Important Announcement
PubHTML5 Scheduled Server Maintenance on (GMT) Sunday, June 26th, 2:00 am - 8:00 am.
PubHTML5 site will be inoperative during the times indicated!

Home Explore (10o Μέρος) - Απομαγνητοφωνημένες Ομιλίες - Αρχιμ. π.Σάββα Αγιορείτου

(10o Μέρος) - Απομαγνητοφωνημένες Ομιλίες - Αρχιμ. π.Σάββα Αγιορείτου

Published by hristospanagia, 2018-01-15 08:54:14

Description: (10o Μέρος) - Απομαγνητοφωνημένες Ομιλίες - Αρχιμ. π.Σάββα Αγιορείτου

Πατερική Θεολογία
Πρωτοπρεσβ. π.Ιωάννου Ρωμανίδη

Ομιλίες Ορθόδοξης Κατήχησης

ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΣΑΒΒΑ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΣΕ ΗΧΗΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ, ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΖΟΥΜΕ ΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ. ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ: Η ΜΙΑ ΑΓΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ, Η ΚΑΘΑΡΣΗ, Η ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ, Ο ΦΩΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΘΕΩΣΗ. ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ, ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ Κ.Λ.Π. ΠΩΣ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Η ΘΕΙΑ ΧΑΡΗ ΚΑΙ ΠΩΣ ΕΠΙΤΥΓΧΑΝΕΤΑΙ Η ΚΑΘΑΡΣΗ, Ο ΦΩΤΙΣΜΟΣ, ΚΑΙ Η ΘΕΩΣΗ ΜΑΣ.

Search

Read the Text Version

λαμβάνει θέση πάνω στό θέμα αὐτό.Ἡ μία παράδοσις λέγει ὅτι στόν Παράδεισο ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ ἦταν φωτισμένος, εἶχεφθάσει στόν φωτισμό καί τό ἑπόμενο σκαλοπάτι θά ἦταν ἡ θέωσις, ὅπου θά ἔφθανανὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα ἐφ’ ὅσον ἔκαναν ὑπακοή. Ἀπό τό λίαν καλῶς θά πήγαιναν στόἄριστα. Ἡ ἄλλη παράδοσις λέγει ὅτι ἦταν ἐν θεοπτίαις ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ, ἦταν μέσυνεχή θεοπτία δηλαδή μέ θέωση. Ἦταν ἤδη σέ θέωση μέσα στόν Παράδεισο. Καίὅτι αὐτό ἦταν ὁ παράδεισός του, τό νά βλέπει δηλαδή τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.Ἡ Ἀλεξανδρινή παράδοσις ὡς καί ἡ παράδοσις τῆς Καππαδοκίας (Μέγας Βασίλειος)λένε ὅτι ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση ἦταν ἐν θεοπτίαις. Ἡ παράδοσις τῆςἈντιοχείας (ἄγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος) λέγει ὅτι ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ ἦταν ἁπλῶςφωτισμένος. Οἱ Πατέρες γνωρίζουν ἀπό τήν ἐμπειρία τους σέ τί συνίσταται αὐτός ὁφωτισμός τοῦ νοός καί εἶναι κατατεθειμένο μέσα στήν Παράδοση.– Τί σημαίνει ὅτι ὁ νοῦς εἶναι φωτισμένος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι φωτισμένος;Σημαίνει ὅτι μέσα του κατοικεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅτι ὁ φωτισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναιἡ κατοίκησις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ὁπότε ὁἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦἐνεργεῖ μέσα στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί τόν φωτίζει. Καί, αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁφωτισμένος. Τέτοιος ἦταν ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ, λέγει ἡ παράδοσις τῆς Ἀντιοχείας.Στό ἄν ἦταν φωτισμένος ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση ἤ ἄν ἦταν ἐν θεοπτίαις,δηλαδή σέ κατάσταση διαρκοῦς θεώσεως, σ’ αὐτό ὁ Δαμασκηνός δέν λαμβάνεικαμμία θέση. Γιατί; Διότι ἐκεῖνο πού ἐνδιέφερε τόν Πατέρα αὐτόν τῆς Ἐκκλησίαςἦταν νά δώσει τίς δύο ἐξηγήσεις, γιά τό πῶς ἦταν ὁ νοῦς καί σκοτίστηκε. Ἀλλά ἐμεῖςπῶς ξέρουμε ὅτι ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ σκοτίσθηκε; Ἁπλούστατα, διότι γνωρίζουμε ὅτιἐμεῖς οἱ ἴδιοι τώρα ἔχουμε ἐσκοτισμένον νοῦν, πού εἶχε καί ὁ Ἀδάμ. Καί αὐτός ὁἐσκοτισμένος νοῦς θέλει θεραπεία. Ἡ δέ θεραπεία συνίσταται στήν φώτιση καί στήνθέωση. Ἡ θέωσις εἶναι ἡ πλήρης θεραπεία.– Ἀλλά τί σημαίνει ἐσκοτισμένος νοῦς;Σημαίνει ὅτι ἡ νοερά ἐνέργεια τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου δέν ἐνεργεῖ σωστά. Δένλειτουργεῖ σωστά ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ, ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Ἡ νοερά ἐνέργειαἀρχίζει νά ἐνεργεῖ σωστά μόνον ὅταν ὁ ἄνθρωπος περάσει ἀπό κάθαρση καί φθάσειστόν φωτισμό. Ὅταν δηλαδή ὁ νοῦς καθαρίσει ἀπό ὅλους τούς λογισμούς. Αὐτόσημαίνει κάθαρση τοῦ νοῦ. Νά μήν ὑπάρχουν λογισμοί μέσα στόν νοῦ, ἀλλά ὁ νοῦςνά βλέπει τόν Θεό καθαρά.– Γιατί δέν μποροῦμε νά προσευχηθοῦμε;Διότι ἀκριβῶς ὁ νοῦς μας εἶναι σκοτισμένος ἀπό λογισμούς κι ἄν προσπαθήσεις νάπᾶς τόν νοῦ σου στόν Θεό, δέν πηγαίνει. Ἐκτρέπεται, πάει ἀπό δῶ κι ἀπό ἐκεῖ. Αὐτόςεἶναι σκοτισμένος νοῦς καί σημαίνει ὅτι χρειάζεται θεραπεία. Μετά τήν πτώση, ὁνοῦς εἶναι σκοτισμένος. Γιατί; Διότι εἶναι γεμάτος ἀπό λογισμούς καί ἔχει σκοτισθεῖἀπό αὐτούς τούς λογισμούς.51

– Πότε συμβαίνει αὐτό, τό νά σκοτισθεῖ ὁ νοῦς ἀπό τούς λογισμούς;Συμβαίνει –αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό- ὅταν οἱ λογισμοί τῆς διανοίας κατεβοῦν στήνκαρδιά καί γίνουν λογισμοί τοῦ νοός. Οἱ λογισμοί τῆς διανοίας πού ὑπάρχουν στόνἐγκέφαλο, οἱ ὁποῖοι δημιουργοῦνται ἀπό τόν ἐγκέφαλο, εἶναι ἡ σκέψη. Ὁ ἐγκέφαλοςπαίρνει ἐρεθίσματα ἀπό τό περιβάλλον, τά μάτια, τά αὐτιά, τίς αἰσθήσεις καί ἀπόμέσα, τίς ἐσωτερικές αἰσθήσεις πού ἔχουμε, τοῦ σώματος.Ὅλα αὐτά τά μηνύματα ὁλοκληρώνονται μέσα στόν ἐγκέφαλο καί ἔτσι ὁ ἄνθρωποςἔχει ἀντίληψη τοῦ ποιός εἶναι, ἄν ἔχει ὑγεία ἤ ἄν πονᾶ κάπου. Ἐπίσης ἔχει ἀντίληψητοῦ περιβάλλοντός του μέσα στόν χῶρο καί μπορεῖ νά τοποθετεῖται μέσα στόν χῶρο,νά κινεῖται καί νά ἐπικοινωνεῖ μέ τούς ἄλλους. Αὐτό ὅλο γίνεται μέ τόν ἐγκέφαλο, μέτά νεῦρα, μέ τίς αἰσθήσεις καί μέ τό κεντρικό νευρικό σύστημα.Ἐκεῖ μέσα ὑπάρχουν οἱ λογισμοί. Ὑπάρχουν οἱ διάφορες παραστάσεις πού ἔρχονταιἀπό τό περιβάλλον. Αὐτά ὅμως δέν πρέπει νά κατέβουν στήν καρδιά καί νά γίνουνλογισμοί τοῦ νοῦ, τῆς ψυχῆς, δηλαδή τῆς καρδίας, διότι ὁ νοῦς ἔχει τήν ἑδρα τουστήν καρδιά, ἐνῶ ἡ διάνοια ἔχει τήν ἕδρα της στόν ἐγκέφαλο. Ἄν κατέβουν οἱλογισμοί στήν καρδιά καί γίνουν λογισμοί τοῦ νοῦ καί ὁ ἄνθρωπος πλέον αὐτά πούδέχεται ἀπό τό περιβάλλον τά κάνει λογισμούς τοῦ νοῦ του, τότε αὐτός ὁ ἄνθρωποςσκοτίζεται, μολύνεται ἡ καρδιά του καί μπερδεύεται. Δημιουργεῖ καί ἄτοπεςἐπιθυμίες. Φτιάχνει καί εἴδωλα. Γιατί; Γιατί ὁ νοῦς εἶναι φτιαγμένος γιά νά βλέπειστόν Θεό.Ὅταν μολύνεται ἀπό παραστάσεις τοῦ περιβάλλοντος, κάνει Θεό τό περιβάλλον καίφτιάχνει εἴδωλα, τά βάζει στή θέση τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι μολύνεται ἡ καρδιά τοῦἀνθρώπου. Ἀντί ὁ ἄνθρωπος μέ τήν καρδιά του νά βλέπει πρός τόν Θεό, βλέπει στάχρήματα. Γίνεται χρηματολάτρης, εἰδωλολάτρης. Ἤ βλέπει στίς ἡδονές, στίςσαρκικές ἡδονές. Πῶς; Βλέποντας μέ τά μάτια διάφορες παραστάσεις. Ἄν αὐτέςτώρα κατέβουν στήν καρδιά καί συγκατατεθεῖ ὁ ἄνθρωπος καί πεῖ «Ἄ! ὡραῖο, καλόπράγμα αὐτό, νά τό κυνηγήσω», μετά αὐτά τά κάνει εἴδωλα, τά κάνει Θεούς, γιατί τάβλέπει μέ τόν νοῦ του καί πλέον παίρνουν τήν θέση τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ὁ νοῦς πρέπει νάεἶναι καθαρός ἀπό ὅλα καί νά βλέπει μόνο στόν Θεό. Αὐτός λοιπόν ὁ ἄνθρωπος εἶναιὁ σκοτισμένος καί οἱ λογισμοί πού πρέπει νά εἶναι μόνο στή διάνοια ἔχουν κατέβειστήν καρδιά.Καί γίνεται σύγχυσις λογισμῶν -μέσα στήν καρδιά- μεταξύ λογικῆς, τῶν λογισμῶνπού παράγονται μέσα στήν διάνοια, καί νοός, πού ὑπάρχουν μέσα στήν καρδιά.Ὑπάρχουν δηλαδή λογισμοί στόν νοῦν, πού δέν πρέπει νά ὑπάρχουν ἐκεῖ, διότιἀνήκουν στήν λογική, στήν διάνοια. Ὁ νοῦς πρέπει νά εἶναι τελείως ἄδειος ἀπόλογισμούς, ὥστε νά μπορεῖ νά ἔλθει στόν ἄνθρωπο τό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά κατοικήσεικαί νά παραμείνει μέσα του.Αὐτά εἶναι πολύ σημαντικά νά τά ξεκαθαρίσουμε μέσα μας. Νά φροντίζουμε τόν νοῦμας νά μένει καθαρός. Νά μήν δημιουργοῦνται μέσα στήν καρδιά μας συγκαταθέσειςκαί λογισμοί, οἱ ὁποῖοι εἶναι ξένοι. Ὁ μόνος λογισμός πού πρέπει νά ὑπάρχει στήνκαρδιά μας εἶναι ὁ Θεός καί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή.52

Οἱ Ἅγιοι Πατέρες δίνουν μεγάλη σημασία στήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, διότιαὐτή ἡ λειτουργία, ὅταν ἀποκατασταθεῖ στόν ἄνθρωπο μέσα στήν καρδιά του,δηλαδή διά τοῦ νοός, ὁ ἄνθρωπος βλέπει συνεχῶς τόν Θεό. Αὐτός ὁ νοῦς εἶναιθεραπευμένος, εἶναι καθαρός, αὐτός ὁ ὁποῖος συνέχεια ἀνακυκλώνει μέσα του τόὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με».Ὁ ἄνθρωπος αὐτός πλέον δέν δέχεται, ἐφ’ ὅσον φυσικά προσέχει, λογισμούς ἀπό τήνδιάνοιά του καί δέν μολύνεται. Στή συνέχεια ἡ ἴδια ἡ προσευχή φυλάει τόν νοῦκαθαρό καί ὁ ἄνθρωπος μέ τήν νήψη ἐπίσης προσέχει ὥστε νά μήν μπεῖ ξένο σῶμα,ξένος λογισμός μέσα στήν καρδιά.53

1.Ἡ οὐσία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης 2.Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι θρησκεία (Πατερική Θεολογία – 5ο Μέρος)Τό θέμα μας σήμερα εἶναι πολύ σημαντικό στήν σειρά τῶν συνάξεων πού κάνουμεπάνω στήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη καί ἀφορᾶ στήν οὐσία τῆςὈρθόδοξης Παράδοσης.Πολλές φορές ἀκοῦμε τήν ἔκφραση «Ὀρθόδοξη παράδοση» καί ἀπό τούς ἐπίσημουςἡγέτες μας, τούς πολιτικούς, τούς θρησκευτικούς, τούς στρατιωτικούς, οἱ ὁποῖοι λένεὅτι ὑποστηρίζουν τήν παράδοση, τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί τήν Ὀρθοδοξία.Ὅμως τί εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση; Ποιά εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση; Συνήθωςὁ νοῦς μας ἀκούγοντας τήν λέξη παράδοση πηγαίνει στούς παραδοσιακούς χορούς,στίς παραδοσιακές φορεσιές κ.λ.π.Αὐτό ὅμως δέν εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση. Δέν εἶναι δηλαδή ἕνα μουσειακόἔκθεμα, τό ὁποῖο μποροῦμε νά τό βάλουμε σέ ἕνα μουσεῖο ἤ ὅπως βάζουμε ἕναδιατηρητέο κτίριο στήν λίστα μέ σκοπό νά τό φυλάξουμε, νά φυλάξουμε καί τήνὈρθόδοξη Παράδοση ὡς ἕνα πολύ σημαντικό στοιχεῖο, τό ὁποῖο ὅμως εἶναι τοῦπαρελθόντος. Ὄχι, δέν εἶναι τοῦ παρελθόντος.Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση εἶναι ζῶσακαί μεταδίδεται, παρά-δίδεται -γι’ αὐτό λέγεται Παράδοση- ἀπό γενιά σέ γενιά ἀπόαὐτούς πού τήν ζοῦνε, ὄχι ἀπό ὅλους! Ἀπό αὐτούς πού βιώνουν αὐτήν τήν θεραπείαπού δίνει ἡ Ὀρθοδοξία. Καθώς οἱ ἴδιοι εἶναι θεραπευμένοι, μεταδίδουν καί στούςἄλλους στή συνέχεια αὐτή τήν θεραπευτική μέθοδο.Ὑπάρχει ὁ Πνευματικός πατέρας, ὁ ὁποῖος ἔχει τά πνευματικά του παιδιά, τά ὁποῖαθεραπεύει μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτά ἔπειτα, ἐφ’ ὅσον ἔχουν ζήσει ὅ,τι καί ὁΠνευματικός, γίνονται ζωντανοί φορεῖς τῆς Ὀρθοδοξίας καί μποροῦν τήν Παράδοσηπού τούς παρέδωσε ὁ Πνευματικός τους πατέρας νά τήν παραδώσουν μέ τήν σειράτους στά δικά τους πνευματικά παιδιά. Ἔτσι κρατιέται ζωντανή ἡ πίστη καί ἡὈρθοδοξία. Οὐσιαστικά αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση: νά μεταδίδουν αὐτό τόβίωμα καί αὐτή τήν μέθοδο ἀπό γενιά σέ γενιά.Αὐτός δέ, εἶναι καί ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας νά κρατάει αὐτή τήν Παράδοση, νά τήνμεταδίδει ἀπό γενιά σέ γενιά καί διά αὐτῆς τῆς παράδοσης πού βιώνεται νάθεραπεύονται καί νά σώζονται οἱ ἄνθρωποι.– Ποιά εἶναι λοιπόν ἡ οὐσία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης;Ἡ Ὀρθόδοξη παράδοση προσφέρει τήν μοναδική μέθοδο θεραπείας τοῦ νοός τοῦἀνθρώπου, δηλαδή τῆς ψυχῆς του. Ὅταν λέμε νοῦ, νά σκεπτόμαστε τήν ψυχή. ΟἱΠατέρες λέγοντας νοῦ καί ψυχή ἐννοοῦν τό ἴδιο. Ὅταν λέμε θεραπεία τοῦ νοός,ἐννοοῦμε τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς. Καί ὅταν λέμε θεραπεία τῆς ψυχῆς ἐννοοῦμε54

σωτηρία, ἐννοοῦμε φωτισμό, ἐννοοῦμε θέωση, ἐννοοῦμε ἁγιότητα. Αὐτός εἶναι ὁθεραπευμένος καί ὁ σωσμένος, ὁ Ἅγιος.Ἡ θεραπεία αὐτή τῆς ψυχῆς ἡ τοῦ νοός ἔχει δύο φάσεις, ὅπως εἴπαμε, τόν φωτισμόκαί τήν θέωση. Ἡ θέωση, δηλαδή ἡ θεοπτία, εἶναι τό νά βλέπει κανείς τόν Θεό.Μπορεῖ κανείς νά δεῖ τόν Θεό; Ὄχι βέβαια ὅπως εἶναι, ἀλλά βλέπει καί μετέχει στήνἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί κατεξοχήν μάλιστα βλέπει τό ἄκτιστο Φῶς. Ὅταν ὁ ἄνθρωποςπροχωρήσει στήν θεοπτία -φθάσει δηλαδή νά δεῖ τό ἄκτιστο Φῶς- αὐτή εἶναι ἡἐγγύησις τῆς θεραπείας, τῆς πλήρους θεραπείας.Αὐτή ἡ θεραπευτική μέθοδος, ἡ θεραπευτική ἀγωγή, πού προσφέρει ἡ Ὀρθόδοξοςπαράδοσις, παραδίδεται (ἐξ οὕ καί παράδοσις) ἀπό γενεά σέ γενεά μέ φορεῖςἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἔφτασαν στόν φωτισμό καί στήν θέωση καί ἔγιναν θεραπευτέςγιά τούς ἄλλους.Γι’ αὐτό, στήν Ἐκκλησία μας ἔχουμε τούς Πνευματικούς μας πατέρες. Αὐτοί εἶναι οἱγιατροί μας, οἱ πνευματικοί μας γιατροί. Δέν μᾶς στέλνει ὁ Χριστός σέ ἕνα βιβλίο ἤσήμερα, θά λέγαμε, σ’ ἕναν ὑπολογιστή νά μάθουμε ὅλα τά περί τῆς πίστεώς μας σάνἕναν κώδικα καί σωζόμαστε. Ἀλλά μᾶς στέλνει σ’ ἕναν ζωντανό ἄνθρωπο,θεραπευμένο, ὁ ὁποῖος μᾶς παραδίδει τά μαθήματα πού χρειάζονται γιά νάθεραπευτοῦμε καί μᾶς ἐκθέτει ὅλη αὐτή τήν μέθοδο, τήν ὁποία, ἄν τήν ἐφαρμόσουμεκαί τή ζήσουμε, θεραπευόμαστε κι ἐμεῖς. Κατόπιν μποροῦμε νά τήν παραδώσουμε σέἄλλους γιά νά θεραπευτοῦν καί ἐκεῖνοι ἀπό μᾶς.Δέν εἶναι δηλαδή ἁπλή μεταβίβασις γνώσεων ἀπό τά βιβλία, ἀλλά μεταβίβασις καίδιαδοχή ἐμπειρίας, τῆς ἐμπειρίας τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως.Παρατηρεῖται ὅμως στήν Παλαιά Διαθήκη ὅτι κατάσταση φωτισμοῦ καί θεώσεωςεἶχαν μόνο οἱ Πατριάρχες καί οἱ Προφῆτες τῶν Ἰσραηλιτῶν.Γιατί καί στήν Παλαιά Διαθήκη ὑπῆρχε αὐτή ἡ παράδοση. Προσέξτε! Ὁ Θεός τῆςΠαλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ὁ ἴδιος. Ὁρισμένοι ἀπό ἄγνοια βάλλονταιἐναντίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί εἰδικά οἱ Δωδεκαθεϊστές λένε ὅτι ἔχουμε μιάἙβραϊκή θρησκεία. Αὐτό δέν εἶναι σωστό. Ἔχουμε τήν ἐξ ἀποκαλύψεως πίστη.Πρίν ἀπό τούς Προφῆτες ἔχουμε τούς Πατριάρχες. Πρό τοῦ Μωϋσέως ἔχουμε τόνἈβραάμ. Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη γνωρίζουμε τούς Πατριάρχες: τόν Ἀβραάμ, τόνἸσαάκ καί τόν Ἰακώβ. Ὁ Ἀβραάμ ζοῦσε 1800 χρόνια π.Χ. Ὁ Ἀβραάμ ἦταν ὁ πρῶτοςμονοθεϊστής μετά τόν Νῶε, πού μίλησε μέ τόν Θεό καί εἶχε θεοπτία. Εἶχε φθάσειστήν θέωση.Διαβάζουμε ὅμως στήν Παλαιά Διαθήκη ὅτι μέχρι τόν Ἀβραάμ ὑπάρχει συνείδησιςτῆς καταστάσεως τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως. Ὁ ἴδιος ὁ Ἀβραάμ ἦταν θεόπτης,δηλαδή ἔφθασε σέ θέωση. Αὐτό φαίνεται σαφῶς. Γιά τήν ἐποχή πρό τοῦ Ἀβραάμπάλι ἔχουμε στοιχεῖα ἀπό τήν Ἑβραϊκή Παράδοση ὅτι φωτισμός καί θέωσις ὑπῆρχανκαί στούς προπάτορες τοῦ Ἀβραάμ, παραδείγματος χάριν στόν Νῶε. Ὁ Νῶε ἦταν κιαὐτός ἕνας ἄνθρωπος φωτισμένος καί θεωμένος. Ἡ παράδοσις αὐτή, τοῦ φωτισμοῦδηλαδή καί τῆς θεώσεως, μεταβιβάζεται. Δέν ἐμφανίζεται ἔτσι ἐκ τοῦ μηδενός. Δέν55

ἐμφανίζεται ξαφνικά τόν 11ο ἤ 12ο π.Χ. αἰῶνα στόν Μωϋσῆ. Ξέρουμε, ὅτι καί ὁΜωϋσῆς ἦταν θεόπτης. Ἀνέβηκε στό ὄρος Χωρήβ καί εἶδε τόν Θεό. Ἔμεινε σαράνταἡμέρες μέσα στόν γνόφο, στό ἄκτιστο Φῶς καί συνομιλοῦσε μέ τόν Θεό, ὁ Ὁποῖοςκαί τοῦ παρέδωσε τίς πλάκες μέ τίς δέκα ἐντολές.Ὑπάρχει Καινή Διαθήκη, ὑπάρχει καί Παλαιά Διαθήκη. Στήν Καινή Διαθήκη εἶναιπιό εὔκολος ὁ ἔλεγχος, διότι εἶναι περιορισμένος ὁ χρόνος διαρκείας της. Ἡ ΠαλαιάΔιαθήκη ὅμως περιλαμβάνει 1500 χρόνια ἱστορίας. Μέσα τώρα σ’ αὐτήν τήν περίοδοἔχουμε μία σπονδυλική στήλη. Αὐτή ἡ σπονδυλική στήλη, πού εἶναι ἡ παράδοσις τοῦφωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως, πού μεταβιβάσθηκε ἀπό Προφήτη σέ Προφήτη, εἶναι καίἡ οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως. Οἱ Προφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη μετέδιδαναὐτή τήν μέθοδο τῆς θεραπείας τῆς ψυχῆς ἀπό γενιά σέ γενιά.Ἡ μεταβίβασις τῆς ἐμπειρίας τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως ἀπό γενεά σέ γενεάἐκτείνεται στήν Παλαιά Διαθήκη χρονικά ἀπό τόν Ἀβραάμ μέχρι τόν Ἰωάννη τόνΠρόδρομο, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ τελευταῖος τῶν Προφητῶν. Ἔχουμε μιά σειρά ἀπόΠροφῆτες οἱ ὁποῖοι παραδίδουν αὐτή τήν Ὀρθόδοξο Παράδοση ἀπό γενιά σέ γενιά.Εἶναι ἡ λεγόμενη Προφητική Παράδοση τῶν Πατριαρχῶν καί τῶν Προφητῶν. Πρίνἀπό τόν Μωυσῆ ἔχουμε τόν Ἀβραάμ. Πρίν ἀπό τόν Ἀβραάμ, ὅπως εἴπαμε, ἔχουμετόν Νῶε. Ἔχουμε καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης αὐτή τήν Παράδοση,ἡ ὁποία κρατιέται ζωντανή χάρη σέ κάποιους φορεῖς, σέ κάποιους ἀνθρώπους.Σήμερα μέ τήν ἀρχαιολογία ἔχουν βρεῖ εὐρήματα – ντοκουμέντα, τά ὁποῖαἀποδεικνύουν αὐτή τήν ἀλήθεια πού λέμε καί γιά τήν ἐποχή τοῦ Μωυσῆ, ἀλλά καίἀκόμη πιό πρίν γιά τόν Ἀβραάμ.Ἡ οὐσία τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης ἑπομένως, δέν εἶναι μόνο τό βιβλίο τῆς ἉγίαςΓραφῆς καί τίποτα ἄλλο, ὅπως λέγουν οἱ Προτεστάντες. Ὄχι, δέν εἶναι αὐτό ἡ οὐσίατῆς Παράδοσής μας, ἀλλά εἶναι ἡ μεταβίβαση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τοῦ φωτισμοῦ καίτῆς θέωσης, διαδοχικά ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι τίς ἡμέρες μας. Γιατί καί ὁ Ἀδάμ πρίνπέσει ἦταν φωτισμένος καί θεωμένος.Αὐτή εἶναι ἡ Προφητική παράδοσις, ἡ παράδοσις τῶν Πατριαρχῶν καί τῶνΠροφητῶν, ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι σήμερα. Μέσα σ’ αὐτή τήν Παράδοση ἡ ἉγίαΓραφή εἶναι ἕνα γραπτό τμῆμα πού ἀποκρυσταλλώνει αὐτή τήν μέθοδο. Δέν εἶναιὅμως τό ἅπαν ἡ Ἁγία Γραφή. Τό ἅπαν εἶναι αὐτή ἡ ζωντανή Παράδοση. Ἡ ζωντανήἐμπειρία, ἡ ὁποία παραδίδεται ἀπό γενιά σέ γενιά. Γι’ αὐτό σήμερα, ἄν θέλουμε νάβροῦμε τήν ὀρθόδοξη παράδοση δέν θά πᾶμε στά βιβλία, ἀλλά θά πᾶμε στούςζωντανούς φορεῖς. Δέν μποροῦμε νά κάνουμε πνευματική ζωή, ἄν δέν ἔχουμεΠνευματικό ὁδηγό, Πνευματικό πατέρα πού θά μᾶς βοηθήσει νά ζήσουμε κι ἐμεῖςαὐτή τήν ἐμπειρία τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης.Κάτι ἀκόμα πολύ σημαντικό: ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι θρησκεία. Πολλοί σήμεραλεγόμενοι ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν τέτοια ἀντίληψη ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναισάν ὅλες τίς θρησκεῖες.– Τί σημαίνει θρησκεία;56

Θρησκεία οὐσιαστικά σημαίνει δεισιδαιμονία. Δηλαδή ἕνας φόβος πού ὑπάρχειἀπέναντι στόν Θεό καί μιά διαδικασία νά ἔχουμε τόν Θεό μέ τό μέρος μας, νάκάνουμε θυσίες νά τόν ἐξιλεώσουμε, γιατί μπορεῖ καί νά εἶναι ὀργισμένος καί γι’αὐτό ἔχουμε αὐτά τά κακά πού ἔχουμε. Γιά νά μᾶς πᾶνε ἑπομένως καλά τά πράγματαθά πρέπει νά δώσουμε κάτι στόν Θεό. Αὐτό εἶναι θρησκεία. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναιαὐτό τό πράγμα, ἀλλά δυστυχῶς κάποιοι κατ’ ὄνομα ὀρθόδοξοι ἔχουν κάνει καί τήνὈρθοδοξία θρησκεία καί βλέπουν τόν Θεό σάν ἕναν θεό πού ὀργίζεται, ἔχει θυμώσεικαί χρειάζεται ἐξιλέωση. Γι’ αὐτό, θά Τοῦ πᾶνε μιά μεγάλη λαμπάδα, θά κάνουν ἕνατάμα ἤ θά κάνουν δέκα εὐχέλαια γιά νά πᾶνε καλά τά πράγματα. Δηλαδή ἔχουνκαταντήσει τήν Ὀρθοδοξία μαγεία.– Τί εἶναι ὅμως ἡ Ὀρθοδοξία;Ὅπως ἔχουμε πεῖ, εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο καί εἶναι αὐτή ἡἐμπειρία τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης, πού ὁδηγεῖ τελικά στήνἕνωση μέ τόν Χριστό. Ἐνῶ ὅλοι αὐτοί πού κάνουν αὐτά πού εἴπαμε προηγουμένωςμέ τούς μεγάλους σταυρούς καί τά τάματα, δέν νοιάζονται νά βροῦν τόν Θεό, ἀλλάἁπλῶς γιά νά περάσουν καλά ἤ σ’ αὐτή τή ζωή ἤ τουλάχιστον μετά θάνατον νά πᾶνεστόν Παράδεισο. Νά ἐξασφαλιστοῦν κατά κάποιο τρόπο χωρίς νά νοιάζονται ἄνὑπάρχει Θεός ἤ ὄχι κι ἄν ἔχουν ζωντανή κοινωνία μέ τόν Θεό.Λέει πολύ ὡραῖα ὁ π. Ἰωάννης: Σέ πολλούς ἐπικρατεῖ ἡ ἀντίληψις ὅτι ἡ Ὀρθοδοξίαεἶναι μία ἀπό τίς πολλές θρησκεῖες, πού ἔχει σάν κύρια μέριμνά Της τήνπροετοιμασία τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν ζωή μετά θάνατον, νά ἐξασφάλισειδηλαδή μία θέση στόν Παράδεισο γιά κάθε Ὀρθόδοξο Χριστιανό. Ἔτσι θεωρεῖται ὅτιτό Ὀρθόδοξο δόγμα προσφέρει μία ἐπί πλέον ἐξασφάλιση, ἐπειδή εἶναι ὀρθόδοξο,καί ὅτι, ἄν κανείς δέν πιστεύει στό Ὀρθόδοξο δόγμα, αὐτό εἶναι ἕνας ἐπί πλέον λόγοςγιά νά πάει στήν Κόλαση ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ἐκτός δηλαδή ἀπό τό ὅτι ἐνδεχομένωςθά τόν στείλουν ἐκεῖ τά προσωπικά του ἁμαρτήματα.Πιστεύουν λοιπόν κάποιοι πώς ἄν εἶσαι Ὀρθόδοξος, ἔχεις ἕναν ἐπιπλέον λόγο νά πᾶςστόν Παράδεισο καί νομίζουν ὅτι ἐπειδή ἔχουν τήν σωστή δόξα, τήν σωστή πίστη, θάσωθοῦν. Ἀλλά ὅπως λέγαμε δέν μᾶς σώζει τό δόγμα ἀπό μόνο του. Τό δόγμα ἁπλῶςδείχνει τόν δρόμο καί τόν τρόπο καί βάζει τά ὅρια, πέρα ἀπό τά ὁποῖα ἅμα ξεφύγεις,βρίσκεσαι στήν περιοχή τοῦ θανάτου. Χρειάζεται ὅμως νά ἔχεις τό βίωμα, ὄχι μόνοτό ὀρθόδοξο δόγμα, τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἀλλά καί τήν ὀρθόδοξη ζωή, τήν ὀρθόδοξηἐμπειρία. Κάποιοι λοιπόν πιστεύουν ὅτι ὁ χριστιανός κάνει μερικά πράγματα γιά νάχαρεῖ μετά θάνατον. Λάθος! Ὅσοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πιστεύουν ὅτι αὐτό τόπράγμα εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, αὐτοί ἔχουν συσχετίσει τήν Ὀρθοδοξία ἀποκλειστικά μέτήν μέλλουσα ζωή. Καί αὐτοί δέν κάνουν καί πολλά πράγματα σ’ αὐτήν τήν ζωή,ἀλλά περιμένουν νά πεθάνουν, γιά νά πᾶνε στόν Παράδεισο, ἐπειδή, ὅταν ζοῦσαν,ἦταν Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί! Νομίζουν ὅτι θά πᾶνε δηλαδή στόν Παράδεισο ἐπειδή,ὅταν ζοῦσαν ἐδῶ ἦταν Ὀρθόδοξοι! Λάθος!Μιά ἄλλη μερίδα Ὀρθοδόξων δραστηριοποιεῖται μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίαςἐνδιαφερομένη ὄχι γιά τήν ἄλλη ζωή, ἀλλά κυρίως γι’ αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή. Δηλαδή57

