συνετός. «Παρουσιάζει ὁλοφάνερα τήν νοητή πάλη» καί ἀγωνίζεται σωστά στή νοητή πάλη «ἀπέχοντας ἀπό τά αἰσθητά»[38]. Ὁ πόλεμος, ἑπομένως, πού ἔχουμε νά κάνουμε, εἶναι πρός τά θελήματά μας. Αὐτός εἶναι ὁ πόλεμος. Καί πρέπει νά τό καταλάβουμε αὐτό, ὅτι ὁ ἐχθρός τελικά εἶναι οἱ διάφορες ἐπιθυμίες καί τά διάφορα θελήματα πού ἔχουμε φτιάξει μέσα μας. Αὐτά εἶναι πού μᾶς στενοχωροῦν καί μᾶς κάνουν «μαύρη» τή ζωή μας. Κι αὐτά εἶναι πού πρέπει νά πολεμήσεις. Ἔχεις τά πάθη πού σοῦ δημιουργοῦν ἕνα σωρό ἐπιθυμίες. Τά σαρκικά πάθη συνεχῶς σέ ἐρεθίζουν στό νά τά ἱκανοποιήσεις. -Πῶς θά τά πολεμήσεις; Διά τῆς ὑπακοῆς. Θά προσέλθεις σ’ ἕναν ἄνθρωπο καί θά κόψεις τό θέλημά σου σ’ αὐτόν. Αὐτός μπορεῖ νά εἶναι ὁ πνευματικός σου ὁδηγός -καί ὁπωσδήποτε πρέπει νά ἔχουμε ὅλοι πνευματικό ὁδηγό- καί ἄν εἶσαι μοναχός, θά εἶναι ὁ γέροντάς σου, καί ἔτσι θά ξεφύγεις ἀπό τά πάθη. Ἄς δοῦμε καί αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος Διάδοχος. «Ἡ ὑπακοή ἔχει ἀναγνωρισθεῖ ὡς τό πρῶτο καλό ἀπό τίς ἀρχικές ἀρετές, πού πρέπει νά ἀποκτήσει κανείς, γιατί ἀποβάλλει τήν ὑπερηφάνεια καί γεννάει σέ μᾶς τήν ταπεινοφροσύνη. Γι’ αὐτό καί γίνεται θύρα σ’ αὐτούς πού εὐχαρίστως τήν ἀναδέχονται -τήν ὑπακοή-, ἀπό τήν ὁποία εἰσέρχεται στόν ἄνθρωπο ἡ πρός τόν Θεό ἀγάπη»[39]. Βλέπετε; -Θέλεις ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό; Πάλι μέ τήν ὑπακοή. -Θέλεις νά κόψεις τά πάθη; Πάλι μέ τήν ὑπακοή. -Θέλεις νά κόψεις τήν ὑπερηφάνεια; Πάλι μέ τήν ὑπακοή. «Τήν ὑπακοή ἀπέβαλε ὁ Ἀδάμ καί κατρακύλησε στόν τάρταρο τῆς κόλασης». Ὅσο ἦταν στήν ὑπακοή, ἦταν μέσα στή χαρά τοῦ παραδείσου. «Τήν ὑπακοή αὐτή ἀγάπησε ὁ Θεός καί κατά τήν ἔνσαρκον οἰκονομία ὑπήκουσε μέχρι σταυροῦ καί θανάτου στόν ἐπουράνιο Πατέρα Του». Γι’ αὐτό καί ὅποιος ὑποτάσσεται, ὅποιος κόβει τό θέλημά του, μοιάζει στόν Χριστό. «Ὑπήκουσε δέ, -ὁ Χριστός- ἄν καί δέν ἦταν σέ τίποτε κατώτερος ἀπό τήν μεγαλοσύνη τοῦ ἐπουρανίου Πατρός, γιά νά καταργήσει μέ τήν ὑπακοή Του, τό ἔγκλημα τῆς ἀνθρωπίνης παρακοῆς καί νά ὁδηγήσει πάλι στήν αἰώνια καί μακαρία ζωή ὅσους θά ζήσουν στήν ὑπακοή. Πρῶτα - πρῶτα λοιπόν γιά τήν ὑπακοή αὐτή πρέπει νά φροντίζουν ὅσοι ἀναλαμβάνουν τήν πάλη πρός τήν ἀλαζονία τοῦ διαβόλου, γιατί αὐτή θά ὑποδείξει σέ μᾶς πού τήν ἀποδεχόμεθα, ὅλους τούς δρόμους τῶν ἀρετῶν, χωρίς νά ὑπάρχει κίνδυνος νά πλανηθεῖ κανείς»[40]. 101
«Τοῦ ἀββᾶ Κασσιανοῦ. Μέ κανένα ἄλλο ἐλάττωμα δέν γκρεμίζει τόσο ἀποτελεσματικά ὁ διάβολος τόν ἄνθρωπο στό βάραθρο τῆς ἀπώλειας, ὅπως μέ τό νά τόν πείσει νά μή καταδέχεται νά ρυθμίζει τή ζωή του σύμφωνα πρός τίς διδασκαλίες καί συμβουλές τῶν Πατέρων, ἀλλά νά ἀκολουθεῖ τό θέλημά του»[41]. Φοβερό πράγμα! Ἡ μεγαλύτερη ἀπάτη τοῦ διαβόλου! -«Τί χρειάζεται ἡ ἐξομολόγηση;.. Τί χρειάζεται νά ρωτᾶς;.. Συνέχεια θά ρωτᾶς;.. Γιά ὅλα θά ρωτᾶμε τόν πνευματικό μας; Τί χρειάζεται νά διαβάζουμε τούς ἅγιους Πατέρες; Ἐσύ δέν ἔχεις νοῦ; Δέν ἔχεις σκέψη; Δέν ἔχεις κρίση; Δέν ἔχεις λογική;..». Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπάτη τοῦ διαβόλου, πού μᾶς γκρεμίζει σέ ὅλα τά πάθη καί σέ ὅλες τίς ἁμαρτίες. Ἐξ οὗ καί ἡ σύγχρονη αἵρεση στήν Ἐκκλησία πού λέγεται «μεταπατερική θεολογία». Πού λέει τί; Ἀφῆστε τούς Πατέρες… Οἱ Πατέρες εἶπαν αὐτά πού εἶπαν γιά τότε… τώρα ἄλλα πράγματα.. τώρα ἐμεῖς θά ποῦμε… Ὄχι. Καί τότε καί τώρα καί πάντοτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο λέει τά ἴδια πράγματα καί ὀφείλουμε νά πάρουμε ὁδηγό αὐτά πού λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἀλλιῶς θά γκρεμιστοῦμε ἀπό τίς ὑποβολές τοῦ διαβόλου στά βάραθρα τῆς κολάσεως. «Διότι ἐκεῖνος πού ἀκολουθεῖ τή δική του κρίση καί γνώμη», λέει ὁ ἀββᾶς Κασσιανός,«ποτέ δέν θά βαδίσει μέ ἀσφάλεια, ἀλλά θά σκοντάψει σέ πολλά ἐμπόδια καί θά πλανηθεῖ καί θά ἀντιμετωπίσει πολλούς καί φοβερούς κινδύνους, ὅπως κάποιος πού βαδίζει συνεχῶς μέσα στό σκοτάδι. Ἡμεῖς δέ τοῦτο πρέπει νά μάθουμε, παραδειγματιζόμενοι ἀπό τίς τέχνες καί ἐπιστῆμες τῶν ἀνθρώπων[42]». -Θέλεις νά μάθεις μία ἐπιστήμη, μία τέχνη, τί κάνεις; Πῶς τή μαθαίνεις; Ἁπλῶς διαβάζεις βιβλία; Ὄχι, πᾶς κοντά σ’ ἕναν τεχνίτη, σ’ ἕναν ἐπιστήμονα, σ’ ἕναν μέντορα -τό λένε ἔτσι οἱ ἐπιστήμονες- ὁ ὁποῖος θά σέ ὁδηγήσει. «Ἐάν δηλαδή τίς τέχνες καί τίς ἐπιστῆμες, ἄν καί τίς ψηλαφοῦμε μέ τά χέρια μας, ἐντούτοις δέν μποροῦμε μόνοι μας νά τίς μάθουμε, ἀλλά ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό καλό διδάσκαλο, πού θά μᾶς ὑποδεικνύει τό κάθε πράγμα, πῶς λοιπόν δέν θά εἶναι μωρό καί ἀνόητο νά νομίζουμε, ὅτι θά κατορθώσουμε νά μάθουμε χωρίς διδάσκαλο τήν πνευματική τέχνη, πού εἶναι ἡ δυσκολότερη καί περισσότερο κοπιαστική ἀπό ὅλες τίς τέχνες καί ἐπιστῆμες;»[43]. -Πῶς θά μάθεις τήν πνευματική ζωή, ἄν δέν ἔχεις ὑπακοή σ’ ἕναν πνευματικό ὁδηγό; «Ἡ τέχνη αὐτή ἡ πνευματική δέν εἶναι σωματική καί ὁρατή, ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες τέχνες πού καταγίνονται περί τά σωματικά, ἀλλά ἀόρατη καί ἀπόκρυφη καί ἀποβλέπει πρός μόνη τήν ψυχή καί ἔχει σκοπό νά τήν κάνει θεοειδή», νά τήν κάνει 102
νά μοιάζει μέ τόν Θεό. «Ἡ ἀποτυχία σ’ αὐτή τήν τέχνη δέν ἐπιφέρει πρόσκαιρη ζημιά, ἀλλά προξενεῖ ἀπώλεια ψυχῆς, αἰώνιο θάνατο καί αἰώνια κόλαση»[44]. Καί ὁ Ἅγιος Μάξιμος λέει: «Ὁ μέν Θεός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ καί Πατρός βρίσκεται μυστικά μέσα σέ κάθε δική Του ἐντολή». Κρύβεται μέσα σέ κάθε ἐντολή τοῦ Θεοῦ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. «Ὁ Θεός καί Πατέρας εἶναι κατά φύσιν ὅλος ἀχώριστος ἀπό τόν δικό Του Λόγο». Ὅπου εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος εἶναι καί ὁ Πατέρας. «Αὐτός λοιπόν πού δέχεται τή θεία ἐντολή καί ἐφαρμόζει» στή ζωή του τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, «δέχεται καί τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ», τόν Χριστό δηλαδή, «πού εἶναι μέσα στήν ἐντολή. Καί ἀφοῦ διά τῶν ἐντολῶν, δέχθηκε τόν Λόγο, δέχεται συγχρόνως καί τόν φυσικῶς μέ τόν Θεό Λόγο ὑπάρχοντα Πατέρα. Ἀκόμη δέ καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού συνυπάρχει φυσικῶς σέ Αὐτόν. Λέγει ἑπομένως τό Ἱερό Εὐαγγέλιο «Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ἐκεῖνος πού λαμβάνει αὐτόν πού θά στείλω, Ἐμένα λαμβάνει. Ἐκεῖνος πού λαμβάνει Ἐμένα, λαμβάνει τόν ἀποστείλαντά Με»[45]. Ἐκεῖνος λοιπόν πού δέχθηκε ἐντολή καί τήν ἐξετέλεσε, ἔλαβε καί κρατεῖ μυστικά μέσα του ὅλη τήν Ἁγία Τριάδα»[46]. -Βλέπετε τί μεγάλο πράγμα εἶναι ἡ ὑπακοή; Ὅταν παίρνεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί τίς ἐφαρμόζεις, δέχεσαι μυστικά μέσα σου τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν Πατέρα, πού εἶναι πάντοτε ἑνωμένος μέ τόν Λόγο, καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅλη τήν Ἁγία Τριάδα. «Στό Γεροντικό. Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ ὁ Θηβαῖος, ὅτι τρία πράγματα εἶναι σπουδαῖα ἐνώπιον τοῦ Κυρίου· ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος καί τοῦ προστίθενται πειρασμοί καί αὐτός εὐχαρίστως τούς δέχεται. Τό δεύτερο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐκτελεῖ ὅλα τά ἔργα του καθαρά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά ἔχουν τίποτε τό ἀνθρώπινο». Νά μήν προσπαθεῖ νά ἀρέσει σέ ἀνθρώπους, νά τά κάνει ὅλα γιά τόν Θεό. «Καί τό τρίτο, ὅταν κάποιος ὑποταχθεῖ σέ πνευματικό Πατέρα καί ἀπαρνεῖται ὅλα τά θέληματά του. Αὐτός μάλιστα ἔχει ἕνα στεφάνι περισσότερο»[47]. Ἀπό τό νά κάνεις ὑπομονή στήν ἀρρώστια σου καί στούς πειρασμούς καί ἀπό τό νά τά κάνεις ὅλα τά ἔργα σου γιά τόν Θεό καί ὄχι γιά νά ἀρέσεις στούς ἀνθρώπους, λίγο καί περισσότερο ἀνώτερο, ἔχεις ἕνα στεφάνι παραπάνω, εἶναι ὅταν κόβεις τό θέλημά σου στόν πνευματικό σου ὁδηγό. Καί ὄχι μόνο. Προσέξτε αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος: «ὑπακούετε ἀλλήλοις», ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἐκτός φυσικά ἁμαρτίας. «Ἕνας Γέροντας εἶπε· Νά γίνεις ὅπως ἡ κάμηλος, νά σηκώνεις τίς ἁμαρτίες σου καί δεμένος μέ τήν ὑπακοή νά ἀκολουθεῖς αὐτόν πού γνωρίζει τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ»[48]. -Τί σημαίνει νά γίνεις ὅπως ἡ κάμηλος, ὅπως ἡ καμήλα; «Ἐπειδή ἡ καμήλα εἶναι φορτηγό ζῶο, σηκώνει μεγάλο βάρος καί ἀντέχει στήν ὁδοιπορία καί κακουχία καί ἀκολουθεῖ πιστά τόν ὁδηγό της, ἀλλά καί διατηρεῖ καλά τήν ἀνάμνηση ἐκείνων οἱ ὁποῖοι τῆς ἔκαναν καλό καί τούς ἀγαπᾶ, καί ἀντίθετα ἐχθρεύεται αὐτούς πού τήν ἔβλαψαν». Εἶναι ζῶο πού θυμᾶται ἡ καμήλα. Καί αὐτούς, πού τῆς ἔκαναν καλό τούς θυμᾶται καί τούς ἄλλους πού τῆς ἔκαναν κακό. «Γι’ αὐτό 103
