πιστεύουν; Ποιά εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀλήθειας; Ὁ Θεός εἶναι. Δέν εἶναι τά βιβλία, οὔτετά κείμενα, οὔτε τά λόγια. Ὁ Θεός! «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια» (Ἰω. 14,6). Ὁ Θεός εἶναιΑὐτός πού θά ἔρθει καί θά σέ φωτίσει. Δέν θά φωτιστεῖς διαβάζοντας. Διαβάζονταςφωτίζεται μόνο ἡ διάνοια, ὄχι ὅμως ὁ ἄνθρωπος, ἡ καρδιά, πού εἶναι ὁ κυρίωςἄνθρωπος. Οἱ Παπικοί, λοιπόν, πιστεύουν ὅτι αὐτή εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀλήθειας, ἡ ἉγίαΓραφή, τά κείμενα τῶν Πατέρων.Γι’ αὐτό θά δεῖτε παπικούς πού κάνουν μελέτες στούς Πατέρες, μεγάλες καίλεπτομερειακές μελέτες. Καί ἡ προφορική παράδοση ἐπίσης θεωροῦν ὅτι εἶναι πηγήτῆς ἀλήθειας. Ἀλλά καί οἱ Προτεστάντες καί οἱ Καθολικοί «κάθονται ἁπλῶς καίδιαβάζουν τά βιβλία αὐτά». Χωρίς νά κάνουν δηλαδή κάθαρση, χωρίς νά κάνουνἄσκηση, χωρίς νά κάνουν νηστεία, χωρίς νά κάνουν ἀγρυπνία, χωρίς νά κάνουννοερά προσευχή. Δυστυχῶς, αὐτό τό πνεῦμα ἔχει περάσει τώρα καί στίς «ὀρθόδοξες»θεολογικές σχολές. Καί μιλᾶνε στούς πρωτοετεῖς καί στούς δευτεροετεῖς φοιτητέςπού δέν ἔχουν κάνει καθόλου κάθαρση καί ἀσκητική ζωή, γιά θέωση. Καί τάμαθαίνουν παπαγαλιστί τά παιδιά… Τί νά κάνουν κι αὐτά;…Αὐτά τούς δίνουν, αὐτά μαθαίνουν. Καί δέν ἔχουν ἰδέα τί εἶναι αὐτά τά πράγματα,γιατί δέν τά ἔχουν ζήσει. Τά μαθαίνουν μόνο ἐγκεφαλικά. Φωτίζεσαι ὅμως ἔτσι; Δένφωτίζεσαι. Μᾶλλον σκοτίζεσαι, γιατί εἴπαμε αὐξάνει ὁ ἐγωισμός, ἡ ὑπερηφάνεια.Δηλαδή πᾶμε ἀνάποδα κι ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι. Ἐνῶ οἱ Πατέρες μᾶς λένε «πράξιςθεωρίας ἐπίβασις», διαμέσου τῆς πράξεως φτάνεις στήν θεωρία τοῦ Θεοῦ, στήθεοπτία δηλαδή, διαμέσου τῆς νηστείας, τῆς ἀγρυπνίας… ἀφοῦ καθαριστεῖς… ἐμεῖςκάνουμε θεωρία γιά νά πᾶμε στόν Θεό. Δέν γίνεται! Ἀρχίζουμε ἀπό τήν θεωρία.Εἶναι τελείως ἀνάποδο τό σχῆμα.Διαβάζουν καί οἱ Προτεστάντες καί οἱ Παπικοί τά βιβλία «πιστεύοντας ὅτι τήν ὥραπού τά διαβάζουν ὑπάρχει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα τους, τό ὁποῖο τούς φωτίζει νάκατανοοῦν ὀρθά ἐκεῖνα πού διαβάζουν». Δηλαδή κάνουν λήψη τοῦ ζητουμένου. Μάαὐτό εἶναι τό ζητούμενο, νά ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου ἐνεργό. Πῶς θά τό ἔχειςὅμως, ἄν εἶσαι βρώμικος; Ἄν δέν κάνεις κάθαρση, νηστεία κ.λ.π.; Αὐτοί θεωροῦν ὅτιτό ἔχουν. «Μάλιστα οἱ Προτεστάντες, ἐπειδή πιστεύουν ὅτι τό χάρισμα τῆςἑρμηνείας τῶν Γραφῶν ἐδόθη σέ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία, τήν ἀνάγνωση τῆς ἉγίαςΓραφῆς τήν κάνει ὅλος ὁ σύλλογος, δηλαδή ὅλα τά μέλη μιᾶς ΠροτεσταντικῆςὉμολογίας, ἄσχετα ἄν κάποιος εἶναι παπάς ἤ δέν εἶναι παπάς».Ὅλοι, λένε, εἴμαστε φωτισμένοι, κι ἐμένα τώρα μέ φωτίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα… Καίἀπό αὐτό ἔχουμε ἐπηρεαστεῖ καί ἐμεῖς. Θυμηθεῖτε στούς κύκλους μελέτης ἉγίαςΓραφῆς, καθόμαστε γύρω-γύρω καί λέμε, πές τί σκέφτεσαι ἐσύ, πές τί σκέφτεσαιἐσύ… Χωρίς νά ὑπάρχει κάθαρση, χωρίς νά ὑπάρχει φωτισμός, χωρίς νά ὑπάρχειἀσκητική λέει ὁ καθένας τήν σκέψη του. Φιλοσοφία θά κάνουμε; Εἴμαστεἐπηρεασμένοι ἀπό αὐτό τό πνεῦμα τῶν Προτεσταντῶν, πού λέει ὅλους μᾶς φωτίζει ὁΘεός. Τί σέ φωτίζει; Ἔχεις ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου γιά νά φωτιστεῖς;301
«Στήν Παπική «Ἐκκλησία», ὅμως, πιστεύουν ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐδόθη κυρίως στήνἹεραρχία», ἐνῶ οἱ Προτεστάντες εἴπαμε πιστεύουν ὅτι ἔχει δοθεῖ σέ ὅλους. ΟἱΠαπικοί πιστεύουν ὅτι δόθηκε στούς «ἐπισκόπους», ἐντός εἰσαγωγικῶν γιατί δένὑπάρχει ἱερωσύνη οὔτε στούς Παπικούς οὔτε στούς Προτεστάντες. «Γι’ αὐτό καίκατά τίς χειροτονίες οἱ ἐπίσκοποί τους λένε στόν χειροτονούμενο: «Λάβε ΠνεῦμαἍγιο»!», τό ὁποῖο εἶναι μεγάλη ὑπερηφάνεια. Ἐγώ δηλαδή σοῦ δίνω ἍγιοΠνεῦμα.«Θέλουν νά δείξουν δηλαδή οἱ χειροτονοῦντες ὅτι εἶναι διάδοχοι τῶνἈποστόλων».Ἐνῶ, ἡ ὀρθόδοξη χειροτονία λέει «Ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματοςπροχειρίζεται τόν τάδε εἰς πρεσβύτερον ἤ σέ ἐπίσκοπο…». Δέν λέει ὁ ἐπίσκοπος ἐγώσέ κάνω πρεσβύτερο..Γι’ αὐτό εἶναι μεγάλο θεολογικό σφάλμα αὐτό πού λένε κάποιοι ὅτι «ξέρεις μέχειροτόνησε ὁ τάδε καί τοῦ ἔχω ὑποχρέωση». Δέν σέ χειροτόνησε ὁ τάδε, τό ἍγιοΠνεῦμα σέ χειροτόνησε καί εἶσαι ἰσότιμος μέ τόν τάδε πού σέ χειροτόνησε, γιατίἔχεις τήν ἴδια Χάρη. Καταργοῦμε ἔτσι τήν ἰσοτιμία τῶν ἐπισκόπων καί μετά ἔχουμεπολλά παρατράγουδα… ἀνθρώπινες ὑποχρεώσεις δηλαδή! Μέ χειροτόνησε ὁἈρχιεπίσκοπος, ἄρα ἔχω ὑποχρέωση καί ἐγώ νά τοῦ κάνω ὑπακοή. Δέν ἔχεις καμίαὑποχρέωση. Ὑποχρέωση ἔχεις στό Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτό σέ χειροτόνησε. Ἀλλάβλέπετε πῶς κι ἐμεῖς προτεσταντίζουμε καί παπίζουμε… Αὐτό εἶναι παπισμός… νάλές μέ χειροτόνησε ὁ τάδε… τό Ἅγιο Πνεῦμα σέ χειροτόνησε..«Ὅπως εἶπε ὁ Χριστός στούς Ἀποστόλους «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον», ἔτσι καί αὐτοίὑποτίθεται ὅτι ἔχουν καί δίνουν Πνεῦμα Ἅγιον», ὅτι εἶναι χριστοί δηλαδή. «Καίδίδεται Πνεῦμα Ἅγιον στούς ἐπισκόπους τους, γιά νά μποροῦν αὐτοί μαζί μέ τόνΠάπα τῆς Ρώμης, πού ἔχει καί αὐτός τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, νά ἀποφαίνωνται σωστάπερί τῶν θεμάτων πού τούς ἀπασχολοῦν… Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ὅμως ἔχουμετούς Προφῆτες, τούς Ἀποστόλους καί τούς Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι ἁπλῶςαὐθεντίες ἀφ’ ἑαυτοῦ των», ἐπειδή εἶναι ἐπίσκοποι ἄς ποῦμε εἶναι αὐθεντίες, «ἀλλάεἶναι αὐθεντίες ἐξ αἰτίας τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως καί μόνον».Τότε εἶναιαὐθεντίες.Καί βλέπεις τόν Ἅγιο Νικόλαο πού εἶναι ἀγράμματος κι ὅμως εἶναι αὐθεντία πίστεωςκαί βάζει στή θέση του τόν Ἄρειο. Καί μπορεῖ ἄλλος νά ἔχει καί διδακτορικά, νάεἶναι καθηγητής πανεπιστημίου Θεολογίας καί νά μήν ἔχει ἰδέα ἀπό κάθαρση καίφωτισμό καί θέωση. Ἑπομένως εἶναι αὐθεντία; Καμία αὐθεντία δέν εἶναι… Τίποταδέν εἶναι καί θά πεῖ καί πάρα πολλά ἐσφαλμένα πράγματα, γιατί δέν ἔχει ἐνεργό τόἍγιο Πνεῦμα.«Ὁπότε καί ὁ καθένας, ὁ ὁποῖος φθάνει στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, γίνεται καίαὐτός αὐθεντία, ἐπειδή μετέχει στήν αὐθεντία ἐκείνων» τῶν ἁγίων καί θεοφόρωνΠατέρων δηλαδή. «Αὐτός δέν λέγει τίποτε διαφορετικό ἀπ’ ὅτι εἶπαν ἐκεῖνοι, διότιἀπέκτησε κοινή ἐμπειρία μέ ἐκείνους». Ἄν διαβάσετε τόν Ἅγιο Πορφύριο, λέει302
ἀκριβῶς τά ἴδια μέ αὐτά πού λένε οἱ Πατέρες ἐδῶ καί 2000 χρόνια, δέν παρεκκλίνεικαθόλου. Γιατί, ἀκριβῶς, ἔχει τήν ἴδια ἐμπειρία τῆς θεώσεως.«Ὅσοι ἔχουν τήν ἴδια ἐμπειρία, λένε τά ἴδια πράγματα». Γι’ αὐτό, σᾶς ἔλεγα, ὅτι ἄνγίνει -πού ἔχουν προγραμματίσει νά γίνει- αὐτή ἡ Σύνοδος το 2016, ἄν δέν ποῦνε τάἴδια πράγματα μέ τίς προηγούμενες Συνόδους, θά εἶναι ἄκυρη. Δέν θά εἶναιΟἰκουμενική Σύνοδος, θά εἶναι μία ληστρική Σύνοδος, ἄν ποῦνε ἀντίθετα πράγματαμ’ αὐτά πού εἶπαν μέχρι τώρα οἱ ἅγιοι Πατέρες.«Ὁ ὁρισμός τῆς Μεταφυσικῆς ἤ τῆς Ὀντολογίας εἶναι ὅτι εἶναι μία ἐπιστήμη, ἡ ὁποίαἀσχολεῖται μέ ἐκεῖνο πού δέν ἀλλάζει, μέ ἐκεῖνο πού παραμένει ἀναλλοίωτο, μέ τό«ὄντως ὄν» ἤ ἀκόμη καί μέ ἐκεῖνο τό ὁποῖο παραμένει ἀναλλοίωτο γιά ἕνα πολύμεγάλο χρονικό διάστημα, τό ὁποῖο ὅμως δέν μπορεῖ νά ἐλεγχθεῖ. Συμβαίνει ὅμωςσήμερα οἱ θετικές ἐπιστῆμες νά ἔχουν ἀποδείξει ὅτι στόν κτιστό κόσμο τά πάνταεἶναι σχετικά, τά πάντα ἀλλάζουν» ἐξ οὗ καί ἡ θεωρία τῆς σχετικότητας.«Γι’ αὐτό σήμερα ἔχει πλήρως ἐγκαταλειφθεῖ ἡ ἄποψις ὅτι ὑπάρχει κάτι τό«ὀντολογικόν», ἐξ ἐπόψεως τοῦ παραμένοντος, τοῦ αμεταβλήτου». Τίποτα δέν εἶναιἀμετάβλητο ἀπό τά κτιστά τά ὁποῖα μελετάει ἡ φιλοσοφία. «Ἀπό τήν Ἀστρονομίακυρίως ξέρουμε ὅτι ἐδῶ καί περίπου 15 δισεκατομμύρια χρόνια, ὅσο εἶναι ἡ ἡλικίατοῦ σύμπαντος, ὁ κόσμος συνεχῶς ἀλλάζει καί μαζί του ὅλα τά κτίσματα». Μᾶς λένεοἱ Ἀστρονόμοι πώς κινοῦνται τά οὐράνια σώματα μέ τεράστιες ταχύτητες μέσα στόἀχανές σύμπαν.«Στήν Ὀρθοδοξία ὅμως, ὅταν μιλᾶμε γιά τόν Θεό, λέμε ὅτι ὁ Θεός «πάντοτε ὑπῆρχεκαί πάντοτε θά ὑπάρχει». Εἶναι ὁ ὄντως ὤν καί ὁ ἀεί ὤν καί ὁ ἀΐδιος. Αὐτό τίσημαίνει; Μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ Θεολογία ὅτι ὁ Θεός ὑπάρχει πάντοτε καί ὑπῆρχεπάντοτε καί θά ὑπάρχει πάντοτε. Ἀλλά αὐτό τί μᾶς ἀποκαλύπτει; Μᾶς ἀποκαλύπτειτήν οὐσία τοῦ Θεοῦ; «Μᾶς ἀποκαλύπτει τό εἶναι τοῦ Θεοῦ;», τήν ὀντολογία τοῦΘεοῦ; «Ὄχι, βέβαια». Τί εἶναι στήν ὀντολογία ὁ Θεός δέν μᾶς ἀποκαλύπτει, δέν τόξέρουμε. «Εἶναι κάτι τό ἀποφατικό. Σημαίνει δηλαδή ἡ παραπάνω ἔκφρασις ὅτι ὁΘεός δέν εἶναι σάν αὐτά τά πράγματα τοῦ κτιστοῦ κόσμου πού μεταβάλλονται καί τάὁποῖα κάποτε δημιουργήθηκαν», ὁπότε ἔχουν ἀρχή.Ὁ Θεός δέν ἔχει ἀρχή.«Ὑπάρχουν γιά ἕνα διάστημα καί μετά σταματοῦν νάὑπάρχουν». Θά ἔχουν ἕνα τέλος. Ὅλος ὁ κόσμος θά ἔχει ἕνα τέλος, εἶναι ἡσυντέλεια. Ὁ Θεός ὅμως οὔτε ἀρχή ἔχει οὔτε τέλος. Εἶναι κάτι τελείως διαφορετικόἀπό αὐτά τά ὄντα πού ξέρουμε. «Ὁ Θεός πάντα ὑπῆρχε καί πρίν ὑπάρξει αὐτός ὁκόσμος καί θά ὑπάρχει καί μετά τό τέλος αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀναλλοίωτος. Αὐτόσημαίνει ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀΐδιος καί ἀθάνατος κατά φύσιν», ὄχι κατά χάρη. Ἀπό τήνφύση Του ὁ Θεός εἶναι ἀθάνατος. Ἐμεῖς γινόμαστε ἀθάνατοι κατά χάρη, ἐπειδή τόθέλει ὁ Θεός καί μᾶς τό δίνει.303
Αὐτή ὅμως ἡ ἔκφρασις – ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀΐδιος καί ἀθάνατος κατά φύσιν – μᾶςλέγει τί δέν εἶναι ὁ Θεός», εἶναι ἔκφραση ἀποφατική. «Ὄχι τό τί εἶναι. ἩΜεταφυσική ὅμως ἐπιστήμη εἶναι – σύμφωνα μέ τούς ὁπαδούς της – ἡ ἐπιστήμη τοῦὄντος» καί μᾶς λέει τί εἶναι στήν οὐσία του κάτι. «Ὄχι τοῦ μή ὄντος. Ἐξετάζει,δηλαδή, αὐτό πού ὑπάρχει, αὐτό πού εἶναι. Ὄχι ἐκεῖνο πού δέν εἶναι, πού δένὑπάρχει». Ἄρα δέν ἔχει θέση ἡ Μεταφυσική στή Θεολογία.Οἱ Πατέρες, ὅταν ὁμιλοῦν γιά τόν Θεό, λένε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἄγνωστος κατά τήνοὐσία Του. Δέν γνωρίζουμε τό «εἶναι» τοῦ Θεοῦ, τό τί εἶναι ὁ Θεός, τό ὄντως ὄν.Λένε μάλιστα ὅτι οὔτε μποροῦμε ποτέ νά γνωρίσουμε τόν Θεόν κατά τήν οὐσία Του.Ξέρουμε μόνον ὅτι ὑπάρχει. Πῶς τό ξέρουμε αὐτό; Ἐπειδή μᾶς ἔχει ἀποκαλύψει τήνδόξα Του, τήν ἐνέργειά Του, τό Φῶς Του. Καί, ὅταν βλέπει κανείς τό Φῶς τοῦ Θεοῦ,δέν καταλαβαίνει, δέν γνωρίζει, δέν μπορεῖ νά γνωρίσει τό «τί εἶναι ὁ Θεός»στήνοὐσία Του. Γι’ αὐτό λέμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι Μυστήριο».Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης304
α.Στοχασμός, θεολογία καί ἐπιστήμη β.Διαφορά Ὀρθοδόξων - αἱρετικῶν καί ὁ ἀληθινός Θεολόγος (Πατερική Θεολογία – 23ο Μέρος)Συνεχίζουμε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννη τοῦΡωμανίδη τό κεφάλαιο «Στοχασμός στήν Ὀρθόδοξη θεολογία». Ἔχουμε πεῖ ὅτι ἡθεολογία δέν εἶναι στοχαστική ἀλλά εἶναι ἀληθινή, εἶναι ἐμπειρική θεολογία. ΣτήνὈρθόδοξη θεολογία ὑπάρχει ἄραγε στοχασμός; Λέει ὁ π. Ἰωάννης «ὑπάρχει καίστοχασμός, ὅπως ἀκριβῶς ὑπάρχει στοχασμός καί στίς θετικές ἐπιστῆμες. Στίςθετικές ἐπιστῆμες ὁ κάθε ἐρευνητής, γιά νά προχωρήσει στήν ἔρευνά του, προβάλλεισυνεχῶς ὑποθέσεις καί δέν τολμάει νά υἱοθετήσει τίς ὑποθέσεις αὐτές καί νά τίςμεταβάλει σέ ἀξιώματα, πρίν ἐλεγχθεῖ ἡ ὀρθότητά τους ἀπό τήν ἐμπειρία, δηλαδή τήνἐμπειρική γνώση μέ βάση τίς ἐπιστημονικές μεθόδους».Κάνει πειράματα καί ἐπαληθεύει αὐτό πού ὑποθέτει πώς εἶναι ἀληθινό. «Στίς θετικέςἐπιστῆμες δέν θά μποροῦσε νά ὑπάρξει πρόοδος, ἄν δέν ὑπῆρχε ὁ στοχασμός ἐπάνωστίς κτηθεῖσες γνώσεις. Μέ βάση αὐτόν τόν στοχασμό οἱ ἐπιστήμονες δημιουργοῦνθεωρίες καί προβάλλουν ὑποθέσεις, τίς ὁποῖες ἐν συνεχεία ἐλέγχουν μέ τήνπαρατήρηση καί τό πείραμα, ἄν εἶναι ὀρθές». Ἔχουν κάποια δεδομένα, τά συνθέτουνμέ τή σκέψη τους καί φτιάχνουν μιά θεωρία, ἡ ὁποία ἑρμηνεύει, θά λέγαμε, αὐτά τάδεδομένα πού ἔχουν. Ἀλλά θά πρέπει μετά αὐτή τήν θεωρία νά τήν ἐπαληθεύσουνκαί μέ τό πείραμα.«Ὁ στοχασμός ὅμως, πού ὑπάρχει στήν Ὀρθόδοξο Θεολογία, συνεχῶς λιγοστεύειὅσο κανείς προχωρεῖ στήν θεογνωσία». Ὅσο γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό καί τάπερί τοῦ Θεοῦ τόσο ὁ στοχασμός μειώνεται, «διότι ὁ στοχασμός αὐτός ἐλέγχεται καίπεριορίζεται συνεχῶς ὑπό τό φῶς τῆς ἀποκαλύψεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» καί δένχρειάζεται πλέον ὁ ἄνθρωπος νά στοχάζεται ἀλλά ἔχει ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. «Οἱστοχασμοί καί οἱ ὑποθέσεις ἀντικαθίστανται ἀπό τήν γνώση», πού βιώνει ὁἄνθρωπος πού καθαρίζεται καί φωτίζεται. «Προχωρώντας κανείς ἀπό τήν κάθαρσηστόν φωτισμό, ὁ στοχασμός μειώνεται. Πλήρης κατάργηση τοῦ στοχασμοῦσυμβαίνει ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάσει στήν θέωση, ὅταν δηλαδή ἀντικρύσει τήν ἴδιατήν Ἀλήθεια, ἡ ὁποία τοῦ ἀποκαλύπτεται καί ἡ ὁποία εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός». Μάλισταἐκεῖ, στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, καταργεῖται καί ἡ προσευχή, ἐφόσον ὁ ἄνθρωποςἔχει βρεῖ αὐτό πού ζητάει μέ τήν προσευχή του, τόν Θεό.«Ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας παραμένει ἀναλλοίωτη δια μέσου τῶν αἰώνων, ὅσονἀφορᾶ στήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Καί τοῦτο, διότι ἡ ἀποκάλυψη τοῦΘεοῦ στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἴδια δια μέσου τῶν αἰώνων». Ὁ Θεός καί τῆς Παλαῖας305
Διαθήκης καί τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ὁ ἴδιος. Γι’ αὐτό καί ἡ Ἱερά Παράδοση εἶναιἀναλλοίωτη. «Ἦταν καί εἶναι πάντα ἡ ἴδια, σέ ὅλους τούς θεούμενους ἀπό τήν ἐποχήτοῦ Ἀδάμ μέχρι τώρα. Ὅλοι οἱ θεούμενοι (Προφῆτες, Ἀπόστολοι, Ἅγιοι), δέχονταιτήν ἴδια ἐμπειρία ἐν Ἁγίω Πνεύματι κατά τήν θέωση, ὅταν δηλαδή τούςἀποκαλύπτεται ὁ Χριστός». Δηλαδή, τήν ἴδια ἐμπειρία εἶχε ὁ προφήτης Μωυσῆς πούεἶδε τήν βάτο τήν φλεγομένη καί μή καταφλεγομένη, τήν ἴδια ἐμπειρία εἶχαν καί οἱἈπόστολοι στό Θαβώρ καί τήν ἴδια ἐμπειρία εἶχε καί ὁ ἅγιος Πορφύριος, ὁ ἅγιοςΣιλουανός, οἱ σύγχρονοι ἅγιοι.«Ἡ μόνη διαφορά σέ αὐτήν τήν ἐμπειρία εἶναι ὅτι στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Χριστόςἀποκαλύπτεται ἄσαρκος, ὡς ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος, ἐνῶ στήν Καινή Διαθήκη,ὅπου μεσολαβεῖ ἡ Ἐνσάρκωσις τοῦ Λόγου στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ Χριστόςἀποκαλύπτεται μέ τήν δεδοξασμένη Του ἀνθρώπινη φύση, κατά ἀνάλογο τρόπο μέἐκεῖνον πού ἀποκαλύφθηκε στό ὄρος Θαβώρ στούς τρεῖς Ἀποστόλους. Αὐτάσημαίνουν ὅτι στήν Ὀρθόδοξη Θεολογία ἡ γνῶσις περί τοῦ Θεοῦ ἁπλῶςἐπιβεβαιώνεται ἐπανααποκαλυπτομένη στούς θεουμένους τῆς κάθε ἐποχῆς». Ὁ κάθεθεούμενος πού ἔχει μία ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ ἐπιβεβαιώνει τούς προηγουμένουςθεουμένους, πού ἔχουν περιγράψει τήν ἴδια ἐμπειρία.«Ἡ γνῶσις αὐτή, ἡ ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, εἶναι πάντα τῆς αὐτῆςφύσεως».Εἶναι δηλαδή ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου. «Ἔχει ὅμως διαβαθμίσεις, δηλαδήδιαφορετικό βαθμό πληρότητος στόν κάθε θεούμενο. Ὅταν ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται σέἕναν ἄνθρωπο, ἀποκαλύπτεται στό μέτρο πού ὁ Θεός θέλει καί πού ὁ συγκεκριμένοςἄνθρωπος μπορεῖ νά δεχθεῖ, νά χωρέσει, τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ». Δέν μποροῦν νάχωρέσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τό ἴδιο. «Ὁ μέγιστος βαθμός ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦστόν ἄνθρωπο εἶναι ἐκεῖνος τῆς Πεντηκοστῆς. Τότε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ὁδήγησετούς Ἀποστόλους «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν», ὅπως τούς εἶχε προείπει ὁ Κύριος, ὅτιθά ἔρθει ὁ Παράκλητος καί θά «ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν» (Ἰω.16,13). Αὐτός εἶναι ὁ μέγιστος βαθμός ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο.Τώρα ἔχει ἕνα κεφάλαιο «Δυτική Θεολογία καί μοντέρνα -σύγχρονη- ἐπιστήμη».«Στόν Μεσαίωνα οἱ Εὐρωπαῖοι εἶχαν μία γεωκεντρική ἀντίληψη περί τοῦσύμπαντος. Πίστευαν, δηλαδή, ὅτι ἡ γῆ εἶναι τό κέντρο τοῦ σύμπαντος καί ὅτι τάἄστρα περιστρέφονται γύρω ἀπό τήν γῆ. Ἔρχονται κατόπιν οἱ πρῶτοι ἀστρονόμοιτῆς μοντέρνας ἐποχῆς, συγκεκριμένα ὁ Γαλιλαῖος καί ἀποδεικνύει ὅτι δένπεριστρέφεται ὁ ἥλιος γύρω ἀπό τήν γῆ», ὅπως πίστευαν μέχρι τότε, «ἀλλά ἡ γῆγύρω ἀπό τόν ἥλιο. Αὐτό τό συμπέρασμα τό ἔβγαλε ἀπό παρατηρήσεις πού ἔκανε μέτό τηλεσκόπιό του. Ἀπέδειξε δηλαδή ἐκεῖνο πού ὑπεστήριζε μέ τήν παρατήρηση. Δέντό ἀπέδειξε μέ φιλοσοφικά ἐπιχειρήματα», ἀλλά μέ τήν ὅραση, τό εἶδε. «Οἱ τότεἐκκλησιαστικές ἀρχές δέν ἐπείσθησαν (παρ’ ὅ,τι ὁ ἴδιος παρότρυνε καί αὐτούς τούςἐπισκόπους -τῆς Δύσης, τούς παπικούς ἐπισκόπους- νά κοιτάξουν μέσα ἀπό τότηλεσκόπιό του καί τούς ἐξηγοῦσε τί ἔβλεπαν) καί κόντεψε νά καεῖ ἐπάνω στήν πυράὡς αἱρετικός ἀπό τήν Ἱερά Ἐξέταση!». Βλέπετε, ὅταν κανείς δέν ἔχει αὐτή τήν306
μεθοδολογία τῆς γνώσεως ἐξ ἐμπειρίας, ἀλλά βασίζεται στόν στοχασμό, στήνφιλοσοφία, στή λογική, κάνει λάθη. Ἡ ἐμπειρία τόν διαψεύδει. Καί πρέπει νά ἔχειτουλάχιστον τήν ταπείνωση νά πεῖ ὅτι: ναί, ἔκανα λάθος. Ἀλλά αὐτοί δέν εἶχαντέτοια ταπείνωση. Ἀπείλησαν, λοιπόν, ὅτι θά τόν κάψουν τόνΓαλιλαῖο.«Ἀναγκάσθηκε νά δηλώσει μετάνοια (!) γιά νά ἀποφύγει τόνθάνατο». Μετανοοῦσε, δηλαδή, γιά αὐτά πού ἔλεγε, ἐνῶ ἦταν ἀλήθεια. «Ἔκτοτεδημιουργήθηκε ἡ ὑποψία ὅτι τά γνωστά περί τοῦ φυσικοῦ κόσμου δέν ἦσαν ὅπως τάπεριέγραφαν -μέχρι τότε- οἱ θεολόγοι (οἱ ὁποῖοι τότε στήν Δύση, ἦταν οἱγραμματισμένοι, οἱ σπουδασμένοι τῆς κοινωνίας καί οἱ διανοούμενοι τῆς ἐποχῆς),ἀλλά ἀλλιῶς ἦταν ὁ κόσμος καί ἀλλιῶς περιεγράφετο μέχρι τότε».Γίνεται μία ἀνατροπή δηλαδή τῆς γνώσης τῶν θεολόγων ἀπό τήν ἐπιστήμη.«Στόν Μεσαίωνα» τῶν δυτικῶν θεολόγων, πάντοτε μιλᾶμε γιά τήν Δύση, «ὁἈριστοτέλης ἀπέκτησε τόσο μεγάλο κύρος», στήν Δύση πάλι, «ὥστε ἡ αὐθεντία τουἦταν ἰσάξια ἐκείνης τῆς Ἁγίας Γραφῆς». Ὁ Ἀριστοτέλης πρέπει νά ξέρουμε ὅτιὑπεστήριζε ὅτι ἡ γῆ εἶναι ἐπίπεδη καί ὄχι στρογγυλή. «Τότε ἡ Ἁγία Γραφήἑρμηνευόταν ὑποχρεωτικά βάσει τῶν ἀντιλήψεων τοῦ Ἀριστοτέλους. Ὅποιοςδιαφωνοῦσε μέ τόν Ἀριστοτέλη, ὅπως τόν ἑρμήνευαν οἱ Φράγκοι, κινδύνευε νά χάσειτήν ζωή του!». Βλέπουμε, πού φτάνει ἡ πλάνη καί ἡ ἐμπιστοσύνη στόν λογισμό καίστόν στοχασμό. «Γιά τόν λόγο αὐτό μεταξύ τῶν θετικῶν ἐπιστημόνων τῆς Δύσεωςὑπάρχει μία ὑποσυνείδητη ἐμπάθεια πρός τό πρόσωπο τοῦ Ἀριστοτέλους, ὄχι διότι ὁἴδιος δέν ἦταν σπουδαῖος φιλόσοφος καί ἐρευνητής περί τῶν φυσικῶν πραγμάτων,ἀλλά ἐπειδή ὁ Φραγκικός Μεσαίωνας βασίσθηκε τόσο πολύ στόν Ἀριστοτέλη.Ἕνας λόγος πού σήμερα ἔχουμε αὐτήν τήν σπουδαία ἐξέλιξη στίς θετικές ἐπιστῆμεςστήν Δύση εἶναι ὅτι οἱ θετικοί ἐπιστήμονες γιά μεγάλο χρονικό διάστημα ἤσκησαναὐστηρή κριτική στό λογικό σύστημα τοῦ Ἀριστοτέλου,ς γιά νά φθάσουν ἐκεῖ πούἔφθασαν. Σκοπός τους βέβαια ἦταν νά ρίξουν τήν αὐθεντία τῆς Ἐκκλησίας ἐπάνωστά θέματα τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν». Γι’ αὐτό καί ἀμφισβήτησαν τόν Ἀριστοτέληκαί ἔτσι προχώρησε ἡ ἐπιστήμη. «Αὐτό βέβαια δημιούργησε προβλήματα στήνΔυτική Παράδοση ὄχι μόνο γιά τούς Παπικούς, ἀλλά καί γιά τούς Προτεστάντες, οἱὁποῖοι τώρα μᾶς κάνουν καί τούς μοντέρνους οἱ περισσότεροι καί ξεχνοῦν ὅτι καί οἱἴδιοι οἱ Μεταρρυθμιστές (Λούθηρος κλπ), ἦσαν ἐπίσης ἀφοσιωμένοι στήν παλαιάἀντίληψη περί τοῦ κόσμου». Δηλαδή, βλέπετε, ὅτι καί τίς ἐπιστημονικές ἀντιλήψειςτίς ἔκαναν δόγματα, ἐνῶ δέν εἶναι σωστό αὐτό. Μέ τόν τρόπο αὐτό λειτουργοῦσανἀνασταλτικά γιά τήν ἐπιστήμη.«Αὐτή ἡ παλαιά ἀντίληψη περί τοῦ κόσμου φαίνεται σαφῶς καί στίς ἀντιλήψεις τῶνΔυτικῶν τοῦ Μεσαίωνα γύρω ἀπό τά θέματα Παραδείσου – Κολάσεως ὡς καί τῆςσχέσεως τῆς γῆς μέ τόν Παράδεισο καί τήν Κόλαση. Καί ἐδῶ ἔχομε τά ποιήματα τοῦDante (Δάντη), ὁ ὁποῖος στήν πραγματικότητα ἦταν ἕνας δεισιδαίμων καίστενοκέφαλος, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε ἰδέα περί Πατερικῆς Παραδόσεως, ὅπως τήνγνωρίζουμε ἐμεῖς. Ἀπό Ὀρθοδόξου πλευρᾶς ἦταν ἁπλῶς ἕνας σκοταδιστής, καί δή307