γιά τό πῶς θά τούς βοηθήσει ἡ Ὀρθοδοξία νά ζήσουν καλά σ’ αὐτήν τήν ζωή. ΤέτοιοιὈρθόδοξοι Χριστιανοί προσεύχονται στόν Θεό, βάζουν τούς παπάδες –δέν εἶναιὑποτιμητικό αὐτό, καί στό Ἅγιο Ὄρος παπάδες λέμε τούς ἱερεῖς- νά κάνουνπροσευχές, κάνουν ἁγιασμούς, παρακλήσεις εὐχέλαια κ.λ.π., γιά νά τούς βοηθάει ὁΘεός νά περνᾶνε καλά σ’ αὐτήν τήν ζωή. Τό λένε ὅτι θέλουν ἕνα εὐχέλαιο γιά τόκαλό! Ἔτσι γιά νά πᾶνε καλά τά πράγματα, νά μήν ἀρρωσταίνουν, νάἀποκαθίστανται τά παιδιά τους, νά ἐξασφαλίσουν στά κορίτσια τους μία καλή προίκακαί ἕναν καλό γαμπρό, τά ἀγόρια τους νά βροῦν καλές κοπέλες μέ καλή προίκα γιάνά παντρευτοῦν, οἱ δουλειές τους νά πηγαίνουν καλά, τό ἐμπόριο, μέ τό ὁποῖοἀσχολοῦνται, νά πηγαίνει καλά, ἀκόμη καί τό χρηματιστήριο ἤ ἡ βιομηχανία τους,κλπ. Καί εἶναι χαρακτηριστική ἡ ἔκφραση πού λένε ‘’πάνω ἀπό ὅλα ἡ ὑγεία’’ καίβέβαια ἐννοοῦν τήν σωματική, ὄχι τήν πνευματική ὑγεία. Ἄρα γιά νά πᾶνε καλά τάπράγματα καί νά ἔχουμε καλή ὑγεία, κάνουμε καί τά παραπάνω, φέρνουμε καί τόνπαπά σάν τόν μάγο τῆς φυλῆς νά μᾶς κάνει καί ἕνα εὐχέλαιο. Μεγάλη πλάνη..Ὁπότε βλέπουμε ὅτι αὐτοί οἱ Χριστιανοί δέν διαφέρουν κατά πολύ ἀπό τούς πιστούςτῶν ἄλλων θρησκειῶν, πού κάνουν καί ἐκεῖνοι τά ἴδια περίπου πράγματα. Γιατί ἔτσικάνουν στίς ἄλλες θρησκεῖες: θά πάει τό σταφύλι στόν Βούδα ὡς θυσία καί λέει‘’ἐγώ εἶμαι ἐντάξει τώρα, ἔκανα τήν προσφορά μου στόν Βούδα, τόν ἐξιλέωσα καίγιά φέτος πιστεύω νά πᾶνε καλά τά πράγματα’’.Δηλαδή βλέπει κανείς ἀπό τά παραπάνω τήν Ὀρθοδοξία νά ἔχει αὐτά τά δύο κοινάσημεῖα μέ ὅλα τά ἄλλα θρησκεύματα: Πρῶτον, τό νά προπαρασκευάζει τούς πιστούςγιά τήν ζωή μετά θάνατον, ὥστε νά πᾶνε στόν Παράδεισο, χωρίς νά ξέρουν τί εἶναι ὁπαράδεισος, ὅπως ὁ καθένας τόν φαντάζεται, καί δεύτερον, τό νά φροντίζει, ὥστε οἱΧριστιανοί νά μήν περνοῦν θλίψεις, στενοχώριες, καταστροφές, ἀρρώστιες,πολέμους κλπ. σ’ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή, δηλαδή ὁ Θεός νά τά τακτοποιεῖ ὅλα κατά τίςἀνάγκες ἤ τίς ἐπιθυμίες τους. Ὄχι αὐτοί νά κάνουν τήν ζωή πού θέλει ὁ Θεός, ἀλλά ὁΘεός νά κάνει αὐτά πού θέλουν. Καταλαβαίνετε τήν διαφορά; Ὄχι νά δίνουμε τήνκόλλα μας στόν Θεό λευκή καί νά λέμε «Θεέ μου γράψε ὅ,τι θέλεις Ἐσύ καί ἐγώὑπογράφω», ἀλλά δίνουμε τήν κόλλα γραμμένη στόν Θεό λέγοντας: «Θεέ μου θέλωαὐτά, αὐτά κι αὐτά καί βάλε καί ὑπογραφή καί μή τυχόν καί δέν βάλεις γιατί δένξαναπατάω στήν Ἐκκλησία». Αὐτό τό τεράστιο λάθος κάνουμε.Ἔτσι γι’ αὐτούς τούς δεύτερους, ἡ θρησκεία παίζει μεγάλο ρόλο σ’ αὐτήν τήν ζωήκαί μάλιστα σ’ αὐτήν τήν καθημερινή τους ζωή. Κατά βάθος ὅμως ἀπ’ ὅλους τούςπαραπάνω Χριστιανούς ποιός ἐνδιαφέρεται ἄν ὑπάρχει ἤ δέν ὑπάρχει Θεός; ΠοιόςΤόν ἀναζητᾶ; Ποιός δηλαδή ἀναζητᾶ μιά προσωπική σχέση μέ τόν Θεό; Λέει κανείς‘’κάνω προσευχή’’. Δηλαδή μιλάω μέ τόν Θεό κι ἄν ρωτήσεις ΄’τί σοῦ λέει ὁ Θεός;’’,θά πάρεις τήν ἀπάντηση ‘’τίποτα’’. Εἶναι ἐπικοινωνία αὐτή μέ τόν Θεό; Ἐπικοινωνίατί σημαίνει; Λέω καί ἀκούω, ὄχι μόνο λέω. Δέν εἶναι μονόλογος, εἶναι διάλογος.Πόσοι ἐνδιαφέρονται νά κάνουν διάλογο μέ τόν Θεό; Νά ἀκούσουν τόν Θεό, ὄχιμόνο νά ποῦνε στόν Θεό.Γι’ αὐτούς δέν τίθεται θέμα ἄν ὑπάρχει Θεός ἤ ὄχι, ἐφ’ ὅσον καλύτερα θά ἦταν νάὑπῆρχε Θεός. Λένε σίγουρα ὑπάρχει μιά ἀνώτερη δύναμη, ἀφοῦ ἔχουμε ἀνάγκες. Καί58

οἱ μασόνοι πιστεύουν στόν Μέγα Ἀρχιτέκτονα τοῦ Σύμπαντος… Αὐτός εἶναι ὁ Θεός;Θά ἦταν καλύτερα λοιπόν νά ὑπῆρχε Θεός, γιά νά μποροῦμε νά τόν ἐπικαλούμεθακαί νά Τοῦ ζητοῦμε νά ἱκανοποιεῖ τίς ἀνάγκες μας, ὥστε νά πηγαίνουν καλά οἱδουλειές μας καί νά ἔχουμε κάποια εὐτυχία σ’ αὐτή τήν ζωή. Ἑπομένως εἶναιἀναγκαῖο νά ὑπάρχει Θεός, γιατί ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκες καί μέ τά ἀνθρώπινα μέσα δένμποροῦμε νά τίς ἱκανοποιήσουμε. Καί θά λέγαμε ὅτι σ’ αὐτό ἔχουν δίκαιο κάποιοιἄθεοι πού μᾶς κατηγοροῦν ὅτι ἔτσι φερόμαστε. Ὄντως στίς ἄλλες θρησκεῖες ἔτσιλειτουργοῦν, ἀλλά ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι κάτι τέτοιο. Δέν εἶναι δική μας ἐφεύρεση ὁΧριστός γιά νά μᾶς ἐξισώνει μέ τίς θρησκεῖες. Ὁ Χριστός μᾶς ἀποκαλύφθηκε, δένἐφευρέθηκε ἀπό μᾶς, οὔτε ἀνακαλύφθηκε ἀπό μᾶς.Ὁπότε βλέπουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει μιά ἰσχυρότατη τάση νά θέλει νά ὑπάρχει Θεός,νά πιστεύει ὅτι ὑπάρχει Θεός, διότι εἶναι μία ἀνάγκη γιά τόν ἄνθρωπο νά ὑπάρχειΘεός, γιά νά ἐξασφαλίζει τά ὅσα εἴπαμε. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι φίλαυτος καίὑποδουλωμένος στά πάθη του καί θέλει νά περνάει καλά, καί ἐφ’ ὅσον εἶναι λοιπόνμία ἀνάγκη γιά τόν ἄνθρωπο τό νά ὑπάρχει Θεός, ἄρα Θεός ὑπάρχει! Χωρίς νά Τόνψάχνουν, χωρίς νά ἀναζητοῦν Τόν Θεό.Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν εἶχε τήν ἀνάγκη ἑνός Θεοῦ καί ἄν μποροῦσε νά ἐξασφαλίσειαὐτάρκεια τῶν πρός τό ζῆν σ’ αὐτήν τήν ζωή μέ κάποιον ἄλλο τρόπο, τότε δέν ξέρεικανείς πόσοι ἄνθρωποι θά πίστευαν στόν Θεό. Αὐτό, γίνεται, ἐν πολλοῖς στήνἙλλάδα. Βλέπετε σήμερα πού ἡ ἐπιστήμη ὑπόσχεται νά καλύψει ὅλες τίς ἀνάγκες,πόσο ἔχει προχωρήσει ἡ ἀθεΐα. Λένε ‘’ἔχω τήν ἰατρική, τήν ψυχολογία, τήνκοινωνιολογία ἱκανοποιῶ ὅλες μου τίς ἀνάγκες’’. Δέν χρειάζεται ὁ Θεός καί ἔτσι οἱἄνθρωποι τῆς Δύσης ζοῦνε ἄθεοι, χωρίς καμία πνευματική ἀναζήτηση.«Παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις» (Ψαλμ. 48,13), ζοῦνε ὅπως τά ζῶα καίχειρότερα, γιατί ἀκριβῶς δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ καί πίστεψαν στόννέο θεό τήν ἐπιστήμη καί τήν τεχνολογία, νομίζοντας ὅτι μποροῦν μ’ αὐτές νά τάἐξασφαλίσουν ὅλα καί ἀρνοῦνται τόν Θεό. Κι ὅταν εἶχαν τόν Θεό, Τόν εἶχαν σάν ἕναμέσο γιά νά ἱκανοποιήσουν κάποιες ἀνάγκες πού δέν μποροῦσαν μέ ἄλλο τρόπο.Τώρα πού ἡ ἐπιστήμη καί ἡ ἰατρική λέει ὅτι θά λύσουν ὅλα τά προβλήματα, λένε‘’δέν χρειάζεται τώρα ὁ Θεός, οὔτε νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία, εἴμαστε ἄθεοι’’. Ἀκόμακαί τά μικρά παιδιά στό σχολεῖο δηλώνουν ὅτι δέν πιστεύουν στόν Θεό καί τόθεωροῦν πολύ μοντέρνο αὐτό καί πολύ σπουδαῖο.Ἔτσι βλέπουμε, πολλοί ἄνθρωποι, ἐνῶ πρίν ἦταν ἀδιάφοροι ὡς πρός τήν θρησκεία,πρός τό τέλος τῆς ζωῆς τους νά θρησκεύουν, μετά ἴσως ἀπό κάποιο γεγονός πού τούςφόβισε. Ἄλλο φαινόμενο αὐτό τώρα. Τά γηρατειά, ὁ θάνατος. Τόν θάνατο δέν τόνξεπέρασε ἀκόμη ἡ ἐπιστήμη, δέν τόν νίκησε. Ἴσως καί νά τούς τρομοκράτησε καμιάἀρρώστια, κανένας καρκίνος. Διότι πλέον δέν μποροῦν νά ζήσουν χωρίς νάἐπικαλοῦνται νά τούς βοηθήσει κάποιος Θεός, ἀπό δεισιδαιμονική δηλαδή πρόληψη,ὄχι γιατί ἀληθινά ἀναζητοῦν τόν Θεό, ἀλλά ἀπό φόβο. Γι’ αὐτούς τούς λόγους ἡφύσις τοῦ ἀνθρώπου βοηθᾶ στό νά θρησκεύει ὁ ἄνθρωπος. Ἐπειδή δηλαδή ὅσοπερνᾶνε τά χρόνια ἡ φύση καταπίπτει, ὁ ἄνθρωπος τείνει νά θρησκεύει.– Ἀλλά πόσο γνήσια εἶναι αὐτή ἡ θρησκευτικότητα;59

Ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, οἱ παπποῦδες καί οἱ γιαγιάδες πού πᾶνε στήν Ἐκκλησίαεἶναι πράγματι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ; Συγχωρέστε με ἀλλά πολύ ἀμφιβάλλω ἀπό αὐτάπού ἀκούω καί ἀπό τίς συμβουλές πού δίνουν στά ἐγγόνια τους. Ἐνῶ ἡ μητέραβοηθάει τό παιδί, ἔρχεται ἡ γιαγιά καί γκρεμίζει αὐτό πού λέει ὁ Πνευματικός στόἐγγόνι. Γνωρίζω πολλές περιπτώσεις πού τά παιδιά θά ντύνονταν σωστά, ἀλλα ἡγιαγιά ὑποστηρίζοντας ὅτι εἶναι πολύ αὐστηρός ὁ Πνευματικός, τά παροτρύνει νάντυθοῦν ἔξαλα καί ἀπρόσεκτα. Κι αὐτή ἡ γιαγιά ὑποτίθεται ὅτι ἐξομολογεῖται καίπάει στήν Ἐκκλησία. Σημαίνει δηλαδή ὅτι οὐσιαστικά δέν ἔχει ἀλλάξει καί δέν ἔχειβρεῖ τόν Θεό, γιατί ἄν εἶχε βρεῖ καί ζήσει τόν Θεό δέν θά τά ἔλεγε αὐτά. Ἁπλῶςθρησκεύει ἀπό μιά φοβία ἐνόψει τοῦ θανάτου.Αὐτό δέν ἰσχύει μόνο γιά τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, ἰσχύει γιά τούς πιστούςὅλων τῶν θρησκειῶν, ὅσο περνάει ἡ ἡλικία δηλαδή νά θρησκεύουν περισσότερο.Παντοῦ ἡ φύσις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἴδια. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος μετά τήν πτώση του,ἐσκοτισμένος ὅπως εἶναι κατά φύσιν, -μᾶλλον, παρά φύσιν- ρέπει πρός τήνδεισιδαιμονία. Τά κάνει ὅλα δεισιδαιμονία. Ἀκόμα καί στήν Ὀρθοδοξίαπαρατηροῦμε πόσοι ἄνθρωποι ἔχουν φυλαχτά, κομποσκοίνια στό χέρι -οὔτε ξέρουνπῶς χρησιμοποιοῦνται- τά βάζουν μόνο στό χέρι, ἀπό μόδα ἤ σάν φυλαχτό,δεισιδαιμονία δηλαδή. Ὅπως κάποιος πού πάει στόν μάγο καί τοῦ δίνει τόματόχαντρο, ἔτσι κι αὐτός λέει στόν παπά ‘’δῶσε μου κάτι νά μέ φυλάει’’. Ἀλλά ἡζωή του δέν ἀλλάζει. Τήν φιλενάδα δέν τήν ἀφήνει, γιά νά τά λέμε ξεκάθαρα, δένμετανοεῖ. Τώρα τό ἐρώτημα πού ἀκολουθεῖ εἶναι:– Ποῦ σταματάει ἡ δεισιδαιμονία καί ποῦ ἀρχίζει ἡ ἀληθινή πίστις;Σ’ αὐτά τά θέματα οἱ Πατέρες ἔχουν σαφεῖς θέσεις καί διδασκαλία. Ἕνας ἄνθρωπος,ὁ ὁποῖος ἀκολουθεῖ ἤ μᾶλλον νομίζει ὅτι ἀκολουθεῖ τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καίἁπλῶς πηγαίνει στήν Ἐκκλησία κάθε Κυριακή, πού κοινωνεῖ κατά τακτάδιαστήματα, πού χρησιμοποιεῖ τούς παπάδες γιά νά τοῦ κάνουν ἁγιασμούς, εὐχέλαιακλπ., χωρίς νά ἐμβαθύνει σ’ αὐτά, παραμένοντας στό γράμμα τοῦ νόμου καί ὄχι στόπνεῦμα τοῦ νόμου, αὐτός ὠφελεῖται ἰδιαίτερα ἀπό τήν Ὀρθοδοξία; Καί βέβαια δένὠφελεῖται γιατί τά βλέπει ὡς μαγικά καί ἔχει κάνει τήν πίστη δεισιδαιμονία, τήνὈρθοδοξία θρησκεία.Μετά ἕνας ἄλλος, ὁ ὁποῖος προσεύχεται ἀποκλειστικά γιά τήν μέλλουσα ζωή γιά τόνἑαυτό του καί γιά τούς ἄλλους καί ἀδιαφορεῖ τελείως γι’ αὐτήν τήν ζωή, αὐτός πάλιὠφελεῖται ἰδιαίτερα ἀπό τήν Ὀρθοδοξία; Ὄχι, γιατί δέν ἔχει κάποιο ἀντίκτυπο στήνζωή του. Νομίζει ὅτι ἐπειδή εἶναι ὀρθόδοξος μετά θάνατον θά πάει στόν Παράδεισο.Ἡ μία τάσις ἐκπροσωπεῖται ἀπό τόν παπά τῆς ἐνορίας καί ὅσους μαζεύονται γύρωτου μέ τό παραπάνω πνεῦμα, δηλαδή φωνάζει τόν παπά νά κάνει εὐχέλαιο καίἁγιασμό καί νομίζει ὅτι ἔτσι εἶναι καλός χριστιανός. Βέβαια δέν εἶναι κακό νά κάνεικάποιος εὐχέλαιο ἤ ἁγιασμό, νά μή γίνει παρανόηση, ἀλλά ὅταν τά χρησιμοποιεῖς ὡςἁγιαστικά μέσα μαζί μέ τήν ὅλη θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι ὡς μαγικά,χωρίς δηλαδή νά ἀλλάζει οὐσιαστικά ἡ ζωή σου, χωρίς νά μετανοεῖς. Τότε δένὠφελεῖσαι, μᾶλλον βλάπτεσαι, γιατί χρησιμοποιεῖς καί τά πράγματα τοῦ Θεοῦ ὡς ἕνα60

μαγικό ἐξάρτημα, ὡς ἕνα σύστημα μαγείας πού θά σέ σώσει χωρίς νά κάνεις κανένανκόπο.Καί ἡ ἄλλη ἐκπροσωπεῖται ἀπό ἕναν Γέροντα σέ μοναστήρι, συνήθως κάποιονἀρχιμανδρίτη, πού βρίσκεται σέ σύνταξη καί περιμένει νά πεθάνει, μέ μερικούςμοναχούς γύρω του, χωρίς καί αὐτοί δηλαδή νά κάνουν θεραπευτική ἐργασία στόνἑαυτό τους. Καί βέβαια ἄν κάνεις στόν ἑαυτό σου, θά κάνεις καί στούς γύρω σου καίθά ἔχει ἀντίκτυπο σ’ ὅλη τήν οἰκουμένη.Ἕνας ἀσκητής, ἕνας ἐρημίτης, ἕνας μοναχός δέν εἶναι ἀντικοινωνικός, ὅπωςλανθασμένα ἔχει ἐπικρατήσει, ὅτι κλείνεται στό μοναστήρι ἀντί νά πάει νά βοηθήσειστήν κοινωνία, γιατί ἕνας μοναχός βοηθάει καί στηρίζει ὅλη τήν οἰκουμένη -ὅτανεἶναι ἀληθινός μοναχός- μέ τήν ἀγάπη καί τήν δακρύβρεχτη προσευχή του καί ὅτανχρειαστεῖ πάει καί σωματικά καί βοηθάει. Ὅπως ὁ Μέγας Ἀντώνιος ὅτανχρειάστηκε, παρόλο πού ἦταν πολύ μεγάλης ἡλικίας, κατέβηκε στήν Ἀλεξάνδρειαγιά νά στηρίξει τούς χριστιανούς πού ἀγωνιζόντουσαν τότε ἐναντίον τῆς αἵρεσης τοῦἈρείου. Ἀλλά ἔχουμε τήν μαρτυρία τῶν Ἁγίων πού λένε ὅτι εἶναι στύλοι τῆςΟἰκουμένης οἱ ἅγιοι πού ζοῦν μέσα στήν ἡσυχία καί τήν ἄσκηση. Καθόλουἀντικοινωνικοί δέν εἶναι γιατί ἡ ἀληθινή κοινωνία καί κοινωνικότητα εἶναι ἡκοινωνία μέ τόν Θεό καί διά τοῦ Θεοῦ μετά κοινωνεῖς μέ τούς πάντες καί βοηθᾶς νάσωθοῦν οἱ πάντες μέ τήν προσευχή σου. Ὅταν ὅμως βλέπεις τήν Ὀρθοδοξία, τόνΜοναχισμό καί τήν Ἐκκλησία σάν ἕνα σύστημα πού θά σοῦ ἐξασφαλίσει μιά καλήκατάσταση μετά θάνατον, χωρίς νά ἐργάζεσαι σωστά πνευματικά μέσα σου,σφάλλεις.Ἐφ’ ὅσον οἱ δύο αὐτές τάσεις δέν εἶναι ἐπικεντρωμένες γύρω ἀπό τήν κάθαρση καίτόν φωτισμό, ἀπό πατερικῆς ἀπόψεως, εἶναι λανθασμένες ὡς πρός ἐκεῖνο πούἐπιδιώκουν, γιατί δέν ἐργάζονται οὔτε οἱ μέν, οὔτε οἱ δέ στόν ἑαυτό τους καίδυστυχῶς σήμερα στίς ἐνορίες ἔχουμε μία ἐκκοσμίκευση καί δέν διδάσκεται κἄναὐτή ἡ πνευματική ἐργασία. Πῶς θά κάνουν κάθαρση ἀπό τά πάθη τους οἱ ἐνορίτεςκαί πῶς θά φτάσουν στόν φωτισμό καί ἄν θέλει ὁ Θεός στή θέωση; Οὔτε κἄνἀκούγονται αὐτές οἱ λέξεις μέσα στήν Ἐκκλησία, οὔτε τή λέξη μετάνοια δέν ἀκοῦμεστά σύγχρονα κηρύγματα. Σπάνιο πράγμα νά τήν ἀκούσεις. Καί τί ἀκοῦμε; Γιάχορούς παραδοσιακούς, λαϊκά γλέντια, συσσίτια, φιλανθρωπία… Δέν λέμε ὅτι δένεἶναι καλά αὐτά, ἀλλά δέν εἶναι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας αὐτό. Καί ἀπό τήν ἄλληεὐχέλαια καί ἁγιασμούς καί εἴμαστε καλοί χριστιανοί. Οἱ παπάδες ἐπίσης δένπρολαβαίνουν γιατί πρέπει νά τρέχουν ἀπό εὐχέλαιο σέ ἁγιασμό καί ἀπό ἁγιασμό σέγάμο κ.λ.π. Τό μυστήριο τοῦ γάμου ἔχει κι αὐτό πλήρως ἐκκοσμικευτεῖ καί γίνεταιἐμπαιγμός τοῦ Θεοῦ τελικά καί καμία θεραπευτική. Αὐτό βέβαια μπορεῖ νά συμβεῖκαί σέ ἕνα μοναστήρι, ἄν οἱ μοναχοί δέν ἐργάζονται ἐσωτερικά τήν κάθαρση καί τόνφωτισμό καί κάνουν ἄλλα πράγματα, ἐργόχειρα ἤ καί ἐργοστάσιο ὁλόκληρο καίἐπιχείρηση μπορεῖ νά φτιάξουν ἤ ἁπλῶς νά περιμένουν νά πεθάνουν. Ἑπομένως κιαὐτές οἱ καταστάσεις ἀποτελοῦν ἐκτροπή ἀφοῦ δέν γίνεται ἐργασία.Ὅσο ὅμως εἶναι ἐπικεντρωμένες γύρω ἀπό τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό καίἐφαρμόζουν τήν Ὀρθόδοξη Πατερική ἀσκητική ἀγωγή γιά τήν ἀπόκτηση τῆς νοερᾶς61

προσευχῆς, τότε μόνον τά πράγματα τίθενται πάνω σέ ὀρθή βάση. Γιατί κυρίως ἡκάθαρση, ὅπως μᾶς εἶπαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, γίνεται μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή,δηλαδή μέ τήν συνεχή κατεύθυνση τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, μέ τόν συνεχήπροσανατολισμό τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό. Τότε καθαρίζεται ὁ νοῦς. Ὁνοῦς ἔχει λογισμούς. Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι εἴμαστε φορτωμένοι μέ ἕνα σωρόσκέψεις, λογισμούς καί θέλουμε νά ἀπαλλαγοῦμε. Πῶς θά ἀπαλλαγοῦμε; Θάπάρουμε ἕνα σκουπόξυλο καί θά κυνηγᾶμε τούς κακούς λογισμούς; Ὄχι. Γιά νάξεκολλήσει ὁ νοῦς ἀπό αὐτούς, θά πρέπει νά κολλήσει στόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡμέθοδος. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος «μήν ἀσχολεῖστε μέ τό κακό». Μ’ αὐτήτήν ἔννοια τό ἔλεγε. Ὄχι νά μήν κάνετε τίποτα. Νά μήν κυνηγᾶτε τό κακό, ἀλλά νάἀγαπήσετε τόν Χριστό, πού σημαίνει νά προσεύχεστε, νά κολλήσει ὁ νοῦς στόν Θεό,ὁπότε αὐτόματα μετά ξεκολλάει ἀπό αὐτά τά σάπια, τά βρώμικα, τά ἀνήθικα κ.λ.π.– Ποῦ ὅμως διδάσκεται αὐτή ἡ μέθοδος τῆς νοερᾶς προσευχῆς;Στίς ἐνορίες σπάνια νά βρεθεῖ κάποιος παπάς πού νά ἐνδιαφέρεται, νά ξέρει ἀπόαὐτά. Συνήθως δέν ἔχουν ἰδέα. Γι’ αὐτό ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι σήμερα θέλουνκατήχηση πρῶτα οἱ παπάδες, μᾶλλον καί οἱ Ἐπίσκοποι, ὥστε νά βροῦμε τόν σωστόπροσανατολισμό μας, τήν ραχοκοκαλιά τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, τό βίωμα τῆςκάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ. Αὐτό μετά πρέπει νά διδαχθεῖ στόν λαό κι ἔτσι θάθεραπευτεῖ ὁ λαός μας πού παραπέει καί καταλήγει σιγά-σιγά στήν εἰδωλολατρεία.Ἡ Ἑλλάδα σταδιακά γίνεται εἰδωλολατρική, παντοῦ τό βλέπουμε αὐτό.Ἔτσι λοιπόν πρέπει νά μποῦν τά πράγματα στήν ὀρθή βάση καί τότε μπαίνουν στήνὀρθή βάση, ὅταν βάλουμε ὡς ἄξονα τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα ὄχι τήν μαγεία καί τήδεισιδαιμονία, ἀλλά τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό. Δέν ἔχουν αὐτές οἱ τάσεις κοινόνἄξονα. Ὁ κοινός ἄξονας πού διακρατεῖ τήν Ὀρθοδοξία καί διατηρεῖ τήν συνοχή της,ὁ ἕνας καί μοναδικός της ἄξονας ἐπάνω σέ ὅλα τά θέματα πού τήν ἀπασχολοῦν καί ὁὁποῖος τοποθετεῖ τά πράγματα πάνω σέ ὀρθή βάση, ὅταν λαμβάνεται ὑπ’ ὄψιν, εἶναιὁ ἄξονας: Κάθαρσις – φωτισμός – θέωσις, ὅπως τονίζει πολύ συχνά ὁ π. Ἰωάννης.Οἱ ἅγιοι Πατέρες δέν ἐνδιαφέρονται γιά τό τί θά συμβεῖ στόν ἄνθρωπο μετά θάνατονἀποκλειστικά, ἀλλά ἐκεῖνο κυρίως πού τούς ἐνδιαφέρει εἶναι τό τί θά γίνει ὁἄνθρωπος σ’ αὐτήν τήν ζωή. Γιατί τό κλειδί γιά τήν μετά θάνατον ζωή εἶναι ἐδῶ, σ’αὐτή τή ζωή. Μετά θάνατον δέν ὑπάρχει θεραπεία τοῦ νοός, -οὔτε μετεμψύχωσηὑπάρχει -οἱ ἀνοησίες πού λένε- οὔτε αὐτοβελτίωση, οὔτε κύκλοι διαδοχικοί πούβελτιώνεται ὁ ἄνθρωπος. Μία φορά γεννιέται ὁ ἄνθρωπος καί συνεπῶς μία φοράπεθαίνει. Ἄρα ὅλα ἐξαρτῶνται πῶς θά ζήσει σ’ αὐτή τή ζωή ἐδῶ πρίν πεθάνει. «Ἐντῷ Ἅδῃ οὔκ ἔστι μετάνοια», αὐτό εἶναι δόγμα, δέν ἀλλάζει. Δέν μπορεῖς ν’ ἀλλάξειςμετά θάνατον. Οὔτε ἐξαφανίζεσαι μετά θάνατον, ἄλλη ἀπάτη αὐτή τοῦ διαβόλου.Νομίζουν ὅτι ἄν πεθάνουν θά ἡσυχάσουν ἤ αὐτοί πού θά αὐτοκτονήσουν θάἡσυχάσουν. Δέν θά ἡσυχάσουν καθόλου. Ἁπλῶς δέν θά ἔχουν τό σῶμα τους καί θάεἶναι χειρότερα, γιατί τώρα μέ τό σῶμα ἔχεις καί μιά ψευτοπαρηγοριά ἀπό τίςσωματικές ἀπολαβές. Ἐκεῖ δέν θά ἔχεις οὔτε αὐτό. Θά εἶσαι σκέτος, μέ τούςλογισμούς σου, μέ τίς ἐπιθυμίες σου, μέ τά πάθη σου, τά ὁποῖα δέν θά μπορεῖς νάἐκπληρώσεις καί αὐτό θά εἶναι χειρότερη κόλαση. Καί ἀλλοίμονο σ’ αὐτούς πού62

αὐτοκτονοῦν, ἀλλοίμονο! Αὐτοί θά ἔχουν τήν πιό μεγάλη ταλαιπωρία.Γι’ αὐτό ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία δέν εἶναι ὑπερκοσμική, νά μιλάει γιά τά ὑπερκόσμιακαί τό ὑπερπέραν. Οὔτε μελλοντολογική, γιά τό μέλλον, οὔτε ἐσχατολογική, γιά τάἔσχατα, ἀλλ’ εἶναι καθαρά ἐνδοκοσμική, γιά ἐδῶ καί τώρα. Τώρα πρέπει νάμετανοήσεις, νά καθαρθεῖς, νά φωτιστεῖς καί νά θεωθεῖς. Διότι τό ἐνδιαφέρον τῆςὈρθοδοξίας εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο σ’ αὐτόν τόν κόσμο, σ’ αὐτήν τήν ζωή, ὄχι μετάθάνατον. Τό μετά θάνατον θά ἔρθει στή συνέχεια ἐντελῶς φυσιολογικά καί θά εἶναικαλό, ὅταν στήν παροῦσα ζωή ἔχεις ἐργαστεῖ.– Ἡ κάθαρσις καί ὁ φωτισμός γιά ποιόν λόγο χρειάζονται;Κι αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό. Γιατί νά κάνουμε κάθαρση καί φωτισμό; Ἐπειδήἁπλῶς τό λέμε ἤ μήπως γιά νά πᾶμε στόν Παράδεισο καί νά ἀποφύγουμε τήνκόλαση; Γι’ αὐτό χρειάζονται; Εἰς τί συνίσταται ἡ κάθαρσις καί ὁ φωτισμός καί γιάποιόν λόγο ἐπιδιώκονται ἀπό τούς Ὀρθοδόξους; Γιά νά βρεῖ κανείς τόν λόγο καί νάδώσει ἀπάντηση στήν ἐρώτηση αὐτή, πρέπει νά κατέχει τό βασικό κλειδί, τό ὁποῖοεἶναι τοῦτο: Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἐπάνω στήν γῆ, ὅλοι, Ὀρθόδοξοι, Βουδιστές, ἄθεοι,μασόνοι, εἰδωλολάτρες, ὅλοι ἔχουν τό ἴδιο τέλος ἀπό Ὀρθόδοξη θεολογική ἄποψη.Εἴτε εἶναι κανείς Ὀρθόδοξος, εἴτε εἶναι Βουδιστής, εἴτε Ἰνδουϊστής, εἴτεἀγνωστικιστής, εἴτε ἄθεος, ὁ,τιδήποτε κι ἄν εἶναι, δηλαδή κάθε ἄνθρωπος ἐπάνωστήν γῆ, εἶναι προωρισμένος νά δεῖ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, θέλουνδέν θέλουν, θά δοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τόν Θεό, τό ἄκτιστο Φῶς, αὐτή εἶναιἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Τό φῶς πού εἶχε γύρω του ὁ Χριστός στήν Μεταμόρφωση εἶναι ἡδόξα τοῦ Θεοῦ. Στή Μεταμόρφωση τό εἶδαν μόνο οἱ Ἀπόστολοι, τότε θά τό δοῦνὅλοι, ὄχι μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι, ὅλοι. Ὅλοι βέβαια κατά τό κοινό τέλος τῆςἀνθρωπότητος κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, θά δοῦν τήν δόξα τοῦΘεοῦ. Θά ἔρθει ἐν δόξη μέ ὅλους τούς ἀγγέλους καί τούς ἁγίους, ὄχι ὅπως τήν πρώτηφορά ἀψοφητί, δηλαδή ἀθόρυβα. Ἀλλά μέ μία πολύ σημαντική διαφορά: Οἱ μένσεσωσμένοι –καί βέβαια βαπτισμένοι καί καθαρμένοι-φωτισμένοι- θά δοῦν τήν δόξατοῦ Θεοῦ ὡς Φῶς, γλυκύτατον καί ἀνέσπερον, οἱ δέ κολασμένοι, θά δοῦν τήν ἴδιαδόξα τοῦ Θεοῦ ὡς πῦρ καταναλίσκον, σάν φωτιά πού θά τούς καίει. Ἔτσι θά τό δοῦνοἱ ἄνθρωποι οἱ ἀφώτιστοι, οἱ μή σεσωσμένοι, οἱ μή μετανοημένοι. Αὐτή ἡ φωτιά θάτούς καίει. Αὐτό εἶναι ἡ κόλαση.Αὐτό, τό ὅτι ὅλοι θά δοῦμε τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνα ἀληθινό καί ἀναμενόμενογεγονός. Τό λέει ὁ Θεός στήν Ἁγία Γραφή καί ὁ Θεός εἶναι ἀψευδής: «ὅλοι οἱἄνθρωποι θά Μέ δοῦνε καί πᾶν γόνυ κάμψῃ» (Φιλιπ. 2,10). Δέν θά μπορεῖ τότεκανείς νά κάνει τόν ‘ἔξυπνο’ μπροστά στόν Χριστό, ὅλοι θέλουν δέν θέλουν, οἱπάντες καί οἱ δαίμονες θά γονατίσουν, ἀλλά δέν θά δοῦνε ὅλοι τόν Θεό καί τήν δόξαΤου μέ τόν ἴδιο τρόπο. Τό νά δεῖ κανείς τόν Θεό, δηλαδή τήν δόξα Του, τό Φῶς Του,αὐτό εἶναι κάτι πού θά γίνει εἴτε τό θέλουμε εἴτε ὄχι. Ἡ βίωσις ὅμως αὐτοῦ τοῦΦωτός θά εἶναι διαφορετική στούς μέν ἀπό τούς δέ. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δηλαδή ἀγαπάειτόν Θεό, ἔχει μετανοήσει, ἔχει φωτιστεῖ σ’ αὐτή τή ζωή, ὄχι μετά θάνατον, αὐτός θάδεῖ τότε τόν Θεό ὡς Φῶς γλυκύτατο καί ἀνέσπερο -πού δέν δύει ποτέ- καί θά63

