό θυμικό, ὁ θυμός, ἀλλά μπορεῖ νά τό στρέψει στόν Θεό, νά τό κατευθύνει πρός τόν Θεό, νά ἐπιθυμήσει τόν Θεό καί τίποτε ἄλλο. Εἶναι αὐτό ἀκριβῶς πού λέμε κάθε στιγμή στό Πάτερ ἡμῶν -κάθε μέρα πολλές φορές τό λέμε- «γεννηθήτω τό θέλημά Σου». Τό λέμε μέν, ἀλλά στήν πράξη ἔχουμε τά δικά μας θελήματα, τά ὁποῖα θέλουμε νά ἐκπληρώσουμε καί ὅταν δέν τά ἐκπληρώνουμε θλιβόμαστε, καταθλιβόμαστε, θυμώνουμε κ.λ.π. ὅπως εἴπαμε προηγουμένως καί ἔτσι πειραζόμαστε ἀπό τίς ἐπιθυμίες μας, τά θελήματά μας. Γι’ αὐτό μέσα στήν Ἐκκλησία μαθαίνουμε νά μή θέλουμε, καί αὐτός εἶναι ὁ δρόμος γιά τήν εὐτυχία, ἄν καί ἡ λέξη δέν εἶναι δόκιμη, γιατί τύχη δέν ὑπάρχει. Ὑπάρχει ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά τό λέμε ἔτσι γιά νά συννενοηθοῦμε, γιά νά καταλάβουμε κάπως αὐτό πού θέλουμε νά ποῦμε. Ἡ μακαριότητα πιό σωστά. Ἡ ὁδός γιά τή μακαριότητα εἶναι νά κόψει κανείς τό θέλημά του. Αὐτό πόσο σοφά τό ἔχουν καταλάβει οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί τό ἔχουν υἱοθετήσει ὡς τρόπο ζωῆς στόν μοναχισμό. Σοῦ λέει, γιά νά γίνεις μοναχός, πρέπει νά κόψεις τό θέλημά σου. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι μόνο γιά τόν μοναχό, εἶναι γιά κάθε χριστιανό, ἔγγαμο καί ἄγαμο. Ἄν ὁ χριστιανός μάθει αὐτό τό μάθημα, γίνεται εὐτυχισμένος, γίνεται μακάριος. Παύεις νά θέλεις τά δικά σου καί λές, τί θέλει ὁ Θεός γιά μένα κάθε στιγμή. Ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Ἐγώ αὐτό θά κάνω. Καί εἶσαι πάντα ἀναπαυμένος καί, ὅ,τι κι ἄν γίνει, χαίρεσαι, γιατί τό θέλεις. Ἀφοῦ λές αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐγώ ζήτησα νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε τό προκείμενο, αὐτό πού ἔρχεται μπροστά μας κάθε στιγμή, εἶναι αὐτό πού θέλει ὁ Θεός ἤ πού παραχωρεῖ ὁ Θεός πάλι γιά τό καλό μας. Λοιπόν, ἐσύ τό ἔχεις προσευχηθεῖ, τό ἔχεις ζητήσει, στό φέρνει ὁ Θεός, εἶσαι μακάριος. Ἐνῶ, βλέπετε, ὁ ἄλλος πού ἔχει δικά του θελήματα, μόλις ὁ Θεός τοῦ φέρει κάτι ἀντίθετο, ἀρχίζει καί τά βάζει μέ τόν Θεό καί βλασφημεῖ καί ἀδημονεῖ καί ἀρχίζει νά τά βάζει καί μέ τούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δέν ὑπηρετοῦν τό δικό του θέλημα καί σκοπό. Καί γίνεται ὁ ἄνθρωπος δυστυχισμένος καί κάνει δυστυχισμένους καί τούς γύρω του. Γι’ αὐτό ὁ δρόμος εἶναι ἡ ὑπακοή. Ἡ ὑπακοή εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἐκκοπή τοῦ θελήματος, ὁ δρόμος γιά νά βρεῖς τή μακαριότητα, νά βρεῖς τή χαρά, πού εἶναι ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό ἐδῶ ὁ διάβολος ἔχει δίκαιο, καθένας πειράζεται – ταράζεται μόνος του, αὐτός δέν ἔχει πιά δύναμη. «Τότε», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «ἐγώ θαύμασα τή χάρη τοῦ Κυρίου καί τοῦ εἶπα: – Ἐνῶ εἶσαι πάντα ψεύτης καί ποτέ δέν λές τήν ἀλήθεια, ὅμως τώρα καί χωρίς νά θέλεις, αὐτό πού εἶπες εἶναι ἀληθινό». Καμιά φορά, δηλαδή, καί τοῦ διαβόλου τοῦ ξεφεύγει καί λέει ἀλήθειες. «Πράγματι ὁ Χριστός, πού κατέβηκε γιά μᾶς στόν κόσμο, σέ ἔχει ἑξασθενίσει, σ’ ἔβαλε κάτω καί σέ γύμνωσε ἀπό κάθε δύναμη». Ἐκεῖνος ἀκούγοντας τό ὄνομα τοῦ Σωτῆρος πού τόν ἔκαιγε καί μή ὑποφέροντας τό κάψιμο, ἔγινε ἄφαντος»25. Μόνο πού ἄκουσε τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ! Βλέπετε πόση δύναμη ἔχει τό ὄνομα! Γι’ αὐτό μᾶς εἶπε ὁ Κύριος «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»26. Ἄν μπορούσαμε νά βλέπαμε τί γίνεται στόν ἀέρα γύρω μας, θά φρίτταμε! Κάθε στιγμή οἱ δαίμονες προσπαθοῦν νά μᾶς κάνουν κακό καί οἱ Ἄγγελοι νά τούς ἀποτρέψουν. Γίνεται μάχη γύρω μας! Καί ὅταν κανείς ἐπικαλεῖται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, βοηθάει 175

τούς ἁγίους Ἀγγέλους νά κατατροπώσουν τούς δαίμονες πού μᾶς ἐπιτίθενται. Γιατί οἱ δαίμονες φρίττουν μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Κι ὅταν αὐτό τό κάνεις ἀδιάλειπτα, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησέ με, καθαρίζει ἡ ἀτμόσφαιρα γύρω σου, καθαρίζει τό μυαλό σου, καθαρίζει ἡ ὕπαρξή σου ἀπό τίς δαιμονικές ἐνέργειες. Γιατί ὁ διάβολος φρίττει τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί φεύγει. Νά τί σημασία ἔχει νά ἐπικαλούμαστε τόν Χριστό. Ἡ ἐπίκληση τοῦ θείου ὀνόματος διώχνει τούς δαίμονες, καθαρίζει τήν ψυχή καί τό σῶμα μας. Κατακαίει τούς δαίμονες τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι μόνο τούς δαίμονες, καί τούς ἀσεβεῖς ἀνθρώπους. Ὅταν κάποιος σᾶς ἐπιτίθεται, ἄν ἐκείνη τή στιγμή πεῖτε τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ξέρετε; Τά μαζεύει καί φεύγει! Δοκιμάστε καί θά δεῖτε. Εἶναι θυμωμένος καί θέλει νά σᾶς βρίσει, θέλει νά σᾶς χτυπήσει, ἄν πεῖς ἐσύ δυνατά, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, θά τά μαζέψει καί θά φύγει. Θά φύγει τό πονηρό πνεῦμα δηλαδή πού τόν κυριεύει κι αὐτόν, καί θά σ’ ἀφήσει ἥσυχο. Στή θεία μετάληψη τί λέμε; «Ἄνθραξ γάρ ἐστι τούς ἀναξίους φλέγων». Φλέγει τούς ἀναξίους τό πῦρ τῆς Θεότητος πού ὑπάρχει μέσα στά Τίμια Δῶρα. Φλέγει καί τούς δαίμονες, φλέγει καί τά ὄργανα τῶν δαιμόνων. Γι΄ αὐτό δέν εἶναι δικαιολογημένο νά φοβᾶται ὁ χριστιανός. Ἀφοῦ ἔχει ὅπλα παντοδύναμα. Ἀτομική βόμβα θά λέγαμε, καί πολύ περισσότερο, εἶναι τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. «Καί γάρ ὁ Θεός ἡμῶν πῦρ καταναλίσκον»27, λέει πάλι στήν πρός Ἑβραίους, 12ο κεφάλαιο, στίχος 29ος. Καί στήν Ἔξοδο στό 24οκεφάλαιο λέει «τό δέ εἶδος τῆς δόξης Κυρίου ὡσεί πῦρ φλέγον ἐπί τῆς κορυφῆς τοῦ ὄρους»28. Τό εἶδος τῆς δόξης Κυρίου σάν φωτιά πού κατακαίει τό ὄρος. Ἔτσι εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ σάν φωτιά. Καί ἔχουμε πεῖ, ὅτι στήν Δευτέρα Παρουσία, ὅταν θά ἔρθει ὁ Κύριος πάλι, γιά νά κρίνει ζῶντας καί νεκρούς, ποιά θά εἶναι ἡ κρῖσις; Ἡ κρῖσις θά εἶναι ἀκριβῶς ἡ ὅρασις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία γιά μέν τούς δικαίους, τούς μετανοημένους, αὐτούς πού ἀγάπησαν τόν Χριστό, ὅσο ζοῦσαν ἐδῶ στή γῆ, θά εἶναι αὐτή ἡ ὅρασις ὡς φῶς γλυκύτατο. Γιά δέ τούς ἀσεβεῖς, αὐτούς πού δέν ἀγάπησαν, δέν τήρησαν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, πού δέν μετανόησαν, θά εἶναι ὡς πῦρ, ὡς φωτιά, ἡ ὅρασις αὐτή τοῦ Θεοῦ, τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι θά δοῦμε τόν Θεό στήν Δευτέρα Παρουσία. Τό πῶς θά Τόν δοῦμε, αὐτό θά μᾶς διαχωρίσει. Οἱ μέν δίκαιοι καί ἀγαθοί καί μετανοημένοι θά Τόν δοῦν ὡς φῶς γλυκύτατο, οἱ δέ ἀσεβεῖς καί ἀμετανόητοι ὡς πῦρ καταναλίσκον, ὡς φωτιά πού κατακαίει. Καί αὐτό εἶναι ἡ κόλαση. – Τί εἶναι δηλαδή ἡ κόλαση; Τό νά μήν ἀγαπᾶς τόν Θεό, ὁπότε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού ἔρχεται σέ σένα εἶναι φωτιά. Καί στά ἀνθρώπινα, ἕνας ἄνθρωπος πού σέ εὐεργετεῖ συνεχῶς καί ἐσύ συνεχῶς τόν φτύνεις, τόν καταπατεῖς, τόν κατασυκοφαντεῖς, τόν ἐχθρεύεσαι, καί μόνο πού τόν βλέπεις δέν εἶναι αὐτό κόλαση γιά σένα; Ἐνῶ ἐκεῖνος σοῦ φέρεται τόσο καλά, ἐσύ τόσο ἄσπλαχνα. Καί μόνη ἡ παρουσία του καί ἡ θέα του σέ ἐλέγχει, σέ κολάζει. Ἔτσι θά εἶναι καί ἡ ὅρασις τοῦ Χριστοῦ γιά τούς ἀσεβεῖς. Ἐνῶ ὁ Χριστός τούς ἔχει δώσει τά πάντα καί τούς δίνει τά πάντα, αὐτοί ἐπιμένουν νά Τόν 176

φτύνουν, νά Τόν χτυποῦν, νά ἐπιτίθενται ἐναντίον Του. Ἀλλά βέβαια εἶναι σάν αὐτόν πού χτυπάει τά καρφιά μέ γυμνά πόδια29. Λέει στόν Σαῦλο, εἶναι σκληρό πράγμα αὐτό πού κάνεις. Καί αὐτό πού κάνουν οἱ ἄθεοι εἶναι σκληρό πράγμα. Γιά τούς ἴδιους εἶναι σκληρό, ὁ Θεός δέν παθαίνει τίποτα. Κλωτσοῦν τά καρφιά μέ γυμνά πόδια καί οἱ ἴδιοι πληγώνονται καί βασανίζονται. Καί πάλι στήν Β΄ πρός Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή στό 1ο κεφάλαιο, στόν 8ο στίχο λέει «ἐν πυρί φλογός, διδόντος ἐκδίκησιν τοῖς μή εἰδόσι Θεόν καί τοῖς μή ὑπακούουσι τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»30. Βλέπετε; Ὑπάρχει ἡ ἐκδίκησις, ὑπάρχει ἡ τιμωρία ἐν πυρί φλογός. Ὁ Θεός εἶναι πῦρ καταναλίσκον. Σέ ποιούς; Τοῖς μή εἰδόσι Θεόν. Σ’ αὐτούς πού δέν γνωρίζουν τόν Θεό. Καί τοῖς μή ὑπακούουσι τῷ εὐαγγελίῳ. Καί σ’ αὐτούς πού δέν ὑπακούουν στό Εὐαγγέλιο. Αὐτοί εἶναι πού δέν γνωρίζουν τόν Θεό. Θεωρητικά ὅλοι ἔχουν γνωρίσει τόν Θεό, ὅλοι ἔχουν ἀκούσει. Δέν ἐννοεῖ αὐτούς. Ἐννοεῖ αὐτούς πού δέν ἔχουν γνωρίσει ἐμπειρικά τόν Θεό, δέν ἔχουν τηρήσει δηλαδή τίς ἐντολές καί δέν ἔχουν καταλάβει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός αὐτούς, γιατί οἱ ἴδιοι δέν Τόν ἀγάπησσαν. «Ὅπλα κατά τῆς δειλίας. Ἀφοῦ λοιπόν κι αὐτός ὁ διάβολος ὁμολογεῖ», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «ὅτι δέν ἔχει δύναμη γιά τίποτε, ὀφείλουμε νά τόν καταφρονοῦμε παντελῶς κι αὐτόν καί τά δαιμόνιά του»31. Τοῦ τό βεβαίωσε στήν προηγούμενη ὅραση πού μᾶς διηγήθηκε, τό εἶπε ὁ ἴδιος ὁ διάβολος ὅτι ἐγώ δέν ἔχω δύναμη. Τί μέ καταριέστε καί τά βάζετε μέ μένα; Μόνοι σας ταράζεστε. Γι’ αὐτό καί ἐμεῖς, λέει, δέν πρέπει νά τόν φοβόμαστε. Νά τόν καταφρονοῦμε τελείως καί τόν ἀρχηγό, τόν ἑωσφόρο, καί τά δαιμόνια, τούς ὑποτακτικούς του. «Καί ἔχει μέν ὁ ἐχθρός μαζί μέ τά σκυλιά του τόσες πολλές πανουργίες, ἐμεῖς ὅμως ἀφοῦ μάθαμε τήν ἀδυναμία τους, μποροῦμε νά τούς περιφρονοῦμε. Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο βεβαιωμένοι, ἄς μήν ἀποθαρρυνόμαστε ἐκ τῶν προτέρων, οὔτε νά περνοῦν δειλίες ἀπό τήν ψυχή μας, οὔτε νά δημιουργοῦμε φόβους στό μυαλό μας συνεχῶς, λέγοντας: – Μήπως ἄρα ἅμα ἔλθει ὁ δαίμονας μᾶς ἀνατρέψει;». Μᾶς φέρει τούμπα; Μᾶς ρίξει πάλι στήν ἁμαρτία; Μήν τόν φοβᾶσαι. «Μήπως, ὡς δυνατότερος, ἐπικρατήσει καί μέ νικήσει ἤ ξαφνικά παρουσιαστεῖ καί μέ συνταράξει!»32. Πόσοι ἄνθρωποι φοβοῦνται! Καί ἰδίως μέσα στό σκοτάδι… Καλά, ἄν εἶναι κανένα μικρό παιδάκι, ἀλλά ἐσύ πού εἶσαι ὥριμος χριστιανός, τί φοβᾶσαι; Μή μοῦ ἐμφανιστεῖ, λέει, ξαφνικά ὁ διάβολος. Δέν θά σοῦ ἐμφανιστεῖ. Μή φοβᾶσαι. Καί νά σοῦ ἐμφανιστεῖ; Δέν προκεῖται νά σέ πειράξει, νά σοῦ κάνει κακό, ἐφόσον δέν ἔχει δύναμη, δέν ἔχει καμία ἐξουσία πάνω σου. Ἄν ἔχει πάρει ἄδεια ἀπό τόν Χριστό νά σέ πειράξει, πάλι γιά τό καλό σου θά εἶναι. Ὅπως ἔγινε μέ τόν Ἰώβ. Καί ἐσύ κερδισμένος θά βγεῖς κι αὐτός θά βγεῖ κατισχυμένος, γιατί ὅπως εἴπαμε «Ἐξέλιπον αἱ ῥομφαῖαι τοῦ ἐχθροῦ εἰς τέλος»33. Ἔχουν σβήσει πλέον, ἔχουν σπάσει τά σπαθιά τοῦ ἐχθροῦ καί δέν ὑπάρχει δύναμη καμία εἰς τόν διάβολο. 177