τοῦ Μεσαίωνος. Ὁ Dante ἦταν ὁ πατέρας τῆς Ἀναγεννήσεως στήν Δύση καί ἦτανἕνα παιδί ἀφοσιωμένο στήν θεολογική καί θρησκευτική παράδοση τῶν Φράγκων καίτίποτε ἄλλο. Τό ἴδιο ἱσχύει καί γιά τόν Boccacio (Βοκκάκιο) καί γιά τόν Petrarch(Πετράρχη), οἱ ὁποῖοι θεωροῦνται καί αὐτοί συμπατέρες τῆς ΕὐρωπαϊκῆςἈναγεννήσεως».«Ἡ Εὐρωπαϊκή Ἀναγέννηση (Renaissance) καί ὁ λεγόμενος Ἀνθρωπισμός» τίεἶναι; «Δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία ἐπιστροφή στίς ἀρχαῖες Ἑλληνικές κλασσικέςσπουδές». Ἐνῶ εἴχαμε τό Εὐαγγέλιο, εἴχαμε τούς Ἅγιους Πατέρες, στή Δύσηἀγνοοῦνται οἱ Πατέρες καί ἐπιστρέφουν στήν πρό Χριστοῦ γραμματεία καί γνώση,φιλοσοφία καί κατάσταση. Καί αὐτό τό ὀνομάζουν ἀναγέννηση, ἐνῶ οὐσιαστικάεἶναι ὀπισθοδρόμηση. «Εἶναι δηλαδή μία ἐπιστροφή στήν Κλασσική ἐποχή καί μίαἀναγέννηση τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς γραμματείας γενικότερα, ἀλλά καί τῆςφιλοσοφίας. Αὐτήν τήν ἀναγέννηση τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς κλασσικῆς φιλοσοφίαςδέν τήν προκάλεσε ὁ ἴδιος ὁ Dante, διότι αὐτή εἶχε ἀρχίσει τουλάχιστον δύο αἰῶνεςπρίν. Ὁ Dante εἶναι ἀποδεδειγμένο ὅτι ἦταν ὁπαδός τοῦ Θωμᾶ τοῦ Ἀκινάτη». ὉΘωμᾶς Ἀκινάτης εἶναι ἀπό τούς κορυφαίους θεολόγους τῆς Δύσης. «Τό δέ ἔργο τουμέ τίτλο Θεία Κωμωδία (Divina Commedia) εἶναι μία ποιητική ἀπόδοση τῆςθεολογίας τοῦ Θωμᾶ τοῦ Ἀκινάτου», ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπό τούς θεμελιωτές τῆςσχολαστικῆς θεολογίας, τῆς θεολογίας δηλαδή πού βασίζεται στήν λογική.«Ὅμως ἄρχισε νά ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ἑρμηνεία τοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτη ἐπάνω στόνἈριστοτέλη δέν ἦταν σωστή, ὅτι δηλαδή ἦταν μία παρερμηνεία. Συνέβη, ὅμως, μετάτήν ἐξέλιξη τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν στήν Δύση, κυρίως ὅμως μέ τίς ἐπαναστατικέςμελέτες πού ἀρχίζουν μέ τήν Ἀστρονομία, μέ τό ἀστρονομικό σύστημα πού ἀρχίζεινά καθιερώνεται ἀπό τόν Γαλιλαῖο καί ἐντεῦθεν, νά κλονίζεται σοβαρά ἡ αὐθεντίατοῦ Ἀριστοτέλους. Ἔτσι φθάνουμε σήμερα στό σημεῖο νά μήν ὑπάρχει, νομίζω,σοβαρός ἄνθρωπος – ἐκτός βέβαια ἀπό κάποιους πού ζοῦν στήν Ἑλλάδα!», ἐδῶεἰρωνεύεται λίγο… «πού νά εἶναι ὁπαδός τοῦ Ἀριστοτέλη ἤ τοῦ Πλάτωνα. Δένὑπάρχουν πλέον ὁπαδοί τους. Ὑπάρχουν βέβαια μελετητές», ὅπως ὑπάρχουνμελετητές, «πού μελετοῦν ὁποιονδήποτε διανοούμενο τῆς ἱστορίας».«Αὐτή ὅμως ἡ διάκριση μεταξύ φιλοσόφου καί ἱστορικοῦ τῆς φιλοσοφίας δέν εἶναιἀντιληπτή ἐδῶ στήν Ἑλλάδα, διότι ἐκεῖνο πού παρετήρησα ἀπό τότε πού ἦλθαἐδῶ», εἶχε ἔλθει στήν Ἑλλάδα ὁ π. Ἰωάννης ἀπό τήν δεκατία τοῦ ’50, «εἶναι ὅτι οἱΝεοέλληνες μελετοῦν μέ μεγάλη ἀγάπη μόνο ἀνθρώπους τοῦ παρελθόντος, μέ τούςὁποίους συμφωνοῦν. Δηλαδή, ἔχουμε ἐδῶ τό καλός καί τό κακός. Ἄν κάποιος εἶναικαλός, μᾶς ἀρέσει καί ὅλα ὅσα λέγει εἶναι σωστά! Ἐνῶ, ἄν εἶναι κακός, ὅλα ὅσαλέγει δέν εἶναι σωστά! Δηλαδή ἤ μαῦρο θά εἶναι ἤ ἄσπρο. Γίνεται δηλαδή μίαἁπλοποίηση, μία διαστροφή τῆς ἱστορικῆς πραγματικότητας. Ὁπότε, ἄν ποῦμε ὅτι ὁΠλάτων εἶναι σπουδαῖος, αὐτό σημαίνει ὅτι ὀφείλουμε νά δεχώμεθα ὅ,τι ὁ Πλάτωνδιδάσκει. Διότι, ἄν ὁ Πλάτων εἶναι σπουδαῖος, πρέπει νά διδάσκει τήν ἀλήθεια! Ἄνκάποιος δέν διδάσκει τήν ἀλήθεια, τότε εἶναι ἕνας ἄχρηστος. Ἔτσι, ἄν ὁ Πλάτων δέν308
διδάσκει τήν ἀλήθεια, τότε εἶναι ἕνας ἄχρηστος! Ἔτσι ὅμως γίνεται μίασύγχυση». Θέλει νά πεῖ ὁ π. Ἰωάννης ὅτι ὑπάρχουν καί καλά στοιχεῖα στόν Πλάτωνα,δέν μποροῦμε νά τά ἀπορρίψουμε ὅλα. Ἀλλά οὔτε πάλι, ἐπειδή τά ἄλλα εἶναι σωστάεἶναι κι αὐτό σωστό. Δέν μποροῦμε νά τά δεχόμαστε ὅλα ἀβασάνιστα.«Αὐτό τώρα σέ συνδυασμό μέ τόν Νεοελληνικό πατριωτισμό σημαίνει ὅτι ὅλοι οἱἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦσαν σπουδαῖοι». Ὑπάρχει μιά τέτοια ἀντίληψη. Ἀλλά δέν εἶναιὅλα ὅσα εἶπαν καί ἔγραψαν οἱ ἀρχαῖοι ὡραῖα καί καλά. «Καί ὁ Πλάτων καί ὁἈριστοτέλης ἦσαν σπουδαῖοι. Ἔτσι, καί μόνο γι’ αὐτόν τόν λόγο, πρέπει καί σήμερανά ὑπάρχουν ὁπαδοί τοῦ Πλάτωνα καί τοῦ Ἀριστοτέλη!». Πάλι ἐδῶ μιά λεπτήεἰρωνεία… «Δέν ξέρω βέβαια ἄν ἐδῶ στήν Ἑλλάδα ὑπάρχει σήμερα κανένας ὁπαδόςτοῦ Πλάτωνα, μεταξύ ὅμως τῶν θρησκευομένων ἤ ἐξ ἐπόψεως τῆς κουλτούρας τῶνθρησκευομένων ὑπῆρχε μία ἀδυναμία γιά τόν Πλάτωνα. Ἀλλά βλέπουμε ὅτι μεταξύτῶν θεολογικῶς φιλοσοφούντων στούς θεολογικούς κύκλους τῆς Ἑλλάδος ὑπάρχειμία τάση νά ρέπουν πρός τόν Ἀριστοτέλη. Τά τελευταῖα χρόνια ὅμως ἐμφανίζονταιμερικοί, οἱ ὁποῖοι μᾶλλον ἀρέσκονται στόν Ὑπαρξισμό»,μιά φιλοσοφία ἀπό τήνΔύση.«Γιά νά ἀποδείξουμε λοιπόν ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μοντέρνοι, λέμε ὅτιοἱ Πατέρες εἶναι Πλατωνικοί, ἐάν ἡ μόδα εἶναι ὁ Πλάτων. Ἄν ὅμως ἡ μόδα ἀπαιτεῖ,γιά νά εἶναι κανείς μοντέρνος, νά εἶναι Ἀριστοτελικός, τότε ξεθάβουν τίς Πατερικέςἀναφορές στόν Ἀριστοτέλη, γιά νά δείξουν ὅτι ἕνας π.χ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἔχειἀσχοληθεῖ μέ τόν Ἀριστοτέλη καί κάνει ἑρμηνεῖες σχετικές· ἔτσι δημιουργοῦν καίἕνα Πατέρα Ἀριστοτελικό, ὥστε ἔτσι νά διασώζεται ἡ ὑπόληψις τῆς ΠατερικῆςΠαραδόσεως…». Ἡ ἀλήθεια ὅμως εἶναι διαφορετική. Οἱ Πατέρες χρησιμοποίησανφιλοσοφικές γνώσεις καί ὁρολογίες, ἀλλά δέν ὑποτάχτηκαν στήν ἀρχαία ἑλληνικήφιλοσοφία. «Ὅσοι ὅμως σπούδασαν στήν Εὐρώπη ἤ στήν Ἀμερική, εἶδαν ὅτι δέν ἔχεικαί πολλή πέραση οὔτε ὁ Πλάτων οὔτε ὁ Ἀριστοτέλης καί ὅτι στόν μένἈγγλοσαξονικό κόσμο ἐπικρατεῖ ὁ λογικός θετικισμός, ἐνῶ στήν Εὐρώπη καί κυρίωςστήν Γαλλία ἐπικρατεῖ ὁ ὑπαρξισμός».«Οἱ ὑπαρξιστές διαιροῦνται στούς ἄθεους ὑπαρξιστές», ὅπως ἦταν ὁ Ζαν-ΠωλΣαρτρ, ἄν τόν εἴχατε ἀκούσει «καί στούς θρησκευομένους ὑπαρξιστές. Ὁπότε αὐτοί,γιά νά στηρίξουν τήν Ὀρθοδοξία νά μή πέσει κάτω» καί ἐδῶ εἰρωνικά τόλέει,«διαβάζουν τούς θρησκευομένους ὑπαρξιστές!». Θέλουμε, δηλαδή, ὁπωσδήποτενά ὑποτάξουμε τούς Πατέρες στήν φιλοσοφία! Ἐνῶ δέν εἶναι σωστό αὐτό. Καί νάλέμε ὁ τάδε πατέρας εἶναι ὑπαρξιστής, ὁ ἄλλος εἶναι Ἀριστοτελικός, ὁ ἄλλος πατέραςτῆς Ἐκκλησίας εἶναι Πλατωνικός… «Βέβαια δέν ξέρω ἄν τούς καταλαβαίνουν,πάντως τουλάχιστον τούς μιμοῦνται», ἐννοεῖ τούς ὑπαρξιστές. «Ἔρχονται λοιπόνστήν Ἑλλάδα καί γράφουν βιβλία περί ὑπαρξισμοῦ γιά νά εἰσαγάγουν τά Ἑλληνικάνιάτα στά νάματα τοῦ ὑπαρξισμοῦ, ὥστε νά γίνουμε καί ἐμεῖς μοντέρνοι. Ἔτσι, ὅλοκαί περισσότερο μοντέρνοι γινόμαστε καί πιθηκίζουμε καί ἀληθινά μοντέρνοι ποτέδέν γινόμαστε». Ἀληθινά σύγχρονοι εἶναι μόνο οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι εἶπαν κάτι309
πού εἶναι διαχρονικό. Ἄρα εἶναι πάντα σύγχρονο. Ἐνῶ ὅλα αὐτά πού ἔρχονται ὡςμοντέρνα φροῦτα ἀπό τήν Εὐρώπη εἶναι κάτι προσωρινό καί πρόσκαιρο, τό ὁποῖοἤδη ἔχει παλιώσει.«Ποιά εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν».«Ἐξ ἐπόψεως τώρα τῆς Παραδόσεως δέν εἶναι τό ἴδιο πράγμα ἡ μοντέρνα Ὀρθοδοξίαμέ τήν παραδοσιακή Ὀρθοδοξία. Ὑπάρχει βέβαια κάτι τό κοινό, ἡ Ἁγία Γραφή· αὐτήὅμως εἶναι μέρος τῆς Παραδόσεως. Τό πρόβλημα ὄμως εἶναι ποιά εἶναι ἡ οὐσία τῆςΠαραδόσεως· ποιός εἶναι ὁ πυρῆνας τῆς Παραδόσεως. Αὐτόν θά τόν βρεῖ κανείς, ἄνπροσεγγίσει τό θέμα, ὅπως θά ἔκανε σέ μία ὁποιαδήποτε θετική ἐπιστήμη».«Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἔχουμε ἐκτός τῆς προφορικῆς Παραδόσεως καί γραπτάκείμενα. Ἔχουμε τήν Παλαιά Διαθήκη, ἔχουμε τήν Καινή Διαθήκη, ἔχουμε τίςἀποφάσεις καί τά πρακτικά τῶν Οἱκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων, ἔχουμε τάσυγγράμματα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Τέτοια ὅμως γραπτά κείμενα ἔχουν σέποσότητα καί οἱ Παπικοί καί οἱ Προτεστάντες. Ὁπότε τίθεται τό θέμα, ποιά εἶναι ἡβασική διαφορά μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν πιστῶν τῶν ἄλλων Χριστιανικῶνδογμάτων. Γιατί οἱ μέν νά εἶναι Ὀρθόδοξοι καί οἱ ἄλλοι αἱρετικοί; Ποιά εἶναι ἡοὐσιαστική διαφορά μεταξύ Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν;». Κι ἐκεῖνοι ἔχουνε βιβλία κιἐκεῖνοι ἔχουνε -ὑποτίθεται- οἰκουμενικές συνόδους καί -ὑποτίθεται- ἔχουν κι αὐτοίτήν Καινή καί τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπως κι ἐμεῖς. Ἄν καί σέ μερικά σημεῖα εἶναιἀλλοιωμένη, ἰδιαίτερα ἀπό τούς προτεστάντες. Ποιά εἶναι ἡ βασική διαφορά ὅμως;«Νομίζω τήν βασική διαφορά μποροῦμε νά τήν κατανοήσουμε, ἄν πάρουμε γιάπαράδειγμα τήν Ἰατρική ἐπιστήμη. Ἐκεῖ ἔχουμε τούς γιατρούς πού ἀνήκουν στόνἸατρικό Σύλλογο. Ἄν δέν εἶναι κάποιος γιατρός μέλος τοῦ Ἰατρικοῦ Συλλόγου, δένμπορεῖ νά ἐξασκήσει τό ἐπάγγελμα τοῦ γιατροῦ. Γιά νά εἶναι ἕνας γιατρός νόμιμος,πρέπει ὄχι μόνο νά εἶναι ἀπόφοιτος μιᾶς ἀναγνωρισμένης Ἰατρικῆς Σχολῆς, ἀλλά καίμέλος τοῦ Ἰατρικοῦ Συλλόγου. Τά ἴδια ἰσχύουν καί γιά τούς δικηγόρους. Στίςἐπιστῆμες αὐτές ὑπάρχει μία συνεχής δοκιμασία· διότι, ἄν παρεκτραπεῖ κάποιος, ὡςπρός τήν ὀρθή ἐξάσκηση τοῦ ἐπαγγέλματός του, τότε δικάζεται ἀπό τό ἁρμόδιοὄργανο τοῦ ἐπαγγελματικοῦ Συλλόγου στόν ὁποῖο ἀνήκει καί ἀποβάλλεται τοῦἐπαγγελματικοῦ Σώματος». Τοῦ ἀφαιροῦν τήν ἄδεια ἐξάσκησης ἐπαγγέλματος, ὅτανἀποδειχτεῖ ὅτι δέν ἐξασκεῖ σωστά τό λειτούργημά του.«Τό ἴδιο ὅμως συμβαίνει καί στήν Ἐκκλησία. Ἡ ἀντίστοιχη διαδικασία μέσα στόΣῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀποβολή δηλαδή ἤ ἡ ἀποκοπή κάποιου μέλους Της,ὀνομάζεται ἀφορισμός· προκειμένου δέ περί ἐκκλησιαστικοῦ ἀξιώματοςκαθαίρεσις». Ἔχουμε κληρικούς οἱ ὁποῖοι ἔχουν καθαιρεθεῖ. Καί ἀνώτατουςκληρικούς καί πατριάρχας καί ἐπισκόπους καί πρεσβυτέρους καί κάθε βαθμίδος.Γιατί αὐτό; Διότι ἀποδείχτηκε ἐν τοῖς πράγμασι ὅτι δέν λειτουργοῦν σωστά μέσαστήν Ἐκκλησία. Καί τί σημαίνει δέν λειτουργῶ σωστά, νά τό ποῦμε ἁπλά; Δέν310
θεράπευαν. Γιατί οἱ λειτουργοί τοῦ Ὑψίστου, οἱ πρεσβύτεροι κατεξοχήν καί οἱἐπίσκοποι, εἶναι ἰατροί τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων. Ἡ βασική διαφορά, ἑπομένως,εἶναι ὅτι στήν μέν Ὀρθοδοξία καί ὅσοι εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία, δέν ἔχουνκαθαιρεθεῖ ἤ ἀφοριστεῖ, εἶναι γιατροί, πραγματικοί γιατροί τῶν ψυχῶν καί τῶνσωμάτων, οἱ δε εὑρισκόμενοι στήν αἵρεση εἶναι αὐτοί πού ἔχουν ἀποβληθεῖ, ἄρα δένθεραπεύουν. Ἡ αἵρεση, ἑπομένως, δέν θεραπεύει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.«Ἔτσι οἱ αἱρετικοί ἀφορίζονται ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας», γιατί ἀκριβῶς δένλειτουργοῦν θεραπευτικά γιά τά μέλη τοῦ Σώματος. «Ὅπως στόν ἰατρικό χῶρο σέἕναν κομπογιαννίτη (ψευτογιατρό) δέν εἶναι δυνατόν νά τοῦ ἐπιτραπεῖ νά θεραπεύει,ἔτσι καί στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι δυνατόν νά ἐπιτραπεῖ σέ ἕναν αἱρετικό νάθεραπεύει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Διότι, ἐπειδή εἶναι αἱρετικός, δέν γνωρίζει, δένμπορεῖ νά θεραπεύει». Θά ἰσχύσει ἐκεῖ ἡ Παροιμία «ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν»(Λουκ. 4,23). Ὁ αἱρετικός εἶναι αὐτός πού δέν ἔχει σωστή δόξα γιά τόν Θεό, ἄρα δένἔχει ὁ ἴδιος πρόσβαση στήν ἀλήθεια καί στό φῶς, ἄρα στή ζωή, στήν ὑγεία τήνπνευματική. Πῶς θά δώσει ὑγεία στούς ἄλλους; Νά ἡ βασική διαφορά αἵρεσης καίὈρθοδοξίας. Ἡ αἵρεση δέν θεραπεύει, ἡ Ὀρθοδοξία θεραπεύει.«Ὁπότε, ὅπως δέν εἶναι δυνατόν νά γίνει ποτέ ἕνωση μεταξύ κάποιου Συλλόγουκομπογιαννιτῶν γιατρῶν καί τοῦ Ἰατρικοῦ Συλλόγου», ἀλλοίμονο ἄν γίνει αὐτό τόπράγμα… «ἔτσι δέν εἶναι ποτέ δυνατόν νά γίνει ἕνωση μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καίτῶν αἱρετικῶν», τῶν Παπικῶν ἄς ποῦμε καί τῆς Ὀρθοδοξίας. Δέν εἶναι δυνατή ἡἕνωση ποτέ, γιατί εἶναι τελείως ἀντίθετα πράγματα. Γι’ αὐτό ἔλεγε καί ὁ ἍγιοςΠορφύριος, μή φοβᾶστε τόν Πάπα, γιατί εἶναι τελείως διαφορετικά πράγματα, εἶναικτιστό καί ἄκτιστο, εἶναι φῶς καί σκότος, εἶναι ἀλήθεια καί πλάνη.«Ἕνας πραγματικός γιατρός δέν εἶναι ἐκεῖνος πού ἁπλῶς διαβάζει πολλά ἰατρικάβιβλία». Καί στήν Δύση ἔχουν πλῆθος βιβλία, ἐγκυκλοπαίδειες κ.λ.π. Ἀλλά δένγίνεσαι ἔτσι γιατρός, οὔτε φτάνεις στήν ἀλήθεια μόνο μέ τήν μελέτη. Ἕναςπραγματικός γιατρός εἶναι «ἐκεῖνος πού ἔχει μέν ἀποφοιτήσει ἀπό τήν Ἰατρική Σχολήἑνός Πανεπιστημίου, συγχρόνως ὅμως ἔχει μαθητεύσει γιά ἕνα σημαντικό διάστημακοντά σέ ἕναν πεπειραμένο καθηγητή ἀποδεδειγμένης ἱκανότητας νά θεραπεύειἀρρώστους». Ἔτσι καί στήν θεολογία, γιά νά γίνει κανείς ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶνσωμάτων τῶν ἀνθρώπων δέν ἀρκεῖ μόνο νά διαβάσει ἤ ἀκόμα καί νά πάει στήνΘεολογική Σχολή, ἀλλά πρίν ἀπό αὐτό πρέπει νά κάνει κάθαρση, ἀγῶνα στήν ψυχήτου, κάνοντας ὑπακοή. Γιατί δέν μπορεῖ κανείς νά κάνει κάθαρση, ἄν δέν κάνειἐργασία ἀνάλογη μ’ αὐτή πού γίνεται στά μοναστήρια, ὅπου κανείς πηγαίνει σ’ ἕνανΓέροντα, κοντά σ’ ἕναν θεραπευμένο ἄνθρωπο δηλαδή καί τοῦ κάνει ὑπακοή. Καί τίσημαίνει τοῦ κάνει ὑπακοή; Ὑποτάσσεται καί ἀκολουθεῖ τίς ὁδηγίες πού τοῦ δίνειἐκεῖνος, ὥστε νά προχωρήσει στή διαδικασία τῆς κάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ. Τότε,ἀφοῦ θεραπευτεῖ, μπορεῖ κι αὐτός μετά νά θεραπεύει καί ἄλλους.311
«Ποιός εἶναι, τώρα, ὁ ἀληθινός θεολόγος; Θεολόγος εἶναι μόνο ἐκεῖνος πού διάβασεπολλά θεολογικά βιβλία καί εἶναι ἐνημερωμένος ἐπάνω στήν σχετικήβιβλιογραφία;». Ὄχι, βέβαια! «Αὐτός ὅμως μοιάζει μέ ἕναν μικροβιολόγο π.χ. πούδιάβασε μέν πολλά βιβλία ἐπάνω στήν ἐπιστήμη του, ἀλλά δέν χρησιμοποίησε ποτέἕνα μικροσκόπιο οὔτε ἔκανε ἐργαστηριακές ἀναλύσεις κλπ». Δέν ἔχει κάνει δηλαδήκαθόλου πράξη. Αὐτός φυσικά δέν εἶναι γιατρός. Ἔτσι καί στή θεολογία λέμε τόγνωστό ρητό «πρᾶξις θεωρίας ἐπίβασις». Γιά νά φτάσεις στήν θεωρία τοῦ Θεοῦδηλαδή, γιά νά δεῖς τόν Θεό καί νά ἔχεις ἑπομένως λόγο γιά τόν Θεό, νά μπορεῖς νάμιλήσεις γιά τόν Θεό, νά εἶσαι θεολόγος, θά πρέπει νά περάσεις πρῶτα ἀπ’ τήνπράξη. Καί ἡ πρᾶξις εἴπαμε εἶναι ἡ ὑπακοή καί ὅλα ὅσα περιλαμβάνει αὐτός ὁ ὅρος,δηλαδή νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, κακοπάθεια καί ταπείνωση.«Σέ ὅλες τίς θετικές ἐπιστῆμες, ἐκεῖνος πού ἔχει ὁ λόγος του κύρος καί εἶναιαὐθεντία στήν ἐπιστήμη του, εἶναι πάντα ἐκεῖνος πού ἔχει ἐμπειρία τοῦ ἀντικειμένουἤ τοῦ φαινομένου στό ὁποῖο ἀναφέρεται καί τό ὁποῖο ἔχει μελετήσει, δηλαδή ἐκεῖνοςπού ἔχει τήν ἐμπειρία τῆς παρατηρήσεως καί κατανοεῖ τά φαινόμενα πούπαρατηρεῖ». Ὄχι ἁπλῶς μιλάει θεωρητικά, ἀλλά τά ἔχει δεῖ κιόλας. Ἔχει ἐμπειρίαδιαμέσου τῶν αἰσθήσεων.«Στήν Πατερική ὁρολογία αὐτή ἡ ἐμπειρία τῆς παρατηρήσεως τῶν ἐνεργειῶν τοῦἉγίου Πνεύματος λέγεται θεωρία. Τό πρῶτο σκαλοπάτι τῆς θεωρίας» ἤ ἀλλιῶςθεοπτίας, «εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς αὐτενεργούσης προσευχῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματοςμέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἐμπειρία τῆς εὐχῆς». Ἡ πρώτη ἐμπειρία δηλαδήτοῦ Θεοῦ εἶναι νά αἰσθανθεῖ μέσα του ὁ ἄνθρωπος τό Ἅγιο Πνεῦμα πού προσεύχεται.Ἡ προσευχή του δηλαδή δέν γίνεται ἀπό τόν ἴδιο ἀλλά εἶναι αὐτενεργοῦσα, γίνεταιἀπό μόνη της. «Μέ τήν εὐχή, ὅταν εἶναι ἐνεργουμένη ἀπό τήν Χάρη τοῦ ἉγίουΠνεύματος, ἀρχίζει νά θεμελιώνεται ἡ ἐνδιάθετος πίστις στόν ἄνθρωπο». Αὐτή ἡἐνδιάθετος πίστη, ἡ ἐσωτερική πίστη, δέν εἶναι πλέον μία πίστη ἔτσι ἁπλή, ἀλλά εἶναιμία πίστη πού ἐπιβεβαιώνεται ἀπό ἐμπειρικά δεδομένα. Αὐτό τό γεγονός τῆςαὐτενεργούσης προσευχῆς εἶναι ἕνα ἐμπειρικό γεγονός, ἕνα ἐμπειρικό δεδομένο καίὁ ἄνθρωπος πού τό ἔχει αὐτό πλέον καταλαβαίνει ὅτι κάτι ὑπάρχει, κάτι συμβαίνει.Ὁ Θεός, στόν Ὁποῖο πιστεύει βέβαια θεωρητικά, ὑπάρχει καί ἐνεργεῖ μέσα του καίἑπομένως προχωράει ὁ ἄνθρωπος σ’ ἕναν ἀνώτερο βαθμό πίστεως πούἐπιβεβαιώνεται καί ἀπό τά γεγονότα. «Διά τῆς ἐμπειρίας αὐτῆς τῆς Χάριτος τοῦἉγίου Πνεύματος ὁ Χριστιανός ἀρχίζει νά θεωρεῖ τόν Θεόν, νά γνωρίζει τόν Θεόν. ὉΧριστιανός τώρα ἔχοντας τήν βοήθεια τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μέὁδηγούς τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, δηλαδή τούς Προφῆτες καί τούςἈποστόλους, καθώς καί τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἑρμηνεύουν ἐν ἉγίωΠνεύματι τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, μπορεῖ νά κάνει καί ὁ ἴδιος σωστήἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί νά ἐμβαθύνει στά ρητά καί στά νοήματα τῆς ἉγίαςΓραφῆς καί τῶν κειμένων τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας». Γιατί; Γιατί ἔχει τό ἴδιοΠνεῦμα μέ τό Ὁποῖο γράφτηκαν αὐτά τά κείμενα. Ἔχει δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα312
ἐνεργό μέσα του. Ὁπότε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τόν διδάσκει καί τήν ἑρμηνεία αὐτῶνπού διαβάζει, τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης.«Σέ ὁρισμένες περιπτώσεις κατά διαστήματα μπορεῖ ὁ Χριστιανός αὐτός νάἀνεβαίνει σέ ὑψηλότερα στάδια θεωρίας», ἐκτός ἀπό τό βασικό πού εἴπαμε τήναὐτενεργοῦσα προσευχή. Νά ἀνεβαίνει «π.χ. σέ ἔλλαμψη ἤ, ὅταν θέλει ὁ Θεός, σέμέθεξη τοῦ ἀκτίστου Φωτός, δηλαδή σέ θέωση. Ἀπό Πατερικῆς ἀπόψεως θεολόγοςεἶναι ἐκεῖνος πού ἔφθασε σέ θέωση, διότι τότε γίνεται ἀπλανής, ὁπότε μπορεῖ νάθεολογεῖ χωρίς φόβο νά πέσει σέ πλάνη. Δηλαδή θεολόγοι κατά τούς Πατέρες εἶναιμόνον οἱ θεόπτες». Αὐτοί πού εἶδαν τόν Θεό εἶναι ἀληθινοί θεολόγοι καί ὄχι αὐτοίπού ἔχουν ἕνα πτυχίο Θεολογίας. Αὐτοί εἶναι θεολογοῦντες καί ὑπάρχει βέβαιαμεγάλη πιθανότητα λάθους, ὅταν θεολογοῦν, ἐκτός ἄν ἀκολουθοῦν τούς θεόπτες,δηλαδή τούς ἁγίους Πατέρες. Τό βασικό δόγμα εἶναι «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοιςΠατράσι», νά ἀκολουθοῦμε τούς ἁγίους Πατέρες. Εἶναι μεγάλο λάθος αὐτό πού λένεκάποιοι ὅτι ἐμεῖς σήμερα δέν χρειαζόμαστε τούς Πατέρες… οἱ λεγόμενοιμεταπατερικοί θεολόγοι. Μά πῶς θά πορευτεῖς ἄν δέν ἔχεις ὁδηγούς τούς ἁγίουςΠατέρες, ἐφόσον ἐσύ ὁ ἴδιος δέν εἶσαι Πατέρας; Ἐκτός ἄν ἔχεις φτάσεις στήν θέωση.Ἄν εἶχες φτάσει στήν θέωση ὅμως, σέ καμιά περίπτωση δέν θά ἔλεγες ἄς ἀφήσουμετούς ἁγίους Πατέρεςʾ. Θά ἤσουν ταπεινός καί θά ἔλεγες ναί, νά πάω πίσω ἀπό τούςἁγίους Πατέρεςʾ.«Ἡ Ἐκκλησία τόν τίτλο τοῦ κατ’ ἐξοχήν θεολόγου τόν ἔδωσε σέ πολύ λίγουςΠατέρες, ἄν καί πολλοί Ἅγιοι θεολόγησαν. Οἱ θεολογοῦντες σέ ἀντιδιαστολή μέ τούςθεολόγους εἶναι ὅσοι ἔφθασαν μόνο στήν κατάσταση φωτισμοῦ, τῆς ἀδιαλείπτουδηλαδή καρδιακῆς εὐχῆς, οἱ ὁποῖοι ὅμως, ἐπειδή ἔχουν φωτιστεῖ ἀπό τήν Χάρη τοῦἉγίου Πνεύματος, μποροῦν καί θεολογοῦν ἐπάνω στήν ἐμπειρία τῶν θεουμένων,χωρίς οἱ ἴδιοι νά παράγουν καινούργια Θεολογία». Αὐτοί οἱ θεολογοῦντες μιλοῦνσωστά γιά τόν Θεό, ὅταν βασίζονται πάνω στούς θεουμένους καί στήν ἐμπειρία τῶνθεουμένων.«Βέβαια ὑπάρχουν καί οἱ διανοητικά θεολογοῦντες, οἱ ὁποῖοι θεολογοῦν, ἐπειδήἔχουν ἁπλῶς διαβάσει μερικά θεολογικά βιβλία, πράγμα ὅμως πού ἀπαγορεύεται ἀπότούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας». Κανονικά δηλαδή, γιά νά μιλήσεις γιά τόν Θεό, θάπρέπει νά ἔχεις προχωρήσει τουλάχιστον μέχρι τό στάδιο τοῦ φωτισμοῦ.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης313