χαίρεται. Οἱ ἄλλοι θά δοῦνε τόν Θεό ὡς πῦρ.Ὁπότε τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν παπάδων δέν εἶναι νά μᾶς βοηθήσουν νάδοῦμε αὐτήν τήν δόξα, διότι αὐτό θά γίνει ὁπωσδήποτε. Τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίαςἐστιάζεται στό πῶς θά δεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος τόν Θεόν. Ὄχι στό ἄν θά δεῖ τόν Θεόν,γιατί αὐτό θά γίνει σίγουρα. Δηλαδή τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά κηρύττει στούςἀνθρώπους ὅτι ὑπάρχει Θεός ἀληθινός, ὅτι ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται, εἴτε ὡς Φῶς, εἴτεὡς πῦρ καταναλίσκον, ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦΧριστοῦ θά δοῦμε τόν Θεόν, καί νά προετοιμάζει τά μέλη της, ὥστε νά δοῦν τόνΘεόν ὄχι σάν φωτιά, ἀλλά σάν Φῶς. Αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καί αὐτόπρέπει νά ἀρχίσει ἀπό ἐδῶ. Γι’ αὐτό λένε οἱ ἅγιοι, ἄν δέν δεῖς τόν Θεό ἀπό δῶ ὡςΦῶς, μήν περιμένεις νά Τόν δεῖς στήν ἄλλη ζωή. Δέν ὑπάρχει περίπτωση. Δέν εἶναιτυχαῖο γεγονός. Πρέπει νά ἐπιδιώξεις, νά κάνεις ὅ,τι λέει ἡ Ἐκκλησία γιά νά δεῖς τόνΘεό ὡς Φῶς ἀπό αὐτή τή ζωή.Μία μερική ἐμπειρία αὐτοῦ τοῦ φωτός τήν ἔχουν οἱ ἄνθρωποι μετά θάνατον, πρίν τήΔευτέρα Παρουσία, ὅπου ὅλες οἱ ψυχές προγεύονται τό τί θά ζήσουν μετά τήΔευτέρα Παρουσία. Ὅταν φεύγει δηλαδή ἕνας ἄνθρωπος ἀπ’ αὐτή τή ζωή, περνάεισέ μία κατάσταση, ὅπου προγεύεται τί θά ζήσει μετά τή Δευτέρα Παρουσία. Ἄν εἶναιἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, προγεύεται τό φῶς τοῦ Θεοῦ καί ἔχει μία πρώτη ἐμπειρία αὐτῆςτῆς χαρᾶς καί τῆς μετοχῆς στό ἀνέσπερο φῶς. Ὅποιος εἶναι ἀμετανόητος, προγεύεταιτήν κόλαση ἀμέσως μετά τόν θάνατό του. Μερικοί μάλιστα ἀρχίζουν καί βλέπουνπρίν πεθάνουν, πού πέφτει τό πέπλο, τούς δαίμονες πού ἔρχονται νά τούςβασανίσουν. Γι’ αὐτό καί ἔχουμε τρομακτικούς θανάτους, πού δέν βγαίνει ἡ ψυχήτους καί ἀρχίζουν καί φωνάζουν καί οὐρλιάζουν καί βλέπουν πράγματα καί ἀκοῦνεφωνές κ.λ.π. Βλέπει ἡ ψυχή αὐτό πού τήν περιμένει, γι’ αὐτό φωνάζει, γιατί εἶναιἀτακτοποίητη. Ἔχουμε τέτοιους φοβερούς θανάτους, ὅπως λέγανε γιά τούς ἄθεους,π.χ. τοῦ Στάλιν, πού εἶχε σφάξει τόσα ἑκατομμύρια καί περιγράφει ἡ κόρη του πούἦταν χριστιανή τόν φοβερό του θάνατο καί πῶς ἔβλεπε τούς δαίμονες. Δέν μᾶς λέειπαραμύθια ἡ Ἐκκλησία γιά τούς δαίμονες. Οὔτε γιά τόν Θεό φυσικά. Ὅλοι θά δοῦμετόν Θεό, ἀλλά τό θέμα εἶναι νά τό πιστέψουμε καί νά προετοιμαστοῦμε νά Τόνδοῦμε ὡς Φῶς καί ὄχι ὡς φωτιά.Αὐτή ἡ προετοιμασία τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί ὅλων τῶν ἀνθρώπων,πού θέλουν νά δοῦν τόν Θεόν ὠς Φῶς, εἶναι στήν οὐσία της μία θεραπευτική ἀγωγή.Εἶναι ἰατρική δηλαδή καί εἶναι ἡ μοναδική ἰατρική πού μᾶς ἐξασφαλίζει αὐτή τήνθέα καί ὑπάρχει μόνο στήν Ὀρθοδοξία. Πουθενά ἀλλοῦ δέν ὑπάρχει αὐτή ἡθεραπευτική μέθοδος καί διαδικασία, ἡ ὁποία πρέπει νά ἀρχίσει καί νά τελειώσει σ’αὐτήν τή ζωή. Πρέπει σ’ αὐτήν τή ζωή νά γίνει ἡ θεραπεία καί νά περατωθεῖ. Διότιμετά θάνατον οὐκ ἔστι μετάνοια. Γι’ αὐτό πολύ ἀδικοῦν τούς ἑαυτούς τους ἐκεῖνοι οἱἄνθρωποι πού ἐξομολογοῦνται τά μισά καί ἀφήνουν ἀνεξομολόγητες ἁμαρτίες καίτίς παίρνουν μαζί τους. Αὐτό θά τούς κοστίσει τήν κόλαση γιατί ἔμειναν οὐσιαστικάἀμετανόητοι.Αὐτή ἡ θεραπευτική ἀγωγή εἶναι ἡ οὐσία καί τό κύριο περιεχόμενο τῆς ὈρθοδόξουΠαραδόσεως ὡς καί ἡ κύρια μέριμνα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Αὐτό θά ἔπρεπε νά64

εἶναι, γιατί σήμερα ὑπάρχει ἐκκοσμίκευση, νά τραβήξουμε τόν κόσμο, νά κάνουμεκομπιούτερ, ζωγραφική, χορούς, χορωδίες… Αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας;Συνίσταται δέ καί ἀποτελεῖται –αὐτή ἡ μέθοδος- ἀπό τά ἀκόλουθα τρία στάδιαπνευματικῆς ἀναβάσεως: Τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη καί τίς κακές συνήθειες πούἐπειδή γίνονται πολλές φορές καταλήγουν σέ πάθος. Γιά παράδειγμα, ἄν θυμώσειςμιά φορά δέν ἔχεις καί τό πάθος τοῦ θυμοῦ, ἀλλά ἄν τό κάνεις δύο, τρεῖς, πέντε,δέκα, τότε ἀποκτᾶς τό πάθος τοῦ θυμοῦ. Καί αὐτό τό πρῶτο στάδιο τό κάνει κανείςμέ τήν πίστη, ἀλλά βέβαια καί μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά πᾶς στόνΠνευματικό νά ἐξομολογηθεῖς, νά κλάψεις, νά προσευχηθεῖς καί νά κάνεις ὑπακοήσέ αὐτά πού θά πεῖ. Τό δεύτερο στάδιο εἶναι ὁ φωτισμός πού ἔρχεται ἐπίσης ἀπό τήνχάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί λέγεται φωτιστική αὐτή ἡ χάρη, καί τό τρίτο στάδιοεἶναι ἡ θέωση, πού γίνεται πάλι ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί λέγεται θεωτική χάρις.Συμβαίνει δέ καί τοῦτο: Ἄν δέν φθάσει κανείς τουλάχιστον σέ κατάσταση μερικοῦφωτισμοῦ, σ’ αὐτήν τήν ζωή, δέν μπορεῖ νά δεῖ τόν Θεόν σάν Φῶς οὔτε σ’ αὐτήν τήνζωή, ἀλλά οὔτε καί στήν ἄλλη ζωή.Τό ἐλάχιστο δηλαδή εἶναι νά κάνεις τήν κάθαρση καί νά φτάσεις σέ ἕναντουλάχιστον μερικό φωτισμό γιά νά μπορέσεις νά σωθεῖς. Γι’ αὐτό λέει ὁ ἍγιοςΣυμεών ὁ νέος Θεολόγος: «Τοσοῦτον τῆς Ἐκείνου θέας ἐκπέσομεν», τόσο θάἐκπέσουμε ἀπό τήν θέα τοῦ Θεοῦ, δέν θά δοῦμε τόν Θεό, «κατά τήν ἀναλογίαν τῆςἑκάστου ἡμῶν ἀπ’ ἐντεῦθεν ἀμβλυωπίας» ἀνάλογα μέ τήν βλάβη πού ἔχουμε στάμάτια μας, τά πνευματικά μάτια σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή, «καθ’ ὅσον τοῦ φωτός αὐτοῦἑκουσίως ἑαυτούς ὑστερήσαμεν ἐν τῆ παρούση ζωή», καθ’ ὅσον στερήσαμε τόνἑαυτό μας μέ τή θέλησή μας στήν παροῦσα ζωή ἀπό αὐτό τό Φῶς. Τόσο λοιπόν θάξεπέσει κανείς ἀπό τήν θέα τοῦ Θεοῦ, θά δεῖ δηλαδή τόν Θεό ὡς φωτιά καί ὄχι ὡςΦῶς, ὅσο περισσότερο στέρησε τόν ἑαυτό του σ’ αὐτή τήν ζωή ἀπό τό Φῶς τοῦ Θεοῦλόγω τεμπελιᾶς καί ραθυμίας, γιατί δέν ἤθελε νά βιάσει τόν ἑαυτό σου νάπροσευχηθεῖ, νά μετανοήσει, νά ἀλλάξει ζωή καί νά πολεμήσει τά πάθη του. Διότι τάπάθη μποροῦμε νά τά κόψουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀρκεῖ νά θελήσουμε καί νάἐργαστοῦμε πνευματικά καί τότε μᾶς βοηθάει ὁ Θεός νά τά κόψουμε. Τό φῶςὑπάρχει καί ἡ μέθοδος ὑπάρχει καί ἄν θέλουμε τά βρίσκουμε. Ὁ διαμοιραστήςὑπάρχει, ἡ Ἐκκλησία. Θεραπευτές ὑπάρχουν μέσα στήν Ἐκκλησία, ἀλλά χρειάζεταινά κουραστεῖς καί νά ψάξεις.Ἔτσι εἶναι φανερό ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐνδιαφέρονται γιά τόν ἄνθρωποὅπως εἶναι σήμερα, αὐτήν τήν στιγμή. Καί ἐκεῖνος, πού χρειάζεται θεραπεία, εἶναι ὁκάθε ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἔχει καί τήν εὐθύνη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ νά ἀρχίσει αὐτό τόἔργο σήμερα, σ’ αὐτήν τήν ζωή, διότι σ’ αὐτήν τήν ζωή μπορεῖ. Ὄχι μετά θάνατον,μετά θάνατον δέν θά μπορέσει νά κάνει τίποτα. Καί αὐτός ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος εἶναιἐκεῖνος, πού θά ἀποφασίσει γιά τό ἄν θά ἀκολουθήσει αὐτόν τόν δρόμο τῆςθεραπείας ἤ ὄχι. Ἡ σωτηρία δηλαδή εἶναι στά χέρια μας. Δέν εἶναι κάτι τυχαῖο. ὉΘεός θέλει ὅλους νά μᾶς σώσει, ἀλλά ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς ἄν θά θελήσουμε νάμποῦμε σ’ αὐτή τή διαδικασία τῆς θεραπείας.Ὁ Χριστός εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός» (Ἰω. 14,6). Ἡ ὁδός πρός τί; Πρός τά ποῦ πάει ὁ65

δρόμος τοῦ Χριστοῦ; Ὄχι μόνον πρός τήν ἄλλη ζωή. Ὁ Χριστός εἶναι πρῶτα ἡ ὁδόςσ’ αὐτήν τήν ζωή. Ὁ Χριστός εἶναι δηλαδή ὁ τρόπος. Αὐτό σημαίνει ὁδός, ὁ τρόπος.Ὅπως ἔζησα Ἐγώ, πρέπει νά ζήσετε κι ἐσεῖς. Ὅ,τι ἔκανε ὁ Χριστός στή γῆ, γιά μᾶςτά ἔκανε, γιά νά μᾶς δώσει πρότυπο καί τρόπο ζωῆς. Δέν πᾶνε ὅλες οἱ θρησκεῖεςστόν Θεό, ὅπως ὑποστηρίζουν οἱ Οἰκουμενιστές, διεθνιστές καί ἄλλοι πού τό παίζουνκαί μεγάλοι καί κουλτουριάρηδες καί πνευματικοί ἄνθρωποι καί λένε ‘’ἐγώ πάω καίστό τζαμί καί προσεύχομαι καί στήν ἐκκλησία καί στούς δωδεκαθεϊστές, ἐγώ εἶμαιἀνοιχτόμυαλος ἄνθρωπος, διευρυμένος καί τούς δέχομαι ὅλους’’. Ἔτσι λένε καί οἱμασόνοι ‘’ἐμεῖς εἴμαστε καλοί ἄνθρωποι, τούς δεχόμαστε ὅλους’’ καί νομίζουν ὅτιαὐτό εἶναι σπουδαῖο. Ἀλλά δέν πᾶνε ὅλοι οἱ δρόμοι στόν Χριστό, στόν Θεό γιατί ὁΧριστός εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός». Ἄν ἀρνεῖσαι τήν ὁδό, δέν πᾶς στόν Πατέρα. Ἡὁδός γιά τόν Πατέρα εἶναι ὁ Χριστός.Οἱ Μουσουλμάνοι δέχονται τόν Χριστό ὡς Θεό; Ὄχι, Τόν βλασφημοῦν, Τόνἀρνοῦνται. Οἱ Ἰουδαῖοι δέχονται τόν Χριστό; Ὄχι, Τόν σταύρωσαν. Πῶς λοιπόν λένεπώς ἔχουμε τόν ἴδιο Θεό μέ τούς Μουσουλμάνους καί μέ τούς Ἰουδαίους; Δένἔχουμε τόν ἴδιο Θεό. Οὔτε ὁ δρόμος τους μᾶς πάει στόν Θεό-Πατέρα. Γιατί λένε οἱμονοθεϊστικές θρησκεῖες ἔχουμε ὅλοι τόν ἴδιο Πατέρα. Ψέμα εἶναι αὐτό. Καί ὁΧριστός εἶπε σαφῶς στούς Ἰουδαίους ποιόν ἔχουν πατέρα: τόν διάβολο, «ὑμεῖς ἐκτοῦ πατρός τοῦ διαβόλου ἐστέ» (Ἰω. 8,44). Μή λέτε ὅτι ἔχετε πατέρα τόν Ἀβραάμ ἤτόν Θεό, γιατί δέν θέλετε Ἐμένα. Ἀπό τή στιγμή πού ἀρνεῖστε Ἐμένα, ἀρνεῖστε καίτόν Πατέρα μου.Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ὁδός πρός τόν Πατέρα Του καί Πατέρα μας. Ὁ Χριστόςἀποκαλύπτεται στόν ἄνθρωπο πρῶτα σ’ αὐτήν τήν ζωή καί τοῦ δείχνει τόν δρόμοπρός τόν Πατέρα. Αὐτός ὁ δρόμος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν δεῖτόν Χριστόν σ’ αὐτήν τήν ζωή τουλάχιστον μέ τήν νοερά αἴσθηση, δέν θά δεῖ τόνΠατέρα, δηλαδή τό Φῶς τοῦ Θεοῦ οὔτε στήν ἄλλη ζωή, δηλαδή ἄν δέν ἀποκτήσειτόν καρπό τοῦ Πνεύματος πού λέει ὀ Ἀπόστολος Παῦλος «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη,μακροθυμία…» (Γαλ. 5,22). Λένε ‘’εἶμαι χριστιανός’’ καί εἶναι γεμάτοι ἄγχος. Ποῦεἶναι ἡ εἰρήνη; Γιατί δέν ἔχεις φανερό τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Τίχριστιανός εἶσαι; Πρέπει νά ἀναρωτηθεῖς. Γιατί ἔχεις ἄγχος; Δέν ἔχεις κακή διάθεση,ἀλλά κάτι δέν κάνεις σωστά, κάπου ἔχεις μπλοκάρει. Δηλαδή κι ἄν δέν φτάσεις στήθέωση, πού εἶναι ἡ κορύφωση, τό τελευταῖο σκαλοπάτι, τουλάχιστον νά αἰσθανθεῖςαὐτόν τόν καρπό, νά ἠρεμήσει ἡ ψυχή σου, νά ἀναπαυτεῖς, νά φανεῖ σέ σένα καίστούς ἄλλους ἡ ἀλλαγή. Νά χαίρεσαι. Πῶς θά εἶναι κανείς χαρούμενος; Ἄν τό ἔχουνὡς σύνθημα, ὅπως οἱ Πρόσκοποι «νά εἶσαι χαρούμενος, νά εἶσαι αἰσιόδοξος»;Μήπως τό λές καί φεύγει ἡ κατάθλιψη; Δέν φεύγει ἔτσι. Γιά νά εἶσαι χαρούμενοςπρέπει νά ἔχεις ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι στοιχεῖο τοῦ καρποῦ ἡ χαρά. Ἄρα δένσωζόμαστε μαγικά ἤ τυχαῖα. Θά πρέπει νά τό ζοῦμε ἀπό αὐτή τή ζωή.Ἔτσι λοιπόν μέ τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ θά ἀναστηθοῦν ὅλοι οἱἄνθρωποι, δέν θά ἐξαφανιστοῦν. Ἀλλά θά εἶναι τυφλοί καί θά βλέπουν τόν Θεό ὠςπῦρ, ὡς φωτιά. Δέν θά ἀπολαμβάνουν τό ἄρρητο Φῶς τοῦ Θεοῦ, τήν ἄρρητηγλυκύτητα τοῦ φωτός τοῦ Θεοῦ. Θά παραμείνουν ὡς πρόσωπα ὀντολογικά, ἀλλά δέν66

θά ἔχουν μέθεξη Θεοῦ, μετοχή στόν Θεό. Οἱ δίκαιοι θά ἔχουν μέθεξη καί κοινωνίαμέ τόν Θεό. Ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, οἱ ἁμαρτωλοί θά ζήσουν τό‘’ἀεί φεῦ εἶναι’’, φεῦ = ἀλλοίμονο, τό πάντοτε νά ἔχουν μία ὕπαρξη ἀλλοίμονο,ἄθλια καί φοβερή, ἐνῶ οἱ δίκαιοι τό ‘‘ἀεί εὖ εἶναι’’, τό πάντοτε νά εἶναι καλά, τήνἀληθινή καλοσύνη καί μακαριότητα.Αὐτά τά πράγματα εἶναι πολύ χρήσιμα καί πρέπει νά τά γνωρίζουμε καί νά τά λέμεκαί στούς ἄλλους, γιατί νά σᾶς πῶ καί τόν προσωπικό μου λογισμό καί τήν ἀγωνίαμου, βλέπω ὅτι ἔτσι ὅπως ἐξελίσσονται τά πράγματα σέ λίγα χρόνια δέν θά εἴμαστεὈρθόδοξοι. Πόσα νέα παιδιά εἶναι τώρα στήν Ἐκκλησία; Πόσα πιστεύουν στόνΧριστό; Ἐλαχιστότατα. Ποιοί θά συνεχίσουν αὐτή τήν Ὀρθόδοξη παράδοση; Μετάἀπό τριάντα-σαράντα χρόνια, φυσικῶ τῷ τρόπω, θά φύγουμε. Ἄν λοιπόν δένζήσουμε ἐμεῖς σωστά, ὥστε νά μεταλαμπαδεύσουμε αὐτή τήν παράδοση στούςἑπόμενους, θά πάψει νά ὑπάρχει ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλληνική Ἐκκλησία. Στόν κόσμο θάὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία. Σίγουρα κάπου θά ὑπάρχει, γιατί ὁ Χριστός μας τό εἶπε: «πύλαιᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18). Άλλά Ὀρθόδοξη Ἑλληνική Ἐκκλησίαδέν ξέρω ἄν θά ὑπάρχει μέ τή ζωή πού κάνουμε.Ἄς ἀγωνιστοῦμε λοιπόν καί γιά μᾶς καί γιά τούς ἄλλους, γιατί εἶναι μέγιστηἀπανθρωπιά καί γιά τούς ἄλλους, νά ἔχεις τό Φῶς καί οὔτε ἐσύ νά τό ζεῖς, οὔτε νάδείχνεις τόν δρόμο στούς ἄλλους. Ἄν προσπαθήσει μάλιστα κάποιος νά ζήσει αὐτόντόν δρόμο, τόν ἐμποδίζουν κιόλας. Αὐτό εἶναι τό τραγικό. Ὅπως εἶπε ὁ Χριστός γιάτούς γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι ἦταν θρησκευόμενοι καί εἶχαν κάνειτήν παράδοση πού ὑπῆρχε -ἀπό τά χρόνια τοῦ Ἀδάμ ἀκόμα- τήν εἶχαν κάνειθρησκεία. Γι’ αὐτό ἄκουσαν τά «οὐαί» ἀπό τόν Χριστό. Ἦταν οἱ θρησκευόμενοι τῆςἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ. Καί ποιοί σταύρωσαν τόν Χριστό; Αὐτοί Τόν σταύρωσαν! ΔένΤόν σταύρωσαν οἱ ἄθεοι, οὔτε οἱ εἰδωλολάτρες, ἀλλά οἱ θρησκευόμενοι ἄνθρωποιτῆς ἐποχῆς ἐκείνης, πού εἶχαν κάνει τήν θεραπευτική παράδοση τῶν Προφητῶνθρησκεία, μαγεία, καί ἐξυπηρετοῦσαν τά συμφέροντά τους. Κατέσθιαν λέει τά σπίτιακαί τίς περιουσίες τῶν χηρῶν καί τῶν ὀρφανῶν καί αὐτούς πού θέλανε νά μποῦν στήΒασιλεία δέν τούς ἀφήνανε. «Ἐσεῖς δέν εἰσέρχεστε, οὔτε ἐκείνους πού θέλουν νάεἰσέλθουν τούς ἀφήνετε νά εἰσέλθουν» (Ματθ. 23,14). Καί τόν Χριστό Τόνσκότωσαν γιατί ἀκριβῶς τούς χαλοῦσε αὐτό τό σύστημα τῆς θρησκείας πού εἶχανφτιάξει καί μαζεύανε χρήματα γιατί λάτρευαν τόν μαμωνᾶ καί ἤθελαν καί τήν δόξατῶν ἀνθρώπων. Δυστυχῶς αὐτό ὑπάρχει καί σήμερα, ἀκόμα καί μέσα στήνἘκκλησία, γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι καί παπάδες καί Δεσποτάδες.Καταδυναστεύουν τόν λαό. Οὔτε τόν λαό ἀφήνουν νά θεραπευτεῖ, οὔτε κι αὐτοίθεραπεύονται. Ὁ Θεός τούς εἶναι ὁ μαμωνᾶς.ΕΡΩΤΗΣΕΙΣἘρ.: Αυτή ἡ πορεία κάθαρση – φωτισμός – θέωση κατά πόσο εἶναι μονόδρομος;Δηλαδή ἅπαξ καί κάποιος μπεῖ σ’ αὐτόν τόν δρόμο καί μπορεῖ νά φτάσει σ’ ἕνασημεῖο φωτισμοῦ ἤ καί πιό πάνω, πόσο εὔκολο εἶναι μετά νά ἔχει πισωγύρισμα;Ἀπ.: Πόσο εὔκολα ὁ Πέτρος ἀρνήθηκε τόν Χριστό; Ὁ Πέτρος δέν εἶχε φτάσει μόνο67

στόν φωτισμό. Εἶχε φτάσει ἀκόμα πιό ψηλά, στή θέωση. Πότε ἔγινε ἡ θέωσή του;Λίγο πρίν τήν Σταύρωση. Οἱ Πατέρες λένε περίπου 40 μέρες πρίν τόν Σταυρό. Γι’αὐτό γιορτάζουμε τό Θαβώρ σαράντα μέρες πρίν τήν ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ,πού γιά μᾶς εἶναι Μεγάλη Παρασκευή καί νηστεύουμε.Δέν εἶναι λοιπόν δύσκολο. Ἄν δέν προσέξει ὁ ἄνθρωπος καί στήν κορυφή τῆςθέωσης μπορεῖ νά φτάσει καί μετά νά τά χάσει ὅλα. Ὑπάρχει ὅμως μιά διαφορά μέτόν ἀπόστολο Πέτρο. Ἦταν ἀβάφτιστος. Τό ἔπαθε πρίν τήν Πεντηκοστή. Ἐμεῖς τόπαθαίνουμε μετά τήν Πεντηκοστή. Αὐτό εἶναι τό τραγικό. Γιατί στήν Πεντηκοστήπαίρνουμε τήν πλήρη φώτιση. Θέωση παίρνουμε στήν Πεντηκοστή. Πῶς ὅμως τήνκρατᾶμε; Πόσοι τήν κρατᾶνε τήν θέωση; Οὐσιαστικά κανένας. Μέ τήν κακή ἀγωγήπού παίρνουμε ἀπό τούς γονεῖς, χάνουμε πολύ γρήγορα τά χαρίσματα τοῦ ἉγίουΠνεύματος πού παίρνουμε, τά ἀπενεργοποιοῦμε. Καί χρειάζεται πάλι κάθαρση, πάλιδάκρυα, πάλι ἐξομολόγηση καί μετάνοια. Τά κάνουμε αὐτά καί πάλι πέφτουμε. ὉἈπόστολος Πέτρος μετά τήν Πεντηκοστή δέν ἔπεσε, οὔτε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος,οὔτε οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι. Ὅ,τι ἔκαναν ἦταν πρίν τήν Πεντηκοστή. Ἐμεῖς ὅμωςεἴμαστε ἐντελῶς ἀδικαιολόγητοι γιατί τά κάνουμε μετά τήν προσωπική μαςΠεντηκοστή.Ὁπότε ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι δέν μᾶς ἐξασφαλίζει τίποτα, ὅσο εἴμαστε σ’ αὐτή τήζωή. Θά πρέπει νά ἀγωνιζόμαστε καί νά ἔχουμε, ὅπως λένε οἱ Πατέρες, ἐγρήγορση,νήψη μέχρι νά φτάσουμε στό τέλος. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος: «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος,οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. 24,13), νά κάνουμε ὑπομονή μέχρι τέλους. Βεβαίως ὅσοκανείς προχωράει καί καθαρίζεται καί φωτίζεται, στερεώνεται κιόλας. Δέν εἶναι τόἴδιο μέ κάποιον πού χρόνια ἔχει δουλέψει στά πάθη καί προσπαθεῖ τώρα νάὀρθοποδήσει. Αὐτός θά ἔχει πολύ μεγαλύτερη δυσκολία, ἀπό ἕναν πού ξεκινάει ἀπόπαιδάκι, πηγαίνει στό Κατηχητικό κ.λ.π. Ἴσως ἔχει καί κάποιες πτώσεις, ὅμως ἔχειπολύ καλό ὑλικό μέσα του καί πολύ εὔκολα ξαναφτιάχνει τό ‘σπίτι’ του, ἐνῶ ὁ ἄλλοςεἶναι ρημαδιό. Βέβαια ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ὅλους μᾶς βοηθάει καί λέει ὁ Θεός δένχαίρεται τόσο γιά 99 δικαίους, ὅσο γιά ἕναν ἁμαρτωλό πού μετανοεῖ. Καί ὅλοι οἱἄγγελοι πανηγυρίζουν στή μετάνοια τοῦ ἁμαρτωλοῦ καί πολύ τόν βοηθοῦν. Κανέναςὡστόσο δέν μᾶς ἐξασφαλίζει.Ὁπωσδήποτε ὅμως ἕνας πού ἔχει γευθεῖ τή φώτιση καί τή θέωση -νά τό ποῦμε λαϊκά-δέν εἶναι χαζός νά γυρίσει πίσω. Ὅταν γευτεῖς τήν τούρτα μετά γιατί νά γυρίσεις στάβελανίδια; Θά πρέπει νά εἶσαι πολύ ἀνόητος. Βέβαια ὁ διάβολος καί ἐμεῖς μέ τήνραθυμία μας μπορεῖ νά τό κάνουμε κι αὐτό, ἐξ αἰτίας τῆς λήθης. Λησμονιά δηλαδή,ξεχνᾶ κανείς τόν Θεό, ξεχνᾶ τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Σάν νά μήν ἔχει ζήσει τίποτατόσα χρόνια ἀπό τή χάρη καί φτάνει νά κάνει τά ἴδια καί νά γυρίζει πίσω ὅπως ὁσκύλος στόν ἐμετό του. Ὁ Θεός νά φυλάει. Ἀλλά ὁπωσδήποτε πρέπει νάἐργαζόμαστε καί ὅσο ἐργαζόμαστε, τόσο χτίζουμε σιγά-σιγά τό σπίτι μας στόνοὐρανό, λιθαράκι λιθαράκι. Κάθε στιγμή κρινόμαστε καί ἐργαζόμαστε εἴτε γιά τόνμελλοντικό μας Παράδεισο, εἴτε γιά τήν κόλασή μας, τά ὁποῖα ἤδη ἀπό ἐδῶπρογευόμαστε.Ἄν μέσα του κανείς βιώνει κόλαση, πρέπει νά ψαχτεῖ. Γιατί συμβαίνει αὐτό; Θά πεῖ68