Δέν πρέπει, λοιπόν, νά δειλιάζουμε καί νά φοβόμαστε τόν διάβολο. «Οὔτε κἄν νά σκεπτόμαστε ἔτσι ἤ κάτι τέτοια πράγματα, μήτε νά λυπούμαστε σάν νά εἴμαστε χαμένοι. Μᾶλλον δέ, νά ἔχουμε τό θάρρος καί νά χαιρόμαστε πάντοτε, γιατί ἔχουμε σωθεῖ κι ἄς σκεπτόμαστε βαθιά μέ τήν ψυχή μας, ὅτι ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας. Αὐτός πού τούς κατατρόπωσε καί τούς κατήργησε». Αὐτός εἶναι μαζί μας καί δέν πρέπει νά φοβόμαστε τίποτε. «Νά βάζουμε στό μυαλό μας καί νά θυμόμαστε πάντοτε, ὅτι, ἐφ’ ὅσον ὁ Κύριος εἶναι μαζί μας, τίποτε δέν θά μᾶς κάνουν οἱ ἐχθροί. Ὅταν ἔλθουν, ὅ,τι λογῆς μᾶς βροῦν, ἀνάλογα κι αὐτοῦ συμπεριφέρονται ἀπέναντί μας καί ἀνάλογα μέ τίς σκέψεις πού βρίσκουν μέσα μας, ἐξομοιώνουν κι αὐτοί τίς φαντασίες τους (τά φαντάσματά τους)»34. Προσέξτε το κι αὐτό. Τί κάνουν οἱ δαίμονες; Ἀνάλογα μέ τήν ψυχική κατάσταση στήν ὁποία θά μᾶς βροῦν, ἐξομοιώνουν καί τίς φαντασίες. Δέν πρέπει λοιπόν νά φοβόμαστε. Ὅταν μᾶς δοῦν νά φοβόμαστε, κάνουν ἀκόμα περισσότερα θά λέγαμε τεχνάσματα, γιά νά μᾶς τρομάξουν περισσότερο. Ἐνῶ, ὅταν μᾶς δοῦν ὅτι εἴμαστε ἄφοβοι, τότε κατατροπώνονται, τότε ἀποχωροῦν. Ἐπίσης δέν πρέπει νά δεχόμαστε καμία συμβουλή, ἐπήρεια τοῦ διαβόλου. Αὐτό πού σκεπτόμαστε ἐμεῖς, αὐτό μᾶς παρουσιάζει κι αὐτός, δῆθεν γιά νά μᾶς ἐξυπηρετήσει. Θά πεῖτε: Ξέρει τί σκεπτόμαστε; Ὄχι, δέν ξέρει. Εἶναι κι αὐτό ἕνα βασικό πού πρέπει νά ἔχουμε ὑπόψη μας. Ὁ διάβολος δέν γνωρίζει τίς σκέψεις μας. Δέν γνωρίζει! Ἀλλά τί κάνει; Εἰκάζει, ὑποθέτει καί μερικές φορές πέφτει μέσα. Ἀπό αὐτά πού βλέπει, τίς ἐξωτερικές μας κινήσεις, τήν ἔκφραση τοῦ προσώπου μας κ.λ.π. ἔχει πείρα ἀρκετῶν ἐτῶν, χιλιάδων ἐτῶν καί μπορεῖ νά ὑποθέσει τί θέλουμε κάθε στιγμή καί νά μᾶς τό φέρει. Ἄς ποῦμε, ἐμεῖς πεινᾶμε. Τό καταλαβαίνει ὁ διάβολος καί μπορεῖ νά μᾶς φέρει ψωμί μπροστά μας. Φανταστικό ψωμί, κατά φαντασίαν, γιά νά μᾶς πλανήσει. Ἤ ποτό… τό ἴδιο, στό φέρνει μπροστά σου. Καί λές, τί γίνεται τώρα; Πῶς τό κατάλαβε; Τό ὑπέθεσε. Δέν πρέπει σέ καμιά περίπτωση νά συγκατατεθοῦμε σ’ αὐτά, νά τά δεχτοῦμε καί νά πάρουμε αὐτά πού μᾶς προσφέρει, γιατί σίγουρα θά πάθουμε κακό. Ὅλα τά ὁράματα τά δαιμονικά κάνουν κακό, νά ξέρετε, στόν ἄνθρωπο καί ποτέ ὁ ἄνθρωπος δέν πρέπει νά ἐπιθυμεῖ τέτοια ὁράματα. Μερικοί ἔχουν περιέργεια νά ζήσουν κάτι ὑπερφυσικό! Ὄχι! Γιατί ἐκεῖνο τό ὑπερφυσικό που θά ζήσεις 99%, γιά νά μήν ποῦμε 100%, δέν θά εἶναι ἀπό Ἀγγέλους, θά εἶναι ἀπό δαίμονες. Ἐπειδή εἴμαστε σέ κατάσταση πτώσης οἱ ἄνθρωποι, συγγενεύουμε περισσότερο μέ τούς δαίμονες παρά μέ τούς Ἀγγέλους, ἔτσι ὅπως εἴμαστε τώρα. Καί τά περισσότερα ὁράματα εἶναι ἀπό αὐτούς. Ἐάν, λοιπόν, σοῦ προσφέρουν κάτι, νά μήν τό δεχτεῖς, οὔτε ἐπήρρεια οὔτε δῶρο οὔτε συμβουλή οὔτε τίποτε. Καί προσοχή νά μήν τούς φοβᾶσαι, νά μή δειλιάζεις. «Ἐάν π.χ. μᾶς βροῦν νά δειλιάζουμε καί ταραγμένους, εὐθύς ἀμέσως αὐτοί, σάν τούς ληστές πού βρῆκαν ἀφύλαχτο τόν τόπο τόν καταλαμβάνουν, καί ὅ,τι σκεπτόμαστε μέσα μας, τό ἴδιο κάνουν κι αὐτοί μέ τό παραπάνω»35. Φοβᾶσαι ἄς ποῦμε μή σοῦ κάνανε μάγια, αὐτοί ὁρμᾶνε καί σέ τρομοκρατοῦνε καί σέ πείθουν ὅτι ὄντως σοῦ ἔχουν κάνει μάγια καί τρέχει ὁ ἄνθρωπος πανικόβλητος ἀπό τόν ἕναν πνευματικό στόν ἄλλον, γιατί μέσα του ἔχει τέτοια φοβία καί ὁ διάβολος τοῦ ἐνισχύει αὐτή τή 178

φοβία συνεχῶς καί συνεχῶς. Ἄν ὅμως πάψει νά φοβᾶται, θά πάψουν καί αὐτοί οἱ λογισμοί πού ἔχει μέσα του. Καί τί κάνει ὁ διάβολος; Μέ τό νά σέ βάζει νά τρέχεις συνεχῶς, σέ ἐμποδίζει ἀπό τό κύριο ἔργο, πού εἶναι ἡ μετάνοια. Ἔχω δεῖ τέτοιους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι νομίζουν ὅτι τούς ἔχουν κάνει μάγια καί τρέχουν ἀπό τόν ἕναν πνευματικό στόν ἄλλον, ἀπό τόν ἕναν γέροντα στόν ἄλλον, ὁπουδήποτε στήν Ἑλλάδα ἤ καί ἐκτός Ἑλλάδος, ἀλλά δέν ἀσχολοῦνται μέ τά πάθη τους. Ἀφήνουν ἀνεξέλεγκτα τά πάθη τους καί ὅλο καί περισσότερο ὁ διάβολος ἔτσι τούς κοροϊδεύει καί τούς κυριεύει. Τούς κυριεύει μέσω τῶν παθῶν. Πολλές φορές λέω σέ τέτοιους ἀνθρώπους, δέν χρειάζεται νά κάνουν μάγια σέ σένα ἤ στό παιδί σου, ἀφοῦ τό παιδί σου συζεῖ ἤ ἐσύ ἁμαρτάνεις ἔτσι, πορνεύεις κ.λ.π., δέν χρειάζονται μάγια. Ἤδη ἔχεις δαιμονική ἐπήρεια ἀπό τόν τρόπο ζωῆς πού ἔχεις. Ἔτσι ὅπως κάνεις σέ ἐπηρεάζει ὁ διάβολος, σέ ἔχει κυριέψει, δέν χρειάζεται νά κάνει ἐπίκληση κανένας μάγος γιά νά ἔρθει τό πονηρό πνεῦμα. Ἤδη τό ἔχεις πάρει ἐσύ τό πονηρό πνεῦμα μέ αὐτά πού κάνεις. Τό ἔχεις βάλει μέσα σου. «Ἄν δηλαδή, μᾶς βλέπουν φοβισμένους καί νά τά ἔχουμε χαμένα, αὐξάνουν περισσότερο τή δειλία μας μέ τά φαντάσματα καί τίς ἀπειλές καί ἔτσι τοῦ λοιποῦ κολάζεται μέσα σ’ αὐτά ἡ ταλαίπωρη ψυχή. Νά χαιρόμαστε, γιατί εἴμαστε τοῦ Κυρίου καί νά σκεπτόμαστε γιά τά μελλοντικά ἀγαθά», τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τόν παράδεισο πού μᾶς ἔχει ὑποσχεθεῖ ὁ Κύριος, ἀφοῦ μείνουμε πιστοί σ’ Αὐτόν, «καί νά θυμόμαστε τά λόγια, τά ἔργα καί τήν ἀποστολή τοῦ Κυρίου καί νά σκεπτόμαστε ὅτι ὅλα εἶναι στό χέρι τοῦ Κυρίου καί ὅτι δέν ἔχει καμιά δύναμη ὁ διάβολος κατά τοῦ Χριστιανοῦ, οὔτε ἔχει καθόλου ἐξουσία ἐναντίον κανενός». Ἀκόμα καί στόν πιό ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, νά ξέρετε, ὁ διάβολος δέν ἔχει ἐξουσία, ἀλλά τοῦ δίνει ἐξουσία ὁ ἁμαρτωλός μέ αὐτά πού κάνει, ἀφοῦ πηγαίνει καί τόν φωνάζει καί τόν βάζει μέσα του. Ἀλλά ἀπό μόνος του ὁ διάβολος δέν ἔχει ἄδεια νά πειράξει κανέναν. Ὁ Θεός παραχωρεῖ, γιατί βλέπει ὅτι μέσα ἀπό αὐτόν τόν πειρασμό πού θά μᾶς κάνει, θά ἔχουμε μία προσωρινή κόλαση, μία προσωρινή τιμωρία, ἡ ὁποία, ἄν ἔχουμε καλή διάθεση, θά μᾶς ὁδηγήσει σέ μετάνοια καί στή σωτηρία. Ἄν δέν ἔχουμε καλή διάθεση, θά εἶναι μία προειδοποίηση γιά τήν αἰώνια κόλαση. Πολλές φορές, βέβαια, ὁ Θεός ὅταν δεῖ ὅτι εἴμαστε τελείως ἀνεπίδεκτοι μαθήσεως, ὅπως λέμε, ἀδιόρθωτοι, ἀμετανόητοι, δέν ἔχουμε καμία διάθεση μετανοίας, δέν ἀφήνει τόν διάβολο νά μᾶς πειράξει, γιατί ἤδη πλέον ἔχουμε ὑποδουλωθεῖ σ’ αὐτόν. Δέν χρειάζεται νά σοῦ κάνει σωματικούς πειρασμούς, ἀρρώστιες, οἰκονομικές καταστροφές κ.λ.π. Καί βλέπεις τέτοιους ἀνθρώπους πού δέν πατᾶνε στήν ἐκκλησία, δέν ζοῦνε κατά Θεόν, πού κάνουν τέτοιες ἁμαρτίες καί τούς πᾶνε ὅλα καλά, κοσμικά καλά. Ἀλλά ὄχι μέχρι τό τέλος… Ἤ κι ἄν πᾶνε καλά ἔτσι μέχρι τέλους τῆς ζωῆς τους, δέν θά πᾶνε καλά τά παιδιά τους. Ἀλλά καί οἱ ἴδιοι βέβαια θά ἔχουν ὅλα νά τά ξεχρεώσουν στήν ἄλλη ζωή. Θά εἶναι φοβερή ἡ κόλαση αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων. Ἑπομένως, εἴτε ἐδῶ εἴτε ἐκεῖ, ὁ ἄνθρωπος θά πάρει «ἔνδικο μισθαποδοσία»36, ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Δηλαδή θά πάρει τήν δίκαιη ἀνταπόδοση καί τόν μισθό αὐτῶν 179

πού ἔπραξε. Ἔπραξες ἀγαθά; Θά ἔχεις μισθό ἀγαθό. Ἔπραξες κακά; Θά ἔχεις καί τόν κακό μισθό, τήν κόλαση δηλαδή. Ὅταν μᾶς δοῦνε οἱ δαίμονες νά εἴμαστε μέσα στή χαρά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος, ὡς σωζόμενοι, νά χαιρόμαστε ὡς σωζόμενοι, ὡς ἄνθρωποι πού βρήκαμε τόν δρόμο γιά τή ζωή τήν αἰώνια καί τή σωτηρία, πού ὁ Θεός μᾶς ἀξίωσε νά μποῦμε στήν Ἐκκλησία Του, πού εἶναι ὁ χῶρος τῆς σωτηρίας, -πρέπει νά τό χαιρόμαστε αὐτό καί νά δοξάζουμε τόν Θεό- ὅταν μᾶς βρεῖ ὁ διάβολος νά χαιρόμαστε αὐτά τά μελλοντικά ἀγαθά, τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τόν παράδεισο, ὅταν μᾶς βρεῖ νά σκεφτόμαστε τό πῶς ἔζησε ὁ Χριστός, τό τί ἔκανε γιά μᾶς, τί εἶπε, πῶς μᾶς κήρυξε, πῶς θαυματούργησε, πῶς ἔπαθε, σταυρώθηκε, ἐτάφη, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε, δοξάστηκε, πού εἶναι τώρα στά δεξιά τοῦ Πατρός, ὅταν τά σκεφτόμαστε ὅλα αὐτά, τότε δέν ἔχει καμιά δύναμη ὁ δαίμονας ἐπάνω μας. Ὅταν σκεφτόμαστε ὅτι ὅλα εἶναι στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, στό χέρι τοῦ Θεοῦ, τότε πάλι δέν ἔχουν καμία ἐξουσία πάνω μας καί ἔτσι «βλέποντας τήν ψυχή ἀσφαλισμένη μέ τέτοιους λογισμούς, γυρίζουν καί φεύγουν καταντροπιασμένοι»37. Νά, γιατί συνεχῶς ὁ χριστιανός πρέπει νά ἔχει μέσα στή μνήμη του τόν Χριστό μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, μέ τή μνήμη τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, μέ τή μνήμη τῆς Θείας οἰκονομίας, τοῦ τί ἔκανε ὁ Χριστός γιά τή σωτηρία μας. «Ὅταν εἶδε τόν Ἰώβ ὁ ἐχθρός τόσο καλά περιφραγμένο μ’ αὐτόν τόν τρόπο», μέ τούς ἀγαθούς λογισμούς, μέ τήν προσευχή καί τήν πίστη στή θεία πρόνοια, «ἀποχώρησε ἀπ’ αὐτόν. Τόν Ἰούδα ὅμως βρίσκοντας γυμνό ἀπό τέτοιες σκέψεις, τόν αἰχμαλώτισε. Ὥστε, ἐάν θέλουμε νά καταφρονήσουμε τόν ἐχθρό, ἄς σκεπτόμαστε πάντοτε τά τοῦ Κυρίου», τοῦ τί ἔκανε ὁ Χριστός γιά μᾶς «καί ἄς χαίρει πάντοτε ἡ ψυχή μας μέ τήν ἐλπίδα στόν Κύριο. Ἔτσι θά βλέπουμε τά παιχνίδια τῶν δαιμόνων νά ἐξαφανίζονται σάν καπνός καί τούς ἴδιους θά τούς βλέπουμε νά φεύγουν μᾶλλον, καί ὄχι νά μᾶς καταδιώκουν»38. Λένε μερικοί, μέ κυνηγάει ὁ πειρασμός. Γιατί σέ κυνηγάει; Μήπως γιατί ἐσύ δέν κυνηγᾶς τόν Χριστό, δέν ἔχεις τόν νοῦ σου στόν Χριστό; Ὁπότε ὁ διάβολος σέ ἔχει πάρει ἀπό κοντά, σέ βλέπει πού δειλιάζεις, πού ὁ νοῦς σου δέν εἶναι ἐκεῖ πού πρέπει νά εἶναι καί σέ ἔχει πάρει στό κατόπι, ὅπως λέμε, καί δέν σ’ ἀφήνει σέ ἡσυχία. «Οἱ δαίμονες, ὅπως προεῖπα, εἶναι πολύ δειλοί, μιᾶς καί προσμένουν τό αἰώνιο πῦρ, τό ἑτοιμασμένο γι’ αὐτούς»39. Ἡ αἰώνια κόλαση δέν ἑτοιμάστηκε γιά τούς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτούς εἶναι καί ξέρουν ὅτι θά ἔρθει. Τί εἶπαν στόν Χριστό; «Ἦλθες νά μᾶς βασανίσεις πρό καιροῦ;»40, εἶπαν οἱ δαίμονες μέ τό στόμα τοῦ δαιμονισμένου ἐκεῖ στά Γέργεσα. Τό ξέρουμε ὅτι θά πᾶμε στήν κόλαση, ἀλλά δέν ἦρθε ἀκόμα ἡ ὥρα μας, ἄφησέ μας νά μποῦμε στούς χοίρους… Βλέπετε, πού δέν ἔχουν ἄδεια οὔτε σ’ ἕνα ζῶο νά μποῦνε. Πόσο μᾶλλον νά πειράξουν τόν ἄνθρωπο… «Ἐρωτῆστε: Τίς εἶ σύ καί πόθεν;». Ποιός εἶσαι ἐσύ καί ἀπό ποῦ ἔρχεσαι; Ὁτιδήποτε δεῖς, ἀκούσεις κάτι, νά ρωτήσεις, μή φοβηθεῖς. Μήν ἐκπλαγεῖς, μήν τά χάσεις. Τί 180