Περί προσευχῆς (Πατερική Θεολογία - 24ο Μέρος)Πρίν μποῦμε στό θέμα μας, ἤθελα νά σᾶς πῶ σύντομα τήν ἑρμηνεία αὐτοῦ τοῦχωρίου πού ἀκούσαμε τό πρωί στό Εὐαγγέλιο, τό ὁποῖο μπορεῖ νά ἐγείρει κάποιουςλογισμούς. Λέει γιά τήν Παναγία «οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆςτόν πρωτότοκον» (Ματθ. 1,25) καί ἴσως πάει ὁ λογισμός σέ κάποιους ὅτι μέχρι τότεδέν εἶχαν σαρκικές σχέσεις καί μετά εἶχαν. «Οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν», δέν τήν εἶχεγνωρίσει ὀ Ἰωσήφ, «ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον». Τί σημαίνειαὐτό; Οἱ αἱρετικοί Προτεστάντες τό κατανοοῦν ἔτσι, ὅτι δηλαδή μετά ἡ Παναγία εἶχεσχέσεις μέ τόν Ἰωσήφ. Ὁπότε δέν εἶναι καί Ἀειπάρθενος.Ἔτσι οἱ Προτεστάντες ὑποτιμοῦν τήν Παναγία, τήν βρίζουν, ὅτι δέν εἶναι Παρθένος,ὅτι δέν εἶναι Ἀειπάρθενος. Οἱ Παπικοί -ὑποτίθεται- τήν ἐξυψώνουν μέ τήν «ἄσπιλησύλληψη», πού λένε ὅτι ἡ σύλληψή της δέν ἤτανε μέ φυσικό τρόπο, μέ φυσιολογικότρόπο, ἀλλά ὅτι ἦταν ὑπερφυσική, τό ὁποῖο εἶναι κι αὐτό αἵρεση, εἶναι λάθος.Προσπαθώντας τάχα νά τήν ἐξυψώσουν, τί κάνουν; Τήν ὑποτιμοῦν. Γιατί, ἄν εἶναι ἡσύλληψή της ἄσπιλη, δέν ἔχει καί προπατορικό ἁμάρτημα, ἑπομένως δέν ἔχει καίαὐτή τήν ροπή πού ἔχουμε ὅλοι πρός τήν ἁμαρτία. Ἄρα, δέν ἔκανε καί κόπο ἡΠαναγία, γιά νά ἔχει αὐτή τήν ἀρετή πού εἶχε… Οὐσιαστικά, λοιπόν, τήν ὑποτιμοῦνοἱ Παπικοί, οἱ λεγόμενοι Ρωμαιοκαθολικοί, μέ τό νά λένε ὅτι ἦταν ἄσπιλη ἡ σύλληψήτης. Οἱ δέ Προτεστάντες λένε ὅτι δέν ὑπάρχει τό Ἀειπάρθενο στήν Θεοτόκο.Ποιά εἶναι τώρα ἡ σωστή ἑρμηνεία τοῦ «οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόναὐτῆς τόν πρωτότοκον»;Μᾶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυστόστομος ὅτι τό «ἕως» δένσημαίνει ὅτι μέχρι τότε δέν εἶχαν, ἀλλά ἀπό ἐκεῖ καί μετά εἶχαν. Αὐτό τόχρησιμοποιεῖ ἡ Ἁγία Γραφή σέ πολλές περιπτώσεις. Ἄς ποῦμε λέει γιά τόν κόρακα ὁὁποῖος ἔφυγε ἀπό τήν κιβωτό τοῦ Νώε καί πῆγε νά δεῖ τί γίνεται μέ τό νερό ὅτι «δένἐπέστρεψε ἕως ὅτου ἔπαψε τό νερό» (Γεν. 8,7). Αὐτό τί σημαίνει ὅτι μετά ἐπέστρεψε;Ὄχι, βέβαια. Καί σέ πολλές ἄλλες περιπτώσεις ἡ Ἁγία Γραφή χρησιμοποιεῖ αὐτό τό«ἕως», ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι μετά ἀλλάζουν τά πράγματα. Ἄς ποῦμε εἶπε ὁ Κύριος«θά εἶμαι μαζί σας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28,20). Τί σημαίνει ὅτιμετά τήν Δευτέρα Παρουσία δέν θά εἶναι μαζί μας; Ὄχι βέβαια, καί μετά τήνΔευτέρα Παρουσία πάλι μαζί μας θά εἶναι.Ἑπομένως, αὐτό τό «ἕως» δέν σημαίνει ὅτι μετά εἴχανε σχέσεις. Ἡ Ἁγία Γραφή μᾶςτό λέει ὅτι δέν εἶχαν σχέσεις μέχρι νά γεννηθεῖ ὁ Χριστός καί αὐτό σημαίνει ὅτι ἡσύλληψη καί ἡ γέννηση τοῦ Κυρίου εἶναι ὑπερφυσική, εἶναι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.Ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι μετά εἶχαν. Νομίζω τό καταλαβαίνουμε… Ἄλλωστε τόχρησιμοποιοῦμε κι ἐμεῖς. Λέει ἡ μητέρα στά παιδιά: καθίστε ἥσυχοι ἕως ὅτου νά314
γυρίσω. Δηλαδή μόλις γυρίσω νά κάνετε φασαρία; Ὄχι. Καί μετά τό ἴδιο. Δένσημαίνει τό «ἕως» ὅτι μετά ἀλλάζει τό πράγμα καί γίνεται τό ἀντίθετο.Τό ἄλλο πάλι πού λέει «τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον», τί σημαίνει; Ὁ πρωτότοκοςδέν σημαίνει ὅτι ὑπῆρχε καί δευτερότοκος καί τριτότοκος. Τό πρωτότοκος δένσημαίνει δηλαδή τό πρῶτο παιδί. Ἀλλά ἡ ἔννοια πού ἔχει τό πρωτότοκος εἶναι αὐτόςπού διανοίγει μήτρα. Ἦταν, δηλαδή, τό παιδί αὐτό τό πρωτογενές, πού γεννιότανπρῶτο. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὑπῆρχε καί δεύτερο καί τρίτο. Τό παιδί αὐτό, τό ὁποῖογεννοῦσε πρῶτο ἡ γυναίκα, θά ἔπρεπε, ἄν ἦταν ἀρσενικό (ἄρρεν), νά ἀφιερωθεῖ στόνΘεό. Αὐτή τήν ἔννοια ἔχει τό πρωτότοκος, ὄχι ὅτι ἡ Παναγία εἶχε κι ἄλλα παιδιά.Νομίζω εἶναι κατανοητό.Τώρα, πάλι σέ σχέση μ’ αὐτό τό θέμα, ὑπάρχει μία αἱρετική ἀπεικόνιση, ἡ ὁποίαδυστυχῶς κυκλοφορεῖ πολύ στούς Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι εἶναι λίγο ἐπιφανειακά θάἔλεγα σχετιζόμενοι μέ τήν Ἐκκλησία, σχετικά μέ τήν ἀπεικόνιση τῆς «ἉγίαςΟἰκογένειας», πού ἔχει τήν Παναγία καί τόν Ἅγιο Ἰωσήφ νά τήν ἔχει σχεδόνἀγκαλιασμένη, μέ τό χέρι πάνω στόν ὦμο της. Αὐτή ἡ εἰκόνα κυκλοφορεῖ καί τήνεἶχα δεῖ νά πωλεῖται καί σέ μοναστήρι. Ἀπό ὅ,τι ἔμαθα πολλοί ἄνθρωποι τήνἀγοράζουν. Δέν ξέρω γιατί… ἴσως τούς ἀρέσει πού ἐκφράζει τήν οἰκογένεια. Κατ’ἀρχάς καί ἡ ἔκφραση «Ἁγία Οἰκογένεια» δέν εἶναι σωστή, γιατί δέν ἦταν οἰκογένεια.Ὁ Ἅγιος Ἰωσήφ δέν ἦταν σύζυγος τῆς Παναγίας. Ἀλλά, δυστυχῶς, ἐκεῖ ποντάρουν οἱἄθεοι καί οἱ Προτεστάντες, πού φτιάχνουν καί ταινίες.Πρόσφατα μάλιστα σέ μία ταινία πρόβαλλαν αὐτό τό πράγμα, ὅτι εἶχαν σχέσεις, ὅτιἦταν κανονικό ζευγάρι. Βέβαια ἀπό τούς αἱρετικούς ὅλα νά τά περιμένεις… Ἀλλά νάτά ἔχουμε κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι… καί νά τά υἱοθετοῦμε, αὐτό πιά εἶναι μεγάληπλάνη καί ἀνοησία. Λοιπόν, αὐτή ἡ εἰκόνα τί ὑπονοεῖ; Ὅτι εἶχαν σαρκικές σχέσεις.Καταργεῖ τό Ἀειπάρθενο τῆς Θεοτόκου, τό ὁποῖο φυσικά εἶναι αἵρεση, εἶναιβλασφημία στήν Παναγία. Γι’ αὐτό, δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχουμε τέτοια εἰκόνα στόσπίτι μας καί ὅπου τήν βλέπετε νά τούς τό λέτε. Αὐτή ἡ εἰκόνα θά πρέπει νάκαίγεται, ἄν ὑπάρχει σέ κάποιο σπίτι. Δέν εἶναι σωστή, εἶναι αἱρετική. Αὐτά μέἀφορμή τό σημερινό εὐαγγέλιο.Τώρα θά ἤθελα νά συνεχίσουμε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ τήν Πατερική Θεολογία,ὅπου ἔχει ἕνα ὠραιότατο κεφάλαιο «Περί προσευχῆς» καί λέει ὁ π. Ἰωάννης: «Ἐάνπαρευρεθεῖτε ποτέ σέ συνάξεις Παπικῶν ἤ Προτεσταντῶν, ἐπικρατεῖ ἡ συνήθεια νάκάνουν αὐτοσχέδιες προσευχές». Δυστυχῶς καί ἐδῶ συνηθίζεται αὐτό. Ὅσοιπηγαίνατε σέ Ὀργανώσεις ἤ σέ κύκλους Ἁγίας Γραφῆς κ.λ.π. θά τό εἴχατεσυναντήσει. Αὐτό θέλει προσοχή, γιατί δέν μποροῦν ὅλοι νά προσευχηθοῦν μέαὐτοσχέδιο τρόπο. Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς ἔχει δώσει τίς καθιερωμένεςπροσευχές, πού εἶναι ἀσφαλεῖς. Γιατί, δυστυχῶς, δέν εἶναι ὅλοι στό ἐπίπεδο αὐτό πούνά μποροῦν νά κάνουν αὐτοσχέδια προσευχή. «Αὐτή ἡ παράδοση –τῶν αὐτοσχέδιωνπροσευχῶν– προέρχεται κυρίως ἀπό τήν Προτεσταντική ἐπανάσταση, τότε πού315
διάβαζαν πολύ προσεκτικά τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη. Διάβαζαν δηλαδή τότεστό Εὐαγγέλιο ὅτι ἔρχεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί προσεύχεται μέσα στόνἄνθρωπο». Τό λέει αὐτό ἡ Ἁγία Γραφή. Ἀλλά τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν ἔρχεται ἔτσιτυχαῖα, οὔτε ἔρχεται σέ ὅλους… Ἔρχεται ὑπό προϋποθέσεις, ὅταν ὑπάρχει κάθαρσηκαί ὁ ἄνθρωπος ἔχει χαλιναγωγήσει τουλάχιστον τά πάθη του, ἔχει φτάσει στόνφωτισμό καί ἔχει ὁλοκληρώσει καί τόν φωτισμό. Ὁπότε ἐκεῖ, αἰσθάνεται καί ἀκούειτό Ἅγιο Πνεῦμα νά προσεύχεται μέσα του. Ἀλλά, κατά τούς Προτεστάντες, ὅλοιἔχουν τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα τους καί ἑπομένως, ὅλοι ἔχουν φτάσει στόν φωτισμό καίμποροῦν νά ἑρμηνεύσουν καί τήν Ἁγία Γραφή. Γι’ αὐτό ἔχουν σχεδόν 23.000παραφυάδες καί καθένας λέει διαφορετικά πράγματα. Ἀλλά κατ’ αὐτούς σέ ὅλουςμιλάει τό ἴδιο Ἅγιο Πνεῦμα… Ἄν εἶναι δυνατόν! Καί νά λέει 23.000 διαφορετικάπράγματα τό Ἅγιο Πνεῦμα… Ἀπό αὐτό μόνο καταλαβαίνει κανείς τήν πλάνη.Πιστεύουν λοιπόν αὐτοί ὅτι «ὁ ἄνθρωπος ὑποκινεῖται στό νά προσεύχεται ἀπό τόἍγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἔρχεται μέσα του. Κατ’ αὐτούς λοιπόν ἀπόδειξη ὅτι κάποιοςἔχει ἐπάνω του Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός προσεύχεται». Ἀφοῦκάποιος προσεύχεται, σημαίνει ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα τόν κίνησε γιά νά προσευχηθεῖκαί μιλάει μέσα του. «Ἐπειδή λοιπόν στούς Προτεστάντες κατά τήν ἐποχή τῆςΜεταρρυθμίσεώς τους ὑπῆρχε αὐτή ἡ ἑρμηνεία, διετηρήθη μέχρι σήμερα σ’ αὐτούς.Πιστεύουν δηλαδή ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν θέλει νά προσευχηθεῖ, ἔρχεται ὑποχρεωτικάτό Πνεῦμα τό Ἅγιο, τό Ὁποῖο τόν ὑποκινεῖ καί τόν ἐμπνέει νά προσεύχεταισωστά», πού εἴπαμε εἶναι πλάνη, γιατί ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν ὑπάρχεικαθαρότητα. Δέν ἔρχεται ἀπροϋπόθετα.Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ὅμως δέν ἰσχύει αὐτό. Τί ἰσχύει; Ὅσες φορές «ἡ Γραφήὁμιλεῖ περί προσευχομένου Ἁγίου Πνεύματος μέσα στόν ἄνθρωπο, ὅταν δηλαδήλέγει ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα προσεύχεται μέσα στόν Προφήτη ἤ μέσα στόν Ἀπόστολο,δέν ὁμιλεῖ περί λογικῆς προσευχῆς, ἀλλά περί νοερᾶς. Αὐτή δηλαδή ἡ λατρεία, δένεἶναι λογική λατρεία, ἀλλά νοερά». Γίνεται δηλαδή μέ τήν καρδιά, τήν ὁποία κινεῖ ἡθεία Χάρις, καί ὄχι μέ τήν λογική. Ἡ προσευχή αὐτή πού κάναμε ἐμεῖςπροηγουμένως μέσα στήν Ἐκκλησία, ἦταν λογική προσευχή, ἦταν μέ τόν λόγο,δηλαδή μέ τό στόμα, μέ τήν ψαλμωδία καί μέ τήν διάνοια. Παρακολουθούσαμε,σκεφτόμαστε, διαβάζαμε, ψέλναμε καί προσευχόμαστε. Αὐτή λέγεται λογικήλατρεία. Ὑπάρχει καί ἡ ἄλλη λατρεία ἡ νοερά, ἡ ὁποία γίνεται μέ τήν καρδιά, ὄχι μέτόν λόγο, δέν ἀκούγεται. Αὐτή ἡ λατρεία εἶναι πού τελεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν ὁἄνθρωπος ἔχει τίς προϋποθέσεις, ἔχει καθαρίσει τήν καρδιά του μέ τήν μετάνοια, μέτήν ἐξομολόγηση, ὁπότε ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του καί, ἐφόσον ὁ ἄνθρωποςἔχει προχωρήσει στήν νοερά προσευχή, προσεύχεται πλέον Αὐτό μέσα στήν καρδιάτοῦ ἀνθρώπου.«Ἔτσι ὑπάρχει μέν ἡ λογική λατρεία, πού γίνεται μέ τήν λογική τοῦ ἀνθρώπου, τήνὁποία προσφέρουμε στόν Θεό, ὅταν διαβάζουμε ἤ ψάλλουμε τίς ἀκολουθίες τῆςἘκκλησίας. Ἡ Θεία Λειτουργία π.χ. εἶναι λογική λατρεία, ὅπως λογικές λατρεῖες316
εἶναι ὅλες οἱ τυπωμένες σέ κείμενα ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας». Ἔχουμε λ.χ. τήνἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ, εἶναι λογική λατρεία. Ἡ ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου. Ἡἀκολουθία τῶν Ὡρῶν, πρώτη ὥρα, τρίτη ὥρα, ἕκτη ὥρα, ἐνάτη ὥρα. Τήν ἀκολουθίατοῦ Μεσονυκτικοῦ. Ἡ νεκρώσιμος ἀκολουθία. Ἡ ἀκολουθία τοῦ Γάμου, ὅλα αὐτάπού ἔχουμε στήν Ἐκκλησία εἶναι λογική λατρεία.Ἡ καρδιακή προσευχή εἶναι ἡ πιό δυνατή προσευχή καί τέτοια προσευχή ἔκανε ὁΠροφήτης Μωυσῆ ς, ὅταν βρέθηκε μαζί μέ τούς Ἑβραίους μεταξύ Ἐρυθρᾶςθαλάσσης καί Αἰγυπτίων καί δέν ἤξερε τί νά κάνει. Καί τοῦ εἶπε ὁ Θεός: «τί βοᾷςπρός με;» (Ἔξοδ. 14,15). Δέν μιλοῦσε καθόλου μέ τό στόμα (!) ἀλλά ἡ καρδιά τουπροσευχόταν καί ἀκουγόταν αὐτή ἡ προσευχή του σάν βοή. Αὐτή λοιπόν ἡ προσευχήἡ καρδιακή εἶναι ποιοτικά ἀνώτερη καί ἐκεῖ πρέπει νά στοχεύουμε. Νάπροσπαθήσουμε νά προσευχόμαστε μέ τήν καρδιά μας, ὄχι μόνο μέ τήν διάνοια ἤ μέτό στόμα, λογικά, γιατί τότε, ξέρουμε πολύ καλά, πόσο εὔκολα χάνουμε τήνπροσευχή. Ἄν ὅμως μιλάει ἡ καρδιά, δέν τό χάνεις εὔκολα.«Ἡ νοερά λατρεία πού εἶναι ποιοτικά ἀνώτερης μορφῆς λατρεία, δέν εἶναιλατρεία πού προσφέρεται στόν Θεό ἀπό τόν ἄνθρωπο, μέ πρωτοβουλία τοῦἀνθρώπου». Προσέξτε! Γίνεται μέ πρωτοβουλία τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ παρακίνησητοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πῶς συμβαίνει αὐτό; Νά ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα νάπροσεύχεται μέσα στόν ἄνθρωπο; «Διότι σέ κάποιο στάδιο τῆς πνευματικῆςἀναπτύξεως τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο στόν ἄνθρωπο αὐτόν, στήνκαρδιά του, καί μετέφερε τήν λατρεία τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν ἐγκέφαλο στόν χῶρο τῆςκαρδιᾶς» καί ἀπό λογική λατρεία, διανοητική, ἔγινε καρδιακή, ἔγινε νοερά. «Ὁπότεστόν ἄνθρωπο αὐτόν γίνεται πλέον ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ νοερῶς στόν χῶρο τῆςκαρδιᾶς» καί τότε -προσέξτε- μιλᾶμε γιά ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί πλέον ἔχει κάνει τήνκαρδιά του θυσιαστήριο, Ἁγία Τράπεζα καί ἐκεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός προσεύχεται, ὅπωςκαί στήν λογική λατρεία, πού πᾶμε στήν Ἐκκλησία, στόν ναό καί προσφέρουμε στόνΘεό τόν Θεό, τόν Υἱόν Του. «Ἡ διάνοια παρακολουθεῖ τήν νοερά προσευχή», τήνπροσευχή δηλαδή πού κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν καρδιά, «ἀλλά δέν συμμετέχει μέλογικά σχήματα. Ἁπλῶς ἀφουγκράζεται τήν προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσαστήν καρδιά. Αὐτή εἶναι ἡ εὐχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τοῦἀνθρώπου».«Ὅταν τό Ἅγιο Πνεῦμα προσεύχεται νοερά μέσα στόν ἄνθρωπο, τότε ἐκεῖνος ὁἄνθρωπος τήν περίοδο ἐκείνη γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μάλιστα ὁχῶρος τῆς καρδιᾶς του γίνεται τό θυσιαστήριο -ἡ Ἁγία Τράπεζα δηλαδή- αὐτοῦ τοῦναοῦ». Αὐτός εἶναι ὁ προορισμός μας. Ἐκεῖ πρέπει νά στοχεύουμε, νά κάνουμε τόσῶμα μας καί τήν ψυχή μας ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί, λένε οἱ Ἅγιοι, αὐτόςεἶναι ὁ πιό πολύτιμος ναός. Ὄχι τά ντουβάρια πού φτιάχνουμε… κι αὐτάχρειάζονται. Τό πιό σημαντικό, ὅμως, εἶναι νά κάνεις ναό τήν ὕπαρξή σου, τόν ἑαυτό317
σου. Τότε ἀρέσεις στόν Θεό. Νά κάνεις θυσιαστήριο, Ἁγία Τράπεζα, τήν καρδιά σου.Λένε πολύ ὡραῖα οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅπως πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα δέν μπορεῖς νάβάλεις ὁτιδήποτε – μόνο τό Εὐαγγέλιο ὑπάρχει πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα – ἔτσι καίστήν καρδιά σου, πού πρέπει νά εἶναι ἡ Ἁγία Τράπεζα τῆς νοερᾶς λατρείας, δένπρέπει νά ὑπάρχει τίποτα, παρά μόνο ὁ Χριστός, γιατί τό Εὐαγγέλιο εἶναι ὁ Χριστός.Πού σημαίνει ὅτι δέν πρέπει στήν καρδιά σου νά ἔχεις κανέναν ἄλλο λογισμό.«Ὅταν», λοιπόν, «τό Ἅγιο Πνεῦμα προσεύχεται νοερά μέσα στόν ἄνθρωπο, τότε ὁἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὁ χῶρος τῆς καρδιᾶς του γίνεται τόθυσιαστήριο αὐτοῦ τοῦ ναοῦ. Καί τό αἰσθάνεται αὐτό ὁ ἄνθρωπος». Δέν γίνεταιἀνεπιγνώστως. «Ὁ ἄνθρωπος τότε γίνεται ἀκροατής τῆς εὐχῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.Τότε ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου γίνεται παπάς καί ψάλτης καί ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνοςβιώνει τῆς ἐσωτερική – μυστική ἱερωσύνη, γίνεται μέλος τοῦ ΒασιλείουἹερατεύματος». Γίνεται, δηλαδή, καί αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἱερέας. Οἱ Προτεστάντες,πού λέγαμε προηγουμένως, λένε ὅλοι εἴμαστε ἱερεῖς. Πῶς εἶστε ὅλοι ἱερεῖς; Πρέπεινά φτάσεις σ’ αὐτή τήν κατάσταση. Καί τότε νά εἶσαι ἱερέας μέ τήν γενική ἱερωσύνη,τήν μυστική ἱερωσύνη, τήν ἐσωτερική ἱερωσύνη. Ὄχι μέ τήν εἰδική ἱερωσύνη, νάμπορεῖ νά πηγαίνεις μετά νά κάνεις Θεία Λειτουργία. Ὄχι μέ αὐτή τήν ἔννοια. Ἀλλάμέ τήν ἔννοια ὅτι ἔχεις μέσα σου ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο συνεχῶςπροσφέρει θυσία στόν Θεό. «Τότε γίνεται ἐνεργεία μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ,δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας, διότι τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα τόν εἰσήγαγε στό μυστικόΣῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν ὄντως Ἐκκλησία».Τώρα, «τό Χρίσμα, τό ὁποῖο ἐδέχετο ὁ Χριστιανός στήν ἀρχαία Ἐκκλησία, ἦτανἀκριβῶς ἡ ἐπιβεβαίωση, ἡ σφραγίδα ὅτι ὁ Χριστιανός ἐκεῖνος εἶχε γίνει μέλος τοῦΣώματος τοῦ Χριστοῦ». Γι’ αὐτό εἴχαμε πεῖ κι ἄλλη φορά ὅτι δέν γινόταν τό Χρίσμαμαζί μέ τό ἅγιο Βάφτισμα. Γινόταν τό Βάφτισμα τό Μεγάλο Σάββατο καί τό Χρίσματήν Πεντηκοστή. Καί περίμεναν οἱ χριστιανοί ὅτι αὐτοί οἱ νεοφώτιστοι θά ἔφτανανσέ πενήντα μέρες σ’ αὐτή τήν κατάσταση, δηλαδή νά ἔχει ἔρθει ἐν τῶ μεταξύ τόἍγιο Πνεῦμα στήν καρδιά τους καί νά προσεύχεται νοερά. Ὁπότε ἔπαιρναν τόΧρίσμα ὡς ἐπιβεβαίωση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ὅτι εἶχαν γίνει ναοί τοῦ ἉγίουΠνεύματος.«Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, στόν ὁποῖο ἐνεργεῖται ἡ προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσαστήν καρδιά, θελήσει νά προσευχηθεῖ λογικά», ὄχι καρδιακά, λογικά, μέ τήν διάνοιακαί τό στόμα, «μπορεῖ νά τό κάνει αὐτό καί νά προσεύχεται μέ ἄλλους στίχους ἀπόἐκείνους πού ἀκούει μυστικά μέσα στήν καρδιά του». Μπορεῖ ἡ καρδιά του νά λέειΚύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ μεʾ καί μέ τό στόμα νά κάνει τήν λογική λατρεία, τήνΘεία Λειτουργία ἄν εἶναι ἱερέας ἤ ἄν εἶναι ψάλτης νά ξελειτουργεῖ τόνπαπά. «Μπορεῖ ὅμως ἐπίσης νά ἀφεθεῖ καί νά ἐπαναλαμβάνει ἤ νά ἀπαγγέλλει ἐκεῖναπού ἀκούει νά λέγονται μέσα στήν καρδιά του», νά συμπροσεύχεται δηλαδή μέ τόἍγιο Πνεῦμα.318
Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἕνας πού βρίσκεται σέ αὐτήν τήν πνευματική κατάστασητῆς νοερῆς προσευχῆς, «δέν κάνει αὐτοσχέδιες προσευχές, ἀλλά προσεύχεται λογικάχρησιμοποιώντας τίς προσευχές τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας. Διότι ἡ αὐτοσχέδιαπροσευχή πνευματικά εἶναι πάρα πολύ ἐπικίνδυνη γιά ὅσους δέν ἔχουν τίς ἀνάλογεςπνευματικές προϋποθέσεις». Λόγου χάρη ὁ Φαρισαῖος τοῦ Εὐαγγελίου ἔκανεαὐτοσχέδια προσευχή… Ἀλλά τί προσευχή ἦταν αὐτή; Εἰς ἁμαρτίαν. «Δέν εἶμαι σάντούς ἄλλους ἀνθρώπους, κάνω αὐτό καί αὐτό..». Δυστυχῶς, ἔρχονται μερικοίἄνθρωποι καί στήν ἐξομολόγηση καί μοῦ λένε: πάτερ, ἐγώ εἶμαι πολύ καλός, ἔχωκάνει τόσα πράγματα στήν Ἐκκλησία, εἶμαι μέ ὅλους ἀγαπημένος… καί ἀντί νά λέειτίς ἁμαρτίες του, ἐκθειάζει τόν ἑαυτό του. Ἔ, στάσου, λέω, δέν ἔχεις τίποτα νά πεῖς;Γιατί, μετά, κανονικά δέν πρέπει νά τοῦ διαβάσω εὐχή… πρέπει νά μοῦ διαβάσειαὐτός εὐχή, τόσο καλός καί ἅγιος πού εἶναι! Στήν ἐξομολόγηση πᾶμε νά ποῦμε τίςἁμαρτίες μας.Ἡ αὐτοσχέδια προσευχή δηλαδή, δέν εἶναι εὔκολο πράγμα, πρέπει ὁ ἄνθρωπος νάἔχει ταπείνωση, νά ἔχει τίς προϋποθέσεις γιά νά τήν κάνει. «Ἐκεῖνος πού ξέρει πῶςνά προσεύχεται σωστά εἶναι ὁ Παράκλητος, δηλαδή τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὁ Ὁποῖοςδιδάσκει τόν ἄνθρωπο πῶς νά προσεύχεται σωστά, καθώς ἐπίσης καί ὁ ἄνθρωποςπού ἔχει διδαχτεῖ ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα πῶς νά προσεύχεται σωστά». Βλέπετε; Πρέπειτό Ἅγιο Πνεῦμα νά μᾶς διδάξει πῶς νά προσευχόμαστε καί ἐπειδή ἀκόμα δέν εἴμαστεστήν κατάσταση νά ἔχουμε ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα μας, τί κάνουμε; Ὑπακοήστήν Ἐκκλησία. Παίρνουμε τίς προσευχές πού ἔχει παραδώσει ἡ Ἐκκλησία: τόΒασιλεῦ οὐράνιε, τό Πάτερ ἡμῶν, τό Πιστεύω. Στά μωρά φτιάχνουν καί ποιηματάκιακαί κάτι τέτοια.. ἀλλά καί αὐτά, θά ἔλεγα, νά τά ἀποφεύγουμε. Καλύτερα τό μωρό νάμάθει νά λέει τό Κύριε ἐλέησον, πού εἶναι εὔκολο, παρά αὐτά πού εἶναι πολύπαιδαριώδη καί καμιά φορά δέν εἶναι μέσα στό ὀρθόδοξο πνεῦμα.«Αὐτή ἡ κατάσταση γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ ὁ Χριστός, ὅταν λέγει ὅτι θά ἔλθει τόΠνεῦμα τό Ἅγιον νά κατοικήσει μέσα σας καί μαζί μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο θά ἔλθωκαί ἐγώ μαζί μέ τόν Πατέρα μου καί θά κατοικήσουμε μέσα σας – τό λέγει καθαράαὐτό ὁ Χριστός, καί μᾶς λέγει καί πῶς θά γίνει αὐτό καί ἐπίσης μᾶς λέγει «αἰτεῖτε καίδοθήσεται ὑμῖν» καί μιλάει γιά προσευχή καί μιλάει γιά ἀγάπη, ὅλα αὐτά ἄν τάσυνδυάσει κανείς, τί συμπέρασμα βγάζει; Ὅτι μιλάει ὁ Χριστός γιά μία κατάσταση,κατά τήν ὁποία, ὅταν ἔλθει ὁ Χριστός καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί κατοικήσει μέσαστόν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος αὐτός θά τό ξέρει ὅτι γίνονται αὐτά μέσα του;Ἤ μήπως, ὅταν γίνουν αὐτά σέ ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν θά τό ξέρει,δέν θά τό καταλάβει; Δηλαδή τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅταν ἔρχεται μέσα στόν ἄνθρωπο,ἔρχεται ἀπαρατήρητα ἤ μετά παρατηρήσεως (ἐσωτερικῆς); Ἤ μήπως θά ἔλθει,ἐπειδή τό εἶπε κάποιος Δεσπότης ἤ κάποιος παπάς;», λέει λίγο εἰρωνικά… Φυσικά θάἔρθει καί θά τό καταλάβει ὁ ἄνθρωπος. Τό καταλαβαίνει πολύ καλά ὁἄνθρωπος. «Θυμᾶμαι, ὅταν ἤμουν νεοχειροτονημένος παπάς, ἔλεγα καί ἐγώ ἐκεῖνοπού λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι «ἡμεῖς ἐσμέν ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἡ319
