Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Η δημιουργική πορεία της Σχολής των Αθηνών κράτησε περίπου μισόν αιώνα (1830-1880). Η ζωή της δε διακόπηκε από τη γνωριμία της με τους Επτανήσιους δημιουργούς. Η γνωριμία όμως αυτή, όπως θα δού- με, θα δώσει τους καρπούς της στην αμέσως επόμενη γενιά: ο Κωστής Παλαμάς, ηγετική φυσιογνωμία της ανανεωτικής γενιάς του 1880, στη συλλογή του Τα τραγούδια της πατρίδας μου ζωντανεύει την επτανησιακή παράδοση και μάλιστα τη σολωμική. Η κληρονομιά του Σολωμού θα γί- νει, έστω και με καθυστέρηση, κοινό κτήμα όλων των Ελλήνων. Τα Επτάνησα δε γνώρισαν ποτέ την οθωμανική κυριαρχία, όμως για αιώνες βρίσκονταν κάτω από ενετική κυρίως κυριαρχία (αλλά και κά- τω από την κυριαρχία των Γάλλων, των Άγγλων και για ένα μικρό διά- στημα των Ρώσων). Ήρθαν έτσι ευκολότερα σε επικοινωνία και σε αμε- σότερη επαφή με το δυτικό πολιτισμό, πράγμα που τους έδωσε τη δυνα- τότητα να αναπτύξουν σημαντική πνευματική δραστηριότητα που εκδη- λώθηκε όχι μόνο στη λογοτεχνία, αλλά και στη μουσική και τη ζωγραφι- κή. Οι λογοτέχνες που έγιναν εκφραστές της δραστηριότητας αυτής πα- ρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά τόσο στα θέματα, όσο και στο ύφος, που δείχνουν κοινά ενδιαφέροντα, τάσεις και αναζητήσεις και επιτρέπουν στους μελετητές να τους κατατάξουν στην ίδια Σχολή. Στη διάρκεια του 19ου αιώνα η λογοτεχνική παραγωγή των Επτανήσων πέρασε στην Ιστο- ρία της λογοτεχνίας μας με το όνομα Επτανησιακή Σχολή. Η Σχολή αυ- τή παρουσίασε κυρίως ποιητικά έργα (λυρικά, επικολυρικά και σατιρικά) και ακολούθησε το ρεύμα του ρομαντισμού. Η πεζογραφία εμφανίζεται σχετικά φτωχή και περιορίζεται κυρίως στο κριτικό δοκίμιο. Η Σχολή συνέβαλε και στην ανάπτυξη του θεάτρου με σημαντικότερο έργο το Βασιλικό του Μάτεσι (1830), το πρώτο θεατρικό μας έργο με κοινωνικό περιεχόμενο. Η ποίηση γράφεται αποκλειστικά στη δημοτική γλώσσα με λίγα δάνεια από τα επτανησιακά ιδιώματα και τη λόγια παράδοση. Τα θέματα που πραγματεύονται οι Επτανήσιοι ποιητές είναι η πατρίδα, η φύση και ο έρωτας στην πιο αγνή μορφή του. Χαρακτηριστικό της μορ- φής των έργων των Επτανησίων είναι η δημοτική γλώσσα, την οποία όχι μόνο καλλιεργούν αλλά και υποστηρίζουν θεωρητικά με άρθρα και μελέ- τες. Όλοι οι Επτανήσιοι ποιητές που με τα ποιήματά τους ύμνησαν την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης έχουν ευρωπαϊκή μόρφωση, προπά- ντων ιταλική και γι' αυτό στο έργο τους διακρίνεται σαφώς η επίδραση της ιταλικής ποίησης. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι ολιγογράφοι σε σχέση με τους Φαναριώτες και τους Αθηναίους ρομαντικούς και επεξερ- γάζονται με ιδιαίτερη φροντίδα το στίχο τους, ώστε να δίνουν στα ποιή- ματά τους όσο γίνεται πιο άψογη μορφή. Γενάρχης της Επτανησιακής Σχολής είναι ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός. Οι ποιητές που προετοίμασαν το δρόμο του και έζησαν πριν από αυτόν, στην εποχή του Διαφωτισμού, ονομάστηκαν, 101
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - όπως είδαμε, προσολωμικοί (Αντώνιος Μαρτελάος, Νικόλαος Κουτούζης). Μια δεύτερη κατηγορία αποτελούν οι σολωμικοί ποιητές που είναι σύγχρονοι ή μεταγενέστεροι από το Σολωμό και υιοθέτησαν το πρότυπό του. Οι ποιητές αυτοί αποτελούν την κυρίως Επτανησιακή Σχο- λή (Αντώνιος Μάτεσις, Γεώργιος Τερτσέτης, Ιούλιος Τυπάλδος, Ιάκωβος Πολυλάς, Γεράσιμος Μαρκοράς, Γεώργιος Καλοσγούρος, Λορέντζος Μαβίλης). Τέλος μια τρίτη κατηγορία είναι οι εξωσολωμικοί, λογοτέχνες δηλαδή οι οποίοι, αν και είναι Επτανήσιοι και ανήκουν στην ίδια εποχή, βρίσκονται έξω από την επίδραση του Σολωμού (Ανδρέας Κάλβος, Αριστοτέλης Βαλαωρίτης). Ο Διονύσιος Σολωμός (1798-1857) γεννήθηκε στη Ζάκυνθο και πέθανε στην Κέρκυρα, όπου είχε στο μεταξύ μετοικήσει. Η γέννησή του συμπίπτει χρονικά με το θάνατο του Ρήγα στο Βελιγράδι, όπως παρατή- ρησε ο Κωστής Παλαμάς προλογίζοντας τα Άπαντα του Σολωμού (1901). Ο Ρήγας αγωνίστηκε, μαρτύρησε και άνοιξε το δρόμο για την ελευθερία. Ο Σολωμός ύμνησε την ελευθερία, το Μεσολόγγι, τα ηρωικά κατορθώ- ματα και τις θυσίες των Ελλήνων στη διάρκεια του απελευθερωτικού α- γώνα. Η ποίηση του Σολωμού επικεντρώθηκε στα μεγάλα θέματα που απασχόλησαν φιλοσόφους και ποιητές μέσα στους αιώνες: ελευθερία, φύση, θρησκεία, θάνατος και έρωτας. Στα ποιήματά του η ελευθερία θριαμβεύει ενάντια στη φύση και η θρησκεία ενάντια στο θάνατο. Στην ποίησή του συνδέονται ο θάνατος με τον έρωτα, ο οποίος στη σολωμική ποίηση είναι πάντα αγνός. Ο Σολωμός ήταν ο πρώτος που ανέδειξε τη δημοτική γλώσσα ως μοναδική για την έμμετρη δημιουργία. Λέγεται ότι ο ποιητής άρχισε να γράφει στη μητρική του γλώσσα μετά τη συνάντηση που είχε με το Σπυρίδωνα Τρικούπη, το μετέπειτα ιστορικό. Την ίδια περίοδο ο ποιητής που στρέφεται πια από τα παλιά ιταλι- κά σονέτα και τους αυτοσχέδιους στίχους σε έργα μεγαλύτερης έκτασης, στα οποία υμνείται κυρίως η Επανάσταση, γράφει τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν (Μάιος 1823), ποίημα 158 στροφών, που εκδόθηκε στα 1825 και του οποίου οι δύο πρώτες στροφές καθιερώθηκαν ως Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας και μελοποιήθηκαν από τον Κερκυραίο συνθέτη και φίλο του ποιητή Νικόλαο Μάντζαρο. Ο Ύμνος είχε μεγάλη απήχηση, μετα- φράστηκε σε ξένες γλώσσες και ενίσχυσε το κίνημα του φιλελληνισμού. Την ίδια εποχή εμπνεύστηκε την ωδή Εις τον θάνατο του Λορδ Μπάιρον (ο Σολωμός θαύμαζε ιδιαίτερα τον Βύρωνα και γιατί καταφέρ- θηκε ενάντια στην τυραννία και γιατί πέθανε παίρνοντας ενεργό μέρος στον ελληνοαπελευθερωτικό αγώνα), ενώ το 1824 αρχίζει τη φιλόδοξη σύνθεση του Λάμπρου, έργου λυρικού επηρεασμένου από την ποιητική τεχνοτροπία του Βύρωνα, που όμως δε θα ολοκληρωθεί ποτέ (το 1826 ο 102
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών ποιητής θα επεξεργαστεί και πάλι το ποίημα αυτό). Τότε έγραψε και το πρώτο από τα δύο πεζά του έργα, το Διάλογο (1824), όπου θα υπερασπι- στεί τη λαϊκή γλώσσα. Το δεύτερο πεζό του Σολωμού είναι Η γυναίκα της Ζάκυθος (ποίηση και πρόζα μαζί) γραμμένο κι αυτό την ίδια εποχή. Το 1825 συνθέτει το επίγραμμα Η καταστροφή των Ψαρών, έξοχο παρά- δειγμα πυκνού και γνωμικού λόγου. Το έργο όμως της ζωής του Σολωμού ήταν οι Ελεύθεροι Πολιορ- κημένοι, το μεγάλο επικολυρικό ποίημα που το επεξεργάστηκε σε τρία διαφορετικά σχεδιάσματα (το πρώτο σχεδίασμα είχε ήδη συντεθεί γύρω στο 1830). Ο ποιητής εμπνεύστηκε το έργο αυτό από τη δεύτερη πολιορ- κία της «Ιεράς πόλεως» του Μεσολογγίου. Χρονικά αναφέρεται στις τε- λευταίες δεκαπέντε ημέρες της πολιορκίας και συγκεκριμένα από τη μά- χη της Κλείσοβας μέχρι την ηρωική Έξοδο, όταν οι υπερασπιστές της πόλης, κατανικώντας όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες και περιφρονώντας τις χαρές της ζωής αποφασίζουν την ηρωική Έξοδο την παραμονή των Βαϊων του 1826. Ο Σολωμός δε θέλησε ποτέ να επισκεφθεί την ελεύθερη Ελλάδα. Οι Έλληνες που αποχαιρετούσαν τον εθνικό ποιητή του Ύμνου εις την Ελευθερίαν δε γνώριζαν την ποίηση των ώριμων χρόνων του. Δύο χρόνια μετά το θάνατό του ο μαθητής του Ιάκωβος Πολυλάς συγκέντρωσε το έργο του ποιητή στον τόμο Τα Ευρισκόμενα. Στη συνέχεια αξιοποιήθηκε από το Λίνο Πολίτη, ο οποίος έλεγξε τα χειρόγραφα και πρόσθεσε τη Γυναίκα της Ζάκυθος καθώς και την επιστολογραφία του ποιητή. Η πιο πρόσφατη ανασύσταση του έργου του οφείλεται στο Στυλιανό Αλεξίου (Διονυσίου Σολωμού, Ποιήματα και πεζά, 1994), ο οποίος προσέγγισε το σολωμικό έργο στο σύνολό του. Στο έργο του Σολωμού θαυμάζουμε το λυρισμό, την ακρίβεια των ποιητικών εικόνων, την εξύψωση της λαϊκής γλώσσας και ιδιαίτερα την έκφραση του λαϊκού αισθήματος. Σταθερός στόχος του ποιητή ήταν να έχει η ποίησή του τις ρίζες της στην κοινωνία και τη γλώσσα, που εκείνη δημιούργησε. Μια ξεχωριστή περίπτωση στάθηκε ο Ανδρέας Κάλβος που γεν- νήθηκε στη Ζάκυνθο και αργότερα έζησε στο Λιβόρνο της Ιταλίας, όπου υπήρχε μεγάλη ελληνική παροικία. Στην Ιταλία ο Κάλβος μυήθηκε στην ελληνική και την ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Σταθμός για την πνευματική του εξέλιξη στάθηκε η γνωριμία του με τον Ελληνοϊταλό ποιητή Ούγο Φώσκολο, του οποίου υπήρξε γραμματέας. Το 1824 στη Γενεύη και το 1826 στο Παρίσι αντίστοιχα, ο Κάλβος τύπωσε τις δύο ποιητικές του συλλογές, τη Λύρα και τα Λυρικά. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα, όπου δίδαξε για λίγο στην Ιόνιο Ακαδημία. Απομονωμένος 103