λέει ὁ Γέροντας: νά γίνεις ὅπως ἡ κάμηλος, δηλαδή νά θυμᾶσαι τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν σου καί νά ἀκολουθεῖς πιστά αὐτόν πού γνωρίζει τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, τήν ὁδό τῆς σωτηρίας, καί νά ἀποφεύγεις αὐτόν πού σέ ἔβλαψε, τόν διάβολο, γιά νά σωθεῖς»[49].Βλέπετε τί ὡραῖα, μέ παράδειγμα μᾶς δίνουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τί πρέπει νά κάνουμε. Νά θυμᾶσαι τόν Θεό πού σέ εὐεργετεῖ καί τόν διάβολο πού σέ ἔβλαψε. Μήν πᾶς ἑκούσια καί βάζεις τό κεφάλι σου μέσα στό στόμα τοῦ διαβόλου. «Ἕνας ἀδελφός ρώτησε Γέροντα: - Κάνω ὅλα τά καθήκοντά μου στό κελί μου καί δέν λαμβάνω καμία παρηγοριά ἀπό τόν Θεό. Ὁ Γέροντας τοῦ ἀπάντησε: - Αὐτό σοῦ συμβαίνει, διότι πιέζεις τόν ἑαυτό σου, ἐνῶ ἀκόμη εἶσαι ἄπραγος (δέν ἔχεις δοκιμασθεῖ)», δέν ἔχεις περάσει ἀπό ὑπακοή «καί θέλεις νά γίνει τό θέλημά σου. Καί ὁ ἀδελφός ρώτησε πάλι: - Τί λοιπόν, πάτερ, θέλεις νά κάνω; Ὁ Γέροντας ἀπάντησε: - Πήγαινε, προσκολλήσου σέ ἄνθρωπο πού φοβᾶται τόν Θεό καί ταπεινώσου σ’ αὐτόν ἀπορρίπτοντας τελείως τό θέλημά σου· καί τότε θά δοκιμάσεις τήν παρηγοριά τοῦ Θεοῦ»[50]. Καί σήμερα, πόσοι ἄνθρωποι ζοῦνε μέσα σέ μία μεγάλη μοναξιά.. μοναχικοί ἄνθρωποι. Γιατί; Γιατί δέν μποροῦν νά κόψουν τό θέλημά τους, νά κάνουν ὑπακοή. Καί τούς λές, πήγαινε στήν ἐκκλησία. Ὄχι, σοῦ λέει. Πήγαινε νά ἐξομολογηθεῖς. Ὄχι… Τά ξέρουν ὅλα.. Καί ζοῦνε μία ἀπέραντη μοναξιά. Καί δέν ἔχουν παρηγοριά στήν ψυχή τους. Αὐτό εἶναι τό σπουδαιότερο. Βλέπετε τή συμβουλή τοῦ Γέροντα, πήγαινε καί προσκολλήσου σέ ἄνθρωπο πού φοβᾶται τόν Θεό, ταπεινώσου σ’ αὐτόν, κάνε ὑπακοή στόν Θεό καί θά βρεῖς παρηγοριά. Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ καί τοῦ Ἁγίου Μάρκου. Δύο μικρά καί τελειώνουμε. Λέει ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ «Ἐπειδή δέν θέλουμε νά ὑπομείνουμε μικρή θλίψη χάρη τοῦ Κυρίου, περιπίπτουμε, παρά τή θέλησή μας, σέ πολλές καί κακές θλίψεις»[51]. Δέν θέλουμε τόν χρηστό ζυγό τοῦ Κυρίου, τόν καλό ζυγό, τόν ζυγό τῆς ὑπακοῆς στόν Χριστό. Ὄχι, σοῦ λέει, δέν θέλω οὔτε Θεό οὔτε ἀφέντη.. πού λένε οἱ ἀναρχικοί. Δέν θέλεις αὐτή τή λίγη θλίψη πού ἔχει ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ἔ, μετά θά πέσεις σέ πολύ μεγάλες θλίψεις, πάρα πολύ μεγάλες. «Δέν θέλουμε νά ἐγκαταλείψουμε τό δικό μας θέλημα γιά χάρη τοῦ Κυρίου καί γι’ αὐτό προξενοῦμε στούς ἑαυτούς μας ζημία ψυχῆς καί καταστροφῆς»[52]. -Δέν θέλεις τίς χαρές τίς οὐράνιες, τή χαρά τῆς προσευχῆς, τῆς Θείας Κοινωνίας, τῆς θείας ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό; Μετά θά σοῦ πεῖ ὁ διάβολος.. τί θά σοῦ πεῖ; Πάρε τίς δικές μου ἡδονές.. πάρε ναρκωτικά, πάρε πιοτό.. καί σέ κάνει σκλάβο στά πάθη. Καί σοῦ καταστρέφει καί τήν ψυχή καί τό σῶμα. «Καί ἐπειδή δέν ἀνεχόμαστε νά εἴμαστε στήν ὑποταγή καί περιφρόνηση χάρη τοῦ Κυρίου», γιατί βέβαια θά σέ εἰρωνευτοῦν οἱ προκομμένοι καί «ἔξυπνοι» τοῦ 104
κόσμου.. ἀκόμα στό κατηχητικό πᾶς;.. Ἐπειδή δέν τά θέλουμε αὐτά, τίς λίγες μικρές θλίψεις γιά τόν Χριστό, «στεροῦμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό τήν παρηγοριά τῶν δικαίων. Καί ἐπειδή δέν πειθαρχοῦμε στή νουθεσία ὅσων θέτουν εἰς ἡμᾶς νόμους χάριν τοῦ Κυρίου, γινόμαστε παίγνιο τῶν πονηρῶν δαιμόνων»[53]. Μή βάζεις στά παιδιά περιορισμούς.. ὄχι μή.. τίποτα μή.. ὅλα ἐπιτρέπονται.. Ἔτσι ὅμως καταστρέφεσαι καί τό παιδί σου καταστρέφεται. Νά δέχεσαι μέ χαρά τούς περιορισμούς πού σοῦ βάζουν χάριν τοῦ Κυρίου. «Ἄ, αὐτός ὁ πνευματικός εἶναι πολύ αὐστηρός.. θά πάω σ’ ἕναν πού δέν βάζει περιορισμούς, πού τά ἀφήνει ὅλα ἐλεύθερα». Δέν θά θεραπευτεῖς. Κοροϊδεύεις τόν ἑαυτό σου. Νά δέχεσαι μέ χαρά τούς περιορισμούς γιά χάρη τοῦ Κυρίου. «Ἐπειδή δέν ἀνεχόμαστε τήν αὐστηρή ἀνατροφή, τήν ὁποία συμβολίζει ἡ ράβδος, θά μᾶς δεχθεῖ ἡ κάμινος τοῦ πυρός, πού δέ σβήνει ποτέ, ὅπου δέν ὑπάρχει πλέον καμία παρηγοριά»[54]. Ἐπειδή δέν ἀκοῦμε μέ τά λόγια αὐτά πού μᾶς λέει προτρεπτικά ὁ Θεός, μετά ἔρχεται ἡ ράβδος. -Ἡ ράβδος ποιά εἶναι; Εἶναι οἱ παιδαγωγίες μέσω τῶν θλίψεων, μέσω τῶν πειρασμῶν καί μέσω τῶν συνεπειῶν πού ἔχει ἡ ἁμαρτία. Καί ἡ ἁμαρτία φέρνει μεγάλες θλίψεις στόν ἄνθρωπο, τίς πιό μεγάλες θλίψεις. Καί τόν θάνατο τελικά. Καί αὐτό πάλι κατ’ οἰκονομία, μιά παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτή. Ἀλλά γιατί νά περάσεις ἀπ’ αὐτά καί νά μήν ἀκούσεις τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά τόν ἐφαρμόσεις; Καί τό τελικό τοῦ Ἁγίου Μάρκου. «Νά μή γίνεις μαθητής αὐτοῦ πού ἐπαινεῖ τόν ἐαυτό του, γιά νά μή μάθεις τήν ὑπερηφάνεια ἀντί τήν ταπεινοφροσύνη»[55]. Θά προσέξεις καί σέ ποιόν θά προσκολληθεῖς. Ποιόν θά κάνεις πνευματικό καί γέροντα. Ὄχι αὐτόν ὁ ὁποῖος προβάλλει τόν ἑαυτό του, αὐτοδοξάζεται, αὐτοεπαινεῖται, ἀλλά αὐτόν πού εἶναι ταπεινός. Αὐτά ἤθελα νά πῶ σήμερα στήν ἀγάπη σας. Συγχωρέστε με ἄν παρέτεινα λίγο τήν ὁμιλία γιά νά ὁλοκληρώσουμε τήν Ὑπόθεση. Ἄν θέλετε κάτι πάνω σ’ αὐτά νά ρωτήσετε, πολύ εὐχαρίστως. Βλέπουμε ὅμως ἀπό ὅλα αὐτά πόσο ἀναγκαῖο πράγμα εἶναι ἡ ὑπακοή. Σήμερα βέβαια εἶναι -θά λέγαμε- ντεμοντέ νά μιλᾶς γιά ὑπακοή, ἐνῶ εἶναι τῆς μόδας νά μιλᾶς γιά ἐλευθερία. Ἀλλά αὐτοί πού μιλᾶνε γιά ἐλευθερία, νά ξέρετε, εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού τελικά ἄν τούς ἀκούσουμε, θά πέσουμε στή χειρότερη σκλαβιά. Καί ἡ Γαλλική Ἐπανάσταση μιλοῦσε γιά ἐλευθερία, ἀλλά ἀπό πίσω της εἶχε τήν ἀθεΐα. Καί οἱ ἄνθρωποι, πού υἱοθετοῦν τέτοια συνθήματα, ἀδελφοσύνης, ἰσότητας κ.λ.π. χωρίς Χριστό, ποτέ δέν ἐκπληρώνουν αὐτά τά συνθήματα, ποτέ δέν τά φτάνουν. Γιατί ἀληθινή ἰσότητα, ἀληθινή ἐλευθερία, ἀληθινή καταξίωση τῆς ζωῆς μας βρίσκεται μόνο στόν Χριστό καί στήν ὑπακοή στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. 105
Ὁ διάβολος εἶναι ὁ πρῶτος ἀντάρτης, ὁ πρῶτος ἀνυπάκουος, καί ὅσοι δέν θέλουν τήν ὑπακοή, εἶναι δικοί του μαθητές. Ἄς μή γελιόμαστε. Ἤ θά εἶσαι μέ τόν ὑπάκουο Χριστό, ἤ μέ τόν ἀντάρτη διάβολο καί θά ἔχεις μετά βέβαια καί τίς ἀπολαβές τίς ἀνάλογες. Ὁ διάβολος θά «ἀπολαύσει» τήν αἰώνια κόλαση. Ὁ Χριστός μας εἶναι, καί ὡς ἄνθρωπος πλέον, δεδοξασμένος καί ἔχει πᾶσα ἐξουσία καί ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς. Καί τό ἴδιο ἀξιώνει καί ἐμᾶς, νά καθίσουμε μαζί Του στόν θρόνο Του, μᾶς λέει στήν Ἀποκάλυψη, ἐφόσον ζήσουμε μέ ὐπακοή ἐδῶ στή γῆ. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Ἐρ. : Κάποιος πού ἔχει πολλά μέτωπα στό σπίτι, σέ ποιόν πρέπει νά κάνει ὑπακοή; Στόν σύζυγο; Στά παιδιά; Σέ τρίτους;.. Ἀπ. : Εἶναι πρακτικό θέμα, βέβαια. Ἐκεῖ νά κάνουμε προσευχή νά φωτίζει ὁ Θεός. Βεβαίως νά ξέρουμε καί τήν ἱεραρχία. Στήν οἰκογένεια ἄς ποῦμε, ὁ Χριστός ἔχει βάλει μιά ἱεραρχία. Ἡ σύζυγος θά κάνει ὑπακοή στόν σύζυγο, εἶναι εἰς τόπον Χριστοῦ. Ὅταν μᾶς μιλάει ἡ Ἁγία Γραφή γιά τήν οἰκογένεια, βάζει τόν ἄνδρα στή θέση τοῦ Χριστοῦ. Ὁπότε ἡ σύζυγος στόν ἄνδρα θά κάνει ὑπακοή. Μετά ἔρχεται ἡ ὑπακοή στά παιδιά, ἤ στόν πεθερό, ἤ στόν πατέρα της, ἤ στή μητέρα της. Σέ καμιά περίπτωση δέν πρέπει νά ὑπερισχύσει ἡ γνώμη κάποιου ἐκτός τοῦ συζύγου, ἀντίθετα μέ τόν σύζυγο. Ἐννοεῖται ὅτι ὁ σύζυγος λέει αὐτό πού λέει ὁ Θεός καί δέν λέει κάτι ἁμαρτωλό. Ὁπότε ὑπάρχει αὐτή ἡ ἱεράρχηση καί αὐτή ἡ τακτοποίηση. Κι ὅλα αὐτά τακτοποιοῦνται, ὅταν ὑπάρχει καί κοινός πνευματικός ὁδηγός μέσα στήν οἰκογένεια, στό ζευγάρι κ.λ.π. Ἑπομένως, ὅταν γνωρίζουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, θά βροῦμε τήν ἄκρη. Ἤ εἶσαι σ’ ἕνα κοινόβιο. Σέ ποιόν θά κάνεις ὑπακοή; Σοῦ λέει κάτι ὁ Γέροντας καί σοῦ λέει κάτι καί ἕνας παραδελφός. Ἔ, ποῦ θά κάνεις; Στόν Γέροντα θά κάνεις. Δέν μπορεῖ νά κάνεις στόν παραδελφό. Ὑπερισχύει ἡ ἐντολή τοῦ Γέροντα. Ὑπάρχει λοιπόν μιά ἱεραρχία καί μποροῦμε, νομίζω, σιγά-σιγά, μέ τή βοήθεια καί τοῦ πνευματικοῦ μας νά καταλάβουμε σέ ποιόν θά κάνουμε ὑπακοή. Ἄς ζοῦμε ἐμεῖς μέ τή διάθεση νά κάνουμε ὑπακοή. Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό, νά θέλουμε νά κόψουμε τό θέλημά μας. Καί ὁ Θεός μετά θά μᾶς ὁδηγεῖ. Ὑπάρχουν κάποιοι κανόνες. Σᾶς εἶπα, ἕνας εἶναι ἡ ἱεραρχία πού ἔχει βάλει ὁ Θεός. Μετά ἕνας ἄλλος κανόνας εἶναι καί τό συμφέρον τῶν πολλῶν. Μπορεῖ νά κάνεις ὑπακοή σέ κάποιον, ἄν ποῦμε ὅτι εἶναι δύο πού εἶναι ἴσοι μεταξύ τους, καί νά ὠφελεῖται ἕνας, καί νά κάνεις ὑπακοή στόν ἄλλον καί νά ὠφελοῦνται πενήντα. Θά προτιμήσεις τήν ὑπακοή στόν ἄλλον πού ὠφελοῦνται περισσότεροι. Ἕνα ἄλλο κριτήριο. Ἐρ. : ...................... Ἀπ. : Ἐντός εἰσαγωγικῶν.. ὁ Θεός δέν «ὑποχρεώνεται» ἀπό τίποτα. Εἶναι τελείως ἐλεύθερος. Ὁ Ἅγιος Παΐσιος τό ἔλεγε, ὅτι κατά κάποιο τρόπο ἀναγκάζεις τόν Θεό, 106