ἀκριβής διατύπωση εἶναι «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναός Θεοῦ ἐστε καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦοἰκεῖ ἐν ὑμῖν; εἴ τις τόν ναόν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ γάρ ναός τοῦΘεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς» (Α’ Κορ. 3,16-17). Ἔτσι, λέει, ἔλεγα καί ἐγώ«..καί ἄν φθείρετε τόν ναόν τοῦτον… κλπ. καί συζητούσαμε καί λέγαμε καί λέγαμεκάνοντας ἠθικολογία ἐπάνω σ’ αὐτά πού ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἀλλά ὁἈπόστολος Παῦλος ἀπευθυνόμενος στήν ἐνορία τῆς Κορίνθου – γιατί στούςΚορινθίους τά γράφει αὐτά– στό σημεῖο πού ἔλεγε ὅτι ἡμεῖς ἐσμέν ναός τοῦ ἉγίουΠνεύματος, ἡμεῖς ἐσμέν μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, καί ἔχετε τό Πνεῦμα τόἍγιο μέσα σας κλπ., ἄν διαβάσετε ὅλα αὐτά προσεκτικά, θά δεῖτε ὅτι ἀναφέρεται σέτί εἶδος πιστῶν;». Ἀναφέρεται στούς πολύ προχωρημένους, σ’ αὐτούς πού εἶχανμέσα τους ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν ἀναφέρεται σέ ὅλους. «Διότι λέγει: «θέλωπάντας ὑμᾶς λαλεῖν γλώσσαις» (Α’ Κορ. 14,5).Αὐτό τό λαλεῖν γλώσσαις, δέν εἶναι αὐτό πού λένε οἱ Προτεστάντες, δηλαδή ἡγλωσσολαλιά. Αὐτοί, ὅταν ἔχουν αὐτό τό πράγμα, τήν λεγόμενη γλωσσολαλιά, δένμιλᾶνε ξένες γλῶσσες, μιλᾶνε τά δαιμόνια. Ἀλλά τί ἐννοεῖ; «Τά διάφορα εἴδη τῆςνοερᾶς προσευχῆς». Αὐτές εἶναι οἱ γλῶσσες, ὅταν γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιάτούς λαλοῦντας γλώσσας, αὐτοί πού εἶχαν φτάσει σέ τέτοια κατάσταση δηλαδή καίεἶχαν γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό τούς λέει «εἶστε ναός τοῦ ἉγίουΠνεύματος» κ.λ.π.«Λένε οἱ παπάδες ἀπό τόν ἄμβωνα: ξέρετε, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, δέν πρέπει νάστεναχωριέστε… Νά, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο εἶναι, μέσαμας καί μᾶς καθοδηγεῖ καί ξέρει τό Πνεῦμα τί ἀνάγκες ἔχουμε καί πῶς νάπροσευχηθεῖ… κλπ. Δηλαδή κάνουν μία ὁμιλία, μιλᾶνε γιά κάποια προσευχή τοῦἉγίου Πνεύματος μέσα στόν ἄνθρωπο, τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος δέν αἰσθάνεται οὔτεξέρει ὅτι ἐνεργεῖται μέσα του οὔτε τήν διακρίνει μέσα του, τήν ὁποία δηλαδή δένἀκούει ὁ ἄνθρωπος νά τελεῖται ἐσωτερικά, μέσα του». Ὑπάρχει τέτοιο πράγμα; Δένὑπάρχει. Ἄν ὄντως εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα στόν ἄνθρωπο, τό καταλαβαίνει ὁἄνθρωπος. «Ἐκείνη ἡ προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιά τήν ὁποία μιλάει ὁἈπόστολος Παῦλος, εἶναι αἰσθητή ἤ ὄχι;». Δέν μιλάει «ἀόριστα γιά κάποια προσευχήτοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιά ἀόριστη συμμετοχή στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἀλλά μᾶς δίνεισυγκεκριμένα βιωματικά στοιχεῖα γιά τό πῶς συμβαίνει αὐτό.Δηλαδή ὑπάρχει νοερά αἴσθηση, αἰσθητή ἐσωτερική ἀντίληψη γιά τά ὁποῖα μιλάειἔτσι ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Διαβάζοντας τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, βλέπουμε τόἑξῆς: Ὅτι ἀποκλείεται κάποιος νά εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά μή τόκαταλαβαίνει, νά μήν ἔχει δηλαδή αἴσθηση ὁ ἴδιος ὅτι εἶναι ναός τοῦ ἉγίουΠνεύματος. Διότι «τό Πνεῦμα -τό Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή- συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματιἡμῶν ὅτι ἐσμέν τέκνα Θεοῦ»(Ρωμ. 8,16)». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φτάσει στήν ἐνεργόνοερά προσευχή, τότε γίνεται τέκνο Θεοῦ. Ἐμεῖς δηλαδή πού βαφτιστήκαμε εἴμαστετέκνα Θεοῦ; Εἴμαστε δυνάμει. Πήραμε τήν ἐξουσία τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, νά γίνουμετέκνα Θεοῦ. Πήραμε τήν δυνατότητα τῆς υἱοθεσίας. Ἀλλά γινόμαστε πραγματικά320
τέκνα Θεοῦ, ὅταν ἐργαστοῦμε καί φτάσουμε σ’ αὐτή τήν κατάσταση τῆς νοερᾶςπροσευχῆς. «Τό Πνεῦμα πῶς συμμαρτυρεῖ «τῷ πνεύματι ἡμῶν»; Δέν εἶναι αὐτό ἡνοερά προσευχή; Διότι, ἄν δέν εἶναι αὐτό ἡ νοερά προσευχή, τότε τί εἶναι; Εἶναικαμιά φαντασία κανενός φαντασμένου ἀνθρώπου;». Ὄχι, βέβαια.«Λοιπόν μέ τήν φράση «τό Πνεῦμα συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἡμῶν ὅτι ἐσμέν τέκναΘεοῦ», δέν ἐννοεῖται τίποτε ἄλλο, παρά ἡ νοερά προσευχή. Καί αὐτή ἡ νοεράαἴσθησις, αὐτή ἡ κατάσταση, αὐτή ἡ ἐμπειρία τοῦ Χριστιανοῦ, ὅταν ἐνεργεῖται ἀπότό Ἅγιο Πνεῦμα, αὐτή ἡ εἶναι ἡ Πατερική παράδοση ἀπό γενεά σέ γενεά. Βάσειαὐτῆς ἕνας πνευματικός πατέρας ξέρει πότε τό πνευματικό του παιδί ἔχει φθάσει ἀπότήν κάθαρση στό φωτισμό. Μπορεῖ ἕνας πνευματικός πατέρας νά τό ξέρει αὐτό ἤ ὄχι;Καί πῶς τό ξέρει αὐτό; Πῶς δηλαδή ξέρει, ἄν τό πνευματικό του παιδί ἔφθασε στήνκατάσταση φωτισμοῦ; Ἀπό αὐτά πού εἴπαμε». Τό ἴδιο τό πνευματικό του παιδί θάτοῦ πεῖ ὅτι ἀκούω μέσα μου τό Ἅγιο Πνεῦμα πού προσεύχεται. «Ἔτσι, ὅταν μιλᾶμεγιά ἐμπειρική Θεολογία, μιλᾶμε γιά ἐμπειρική εὐσέβεια».Ἔχω γνωρίσει τέτοιους ἀνθρώπους, πού μοῦ λένε ὅτι ἀκοῦνε μέσα τους τήνπροσευχή πού κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν εἶναι λοιπόν τῆς φαντασίας τῶν Πατέρωνἤ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου αὐτά, γιατί ἐπιβεβαιώνονται καθημερινά στούςπιστούς. «Ὅταν μιλᾶμε γιά ἐμπειρική Θεολογία μιλᾶμε γιά ἐμπειρική εὐσέβεια (ὄχιγιά εὐσεβισμό). Ἡ Θεολογία εἶναι ἐμπειρική εὐσέβεια. Δέν εἶναι λόγια, ἀλλά εἶναικάτι τό πολύ συγκεκριμένο».Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης321
α.Ἡ σύγχρονη πνευματική κατάσταση β.Περί Συνόδων γ.Περί τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς ἐπίσημης Θρησκείας (Πατερική Θεολογία – 25ο Μέρος)Συνεχίζουμε, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννου τοῦΡωμανίδου. Τό πρῶτο κεφάλαιο εἶναι «Ἡ σημερινή πνευματική κατάστασις στήνἙλλάδα». Βέβαια αὐτό ἀναφέρεται στό ἔτος 1983. Τότε ἔκανε αὐτή τήν ὁμιλία, ἀλλάδέν διαφέρει μέ τά σημερινά δεδομένα. Μᾶλλον ἐπαληθεύεται ὁ π. Ἰωάννης σέ αὐτάπού λέει καί θά σχολιάσουμε λίγο μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ.«Συμβαίνει νά βρισκόμαστε σέ μία καμπή στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, πού ὁ ἴδιος ὁκομπογιαννίτης γιατρός», δηλαδή αὐτός ὁ Πνευματικός πατέρας πού δέν μπορεῖ νάθεραπεύσει ἤ νά καθοδηγήσει σωστά, πού δέν γνωρίζει τήν θεραπευτική τῆςὈρθοδοξίας, αὐτός ὁ ἄνθρωπος, παρόλο πού εἶναι κομπογιαννίτης, «δέν ἔχειἐπίγνωση ὅτι εἶναι κομπογιαννίτης». Ὑπάρχουν, δηλαδή, ἄνθρωποι «Πνευματικοίχωρίς Ἅγιο Πνεῦμα», ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος χίλια χρόνιαπρίν, οἱ ὁποῖοι ἐνῶ δέν μποροῦν νά θεραπεύσουν τόν λαό, νομίζουν πώς μποροῦν.«Ὁ κομπογιαννίτης ὅμως εἶναι σέ θέση νά ἀναγνωρίσει ἕναν πραγματικό γιατρό,ὅταν συναντηθεῖ μέ αὐτόν ἤ ὄχι;». Ἕνα ἄλλο ἐρώτημα τώρα. Τόν ἑαυτό τους δένξέρουν ὅτι εἶναι κομπογιαννίτης. Ἕναν πραγματικό γιατρό, ὅταν τόν δοῦνε, θά τόνκαταλάβουνε;«Ἡ ἀπάντησις εἶναι, ὅτι, ἄν ἔχει πωρωμένη συνείδηση», πού σημαίνειμεγάλο ἐγωισμό, μεγάλη ὑπερηφάνεια, «δέν θά τόν ἀναγνωρίσει». Τό βλέπουμε στήνπράξη αὐτό, ὅτι οἱ πραγματικοί γιατροί, οἱ ἄγιοι δηλαδή, ὅλοι διώκονται. Διώκονταικατεξοχήν ἀπό τούς ἀνθρώπους «τῆς Ἐκκλησίας», πού ὑποτίθεται ὅτι θεραπεύουντόν λαό, ἀλλά τούς ἀληθινούς γιατρούς τούς καταδιώκουνε!«Αὐτό συνέβη μέ τόν Ἰούδα, ὁ ὁποῖος γνώρισε μέν τόν Χριστό», τόν πραγματικόγιατρό καί τόν τέλειο γιατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας, «ἀλλά ὄχι ὅπως οἱἄλλοι Ἀπόστολοι», δέν Τόν ἀναγνώρισε, δέν Τόν παραδέχτηκε. Γι’ αὐτό καί δένδέχτηκε τήν θεραπευτική Του. Σίγουρα ὁ Κύριος θά συμβούλευε τόν Ἰούδα πού ἦτανκοντά Του, ἐνδεχομένως θά τοῦ ἔκανε καί παρατηρήσεις πού ἔκλεβε, θά τόνσυμβούλευε νά ἀποβάλλει τήν ροπή πού εἶχε πρός τά χρήματα, τήν φιλαργυρία καίὅμως ὁ Ἰούδας ἔμεινε ἀδιόρθωτος. Δέν καταπολέμησε τήν φιλαργυρία καί αὐτήαὐξήθηκε. Γιατί, ὅταν τό κακό δέν θεραπεύεται στόν ἄνθρωπο, δέν μένει ἐκεῖ πούεἶναι, αὐξάνεται καί φτάνει κάποια στιγμή νά πνίξει τόν ἄνθρωπο. Ἔφτασε λοιπόνκαί ὁ Ἰούδας ἀπό μία μικρή στήν ἀρχή ἀμέλεια, ἀδιαφορία καί ὑποχώρηση στό πάθοςτῆς φιλαργυρίας, στήν πολύ τραγική κατάσταση τοῦ προδότη. «Ὁ Ἰούδας δένκατάλαβε ποιός ἦταν ὁ Χριστός. Γιατί; Διότι πνευματικά δέν ἦταν ἐντάξει. Δηλαδή ὁἸούδας ἀπεδείχθη κομπογιαννίτης καί οὔτε τόν ἑαυτό του μπόρεσε νά322
σώσει». Παρόλο πού ἦταν στό «Πανεπιστήμιο τῆς θεραπευτικῆς» κοντά στόν Κύριο,δέν μπόρεσε νά θεραπεύσει οὔτε τόν ἑαυτό του. Γιατί ἡ θεραπεία δέν ἐξαρτᾶται μόνοἀπό τόν γιατρό, ἐξαρτᾶται καί ἀπό τόν ἀσθενή, ἐάν ὁ ἀσθενής συνεργάζεται καίπαίρνει τά θεραπευτικά φάρμακα.«Σήμερα δίνει ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία τήν δυνατότητα σέ κάποιον νά ἀνιχνεύσει τόνπραγματικό γιατρό καί νά τόν διακρίνει ἀπό ἕναν κομπογιαννίτη; Δηλαδή μποροῦμεσήμερα νά ἀνιχνεύσουμε τόν ἀληθινό πνευματικό πατέρα, ἐκεῖνον πού εἶναι σέ θέσηνά θεραπεύει, ἀνάμεσα σέ πολλούς ἄλλους; Ἤ ἀλλιῶς μποροῦμε σήμερα νάἀνιχνεύσουμε τόν ἅγιο μέσα στό πλῆθος; Δύσκολο φαίνεται. Δηλαδή οἱ Χριστιανοίσήμερα ἔχουν φθάσει στό σημεῖο δύσκολα νά ξεχωρίζουν τούς πνευματικούςγιατρούς ἀπό τούς κομπογιαννίτες». Καί ποιά εἶναι ἡ αἰτία; Ὁ διεφθαρμένος βίος, ἡδιεφθαρμένη ζωή, ἡ ὁποία τί κάνει; Σκοτίζει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ ἄνθρωποςεἶναι σάν τυφλός καί δέν μπορεῖ νά διακρίνει ποιό εἶναι τό φῶς καί ποιό εἶναι τόσκοτάδι, ποιά εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ποιό εἶναι τό ψέμα, ποιό εἶναι τό γνήσιο καί ποιόεἶναι τό κίβδηλο.«Καί φθάσαμε σ’ αὐτήν τήν κατάσταση», λέει ὁ π. Ἰωάννης, «διότι ἀντικαταστήσαμετήν Πατερική Θεολογία μέ Δυτικοῦ τύπου Θεολογία». Ἔχουμε πεῖ τί σημαίνειΠατερική Θεολογία. Δέν σημαίνει ἕνα σύνολο βιβλίων, ἀπόψεων ἤ γνωμῶν τῶνΠατέρων, ἀλλά σημαίνει ἐμπειρία καί μετοχή στόν Θεό ὅμοια μέ αὐτή πού εἶχαν οἱΠατέρες. Ἑπομένως, μιλᾶμε γιά μία πραγματικότητα καί ὄχι γιά ἕνα σύστημα ἰδεῶν,γιά μιά φιλοσοφία. Ἡ Δυτικοῦ τύπου Θεολογία ὅμως αὐτό εἶναι. Εἶναι οὐσιαστικάμία φιλοσοφία, θρησκευτική φιλοσοφία. Ἀντικαταστήσαμε λοιπόν τήν ΠατερικήΘεολογία πού εἶναι ἐμπειρία, πού εἶναι ἐμπειρική κατάσταση μέ Δυτικοῦ τύπουΘεολογία, μέ φιλοσοφία, καί αὐτό εἶναι ἐμφανέστατο στίς Θεολογικές Σχολές.Τήν ἀντικαταστήσαμε «μέ μιά Θεολογία τῶν δογμάτων», στά ὁποῖα ἁπλῶς κάνουμεἀναφορά καί μιά φιλοσοφία ἐπάνω στά δόγματα,«μέ Θεολογία τοῦ βιβλίου», μέστοχασμό «καί ὄχι ἐμπειρική, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στήν κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπό τάπάθη». Δυστυχῶς, πηγαίνει κανείς στήν Θεολογική Σχολή ἀνάποδα, ὅπως μᾶς ἔλεγεἕνας καθηγητής. Ἀντί νά πᾶμε πρῶτα στήν πράξη καί μετά στήν θεωρία, γιατί ὅπωςλέει ἡ Ὀρθοδοξία «πρᾶξις θεωρίας ἐπίβασις», ἀντί δηλαδή πρῶτα νά καθαριστοῦν οἱφοιτητές πού πᾶνε ἐκεῖ, νά περάσουν ἀπό μετάνοια, ἀπό ἐξομολόγηση, ἀπό ἄσκηση,ἀπό ὑπακοή, πηγαίνουν κατευθείαν στήν θεωρία καί ἀρχίζουν νά μαθαίνουν περίθεώσεως καί πολύ ὑψηλά πράγματα, χωρίς νά ἔχουν τήν βάση. Οὐσιαστικά δηλαδήχτίζεται κάτι στόν ἀέρα. Αὐτό φυσικά δέν ὁδηγεῖ στήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, στήνκάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπό τά πάθη, ἀλλά σέ ἕναν ἀκόμη μεγαλύτερο ἐγωισμό.Γιατί, ὅταν κανείς γνωρίζει θεωρητικά αὐτές τίς ὑψηλές θεολογικές ἔννοιες καί δένἔχει καθαριστεῖ, λένε οἱ Πατέρες, πέφτει σέ μεγάλη ὑπερηφάνεια, σέ μεγάλοἐγωισμό. Γι’ αὐτό στό Ἅγιο Ὄρος, ὁ Γέροντας -ἄν εἶναι σωστός βέβαια- δίνει στούςδόκιμους καί στούς ἀρχάριους μοναχούς νά διαβάσουν τά λεγόμενα πρακτικά323
συγγράμματα καί ὄχι τά θεολογικά συγγράμματα. Δηλαδή τόν Εὐεργετινό, τόΓεροντικό, τούς ἀσκητικούς Πατέρες, τόν ἀββᾶ Ἰσαάκ τόν Σύρο, τόν ἀββᾶ Δωρόθεοκαί πολύ ἀργότερα, ἄν καθαριστεῖ, θά δώσει νά διαβάσουν τούς ὑψηλούς Πατέρες,πού ἔχουν γράψει τήν ὑψηλή Θεολογία, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί τάδογματικά ἔργα, τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶκ.λ.π.Ἐμεῖς, λοιπόν, τί κάναμε στήν σύγχρονη Ἑλλάδα; «Καταδιώξαμε τήν Ἡσυχαστικήπαράδοση», πού εἶναι ἡ θεραπευτική παράδοση «καί τήν ἀντικαταστήσαμε μέ τάδόγματα», δηλαδή σχολιάζουμε καί φιλοσοφοῦμε πάνω σ’ αὐτά θεωρητικά. Τήνἀντικαταστήσαμε ἀκόμα «μέ τήν ἠθική (τόν εὐσεβισμό)», πρέπει τό ἕνα, πρέπει τόἄλλο, πρέπει τό ἄλλο. Ὁπότε λέει τό παιδί: – Γιατί νά τά κάνω αὐτά τά πρέπει; Αὐτάγιά μένα εἶναι δέσμευση. Δέν δίνουμε δηλαδή στούς νέους ἀνθρώπους καί γενικάστούς πιστούς τῆς Ἐκκλησίας αὐτή τήν θεραπευτική μέθοδο πού εἶχαν οἱ Πατέρες, ἡὁποία θεραπεύει τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα. «Καί αὐτό συνέβη ἀπό τούςχρόνους μετά τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821, μέ πρωταίτιο τόν ἈδαμάντιοΚοραή» καί τούς ἄλλους Νεοέλληνες Διαφωτιστές.Ἕνα ἄλλο κεφάλαιο τώρα «Περί τῶν Συνόδων». Νά δοῦμε τί ἤτανε οἱ Σύνοδοι τῶνΠατέρων. «Ὑπάρχει ἡ πεποίθησις σέ μερικούς ὅτι ἡ Ἱερά Παράδοση φυλάσσεται ἀπότίς Συνόδους τῶν ἐπισκόπων. Ὅμως οἱ Σύνοδοι τῶν ἐπισκόπων (Τοπικές ἤΟἰκουμενικές) στούς πρώτους Χριστιανούς δέν ἦσαν ὅπως εἶναι οἱ σημερινέςΣύνοδοι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Διότι ἀπετελοῦντο ἀπό ἐπισκόπους πού ἦσανκάτοχοι τῆς θεραπευτικῆς μεθόδου τῆς Ἐκκλησίας, ὁ δέ σκοπός συγκροτήσεως τῆςΣυνόδου ἦταν ἡ διαφύλαξις, ὄχι ἁπλῶς τοῦ δόγματος καί τῆς λατρευτικῆς τάξεως τῆςἘκκλησίας, ὅπως συμβαίνει σήμερα, ἀλλά τῆς θεραπευτικῆς μεθόδου τῆςἘκκλησίας. Ὁπότε, ὁ σωστός ἐπίσκοπος εἶναι ὁ κάτοχος τῆς θεραπευτικῆς μεθόδουτῆς Ἐκκλησίας». Αὐτό εἶναι τό πιό σημαντικό, ὄχι ἁπλῶς νά φυλάξουμε τά δόγματα,νά κάνουμε μία ἀντιαιρετική, ἄς ποῦμε, διάλεξη ἤ σύναξη ἤ σύνοδο, οὔτε ἀκόμα νάδιαφυλάξουμε τήν λειτουργική τάξη. «Πῶς νά τό κάνουμε τώρα; Νά τό λέμεἐκφώνως, χαμηλοφώνως ἤ ἀπό μέσα μας; Πῶς πρέπει;». Ἐντάξει, εἶναι κι αὐτό, ἀλλάδέν εἶναι αὐτό τό σημαντικό. Τό σημαντικότερο ἀπό ὅλα εἶναι νά φυλάξουμε τήνθεραπευτική μέθοδο. Νά γνωρίσουμε, ἐμεῖς πρῶτα καί ὁ πιστός λαός κατόπιν, πῶς θάκαθαρίσει ἡ καρδιά, πῶς θά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τούς λογισμούς, πῶς θά ἀπαλλαγεῖ ἀπότά πάθη, πῶς θά ἔρθει μέσα μας τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό εἶναι τόσημαντικό καί γι’ αὐτό γινόντουσαν οἱ Σύνοδοι τότε.«Ὁπότε, ὁ σωστός ἐπίσκοπος εἶναι ὁ κάτοχος τῆς θεραπευτικῆς μεθόδου τῆςἘκκλησίας». Εἶναι, θά λέγαμε, ὁ καθηγητής τῆς ἰατρικῆς σχολῆς, τοῦΠανεπιστημίου, ὁ ὁποῖος ξέρει πῶς νά θεραπεύσει καί μπορεῖ ἑπομένως νά διδάξεικαί τούς κατωτέρους του καί τούς φοιτητές του καί νά ἐποπτεύσει καί τούςκατωτέρους γιατρούς του. «Ἐκεῖνα τά χρόνια τό ἔργο μιᾶς Συνόδου ἐξ ἐπισκόπωνἦταν πιό οὐσιαστικό. Ἦταν τό νά διαφυλαχθεῖ ἡ θεραπευτική μέθοδος καί ἀγωγή τῆς324
Ἐκκλησίας. Αὐτή ἡ διαφύλαξή της ἔχει δύο πλευρές: Ἐσωτερικά μέσα στήνἘκκλησία λαμβάνεται μέριμνα γιά τήν διαφύλαξη τῆς σωστῆς ἀσκητικῆςἀγωγῆς». Βλέπετε; Ἡ ἄσκηση εἶναι πολύ σημαντικό πράγμα γιά τούς πιστούς.Σήμερα, σπάνια ἀκοῦς ἀκόμα καί τήν λέξη ἄσκηση καί ἀσκητική. Θεωρεῖται κάτιπού εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς.«Ἐξωτερικά συνίσταται στήν διαφύλαξη τοῦ δόγματος ὡς ὁδηγοῦ πρός τήν θεραπείατῆς ψυχῆς». Ἔχουμε λοιπόν δύο πλευρές καί δύο λόγους γιά τούς ὁποίουςσυγκροτοῦντο οἱ Σύνοδοι. Ὁ ἕνας ἤτανε ἐσωτερικά νά διαφυλαχθεῖ ἡ ὀρθή ἀσκητικήἀγωγή, ἡ ὀρθή θεραπευτική ἀγωγή καί ἐξωτερικά νά διαφυλαχθεῖ τό δόγμα, τό ὁποῖοὅμως δέν ἦταν ἕνα νεκρό γράμμα. Καί δέν εἶναι ἕνα νεκρό γράμμα φυσικά, δένπρέπει νά εἶναι, νά καταντήσει ἕνα νεκρό γράμμα. Ἀλλά τί εἶναι τό δόγμα; Εἶναι ἡὁριοθέτηση τῆς σωστῆς πίστεως καί ἑπομένως καί τῆς σωστῆς ζωῆς. Γιατί πίστη καίζωή εἶναι δύο ὄψεις τοῦ ἴδιου πράγματος. Ἄν ἀλλοιωθεῖ τό δόγμα, ἀλλοιώνεται ἡπίστη καί ἀλλοιώνεται καί ἡ ζωή. Στήν Δύση, ἐπειδή ἀκριβῶς ἀλλοιώθηκε τό δόγμα,ἀλλοτριώθηκε ἡ ζωή τῶν πιστῶν καί ἔχουμε αὐτά πού βλέπουμε σήμερα στήνΕὐρώπη καί γενικά στόν κόσμο.«Ἐσωτερικά ἐπίσης συνίσταται στήν προστασία τοῦ δόγματος ἀπό αἱρέσεις, πούπάντοτε προέρχονται ἀπό ἀνθρώπους πού δέν κατέχουν τήν σωστή θεραπευτικήμέθοδο». Πρόσεχαν, δηλαδή, οἱ ἅγιοι Πατέρες τό τί γίνεται μέσα στήν Ἐκκλησία καίτό τί ἔρχεται ἀπ’ ἔξω. Καί μέσα στήν Ἐκκλησία ἀφενός, ὑπῆρχε ὁ κίνδυνος νάἀλλοτριωθεῖ ἡ σωστή ζωή, ἡ ἄσκηση καί νά μπεῖ μία ἐκκοσμικευμένη ζωή, ὅπως ἔχειμπεῖ σήμερα κατά κόρον στήν Ἑλλάδα στήν Ὀρθοδοξία καί ἀφετέρου ὑπῆρχε ὁἄλλος κίνδυνος νά ἀναφυοῦν αἱρέσεις μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἔχουμε τόν Ἄρειο,πού ἦταν πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας καί εἶναι αἱρεσιάρχης.Ἔχουμε τόν Νεστόριο, πού ἦταν Πατριάρχης καί εἶναι κι αὐτός αἱρεσιάρχης καίφυσικά εἶναι καταδικασμένοι ἀπό τήν Ἐκκλησία. Πρόσεχαν λοιπόν αὐτόν τόν τομέακαί πρόσεχαν καί ἐξωτερικά, τούς ἐξωτερικούς ἐχθρούς. Ἀντιμετώπιζαν τούςφιλοσόφους, τούς εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι κατηγοροῦσαν καί προσπαθοῦσαν νάὑπονομεύσουν τόν χριστιανισμό, τήν Ὀρθοδοξία καί ἀπαντοῦσαν καί ὁριοθετοῦσαντήν πίστη μέ τά ὀρθά δόγματα.«Πάντοτε, ὅταν ἐμφανισθεῖ μία καινοτομία μέσα στήν Ἐκκλησία, ἀμέσως αὐτό θάσημαίνει ὅτι ὁ εἰσάγων αὐτήν -τήν καινοτομία, τό καινούριο πράγμα- ὄχι μόνο δένεὑρίσκεται σέ σωστή ἀντίληψη περί δόγματος, ἀλλά ἐπίσης ὅτι δέν εὑρίσκεται οὔτεσέ ὀρθή πνευματική κατάσταση». Γιατί δέν ὑπάρχει καινοτομία στήν Ἐκκλησία. «Τόμόνον καινόν καί πάντων καινῶν καινότατον» μᾶς ἔχει ἀποκαλυφθεῖ, εἶναι ὁ Κύριοςἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε ἐμεῖς τώρα ὅτι, ξέρετε, στόν21ο αἰῶνα βρέθηκε μία καινούρια ἀλήθεια(!) πού δέν μᾶς τήν εἶχε πεῖ ὁ Χριστός μαςγιά εἴκοσι αἰῶνες καί αὐτή τήν βρῆκα ἐγώ ἤ κάποιος ἄλλος καί τόσα χρόνια τήνἀγνοούσαμε, ἑπομένως τώρα ἐμπλουτίστηκε ἡ Ἐκκλησία μέ ἕνα καινούριο δόγμα!Δέν ὑπάρχει τέτοιο πράγμα! Ὅποιος τό πεῖ αὐτό, φανερώνει ὅτι ὄχι μόνο δέν ἔχει325