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - από όλους, στα 1852 έφυγε για την Αγγλία. Εκεί, «εις ξένην γην» τον βρήκε ο θάνατος, πράγμα που ο ίδιος απευχόταν (βλ. ωδή Ο Φιλόπατρις). Από τις ωδές του η πρώτη, Ο Φιλόπατρις, είναι ένας ύμνος στη Ζάκυνθο και η τρίτη, Εις θάνατον, είναι αφιερωμένη στο θάνατο της μη- τέρας του· αυτές ήταν οι δύο μεγάλες αγάπες που στερήθηκε, η πατρίδα και η μητέρα του. Όλες οι άλλες ωδές αναφέρονται στην Επανάσταση. Τα θέματα του Κάλβου ήταν ηρωολατρικά (Εις τον Ιερόν λόχον, Εις Χίον, Εις Πάργαν, Η Βρετανική Μούσα – για το θάνατο του Μπάιρον). Έντονα φιλόπατρις ο Ανδρέας Κάλβος γοητεύει τόσο με τον ποιη- τικό τόνο, όσο και με τα θέματα και τις ιδέες του. Ως ποιητής αποφάσισε να γίνει ο βάρδος της ελληνικής επανάστασης, για την επιτυχία της οποί- ας «πρέπει να επιστρατευθούν όλες οι εκδηλώσεις της ζωής, να μην εξαι- ρεθεί ούτε η ποίηση», όπως γράφει ο Οδυσσέας Ελύτης στο δοκίμιο που έγραψε για τον Κάλβο («Η αληθινή φυσιογνωμία και η λυρική τόλμη του Ανδρέα Κάλβου»). Ο Κάλβος ψάλλει την επανάσταση, και οραματίζεται την επάνοδο της ελευθερίας στον τόπο όπου γεννήθηκε. Γι' αυτόν η Ελλάδα είναι «μήτηρ ελπίδων γλυκυτάτων». Το έργο του Κάλβου δεν είχε συνέχεια. Για πολύ καιρό ήταν ξεχα- σμένο. Μόλις στα 1888 ο Παλαμάς προβάλλοντας τους Επτανήσιους ποιητές, τους οποίους παραμέριζαν οι Φαναριώτες, ανακάλυψε τον ποιη- τή των ωδών, τη φιλοπατρία και την «αχαλίνωτον και ακανόνιστον» γλώσσα του. O Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879) από τη Λευκάδα, ποιη- τής και εθνικός αγωνιστής, προσανατολίζεται περισσότερο σε πατριωτικά θέματα. Τα θέματά του είναι παρμένα κυρίως από την Επανάσταση και τους αγώνες των κλεφτών, των αρματολών και των Σουλιωτών. Χρησι- μοποιεί τη δημοτική γλώσσα και επηρεάζεται από τον τύπο των δημοτι- κών τραγουδιών. Σημαντικά έργα του είναι ο Αστραπόγιαννος (1867), ο Αθανάσης Διάκος (1867) και κυρίως ο Φωτεινός (1879), το σημαντικότε- ρο έργο του, που όμως έμεινε ανολοκλήρωτο. Πιστεύοντας στην εθνική σημασία της ποίησης, ο Παλαμάς επαινεί την ποίηση του Βαλαωρίτη, γιατί θεωρεί ότι «αποστολή του Ποιητή δεν είναι απλώς να ψυχαγωγεί, αλλά και να διδάσκει, να \"βροντοφωνεί\" την αλήθεια». Ο Γεράσιμος Μαρκοράς (1826-1911), από την Κεφαλλονιά, έζη- σε στην Κέρκυρα και επηρεάστηκε από τη σολωμική ποίηση. Έγινε γνω- στός με το επικολυρικό του ποίημα Ο Όρκος που αντλεί το θέμα του από την κρητική εξέγερση (1866-1869) και την ανατίναξη του θρυλικού Αρκαδίου. Τα υπόλοιπα ποιήματά του είναι λυρικά και περιλαμβάνονται στις συλλογές Ποιητικά Έργα και Μικρά Ταξίδια. 104
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Νικόλαος Γύζης (1842 - 1901) Μετά την καταστροφή των Ψαρών, [1896 - 1898] Λάδι σε μουσαμά, 133 x 188 cm. Ανδρέας Κάλβος Ελπίς Πατρίδος Ωδή εν τη των νυν Ελλήνων διαλέκτω (1819) Τω Ευγενεστάτω Αρχιεπιστάτη του εν Κέρκυρα Ελληνικού Παμμουσείου Κόμητι Γκίλφορδ, ο εκ Ζακύνθου, Α. Κάλβος Ιωαννίδης, χαίρειν. Και οι δύο κλαδεύομεν την αυτήν ελαίαν, συ όμως εναργοτέρως· αλλ’ εάν και μοι λείπει η δύναμις σου, ίσως κατά την προθυμίαν είμεθα όμοιοι· και εγώ μεν φύσει φιλώ την πατρίδα, συ δε δυνάμει αρετής· δέξου, λοιπόν, το εν τη νυν διαλέκτω ποιημάτιον τούτο όπως τα μεν τέκνα των Ιώνων βλέποντα ότι συ έγινας υπερασπιστής, αυτό αγαπήσωσιν· εγώ δε τιμή- σω σε τον άξιον κυβερνήτην των Μουσών της Ελλάδος. Εν Λονδίνω, Νοεμβρίου, Κ΄. ΑΩΙΘ. Ευλαβώς, τρέμων, ρίπτω πρώτην βολάν τα δάκτυλα επί την αργυρόχορδον πάτριον κιθάραν. 105
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Σήμανε συ ουράνιον ξύλον, συ της ψυχής μου την τόλμαν, συ παρόρμησον, Μουσά ων δώρον. Τα λαμπρά, τα φωτίζοντα πρόσωπα, των αστέρων της Ελλάδος, αμαύρωνον βάρβαρα νέφη. Νυν δε την νύκτα σχίζει ακτίς ελπίδος· χαίρονται τα πάντα της πατρίδος προσφιλή τέκνα. Στολίζει νυν αιώνιος δάφνη, πάλιν, το μέτωπον των ύδατι διψούντων εξ Ιππου κρήνης. Των Άγγλων δόξα φύσα, φύσα συ δεξιέ Ζέφυρε. Το νέον άνθος δρόσισον, καρπούς να φέρει· Μεγάλας η καρδία μου ελπίδας έχει· ο άνεμος πριν τας διασκορπίσει, πάτερ του κόσμου· 106
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Σβήσον το φως μου, σύγχυσον τον νουν μου, ποίησόν με παίγνιον του πλήθους, βρέξον πυρ να με καύσει. Γλυκεία ελπίς, εάν χάσω σε, και τί μοι μέλει ο βίος; Διά σε πνέω, και χαίρομαι, και εάν μη ίδω· Προ της Ελλάδος του ιερού, χορώ συμπεπλεγμένας, Ελευθερίαν και Μούσας, θάνατον θέλω. Η Λύρα (1824) Πρόλογος Πολυτέκνου θεάς, ω Μνημοσύνης θρέμματα πτερωτά, χαραί του ανθρώπου, και των μακάρων Ολυμπίων αείμνηστα κι ευτυχή δώρα· επί τα νώτα ακάμαντα των ζεφύρων, πετάξατε ταχέως. Εσάς προσμένει η γη μου· εκεί τα σφάγια, και τ’ άνθη εκεί πλουτίζουσι, και η σμύρνα, χιλίους ναούς· τους έκτισαν ανίκητα της ιεράς Ελευθερίας τα χέρια. Ήλθεν η ποθητή ώρα· στολίζουσι την κεφαλήν σεβάσμιον της Ελλάδος 107
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - οι δάφναι, φύλλα αμάραντα θριάμβων· και σεις χρυσά, σεις αμβροσίοδμα ρόδα του παραδείσου ελικωνίου, συμπλέξατε σήμερον τον αγνόν στέφανον· μόνη, αμάργαρος, ολόγυμνος, αυτάγγελτος, το καθαρόν του ουρανού αναβαίνει η Αρετή· αλλ’ αν οι Πιερίδες την λαμπράν τής χαρίσωσιν ακτίνα αφθόνητος τιμάται· επαινουμένη τους επιγείους χορούς τότε δεν φεύγει. Ωδή I Ο Φιλόπατρις (απόσπασμα) Ω φιλτάτη πατρίς, ω θαυμασία νήσος, Ζάκυνθε· συ μου έδωκας την πνοήν, και του Απόλλωνος τα χρυσά δώρα! Εκεί ο λαός ηυτύχησεν· εκεί οι Παρνάσιαι κόραι χορεύουν, και το λύσιον φύλλον αυτών την λύραν κει στεφανώνει. Εκεί το αιόλιον φύση μαμ’ έφερεν· οι ακτίνες μ’ έθρεψαν, μ’ εθεράπευσαν της υπεργλυκυτάτης ελευθερίας. 108
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Σταφυλοφόρους ρίζας, ελαφρά, καθαρά, διαφανή τα σύννεφα ο βασιλεύς σού εχάρισε των Αθανάτων. Ας μη μου δώσει η μοίρα μου εις ξένην γην τον τάφον· είναι γλυκύς ο θάνατος μόνον όταν κοιμώμεθα εις την πατρίδα. Ωδή II Εις Δόξαν (απόσπασμα) Έσφαλεν ο την δόξαν ονομάσας ματαίαν, και τον άνδρα μαινόμενον τον προ τοιαύτης καίοντα θεάς την σμύρναν. Θερμότατον τον πόθον εφύτευσας της δόξης εις την καρδίαν των τέκνων σου ω Ελλάς, και καλείσαι μήτηρ ηρώων. Την λάμψιν των οργάνων αρειμανίων ίδε· άκουσον την βοήντων θάνατον πνεόντων ή ελευθερίαν. (…) 109
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Ωδή IV Εις τον Ιερόν Λόχον (απόσπασμα) Πολλά μεν σκοτεινά· φέγγει επ’ ολίγα τ’ άστρον το της αθανασίας· την εκλογήν ελεύθερον δίδει το θείον. Έλληνες, της πατρίδος και των προγόνων άξιοι· Έλληνες σεις, πώς ήθελεν από σας προκριθείν άδοξος τάφος; Ο Γέρων φθονερός, και των έργων εχθρός, και πάσης μνήμης, έρχεται· περιτρέχει την θάλασσαν και την γην όλην. Ωδή VI Εις Χίον (απόσπασμα) Την ένδειαν της γλυκείας γαλήνης των δικαίων. —Ας ερημώσει ο πόλεμος την Ελλάδα πριν εύρει της Χίου την μοίραν. 110