εἶναι αὐτό; Τί εἶσαι ἐσύ πού μοῦ μιλᾶς τώρα ἤ πού μοῦ φανερώνεσαι; «Ὡς τεκμήριο, γιά ἀπόδειξη δική σας καί γιά ἀφοβία ἐναντίον τους», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «νά ’χετε τό ἑξῆς: Ὅταν γίνει κάποια φαντασία, μήν τά χάνεις ἐκ τῶν προτέρων ἀπό δειλία» ἤ καί μία σκέψη ἀκόμα καί ἕνας λογισμός πού σοῦ ἔρχεται ξαφνικά καί σοῦ καρφώνεται. Μήν τά χάσεις.«Ὁποιαδήποτε κι ἄν εἶναι ἡ φαντασία αὐτή, πάρε θάρρος καί ρώτα πρῶτος: – Ποιός εἶσαι σύ καί ποῦθε ἔρχεσαι; «Τίς εἶ σύ καί πόθεν»; Καί ἐάν μέν εἶναι ὀπτασία ἁγίων, σέ πληροφοροῦν», σοῦ λένε, εἶμαι ὁ τάδε Ἅγιος «καί μεταβάλλουν τόν φόβο σου σέ χαρά» καί σοῦ λένε, μή φοβᾶσαι, μήν ταράζεσαι, εἶμαι ὁ τάδε Ἅγιος, εἶμαι ἀγαθό πνεῦμα, εἶμαι Ἄγγελος Κυρίου.. «Ἄν δέ εἶναι καμιά διαβολική ὀπτασία, ἀμέσως ἀδυνατεῖ, γιατί βλέπει ἰσχυρή τή διάνοιά σου. Γιατί μέ τό νά ρωτά κανείς νά μάθει: – Τίς εἶ σύ καί πόθεν;» Ποιός εἶσαι ἐσύ καί ἀπό ποῦ; «Αὐτό εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀπόδειξη ἀταραξίας»41. Δέν τά χάνεις, ρωτᾶς. Ὅπως στόν στρατό, ὑπάρχει ὁ φύλακας στό φυλάκειο καί ὑπάρχει τό σύνθημα – τό παρασύνθημα, καί ὅταν ἀκούσει ὁποιοδήποτε θόρυβο ὁ στρατιώτης γυρίζει τό ὅπλο πρός τά ἐκεῖ καί λέει: Τίς εἶ σύ; Ποιός εἶσαι; Ἀλλιῶς σέ πυροβολῶ. Πρέπει νά πεῖς τό σύνθημα καί τό παρασύνθημα. Αὐτό εἶναι ἀπόδειξης ἀφοβίας καί ἀταραξίας. Ἐνῶ , ἕνας στρατιώτης πού τρέμει καί δέν μπορεῖ νά πεῖ οὔτε τό «τίς εἶ σύ;» καί τρέμει τό ὅπλο στά χέρια του, φυσικά αὐτός εἶναι ὅ,τι πιό εὔκολο γιά τόν ἐχθρό. «Ἔτσι καί ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυή ρώτησε καί ἔμαθε», ὅταν τοῦ ἐμφανίστηκε Ἀρχιστράτηγος Κυρίου στήν Ἰεριχώ. Εἶδε τότε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυή ἕναν ἄνθρωπο μέ ρομφαία στό χέρι «καί προσελθών Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ». Δέν φοβήθηκε, πῆγε κοντά του ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυή καί τοῦ λέει: «ἡμέτερος εἶ ἤ τῶν ὑπεναντίων;». Εἶσαι δικός μας ἤ τῶν ἐχθρῶν; Νά ξέρουμε μέ ποιόν ἔχουμε νά κάνουμε. Ποιός εἶσαι; «Ὁ δέ εἶπεν αὐτῷ· ἐγώ ἀρχιστράτηγος δυνάμεως Κυρίου νυνί παραγέγονα»42. Ἐγώ εἶμαι Ἀρχιστράτηγος τῶν δυνάμεων τοῦ Κυρίου. Βλέπετε αὐτή τήν ἐρώτηση: ἡμέτερος εἶ ἤ τῶν ὑπεναντίων; Ἔτσι καί ἐσύ καί ἐγώ καί ὁποιοσδήποτε δέν πρέπει νά φοβόμαστε. Νά ρωτᾶμε: Ποιός εἶσαι; Δικός μας εἶσαι ἤ τοῦ ἐχθροῦ; «Καί δέν κατόρθωσε νά ἐξαπατήσει ὁ ἐχθρός τόν Δανιήλ, ἀκριβῶς ἐπειδή τόν ρώτησε»43. Ὑπάρχει καί ἕνα ἀνάλογο περιστατικό στό βιβλίο τοῦ Δανιήλ. Αὐτά εἴχαμε νά ποῦμε σήμερα γιά τίς πανουργίες τῶν δαιμόνων καί γιά τήν ὑπερνίκηση τῆς δειλίας, πού μᾶς πιάνει ἀπέναντι στόν διάβολο. Δέν δικαιολογεῖται καθόλου. Αὐτές τίς μέρες ἀσχολούμαστε μέ τά τοῦ πνευματικοῦ κόσμου καί σ’ αὐτή τή συνάφεια τῶν μαθημάτων τοῦ Εὐεργετινοῦ κάνουμε κι αὐτά τά μαθήματα ἀπό τόν Ἅγιο Ἀντώνιο, τίς διδασκαλίες του περί τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Νά εὐχηθοῦμε καί πάλι, χρόνια πολλά καί εὐλογημένα καί ἡ Παναγία νά μᾶς σκεπάζει ὅλους. Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης https://hristospanagia3.blogspot.com/ 1 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου πατρός ἡμῶς Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου, ἐκδ. Ρηγόπουλος, (στό ἑξῆς: Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου). 181

2 Β΄Κορ. 11, 14. 3 Ψαλμ. 90, 7. 4 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 5 Α΄Ἰωάν. 4, 1. 6 Ὅ.π. 7 Ὅ.π. 8 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 9 Β΄Κορ. 12, 11. 10 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 11 Ψαλμ. 19, 8. 12 Ψαλμ. 37, 14. 13 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 14 Ὅ.π. 15 Ὅ.π. 16 Ὅ.π. 17 Ὅ.π. 18 Ρωμ. 8, 35. 19 Ὅ.π. 20 Λουκ. 10, 18. 21 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 22 Ψαλμ. 9, 7. 23 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 24 Ἰακ. 1, 14. 25 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 26 Α΄Θεσ. 5, 17. 27 Ἑβρ. 12, 29. 28 Ἔξ. 24, 17. 29 Πράξ. 26, 24. 30 Β΄Θεσ. 1, 8. 31 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 32 Ὅ.π. 33 Ψαλμ. 9, 7. 34 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 35 Ὅ.π. 36 Ἑβρ. 2, 2. 37 Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. 38 Ὅ.π. 39 Ὅ.π. 40 Ματθ. 8, 29. 41 Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο, Ρόουζ Σεραφείμ Ἱερομόναχος, ἐκδ. ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ, 2014, (στό ἑξῆς: Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο). 42 ἸτΝ. 5, 13-14. 43 Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο. 182

Ἡ ἀδυναμία τοῦ διαβόλου Σήμερα τό θέμα μας εἶναι «Ἡ ἀδυναμία τοῦ διαβόλου» καί θά πάρουμε ἀφορμή νά σχολιάσουμε κατά δύναμιν ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, ἡ ὁποία εἶναι καταγραμμένη εἰς τόν βίο του, πού ἔχει γράψει ὁ μαθητής του, τό πνευματικό του παιδί καί ὁ μέγας πατήρ τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἅγιος Μέγας Ἀθανάσιος. «Ὁ διάβολος περιορίζεται σέ ἀπειλές καί ἠθοποιίες»[1]. Εἶναι ἕνας μεγάλος ἠθοποιός καί ἕνας μεγάλος τρομοκράτης. Ὁ κατεξοχήν τρομοκράτης καί ὁ κατεξοχήν ὑποκριτής. Ξέρετε, στήν ἀρχαία ἑλληνική, ὑποκριτής εἶναι ὁ θεατρίνος. Καί σήμερα καί πάντοτε, ὑποκριτής λέγεται αὐτός ὁ ὁποῖος ἄλλο εἶναι καί ἄλλο φαίνεται ὅτι εἶναι. Λέγει, λοιπόν, ὁ Μέγας Ἀντώνιος, μιλώντας γιά τίς πανουργίες τῶν δαιμόνων: «Γι’ αὐτό πού πρόκειται νά σᾶς εἰπῶ, σᾶς ἔχω ἤδη μιλήσει πρόχειρα. Ἀλλά τώρα θά σᾶς μιλήσω ἐκτενέστερα γιά ὅσα ἀφοροῦν τούς δαίμονες, γιατί ἡ ὑπόμνησις αὐτή θά σᾶς ἐξασφαλίσει»[2]. Ὅταν κανείς ἀναμηρυκάζει τά λόγια τῶν ἁγίων Πατέρων, τά ξαναθυμᾶται, τά τυπώνει βαθύτερα μέσα του καί ἐξάγει καί συμπεράσματα πού εἶναι βοηθητικά καί ἴσως μέ τήν πρώτη ἀκρόαση, τήν πρώτη ἀνάγνωση δέν σχηματίζονται αὐτά μέσα του. Ἀλλά ὅσο κανείς ἐπαναλαμβάνει καί ξαναθυμᾶται αὐτά πού διάβασε ἤ ἄκουσε καί ἄλλα πράγματα προκύπτουν μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Λέει, λοιπόν, ὁ Ἅγιος: «Ὅταν ὁ Κύριος ἦλθε στή γῆ, ξέπεσε ὁ ἐχθρός καί ἀδυνάτισαν οἱ δυνάμεις του»[3]. Ὁ διάβολος εἶναι ὁ ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καί ὅλης τῆς κτίσεως καί τῶν πλασμάτων τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἀκριβῶς μισεῖ τόν Θεό, καί ἐπειδή δέν μπορεῖ νά πλήξει τόν Θεό, πλήττει τά πλάσματα, τά κτίσματα, τά δημιουργήματά Του, προσπαθώντας ἔτσι νά πληγώσει τόν Θεό. Ὅταν ὅμως ἔγινε ἡ ἐνανθρώπηση, ὁ Κύριος ὡς ὀντολογικός μεσίτης, ἕνωσε τό κτιστό μέ τό ἄκτιστο, τήν ἀνθρώπινη φύση μέ τή Θεία φύση, μέ τόν Θεό. Αὐτό ποτέ δέν μποροῦσε νά γίνει. Ἀλλά ἔγινε μόνο μέ τόν Χριστό ἅπαξ διαπαντός. Δέν πρόκειται νά γίνει ποτέ ξανά. Οὔτε ἦταν δυνατό νά γίνει, μόνο διά τοῦ Θεοῦ, καί ἔγινε στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ ἕνωσις λέγεται ὑποστατική, ἡ ἕνωσις τοῦ κτιστοῦ μέ τό ἄκτιστο, τῆς ἀνθρώπινης μέ τή Θεία φύση, δηλαδή προσωπική, ἔγινε στήν ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου, στό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ἔτσι, στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἑνωμένες ἀδιαίρετα, ἀσύγχυτα, ἀχώριστα, οἱ δύο φύσεις, ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη. Καί αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἡ ὁριστική ἧττα τοῦ διαβόλου. –Γιατί, τί ἤθελε καί τί πέτυχε ὁ διάβολος κατ’ ἀρχάς; Μέ τήν ὑποβολή στήν Εὔα πέτυχε νά χωρίσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό, νά ἀποκλίσει τήν κοινωνία, νά πάψει νά ὑπάρχει κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Καί τώρα, διά τοῦ Χριστοῦ, ἡ κοινωνία αὐτή γίνεται μόνιμη καί αἰώνια. Στό 183

πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἑνώθηκε ὀ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό καί κάθε ἕνας πού ἑνώνεται τώρα μέ τόν Χριστό, ἑνώνεται διά τοῦ Χριστοῦ καί μέ τόν Θεό. Ἔτσι ἔχουμε τή σωτηρία μας. Αὐτό εἶναι ἡ σωτηρία, ἡ ἕνωσις μέ τόν Θεό. Ξέπεσε ὁ ἐχθρός λοιπόν καί ἀδυνάτισαν οἱ δυνάμεις του. Ἐνῶ, πρίν ἔρθει ὁ Χριστός μας, ὁ διάβολος εἶχε μεγάλη ἐξουσία στόν ἄνθρωπο. Ὁ Χριστός μας ὡς ἄνθρωπος τόν νίκησε, καί διά τοῦ Χριστοῦ μας τώρα πλέον τόν νικάει καί κάθε ἄνθρωπος πού θέλει καί καταφεύγει στόν Χριστό. Γι’ αὐτό λέει ὅτι ἀδυνάτισαν οἱ δυνάμεις τοῦ ἐχθροῦ. Πλέον δέν ἔχει τήν ἐξουσία αὐτή πού εἶχε πρίν τήν ἐνανθρώπηση. Γιατί πρίν τήν ἐνανθρώπηση δέν ὑπῆρχε αὐτή ἡ δυνατότητα τῆς ἀποκατάστασης, τῆς ἕνωσης τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, τῆς θέωσης τοῦ ἀνθρώπου. Κάποιοι ἄνθρωποι βέβαια εἶχαν φτάσει στήν θέωση καί στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά καί αὐτό ἤτανε πρός ὀλίγον. Καί ἐκεῖνοι, καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἦταν ὑποχείρια τοῦ διαβόλου καί ὅλοι πήγαιναν στόν Ἅδη. Κι ἐκεῖ στόν Ἅδη κατέβηκε ὁ Χριστός μας, τούς βρῆκε καί τούς ἐλευθέρωσε. Τώρα ὅμως, μετά τόν θάνατό μας, δέν πηγαίνουμε στόν Ἅδη, πηγαίνουμε ἐκεῖ πού ἔχει ὁρίσει ὁ Θεός περιμένοντας τήν Δευτέρα Παρουσία. Βέβαια, ὅσοι δέν ἔχουν σωστή ζωή, πάλι πηγαίνουν στόν Ἅδη, εἶναι ὑποχείρια τοῦ δαίμονα. Ὁ ἐχθρός μετά τήν ἐνανθρώπηση, λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «δέν μπορεῖ νά κάμει τίποτε. Σάν τύραννος ὅμως πού εἶναι, δέν ἡσυχάζει, καίτοι ἔπεσε, ἀλλ’ ἀπειλεῖ ἔστω καί μέ λόγια μόνον». Ὅπως ἕνας ξεπεσμένος βασιλιάς δικτάτορας, ἔτσι καί ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε, ἀλλά μόνο ἀπειλεῖ, τρομοκρατεῖ. «Μαζί μέ τ’ ἄλλα, ἄς τό σκέφτεται καθένας ἀπό σᾶς κι αὐτό καί θά μπορεῖ νά καταφρονεῖ τά δαιμόνια»[4]. Νά σκέφτεται ὅτι πλέον ὁ διάβολος δέν ἔχει δύναμη καί ἔτσι νά τόν περιφρονεῖ. Γιατί ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση τοῦ διαβόλου εἶναι ἡ περιφρόνηση. «Καί ἄν μέν ἦσαν ντυμένοι τέτοια σώματα, σάν τά δικά μας», ἄν ὑποθέσουμε, λέει ὁ Ἅγιος, ὅτι οἱ δαίμονες εἶχαν τέτοια σώματα σάν τά δικά μας, «θά μποροῦσαν νά λένε, ὅτι κρύβονται οἱ ἄνθρωποι καί δέν τούς βρίσκουμε, ἀλλ’ ἅμα τούς βροῦμε τούς βλάπτουμε. Θά μπορούσαμε κι ἐμεῖς νά κρυβόμαστε, ὥστε νά μή μποροῦν νά μᾶς βροῦν, γιατί θά τούς κλείναμε τίς πόρτες». Ὅπως, ὅταν θέλουμε νά ἀποφύγουμε κάποιον ἄνθρωπο, κρυβόμαστε, κλειδωνόμαστε κλπ. Θά μπορούσαμε λοιπόν κι ἐμεῖς νά κάνουμε κάτι ἀνάλογο μέ τούς δαίμονες. «Ὅμως δέν εἶναι ἔτσι. Ἀλλά μποροῦν νά μποῦν καί μέ κλειστές τίς πόρτες καί βρίσκονται σ’ ὅλον τόν ἀέρα –σ’ ὅλη τήν ἀτμόσφαιρα– κι αὐτοί καί ὁ πρῶτος μεταξύ τους ὁ διάβολος. Εἶναι καί κακοθελητές καί ἕτοιμοι νά βλάπτουν καί ὅπως εἶπεν ὁ Σωτήρ: «Εἶναι ἐξ ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνος ὁ πατήρ τῆς κακίας διάβολος»[5]»[6]. Αὐτό τό λέει στό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο στό 8ο κεφάλαιο στόν 44ο στίχο. Ἐκεῖ πού διαλέγεται μέ τούς Γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους, τούς λέει: «ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρός τοῦ διαβόλου ἐστέ», ἔχετε πατέρα τόν διάβολο. Γιατί αὐτοί Τοῦ λέγανε ὅτι ἔχουμε πατέρα τόν Μωυσῆ καί τούς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. «Καί τάς ἐπιθυμίας τοῦ πατρός ὑμῶν θέλετε ποιεῖν, ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς καί ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν». Ὁ διάβολος εἶναι ἐξ ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνος. Ἀπό τότε πού ἔπεσε καί ἀπό ἄγγελος ἔγινε σκοτεινός διάβολος, μισεῖ τόν ἄνθρωπο καί θέλει νά τόν φονεύσει 184