‘’φταίει ἡ κρίση…’’. Ποιά κρίση; Ὁ Χριστός δέν εἶπε πώς δέν θά ὑπάρχουν κύματα,ἀλλά κανείς ὅταν βλέπει στόν Χριστό, θά περπατάει πάνω στά κύματα, ὅπως ὁἈπόστολος Πέτρος. Δέν θά ἔχει πρόβλημα, ὅσο δύσκολες κι ἄν εἶναι οἱ ἐξωτερικέςσυνθῆκες. Δέν δικαιολογεῖται νά χάνει ὁ χριστιανός τήν εἰρήνη του ἐπειδή ὑπάρχουνἀντίξοες συνθῆκες καί πειρασμοί. Ἀκόμα καί ἐσωτερικοί πειρασμοί νά ὑπάρχουν-πού ὑπάρχουν γιατί ὁ διάβολος δέν ἡσυχάζει- πάλι δέν πρέπει νά χάνει τήν εἰρήνητου. Ποτέ δέν πρέπει νά χάνουμε τήν εἰρήνη μας. Ὅταν λοιπόν ἐργαζόμαστε ἔτσισυστηματικά, προχωρᾶμε μέ μία σχετική, θά λέγαμε, ἀσφάλεια καί σταθερότητα.Ἐρ.: Κάποιος πού ἔχει φύγει ἀπό τή ζωή καί δέν ξέρουμε σέ τί κατάσταση βρίσκεται,εἴτε ἀγωνιζόταν, εἴτε ὄχι, πῶς μποροῦμε νά τόν βοηθήσουμε; Μέ ἐλεημοσύνες;Ἀπ.: Αὐτά πού λέει ἡ Ἐκκλησία θά κάνουμε. Θά κάνουμε τά διατεταγμέναμνημόσυνα, θά κάνουμε σαρανταλείτουργο, θά κάνουμε ἐλεημοσύνες καί προσευχήμέ τό κομποσκοίνι ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἀνάπαυσον τόν δοῦλο σου’.Ἐρ.: Μέ αὐτά μπορεῖ νά βρεῖ ἀνάπαυση ἡ ψυχή;Ἀπ.: Βέβαια. Σίγουρα. Μεγάλη ἀνάπαυση βρίσκει. Γι’ αὐτό τά κάνουμε. Ἀκόμα κιἄν προγεύεται τήν κόλαση, παίρνει μιά ἀναψυχή καί ἔχουμε πολλές τέτοιεςμαρτυρίες. Κυρίως ὅταν δίνουμε τά ὀνόματα τῶν κεκοιμημένων νά μνημονευτοῦνστή Θεία Λειτουργία, παίρνουν πολύ μεγάλη ἀναψυχή.Ἐρ.: Πάτερ, ὅσον ἀφορᾶ αὐτό τό ζήτημα μέ τούς κεκοιμημένους, σέ προσφιλές μουπρόσωπο πού κάναμε μνημόσυνα καί τόν μνημονεύαμε, εἶδα σέ ὄνειρο πολύἐφιαλτικές καταστάσεις καί ἀπό τότε ἀποφεύγω νά τόν μνημονεύω. Τί συμβαίνει μ’αὐτή τήν κατάσταση; Δέν εἶναι δεκτικό τό πρόσωπο;Ἀπ.: Συμβαίνει ὅτι… δέν πρέπει νά προσέχουμε τά ὄνειρα. Τά ὄνειρα κατά βάσηεἶναι δαιμονικά ἤ ἀπό τή φύση μας. Ἀπό σκέψεις, λογισμούς τῆς ἡμέρας, φόβους,ἀγωνίες πού ἔχουμε καί βγαίνουν τό βράδυ στά ὄνειρα. Εἶναι εἴτε ἀπό τή φύση μας,εἴτε ἀπό τούς δαίμονες. Σπάνια εἶναι ἀπό τόν Θεό. Δέν εἴμαστε ἐμεῖς ἄξιοι νά ἔχουμετέτοιες ἀποκαλύψεις.Ἐρ.: Αὐτοί πού καίγονται, χάνονται;Ἀπ.: Αὐτοί πού καίγονται κάνουν μεγάλη ἁμαρτία καί φυσικά δέν κηδεύονται διότιἀπαξιώνουν τό σῶμα, τό ὁποῖο εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν κάψει κανείςμία Ἐκκλησία, ἐλπίζει νά πάει στόν Παράδεισο; Πολύ περισσότερο σφάλλει, ὅτανκαίει τήν ἐκκλησία πού λέγεται σῶμα. Αὐτό λέει ἡ Ἐκκλησία, ὅτι δέν ἐπιτρέπεται νάκαῖς τόν ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εἶναι τό σῶμα σου. Μέ ποιό δικαίωμαἀπαξιώνεις αὐτό τό δῶρο τοῦ Θεοῦ; Καί σίγουρα αὐτός πού ζητάει αὐτό τό πράγμα,δέν εἶναι φωτισμένος καί θεραπευμένος. Ὑπάρχει περίπτωση νά ζεῖ κανείς ὅ,τιεἴπαμε προηγουμένως καί νά θέλει νά καεῖ; Ἀποκλείεται. Ἀφοῦ τό σῶμα σου εἶναι ὁσυνεργάτης σου, εἶναι ὁ φίλος σου, μέ αὐτό πάλεψες ἐναντίον τῶν δαιμόνων,ἐναντίον τῶν παθῶν, θά τό κάψεις; Αὐτό πού σέ βοήθησε στή μετάνοια; Μ’ αὐτόἔκανες μετάνοιες, ἔκανες γονυκλισίες, ἔκανες νηστεῖες, βοήθησε τήν ψυχή σου νάἐκφράσει τή μετάνοιά της. Δηλαδή μετά ἀπό αὐτά θά τό κάψεις; Δέν εἶναι ἐχθρός τό69

σῶμα μας, εἶναι συνεργάτης μας στή μετάνοια. Γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες λένε «δένεἴμαστε σωματοκτόνοι, εἴμαστε παθοκτόνοι». Δέν πρέπει νά καταστρέψουμε τόσῶμα, οὔτε μέ τήν ἄσκηση γιά χάρη τοῦ Θεοῦ.Αὐτό εἶναι πλατωνική ἀντίληψη, ὅτι τό σῶμα εἶναι σῆμα, δηλαδή τάφος τῆς ψυχῆς ἤφυλακή τῆς ψυχῆς. Ἔλεγε δηλαδή ὁ Πλάτωνας ὅτι πρέπει νά καταστρέψουμε τόσῶμα γιά νά σωθεῖ ἡ ψυχή. Δέν εἶναι σωστά αὐτά. Αὐτά εἶναι εἰδωλολατρικά καί ἄντά πιστεύουν κάποιοι, πολύ ἀπλά εἶναι εἰδωλολάτρες καί γι’ αὐτό ἐπιθυμοῦν τήνκαύση. Ἕνας ὀρθόδοξος ποτέ δέν θά ζητήσει νά καεῖ.Ρωτᾶτε ἄν ἔχει ἐλπίδα αὐτός πού ζητάει νά καεῖ. Ἄν δέν ἔχει κάνει ὅλα αὐτά πούεἴπαμε, τί ἐλπίδα νά ἔχει; Ἀφοῦ τό λέει σαφῶς ἡ Ἐκκλησία «ἐν τῷ ᾽Ἄδη οὐκ ἔστιμετάνοια», δέν μπορεῖς νά μετανοήσεις. Ἕνας πού δέν μετανοεῖ, δέν ἔχει κάθαρση,δέν ἔχει πάει δηλαδή οὔτε στό πρῶτο θεραπευτικό σκαλοπάτι, δέν μπῆκε κἄν στόνοσοκομεῖο δηλαδη, πῶς μπορεῖ νά σωθεῖ; Βλέπετε δέν ξέρουμε καί τί εἶναι σωτηρία.Νομίζουμε ὅτι εἶναι κάτι τυχαῖο, κάτι μαγικό, ‘’νά βροῦμε κι ἐμεῖς μιά ἀκρούλα στόνΠαράδεισο’’. Τί θά πεῖ ‘ἀκρούλα’; Εἴτε στήν ἀκρούλα εἶσαι, εἴτε στή μέση, σώθηκες.Τό θέμα εἶναι νά μπεῖς. Καί γιά νά μπεῖς πρέπει κατ’ ἀρχήν νά μετανοήσεις καί νάπροχωρήσεις στήν κάθαρση καί τουλάχιστον στόν μερικό φωτισμό, ἄν ὄχι στόνπλήρη φωτισμό καί στή θέωση.Ἐρ.: Πάτερ νομίζω ὅτι σήμερα οἱ ἀγωνιζόμενοι νιώθουν μιά ἱκανοποίηση. ‘’Ἁρκετάἀκούσαμε, μάθαμε κάτι, ἀπολαύσαμε ἐκεῖνο…’’, κάποιες δωρεές καί ἴσως κάποιεςμεγαλύτερες εὐλογίες. Πῶς μποροῦμε νά ἀπεγκλωβιστοῦμε ἀπ’ αὐτό;Ἀπ.: Ἔχουμε μία αὐτάρκεια. Φοβερό πράγμα αὐτό. Πρέπει νά προσπαθοῦμε κάθεστιγμή νά μετανοοῦμε. Νά τό πάρουμε στά σοβαρά. Ὅταν σταματήσει κανείς νάἀγωνίζεται, φτάσει σ’ ἕνα σημεῖο καί πεῖ ‘’καλά εἶμαι, φτάνει ὠς ἐδῶ’’, δένπρόκειται νά μείνει ἐκεῖ, ἀλλά θά πάει πίσω. Ὅταν μᾶς λέει ὁ Κύριος -μία ἀπό τίςἐντολές- «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄Θεσ. 5,17), λέγοντας μάλιστα καίὁλόκληρη παραβολή γιά αὐτό τό θέμα, τοῦ ἄδικου κριτοῦ καί τῆς χήρας, ποιός τόκάνει αὐτό; Ἄν δέν τό κάνεις αὐτό, δέν σώζεσαι. Ὁπότε δέν δικαιολογεῖταιαὐτάρκεια. Γιά νά ἔχω αὐτάρκεια σημαίνει δέν ξέρω τίς ἐντολές ἤ δέν τίς τηρῶ.Ποιός μπορεῖ νά πεῖ ὅτι κρατάει τόν νοῦ του συνέχεια στόν Θεό ἀδιάλειπτα; Καίμόνο ἀπό αὐτό εἶσαι φταίχτης. Παίρνοντας μία μόνο ἐντολή. Ἄρα πῶς μπορεῖς νάἔχεις αὐτάρκεια; Ἀφοῦ παραβαίνεις σίγουρα μία ἐντολή. Καί ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβοςεἶπε: «ὅστις πταίσῃ ἐν ἑνί, γέγονε πάντων ἔνοχος» (Ἰακ. 2,10), δηλαδή εἶσαιπαραβάτης ὄλων. Ἄρα δέν μπορῶ νά σταματήσω. Ἄν σταματήσω, εἶμαι παραβάτης.Ὁπότε ἡ αὐτάρκεια πρέπει νά φύγει γιατί εἶναι ὀλέθρια. Ἀλλοίμονο ἄν πεῖ κανείς σέσχέση μέ τούς ἄλλους εἶμαι πολύ καλά. Ὁ Χριστός δέν εἶπε νά συγκρινόμαστε μέτούς ἄλλους, ἀλλά μέ τίς ἐντολές. Νά παίρνουμε ὡς καθρέφτη τόν νόμο τοῦ Θεοῦ,ὄχι τί κάνουν οἱ ἄλλοι. Ἐπειδή οἱ ἄλλοι ἔχουν γίνει χειρότεροι ἀπό τά Σόδομα και ταΓόμορρα, ἐμεῖς θά σωθοῦμε γιατί εἴμαστε λίγο καλύτεροι; Ὄχι βέβαια. Θά σωθοῦμεἄν μποῦμε στή διαδικασία τῆς κάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ, πού σημαίνει συνεχήςπροσπάθεια γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ἀλλά μᾶς κοιμίζει ὁ διάβολος μέ αὐτό τό70

τέχνασμα, ὅτι ἀφοῦ ἔχει πέσει τόσο χαμηλά ὁ μέσος ὅρος, εἴμαστε μιά χαρά. Γιατίἄλλαξε ὁ Χριστός τίς ἐντολές Του ἐπειδή ἔπεσε ὁ μέσος ὅρος; Ὄχι.Ἐρ.: Δέν θέλω νά πέσω σέ ἱεροκατηγορία, μιλάω γενικά. Νομίζω ὅτι μεταξύ ἱερέωνκαί μεταξύ μας ἀκόμα πρέπει νά ὑπάρχει μιά διάκριση, ἕνα κριτήριο. Ποιόν πρέπεινά ἀκολουθήσουμε;Ἀπ.: Αὐτό βέβαια εἶναι ὁλόκληρο θέμα πῶς βρίσκουμε τόν σωστό Πνευματικό. Ἐνσυντομία τά κριτήρια σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο εἶναι κατ’ἀρχήν ἡ ζωή πού κάνει. Φυσικά χρειάζεται πολύ προσευχή γιά νά μᾶς δείξει ὁ Θεόςτόν κατάλληλο Πνευματικό, ἀλλά μετά θά ἔχεις καί τά κριτήρια αὐτά. Ὄχι ἁπλῶςἐπειδή φοράει ράσο, ἀλλά πῶς ζεῖ ὁ ἴδιος καί μάλιστα λέει ὁ ἅγιος Συμεών ἄν ζεῖἀσκητικά, ἄν μιμεῖται τήν ζωή τῶν Ἀποστόλων. Μετά θά δεῖς καί τί λέει. Ἄν αὐτάπού λέει εἶναι ὀρθόδοξα καί ὄχι αἱρετικά. Ἄν εἶναι «ἡ ἅπαξ παραδοθεῖσα Πίστις»(Ἰούδα 1,3). Θά δεῖς ἐπίσης ἄν ἔχει θεραπευμένα παιδιά. Πῶς εἶναι οἰ ἐνορίτες του,τά πνευματικοπαίδια του; Εἶναι θεραπευμένοι; Ἤ εἶναι γεμάτοι ἄγχος καίψυχολογικά; Γιατί ἔχουμε καί τέτοιους ‘Πνευματικούς’ πού στέλνουν σέ ψυχολόγουςκαί ψυχιάτρους. Τότε γιατί νά πᾶμε στόν Πνευματικό, γιά νά μᾶς στείλει σέψυχολόγο; Δέν μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νά θεραπεύσει τήν ψυχή καί χρειάζεταιψυχολόγο; Ἀκατανόητο! Κι ὅμως ὑπάρχουν τέτοιοι πού πολύ «ἀναπαύουν». Τέτοιαἀνάπαυση νά λείπει. Εἶναι ἀνθρώπινη ἀνάπαυση αὐτή, ὄχι θεραπευτική παρέμβασηκαί θεραπεία ψυχῆς. Ἐκεῖ ἀνάπαυση στά πάθη ὑπάρχει γιατί ‘ἀναπαύουν’ καί τούςἐμπαθεῖς. ‘’Κάνε παιδί μου καί μιά προσευχή στό τζαμί, δέν πειράζει, πήγαινε καίστόν Χριστό’’ ἤ ‘’τί πειράζει νά πᾶς καί στόν πολιτικό γάμο;’’. Ὁ Χριστός δέν τάθέλει αὐτά γιατί ἐν ὀνόματι μιᾶς ψεύτικης ἀγάπης καί φιλανθρωπίας, τά ἐξισώνουμεὅλα. Ἕνα ἄλλο βασικό κριτήριο ἐπίσης εἶναι νά δεῖς καί ἐσύ ἄν θεραπεύεσαι στόνΠνευματικό πού ἐπέλεξες. Ἄν πᾶς σέ ἕναν καλό γιατρό καί πάρεις τά φάρμακα πούθά σοῦ δώσει, θά ἀρχίσει νά πέφτει ὁ πυρετός, θά ἀρχίσεις νά νιώθεις καλύτερα. Ὄχιἀνθρωπίνως, νά σοῦ ἀπενεχοποιήσει τήν συνείδησή σου, ἀλλά νά θεραπευτεῖςπραγματικά καί νά ἀρχίσεις νά βλέπεις τό φῶς τοῦ Θεοῦ, νά βλέπεις δηλαδή νοεράτόν Χριστό.Καί αὐτά πού εἴπαμε πρίν γιά τίς χορωδίες καί τά κομπιούτερ, δέν τά ἀπορρίπτουμεὅταν γίνονται κατά Θεόν, ὄχι κοσμικά, ἀλλά μέ σωστό τρόπο. Ἀλλά εἶναι μόνοεἰσαγωγικά, δέν πρέπει νά μείνουμε σ’ αὐτά. Ἕνας πού εἶναι τελείως ἄσχετος καίἀκούσει ὅτι ἔχει χορωδία, μπορεῖ νά πάει στήν Ἐκκλησία γιά τήν χορωδία. Ἐντάξει,ἄς πάει. Ἀλλά μετά πρέπει νά τοῦ μιλήσουμε, νά τοῦ ποῦμε ὅτι ὑπάρχει καί κάτικαλύτερο, κάτι ἀνώτερο, νά μπεῖ στήν θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας.Ἐρ.: Ἤθελα νά ρωτήσω, πῶς μποροῦμε νά κρατήσουμε τήν εἰρήνη στήν καρδιά μαςὅταν συμβαίνουν τραγικά πράγματα στή ζωή μας. Γιά παράδειγμα, ὅταν χάνουμε τόνσύζυγό μας ἤ ὅταν μᾶς χωρίζει, ὅταν χάνουμε τήν ἐργασία μας ἤ ὅταν πεθαίνει τόπαιδί μας, πῶς μποροῦμε τότε νά μείνουμε ἀτάραχοι;Ἀπ.: Τό εἴπαμε αὐτό. «Ὁ καρπός τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη» (Γαλ.5,22). Τό ἄκουσες; Εἰρήνη. Ἔρχεται ἀπ’ ἔξω ἡ εἰρήνη; Ἀπό τά ἐξωτερικά γεγονότα71

ἐξαρτᾶται ἡ εἰρήνη; Ἀπό τί ἐξαρτᾶται; Ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι στοιχεῖο τοῦκαρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄρα, ὁ κόσμος νά χαλάει γύρω σου, ἄν ἐσύ ἔχεις τόἍγιο Πνεῦμα στήν καρδιά σου, θά χάσεις τήν εἰρήνη σου; Δέν τήν χάνεις. Πότε θάτή χάσεις; Ὅταν ἀρχίσεις νά βλέπεις γύρω σου καί ὄχι στόν Χριστό. Ὅπως τήν ἔπαθεὁ Ἀπόστολος Πέτρος. Δέν εἶχε φουρτούνα; Μεγάλη φουρτούνα εἶχε. Καί λέει«Χριστέ μου νά περπατήσω καί γώ πάνω στά κύματα», «Ἔλα» τοῦ λέει ὁ Κύριος.Ὅσο ἔβλεπε στόν Χριστό, περπατοῦσε πάνω στά κύματα. Ὅταν ἔχασε τήν ὅραση τοῦΧριστοῦ καί εἶδε τά κύματα, πῆρε δηλαδή τό βλέμμα του ἀπό τόν Χριστό, τότε ἔχασετήν εἰρήνη του, ταράχτηκε, δείλιασε ἀπό τόν δυνατό ἀέρα καί τά κύματα καίβούλιαξε! Γι’ αὐτό βουλιάζουμε!Ὅταν ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου δέν σέ πειράζει γιατί ξέρεις ὅτι καί ὁ θάνατοςτοῦ συζύγου καί ἡ ἀπώλεια τῆς ἐργασίας ἀπό τόν Χριστό ἦρθαν. Ὁ Χριστός εἶναιΠατέρας καί εἶναι Πανάγαθος, μπορεῖ νά μοῦ δώσει κάτι λάθος ἤ κάτι κακό; Δένὑπάρχει περίπτωση. Κάτι καλό μοῦ δίνει, κάτι ἀπελευθερωτικό. Κι ἄν τό δεῖς ἔτσι, θάδεῖς μετά τί ὁρίζοντες σοῦ ἀνοίγονται! Ὡραιότατα πράγματα! Καί ὄχι μόνο δένπαθαίνεις κατάθλιψη καί δέν καταλήγεις σέ ψυχολόγο καί σέ ψυχίατρο, ἀλλάἀνοίγεσαι σέ περιοχές ὑπέροχες. Καί θαυμάζεις πῶς μέσα ἀπό μία ἀπώλεια, βρίσκειςτόσο ὡραῖα πράγματα.. Σέ ἀπελευθερώνει, σοῦ κόβει δεσμά. Ἄν δοκιμάσει κανείς,θά καταλάβει.Ἐρ.: Ἡ θέωση, ἄν κατάλαβα καλά, εἶναι νά μετέχεις στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἡκάθαρση τί εἶναι; Καί ὁ φωτισμός τί διαφορά ἔχει ἀπό τήν θέωση;Ἀπ.: Εἴπαμε, κάθαρση ἀπό τά πάθη, ἀπό τίς ἁμαρτίες. Οὐσιαστικά εἶναι μετάνοια. Ὁφωτισμός εἶναι, ἄς ποῦμε, μιά πρώτη θέωση, μιά πρώτη δόση φωτός. Ὅταν ὁἄνθρωπος καθαριστεῖ, δημιουργεῖται χῶρος μέσα του κι αὐτόν τόν χῶρο ἔρχεται καίτόν καλύπτει ὁ Θεός. Ὅσο ὑπάρχουν τά πάθη, δέν ὑπάρχει χῶρος γιά τόν Θεό. Π.χ.ἕνας πού ζηλεύει, τόν τρώει τό σκουλήκι ἀπό μέσα, δέν ἔχει χῶρο γιά νά μπεῖ ὁ Θεός.Ἐκεῖ πού πάει νά κάνει ἕνα βῆμα, τόν φρενάρει, δέν μπορεῖ νά πάρει τό Φῶς. Πρέπεινά φύγει ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος, ἡ κακία, ἡ μνησικακία γιά νά δημιουργηθεῖ χῶρος νάἔρθει τό Φῶς. Καί τότε ἀμέσως ἔρχεται τό Φῶς, γιατί ὁ Θεός ποθεῖ νά ἔρθει μέσαμας, ἀλλά τόν ἐμποδίζουμε ἐμεῖς μέ τίς ἐπιθυμίες μας καί τά πάθη μας.72

1.Ποιοί εἶναι οἱ Θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας 2.Περί νοερᾶς προσευχῆς (Πατερική Θεολογία – 6ο Μέρος)Συνεχίζοντας μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ τήν μελέτη μας στήν Πατερική Θεολογία τοῦ π.Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδη, θά ποῦμε σήμερα ποιοί εἶναι οἱ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας.Ὑπάρχουν οἱ θεολογικές σχολές καί αὐτοί πού ἀποφοιτοῦν ἀπό αὐτές καί παίρνουνπτυχία θεολογίας, λέγονται θεολόγοι. Ἀλλά πραγματικοί Θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίαςεἶναι μόνο ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἔχουν φθάσει στήν θεωρία. Καί τί θά πεῖ θεωρία; Θά πεῖφώτιση καί θέωση, δηλαδή θεοπτία. Ἀληθινοί θεολόγοι λοιπόν εἶναι οἱ θεόπτες,αὐτοί πού ἔχουν δεῖ τόν Θεό, ὁπότε μποροῦν νά ἔχουν καί λόγο γιά τόν Θεό. Αὐτόςλέγεται θεολόγος που εἶδε τόν Θεό καί μπορεῖ νά μιλήσει γι’ Αὐτόν.Ἀκριβῶς γιά αὐτόν τόν λόγο ἡ Ἐκκλησία μας τόν τίτλο τοῦ Θεολόγου, τόν ἔχει δώσειἐπίσημα μόνο σέ τρεῖς: στόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Θεολόγο, στόν Ἅγιο Γρηγόριο τόνΘεολόγο καί στόν Ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο. Βεβαίως δέν σημαίνει ὅτι ἦταν οἱμοναδικοί πού ἔφθασαν στήν θεωρία καί στήν θεοπτία. Ὑπάρχουν πολλοί Ἅγιοι οἱὁποῖοι ἔφθασαν στό ὕψος αὐτό, ἀλλά αὐτοί κατεξοχήν ἔφθασαν στήν θεοπτία,μίλησαν γιά τόν Θεό καί φέρνουν τόν τίτλο τοῦ Θεολόγου.Ὅταν λέμε ὅτι ἔφθασε κάποιος σέ θεωρία, δέν πρέπει νά σκεφτόμαστε αὐτό πούκάνουμε στό σχολεῖο διαχωρίζοντας τήν θεωρία καί τήν πράξη ἤ τίς θεωρητικέςἐπιστῆμες, θεωρητικά μαθήματα, θεωρητική κατεύθυνση καί πρακτική κατεύθυνση.Δέν εἶναι αὐτό. Ἀλλά εἶναι ἡ θεωρία τοῦ Θεοῦ. Στήν ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας, ἡθεωρία ἕπεται, ἀκολουθεῖ τήν πράξη, δέν προηγεῖται. Ἐνῶ συνήθως στίς φυσικέςἐπιστῆμες, οἱ ἐπιστήμονες πρῶτα φτιάχνουν μιά θεωρία καί μετά προσπαθοῦν νά τήνἀποδείξουν μέ πειράματα, νά δοῦν ἄν ἰσχύει.Στήν Θεολογία ἡ πρᾶξις εἶναι ἐπίβασις θεωρίας. Πρῶτα κάνουμε τήν πράξη, κάνουμεαὐτά πού λέει ὁ Θεός, προσευχόμαστε νηστεύουμε, κάνουμε μετάνοιες, γονυκλισίες,πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία, μελετοῦμε τήν Ἁγία Γραφή, κάνουμε ὑπακοή, κόβουμετό θέλημά μας. Ὅλα αὐτά λέγονται πράξεις. Ἀφοῦ τά κάνει ὅλα αὐτά ὁ ἄνθρωπος καίτά ὁλοκληρώσει σέ ἕναν βαθμό, μετά φθάνει στήν θεωρία, πού εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ,χάρις τοῦ Θεοῦ. Τότε λέμε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος πλέον εἶναι φωτισμένος καίθεωμένος μέ τήν Χάρη βέβαια τοῦ Θεοῦ καί ἄν θέλει ὁ Θεός.Ἡ κατάσταση αὐτή τοῦ φωτισμοῦ εἶναι συνεχής, ὑπάρχει ἐν ἐνεργεία ὅλο τόἡμερονύκτιο, ἀκόμη καί κατά τόν ὕπνο. Τήν αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος, καί μέσα στήνκαρδιά του ἀκούει τήν φωνή τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει καί στήν Παλαιά Διαθήκη, στόἌσμα Ἀσμάτων: «Ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ» (Ἄσμα 5,2), δηλαδήἐγώ κοιμᾶμαι καί ἡ καρδιά μου προσεύχεται, ἀγρυπνεῖ, ἀδολεσχεῖ στόν Θεό. Αὐτήεἶναι ἡ θεωρία, εἶναι ἡ φώτιση.73

Ἐνῶ ἡ θέωση, πού εἶναι ἕνα σκαλοπάτι πιό πάνω, εἶναι μιά κατάσταση κατά τήνὁποία βλέπει κάποιος τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Βλέπει τό ἄκτιστο Φῶς, τήν ἴδια δόξα πούεἶδαν καί οἱ μαθητές στήν Μεταμόρφωση. Ἡ κατάσταση αὐτή μάλιστα διαρκεῖ ὄχιὅσο θέλει ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά ὅσο θέλει ὁ Θεός.Ἕνας φωτισμένος πού ἔχει τήν συνεχή νοερά ἀδιάλειπτη προσευχή μέσα του, μπορεῖνά μήν φθάσει ποτέ στήν θέωση. Ὁ Θεός πού τήν χαρίζει, κρίνει ἄν εἶναι ἀπαραίτητονά ὁδηγήσει ἕναν φωτισμένο στήν θέωση ἤ δέν εἶναι ἀπαραίτητο. Ὁ ἄνθρωπος πούεἶναι σέ κατάσταση μερικοῦ φωτισμοῦ ἐπίσης σώζεται. Ἄν ὅμως κρίνει ὁ Θεός ὅτιχρειάζεται, τοῦ δίνει καί τό ἀνώτερο, τό τέλειο, τήν θέωση.Τό ὅτι δέν χορηγεῖ σέ κάποιον τήν θέωση, δέν ὁδηγεῖ κάποιον στήν θέωση, μπορεῖ νάσημαίνει ὅτι ἔτσι, χωρίς αὐτή δηλαδή, θά εἶναι καλύτερα γιά τήν ψυχή του, διότι σέἐναντία περίπτωση ἡ θέωση μποροῦσε νά τόν ἔβλαπτε π.χ. νά τόν ὁδηγοῦσε στήνὑπερηφάνεια. Γι’ αὐτό καί δέν τοῦ τήν δίνει καί τόν κρατᾶ στήν κατώτερηκατάσταση τοῦ φωτισμοῦ. Δηλαδή ὁ Θεός ὁδηγεῖ κάποιον στήν θέωση ὅταν δένκινδυνεύει πνευματικά καί ὅταν τοῦ εἶναι ἀπαραίτητο εἴτε γιά νά τόν στηρίξει, ἴσωςγιατί νοιώθει ὁ ἄνθρωπος ἀδύναμος πολύ, εἶναι καταβεβλημένος ἀπό τούςπειρασμούς, ὁπότε γιά νά τόν στηρίξει τοῦ δίνει ὁ Θεός αὐτή τήν ἔκτατη δωρεά τῆςθεώσης. Εἶτε γιά νά τόν ἐνδυναμώσει, εἴτε γιά νά τόν προετοιμάσει γιά κάποιαἀποστολή, γιά μιά σπουδαία ἀποστολή, ἡ ὁποία χρειάζεται πολλή δύναμη, τοῦ δίνει ὁΘεός αὐτή τήν θεοπτία.Γιά παράδειγμα, τόν Προφήτη Μωυσῆ πρίν τόν στείλει ὁ Θεός στήν Αἴγυπτο γιά νάἀναλάβει τήν ἡγεσία τοῦ Ἑβραϊκοῦ λαοῦ καί νά τόν βγάλει ἀπό τήν αἰχμαλωσία τῶνΑἰγυπτίων, τοῦ δίνει ἐμπειρία θεώσεως. Ποιά ἦταν; Ἡ Βάτος ἡ καιομένη καί μήκαταφλεγομένη. Ἡ βάτος πού καιγόταν, δηλαδή ἔβγαζε φλόγες, ἀλλά δένκαταστρεφόταν. Ἔβλεπε σαν νά καίγεται, ἀλλά δέν ἦταν φωτιά, ἦταν τό ἄκτιστοφῶς. Τοῦ μίλησε ὁ Θεός Λόγος. Αὐτός ἦταν πού τοῦ φανερώθηκε, ὁ Γιαχβέ τῆςΠαλαιᾶς Διαθήκης -γιά τόν ὁποῖο μιλοῦν καί οἱ Γιαχωβάδες- δέν εἶναι ὁ ΘεόςΠατέρας. Ὁ Γιαχβέ εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος φανερώνεται καί στήνΠαλαιά Διαθήκη ὡς ἄσαρκος Λόγος. Στήν Καινή Διαθήκη φανερώθηκε ὡς ἔνσαρκοςΛόγος, ὡς Χριστός. Αὐτός φανερώθηκε καί στόν Μωυσῆ καί τοῦ μίλησε μέσα ἀπότήν βάτο στέλνοντάς τον στήν Αἴγυπτο γιά νά λυτρώσει καί νά ἐλευθερώσει τόν λαόΤου ἀπό τήν αἰχμαλωσία. Ὁ Θεός ἐνισχύει λοιπόν τόν Μωυσῆ δίνοντάς του αὐτή τήνἔκτακτη δωρεά τῆς θεοπτίας. Ὁ Μωυσῆς ἦταν τότε σέ ἡλικία 80 ἐτῶν καίἀναλαμβάνει αὐτή τήν πολλή δύσκολη ἀποστολή.Ἐπίσης βλέπουμε πάλι στούς 12 Ἀποστόλους, πρίν τούς στείλει ὁ Χριστός στά ἔθνη,νά τούς δίνει τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, στήν Πεντηκοστή. Γεμίζουν μέ ἍγιοΠνεῦμα οἱ Ἀπόστολοι καί τότε βγαίνει μέ θάρρος πολύ καί παρρησία ὁ ἈπόστολοςΠέτρος καί κάνει τό πρῶτο κήρυγμα καί ἐκείνη τήν ἡμέρα πίστεψαν οἱ πρῶτοι τρεῖςχιλιάδες ἄνθρωποι καί μπῆκαν στήν Ἐκκλησία.Ἔτσι ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως δέν εἶναι αὐτόματη! Δέν μπορεῖ δηλαδή ἕναςφωτισμένος νά τήν ἀποκτήσει, ἐπειδή θέλει νά τήν ἀποκτήσει. Ἔνας φωτισμένος74