ὅταν ταπεινώνεσαι νά πάρεις τή Χάρη, νά σοῦ δώσει Χάρη, ἐπειδή τό ἔχει πεῖ ὁ Ἴδιος, ἔχει αὐτοδεσμευθεῖ. Ὁ Θεός δέν ἐξαναγκάζεται ἀπό τίποτε. Ἀλλά ὁ Ἴδιος «συγκινεῖται» ὅταν βλέπει ἕναν ταπεινό ἄνθρωπο. Ἔλεγε ὁ γέροντας τοῦ Ἁγίου Παϊσίου ὅτι ὁ Θεός κάθε μέρα εὐλογεῖ τόν κόσμο μέ τό ἕνα Του χέρι. Ἄν δεῖ ταπεινό ἄνθρωπο, τόν εὐλογεῖ καί μέ τά δυό Του χέρια. Παίρνει διπλή εὐλογία... Καί ταπεινός εἶναι ὁ ὑπάκουος. Αὐτός εἶναι ἀληθινά ταπεινός. Ἐρ. : Εἴπατε ὅτι ἡ σύζυγος πρέπει νά κάνει ὑπακοή στόν σύζυγο.. Ἀπ. : Καί τό ἀντίθετο... Μή μέ παρεξηγήσετε, δέν εἶμαι ἐναντίον σας.. Ἐρ. : Ἐάν αὐτό πού θέλει ὁ σύζυγος εἶναι ἀντίθετο μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ.. Ἀπ. : Ἐννοεῖται ὅτι δέν πρέπει νά κάνει ὑπακοή. Ἐρ. : ....................... Ἀπ. : Προσευχή καί φυσικά νά τό πεῖ καί στόν πνευματικό της ὅτι δέχομαι πιέσεις γι’ αὐτό καί γι’ αὐτό τό συγκεκριμένο πρόβλημα καί φυσικά θά τῆς πεῖ ὁ πνευματικός νά μήν κάνει ὑπακοή. Ἐννοεῖται! Ὅταν ὑπάρχει παράβαση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ σαφής. Εἶναι σαφέστατο αὐτό. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα καί συγχωρέστε με.. ἀλλά ἄς τό ποῦμε. Τό λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἐκεῖ, ὅταν ἀναφέρεται στά σαρκικά ἁμαρτήματα... καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν λέει; «Τίμιος ὁ γάμος καί ἡ κοίτη ἀμίαντος»[56]. Τίμιος ὁ γάμος.. Ὁ γάμος εἶναι τίμιος καί πρέπει νά εἶναι τίμιος καί νά διατηρεῖται τίμιος, ἀλλά πολλοί ἀτιμάζουν τόν γάμο. Πῶς; Καλά μέ τή μοιχεία, ὅταν πᾶνε μέ ἄλλα πρόσωπα, ἀλλά καί μέσα στόν γάμο καί στή σχέση μέσα, δυστυχῶς, πολλές φορές μέ τήν ὅλη διαστροφή πού ἔχει ἐπικρατήσει σήμερα μέσα στόν κόσμο, νά ζητάει ὁ σύζυγος ἀπό τή σύζυγο πράγματα πού δέν ἐπιτρέπονται, ἀπαράδεκτα. Ἀτιμάζεται ἔτσι ὁ γάμος καί ἀτιμάζεται τό πρόσωπο τῆς συζύγου καί τοῦ ἑαυτοῦ του φυσικά ἀτιμάζεται. Ἐκεῖ φυσικά δέν θά κάνει ὑπακοή ἡ σύζυγος, δέν πρέπει νά κάνει καί εἶναι καί λόγος διαζυγίου αὐτό τό πράγμα. Φυσικά δέν θά κάνουμε ὑπακοή, ὅταν ὑπάρχει ἁμαρτία. Σέ καμιά περίπτωση. Γιατί ὁ γάμος εἶναι δρόμος γιά τή θέωση, δέν εἶναι δρόμος γιά τήν κόλαση. Πρέπει νά εἶναι δρόμος γιά τή θέωση. Γι’ αὐτό ὁ Θεός ἑνώνει δύο πρόσωπα, γιά νά βοηθήσουν ὁ ἕνας τόν ἄλλον νά πᾶνε στόν παράδεισο. Ὄχι νά κολαστοῦν. Ὁ ἕνας νά κολάζει τόν ἄλλον. Ἀλλοίμονο! Λοιπόν, νά δοξάζουμε τόν Θεό καί νά Τόν παρακαλοῦμε νά μᾶς δίνει αὐτή τή διάθεση νά ὑπακοῦμε στίς ἐντολές Του καί νά καταλάβουμε ἀκριβῶς ὅτι ἡ ὑπακοή εἶναι ὁ δρόμος γιά τήν ἀληθινή ἐλευθερία καί ὄχι ἡ αὐτονόμηση πού μᾶς διδάσκει ὁ διάβολος καί ἡ ἀνταρσία, πού ἀπό πίσω της ἔχει τήν ὑπερηφάνεια καί τόν ἐγωισμό. Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης https://hristospanagia3.blogspot.com [1] Εὐεργετινός, ἐκδ. Συναξαριστής, 2001 (στό ἑξῆς: Εὐεργετινός). 107
[2] Β΄Κορ. 3, 17. [3] Παρ. 14, 34. [4] Β΄Κορ. 3, 17. [5] Εὐεργετινός. [6] Ὅ.π. [7] Ὅ.π. [8] Ψαλμ. 143, 1. [9] Εὐεργετινός. [10] Ὅ.π. [11] Ὅ.π. [12] Πρβλ. Ψαλμ. 62, 9. [13] Εὐεργετινός. [14] Φιλιπ. 2, 6. [15] Φιλιπ. 2, 7. [16] Ὅ.π. [17] Φιλιπ. 2, 8. [18] Εὐεργετινός. [19] Ὅ.π. [20] Ὅ.π. [21] Παρ. 3, 34. [22] Εὐεργετινός. [23] Πρβλ. Ἐφεσ. 5, 32. [24] Εὐεργετινός. [25] Ἐκκλ. 4, 10. [26] Εὐεργετινός. [27] Ὅ.π. [28] Μάρκ. 8, 34. [29] Εὐεργετινός. [30] Ματθ. 26, 42. [31] Μάρκ. 14, 36. [32] Εὐεργετινός. [33] Ὅ.π. [34] Ὅ.π. [35] Γέν. 2, 20. [36] Εὐεργετινός. [37] Ὅ.π. [38] Ὅ.π. [39] Ὅ.π. [40] Ὅ.π. [41] Ὅ.π. [42]Ὅ.π. [43] Ὅ.π. [44] Ὅ.π. [45] Ἰω. 13, 20. [46] Εὐεργετινός. [47] Ὅ.π. [48] Ὅ.π. [49] Ὅ.π. [50] Ὅ.π. [51] Ὅ.π. [52] Ὅ.π. [53] Ὅ.π. [54] Ὅ.π. [55] Ὅ.π. [56] Ἑβρ. 13, 4. 108
Ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίω Εἴμαστε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, στό 6ο Κεφάλαιο τῆς πρός Ἐφεσίους ἐπιστολῆς, στόν 10ο στίχο. «Τό λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ»[1]. Τό λοιπόν ἀδελφοί, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἰς τούς Ἐφεσίους, νά ἐνδυναμώνεστε ἐν Κυρίῳ, νά παίρνετε δύναμη ἀπό τόν Κύριο, καί ἐν τῷ κράτει, καί νά εἶστε δυνατοί καί ἰσχυροί μέ τή δική Του δύναμη, μέ τό δικό Του κράτος. Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἑρμηνεύοντας τόν στίχο αὐτό[2], ἡ οἰκεία καί ἡ φαμίλια τοῦ κάθε χριστιανοῦ παρομοιάζει μέ τό στρατόπεδο καί τήν παρεμβολή τῶν πολεμικῶν στρατευμάτων. Ἔτσι, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἀφοῦ ἔβαλε σέ τάξη τά πράγματα τῆς οἰκείας καί τῆς φαμίλιας τῶν χριστιανῶν, γιατί προηγουμένως μᾶς μίλησε γιά τό πῶς πρέπει νά εἶναι ἡ οἰκογένεια, πῶς πρέπει νά εἶναι ἡ σχέση τοῦ ἄνδρα μέ τή γυναίκα, πῶς πρέπει νά εἶναι ἡ σχέση τῶν παιδιῶν μέ τούς γονεῖς, πῶς πρέπει νά εἶναι ἡ σχέση τῶν δούλων μέ τούς κυρίους, τῶν ὑπηρετῶν πού ὑπάρχουν στήν οἰκογένεια, καί ἀφοῦ, λέει τώρα, τά τακτοποίησε ὅλα αὐτά, τώρα μᾶς βγάζει στόν πόλεμο, εἰς τόν πόλεμο τόν νοητό ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τόν ἀόρατο πόλεμο πού πρέπει νά κάνουμε ὡς χριστιανοί. Γιατί ὅταν -λέει ὁ Ἅγιος- ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα καί τά παιδιά καί οἱ δοῦλοι, φυλάττουν τήν πρέπουσα τάξη τους, δηλαδή στέκονται σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ στή θέση καί στόν ρόλο πού τούς ἔχει βάλει ὁ Θεός, ἄλλος εἶναι ὁ ρόλος τοῦ ἄνδρα, ἄλλος τῆς γυναίκας, ἄλλος τῶν παιδιῶν κ.λ.π. , ὅταν λοιπόν στέκονται ὅπως πρέπει, στήν πρέπουσα τάξη τους καί δέν βγαίνουν ἔξω ἀπό τούς διορισμένους ἐκ τοῦ Θεοῦ νόμους, τότε καί ὁ πόλεμος πού ἔχουν νά κάμουν ἐναντίον τῶν δαιμόνων πρόκειται νά εὐτυχήσει καί νά κατευοδωθεῖ. Δηλαδή, θά ἔχουν ἐπιτυχῆ ἔκβαση οἱ ἀγῶνες τους οἱ πνευματικοί. Ἐφ΄ ὦ ἐτάχθη ἕκαστος, ὅπου ὁ καθένας ἔχει ταχθεῖ, ἐκεῖ πρέπει νά στέκεται καί νά πολεμᾶ τόν ἐχθρό, τόν διάβολο, καί θά νικήσει ἐφόσον τηρεῖ τά προστάγματα, τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τά ὁποῖα εἶναι ἀφενός μέν σέ σχέση μέ τόν Θεό, ἀφετέρου σέ σχέση μέ τόν συνάνθρωπο καί ἀφετέρου σέ σχέση μέ τόν ἑαυτό μας. Γι’ αὐτό καί ὅταν ἐξετάζουμε τόν ἑαυτό μας, τόν ἐξετάζουμε ὡς πρός τόν Θεό, ὡς πρός τόν πλησίον καί ὡς πρός τόν ἑαυτό μας. Ποιά εἶναι ἡ σχέση μας, πῶς συμπεριφερθήκαμε ἀπέναντι στόν Θεό, ἀπέναντι στόν πλησίον καί ἀπέναντι στόν ἑαυτό μας καί ἄν ἀκολουθήσαμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ἐκπληρώσαμε τά καθήκοντά μας, τίς ὑποχρεώσεις μας, τήν ἀγάπη μας ἀπέναντι στόν Θεό, ἐάν τηρήσαμε τά καθήκοντά μας καί τίς ὑποχρεώσεις μας ἀπέναντι στόν πλησίον καί μετά καί στόν ἑαυτό μας. Αὐτός ὁ πόλεμος ἐναντίον τοῦ διαβόλου προσπαθεῖ νά μᾶς ἐκτρέψει ἀπό τήν ἐκπλήρωση τῶν ὑποχρεώσεών μας καί ἀπό τή σωστή σχέση μέ τόν Θεό, μέ τόν 109