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Όμως αν μιμηθεί το σκληρόν, την οργήν παμμίαρον των εχθρών της, ας γένει, ας γένει μίσημα παντός του κόσμου. Τί είπον!.. διασκορπίσατε άνεμοι τους δυσφήμους λόγους· ω των αγγέλων πάτερ και ανδρών, βοήθησον συ την Ελλάδα! Ωδή IX Εις Ελευθερίαν (απόσπασμα) Αν εις δικαίους έλθητε πολέμους, ή ένα μνήμα, μνήμα τίμιον ευρίσκετε, ή των θριάμβων τ’ άσματα, και τα κλωνάρια. Τα πολύχρυσα πέπλα, και τ’ αρώματα ο Πλούτος, γλυκύ η Σοφία το φίλημα σας χαρίζει έαν είναι με σας η ειρήνη. Ω Αρετή! Πολύτιμος θεά, συ ηγάπας πάλαι τον Κιθαιρώνα, σήμερον την γην μη παραιτήσεις, την πατρικήν μου. 111
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Διονύσιος Σολωμός Ύμνος εις την Ελευθερίαν (απόσπασμα) Liberta vo cantando, ch’è si cara Come sa chi per lei vita rifiuta. DANTE Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομέρη, σε γνωρίζω από την όψη που με βία μετράει τη γη. Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά, και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά! Εκεί μέσα εκατοικούσες πικραμένη, εντροπαλή, κι ένα στόμα ακαρτερούσες, έλα πάλι, να σου πει. Άργειε νά ’λθει εκείνη η μέρα και ήταν όλα σιωπηλά, γιατί τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά. Δυστυχής! Παρηγορία μόνη σού έμενε να λες περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις. 112
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει φιλελεύθερη λαλιά, ένα εκτύπαε τ’ άλλο χέρι από την απελπισιά. Κι έλεες: Πότε, α! πότε βγάνω το κεφάλι από τσ’ ερμιές; Και αποκρίνοντο από πάνωκλάψες, άλυσες, φωνές. Τότε εσήκωνες το βλέμμα μες στα κλάηματα θολό, και εις το ρούχο σου έσταζ’ αίμα, πλήθος αίμα Ελληνικό. (…) Εις τον θάνατον του Λορδου Μπάιρον (απόσπασμα) (Ποίημα Λυρικό) Λευθεριά, για λίγο πάψε να χτυπάς με το σπαθί· τώρα σίμωσε και κλάψε εις του Μπάιρον το κορμί· και κατόπι ας ακλουθούνε όσοι επράξανε λαμπρά· αποπάνου του ας χτυπούνε μόνον στήθια ηρωικά. Πρώτοι ας έλθουνε οι Σουλιώτες, και απ’ το Λείψανον αυτό ας μακραίνουν οι προδότες, και απ’ τα λόγια οπού θα πω· 113
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - φλάμπουρα, όπλα τιμημένα, ας γειρθούν κατά τη γη, καθώς ήτανε γειρμένα εις του Μάρκου τη θανή, που βαστούσε το μαχαίρι όταν του ’λειψε η ζωή μες στο ανδρόφονο το χέρι και δεν τ’ άφηνε να βγει. Αναθράφηκε ο γενναίος στων αρμάτων την κλαγγή· τούτον έμπνευσε, όντας νέος, μία θεά μελωδική. Με τες θείες της αδελφάδες εστεκότουν σιωπηλή, ενώ αυξαίνανε οι λαμπράδες στου Θεού την κεφάλη, που εμελέτουνε τη Χτίση· και ότι εβγήκε η προσταγή, οπού εστένεψε τη Φύση αιφνιδίως να φωτιστεί, με τα μάτια ακολουθώντας το νεογέννητο το φως, και σε δαύτο αναφτερώντας, της εξέβγαινε ο ψαλμός 114
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών απ’ τ’ αθάνατο το στόμα, και απομάκραινε η βροντή, που το Χάος έκανε ακόμα στην ογλήγορη φυγή, έως που ολόκληρον εχάθη στου Έρεβου τη φυλακή, όπου απλώθηκε και εστάθη σα στην πρώτη του πηγή. -Ψάλλε, Μπάιρον, του λαλούσε, όσες βλέπεις ομορφιές· και κειος, που εκρυφαγρικούσε ανταπόκριση μ’ αυτές, βάνεται, τες τραγουδάει μ’ ένα χείλο αρμονικό, και τα πάθη έτσι σου γγιάει, που τραγούδι πλέον ψηλό δεν ακούστηκεν, απ’ ότα έψαλ’ ο Άγγλος ο τυφλός τ’ αγκαλιάσματα τα πρώτα που έδωσ’ άντρας γυναικός. Συχνά εβράχνιασε η μιλιά του τραγουδώντας λυπηρά, πως στον ήλιον αποκάτου είναι λίγη ελευθεριά. (…) 115
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 – 1878) Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι, 1861 Λάδι σε μουσαμά, 155 x 213 cm Δωρεά Πανεπιστημίου. Εις Μάρκο Μπότσαρη (1823 – 1824) Η Δόξα δεξιά συντροφεύει τον άντρα που τρέχει με κόπους της Φήμης τους δύσβατους τόπους, και ο Φθόνος τού στέκει ζερβιά, με μάτια, με χείλη πικρά· αλλ’ όποτε η μοίρα του γράψει, τον δρόμον του κόσμου να πάψει, η Δόξα καθίζει μονάχη στην πλάκα του τάφου λαμπρή, και ο Φθόνος αλλού περπατεί. Στην πλάκα του Μάρκου καθίζει η Δόξα λαμπράδες γιομάτη· κλεισμένο για πάντα το μάτι, οπού ’χε πολέμου φωτιά· - ελάτε ν’ ακούστε, παιδιά! 116
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Σοφοί λεξιθήρες, μακρία - μη λάχει σας βλάψω τ’ αφτία· τρεχάτε στα μνήματα μέσα και ψάλτε με λόγια τρελά· - ελάτε ν’ ακούστε, παιδιά! Το λείψανο που ’χε γλιτώσει ο Πρίαμος με θρήνους, με δώρα, εγύριζε οπίσω την ώρα που πέφτει στην όψη της γης το φως το γλυκό της αυγής. Εβγήκαν μαζί τής θλιμμένης Τρωάδας απ’ όλα τα μέρη γυναίκες, παιδάκια και γέροι, θρηνώντας, να ιδούν το κορμί που χάνει γι’ αυτούς την ψυχή. Κλεισμένο δεν έμεινε στόμαα πάνου στου Μάρκου το σώμα· απέθαν’, απέθαν’ ο Μάρκος· μια θλίψη, μία άκρα βοή, και θρήνος και κλάψα πολλή. Παρόμοια ηχώ θα λαλήσει, του κόσμου την ύστερη μέρα, παντού στον καινούριον αέρα· παρόμοια στους τάφους θα εμβεί, να κάμει καθένας να εβγεί. 117
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη Διονύσιος Τσόκος. Λάδι σε μουσαμά 60×80 εκ. Η καταστροφή των Ψαρών (1825) Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη περπατώντας η Δόξα μονάχη μελετά τα λαμπρά παλικάρια και στην κόμη στεφάνι φορεί γεναμένο από λίγα χορτάρια που είχαν μείνει στην έρημη γη. 118
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι (1829) Σχεδίασμα Β΄ - 1 Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει· Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι’ η μάνα το ζηλεύει. Τα μάτια η πείνα εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει· Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει: «Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τί σ’ έχω γω στο χέρι; Οπού συ μού γινες βαρύ κι’ ο Αγαρηνός το ξέρει.» Σχεδίασμα Β΄ - 2 Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε, Κι’ όσ’ άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ’ άρματα σε κλειούνε. Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει, Και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι, Κι’ ολόλευκο εσύσμιξε με τ’ ουρανού τα κάλλη. Και μες στης λίμνης τα νερά, όπ’ έφθασε μ’ ασπούδα, Έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα, Που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο· Το σκουληκάκι βρίσκεται σ’ ώρα γλυκιά κι’ εκείνο. Μάγεμα η φύσις κι’ όνειρο στην ομορφιά και χάρη, Η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι· Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κραίνει· Όποιος πεθάνη σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει. Σχεδίασμα Γ΄ - Ο Πειρασμός Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη, Κι’ η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα, Και μες στη σκιά που φούντωσε και κλει δροσιές και μόσχους Ανάκουστος κιλαϊδισμός και λιποθυμισμένος. Νερά καθάρια και γλυκά, νερά χαριτωμένα, Χύνονται μες στην άβυσσο τη μοσχοβολισμένη, Και παίρνουνε το μόσχο της, κι’ αφήνουν τη δροσιά τους, Κι’ ούλα στον ήλιο δείχνοντας τα πλούτια της πηγής τους, 119
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Τρέχουν εδώ, τρέχουν εκεί, και κάνουν σαν αηδόνια. Έξ’ αναβρύζει κι’ η ζωή, σ’ γη, σ’ ουρανό, σε κύμα. Αλλά στης λίμνης το νερό, π’ ακίνητό ’ναι κι άσπρο, Ακίνητ’ όπου κι’ αν ιδής, και κάτασπρ’ ώς τον πάτο, Με μικρόν ίσκιον άγνωρον έπαιξ’ η πεταλούδα, Που ’χ’ ευωδίσει τς ύπνους της μέσα στον άγριο κρίνο. Αλαφροΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τί ’δες· Νύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια! Χωρίς ποσώς γης, ουρανός και θάλασσα να πνένε, Ουδ’ όσο κάν’ η μέλισσα κοντά στο λουλουδάκι, Γύρου σε κάτι ατάραχο π’ ασπρίζει μες στη λίμνη, Μονάχο ανακατώθηκε το στρογγυλό φεγγάρι, Κι’ όμορφη βγαίνει κορασιά ντυμένη με το φως του. 120
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 – 1878), Η έξοδος του Μεσολογγίου, 1853. Λάδι σε μουσαμά, 169 x 127 cm 121