μᾶλλον ἀποφεύγει νά τήν ζητήσει ἀπό τόν Θεό. Δέν τήν ζητάει. Δέν ζητάει νά δεῖ τόἄκτιστο φῶς γιατί ἔχει ἀφεθεῖ ἐντελῶς στόν Θεό καί λέει ‘’ἄν θέλει ὁ Θεός, ἄν εἶναιγιά τό καλό μου, ὁ Θεός ξέρει, ἄν πρέπει νά μοῦ τό δώσει. Δέν θά ἐκβιάσω ἐγώ τόνΘεό’’.Ὅταν ὅμως τήν ἔχει ἀνάγκη, τήν ἐμπειρία αὐτή τῆς θεώσεως, ὁ Θεός συγκαταβαίνεικαί τήν δίνει, τοῦ δείχνει δηλαδή τήν δόξα Του, τό ἄκτιστο φῶς Του. Αὐτή ἡ θέα τῆςδόξης τοῦ Θεοῦ εἶναι καί ἡ πηγή τῆς μακαριότητος, πού θά ἔχουν οἱ σεσωσμένοιστήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Θά βλέπουν αὐτό τό ἄκτιστο φῶς, τό ὁποῖο ἔχει μιά ἄρρητηγλυκύτητα καί ὡραιότητα. Μία δόση αὐτῆς τῆς δωρεᾶς καί τῆς Χάριτος δίνει ὁ Θεόςκαί σ’ αὐτή τήν ζωή. Γι’ αὐτό, ἡ θέα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο φῶς, εἶναι μία-θά λέγαμε- γεῦσις τοῦ Παραδείσου καί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία τήν ἔχειὁ ἄνθρωπος -ἐφ’ ὅσον τήν δώσει ὁ Θεός- καί σ’ αὐτήν τήν ζωή. Φυσικά, ἀφοῦπροηγουμένως ἔχει φθάσει στόν φωτισμό καί ἔχει ἀποκτήσει τήν ἀδιάλειπτη νοεράπροσευχή.Ἕνας ἀσκητής πού ζεῖ στήν ἔρημο, σέ ἀπομόνωση ἀπό τούς ἀνθρώπους, δέν ἔχεικαμιά ἀνθρώπινη παρηγοριά. Εἶναι γνωστό ὡστόσο πόσο ἀναγκαῖο εἶναι γιά τόνἄνθρωπο νά ἔχει κάποιον ἄλλον ἄνθρωπο δίπλα του νά μιλάει ἤ ἔστω νά τόν βλέπει.Ἕνας λοιπόν πού ἔχει ἀποκλεισθεῖ ἀπό μόνος του ἀπό αὐτή τήν ἀνθρώπινηπαρηγοριά καί ζεῖ μέ πολλές σωματικές στερήσεις γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεόςγιά τήν ἀγάπη πού Τοῦ δείχνει, τοῦ δίνει αὐτή τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Τότε ἐφ’ὅσον αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔχει καθαρθεῖ καί ἐργασθεῖ πνευματικά, ἔχει ἤδη φθάσειστόν φωτισμό, ἔρχεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί τόν παρηγορεῖ καί τοῦ χαρίζει τέτοιεςἐμπειρίες θεώσεως.Σέ ὅλους τούς βίους τῶν ἀσκητῶν, τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου καίτοῦ Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ ἀναφέρονται τέτοιες ἐμπειρίες. Ὁ ἍγιοςΠαΐσιος λέει ὅτι μιά νύχτα γέμισε τό κελί του φῶς, ὑπέρλαμπρο φῶς καί ὅταν κάποιαστιγμή βγῆκε ἔξω ἀπό τό κελί του -κρατοῦσε ἀκόμα αὐτή ἡ ἐμπειρία γιατί εἴπαμεκρατάει ὅσο θέλει ὁ Θεός- καί εἶδε τόν ἥλιο, νόμιζε ὅτι ἔβλεπε τό φεγγάρι καίἀναρωτιόταν «δέν θά ξημερώσει σήμερα;». Ἐνῶ εἶχε ξημερώσει, ἦταν τόσο δυνατότό ἄκτιστο φῶς, πού ὁ ἥλιος, τό αἰσθητό φῶς δηλαδή, τοῦ φαινόταν σάν τό φεγγάρι.Καταλαβαίνουμε λοιπόν πόσο λαμπρό εἶναι τό φῶς τοῦ Θεοῦ. Εἶναι βεβαίως ἄλλουεἴδους φῶς, δέν εἶναι ὑλικό φῶς, δέν εἶναι κτιστό, δηλαδή δημιουργημένο φῶς ἀπότόν Θεό. Εἶναι τό ἄκτιστο φῶς. Καί εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦΘεοῦ. Αὐτό ὀνομάζουμε θέωση καί ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, αὐτή τήν θέατῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, τήν θέα τοῦ ἀκτίστου φωτός.Ἕνας ἀληθινός ἀσκητής δέν εἶναι ποτέ μόνος του, ἀλλά τουλάχιστον ἔχει μέσα στήνκαρδιά του τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, πού προσεύχεται ἀδιαλείπτως μέσα του καί τοῦ κάνειπαρέα στήν φαινομενική μοναξιά του. Νά γιατί οἱ ἀσκητές μποροῦν καί μένουνμόνοι τους. Ἄν πάει ἕνας ἄνθρωπος τοῦ κόσμου νά μείνει μόνος του θά τρελαθεῖ, δένμπορεῖ. Θά τρελαθεῖ πρῶτα-πρῶτα ἀπό τούς λογισμούς, ἀπό τούς φόβους, ἀπό τήδειλία, ἀπό τά διάφορα τερτίπια, πού θά τοῦ κάνει ὁ διάβολος. Ὁ ἀσκητής νιώθει75

αὐτήν τήν παρηγοριά μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή πού ἔχει, ἀκούει μέσα του τήνφωνή τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι θεραπεύει ὁ Θεός τήν φαινομενική μοναξιά του.Αὐτή εἶναι ἡ κατάστασις φωτισμοῦ. Ὅταν ὅμως τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα κρίνει ὅτιπρέπει, τότε τοῦ χαρίζει κατά διαστήματα καί τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, ὅτανχρειάζεται καί ἐφ’ ὅσον εἶναι γιά τό καλό του, π.χ. γιά νά τόν δυναμώσει μετά ἀπόμία δαιμονική ἐπίθεση. Τοῦ δίνει αὐτή τήν ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου φωτός. Τόβλέπουμε λχ. στόν βίο τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ἡ ὁποία εἶχε πάρα πολλέςμνῆμες ἀκάθαρτες ἀπό τήν προηγούμενη ζωή της. Εἶχε πολλούς πειρασμούς.Ἔκλαιγε ὧρες ὁλόκληρες, μπορεῖ καί ὅλο τό εἰκοσιτετράωρο καί μετά ἠρεμοῦσε ἀπότούς λογισμούς καί τούς πειρασμούς καί τήν ἔλουζε, λέει ὁ βίος της, τό ἄκτιστο φῶς.Τῆς ἔδινε μετά ὁ Θεός αὐτή τήν παρηγορία τῆς θεώσεως γιά νά τήν δυναμώσει. Αὐτάφαίνονται καθαρά στούς βίους τῶν ἁγίων.Σ’ αὐτά λοιπόν τά δύο στάδια θεωρίας, στόν φωτισμό καί στήν θέωση ἔχουν φθάσειοἱ θεολόγοι καί αὐτοί εἶναι οἱ ἀληθινοί θεολόγοι, ἐνῶ ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ἁπλῶςθεολογοῦντες. Ἐμεῖς δηλαδή πού δέν ἔχουμε αὐτές τίς ἐμπειρίες, ἁπλῶς θεολογοῦμεκαί τό πρόβλημα εἶναι ἄν θεολογοῦμε σωστά, ἄν μιλοῦμε σωστά γιά τόν Θεό.– Ποιός εἶναι ὁ ἀσφαλής τρόπος γιά νά μιλοῦμε ὀρθά γιά τόν Θεό;Εἶναι νά ἀκολουθοῦμε τούς ἀληθινούς θεολόγους. Γι’ αὐτό ὑπάρχει ἡ ρῆσις:«ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι». Ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε τούς Ἁγίους Πατέρες καί δένλέμε τίποτα δικό μας. Λέμε μόνο ὅτι εἶπαν αὐτοί πού ἦταν οἱ διαβεβηκότες ἐνθεωρία. Οἱ διαβεβηκότες, αὐτοί δηλαδή πού πέρασαν στήν θεωρία, αὐτοί πούἔφθασαν στόν φωτισμό καί στήν θέωση. Εἶδαν τόν Θεό καί μποροῦν νά μιλήσουν γιάτόν Θεό γιατί αὐτοί εἶναι οἱ ἀληθινοί θεολόγοι. Οἱ ὑπόλοιποι πρέπει νά ἀκολουθοῦμεαὐτούς.Γιά τόν λόγο αὐτό εἶναι λάθος ἡ ‘’μεταπατερική θεολογία’’, τό φροῦτο τῆς ἐποχῆςμας, πού λέει ὅτι πρέπει νά ἀφήσουμε τούς Πατέρες γιατί εἶναι ξεπερασμένοι καίδῆθεν μίλησαν γιά ἐκείνη τήν ἐποχή, σάν νά ἔκαναν φιλοσοφία καί κοινωνιολογία.Σάν νά μή μιλοῦσε τόἍγιο Πνεῦμα μέσα ἀπό αὐτούς, ἀλλά μιλοῦσαν ἀπό μόνοι τουςκαί στοχάζονταν! Ὄχι! Οἱ Πατέρες δέν μιλοῦσαν ἀπό μόνοι τους, οὔτε ἔκανανφιλοσοφία, ἀλλά μιλοῦσαν μέ τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁπότε αὐτά πούεἶπαν ἰσχύουν γιά πάντα. Γιατί τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν λέει ἄλλα σήμερα καί ἄλλααὔριο. Δέν ἀλλάζει. Ὁ Θεός εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος, ἀναλλοίωτος καί ἡ διδασκαλίαΤου εἶναι ἀναλλοίωτη καί ἰσχύει πάντοτε.Ἑπομένως δέν εἶναι σωστό αὐτό πού λένε ὅτι πρέπει νά προσαρμοστεῖ ἡ Ἐκκλησίαστούς σύγχρονους καιρούς καί στά σημερινά δεδομένα. Φυσικά καί ὄχι. Εἶναι σάν νάλέμε ὁ Θεός νά ἀλλάξει σήμερα, ἐπειδή ἐμεῖς ἀλλάξαμε. Μά δέν ἀλλάξαμε! Δένἄλλαξαν οἱ ἄνθρωποι! Οἱ ἄνθρωποι εἶναι οἱ ἴδιοι ἀκριβῶς ὅπως ἀπό τήν πρώτηστιγμή πού πλάστηκαν ἀπό τόν Θεό. Ὅπως ἦταν ὁ Ἀδάμ καί οἱ ἀπόγονοί του, ἔτσιεἴμαστε καί ἐμεῖς σήμερα. Ἄν ἄλλαζε ὁ ἄνθρωπος, θά ἐρχόταν πάλι ὁ Χριστός γιά νάμᾶς δώσει μιά καινούρια θεραπευτική διδασκαλία. Δέν πρέπει λοιπόν νάπροσαρμοστεῖ ἡ Ἐκκλησία στούς καιρούς καί στόν ἄνθρωπο, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος76

πρέπει νά προσαρμοστεῖ στήν Ἐκκλησία, δηλαδή νά ἐκκλησιαστικοποιηθεῖ καί ὄχινά ἐκκοσμικευθεῖ ἡ Ἐκκλησία, ὅπως ὑποστηρίζουν κάποιοι.Οἱ μεταπατερικοί αὐτοί θεολόγοι λένε ὅτι δέν πρέπει νά κάνουμε ἄσκηση σήμερα,ὅτι εἶναι δύσκολο, ὅτι εἶναι ἀδύνατο. Νά κάνουμε μόνο μυστήρια. Προβάλλουν καίδιαστρέφουν τόν Ἅγιο Πορφύριο ὅτι τάχα ἦταν κατά τῆς ἄσκησης, κατά τῆςἐγκράτειας καί κατά τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος, ὅτι ἔλεγε ὅλα νά τά κάνουμε εὔκολακαί σχεδόν μαγικά θά σωθοῦμε. Δέν εἶναι ὅμως ἔτσι τά πράγματα. Ὁ ἅγιοςΠορφύριος ἔκανε πολλή ἄσκηση καί τό πνεῦμα του δέν ἦταν αὐτό. Ὅταν λέει νάἀγωνιζόμαστε ἁπλά καί ἁπαλά καί νά μήν κυνηγᾶμε τό κακό, δέν ἐννοεῖ νά μήνἀγωνιζόμαστε πνευματικά, ἀλλά νά μήν ὑποδουλωνόμαστε σέ ἕνα κυνήγι τοῦ κακοῦπού δέν ὠφελεῖ. Νά προσπαθοῦμε νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό. Ὅταν ἀγαπάει κανείς τόνΘεό, τότε ἐλευθερώνεται αὐτόματα ἀπό τό κακό. Ὅμως γιά νά ἀγαπήσεις τόν Θεό,πρέπει νά ἀγωνισθεῖς, πρέπει νά προσεύχεσαι, πρέπει νά τηρεῖς τίς ἐντολές, πρέπει νάἐγκρατεύεσαι, νά νηστεύεις κ.λ.π.Ἔτσι λοιπόν δέν πρέπει νά ἀφήσουμε πίσω τούς Πατέρες ἤ ὅπως λένε νά ὑπερβοῦμετούς Πατέρες, νά πᾶμε μπροστά ἀπό αὐτούς. Οἱ Πατέρες εἶναι οἱ ἀληθινοί θεολόγοικαί διδάσκουν αὐτά πού ἰσχύουν διαχρονικά καί γιά πάντα. Ἔχουν ἐμπειρία τοῦΘεοῦ. Ἡ γνώση τους δέν εἶναι φιλοσοφική, δέν εἶναι θεωρητική, δέν εἶναιἐγκεφαλική, δέν εἶναι ἕνας στοχασμός, ἀλλά εἶναι γνῶσις ἀπό τήν ἐμπειρία πούἔχουν. Τά ἔχουν ζήσει καί ἀφοῦ τά ἔζησαν, τά εἶδαν, τά ἄκουσαν καί τά ἔπαθαν, τάἔγραψαν, γι’ αὐτό καί ἰσχύουν πάντα. Ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ εἶναι καθαρά ἐμπειρική.Δέν εἶναι γνῶσις μεταφυσική, δηλαδή ἀποτέλεσμα φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ.Τό ἑπόμενο κεφάλαιο ἀσχολεῖται μέ τό θέμα τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τό ὁποῖο εἶναιπολύ ἐνδιαφέρον. Εἴπαμε στό προηγούμενο μάθημα γιά τήν θεωρία καί τόν φωτισμό.Αὐτός πού ἔχει φθάσει στόν φωτισμό εἶναι αὐτός πού ἔχει τήν ἀδιάλειπτη νοεράπροσευχή.– Τί εἶναι ἡ νοερά προσευχή;Ἡ νοερά προσευχή εἶναι μιά καθαρά ἐμπειρική κατάστασις. Δέν εἶναι μιά θεωρία ἤμιά φιλοσοφία. Οὔτε ἕνας ψυχίατρος μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ ὅτι ἡ νοερά προσευχή εἶναικαθαρά ἐμπειρία. Ἡ διαφορά μας μέ τούς ψυχιάτρους θά ἦταν ὄχι στό γεγονός αὐτόκαθ΄ ἑαυτό, ἀλλά στήν αἰτία πού προκαλεῖ τήν νοερά προσευχή, ἡ ὁποία ἐμεῖςγνωρίζουμε ὅτι εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐπειδή οἱ ψυχίατροι κατά βάση εἶναι ἄθεοι,δέν θά τό παραδεχθοῦν αὐτό, ὅπως δέν παραδέχονται καί τήν ὕπαρξη τῶν δαιμόνωνκαί λένε ἔχεις ἄγχος, ἀνασφάλειες, φοβίες κ.λ.π. Ποιός τά δημιουργεῖ αὐτά; Ἔτσιἀπό τό πουθενά ἔρχονται; Ὑπάρχει αἰτία, καί εἶναι τό πονηρό πνεῦμα. Ἔλεγε ὁ ἅγιοςΠορφύριος τί ψυχολόγοι καί ψυχίατροι;– Ποιός εἶναι ψυχίατρος;Ὁ Θεός εἶναι ὁ Ψυχίατρος. Ὁ Ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων. Τί ξέρουν οἱψυχίατροι ἀπό τήν ψυχή καί ἀπό τήν λειτουργία τήν ψυχική τοῦ ἀνθρώπου; Ἔλεγεἐπίσης ὅτι πίσω ἀπό ὅλα αὐτά τά λεγόμενα ψυχολογικά κρύβονται δαιμόνια.77

Ὑπάρχει τό δαιμόνιο τῆς λύπης, ὑπάρχει τό δαιμόνιο τῆς ἀκηδίας, ὑπάρχει τόδαιμόνιο τοῦ φόβου… Εἶναι δαιμόνια καί δημιουργοῦν αὐτές τίς καταστάσεις στούςἀνθρώπους. Τό δαιμόνιο τῆς λύπης δημιουργεῖ αὐτό πού σήμερα λέμε κατάθλιψη.Εἶναι δαιμόνιο. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ἐξομολογηθεῖ, δέν ἐλευθερώνεται. Ὅσα χάπια κιἄν πάρει, δέν πρόκειται νά τοῦ φύγει ἡ κατάθλιψη. Ἁπλῶς θά ἠρεμήσει λίγο, θάναρκώσει κάπως τό νευρικό του σύστημα γιά νά μήν κάνει ἀνω-κάτω τό σπίτι του.Ἄν τό θέμα αὐτό τεθεῖ ὐπ’ ὄψιν τῶν ἐπιστημόνων τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν, π.χ.ψυχολόγων, ψυχιάτρων, παθολόγων, βιολόγων κ.λ.π. σάν ἕνα φαινόμενο ἄξιοπαρατηρήσεως καί μελέτης –τό φαινόμενο τῆς νοερᾶς προσευχῆς- θά εἶναιὑποχρεωμένοι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, ἐφαρμόζοντες τήν ἐπιστημονική μέθοδο ἐρεύνης,νά προβάλλουν ὑποθέσεις. Γιατί ἡ ἐπιστήμη γιά νά ἐξηγήσει ἕνα φαινόμενο κάνεικάποιες ὑποθέσεις καί προσπαθεῖ μετά νά ἐπιβεβαιώσει, νά ἐπαληθεύσει αὐτή τήνὑπόθεση. Ἀλλά ἡ Ἐκκλησία δέν κάνει ὑποθέσεις, οὔτε πιθανολογοῦμε στήνἘκκλησία. Στήν Ἐκκλησία ἔχουμε τήν κατατεθειμένη ἐμπειρία τοῦ φαινομένου, τούςἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ζοῦν αὐτό τό φαινόμενο. Καί ποιό εἶναι αὐτό τό φαινόμενο;Ἕνας, πού ἔχει νοερά προσευχή μέσα του, «ἀκούει» ὁ ἴδιος τήν προσευχή αὐτή νάλέγεται μέσα στήν καρδιά του. Κυρίως ἡ νοερά προσευχή αὐτό εἶναι. Δέν κάνεις ἐσύδηλαδή, τήν νοερά προσευχή, ἀλλά τήν ἀκοῦς πού λέγεται μέσα σου ἀπό τό ἍγιοΠνεῦμα.Ὁ Θεός τότε δίνει τά δῶρα Του, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπελπιστεῖ τελείως ἀπό τόν ἑαυτότου, μέ τήν καλή ἔννοια, δηλαδή ὅταν πιστέψει ὅτι ἀπό μόνος του δέν μπορεῖ νάκάνει τίποτα. Εἶναι ἀπαραίτητο ὁ ἄνθρωπος νά ταπεινωθεῖ ἄκρως. Ὅσο ὑπάρχει ἡπαραμικρή ἰδέα ὅτι μέ τήν δική του προσπάθεια θά κάνει κάτι, ὁ Θεός δέν δίνει τάδῶρα Του.Διαβάζουμε στόν βίο τοῦ Γέροντα Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ, ὅτι παρακαλοῦσε πολύκαιρό τήν Παναγία νά τοῦ χαρίσει αὐτή τήν χάρη τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Ὁπότεκάποια στιγμή, λέει, πού ἦταν τελείως ἀπελπισμένος ἀπό τίς δικές του δυνάμεις εἶδενά ἔρχεται μία ἀκτίνα, ἕνα φῶς ἀπό τήν Παναγία -ἦταν στό Ἅγιο Ὄρος καί ἔβλεπεπρός τήν περιοχή πού λέγεται Παναγία- καί ἡ καρδιά του ἄρχισε ἀπό μόνη της, νάλέει τό ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με’ σάν ἕνα μηχανάκι θά λέγαμε. Αὐτή εἶναι ἡνοερά προσευχή.Εἶναι κι αὐτή δῶρο Θεοῦ καί μάλιστα τῆς Παναγίας. Ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐμπειρία στήνἘκκλησία μας ἀπό τούς ἀνθρώπους πού τήν ἔχουν ζήσει. Καί ὑπάρχει ἑκατοντάδωνἐτῶν παράδοσις αὐτῆς τῆς πνευματικῆς καταστάσεως, καθώς τήν συναντᾶμε στούςἀνθρώπους αὐτούς τούς Ἁγίους σέ σειρά ἐτῶν. Ἀπό τούς ἁγίους ἔχει δοθεῖ μίασυγκεκριμένη ἑρμηνεία σ’ αὐτήν τήν πάραδοση τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί βάσειαὐτῆς τῆς ἑρμηνείας ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει ὅτι ἡ νοερά προσευχή εἶναι μίαπνευματική ἐμπειρία. Δέν εἶναι μιά ψυχολογική ἐμπειρία, κάτι πού τό δημιουργεῖ ὁἄνθρωπος μέσα του ἤ μιά αὐθυποβολή ἤ μία ὕπνωση, ἀλλά εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆςἐπενεργείας, τῆς Χάριτος, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.Κάποιοι ψυχολόγοι καί ψυχίατροι ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι μιά μορφή ὕπνωσης ἡ νοερά78

προσευχή. Δέν εἶναι ὅμως αὐτό. Εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐπενέργειας τῆς Χάριτος τοῦἉγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Πότε ὅμως; Ὅταν ἡ καρδιάκαθαρθεῖ, τότε ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅσο ἡ καρδιά εἶναι γεμάτη μέ πάθη καίἁμαρτίες, δέν ἔρχεται, δέν πλησιάζει, δέν ἐνεργεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὄχι γιατί δένθέλει, ἀλλά ἐμποδίζεται ἀπό μᾶς γιατί ἐμεῖς δέν ἀγαποῦμε ὅσο πρέπει τόν Θεό, δένποθοῦμε ὅσο πρέπει τόν Θεό, δέν ἔχουμε αὐτή τήν ἔνταση τῆς ἀγάπης καί τῆςπροσευχῆς πού χρειάζεται.Αὐτή εἶναι μιά μακραίωνη παράδοσις, πού κανείς δέν μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ τήν ὕπαρξήτης, διότι ὑπάρχουν πάρα πολλά συγγράμματα τῶν Πατέρων ἐπάνω στό θέμα αὐτό,ἐκτός ἀπό ὅσα ἀναφέρονται γι’ αὐτήν στήν Ἁγία Γραφή. Στήν Παλαιά Διαθήκη:«ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ» (Ἀσ.Ἀσ. 5,2). Πῶς ἀγρυπνεῖ; Μέ τήννοερά προσευχή. Ἀκούει ὁ πιστός μέσα στήν καρδιά του τό Ἅγιο Πνεῦμα πούπροσεύχεται. Ὑπάρχουν σήμερα ἄνθρωποι, πού ζοῦν ἀναμεταξύ μας, οἱ ὁποῖοιγνωρίζουν ἀπό προσωπική τους ἐμπειρία, ἐπειδή τήν ζοῦν ἐνεργουμένη μέσα τουςτήν νοερά προσευχή, πού ἀκοῦν δηλαδή αὐτή τήν προσευχή μέσα στήν καρδιά τους.Ὁπότε, ἐφ’ ὅσον αὐτοί οἱ ἐπιστήμονες ἀποδεχθοῦν αὐτήν τήν πραγματικότητα, μετάθά πρέπει νά προβάλλουν τίς δικές τους ὑποθέσεις γιά νά ἐξηγήσουν τό φαινόμενοαὐτό τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Βέβαια μεταξύ τους θά ὑπάρχουν καί μερικοί, πού θάποῦν ὅτι αὐτό εἶναι ἕνα ἐφεύρημα τῶν παπάδων, ἰδίως ἐδῶ στήν Ἑλλάδα! Θά ποῦνὅτι αὐτά τά λένε οἱ παπάδες, ὅτι εἶναι προϊόν τῆς φαντασίας τους. Μακάρι ὅμως οἱπαπάδες νά ἠσχολοῦντο μέ τέτοια πράγματα ἐδῶ στήν Ἑλλάδα. Ἄλλοι τώρα ἀπόαὐτούς τούς ἐπιστήμονες ἴσως ποῦν ὅτι αὐτό εἶναι ἕνα εἶδος ὑπνωτισμοῦ.– Τί εἶναι ὁ ὑπνωτισμός ὅμως;Οὐσιαστικά εἶναι μία ἐνέργεια τῶν δαιμόνων. Ὁ ὑπνωτιστής περνάει στόνὑπνωτιζόμενο δαιμονική ἐνέργεια. Μετά τό πονηρό πνεῦμα πού μπαίνει μέσα στόνἄνθρωπο τοῦ φέρνει διάφορες μνῆμες ἀπό τό παρελθόν καί μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νάἀπαντάει σ’ αὐτά πού θά τόν ρωτάει ὁ ὑπνωτιστής. Εἶναι ὅμως πράγματα τά ὁποῖαὑπάρχουν. Αὐτή εἶναι ἡ διαφορά. Κοιτᾶξτε πῶς τό ἐξήγησε ὁ π. Ἰωάννης.Εἶχα μία σχετική συζήτηση μέ γιατρούς, μάλιστα μέ καθηγητές Πανεπιστημίου, οἱὁποῖοι ἔλεγαν ὅτι αὐτό, δηλαδή ἡ νοερά προσευχή, εἶναι ἕνα εἶδος ὑπνωτισμοῦ!Ὅμως, ἔστω, ἄς εἶναι ἔτσι γι’ αὐτούς. Ἀλλά ἕνας ψυχίατρος εἶναι ὑποχρεωμένος νάἀσχοληθεῖ συστηματικά μέ τό θέμα αὐτό.Σχετικά μέ τόν ὑπνωτισμό τώρα, ὁ ὁποῖος πράγματι εἶναι μία ἐμπειρία καί αὐτή,ἀλλά δαιμονική ἐμπειρία. Ὁ ψυχίατρος ὅμως θά πρέπει νά μπορεῖ νά ἐξακριβώσει, ἄνἡ νοερά προσευχή εἶναι ἕνα εἶδος ὑπνωτισμοῦ ἤ ὄχι. Ὁ ὑπνωτισμός μπορεῖ νάὁδηγήσει σέ παραίσθηση, νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος παραισθήσεις. Δηλαδή ἄλλα νά βλέπεικαί ἄλλα νά ὑπάρχουν στήν πραγματικότητα μπροστά του. Νά βλέπει ἄλλα ἀντ’ἄλλων, πού σημαίνει ὅτι ἔχει ἀσυνταξία ὡς πρός τήν σωστή σύνθεση τῶν ἐμπειρικῶνἐντυπώσεων, πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος μέσα στήν μνήμη του. Τέτοια παραίσθησηδημιουργοῦν καί τά παραισθησιογόνα χάπια, τά LSD. Ἄλλο ὑπάρχει καί ἄλλο βλέπει.Αὐτό ὅμως πού νομίζει ὅτι βλέπει πάλι ὑπάρχει, ἀλλά ἁπλῶς δέν ὑπάρχει μπροστά79

του ἐκείνη τήν στιγμή. Τέτοια παραίσθηση μπορεῖ νά ἔχει κι ἐκεῖνος πού εἶναι στόνὑπνωτισμό ὅταν εἰσάγεται ἀπό τόν ὑπνωτιστή δαιμονική ἐνέργεια. Ὁπότε ὁὑπνωτισμένος οὐσιαστικά τί ἔχει πάθει; Ἔρχεται σέ ἐπαφή μέ πονηρό πνεῦμα. Ἡμέθοδος αὐτή εἶναι πολλή ἐπικίνδυνη. Φυσικά ποτέ δέν πρέπει νά τήν δοκιμάσετε,διότι τήν προτείνουν καί αὐτή τήν μέθοδο, ὡς τάχατες ἰατρική θεραπευτική μέθοδο,ὅπως καί τήν γιόγκα κ.λ.π. Ὅλα αὐτά εἶναι δαιμονικά πράγματα καί δέν πρέπει νάσυγκαταβαίνουμε σ’ αὐτά καί νά συγκατατιθέμεθα.Ὅλα τά στοιχεῖα, πού συνθέτουν μία παραίσθηση, εἶναι παρμένα ἀπό τίς αἰσθήσεις.Διότι ὁ ἄνθρωπος πού φθάνει σέ παραίσθηση, φθάνει σ’ αὐτήν, ὄχι διότι ἔχει χάσειτήν ἐπαφή του μέ τά αἰσθητά, ἀλλά ἐπειδή ἡ μνήμη του ἔχει ἐκτροχιασθεῖ καί ἡσύνθεσις τῶν ἐντυπώσεων, πού γίνεται μέσα στό μυαλό του, δέν εἶναι τίποτε ἄλλοπαρά μία ἀταξία στήν ταξινόμηση τῶν ἐντυπώσεων. Ἔχει ἔτσι σπασμένες εἰκόνες οἱὁποῖες συντίθενται μέσα του ὅπως νά ’ναι μέ ἀποτέλεσμα νά προκαλοῦν μίασύγχυση. Ὅλα αὐτά ὑπάρχουν στήν μνήμη του. Ἐπειδή ὅμως δέν λειτουργεῖ σωστά ἡμνήμη, δέν συντάσσονται σωστά μέσα στό μυαλό του οἱ ἐντυπώσεις.Ἔτσι ἔχουμε τούς ἀνισόρροπους, καθώς καί αὐτούς πού ὀνειρεύονται στόν ξύπνιοτους, τούς ὀνειροπαρμένους. Τά στοιχεῖα δηλαδή τῶν αἰσθήσεων, πού συνθέτουν μίαπαραίσθηση, εἶναι ὑπαρκτά. Ἐκεῖνος, πού βρίσκεται σέ παραίσθηση μπορεῖ νάβλέπει κάτι, πού δέν ὑπάρχει ἐκείνη τήν στιγμή μπροστά του, πού εἶναι ὅμωςὑπαρκτό.Δέν εἶναι κάτι πού δέν ὑπάρχει, ἁπλῶς ἐκείνη τήν στιγμή δέν βρίσκεται μπροστά του.Αὐτός ὅμως ἐπειδή ἔχει παραίσθηση, τό βλέπει. Βλέπει λ.χ. ἕναν καλόγερο, τήνκρεμάστρα δηλαδή, καί λέει εἶδα ἕναν παπά. Μπερδεύει τά πράγματα, ἐνῶ ἦτανἁπλῶς ἡ κρεμάστρα, λέει εἶδα ἕναν ἄνθρωπο μέσα στό δωμάτιο. Αὐτό εἶναιπαραίσθηση.Ὅσον ἀφορᾶ στόν ὑπνωτισμό, ἐκεῖνος πού ὑπνωτίζεται μπαίνει σέ μία κατάστασηκώματος, σάν δηλαδή νά βρίσκεται σέ κῶμα καί ἀφοῦ βρίσκεται σέ κωματώδηκατάσταση, ἐνθυμεῖται πράγματα ἀπό τό παρελθόν καί ἀπαντᾶ στά ἐρωτήματαἐκείνου πού τόν ὑπνώτισε. Ὁπότε, σάν ὑπνωτισμένος πού εἶναι, πάλι δέν ἔχει ἐπαφήμέ τήν πραγματικότητα.Τί γίνεται στήν νοερά προσευχή; Ὅσον ἀφορᾶ τώρα στήν νοερά προσευχή, δένἔχουμε νά κάνουμε μέ κάτι ὑπαρκτό, πού ἔχει ἤδη κατατεθεῖ στήν μνήμη, τό ἔχει ἤδηδεῖ στό παρελθόν καί τό ὁποῖο ἀνακαλεῖται ἀπό τήν μνήμη καί ἔτσι ὀνειρεύεται ὁἄνθρωπος. Δέν συμβαίνει τό ἴδιο, ὅπως σέ μία παραίσθηση, πού βλέπει κανείς κάτι,χωρίς ὅμως νά ὑπάρχει πράγματι γύρω του ἐκεῖνο πού βλέπει ἐκείνη τήν στιγμή, οὔτενά ὑποπίπτει στίς αἰσθήσεις του ἐκείνη τήν στιγμή. Στήν περίπτωση τῆς νοερᾶςπροσευχῆς ὅ,τι συμβαίνει στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί ὅ,τι αἰσθάνεται ὁἄνθρωπος, λαμβάνει χώραν ἐκείνην τήν στιγμή πού τό αἰσθάνεται. Δέν εἶναι μνήμητοῦ παρελθόντος, ἀλλά τό ζεῖ ἐκείνη τήν στιγμή. Συμβαίνει ἐκείνη τήν στιγμή.Ἐνεργεῖται ἐκείνη τήν στιγμή καί ἐνεργεῖται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν εἶναι μίαμνήμη δηλαδή ἀπό τό παρελθόν. Εἶναι μία ἐμπειρία τοῦ παρόντος. Αὐτή εἶναι ἡ80