πλησίον καί μέ τόν ἑαυτό μας. Ἄν θέλουμε νά νικήσουμε σ’ αὐτόν τόν πόλεμο, πρέπει νά ἔχουμε πάντοτε μπροστά μας τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ, καί ὄχι μόνο τήν ἔννοια, νά αἰσθανόμαστε τόν Θεό ὡς παρουσία, ὡς ὕπαρξη, καί ὡς κράτος καί ἰσχύ καί βοήθεια καί καταφυγή καί στερέωμα, ὅπως μᾶς τό λένε οἱ ἅγιοι ὅτι εἶναι ὁ Θεός. Ὅπως λέει ὁ Δαβίδ, «προωρώμην τόν Κύριον ἐνώπιόν μου»[3]. Βλέπω συνεχῶς μπροστά μου τόν Κύριό μου καί ἐνδυναμώνομαι ἀπ’ Αὐτόν. Ἔτσι νικοῦμε στόν πόλεμο, ἔχοντας μπροστά μας τά προστάγματα τοῦ Θεοῦ, τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδή πρόσταξε πολλά πράγματα ὁ Ἀπόστολος, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος στούς προηγούμενους στίχους στά προηγούμενα κεφάλαια, καί μερικά ἀπό αὐτά φαίνονται δυσκολοκατόρθωτα, γι’ αὐτό λέγει ἐδῶ, μή φοβηθεῖτε καί μή δειλιάσετε χριστιανοί, ἀλλά δυναμώνεσθε καί θαρρεῖτε, ἔχετε θάρρος, εἰς τήν δύναμιν τοῦ Κυρίου, ἐπειδή στόν Κύριο δέν ὑπάρχει μόνο δύναμη, ἁπλῶς δύναμη, ἀλλά κράτος δυνάμεως, δηλαδή ἀνεκδιήγητος δύναμις! Μεγίστη δύναμις, ἄπειρη δύναμη ἔχει ὁ Κύριος, ἡ ὁποία κρατεῖ καί νικᾶ καί κυριεύει ὅλα τά κτίσματα. Δέν θά πρέπει νά ἔχουμε καταφυγή σέ ἀνθρώπους οὔτε ἀκόμα καί στά μπράτσα μας. Γι’ αὐτό λέγει καί σέ ἕνα ὡραῖο του βιβλίο, στόν «Ἀόρατο Πόλεμο», ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος κάθε στιγμή γιά νά νικήσει σ’ αὐτόν τόν ἀόρατο πόλεμο, στόν νοερό πόλεμο, στόν πόλεμο ἐναντίον τοῦ διαβόλου, θά πρέπει νά ἔχει τέσσερα ὅπλα. Τό πρῶτο ὅπλο εἶναι νά ἔχει τελεία ἀπελπισία ἀπό τόν ἑαυτό του. Νά μήν ἔχει καθόλου αὐτοπεποίθηση, νά μήν ἔχει καμία ἐμπιστοσύνη στή δική του ἱκανότητα, δύναμη, ἐξυπνάδα. «Τάδε λέγει Κύριος», αὐτά λέει ὁ Κύριος, λέει ὁ προφήτης Ἱερεμίας, «ἐπικατάρατος ὁ ἄνθρωπος, ὅς τήν ἐλπίδα ἔχει ἐπ᾿ ἄνθρωπον καί στηρίζει σάρκα βραχίονος αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτόν»[4]. Γίνεται καταραμένος ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἔχει τήν ἐλπίδα του σέ ἄνθρωπο. Ὅσο δυνατός κι ἄν εἶναι ὁ ὁποιοσδήποτε, εἶναι ἄνθρωπος καί ἄν ἐσύ ἐμπιστευθεῖς καί ἀφεθεῖς καί στηρίξεις τήν ἐλπίδα σου σέ ἄνθρωπο, γίνεσαι καταραμένος. Καί δεύτερον, γίνεσαι καταραμένος καί ὅταν στηρίζεις σάρκα βραχίονός σου ἐπί σέ. Δηλαδή, ὅταν στηρίζεσαι στόν βραχίονά σου, στά μπράτσα σου. «Καί ἀπό Κυρίου ἀποστῇ ἡ καρδία αὐτοῦ»[5]. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, ἡ καρδιά του φεύγει μακριά ἀπ’ Αὐτόν. Καί αὐτά τά λέει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο διά τοῦ προφήτου Ἱερεμίου ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα. Καί ἔχουμε σήμερα τούς ἄθεους ψυχολόγους καί παιδαγωγούς πού λένε, ὄχι.. νά ἐλπίζεις στόν ἑαυτό σου… ὄχι μόνο νά ἐλπίζεις, νά ἔχεις ἰσχυρή πεποίθηση, νά ἔχεις ἰσχυρή θέληση ὅτι μπορεῖς καί θά τά καταφέρεις… Πῶς; Μέ τή δύναμή σου… Ὄχι μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Δέν μιλᾶνε γιά Θεό, γιατί δέν πιστεύουν στόν Θεό. Πολύ περισσότερο δέν μιλᾶνε γιά Χριστό. Ὁ Ἅγιος Θεός ὅμως μᾶς λέει, ὅτι ἄν τό κάνεις αὐτό, ἄν πιστέψεις στά μπράτσα σου, στήν ἐξυπνάδα σου, στά πτυχία σου, στίς ὅποιες ἱκανότητες καί δεξιότητές σου, γίνεσαι ἐπικατάρατος! Καταραμένος θά πεῖ χωρισμένος ἀπό τόν Θεό, ἀλλά καί ὑποκείμενος μετά στό ἀντίθετο τῆς εὐλογίας, πού εἶναι ἡ κατάρα. Πού εἶναι τί ἡ 110
κατάρα; Εἶναι καί τιμωρία. Ἕνας πού εἶναι καταραμένος, εἶναι τιμωρημένος, χωρισμένος ἀπό τόν Θεό, μακριά ἀπό κάθε θεϊκή εὐλογία. -Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μπορεῖ νά προοδεύσει; Πουθενά δέν μπορεῖ νά προοδεύσει, σέ τίποτε. Οὔτε στά πράγματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ οὔτε πολύ περισσότερο στά πνευματικά οὔτε φυσικά μπορεῖ νά σωθεῖ. Πόσο λοιπόν πρέπει νά προσέχουμε νά μήν ἔχουμε θάρρος στόν ἑαυτό μας. «Ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ»[6], λέει. Δέν λέει ἐνδυναμοῦσθε ἐν τοῖς βραχίοσι ἡμῶν, νά ἐνδυναμώνεστε μέ τά μπράτσα σας. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι φτιάχνουνε μπράτσα. Ὑπάρχουν καί εἰδικές σχολές - ἐργαστήρια πού λέγονται body building. Νά φτιάξουμε γερά μπράτσα, γερό σῶμα.. χτίζουμε, λέει, τούς μῦς μας. Σιγά τό πράγμα! Καί νομίζει ὁ ἄνθρωπος ὅτι εἶναι ὑπεράνθρωπος. Ἐνῶ εἶναι μία ἀνοησία αὐτό ὅλο τό πράγμα. Γίνεται ἐπικατάρατος ὁ ἄνθρωπος πού στηρίζεται στά μπράτσα του. Νά μάθουνε, λέει, τά παιδιά πολεμικές τέχνες, γιά νά μποροῦν νά ὑπερασπίζονται τόν ἑαυτό τους. Μά ἔτσι θά ὑπερασπίζονται τόν ἑαυτό τους; «Ἐάν μή Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων»[7]. Ἐάν δέ φυλάξει τό σπίτι σου, τό παιδί σου, καί πόλη ὁλόκληρη, καί τό ἔθνος μας ὁλόκληρο, ὁ Θεός, μάταια ἐμεῖς ἀγρυπνοῦμε καί φυλάσσουμε τό σπίτι μας καί βάζουμε καί διπλούς καί τριπλούς συναγερμούς καί τήν πατρίδα μας προσπαθοῦμε μέ ἐξοπλισμούς καί μέ πυραύλους νά τή φυλάξουμε. Δέν φυλάσσεται ἔτσι ἡ πατρίδα, ἀλλά φυλάσσεται ἀπό τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἔχουμε καλή σχέση μέ τόν Θεό. Ἐνῶ ὅταν φεύγουμε ἀπό τόν Θεό, ἀπομακρύνεται καί ἡ θεία βοήθεια ἀπό μᾶς, γινόμαστε ἐπικατάρατοι. «Ἐνδυναμοῦσθε», λοιπόν, «ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ»[8]. Ζητᾶτε δύναμη ἀπό τόν Θεό. Ἡ πεποίθησή σας νά εἶναι στόν Θεό. Ἡ ἐλπίδα σας νά εἶναι στόν Θεό. Κι αὐτό εἶναι πού πρέπει νά καλλιεργήσουμε μέσα μας, νά ἐλπίζουμε στόν Θεό. Ὁ Ὁποῖος Θεός εἶναι ἀφενός μέν παντοδύναμος. Δέν ἔχει ἁπλῶς μιά κάποια δύναμη, ἀλλά ἔχει ὅλη τή δύναμη, πᾶσα δύναμη. Ἐλπίζουμε σέ ἕναν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι πάνσοφος, δέν ἔχει ἁπλῶς κάποια σοφία. Ἔχει τήν ἄπειρη σοφία, τήν ἀληθινή σοφία. Μπροστά στή σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ δική μας σοφία καί οἱ δικές μας ἐπιστῆμες εἶναι μωρία[9], ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι ἀνοησία, εἶναι ἠλιθιότητα. Ἐλπίζουμε σέ ἕναν Θεό, ὁ Ὁποῖος ἐκτός ὅτι εἶναι παντοδύναμος καί πάνσοφος, εἶναι συγχρόνως καί πανάγαθος. Δέν ἔχει ἁπλῶς μιά σχετική καλοσύνη, ἀλλά ἔχει ἄπειρη καλοσύνη, ἄπειρη ἀγαθότητα. Καί σ’ Αὐτόν ὀφείλουμε νά ἀφήνουμε τίς ἐλπίδες μας καί ἀπ’ Αὐτόν νά προσπαθοῦμε νά ἀντλήσουμε δύναμη. Καί ἕνας τέταρτος λόγος πού πρέπει ἀπό τόν Θεό νά ζητᾶμε δύναμη καί νά κραταιωνόμαστε, νά δυναμώνουμε μέ τό κράτος τῆς ἰσχύος Αὐτοῦ, εἶναι τό γεγονός ὅτι ὅλοι ὅσοι κατέφυγαν στόν Θεό, ποτέ δέν διαψεύστηκαν, ποτέ δέν καταισχύνθηκαν, ποτέ δέν ἔμειναν ἀβοήθητοι, ἐφόσον φυσικά αὐτό πού ζητοῦσαν ἦταν γιά τό καλό τους, ἦταν γιά τό συμφέρον τους καί δέν ἤτανε πρός ψυχική τους καί πνευματική τους ζημία. 111
«Ἐμβλέψατε», λέει ὁ σοφός Σειράχ, «εἰς ἀρχαίας γενεάς καί ἴδετε· τίς ἐνεπίστευσε Κυρίῳ καί κατῃσχύνθη;»[10]. Κοιτάξτε, λέει, ὅλους τούς ἀρχαίους ἀνθρώπους, τούς ἁγίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποιός ἀπό αὐτούς ἐμπιστεύθηκε στόν Θεό καί καταισχύνθηκε; Καί ντροπιάστηκε; Κανένας! Ἔχουμε λοιπόν καί ἱστορικό προηγούμενο, ἔχουμε καί δεδομένα, ντοκουμέντα, πού ἐπιβεβαιώνουν τό γεγονός ὅτι δέν πρέπει νά ἐλπίζουμε καί νά προσπαθοῦμε νά δυναμώσουμε ἀπό τόν ἑαυτό μας, ἀπό τά μπράτσα μας ἤ στηριζόμενοι σέ ἄλλους ἀνθρώπους, ἔστω καί ἰσχυρούς τῆς γῆς, ἀλλά εἰς τόν Θεό. Ὅποιος κατέφυγε στόν Θεό, αὐτός βρῆκε τήν ἀληθινή δύναμη καί τήν ἀληθινή προστασία. Αὐτά λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος. Τά τέσσερα ὅπλα, λοιπόν, πού πρέπει νά ἔχει ὁ χριστιανός κάθε στιγμή εἶναι, πρῶτον, νά μήν ἔχει καμιά ἐλπίδα στόν ἑαυτό του, στά μπράτσα του, στήν ἐξυπνάδα του, στήν ἐπιστήμη του, στήν τεχνολογία του, στά προσόντα του, ὅσο μεγάλα κι ἄν εἶναι αὐτά, πού κι αὐτά εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, οὔτε σέ ἄλλον ἄνθρωπο, ὅσο ἰσχυρός κι ἄν εἶναι αὐτός, κοσμικός ἄρχοντας κ.λ.π. Δεύτερο ὅπλο εἶναι νά ἔχει τελεία ἐλπίδα στόν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι παντοδύναμος, πάνσοφος, πανάγαθος καί ὅλοι ὅσοι κατέφυγαν σ’ Αὐτόν, ποτέ δέν ντροπιάστηκαν, ἀλλά πῆραν τή βοήθεια πού ἤθελαν, ἐφόσον ἦταν γιά τό καλό τους. Τρίτο ὅπλο εἶναι ν’ ἀγωνιζόμαστε πάντοτε ἐναντίον τῶν παθῶν μας, ἐναντίον τοῦ διαβόλου, μέ ὅλα μας τά μέσα νά ἀσκοῦμε τίς ἀρετές, καί τέταρτο ὅπλο, νά προσευχόμαστε, νά ζητᾶμε τή θεία βοήθεια. Καί μᾶς δίνει καί ἕνα πέμπτο ὅπλο, λίγο πιό μετά, στό βιβλίο αὐτό, στόν Ἀόρατο Πόλεμο, τό ἰσχυρότερο ἀπό ὅλα, πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός διαμέσου τῆς Θείας Κοινωνίας. Αὐτά εἶναι τά ὅπλα μας καί μ’ αὐτά τά ὅπλα πραγματικά ὁ χριστιανός εἶναι πανίσχυρος, παντοδύναμος. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[11]. Μπορῶ τά πάντα μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. -Χωρίς ὅμως τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ τί μποροῦμε; Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς εἶπε «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»[12]. Τίποτε δέν μπορεῖς νά κάνεις χωρίς τόν Θεό, οὔτε καί τό ἁπλούστερο πραγματάκι. «Τό λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ»[13]. Λέει πάλι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἰς τήν πρός Φιλιππησίους ἐπιστολή αὐτό τό ρητό πού σᾶς εἶπα, στόν 13ο στίχο τοῦ 1ου κεφαλαίου, «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[14]. Προηγουμένως εἶχε πεῖ κάποια πράγματα γιά τόν ἑαυτό του. Ἔλεγε, πάλι στό 4ο κεφάλαιο, στήν πρός Φιλιππησίους, στόν 11ο στίχο: «ἐγώ γάρ ἔμαθον ἐν οἷς εἰμι αὐτάρκης εἶναι»[15]. Ἔμαθα, λέει, ἀδελφοί μου, μ’ αὐτά πού ἔχω νά ἀρκοῦμαι. Ἤτανε πάρα πολύ ἀσκητικός καί ὀλιγαρκής ὁ Ἀπόστολος. Καί συνεχίζει στόν 12ο στίχο, «οἶδα καί ταπεινοῦσθαι, οἶδα καί περισσεύειν»[16]. Ξέρω καί νά ταπεινώνομαι καί νά ὑποφέρω καί πεῖνα καί στέρηση, οἶδα καί περισσεύειν. Ἔχω ζήσει καί χρονικές περιόδους πού εἶχα καί περίσσεια καί ἀπό ἐφόδια ὑλικά καί 112