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Η Γυναίκα της Ζάκυθος (1829) Κεφάλιον 5: Προφητεία απάνου στο πέσιμο του Μισολογγίου 1. Και ακλούθησα τες γυναίκες του Μισολογγιού, οι οποίες εστρωθήκανε στ’ ακρογιάλι, και εγώ ήμουνα αποπίσω από μια φράχτη και εκοίταζα. 2. Και κάθε μία έβαλε το χέρι και έβγαλε ό,τι κι αν εμάζωξε, και εκάμανε ένα σωρό. 3. Και μια απ’ αυτές απλώνοντας το χέρι και ψηλαφίζοντας το γιαλό: Αδελφάδες, εφώναξε, 4. ακούτε, αν έκαμε ποτέ τέτοιο σεισμό σαν και τώρα, το Μισολόγγι· ίσως νικάει, ίσως πέφτει. 5. Και εκίνησα για να φύγω και είδα αποπίσω από την εκκλησία (ιδές πώς τη λένε) μια γριούλα, οπού είχε στήσει ανάμεσα στα χόρτα μικρά κεράκια και έκαιε λιβάνι· και τα κεράκια στην πρασινάδα ελάμπανε και το λιβάνι ανέβαινε. 6. Και ασήκωνε τα ξερόχερα παίρνοντας από το λιβάνι και κλαίοντας, και αναδεύοντας το ξεδοντιασμένο στόμα επαρακάλειε. 7. Κι εγώ άκουγα μέσα μου μεγάλη ταραχή και με συνεπήρε το πνεύμα στο Μισολόγγι. Και δεν έβλεπα μήτε το κάστρο, μήτε τη χώρα, μήτε το στρατόπεδο, μήτε τα σπίτια, μήτε τη λίμνη· και εκατασκέπαζε όλα τα πά- ντα μία καπνούρα γιομάτη λάμψη, βροντή και αστροπολέκι. 8. Και ύψωσα τα μάτια και τα χέρια κατά τον ουρανό για να κάμω δέηση με όλη τη θερμότητα της ψυχής, και είδα μες στον καπνό φωτισμένη από μιαν ακατάπαυστη σπιθοβολή μια γυναίκα με μια λύρα στο χέρι που εσταμάτησε ανάερα μες στην καπνούρα. 9. Και μόλις έλαβα καιρό να θαμάξω για το φόρεμα της που ήτανε μαύρο σαν του λαγού το αίμα, για τα μάτια της κτλ., εσταμάτησε η γυναίκα μες στην καπνούρα και εκοίταε τη μάχη, και η μυρία σπίθα οπού πετιέται ψηλά εγγίζει το φόρεμα της και σβένεται. 10. Άπλωσε τα δάχτυλα στη λύρα και την άκουσα να ψάλει τα ακόλουθα: 122
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών «Το χάραμα επήρα Του Ήλιου το δρόμο, Κρεμώντας τη λύρα Τη δίκαιη στον ώμο Κι απ’ όπου χαράζει Ως όπου βυθά, Τα μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι.» Παράμερα στέκει Ο άντρας και κλαίει· Αργά το τουφέκι, σηκώνει και λέει: «Σε τούτο το χέρι Τι κάνεις εσύ; Ο εχθρός μου το ξέρει Πως μου είσαι βαρύ.» Της μάνας ω λαύρα! Τα τέκνα τριγύρου Φθαρμένα και μαύρα Σαν ίσκιους ονείρου· Λαλεί το πουλάκι Στου πόνου τη γη Και βρίσκει σπυράκι Και μάνα φθονεί Γρικούν να ταράζει Του εχθρού τον αέρα Μιαν άλλη, που μοιάζει Τ’ αντίλαλου πέρα· Και ξάφνου πετιέται Με τρόμου λαλιά· Πολληώρα γρικιέται, Κι ο κόσμος βροντά. 123
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Αμέριμνον όντας Τ’ Αράπη το στόμα Σφυρίζει, περνώντας Στου Μάρκου το χώμα· Διαβαίνει, κι αγάλι Ξαπλώνετ’ εκεί Που εβγήκ’ η μεγάλη Του Μπάιρον ψυχή. Προβαίνει και κράζει Τα έθνη σκιασμένα. Και ω πείνα και φρίκη! Δε σκούζει σκυλί! Και η μέρα προβαίνει, Τα νέφια συντρίβει· Να, η νύχτα που βγαίνει Κι αστέρι δεν κρύβει. 124
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών 11. Και ότι είχε αποτελειωμένα τα λόγια της η Θεά, οι δικοί μας εκάνανε φοβερές φωνές για τη νίκη που εκάνανε. Και οι δικοί μας και όλα μού έ- γιναν άφαντα, και τα σωθικά μου πάλι φοβερά εταραχτήκανε και μου φάνηκε πως εκουφάθηκα και εστραβώθηκα. 12. Και σε λίγο είδα ομπρός μου τη γριούλα οπού μου έλεγε: Δόξα σοι ο Θεός, Ιερομόναχε, έλεα πως κάτι σου ’ρθε. Σ’ έκραζα, σ’ εκούνεια, και δεν άκουγες τίποτες, και τα μάτια σου εσταμάτιζαν στον αέρα, ενώ τώρα στα στερνά η γης εσκιρτούσε σαν το χόχλο στο νερό που αναβράζει. Τώ- ρα ότι έπαψε που ετελειώσανε τα κεράκια και το λιβάνι. Λες οι δικοί μας να εκερδέσανε; 13. Και εκίνησα με το Χάρο μες στην καρδιά μου να φύγω. Και η γριού- λα έπειτα που φίλησε το χέρι κάνοντας μια μετάνοια είπε: Και τί παγω- μένο που ’ναι το χέρι σου. Άφιξη του Καραϊσκάκη στο Φάληρο. Βολανάκης Κωνσταντίνος. 125
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824 – 1879) Μνημόσυνα (1857) Η δάφνη και το αηδόνι (απόσπασμα) Ύμνος εις τον θάνατον του Έλληνος ποιητού Διονυσίου Κόμητος Σολωμού Μαύρισε, κύμα τον αφρό, και σεις βουνά το χιόνι. Γιατ’ ήλθε βαρυχειμωνιά και δε λαλεί τ’ αηδόνι, τ’ αηδόνι που τραγούδησε εις του βουνού τη ράχη. Κλάψτε βουνά και βράχοι, τ’ αηδόνι δεν λαλεί… Και συ, δαφνούλα ελληνική, φυλλόχλωρη δαφνούλα, εσύ, που τ’ άνθη σου έλουζες τη νύχτα στη δροσούλα, για να σε βλέπει όμορφη και να σε καμαρώνει πες μου, γιατί τ’ αηδόνι δαφνούλα, δε λαλεί… Του μύρισεν η άνοιξη που πλάκων’ αποπέρα και λαίμαργο θα σὄφυγε ψηλά μες στον αιθέρα, πρώτο να πάγει να την βρει και να την απαντήσει, γλυκά να τη φιλήσει, και να ’λθουνε μαζί. 126
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Αχ! Πότε νά ’λθ’ η άνοιξη, να ιδείς αν θα γυρίσει! Αχ! Πότε το τριαντάφυλλο, δαφνούλα μου, ν’ ανθίσει, να πας να βρεις τα φύλλα του να νιώσεις την οσμή του!… Ποιός ξεύρει την πνοή του μην εύρεις μέσα εκεί; Αχ! Πότε νά ’λθ’ η άνοιξη, να λιώσουνε τα χιόνια, να πάψουν τ’ αστραπόβροντα, να ’λθούν τα χελιδόνια, για να τους πεις, δαφνούλα μου, την άσπλαχνή σου μοίρα; Ποιός ξεύρει, μαύρη χήρα, κι εκείνα τί θα πουν. Παρηγορήσου, δάφνη μου, γιατί δεν είσαι μόνη που καρτερείς το φίλο σου, που καρτερείς τ’ αηδόνι. Να ’ξευρες πόσα κόκαλα και σπλάχν’ ανδρειωμένα στο μνήμα ξαπλωμένα με σε το καρτερούν. Το λάλημά σου τ’ άκουσαν στην πρώτη παρουσίασαν του πολέμου σάλπιγγα, σαν άλλη τρικυμία, 127
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - κι ευθύς επάνω στ’ Άγραφα βροντούν αστροπελέκια, ανάφτουν τα τουφέκια, και λάμπουν τα σπαθιά. Έτερα Ποιήματα Εικοστή Πέμπτη Μαρτίου (απόσπασμα) Ευαγγελισμός – Ελληνισμός (1859) Μεμιάς ανοίγει ο ουρανός τα σύγνεφα μεριάζουν, οι κόσμοι εμείνανε βουβοί, παράλυτοι, κοιτάζουν. Μια φλόγ’ αστράφτει… ακούονται ψαλμοί και μελωδία… Πετάει έν άστρο… σταματά εμπρός εις τη Μαρία… «Χαίρε, της λέει, αει πάρθενε, ευλογημένη, χαίρε! Ο Κύριός μου είναι με σε. Χαίρε, Μαρία, χαίρε!» 128
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Επέρασαν χρόνοι πολλοί… Μια μέρα σαν εκείνη αστράφτει πάλε ο ουρανός… Στην έρμη της την κλίνη λησμονημένη, ολόρφανη, χλωμή κι απελπισμένη, μια κόρη πάντα τήκεται, στενάζει, αλυσωμένη. Τα σίδερα είναι ατάραγα, σκοτάδι ολόγυρά της. Τα καταφρόνια, η δυστυχιά σέπουν τα κόκαλά της. Τρέμει μεμιάς η φυλακή και διάπλατη η θυρίδα φέγγει κι αφήνει και περνά έν άστρο, μιαν αχτίδα. Ο Άγγελος εστάθηκε, διπλώνει τα φτερά του… «Ξύπνα, ταράζου, μη φοβού, χαίρε, Παρθένε, χαίρε. Ο Κύριός μου είναι με σε, Ελλάς, ανάστα, χαίρε». (…) Ο ασπασμός προς τη μητέρα Ελλάδα (απόσπασμα) (1864) (…) Για μας δεν είχεν η ζωή γλυκάδες και λουλούδια, δεν είχε η άνοιξη χαρές και τα πουλιά τραγούδια. Οι χρόνοι εφεύγαν σκοτεινοί. Σ’ εβλέπαμε σιμά μας, ενιώθαμε τη φλόγα σου βαθιά στα σωθικά μας, σου απλώναμε τα χέρια μας! … Ω μάνα, αγκάλιασέ μας, μέσα στα φυλλοκάρδια σου κρύψε μας, φύλαξέ μας! Μας φαίνεται σαν όνειρο! Μας φαίνεται ότι ο ξένος μας τρώγει με το μάτι του αργά μετανιωμένος. Πάρε μας, μάνα, σφίξε μας γλυκά στην αγκαλιά σου, σήμερα την αγάπη σου κι αύριο τα παιδιά σου θα σου γυρέψουν, μάνα μας, ένα σταυρό στον ώμο, κομμάτι κρίθινο ψωμί και μακρινόνε δρόμο». Εκείνη δεν εχόρταινε να βλέπει τα παιδιά της και κάθε τους παράπονο το ’ριχνε στην καρδιά της. Αγκαλιαστήκανε σφιχτά και τα φιλήματά τους τα πήραν οι σταυραϊτοί ψηλά στα σύγνεφά τους και τα βαφτίσαν αστραπές· τα πήραν κι οι αχτίδες του ήλιου, που τα φώτιζαν, και τα ’κραξαν ελπίδες. 129