διαφορά ἀπό τήν περίπτωση τῆς ὕπνωσης καί τήν περίπτωση τῆς παραίσθησης.Τό νά εἶναι ἐπίσης κανείς σέ ἐγρήγορση πνεύματος, πράγμα πού συμβαίνει κατά τήννοερά προσευχή, δηλαδή οὔτε ὑπνωτισμένος νά εἶναι, οὔτε νά βρίσκεται σέπαραίσθηση, καί ταυτόχρονα νά βιώνει κάτι τό πολύ ξεκάθαρο μέσα του, μέσα στήνκαρδιά του, κάποιον ἄλλον, πού προσεύχεται μέσα του γιά λογαριασμό του«στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. 8,26), τέτοιο πράγμα δέν συμβαίνει στόν ὑπνωτισμό.Ἐνῶ στήν νοερά προσευχή αὐτό συμβαίνει. Κάποιος ἄλλος μέσα στήν καρδιά τοῦἀνθρώπου προσεύχεται μέ ἀλάλητους στεναγμούς.Κατά τήν νοερά προσευχή ὁ ἄνθρωπος ἔχει πλήρη συνείδηση ὅτι κάτι οἰκεῖο πρόςτήν φύση του, κάτι πολύ δικό του, καί ἐνεργούμενο ἔσωθεν, ὄχι ὅμως ἀπό τόν ἴδιο,λαμβάνει χώρα μέσα του, τό ὁποῖο ὄχι μόνο βιώνει ξεκάθαρα, ἀλλά ταυτόχρονα τόπαρατηρεῖ, καί τό ὁποῖο μπορεῖ ἑκούσια νά συμμετέχει. Νά προσεύχεται καί αὐτόςδηλαδή μέ ἰσοκράτημα -θά λέγαμε- τήν προσευχή πού κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσατου.Τό βάρος τῆς ἀποδείξεως τῆς ἀληθείας αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας δέν ἀνήκει στούςὈρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι τήν κατέχουν, ἀλλά στούς ἐπιστήμονες, οἱ ὁποῖοι τήνἀμφισβητοῦν ἤ θέλουν νά τήν ἐρευνήσουν. Ἄν πάλι οἱ ἐπιστήμονες δώσουν δικήτους ἑρμηνεία σ’ αὐτό τό φαινόμενο τῆς νοερᾶς προσευχῆς, αὐτοί οἱ ἴδιοι θά πρέπεινά ἀποδείξουν ὅτι ἡ δική τους ἑρμηνεία εἶναι ἡ σωστή ἑρμηνεία καί ὄχι αὐτή πούδίνουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, δηλαδή ὅτι ἐνεργεῖ ὁ Θεός μέσα μας, μέσα στούςἀνθρώπους αὐτούς.Διότι οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουν παράδοση αἰώνων τῆς ἑρμηνείας τῆς νοερᾶς προσευχῆς,τῆς ὁποίας ἡ ἀλήθεια εἶναι ἀδιαφιλονείκητος γιά τούς Ὀρθοδόξους. Καί στόπαρελθόν, ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι πού βαπτίζονταν ἦταν μεγάλοι, φρόντιζαν νά εἶναιπολύ κοντά σ’ αὐτή τήν ἐμπειρία ἤ καί νά τήν ἔχουν ἤδη ἀποκτήσει πρίν βαπτιστοῦνὡς μία ἐγγύηση τῆς πίστεως. Τό σύνηθες ἦταν νά βαπτιστοῦν καί σέ πολύ σύντομοδιάστημα μέ τήν χάρη τοῦ βαπτίσματος νά ἀποκτήσουν καί τήν νοερά προσευχή.Ὁπότε μετά ἔπαιρναν τό Χρίσμα ὡς ἐπιβεβαίωση αὐτῆς τῆς κατάστασης. Τόβάπτισμα συνήθως τό ἔπαιρναν τό Μεγάλο Σάββατο καί μετά ἀπό πενήντα ἡμέρες,τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔπαιρναν καί τό Χρίσμα, πού ἀντιστοιχεῖ στήν θέωσητῶν Ἀποστόλων. Γι’ αὐτό καί στά Λατινικά τό Χρίσμα λέγεται confirmation, δηλαδήἐπιβεβαίωση.Μέ τό Χρίσμα ἐπιβεβαίωναν οἱ Χριστιανοί ὅτι εἶχαν τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχήστήν καρδία τους. Σήμερα πόσο ἔχουμε ξεφύγει! Ποιός τά ξέρει αὐτά τά πράγματα;Ὅτι Χριστιανός σημαίνει νά ἔχεις τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή συνεχῶς μέσασου! Βαπτισμένος καί Χρισμένος, νά ἀκοῦς δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα πούπροσεύχεται μέσα στήν καρδιά σου.Καί εἶναι αὐτή ἡ ἑρμηνεία ἀδιαφιλονείκητος, διότι δέν εἶναι ἑρμηνεία παρελθούσηςἐμπειρίας, ἡ ὁπoία δέν μπορεῖ νά ἐξακριβωθεῖ ἤ νά ἐπαναληφθεῖ, ἀλλά εἶναιἑρμηνεία μιᾶς ζώσης, ἀληθινῆς, σημερινῆς ἐμπειρίας καί πραγματικότητος, πούσυνεχῶς ἐπαναλαμβάνεται καί συνεχίζεται καί παραδίδεται ἀπό γενεά σέ γενεά μέσα81

στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Μπορεῖ ὁ καθένας μας νά τήν ἔχει, ἐφ’ ὅσον ἐργασθεῖκαί κάνει ὅπως μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Εἶναι μιά ἐμπειρία, ἡ ὁποία μπορεῖ νάἐπαληθευθεῖ κάθε στιγμή ἀπό τόν καθένα μας ἐφ’ ὅσον εἶναι βαπτισμένος καί βέβαιατηρεῖ ὅσα λέει ἡ Ἐκκλησία μας.Ἡ Ἐκκλησία στήν γλώσσα της, πού εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική γλώσσα, λέγει διάστόματος τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Δέν μιλοῦμε μέ τήν ἀνθρώπινη σοφία, ἀλλά μέτήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», «…καί ὁ λόγος μου καί τό κήρυγμά μου οὐκ ἐνπειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ᾿ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καί δυνάμεως»(Α΄Κορ. 2,4). Τί ἐννοεῖ μ’ αὐτό; Γιατί ὁ Ἀπόστολος ἀντιπαρατάσσει τήν δύναμη τοῦἉγίου Πνεύματος μέ τήν σοφία τοῦ κόσμου τούτου; Διότι ὁ ἄνθρωπος, πού ἔχει γίνειναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἔχει δηλαδή ἔλθει μέσα του τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἔχεικατοικήσει μέσα στήν καρδιά του, αὐτός ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ζωντανά μέσα στήνκαρδιά του τήν δύναμη, δηλαδή τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί ἔτσι δένπείθεται ὅτι ἔχει γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό λόγια ἄλλων, οὔτε ἀπόφιλοσοφικά ἤ θεολογικά ἐπιχειρήματα ἄλλων, ἀλλά γνωρίζει ὅτι εἶναι ναός τοῦἉγίου Πνεύματος ἀπό ἄμεση καί προσωπική του ἐμπειρία· τό ζεῖ ὁ ἴδιος καί τό λέει,διότι νιώθει, ἀκούει μέσα του τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού κάνει τόν παπά καί τόν ψάλτημέσα στήν καρδιά του. Δηλαδή εἶναι ἡ συμμαρτυρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόπνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου ἐκεῖνο τό πράγμα, πού δίνει στόν ἄνθρωπο αὐτόν τήν ἀπόλυτηβεβαιότητα ὅτι ἔχει γίνει τό σῶμα του ναός τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἦλθεκαί σκήνωσε στήν καρδιά του.Αὐτήν τήν κατάσταση περιγράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λέγει: «Τό Πνεῦμα τοῦΘεοῦ κράζει μέσα στίς καρδιές μας τό ἀββᾶ ὁ πατήρ» (Γαλ. 4,6). Φωνάζει δηλαδήμέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀπευθυνόμενο πρός τόν Πατέρα καί λέγει: «Πατέρα μου»!Ἀββᾶ! Πατέρα μου»! Τό Ἅγιο Πνεῦμα προσεύχεται στόν Θεό Πατέρα καί, τό πνεῦμαμας συμμαρτυρεῖ στό Πνεῦμα τό Ἅγιο ὅτι εἴμαστε Ναός τοῦ Θεοῦ. Αὐτό λοιπόν, πούπεριγράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι μία πραγματικότητα ἤ μία φαντασιοπληξία;Πετοῦσε στά σύννεφα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν τό ἔλεγε αὐτό; Ὄχι βέβαια, ἀλλάτά ζοῦσε. Ἄν προσέξετε καλά σέ ὅσα λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό κεφ. 8 τῆς πρόςΡωμαίους ἐπιστολῆς του, θά δεῖτε ὅτι μιλάει γιά πραγματική προσευχή στήν καρδιάτοῦ ἀνθρώπου.Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πού μιλάει ἔτσι. Καί ὁ Δαυΐδ στούςΨαλμούς του μιλάει ἔτσι καί ἡ Παλαιά Διαθήκη μιλάει ἔτσι. Γι’ αὐτό βλέπουμε ἐδῶποιός ἦταν ὁ λόγος πού οἱ ἀρχαῖοι Χριστιανοί, πού προητοιμάζοντο γιά τήν νοεράπροσευχή, πρῶτα ἀποστηθίζανε ὅλο τό Ψαλτήρι. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἤξεραν ἀπ’ἔξω τούς 150 Ψαλμούς τοῦ Δαβίδ. Τό Ψαλτήρι τούς βοηθοῦσε νά ἐργασθοῦν μετάτήν νοερά προσευχή καί νά ἀκοῦν τό Ἅγιο Πνεῦμα νά προσεύχεται μέσα στήνκαρδιά τους.Αὐτήν τή μεγάλη σημασία εἶχε τό Ψαλτήρι γι’ αὐτούς· στό νά τούς βοηθήσει νάἐργασθοῦν τήν νοερά προσευχή. Δέν ξέρω πόσοι χριστιανοί σήμερα –ὄχι ξέρουν ἀπ’ἔξω- ἔχουν διαβάσει ὁλόκληρο τό Ψαλτήρι. Τά παλιά χρόνια τό διάβαζαν ἐπάνωστούς πεθαμένους πρίν τήν κηδεία. Καί σήμερα τό κάνουν.82

Ἴσως τότε νά ἦταν ἡ μόνη φορά πού διάβαζαν ὁλόκληρο τό Ψαλτήρι. Τό διάβαζε ὁπαπάς καί, ἄν εἶχε κοντά του κανένα ψάλτη, ἔβαζε καί τόν ψάλτη καί τό διάβαζε. Τάπαλιά χρόνια, γιά νά χειροτονηθεῖ κανείς Ἐπίσκοπος, ἔπρεπε νά ἀποδείξει ὅτι ἤξερεἀπ’ ἔξω τό Ψαλτήρι. Ὑπάρχει ὁ β’ Κανών τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Γιατί νά τόἔχει ἀποστηθίσει; Διότι γιά νά γίνει κανείς Ἐπίσκοπος πρέπει τουλάχιστον νά εἶναιφωτισμένος, ἄν ὄχι θεωμένος, νά ἔχει φθάσει στό τρίτο σκαλοπάτι. Ἀλλά γιά νά εἶναιθεωμένος, πρέπει νά ἔχει ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή. Γι’ αὐτό ἤθελαν νά γνωρίζουντό Ψαλτήρι, γιατί τό Ψαλτήρι εἶναι προγύμναση, προστάδιο, προϋπόθεση τῆς νοερᾶςπροσευχῆς.Στά Μοναστήρια διαβάζουν πολύ Ψαλτήρι, ἐπειδή τό Ψαλτήρι βοηθάει στήν νοεράπροσευχή. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί, ἀλλά καί σήμερα ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι, ἀντίγιά τήν εὐχή ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’, κάνουν νοερά προσευχή μέ τόΨαλτήρι. Λένε ἀπ’ ἔξω τούς Ψαλμούς. Ἀδιάλειπτα ἡ καρδιά τους ἀπαγγέλλει τόΨαλτήρι.– Γιατί ἔπρεπε νά γνωρίζει ὁ Ἐπίσκοπος τό Ψαλτήρι;Γιατί τό Ψαλτήρι εἶχε τόσο μεγάλη σημασία μέσα στήν Ἐκκλησία; Διότι τό Ψαλτήριἔχει προσευχές σχετικές μέ τήν νοερά προσευχή. Διότι ἡ νοερά προσευχή στήνἙβραϊκή παράδοση, στήν Προφητική παράδοση, ἀλλά καί στήν ἀρχαία Χριστιανικήπαράδοση, γινόταν καί μέ τούς Ψαλμούς. Γι’ αὐτόν τόν λόγο λέει ὁ ἈπόστολοςΠαῦλος «προσεύξομαι τῷ πνεύματι, προσεύξομαι καί τῷ νοΐ, ψαλῶ τῷ πνεύματι,ψαλῶ καί τῷ νοΐ» (Α΄ Κορ. 14,15). Τό πνεῦμα ἐδῶ εἶναι ἡ καρδιά καί τῷ νοΐ εἶναι ὁνοῦς. Ψαλῶ τῷ πνεύματι, ψαλῶ καί τῷ νοΐ, θά ψάλω μέ τήν καρδιά μου, θά ψάλω καίμέ τόν νοῦ μου, μέ τήν διάνοιά μου.Ὁπότε ἡ νοερά προσευχή δέν εἶναι μόνο προσευχή μέ λόγια, ἀλλά εἶναι καίψαλμωδία, ψαλμός δηλαδή. Γι’ αὐτό ἔχουμε καί δείγματα ἀπό τήν Παράδοση ὅτι ἡνοερά εὐχή γινόταν καί μέ τούς Ψαλμούς. Ἕνα ἀπό αὐτά τά παραδείγματα εἶναιἐκεῖνο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Κασσιανοῦ, ὁ ὁποῖος διδάσκει νοερά προσευχή μέΨαλμούς. Ὑπάρχουν ἀρκετές μαρτυρίες γι’ αὐτό τό πράγμα.Στό «Ρουμάνικο Γεροντικό», πού ἔγραψε ὁ π. Ἰωαννίκιος Μπάλαν, ἀναφέρεται ἡπερίπτωση ἑνός λαϊκοῦ Χριστιανοῦ, ὄχι μοναχοῦ ἤ παπά, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀδιάλειπτητήν νοερά προσευχή, ἀπαγγέλλοντας διαρκῶς Ψαλμούς.Ὁπότε χρειάζεται καμμία φιλοσοφική ἀπόδειξις γι’ αὐτά τά θέματα, ἐφ’ ὅσονἐκεῖνοι, πού πιστεύουν καί ἔχουν φθάσει σ’ αὐτήν τήν κατάσταση τῆς νοερᾶςπροσευχῆς, ἔχουν μέσα τους αὐτήν τήν ἐμπειρία; Ὅταν ἐγώ σᾶς βλέπω κι ἐσεῖς μέβλέπετε, χρειάζεται καμιά ἀπόδειξη φιλοσοφική ὅτι ὄντως σᾶς βλέπω καί μέ βλέπετε;Ἀφοῦ ἔχουμε τήν ἐμπειρία. Καί, ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐμπειρία, σέ τί χρειάζεται ἡμεταφυσική; Ἡ φιλοσοφία δηλαδή πού ἀσχολεῖται μέ τά μετά-φυσικά, μέ τάπράγματα πού δέν εἶναι στήν φύση. Αὐτή τήν λένε μεταφυσική. Εἶναι κομμάτι τῆςΦιλοσοφίας.Σέ τί χρειάζεται ἡ μεταφυσική; Σέ τί βοηθάει ἡ φιλοσοφία; Βοηθήθηκε ποτέ κανείς83

οὐσιαστικά στήν ζωή του ἀπό καμμία φιλοσοφία στό νά ἀποκτήσει αὐτήν τήνκατάσταση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, πού ἐνεργεῖ ἀδιάλειπτα μέσα στήν καρδιά, ὥστενά γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ὄχι! Ἄλλα πράγματα ὁδηγοῦν σ’ αὐτή τήννοερά προσευχή.Ὅταν κανείς δέν ἔχει τέτοια ἐμπειρία, ἀλλά θέλει νά τήν ἀποκτήσει, τότε πηγαίνεικαί διδάσκεται ἀπό τούς ἔχοντας τήν ἐμπειρία αὐτή. Ἡ ἐμπειρία αὐτή τῆς νοερᾶςπροσευχῆς εἶναι συνήθως -ἄν καί ὑπάρχουν ἐξαιρέσεις- ἀπαραίτητη προϋπόθεσις γιάνά φθάσει κάποιος στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, νά δεῖ κανείς τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, νάἀποκτήσει ἐμπειρία τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Θεοῦ.Αὐτή ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως εἶναι ἀποκλειστικά δῶρο Θεοῦ, τό ὁποῖο ὁ Θεόςχαρίζει σέ ὅποιους θέλει, ὅταν θέλει καί γιά ὅσο θέλει καί δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήνἀνθρώπινη προσπάθεια. Προϋπόθεσις ὅμως ὑπό συνήθεις συνθῆκες εἶναι τό νά ἔχεικανείς τήν νοερά προσευχή, γιά νά φθάσει σ’ αὐτή τήν κατάσταση.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης84

1.Ποιός εἶναι ὁ φωτισμένος καί ὁ θεόπνευστος 2.Περί θρησκείας 3.Περί τῶν δύο πίστεων (Πατερική Θεολογία – 7ο Μέρος)Συνεχίζουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί σήμερα ἀπό τήν Πατερική Θεολογία τοῦ π.Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδη τό θέμα τῆς ἐπιστημονικῆς μέθοδου τῆς Θεολογίας καί ποιόςεἶναι θεόπνευστος. Δηλαδή θά δοῦμε ποιά εἶναι ἡ σχέση τῆς ἐπιστήμης -ὅπως τήνξέρουμε- καί τῆς θεολογίας, καθώς ἐπίσης ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πού τόν λέμεθεόπνευστο. Τί θά πεῖ θεόπνευστος; Κάνει μιά σύγκριση ἀνάμεσα στόν ἐπιστήμονακαί τόν πιστό ἄνθρωπο, τόν θεολόγο.Ἡ θεολογία εἶναι μία θετική ἐπιστήμη καί ὄχι θεωρητική. Δέν εἶναι μία ἰδεολογία ἤἕνα φιλοσοφικό σύστημα, ὅπου κάθονται οἱ θεολόγοι, σκέπτονται κάποια πράγματα,τά συστηματοποιοῦν καί μᾶς τά δίνουν, ἀλλά εἶναι μία ἐμπειρία. Θεολόγος εἶναιαὐτός πού ἔχει δεῖ τόν Θεό, πού βλέπει τόν Θεό καί συνεπῶς ἔχει γνώση τοῦ Θεοῦκαί λόγο γιά τόν Θεό. Μπορεῖ δηλαδή νά μιλήσει γιά τόν Θεό. Ἄρα εἶναι ἕναςἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος βασίζεται σέ δεδομένα ἀντικειμενικά θά λέγαμε, ἐμπειρικά καίὄχι κατασκευάσματα τῆς διανοίας του.Τά δεδομένα αὐτά εἶναι κατ’ ἐξοχήν ὁ Θεός καί οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ἔχουμεπεῖ μποροῦμε νά μετέχουμε στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί νά γνωρίζουμε τόν Θεόμέσα ἀπό τίς ἐνέργειές Του.Ὅπως ἕνας ἐπιστήμονας, λ.χ. ἕνας ἀστροφυσικός, γνωρίζει τά ἄστρα μέσω τῶνδιαφόρων ἀστρονομικῶν ὀργάνων πού ὑπάρχουν, μπορεῖ νά ἔχει μιά ἐμπειρία τῶνἄστρων. Λέει ὁ π. Ἰωάννης: Ὅπως ὁ μαθητής πού ἐνδιαφέρεται γιά τήν ἀστρονομία,διαβάζει ἀπό τά βιβλία του γιά τά ἄστρα καί μετά παρατηρεῖ τά ἄστρα στόν οὐρανόκαί ἀργότερα, ὅταν μεγαλώσει καί ἐπιθυμήσει νά τά μελετήσει καλύτερα καί νά τάγνωρίσει ἀπό πιό κοντά, πηγαίνει στό Πανεπιστήμιο, ὁπότε τά μελετᾶ μέσα ἀπό τάτηλεσκόπια, καί βλέπει ὅσα δέν ἔβλεπε μέ γυμνό μάτι, ἔτσι γίνεται καί στήνπνευματική ζωή.Ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά ἐτοιμάσει τούς ἀνθρώπους, ὥστε νά δοῦν τήν δόξατοῦ Θεοῦ, πού θά τήν δοῦν οὕτως ἢ ἄλλως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὡς φῶς καί ὄχι ὡςφωτιά. Αὐτή εἶναι ἡ διαφορά τοῦ Παραδείσου καί τῆς κολάσεως. Μετά θάνατον,κατά τήν Δευτέρα Παρουσία ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, δίκαιοι καί ἄδικοι, καλοί καί κακοί,θά δοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Θά δοῦν τό φῶς τοῦ Θεοῦ, τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποίαφανερώθηκε στήν Μεταμόρφωση. Ἔλαμψε τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὅπως ὁ ἥλιος,85

τά δέ ἱμάτιά Του ἔγιναν λευκά ὅπως τό φῶς.Βέβαια τό πῶς θά δοῦμε τόν Θεό στήν Δευτέρα Του Παρουσία θά ἐξαρτηθεῖ ἀπό τόπῶς θά ἔχουμε ζήσει σ’ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή. Ἄν ζήσαμε σωστά καί ἐν μετανοία θά Τόνδοῦμε -τήν δόξα τοῦ Θεοῦ- ὡς Φῶς γλυκύτατο, χωρίς ὅμως νά δοῦμε καί τήν οὐσίαΤου, διότι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπρόσιτη. Ἐκεῖ πού μετέχει ὁ ἄνθρωπος εἶναι οἱἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί κατ’ ἐξοχήν τό φῶς τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος δένἔχει μετανοήσει, θά δεῖ τόν Θεό ὡς φωτιά καί ὄχι ὡς Φῶς.Ἔτσι λοιπόν ἕνας Χριστιανός πού θέλει νά δεῖ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, καί μία πρόγευσηαὐτῆς τῆς δόξας τήν ἔχει ὁ Χριστιανός ἀπό αὐτή τήν ζωή, ἐφ΄ ὅσον κάνει αὐτά πούλέει ὁ Χριστός, θά πρέπει νά περάσει μέσα ἀπό ὁρισμένα στάδια ἐμπειριῶν καίπνευματικῶν ἀναβάσεων. Ὅπως ὁ μαθητής γιά νά φθάσει νά γίνει ἀστροφυσικόςἐπιστήμονας, περνᾶ ἀπό διάφορα σχολεῖα, ἀπό τό Δημοτικό, τό Γυμνάσιο-Λύκειο, τόΠανεπιστήμιο καί πρέπει νά ἔχει ἐμπειρίες σχετικές μέ αὐτά πού τόν ἐνδιαφέρουν.Τά στάδια αὐτά, ὅπως ἔχουμε πεῖ, διακρίνονται στήν κάθαρση, στόν φωτισμό καίστήν θέωση, γιά νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὡς Φῶς. Ἡπλήρης κατάστασις φωτισμοῦ ἐπέρχεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀποκτήσει τήν ἀδιάλειπτηνοερά προσευχή.Σέ προηγούμενη σύναξη τέθηκε τό ἐρώτημα τί εἶναι φωτισμός; Φωτισμός εἶναι ὅτανὁ ἄνθρωπος προσεύχεται μέσα στήν καρδία του καί μάλιστα στήν τέλεια μορφήπροσεύχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἔχει συνεχή ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή. Ἀκούειαὐτή τήν προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδία του. Καί τότε γίνεταιστήν κυριολεξία ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.Λέμε βέβαια ὅτι μέ τό Βάπτισμα γινόμαστε ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πράγματιγινόμαστε. Παίρνουμε τήν δυνατότητα νά γίνουμε ναός, ἀλλά στήν κυριολεξίαγινόμαστε, ὅταν φθάσουμε σ’ αὐτή τήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ. Ἐκείνη τή στιγμήπού βαπτίζεται τό βρέφος εἶναι σέ κατάσταση φωτισμοῦ καί θεώσεως, ἀλλάδυστυχῶς ἀμέσως μετά ἀπενεργοποιεῖται ἡ χάρις, ὅπως λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος,λόγω τῆς ἐκβολῆς τῆς κενοδοξίας τῶν γονέων στό παιδί. Αὐτό ὁ π. Παΐσιος τό ἔλεγεμπάζωμα. Μπαζώνουν οἱ γονεῖς τό μικρό παιδί, τό βρέφος, μέ τά ἀπόβλητα τῆςκενοδοξίας τους.Τό μωρό δέν ἔχει βεβαίως ἁμαρτίες διότι δέν ἔχει ἀκόμη συνείδηση, δέν ἔχει τήνἐλεύθερη βούληση καί τόν νοῦ ἀνεπτυγμένο, ὥστε νά ἔχει ἐπίγνωση τῶν πράξεώντου, δέχεται ὅμως αὐτό τό μπάζωμα ἀπό τούς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι κατά κάποιο τρόποἀκτινοβολοῦν καί φορτίζουν τό παιδί ἀρνητικά. Ὁπότε τό παιδί, ὅταν μεγαλώνονταςἀποκτήσει τήν δυνατότητα νά ἐκφραστεῖ, νά σκέπτεται, νά ἐνεργεῖ ἐλεύθερα, θάβγάλει ἀπό μέσα του ὅ,τι κακό ἔχει συσσωρευτεῖ ἀπό τούς γονεῖς καί θά δουλέψειπάλι κι αὐτό στήν κενοδοξία. Αὐτό ὅλο βέβαια, σκοτεινιάζει τόν νοῦ τοῦ βρέφους,86

αὐτό τό μπάζωμα, καί δέν ἐνεργεῖ πλέον αὐτή ἡ κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ καί τῆςθεώσεως μέσα στήν καρδία του. Θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ξαναφωτισθεῖ βγάζονταςτά μπάζα καί ἐνεργοποιώντας αὐτή τήν δυνατότητα πού πῆρε στό Ἅγιο Βάπτισματοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως.Ἑπομένως ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάσει στόν φωτισμό μετά τήν κάθαρση, μετά τήνκαθυπόταξη δηλαδή τῶν παθῶν, τήν ἀποβολή τῶν παθῶν ἀπό τήν ψυχή, τήνκάθαρση ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη, φθάσει στόν φωτισμό καί στήν πλήρηκατάσταση τοῦ φωτισμοῦ -γιατί καί στόν φωτισμό ἔχουμε στάδια- ὁ ἄνθρωποςἀποκτᾶ τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, πού ἐνεργεῖ μέσα στήν καρδία του. Αὐτός ὁἄνθρωπος εἶναι στήν κυριολεξία ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.Στήν ἐπιστήμη, στήν ὁποιαδήποτε θετική ἐπιστήμη, δέν ὑπάρχει κάποια ἀντίστοιχηκατάσταση φωτισμοῦ, δηλαδή σάν ἰδιαίτερη καθοριστική ἐμπειρία. Μόνο ἡἀντίστοιχη κατάσταση τῆς θεώσεως ὑπάρχει στίς θετικές ἐπιστῆμες, τηρουμένωνβέβαια τῶν ἀναλογιῶν. Ὅπως δηλαδή ὁ θεούμενος, δηλαδή ἐκεῖνος πού βρίσκεται σέκατάσταση θεώσεως, βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καί ὁ ἐπιστήμονας βλέπει τόποθούμενο ἀντικείμενο, τό πρός παρατήρηση καί μελέτη μέσα ἀπό τά κατάλληλαὄργανα τῆς ἐπιστήμης του (π.χ. τηλεσκόπιο, μικροσκόπιο κ.λ.π.). Δηλαδή, μόλιςκαταπιαστεῖ κανείς μέ μία φυσική ἐπιστήμη, φθάνει ἀμέσως στήν ὅραση τοῦἀντικειμένου τῆς γνώσεώς του καί ἔρχεται μ’ αὐτό σέ ἄμεση ἐπαφή. Καί αὐτό θάλέγαμε κατά κάποιο τρόπο εἶναι γιά τόν ἐπιστήμονα κάτι ἀντίστοιχο μέ τήν θέωσηγιά τόν πιστό. Ἡ θέωση εἶναι ὁ τελικός στόχος. Γιά τόν ἐπιστήμονα ὁ τελικός στόχοςεἶναι νά δεῖ, νά μελετήσει μέ τά κατάλληλα ὄργανα αὐτό πού τόν ἐνδιαφέρει.Οἱ ἐπιστήμονες ἐμπνέονται ἀπό αὐτά πού παρατηροῦν. Ἔχουν μία ἔμπνευση,χαίρονται καί ὁπωσδήποτε ἐπηρεάζονται καί μποροῦν καί νά διατυπώσουν, νάκάνουν μελέτες καί θεωρίες ἐπάνω σέ αὐτά πού βλέπουν. Ὁ βιολόγος ἀπό τά ζῶα καίφυτά πού παρατηρεῖ, ὁ μικροβιολόγος ἀπό τά μικρόβια πού βλέπει στό μικροσκόπιοκ.λ.π. Ὁπότε ὁ μικροβιολόγος εἶναι, ἄς ποῦμε, μικροβιόπνευστος, ὁ ἀστρονόμοςἀστρόπνευστος κ.λ.π. Ἐμπνέονται δηλαδή ὁ καθένας ἀπό τό ἀντικείμενο τῆς μελέτηςτου. Ὁπότε ὁ θεολόγος -ὄχι ἐκεῖνος πού παίρνει ἕνα πτυχίο θεολογίας, ἀλλά ἐκεῖνοςπού ἀξιώνεται νά δεῖ τόν Θεό- τί πρέπει νά εἶναι κατά ἀντιστοιχίαν; Βέβαιαθεόπνευστος. Καί ποιός εἶναι ὁ θεόπνευστος; Εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος εἶδε τόν Θεόν.Μετά ἐκεῖνος πού φθάνει στήν φώτιση γιατί λέγεται φωτισμένος; Διότι ἔχει τόΠνεῦμα τό Ἅγιο μέσα του, πού τόν διδάσκει. Καί πῶς τόν διδάσκει; Μέ τήν νοεράπροσευχή. Προσεύχεται δηλαδή τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέσα στήν καρδιά του καί ἔτσιτόν διδάσκει, τόν πληροφορεῖ δηλαδή σέ ὅ,τι χρειάζεται νά κάνει ἤ νά πεῖ. Γι’ αὐτόβλέπουμε οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ δέν σκέπτονται. Τούς ρωτᾶς: ‘’Πῶς τό εἶπες αὐτό;’’.‘’Ὅπως μοῦ ἦλθε’’, σοῦ λέει. Πῶς τοῦ ἦλθε; Ποιός τοῦ τό δίνει νά τό πεῖ ἤ νά τόκάνει; Τό Ἅγιο Πνεῦμα τό ὁποῖο προσεύχεται μέσα στήν καρδία αὐτῶν τῶνἀνθρώπων ἀδιάλειπτα καί τούς φωτίζει. Αὐτούς τούς λέμε φωτισμένους.87

Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος πληροφορεῖται κάθε στιγμή, ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦγιά ὁ,τιδήποτε, ὅταν μέσα του ἐνεργεῖ ἡ ἀδιάλειπτος προσευχή. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁἍγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ: ὅταν μιλῶ χωρίς νά προσεύχομαι, γίνονται λάθη. ΟἱἍγιοι δέν εἶναι ἀλάνθαστοι. Ὅταν δέν προσεύχονται ἐσωτερικά στήν καρδία τους ἤγιά κάποιο λόγο σταματήσει αὐτή ἡ λειτουργία πού ἔχουν μέσα τους -φυσικάσταματάει ἀπό ἁμαρτίες, ἀπό ἀμέλεια, ἀπροσεξία κτλ- τότε, λέει, γίνονται λάθη,γιατί μιλοῦν μέ τήν διάνοια καί ὄχι μέ τήν καρδία. Δέν φωτίζονται ἀπό τό ἍγιοΠνεῦμα, ἀλλά σκέπτονται μέ τήν λογική καί ὁ ἄνθρωπος πολλές φορές σφάλλει, ὅτανβασίζεται στήν λογική του.Ἕνας λοιπόν φωτισμένος -πού σημαίνει ὅτι ἔχει ἀδιάλειπτη προσευχή μέσα στήνκαρδιά του- ξέρει κάθε στιγμή ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτός διδάσκεται ἀπότό Ἅγιο Πνεῦμα τί νά κάνει ἤ νά μήν κάνει, τί νά πεῖ ἤ νά μήν πεῖ. Ὁπότε ὁ δάσκαλόςτου, τῆς προσευχῆς, καί τῆς ζωῆς του εἶναι τό ἴδιο τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Δηλαδή στήνΘεολογία ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἶναι καί τό ἀντικείμενο τῆς γνωστικῆς προσπάθειας τοῦἀνθρώπου, ἀλλά καί ὁ δάσκαλος τοῦ ἀνθρώπου, πού τόν ὁδηγεῖ πρός αὐτήν τήνγνώση, τήν γνώση δηλαδή τοῦ Θεοῦ, πού δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ θέα τοῦἀκτίστου Φωτός.Ὅπως εἴπαμε ὁ Θεός εἶναι Φῶς καί ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ θέα τοῦ Φωτός αὐτοῦ.Ἑπομένως, ποιά εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ καί ἀπό ποῦ μαθαίνουμεγιά τόν Θεό; Ἡ ἀπάντηση, καί στό σχολεῖο ἀκόμα, ἦταν ὅτι εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡἱερά Παράδοσις. Αὐτό τό λένε οἱ Παπικοί. Εἶναι ὅμως σωστό αὐτό; Ποιά εἶναι ἡπηγή τῆς ἀποκαλύψεως; Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Δέν εἶναι ἕνα βιβλίο. Δέν εἶναι ἡ ἉγίαΓραφή, οὔτε ἡ Ἱερά Παράδοσις. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἡ ζωντανή παράδοση, ὅπως τόλέγαμε κι ἄλλη φορά, εἶναι αὐτή ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐμπειρική γνῶσις τοῦ Θεοῦ, ἡθέα δηλαδή τοῦ ἀκτίστου Φωτός. Αὐτή ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πηγή τῆςἀποκάλυψης, ὁ ἴδιος ὁ Θεός πού μᾶς ἀποκαλύπτεται καί μᾶς γνωρίζεται. Βέβαια ἕναςτέτοιος ἄνθρωπος τότε δέν εἶναι θρῆσκος ἄνθρωπος, ἀλλά ἕνας ἐπιστήμονας, θάλέγαμε, θεολόγος. Καί ὅπως ἕνας ἀστρονόμος ἔχει ἀντικείμενο μελέτης τά ἀστέρια,ἔτσι καί ὁ ἐπιστήμονας θεολόγος, ὁ ἀληθινά ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἔχει ὡς ἀντικείμενομελέτης τόν ἴδιο τόν Θεό, τόν ὁποῖον γνωρίζει ὅλο καί περισσότερο. Καί ἡ γνῶσιςτοῦ Θεοῦ δέν ἔχει τέλος, γιατί καί ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν ἔχει τέλος.Ἐπίσης στίς θετικές ἐπιστῆμες γιά νά φθάσει ἕνας φοιτητής ἐκεῖ πού θά φθάσει, δένθά πρέπει νά διδαχθεῖ ἀπό κάποιον τήν ἐπιστήμη του; Μόνο ἀπό τά βιβλία θάδιδαχθεῖ ἤ καί ἀπό ζωντανούς καί σωστούς ἐπιστήμονες; Θά πρέπει βέβαια νάδιδαχθεῖ καί ἀπό σωστούς ἐπιστήμονες. Θά πρέπει νά πάει σέ Πανεπιστήμιο καί νάπροσκολληθεῖ σέ ἕναν καθηγητή, πού γνωρίζει τό ἀντικείμενο τῆς γνώσεως πούἐνδιαφέρει τόν φοιτητή, ὅπως καί νά ἀποκτήσει μία πεποίθηση ὅτι πράγματι ὁκαθηγητής του ξέρει ἀρκετά πράγματα γι’ αὐτό πού θέλει ὁ ἴδιος νά μάθει. Βέβαια ὁφοιτητής γνωρίζει ὅτι ὁ καθηγητής του δέν τά ξέρει ὅλα. Αὐτό τό μαθαίνει ἀπό τόνἴδιο τόν καθηγητή του, ὁ ὁποῖος, ἄν εἶναι συνεπής καί ἔντιμος, θά πρέπει νά88