ἀπό χρήματα. Ἀλλά καί τό ἕνα καί τό ἄλλο, τά χρησιμοποιῶ πρός πνευματική μου ὠφέλεια καί πρός τήν ὠφέλεια καί τῶν ἄλλων ἀδελφῶν. «Ἐν παντί καί ἐν πᾶσι μεμύημαι καί χορτάζεσθαι καί πεινᾶν, καί περισσεύειν καί ὑστερεῖσθαι»[17]. Καί νά χορταίνω καί νά πεινάω καί νά περισσεύω καί νά ὑστεροῦμαι, εἶμαι μεμυημένος σέ ὅλα. Ἦταν πραγματικά ἐλεύθερος ὁ Ἀπόστολος ἀπό κάθε, θά λέγαμε, ἀνθρώπινη προσκόλληση καί ἀγωνία. Ἦταν ἀφημένος στόν Χριστό. Γιατί; Γιατί μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ πορεύομαι, λέει στή συνέχεια, στόν 14ο στίχο. Μή νομίζετε, λέει, ὅτι αὐτά πού σᾶς λέω προηγουμένως, ὅτι ξέρω καί νά πεινάω, ξέρω καί νά ὑστεροῦμαι κ.λ.π. τά κατορθώνω μέ τή δύναμή μου. Ὄχι! Ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ. Ἔτσι κι ἐμεῖς, θά μάθουμε νά πορευόμαστε καί μέσα στίς δυσκολίες, ὄχι μέ μιά ἀνθρώπινη, θά λέγαμε, ἐκπαίδευση οὔτε στηριζόμενοι σέ ἀνθρώπους ἤ στόν ἑαυτό μας, ἀλλά μέ τήν πεποίθησή μας καί τήν καταφυγή μας στόν Κύριο. Ἄς δοῦμε πῶς ἑρμηνεύει τό ρητό αὐτό καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς[18]. «Τό λοιπόν», λέει, «ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ»[19]. Καί τί ἄλλο μένει, ἀδελφέ; Τί περισσότερο ὑπάρχει γιά ὅλους μας, μετά ἀπό ὅλες αὐτές τίς εὐαγγελίες πού μᾶς ἀποκάλυψε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; Γιατί προηγουμένως μᾶς μίλησε ὁ Ἀπόστολος -καί τά εἴδαμε, ὅσοι ἐρχόσαστε σ’ αὐτές τίς συνάξεις- μᾶς μίλησε γιά τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, γιά τόν κόσμο, γιά τήν Ἐκκλησία, γιά τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πώς τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ εἶναι νά ἀνακεφαλαιωθεῖ, νά ξεκαινουργωθεῖ, νά ἀφθαρτιστεῖ ὅλο τό σύμπαν, ὅλος ὁ κόσμος, καί οἱ ἄνθρωποι ἀλλά καί ὅλη ἡ κτίση καί νά γίνουν ὅλα Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μᾶς μίλησε ὁ Ἀπόστολος γιά τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, γιά τίς ἁμαρτίες, γιά τά πάθη, γιά ἐμᾶς τούς χριστιανούς, τούς πιστούς, γιά τούς εἰδωλολάτρες, γιά τή σχέση μας μέ τούς εἰδωλολάτρες. «Ἐν σοφίᾳ περιπατεῖτε πρός τούς ἔξω»[20]. Γιά τή σοφία, γιά τήν πίστη, γιά τόν σταυρό, γιά τήν ἀγάπη, γιά τό πλήρωμα τοῦ Χριστοῦ, γιά τό δικό μας πλήρωμα μέσω Αὐτοῦ, ὅτι κι έμεῖς γινόμαστε πλήρεις, ὁλόκληροι, γεμάτοι ἀπό τήν πλήρωσή μας ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μᾶς μίλησε γιά τόν παλαιό καί τόν καινό ἄνθρωπο, τόν καινούριο ἄνθρωπο, γιά τή μίμηση τοῦ Θεοῦ, γιά τήν πνευματική κατάσταση τῶν ἀνθρώπων, γιά τό μεγάλο μυστήριο τοῦ Χριστοῦ καί τήν Ἐκκλησία καί τό γάμο σέ Αὐτή. Καί μᾶς εἶπε, πώς ὁ γάμος, ἡ ἕνωση τοῦ Νυμφίου μέ τή νύμφη, εἶναι εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας, ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας μέ τόν Χριστό. «Τοῦτο τό μυστήριο μέγα ἐστί ἐγώ δέ λέγω εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν»[21]. Μᾶς μίλησε γιά τά παιδιά καί τούς γονεῖς, γιά τούς δούλους καί τούς κυρίους. -Τί λοιπόν, ἀδελφοί μου, λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, ὑπάρχει περισσότερο ἀπ’ ὅλα αὐτά στόν γήινο κόσμο μας πού ἔγιναν γιά μᾶς; Τίποτε. Ὁ Θεός ὅ,τι μᾶς χρειαζότανε, μᾶς τό ἔδωσε. Καί τή σωτηρία καί τήν προοπτική τῆς αἰωνιότητος, τά πάντα. Γι’ αὐτό, ὅλοι οἱ ἐχθροί, ὁρατοί καί ἀόρατοι, ἐφορμοῦν γιά νά ὑφαρπάξουν αὐτές τίς σωτηριώδεις καί θεοποιοῦσες εὐαγγελίες. Γι’ αὐτό ὅλοι, 2000 χρόνια, πασχίζουν νά καταστρέψουν τήν Ἐκκλησία, τό Σῶμα τοῦ 113
Χριστοῦ, καί δέν μποροῦν οὔτε θά μπορέσουν. Τό εἶχε πεῖ ὁ Κύριος, ὅτι ἡ Ἐκκλησία θά ὑπάρχει εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων, «πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς»[22]. Μάταια οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἐχθροί τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀγωνίζονται λυσσωδῶς νά ξεθεμελιώσουνε, νά καταστρέψουνε, ὄχι τά ντουβάρια τῆς ἐκκλησίας, ἀλλά τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐμᾶς τούς πιστούς. Νά πάψει νά ὑπάρχει ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ καί ἡ λατρεία τοῦ Χριστοῦ στή γῆ. Ποτέ δέν θά τά καταφέρουν. Πάντοτε στή γῆ, ἔστω κάπου, σ’ ἕνα σημεῖο, θά ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἀληθινή πίστη καί ἡ ἀληθινή λατρεία στόν Θεό, στόν Ἰησοῦ Χριστό. Καί οἱ ἀόρατοι δαίμονες τό ἴδιο πάλι πασχίζουν, νά πληγώσουν τόν Χριστό ἁρπάζοντας ὅσες μποροῦν περισσότερες ψυχές εἰς τόν Ἅδη. Καί μέσα σ’ ὅλα τά ἄλλα προσπαθοῦν οἱ δαίμονες καί τά ὄργανά τους, οἱ ἄνθρωποι, νά χτυπήσουν τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, τό Εὐαγγέλιο, τίς ὁδηγίες αὐτές, οἱ ὁποῖες ὁδηγοῦν στή σωτηρία. Νά τίς διαστρέψουν μέσα ἀπό τίς αἱρέσεις, μέσα ἀπό τή κατασυκοφάντηση τῆς πίστεως, καί τῶν ἀνθρωπων τοῦ Θεοῦ, τῶν ἁρχιερέων, τῶν ἱερέων καί τῶν ἁπλῶν πιστῶν. Μέ τόν τρόπο αὐτό προσπαθοῦν νά ὑφαρπάξουν τήν ἀθάνατη ψυχή σας, τήν αἰώνια ἀλήθεια καί μαζί μ’ αὐτή καί σέ αὐτή καί τήν αἰωνιότητά σας καί τόν παράδεισό σας. Αὐτό προσπαθεῖ νά κάνει ὁ διάβολος καί τά ὄργανά του. Καί μαζί μ’ αὐτά νά ἁρπάξουν καί τή μοναδική σας, τή δική σας τή μοναδική φρόνιμη ἔννοια τῆς ὑπάρξεως καί τῆς ζωῆς. Νά πάψουν οἱ ἄνθρωποι πλέον νά λειτουργοῦν φρόνιμα, λογικά, φυσιολογικά, ἀληθινά ὡς ἁγιοπνευματικοί ἄνθρωποι. Καί βλέπουμε, πώς ὅσο προχωράει ἡ ἁμαρτία, τόσο προχωράει καί ὁ παραλογισμός. Ἀπόδειξη εἶναι τά σύγχρονα αὐτά θεσπίσματα, νομοθετήματα τοῦ ἐπισήμου Κράτους μας, πού πλέον ἐπίσημα νομοθετεῖται ἡ ὁμοφυλοφιλία, ἡ διαστροφή βραβεύεται, ἡ υἱοθεσία τέκνων ἀπό ὁμοφυλόφιλους.. Φοβερά πράγματα, πού πρίν ἀπό λίγα χρόνια ἦταν ἀδιανόητα καί νά τά σκεφτεῖ κανείς. Κι ὅμως σήμερα τό Κράτος προχωράει στή θεσμοθέτηση αὐτῶν -θά λέγαμε- τῶν παρανοϊκῶν νόμων, τῶν νόμων πού ἀντίκεινται στή φυσιολογική, ὄχι στή θεϊκή, τακτοποίηση τῶν πραγμάτων, ἀλλά στή φυσική τακτοποίηση. Τήν ἴδια τήν φυσική τάξη. Καί αὐτό προσπαθοῦν οἱ δαίμονες, νά ἁρπάξουν ἀπό τόν ἄνθρωπο καί νά διαλύσουν τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, τήν λογική, τόν νοῦ καί τήν ἐλευθερία του. Καί ἐνῶ τάζουν ἐλευθερία, ὅμως σοῦ κλέβουν τήν ἐλευθερία καί σέ κάνουν δοῦλο τους. Εἶναι ἄπειρος ὁ ἀριθμός τῶν ὁρατῶν ἐχθρῶν καί ἀκόμα μεγαλύτερος εἶναι ὁ ἀριθμός τῶν ἀοράτων. Ἀρχηγός καί ἐπικεφαλῆς ὅλων αὐτῶν εἶναι ὁ σατανᾶς, ὁ ἀντίθετος, ὁ διάβολος. Μόνο μέ τόν Θεό θά μπορέσετε νά κρατηθεῖτε ἀπέναντι ὅλων αὐτῶν καί ἀπέναντι ἐκείνων πού εἶναι μαζί τους καί πού σέ ὅλους αὐτούς δρᾶ ὁ ἴδιος ὁ διάβολος. Δέν μπορεῖ κανείς νά ἀντισταθεῖ σ’ αὐτόν τόν κατακλυσμό τοῦ κακοῦ, τόν δαιμονικό κατακλυσμό, παρά μόνο μέ τό κράτος τῆς ἰσχύος τοῦ Χριστοῦ, ὄχι μέ τή δική του δύναμη. Μόνο ἄν ἔχετε τόν Θεό στόν ἑαυτό σας, μέσα σας, καί γύρω ἀπό σᾶς, λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, θά μπορέσετε νά νικήσετε τό κακό. Δέν τό πιστεύεις αὐτό; Δοκίμασε 114