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Ευλογημένη τρεις φορές, ευλογημέν’ η μέρα που εβρήκαμε τον κόρφο σου, γλυκιά γλυκιά μητέρα! Ο βράχος και το κύμα (απόσπασμα) (1863) «Μέριασε, βράχε, να διαβώ», το κύμ’ ανδρειωμένο λέγει στην πέτρα του γιαλού θολό, μελανιασμένο. «Μέριασε! Μες στα στήθη μου, που ’σαν νεκρά και κρύα, μαύρος βοριάς εφώλιασε και μαύρη τρικυμία. Αφρούς δεν έχω γι’ άρματα, κούφια βοή γι’ αντάρα, έχω ποτάμι αίματα, μ’ εθέριεψε η κατάρα του κόσμου που βαρέθηκε, του κόσμου που ’πε τώρα, βράχε, θα πέσεις, έφτασεν η φοβερή σου ώρα. Όταν ερχόμουνα σιγά, δειλό, παραδαρμένο, και σὄγλειφα και σὄπλενα τα πόδια δουλωμένο, περήφανα μ’ εκοίταζες κι εφώναζες του κόσμου να ιδεί την καταφρόνεση που πάθαινε ο αφρός μου. Κι αντίς εγώ κρυφά κρυφά, εκεί που σ’ εφιλούσα, μέρα και νύχτα σ’ έσκαφτα, τη σάρκα σου εδαγκούσα, και την πληγή που σ’ άνοιγα, το λάκκο που ’θε’ κάμω, με φύκη τον επλάκωνα, τον έκρυβα στον άμμο. Σκύψε να ιδείς τη ρίζα σου στης θάλασσας τα βύθη· τα θέμελά σου τα ’φαγα, σ’ έκαμα κουφολίθι. Μέριασε, βράχε, να διαβώ! Του δούλου το ποδάρι θα σε πατήσει στο λαιμό… Εξύπνησα λιοντάρι!…» (…) «Βράχε, με λεν Εκδίκηση. Μ’ επότισεν ο χρόνος χολή και καταφρόνεση. Μ’ ανάθρεψεν ο πόνος. Ήμουνα δάκρυ μια φορά, και τώρα, κοίταξέ με, έγινα θάλασσα πλατιά. Πέσε, προσκύνησέ με. Εδώ, μέσα στα σπλάχνα μου, βλέπεις δεν έχω φύκη, σέρνω ένα σύγνεφο ψυχές, ερμιά και καταδίκη. Ξύπνησε τώρα, σε ζητούν του Άδη μου τ’ αχνάρια… Μ’ έκαμες ξυλοκρέβατο… Με φόρτωσες κουφάρια… 130
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Σε ξένους μ’ έριξες γιαλούς… Το ψυχομάχημά μου το περιγέλασαν πολλοί, και τα παθήματά μου τα φαρμακέψανε κρυφά με την ελεημοσύνη… Μέριασε, βράχε, να διαβώ, επέρασε η γαλήνη· καταποτήρας είμ’ εγώ, ο άσπονδος εχθρός σου, γίγαντας στέκω εμπρός σου!» Ο βράχος εβουβάθηκε. Το κύμα στην ορμή του εκαταπόντισε μεμιάς το κούφιο το κορμί του. Χάνεται μες στην άβυσσο, τρίβεται, σβηέται, λιώνει σα να ’ταν από χιόνι. Επάνωθέ του εβόγκηξε, για λίγο αγριωμένη, η θάλασσα κι εκλείστηκε. Τώρα δεν απομένει στον τόπο που ’ταν το στοιχειό κανείς παρά το κύμα που παίζει γαλανόλευκο επάνω από το μνήμα. Αποσπάσματα Ξύπνα ψυχή μου… Ξύπνα ψυχή μου, διατί τόσον καιρόν κοιμάσαι; Συνηθισμένη πάντοτε μονάχη να πλανάσαι ανάμεσα εις τα βουβά μνημεία των προγόνων την συνοδείαν φέρνουσα μαζί σου των αιώνων, πώς έφυγες από εκεί; Ότε το βράδυ επήγαινες σιγά σιγά και μόνη εκεί που φθόνοι παύουσι, το μίσος και οι πόνοι και ακουμβούσες λυπηρά την έρμην κεφαλήν σου. Δε σ’ ελησμόνησα, γλυκιά… Δε σ’ ελησμόνησα, γλυκιά, πολυβασανισμένη πατρίδα μου, πανόρφανη. Μες στην καρδιά αναμμένη βόσκει η αγάπη μου βαθιά τα έρμα σωθικά μου, αφού δε βρίσκει τίποτε να κάψει ολόγυρά μου, ανήμερη κι αχόρταγη μου τρώγει την ψυχή κι εμέ γηράζει ανώφελα κι εκείνη πάντα ζει. 131
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Γεράσιμος Μαρκοράς (1826 – 1911) Λυρικά (1890) Η 25η Μαρτίου Ἂς ἀνθίσουν τὰ πλάγια κι’ οἱ κάμποι Κατὰ τ’ Ἄστρο ’ποῦ ὁλόχαρο βγαίνει! Τὸ στεφάνι τῆς δόξας του λάμπει, Καὶ ἀπὸ φῶς πλημμυρίζει τὴ γῆ· Ταῖς ψυχαῖς τῶν Ἑλλήνων θερμαίνει, Ἀλλὰ τόση ἔχουν φλόγα κ’ ἐκείναις ’Ποῦ ἀναδίνουν ’ς τοῦ ἡλίου ταῖς ἀχτῖνες Ὅση ἐκεῖθε λαβαίνουν ζωή. Τέτοια ’μέρα τὰ στήθη τους ὅλοι Δὲ στολίζουν μὲ δάφνης κλωνάρια· Προκαλῶντας τὸ τούρκικο βόλι, Νέα στολίδια γυρεύουν πολλοί. Δὲ φθονοῦνε τ’ ἀνδρεῖα παλληκάρια Τῆς χαρᾶς τὸ γιομάτο ποτῆρι· Ηὗραν ἄλλο ἐθνικὸ πανηγύρι ’Σ τ’ ἀκουσμένο τῆς Κρήτης νησί. Μόλις εἶπαν λιβάδια καὶ βράχοι· «Ἡ Τουρκιὰ μὲ τὴν Κρήτη παλεύει!» Ἐχυθῆκαν ’ς τὴν ἄσπονδη μάχη, Ὠς νὰ ἐτρέχαν σὲ γάμου χαρά. Τὸ πουλὶ ’ποῦ μακρυὰ ταξειδεύει, Τέτοια ὁρμὴ ’ς τὴ φτεροῦγα του βρίσκει, Ὅταν αὔραις, ἀρώματα κ’ ἴσκοι Τὸ προσμένουν ’ς τὴ νέα κατοικιά. Ἄχ! ’ς τὴ μέση ἀπὸ χίλιους κινδύνους, Πεῖνα, δεῖψα καὶ λίθινο στρῶμα Νὰ προσφέρῃ ἐδυνήθη ’ς ἐκείνους Τῶν ἡρώων ἡ πολύπαθη γῆ. Ἀλλ’ ἐκεῖ πολεμοῦν, καὶ τὸ χῶμα Ἀπὸ αἷμα θεόργιστο βρέχουν· 132
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Πολεμοῦν, καὶ ’ς τὸ πλάγι τους ἔχουν Τὰ ξεφτέρια τῆς Ἴδας ἐκεῖ. Μία θερμὴ τοὺς ἀντάμωσε ἀγάπη, ’Ποῦ κανένας ποτὲ δὲ θὰ σβύσῃ· Τ’ ἄγριο ξίφος τοῦ Τούρκου, τ’ Ἀράπη Πάντ’ αὐτοὺς ἑνωμένους θὰ βρῇ· Μήτε θέλει σκληρὰ τοὺς χωρίσῃ Τῆς Εὐρώπης τουρκόφιλο γράμμα· Ἢ θὰ ζήσουν ἐλεύθεροι ἀντάμα, Ἢ ’ς τὴ μάχη θὰ πέσουν μαζῇ. Τ’ ὡρκισθῆκαν· μὲ βία καὶ μὲ πλάνη Τέτοιον ὅρκο νὰ πνίξῃ ζητάει Τὸ χλωμό, τρομασμένο Διβάνι, Μήπως πέρα ’ς τὴ Δύσι ἀκουσθῇ. Ἀλλὰ ξάφνου τ’ ἀέρι βροντάει, Ἀντηχῶντας καὶ κάτου ’ς τὸν ᾅδη· Τρέμει, ἀνάφτει, πετιέται τ’ Ἀρκάδι Τέτοιον ὅρκο τοῦ κόσμου νὰ ’πῇ. Μὲ ταῖς φλόγαις ὁ κρότος ἐχύθη ’Σ τὴ μίαν ἄκρη τῆς γῆς καὶ ’ς τὴν ἄλλη· —Ζήτω! ζήτω!—ἀναρίθμητα στήθη Ἐφωνάξαν ὥς τ’ ἄστρα παντοῦ. Τί θὰ πράξουν τῆς γῆς οἱ Μεγάλοι; Τί ’ς τὸ νοῦ τους κρυφὰ μελετοῦνε; Μὲς τὰ κρύα σωθικὰ δὲν ἀκοῦνε Μήτε σπίθα τ’ ἐνδόξου Ἀρκαδιοῦ; Τὴ βουλή τους, λαχτίζοντας, τώρα Ἡ γυναῖκα τῆς Κρήτης προσμένει, Ὅπου λύσσα τοῦ Τούρκου αἱμοβόρα Νὰ ξεφύγῃ ἐδυνήθη κρυφά. Θὰ γυρίσῃ ’σὲ λίγο ἡ θλιμμένη Τὸ Σταυρὸ ν’ ἀγναντέψῃ ’ς τὴν Ἴδα; Ἢ θ’ ἀκούσῃ—δὲν ἔχεις πατρίδα— Νὰ τῆς σφάξῃ τὴ μαύρη καρδιά; 133
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Ἀλλὰ πῶς κάθε φόβο καὶ λύπη Τώρα ξάφνου πετάει ’ς τὸν ἀέρα; Πῶς γενναῖοι καὶ χαρούμενοι χτύποι Τῆς ταράζουν τὰ στήθη μὲ μιᾶς; Ὦ τῆς δόξας ἀθάνατη ’μέρα, Εἶσαι σὺ, ’ποῦ προβαίνοντας πάλι, Μέγα θάῤῥος, ἐλπίδα μεγάλη Μὲ μίαν αὖρα μονάχη ξυπνᾷς! Ἂς ἀνθίσουν τὰ πλάγια κ’ οἱ κάμποι Κατὰ τ’ ἄστρο ποῦ ὁλόχαρο βγαίνει! Τὸ στεφάνι τῆς δόξας του λάμπει, Καὶ ἀπὸ φῶς πλημμυρίζει τὴ γῆ· Ταῖς ψυχαῖς τῶν Ἑλλήνων θερμαίνει, Ἀλλὰ τόση ἔχουν φλόγα κ’ ἐκείναις, Ποῦ ἀναδίνουν ’ς τοῦ ἡλίου ταῖς ἀχτῖνες Ὅση ἐκεῖθε λαβαίνουν ζωή. 134
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Κεφάλαιο 3: Από τη Λογοτεχνική Γενιά του 1880 έως τη σύγχρονη εποχή Η εθνική ποίηση του Κωστή Παλαμά και του Άγγελου Σικελιανού Οι αλλαγές στην εθνική, πολιτική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας επηρεάζουν την πνευματική ζωή. Η ποίηση, που τώρα πια έχει απελευθε- ρωθεί από την καθαρεύουσα και το ρομαντισμό, επηρεάζεται από νέα λογοτεχνικά ρεύματα: τον παρνασσισμό και το συμβολισμό. Ηγέτης της Νέας Αθηναϊκής Σχολής είναι ο Κωστής Παλαμάς. Την ίδια εποχή σημα- ντικοί ποιητές είναι ο Κ. Π. Καβάφης, ο Άγγελος Σικελιανός. Με την αρχή της Νέας Αθηναϊκής Σχολής συμπίπτει και η απελευ- θέρωση της ποίησης από την καθαρεύουσα και τον ρομαντισμό. Ηγετική φυσιογνωμία της αλλαγής αυτής υπήρξε ο Κωστής Παλαμάς που στα πε- νήντα περίπου χρόνια της δημιουργίας του προσπάθησε να συνδέσει την πνευματική ζωή του τόπου με τις ρίζες της, την παράδοση του δημοτικού τραγουδιού και την ποίηση του Σολωμού. Στην ελληνική ποίηση κυριάρχησαν τα λογοτεχνικά ρεύματα του παρνασσισμού και του συμβολισμού, τα οποία προηγουμένως είχαν ακ- μάσει στην Ευρώπη. Μέσα στην εικοσαετία που πεθαίνουν ο Σολωμός και ο Κάλβος γεννιέται ο Κωστής Παλαμάς (1859-1943) ο οποίος καθιερώθηκε ως αρχηγός της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Ο Παλαμάς γεννήθηκε στην Πάτρα αλλά σε ηλικία επτά ετών έχασε τους γονείς του και αναγκάστηκε να ζήσει στο Μεσολόγγι, στο σπίτι του θείου του. Η εμπειρία όμως της ορφάνιας ήταν τραυματική για τον ποιητή και επηρέασε το λογοτεχνικό του έργο. Στα δεκαέξι του έφτασε στην Αθήνα για να σπουδάσει νομικά. Φύση πνευματικά ανήσυχη δημοσίευε ποιήματα σε ημερολόγια και πολι- τικά περιοδικά της εποχής, όπως στη σατιρική-πολιτική εφημερίδα Ραμπαγάς, που εκδόθηκε το 1878 και φιλοξένησε κείμενα λογοτεχνών που αργότερα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πνευματική ζωή του τόπου. Σημαντικοί σταθμοί στην πορεία του ποιητή θεωρούνται επίσης και τα ποιήματα της συλλογής Ίαμβοι και Ανάπαιστοι (1897), Η Ασάλευτη Ζωή (1904) και το μεγάλο συνθετικό ποίημα Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου (1907), που χωρίζεται σε δώδεκα «λόγους», έχει ποικίλους ρυθμούς και εκφράζει τον πόθο του λαού να ξεχάσει τις παλιές συμφορές και να βαδί- σει προς ένα νικηφόρο μέλλον. Ο ποιητής-προφήτης «προφητεύει ένα μέλλον δόξας για το γένος του», γράφει ο Mario Vitti. 135