σωστή ἀντίληψη γιά τό δόγμα καί γιά τόν Χριστό, ἀλλά καί ὅτι δέν ἔχει καί σωστήπνευματική κατάσταση, ἔχει μεγάλη ὑπερηφάνεια, μεγάλο ἐγωισμό. Γι’ αὐτό καίαὐτοί οἱ λεγόμενοι «μεταπατερικοί» θεολόγοι, ἐκεῖ πάσχουν, ἔχουν μεγάληὑπερηφάνεια. Γι’ αὐτό καί λένε καί ἐμεῖς πατέρες εἴμαστε… ἀφῆστε τούς παλιούςπατέρες, σήμερα ἰσχύουν ἄλλα πράγματα. Δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα ἄλλα ἔλεγε τότε,ἄλλα λέει τώρα! Ἄν εἶναι δυνατόν…«Αὐτές οἱ ἀντιλήψεις», πού εἴπαμε προηγουμένως, δηλαδή ἡ διαφύλαξη ἀφενός τῆςἀσκητικῆς ζωῆς, παράδοσης καί ἀσκητικῆς καί ἀφετέρου τοῦ δόγματος, «ἔχουνσυστηματοποιηθεῖ ἀπό τούς ἅγιους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας». Ὅπως καί αὐτό πούσᾶς εἶπα, ἄν ἀλλοτριωθεῖ τό δόγμα καί ἐμφανιστεῖ μιά καινοτομία, αὐτό ἔχει ὡςὑπόβαθρο μιά ἀλλοτριωμένη ζωή. Ἄν προσέξει κανείς -γιά νά λέμε τά πράγματαὅπως εἶναι- τούς σύγχρονους Οἰκουμενιστές, τούς εἰκονομάχους καί ὅλους τούςαἱρετικούς ἔχουν ὡς ὑπόβαθρο μιά ἀλλοτριωμένη, μιά ἀνορθόδοξη ζωή καί βιοτή,μιά ἐμπαθή ζωή. Αὐτές οἱ θέσεις λοιπόν ἔχουν συστηματοποιηθεῖ ἀπό τούς ἉγίουςΠατέρες «ὅπως ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, τόν ἅγιο Μάξιμο τόνὉμολογητή, τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, τόν ἅγιο Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτηκλπ». «Ἐπίσης ἀπό τούς μαθητές τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ» ἔχουμε αὐτήτήν συστηματοποίηση. «Ἀλλά βρίσκουμε ὅλα αὐτά τά στοιχεῖα κατά τρόποὀργανωμένο καί στά ἔργα του ἁγίου Εἰρηναίου ἐπισκόπου Λουγδούνου, ὅπως καίστά ἔργα τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, διότι αὐτή εἶναι μία συνεχής παράδοσιςἀπό τόν 1ον αἰῶνα».Βλέπουμε πῶς τό Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή διαχρονικά, γιά 2000 χρόνια, λέγει τό ἴδιοπράγμα. Καί δέν μποροῦσε νά εἶναι διαφορετικά. Ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά ψεύδεται ἤνά ἀναιρεῖ τόν ἑαυτό Του. Γι΄ αὐτό, εἴπαμε κι ἄλλη φορά, ὅταν συγκληθεῖ ἡμέλλουσα Σύνοδος, θά πρέπει νά εἶναι «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι», νάἀκολουθήσει τούς Ἁγίους Πατέρες. Δέν μπορεῖ νά πεῖ κάτι διαφορετικό. Ἄντολμήσουν νά ποῦνε κάτι ἄλλο, δέν θά εἶναι Σύνοδος, θά εἶναι ψευδοσύνοδος.«Τά ἴδια στοιχεῖα ὑπάρχουν ἐπίσης στόν Ἀπόστολο Παῦλο, καθώς καί σέ ὅλη τήνΚαινή καί Παλαιά Διαθήκη. Αὐτά τά στοιχεῖα μποροῦμε νά τά ἀνιχνεύουμε καί νά τάβρίσκουμε ὅπου ὑπάρχουν, ὅταν ἔχουμε τά σωστά κριτήρια». Ἐδῶ εἶναι τό θέμα ὅτισήμερα ὁ λαός μας καί πολλοί κληρικοί μας δυστυχῶς -ὑπάρχουν καί πολλοί καλοί,ἀλλά ἡ πλειοψηφία- δέν ἔχουν τά σωστά κριτήρια γιά νά ξεχωρίζουν τό σωστό ἀπότό λάθος, τήν ἀλήθεια ἀπό τό ψέμα. Κατεξοχήν κριτήριο εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, τόὉποῖο ἐνεργεῖ μέσα στήν καρδία τοῦ πιστοῦ καί αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πούπληροφορεῖ, ἄν κάτι εἶναι ἀληθές ἤ ψευδές, ἄν εἶναι ἀγαθό-καλό ἤ κακό. «Ὁ ἅγιοςΜακάριος ὁ Αἰγύπτιος, πού συστηματικά ἀναπτύσσει τά θέματα αὐτά, λέγει ὅτι οἱΧριστιανοί πού δέν ἔχουν τήν εὐχή», ἐνεργό μέσα τους, τήν ἀδιάλειπτηπροσευχή, «δέν διαφέρουν οὐσιαστικά ἀπό τούς πιστούς τῶν ἄλλωνθρησκειῶν!». Δέν ὑπάρχει οὐσιαστική διαφορά, εἶναι θρησκευόμενοι ἄνθρωποι,ὅπως εἶναι καί τῶν ἄλλων θρησκειῶν. «Ἡ διαφορά τῶν Χριστιανῶν αὐτῶν σέ σχέση326
μέ τούς πιστούς τῶν ἄλλων θρησκειῶν συνίσταται στό ὅτι οἱ μέν Χριστιανοί αὐτοίπιστεύουν διανοητικά μόνο στόν Χριστό», ἐγκεφαλικά, ὅπως καί ὁ διάβολος πιστεύειδιανοητικά, θεωρητικά «καί ἁπλῶς δέχονται τά χριστιανικά δόγματα». Πιστεύουνστήν Ἁγία Τριάδα, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος, τά ξέρουναὐτά πολύ καλά, ἀλλά στήν πράξη δέν τά ζοῦνε, δέν τά βιώνουν. «Ἐνῶ οἱ ἄλλοι δένδέχονται» αὐτά πού δέχονται θεωρητικά οἱ κατ’ ὄνομα ὀρθόδοξοι. «Αὐτή ὅμως ἡδιανοητική πίστις αὐτῶν τῶν Χριστιανῶν δέν τούς ὠφελεῖ, διότι δέν τούς παρέχειθεραπεία, κάθαρση δηλαδή τῆς καρδιᾶς τους ἀπό τά πάθη.Δηλαδή ἐξ ἐπόψεως θεραπείας τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητος δέν ὠφελοῦνται, καίἡ συμπεριφορά τους εἶναι ἡ ἴδια μέ ἐκείνη τῶν μή Χριστιανῶν. Αὐτό φαίνεται ἀπό τήζωή πού κάνουν». Γι’ αὐτό ἔχουμε καί τούς λεγόμενους διαχριστιανικούς καίδιαθρησκειακούς διαλόγους καί τήν σχεδόν ἐξομοίωσή μας μέ ὅλους αὐτούς. Καί τόἐπιχείρημα αὐτῶν πού τά κάνουν, ξέρετε ποιό εἶναι; «Δέν βλέπετε τί καλοί ἄνθρωποιεἶναι κι αὐτοί; Σάν κι ἐμᾶς..». Κι ἀκόμα καλύτεροι εἶναι μερικές φορές οἱ λεγόμενοιχριστιανοί τῶν ἄλλων δογμάτων, ἀκόμα καί οἱ μουσουλμάνοι κ.λ.π. Γιατί τό λένεαὐτό; Γιατί δέν ἔχουν τά σωστά κριτήρια. Καί ἐπειδή οἱ ἴδιοι δέν ἔχουν θεραπευθεῖκαί ἡ ζωή τους μοιάζει μέ τήν ζωή τῶν θρησκευομένων τῶν ἄλλων θρησκειῶν.«Ὁπότε, ποιά εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ ἑνός τέτοιου – κατ’ ὄνομα – ὈρθοδόξουΧριστιανοῦ καί ἑνός π.χ. Μουσουλμάνου, ὅταν ὁ ὀρθόδοξος ὄχι μόνο δέν ἀγωνίζεταινά θεραπευθεῖ, ἀλλά ἀκόμη, ὅταν, ἐνῶ εἶναι ψυχικά ἄρρωστος, οὔτε κἄν φαντάζεταιὅτι ὑπάρχει ἀποτελεσματική θεραπευτική μέθοδος γιά τήν ἀρρώστια του μέσα στήνἘκκλησία;». Οὔτε παραδέχεται ὅτι εἶναι ἄρρωστος. Λέει «Τί ἔχω;… μιά χαράἄνθρωπος εἶμαι… βαφτισμένος εἶμαι, θά σωθῶ». Ἔτσι μαγικά…«Στό δόγμα εἶναι ἡ διαφορά του; Ἀλλά τί νά τό κάνει τό δόγμα, ὅταν δέν τόχρησιμοποιεῖ ὡς ὁδό πρός θεραπεία; Τί νά τό κάνει τό δόγμα, ὅταν μόνο τό ἔχειἀναρτημένο ἐπάνω στό ντουλάπι του καί τό προσκυνάει; Ὅταν δηλαδή προσκυνάειμόνο τό γράμμα τοῦ δόγματος καί ὄχι τό πνεῦμα τοῦ δόγματος, πού εἶναι κρυμμένομέσα στό γράμμα;». Καί τό πνεῦμα τοῦ δόγματος εἶναι ἡ ἀσκητική θεραπευτικήὀρθόδοξη ἀγωγή. Νά λοιπόν ποιά εἶναι ἡ οὐσιαστική διαφορά. Δέν εἶναι ὅτι ἐμεῖςπιστεύουμε αὐτό θεωρητικά καί οἱ ἄλλοι δέν τό πιστεύουν αὐτό, ἄρα διαφέρουμε. Ἄνδέν ἐφαρμόσουμε τόν πυρῆνα τοῦ δόγματος πού εἶναι ἡ ἀσκητική θεραπευτικήἀγωγή, δέν διαφέρουμε οὐσιαστικά, γιατί ἡ ζωή μας εἶναι ἴδια.«Ἔχοντες τώρα αὐτά ὑπ’ ὄψιν, βλέπουμε γιατί τό Βυζαντινό κράτος ἐπεδίωξε νά ἔχειὡς ἐπίσημη θρησκεία τήν Ὀρθοδοξία καί γιατί ἔκανε τόσες πολλές προσπάθειες,ὥστε νά διαφυλάσσεται ἀκέραιο τό ὀρθόδοξο δόγμα». Τί τόν ἐνδιέφερε τόν ΜέγαΚωνσταντῖνο καί τούς ἄλλους αὐτοκράτορες ἡ θεωρητική διατύπωση τοῦ δόγματος;Δέν τούς ἐνδιέφερε τόσο αὐτό. Τούς ἐνδιέφερε, γιατί αὐτό διαφύλασσε καί θεράπευετήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα, τήν σωστή ζωή καί παρήγαγε (ἡ ὈρθόδοξηἘκκλησία) ὑγιεῖς πολίτες. Οἱ αὐτοκράτορες ἀγκάλιασαν τήν Ὀρθοδοξία γιατί ἤθελαν327
νά ἔχουν σωστούς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό ὁ Μέγας Ἰουστινιανός εἶχε πάρει τίςἀποφάσεις τῶν κανόνων τῆς Ἐκκλησίας καί τίς εἶχε κάνει νόμους τοῦ Κράτους. Δένβρῆκε κάτι καλύτερο ἀπό τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.Ἔτσι λοιπόν ἀναγνώρισαν οἱ αὐτοκράτορες τήν ἀξία τοῦ δόγματος καί τόδιαφύλαξαν, γιατί τό ὀρθόδοξο δόγμα εἶναι καί «ἦταν ἡ προϋπόθεση γιά μίαθεραπεία τῶν πολιτῶν, ἡ ὁποία ἐπέφερε κοινωνική ἐξυγίανση». Ὅταν θεραπευθεῖκάθε πολίτης, θεραπεύεται καί ἡ κοινωνία ὁλόκληρη. Ὅταν θεραπευθεῖ ἡ κάθεἀνθρώπινη προσωπικότητα, θεραπεύεται καί τό σύνολο καί αὐτός εἶναι ὁ τρόπος.Ἐνῶ στήν αἱρετική Δύση τί προσπαθοῦν νά κάνουν; Προσπαθοῦν νά ἀλλάξουν τόσύνολο, τό κοινωνικό σύστημα καί ὄχι τούς πολίτες. Νομίζουν ὅτι, ἄν ἀλλάξει τόσύστημα, θά γίνουν εὐτυχισμένοι. Λάθος! Γιά νά ἀλλάξει τό σύστημα, πρέπει νάἀλλάξει ἕνας-ἕνας, ὅλοι νά γίνουν σωστοί, νά θεραπευθοῦν πνευματικά, νά γίνουνἅγιοι καί τότε φυσικά ἀλλάζει καί τό σύνολο.«Ὁ Ἐθνικός Ὕμνος τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας ποιός ἦταν; Δέν ἦταν τό:«Σῶσον, Κύριε, τόν λαόν σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖςβασιλεῦσι, κατά βαρβάρων δωρούμενος καί τό σόν φυλάττων, διά τοῦ Σταυροῦ σουπολίτευμα»; Αὐτός ἦταν. «Αὐτός ὁ ὕμνος ἐκφράζει τήν ἰδεολογία -ἄν μποροῦμε νάτό ὀνομάσουμε ἔτσι- τῆς ἐφαρμογῆς τῆς Ὀρθοδόξου διδασκαλίας, πίστεως καί ζωῆςστό Κράτος, σέ πανεθνική δηλαδή κλίμακα. Ἀφοῦ τό Κράτος διεῖδε τήν κοινωνικήσυμβολή καί ὠφέλεια πού θά προέκυπτε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη θεραπευτική διδασκαλίακαί μέθοδο, ἐάν ἐφαρμοζόταν, ἐθέσπισε καί προέβαλε τήν Ὀρθόδοξη πίστη ὡς τήνἐπίσημη θρησκεία τοῦ Κράτους, ὥστε τό Κράτος νά γεμίσει ἀπό ἐνορίες, στίς ὁποῖεςοἱ ἱερεῖς θά ἀσκοῦσαν αὐτήν τήν θεραπευτική ἀγωγή. Ἔτσι οἱ ἐνορίες θά ηὔξανανσύν τῶ χρόνω σέ ὑγιεῖς πολίτες καί κατ’ ἐπέκτασιν καί τό ἴδιο τό Κράτος» θά εἶχεὑγιεῖς πολίτες, γιατί οἱ ἐνορίες συνιστοῦν καί τό Κράτος.«Σ’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία δέν εἶπε φυσικά ὄχι, ἀλλά συνεργάσθηκε μέ τόΚράτος», ἐφόσον τό Κράτος ἀποδέχθηκε τήν θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας. Καί πολύκαλά ἔκανε… «Συνέβη ὅμως αὐτή ἡ ἐξουσία, πού ἐδόθη στήν Ἐκκλησία, μαζί μέ τήνἀναγκαιοῦσα διοικητική ἐκκλησιαστική ὀργάνωση νά δημιουργήσει ἕναδημοσιοϋπαλληλικό πρόβλημα ὡς ἀναγκαῖο κακό. Πολλοί δηλαδή, πούἐποφθαλμιοῦσαν δημόσιες θέσεις, ὑπεκρίνοντο τούς Ὀρθοδόξους, ἐνῶ δέν ἦσαν, ἡδέ Ἐκκλησία ἄρχισε νά ἐκκοσμικεύεται». Προκειμένου λοιπόν νά μποῦνε στίςδιάφορες ἐκκλησιαστικές θέσεις πού εἶχε ἐκχωρίσει τό Κράτος ὑπεκρίνοντο τόνὀρθόδοξο καί ἡ Ἐκκλησία ἐκκοσμικεύτηκε. «Παρ’ ὅλα αὐτά ἡ Ἐκκλησία εἶχε ὡςπαράλληλο ἔργο της τό νά προστατεύει τό Κράτος ἀπό τούς κομπογιαννίτεςγιατρούς, δηλαδή ἀπό τούς αἱρετικούς.Οἱ Τοπικές καί Οἱκουμενικές Σύνοδοι φρόντιζαν ἀκριβῶς γι’ αὐτό. Στά Πρακτικάτῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων βρίσκουμε τήν φράση: «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καίἡμῖν», λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες. Δηλαδή: Ἐφάνη καλόν εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα καί εἰς328
ἡμᾶς… Αὐτό τό ἔλεγαν οἱ παρευρισκόμενοι στίς Συνόδους αὐτές», ὄχι ὡς σχῆμαλόγου, ὅπως δυστυχῶς -εἶναι τραγικό νά τό ὁμολογήσουμε ἀλλά- γίνεται σήμερα,πού ξέρουν ἀπό πρίν ποιός θά βγεῖ ἐπίσκοπος ἄς ποῦμε, γιατί εἶναι ὅλασυνεννοημένα καί μιλημένα…«Αὐτό τό ἔλεγαν» λοιπόν, «οἱ παρευρισκόμενοι στίς Συνόδους αὐτές διότι, εἶχανστήν κατοχή τους τήν νοερά προσευχή, διά τῆς ὁποίας ἐπληροφοροῦντο περί τῆςἀληθείας τῶν Ὅρων πού διετύπωναν». Δηλαδή, μέσα τους ἐνεργοῦσε τό ἍγιοΠνεῦμα, συμπροσηύχοντο μαζί Του – ἀφοῦ προσευχόταν μέσα τους – καίἐπληροφοροῦντο ἀπευθείας ἀπό τόν Θεό, δηλαδή ἐάν τό συγκεκριμένο δόγμα εἶναιὀρθό ἤ ὄχι. «Σήμερα ὅμως, πού σπανίζει ἡ νοερά προσευχή στούς ἐπισκόπους, ἄνσυνέλθει μία Σύνοδος ἐξ ἐπισκόπων καί σηκωθοῦν κατά τήν ἔναρξη καί ποῦν ὅλοιμαζί «Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών,καί τά πάντα πληρῶν…», θά ἔλθει ὁπωσδήποτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά τoύςφωτίσει;». Ἀναγκαστικά;Ἐπειδή τό εἶπαν; «Ἐπειδή δηλαδή εἶναι κανονικοί ἐπίσκοποι καί συνέρχονται σέΣύνοδο καί κάνουν προσευχή;». Ὄχι, βέβαια! «Δέν ἐνεργεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἔτσι.Μόνο δηλαδή κάτω ἀπό αὐτές τίς προϋποθέσεις. Χρειάζονται καίἄλλες». Χρειάζονται καί αὐτές ἀλλά χρειάζονται καί ἄλλες. Καί οἱ ἄλλες ποιές εἶναι;Εἶναι νά ὑπάρχει ἡ κάθαρση καί ὁ φωτισμός τουλάχιστον. «Χρειάζεται ὁπροσευχόμενος νά ἔχει ἤδη ἐνεργουμένη τήν νοερά προσευχή μέσα του, ὅτανπροσέρχεται στήν Σύνοδο, γιά νά τόν φωτίσει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ».«Στίς ψευδο-συνόδους οἱ προσερχόμενοι δέν εἶχαν αὐτήν τήν προσευχητικήΚατάσταση». Γι’ αὐτό καί ἔπαιρναν ἀνορθόδοξες ἀποφάσεις. «Οἱ παλαιοί ἐπίσκοποιὅμως εἶχαν τέτοια πνευματική ἐμπειρία». Εἶχαν ἐνεργουμένη μέσα τους τήνἀδιάλειπτη προσευχή «καί, ὅταν προσήρχοντο ὡς Σῶμα –ὡς Σύνοδος-, ἤξεραν τί τόΠνεῦμα τό Ἅγιο τούς πληροφοροῦσε μέσα στήν καρδιά γιά ἕνα συγκεκριμένο θέμα.Καί, ὅταν ἔβγαζαν ἀποφάσεις, ἤξεραν ὅτι οἱ ἀποφάσεις τους ἦταν σωστές». Ὄχι γιατίἤτανε λογικές, σύμφωνες μέ τήν λογική, πού τήν ἔχουν κάνει θεά σήμερα, ἀλλά ἦτανσύμφωνες μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα πού μιλοῦσε στήν καρδιά τους. «Εὑρίσκοντο σέκατάσταση φωτισμοῦ, ἐνῶ ὁρισμένοι ἀπό αὐτούς εἶχαν φθάσει καί στόν δοξασμό,δηλαδή στήν θέωση. Ὁπότε, βλέπουμε ὅτι στήν ἀρχαία Ἐκκλησία κυριαρχοῦσε τόχαρισματικό στοιχεῖο (δηλαδή κυριαρχοῦσαν τά μέλη μέ χαρίσματα ἉγίουΠνεύματος), ἐνῶ τά καθιδρυματικά στοιχεῖα, δηλαδή τά τυπικά ἐκκλησιαστικά καίδιοικητικά προσόντα ἀκολουθοῦσαν». Δέν ἦταν τά πρῶτα. Τά δεύτερα ἦταν. Πρῶταἦταν τά χαρισματικά, δηλαδή ἄν οἱ ἄνθρωποι πού συμμετεῖχαν ἦταν χαρισματούχοιἄν εἴχανε τόν φωτισμό, ἄν εἴχανε τήν θέωση. Μετά ἦταν τά τυπικά προσόντα ἄνεἶχαν μόρφωση, ἄν εἶχαν κάποια παιδεία κ.λ.π.«Αὐτό εἶναι σαφέστατο καί στήν Καινή Διαθήκη καί στήν ἀρχαία Ἐκκλησία καίστούς μεγάλους Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀπό τήν 1η Οἰκουμενική329
Σύνοδο (4ος αἰών) -στήν Νίκαια- μέχρι τήν 9η Οἰκουμενική Σύνοδο, πού ἔλαβε χώραἐπί ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (14ος αἰών)». Οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι δέν ἦτανἑφτά, ἐννιά ἤτανε. Ἡ ἐπί Μεγάλου Φωτίου τό 879, ἡ ὁποία καταδίκασε τό φιλιόκβε,ἑπομένως καί τούς Παπικούς… κι ἄς λένε κάποιοι ὅτι δέν ὑπάρχει Σύνοδος πού νάἔχει κατασικάσει τούς Παπικούς. Ὑπάρχει, ἐπί Μεγάλου Φωτίου, ἡ ὁποία εἶναιΟἰκουμενική καί καταδίκασε τό φιλιόκβε, δηλαδή ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεταικαί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Αὐτοί τό λένε μέχρι σήμερα, ἐπιμένουν σ’ αὐτό, ἐνῶ ἔχουνκαταδικαστεῖ. Ἀλλά ἔρχονται κάποιοι «ἐξυπνάκηδες» ὀρθόδοξοι καί λένε δέν εἶναιαἵρεση… δέν ἔχουν καταδικαστεῖ. Καθώς καί ἡ 9η Οἰκουμενική Σύνοδος ἐπίΓρηγορίου Παλαμᾶ τό 1340 πού καταδίκασε τόν ἀντι-ησυχασμό τοῦ Βαρλαάμ.«Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν συμμαρτυρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τήνξέρουν καλά μόνο ὅσοι ἔχουν τήν νοερά προσευχή ἐνεργουμένη μέσα στήν καρδιάτους. Ἡ νοερά προσευχή εἶναι μία ἐμπειρική ἐξακρίβωσις καί ἐπιβεβαίωσις τῆςθεραπείας τοῦ νοός τοῦ ἀνθρώπου. Μία τέτοια θεραπεία εἶναι ἐφικτή σέ ὅλους τούςἀνθρώπους, ἐφ’ ὅσον πληροῦνται οἱ πνευματικές προϋποθέσεις τῆς θεραπευτικῆςμεθόδου. Δέν εἶναι δηλαδή προορισμένη ἤ σχεδιασμένη μόνο γιά κάτι καλογήρους,μόνο δηλαδή γιά κάποιους πού φορᾶνε ράσα, ἀλλά γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Διότιστήν Ἁγία Γραφή δέν φαίνεται πουθενά νά γίνεται διάκρισις μεταξύ μοναστικῆςπνευματικότητος καί λαϊκῆς πνευματικότητος». Αὐτή ἡ λανθασμένη ἀντίληψη ὅτιἄλλο μοναχός καί ἄλλο λαϊκός.Μάλιστα δέν λένε κἄν ὅτι εἴμαστε λαϊκοί, λένε ὅτι εἴμαστε κοσμικοί, πράγμα πούσημαίνει δηλαδή ὑποταγμένοι στόν κόσμο. Τήν ἀλήθεια λένε οἱ ἄνθρωποι… ἔτσιεἶναι! Ἀλλά δέν ἐπιτρέπεται νά εἴμαστε ἔτσι. Οἱ χριστιανοί μέσα στόν κόσμο δένπρέπει νά λεγόμαστε κοσμικοί ἀλλά λαϊκοί, ὅτι δέν φορᾶμε ράσα. Δέν ὑπάρχειφυσικά αὐτή ἡ διάκριση πού γίνεται στήν πνευματικότητα καί λένε ὅτι οἱ κοσμικοί,οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦνε στόν κόσμο, δέν χρειάζεται νά κάνουν τόσα πράγματα ὅσα οἱμοναχοί. Καί μέ λιγότερα σώζεσαι… καί μέ λίγη δηλαδή ἁμαρτία δέν πειράζει,ἐπειδή εἴμαστε στόν κόσμο ὁ Χριστός τό ἀνέχεται αὐτό.Ὄχι, ὁ Χριστός δέν εἶπε τέτοια πράγματα. Ὁ Χριστός τίς ἴδιες ἐντολές ἔδωσε καί γιάτούς μοναχούς καί γιά τούς λαϊκούς χριστιανούς. Οἱ ἀπαιτήσεις εἶναι οἱ ἴδιες. Οἱἅγιοι Πατέρες, τό ἔχουμε πεῖ, λένε ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού ζεῖ μέσα στόν κόσμο, ὁλαϊκός χριστιανός, ὠφείλει νά κάνει περισσότερα ἀπό τούς μοναχούς, ὄχι λιγότερα.Περισσότερη ἄσκηση δηλαδή, νά ἔχει περισσότερη νήψη, περισσότερη προσοχή,γιατί ἔχει περισσότερους πειρασμούς. Αὐτό λέει ἐδῶ καί ὁ π. Ἰωάννης, ἀλλά καί ὅλοιοἱ Πατέρες τό λένε.«Ἡ Ἁγία Γραφή μιλάει μόνο γιά μία πνευματικότητα. Ἔχετε βρεῖ ποτέ στήν ἉγίαΓραφή κάποιο χωρίο πού νά μιλάει ξεχωριστά γιά πνευματικότητα λαϊκῶν ἤ γιάπνευματικότητα κληρικῶν;». Γιατί ὑπάρχει κι αὐτό, λένε: – Αὐτός εἶναι παπάς ἤθεολόγος καί ἀφοῦ εἶναι παπάς δικαιολογεῖται νά κάνει αὐτά πού κάνει. Ἐμεῖς330
δικαιολογούμαστε νά κάνουμε κάτι ἄλλο, λίγο διαφορετικό ἤ καί ἀντίθετο. «Δένὑπάρχει τέτοιο πράγμα στήν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἐν Χριστῷ πνευματικότης εἶναι μία γιάὅλους τούς πιστούς». Γιατί κάποιες κοπέλες διστάζουν νά γίνουν παπαδιές; Γιατί θάἔχουν περιορισμούς. Δηλαδή, ἄν δέν γίνει παπαδιά, θά μπορεῖ νά κάνει πιό ἐλεύθερηζωή; Βλέπετε πόσο λάθος ἔχουμε πάρει τά πράγματα; Ἐνῶ ἴδια ζωή θά ἔπρεπε νάκάνει καί μία πρεσβυτέρα καί κάποια πού εἶναι ἔγγαμη μ’ ἕναν λαϊκό ἄνδρα.«Αὐτή ἡ ἐν Χριστῷ πνευματικότης εἶναι στήν οὐσία της μία θεραπευτική ἀγωγή, ἡὁποία προσφέρεται ἀπό τόν Χριστό σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Εἶναι σχεδιασμένη γιάὅλους τούς ἀνθρώπους. Δέν εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς ἤ τούς παπάδες ἤ τούςμορφωμένους ἤ διανοούμενους, διότι μέσα της δέν ἔχει καθόλου διανόηση», γιατίτότε θά ἦταν, ἄς ποῦμε, γιά τούς ἔξυπνους ὁ χριστιανισμός. Ὄχι, εἶναι γιά ὅλους,γιατί δέν εἶναι θέμα μυαλοῦ, εἶναι θέμα καρδιᾶς. Καί καρδιά ἔχουν ὅλοι καί ὅλοιμποροῦν νά τήν καθαρίσουν ἐφόσον μποῦνε μέσα σ’ αὐτή τήν θεραπευτικήδιαδικασία. «Οὔτε ἔχει σχέση μέ τά ἐξωτερικά καί φαινόμενα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλάμέ τά ἐσωτερικά καί κρυπτά».Θά ποῦμε καί δυό λόγια γιά τήν «Ἐκκλησιαστική μουσική» καί νά κλείσουμε. «Ὁσκοπός τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς εἶναι νά προκαλέσει κατάνυξη ἤδοξολογία», νά ἐκφράσει αὐτόν τόν ἐνθουσιασμό τῆς καρδιᾶς, τόν δοξολογικόἐνθουσιασμό πρός τόν Θεό καί δέν ἔχει σκοπό νά προκαλέσει -προσέξτε τά λέει μέτόν ὄνομά τους ὁ π. Ἰωάννης- «ἐρωτικό συναισθηματισμό», ὅπως , δυστυχῶς, αὐτότόν σκοπό ἔχει ἕνα μεγάλο μέρος τῆς κοσμικῆς μουσικῆς. «Στήν Δυτική παράδοσηἀπό τόν Μεσαίωνα, ἀπό τούς Φράγκους δηλαδή, καθιερώθηκε νά μή διακρίνει κανείςτά ἐρωτικά ἀπό τά θρησκευτικά τραγούδια». Εἶναι τό ἴδιο πράγμα. Σημειῶστε ὁ π.Ἰωάννης ἦταν ἀπό μωρό στήν Ἀμερική καί εἶχε μεγάλη γνώση καί τῆςπροτεσταντικῆς θρησκευτικότητας καί τῆς παπικῆς. «Ἄν ἀκούσετε Προτεστάντες ἤΠαπικούς νά ψάλλουν μέσα στόν ναό τους, καταλαβαίνετε ἀμέσως ὅτι τραγουδοῦνμέσα στόν ναό. Δέν ψάλλουν. Ἀποδίδουν τά τροπάριά τους μέ ἕναν τρόπο ἐρωτικό.Ὅταν τραγουδοῦν οἱ Παπικοί ὕμνους στήν Παναγία, δέν εἶναι μόνο τά λόγια πούεἶναι ἐρωτικά, ἀλλά καί ἡ μουσική εἶναι ἐρωτική.Δηλαδή εἶναι σάν νά ἐρωτοτροποῦν μέ τήν Παναγία καί σάν νά ἐρωτοτροποῦν μέ τόνΧριστό!». Καί στήν ζωγραφική τους ὑπάρχει πάλι αὐτό τό στοιχεῖο καί ντρέπεταικανείς νά κοιτάξει τίς εἰκόνες ἔτσι πού δείχνουν τήν Παναγία. Ἀφήνω πού οἱζωγράφοι ἔπαιρναν τήν φιλενάδα τους καί τήν ἔβαζαν πρότυπο -συγγνώμη πού τάλέω ἀλλά αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ἔγραφαν μετά ἀπό πάνω Madonna καί νά ἡΠαναγία! Ἔτσι εἶναι ἡ Παναγία;… Λείπει τελείως δηλαδή τό ἀσκητικό στοιχεῖο καίτό στοιχεῖο τῆς κατάνυξης καί τῆς δοξολογίας. Ἁπλῶς διεγείρεται τό συναίσθημα,δηλαδή τό παθητικό τῆς ψυχῆς, τό θυμικό καί τό ἐπιθυμητικό. «Μέ τό συναίσθημαπροσπαθοῦν νά προκαλέσουν μία συναισθηματική θρησκευτικότητα στά μέλητους». Μπορεῖ νά φτάσουν νά ἔχουν καί δάκρυα κ.λ.π. ἀλλά αὐτό εἶναι πού σοῦγεμίζει τήν ψυχή; Πού σέ ἑνώνει μέ τόν Θεό; Ὄχι, βέβαια. Γιατί αὐτές οἱ δυνάμεις331