μόνος σου, χωρίς τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νά νικήσεις ἕνα καί μόνο πάθος σου. Ἄς πάρουμε γιά παράδειγμα τή φιλαργυρία ἤ τή φιλαυτία ἤ τήν ἀπληστία ἤ τόν θυμό ἤ τήν ὑπερηφάνεια ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο πάθος. Ναί, τό ὄνομα ὅλων αὐτῶν εἶναι λεγεών, καί ἐσύ εἶσαι μόνος. Ὅπως ρώτησε ὁ Κύριος ἐκεῖνον τόν δαιμονισμένο, πῶς εἶναι τό ὄνομά σου; Καί τοῦ ἀπάντησαν τά δαιμόνια ἀπό μέσα, «λεγεών»[23]. Δέν ἦταν ἕνα δαιμόνιο, ἦταν ὁλόκληρη λεγεώνα, χιλιάδες. Αὐτή ἡ λεγεώνα ἔχει κυριαρχήσει στόν κόσμο σήμερα καί δέν μπορεῖ κανείς νά νικήσει αὐτή τή λεγεώνα τῶν δαιμόνων παρά μέ τό κράτος τῆς ἰσχύος τοῦ Χριστοῦ. Ὤ, ὁ ἄνθρωπος! Μόνος σέ ὠκεανό παθῶν, ἁμαρτιῶν, θανάτου καί σατανισμοῦ! Πουθενά δέν ὑπάρχει νησίδα ἀσφαλείας γιά νά ἀποβιβάσεις τήν ψυχή σου καί νά ξεκουραστεῖς. Πάντα θά βουλιάζεις καί θά πνίγεσαι, ὅταν θά θέλεις νά σώσεις τόν ἑαυτό σου τραβώντας τά μαλλιά σου. Αὐτό κάνει ἡ σύγχρονη κοσμική ἐπιστήμη, ψυχολογία, παιδαγωγική κ.λ.π. Προσπαθεῖ νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος τραβώντας τά μαλλιά του. Μά εἶναι δυνατόν; Χρειάζεσαι κάποιον ἄλλον ἀπ’ ἔξω, νά πιαστεῖς, νά καταφύγεις σ’ αὐτόν καί νά σέ τραβήξει νά σωθεῖς. Ὤ, θά βυθίζεσαι ὅλο καί πιό βαθιά χωρίς καμιά ἐλπίδα! Ἄνθρωπε σύνελθε! Ἄν θέλεις νά σώσεις τόν ἑαυτό σου ἀπ’ αὐτήν τήν παν-θανατηφόρα θάλασσα τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας, τοῦ θανάτου καί τοῦ διαβόλου, σοῦ εἶναι ἀπαραίτητος Ἕνας καί Μόνος καί αὐτός εἶναι ὁ Θεός. Γιατί μόνο αὐτός ὁ παντοδύναμος Κύριος μπορεῖ νά κατισχύσει τῆς ἁμαρτίας, τοῦ θανάτου καί τοῦ ὁποιοδήποτε πάθους. Πολλές φορές ἔρχονται ἄνθρωποι καί μοῦ λένε, πάτερ, πῆρα ἀπόφαση νά κόψω αὐτό τό πάθος… Δέν πρόκειται νά τό ξανακάνω. Καί τοῦ λέω, μή λές ἔτσι. Νά λές, μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ δέν θά τό ξανακάνω. Πάρα πολλοί μοῦ λένε, ἀπό τή στιγμή πού ἀποφάσισα νά ἀγωνιστῶ γιά ἕνα πάθος καί νά μήν τό ξανακάνω, τό κάνω χειρότερα. Ἔτσι εἶναι, γιατί στηρίζεσαι στίς δυνάμεις σου. Θά πρέπει νά καταφύγεις στόν παντοδύναμο Θεό γιά νά νικήσεις καί ἕνα σου πάθος. Πολύ περισσότερο ὅλη αὐτή τή λεγεώνα τῶν παθῶν πού ὑπάρχει μέσα μας. Καί γιά νά ὑπερνικήσεις ὅλους αὐτούς τούς πειρασμούς, πού εἶναι γύρω μας στό ἁμαρτωλό περιβάλλον, χρειαζόμαστε αὐτή τή βοήθεια ἀπ’ ἔξω. Δέν μποροῦμε μέ τή δική μας δύναμη. Καί ἡ δύναμη αὐτή ἀπ’ ἔξω εἶναι τοῦ Θεοῦ. Μόνο Αὐτός θά μπορέσει νά κατισχύσει τίς ἁμαρτίες. Τά πάθη προέρχονται ἄμεσα ἀπό τόν διάβολο καί πάντα αὐτός εἶναι πιό δυνατός ἀπό τόν ἄνθρωπο, ἀπό τόν κάθε ἄνθρωπο καί ἀπ’ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος, ἄν δέν ὑπάρχει ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Χωρίς τόν Θεό εἴμαστε παντελῶς ἀδύναμοι. Μέ τόν Θεό γινόμαστε κατά χάρη παντοδύναμοι. Ἄς ἀναφέρουμε μία μόνο δύναμη τοῦ διαβόλου, τόν θάνατο. Αὐτή ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου δέν εἶναι πιό δυνατή καί ἀπό ἐσένα καί ἀπ’ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος; Αὐτή παίζει μέ ἐσένα σάν τή γάτα μέ τό ποντίκι. Καί τό πάθος τῆς φιλαυτίας καί τό πάθος τοῦ θυμοῦ καί τό πάθος τῆς ἀπληστίας καί τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας. Δέν εἶναι αὐτές οἱ δυνάμεις του; Μέ τίς ὁποῖες αὐτός σέ θανατώνει καί σέ ὁδηγεῖ σέ μύριες κολάσεις; 115
Βλέπετε, πῶς οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, οἱ ταλαίπωροι, προσπαθοῦν.. κάνουν κάποιες ἔτσι κινήσεις νά γίνουν λίγο καλύτεροι κ.λ.π. νά ξεπεράσουν τόν ἐγωισμό τους, τήν ὑπερηφάνειά τους, τή σκληρότητά τους, τήν ἀγριότητά τους. Κι αὐτό κυρίως φαίνεται στά μικρά παιδιά, στά παιδιά τοῦ Γυμνασίου, τοῦ Λυκείου, πού ἔχουν φοβερά ἀγριέψει, ἀλλά δέν πᾶνε στήν Ἐκκλησία. Προσπαθοῦνε μέ ἀνθρώπινους τρόπους, μέ ἀνθρώπινα μέσα, μέ ψυχικές μεθόδους, ψυχολογικές κ.λ.π. νά βελτιώσουν κάπως τόν ἑαυτό τους, δηλαδή νά περιστείλουν τά πάθη τους καί τά πάθη τῶν παιδιῶν τους καί δέν μποροῦν. Φυσικά δέν μποροῦν! Διάβαζα, ἔχουνε πάρα πολύ αὐξηθεῖ στήν Ἀμερική οἱ ἔνοπλες ἐπιθέσεις. Τά παιδιά πᾶνε μέ ὅπλα στό σχολεῖο! Καί σιγά-σιγά αὐτό θά ἔρθει καί ἐδῶ. Γιατί ὅ,τι συμβαίνει ἐκεῖ, μετά ἀπό λίγο ἔρχεται καί ἐδῶ στήν Ἑλλάδα. Καί τί θά κάνετε τότε κύριοι ψυχολόγοι καί κύριοι πολιτικοί;.. Ὁ παντοδύναμος Θεός καί Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά νικήσει τόν διάβολο γιά χάρη τοῦ ἀνθρώπου καί τόν νίκησε. Καί τόν διάβολο καί τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο. Τόν νίκησε ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος. Γιά νά νικήσουμε καί ἐμεῖς, μέ τόν Χριστό πρέπει νά ἑνωθοῦμε. Γιά νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά καταστεῖ δυνατός διά τοῦ Θεανθρώπου καί νά παραμείνει δυνατός μέχρι τήν τελική νίκη, τήν παν-νίκη ἐπί τοῦ διαβόλου, γι’ αὐτό ἔγινε ὁ Θεός ἄνθρωπος, γι’ αὐτό πῆρε ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ τήν ἀνθρώπινη φύση. Γι’ αὐτό καί ἡ δική σας ἀδιάκοπη ἐργασία στή γῆ, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶναι «ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ»[24]. Καθετί διαφορετικό σέ σᾶς νά τό διευθετεῖτε σέ αὐτό, στό «ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ»[25]. Εἶναι πολύ εὔκολη ἡ πνευματική ζωή. Ἐνῶ πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι δέν γίνονται αὐτά τά πράγματα πού λέει ὁ Χριστός καί πού λένε οἱ Ἅγιοι.. δέ γίνονται στίς μέρες μας.. εἶναι πάρα πολύ δύσκολα τά πράγματα.. πάρα πολλοί οἱ πειρασμοί.. κι ὅμως εἶναι ὅλα πολύ εὔκολα καί γίνονται πολύ εὔκολα «ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ»[26], μέ τή δύναμη τοῦ Κυρίου. Μήν τό ξεχνᾶμε αὐτό. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[27]. -Γιατί φοβόσαστε τήν ἁμαρτία, τόν θάνατο, τόν διάβολο; Μά ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖ, βρίσκεται ἐκεῖ κοντά σας, βαδίζει παράλληλα μέ σᾶς, ἔτσι ὥστε, ἐάν θέλετε, μπορεῖ νά ἔρθει ὅλος σέ σᾶς. Δέν δικαιολογεῖται χριστιανός νά φοβᾶται τόν διάβολο, τά μάγια, τήν ἁμαρτία κ.λ.π. Εἶναι ἀπαράδεκτο, σημαίνει ὅτι δέν ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στόν Θεό, δέν προσεύχεται, δέν καταφεύγει στόν παντοδύναμο Κύριο. Ὁ Θεός Κύριος εἶναι δίπλα μας. Μόνο πού θά Μέ φωνάξεις λέει ὁ Κύριος καί «ἰδού πάρειμι»[28]! Εἶμαι δίπλα σου, εἶμαι παρών. 116
-Γιατί, θά πεῖτε, δέν μᾶς βοηθάει; Γιατί δέν Τοῦ τό ζητᾶμε, δέν καταφεύγουμε σ’ Αὐτόν μέ πίστη. Εἴμαστε δίψυχοι, εἴμαστε ὀλιγόψυχοι. Βλέπετε, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὅσο ἔβλεπε πρός τόν Κύριο, περπατοῦσε πάνω στά κύματα. Ὅταν ἄρχισε νά δειλιάζει, νά ἔχει μέσα του μία ἀμφιβολία καί νά βλέπει τά κύματα καί τόν ἀέρα τόν δυνατό, νά σκέπτεται δηλαδή ἀνθρώπινα καί ὄχι μέ τήν πίστη, ἀλλά μέ τή λογική, καί νά λέει, τί θά γίνει τώρα;… φοβερή κακοκαιρία… θά πνιγῶ… ἄρχισε νά πνίγεται! Ἄρχισε νά βουλιάζει, νά βυθίζεται. Καί ὁ Κύριος τοῦ εἶπε «ὀλιγόπιστε, εἰς τί ἐδίστασας;»[29]. Καλά δέν περπάταγες; Καλά δέν πήγαινες πάνω στά κύματα, ὅταν ἔβλεπες Ἐμένα; Γιατί μετά ὀλιγοπίστησες; Ὁ Θεός μπορεῖ νά ἔρθει καί σέ μᾶς, ἄν τό θέλουμε, καί εὐλογημένος εἶναι ἐκεῖνος πού βαδίζει τόν δρόμο του ἐν ὀνόματι Κυρίου. Δυστυχῶς, οἱ ἄνθρωποι δέν βαδίζουν ἐν ὀνόματι Κυρίου, ἀλλά ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἰδίῳ. Μέ τή δύναμή τους, μέ τό ὄνομά τους, θέλουν νά πορεύονται, μέ τόν ἑαυτό τους καί ὄχι μέ τόν Κύριο. Ὑπάρχει δηλαδή μεγάλος ἐγωισμός, μεγάλη ὑπερηφάνεια, μεγάλη διάθεση γιά αὐτοπροβολή καί ὁ Κύριος φυσικά δέν παρεμβαίνει, γιατί σέβεται τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου, δέν καταστρατηγεῖ τήν ἐλευθερία καί ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά μάθει ἀπό αὐτά πού θά πάθει, ἀπό τίς ἐπιλογές του, τίς αὐτονομημένες ἐπιλογές του ἐρήμην τοῦ Θεοῦ, τίς ἐνέργειές του ἐρήμην τοῦ Θεοῦ καί τίς ἀποτυχίες πού συνεπάγονται αὐτές οἱ ἐπιλογές. Ἐσύ πλέον, μέ τόλμη καί ἀποφασιστικότητα, λέει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, νά πᾶς κοντά στόν Κύριο. Νά βαδίσεις σ’ αὐτόν τόν δρόμο τοῦ Κυρίου, ἀφοῦ ἀφήσεις συνέχεια νά ἀντηχεῖ στά αὐτιά σου ἡ φωνή καί ἡ πρόσκληση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: ἐνδυναμώσου Κυρίῳ, ἐνδυναμώσου ἐν Θεῷ, ἐνδυναμώσου, ἐνδυναμώσου.. -Καί πῶς ἐνδυναμώνεσαι ἐν Κυρίῳ; Γεμίζοντας διά τῆς δυνάμεως τοῦ Κυρίου. Ἡ δύναμη δέν θά ἔρθει ἀπό μέσα μας. Ἡ δύναμις θά ἔρθει ἀπό τόν Κύριο. -Καί ποῦ ὑπάρχει αὐτή ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου; Πρῶτον, στά ἱερά μυστήρια, στή Θεία Εὐχαριστία, στήν ἱερά ἐξομολόγηση, στόν Ἁγιασμό, σέ ὅλα αὐτά τά μυστήρια πού ἔχουμε στήν Ἐκκλησία μας, καί δεύτερον, στίς ἅγιες ἀρετές, στήν ταπείνωση, στήν πίστη, στήν προσευχή, στήν ἀγάπη, στήν πραότητα, στή συγχωρητικότητα. Αὐτές οἱ ἀρετές εἶναι πηγές δύναμης. Οἱ ἅγιες ἀρετές δέν εἶναι τίποτε διαφορετικό ἀπ’ τά ἱερά μυστήρια, τά ὁποῖα μᾶς ἐξαγιάζουν παρατεινόμενα μέσω ὅλης τῆς ζωῆς μας. Ἄν τά δεχόμαστε αὐτά καί τά μεταφέρουμε συνέχεια σέ ὅλη μας τή διάνοια, σέ ὅλη μας τή ψυχή, σέ ὅλη μας τή συνείδηση, σέ ὅλη μας τήν καρδιά, τότε ἡ διάνοιά μας 117