καί δέν στέκεται πλέον στήν ἀλήθεια. Ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὁ Χριστός, εἶναι πρόσωπο, καί ὁ διάβολος ἔχει φύγει ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό, ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν Θεό. Ἐνῶ ἦταν προηγουμένως κι αὐτός ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἦταν ἄγγελος, λόγω τῆς παρακοῆς, ἔχασε τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό, ἄρα μέ τήν ἀλήθεια. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι δέν στέκεται πλέον στήν ἀλήθεια ὁ διάβολος, εἶναι πατήρ τοῦ ψεύδους. Γι’ αὐτό καί δέν πρέπει νά διδασκόμαστε οὔτε νά προσέχουμε αὐτά πού λένε οἱ δαιμονισμένοι, γιατί ἀνακατεύουν ἀλήθειες μέ ψέματα. «Ἀλλά ἐμᾶς δέν μπόρεσε νά μᾶς φονέψει πνευματικά καί ζοῦμε τώρα κατά τόν τρόπο τοῦ Χριστοῦ καί πολιτευόμεθα ὅλο καί περισσότερο ἐναντίον τους», δροῦμε ἐναντίον τους. «Δέν περνάει τίποτα ἀπ’ τό χέρι τους, οὔτε ὁ τόπος τούς ἐμποδίζει νά μᾶς ἐπιβουλεύονται, οὔτε μᾶς βλέπουν σάν φίλους των γιά νά μᾶς λυπηθοῦν, οὔτε εἶναι φιλάγαθοι γιά νά μᾶς διορθώσουν». Ἐπειδή εἶναι πνεύματα, δέν μποροῦμε νά κρυφτοῦμε σ’ ἕνα μέρος νά ὑπάρχει κάποιο ἐμπόδιο τόπου. Οὔτε ὑπάρχει ἀγάπη στούς δαίμονες οὔτε φιλευσπλαχνία οὔτε ἐπιθυμία νά μᾶς διορθώσουν. Γιατί πολλές φορές ἔτσι παρουσιάζονται, ὅτι τάχα θέλουν τό καλό μας. Καί οἱ μάγοι, καί μάλιστα αὐτοί πού κάνουν τήν λευκή μαγεία, λένε ὅτι ἐμεῖς κάνουμε καλό στούς ἀνθρώπους. Ὁ διάβολος ποτέ δέν κάνει καλό. «Εἶναι πονηροί καί τίποτε δέν τούς ἀπασχολεῖ, παρά νά βλάπτουν αὐτούς πού ἀγαποῦν τήν ἀρετή καί τούς θεοσεβεῖς»[7]. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ διαβόλου, νά βλάψει αὐτούς πού κάνουν τίς ἀρετές καί σέβονται τόν Θεό. Δέν θέλουν, δέν ἀνέχονται, πάρα πολύ ἀφηνιάζουν, ὅταν δοῦνε ἄνθρωπο νά δείχνει ἀγάπη στόν Χριστό, τοῦ ἐπιτίθενται. «Ἐπειδή ὅμως δέν ἔχουν τή δύναμη τίποτε νά κάνουν, γι’ αὐτό καί δέν τό κάνουν» –δέν μποροῦν νά κάνουν- «παρά μονάχα φοβερίζουν. Διότι, ἐάν μποροῦσαν, δέν θ’ ἀργοποροῦσαν, ἀλλ’ εὐθύς θά ἐνεργοῦσαν τό κακό, γιατί εἶναι ἕτοιμοι καί προδιατεθειμένοι σ’ αὐτό καί μάλιστα ἐναντίον μας. Καί νά, ἀλήθεια, τώρα πού συγκεντρωθήκαμε, μιλᾶμε ἐναντίον τους καί ξέρουν καλά, ὅτι, ἐφ’ ὅσον ἐμεῖς προκόβουμε, αὐτοί ἀδυνατίζουν. Ἐάν, λοιπόν, εἶχαν τήν ἐξουσία, κανέναν ἀπό μᾶς τούς Χριστιανούς δέν θ’ ἄφηναν νά ζεῖ. «Διότι αὐτό πού σιχαίνεται ὁ ἁμαρτωλός εἶναι ἡ θεοσέβεια»[8]». «Ἐν θησαυροῖς σοφίας παραβολή ἐπιστήμης, βδέλυγμα δέ ἁμαρτωλῷ θεοσέβεια»[9]. Ἐκεῖ πού ὑπάρχουν οἱ θησαυροί τῆς σοφίας, ἐκεῖ ὑπάρχει καί ἡ γνῶσις, ἡ πλούσια γνῶσις. Καί οἱ θησαυροί οἱ πραγματικοί καί ἡ ἀληθινή γνώση εἶναι στούς θεοσεβεῖς. Ἀλλά γιά τόν ἁμαρτωλό ἡ θεοσέβεια εἶναι βδέλυγμα, εἶναι ἀηδία, εἶναι σίχαμα. Ὁ διάβολος σιχαίνεται, δηλαδή ἀποστρέφεται, αὐτούς πού σέβονται τόν Θεό. «Κι ἐπειδή δέν ἔχουν καμιά δύναμη, γι’ αὐτό μᾶλλον τούς ἑαυτούς των πληγώνουν, γιατί δέν μποροῦν νά κάμουν τίποτε ἀπ’ ὅσα ἀπειλοῦν»[10]. Θυμόμαστε καί στούς βίους τῶν Ἁγίων, πού προσπαθοῦσαν νά τούς τρομάξουν οἱ δαίμονες μέ διάφορα ὄνειρα, ὁράματα, φαντασίες, στρατοί νά ἀνεβαίνουν πρός τό μέρος πού ἔμεναν νά τούς συλλάβουν, νά τούς πληγώσουν… βουνά νά γκρεμίζονται, νά κατρακυλοῦν, νά ὑπάρχουν κατολισθήσεις ὑποτιθέμενες… νά γεμίζει τό κελλί τους, μέ ἑρπετά, μέ σαῦρες, μέ φίδια, γιά νά τούς 185

τρομάξουν κ.λ.π. Κι ὅμως τίποτε ἀπό αὐτά δέν τούς ἔβλαπτε τούς Ἁγίους καί μέ τή δύναμη τοῦ Σταυροῦ κατατρόπωναν τούς δαίμονες. «Γιά νά μήν τούς φοβόμαστε», λέει ὁ Ἅγιος, «πρέπει νά σκεφτόμαστε καί τό ἑξῆς: Ἐάν εἶχαν τή δυνατότητα, δέν θά ἐρχόταν τόσοι πολλοί, σάν ὄχλος» καί ἕνας μόνο θά ἀρκοῦσε. «Οὔτε θά ἔκαναν φαντάσματα», θά δημιουργοῦσαν αὐτά τά παράδοξα ὁράματα.«Οὔτε θά μηχανεύονταν πῶς νά ἀλλάζουν διαρκῶς μορφές καί τρόπους ἐμφάνισης». Οἱ δαίμονες ἀλλάζουν συνεχῶς μορφή κι αὐτό τό βλέπουμε στά ὄνειρα. Τά δαιμονικά ὄνειρα ἀλλάζουν συνεχῶς, δέν εἶναι σταθερά. Ἀπό ἐκεῖ μπορεῖ νά καταλάβει κανείς ὅτι δέν εἶναι τό ὄνειρο αὐτό ἀπό τόν Θεό, συνεχῶς ἀλλάζει καί πάει ἀπό τό ἔνα θέμα στό ἄλλο. Καί οἱ μορφές ἀλλάζουν. Αὐτό εἶναι ὁ διάβολος. Συνεχῶς μεταμφιέζεται, ἀλλάζει μάσκες, ὅπως δυστυχῶς καί οἱ ἄνθρωποι οἱ ὑποκριτές. Φορᾶνε μία μάσκα ὅταν εἶναι στήν ἐκκλησία, ἄλλη μάσκα ὅταν εἶναι στόν δρόμο, ἄλλη μάσκα ὅταν εἶναι στήν ἐργασία… ἀλλάζουν μάσκες γιά νά ἀρέσουν σέ ὅλους. Καί σήμερα αὐτός ὁ τύπος ἀνθρώπου ἔχει πέραση, ὁ λεγόμενος «πολιτικός», πού ξέρει νά ἑλίσσεται καί νά τά ἔχει καλά μέ ὅλους. Δηλαδή, λέει ψέματα σέ ὅλους. Αὐτός εἶναι ὁ ὑποκριτής καί ἀπό πίσω βέβαια εἶναι ὁ μεγάλος ὑποκριτής ὁ διάβολος. Ἄν, λοιπόν, λέει ὁ Μέγας Ἀντώνιος, πολύ λογικά, εἶχαν τήν δύναμη νά μᾶς πειράξουν, δέν ἦταν ἀνάγκη νά κάνουν ὅλη αὐτή τήν σκηνοθεσία, νά ὀργανώνουν ὅλο αὐτό τό σόου, θά λέγαμε, γιά νά μᾶς τρομάξουν. Καί ἕνας θά ἦταν ἀρκετός, γιά νά μᾶς ἐξολοθρεύσει. Οὔτε θά ἄλλαζαν συνεχῶς μορφές. «Θά ἀρκοῦσε νά ἔρθει ἕνας καί μόνον, γιά νά μᾶς κάνει αὐτό πού καί μπορεῖ καί θέλει». Θέλει χωρίς νά μπορεῖ ὅμως.. «Πολύ περισσότερο, ὅποιος ἔχει ἐξουσία, δέν σκοτώνει μέ φαντάσματα, οὔτε μέ τό πλῆθος του φοβερίζει, ἀλλ’, εὐθύς ὡς τό θελήσει, κάνει κατάχρηση τῆς ἐξουσίας του» καί ἐξολοθρεύει καί φονεύει. «Ἀλλά ἐπειδή οἱ δαίμονες, δέν μποροῦν νά κάμουν τίποτε, παίζουν σάν ἠθοποιοί ἐπί σκηνῆς», σάν τούς ἠθοποιούς στό θέατρο, «ἀλλάζουν τίς μορφές των καί φοβίζουν τά μικρά παιδιά μέ τή φαντασία τοῦ πλήθους των καί μέ τίς ἐναλλαγές μορφῶν, πράγματα δηλαδή, ἀπό τά ὁποῖα ὀφείλουμε περισσότερο νά τούς καταφρονοῦμε, σάν ἀδύνατους»[11]. Ἐδῶ φαίνεται ἡ ἀδυναμία τοῦ διαβόλου. «Ὁ ἀληθινός ἄγγελος», πού εἶχε δύναμη καί ἐξουσία νά ἐξολοθρεύσει, «ὅταν στάλθηκε ἀπό τόν Κύριο κατά τῶν Ἀσσυρίων, δέν ἔλαβε ἀνάγκη νά συνοδευθεῖ ἀπό πλῆθος –ἀγγέλων-, οὔτε ἀπό ἐξωτερική φαντασία», νά ἐντυπωσιάσει μέ τή μορφή, μέ τήν ἐνδυμασία του κ.λ.π., «οὔτε μέ κτύπους ἤ κρότους» νά παρουσιαστεῖ, «ἀλλά ἔκαμε ἤρεμα χρῆσιν τῆς ἐξουσίας του καί σκότωσε ἀμέσως ἑκατόν ὀγδόντα πέντε χιλιάδες»[12]»[13]. Ὁ Θεός δηλαδή, ἐπάταξε τούς Ἀσσυρίους καί τήν ὑπερηφάνειά τους, στέλνοντας μόνο ἕναν Ἄγγελο. «Καί ἐγένετο ἕως νυκτός καί ἐξῆλθεν ἄγγελος Κυρίου καί ἐπάταξεν ἐν τῇ παρεμβολῇ Ἀσσυρίων ἑκατόν ὀγδοηκονταπέντε χιλιάδας»[14]. Ἕνας μόνο Ἄγγελος! Πότε ἔγινε αὐτό; Ὅταν ὁ βασιλεύς τῶν Ἀσσυρίων, ὁ Σενναχηρίμ, ἤθελε νά καταστρέψει τό βασίλειο τοῦ Ἰούδα καί νά 186

καταλάβει τήν Ἱερουσαλήμ. Ὁπότε, κατέφθασε μέ πλῆθος στρατοῦ, ὁ ὁποῖος ὁλόκληρος ὁ στρατός ὕβριζε τόν Θεό καί ὑπερφηφανευόταν καί ἔλεγε «μπροστά σέ μᾶς κανένας δέν μπορεῖ νά σταθεῖ». Καί τότε ὁ βασιλεύς τῶν Ἰουδαίων, ὁ Ἐζεκίας -ἔτσι λεγόταν- ἦταν εὐσεβής, προσευχήθηκε, καί ἔστειλε καί ἀγγελιοφόρους στόν Προφήτη Ἠλία νά παρακαλέσει κι αὐτός τόν Θεό. Εἰσακούστηκε ἡ προσευχή τους καί ἔστειλε ὁ Θεός αὐτόν τόν ὀλοθρευτή Ἄγγελο καί σέ μία νύχτα φονεύθησαν 185.000 Ἀσσύριοι καί ὁ Σενναχηρίμ ὁ βασιλεύς τους δολοφονήθηκε ἀπό τούς υἱούς του. Τά μάζεψαν καί ἔφυγαν. Αὐτή εἶναι ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ… καί ἀπό τήν ἄλλη βλέπουμε τήν ἀδυναμία τοῦ διαβόλου, πού προσπαθεῖ μέ πλῆθος, μέ κρότους, μέ φαντασίες καί μέ μετασχηματισμούς νά τρομάξει. «Αὐτά κάνει ὁ Ἄγγελος ὁ Ἰσχυρός. Οἱ ἀδύνατοι δαίμονες τίποτε δέν μποροῦν νά κάμουν, τέτοιοι πού εἶναι, ἔστω κι ἄν προσπαθοῦν νά ἐκφοβίσουν μέ τά φαντάσματά τους»[15]. Γι’ αὐτό, δέν δικαιολογεῖται καθόλου πανικός ἀπέναντι στούς δαίμονες. Πάρα πολλές φορές ἔρχονται ἄνθρωποι πανικόβλητοι καί μοῦ λένε ὅτι τούς ἔχουν κάνει μάγια καί τούς κυνηγᾶνε καί δέν σταματᾶνε… Ἐντάξει, δέν λέμε ὅτι ὁ διάβολος δέν ὑπάρχει. Ὑπάρχει καί ἐπηρεάζει, ἀλλά δέν ἔχει καμία ἐξουσία πάνω σου. Ἐφόσον ἐσύ εἶσαι μέ τόν Χριστό, μή φοβᾶσαι, δέν μπορεῖ νά σέ πειράξει. Ἁπλῶς τρομάζει, τρομοκρατεῖ. «Οἱ δοκιμασίες τοῦ Ἰώβ καί ἡ ἀνικανότητα τοῦ διαβόλου». Συνεχίζει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος καί λέει: «Ἐάν σκεφθεῖ κανείς τά παθήματα τοῦ Ἰώβ καί εἰπεῖ: Γιατί λοιπόν ὅταν βγῆκε ὁ διάβολος (ἀπό τήν παράστασή του ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ) …»[16], παράσταση δηλαδή τήν παρουσία του, πῆγε μπροστά στόν Θεό καί ζήτησε κάτι. Τί ζήτησε; Νά πειράξει τόν Ἰώβ. Λέει στό βιβλίο τοῦ Ἰώβ[17], ὅταν παρέστησαν οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἐνώπιόν Του, ἦρθε καί ὁ διάβολος πού μαίνονταν ἐναντίον τοῦ δικαίου Ἰώβ. Λυσσάει ὁ διάβολος ἀπέναντι σ’ ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο. Μαίνονταν, γιατί μισοῦσε τήν θεοσέβειά του καί τήν ἀρετή του. Ὁ Θεός παραχώρησε στόν διάβολο νά κάνει ὅ,τι θέλει κατά τοῦ Ἰώβ. Μόνο τήν ψυχή του δέν ἐπέτρεψε νά θίξει καί τοῦτο γιά νά καταντροπιαστεῖ ὁ διάβολος. Ἀφήνει ὁ Θεός νά μᾶς πειράζει ὁ διάβολος, γιά νά πειράζουμε κι ἐμεῖς τόν διάβολο, μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Καί τελικά καταντροπιάστηκε, νικήθηκε ἀπό τόν Ἰώβ μέ τήν παροιμιώδη ὑπομονή του. Ὁ διάβολος δέχτηκε τήν ἄδεια πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός καί μόλις βγῆκε ἀπό τήν συγκέντρωση τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν παράστασή του μπροστά στόν Θεό, ἄρχισε νά κτυπᾶ τόν Ἰώβ μέ ὅλες ἐκεῖνες τίς φρικτές δοκιμασίες, πού διαβάζουμε στό βιβλίο τοῦ Ἰώβ καί ὁ Ἰώβ ἔμεινε ἀκλόνητος, ἀκόμα καί ὅταν ἡ γυναίκα του τοῦ ἔλεγε: – Τί Θεός εἶναι αὐτός; Πές ἕναν λόγο -ἐννοοῦσε βλάσφημο- κατά τοῦ Θεοῦ καί τελεύτα, καί τελείωνε, καί αὐτοκτόνα… Ἐκεῖνος τῆς εἶπε: – Γιατί μιλᾶς ἔτσι; Ὅταν ὁ Θεός μᾶς ἔδινε τά καλά, τά δεχόμαστε. Τώρα πού μᾶς δίνει τά πικρά δέν θά τά δεχτοῦμε; «Ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο»[18]. Ὁ Κύριος μᾶς εἶχε δώσει τά ἀγαθά, ὁ Κύριος μᾶς τά πῆρε πίσω, δικά Του ἦταν. «Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον»[19]. Βλέπετε, αὐτή τή φράση τήν λέμε συνέχεια στή Θεία Λειτουργία, νά εἶναι τό ὄνομα τοῦ Κυρίου εὐλογημένο. 187