εἶναι τό κατώτερο κομμάτι τῆς ψυχῆς, τό ἀνώτερο εἶναι τό λογιστικό, εἶναι ὁ νοῦςκαί σ’ αὐτό στοχεύει ἠ Ὀρθοδοξία καί ὁ Χριστός καί ἡ ἀλήθεια, στό νά καθαριστεῖ ὁνοῦς καί νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό. Γι’ αὐτό καί ἡ λατρεία μας λέγεται λογική λατρεία,δέν λέγεται συναισθηματική λατρεία. Λογική, δηλαδή γίνεται μέ τόν νοῦ.«Ἐπειδή λοιπόν ἡ Παράδοσίς τους –τῶν Παπικῶν καί τῶν Προτεσταντῶν- ἔχει αὐτόντόν συναισθηματικό χαρακτήρα, γι’ αὐτόν τόν λόγο οἱ σοβαροί ἄθρωποι στήνἈμερική καί στήν Εὐρώπη δέν θρησκεύουν». Αὐτοί πού δέν λειτουργοῦν δηλαδή μέτό συναίσθημα.Ὄχι ὅτι δέν ἔχουν συναίσθημα. Ἔχουν συναίσθημα, ἀλλάκυριαρχοῦν στόν ἑαυτό τους μέ τήν λογική, ὅπως πρέπει. Ἀλλοίμονο ἄν κυριαρχήσειστόν ἄνθρωπο τό συναίσθημα… θά κάνει παράλογα πράγματα. Οὔτε βέβαια θάπρέπει νά ἀπαξιώσουμε τελείως τό συναίσθημα καί νά γίνουμε ἀνέραστοι, νά μήνἀγαποῦμε, νά μήν ἔχουμε καθόλου συναισθήματα. Ὄχι, ἀλλά θά πρέπει τόσυναίσθημα νά ὑποτάσσεται στήν λογική. Ὁ νοῦς νά εἶναι ὁ κυβερνήτης. Τόλογιστικό δηλαδή νά κυβερνᾶ τό παθητικό τῆς ψυχῆς, νά κυβερνᾶ τόν θυμό καί τήνἐπιθυμία. «Ἐπειδή λοιπόν ἡ Παράδοσίς τους ἔχει αὐτόν τόν συναισθηματικόχαρακτήρα, οἱ σοβαροί ἄνθρωποι δέν θρησκεύουν καί δηλώνουν εἴτε ἄθεοι εἴτεἀγνωστικιστές, ἄθρησκοι, «διότι δέν πείθονται μέ τέτοιους συναισθηματισμούς».Ἔ, λένε, τί νά κάνουμε τραγουδάκια… τά κάναμε μικροί αὐτά.«Ὅσοι θρησκεύουν ἐκεῖ –στή Δύση-, εἶναι συναισθηματικοί ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοιὅμως δέν εἶναι καί συνεπεῖς στήν ἔρευνα. Γενικά ἐννοῶ στήν ἔρευνα». Δηλαδή δένἐρευνοῦν νά βροῦν τήν ἀλήθεια. «Ἕνας συνεπής Εὐρωπαῖος ἤ Ἀμερικανός εἶναιφυσικό νά εἶναι ἄθεος κάτω ἀπό τέτοιες προϋποθέσεις καί νά μήν εἶναι οὔτε Παπικόςοὔτε Προτεστάντης», γιατί δέν τούς προσφέρεται ἡ ὀρθή πίστη, τους προσφέρεταιἕνας συναισθηματισμός. «Βαρειά βέβαια εἶναι αὐτή ἡ κουβέντα, ἀλλά αὐτή εἶναι ἡπραγματικότητα. Διότι ἕνας σοβαρός ἐπιστήμων δέν εἶναι δυνατόν νά παραδεχθεῖποτέ τά θεμέλια τῆς Παπικῆς ἤ Προτεσταντικῆς θεολογίας». Ἄν κανείς δηλαδή, λέειὁ π. Ἰωάννης, ἔκανε ἔρευνα σοβαρή ἱστορική, καί τό κάνουν οἱ σοβαροί ἄνθρωποιστήν Δύση, θά διαπίστωνε ἀκριβῶς τήν σαθρότητα τῶν θεμελίων τόσο τῆς Παπικῆςθεολογίας ὅσο καί τῆς Προτεσταντικῆς. Ἕνα δόγμα μόνο νά πάρουμε τό ἀλάθητοτοῦ Πάπα.Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ ὑπάρχει ἀλάθητο στόν Πάπα; Ἕνας σοβαρός ἄνθρωπος θάπιστέψει ποτέ ὅτι ὁ Πάπας εἶναι ἀλάθητος; Ἀπό τούς παπικούς μιλάω ὄχι ἀπό μᾶς…δέν τό πιστεύουνε. Καί φυσικά μετά ἀπορρίπτουν τά πάντα. Σοῦ λέει: Αὐτή εἶναι ἡθρησκεία μας; Αὐτό θά πιστέψουμε; Καί μιλᾶμε γιά ἕνα δόγμα. Ὅλα τά δόγματα πούἔχουν οἱ Παπικοί, ἄν τά ἐξετάσεις, εἶναι σαθρά, δέν στηρίζονται δηλαδή στήνἀλήθεια. Ἕνας λοιπόν πού ἐρευνᾶ σωστά, τό βρίσκει. Ἕνας ὅμως πού εἶναι ἁπλῶςσυναισθηματικός, θά πηγαίνει στήν Ἐκκλησία ἔτσι, γιατί τοῦ ἀρέσουν τάτραγουδάκια. Τέτοιοι εἶναι οἱ πιστοί τῆς Δύσεως.332
«Γι’ αὐτό βλέπει κανείς τούς ναούς τους ἄδειους». Τώρα τούς πουλᾶνε κιόλας, τούςκάνουν piano bar, χίλια δυό πράγματα. Καί στήν Ἰταλία καί στήν Ἀγγλία πωλοῦνταιοἱ ναοί. Ἑπόμενο εἶναι, ἀφοῦ δέν ὑπάρχουν πιστοί. Μάλιστα ἄκουσα ὅτι τούςστέλνουν μέ τό ταχυδρομεῖο τήν «Όστια», τήν Θεία Κοινωνία… γιά νά μήν πᾶνε κἄνστήν Ἐκκλησία…«Τό ἴδιο φοβοῦμαι ὅτι θά πάθει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία». Προσέξτε, αὐτό ἔχεισημασία καί γιά μᾶς, γιατί καί σέ μᾶς ὑπάρχει αὐτή ἡ τάση τοῦ ἐκσυναισθηματισμοῦτῆς πίστης, νά κάνουμε κι ἐμεῖς τήν πίστη μας συναισθηματική. Ἤδη βλέπουμε στόδιαδίκτυο, σέ ὀρθοδοξους ναούς πιάνο, μουσικά ὄργανα, σοπράνο (!) καί τραγουδᾶνεμέσα στήν Ἐκκλησία. Ἐπιτρέπονται αὐτά τά πράγματα; Ἤ νά κάνουμε ἐκδηλώσειςτύπου φιλολογικῶν μνημοσύνων μέσα στήν Ἐκκλησία… Αὐτό εἶναι ἄκραἐκκοσμίκευση καί μία τάση νά κάνουμε τήν πίστη μας συναισθηματική. Ἀλλά, γιατίτό παθαίνουμε αὐτό; Διότι ἀκριβῶς ἔχουμε χάσει κι ἐμεῖς τά ὀρθόδοξα κριτήρια,ἔχουμε χάσει τήν θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας. Καί σοῦ λέει: τί πειράζει; Ὡραῖοπράγμα εἶναι… ἀκοῦς ἕνα ὡραῖο τραγούδι. Καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ὑπάρχει καίμιά ἐκλογίκευση τῆς πίστεως, μιά παραθεώρηση δηλαδή τῆς χαρισματικῆςδιάστασης, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί προσπαθοῦμε νά κάνουμε τήν πίστη μας μιάὑπόθεση μόνο τῆς λογικῆς. Νά τό πῶ ἁπλά.Τί εἶναι ὅλες οἱ μεταφράσεις πού προσπαθοῦν νά κάνουν στά λειτουργικά κείμενακαί στήν Ἁγία Γραφή ἀκόμα; Λένε γιά νά καταλαβαίνει ὁ λαός, πρέπει νά τάμεταφράσουμε τά κείμενα. Δηλαδή ὅλη ἡ ἱστορία εἶναι στήν λογική, νά τόκαταλαβαίνουμε μέ τή λογική, πού δέν εἶναι τίποτα δύσκολο νά τό καταλάβεις καί μέτή λογική. Ἐμεῖς ἔχουμε μέσα στήν γλώσσα μας τίς λέξεις τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆςγλώσσας καί κάποιες πού εἶναι ἄγνωστες, ἅμα μπεῖ στόν κόπο ὁ ἱερέας λίγο-λίγο νάτίς ἐξηγήσει, σέ πολύ λίγο χρόνο θά ξέρουμε ὅλες τίς λέξεις. Ἀλλά ποῦ ἑδράζεταιὅλη αὐτή ἡ προσπάθεια τῆς μετάφρασης; Στό ὅτι νομίζουμε ὅτι μέ τό νά τάκαταλάβουμε διανοητικά πλήρως ὅλα αὐτά, θά ζήσουμε καί τόν Θεό. Ὄχι, δέν θάζήσουμε ἔτσι τόν Θεό μέ τό νά καταλάβουμε μέ τήν λογική τό Εὐαγγέλιο, τούςΚανόνες καί τά τροπάρια, ἀλλά θά Τόν καταλάβουμε ὅταν καθαρίσουμε τήν καρδιάμας. Κι αὐτό μπορεῖ νά τό κάνει κι ἕνας ἀγράμματος πού δέν καταλαβαίνει σχεδόντίποτα κι ὅμως λέει: τί ὡραῖα πού εἶναι στήν Ἐκκλησία! τί ὡραῖα πού ἦταν σήμερα…πετοῦσε ἡ ψυχή μας! Γιατί μιά γιαγιά δέν καταλαβαίνει τίποτα, ἀλλά καταλαβαίνειτό Ἅγιο Πνεῦμα πού ἔχει μέσα της ἐνεργό καί συμπροσεύχεται κι αὐτή μέ Αὐτό.Τό ἴδιο, λέει ὁ π. Ἰωάννης -κι ἐδῶ εἶναι προφητικός προσέξτε- θά πάθει καί ἡὈρθόδοξη Ἐκκλησία, θά γίνει δηλαδή ἕνας ἐκσυναισθηματισμός καί μιάἐκλογίκευση τῆς πίστεως καί τῆς λατρείας «ἄν ἐπιτρέψει τόν εὐσεβισμό, τόνσυναισθηματισμό καί τήν διανόηση νά κατακτήσουν τόν χῶρο τῆς Ὀρθοδόξουθεολογίας, διότι ἡ κρίσις, πού νομίζω ὅτι περνάει σήμερα ἡ Ἐκκλησία» καί μιλάειγιά τό 1983, σκεφτεῖτε τί θά ἔλεγε σήμερα! «θά εἶναι καί ἡ τελευταία Της. Μετά δένθά ὑπάρχει τίποτε ὄρθιο γιά νά σαλευθεῖ καί νά ὑποστεῖ κρίση».333
Δέν θά ὑπάρχει Ἐκκλησία δηλαδή. Ὄχι παγκοσμίως. Μιλάει γιά τήν ὀρθόδοξηἑλληνική Ἐκκλησία. Παγκοσμίως κάπου θά ὑπάρχει σίγουρα, γιατί μᾶς τό εἶχε πεῖ ὁΧριστός ὅτι «πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18), τῆς Ἐκκλησίας.Ὄχι τῆς ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, γενικά τῆς Ἐκκλησίας. Ἄν, λοιπόν, κι ἐμεῖς δένπροσέξουμε θά πᾶμε πρός τά ἐκεῖ. Ἤδη πᾶμε πρός τά ἐκεῖ… σᾶς εἶπα τά διάφοραφαινόμενα πού ἔχουμε. Πρίν ἀπό ἕνα-δύο χρόνια εἶχε γίνει μία συναυλία, μέ τόνΝταλάρα νομίζω, μέσα στόν Ἅγιο Παντελεήμονα, τήν μεγαλύτερη ἐκκλησία τῶνἈθηνῶν. Τό φάγαμε κι αὐτό… τά τρῶμε ἔτσι ὅλα αὐτά χωρίς νά διαμαρτυρόμαστε.Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἡ ἀλλοίωση τῆς πίστεως καί τῆς θεραπευτικῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἤμᾶλλον ἡ πλήρης παραγνώριση τοῦ θεραπευτικοῦ ρόλου τῆς Ἐκκλησίας καί κάνουμεπλέον καί τήν Ἐκκλησία ἕναν ὀργανισμό πού προσφέρει ὡραῖα τραγούδια, καλήμουσική, συναίσθημα καί μιά ἱκανοποίηση διανοητική, τοῦ πνεύματος καί ὄχι μίακάθαρση τῆς καρδιᾶς καί μία ἐξυγίανση τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου.Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα καί νά δοξάσουμε τόν Θεό… καί γιά τόν π. Ἰωάννη πούμᾶς τά λέει. Μακάριος ὁ ἄνθρωπος πού τά καταλαβαίνει καί ζεῖ τά ὀρθόδοξα αὐτάπού καθαρίζουν τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, πού ζεῖ δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης334
Πῶς οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀντιμετώπισαν τούς αἱρετικούς (Πατερική Θεολογία – 26ο Μέρος)Μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ περνᾶμε στό Δεύτερο Μέρος τῆς Πατερικῆς Θεολογίας, πούἔχει γενικό τίτλο: «Περί τῆς διδασκαλίας τῶν αἱρετικῶν καί πῶς οἱ Πατέρες τούςἀντιμετώπισαν». Λέει ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης: «Ὅταν κάποιος φθάσει στήνθέωση, ξαναζεῖ ὅλες τίς φάσεις τῆς Ἀποκαλύψεως (Μεταμόρφωση – Πεντηκοστή),πού σημαίνει ὅτι ὁ θεούμενος ξαναζεῖ ὅλες τίς ἀλήθειες πού ἀπεκαλύφθησαν στούςἈποστόλους. Τότε διαπιστώνει ἐμπειρικά ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία ἔχει χαρακτήρακυκλικό καί ὅτι ὁ κύκλος ἔχει ὡς πυρῆνα τήν Ἐνσάρκωση», τήν σάρκωση τοῦΛόγου, πού γιορτάσαμε πρίν λίγες μέρες, τά Χριστούγεννα. «Ὁ πυρῆνας εἶναι ὁσαρκωμένος Λόγος». Ἡ θεολογία μας δηλαδή ἔχει κέντρο τήν Σάρκωση. Εἶναι τόμεγαλύτερο, τό κορυφαῖο γεγονός, τό ὁποῖο, θά λέγαμε, ἔκοψε στή μέση τήν ἱστορίατοῦ κόσμου, τό γεγονός ὅτι ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος. «Αὐτό εἶναι ἕνα κυκλικόφαινόμενο, πού ἔχει ἕναν πυρῆνα ἤ, ἄν θέλετε, ἕνα ἑλικοειδές φαινόμενο, πού ἔχειἕναν ἄξονα καί αὐτός ὁ ἄξονας εἶναι ὁ σαρκωμένος Λόγος».Γι’ αὐτό λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος: «Ποιός εἶναι ὁ ἀντίχριστος; Αὐτός ὁὁποῖος δέν πιστεύει ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος» (Α΄Ἰω. 4,3). Αὐτό ἀκριβῶςἀρνοῦνται οἱ πάντες, ἐκτός ἀπό τούς Χριστιανούς. Καί οἱ Μουσουλμάνοι τόἀρνοῦνται. Ὁ Χριστός θεωρεῖται ἀπό αὐτούς ἕνας ἁπλός προφήτης. Ὄχι Θεόςβέβαια! Καί οἱ Ἑβραῖοι ὁπωσδήποτε τόν ἀρνοῦνται τόν Χριστό ὡς Θεό, ἀφοῦ Τόνφόνευσαν. Ὅμως ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία ἔχει ὡς κέντρο αὐτό, ὅτι ὁ Θεός ἔγινεἄνθρωπος, τό ὁποῖο πρέπει νά εἶναι τό κέντρο καί τῆς δικῆς μας πίστης καί ζωῆς.Εἶναι συγκλονιστικό νά τό σκεφτεῖ κανείς!«Βλέποντας τόν Λόγο βλέπουμε τόν Πατέρα ἐν Πνεύματι Ἁγίω. Βλέποντας τόνΛόγο -τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό- βλέπουμε τήνἘκκλησία. Βλέποντας τόν Λόγο βλέπουμε τήν Κοινωνία τῶν Ἁγίων», γιατί καί οἱἍγιοι τί εἶναι παρά τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Ἡ Ἑκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.Βλέποντας τόν Χριστό βλέπουμε ὅλη τήν Ἐκκλησία. «Βλέποντας τόν Λόγοβλέπουμε ὅλα τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας», γιατί, πάλι, ὅλα τά Μυστήρια ξεκινοῦνἀπό τόν Χριστό καί ὀ Χριστός εἶναι πού τελεῖ ὅλα τά Μυστήρια καί ἡ Χάρις πού μᾶςδίνει ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Χριστοῦ. «Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ἸησοῦΧριστοῦ, καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,εἴη μετά πάντων ὑμῶν», μᾶς εὔχεται ὁ ἱερέας σέ κάθε Λειτουργία.«Χωρίς τήν θεωρία αὐτοῦ τοῦ πυρῆνα δέν βλέπει κανείς σωστά τά πράγματα». Ἅμαὁ ἄνθρωπος , δηλαδή, δέν ἔχει ὡς κέντρο αὐτό τό γεγονός ὅτι ὁ Θεός ἔγινεἄνθρωπος, δέν μπορεῖ νά δεῖ σωστά τίποτε. «Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάσει σ’ αὐτόν τόν335
πυρῆνα κατά τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, τότε, ἐπειδή φθάνει νά τοῦ ἔχειἀποκαλυφθεῖ πᾶσα ἡ ἀλήθεια, γίνεται ἀπλανής περί τά θεῖα». Τότε, δηλαδή, δένπλανᾶται. Ὅταν φθάσει στήν θέωση, τότε τοῦ ἀποκαλύπτεται πᾶσα ἡ ἀλήθεια καίστό μέτρο πού μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος μετέχει στήν δόξα τοῦ Θεοῦ, θεωρεῖ τήν δόξα τοῦΘεοῦ καί τοῦ ἀποκαλύπτονται τά θεολογικά Μυστήρια. Ἀλλά κι αὐτό πάλι στό μέτροτό ἀνθρώπινο, ὅσο μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος. Τό ὅτι βέβαια μετά γίνεται ἀπλανής στά θεῖα,ὅπως λέει ἐδῶ ὁ π. Ἰωάννης, ὅτι δέν πλανᾶται, δέν σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτόςγίνεται ἕνας Πάπας στήν Ἐκκλησία, ἀλάθητος δηλαδή. Στήν Ἐκκλησία δέν ἔχουμεΠάπες, δηλαδή δέν ὑπάρχει κανένας ἀλάθητος. Μόνο ἡ Ἐκκλησία ὡς Σύνοδοςἐκφράζεται ἀλαθήτως, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, ὅταν βεβαίως οἱ Ἀποφάσεις της εἶναιδεκτές καί ἀπό τήν δογματική συνείδηση τῆς ὅλης Ἐκκλησίας, τοῦ λαοῦ δηλαδή, πούμαζί μέ τόν κλῆρο ἀποτελεῖ τήν Ἐκκλησία.«Ἐπειδή ἡ ἀποκάλυψις περί τῶν θείων Μυστηρίων εἶναι ἡ ἴδια σέ ὅλους τούςθεουμένους, γι’ αὐτό ὑπάρχει ταυτότης διδασκαλίας σέ ὅλους τούςθεουμένους». Ὅταν φτάσει κάποιος στήν θέωση δηλαδή, βλέπει καί θεωρεῖ καί ἔχειἀνάλογη ἐμπειρία μέ αὐτή πού εἶχαν ὅλοι ὅσοι εἶχαν φτάσει πρίν ἀπό αὐτόν. Δέν τοῦἀποκαλύπτεται κάτι ἄλλο, ἕνας ἄλλος Θεός, ἀλλά ἡ ἐμπειρία εἶναι τῆς ἴδιαςταυτότητας, ταυτίζεται μέ τίς προηγούμενες ἐμπειρίες τῆς θεώσεως. Γι’ αὐτό καί ὁἍγιος εἶναι αὐτός πού καταλαβαίνει τόν Ἅγιο. Χρειάζεται, ἑπομένως, κανείς νά ἔχεικάποιον πνευματικό ὁδηγό γιά νά ἐξιχνιάσει κατά κάποιο τρόπο, νά ἀνακρίνει, νάκατανοεῖ καί νά πορεύεται σωστά, γιά νά μήν πλανηθεῖ. «Αὐτή εἶναι ἡ Πατερικήπαράδοση, στήν ὁποία ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι ἀναφέρονται», δηλαδή ἡ παράδοση τῆςκάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης.«Ὅταν κάποιος ἀποκοπεῖ ἀπό αὐτόν τόν πυρῆνα τῆς ἐμπειρίας καί ἀπό αὐτήν τήνδιδασκαλία», ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά περάσειἀπό τήν κάθαρση στόν φωτισμό καί στήν θέωση, «ἀκόμη καί ἀπό τήν ἱστορία αὐτῆςτῆς διδασκαλίας, εἶναι ἀδύνατο νά μήν πέσει σέ αἵρεση, ἐάν προσπαθήσει νάθεολογήσει». Ἕνας ἄνθρωπος πού προσπαθεῖ νά θεολογήσει, χωρίς προηγουμένωςνά ἔχει μετανοήσει, χωρίς νά ἔχει καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη του, χωρίς νά ἔχει φτάσειστόν φωτισμό καί στήν θέωση, εἶναι πολύ πιθανό, γιά νά μήν ποῦμε 100% βέβαιο,ὅτι θά πεῖ πλανεμένα πράγματα, λαθεμένα πράγματα. Κι ἄν δέν πέσει σέ αἵρεση, λέειὁ π. Ἰωάννης, τουλάχιστον θά πέσει σέ παρερμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἤ τῆς ἱερᾶςΠαραδόσεως.Γι’ αὐτό ἔχουμε αὐτό τό πολύ ἄσχημο σύγχρονο φαινόμενο τῆς λεγόμενης«μεταπατερικῆς» θεολογίας, ἀλλά καί τήν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποίαπαίρνει διαστάσεις μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων, τῶν ὑποτιθέμενων Ὀρθοδόξων δηλαδή,πού θεωροῦνται ὅτι εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἐπειδή ἀκριβῶς ἔχουν ἀποκοπεῖἀπό αὐτή τήν παράδοση τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης, λένε αὐτά τάπλανεμένα πράγματα, ὅτι δηλαδή οἱ Πατέρες εἶναι ξεπερασμένοι, καί ὄχι μόνο…φτάνουν νά λένε κάποιοι Οἰκουμενιστές, καί κορυφαῖα μάλιστα στελέχη, ὅτι μᾶς336
κληροδότησαν τόν διχασμό μεταξύ μας καί ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι διηρημένη καίδιασπασμένη ἐξαιτίας τῶν Πατέρων! Ἦταν φανατικοί οἱ Πατέρες λοιπόν(!) καί μᾶςδιέσπασαν κι ἐμεῖς τώρα πέσαμε σ’ αὐτή τήν συνέχεια, ἡ ὁποία ὀφείλεται στό ὅτι οἱἴδιοι πέσανε θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως! Ἄκουσον, ἄκουσον! Δηλαδήκαταργοῦμε τήν ἁγιότητα καί ἐμεῖς πᾶμε πάνω ἀπό αὐτούς, τούς κατακρίνουμε καίοὐσιαστικά τούς ἐκθρονίζουμε, τούς βγάζουμε ἀπό ἁγίους… Γιατί δέν μπορεῖ νάεἶσαι θύμα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καί νά εἶσαι καί ἅγιος καί ἡ Ἐκκλησία νά λέει ὅτιεἶσαι καί διδάσκαλός της…Κι ὅμως σήμερα φτάνουν καί Ἱεράρχες καί Πατριάρχες καί κορυφαῖοι καί θεολόγοινά λένε τέτοια πράγματα, γιατί ἀκριβῶς ἔχουν ἀποκοπεῖ ἀπό αὐτόν τόν πυρῆνα, λέειὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης. Μάλιστα καί τόν ἴδιο τόν π. Ἰωάννη δέν θέλουν νά τόνἀκοῦνε, γιατί ἀκριβῶς λέει αὐτά πού εἶναι ἡ ὀρθόδοξη παράδοση, πού εἶναι ἡἀλήθεια. Ἄν κανείς δέν καθαριστεῖ, δέν μπορεῖ νά θεολογήσει. Γι’ αὐτό καί στό ἍγιοὌρος δέν ἐπιτρέπουν στούς ἀρχάριους μοναχούς νά ἀσχολοῦνται μέ δογματικάθέματα. Γιατί πολύ εὔκολα πέφτει σέ πλάνη ὁ ἄνθρωπος πού ἐπιχειρεῖ νά θεολογήσειὄντας ἀκάθαρτος, χωρίς κάθαρση. Τό λέει καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὅτι τόθεολογεῖν εἶναι αὐτῶν πού ἔχουν φτάσει στήν θεωρία, «διαβεβηκότες ἐν θεωρία» –θεωρία τοῦ Θεοῦ ἐννοεῖ – καί αὐτοί εἶναι οἱ θεωμένοι. Ἤ τουλάχιστον, λέει, εἶναικαθαροί, ἤ τουλάχιστον ἔχουν μπεῖ στήν πορεία τῆς κάθαρσης, ἀγωνίζονται γιά νάκαθαριστοῦν. Ἀλλά αὐτοί, γιά νά ἔχουν ἀπλανή θεολογία, θά πρέπει νά ἀκολουθοῦντούς ἤδη θεωμένους Πατέρες.Γιατί πρωτογενή θεολογία, πρωτότυπη θά λέγαμε θεολογία, παράγουν αὐτοί πούβλέπουν τόν Θεό, οἱ θεωμένοι. Οἱ ἄλλοι εἶναι ἁπλῶς θεολογοῦντες καί πρέπει νάἀκολουθοῦν τούς θεωμένους, ἄν θέλουν νά μιλήσουν σωστά γιά τόν Θεό. Ἀλλά, ὅτανὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀκάθαρτος, ἔχει ἔπαρση, ἔχει ὑπερηφάνεια, δέν ἀκολουθεῖ τούςθεωμένους καί ἀκολουθεῖ τήν σκέψη του, τόν στοχασμό του καί πέφτει σέ αἱρέσειςκαί σέ πλάνες. Κατεξοχήν κανείς τό βλέπει αὐτό σ’ αὐτούς τούς σύγχρονουςἐκφραστές τῆς μεταπατερικῆς θεολογίας καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔχουνεμεγάλη ἔπαρση. Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἔχουν μεγάλο ἐγωισμό γιά αὐτό καί λένε «κιἐμεῖς πατέρες εἴμαστε, ἀφῆστε τούς πατέρες τούς παλιούς». Ἔτσι γίνεσαι Πατέρας;Μέ τό νά τό πεῖς ἤ μέ τό νά σοῦ λένε οἱ ἄλλοι πάτερ καί πάτερ… Δέν γίνεσαι ἔτσι.Γιά νά γίνεις Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, θά πρέπει νά ἔχεις φτάσει στήν θέωση.«Τό ὅτι θά πέσει εἶναι ἀναπόφευκτο. Ἄν ὄχι σέ αἵρεση, τουλάχιστον σέ παρερμηνεία,εἴτε τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἴτε τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως. Ἔτσι οἱ Πατέρες, πού εἶχαναὐτήν τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, ἤξεραν ὅτι δι’ αὐτῆς ἔγιναν κατά χάριν θεοί». Τόἤξεραν! Ἀλλά, ἐπειδή ἦταν καθαροί, δέν ἔπεφταν σέ ἔπαρση, σέ ὑπερηφάνεια. Ποιόςπέφτει σέ ὑπερηφάνεια; Αὐτός πού εἶναι βρώμικος, πού ἔχει ἰδέα μέσα του ὅτι εἶναικάτι. Οἱ Ἅγιοι εἶχαν καθαριστεῖ ἀπό αὐτό τό πράγμα, ὁπότε ἔφτασαν στήν κορυφήτῆς ἁγιότητας, στήν θέωση, χωρίς νά ἔχουν ὑπερηφάνεια. Γιατί ἤξεραν ὅτι αὐτό πούἔχουν εἶναι τοῦ Θεοῦ. Ἤξεραν πολύ καλά τί ἔχουν, ὅτι εἶναι κατά χάριν θεοί, ἀλλά337
δέν τό θεωροῦσαν ἀφορμή γιά νά ὑπερηφανευτοῦν. Ἔλεγαν ὅτι αὐτό εἶναι δῶρο τοῦΘεοῦ, δέν εἶναι δικό μου καί, ὅταν τούς δόξαζαν οἱ ἄνθρωποι «τί ἅγιοι πού εἶστε…καί τί θαύματα πού κάνετε!», ἔλεγαν «ἐμεῖς τά κάνουμε τά θαύματα; Ποιά θαύματα;Ἐγώ δέν ἔκανα τίποτα. Ὁ Θεός τά κάνει τά θαύματα». Καί τό ἐννοοῦσαν αὐτό, δένἦταν ἕνα σχῆμα ταπεινολογίας.«Οἱ Πατέρες», λοιπόν, «ἤξεραν ὅτι εἶναι κατά χάριν θεοί ἀλλά ὄχι κατά φύσιν». ὉΧριστός, ὅμως, πού εἶναι ὁ σαρκωμένος Λόγος, εἶναι κατά φύσιν Θεός. «Ὁ Ἄρειοςἔλεγε ὅτι ὁ σαρκωμένος Λόγος εἶναι κατά χάριν Θεός». Ἐξομοίωνε, δηλαδή, τόνσαρκωμένο Λόγο, τόν Χριστό, μέ μᾶς. Ἐμεῖς γινόμαστε κατά χάριν θεοί ἀλλάΧριστός δέν ἦταν κατά χάριν, ἦταν κατά φύσιν Θεός. «Οἱ Πατέρες ἔλεγαν: ὁ Χριστόςεἶναι κατά φύσιν Θεός. Ὁ σαρκωμένος Λόγος εἶναι κατά φύσιν Θεός. Ὁ Ἄρειοςὑπεστήριζε ὅτι ὁ σαρκωμένος Λόγος εἶναι κατά χάριν ἡ πηγή τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦΠατρός. Ὁ Ἄρειος ναί μέν δέν ἠρνεῖτο ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀκτίστουδόξης, ὑπεστήριζε ὅμως ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι ἡ φυσική πηγή τῆς ἀκτίστου δόξης,ἀλλά ἡ κατά χάριν πηγή τῆς ἀκτίστου δόξης.Ἔλεγε ὅτι, ἀφοῦ ἡ ἀνθρωπίνη φύσις εἶναι κτίσμα, ἄρα ὁ Χριστός εἶναι κατά χάρινΘεός», ὄχι κατά φύσιν. Ἔφτανε νά λέει αὐτά τά πλανεμένα πράγματα, γιατί στόβάθος ὑπῆρχε αὐτό τό ὑπόβαθρο τῆς ἀκαθαρσίας, τῆς ἔπαρσης. Γι’ αὐτό καί, ὅτανἀργότερα κατάλαβε τό λάθος του, δέν μποροῦσε νά τό ἀρνηθεῖ δημοσίως , γιατίἔλεγε ʿτί θά πεῖ ὁ κόσμος;… ἐγώ τόσο κόσμο πῆρα μαζί μου, μέ ἐπευφημοῦνε…᾽.Εἶχαν φτιάξει καί τραγουδάκια γιά νά διαδίδουν πιό εὔκολα τίς πλάνες του! Τόνἀκολουθοῦσε πολύς κόσμος! ʿΤώρα πῶς θά τούς πῶ ὅτι κάναμε λάθος᾽. Δέντολμοῦσε! Γιατί ἦταν ἀκάθαρτος. Ἄν ἦταν καθαρός, θά τό τολμοῦσε νά πεῖ ʿναί,ἄνθρωπος εἶμαι κι ἐγώ, ἔσφαλλα… στόπ, γυρνᾶμε πίσω, δέν εἶχα δίκαιο᾽. Ἀλλάἐπειδή εἶχε ὑπερηφάνεια, εἶχε κενοδοξία, ἔμεινε στήν πλάνη. Βλέπετε τί σημαίνει νάεἶναι κανείς ἀκάθαρτος; Κάνει τρομερά λάθη καί δέν γυρνάει πίσω. Δέν θέλει νάγυρίσει πίσω. Ντρέπεται νά γυρίσει πίσω μετά, γιατί δέν στηρίζεται στόν Θεό, ἀλλάστήν δόξα τοῦ κόσμου καί σοῦ λέει ἅμα χάσω αὐτή τήν δόξα, μετά ποῦ θά στηριχτῶ;… δέν ἔχω πουθενά νά στηριχτῶʾ. Ἄν τό τολμοῦσε, θά τόν ἔσωζε κι αὐτόν ὁ Θεός.Ὁ Ἄρειος εἶχε οἰκτρό τέλος, βγῆκαν τά ἐντόσθιά του μέσα στήν τουαλέτα. Φοβερότέλος! Καί ἀπό ὅ,τι φαίνεται πέθανε ἀμετανόητος.«Ὁ Ἄρειος τόνιζε ὅτι ὁ Λόγος ἐγεννήθη ἐκ τοῦ Πατρός πρό τῶν αἰώνων. Παρ’ ὅλααὐτά κατηγορεῖται, ἀπό τόν Μέγα Ἀθανάσιο ὄτι ὑπεστήριζε τήν ἐν χρόνω γέννησητοῦ Λόγου. Γιατί ὅμως; Διότι προσέθετε τό «ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν». Ὁ Ἄρειος εἶχεμπερδέψει κι αὐτό τό θέμα τοῦ χρόνου. Ξέρουμε ὅτι ὁ Θεός-Λόγος εἶναι ὁδημιουργός καί τοῦ χρόνου καί τοῦ χώρου. Ὁ Ἄρειος ἔλεγε ὅτι ὑπῆρχε κάποτεχρόνος κατά τόν ὁποῖο δέν ὑπῆρχε ὁ Θεός-Λόγος, ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν. Ὑπῆρχεκάποιο χρονικό διάστημα κατά τό ὁποῖο δέν ὑπῆρχε ὁ Θεός-Λόγος. Ἔδιδε δηλαδήμία χρονική ἀρχή στόν Λόγο. Ἄρα, εἶναι κατώτερος ἀπό τόν Πατέρα, εἶναι κτίσμα.Ὑποβίβαζε τόν Θεό-Λόγο ὅτι Τόν ἔφτιαξε ὁ Θεός-Πατέρας. Ἐνῶ, ἡ Ἁγία Γραφή τί338