ἀποκαλύψει στόν φοιτητή του μέ σαφήνεια τί γνωρίζει καί τί δέν γνωρίζει ἐπάνωστήν ἐπιστήμη του. Ὁπότε ὁ φοιτητής μαθαίνει ἀπό τόν καθηγητή του, τί δέν εἶναιγνωστό ἀκόμη, καθώς καί τί εἶναι γνωστό ἐπάνω στήν ἐπιστήμη πού ἐπέλεξε.Οἱ ἴδιοι οἱ ἐπιστήμονες ὁμολογοῦν ὅτι αὐτά πού ξέρουν σέ σχέση μέ αὐτά πού δένξέρουν εἶναι περίπου 3%-4%, ἄν θυμᾶμαι καλά τό ποσοστό. Ἐλάχιστα πάντως.Μαθαίνει ἐπίσης καί τήν μέθοδο ἤ τίς μεθόδους ἀποκτήσεως τῆς γνώσεως, δηλαδήτήν μέθοδο ἐρεύνης, καθώς καί πῶς νά διακρίνει μεταξύ γνωστῶν καί ἀγνώστων, ὡςκαί χρησίμων καί ἀχρήστων γνώσεων, καθώς καί πῶς νά διευρύνει τό ἀντικείμενοτῆς μελέτης καί γνώσεώς του μέ περαιτέρω ἔρευνα. Ὅταν λοιπόν ὁ καθηγητής τουεἶναι εἰλικρινέστατος καί τόν ἐνημερώνει γιά τό τί γνωρίζει καί τί δέν γνωρίζει καίτοῦ διδάσκει τήν μέθοδο ἐρεύνης, τότε ὁ φοιτητής μπορεῖ καί ἐξελίσσεται σιγά-σιγάκαί ὁ ἴδιος σέ εἰδικό, ὅπως ὁ καθηγητής του, ἐπάνω στήν ἐπιστήμη του.Θά ἀναρωτηθεῖ κανείς γιατί τά λέει αὐτά; Γιατί κάτι ἀντίστοιχο συμβαίνει καί στήνπνευματική ζωή, τήν πνευματική ἐπιστήμη. Δέν πᾶς σέ ἕνα βιβλίο γιά νά μάθειςθεολογία. Ἀλλά προσκολλᾶσαι σέ ἕναν ζωντανό φορέα, ὁ ὁποῖος ἔχει γνώσειςπνευματικές καί στίς μεταδίδει.Ἀπό ὅλα αὐτά βλέπει κανείς ὅτι ἡ ἐμπειρική μέθοδος ἐκμαθήσεως μιᾶς ἐπιστήμης,ὅσον ἀφορᾶ στά οὐσιώδη θέματα μεθοδολογίας, ἀνταποκρίνεται πλήρως στήνΠατερική μέθοδο θεογνωσίας, δηλαδή θεολογίας. Δηλαδή ὑπάρχει ἀντίστοιχα ἡἐμπειρία καί ἡ μέθοδος τῆς ἐπιστήμης καί στή θεολογία. Ἐπίσης ὅτι ὁ φωτισμός εἶναιμία ἐμπειρική κατάστασις, ὅπως καί ἡ θέωσις εἶναι ἐπίσης μία ἐμπειρική κατάστασις,πού δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ μεταφυσική, δηλαδή μέ φιλοσοφικό στοχασμό.Λέγαμε ὅτι ἡ μεταφυσική εἶναι ὁ κλάδος τῆς φιλοσοφίας πού ἀσχολεῖται μέ τάπράγματα πού εἶναι μετά τά φυσικά, γι’ αὐτό καί λέγεται μεταφυσική. Ἀλλά πάλιεἶναι στοχασμός, δέν βασίζεται πάνω σέ ἐμπειρία, σέ δεδομένα ἐμπειρικά. Ἡθεολογία δέν εἶναι αὐτό τό πράγμα. Δέν εἶναι μεταφυσική δηλαδή, ἀλλά εἶναιἐμπειρία. Ὁ φωτισμός εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς ἀδιάλειπτης νοερᾶς προσευχῆς μέσα στήνκαρδιά. Αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἡ καρδιά του συνεχῶς προσεύχεται καί τό ἍγιοΠνεῦμα πού εἶναι ἐκεῖ μέσα προσεύχεται.Ἡ δέ μύησις στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ, ὅσον ἀφορᾶ στήν μεθοδολογία, δένδιαφέρει ἀπό τήν ἀντίστοιχη μύηση τῶν φοιτητῶν σέ ὁποιαδήποτε ἀπό τίς θετικέςἐπιστῆμες. Γιά νά φθάσει κανείς στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ, θά πρέπει νά πάεινά προσκολληθεῖ σέ ἕναν πνευματικό πατέρα, ὁ ὁποῖος ἔχει ἤδη φθάσει στήνκατάσταση αὐτή καί ὁ ὁποῖος θά εἶναι διατεθειμένος νά τόν διδάξει τήν μέθοδο τῆςθεογνωσίας καί νά τόν βοηθήσει στήν πνευματική του ἀνάβαση. Ἔτσικαταλαβαίνουμε αὐτή τήν ἀντιστοιχία τῆς θεολογίας καί ὁποιασδήποτε ἄλληςἐμπειρικῆς ἐπιστήμης.Τό ἐρώτημα τώρα εἶναι: Ἡ θρησκεία ταυτίζεται μέ μία διδασκαλία περί τῆςἀθανασίας τῆς ψυχῆς, καθώς καί μέ μία διδασκαλία περί ὑπάρξεως Θεοῦ γιά τήν89

μέλλουσα ζωή;Δηλαδή ἡ θρησκεία εἶναι μία διδασκαλία; Ὅλες οἱ θρησκεῖες οὐσιαστικά εἶναι τόἴδιο πράγμα, διδασκαλίες. Ἀλλά ἐδῶ εἶναι ἡ διαφορά μέ τήν Ὀρθοδοξία. ἩὈρθοδοξία δέν εἶναι μία θρησκεία, δέν εἶναι μία διδασκαλία, μία θεωρία ἁπλῶς γιάτήν μέλλουσα ζωή ἤ τό πῶς ὁ ἄνθρωπος θά εἶναι εὐδαίμων ἤ θά περάσει καλά μετάθάνατον. Ἀλλά εἶναι μία ἐμπειρία, ἡ ὁποία ξεκινᾶ ἀπό αὐτή τή ζωή καί εἶναι ἡἐμπειρία τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὁπότε ἔχεις στέρεα θεμέλια.Ἐνῶ οἱ θρησκεῖες δέν ἔχουν στέρεα θεμέλια, γι’ αὐτό καί πολλοί ἄνθρωποι σήμεραδέν θρησκεύουν, γιατί τά θεμέλια τῆς θρησκείας εἶναι οὐσιαστικά ριζωμένα στήνἐπιθυμία πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος γιά εὐδαιμονία, δηλαδή στήν φιλαυτία, στό πάθοςαὐτό τῆς φιλαυτίας. Ὁ ἄνθρωπος νοιώθει τήν ψυχολογική ἀνάγκη νά ὑπάρχεικάποιος Θεός ὁ ὁποῖος θά τόν δικαιώσει στήν ἄλλη ζωή, ἐπειδή εἶναι ἀδικημένος σ’αὐτήν ἐδῶ τή ζωή. Πιστεύει σέ ἕναν τέτοιο Θεό κι ἀρχίζει νά θρησκεύει.Δυστυχῶς αὐτό τό φαινόμενο τό βλέπουμε καί στήν Ὀρθοδοξία. Βλέπουν τήνὈρθοδοξία σάν μιά θρησκεία χωρίς δηλαδή νά ἀναζητοῦν τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ,ὅπως λέει καί ὁ π. Ἰωάννης. Πόσοι ἀπό τούς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες καί γενικά ἀπόὅλους τούς Ὀρθοδόξους, ἄς ἀφήσουμε τούς ἄλλους τούς ἐκτός, ζητοῦν νά δοῦν τόνἴδιο τόν Θεό; Νά γνωρίσουν τόν Θεό; Ἤ πηγαίνουν ἀπό μία ψυχολογική ἀνάγκη νάἔχουν μία δικαίωση μετά τόν θάνατο ἤ τέλος πάντων γιά μιά καλή ζωή μετάθάνατον;Γι’ αὐτό πολλοί στήν Εὐρώπη πού διδάσκονται αὐτά τά πράγματα, στόν Παπισμόκ.λ.π. ἔχουν καταλήξει στόν ἀγνωστικισμό. Τώρα καί ἡ ψυχολογία καί οἱ διάφορεςἐπιστῆμες λένε ὅτι ἡ θρησκεία εἶναι δημιούργημα τοῦ ἀνθρώπου διότι ἔχει αὐτή τήνψυχολογική ἀνάγκη μέσα του στό νά ἔχει κάποιον προστάτη, κάποιον πού θά τοῦἐξασφαλίσει μιά εὐδαιμονία μετά θάνατον. Ὁπότε ἔχουν κλονίσει αὐτά τάψυχολογικά θεμέλια τῆς θρησκείας.Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως ἡ ἀληθινή ἔχει καμία σχέση μέ ὅλα αὐτά; Ὄχι, βέβαια! ἩὈρθοδοξία δέν εἶναι θρησκεία. Δέν ἔχει σκοπό νά ἱκανοποιήσει αὐτή τήν τάση γιάεὐδαιμονία τοῦ ἀνθρώπου ἤ νά καλύψει τίς ψυχολογικές του ἀνάγκες. Εἶναι ἡἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ, εἶναι οὐσιαστικά ὁ ἴδιος ὁ Θεόςπού ἐνεργεῖ καί τώρα καί ὁ Ὁποῖος δέν ἐξασφαλίζει μία μετά θάνατον εὐδαιμονίαστόν ἄνθρωπο μόνο, ἀλλά κυρίως ἐξασφαλίζει ἐδῶ καί τώρα στή γῆ τήν εὐδαιμονίακαί τήν μακαριότητα μέσω τῆς ἕνωσης μέ τόν Θεό. Διότι ἐδῶ πρέπει νά βρεῖ ὁἄνθρωπος τήν μακαριότητα. Μᾶς τό λέει ξεκάθαρα ἡ πίστη μας ὅτι ἐν τῷ ἅδῃ οὐκἔστι μετάνοια. Νά μήν περιμένουμε, ἐάν δέν βροῦμε ἐδῶ τόν Θεό, τό φῶς τοῦ Θεοῦ,νά τό βροῦμε μετά θάνατον. Ἐδῶ πρέπει ν’ ἀλλάξουμε, νά μετανοήσουμε γιατί στόνἍδη δέν ὑπάρχει μετάνοια. Μετά τόν θάνατον δέν μποροῦμε νά ἀλλάξουμε, νάμετανοήσουμε.Οἱ Νεοέλληνες θεολόγοι ὅμως ἀκολουθώντας τόν δάσκαλό τους, τόν Ἀδαμάντιο90

Κοραή, ἔχουν μία μεταφυσική ἀντίληψη περί τοῦ θέματος αὐτοῦ. Εἴπαμε σχετικά μέτή μεταφυσική, ὅτι εἶναι μία φιλοσοφία: ναί, χρειάζεται καί ἡ θρησκεία γιατίὑπάρχουν κάποιοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι εἶναι εὐαίσθητοι καί ἔχουν ψυχολογικέςἀνάγκες, ὁπότε πηγαίνοντας στήν Ἐκκλησία καλύπτουν αὐτές τίς ἀνάγκες τους.Πρέπει ἐπίσης νά ὑπάρχει καί δικαιοσύνη καί ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι δέν τήν βρῆκαν σ’αὐτή τή ζωή, νά τήν βροῦν τουλάχιστον στήν ἄλλη ζωή. Ἡ θρησκεία αὐτά λέει,ὁπότε τήν ἀκολουθοῦν καί καλύπτονται ψυχολογικά. Δυστυχῶς καί οἱ Ὀρθοδοξίαγίνεται πολλές φορές φιλοσοφία ἀντί νά εἶναι μία ἐμπειρία καί μία ἐμπειρικήἐπιστήμη, πού ὁ ἄνθρωπος βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί θεᾶται τό ἄκτιστο Φῶς.Ἔχουν ἀντιγράψει τήν μεθοδολογία τῶν Λατίνων καί τῶν Προτεσταντῶν αὐτοί οἱΝεοέλληνες διαφωτιστές καί ἔχουν ἀποκλίνει τελείως ἀπό τήν Πατερική παράδοσητῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ μέθοδος τῶν Λατίνων καί τῶν Προτεσταντῶν εἶναι ἡ ἐγκεφαλικήμέθοδος. Αὐτό ἔλεγε καί ὁ Βαρλαάμ -ὅταν ἦλθε στήν Ἑλλάδα καί τόν ἀντιμετώπισετότε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς- ὅτι μέ συλλογισμούς, μέ τήν διάνοια ὁἄνθρωπος φθάνει νά γνωρίσει τόν Θεό. Εἶναι λάθος αὐτό. Ὁ Θεός δέν γνωρίζεται μέτήν λογική, οὔτε μέ τίς ἐπιστῆμες, οὔτε μέ τήν φιλοσοφία, οὔτε μέ τόν στοχασμό,ἀλλά γνωρίζεται μέ τήν καθαρή καρδιά. Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, δένχρειάζεται νά σπουδάσεις φιλοσοφία, Ἀριστοτέλη, γιά νά γνωρίσεις τόν Θεό, ἀλλάνά καθαρίσεις τήν καρδιά σου. Τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Θεός: «μακάριοι οἱ καθαροί τῇκαρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ. 5,8). Ὅταν καθαρισθεῖ ἡ καρδιά, εἶναιτό πρῶτο στάδιο πού εἴπαμε ἡ κάθαρση, μετά ἔρχεται ὁ φωτισμός. Ὁ φωτισμένοςἄνθρωπος βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, βλέπει τόν ἴδιο τόν Θεό. Αὐτός ὁ ἄνθρωποςεἶναι ἀληθινά ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.Στόν ἄνθρωπο ὑπάρχουν δύο πίστεις. Ἡ μία πίστις εἶναι ἡ ἐγκεφαλική, εἶναι ἡλογική, εἶναι ἡ πίστις τῆς ἀποδοχῆς. Ὁ ἄνθρωπος ἐδῶ ἀποδέχεται κάτι λογικά καίπιστεύει σ’ αὐτό πού ἀποδέχεται. Ἀφοῦ τό λέει ἡ λογική του, τό ἀποδέχεται. Αὐτήὅμως δέν εἶναι ἡ πίστις πού δικαιώνει τόν ἄνθρωπο, γιά τήν ὁποία μιλάει ὁἈπόστολος Παῦλος ὅτι ἐκ πίστεως δικαιοῦται ὁ ἄνθρωπος. Δέν ἐννοεῖ αὐτή τήνπίστη.Ὅταν ἡ Ἁγία Γραφή λέγει ὅτι ὁ ἄνθρωπος διά μόνης τῆς πίστεως σώζεται (Ἐφ. 2,8),δέν ἐννοεῖ ἁπλῶς τήν πίστη τῆς ἀποδοχῆς, ἁπλῶς νά δεχθεῖς λογικά ὅτι ὑπάρχειΘεός. Πρέπει νά ὑπάρχει Θεός, ἀλλά ἐννοεῖ τήν καρδιακή πίστη. Ἡ ἄλλη πίστις εἶναιἡ καρδιακή πίστις, ἡ πίστις τῆς καρδιᾶς. Καί ὅτι διότι δέν ὑπάρχει ἡ πίστις αὐτή στήνλογική, δηλαδή στήν διάνοια, ἀλλά στόν χῶρο τῆς καρδιᾶς. Καί εἴπαμε διά μέσω τῆςκαρδίας καί τοῦ νοῦ ὁ ἄνθρωπος βλέπει τόν Θεό.Αὐτή ἡ πίστις τῆς καρδίας εἶναι δῶρο Θεοῦ, δηλαδή δέν θά τήν λάβει ὁ ἄνθρωπος, ἄνδέν θελήσει ὁ Θεός νά τοῦ τήν χαρίσει, καί ὀνομάζεται ἐνδιάθετος πίστις. Θά πεῖκανείς: - Ὁ Θεός κάνει διακρίσεις; Δέν τήν δίνει σέ ὅλους; Τήν δίνει σέ αὐτούς πούθέλουν. Σέ αὐτούς πού πραγματικά τήν θέλουν, χωρίς νά ἀναγκάζει ἤ νά ἐκβιάζεικανέναν νά πιστέψει σέ Αὐτόν.91

Αὐτήν τήν πίστη τῆς καρδίας, τήν ἐνδιάθετο πίστη, παρακάλεσε ὁ πατέρας τοῦσεληνιαζομένου νέου στό Εὐαγγέλιο τόν Χριστό νά τοῦ χαρίσει, λέγοντας: «Κύριε,βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» (Μάρκ. 9,24). «Βοήθησέ με στήν ἀπιστία μου. Δῶσε μουαὐτή τήν πίστη». Εἶχε πάει τό ἄρρωστο παιδί του στόν Χριστό καί στούςἈποστόλους, ἀλλά ἀμφέβαλλε. Εἶχε μία λογική ἀποδοχή ὄτι κάτι μπορεῖ νά γίνει, δένἦταν μέ αὐτή τήν ἐνδιάθετο, τήν δυνατή, τήν ζωντανή πίστη στήν καρδιά του. Γι’αὐτό εἶπε στόν Χριστό: «Ἐάν μπορεῖς νά κάνεις κάτι, κάνε το. Εἶπα στούς μαθητέςσου καί δέν ἔκαναν τίποτα». Σχεδόν ἀπογοητευμένος, ἄπιστος ἤ ἔστω ὀλιγόπιστος. ὉΧριστός τόν ἤλεγξε λέγοντας: «Ἄν μπορεῖς ἐσύ νά πιστέψεις, τότε ὅλα εἶναιδυνατά». Καί εἶπε τότε: «Δῶσε μου αὐτή τήν πίστη». Αὐτός βέβαια πίστευε λογικά·δέν εἶχε ὅμως τήν βαθειά, τήν ἐνδιάθετο πίστη, πού εἶναι δῶρο Θεοῦ καί δίνεταιὅπως εἴπαμε σ’ αὐτούς πού θέλουν καί τήν ζητοῦν. Ἡ ἐνδιάθετος πίστις ὅμωςπροέρχεται ἀπό ἐμπειρία Χάριτος. Καί, ἀφοῦ εἶναι ἐμπειρία Χάριτος, τί μπορεῖ νάεἶναι γιά τόν Ὀρθόδοξο ἡ ἐνδιάθετος πίστις; Εἶναι ἡ νοερά προσευχή. Αἰσθάνεταιδηλαδή ὁ ἄνθρωπος μέσα στήν καρδία του τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή. Αὐτήεἶναι ἡ ἐνδιάθετος πίστις.Ὁπότε, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν νοερά εὐχή μέσα στήν καρδιά του, πού εἶναι ἡπροσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τότε ἔχει καί τήν ἐνδιάθετο πίστη καί διά τῆςπίστεως μέσω τῆς προσευχῆς βλέπει ἀόρατα πράγματα. Γι’ αὐτό καί ὅταν συμβαίνειτέτοιου εἴδους ὅρασις, λέγεται θεωρία. Θεωρία σημαίνει ὅρασις. Σημαίνει θεοπτία.Μέσα ἀπό τήν θεωρία βλέπει ὁ ἄνθρωπος τά ἀόρατα, τά πνευματικά. Ἡ ὅρασις αὐτήγίνεται γενικά μέ δύο τρόπους: Ἤ μέ τήν εὐχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήνκαρδιά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει φθάσει ἀκόμη στήν θέωση, ὁπότε μπορεῖ καίβλέπει, μέσω ὅμως τῆς προσευχῆς, ὁ ἕνας τρόπος εἶναι αὐτός ἤ -ὁ δεύτερος τρόπος-βλέπει μέ τήν θέωση, κατά τήν ὁποία καταργεῖται αὐτή ἡ ἐνδιάθετος πίστις, καθώςκαί ἡ ἐλπίς καί μένει μόνον ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεόν ὡς δῶρο Θεοῦ.Αὐτό ἐξ ἄλλου ἐννοεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λέγει: «ὅταν δέ ἔλθη τό τέλειον,τότε τό ἐκ μέρους καταργηθήσεται» (Α΄Κορ. 13,10). Τό τέλειο εἶναι ἡ θέωση. Ὅτανἔλθει τό τέλειον, ἡ θέωση, βλέπεις πλέον τόν Θεό καθαρά, τό Φῶς τοῦ Θεοῦ. Τότεδέν χρειάζεται νά πιστεύεις, καταργεῖται ἡ πίστις. Καταργεῖται καί ἡ ἐλπίδα, ἡ ἐλπίδαεἶναι πάλι νά δεῖς τόν Θεό. Ἀφοῦ τόν βλέπεις, δέν χρειάζεται οὔτε ἡ πίστη, οὔτε ἡἐλπίδα καί μένει μόνο ἡ ἀγάπη. Ἀλλά μέχρι νά φθάσεις στόν φωτισμό, χρειάζεται ἡἀδιάλειπτη προσευχή, ἡ ὁποία πάει μαζί μέ τήν ἐνδιάθετο πίστη.Ὅταν προσεύχεται φανερώνει ὁ ἄνθρωπος ὅτι πιστεύει στόν Θεό. Γιατί τί εἶπε ὁΘεός; Πότε Μέ ἀγαπᾶτε καί μέ πιστεύετε; Ὅταν τηρεῖτε αὐτά πού σᾶς λέω. Καί ποιάεἶναι ἡ πρώτη ἐντολή πού μᾶς εἶπε; Νά Τόν ἀγαπᾶμε ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, καρδίας καίδιανοίας (Ματθ. 22,37).Νά Τόν σκεπτόμαστε δηλαδή καί νά προσευχόμαστε συνέχεια. Ἔτσι φανερώνει ὁἄνθρωπος ὅτι πιστεύει στόν Θεό, ὅτι ἐμπιστεύεται τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί τά τηρεῖ.92

Ὅταν ὅμως ἐνεργήσει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί φθάσει ὁ ἄνθρωπος στήν θέωση, τότεκαταργεῖται καί αὐτή ἡ πίστη. Ὅταν ἔλθει τό τέλειον καταργεῖται ἡ πίστις καί ἡἐλπίδα καί μένει μόνο ἡ ἀγάπη. Καί ἡ ἀγάπη αὐτή εἶναι ἡ θέωσις. Στήν θέωσηκαταργεῖται ἡ γνῶσις, καταργεῖται ἡ προφητεία, παύει ἡ γλώσσα, πού εἶναι ἡ νοεράεὐχή καί μένει μόνον ἡ ἀγάπη. Γι’ αὐτό βλέπουμε τόση ἀγάπη στούς Ἁγίους, διότιἀκριβῶς ἔχουν φθάσει στή θέωση. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, τα λέγει αὐτά πάρα πολύκαθαρά καί ὡραῖα καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἑρμηνεύουν πάρα πολύ σωστάαὐτά τά θέματα.Γιατί καταργοῦνται ἡ πίστις καί ἡ ἐλπίδα; Διότι ἡ πίστις καί ἡ ἐλπίς ἐξεπλήρωσαντόν σκοπόν τους, καί ἔφθασε ὁ ἄνθρωπος νά βλέπει τό πιστευόμενο καί ἐλπιζόμενο,δηλαδή τόν Θεόν, τόν Ὁποῖον τώρα γνωρίζει καί τόν Ὁποῖον τώρα μόνον ἀγαπᾶ,ἀφοῦ Ἐκεῖνος πού βλέπει εἶναι ἡ ἀγάπη.Αὐτό ἦταν τό σημερινό μας θέμα. Ἄς εὐχαριστήσουμε τόν Θεό πού μᾶς δείχνει αὐτάτά πράγματα καί ἄς μποῦμε στήν διαδικασία τῆς ἐφαρμογῆς. Διότι δέν ἀξίζει νά λέμεπολλά καί νά μαθαίνουμε πολλά, ἀλλά κυρίως νά ζήσουμε αὐτά πού μᾶς καλεῖ ὁΘεός νά ζήσουμε. Νά μποῦμε στήν διαδικασία τῆς προσευχῆς, τῆς ἀδιάλειπτηςπροσευχῆς, τῆς συνεχοῦς προσευχῆς. Δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι σήμερα δένπροσεύχονται ἤ προσεύχονται ἐλάχιστα, πολύ ἀνεπαρκῶς καί ὄχι μέ τήν ἔνταση καίτόν τρόπο πού πρέπει. Ἔτσι στεροῦνται αὐτή τήν κάθαρση κατ΄ ἀρχήν καί ὕστεραβεβαίως τόν φωτισμό, γιατί, ἄν δέν περάσεις ἀπό τήν κάθαρση, δέν φθάνεις στόνφωτισμό. Καί ὅταν λέμε κάθαρση ἐννοοῦμε τήν ἐκβολή ἀπό τήν καρδία ὅλων τῶνλογισμῶν καί τῶν κακῶν, ἀλλά καί τῶν καλῶν. Νά μείνει μόνο ἡ ἀγάπη καί ἡ μνήμητοῦ Χριστοῦ.Τότε ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά φωτίζεται καί τότε ἀρχίζει καί νά γνωρίζει τί πρέπει νάκάνει. Ἀρχίζει νά φεύγει ἡ σύγχυση, αὐτό τό μπέρδεμα πού ἔχουμε, γιατί δένγνωρίζουμε τί πρέπει νά κάνουμε. Καί ἀναρωτιόμαστε, πρέπει νά τό κάνω αὐτό ἤ δένπρέπει; Δέν γνωρίζουμε ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί εἴμαστε μπερδεμένοι.Πῶς θά τό μάθεις τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Πρέπει νά στό ἀποκαλύψει ὁ Θεός. Γιά νάστό ἀποκαλύψει ὅμως, πρέπει νά βρίσκεσαι σ’ αὐτή τήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ,νά ἐνεργεῖ μέσα σου ὁ Θεός, τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅσο δέν εἴμαστε σέ αὐτή τήνκατάσταση χρειαζόμαστε ἕναν Πνευματικό ὁδηγό πού θά μᾶς βοηθήσει. Γι’ αὐτόεἶναι ἀναγκαῖο ὁ κάθε χριστιανός νά ἔχει Πνευματικό, ὁ ὁποῖος θά τόν βοηθήσει νάπεράσει αὐτά τά θεραπευτικά στάδια. Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο προχωράει καίἐγκολπώνεται σιγά-σιγά καί μετέχει στόν Θεό. Γίνεται πράγματι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.93

α.Περὶ ψυχῆς, περὶ σκέψεων καὶ νοημάτων στὸν ἄνθρωπο β.Περὶ τοῦ βασικοῦ δόγματος τῆς πατερικῆς παραδόσεως γ.Περὶ τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως (Πατερική Θεολογία - 8ο Μέρος)Αὐτά τά μαθήματα πού κάνουμε ἀπό τό βιβλίο Πατερική Θεολογία τοῦ π. ἸωάννουΡωμανίδου, εἶναι πανεπιστημιακές παραδόσεις καί ἴσως μερικά φαίνονται λίγοδυσνόητα ἤ λίγο ἐγκυκλοπαιδικά. Ἀλλά θά διαπιστώσουμε πόσο ἐνδιαφέρον ἔχουνκαί γιά μᾶς, γιατί πολλά πράγματα μᾶς τά ἔχουν περάσει μέσω τῆς παιδείας, μέσωτοῦ σχολείου καί εἶναι ἡ περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα, ἡ ὁποία ὅμως θά λέγαμε ὅτιπρέπει νά ἐκχριστιανισθεῖ. Διότι ἔχουμε ὑποδουλωθεῖ στήν Δύση τόσο πολιτισμικά,ὅσο καί ἐθνικά τώρα, ἡ παιδεία μας ἔχει γίνει δυτική, ἀλλά ἀκόμα καί ἡ θεολογία μαςἔχει ἐπηρεασθεῖ πάρα πολύ ἀπό τήν Δύση.Ὅταν λέμε Δύση, δέν ἐννοοῦμε ἁπλῶς τά κράτη πού εἶναι στή Δύση, ἀλλά τόνπολιτισμό τῆς Δύσης, ὁ ὁποῖος οὐσιαστικά εἶναι πολιτισμός τῆς αἵρεσης, γιατί ἡΔύση ἔχει πέσει στήν αἵρεση. Ἔχει ἀποκοπεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἄς λέγονταιΡωμαιοκαθολική ‘ἐκκλησία’ ἤ Προτεσταντικές ‘ἐκκλησίες’ ἤ Εὐαγγελική ‘ἐκκλησία’καί ἄλλα τέτοια.Δυστυχῶς καί οἱ ἡγέτες μας, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὑποδουλωθεῖ στόν Οἰκουμενισμό, τάὑψηλότατα κλιμάκια τῆς Ὀρθοδοξίας, μιλοῦν γιά ἐκκλησίες, χωρίς νά βάζουνεἰσαγωγικά… Δηλαδή τίς ἀναγνωρίζουν κι αὐτές ὡς ἐκκλησίες καί συνεπῶς μέ ὀρθήδιδασκαλία. Δέν μπορεῖ ὅμως νά εἶναι ὀρθό τό filioque πού ἔχουν οἱ Παπικοί, γιατίεἶναι ἀντίθετο μέ αὐτό πού ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι. Δέν μπορεῖ νά εἶναι καί τόναί καί τό ὄχι σωστά! Ἤ τό ναί θά εἶναι σωστό ἤ τό ὄχι. Παρ’ ὅλα αὐτά ὑπάρχει αὐτήἡ σχιζοφρένεια καί ὁ λαός μας ζεῖ σέ ἕνα μπέρδεμα, ὁπότε χρειάζεται νά κάνουμεαὐτά τά μαθήματα, γιά νά ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα. Εἶναι ἀναγκαῖο λοιπόννά γνωρίζουμε πώς οἱ Φράγκοι, οἱ Δυτικοί, εἶναι οἱ Γερμανοί, εἶναι Γερμανικά φύλα,τά ὁποῖα κατέλαβαν μέ τό ἔτσι θέλω, μέ τή βία καί τόν πόλεμο τήν ὈρθόδοξηΕὐρώπη, τήν ἐκλατίνισαν καί ἔγινε τό δημιούργημα πού ξέρουμε σήμερα, ὁΠαπισμός. Πρός ἀντίδραση τοῦ Παπισμοῦ ἔγινε ὁ Προτεσταντισμός. Στήνπροσπάθειά του ὁ Λούθηρος νά διορθώσει δῆθεν τά λάθη τοῦ Παπισμοῦ, ἔκανεπερισσότερα λάθη, μέ ἀποτέλεσμα, νά ἀπομακρυνθεῖ ἀκόμη περισσότερο ἀπό τήνὈρθοδοξία.Οἱ Φράγκοι ἀκολούθησαν τόν Πλάτωνα, ἀκολούθησαν τήν ἀρχαία Ἑλληνικήφιλοσοφία καί μάλιστα στό θέμα περί ψυχῆς, λέει ὁ π. Ἰωάννης. Ἔτσι μέ τή χάρη τοῦΘεοῦ θά ποῦμε κάποια πράγματα, ὅσο γίνεται ἁπλά γιά νά τά καταλάβουμε καί θάπροσπαθοῦμε νά τά συσχετίζουμε μέ τήν σημερινή μας κατάσταση.Οἱ Πατέρες ὅμως, προσέξτε, δέν ἀκολούθησαν τούς ἀρχαίους Ἕλληνες, οὔτε τόνΠλάτωνα στά θέματα αὐτά. Ὁ Πλάτωνας ἔλεγε γιά τήν ψυχή: ἡ ψυχή εἶναι δέσμια94