Αὐτή εἶναι ἡ νίκη τοῦ ἁγίου, τοῦ θεοσεβοῦς, ἀπέναντι τοῦ τελείως ἀνίσχυρου καί ἀδύναμου διαβόλου. Ἡ ὑπομονή καί ἡ προσκόλληση στόν Θεό, ἡ πίστη στόν Θεό καί -προσέξτε- ἡ πίστη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Γιατί σήμερα πολλοί ἄνθρωποι πιστεύουν στόν Θεό, ἀλλά δέν πιστεύουν στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Λένε, ὑπάρχει Θεός, ναί… ἀλλά ὅταν ὑπάρξει μία δυσκολία, χάσουν τή δουλειά τους ἄς ποῦμε, τήν ἐργασία τους κ.λ.π. ὀλιγοπιστοῦν. Φαίνεται ἐκεῖ ὅτι δέν πιστεύουν στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί πέφτουν σέ μιά κατάσταση ἄγχους, ἀγωνίας, τί θά γίνει τώρα;… πῶς θά ζήσουμε;… Μά ἐσύ λές ὅτι πιστεύεις στόν Θεό! – Στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ δέν πιστεύεις; Ἄν πιστεύεις στόν Θέο, θά πιστεύεις καί στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἄπειρη ἀγάπη. Εἶναι εὐσπλαχνία, εἶναι ἄπειρη εὐσπλαχνία. Εἶναι καί πρόνοια. Εἶναι προνοητής, προνοεῖ γιά τά πλάσματά Του, γιά τή συντήρησή τους. Ἔτσι πίστευε καί ὁ Ἰώβ στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί ὁ Θεός μετά, ὅ,τι τοῦ πῆρε ὁ διάβολος -κατά παραχώρηση Θεοῦ- τοῦ τά ξανάδωσε πάλι διπλάσια. Καί γιά τά ἑφτά παιδιά πού τοῦ πῆρε ὁ διάβολος, πάλι τοῦ ἔδωσε ἄλλα ἑφτά. Δέν τοῦ ἔδωσε δεκατέσσερα, ἐνῶ ὅλα τά ἄλλα τοῦ τά ἔδωσε διπλά, τά κοπάδια κ.λ.π. Τά ἑφτά παιδιά πού σκότωσε ὁ διάβολος κατά παραχώρηση Θεοῦ ὑπῆρχαν. Τοῦ ἔδωσε ἄλλα ἑφτά ὁ Θεός, ὁπότε ἦταν πάλι διπλά. Καί παιδιά διπλά, δεκατέσσερα ἀπό ἑφτά. «Ἃς ξέρει πάλιν αὐτός πού ἐρωτᾶ», πῶς ἔγινε αὐτό, νά πειράξει ὁ διάβολος τόν Ἰώβ καί νά τοῦ κάνει τόση ζημιά, «ὅτι δέν ἦταν ὁ διάβολος ἰσχυρός, ἀλλά ὁ Θεός, τοῦ παρέδωσε τόν Ἰὼβ γιά δοκιμασία τῆς πίστεως καί τῆς ὑπομονῆς του». Ἔτσι κι ἐμεῖς, ἄν βλέπουμε κάποτε ὅτι νικάει ὁ διάβολος τούς δικαίους, τούς ἁγίους, τούς φυλακίζει, τούς βασανίζει, τούς τραυματίζει μέσω τῶν ὀργάνων του, μή νομίζουμε ὅτι εἶναι ἰσχυρός ὁ διάβολος. Δέν ἔχει καμία δύναμη. Ὁ Θεός παραχωρεῖ νά παθαίνουν αὐτά οἱ ἅγιοι γιά νά καταντροπιαστεῖ τελικά ὁ διάβολος μέσα ἀπό τήν πίστη καί τήν ὑπομονή τῶν ἁγίων. «Δέν μποροῦσε νά κάμει τίποτε καί ζήτησε τήν ἄδεια ἀπό τόν Θεό καί, μόλις τήν ἔλαβε, ἔκαμε ὅτι ἔκαμε ἐναντίον τοῦ Ἰώβ»[20]. Χωρίς ἄδεια δηλαδή, ὁ διάβολος τίποτε δέν μπορεῖ νά μᾶς κάνει. Κι ἄν πάρει ἄδεια, σημαίνει ὅτι αὐτό πού θά μᾶς κάνει, θά εἶναι γιά τό καλό μας, γιατί ὁ Θεός ποτέ δέν παραχωρεῖ ἄδεια γιά τό κακό κάποιου ἀνθρώπου. Παραχωρεῖ ἄδεια στόν διάβολο γιά νά μᾶς πειράξει, ὅταν βλέπει ὅτι θά ὠφεληθοῦμε ἀπό αὐτό τόν πειρασμό. «Κι ἀπ’ αὐτό βγαίνει περισσότερο ἐπιβαρημένος ὁ ἐχθρός». Ἐκεῖ πού πάει ὁ διάβολος νά δοξάσει τόν ἑαυτό του, νά ὑπερηφανευτεῖ ὅτι κάτι κατάφερε κι αὐτός καί πλήγωσε τόν τάδε ἅγιο κ.λ.π. ἀπό αὐτό βγαίνει περισσότερο ζημιωμένος. «Διότι, καίτοι ἤθελε, οὔτε ἐναντίον καί ἑνός μόνον δικαίου ἀνθρώπου μπόρεσε νά κάνει τίποτα διότι, ἄν εἶχε δύναμη»[21], δέν θά ζητοῦσε ἄδεια. 188

– Ποῦ εἶναι ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου; Γιατί ζητάει ἄδεια ἀπό τόν Θεό; Ἄν εἶχε ὄντως δύναμη, θά πήγαινε κατευθείαν μόνος του. Δέν ἔχει ἐξουσία. «Ἐπειδή τή ζήτησε, ὄχι μιά, ἀλλά καί γιά δεύτερη φορά, ἀπ’ αὐτό φαίνεται ὅτι εἶναι ἀνίκανος καί δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε. Καί τό θαυμαστό βέβαια, δέν εἶναι ὅτι δέν μπόρεσε τίποτε ἐναντίον τοῦ Ἰώβ, ἀλλά ὅτι οὔτε κατά τῶν κτηνῶν του θά γινόταν καταστροφή, ἐάν δέν τό ἐπέτρεπε ὁ Θεός». Οὔτε τά ζῶα τοῦ Ἰώβ δέν εἶχε ἐξουσία νά πειράξει ὁ διάβολος, ἄν δέν τό παραχωροῦσε ὁ Θεός. «Οὔτε κατά τῶν χοίρων ἔχει τήν ἐξουσία. Διότι, ὅπως γράφει τό Εὐαγγέλιο, «Παρακαλοῦσαν τόν Κύριο, λέγοντας: Ἐπίτρεψέ μας νά ἀπέλθομε στούς χοίρους»[22]. Στήν χώρα τῶν Γεργεσηνῶν, κατ΄ ἄλλους Γαδαρηνῶν, οἱ δαίμονες προκειμένου νά ἐκδιωχθοῦν ἀπό τούς δαιμονιζομένους, ὅταν ὁ Θεός τούς εἶπε νά φύγουνε ἀπό τούς ἀρρώστους (τούς δαιμονιζομένους), εἶπαν στόν Κύριο «εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τήν ἀγέλην τῶν χοίρων»[23]. Ἄν μᾶς βγάλεις, τουλάχιστον ἐπίτρεψέ μας νά πᾶμε μέσα στούς χοίρους. Δέν ἐπιτρεπόταν οὔτε στούς χοίρους νά μποῦνε οἱ δαίμονες. Νά ποιά εἶναι ἡ ἐξουσία τῶν δαιμόνων. «Ἐάν λοιπόν δέν ἔχουν ἐξουσία οὔτε στούς χοίρους, πολύ περισσότερο δέν ἔχουν ἐξουσία στούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι εἶναι πλασμένοι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ»[24], τό ὁποῖο κατ’ εἰκόνα φυσικά δέν τό ἔχουν τά ζῶα. «Ἄρα, τόν Θεό μονάχα πρέπει νά φοβόμαστε κι αὐτούς νά τούς καταφρονοῦμε καί νά μήν τούς φοβόμαστε καθόλου. Ἀλλά, ὅσο περισσότερο πράττουν αὐτοί αὐτά, τόσο περισσότερο νά ἐπαυξάνομε ἐμεῖς τήν ἄσκησή μας ἐναντίον τους»[25], νηστεία καί προσευχή. «Τοῦτο δέ τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστεία»[26]. Ἡ ἄσκησις θλίβει τούς δαίμονες, γιατί ὁ διάβολος τρέφεται μέσω τῶν παθῶν μας. Ὅσο κανείς ἐνισχύει τήν γαστέρα, ὑποκύπτει στήν λαιμαργία, στήν γαστριμαργία, χαίρεται ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος δέν ἔχει βέβαια γαστέρα, δέν ἔχει σῶμα, ἀλλά -ἄς τό ποῦμε ἔτσι- παίρνει εὐχαρίστηση βλέποντας ἐμᾶς νά νικώμαστε ἀπό τό πάθος. Ὅταν λοιπόν κανείς πολεμάει τά πάθη του, ἀντιστρατεύεται στίς ἡδονές τοῦ σώματος, τίς σαρκικές ἡδονές, θλίβεται ὁ διάβολος, στενοχωρεῖται. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος: – Θέλεις νά διώξεις τόν διάβολο; Μέ νηστεία καί προσευχή. Δέν ἀντέχει ὁ διάβολος καίγεται καί ἀπό τήν νηστεία καί ἀπό τήν προσευχή. «Μέγα ὅπλο κατ’ αὐτῶν εἶναι ἡ ὀρθή (ἀκριβής καί σωστή) ζωή καί ἡ πίστις πρός τόν Θεόν»[27]. Εἶναι αὐτό πού λέμε Ὀρθοδοξία καί Ὀρθοπραξία. Αὐτά τά δύο τρέμει ὁ διάβολος. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἔχουν κρατήσει θεωρητικά τήν ὀρθή δόξα, τήν Ὀρθοδοξία, ἀλλά ἐν πολλοῖς ἔχουν χάσει τήν ὀρθή πράξη, τήν ὀρθή ζωή. Γι’ αὐτό καί ἔχουνε γίνει ὑποχείρια τῶν δαιμόνων καί οὐσιαστικά εἰδωλολάτρες οἱ πλεῖστοι τῶν ἀνθρώπων. Καί ὁ διάβολος, εἶναι θέμα χρόνου, νά πάρει ἀπό αὐτούς τούς ἀνθρώπους καί τήν σωστή πίστη. Καί ἀκοῦτε αὐτούς τούς ἀνθρώπους νά λένε, ἔ… τί διαφορές ἔχουμε τώρα μέ τούς παπικούς;… καμιά διαφορά… ἐλάχιστα.. τίποτα. Γιατί νά μαλώνουμε γιά τά δόγματα;… Αὐτοί πού τά λένε αὐτά, ἔχουν ἤδη 189

χάσει τή σωστή πράξη, τή σωστή ζωή καί σιγά-σιγά ἀλλάζουν καί τήν ὀρθή δόξα, τήν ὀρθή πίστη, τήν Ὀρθοδοξία. Καί μέσω αὐτῶν προωθεῖται ὁ Οἰκουμενισμός, τῶν ἐμπαθῶν ἀνθρώπων πού ἔχουν ὑποκύψει στήν λανθασμένη ζωή. «Φοβοῦνται», οἱ δαίμονες, «πράγματι τήν νηστεία τῶν ἀσκητῶν, τήν ἀγρυπνία, τίς προσευχές, τήν πραότητα, τόν ἥσυχο χαρακτήρα, τό ἀφιλάργυρο», πού δέν ἐπιθυμοῦν τά χρήματα, «τό ἀκενόδοξο», πού δέν ἐπιθυμοῦν τά μπράβο τῶν ἀνθρώπων, τήν ψεύτικη δόξα, «τήν ταπεινοφροσύνη, τό φιλόπτωχον», τήν ἀγάπη πού ἔχουν γιά τούς φτωχούς. Τήν τρέμουν οἱ δαίμονες τήν φιλοπτωχία. «Τίς ἐλεημοσύνες», τίς τρέμουν οἱ δαίμονες. «Τό ἀόργητον», τό νά μήν ὀργίζεται κανείς «καί πρό πάντων τήν εὐσέβεια πρός τόν Χριστό»[28]. Αὐτά τά τρέμουν οἱ δαίμονες καί φεύγουν μακριά ἀπό αὐτούς τούς ἀνθρώπους, καί ἀπό τά μικρά παιδιά ἀκόμα καί ἀπό τούς μεγάλους, ἀπό ὅλους. «Γι’ αὐτό βέβαια καί τά κάνουν ὅλα, γιά νά μήν ὑπάρχουν ἐνάρετοι, πού θά τούς καταπατοῦν». Ὅλη ἡ τέχνη τοῦ διαβόλου αὐτή εἶναι. Καί σήμερα στήν ἀνθρωπότητα ἔχει ρίξει ὅλες του τίς δυνάμεις του ὁ διάβολος, ὥστε νά μή μείνει κανένας πού νά σέβεται τόν Θεό. Γιατί ἔστω καί ἕνας, τόν καταπατᾶ, καί ἐπειδή εἶναι ἐγωιστής, δέν ἀνέχεται, δέν θέλει κανέναν νά τόν καταπατᾶ. «Ξέρουν καλά τή χάρη πού δόθηκε ἐναντίον τους ἀπό τόν Σωτῆρα στούς πιστούς, ὅπως ὁ ἴδιος τό εἶπε: «ἰδού δίδωμι ὑμῖν τήν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καί σκορπίων καί ἐπί πᾶσαν τήν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καί οὐδέν ὑμᾶς οὐ μή ἀδικήσῃ[29] (Ἰδού σᾶς δίνω τήν ἐξουσία νά πατᾶτε ἐπάνω στούς ὄφεις καί τούς σκορπιούς..)»[30]. Ὄφεις καί σκορπιοί εἶναι οἱ δαίμονες, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νά κεντρίσουν, νά δηλητηριάσουν μέ τά δηλητηριώδη τους δήγματα-δαγκώματα τούς πιστούς καί νά σπείρουν μέσα τους τήν ἁμαρτία, τά πάθη καί τήν ἀπελπισία, τήν ἀπόγνωση. Σᾶς δίνω λοιπόν ἐξουσία, λέει ὁ Χριστός μας, καί τό εἶπε αὐτό κατ’ ἀρχάς στούς ἑβδομήκοντα Ἀποστόλους, ὅταν ἐπέστρεψαν ἀπό μία ἱεραποστολική περιοδεία πού τούς εἶχε στείλει δύο-δύο, ἀλλά τό λέει καί σέ ὅλους ἐμᾶς τούς πιστούς. Καί ἔχουμε ὅλοι οἱ πιστοί αὐτή τήν ἐξουσία, μέ τή Χάρη τοῦ Χριστοῦ, νά καταπατοῦμε τόν διάβολο. «Καί οὐδέν ὑμᾶς οὐ μή ἀδικήσῃ», καί τίποτα δέν θά σᾶς βλάψει ἀπό τούς δαίμονες καί τίς μηχανουργίες τους. «Πῶς προλέγουν οἱ δαίμονες». Γιατί ὑπάρχει καί αὐτή ἡ ἰδέα στόν κόσμο, ὅτι οἱ δαίμονες ξέρουν τό μέλλον καί γι’ αὐτό πᾶνε, δυστυχῶς, στά μέντιουμ, γιά νά μάθουν τό μέλλον. Οἱ ἀρχαῖοι πήγαιναν στά μαντεῖα. «Ἄν μερικές φορές», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «ὑποκρίνονται ὅτι προλέγουν τά μέλλοντα, ἄς μήν τούς παραδέχεται κανείς». Λένε ψέματα. Δέν ξέρουν τό μέλλον, ὁ διάβολος ποτέ δέν γνωρίζει τό μέλλον. «Συχνά, ἀπό πολλές ἡμέρες πρίν, –λόγου χάρη– λένε γιά τούς ἀδελφούς πού πρόκειται νά μᾶς συναντήσουν». Μιλάει σέ μοναχούς καί λέει, ξέρεις, μπορεῖ νά ἔρθει ὁ διάβολος καί νά σοῦ πεῖ, σέ μερικές μέρες θά ἔρθει ὁ ἀββάς Δανιήλ ἄς ποῦμε. «Καί ἔρχονται ὕστερα ἐκεῖνοι». Πράγματι βγαίνουν ἀληθινοί οἱ δαίμονες στήν πρόβλεψή τους. «Ἀλλά τό κάνουν αὐτό, ὄχι ἀπό τό ἐνδιαφέρον τους γιά ὅσους 190