μᾶς λέει; Ὅτι «γεννᾶται». Δέν κτίζεται, ἀλλά γεννᾶται. Τί θά πεῖ γεννᾶται τώρα, δένξέρουμε. Γεννᾶται προπάντων τῶν αἰώνων ὁ Λόγος ἐκ τοῦ Πατρός.«Τό «ποτέ» καί τό «ὅτε» εἶναι ὅμως χρονικά ἐπιρρήματα. Διότι, ὅταν λέγει κανείς τό«ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν», σημαίνει ὅτι ὑπῆρχε κάποιο χρονικό διάστημα, κατά τό ὁποῖοδέν ὑπῆρχε ὁ Λόγος. Γλωσσικά αὐτό σημαίνει. Ἀλλά μέσα στά πλαίσια τῆςἈποφατικῆς θεολογίας ὅ,τι καί νά πεῖ κανείς γιά τόν Θεό, περιορίζεται στά χρονικάκατηγορήματα. Ὁποιαδήποτε λέξη καί ἄν χρησιμοποίησει κανείς γιά τόν Θεό, δένμπορεῖ νά ἀποφύγει τίς διαστάσεις τοῦ χρόνου. Γιατί; Π.χ. λέμε: Ὁ Λόγος γεννᾶταιἐκ τοῦ Πατρός. Γλωσσικά, ἐξ ἐπόψεως νοήματος αὐτό τό γεννᾶται ἐκ τοῦ Πατρόςμπορεῖ νά σημαίνει εἴτε ὅτι κάποτε γεννήθηκε ἐκ τοῦ Πατρός ἤ ὅτι ἀενάως γεννᾶταιἐκ τοῦ Πατρός ἤ ὅτι ἐν χρόνω γεννᾶται ἐκ τοῦ Πατρός. Τό ἴδιο συμβαίνει καί ὅτανλέγει κάποιος ὅτι: Ὁ Λόγος ἐγεννήθη ἐκ τοῦ Πατρός.Οἱ Πατέρες, γιά νά πλαισιώσουν τήν διδασκαλία τους καί γιά νά περιφράξουν τήνδιδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ὑποχρεωμένοι νά χρησιμοποιοῦν διάφορεςὁρολογίες. Βέβαια καί οἱ Πατέρες λένε ὅτι ὁ Λόγος πρό τῶν αἰώνων ἐγεννήθη ἐκ τοῦΠατρός. Ἀλλά ἐκεῖνο πού τονίζουν οἱ Πατέρες εἶναι ὅτι ἡ ἀνθρώπινη σκέψηἀνταποκρίνεται μόνο στήν ἀνθρώπινη ἐμπειρία. Ὁπότε κάθε σκέψη, κάθενοησιαρχική σύλληψη τοῦ ἀνθρώπου ἀνταποκρίνεται στίς ἀνθρώπινες καθημερινέςἐμπειρίες καί μόνο. Ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά διασπάσει τούς περιορισμούς τῆςκτιστῆς του φύσεως, ὥστε νά μπορέσει νά συλλάβει τό ἄκτιστο». Γιά τόν Θεό δένὑπάρχει χρόνος, ἀλλά αὐτό δέν μποροῦμε νά τό καταλάβουμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι.Τί θά πεῖ δέν ὑπάρχει χρόνος; Δέν ὑπάρχει παρελθόν, παρόν καί μέλλον γιά τόν Θεό.Ὁ Θεός ζεῖ σέ ἕνα αἰώνιο παρόν, ἄς τό ποῦμε ἔτσι. Ἀλλά καί πάλι δέν μποροῦμε νάτό καταλάβουμε. Πῶς ὅλα τά γεγονότα, πού σέ μᾶς ἔχουν μία διαδοχή, γιά τόν Θεόδέν ἔχουν διαδοχή, εἶναι ὅλα μπροστά Του; Ἐπίσης δέν μποροῦμε νά τόπεριγράψουμε αὐτό. Δέν ἔχουμε λόγια καί λέξεις, γιατί ὅλα τά ρήματα πού ἔχουμεἀφοροῦν τήν κατάσταση αὐτή πού ζοῦμε ἐμεῖς, τήν ἐν χρόνω κατάσταση, πού ἔχουμεπαρελθόν, παρόν καί μέλλον. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά διασπάσει τούςπεριορισμούς αὐτῆς τῆς κτιστῆς του φύσεως.«Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά σκέπτεται γιά τό ἄκτιστο», γιά τόν Θεό δηλαδή, αὐτό εἶναιτό ἄκτιστο, «ὅτι ὑπάρχει. Ὅτι ὑπάρχει κάτι τό ὁποῖο δέν ἔχει κτισθεῖ», δέν ἔχειφτιαχτεῖ. Ποιός ἔφτιαξε τόν Θεό; Κανένας. Ὁ Θεός ὑπάρχει πάντα, εἶναι ἄκτιστος.Αὐτό μπορεῖ νά τό σκεφτεῖ ὁ ἄνθρωπος. «Ὑπάρχει κάτι τό ὁποῖο δέν μοιάζει μέ τάκτίσματα», μέ τά δημιουργήματα. Κι ἄλλη φορά τό ἔχουμε πεῖ ὅτι τό ἄκτιστο δένἔχει καμία σχέση μέ τά κτιστά. Καμία, μά καμία, ἀπολύτως ὁμοιότητα καί ἀναλογία.«Ἀλλά ὅλα αὐτά τά κατηγορήματα δέν εἶναι θετικά. Εἶναι πλήρωςἀρνητικά». Δηλαδή, δέν λέμε τί εἶναι ὁ Θεός, ἀλλά τί δέν εἶναι. Λέμε ὁ Θεός δένεἶναι κτίσμα, δέν μοιάζει μέ τά κτίσματα, δέν ὑπάρχει χρόνος γιά τόν Θεό… «Αὐτάδέν εἶναι θέσεις ἀλλά ἀρνήσεις. Ὅταν λέμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος, δέν λέμε τί339
εἶναι ὁ Θεός, ἀλλά ἁπλῶς λέμε τί δέν εἶναι ὁ Θεός. Ἡ λέξις ἄκτιστος σημαίνει ἁπλῶςὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι κτίσμα. Αὐτό, ὅμως, λέγει τί δέν εἶναι ὁ Θεός. Ὄχι τί εἶναι ὁΘεός. Ἄς ποῦμε τώρα τί εἶναι ὁ Θεός. Δέν ὑπάρχει ὅμως κανένα ὄνομα πού νάπροσδιορίζει τό τί εἶναι ὁ Θεός, διότι ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν φύση του δέν μπορεῖ ποτένά συλλάβει τόν Θεό. Ἡ βασική αἰτία αὐτοῦ τοῦ γεγονότος εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωποςεἶναι κτίσμα» καί ἐπειδή εἴμαστε κτίσματα δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε τίσημαίνει ἄκτιστο καί τί εἶναι ὁ Θεός.«Ἔχει δημιουργηθεῖ γιά νά γνωρίσει τόν Θεό, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του δένἔχει τήν δυνατότητα νά γνωρίσει τόν Θεό». Ὁ προορισμός μας αὐτός εἶναι, τό τέλος.Σκοπός γιά τόν ὁποῖο φτιαχτήκαμε εἶναι τό καθ’ ὁμοίωση, νά ὁμοιάσουμε στόν Θεό,νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Θεό, ἡ θέωση. Ἀλλά αὐτό, τό νά γνωρίσουμε τόν Θεό καί νάἑνωθοῦμε μέ τόν Θεό, δέν μπορεῖ νά τό καταφέρει ὁ ἄνθρωπος μόνος του. «Ὅταν ὁἴδιος ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται στόν ἄνθρωπο, τότε μόνο ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τόν Θεό.Καί αὐτό γίνεται διά τοῦ Φωτός, διά τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό οἱΠατέρες πάρα πολλές φορές ἀσχολοῦνται μέ τήν φράση: «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθαφῶς». Δέν μποροῦμε νά δοῦμε τό Φῶς, δηλαδή τόν Θεό, χωρίς τόν ἴδιο τόν Θεό,χωρίς τό Φῶς. «Δηλαδή μέσα στό Φῶς τοῦ Θεοῦ θά δοῦμε τό Φῶς τοῦ Θεοῦ». Γι’αὐτό χρειάζεται τό ἔλεος καί λέμε συνέχεια «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησέ με».Ζητᾶμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τό φῶς τοῦ Θεοῦ, γιά νά δοῦμε τόν Θεό. Ἀκόμα-ἀκόμακαί τόν ἑαυτό μας δέν μποροῦμε νά δοῦμε μόνοι μας ξεκάθαρα καί ζητᾶμε τό ἔλεοςτοῦ Θεοῦ νά μᾶς φωτίσει, ὥστε νά μποροῦμε νά δοῦμε τήν ψυχή μας, νά δοῦμε τίςἀδυναμίες μας καί νά καθαριστοῦμε. «Ἀκριβῶς, ὅπως γίνεται καί στόν φυσικό χῶρο.Ὅταν κανείς βρίσκεται μέσα στό σκοτάδι, δέν βλέπει ἀπολύτως τίποτε. Ἐάν ὅμωςβρεθεῖ μέσα στό φῶς, τότε βλέπει τό φῶς».«Αὐτή λοιπόν ἡ γνωσιολογική ἀρχή εἶναι μία δεσπόζουσα ἀρχή στούς Πατέρες τῆςἘκκλησίας. Τό φαινομενικά παράξενο ὅμως εἶναι ὅτι οἱ Πατέρες παίρνουν αὐτό τόΦῶς τοῦ Θεοῦ καί τό ταυτίζουν μέ τό Σκότος (Γνόφος)». Ὁ γνόφος εἶναι τό πολύφῶς, τό ὁποῖο μοιάζει μέ σκοτάδι, «καί χρησιμοποιοῦν ἐναλλακτικά τό Φῶς καί τόΣκότος. Ὁπότε τό «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς» καί τό «ἐν τῷ σκότει σου ὀψόμεθασκότος», ἐν τῷ γνόφο ὀψόμεθα γνόφο, «σημαίνει γιά τούς Πατέρες τό ἴδιοπράγμα». Γιατί καί ὁ γνόφος, τό πολύ σκοτάδι, εἶναι τό πολύ φῶς γιά τόν Θεό. «ὉΘεός οὔτε Φῶς εἶναι οὔτε Σκότος εἶναι». Δέν ἔχει καμία σχέση εἴπαμε μέ τά κτιστά,ἀλλά δέν ἔχουμε ἄλλες λέξεις. «Καί τοῦτο, ἐπειδή ὁ Θεός δέν εἶναι κτίσμα γιά νάμοιάζει μέ κάτι κτιστό, ὅπως εἶναι τό φῶς ἤ τό σκότος». Λέμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι φῶς.Τί φῶς εἶναι ὅμως; Εἶναι τό φῶς πού ξέρουμε; Ὄχι! Ἄλλο φῶς… Τί ἄλλο φῶς; Δένμποροῦμε νά ποῦμε.«Ἐφ’ ὅσον λοιπόν οἱ γνωσιολογικές μας δυνάμεις ἀναλογοῦν στά κτιστά καί δένἐπεκτείνονται στά ἄκτιστα, γι’ αὐτόν τόν λόγο ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει μόνο τά κτιστά.Ἑπομένως, ὁποιαδήποτε ὁρολογία χρησιμοποιήσουμε γιά τόν Θεό, ἡ ὁρολογία αὐτήθά εἶναι παρμένη ἀπό τήν καθημερινή ἐμπειρία τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι ἀπό κάποια340
δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νά περιγράψει τό ἄκτιστο. Αὐτή ἡ Πατερική ἀντίληψηπερί γνωσιολογίας ἐμπίπτει ἀπολύτως μέσα στά πλαίσια τῆς μοντέρνας ἔρευνας, ἡὁποία γίνεται ἐπάνω στά γνωσιολογικά θέματα καί ἡ ὁποία σήμερα γίνεται ἀπόνευρολόγους, βιολόγους, βιοχημικούς, ψυχολόγους, ἀνθρωπολόγους καί λίγο ἀπόψυχιάτρους». Μιλάει γιά τό 1983, τότε ἦταν πού ἔκανε αὐτό τό μάθημα. Καί τότε καίπροφανῶς καί σήμερα γίνεται αὐτή ἡ ἔρευνα ἀπό ὅλους αὐτούς τούς ἐπιστήμονες,γιά τό πῶς ὁ ἄνθρωπος δηλαδή γνωρίζει, πῶς ἔχει ἀντίληψη τοῦ περιβάλλοντός του.Αὐτή εἶναι ἡ διαδικασία τῆς γνώσης. Ἔτσι λοιπόν καί οἱ Πατέρες, ὅταν ἔλεγανγνωρίζω, δέν ἐννοοῦσαν μία ἀφηρημένη γνώση πού γίνεται μέ τόν στοχασμό, ἀλλάμία γνώση ἐμπειρική, μία γνώση ἡ ὁποία βασίζεται πάνω σέ δεδομένα ἐμπειρικά. Γι’αὐτό λέει ἐδῶ ὁ π. Ἰωάννης ὅτι αὐτό μοιάζει μέ τήν σύγχρονη ἐπιστήμη, γιατί καί ἡψυχολογία καί ἡ βιολογία κ.λ.π. ἀσχολοῦνται μέ πράγματα, μέ αὐτά πού βλέπουνε,πού πέφτουν στήν ἀντίληψή τους διά τῶν αἰσθήσεων καί βασίζονται σέ ἐμπειρικάδεδομένα.«Ὅλες οἱ ἐπιστῆμες, πού ἀσχολοῦνται μέ τά θέματα αὐτά, συμφωνοῦν ὡς πρός τήνγνωσιολογική λειτουργία τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως. Ὅλα στόν ἄνθρωπο εἶναιπαρμένα, ἀπ’ ὅτι ξέρουμε μέχρι τώρα, ἀπό τίς καθημερινές ἐμπειρίες τοῦ ἀνθρώπου.Ἀκόμη καί οἱ ἀφηρημένες σκέψεις πού κάνει ὁ ἄνθρωπος καί οἱ μαθηματικοίὑπολογισμοί, ὅλα αὐτά πλέον ἔχει γίνει ἀποδεκτό ὅτι εἶναι διαστάσεις τῆς ὑλικῆςὑπάρξεως τοῦ κόσμου καί καμιᾶς πνευματικῆς ἀΰλου ὑπάρξεως». Δηλαδή καί ὁἄνθρωπος μέ βάση αὐτά πού γνωρίζει προχωράει καί πιό πέρα στήν γνώση του,βασίζεται σέ αὐτά πού ἤδη ἔχει. Γι’ αὐτό ἔχει τεράστια σημασία καί ἡ γλώσσα. Ἡγλώσσα πού ἔχει κάθε ἄνθρωπος, ἄν εἶναι φτωχή, τόν κάνει καί αὐτόν φτωχό στίςγνώσεις. Εἶναι σωστό αὐτό πού λένε πώς ἄν κανείς καταστρέψει τήν γλώσσα ἑνόςλαοῦ καί μετά καταστρέψει καί τήν πίστη καί τήν θρησκεία του, τόν καταστρέφειτελείως. Ἕνα σημαντικό στοιχεῖο ἑνός λαοῦ εἶναι ἡ γλώσσα του.Μέ βάση τήν γλώσσα σκεφτόμαστε. Σήμερα πού ὑπάρχει γλωσσική πενία (γλωσσικήφτώχεια), φτάνουν οἱ ἄνθρωποι νά μήν μποροῦν νά συνεννοηθοῦν μέ τά λόγια. Δένἔχουν λέξεις- λεξιλόγιο, νά συνεννοηθοῦν. Καί τί γίνεται μετά; Συνεννοοῦνται μέ τάχέρια… τσακώνονται, χτυπιοῦνται. Τό βλέπουμε αὐτό στά σχολεῖα. Τά παιδιά ἔχουνἀγριέψει. Δέν μποροῦν νά συνεννοηθοῦν μέ τά λόγια λόγω τῆς γλωσσικῆς πενίας καίφτάνουν νά λύσουν τίς διαφορές τους στά χέρια. Αὐτό εἶναι παλιμβαρβαρισμός.Γυρνᾶμε στήν ἀγριότητα, στήν πρωτόγονη κατάσταση καί μία αἰτία εἶναι ἀκριβῶςπού ἔχει χτυπηθεῖ ἡ γλώσσα μας. Τό μονοτονικό σύστημα ἦταν ἡ ἀρχή τοῦ τέλουςγιά τήν γλώσσα μας. Τό ἑπόμενο βῆμα εἶναι νά μᾶς πᾶνε στήν φωνητική γραφή,δηλαδή νά ὑπάρχει ἕνα (ε), ἕνα (ι), ἕνα (ο). Νά χάσουμε τήν ὀρθογραφία μας καίμετά νά πᾶμε στό λατινικό ἀλφάβητο. Εἶναι σχεδιασμένα αὐτά καί στοχευμένα γιάνά διαλυθεῖ μέ αὐτό τόν τρόπο τό ἔθνος μας, γιατί βασικό στοιχεῖο τοῦ ἀνθρώπου καίτῆς γνωσιολογικῆς διαδικασίας εἶναι ἡ γλώσσα.341
«Οἱ Πατέρες κάνουν μία διάκριση μεταξύ αἰῶνος καί χρόνου. Δέν εἶναι τό ἴδιοπράγμα οἱ αἰῶνες καί ὁ χρόνος γιά τούς Πατέρες, ἄν καί δέν ἤξεραν μοντέρναΦυσική», λέει ὁ π. Ἰωάννης. «Στήν Φυσική δέν ἔχουμε πιά τόν χρόνο πού εἴχαμε στόπαρελθόν. Ὁ χρόνος τοῦ παρελθόντος ἐμετράτο ἀπό τήν σχετική κίνηση τῆς γῆς ὡςπρός τόν ἥλιο καί τήν σελήνη. Τώρα ὅμως οἱ ἀντιλήψεις περί χρόνου ἔχουν ἀλλάξειπάρα πολύ. Ἐκεῖνο πού ἔχει γιά μᾶς σημασία, εἶναι ὅτι οἱ Πατέρες διακρίνουν σαφῶςμεταξύ αἰώνων καί χρόνου. Ὁπότε, ὅταν ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο, λένε οἱΠατέρες, πρῶτα δημιούργησε τούς αἰῶνες, μετά τούς ἀγγέλους, καί μετά τόν κόσμοαὐτόν», ὅπως τόν ξέρουμε, τό σύμπαν, τόν ἄνθρωπο, «καθώς καί τόν χρόνο».Ὁ χρόνος δημιουργεῖται μαζί μέ τόν χῶρο, μαζί μέ τό σύμπαν. Ἀλλά εἶχε προηγηθεῖἡ δημιουργία τῶν ἀγγέλων καί πρίν ἀπό αὐτό ἡ δημιουργία τῶν αἰώνων. «Δηλαδή οἱΠατέρες ἤξεραν ὅτι ὁ χρόνος εἶναι μία διάστασις ὁρισμένου μέρους τοῦ κτιστοῦσύμπαντος», ὁρισμένου μέρους γιατί ὑπάρχει καί τό σύμπαν τῶν ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοιζοῦσαν στούς αἰῶνες. Δέν ὑπῆρχε χρόνος ὅταν φτιάχτηκαν οἱ ἄγγελοι. Ὑπῆρχαν οἱαἰῶνες. «Τό πρῶτο κτίσμα πού κτίστηκε εἶναι οἱ αἰῶνες καί ὄχι ὁ χρόνος.Ὁ χρόνος δημιουργεῖται ἀργότερα ἀπό τόν Θεό. Ὁπότε ἡ κυρία διαφοροποίησημεταξύ αἰώνων καί χρόνου εἶναι ὅτι στόν χρόνο ἔχουμε ἀλληλοδιαδοχή στάγεγονότα», τό ἕνα γεγονός διαδέχεται τό ἄλλο. Τώρα λέω αὐτή τήν λέξη, μετά τήνἑπόμενη, μετά θά σηκωθοῦμε… ὑπάρχει μιά ἀλληλοδιαδοχή. «Ἐνῶ στούς αἰῶνες δένἔχουμε ἀναγκαστικά ἀλληλοδιαδοχή τῶν γεγονότων, ἀλλά μία συνύπαρξη γεγονότωνσέ μία συνύπαρξη πραγμάτων, χωρίς ἀναγκαστικά νά ἐμπλέκονται τά γεγονότα μέτήν ἀλληλοδιαδοχή». Δηλαδή, τήν ἴδια στιγμή ὅλα τά γεγονότα. Πῶς γίνεται αὐτό;Δέν μποροῦμε νά τό καταλάβουμε. Πολύ περισσότερο δέν μποροῦμε νάκαταλάβουμε νά μήν ὑπάρχει τίποτε ἀπό χρόνο καί ἀπό αἰῶνες.«Ὁ ἄνθρωπος εἶναι περιορισμένος στήν ἀλληλοδιαδοχική ἐμπειρία τῶνκαταστάσεων, ἐπειδή εἶναι μέσα στόν χρόνο. Ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει ἐμπειρία μιᾶςὑπάρξεως χωρίς ἀλληλοδιαδοχή. Τήν ἀποκτᾶ ὅμως μόνο στήν ἐμπειρία τῆςθεώσεως», ἐκεῖ πού λέμε ὅτι κατά κάποιο τρόπο σταματάει ὁ χρόνος, ὅπως λένε οἱΠατέρες καί γιά τήν Θεία Λειτουργία. Ὁ λειτουργικός χρόνος εἶναι θά λέγαμε τόσταμάτημα αὐτοῦ τοῦ χρόνου τοῦ παρόντος αἰῶνος τοῦ ἀπατεῶνος καί ὁ ἄνθρωποςζεῖ τό γεγονός τῆς γέννησης τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτό καί λέμε «σήμερον γεννᾶται» ἤ τόγεγονός τῆς Ἀναστάσεως ἤ τό γεγονός τῆς Πεντηκοστῆς καί πάντα λέμε σήμεραʾ.Δέν λέμε ὅτι πρίν 2000 χρόνια γεννήθηκε ὁ Χριστός καί τό θυμόμαστε ἁπλῶς ὡςἱστορική ἀνάμνηση, ἀλλά τώρα γεννιέται ὁ Χριστός, τώρα σταυρώνεται, τώραἀνίσταται.Ὑπάρχει δηλαδή μιά κατάργηση τοῦ χρόνου μέ τά ἀλληλοδιαδοχικά γεγονότα, ὅπωςτόν ξέρουμε. Κι αὐτή τήν ἐμπειρία τήν ἔχει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ζεῖ αὐτό τό μυστήριοτῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης καί κατεξοχήν στήν θέωση. Ἐκεῖ πλέονὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐμπειρία μιᾶς ὑπάρξεως χωρίς ἀλληλοδιαδοχή. Γι’ αὐτό καί, ὅταν ὁ342
ἄνθρωπος εἶναι μέσα στό φῶς τοῦ Θεοῦ, μπορεῖ νά δεῖ γεγονότα τοῦ παρελθόντος,πού ἔγιναν πρίν χιλιάδες χρόνια, τά βλέπει μπροστά του. Αὐτό ἀκριβῶς μᾶς τό λέεικαί ὀ Ἅγιος Πορφύριος, πού πήγαινε στά διάφορα μέρη καί ἔβλεπε τί ὑπῆρχε ἐκεῖπρίν χιλιάδες χρόνια, πρίν ἑκατοντάδες χρόνια. Ζοῦσε λειτουργίες πού εἶχαν γίνει σέμοναστήρια πρίν ἑκατοντάδες χρόνια. Τά ζοῦσε ἐκείνη τήν ὥρα μπροστά του.Καταργεῖται ὁ χρόνος δηλαδή, ὅταν ὁ ἄνθρωπος φτάσει στήν θέωση.«Μόνον ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει φθάσει στήν θέωση ἔχει ἐμπειρία ἐκείνου τοῦ τρόπουτῆς ὑπάρξεως πού ὑπερβαίνει τήν ὕπαρξη, ὑπάρξεως πού ὑπερβαίνει τόν χρόνο,ὑπάρξεως πού ὑπερβαίνει τόν αἰῶνα, ὑπάρξεως πού ὑπερβαίνει τόν χῶρο, ὑπάρξεωςπού ὑπερβαίνει τήν λογική κλπ. Ἔχει δηλαδή ὁ θεούμενος τήν ἐμπειρία τοῦἀκτίστου, χωρίς ὅμως νά γνωρίζει γνωσιολογικῶς τί εἶναι αὐτό τό ἄκτιστο». Γνωρίζειἀγνωρίστως, ἀγνώστως. «Ἐπειδή γνωσιολογικῶς τό ἄκτιστο γιά τόν θεούμενοπαραμένει Μυστήριο». Ἐνῶ θεωρεῖ τόν Θεό, τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός παραμένειΜυστήριο, παραμένει ἀκατάληπτος, ἀπρόσιτος, ἀνερμήνευτος, «δηλαδή καί ὁ Θεός,ὅταν ἀποκαλύπτεται στόν θεούμενο, παραμένει Μυστήριο. Διότι, ἄν καί ὑποπίπτειστήν ἀντίληψη τοῦ νοός καί τῆς λογικῆς καί τῶν αἰσθήσεων καί τοῦ σώματος τοῦἀνθρώπου παρά ταῦτα ὁ Θεός παραμένει Μυστήριο». Ὁ ἄνθρωπος βλέπει τόν Θεό ἐνπάσῃ αἰσθήσει καί μέ τά σωματικά μάτια καί μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς. Κι ἄν κλείσει τάμάτια του, πάλι βλέπει τό φῶς τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι στήν κατάσταση τῆςθεώσεως. Οἱ Ἀπόστολοι πάνω στό Θαβώρ ἔβλεπαν τό φῶς τοῦ Θεοῦ καί μέ κλειστάμάτια καί μέ ἀνοιχτά μάτια.Ἐν πάσῃ αἰσθήσει βλέπει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό «παρά ταῦτα ὁ Θεός παραμένειΜυστήριο, ἐπειδή ξεφεύγει ἀπό τά ὅρια καί τόν τρόπο γνώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Καιτοῦτο συμβαίνει, ἐπειδή τό θεμέλιο τῶν ἀνθρωπίνων γνώσεων εἶναι ἡ ὁμοιότητα καίἠ διαφορά». Ἔτσι μαθαίνουμε στά πράγματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Συγκρίνουμε κάτιμέ κάτι ἄλλο πού ἤδη γνωρίζουμε καί λέμε: αὐτό μοιάζει μέ τό ἄλλο πού ξέρω. Ἕναμωρό ἄς ποῦμε ἄν βλέπει τά γυαλιά γιά πρώτη φορά δέν μπορεῖ νά καταλάβει, ἀλλάἄν ξέρει κάτι παρόμοιο, λέει, ἄ, μοιάζει μέ ἐκεῖνο. Καί σιγά-σιγά κανείςσυγκρίνοντας καί παρατηρώντας ὁμοιότητες καί διαφορές γνωρίζει καί τά ἑπόμενακαινούρια πράγματα. Αὐτό, ὅμως, δέν μπορεῖ νά γίνει μέ τόν Θεό, γιατί ὁ Θεός δένμοιάζει μέ τίποτε ἀπό αὐτά πού ξέρουμε, οὔτε διαφέρει σέ τίποτα ἀπό αὐτά πούξέρουμε. Δηλαδή δέν ὑπάρχει οὔτε ὁμοιότητα οὔτε διαφορά. Δέν ταυτίζεται μέ αὐτάπού ξέρουμε. Οὔτε μοιάζει οὔτε διαφέρει. Εἶναι ἕνα τελείως ἄλλο πράγμα.Ἐνῶ στά κτιστά, λέει ἐδῶ ὁ π. Ἰωάννης «βλέπουμε π.χ. ἕναν ἐλέφαντα, πού γιά ἕναν,πού δέν ξέρει τίποτε ἀπό ἐλέφαντες, δέν μοιάζει μέ τίποτε ἄλλο. Ἀλλά ἁπλῶςδιαφέρει ἀπό τά ἄλλα ζῶα. Μετά βλέπουμε δύο ἐλέφαντες καί λέμε ἄ, αυτοί οἱ δύομοιάζουν. Ἄν, ὅμως, τούς ἐξετάσουμε πιό προσεκτικά, στήν περίπτωση πού ὁ ἕναςεἶναι ἀρσενικός καί ὁ ἄλλος θηλυκός, βλέπουμε ὅτι διαφέρουν μεταξύ τους, ἀλλά,παρά τίς διαφορές τους, ὑπάρχει μία γενικότερη ὁμοιότητα μεταξύ τους, σέ τέτοιο343