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Σε δώδεκα «λόγους» χωρίζεται και το ποίημα Η φλογέρα του βα- σιλιά (1910), το οποίο ο Παλαμάς έγραψε επηρεασμένος από την ιστορία του Βυζαντίου, σε μια εποχή που οι λόγιοι της Ευρώπης ανακάλυπταν το Βυζάντιο. Κρυφό σχολειό (1885 - 1886), Νικόλαος Γύζης Ύστερα από τις δύο μεγάλες αυτές ποιητικές συνθέσεις ο Παλαμάς συγκέντρωσε το 1912 σε δύο τόμους τα λυρικά του ποιήματα: Οι καημοί της λιμνοθάλασσας και Η πολιτεία και η μοναξιά. Στον πρώτο αναφέρεται στην πατρίδα του, το Μεσολόγγι και στο δεύτερο ο ποιητής συγκεντρώ- νει ποιήματα αναφερόμενα σε εθνικά γεγονότα. Τέλος γράφει τους Βωμούς (1915), τους Δειλούς και σκληρούς στίχους (1928) και τα Παρά- καιρα (1919). Ακολουθούν: Τα δεκατετράστιχα, Οι Πεντασύλλαβοι και τα Παθητικά κρυφομιλήματα (1925). Ο Παλαμάς έγραψε επίσης τα έργα Ο κύκλος των τετράστιχων (1929), Περάσματα και χαιρετισμοί (1931) και τέλος Οι νύχτες του Φήμιου (1935), που είναι η τελευταία του συλλογή. Τα ποιήματά του συγκεντρώθηκαν σε δεκαοκτώ ποιητικές συλλογές. Ο Άγγελος Σικελιανός αποτελεί δεσπόζουσα λυρική και ιδεολογι- κή μορφή στον χώρο της νεοελληνικής λογοτεχνίας και πιο συγκεκριμένα της ποίησης. Υπήρξε φύση πληθωρική. Από τη νεαρή του ηλικία ασχο- λήθηκε με την κλασική αρχαιότητα και οι επιρροές του ήταν ποικίλες και ενίοτε ευδιάκριτες: Όμηρος, Αισχύλος, Ορφικοί, Πυθαγόρειοι, Πίνδαρος, αρχαίοι λυρικοί, προσωκρατικοί, Πλάτωνας. Αλλά και τα Ελευσίνια μυ- στήρια, η Αγία Γραφή, ο D' Annunzio, ο Claudel, ο Whitman, ο Σολωμός. Από τον χριστιανισμό πήρε ό,τι για τους αρχαίους ήταν φρι- κτό: τον Κάτω Κόσμο, κι απ' τους αρχαίους ό,τι για τον μεταχριστιανικό άνθρωπο είναι αγώνας και διχασμός: τη Ζωή. 136
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Μέχρι το 1922, και κυρίως την περίοδο μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους έως και τη λήξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας φαίνεται να είναι εφικτό. Το Βυζάντιο μοιάζει να ζω- ντανεύει για να γίνει πάλι η μεγάλη αυτοκρατορία. Όλο το έθνος, μάλλον μέσα από μία διαδικασία μαζικής υποβολής, προσμένει την απελευθέρω- ση της Κωνσταντινούπολης, τη λειτουργία της Αγίας Σοφίας, τον μαρμα- ρωμένο βασιλιά και την επίσημη επανένταξη των Μικρασιατικών παρα- λίων στη μητέρα Ελλάδα. Οι ποιητές - πνευματικοί ηγέτες, μαχόμενοι μέσω της ποίησής τους, επιχειρούν να αναπτερώσουν το ηθικό των Ελλήνων, κυρίως λόγω των συνεχών πολέμων, ενώ προμηνύουν την απε- λευθέρωση των αλύτρωτων πατρίδων. Κοινό στοιχείο της μητέρας Ελλάδας με τα νέα εδαφικά της σύνορα είναι η θρησκεία και στοιχείο αναφοράς του χριστιανισμού στον ελλαδικό χώρο είναι η Αγία Σοφία. Κατά την περίοδο 1890 - 1910, ο ποιητής, κριτικός και πνευματι- κός δάσκαλος του Σικελιανού, ο Κωστής Παλαμάς, προετοιμάζει και πα- ρουσιάζει την ποιητική σύνθεση Η Φλογέρα του Βασιλιά. Κεντρικός μύ- θος του ποιήματος είναι οι νικηφόροι αγώνες του Βασιλείου του Β' (του Βουλγαροκτόνου) για την καταστολή των εξεγέρσεων και η κάθοδός του στην Αθήνα για να αποδώσει τα ευχαριστήρια στη Θεοτόκο (Προσκύνη- σε την Παναγιά μέσα στον Παρθενώνα). Πυρήνας του έργου είναι ο συ- γκερασμός του αρχαιοελληνικού και του χριστιανικού κόσμου, με ανα- γνωρίσιμο σύμβολο τη μεταμόρφωση του Παρθενώνα σε ναό της Παναγίας. Με αυτό τον τρόπο ο Παλαμάς υποστηρίζει την ιδέα της ενό- τητας και της διάρκειας του ελληνισμού. Με παραδόσεις βαθύτατα εθνικές, ο Άγγελος Σικελιανός έζησε μια ζωή απόλυτα ταιριαστή με τα ιδανικά του και τις ποιητικές του αρχές. Τα οικονομικά μέσα της Εύας, πρώτης συζύγου του ποιητή, όσο διήρκε- σε αυτό, του έδωσαν τη δυνατότητα να ξεπεράσει την καθημερινή αγω- νία τής επιβίωσης και να αφοσιωθεί στην ποιητική δημιουργία. Κατά τη ζωή του ένιωσε να τον δένουν ακατάλυτες ρίζες με τη σύγχρονη, τη βυ- ζαντινή και την αρχαία, προπαντός, Ελλάδα. Ο πόλεμος του '40-'41, βρή- κε τον ποιητή στο υψηλότερο σημείο της ποιητικής του δημιουργίας και μία σειρά πολεμικά ποιήματα γράφτηκαν για να δοξάσουν το έπος της Αλβανίας. Τα χρόνια της Κατοχής υπήρξαν για τον Σικελιανό χρόνια σκληρής δοκιμασίας. Και ο ίδιος, με τον λαό των Αθηνών, υπέφερε τα μαρτύρια της σκλαβιάς και της πείνας, με ηθικό όμως υψηλό. 137
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Κωστής Παλαμάς (1859 – 1943) Η Νίκη Εδώ στο Ελληνικό το χώμα, το στοιχειωμένο και ιερό, που το ίδιο χώμα μένει ακόμα απ’ τον αρχαίο τον καιρό, στο χώμα τούτο πάντα ανθούνε κι έχουν αθάνατη ζωή και μας θαμπώνουν, μας μεθούνε νεράιδες, ήρωες, θεοί. Εδώ στο Ελληνικό το χώμα, το στοιχειωμένο κι ιερό, που το ίδιο χώμα μένει ακόμα απ’ τον αρχαίο τον καιρό, Είδα τη Νίκη τη μεγάλη, τη Νίκη τη παντοτινή, την είδα εμπρός μου να προβάλλει με φορεσιά ολοφωτεινή. Ποίημα για τον Καραϊσκάκη Ἀπό «Τὰ δεκατετράστιχα», Ἅπαντα, τόμος 7ος, σ. 420, Ἀθήνα 1972. Πόλεμος θἄρχιζε. Στὰ ξάγναντα, μπροστά μου, κορφή, γκρεμός• τὸ βουνὸ μαῦρο. Ξαφνικὰ τὸ βουνὸ ἀστράφτει μέσ' στὴν ὑπνοφαντασιά μου σὰν ἀπὸ φάσγανα γυμνὰ γιὰ φονικά. Ὅσο κι ἂν ἐγερν' ἐμὲ δείλια πρὸς τὰ χάμου, μὲ μάτια πρόσμενα ὑψωμένα ἐκστατικὰ τὰ πρῶτα βόλια νὰ σφυρίξουνε στ' αὐτιά μου κ' ἔνιωθα κάτι σὰ φτερὸ στὰ σωθικά. Καὶ νά! ἀπὸ τοῦ βουνοῦ τὴν κορωμένη ράχη δὲ χύμησε μουγγρίζοντας ἡ ἀντάρα ἡ μάχη. Τὸ βουνὸ χρυσὴ σκάλα, κλέφτες καὶ κουρσάροι τὴν κατεβαίνανε, καὶ σ' ὅλους μέσα ποιός; Ἕνας ξεχώριζε, τοῦ Γένους τὸ καμάρι, τῆς Καλογριᾶς ὁ Γιός! Δόξα στὸ Μεσολόγγι (1926, ἀπαγγέλθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ποιητή, στὴν 100η ἐπέτειο τῆς Ἐξόδου στὸ Μεσολόγγι - ἀπόσπασμα) Γῆ, τοὺς ξάστερους πάντοτε οὐρανούς μου Κάθε λογῆς κόσμοι ἀστρικοὶ πλουμίζουν, Ἄστρα ποὺ σβύνουν καὶ ποὺ πέφτουν, ἄστρα Ποὺ τρεμοφέγγουν, 138
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Πλανῆτες, φωτοσύγνεφα, κομῆτες, Φῶτα χλωμὰ καὶ φῶτα θάμπωμα, ἥλιοι, Πὲς τὰ μαργαριτάρια καὶ χρυσάφια, Πὲς τὰ διαμάντια. Μὰ ἐσύ, ρουμπίνι ἀπ᾿ τοὺς ἀχνοὺς δεμένο Μαρτυρικῶν καὶ ἡρωικῶν αἱμάτων. Στὸν οὐρανὸ τῆς πλάσης, καθὼς εἶναι τοῦ πόλου τὸ ἄστρο, Τοῦ πόλου τὸ ἄστρο ἐσὺ στοὺς οὐρανούς μου Τῆς Δόξας, δόξα, ὢ Γῆ! Τὸ Μισολόγγι: Κι᾿ οἱ μὲ ὀνόματα μύρια γνωρισμένοι Κόσμο μου ποὺ εἶναι Κι᾿ οἱ ἀπὸ σπαθιοῦ καταχτητές, καὶ οἱ δάφνες Τῶν πολεμάρχων οἱ αἱματοβαμμένες, Κι᾿ οἱ Ἀλέξαντροι Κι᾿ οἱ Ἑφτάλοφες καὶ οἱ Νίκες Καὶ οἱ Σαλαμῖνες, Καὶ μὲ τὶς ἱστορίες οἱ πολιτεῖες Καὶ στόματα χρυσὰ καὶ οἱ Κυβερνῆτες Κι᾿ οἱ Ἠράκλειτοι τοῦ Λόγου καὶ τῆς Τέχνης παντοῦ κι᾿ οἱ Αἰσχύλοι, Ἀνήμποροι ὅπως κι᾿ ἂν σταθοῦν μπροστά σου, Καὶ σὲ μιᾶς τρίχας ἤσκιο νὰ θολώσουν Τὴν ξεκομμένη ἀπ᾿ τοῦ Κυρίου τὴν ὄψη Φεγγοβολιά σου. Μισολόγγγι. Χαρὰ τῆς ἱστορίας, Γῆ ἐπαγγελμένη. Πᾶνε ἑκατὸ χρόνια, Κι᾿ ἂς πᾶνε. Ἡ θύμηση ἄχρονη μπροστά σου Θὰ γονατίζει. 139
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Εμπρός! Εμπρός! Ολόρθοι, ατρόμαχτοι. Μαυρίλα. Αστροπελέκι. Μα το σπαθί γοργάστραψε, και νά! η βροντή τουφέκι! Στον Πίντο απ’ τον Ταΰγετο, και στα Μπαλκάνια, ως πέρα, μια η φλόγα, μια η φοβέρα, κι ένας ο νους. Εμπρός! Εμπρός, αδέρφια, ατράνταχτοι! Κι αν πέφτει αστροπελέκι, να! το σπαθί γοργάστραψε, βρόντησε το τουφέκι. Κρήτη, ο Μωριάς, η Ρούμελη, εμπρός! η Ελλάδα λάμπει, αχολογάν οι κάμποι, καίνε οι καρδιές. Εμπρός! Ὢ λιγοστοί, Ὢ διαλεχτοί! Ὢ λιγοστοὶ κι ὢ διαλεχτοὶ κι ἀρίφνητοι αὔριο ἴσως! Εἶναι μία ἀλήθεια κάτου ἐδῶ ποὺ τὴ χτυπάει τὸ μίσος, εἶν᾿ ἐδῶ πέρα μία Ὀμορφιὰ ποὺ ἡ καταφρόνια δένει, κι εἶν᾿ ἐδῶ πέρα μία Ἀρετὴ δειλὴ καὶ ντροπιασμένη. Ὢ νέοι, ὢ πρωτοξύπνητοι στὸ φῶς, χαρὲς τ᾿ Ἀπρίλη, ἀπὸ τοὺς πράσινους κορμοὺς γινοντ᾿ οἱ ἄσπροι στύλοι! Στὴ χώρα ἐσεῖς οἱ λειτουργοὶ κι οἱ λα- τρευτάδες εἶστε· δὲ φτάνει· ἐμπρὸς! γιὰ τοὺς Θεούς, ὢ νέοι, πολεμεῖστε. Στὴ Νεολαία μας Αὐτὸ κρατάει ἀνάλαφρο μὲς στὴν ἀνεμοζάλη τὸ ἀπὸ τοῦ κόσμου τὴ βοὴ πρεσβυτικὸ κεφάλι, αὐτὸ τὸ λόγο θὰ σᾶς πῶ, δὲν ἔχω ἄλλο κανένα: Μεθύστε μὲ τ᾿ ἀθάνατο κρασὶ τοῦ Εἰκοσιένα. 1η Νοεμβρίου 1940 140