τούς ἀκοῦνε», δέν τούς πῆρε ὁ πόνος γιά τόν ἀββά Δανιήλ καί γιά σένα, «ἀλλά γιά νά μᾶς πείσουν νά τούς πιστεύουμε γιά προφῆτες καί τότε νά μᾶς καταστρέψουν, μιᾶς καί μᾶς κάμουν ὑποχείριους»[31]. Ὑπάρχει βέβαια καί τό δόλωμα τῆς ὑπερηφάνειας, ἐγώ ἄρχισα καί προβλέπω… ἔχω καί χάρισμα… κι αὐτό βέβαια γίνεται μέ τίς ὑποβολές τοῦ διαβόλου. Γιατί ὑπάρχει καί δαιμονική διάκριση καί διόραση, πρέπει νά ξέρουμε. Δέν εἶναι μόνο ἡ διόραση ἀπό τόν Θεό. Ὑπάρχει καί αὐτή ἡ δαιμονική διόραση καί ἡ ὑποτιθέμενη προόραση, πού δέν εἶναι τίποτε. Δέν ἔχει καμία ὑπόσταση, εἶναι φαινομενική προόραση. Καί θά τό ἐξηγήσει ὁ Ἅγιος τί συμβαίνει. «Δέν πρέπει νά τούς δίνουμε προσοχή, κι ὅταν κάτι προλέγουν, νά μή τά παραδεχόμαστε». Τί συμβαίνει; Καί οἱ Ἄγγελοι καί οἱ δαίμονες ἔχουν κάποιο στοιχειῶδες σῶμα πολύ λεπτό, ἔχουν μιά οὐσία, δέν εἶναι ἄυλοι. Καί ἐπειδή τά σώματά τους εἶναι πάρα πολύ λεπτά μετακινοῦνται πάρα πολύ γρήγορα. Ποτέ δέν εἶναι παντοῦ. Πανταχοῦ παρόντες δέν εἶναι οὔτε οἱ Ἄγγελοι οὔτε οἱ δαίμονες. Μόνο ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών καί μόνο ὁ Θεός εἶναι ἄυλος, δέν ἔχει καμία σχέση μέ τήν ὕλη, μέ τό ἀνθρώπινο σῶμα κ.λ.π. Ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι παντελῶς ἄγνωστη καί τελείως διαφορετική ἀπό τήν οὐσία τή δική μας ἤ τῶν Ἀγγέλων. Αὐτοί λοιπόν, οἱ δαίμονες, «ἐπειδή ἔχουν σώματα ἐλαφρότερα τῶν ἀνθρώπων καί βλέπουν αὐτούς πού ξεκίνησαν νά ’ρθοῦν σέ μᾶς, τὀ ἄξιο θαυμασμοῦ εἶναι τό, ὅτι τρέχουν, τούς προλαβαίνουν στόν δρόμο καί μᾶς εἰδοποιοῦν;». Τούς βλέπουν ὅτι ξεκίνησαν. Ἔρχεται π.χ. κάποιος ἀπό τήν Ἀθήνα, καί αὐτοί τρέχουν πιό γρήγορα ἀπό τό αὐτοκίνητο, ἀπό τό ἀεροπλάνο καί σοῦ λένε, ξέρεις, ἔρχεται ὁ τάδε. «Ἔτσι μπορεῖ νά προλέγει κι ἕνας καβαλάρης», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος. Τότε εἶχαν τό ἄλογο ὡς τό πιό γρήγορο μέσο, «προσπερνώντας αὐτούς πού πᾶνε μέ τά πόδια. Ὥστε, οὔτε καί γι’ αὐτό εἶναι ἀνάγκη νά τούς θαυμάζουμε», ἐπειδή τάχατες πᾶνε πιό γρήγορα. «Διότι τίποτε ἀπό τά μή γενόμενα δέν προγνωρίζουν, ἀλλά μόνον ὁ Θεός τά ξέρει ὅλα προτοῦ νά γίνουν»[32]. Αὐτό τό λέει καί στό βιβλίο τοῦ Δανιήλ «Σωσάννα». Λέει «ἀνεβόησε δέ φωνῇ μεγάλῃ Σωσάννα καί εἶπεν· ὁ Θεός ὁ αἰώνιος ὁ τῶν κρυπτῶν γνώστης, ὁ εἰδώς τά πάντα πρίν γενέσεως αὐτῶν, σύ ἐπίστασαι ὅτι ψευδῆ μου κατεμαρτύρησαν»[33]. Γνωρίζετε τήν ἱστορία τῆς Σωσάννας. Δύο πρεσβύτες, οἱ ἀσελγεῖς, οἱ ἀνήθικοι δικαστές, τῆς ἐπιτέθηκαν μέ ἄνομους σκοπούς, ἐπειδή εἶχαν ὑποκύψει στό σαρκικό δαιμόνιο. Ἐπειδή δέν ἐδέχθη ἡ ἁγνή καί ἁγία Σωσάννα, δέν συγκατένευσε, μετά τήν συκοφάντησαν. Καί μάλιστα τί εἶπαν; Ὅτι τήν ἔπιασαν νά κάνει μοιχεία. Ἦταν ἔγγαμος ἡ Σωσάννα. Καί ὅταν δέν πέτυχαν τόν σκοπό τους -ἦταν καί δικαστές- τήν συκοφάντησαν ὅτι τήν συνέλαβαν ἐπ αὐτοφώρῳ νά κάνει μοιχεία. Καί τότε ἡ ἁγνή Σωσάννα ἔκανε αὐτή τήν προσευχή στόν Θεό καί εἶπε: Θεέ μου, Ἐσύ πού εἶσαι ὁ γνώστης τῶν κρυπτῶν, Ἐσύ γνωρίζεις ὅλα τά κρυφά, τά γνωρίζεις ὅλα πρίν γενέσεως αὐτῶν, πρίν γίνουν. Ὁ ἀληθινός προγνώστης εἶναι μόνο ὁ Θεός. Ἐσύ ξέρεις ὅτι κι αὐτά πού μοῦ καταμαρτύρησαν εἶναι ψευδή. Βλέπετε; Δέν ἔχει κάποιον νά τήν ὑπερασπιστεῖ καί ἀναθέτει τόν ἑαυτό της στόν Θεό. Καί τί κάνει ὁ Θεός; Ἐμφανίζεται, δίνει ἐντολή στόν Προφήτη Δανιήλ, τόν νέο ἐκεῖνο Ἅγιο πού βρισκόταν στήν Βαβυλώνα νά τήν ὑπερασπιστεῖ. Καί ὁ Ἅγιος Προφήτης Δανιήλ τούς 191

ἀποκάλυψε. Τούς ρώτησε: «Ποῦ ἔγινε ἡ μοιχεία;», ἀλλά τούς ρώτησε χωριστά. Ὁ ἕνας εἶπε κάτω ἀπό τό τάδε δέντρο, κέδρο ἄς ποῦμε, πλατάνι… Ρώτησε καί τόν ἄλλον χωριστά, ποῦ γινόταν ἡ μοιχεία;.. ποῦ τήν εἴδατε;… ποῦ τήν πιάσατε;… Κάτω ἀπό τό τάδε δέντρο. Εἶπε ἄλλο δέντρο καί ἔτσι ἀποκαλύφθηκε ἡ συκοφαντία. Φώτισε ὁ Θεός τόν Δανιήλ καί ὑπερασπίστηκε τήν ἁγνή Σωσάννα. Βλέπετε, πῶς ἡ Ἁγία αὐτή, μέ τή φώτιση τοῦ Θεοῦ, μιλάει γιά τόν Θεό, θεολογεῖ, καί λέει: ὁ Θεός ὁ αἰώνιος, πού γνωρίζεις τά κρυφά, πού γνωρίζεις τά πάντα πρίν γίνουν, Ἐσύ Κύριε ξέρεις ὅτι αὐτά πού λένε γιά μένα εἶναι ψευδή. Ὁ Θεός λοιπόν μόνο προγνωρίζει. Οἱ δαίμονες «προτρέχουν σάν κλέφτες καί ἀναγγέλλουν ὅσα βλέπουν». Ὄχι ὅσα θά γίνουν. Αὐτά πού βλέπουν ἐκείνη τή στιγμή, τρέχουν καί στά γνωρίζουν πρίν τά μάθεις μέ τόν φυσικό τρόπο, μέ τόν συνήθη τρόπο. «Σέ πόσους ν’ ἀνακοινώνουν τώρα», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «ὅτι συγκεντρωθήκαμε καί μιλᾶμε ἐναντίον τους, προτοῦ νά φύγει κάποιος ἀπό μᾶς καί πρίν τ’ ἀνακοινώσει κανείς ἄλλος! Αὐτό ὅμως τό κάνει κι ἕνα παιδάκι – ταχυδρόμος, ἅμα προλάβει ἄλλον πού τυχόν βραδυπορεῖ»[34]. Τούς στέλνει μήνυμα, νά ξέρεις τώρα ἐκεῖ ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος μιλάει γιά τούς δαίμονες καί μετά πᾶτε κι ἐσεῖς στό σπίτι τοῦ τάδε καί σοῦ λένε, ναί τό ξέρουμε… Πῶς τό ξέρετε; Ἔτρεξε λίγο πιό γρήγορα ὁ διάβολος καί τούς τό εἶπε. Δέν εἶναι προόραση αὐτό ἤ πρόγνωση. Ἐκεῖνο πού συνέβαινε, ἔτρεξαν καί τό εἶπαν. «Νά τί θέλω νά πῶ: Ἄν κανείς ξεκινήσει ἀπό τή Θηβαΐδα ἤ ἀπό καμιά ἄλλη χώρα, πρίν μέν ἀρχίσει νά βαδίζει, δέν γνωρίζουν οἱ δαίμονες ἄν θά περπατήσει εὐθύς ὡς τόν δοῦν νά προχωρεῖ, προτρέχουν καί προτοῦ νά φθάσει αὐτός, εἰδοποιοῦν», νά, ξέρεις ἔρχεται ὁ τάδε ἀπό τήν Θηβαΐδα. «Ἔτσι συμβαίνει, ὥστε οἱ ὁδοιπόροι νά ’ρθοῦν ἔπειτα ἀπό μέρες» καί νά βγεῖ ἀληθινός ὁ διάβολος. «Πολλές ὅμως φορές τυχαίνει νά γυρίσουν πίσω οἱ ταξιδιῶτες, ὁπότε –οἱ δαίμονες– διαψεύδονται. Ἔτσι φλυαροῦν πότε-πότε καί γιά τό νερό τοῦ πόταμου Νείλου». Στά ἀρχαῖα χρόνια παρακολουθοῦσαν τήν στάθμη τοῦ Νείλου μέ τά νειλόμετρα καί ἤξεραν, ἄν ἡ χρονιά θά ἦταν καλή ἤ ὄχι. Ἄν εἶχε πλούσιες βροχές στήν ἄνω Αἴγυπτο, εἶχε πολύ νερό, ἀνέβαινε ἡ στάθμη τοῦ Νείλου, ὁπότε θά εἶχαν ἀρκετό νερό γιά νά ποτίσουν καί νά ἔχουν καλή σοδειά. Ὁ διάβολος τώρα «βλέποντας νά πέφτουν πολλές βροχές στά μέρη τῆς Αἰθιοπίας καί ξέροντας ὅτι ἀπό ἐκεῖνες τίς βροχές γίνεται ἡ πλημμύρα τοῦ ποταμοῦ», γιατί ἀπό ἐκεῖ πηγάζει ὁ Νεῖλος, «προτρέχουν καί τό λένε προτοῦ νά ἔλθει τό νερό στήν Αἴγυπτο. Αὐτό ὅμως καί οἱ ἄνθρωποι θά μποροῦσαν νά τό ποῦν, ἄν μποροῦσαν νά τρέξουν σάν ἐκείνους. Καί ὅπως ὁ σκοπός τοῦ Δαυίδ», ὁ φύλακας, ὁ στρατιώτης πού φύλαγε σκοπιά, «ἀνεβαίνοντας σέ ψηλό μέρος, ἔβλεπε κάποιον πού ἐρχόταν, πρωτύτερα ἀπό ἄλλον σκοπό, πού ἦταν χαμηλά στίς ὑπώρειες τοῦ βουνοῦ καί προτρέχοντας, ἔλεγε πρίν ἀπό ἄλλους σκοπούς, ὄχι ὅσα δέν ἔγιναν, ἀλλά αὐτά, πού ἐκείνη τήν ὥρα εἴχανε μπεῖ μπροστά καί γίνονταν, ἔτσι οἱ δαίμονες προτιμοῦν νά κουράζονται καί 192

εἰδοποιοῦν ἄλλους, μόνον γιά νά τούς ἀπατοῦν», ἐπειδή βλέπουν κάποια πράγματα πού δέν μπορεῖ νά τά δεῖ ὁ ἄνθρωπος ἤ νά τά πληροφορηθεῖ. «Ἄν ὅμως ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἀποφασίσει ἐν τῷ μεταξύ κάτι, γιά τά νερά ἤ γιά τούς ὁδοιπόρους (διότι τῆς εἶναι δυνατόν π.χ. νά προλάβει κάθε πλημμύρα), τότε ἀποδεικνύονται ψεῦτες οἱ δαίμονες καί θά ’χαν ξεγελαστεῖ ὅσοι τούς εἶχαν δώσει προσοχή»[35]. Γι’ αὐτό δέν πρέπει ποτέ νά συμβουλευόμαστε τούς δαίμονες. Δυστυχῶς, οἱ ἀρχηγοί τῶν Κρατῶν, στίς μέρες μας, ἔχουν δίπλα τους μέντιουμ, ἀνθρώπους δηλαδή πού μιλᾶνε μέ δαιμόνια. Καί προσπαθοῦνε, μέσω τῶν συμβουλῶν των, νά καταστρώσουν τά σχέδιά τους, τήν πολιτική τους. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος εἶχε πεῖ, ὅτι ἡ Κύπρος ἔπεσε στά χέρια τῶν Τούρκων, ὅπως εἶναι τώρα, καί ὑποδουλώθηκε τό 40%, γιατί, τούς εἶχε πεῖ, οἱ ἀρχηγοί σας πηγαίνουν καί συμβουλεύονται τά μέντιουμ, δηλαδή τόν διάβολο. Δυστυχῶς… Εἴμαστε πολύ ἀνόητοι ἄνθρωποι, γιατί ἀκριβῶς δέν πιστεύουμε. Ἐκτός ἀπό τήν πίστη στόν Θεό, ὑπάρχει καί ἡ πίστη στόν διάβολο, ὅτι ὑπάρχει ὁ διάβολος. Καί ἄν, λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, βγάλουμε ἀπό τήν πίστη μας τόν διάβολο, πάει ὅλη ἡ πίστη μας. Ὑπάρχει ἡ λεγόμενη δαιμονολογία, ἡ ὁποία εἶναι κι αὐτή κομμάτι τῆς Δογματικῆς. Ὅπως ὑπάρχει ὁ Θεός, ὑπάρχει καί ὁ διάβολος. Κι ἄν ἕνας λέει «ἐγώ δέν πιστεύω ὅτι ὑπάρχει διάβολος», αὐτός σφάλλει, δέν εἶναι μέσα στήν ἀλήθεια. Γιατί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε, Ἐγώ ἦρθα γιά νά καταλύσω τά ἔργα τοῦ διαβόλου, νά λύσω τά ἔργα τῶν δαιμόνων[36]. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μίλησε γιά τόν διάβολο καί ὅτι εἶναι ἀνθρωποκτόνος[37]. – Τί γινότανε στά μαντεῖα; Στά ἀρχαῖα χρόνια ὑπῆρχαν τά μαντεῖα τῶν Ἑλλήνων, τῶν εἰδωλολατρῶν καί πολλοί πλανήθηκαν ἀπό τούς δαίμονες στήν ἀρχαιότητα καί ἔπαψε ἡ πλάνη αὐτή τῶν μαντείων «ὅταν ἦρθε ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος μαζί μέ τήν πανουργία τους, κατήργησε καί τούς δαίμονες. Τίποτε δέν γνωρίζουν μόνοι τους, ἀλλά, σάν κλέφτες, προβάλλουν ὅσα βλέπουν σέ ἄλλους καί μᾶλλον παρατηροῦν καί συμπεραίνουν, παρά προγνωρίζουν». Ἐπειδή ἔχουν κάποια πείρα, κάνουν διάφορους συνδυασμούς ἔχουντας κάποια δεδομένα καί μπορεῖ μερικές φορές νά πέσουν μέσα. Ἀλλά πολλές φορές διαψεύδονται οἱ δαίμονες. Δέν γνωρίζουν ποτέ πρίν τά γεγονότα. Ἁπλῶς εἰκάζουν, ὑποθέτουν, παρατηροῦν καί συμπεραίνουν. «Συνεπῶς, κι ἄν κάποτε λένε κάτι ἀληθινό, οὔτε τότε νά τούς θαυμάζει κανείς. Γιατί καί οἱ γιατροί, ἀπό τήν πείρα πού ἔχουν τῶν νοσημάτων, ὅταν παρατηρήσουν καί σέ ἄλλους τήν ἴδια ἀρρώστια, πολλές φορές προλέγουν τήν ἐξέλιξή της», γιατί σκέπτονται καί βγάζουν κάποια συμπεράσματα μέ βάση τήν πείρα τους. Αὐτό δέν εἶναι πρόγνωση. Εἶναι μία διαδικασία τῆς λογικῆς. «Καί οἱ κυβερνῆτες πλοίων καί οἱ γεωργοί πάλιν, παρατηρώντας ἀπό συνήθεια τήν κατάσταση τοῦ ἀέρος, προλέγουν ἄν θά ἔχει καλό ἤ κακό καιρό»[38]. Ἀλλά πολλές φορές, βλέπετε, διαψεύδονται. Ἀκόμα καί σήμερα, πού ἔχουμε τόσα ἐπιστημονικά μέσα, τό δελτίο καιροῦ πολλές φορές πέφτει ἔξω. «Καί δέν μπορεῖ νά πεῖ κανείς γι’ αὐτό, ὅτι προλέγουν ἀπό θεία ἔμπνευση» ὅλοι αὐτοί, ὅπως καί τά μαντεῖα στήν ἀρχαιότητα, «ἀλλά ἀπό τήν πείρα 193