ζεῖ σέ ἅγιες σκέψεις, ἡ συνείδησή μας σέ ἅγιες διανοήσεις, ἡ καρδιά μας σέ ἅγια αἰσθήματα, τό θέλημά μας σέ ἅγια θελήματα. Ὅλα γίνοντα ἅγια. Καί ὅλα αὐτά εἶναι πιό τέλεια ἐνσαρκωμένα σ’ αὐτόν τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Γι’ αὐτό εἶναι Αὐτός δύναμη Θεοῦ. Λοιπόν, ἐνδυναμώνεται κανείς ἐν Κυρίῳ, ὅταν ζεῖ καί ὑπάρχει ἐν Κυρίῳ. Ὅταν δέν ζεῖ γιά τόν ἑαυτό του καί μέ τόν ἑαυτό του οὔτε γιά χάρη τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλά ζεῖ ἐν Κυρίῳ, γιά τόν Κύριο καί γιά χάρη τοῦ Κυρίου. Καί ζεῖ ἐν Αὐτῷ, ζεῖ ἐν τῷ Κυρίῳ κανείς, ὅταν καθίσταται ὀργανικό κομμάτι τοῦ δικοῦ Του Θεανθρωπίνου σώματος, τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν εἴμαστε πραγματικά ἐκκλησιαστικοποιημένοι ἄνθρωποι, ὅταν καλλιεργοῦμε τήν ἀδιάλειπτη κοινωνία μέ τόν Θεό, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τότε γινόμαστε ἀληθινά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ἡ καρδιά μας λειτουργεῖ μέ τήν νοερά προσευχή. Ὅταν ἡ θέλησή μας, ὁ νοῦς μας, ὅλη μας ἡ ψυχή καί τό σῶμα λειτουργεῖ γιά τόν Κύριο, λατρεύει τόν Κύριο, προσκυνεῖ τόν Κύριο, δοξολογεῖ τόν Κύριο, εὐχαριστεῖ τόν Κύριο. Τότε γινόμαστε σύσσωμοι τοῦ Κυρίου. Σύσσωμος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μ’ αὐτό τόν τρόπο, ἐπειδή ἡ ζωοδοτική δύναμη τοῦ Χριστοῦ ἐκχέεται σ’ ὁλόκληρο τό «εἶναι» του. Τότε πλέον ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ περνάει μέσα του. Ὅπως ἕνα κλαράκι, ὅταν παραμένει στόν κορμό τοῦ δέντρου, τότε παίρνει ὅλους τούς ζωτικούς χυμούς. Καί ὅσο πιό βαθιά ζεῖ ὁ ἄνθρωπος, τόσο καί ἐνδυναμώνεται περισσότερο ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ. Αὐτή ἡ ἐνδυνάμωση ἀποτελεῖ τό κατόρθωμα τῆς ἐνχριστοποίησης. Ἐνχριστοποίση τό νά μποῦμε μέσα, ἐν τῷ Χριστῷ. Ἑνωνόμαστε μέ τόν Χριστό μέ τό νά τηροῦμε τίς ἐντολές, νά ἀσκοῦμε τίς ἀρετές καί νά κοινωνοῦμε. Καί τότε μπαίνει μέσα του ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἄνθρωπος σταδιακά, μέ ὅλη του τήν ψυχή καί ὅλη του τήν καρδιά καί μέ ὅλη του τήν ἰσχύ ψυχικά ἑνώνεται μέ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, μέ τή βοήθεια τῶν κεχαριτωμένων κατορθωμάτων. Ὅλες οἱ μικρές πύλες καί φλέβες τοῦ πνεύματός του καί τῆς καρδιᾶς του συνενώνονται στήν καθολική καρδιά τοῦ Θεανθρώπινου σώματος τοῦ Χριστοῦ ἀπό τό ὁποῖο, μέσω αὐτῶν, ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ ἐκχέεται σέ ὅλο του τό «εἶναι» καί αὐτός ἀδιάκοπα ἐνδυναμώνεται ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος Αὐτοῦ. Δηλαδή, ὅταν ὁ πιστός μπεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία, παίρνει αἷμα ἀπό τήν καθολική καρδιά τοῦ Θεανθρωπίνου σώματος τοῦ Κυρίου. Τό πᾶν, τό καθετί τοῦ Χριστοῦ, εἶναι πλῆρες ἀπό τή δύναμη τοῦ Κυρίου. Κυρίως ὁ Σταυρός. Εἶναι ἀπό τά μεγαλύτερα ὅπλα μας. Γι’ αὐτό βλέπετε, ὅταν κανείς αἰσθανθεῖ δειλία, φόβο, μιά ταραχή, καί κάνει τόν σταυρό του μέ πίστη, ἀμέσως δυναμώνει. Φεύγει ἡ δειλία, φεύγει ὁ φόβος. Ἔρχεται ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ μέσα του. Ἔρχεται αὐτή ἡ πληρότητα, ἡ βεβαιότητα, ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ. Στόν σταυρό εἶναι συγκεντρωμένη ὅλη ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Σ’ Αὐτόν βρίσκεται ὅλο τό Θεανθρώπινο κατόρθωμα τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν θάνατο καί τόν διάβολο. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστοφόρος Ἀπόστολος Παῦλος λέει, «ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ εἶναι δύναμη Θεοῦ»[30]. Γι’ αὐτό καί οἱ δαίμονες τρέμουν τόν σταυρό. Δέ 118
νοεῖται χριστιανός πού νά μή φοράει σταυρό καί νά μήν κάνει πολλές φορές τήν ἡμέρα τόν σταυρό του. Ἔτσι λοιπόν, καθετί τοῦ Χριστοῦ εἶναι πλῆρες ἀπό τή δύναμη Αὐτοῦ. Ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ εἶναι πλήρης ἀπό τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό, κι ὅταν κανείς μελετᾶ τήν ἀλήθεια, πού εἶναι τό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, δυναμώνει πνευματικά. Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Χριστοῦ εἶναι πλήρης ἀπό τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ὅταν προσπαθεῖ νά μιμηθεῖ τόν Χριστό, στήν πραότητά Του, στήν εἰρήνη Του, στήν ταπεινοφροσύνη Του, στήν ἀγάπη Του, γεμίζει μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι πλήρης ἀπό τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Καί ἡ Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ καί ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί κάθε θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καί κάθε λέξη τοῦ Χριστοῦ καί κάθε ἔργο τοῦ Χριστοῦ καί κάθε βλέμμα τοῦ Χριστοῦ καί κάθε δάκρυ τοῦ Χριστοῦ καί κάθε ἀναπνοή τοῦ Χριστοῦ καί ὁτιδήποτε ἄλλο τοῦ Χριστοῦ εἶναι πλήρη, εἶναι ὑπερπλήρη ἀπό τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό δέν ἔχουμε νά φοβηθοῦμε τίποτα, ὅταν προσκολληθοῦμε στόν Κύριο. Ἄν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ καθετί πού εἶναι τοῦ Χριστοῦ, τότε αὐτός ἐνδυναμώνεται ἐν Κυρίῳ. Καθετί πού κάνεις νά τό κάνεις μέ τόν Χριστό, γιά τόν Χριστό, ὄντας μέσα στόν Χριστό. Τότε ὁ ἄνθρωπος καθίσταται θεϊκά δυνατός καί ἀνίκητος σέ ὅλες τίς ἀντίθετες δυνάμεις. Καθίσταται παν-νικητής, ὅταν πλήρως ἐνδύεται τόν Χριστό, ζώντας ἀδιάκοπα μέ Αὐτόν, σέ Αὐτόν καί ἕνεκα Αὐτοῦ. Μακάρι αὐτό νά περάσει μέσα μας καί νά τό διδάξουμε καί στούς ἄλλους καί εἰδικά στά παιδιά μας καί ὄχι νά τούς διδάσκουμε τήν αὐτονομία, μιά ζωή αὐτονομημένη ἀπό τόν Θεό καί θεμελιωμένη στόν ἑαυτό μας. Δυστυχῶς δέν διδάσκουν καί οἱ γονεῖς τά παιδιά αὐτή τήν ἐξάρτηση ἀπό τόν Θεό. Δέν μαθαίνουν στά παιδιά νά προσεύχονται, νά ζητᾶνε τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νά ἔχουν Θεο-πεποίθηση. Ἀκοῦνε δυστυχῶς τούς ἄθεους ψυχολόγους, πού τούς λένε, νά ἔχετε αὐτοπεποίθηση καί αὐτό νά καλλιεργεῖτε στά παιδιά σας. Μοῦ ἔλεγε μιά μητέρα, ἔλεγα ἀπό μωρό στό παιδί μου, εἶσαι ἡ πρώτη, εἶσαι ἡ καλύτερη, εἶσαι ἡ σοφότερη, εἶσαι.. εἶσαι.. εἶσαι.. Καί τό ἀχρήστεψε τό παιδί της, τό κατέστρεψε, καί τώρα τό παιδί της δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτα. Γιατί ἀκριβῶς τί μπορεῖς νά κάνεις; Μπορεῖς νά σωθεῖς τραβώντας τά μαλλιά σου; Δέν ὑπάρχει περίπτωση! Ἄς θυμηθοῦμε τήν παν-δύναμη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἀπό ποῦ τήν ἀντλοῦσε; Χιλιάδες χιλιόμετρα ἔκανε ὁ Ἀπόστολος μέ μύριες δυσκολίες, μέ λιθοβολισμούς, μέ πνιγμούς, μέ φυλακίσεις, μέ ραβδισμούς, μέ μαστιγώσεις.. Πόσες φορές τόν χτύπησαν καί τόν ἄφησαν μισοπεθαμένο… Ποῦ τήν ἔβρισκε τή δύναμη καί ξανασηκωνόταν καί ξανασυνέχιζε; «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[31]. Καί ὅ,τι ἰσχύει γιά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, ἰσχύει γιά ὅλους τούς Ἁγίους, γιά ὅλους τούς Ἀποστόλους, γιά ὅλους τούς μάρτυρες, τούς ἀσκητές, τούς θαυματουργούς, γιά ὅλους τούς ἁγίους καί δικαίους. Ὅ,τι ἔκαναν, μέ τή δύναμη τοῦ 119
Χριστοῦ τό ἔκαναν. Γι’ αὐτό καί ἦταν ταπεινοί. Τό πίστευαν. Τό ἤξεραν. Καί ὅλοι οἱ χριστιανοί ὅλων τῶν αἰώνων παρέμειναν χριστιανοί μέχρι τέλους, γιατί κι αὐτό εἶναι κατόρθωμα, καί μάλιστα στήν ἐποχή μας. Πολλοί ξεκινᾶνε καλά τήν χριστιανική ζωή, πᾶνε μερικά χρόνια στήν ἐκκλησία καί μετά τά παρατᾶνε. Τούς νικάει ὁ διάβολος καί ὁ κόσμος, γιατί δέν στηρίζονται, δέν προσκολλῶνται στόν Χριστό, στή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι οἱ χριστιανοί ὅλων τῶν αἰώνων πού παρέμειναν μέχρι τέλους χριστιανοί, τό κατόρθωσαν γιατί κόλλησαν, προσκολλήθηκαν στόν Χριστό καί πῆραν τήν δύναμη ἀπό τόν Χριστό. Ὅλοι αὐτοί μόνο ἕνα πράγμα πιστοποιοῦν, μόνο ἕνα πράγμα μαρτυροῦν: μέ τόν Χριστό εἴμαστε δυνατοί, μέ τόν Θεό εἴμαστε δυνατοί. Ἔτσι, ἕνα γίνεται σαφές, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐνδυναμώνεται ἐν Χριστῷ καί κατά τῷ κράτει τῆς ἰσχύος Αὐτοῦ, κατά τό μέτρο βέβαια τῶν εὐαγγελικῶν του ἀγώνων. Κατά τό μέτρο πού θά ἐργαστοῦμε τίς εὐαγγελικές ἐντολές, θά πάρουμε καί τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Κατά τό μέτρο πού θά τηρήσουμε τίς ἐντολές, θά φανερώσουμε αὐτή τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Λέγανε γιά τόν Ἅγιο Παΐσιο ὅτι εἶχε μία φοβερή δύναμη! Ἤτανε ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός ὁ ἀγράμματος, ἀδύνατος ἔτσι σωματικά ἄνθρωπος, εἶχε μία τρομερή δύναμη πνευματική. Ὅσο περισσότερο ἀγωνίζεται γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος, τόσο γίνεται ὅλος πιό δυνατός