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Άγγελος Σικελιανός (1884 – 1951) Παλαμάς Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα… Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα ! Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα, κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό, ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα; Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά, Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ’ αστέρια, μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ’ τον στα χέρια γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη, πες μ’ ένα μόνο ανασασμόν: “Ο Παλαμάς !”, ν’ αντιβογκήσει τ’ όνομά του η οικουμένη ! Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα… Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα ! Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένας λαός, σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει… κι ακέριος φλέγεται ως με τ’ άδυτο ο Ναός, κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει. Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα, που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη, τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει. Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα… Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα! 141
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Ω χώματα της γης μου! Χώμα Λευκαδίτικο, πρωτόχωμα τιτάνια ζύμη του κορμιού μου του ίδιου μου του ακοίμητου μυαλού! Χώμα Αιγινήτικο, αλαφρό σαν αφρομύγδαλο πηλέ που μού δροσίζεις την καρδιά σαν τα λαγήνια σου που κρυώνουνε τα καλοκαίρια το νερό! Χώμα της Πελοπόννησος, που θρέφεις άμετρα τα κυπαρίσσια, από το πιο μικρό που παίζει με τον αέρα ως σκύμνος λιονταριού ώσμε το μεγαλύτερο που η μνήμη μου κρατεί! Αργίτικο φλογάτο κοκκινόχωμα, που καις στον ήλιο ως πυρωμένο σίδερο - κι ωστόσο σε φλογίζει ακόμα πιότερον η παπαρούνα! Ω χώματα της γης μου, μύρια κι αξεχώριστα σαν τα νερά. 142
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Γιατί βαθιά μου δόξασα Γιατί βαθιά μου δόξασα και πίστεψα τη γη και στη φυγή δεν άπλωσα τα μυστικά φτερά μου, μα ολάκερον ερίζωσα το νου μου στη σιγή, νά που και πάλι αναπηδά στη δίψα μου η πηγή, πηγή ζωής, χορευτική πηγή, πηγή χαρά μου… Γιατί ποτέ δε λόγιασα το πότε και το πώς, μα εβύθισα τη σκέψη μου μέσα στην πάσαν ώρα, σα μέσα της να κρύβονταν ο αμέτρητος σκοπός, νά τώρα που, ή καλοκαιριά τριγύρα μου είτε μπόρα, λάμπ’ η στιγμή ολοστρόγγυλη στο νου μου σαν οπώρα, βρέχει απ’ τα βάθη τ’ ουρανού και μέσα μου ο καρπός!… Γιατί δεν είπα: «εδώ η ζωή αρχίζει, εδώ τελειώνει…» μα «αν είν’ η μέρα βροχερή, σέρνει πιο πλούσιο φως… μα κι ο σεισμός βαθύτερη τη χτίση θεμελιώνει, τι ο ζωντανός παλμός της γης που πλάθει είναι κρυφός…» νά που, ό,τι στάθη εφήμερο, σα σύγνεφο αναλιώνει, νά που ο μέγας Θάνατος μου γίνηκε αδερφός!… Άγγελος Σικελιανός, Λυρικός βίος, τόμ. 2, Ίκαρος ΩΔΗ ΣΤΟ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ Χαρά σε κειόν που πρωτοσήκωσε Απ’ τις σκόνες σκεπασμένο, το δίστομο σπαθί του λόγου σου στον ήλιο Μακρυγιάννη. Κι’ απάνω και στις δυο πλευρές γραφή Απ’ τη μια, τα λόγια αυτά Σου χαραγμένα, στρατηγέ μας: «Τη λευτεριά μας τούτη δεν την ήβραμε στο δρόμο, και δε θα μπούμε εύκολα στου αυγού το τσόφλι, γιατί δεν είμαστε κλωσόπουλα, σ’ αυτό να ξαναμπούμε πίσω, μα εγίναμε πουλιά και τώρα πια στο τσόφλι δε χωρούμε». Κι’ απ’ τη δεύτερη πλευρά, γραφή άλλη χαραγμένη: «Απάνω στην αλήθεια μου ακόμα και το θάνατο τον δέχομαι τις τόσες φορές τον θάνατο εζύγωσα, αδερφοί μου και δε με πήρε, που για τούτο το θάνατο καταφρονώ, κι απάνω στην αλήθεια μου πεθαίνω». Χαρά σε κειόν που πρωτοσήκωσε απ’ το χώμα αυτήν τη σπάθα και τέτοια διάβασε επάνω της βαγγέλια. 143
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Ευαγγελισμός Το μυστικό σου ως άδειασα, του αυτιού της μες στην κόχη, ολάκερο, Ουρανέ, δε λόγιασα το σπλάχνο της ποτέ, αν θα ΄λεε τ΄ όχι ή αν θα ΄στεργε το ναι, μα ακέρια της ελύγισα την κεφαλή στον ώμο, στο λόγο το βαθύ, της Βούλησής σου ως να ΄δειχνα στο πνέμα της το δρόμο με δίστομο σπαθί! Το θησαυρό σου ως άδειασα, του αυτιού της μες στην κόχη, ολάκερο, Ουρανέ, δε λόγιασα το πνέμα της ποτέ, αν θα ΄λεε τ΄όχι ή αν θα ΄στεργε το ναι, αλλ΄ ως τη έζωσα μεμιάς της αναπνοιάς την άχνα στη φοβερή εντολή, ακέρια της λυθήκανε τα φρένα και τα σπλάχνα στο αλόγιαστο φιλί! Άγγελος Σικελιανός, Λυρικός βίος, τόμ. 2, Ίκαρος «Πνευματικό εμβατήριο» «Ομπρός· βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα· ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο! Τι, ιδέτε εκόλλησεν η ρόδα του βαθιά στη λάσπη, κι α, ιδέτε, χώθηκε τ’ αξόνι του βαθιά μες στο αίμα! Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος· σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα. Δέστε, ακουμπάμε απάνω του ομοαίματοι αδερφοί του! Ομπρός, αδέρφια, και μας έζωσε με τη φωτιά του ομπρός, ομπρός, κι η φλόγα του μας τύλιξε, αδερφοί μου! 144
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Ομπρός, οι δημιουργοί!... Την αχθοφόρα ορμή Σας στυλώστε με κεφάλια και με πόδια, μη βουλιάξει ο ήλιος! Βοηθάτε με κι εμένανε, αδερφοί, να μη βουλιάξω αντάμα... Τι πια είν’ απάνω μου και μέσα μου και γύρα, τι πια γυρίζω σ’ έναν άγιον ίλιγγο μαζί του!... Χίλια καπούλια ταύροι τού κρατάν τη βάση· δικέφαλος αϊτός, κι απάνω μου τινάζει τις φτερούγες του και βογγάει ο σάλαγός του στην κεφαλή μου πλάι και μέσα στην ψυχή μου, και το μακρά και το σιμά για με πια είν’ ένα!... Πρωτάκουστες, βαριές με ζώνουν Αρμονίες! Ομπρός, συντρόφοι, βοηθάτε να σκωθεί, να γίνει ο ήλιος Πνέμα! Σιμώνει ο νέος ο Λόγος π’ όλα θα τα βάψει στη νέα του φλόγα, νου και σώμα, ατόφιο ατσάλι... Η γη μας αρκετά λιπάστηκε από σάρκα ανθρώπου... Παχιά και καρπερά, να μην αφήσουμε τα χώματά μας να ξεραθούν απ’ το βαθύ τούτο λουτρό του αιμάτου, πιο πλούσιο, πιο βαθύ κι απ’ όποιο πρωτοβρόχι! Αύριο να βγει ο καθένας μας με δώδεκα ζευγάρια βόδια τη γην αυτή να οργώσει την αιματοποτισμένη... Ν’ ανθίσει η δάφνη απάνω της και δέντρο ζωής να γένει, και η Άμπελος μας ν’ απλωθεί ως στα πέρατα της Οικουμένης... Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος... Σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ τη λάσπη· σπρώχτε με στήθος και με γόνα, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα· σπρώχτε με χέρια και κεφάλια, για ν’ αστράψει ο ήλιος Πνέμα!» 145
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Σύνθεσις από την Επανάσταση (1939), Νίκος Εγγονόπουλος 146
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών Κεφάλαιο 4: Η απήχηση της Επανάστασης του 1821 στα μεταγενέστερα χρόνια Η Γενιά του Τριάντα δημιούργησε μέσα σε ένα πνευματικό κλίμα που το χαρακτηρίζει από τη μια η ανανέωση της ποίησης και από την άλ- λη οι αναζητήσεις στο χώρο της πεζογραφίας. Τα ρεύματα του υπερρεα- λισμού και του μοντερνισμού επηρεάζουν τους λογοτέχνες της περιόδου, ενώ κάποιοι πεζογράφοι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν το ρεαλισμό. Οι λογοτέχνες της Γενιάς του Τριάντα δηλώνουν ευθύς εξαρχής και με κάθε τρόπο, μέσα από τα κείμενά τους, την έντονη διαφοροποίησή τους από τους λογοτέχνες που προηγήθηκαν καθώς και την πεποίθηση πως φέρνουν κάτι καινούριο στο χώρο της λογοτεχνίας. Μάλιστα η λέξη νέο παρουσιάζεται πολύ συχνά στους τίτλους άρθρων και των λογοτεχνι- κών περιοδικών, δίνοντας το στίγμα αυτής της γενιάς, ενώ γύρω από τους ποιητές και τους πεζογράφους υπάρχουν και αρκετοί κριτικοί της λογοτε- χνίας που υποστηρίζουν και προβάλλουν τον ανανεωτικό χαρακτήρα που έχουν τα κείμενα των συγκεκριμένων δημιουργών. Η πολιτική και κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων, δηλαδή στην περίοδο του Μεσο- πολέμου, ήταν εξαιρετικά ρευ- στή. Τη Μικρασιατική Κατα- στροφή έχει ακολουθήσει μεγά- λη πολιτική αστάθεια που κατέ- ληξε το 1936 στην επιβολή του δικτατορικού καθεστώτος του Ιωάννη Μεταξά, ενώ και στην Ευρώπη είχαν επικρατήσει φα- σιστικά καθεστώτα. Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της γενιάς είναι η προσπάθεια να ενσωμα- τωθούν στα αμιγώς πρωτοπορια- κά και στοιχεία από την ελληνι- κή παράδοση. Σε αυτή την προ- σπάθεια εντάσσονται ο δημοτι- κισμός της Γενιάς του Τριάντα καθώς και η προσέγγισή της στα «Απο- μνημονεύματα» του Μακρυγιάννη. 147