καί τή συνήθεια»[39]. Τό ἴδιο καί οἱ γιατροί, καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πού ἐξάγουμε κάποια συμπεράσματα μέ βάση τά δεδομένα πού ἔχουμε. Κάποτε πέφτουμε μέσα, ἀλλά πολλές φορές διαψευδόμαστε. «Ἐάν κάποτε λοιπόν καί οἱ δαίμονες στοχαζόμενοι λένε τά ἴδια, ἄς μήν τούς θαυμάζει κανείς γι’ αὐτό, μήτε νά τούς δίνει προσοχή». Γιατί καί οἱ δαίμονες πνεύματα εἶναι καί κάνουν συλλογισμούς καί συνδυασμούς καί βγάζουν κάποια συμπεράσματα.«Κατά τί εἶναι χρήσιμο σ’ αὐτούς πού τούς ἀκοῦνε, νά μαθαίνουν ἀπ’ αὐτούς μπροστά ἀπό λίγες μέρες, αὐτά ποῦ πρόκειται νά συμβοῦν; Ἤ ποιά ἐπείγουσα ἀνάγκη ὑπάρχει, νά γνωρίζει κανείς αὐτά; Καί εἶναι ζήτημα, ἄν τά γνωρίζει ἀληθινά. Διότι αὐτό (ἡ πρόγνωσις) δέν εἶναι ἀπό ἐκεῖνα πού κάνουν ἀρετή, οὔτε πάντως εἶναι γνώρισμα ἀγαθοῦ ἤθους». Δέν ἔχει σημασία γιά τήν ἀρετή τό νά προγνωρίσεις κάτι. Δέν βοηθάει αὐτό. «Κανείς μας», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «δέν καλοτυχίζεται, πώς ἔχει μάθει καί γνώρισε κάτι, ἀλλά ὁ καθένας μας θά κριθεῖ, ἄν τήρησε τήν πίστη καί ἄν εἰλικρινῶς φύλαξε τίς ἐντολές»[40]. Τό κριτήριο, γιά νά περάσουμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι ἄν γίναμε προγνῶστες, ἄν προγνωρίσαμε κάποια γεγονότα, κάποιες καταστάσεις, ἀλλά ἐάν τηρήσαμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ἄν φυλάξαμε τήν ὀρθή πίστη. «Ὥστε, δέν πρέπει νά δίδουμε σημασία σ’ αὐτά, οὔτε νά ἀσκητεύουμε καί νά κοπιάζουμε γιά νά ἀποκτήσουμε τήν προόραση», τό προορατικό χάρισμα, «ἀλλά νά πολιτευόμεθα καλῶς, γιά νά ἀρέσουμε στόν Θεό. Καί πρέπει νά προσευχόμαστε, ὄχι γιά νά προγνωρίζουμε, οὔτε γιά νά ἀποκτᾶμε αὐτό ὡς ἀμοιβή τῆς ἀσκήσεως, ἀλλά γιά νά μᾶς γίνει ὁ Κύριος συνεργός στή νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Ἄν δε, καμιά φορά, μᾶς ἐνδιαφέρει καί νά προγνωρίζουμε κάτι», λέει ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, «ἄς κρατᾶμε καθαρή τήν διάνοιά μας. Γιατί ἐγώ πιστεύω, ὅτι ἡ ψυχή, ἡ ὁποία εἶναι καθαρή ἀπ’ ὅλες τίς ἀπόψεις καί μένει φυσική», ἔτσι ὅπως τήν ἔφτιαξε ὁ Θεός, «μπορεῖ νά γίνει διορατική». Ἀπό μόνη της ἡ ψυχή μπορεῖ νά γίνει διορατική, ὅταν εἶναι καθαρή καί δέν ὑπάρχει δηλαδή λογισμός μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί στήν διάνοια. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος τότε «νά βλέπει περισσότερα καί μακρύτερα ἀπό τούς δαίμονες, γιατί θά ἔχει τόν Κύριο, πού θά τοῦ τά φανερώνει ὅλα». Βλέπουμε αὐτό τό χάρισμα, τό διορατικό καί τό προορατικό στούς Ἁγίους μας, πού εἴχανε αὐτή τήν μεγάλη καθαρότητα. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἀπό πολύ μικρός ἀπέκτησε τήν διόραση. Ἔβλεπε, ἄς ποῦμε, πίσω ἀπό τό βουνό. Σάν νά εἶναι γυάλινο τό βουνό, ἔβλεπε τί γινότανε ἀπό πίσω, μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς. Αὐτό λέγεται διόραση. – Ἀλλά πῶς τό κατάφερε αὐτό; Ἐπειδή, ἀκριβῶς, προσπαθοῦσε νά ἔχει καθαρή τήν διάνοιά του. Τό λέει κιόλας σ’ ἕνα σημεῖο. Συνεχῶς, λέει, ἀπεστήθιζα τό Εὐαγγέλιο. Ἔλεγε τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο συνέχεια μέσα του, γιά νά ἔχω -λέει- καθαρότητα νοός, γιά νά ἔχω καθαρόητα νοῦ, καθαρή διάνοια. Καί αὐτή ἡ καθαρότητα νοός, ὅπως λέει ἐδῶ ὁ 194

Ἅγιος Ἀντώνιος, κάνει τήν ψυχή διορατική. Ἐμεῖς ἔχουμε σκοτισμένο τόν νοῦ μας μέ ἕνα σωρό ἐπιθυμίες, σκέψεις, λογισμούς, πάθη, ὁπότε ἔχουμε χάσει αὐτή τή φυσική ἱκανότητα τῆς διοράσεως πού ἔχει ἡ ψυχή. Βλέπετε, λέει, ἡ ψυχή, ὅταν εἶναι καθαρή καί μένει στή φυσική της κατάσταση, ἔτσι ὅπως τήν ἔφτιαξε ὁ Θεός, αὐτή εἶναι διορατική, γίνεται διορατική καί βλέπει πιό μακριά καί ἀπό τούς δαίμονες. «Τέτοια ἦταν ἡ ψυχή τοῦ Προφήτη Ἑλισαίου, ἡ ὁποία διέβλεπε ὅσα ἔπραξε καί ἔπαθε ὁ Γιεζί»[41]»[42]. Εἶναι ἕνα ὡραῖο, πολύ διδακτικό περιστατικό, θλιβερό βέβαια αὐτό καθευατό, καί ἀναφέρεται στό βιβλίο Δ΄ Βασιλειῶν, στό 5ο κεφάλαιο στόν 1ο στίχο καί ἑξῆς. Λέει, ὁ Νεεμάν ἤ Ναιμάν, ἦταν ἄρχοντας τῆς Συρίας καί ἦταν κάτω ἀπό τόν βασιλέα τῆς Συρίας. Ἦταν λεπρός καί, κατά θεία συγκατάβαση, ἔμαθε ὅτι μόνο ἀπό τόν Προφήτη τοῦ Ἰσραήλ, τόν Ἑλισαῖο, θά γινότανε καλά. Πράγματι, ἔκανε ὑπακοή, ὅπως τοῦ εἶπε ὁ Προφήτης Ἑλισαῖος, νά λουστεῖ στόν Ἰορδάνη ἑπτά φορές. Τό ἔκανε καί καθαρίστηκε. Ἔφυγε ἡ λέπρα. Γιά νά εὐχαριστήσει τόν Προφήτη Ἑλισαῖο, ἤθελε νά τοῦ δώσει χρήματα καί δῶρα, ἀλλά ὁ Ἑλισαῖος δέν δέχτηκε, ἀρνήθηκε ἐπίμονα. Ὁ Ἑλισαῖος εἶχε ἕναν δοῦλο, τόν Γιεζί, ἕναν ὑπηρέτη, καί ὅταν ἔφυγε ὁ Νεεμάν, ἔτρεξε πίσω του κρυφά, χωρίς νά πάρει εὐλογία ἀπό τόν γέροντά του, καί τοῦ ζήτησε τά δῶρα. Λέει, ὁ γέροντάς μου δέν τά θέλει, νά τά πάρω ἐγώ… Ὁ Ἑλισαῖος ὅλο αὐτό τό εἶδε. Πῶς τό εἶδε; Τοῦ τό ἀποκάλυψε ὁ Θεός μέ τήν διόραση. Καί τοῦ λέει: – Γιατί ἔλαβες τό ἀργύριον; Γιατί πῆρες τά χρήματα καί τά δῶρα; Ἀφοῦ ἐγώ δέν τά δέχτηκα. Ὅταν ὁ Θεός δίνει κάτι δι’ ἡμῶν, δέν δικαιούμαστε ἐμεῖς νά πάρουμε αὐτό πού δέν ἔγινε ἀπό μᾶς ἀλλά ἀπό τόν Θεό, νά πάρουμε βραβεῖο γι’ αὐτό πού ἔγινε ἀπό τόν Θεό. «Δωρεάν ἐλάβετε, δωρεάν δότε»[43], λέει ὁ Θεός. Ἐσύ γιατί τά πῆρες; «Καί ἰδού ἡ λέπρα Ναιμάν κολληθήσεται ἐν σοί καί ἐν τῷ σπέρματί σου εἰς τόν αἰῶνα, καί ἐξῆλθεν ἐκ προσώπου αὐτοῦ λελεπρωμένος ὡσεί χιών»[44]. Καί ἔφυγε ὁ Γιεζί καί ἔγινε κατάλευκος ἀπό τήν λέπρα. Φοβερή παραδειγματική τιμωρία τῆς πονηρίας, τῆς παρακοῆς, αὐτῆς τῆς παράβασης, πού ἔκανε ὁ Γιεζί. Ἀλλά τό λέει αὐτό τό περιστατικό ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος γιά νά δείξει τήν διόραση. Καί ἀκόμα ὁ ἴδιος Προφήτης «ἔβλεπε τίς δυνάμεις -τίς ἀγγελικές δυνάμεις– πού παραστεκόταν»[45] στόν Προφήτη, παρόλο πού τόν ἀπειλοῦσαν. Ὁ βασιλεύς τῆς Συρίας ἔστειλε στρατό γιά νά συλλάβει τόν Προφήτη καί ὁ Θεός παρέταξε γύρω του ἀγγελικές δυνάμεις! Πλῆθος… τίς ὁποῖες τίς ἔβλεπε ὁ Ἅγιος Προφήτης Ἑλισαῖος. Πῶς τίς ἔβλεπε; Μέ τήν διόραση, μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς. Ἔτσι λοιπόν, ἀπό ὅλα αὐτά καταλαβαίνουμε, ὅτι ὁ διάβολος δέν ἔχει καμία δύναμη οὔτε καμιά ἱκανότητα νά προβλέπει τό μέλλον οὔτε μπορεῖ νά μᾶς βλάψει οὔτε πρέπει νά τόν φοβόμαστε. Καθόλου, μά καθόλου! Ὁ Θεός εἶναι ὁ παντοδύναμος καί στά χέρια τοῦ Θεοῦ εἶναι τά πάντα, καί ὁ διάβολος. Εἶναι ἕνα σκυλί ξεδοντιασμένο καί ἐλεγχόμενο. Καί ὁ Θεός τόν χρησιμοποιεῖ ἐκεῖ που ξέρει ὅτι θά μᾶς ὠφελήσει. Καί ἐπειδή πολύ μᾶς ὠφελεῖ ὁ διάβολος μέ τούς πειρασμούς πού μᾶς κάνει, γι’ αὐτό καί ὁ Θεός δέν τόν ἔχει καταργήσει ἀκόμα τελείως. Τόν ἀφήνει νά δρᾶ μέχρι ἕνα 195

σημεῖο, γιά νά μᾶς κρατᾶ σέ ἐγρήγορση, νά μᾶς δίνει στεφάνια καί νά τόν καταντροπιάζει μέσω ἡμῶν. Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα στήν ἀγάπη σας γιά τήν ἀδυναμία τοῦ διαβόλου. Βλέπετε, πόσο χαριτωμένα εἶναι αὐτά τά κείμενα καί πρέπει νά εὐχαριστοῦμε πολύ τόν Ἅγιο Ἀθανάσιο πού μᾶς διέσωσε τήν διδασκαλία τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Πατρός, τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, ἡ ὁποία εἶναι βγαλμένη μέσα ἀπ’ τήν πείρα του, μέσα ἀπό τήν πάλη πού ἔκανε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος κατά τῶν δαιμόνων καί βέβαια σύμφωνα πάντοτε μέ τίς Ἅγιες Γραφές. Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης https://hristospanagia3.blogspot.com/ [1] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου πατρός ἡμῶς Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου, ἐκδ. Ρηγόπουλος, (στό ἑξῆς: Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου). [2] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [3] Ὅ.π. [4] Ὅ.π. [5] Ἰωάν 8, 44. [6] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [7] Ὅ.π. [8] Σοφ. Σειρ. 1, 25: «βδέλυγμα δέ ἁμαρτωλῷ θεοσέβεια». [9] Ὅ.π. [10] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [11] Ὅ.π. [12] Δ΄Βασ. 19, 35. [13] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [14] Δ΄Βασ. 19, 35. [15] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [16] Ὅ.π. [17] Πρβλ. Ἰώβ 1, 6-7-13. [18] Ἰώβ 1, 21. [19] Ὅ.π. [20] Ὅ.π. [21] Ὅ.π. [22] Ματθ. 8, 31. [23] Ὅ.π. [24] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [25] Ὅ.π. [26] Ματθ. 17, 21. [27] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [28] Ὅ.π. [29] Λουκ. 10, 19. [30] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [31] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [32] Ὅ.π. [33] Σωσ. 1, 42-43. [34] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [35] Ὅ.π. [36] Πρβλ. Α΄Ἰωάν. 3, 8. [37] Πρβλ. Α΄Ἰωάν. 3, 15. [38] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [39] Ὅ.π. [40] Ὅ.π. [41] Δ΄Βασ. 5, 1. [42] Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου. [43] Ματθ. 10, 8. [44] Δ΄Βασ. 5, 27. [45] Δ΄Βασ. 6, 17. 196

Ἡ κενοδοξία (Α΄ μέρος) Λέγαμε τήν προηγούμενη φορά, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, γιά τούς τέσσερις πειρασμούς πού ἀντιμετωπίζει ὁ ἄνθρωπος κατά τήν τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς του, ὅπως μᾶς τούς παρουσιάζει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Οἱ τέσσερις προσβολές πού μᾶς φέρνουν οἱ ἐχθροί μας, οἱ δαίμονες, κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου εἶναι: 1. Ὁ πόλεμος πού κάνουν ἐναντίον τῆς πίστεως. 2. Ἡ ἀπόγνωση. 3. Ἡ κενοδοξία. 4. Τά διάφορα φαντάσματα καί οἱ μεταμορφώσεις τῶν δαιμόνων σέ Ἀγγέλους φωτός. Τά εἴχαμε πεῖ τήν προηγούμενη φορά καί σήμερα εἴχαμε ὑποσχεθεῖ ν’ ἀσχοληθοῦμε μέ τόν τρίτο πειρασμό, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ πειρασμός τῆς κενοδοξίας, ὁ ὁποῖος, βέβαια, προσβάλλει τόν ἄνθρωπο ὄχι μόνο τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς του, ἀλλά συνεχῶς, σέ ὅλη μας τή ζωή. Σέ ὅλη του τή ζωή προσβάλλεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό αὐτό τό θεμελιῶδες πάθος. Θά ἔχετε ἴσως ὑπόψη σας τή ρίζα τῶν παθῶν, πού εἶναι, κατά τούς Πατέρες, ἡ φιλαυτία, ἡ ἄλογη ἀγάπη πρός τό σῶμα. Αὐτός εἶναι ὁ ὁρισμός τῆς φιλαυτίας. Καί ἀπό αὐτήν τήν ἄλογη ἀγάπη πηγάζουν τρεῖς ἄλλες ἄλογες ἀγάπες, ἀγάπες χωρίς λόγο, χωρίς λογική δηλαδή, χωρίς τή φωτισμένη ἀπό τόν Θεό Λόγο λογική, καί οἱ ὁποῖες εἶναι ἡ φιληδονία, ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία ἤ ἀλλιῶς κενοδοξία. Ὁπότε, καταλαβαίνουμε, ὅτι ἡ κενοδοξία εἶναι ἀπό τά θεμελιώδη πάθη, ἡ ὁποία γεννᾶ καί αὐτή βέβαια ἄλλα πάθη. Ἁπλά, μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι ἡ κενοδοξία εἶναι ἡ κενή δόξα. Ἡ προσπάθεια δηλαδή ὁ ἄνθρωπος νά ἀποκτήσει μία φήμη, ἕναν θαυμασμό, μία δόξα, ἡ ὁποία ὅμως δέν ἔχει κανένα περιεχόμενο, δέν ἔχει δηλαδή οὐσία. Εἶναι κάτι κούφιο. Εἶναι κάτι κενό. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κασσιανός μᾶς λέει, ὅτι ἡ κενοδοξία ἐμφανίζει ποικιλία μορφῶν, διαιρεῖται σέ διάφορα εἴδη καί συνοψίζεται σέ δύο γένη, τά ὁποῖα μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι δύο βαθμίδες, δύο σκαλοπάτια κενοδοξίας. Τό πρῶτο εἶδος κενοδοξίας ἀναφέρεται στήν ἐπινόηση τρόπων μέ σκοπό τήν ἀποκόμιση κάποιων σαρκικῶν καί προφανῶν ὀφελῶν. Κυνηγᾶμε κάποια ὀφέλη σαρκικά καί γήινα καί βρίσκουμε τρόπους πῶς νά τά ἐπιτύχουμε αὐτά πού θέλουμε. Ἀκόμα ἀναφέρεται αὐτό τό πρῶτο εἶδος στήν προσπάθεια νά ἀνέβει τό ἄτομο, νά ἀνέβει ὄχι μπροστά στόν Θεό, ἀλλά μπροστά στούς ἀνθρώπους. Εἶναι αὐτό πού λέμε νά κερδίσει μιά μάταιη φήμη, μιά μάταιη δόξα. 197