βαθμό, ὥστε μιλᾶμε πάλι γιά ἐλέφαντες καί τούς βάζουμε στήν ἴδια κατηγορία τῶνἄλλων ἐλεφάντων» καί ἔτσι προχωράει ἡ γνώση στά κτιστά.«Ὅταν ὅμως ἔχει κάποιος τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, κάνει τότε μία διαφοροποίηση,ἀλλά δέν μπορεῖ νά διακρίνει ὁμοιότητα, νά βρεῖ δηλαδή ὁμοιότητα μεταξύ τοῦἀκτίστου μέ κάποιο κτιστό. Ἡ διαφοροποίηση ὅμως ὑπάρχει. Βλέπει δηλαδή κάτι,πού δέν ἔχει ξαναδεῖ ποτέ στήν ζωή του. Δέν ὑπάρχει ὅμως καμία ὁμοιότης ἐκείνουπού τοῦ ἀποκαλύπτεται μέ κάτι πού ἤδη γνωρίζει. Γιατί; Διότι διαφέρει ἐκεῖνο πούὑποπίπτει στήν ἀντίληψη τοῦ θεουμένου ἀπό ὅλα τά κτιστά. Διαφέρει, ἀλλά δένμοιάζει μέ τίποτα, μέ κανένα γνωστό κτίσμα. Γιατί δέν μοιάζει; Διότι δέν ἔχει οὔτεχρῶμα οὔτε διαστάσεις –ὁ Θεός- οὔτε φῶς εἶναι οὔτε σκότος εἶναι οὔτε μεγάλο εἶναιοὔτε μικρό εἶναι, δέν ἔχει σχῆμα, δέν ἔχει μορφή».Γι’ αὐτό πρέπει κανείς νά προσέχει τίς διάφορες ἐμπειρίες καί κατά τήν νοεράπροσευχή πού ἐμφανίζονται διάφορα σχήματα, γιατί εἶναι δαιμονικά. Ὁ Θεός δένἔχει σχῆμα, εἶναι ἀσχημάτιστος. Λένε οἱ Πατέρες πολλά τέτοια. Μπορεῖ νά σοῦἐμφανιστεῖ μία φλόγα ἄς ποῦμε. Δέν πρέπει νά προσέχει ὁ ἄνθρωπος αὐτά τάπράγματα, γιατί εἶναι δαιμονικά τερτίπια, γιά νά παρασύρει ὁ διάβολος τόν ἄνθρωποστήν ὑπερηφάνεια ὅτι ἄρχισε κι αὐτός νά βλέπει τόν Θεό. Ὁ Θεός εἶναι ἀνείδεος, δένἔχει εἶδος, δέν ἔχει σχῆμα, δέν ἔχει μορφή. «Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες, ὅταν μιλᾶνε γιά τήνδόξα τοῦ Θεοῦ, μιλᾶνε σάν νά εἶναι κάτι τό ἀσχημάτιστο καί ἀνείδεο. Βέβαια αὐτότό ἀνείδεο εἶναι ἐπιχείρημα ἐπιθέσεως ἐναντίων Πλατωνικῶν.Οἱ Πλατωνικοί πίστευαν ὅτι ὑπάρχει ἕνας κόσμος τῶν ἰδεῶν. Ὅταν ὅμως οἱ Πατέρεςλένε ὅτι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνείδεος, αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ἔχει καμία σχέση μέτόν νοητό κόσμο τοῦ Πλάτωνος. Καί κάθε φορά πού οἱ Πατέρες χαρακτηρίζουν τήνδόξα τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνείδεο καί ἀσχημάτιστο, κάθε φορά πού τό ἀναφέρουν αὐτό,κάνουν κατ’ εὐθείαν ἐπίθεση ἐναντίων τῶν δοξασιῶν τοῦ Πλάτωνος καί τοῦἈριστοτέλους καί γενικά ἐναντίον τῆς φιλοσοφίας. Ἡ Θεολογία τῶν Πατέρωνξεφεύγει ἀπό ὅλα τά κατηγορήματα τοῦ φιλοσοφικοῦ τρόπου σκέψεως».«Τό νά ἀσχοληθεῖ βέβαια κάποιος μέ τήν φιλοσοφία», λέει ὁ π. Ἰωάννης, «αὐτό δένεἶναι κακό, διότι γυμνάζεται τό μυαλό τοῦ ἀνθρώπου. Ἀρκεῖ ὅμως νά μή δεχθεῖ τήνδιδασκαλία τῆς φιλοσοφίας προκειμένου περί τῆς ὑπάρξεως καί φύσεως τοῦ Θεοῦ.Αὐτό λένε ὅλοι οἱ Ἡσυχαστές πατέρες. Καί ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ Ἰωάννης ὁΧρυσόστομος», πού εἶχαν γνώση τῆς φιλοσοφίας, «καί ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ὁὁποῖος μάλιστα εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχήν φιλοσοφῶν Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας.Ἀκόμη, ἄν διαβάσει κανείς τόν Ἅγιο Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτη, θά δεῖ ὅτι ὑπάρχει ἡἴδια γραμμή καί σ’ αὐτόν». Δηλαδή μᾶς συμβουλεύουν νά μήν προσπαθοῦμε νάγνωρίσουμε τόν Θεό διά τῆς φιλοσοφίας. Ἄν θέλεις νά ἀσχοληθεῖς γιά νά γυμνάζεταιτό μυαλό σου, ἄς τό κάνεις. Ἀλλά μήν νομίζεις ὅτι διά τῆς φιλοσοφίας θά βρεῖς τόνΘεό. Αὐτό τό λάθος τό ἔκανε ὁ Βαρλαάμ καί οἱ Δυτικοί, πού διά τοῦ στοχασμοῦ344
νόμιζαν ὅτι θά φτάσουν νά γνωρίσουν τόν Θεό. «Ὁπότε συμπεραίνουμε ὅτι γιά τόνἐκγυμνασμό τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος δέν εἶναι κακό τό νά ἀσχολεῖται κάποιος μέτήν φιλοσοφία, εἶναι ὅμως ἀνοησία τό νά παραδέχεται τήν διδασκαλία τηςπροκειμένου περί θεολογικῶν θεμάτων».Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης345
Πῶς ἡ Εὐρώπη ἔχασε τήν Ὀρθοδοξία (Πατερική Θεολογία - 27ο Μέρος)Συνεχίζουμε μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν π. Ἰωάννη τόν Ρωμανίδη. Τό κεφάλαιοσήμερα ἔχει τίτλο: «Περί τῆς Μεσαιωνικῆς φιλοσοφίας καί τῆς ΣχολαστικῆςΘεολογίας». Φαίνεται νά εἶναι λίγο ἱστορικό τό σημερινό θέμα ἀλλά ἑρμηνεύειπολλά πράγματα καί ἀπό τήν σημερινή πραγματικότητα.«Ἐμεῖς ξέρουμε ὅτι μέσα στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἔχουμε νά κάνουμε μέ τήνἙλληνική καί Ρωμαϊκή φιλοσοφία καί ὅτι δέν ἔχουμε καμία ἄλλη φιλοσοφικήἐξέλιξη». Δηλαδή ἔχουμε τούς Ἕλληνες φιλοσόφους, τούς Ρωμαίους φιλοσόφουςπού πάλι ἦταν Ἕλληνες, γιατί ἡ Ρώμη ἦταν ἑλληνική ἀποικία καί στή συνέχειαἔχουμε τούς Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, τούς μεγάλους ΚαππαδόκεςΠατέρες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν σπουδάσει καί τήν φιλοσοφία, τήν ἀρχαία ἑλληνικήφιλοσοφία. Ἔχουμε ὅλη τήν Πατερική παράδοση. «Στήν Δύση ὅμως», στήν Εὐρώπη,δέν εἴχαμε τήν ἴδια συνέχεια πού εἴχαμε στήν Ἀνατολή. «Ἔχουν μία ξεχωριστήφιλοσοφική παράδοση, τήν ὁποία ὀνομάζουν Μεσαιωνική φιλοσοφία, ἡ ὁποία εἶναιἡ φιλοσοφία ὅπως ἀναπτύχθηκε ἀπό τούς Γερμανούς κατακτητές τῆς Εὐρώπης(Νορμανδούς, Φράγκους, Γότθους, Σάξονες, Λογγοβάρδους κλπ)».Ἡ Εὐρώπη μέχρι ἕνα χρονικό σημεῖο ἦταν Ὀρθόδοξη καί ἔχουμε καί πολλούςὀρθόδοξους ἁγίους ἀπό τήν Ἀγγλία, ἀπό τήν Ἑλβετία, ἀπό τήν Ἱσπανία, τήν Γαλλία..πάρα πολλούς ἁγίους ὀρθοδόξους. Μέ τήν εἰσβολή τῶν Γερμανικῶν φύλων ἤ«φίλων» ἄν θέλετε, τῶν Νορμανδῶν, τῶν Φράγκων, ὅλων αὐτῶν, τῶν Γότθων, τῶνΣαξόνων, τῶν Λογγοβάρδων καταστρέφεται τό Δυτικό κομμάτι τοῦ λεγόμενουΒυζαντινοῦ κράτους, τῆς Ρωμιοσύνης, ὑποτάσσεται σ’ αὐτούς καί διακόπτεται καί ἡΠατερική παράδοσις. Ἔτσι διαμορφώνεται μία νέα φιλοσοφία, μία παράδοση πούὀνομάζεται Μεσαιωνική, ἡ ὁποία πλέον εἶναι ἡ παράδοση τῶν Γερμανῶν, ξεκομμένηκαί τελείως διαφορετική ἀπό τήν ὀρθόδοξη παράδοση πού ὑπῆρχε μέχρι τότε.«Οἱ ἀσχολούμενοι μέ αὐτήν – τήν Μεσαιωνική φιλοσοφία – εἶναι οἱ λεγόμενοιΣχολαστικοί θεολόγοι τοῦ Δυτικοῦ Μεσαίωνα». Σχολαστική θεολογία εἶναι ἡθεολογία τῆς Δύσης, ὁ Θωμᾶς ὁ Ἀκινάτης καί ὅλοι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι μέ βάση τήνφιλοσοφία, τοῦ Πλάτωνα καί τοῦ Ἀριστοτέλη κυρίως, προσπάθησαν νάθεολογήσουν. «Ἐμείς -αὐτούς τούς θεολόγους τούς σχολαστικούς- τούς λέμεΛατίνους. Εἶναι οἱ Φράγκοι καί τώρα τούς ὀνομάζουμε Εὐρωπαίους». Γι’ αὐτό καίτό σύμβολο τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης εἶναι ὁ Καρλομάγνος, δηλαδή αὐτός ὁ Γερμανόςὁ αὐτοκράτορας. Ἀπό τότε θεωρεῖται ὅτι ἀρχίζει ἡ Εὐρώπη, ἀπό τό 800 μ.Χ..346
«Αὐτοί οἱ κατακτηταί τῆς Δυτικῆς Ρωμηοσύνης ἔχουν μία εἰδική θεολογικήπαράδοση, πού λέγεται Σχολαστική καί ἡ ὁποία ἔχει μία εἰδική φιλοσοφικήπαράδοση, πού λέγεται Μεσαιωνική φιλοσοφία. Μέ αὐτό τό ὄνομα ἀναφέρεται στάδιδακτικά ἐγχειρίδια τῆς ἱστορίας τῆς φιλοσοφίας. Αὐτά τά διδακτικά ἐγχειρίδια δένἀσχολοῦνται μέ τήν Θεολογία τῶν Πατέρων τῆς Ἀνατολῆς, παρά μόνο μέ ἐκείνη τῶνΠατέρων τῆς Δύσεως, τήν ὁποία διδάσκουν ὅπως οἱ Φράγκοι κατάλαβαν τήνθεολογία». Τήν κατάλαβαν δηλαδή λανθασμένα καί, ὅπως θά πεῖ καί πιό κάτω ὁ π.Ἰωάννης, δέν μελετοῦσαν τούς Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς παρά μόνο τόν ἱερόΑὐγουστίνο, τόν ὁποῖο τόν κατάλαβαν λανθασμένα.«Ὁπότε, ἐφ’ ὅσον ἐμεῖς γίναμε αἱρετικοί γιά τούς Φράγκους», ἐμᾶς μᾶς ὀνόμασαναἱρετικούς οἱ θεολόγοι τῶν Φράγκων, τούς Ἀνατολικούς δηλαδή. Ἐνῶ ἐμεῖς εἴμαστεἡ συνέχεια τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. ἩὈρθοδοξία εἶναι ἐδῶ. Αὐτοί ἀλλοίωσαν τήν ὀρθόδοξη παράδοση πού ὑπῆρχε στήνχώρα τους, μᾶλλον στίς χῶρες πού κατέκτησαν. Γιατί οἱ Γερμανοί ἦρθαν ὡςκατακτητές στήν Δυτική Ρωμιοσύνη καί μετά μέ τό ἔτσι θέλω εἶπαν ὅτι ἐμεῖς ἔχουμετήν σωστή θεολογία, ἐσεῖς εἶστε αἱρετικοί (ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι). «Γι’ αὐτό καίμείναμε ἔξω ἀπό τήν ἱστορική ἐξέλιξη καί τῆς θεολογίας καί τῆς φιλοσοφίας, μετά τόΣχίσμα τῶν Ἐκκλησιῶν». Ὅπως ἔχουμε πεῖ κι ἄλλη φορά, στήν οὐσία δέν εἶναισχίσμα, εἶναι αἵρεση ἡ ἀποκοπή τῶν αἱρετικῶν ἀπό τήν Ὀρθοδοξία, τῶνΛατίνων. «Μετά δηλαδή τό Σχίσμα», τήν ἀποκοπή τους, κατ’ αὐτούς «δέν ὑπάρχουνΠατέρες ἀπό τήν Ἀνατολή γιά τούς Εὐρωπαίους!Ἄν πάρετε τίς Πατρολογίες», τό βιβλίο δηλαδή πού παρουσιάζει τούς Πατέρες, «θάτό δεῖτε αὐτό. Λένε ὅτι ὁ τελευταῖος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Ἅγιος Ἰωάννηςὁ Δαμασκηνός (!)», δηλαδή στόν 8ο αἰῶνα σταματᾶνε οἱ Πατέρες. Μετά δέν ἔχουμεἄλλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁΠαλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας, ὅλοι αὐτοίδέν εἶναι Πατέρες γιά τούς Δυτικούς, γιατί μετά τόν 8ο αἰῶνα ἐμεῖς κατ’ αὐτούςγίναμε αἱρετικοί. Λένε λοιπόν ὅτι ὁ τελευταῖος Πατέρας στήν Ἀνατολή εἶναι ὁ ἍγιοςἸωάννης ὁ Δαμασκηνός, «ἐνῶ στήν Δύση, ὁ Ἰσίδωρος τῆς Σεβίλλης. Μετά ἔχουμετήν λεγόμενη Σχολαστική Θεολογία», δική τους θεολογία, τῶν Φράγκων «καί μαζίτης ἐμφανίζεται καί ἡ Μεσαιωνική φιλοσοφία γιά τούς Δυτικούς, χωρίς καμίαἀπολύτως ἀναφορά στήν Ανατολή», σέ μᾶς.«Οἱ Δυτικοί δέν δέχονται ὅτι ἡ Πατερική Θεολογία εἶναι ὁ Παλαμισμός». Σύμφωναμέ αὐτούς ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δέν εἶναι Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καί ἡθεολογία του δέν εἶναι ὀρθόδοξη. Γι’ αὐτό καί ὑπάρχει στό Παρίσι εἰδική Σχολήἐναντίον τῆς Παλαμικῆς Θεολογίας, ἀντι-Παλαμική Σχολή! Τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόνΠαλαμᾶ τόν βρίζουν μέ τά χειρότερα λόγια οἱ Λατίνοι. «Ἡ γραμμή τῶν Δυτικῶνεἶναι ὅτι οἱ Ἀνατολίτες δέν κατάλαβαν(!) τούς ἀρχαίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας -τούς πρώτους- ἐνῶ ἐκεῖνοι (οἱ Δυτικοί) ἔμειναν πιστοί στήν Πατερική Παράδοση,τήν ὁποία ἐμεῖς -οἱ Ὀρθόδοξοι– διαστρέψαμε!». Δηλαδή ἡ ἀλήθεια εἶναι τελείως347
ἀντίστροφη. Αὐτοί διέστρεψαν τήν Πατερική Παράδοση καί συκοφαντοῦν ὅτι ἐμεῖςτήν διαστρέψαμε.«Ὅταν ἐμφανίζεται ξεχωριστή Θεολογία τῶν Φράγκων, ἐμφανίζεται μέ αὐτόν τόνπαράδοξο ἰσχυρισμό, ὅτι δηλαδή οἱ Φράγκοι παρέμειναν πιστοί στήν ΠατερικήΠαράδοση, ἐνῶ οἱ Γραικοί πρόδωσαν τήν Ἑλληνική Παράδοση τῶν Πατέρων!». Ἐξοὗ καί τό Greece, πού σημαίνει αἱρετικός. Γραικός (Graecus) γιά τούς Δυτικούςσήμαινε αἱρετικός, ψεύτης, κλέφτης, ἀπατεώνας. Τά λεξικά τους τό γράφουν αὐτό.Θεωροῦν ὅτι ἐμεῖς διαστρέψαμε τούς πρώτους Πατέρες, δέν τούς καταλάβαμε καίἔχουμε πέσει σέ αἵρεση. Θυμηθεῖτε τόν προηγούμενο καί τόν νῦν Πάπα πού λένε ὅτιἔχουμε ἔλλειμμα, δέν ἔχουμε πλήρη, σωστή πίστη, κάτι μᾶς λείπει. Ἀπό ἐδῶξεκινάει… Ὅτι δέν ἔχουμε σωστή θεολογία δηλαδή, αὐτό μᾶς λέει ὁ Πάπας. Γιατίἀκριβῶς αὐτό πιστεύουν οἱ Λατίνοι ὅτι ἐμεῖς οἱ Γραικοί προδώσαμε τήν ἑλληνικήπαράδοση τῶν Πατέρων.«Ὅμως τό πλέον ἀξιοσημείωτον εἶναι ὅτι οἱ Ἑλληνόφωνοι Ρωμιοί τῆς Ἀνατολῆς,ἀλλά καί οἱ Ρωμιοί τῆς Δύσεως, κυρίως τῆς Ἰταλίας», πού εἴχαμε πάρα πολλούςὀρθοδόξους ἐκεῖ,«ἔχουν μία ἀδιάκοπη συνέχεια μέ τό παρελθόν τους, τόγνωσιολογικό, τό ἱστορικό, τό πολιτιστικό, τό γλωσσικό καί τό θεολογικό». Ὑπάρχειμιά ἀδιάκοπη, μιά ἀδιάσπαστη συνέχεια, «ἐνῶ στήν Δύση παρατηρεῖται μίαὑποδούλωση τῶν Ρωμαίων Ὀρθοδόξων (Ρωμιῶν), μία μετατροπή τῶν ΡωμαίωνὈρθοδόξων σέ ἀγραμμάτους». Εἴπαμε ὅτι ἡ Εὐρώπη ἦταν Ὀρθόδοξη. Τί ἔγιναν οἱὈρθόδοξοι τῆς Εὐρώπης, οἰ Ρωμιοί; Ὅταν ἦρθαν οἱ Φράγκοι τούς ὑποδούλωσαν καίτούς καταδίκασαν σέ μία κατάσταση ἀγραμματοσύνης. Ξέχασαν σιγά-σιγά τίς ρίζεςτους καί κατά κάποιο τρόπο ἀφομοιώθηκαν μέ τούς Γερμανούς καί ἀποκόπηκαν ἀπότήν μητέρα πού ἦταν τό Βυζάντιο, ἀπό τήν πρωτεύουσα, ἡ ὁποία ἦταν, θά λέγαμε, τόκέντρο τῆς πίστεως καί τῆς θεολογίας.Μετατρέπονται λοιπόν οἱ Ρωμαῖοι Ὀρθόδοξοι τῆς Εὐρώπης σέ ἀγράμματους.Προσέξτε, αὐτό ἔχει σημασία καί γιά μᾶς, μέ αὐτό πού γίνεται σήμερα στά σχολεῖα.Σήμερα τά παιδιά μας δέν μαθαίνουν γράμματα, δέν μαθαίνουν τήν ὀρθόδοξηπαράδοση καί αὐτό εἶναι σκόπιμο. Γιατί, ἀκριβῶς, θέλουνε νά ἔχουμε ἀγράμματουςκαί ἀπαίδευτους, ἀθεολόγητους καί ἀνθρώπους ἀποκομμένους ἀπό τήν ὀρθόδοξηπαράδοση. Γιατί, ὅταν κανείς ἀποκοπεῖ ἀπό τήν ὀρθόδοξη παράδοση, ἀπό τάΜυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη, μετά γίνεται μάζα, χάνει τήνπροσωπικότητά του καί μπορεῖ εὔκολα νά χειραγωγηθεῖ. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι θέλουνἕνα ζαλισμένο κοπάδι. Δέν θέλουν ἀνθρώπους – προσωπικότητες πού νά μποροῦν νάἀντισταθοῦν καί νά ἀντιταχθοῦν στά σχέδιά τους.Γι’ αὐτό ἀκριβῶς προωθοῦν τήν ἀγραμματοσύνη καί τήν ἀποκοπή τῶν παιδιῶν ἀπότήν ὀρθόδοξη παράδοση. Καί βλέπουμε αὐτό τό τραγικό φαινόμενο σήμερα πού οἱἄνθρωποι δέν ξέρουν σχεδόν τίποτα γιά τήν πίστη καί τήν Ὀρθοδοξία. Οὔτε, ὅμως,καί γιά τήν ἱστορία, τήν ἑλληνική ἱστορία. Μετατρέπονται δηλαδή σιγά-σιγά σέ348
ἀγραμμάτους. Ἀκόμα καί ἡ γλώσσα εἶναι τά Greeklish (Γκρίκλις), δηλαδή μέλατινικούς χαρακτῆρες γράφεις ἑλληνικές λέξεις… κάτι ἀκατανόητα πράγματα!Αὐτό συνέβη στήν Εὐρώπη, οἱ Ρωμιοί Ὀρθόδοξοι γίνονται ἀγράμματοι κάτω ἀπό τήνκαταπίεση τῶν Γερμανῶν «αὐτό συμβαίνει καί στήν Γαλλία καί στήν Ἱσπανία, πούξέρουν ποιοί εἶναι οἱ τελευταῖοι Ρωμαῖοι συγγραφεῖς καί ξέρουν ποιοί εἶναι οἱΦράγκοι συγγραφεῖς. Ξέρουν δηλαδή ποιοί εἶναι οἱ τελευταῖοι Ρωμαῖοι πού γράφουνστήν Λατινική γλώσσα καί ποιοί εἶναι οἱ πρῶτοι Φράγκοι πού γράφουν στήνΛατινική γλώσσα. Καί εἶναι παράδοξο τό ὅτι καί στήν Γαλλία καί στήν Ἱσπανίασταματοῦν τά Ρωμαϊκά συγγράμματα καί τά διαδέχονται τά Γοτθικά καί Φραγκικάσυγγράμματα». Γιατί πλέον οἱ Ρωμιοί γίνανε ἀγράμματοι, δέν μποροῦσαν νάγράψουν καί παίρνουν τήν σκυτάλη οἱ Γότθοι καί οἱ Φράγκοι, οἱ ὁποῖοι ὅμωςγράφουνε διεστραμμένα καί αἱρετικά.«Καί πάλι τό παράδοξο εἶναι ὅτι αὐτή ἡ ριζική διακοπή, πού εἶναι μία ἐθνικήκαταστροφή γιά τούς Ρωμαίους καί νίκη τῶν Γερμανικῶν φυλῶν, πού ἐπέφερε μίαδιάσπαση μεταξύ τῶν δύο, ἀφοῦ οἱ μέν ὑποδουλώθηκαν στούς δέ, μαζί μέ τήνμακρόχρονη ὑποδούλωση τῶν Ρωμαίων στούς Γότθους καί στούς Γερμανούςδημιούργησε μία κατάσταση, ὥστε οἱ ἴδιοι οἱ Ρωμαῖοι νά χάσουν τήν παλιά ἐπαφήτους μέ τήν Κωνσταντινούπολη καί τόν ὑπόλοιπο Ρωμαϊκό κόσμο», τήν Ρωμιοσύνηδηλαδή, τήν Ρωμανία, τήν Ὀρθοδοξία. Ἔτσι, σήμερα στήν Εὐρώπη ἔχουμεοὐσιαστικά δύο πληθυσμούς. Ἔχουμε ἀφενός μέν τούς αὐτόχθονες, τούς ἀπογόνουςτῶν Ρωμαίων, τῶν Ρωμιῶν, τούς πρώην Ὀρθοδόξους πού ἔχουν ἐκλατινιστεῖ καίἔχουμε καί τούς εἰσβολεῖς, τούς Γερμανούς, τούς Φράγκους, οἱ ὁποῖοι ἔχουνε τήνἐξουσία.«Βλέπουμε ὅτι στήν Ἀνατολή κατά τήν ἴδια χρονική περίοδο δέν ὑπάρχει καμίαδιάσπασις, καμία ἀνακοπή τῆς ἱστορικῆς ἐξελίξεως, ἀλλά ὅτι ὑπάρχει μία ἀδιάκοπησυνέχεια καί στήν πνευματική ἐμπειρία καί στήν συγγραφική δραστηριότητα τῶνΠατέρων καί στήν Παράδοση τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων κλπ». Ἔχουμε μιά συνεχήσειρά τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι παραλαμβάνουν καί παραδίδουν τήν ὀρθόδοξηπαράδοση. «Εἰς πεῖσμα ὅμως αὐτῆς τῆς πραγματικότητος οἱ Φράγκοι κατηγοροῦντούς Graeci», ὄχι μόνο τούς Ἕλληνες, «τούς Ρωμαίους τῆς Ἀνατολῆς κατά τά μέσατοῦ 9ουαἰῶνος, ὅτι δέν ἔχουν μείνει πιστοί στήν Πατερική παράδοση καί καλοῦνἐμᾶς νά πιστέψουμε ὅτι πιστοί στήν Πατερική παράδοση ἔμειναν οἱ ἀγράμματοιΦράγκοι, πού δέν ἤξεραν καθόλου Ἑλληνικά οὔτε ἤξεραν νά διαβάσουν σωστά τάΛατινικά κείμενα!».Γι’ αὐτό εἶπα προηγουμένως καί τόν ἱερό Αὐγουστίνο, πού εἶναι Ἅγιος τῆςἘκκλησίας μας καί ἔχει γράψει στά λατινικά, δέν τόν κατάλαβαν καί ἔπεσαν ἐπίσημαστήν αἵρεση τοῦ φιλιόκβε καί σέ πολλές ἄλλες κακοδοξίες. «Καί συμβαίνει ἀπό τότεμέχρι σήμερα νά συνεχίζουν νά ἔχουν αὐτήν τήν ὑπεροψία, ὅτι δηλαδή αὐτοί εἶναιἐκεῖνοι πού διέσωσαν τήν Πατερική Παράδοση(!) καί μάλιστα τήν βελτίωσαν(!) μέ349
τήν Σχολαστική τους Θεολογία». Ἐνῶ ἡ Σχολαστική Θεολογία, εἶναι αἱρετικήθεολογία.«Σέ ἀντίθεση μέ ὅλα αὐτά ἔχουμε τήν παραμένουσα καί διαιωνιζομένη μεθοδολογίατῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως καί θεολογίας», ἡ ὁποία ὑπάρχει μέ μία ἀδιάσπαστησυνέχεια μέχρι τίς μέρες μας. Γι’ αὐτό βλέπουμε καί σήμερα ἀκόμα παραγωγή ἁγίωνστήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τόν Ἅγιο Πορφύριο, τόν Ἅγιο Νικηφόρο τόν Λεπρό καίπάρα πολλούς ἄλλους καί ἕπεται καί συνέχεια. Θά ἔχουμε ἀναγνωρίσεις καί ἄλλωνσυγχρόνων Ἁγίων. Πού σημαίνει ὅτι ὑπάρχει αὐτή ἡ ὀρθόδοξη θεραπευτικήπαράδοση, ὅπως ὑπῆρχε στούς ἀρχαίους ἁγίους, μέχρι τίς μέρες μας, δέν ὑπάρχειδιακοπή. Ἐνῶ στήν Δύση ὑπάρχει διακοπή. «Βλέπουμε δέ νά συμβαίνει τοῦτο, ὅτιδηλαδή στήν Δύση ὑπάρχει ἤ ἴδια θεολογική μέθοδος μεταξύ τῶν ὈρθοδόξωνΡωμαίων, ὅπως ὑπάρχει καί στήν Ἀνατολή». Ὑπῆρχε δηλαδή.Τώρα ἔχει σταματήσει, γιατί εἴπαμε ἐπεβλήθησαν οἱ Γερμανοί, οἱ Φράγκοι καίἐπέβαλαν καί τήν δική τους θεολογία τήν αἱρετική. Ἀλλά, ὅσο ὑπῆρχε ὀρθοδοξία καίστήν Εὐρώπη, ἔχουμε κι ἐκεῖ τήν ἴδια θεραπευτική θεολογική παράδοση, τήνκάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση. Γι’ αὐτό καί ἔχουμε ἁγίους. «Ἡ ἐμπειρία τῆςθεώσεως καί τοῦ φωτισμοῦ εἶναι ἡ ἴδια καί ἑπομένως ἡ Θεολογία εἶναι ἡ ἴδια καίστούς δύο χώρους». Πότε γίνεται ἡ διάσπαση; Πότε πέφτει στήν αἵρεση ἡ Δύση;Ὅταν ἐπιβάλλεται ἀναγκαστικά ἡ ἀλλότρια θεολογία τῶν Φράγκων. Τότε ἔχουμε τόλεγόμενο Σχίσμα, τό ὁποῖο, εἴπαμε, εἶναι ἡ ἀποκοπή τῶν αἱρετικῶν ἀπό τήνἘκκλησία.Ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως καί τοῦ φωτισμοῦ μέχρι τότε ἦταν ἡ ἴδια. «Αὐτόἐξακριβώνεται ἀπό τά συγγράμματα τῶν Δυτικῶν κυρίως Ρωμαίων ἐπάνω σέ θέματαπνευματικῆς ζωῆς, ἀσκήσεως». Ἔχουμε Πατέρες τῆς Δύσης, πού γράφουν ἀκριβῶςτά ἴδια ὅπως οἱ Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ΜέγαςΒασίλειος… ἔχουν τήν Ὀρθόδοξη θεολογία καί τήν ἴδια θεολογία ἔχουμε καί στούςΠατέρες τῆς Δύσης, στόν Ἅγιο Κασσιανό κ.λ.π. «Συμβαίνει, μάλιστα, σήμερα νάἔχουν ἀποδεχθεῖ ἐκτός ἀπό τούς Ὀρθοδόξους καί οἱ Ἀγγλικανοί ὅτι τά πνευματικάθεμέλια τῆς θεολογίας εἶναι τά ἴδια καί ὅτι ἡ Θεολογία ἦταν ἡ ἴδια καί στήν Δύση καίστήν Ἀνατολή. Αὐτοί ἐξακρίβωσαν πῶς καί πότε ἄρχισε ἡ διαφοροποίηση μεταξύΔύσεως καί Ἀνατολῆς ἐπάνω στά θεολογικά καί πνευματικά θέματα». Δηλαδή,βλέπετε; Οἱ ἴδιοι τό παραδέχονται ὅτι ἡ βάση εἶναι κοινή καί τῶν δύο. Γιατί, ὅμως,μετά ἔγινε διαφοροποίηση; Ἐνῶ ἐμεῖς κρατήσαμε τήν Ὀρθοδοξία, αὐτοίπαρεξέκλιναν. Ἄλλαξαν τό Πιστεύω, ἄλλαξαν τά δόγματα καί πρόσθεσαν καί νέαπράγματα.«Χαρακτηριστικό γνώρισμα αὐτῆς τῆς διαφοροποιήσεως εἶναι τό ὅτι στήν περιοχήτῶν κατακτήσεων στήν Δύση ἐγκαταλείφθηκε ἡ παλαιά παράδοση νά ἐκλέγονται οἱἐπίσκοποι ἀπό τούς φωτισμένους καί θεουμένους. Σ’ αὐτούς οἱ ἐπίσκοποι ἐξελέγοντοὄχι γιά πνευματικούς λόγους, ἄλλα γιά διοικητικούς. Ὁπότε ὁ ἐπίσκοπος στήν Δύση350
Search
Read the Text Version
- 1
- 2
- 3
- 4
- 5
- 6
- 7
- 8
- 9
- 10
- 11
- 12
- 13
- 14
- 15
- 16
- 17
- 18
- 19
- 20
- 21
- 22
- 23
- 24
- 25
- 26
- 27
- 28
- 29
- 30
- 31
- 32
- 33
- 34
- 35
- 36
- 37
- 38
- 39
- 40
- 41
- 42
- 43
- 44
- 45
- 46
- 47
- 48
- 49
- 50
- 51
- 52
- 53
- 54
- 55
- 56
- 57
- 58
- 59
- 60
- 61
- 62
- 63
- 64
- 65
- 66
- 67
- 68
- 69
- 70
- 71
- 72
- 73
- 74
- 75
- 76
- 77
- 78
- 79
- 80
- 81
- 82
- 83
- 84
- 85
- 86
- 87
- 88
- 89
- 90
- 91
- 92
- 93
- 94
- 95
- 96
- 97
- 98
- 99
- 100
- 101
- 102
- 103
- 104
- 105
- 106
- 107
- 108
- 109
- 110
- 111
- 112
- 113
- 114
- 115
- 116
- 117
- 118
- 119
- 120
- 121
- 122
- 123
- 124
- 125
- 126
- 127
- 128
- 129
- 130
- 131
- 132
- 133
- 134
- 135
- 136
- 137
- 138
- 139
- 140
- 141
- 142
- 143
- 144
- 145
- 146
- 147
- 148
- 149
- 150
- 151
- 152
- 153
- 154
- 155
- 156
- 157
- 158
- 159
- 160
- 161
- 162
- 163
- 164
- 165
- 166
- 167
- 168
- 169
- 170
- 171
- 172
- 173
- 174
- 175
- 176
- 177
- 178
- 179
- 180
- 181
- 182
- 183
- 184
- 185
- 186
- 187
- 188
- 189
- 190
- 191
- 192
- 193
- 194
- 195
- 196
- 197
- 198
- 199
- 200
- 201
- 202
- 203
- 204
- 205
- 206
- 207
- 208
- 209
- 210
- 211
- 212
- 213
- 214
- 215
- 216
- 217
- 218
- 219
- 220
- 221
- 222
- 223
- 224
- 225
- 226
- 227
- 228
- 229
- 230
- 231
- 232
- 233
- 234
- 235
- 236
- 237
- 238
- 239
- 240
- 241
- 242
- 243
- 244
- 245
- 246
- 247
- 248
- 249
- 250
- 251
- 252
- 253
- 254
- 255
- 256
- 257
- 258
- 259
- 260
- 261
- 262
- 263
- 264
- 265
- 266
- 267
- 268
- 269
- 270
- 271
- 272
- 273
- 274
- 275
- 276
- 277
- 278
- 279
- 280
- 281
- 282
- 283
- 284
- 285
- 286
- 287
- 288
- 289
- 290
- 291
- 292
- 293
- 294
- 295
- 296
- 297
- 298
- 299
- 300
- 301
- 302
- 303
- 304
- 305
- 306
- 307
- 308
- 309
- 310
- 311
- 312
- 313
- 314
- 315
- 316
- 317
- 318
- 319
- 320
- 321
- 322
- 323
- 324
- 325
- 326
- 327
- 328
- 329
- 330
- 331
- 332
- 333
- 334
- 335
- 336
- 337
- 338
- 339
- 340
- 341
- 342
- 343
- 344
- 345
- 346
- 347
- 348
- 349
- 350
- 351
- 352
- 353
- 354
- 355
- 356
- 357
- 358
- 359
- 360
- 361
- 362
- 363
- 364
- 365
- 366
- 367
- 368
- 369
- 370
- 371
- 372
- 373
- 374
- 375
- 376
- 377