τοῦ σώματος, εἶναι φυλακισμένη μέσα στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου καί θά πρέπει νάσπάσει, νά διαρρηχθεῖ, νά καταστραφεῖ αὐτό τό σῶμα, ἡ φυλακή τῆς ψυχῆς, γιά νάἐλευθερωθεῖ ἡ ψυχή. Ἐνῶ αὐτό εἶναι ἀντίθετο μέ τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία, πού ἡψυχή δέν ἔχει ὡς δεσμωτήριο τό σῶμα, ὡς φυλακή τό σῶμα, ἀλλά ἡ ψυχή περιβάλλειτό σῶμα, ζωογονεῖ τό σῶμα καί ἔχουν κοινό προορισμό νά θεωθοῦν καί ἡ ψυχή καίτό σῶμα. Δέν εἶναι κακό τό σῶμα δηλαδή. Ὁ Πλάτωνας τό θεωροῦσε κακό, γι’ αὐτόκαί ἔλεγε ὅτι πρέπει νά καταστραφεῖ.Ἡ Ὀρθοδόξη διδασκαλία μᾶς λέει ὅτι τό σῶμα εἶναι συνεργάτης τῆς ψυχῆς καίἐκφραστής τῆς ψυχῆς. Πῶς θά ἐκφράσει ὁ ἄνθρωπος τή μετάνοιά του παρά διά τοῦσώματος; Κάνουμε μετάνοιες, κάνουμε κομποσκοίνι, κάνουμε νηστεία, ὅλα αὐτάεἶναι σωματικά πράγματα, μέ τά ὁποῖα ἐκφράζεται ἡ ψυχή. Ἄν καταστραφεῖ τόσῶμα, τότε δέν ἔχει ἡ ψυχή μέσα ἔκφρασης. Ἕνας πού καταστρέφει τό σῶμα του,θεωρεῖται ὡς αὐτοκτονών, εἴτε ἀμέσως, εἴτε ἐμμέσως. Ἄν δέν τρώει κανείς καί δένφροντίζει τήν ὑγεία του εἶναι ἐμμέσως αὐτοκτονών. Ἄν ἀπό τήν ἄλλη αὐτοκτονήσεικανείς μέ ὅπλο κτλ εἶναι ἄμεση αὐτοκτονία. Καί τό ἕνα καί τό ἄλλο καταδικάζεταιἀπό τήν Ἐκκλησία.Οἱ Φράγκοι λοιπόν κοντά στίς ἄλλες αἱρέσεις καί στίς ἄλλες πλάνες ἔχουν κι αὐτήτήν πλάνη, ὅτι ἀκολούθησαν τήν ἀρχαία Ἑλληνική φιλοσοφία. Γι’ αὐτό ὅπως θάδοῦμε ἀργότερα καί ἡ θεολογία τους εἶναι ἐγκεφαλική, εἶναι στοχαστική, εἶναιοὐσιαστικά φιλοσοφία. Καί ὁ Βαρλαάμ πού εἶχε ἔλθει στή Θεσσαλονίκη, καί τόνἀντιμετώπισε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἦταν φιλόσοφος. Προσπαθοῦσε μέ τήνφιλοσοφία νά βρεῖ τόν Θεό.Ἐνῶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες δέν κάνουν φιλοσοφία, δέν στοχάζονται, δέν προσπαθοῦν μέτή διάνοια, μέ τή λογική νά βροῦν τόν Θεό, ἀλλά καθαρίζουν τήν καρδιά τους καίπαθαίνουν τόν Θεό, παθαίνουν τήν θέωση. Δέν βρίσκουν τόν Θεό, ἀλλά ὁ Θεός τούςβρίσκει. Τόν Θεό δέν τόν ἀνακαλύπτουμε, ἀλλά μᾶς ἀποκαλύπτεται.Οἱ Πατέρες λοιπόν δέν ἀκολούθησαν τόν Πλάτωνα. Βέβαια αὐτό οἱ Νεοέλληνες, λέειὁ π. Ἰωάννης, δέν τό γνωρίζουν καί τόσο, διότι ἔχουμε ποτιστεῖ μ’ αὐτό τό πνεῦματῆς ἀρχαιολατρίας ἀπό τό σχολεῖο ἀκόμα. Ὅλοι θυμόμαστε ἀπό τό δημοτικό σχολεῖοπού μᾶς δίδασκαν κατά κόρον μυθολογία, γιά τόν δωδεκάθεο κ.λ.π. Γιατί αὐτά;Ἦταν τυχαῖα; Ὄχι. Μᾶς τά πέρασαν οἱ Δυτικοί. Ὅταν ὑποτίθεται ὅτιἀπελευθερωθήκαμε, οὐσιαστικά σκλαβωθήκαμε μετά τό ’21 στούς Φράγκους καίστήν Εὐρώπη, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἔφεραν καί τήν παιδεία τους, πού ἦτανπροσανατολισμένη στήν ἀρχαία Ἑλλάδα. Ἐνῶ ἐμεῖς εἴχαμε τήν Ὀρθόδοξη Παιδεία,ἡ ὁποία εἶναι πολύ ἀνώτερη ἀπό τήν παιδεία τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδας. Καί ὅμως ἦλθαναὐτοί καί μᾶς πέρασαν τό μήνυμα ὅτι ἡ ἐπιστροφή στήν ἀρχαία Ἑλλάδα εἶναιπρόοδος. Δηλαδή βάλαμε ὄπισθεν καί λέγαμε ὅτι πηγαίναμε μπροστά καί ἐνῶἤμασταν τόσα χρόνια μετά Χριστόν, μᾶς γύρισαν πίσω κι ἐμεῖς τό ἀποδεχθήκαμε.Ἔχουμε τόν τέλειο νόμο τοῦ Χριστοῦ μας, τήν τελειοτέρα διδασκαλία πού συνοψίζειτά πάντα, πού λέει: «Νά ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς σας» (Ματθ. 5,44), ἤ «Αὐτό πούθέλετε νά σᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι, νά τό κάνετε κι ἐσεῖς στούς ἄλλους» (Λουκ. 6,31).95

Κανένας ἀπό τούς ἀρχαίους, οὔτε οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσοφοι δέν εἶχαν φθάσειποτέ νά λένε κάτι τέτοιο.Ὁ Σωκράτης, πού τόν θαυμάζουμε τόσο πολύ, ἔχει δύο φανερώσεις στήνπροχριστιανική γραμματολογία. Ὑπάρχει ἕνας Σωκράτης πού λέει «στό κακό νάἀνταποδίδεις τό κακό καί στό καλό τό καλό». Μέχρι ἐκεῖ. Ὑπάρχει καί μία ἄλληἀνώτερη θέση πού λέει «νά μήν ἀνταποδίδεις κακό στό κακό», ἀλλά μέχρι ἐκεῖ. ὉΧριστός μᾶς λέει νά ἀνταποδίδουμε καλό στό κακό. Αὐτό εἶναι τό ὕψιστο.Μᾶς εἶπαν λοιπόν οἱ Φράγκοι, ἀφῆστε τα αὐτά θά γυρίσουμε πίσω στούς ἀρχαίους.Ἡ Ἀναγέννηση, ὁ Διαφωτισμός -πού οὐσιαστικά εἶναι διασκοτισμός- σέ γυρνοῦνπίσω. Καί μᾶς γύρισαν πίσω, ἐνῶ ἐμεῖς θεωρήσαμε ὅτι προοδεύουμε καίἐκσυγχρονιζόμαστε καί ὅτι ἀνεβαίνουμε πνευματικά καί πολιτιστικά μέ τή συμβολήαὐτή τῶν Φράγκων.Ἔτσι λοιπόν σήμερα, λέει ὁ π. Ἰωάννης, μέ αὐτόν τόν μεγάλο θαυμασμό πού ἔχουνγιά τόν Πλάτωνα καί τόν Ἀριστοτέλη, πού διδάσκονται στά σχολεῖα, ἔγιναν οἱΠατέρες γιά τούς Νεοέλληνες σάν χορευτές στό θέατρο, ὥστε καί αὐτοί νά χορεύουντόν χορό τοῦ Πλάτωνα καί τοῦ Ἀριστοτέλη! Ὑπάρχει καί σήμερα αὐτή ἡ πλάνη στήδυτική θεολογία, ἀλλά καί στή δική μας θεολογία! Γιατί καί στή δική μας; Διότι οἱδικοί μας θεολόγοι δυστυχῶς γιά νά μορφωθοῦν -μᾶλλον γιά νά παράμορφωθοῦν-πηγαίνουν στή Δύση νά σπουδάσουν, νά πάρουν τά μεταπτυχιακά καί τά διδακτορικάκαί μάλιστα στήν μήτρα τοῦ Προτεσταντισμοῦ, τῆς αἱρέσεως στήν Τυβίγγη πού εἶναιστή Γερμανία καί μετά ἔρχονται ἐδῶ καί γίνονται καθηγητές τῆς Θεολογικῆς Σχολῆςκαί μᾶς περνοῦν τά φῶτα τοῦ σκότους.. Σέ Ὀρθόδοξες Σχολές νά διδάσκονταιΠροτεσταντικές Θεολογίες! Αὐτοί λοιπόν μᾶς λένε, ὅτι καί οἱ Πατέρες ἦτανΠλατωνίζοντες ἤ Νεοπλατωνίζοντες, δηλαδή Φιλόσοφοι πού εἶχαν ἐπηρεαστεῖ ἀπότόν Πλάτωνα καί ἀπό τούς Νεοπλατωνικούς φιλοσόφους.Διότι πῶς ἀλλιῶς οἱ Πατέρες θά εἶναι μεγάλοι Πατέρες, γιά τούς Νεοέλληνες, -ἐδῶὑπάρχει μιά λεπτή εἰρωνεία τοῦ π. Ἰωάννου- ἄν δέν εἶναι ὀπαδοί τῶν ἀρχαίωνἙλλήνων; Ἐνῶ ἀντιθέτως οἱ Πατέρες ἦταν πολύ ὀξεῖς στήν κριτική τους ἐναντίοντῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καί τῆς Φιλοσοφίας.Ἐδῶ στήν Ἑλλάδα τό μόνο κριτήριο μεγαλειότητος εἶναι τό ἄν εἶναι κάτι ἀπό τήνἀρχαία Ἑλλάδα! Ἄν εἶναι κάτι ἀπό τούς ἀρχαίους Ἕλληνες, εἶναι σπουδαῖο καίμεγάλο, ἐνῶ δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα. Ναί μέν, ὑπῆρχε ἕνας σπουδαῖος πολιτισμόςστήν ἀρχαία Ἑλλάδα, ἀλλά δέν ἦταν ἡ κορυφή τοῦ πολισμοῦ ἡ Ἀρχαία Ἑλλάδα.Βεβαίως γιά τήν πρό Χριστοῦ ἐποχή ἦταν, γιατί οἱ ἄλλοι βρίσκονταν σέ πολύχειρότερη κατάσταση. Ὑπάρχει ὅμως ὁ πολύ ἀνώτερος πολιτισμός, ὁ Ὀρθόδοξος, ὁὁποῖος εἶναι τό ἀπαύγασμα καί τό δημιούργημα πού προκύπτει ἀπό τήν ὀρθόδοξηζωή.Βέβαια προσέξτε, γιατί κι ἐδῶ ὑπάρχει ἕνα μπέρδεμα. Ὁ σκοπός τοῦ χριστιανοῦ δένεἶναι νά φτιάξει πολιτισμό, οὔτε ὁ ἐρχομός τοῦ Χριστοῦ εἶχε ὡς σκοπό νά μᾶς δώσειἕναν ὀρθόδοξο πολιτισμό, ἀλλά ἦλθε νά μᾶς δώσει τήν ζωή, τήν ὄντως Ζωή, πούεἶναι Αὐτός ὁ ἴδιος. Ὄχι νά φτιάξουμε τήν παροῦσα ζωή ὄμορφη καί καλή μέ96

ἀεροδρόμια, πολυκατοικίες καί οὐρανοξύστες καί νά κάνουμε ἕναν τέτοιο πολιτισμό!Δέν ἦλθε γι ’αὐτό καί φυσικά ὁ σκοπός δέν εἶναι αὐτός.Εἶναι γνωστό ὅτι αὐτοί πού ξεκίνησαν ἕναν τέτοιο πολιτισμό ἦταν αὐτοί πούβρίσκονταν μακριά ἀπό τόν Θεό. Καί ποιοί ἦταν αὐτοί; Οἱ ἀπόγονοι τοῦ Κάιν. Αὐτοίἦταν οἱ πρῶτοι πού δημιούργησαν πολιτισμό. Τά παιδιά τοῦ Κάιν, μέ ἀποκορύφωματῆς πλάνης τους τόν Πύργο τῆς Βαβέλ, πού ἦταν ἕνα μεγάλο, ὕψιστο τεχνικόἐπίτευγμα. Θέλησαν νά φτιάξουν ἕναν πύργο καί νά φθάσουν στόν Οὐρανό!Παρενέβη τότε ὁ Θεός, γιατί ἦταν ὑπερηφάνεια αὐτό καί ἔγινε ἡ σύγχυση τῶνγλωσσῶν.Σήμερα ὅμως, ἐπειδή ἔχουμε τέτοια μπερδέματα μέσα μας, καί τά περνᾶμε καί στάπαιδιά μας, ὀνομάζουμε πολιτισμό ἀκόμη καί τό ποδόσφαιρο ἤ τήν κοσμική μουσικήκ.λ.π. καί ὅλες αὐτες τίς ἀγριότητες πού βλέπουμε καί νομίζουμε ὅτι εἶναι τό ἅπαν.Ἔτσι χάνουμε τήν Ὀρθόδοξη παιδεία αὐτή τήν ἀποκάλυψη, τήν κάθαρση, τόνφωτισμό, τήν θέωση πού μπορεῖ νά ζήσει ὁ ἄνθρωπος καί μένουμε σάν τίς κότες στάχαμηλά, ἐνῶ εἴμαστε ἀετοί καί μποροῦμε νά πᾶμε στά αἰθέρια.Ὅ,τι λοιπόν προέρχεται ἀπό τήν ἀρχαία Ἑλλάδα θεωρεῖται πολύ σπουδαῖο στούςσύγχρονους Νεοέλληνες. Γι’ αὐτό καί ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν -τώρα τήνκατήργησαν τελείως– ἐδῶ στήν Ἑλλάδα ἔχει πάρει αὐτήν τήν μορφή πού ἔχει, ὅτιδηλαδή οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες εἶναι συνεχιστές τοῦ μεγάλου Ἑλληνικοῦ πνεύματος τῆςἀρχαίας Ἑλλάδας! Γι’ αὐτό τήν εἶχαν καθιερώσει τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν.Ἄν ὅμως διαβάσει κανείς τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, τόν Μεγάλο Βασίλειο, τόν ἸωάννηΧρυσόστομο καί τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο, καί πρό παντός τόν ἱερό Χρυσόστομο,θά δεῖ ὅτι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος συνέχεια ἐπικρίνει τούς ἀρχαίουςἝλληνες. Τούς κρίνει καί τούς ἐπικρίνει συνεχῶς.Ὁ Χρυσόστομος εἶναι μεγάλος «ὑβριστής» τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Γιά τόνΧρυσόστομο δηλαδή τό ὄνομα Ἕλληνας, πού εἶχε καταλήξει νά σημαίνειεἰδωλολάτρης –αὐτό σημαίνει Ἕλληνας- εἶναι μία βρισιά καί τίποτε ἄλλο. Ἀλλά καίὁ Μέγας Βασίλειος, ὅπως καί ὁ Γρηγόριος ὁ Νύσσης δέν πᾶνε πολύ πίσω στό θέμααὐτό. Αὐτοί, ὡς Καππαδόκες πού ἦταν, εἶχαν ἄλλη παράδοση. Εἶχαν τήν ὈρθόδοξηΠαράδοση. Ὁ Χριστιανισμός ἐμφανίσθηκε σέ μία ἐποχή πού κυβερνοῦσε ἡεἰδωλολατρία καί μεταξύ τῶν ἑλληνοφώνων καί λατινοφώνων –αὐτές ἦταν τότε οἱδύο κύριες γλῶσσες ἡ Ἑλληνική καί ἡ Λατινική– κυριαρχοῦσαν γύρω ἀπό τά θέματαπερί ψυχῆς διάφοροι φιλόσοφοι, Πλατωνικοί, Ἀριστοτελικοί, Πυθαγόρειοι κ.λ.π.Οἱ περισσότερες ἀπό αὐτές τίς φιλοσοφίες, πού εἶχαν καί ὀπαδούς, ἦταν καίθρησκεῖες, δέν ἦταν ἁπλές φιλοσοφίες, ὅπως ὁ Νεοπλατωνισμός, πού ἦταν καθαρήθρησκεία. Βέβαια, ὅσοι θέλουν νά σώσουν τόν Πλάτωνα, γιά νά μήν χαρακτηρισθεῖἱδρυτής θρησκείας, λένε ὅτι αὐτός δέν εἶχε θρησκευτικό σύστημα. Ἀλλά ἐγώὑποπτεύομαι, λέει ὁ π. Ἰωάννης, ὅτι καί τό ἀρχαῖο Πλατωνικό σύστημα καί αὐτόθρησκεία ἦταν. Δέν ἦταν δηλαδή, μόνο ὁ Πλατωνισμός θρησκεία, ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁΠλάτων ἵδρυσε θρησκεία, ἀφοῦ ἐνσωματώνει τίς θρησκευτικές του πεποιθήσεις μέσαστό φιλοσοφικό του σύστημα. Ὁ Πλάτων δέν διαχωρίζει τήν θρησκεία του ἀπό τήν97

φιλοσοφία.Ὅταν κανείς συγκρίνει τά Ἀρχαία Ἑλληνικά μέ τά Νέα Ἑλληνικά βλέπει ὅτιὑπάρχουν πάρα πολλές λέξεις πού διασώζονται στά Νέα Ἑλληνικά, ἴδιες μέ τίς λέξειςπού χρησιμοποιοῦσαν οἱ ἀρχαῖοι, ὅμως ἔχουν ἀλλάξει ἔννοια καί δέν ἔχουν τήν ἴδιασημασία πού εἶχαν στήν ἀρχαιότητα. Αὐτό ἔχει γίνει καί στήν Θεολογία. Δηλαδή οἱἍγιοι Πατέρες πῆραν τήν φιλοσοφική ὁρολογία τῆς ἐποχῆς τους καί τῆς ἔδωσανἄλλη ἔννοια π.χ. ὁ Λόγος, ὁ Θεός Λόγος. Οἱ φιλόσοφοι χρησιμοποιοῦσαν αὐτή τήνλέξη μέ ἄλλη ἔννοια ἀπ’ ὅτι οἱ Ἅγιοι Πατέρες.Γι’ αὐτό ὅταν κανείς διαβάζει τούς Ἁγίους Πατέρες πρέπει νά γνωρίζει καί τήνἔννοια τῆς κάθε λέξης πού ἔδωσαν αὐτοί. Μπορεῖ νά εἶναι ἴδια ἡ λέξη, ἀλλά νά ἔχειἄλλη ἔννοια. Γιά τόν λόγο αὐτό οἱ Δυτικοί τούς παρεξήγησαν -ἴσως καί σκόπιμα- καίτούς εἶπαν ὅτι φιλοσοφοῦσαν καί ὅτι ἦταν ὀπαδοί τοῦ Πλάτωνα. Ἁπλῶς πῆραν τήνὁρολογία τῆς ἐποχῆς καί ἔδωσαν ἄλλη ἔννοια στήν κάθε λέξη πού ἦταν σύμφωνη μέτήν ἀποκαλυμμένη θεολογία. Μέ τήν θεολογία πού μᾶς εἶχε ἀποκαλύψει ὁ ἴδιος ὁΧριστός.Τά ρητά ἤ οἱ ὅροι εἶναι πολύ συνήθη στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὡς φορεῖςσυγκεκριμένων νοημάτων. Ἔτσι γιά νά κατανοήσουμε σωστά τούς πατέρες πρέπειὄχι μόνο νά γνωρίζουμε τά ρητά πού χρησιμοποιοῦν, δηλαδή αὐτά πού εἶπαν καίδίδαξαν, ἀλλά καί τά ἀντίστοιχα νοήματά τους. Τί σημαίνει,ἄς ποῦμε, ὑπόσταση ;Λέμε ὁ Θεός εἶναι Τρισυπόστατος. Τί σημαίνει ὑπόσταση; Σημαίνει Πρόσωπο. Αὐτάπρέπει νά τά γνωρίζουμε, γιά νά καταλάβουμε τούς Ἅγιους Πατέρες.Καί ὅταν λέμε Πατέρες δέν ἐννοοῦμε μόνο τούς Πατέρες τῆς Καινῆς, ἀλλά καί τῆςΠαλαιᾶς Διαθήκης. Οἱ Πατέρες τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀναφέρονται στούς Προφῆτεςτῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅπως εἰς τούς Πατέρες τῶν Πατέρων ἡμῶν καί γι’ αὐτόἑορτάζομε τήν Κυριακή τῶν Προπατόρων. Λοιπόν, σκοπός δέν εἶναι νά γνωρίζουμετά ρητά τῶν Πατέρων, ἀλλά καί τά νοήματα πού ὑπάρχουν μέσα σέ αὐτά τά ρητά.Ἀπό ὅλη τήν Πατερική Παράδοση, βλέπουμε οἱ Πατέρες νά τονίζουν ὅτι, αὐτό εἶναιπολύ σημαντικό, τό νά ταυτίσει τά ρητά -δηλαδή τά νοήματα περί Θεοῦ- μέ τόν ἴδιοτόν Θεό, αὐτό εἶναι ἡ ἀρχή τῆς εἰδωλολατρίας.Λέμε, ὁ Θεός εἶναι Φῶς. Τί θά πεῖ αὐτό; Ἀλλοίμονο ἄν ταυτίσουμε τόν Θεό μέ τόΦῶς. Ποῦμε δηλαδή ὅτι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι Φῶς. Αὐτό εἶναι ἡ ἀρχή τῆςεἰδωλολατρίας. Μά τί εἶναι ὁ Θεός; Δέν ξέρουμε. Στήν οὐσία του δέν ξέρουμε τίεἶναι ὁ Θεός. Δέν μποροῦμε νά τό ποῦμε. Εἶναι ἄρρητα ρήματα. Ἀλλά λέμε κάποιαπράγματα, τά ὁποῖα ὅμως μετά τά παίρνουμε καί πίσω. Γιατί τί λέμε; Ὁ Θεός εἶναικαί γνόφος. Γνόφος θά πεῖ σκοτάδι. Μά ἀφοῦ εἶναι φῶς, πῶς εἶναι καί σκοτάδι; Τόπολύ φῶς εἶναι σκοτάδι. Γι’ αὐτό, λέμε, ὁ Μωυσῆς ἦταν μέσα στόν γνόφο τοῦ Θεοῦ.Μέσα στό πάρα πολύ μεγάλο φῶς. Δέν ἔχουμε λέξη καί τό λέμε γνόφο, σκοτάδι.Αὐτή εἶναι ἡ λεγόμενη Ἀποφατική Θεολογία. Δηλαδή λέμε κάτι καί μετά λέμε δένεἶναι αὐτό, γιατί δέν ἔχουμε λέξεις γιά τόν Θεό. Ὁ Θεός δέν ταυτίζεται μέ κανέναἀνθρώπινο νόημα, καί μέ καμία λέξη. Δέν μποροῦμε νά περιγράψουμε τόν Θεό. ὉΘεός εἶναι ἀπερίγραπτος, εἶναι ἀκατάληπτος, ἀπερινόητος, ἀόρατος, λέμε ὅλα αὐτά98

πού δέν εἶναι ὁ Θεός, γιατί δέν μποροῦμε νά ποῦμε τί εἶναι. Εἶναι αὐτή ἡ ἀποφατικήΘεολογία.Ἀπό τήν ἄλλη λέμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι φῶς, εἶναι ἀγάπη, ἀλλά προσέξτε πάλι, δέν εἶναιἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ ἡ ἀγάπη, ὅπως λένε κάποιοι, νεοορθόδοξοι κλπ. Δέν εἶναι ἡ οὐσίατοῦ Θεοῦ ἡ ἀγάπη. Δέν γνωρίζουμε τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ. Τί εἶναι ἡ ἀγάπη; Εἶναιἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἡ ἀγάπη. Τί εἶναι τό Φῶς; Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι τό Φῶς. Εἶναιπαντελῶς ἄγνωστο, ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ.Τό ἄκτιστο τοῦ Θεοῦ – σημαίνει τό ἀδημιούργητο, γιατί ὁ Θεός δέν εἶναιδημιουργημένος ἀπό κανέναν – δέν ἐκφράζεται κυριολεκτικά μέ νοήματα, ἀλλά μόνοκαταχρηστικῶς ἀποδίδουμε ὀνόματα στόν Θεό (π.χ. ὅτι εἶναι καλός, εἶναι ἀγαθός,εἶναι ἐλεήμων κ.λ.π.). Ἀλλά εἶναι καί ὑπέρ-καλός, πάνω ἀπό τό κάλλος. Δένμποροῦμε πραγματικά νά ποῦμε τί εἶναι ὁ Θεός.Καί αὐτό τό λέμε ὅτι εἶναι ἀγαθός, καλός, ἐλεήμων, διότι ξέρουμε ἀπό τήν ἐμπειρίατῶν Προφητῶν καί τῶν Πατέρων, ἀπό τήν ἐμπειρία τοῦ δοξασμοῦ, δηλαδή τῆςθεώσεώς τους, ὅτι κατά τήν θέωση καταργοῦνται τά νοήματα περί Θεοῦ. Ἔτσι λέμεὅτι δέν μποροῦμε νά ποῦμε τίποτα τελικά γιά τόν Θεό. Γιατί ὅταν φθάσει τελικά ὁἄνθρωπος στήν θέωση, δέν μπορεῖ νά πεῖ τίποτα, σταματοῦν τά νοήματα. Σ’ αὐτήντήν ἐμπειρία ἐξακριβώνεται αὐτό τό γεγονός ὅτι δηλαδή δέν ἀνταποκρίνεται κανένακτιστό νόημα στήν ἄκτιστη πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ ἈπόστολοςΠαῦλος ὅτι «πῆγα μέχρι τρίτου Οὐρανοῦ», δηλαδή μέχρι τόν Παράδεισο, αὐτός εἶναιὁ τρίτος Οὐρανός, «καί ἤκουσα ἄρρητα ρήματα (Β’ Κορινθ. 12,4). Δέν λέγονται γιατίὁ Θεός εἶναι ἀπερίγραπτος, ἀκατάληπτος.Δέν ὑπάρχει καμία ἀπολύτως ταυτότης, οὔτε ὁμοιότης τῶν νοημάτων ἤ ὀνομάτωνπού ἔχουμε περί Θεοῦ, μέ τήν πραγματικότητα πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Διότι τάνοήματα, τά ρήματα, οἱ λέξεις, τά λόγια εἶναι κτιστά. Εἶναι δημιουργήματα δικά μας.Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος. Δέν ὑπάρχει καμία σχέση κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Καμίαἀπολύτως. Καί γι’ αὐτόν τόν λόγο κατά τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, μᾶς εἶπαν οἱἍγιοι Πατέρες ὅτι καταργοῦνται τά πάντα καί λέμε ὅτι δέν μποροῦμε νάπεριγράψουμε τό Θεῖο.Ὑπάρχει ἡ ἄποψη, πού ἀναφέραμε καί προηγουμένως, ὅτι οἱ Πατέρες εἶναιἐπηρεασμένοι ἀπό τόν Πλάτωνα. Λάθος βέβαια. Δέν ὑπάρχει καμία ἀμφιβολία ὅτιὑπάρχει ὁμοιότης στήν ὁρολογία μεταξύ τῶν Νεοπλατωνικῶν καί τῶν Πατέρων τῆςἘκκλησίας. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι οἱ Πατέρες ἦταν Νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι,ὅπως λέγουν κάποιοι. Ἐδῶ ὅμως ὑπάρχει μία οὐσιαστική διαφορά. Χαρακτηριστικότοῦ Νεοπλατωνισμοῦ εἶναι ἡ ἔκστασις, ἡ ὁποία εἶναι μία ἐμπειρία ἡ ἔκστασις, πούγιά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι δαιμονική.Εἶναι δαιμονική ἐνέργεια ἡ ἔκστασις. Προσέξτε! Αὐτό ἔχει σημασία καί γιά μᾶςσήμερα, γιατί καί σήμερα ὑπάρχει ἔκστασις. Δέν τήν λένε ἔκσταση, τήν λένε καίἔτσι, ἀλλά χρησιμοποιοῦν καί ἄλλες ὁρολογίες, ὅπως ἐξωσωμάτωση ἤ ἀστρικόταξίδι, ἀστρική προβολή κ.λ.π. Αὐτά τά λένε αὐτοί πού εἶναι μπερδεμένοι μέἀνατολικές θρησκεῖες, γιόγκα, διαλογισμό καί τέτοια.99

Οἱ Πατέρες τό εἶπαν ἀπερίφραστα ὅτι αὐτό δέν εἶναι ἐμπειρία Θεοῦ. Αὐτοί πούπηγαίνουν στίς ἀνατολικές θρησκεῖες, γιόγκα, ἀκροπολις κτλ καί ἐσωτερικέςφιλοσοφίες, ὐπάρχουν πολλά τέτοια πού κυκλοφοροῦν, ὅλα αὐτά εἶναι δαιμονικάσυστήματα πού σοῦ ὑπόσχονται ἐμπειρίες. Δέν εἶναι ὅμως ὅλες οἱ ἐμπειρίες θεϊκές.Ὑπάρχουν καί ἐμπειρίες δαιμονικές. Οἱ ἀφελεῖς μόνο ζητοῦν ἐμπειρίες ἀσυλλόγιστα.‘’Ὅτι νά ’ναι, ἀρκεῖ νά εἶναι ἐμπειρίες’’ λένε! Αὐτά ὅμως δέν εἶναι ἀστεῖα! Ὅπωςκάποια παιδιά πού πήγαιναν στά νεκροταφεῖα καί ἔκαναν διάφορα γιά νά δοῦνἐμπειρίες. Τί ἐμπειρίες θά δοῦνε; Δαιμονικά πράγματα θά δοῦνε. Δέν μπορεῖς νάπαίζεις μέ τόν δαίμονα, θά πάθεις μεγάλη ζημιά.Ἔτσι κι αὐτοί οἱ Νεοπλατωνικοί, πού ἦταν θρησκεία καί ἄς ἐμφανίζεται ὡςφιλοσοφία, εἶχαν τήν ἔκσταση πού ἦταν δαιμονική ἐμπειρία. Σ’ αὐτό τό σύστημα,πρίν γίνει Χριστιανός, εἶχε παρασυρθεῖ καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος ὁ Φιλόσοφος καίΜάρτυς. Εἶχε ἕναν δάσκαλο σάν γκουρού καί περίμενε ἀπό ὥρα σέ ὥρα νά δεῖ τόνΘεό, νά πάθει αὐτή τήν ἔκσταση. Εἶχαν τέτοιες διδασκαλίες. Διδασκαλίες δαιμόνων,οἱ ὁποῖες ὑπάρχουν καί σήμερα μέ τίς ὀνομασίες πού ἀναφέραμε.Κατά τήν ἔκσταση ἐξέρχεται τό λογιστικό τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό χῶρο καί τόν χρόνο,καθώς καί ἀπό τήν διαδοχική σκέψη καί ἑνώνεται -ὑποτίθεται- κατ΄αὐτούς μέ τόἀμετάβλητο. Λένε δηλαδή οἱ Νεοπλατωνικοί ὅτι ὑπερβαίνει τόν χρόνο καί τάμεταβλητά. Μέσα σ’ αὐτή τήν διαδικασία τό σῶμα γι’ αὐτούς εἶναι κάτι τό κακό ἤ τόἀρνητικό. Γι’ αὐτό ἔλεγε καί ὁ Πλάτωνας ὅτι πρέπει νά καταστραφεῖ τό σῶμα.Πάντως τό σῶμα δέν συμμετέχει στήν ἐμπειρία τῆς ἐκστάσεως τῶν Νεοπλατωνικῶν.Ἐνῶ στήν θέωση, πού ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, πού εἶναι ἕνωση μέ τόν Θεό καίὄχι δαιμονική ἐνέργεια, ὅπως εἶναι ἡ ἔκσταση, ἔχουμε συμμετοχή καί τοῦ σώματος.Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι στό Θαβώρ ἔβλεπαν τό ἄκτιστο Φῶς καί μέ τά σωματικά μάτια,ὄχι μόνο μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς. Εἴτε τά μάτια τους ἦταν κλειστά, εἴτε ἀνοιχτά, αὐτοίἔβλεπαν τό ἄκτιστο Φῶς. Μεταμορφώνονται καί τά σωματικά αἰσθητήρια ἔτσι, ὥστενά μποροῦν νά δοῦν τόν Θεό. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πού εἶχε τήν ἐμπειρία τοῦΘεοῦ, λόγω τοῦ ὅτι δέν εἶχε τίς προϋποθέσεις νά δεῖ τόν Θεό, τυφλώθηκε.Τυφλώθηκε ἀπό τό πολύ Φῶς πού εἶδε, τό ἄκτιστο Φῶς. Αὐτή λοιπόν εἶναι ἡ βασικήδιαφορά. Οἱ Πατέρες δέν μιλοῦν γιά ἔκσταση, μιλοῦν γιά φωτισμό καί γιά θέωση.Δέν φεύγει ἡ διάνοια, τό λογιστικό ἀπό τό σῶμα. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι κανονικότατος,λειτουργεῖ καί ἔχει συνείδηση τί τοῦ γίνεται.Ὅταν λέμε θέωση, τί ἐννοοῦμε; Πρέπει νά ποῦμε ὅτι οἱ Πατέρες δέν φιλοσοφοῦν, δένκάνουν στοχασμό, δέν κάνουν μιά θεολογία τοῦ γραφείου, νά καθίσουν νάσκεφθοῦν, νά γράψουν γιά τόν Θεό καί νά τό δώσουν στόν κόσμο ἤ νά τό διαβάσουνκαί νά κάνουν μία ὁμιλία. Δέν εἶναι αὐτό τό πράγμα ἡ θεολογία. Οἱ Πατέρες τίκάνουν; Καθαρίζουν τήν καρδιά τους καί ἔχουν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Ἔχουν τόνφωτισμό, φθάνουν καί στή θέωση καί περιγράφουν αὐτά πού ζοῦν. Εἶναι δηλαδή μιάἐμπειρική ἐπιστήμη ἡ θεολογία. Τά δέ κείμενα πού ἔχουμε εἶναι καταθέσειςἐμπειρίας, δέν εἶναι προϊόντα φιλοσοφίας καί στοχασμοῦ.Γνωρίζουν οἱ Πατέρες ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως ὅτι τά νοήματα, πού100


Like this book? You can publish your book online for free in a few minutes!
Create your own flipbook