Ἐκφράζεται ἡ κενοδοξία μέ τήν ἐπιθυμία ὁ ἄνθρωπος νά βλέπεται, νά τόν βλέπουν, νά ἀγαπᾶται, νά τόν ἀγαποῦν δηλαδή οἱ ἄλλοι, νά θαυμάζεται, νά τόν θαυμάζουν, νά ἐκτιμᾶται, νά ἀπολαμβάνει ἐκτίμηση ἀπό τούς ἄλλους, νά τιμᾶται, νά ἐπαινεῖται, νά ἐγκωμιάζεται, ἀκόμα καί νά κολακεύεται ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἕνας ἄνθρωπος δηλαδή πού ἔχει αὐτές τίς ἐπιθυμίες, ἀπό πίσω κρύβεται αὐτό τό πάθος τῆς κενοδοξίας. Θά πεῖτε: Κακό εἶναι νά θέλουμε νά μᾶς ἀγαπᾶνε; Κακό εἶναι νά θέλουμε νά μᾶς θαυμάζουνε; Νά μᾶς βλέπουνε; Κακό εἶναι νά βγάζουμε φωτογραφίες καί νά ἔχουμε καί ἕνα site στό facebook; Πού κατεξοχήν προβάλλεται τό πρόσωπο, ἐξ οὗ καί face – τό πρόσωπό μας. Νά φαινόμαστε. Εἶναι κακό; Γιατί ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε νά ἀγαπᾶ τή δόξα, τοῦ δόθηκε ἀπό τόν Θεό αὐτή ἡ ἐπιθυμία γιά τή δόξα, ἀλλά ὄχι τήν κούφια δόξα, πού δίνει τό facebook ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο τέτοιο μάταιο πράγμα, ἀλλά τή δόξα πού δίνει ὁ Θεός, ἡ ὁποία δέν εἶναι κενή περιεχομένου, δέν εἶναι ἄδεια, ἀλλά εἶναι ἡ ἄκτιστη δόξα, ἡ ὁποία παραμένει γιά πάντα. Γιατί ὁ Θεός παραμένει γιά πάντα, ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος, ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστη καί αἰώνια, δέ χάνεται ποτέ. Καί αὐτή τήν δόξα κατά βάθος ἐπιθυμοῦμε ὅλοι μας. Αὐτή ποθοῦμε, αὐτή νοσταλγοῦμε. Αὐτή τή δόξα εἶχε ὁ ἄνθρωπος στόν Παράδεισο πρίν τήν πτώση. Αὐτή ἡ δόξα λειτουργοῦσε καί ὡς ἔνδυμα. Ἐνῶ οἱ πρωτόπλαστοι δέν φοροῦσαν ροῦχα, δέν αἰσθάνονταν γυμνοί, γιατί ἦταν ντυμένοι μέ αὐτήν τήν ἄκτιστη θεία δόξα. Χάσαμε τή θεία δόξα μέ τήν ἀμαρτία, μέ τήν ἀνταρσία μας, μέ τό ὄχι πού εἴπαμε στήν ὑπακοή στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, νιώσαμε γυμνοί, καί μᾶς ἔχει μείνει ἡ νοσταλγία αὐτῆς τῆς δόξας καί ὁ διάβολος μᾶς δίνει τά ὑποκατάστατά του. Εἶναι αὐτές οἱ δόξες τοῦ κόσμου. Ὁ κενόδοξος ἄνθρωπος, λοιπόν, ὁ ματαιόδοξος ἄνθρωπος, εἶναι στόν ἀντίποδα τοῦ Ἁγίου. Ὁ Ἅγιος δέν θέλει οὔτε νά ἀγαπᾶται, οὔτε νά βλέπεται, οὔτε νά θαυμάζεται, οὔτε νά ἐκτιμᾶται, οὔτε νά τιμᾶται, οὔτε νά ἐπαινεῖται. Ἀντίθετα βδελύσσεται τόν ἔπαινο καί τά ἐγκώμια. Οὔτε φυσικά νά κολακεύεται. Καί τί θέλει; Τό φωτοστέφανο. Τήν ἄκτιστη δόξα τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία βλέπουμε νά τήν ἔχουν οἱ Ἅγιοί μας στίς ἅγιες εἰκόνες. Αὐτή τήν ἄκτιστη δόξα κατά βάθος ζητᾶμε ὅλοι μας, ἀλλά ὁ διάβολος μᾶς ἐκτρέπει τήν ἐπιθυμία καί μᾶς κάνει νά ποθοῦμε φτηνά ὑποκατάστατα, τά ὁποῖα τελικά μᾶς ἀφήνουν ἄδειους καί ἡ ἐπιδίωξή τους μᾶς κάνει κούφιους. Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ὁ ἔπαινος, πού κατεξοχήν συνιστᾶται ἀπό τούς παιδαγωγούς καί τούς ψυχολόγους, ἰδίως στά παιδιά, «νά λες μπράβο λέει στό παιδί» ὁ ἔπαινος κάνει τόν ἄνθρωπο κούφιο, ἄδειο. Καί ὄχι μόνο. Καί ἀλαζόνα, ὑπερήφανο, ὁπότε ὑποχείριο τοῦ δαίμονα τῆς ὑπερηφάνειας, ὁ ὁποῖος, ὅπως λέγει πάλι ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ὅταν μεγαλώσει τό παιδί συντροφιά καί ἀγκαλιά μ’ αὐτόν τόν δαίμονα, τελικά θά καταλήξει ἄθεος. Ἔτσι ἑρμηνεύεται ἡ σύγχρονη ἀθεΐα. Ἕνας πού ἔχει ἀγκαλιά τόν δαίμονα τῆς ὑπερηφάνειας, ποτέ δέ θά μπορέσει νά πάει στήν Ἐκκλησία, νά κάνει ὑπακοή στόν Θεό, νά γίνει ἄνθρωπος πραγματικά τῆς πίστεως. 198

Ἡ κενοδοξία ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν ἔπαρση, στήν ὑπερηφάνεια, στόν αὐτοθαυμασμό γιά τά πλούτη καί τά ὑλικά ἀγαθά πού πέτυχε νά ἀποκτήσει. Ἡ κενοδοξία συνιστᾶ καί ἕναν ὑποκινητή τοῦ πάθους τῆς φιλαργυρίας, τό ὁποῖο ἀνταποδοτικά ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν κενοδοξία. Δηλαδή, τό ἕνα πάθος τρέφει τό ἄλλο πάθος. Λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: «κενοδοξία καί φιλαργυρία ἀλλήλων εἰσί γεννητικά». Ἡ κενοδοξία καί ἡ φιλαργυρία γεννοῦν τό ἕνα τό ἄλλο. «Οἱ μέν γάρ κενοδοξοῦντες, πλουτοῦσιν· οἱ δέ πλουτοῦντες, κενοδοξοῦσιν». Αὐτοί πού ἔχουν κενοδοξία προσπαθοῦν νά πλουτίσουν καί ὅταν καταφέρουν νά γίνουν πλούσιοι, κενοδοξοῦν, ὑπερηφανεύονται. Ἡ ὄρεξη τῆς πολυτέλειας καί τῆς ἐπίδειξης φαίνεται νά συνδέεται μέ τά δύο πάθη. Ὑποκινούμενη ἀπό τήν κενοδοξία καί προϋποθέτοντας τή φιλαργυρία τά αὐξάνει ἀνταποδοτικά. Συχνά ἡ κενοδοξία ὠθεῖ τόν ἄνθρωπο νά θέλει νά ἀνέλθει κοινωνική θέση καί τάξη. Τό πάθος αὐτό προσκολλᾶ τόν ἄνθρωπο σέ ὅλες τίς μορφές τῆς ἐξουσίας καί μάλιστα γίνεται αἰτία τῆς ἀναζήτησης αὐτῆς τῆς ἐξουσίας. Γι’ αὐτό καί ἕνας ἄνθρωπος κενόδοξος πάρα πολύ στενοχωρεῖται, ὅταν δέν τοῦ ἀναγνωρίζουν τά δικαιώματά του, ὅπως λέει. Νά ποῦμε ἕνα παράδειγμα. Στήν οἰκογένεια εἶναι οἱ δύο σύζυγοι. Ὅταν ὑπάρχει ἡ κενοδοξία, διαμαρτύρεται ὁ ἕνας καί λέει, καλά, ἐγώ συνέχεια θά εἶμαι ὑπό; Δέν ἔχω κι ἐγώ δικαιώματα; Δέν εἶμαι κι ἐγώ ἄνθρωπος; Ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐξουσίας, τῆς ἄσκησης ἐξουσίας. Σύμμαχος καί ὑποκινητής τῶν δύο παθῶν, πού οἱ Πατέρες ὀνομάζουν φιλαρχία καί πνεῦμα κυριαρχίας, εἶναι ἡ κενοδοξία. Ἐνῶ ὁ ταπεινός ἄνθρωπος, πού εἶναι τό ἀντίθετο τοῦ κενόδοξου καί τοῦ ὑπερήφανου, δέ ζητάει νά κυριαρχήσει στόν ἄλλον. Δέ θεωρεῖ ὅτι ἔχει δικαιώματα. Δέ ζητάει τίποτα ἀπό κανέναν. Θεωρεῖ ὅτι ἔχει μόνο ὑποχρεώσεις καί κυρίως τήν ὑποχρέωση νά ἀγαπάει, ἀνεξάρτητα ἄν εἰσπράττει ἀπό τόν ἄλλον ἀγάπη ἤ δέν εἰσπράττει, ἤ εἰσπράττει ἐχθρότητα καί μίσος. Συνεχίζει νά ἀγαπάει, γιατί δέ ζητάει τήν ἀνταπόδοση ἀπό τόν ἄλλο, ἀλλά εἶναι βέβαιος ὅτι θά τήν πάρει ἀπό τόν Θεό. Τό πρῶτο εἶδος κενοδοξίας λοιπόν εἶναι χαμερπές, θά λέγαμε, καί σχετίζεται μέ σαρκικά καί προφανή ὀφέλη ἔχοντας σάν ἀφετηρία πάλι κάποια σαρκικά καί γήινα πράγματα. Προσπαθεῖ δηλαδή κανείς, μέσω τοῦ πλούτου πού συσσωρεύει, νά ἀποκτήσει μιά δόξα ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἤ μέσω τῆς θέσης πού θά καταλάβει στήν κοινωνία, στήν ὑπηρεσία του. Προσπαθεῖ μέσω αὐτῶν τῶν τρόπων, χρησιμοποιώντας τέτοια μέσα, νά ἀνέβει καί νά κερδίσει αὐτή τή μάταιη δόξα. Ὑπάρχει καί ἕνα δεύτερο εἶδος κενοδοξίας, σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Κασσιανό, τό ὁποῖο τροφοδοτεῖται ἀπό τήν ἐπιθυμία τῆς μάταιης φήμης γιά τά πνευματικά καί κρυμμένα ἀγαθά. Δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος ὁ πνευματικός τώρα, προσπαθεῖ νά κερδίσει δόξα μέσω τῆς ἐπίδειξης τῶν ἀρετῶν του. Βλέπε Φαρισαίους. Ὁ Φαρισαῖος εἶναι κενόδοξος καί προβάλλει τίς ἀρετές του, οἱ ὁποῖες εἶναι πραγματικές, δέν εἶναι φανταστικές. Αὔριο, πρῶτα ὁ Θεός, θ’ ἀκούσουμε τήν παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου. Εἶναι ἀλήθεια αὐτά πού λέει ὁ 199

Φαρισαῖος, ὅτι δέν εἶμαι ὅπως οἱ ὑπόλοιποι ἄνθρωποι, «νηστεύω δίς τοῦ σαββάτου», δύο φορές τήν ἑβδομάδα. «Ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι»1, δηλαδή τό ἕνα δέκατο, σύμφωνα μέ τόν νόμο τόν μωσαϊκό, ἀπό τά εἰσοδήματά μου τά δίνω ἐλεημοσύνη. Ἀλλά ὅμως ὅλα αὐτά, γιατί τά λέει; Γιατί προβάλλει τόν ἑαυτό του καί τίς ἀρετές του; Γιά νά κερδίσει τή μάταιη δόξα τοῦ κόσμου καί νά ἔχει καί μία αὐτοκαύχηση, ἕναν αὐτοέπαινο, ὁ ὁποῖος βέβαια ὑποκινεῖται καί ἀπό τόν διάβολο. Γι’ αὐτό λέει πολύ ὡραῖα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, στόν εἰκοστό πρῶτο λόγο του, «Περί κενοδοξίας», ὅτι πολύ δύσκολα βγαίνει ὁ ἄνθρωπος ἀβλαβής ἀπό τούς ἐπαίνους τῶν ἀνθρώπων καί δύσκολα τούς ἀποκρούει, ἀλλά πολύ δυσκολότερα ἀπό τούς ἐπαίνους τῶν δαιμόνων, ἀπό τούς λογισμούς δηλαδή, πού ἔρχονται μέσα μας καί μᾶς ἐπαινοῦν καί μᾶς τρέφουν τήν αὐταρέσκεια, τόν ναρκισσισμό, τήν αὐτοπεποίθηση καί ὅλα τά «αὐτό». «Μερικοί συνηθίζουν», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «ὅταν ὁμιλοῦν περὶ τῶν παθῶν καί τῶν λογισμῶν, νά κατατάσσουν τήν κενοδοξία σί ἰδιαίτερη τάξι, χωριστά ἀπό τήν ὑπερηφάνεια. Γι᾿ αὐτό καί λέγουν ὅτι εἶναι ὀκτώ οἱ πρῶτοι καί κυρίαρχοι πονηροί λογισμοί. Ἀντιθέτως ὁ Θεολόγος Γρηγόριος καί ἄλλοι ἀπό τούς διδασκάλους τούς ἐμέτρησαν ἑπτά», τούς βασικούς λογισμούς δηλαδή καί τά βασικά πάθη. «Σ᾿ αὐτούς περισσότερο πείθομαι καί ἐγώ· διότι ποιός μπορεῖ νά ἔχη ὑπερηφάνεια, ἀφοῦ ἐνίκησε τήν κενοδοξία;». Ἡ κενοδοξία εἶναι ἕνα σκαλοπάτι πρίν τήν ὑπερηφάνεια. «Τόση δέ μόνο διαφορά ἔχουν μεταξύ τους, ὅση ἔχει ἐκ φύσεως τό παιδί ἀπό τόν ἄνδρα καί τό σιτάρι ἀπό τόν ἄρτο. Τό πρῶτο δηλαδή εἶναι ἡ ἀρχή καί τό δεύτερο τό τέλος. Τώρα λοιπόν», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «πού τό καλεῖ ἡ περίστασις ἄς ὁμιλήσωμε μέ συντομία γιή τήν ἀρχή καί τήν ὁλοκλήρωσι τῶν παθῶν, δηλαδή τήν ἀνόσιο οἴησι»2. Ἀπό τό ρῆμα οἴομαι: νομίζω, ἔχω τήν γνώμη, ἔχω τήν ἰδέα. Ἡ οἴησις εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν παθῶν, ἡ μεγάλη ἰδέα πού ἔχουμε γιά τόν ἑαυτό μας. Ἀλλά καί ὅλα τά πάθη τελικά τρέφουν αὐτή τήν μεγάλη ἰδέα καί μᾶς ὁδηγοῦν πάλι στήν ὑπερηφάνεια. Μιά πολύ-πολύ μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μας. Εἶναι καί ἡ ρίζα τῶν παθῶν καί ἡ κορυφή τῶν παθῶν. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἅγιος, ἄς μιλήσουμε μέ συντομία, γιά τήν ἀρχή, ἀλλά καί τήν ὁλοκλήρωση τῶν παθῶν, δηλαδή τήν οἴηση. «Ἡ κενοδοξία εἶναι ὡς πρός μέν τήν μορφή, μεταβολή τῆς φυσικῆς τάξεως καί διαστροφή τῶν καλῶν ἠθῶν καί παρατήρησις παντός ἀξιομέμπτου πράγματος»3. Ἡ φυσική τάξη τῶν πραγμάτων εἶναι ὁ ἄνθρωπος νά ζητάει τόν Θεό. Εἶναι πλασμένος κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Νά ζητάει δηλαδή τή θεία δόξα, τή θέωση, τό νά καθίσει στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ, νά γίνει θεός κατά χάρη. Γι’ αὐτό εἴμαστε πλασμένοι, αὐτή εἶναι ἡ φυσική τάξη καί τό φυσιολογικό μας, νά τό ποῦμε ἔτσι ἁπλά. Ἡ κενοδοξία διαλύει, μεταβάλλει αὐτή τή φυσική τάξη καί σέ κάνει ἀντί νά ζητᾶς τή θέωση, τή δόξα τοῦ Θεοῦ δηλαδή, νά ζητᾶς τήν ἀνθρώπινη δόξα. Ἀντί νά ζητᾶς τά καλά ἤθη, τήν ὁμοίωση μέ τόν Χριστό, διαστρέφεις τά καλά ἤθη καί προσαρμόζεσαι στόν κόσμο καί στά ἤθη τοῦ κόσμου. Ἀκόμα, ἡ κενοδοξία εἶναι 200


Like this book? You can publish your book online for free in a few minutes!
Create your own flipbook