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - Στα μεταπολεμικά χρόνια η ποιητική παραγωγή στην Ελλάδα είναι μεγάλη. Οι ποιητές ζουν μέσα στο κλίμα των πολιτικών γεγονότων και συμπορεύονται με τα πολιτικά πράγματα της εποχής. Η βαριά κληρονο- μιά που άφησε ο Εμφύλιος δεν τους επιτρέπει να έχουν ψευδαισθήσεις και οράματα. Η ποιητική γενιά που αναπτύχθηκε τότε, καθιερώθηκε ως η Πρώτη Μεταπολεμική Γενιά. Οι περισσότεροι από τους ποιητές της γενιάς αυτής, γεννημένοι ανάμεσα στο 1918 και το 1928, στα χρόνια της Κατοχής ήταν φοιτητές και γαλουχήθηκαν με τους στίχους των ποιητών του Μεσοπολέμου και της Γενιάς του Τριάντα (Καβάφη, Σικελιανού, Καρυωτάκη, Άγρα, Παπατσώνη, Σεφέρη, Ρίτσου, Ελύτη, Εμπειρίκου, Βρεττάκου), των ποιη- τών δηλαδή που, όπως είδαμε, έγραψαν τα ποιήματά τους σε ελεύθερο στίχο και ακολούθησαν τα νέα ρεύματα που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη ενσωματώνοντάς τα στα ελληνικά δεδομένα. Πολλοί από τους μεταπολεμικούς ποιητές διάλεξαν την ελεύθερη και δημόσια έκφραση («κοινωνικοί ποιητές»), άλλοι προσπάθησαν να μην απομακρυνθούν από την ποίηση των δεκαετιών του 1920 και του 1930 με την παραδοσιακή τεχνοτροπία. Άλλοι τέλος αξιοποίησαν τους μοντερ- νιστικούς πειραματισμούς του Κωνσταντίνου Καβάφη, του πρώτου Έλληνα μοντερνιστή ποιητή, ο οποίος στην ποίησή του ανέπλασε με την αναπόληση και την υποβολή τα στοιχεία του παρελθόντος, έτσι ώστε όλα να φαίνονται πως συμβαίνουν τώρα. Νεοτερική ποίηση συνέθεσαν πολ- λοί μεταπολεμικοί ποιητές ειδικότερα στις δεκαετίες του '50 και του '60 αξιοποιώντας τους μοντερνιστικούς πειραματισμούς της Γενιάς του '30. Τα θέματα που χρησιμοποιήθηκαν στην ποίηση της περιόδου προ- έρχονταν κυρίως από την εμπειρία του αγώνα, της αντίστασης, της φυλα- κής και της εξορίας. Οι ποιητές στο έργο τους αναπολούσαν τη χαμένη αγωνιστικότητα και εξέφραζαν το αδιέξοδο μέσα στο οποίο βρέθηκαν εγκλωβισμένοι. Οι ποιητές της περιόδου έχουν διακριθεί σύμφωνα με ορισμένες τάσεις που παρατηρούνται στην ποίησή τους. Πιο συγκεκριμένα διακρί- νονται: 1) σε εκείνους που η ποίησή τους έχει κοινωνική πρόθεση, επι- διώκει δηλαδή να παρουσιάσει την ανελέητη πραγματικότητα με τρόπο λιτό και απερίτεχνο και 2) σε εκείνους των οποίων η ποίηση εκφράζει μια υπαρξιακή αγωνία. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν και οι ποιητές που επιδιώκοντας κάτι το εντελώς νέο καταφεύγουν στους τρόπους του υπερ- ρεαλισμού και των άλλων ανανεωτικών κινημάτων. Η διάκριση ωστόσο αυτή δεν πρέπει να θεωρηθεί απόλυτη, γιατί τα όρια ανάμεσα στις δύο κατηγορίες παραμένουν ασαφή. Η περίοδος της λογοτεχνικής δεκαετίας του 1960 χαρακτηρίζεται από πολιτική αστάθεια και μεταβατικότητα. Τα ιστορικά γεγονότα συνε- 148
Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία – Αρσάκειο Λύκειο Πατρών χίζουν να σημαδεύουν τη λογοτεχνία. Η σκιά της Πρώτης Μεταπολεμι- κής Γενιάς είναι ακόμη έντονη. Παράλληλα, όμως, οι λογοτέχνες διαφο- ροποιούνται μέσα από την αμφισβήτηση. Στη δεκαετία του 1970- 1980 έκανε την εμφάνισή του έ- νας μεγάλος αριθμός λογοτε- χνών, από τους οποίους μερικοί έχουν διαμορφώσει στις μέρες μας την φυσιογνωμία τους. Η κριτική έχει δεχτεί κοινά χα- ρακτηριστικά των λογοτεχνών αυτής της γενιάς με σημαντικό- τερα την αμφισβήτηση, την ειρωνεία και την κριτική που ασκούν ενάντια σε καταστάσεις που βιώνουν. Η αμφισβήτησή τους μπορεί να έχει ένα συγκε- κριμένο πολιτικό στόχο, όπως για παράδειγμα τη δικτατορία, αλλά μπορεί να στραφεί και σε άλλες μορφές διαμαρτυρίας, όπως ενά- ντια στις κοινωνικές συμβάσεις. Σε αρκετές περιπτώσεις οι κριτικοί αναγνωρίζουν στη γενιά του '70 φαι- νόμενα που παρατηρούνται αντίστοιχα στην Ευρώπη και την Αμερική. Οι ποιητές, έχοντας προσλάβει τα μηνύματα του γαλλικού Μάη (1968), επι- τίθενται ενάντια σε κάθε κοινωνικό κονφορμισμό. Οι εκτιμήσεις, ωστόσο, αυτές δεν μπορεί να είναι απόλυτες, αφού κάθε λογοτέχνης, ανάλογα με τις συνθήκες που βιώνει και από τις οποίες επηρεάζεται, προσκομίζει στην τέχνη κάτι διαφορετικό και εντελώς προσωπικό. Το χρονικό πλαίσιο της γενιάς του '70 αποτελεί η περίοδος της δι- κτατορίας (1967-1974). Οι παγκόσμιες ανακατατάξεις επηρεάζουν την ποίηση που χαρακτηριστικά της είναι πλέον η αμφισβήτηση και η αντί- δραση στον καταναλωτισμό και την τεχνοκρατία. Οι ποιητές της γενιάς αυτής εμφανίστηκαν στην ελληνική λογοτε- χνία από το 1965, αλλά έκαναν ευδιάκριτη την παρουσία τους λίγο αργό- τερα, στις αρχές του '70. Μεγαλωμένοι σε μια περίοδο κατά την οποία η ελληνική κοινωνία παρουσιάζει σημαντική οικονομική άνοδο και γίνεται όλο και περισσότερο καταναλωτική, οι ποιητές της δεκαετίας αυτής, οι οποίοι έχουν την οδυνηρή εμπειρία της επταετούς δικτατορίας, φαίνονται να διατηρούν την ίδια νοοτροπία με τους προγενέστερους και το ίδιο πνεύμα της επαναστατικότητας, της αμφισβήτησης και της έλλειψης εμπιστοσύνης. Οι ποιητές αντιμετωπίζουν τη σύγχρονη μοναξιά μέσα 149
«Ἐκ τῶν γραμμάτων γεννᾶται ἡ προκοπὴ μὲ τὴν ὁποίαν λάμπουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη» - Όψεις του 1821 μέσα από τα μάτια των μαθητών του 2021 - στην αστική καθημερινότητα και αναζητούν τη συντροφικότητα. Το έργο των περισσοτέρων χαρακτηρίζεται από στοχασμό και ήπια μελαγχολία. Πολλοί από τους ποιητές εμπλουτίζουν τη γλώσσα τους με θησαυρίσμα- τα από παλαιότερους γλωσσικούς τύπους ανάλογα με την παιδεία τους. Προπάππος Περραιβός με το κεφάλι του Ρήγα, Νίκος Εγγονόπουλος 150
Search
Read the Text Version
- 1
- 2
- 3
- 4
- 5
- 6
- 7
- 8
- 9
- 10
- 11
- 12
- 13
- 14
- 15
- 16
- 17
- 18
- 19
- 20
- 21
- 22
- 23
- 24
- 25
- 26
- 27
- 28
- 29
- 30
- 31
- 32
- 33
- 34
- 35
- 36
- 37
- 38
- 39
- 40
- 41
- 42
- 43
- 44
- 45
- 46
- 47
- 48
- 49
- 50
- 51
- 52
- 53
- 54
- 55
- 56
- 57
- 58
- 59
- 60
- 61
- 62
- 63
- 64
- 65
- 66
- 67
- 68
- 69
- 70
- 71
- 72
- 73
- 74
- 75
- 76
- 77
- 78
- 79
- 80
- 81
- 82
- 83
- 84
- 85
- 86
- 87
- 88
- 89
- 90
- 91
- 92
- 93
- 94
- 95
- 96
- 97
- 98
- 99
- 100
- 101
- 102
- 103
- 104
- 105
- 106
- 107
- 108
- 109
- 110
- 111
- 112
- 113
- 114
- 115
- 116
- 117
- 118
- 119
- 120
- 121
- 122
- 123
- 124
- 125
- 126
- 127
- 128
- 129
- 130
- 131
- 132
- 133
- 134
- 135
- 136
- 137
- 138
- 139
- 140
- 141
- 142
- 143
- 144
- 145
- 146
- 147
- 148
- 149
- 150
- 151
- 152
- 153
- 154
- 155
- 156
- 157
- 158
- 159
- 160
- 161
- 162
- 163
- 164
- 165
- 166
- 167
- 168
- 169
- 170
- 171
- 172
- 173
- 174
- 175
- 176
- 177
- 178
- 179
- 180
- 181
- 182
- 183
- 184
- 185
- 186
- 187
- 188
- 189
- 190
- 191
- 192
- 193
- 194
- 195
- 196
- 197
- 198
- 199
- 200
- 201
- 202
- 203
- 204
- 205
- 206
- 207
- 208
- 209
- 210
- 211
- 212
- 213
- 214
- 215
- 216
- 217
- 218
- 219
- 220
- 221
- 222
- 223
- 224
- 225
- 226
- 227
- 228
- 229
- 230
- 231
- 232
- 233
- 234
- 235
- 236
- 237
- 238
- 239
- 240
- 241
- 242
- 243
- 244
- 245
- 246
- 247
- 248
- 249
- 250
- 251
- 252
- 253
- 254
- 255
- 256
- 257
- 258
- 259
- 260