ἐν Κυρίῳ, γιατί ἀδιάκοπα αὐξάνει ἀπό δύναμη σέ δύναμη. Ὁ κόσμος θαυμάζει τίς ἰσχυρές προσωπικότητες καί συνήθως πίσω ἀπό τίς ἰσχυρές προσωπικότητες κρύβονται μεγάλοι ἐγωιστές, θρασσεῖς ἄνθρωποι, ὑπερήφανοι, οἱ ὁποῖοι ὅμως μέ τήν πρώτη δαιμονική δυσκολία καί πειρασμό καταρρέουν, γιατί ἡ δύναμη πού ἔχουν, εἶναι δύναμη ψεύτικη. Δέν εἶναι δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ἀληθινά ἰσχυρή προσωπικότητα, ἀληθινά ἰσχυρός ἄνθρωπος εἶναι ὁ ταπεινός, αὐτός πού ἐξαρτᾶται πλήρως καί τελείως ἀπό τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου τοῦ δίνει ὅλο καί περισσότερη δύναμη, γιά ἀκόμα πιό ζηλωτική καί ὁλόψυχη ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου ἑλκύεται μέ τά εὐαγγελικά κατορθώματα. Ἀλλά καί τά εὐαγγελικά κατορθώματα ἐνδυναμώνονται καί τελειοποιοῦνται μέ τή δύναμη τοῦ Κυρίου. Ὅσο κανείς τηρεῖ τίς εὐαγγελικές ἐντολές, τόσο ἑλκύει τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Καί μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ μετά ἐκπληρώνει ἀκόμη πληρέστερα τά εὐαγγελικά προστάγματα. Αὐτά ἀμοιβαῖα συνεργάζονται μέ ἕνα ἀψεγάδιαστο καί τέλειο τρόπο. Ἀρχίζουν ἀπό τήν ἀδυναμία καί φτάνουν σέ παν-δύναμη καί παν-ἰσχύ. Μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ οἱ ἄνθρωποι νικοῦν πρῶτα τίς ἁμαρτίες, μετά τόν θάνατο, καί τέλος κι αὐτόν τόν διάβολο. Γι’ αὐτό καί μᾶς παρακινεῖ καί ὁ Ἅγιος Νικόδημος, πάντοτε νά ἔχουμε θάρρος στόν Χριστό καί ποτέ νά μήν ἔχουμε θάρρος στόν ἑαυτό μας. Ποτέ νά μήν ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας, ἀλλά πάντοτε ἡ πίστη μας καί ἡ ἐμπιστοσύνη μας νά εἶναι στόν Χριστό. Καί ἄν θέλεις νά πετύχεις στό ἔργο σου, θά πρέπει πάντοτε αὐτό νά σκέφτεσαι, ὅτι ἐγώ δέν μπορῶ νά κάνω τίποτε ἀπό 120
μόνος μου. Ἀλλά μπορῶ νά καταφύγω στόν Θεό, πού εἶναι παντοδύναμος καί μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ μπορῶ τά πάντα. Γι’ αὐτό λέγει καί ἕνας Ρῶσος Ἅγιος, ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ ἔγκλειστος «Μή λέτε «δέν μπορῶ». Αὐτή ἡ κουβέντα δέν εἶναι χριστιανική. Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί λέμε: Ὅλα τά μπορῶ. Ὄχι, ὅμως, μόνος μου, ἀλλά μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[32], βεβαιώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «Εἶναι ἀλήθεια ὅτι γιά νά διατηρεῖτε τή μνήμη τοῦ Θεοῦ», τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ πού πρέπει νά ἔχουμε κάθε στιγμή, «προωρώμην τόν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός»[33], «ἀπαιτεῖται κόπος καί ἀγώνας. Νά τόν ἀναλάβετε ἀποφασιστικά. Στήν ἀρχή αὐτοῦ τοῦ ἀγῶνα δέν θά μπορεῖτε νά θυμάστε τόν Κύριο περισσότερο ἀπό δέκα στιγμές τήν ἡμέρα. Πρός τό τέλος του ὅμως, δέν θά μπορεῖτε νά Τόν ξεχνᾶτε περισσότερο ἀπό δέκα στιγμές τήν ἡμέρα»[34]. Θά γίνει ἀνάγκη στήν ψυχή ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ. -Γιατί ἀπό ποῦ πηγάζει αὐτή ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με; Πηγάζει ἀκριβῶς ἀπό τήν αἴσθηση τῆς δικῆς μας ἀνημπόριας, τή συνειδητοποίηση τῆς δικῆς μας ἀδυναμίας, τῆς μηδενικῆς μας ἰσχύος, τῆς μηδενικῆς μας δύναμης. Ὅταν λοιπόν αἰσθάνεσαι ὅτι δέν μπορεῖς τίποτα, ἀμέσως σοῦ ἔρχεται ὡς φυσικό ἐπακόλουθο καί φυσική ἀνάγκη νά ζητήσεις βοήθεια. Ἀπό ποῦ θά τή ζητήσεις; Ἀπό τόν Θεό, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με. Καί μετά θά σοῦ γίνει αὐτό καί ἀνάγκη, λέει ὁ Ἅγιος, καί δέν θά θέλεις καθόλου νά σταματᾶς. «Καί τελικά, ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ὁ Χριστός, θά λάμψει ὁλόφωτος στό στερέωμα τῆς ψυχῆς σας. Καί θά συνεχίσει νά λάμπει ἀκατάπαυστα γιά πάντα. Λοιπόν, «ζητεῖτε καί εὑρήσετε»[35]»[36]. Μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί μέ τή δική μας ταπεινότητα καί ἀποφασιστικότητα, θά βροῦμε τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ καί θά κραταιωνόμαστε ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ»[37]. Αὐτά ἤθελα νά πῶ στήν ἀγάπη σας. Ἄν θέλετε κάτι νά ρωτήσετε, νά συζητήσουμε, ὑπάρχει λίγος χρόνος. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Ἐρ. : Εὐλογεῖτε. Κατά 80% ἔχω πάρει τήν ἀπάντηση σέ μιά ἐρώτηση πού εἶχα νά κάνω ἀπό τήν ἀρχή, πῶς ἀφοῦ ξεκινάει κάποιος τόν πνευματικό ἀγῶνα ἐπανέρχεται ὁ ἀρχικός ζῆλος πού φεύγει λίγο μετά. Μιά ἀπάντηση πού ἔχω πάρει εἶναι «τόσο μπορῶ, τόσο κάνω». Καί ἐγώ ρωτάω: Τόσο θέλουμε ἤ τόσο μποροῦμε; Εὐχαριστῶ. Ἀπ. : Πῶς ἐπανέρχεται ὁ ζῆλος; Μέ τή μετάνοια. Θά πρέπει νά μετανοήσουμε, νά ἐξομολογηθοῦμε. Χάσαμε τόν δρόμο. Ἔφυγε ὁ ζῆλος σημαίνει, ἐνῶ περπατούσαμε 121
στόν κανονικό δρόμο, φύγαμε. Θά πρέπει νά γυρίσουμε πίσω καί νά ἀναζητήσουμε πάλι τόν δρόμο. Καί αὐτή ἡ ἐπιστροφή λέγεται μετάνοια. Γυρνᾶμε πίσω, ἐξομολογούμαστε, φεύγουν οἱ ἁμαρτίες, κόβονται τά δικαιώματα τοῦ πονηροῦ καί πάλι ἀρχίζουμε νά κάνουμε τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, τήν ὑπακοή μας στόν Χριστό. Καί θά πρέπει νά ἐντοπίσουμε τήν αἰτία πού χάσαμε τόν δρόμο. Κάποια αἰτία θά ὑπάρχει. Δέν εἶναι σέ ὅλους ἡ ἴδια. Κάπου ὑπάρχει μιά ἀδυναμία. Αὐτή τήν ἀδυναμία, μέ τή βοήθεια τοῦ Πνευματικοῦ, πρέπει νά τήν ἐντοπίσουμε, γιά νά μήν τό ξαναπάθουμε, νά μήν ξαναχάσουμε τόν δρόμο. Ἐκεῖνο πού συνήθως φταίει εἶναι ἡ ἀμέλεια. Ὁ διάβολος, ξέρετε, ὅταν δεῖ ἕναν ν’ ἀγωνίζεται πνευματικά, δέν θά τοῦ πεῖ πήγαινε κλέψε, πήγαινε σκότωσε, πήγαινε πόρνευσε.. Θά τοῦ πεῖ, ἔ, καλά… κουρασμένος εἶσαι σήμερα, ἄσε τήν προσευχή σου τώρα, θά τήν κάνεις αὔριο τό πρωί. Αὔριο τό πρωί θά τοῦ πεῖ, ἔ, τώρα.. ἄσε λίγο πιό μετά.. Θά περάσει τό πρωινό, θά ἀρχίσει τίς δουλειές, θά τοῦ πεῖ, ἄντε τό βράδυ.. Τό βράδυ κάτι ἄλλο θά βρεῖ, θά περάσει καί ἡ ἄλλη μέρα καί σιγά-σιγά μέ αὐτή τήν ἀμέλεια σταματάει νά κοινωνεῖ μέ τόν Θεό, νά κάνει τόν κανόνα του τόν πνευματικό, ὁπότε μετά σιγά-σιγά ἔρχεται μία ἀδυναμία στήν ψυχή. Εἶναι κάτι ἀνάλογο καί μέ τό σῶμα. Ἄν ὁ ἄνθρωπος πεῖ τό μεσημέρι, δέν πειράζει τώρα, δέν προλαβαίνω, θά φάω τό βράδυ.. ἄν δέν φάει καί τό βράδυ, τήν ἄλλη μέρα θά εἶναι πολύ ἀδύναμος. Ἄν καί ὁλόκληρη τήν ἄλλη μέρα δέν φάει, θά εἶναι τρομερά ἀδύναμος τήν τρίτη ἡμέρα καί θά ὑπάρξει καί κίνδυνος νά ἀρρωστήσει. Θά κρυολογήσει στήν ἀρχή, καί ἄν ἐπιμένει νά μήν τρώει, μετά θά ἔχουμε καί χειρότερα, θά πάθει πνευμονία, θά πάθει φυματίωση καί στό τέλος θά πεθάνει. Ἔτσι καί στά πνευματικά. Ὁ διάβολος προσπαθεῖ νά μᾶς ρίξει στήν ἀμέλεια, γιά νά ἔρθει μέσα μας ἡ ἀδυναμία, νά μή μποροῦμε πλέον νά ἔχουμε ἀντιστάσεις στό κακό. Ὅπως στά σωματικά, ὅταν κανείς δέν σιτίζεται σωστά, μᾶς λένε οἱ γιατροί, πέφτουν τά ἀντισώματα καί τά μικρόβια, πού ἐν τῷ μεταξύ ὑπάρχουν στό περιβάλλον καί εἰσβάλλουν στόν ὀργανισμό, δέν ἔχουνε πλέον ἀντιπάλους καί εὔκολα καταλαμβάνουν τόν ὀργανισμό. Ἔτσι καί τά πνευματικά μικρόβια, οἱ δαίμονες, καταλαμβάνουν τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου πού δέν σιτίζεται πνευματικά, δέν κάνει τήν προσευχή του τήν καθημερινή, τόν κανόνα του, τίς μετάνοιές του, τό κομποσκοίνι του, δέν μελετᾶ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, δέν νηστεύει, ὁπότε οἱ δαίμονες κερδίζουν ἔδαφος καί φτάνουν σιγά- σιγά καί στό κέντρο τοῦ ἀνθρώπου, στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ἀπό ὅπου τούς εἴχαμε διώξει μέ τό βάφτισμα. Ἐκεῖ φτάνουν καί καταλαμβάνουν τό ὀχυρό τῆς καρδιᾶς. Τότε, λέει ὁ Κύριος, «γίνονται τά ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου χείρονα τῶν πρώτων»[38]. Χειρότερα ἀπό αὐτά πού ἔκανε πρίν βαφτιστεῖ κάνει μετά τό βάφτισμα. Γιατί τό δαιμόνιο πού θά μπεῖ μέσα στήν καρδιά δέν θά εἶναι τό ἴδιο μόνο του, ὅπως αὐτό πού ἔδιωξε, ἀλλά θά πάρει καί ἄλλα ἑφτά δαιμόνια χειρότερα καί θά γίνουν τά ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου χείρονα τῶν πρώτων. Αὐτή εἶναι ἡ πορεία. Ἀπό τήν ἀμέλεια ὁ διάβολος μᾶς ρίχνει στήν ἁμαρτία, λόγω τῆς ἀδυναμίας, χαλαρώνει ὁ ἄνθρωπος, παύει νά νήφει, νά ἔχει ἐγρήγορση δηλαδή 122
πνευματική, ἀφήνει τίς αἰσθήσεις του χαῦνες, λυμένες, δέν βάζει θύρες στά μάτια, στά αὐτιά, στή γλώσσα, ὁπότε οἱ ἐχθροί μπαίνουν διά τῶν θυρίδων καί καταλαμβάνουν τήν ψυχή, πέφτουν στήν ἁμαρτία καί τό ἑπόμενο ὅπλο τοῦ διαβόλου μετά εἶναι ἡ ἀπελπισία. Ἀφοῦ σέ σπρώξει στήν ἁμαρτία, μετά θά σοῦ πεῖ, ἔ.. πλέον τώρα τελείωσες.. δέν ὑπάρχει ἐλπίδα σωτηρίας τώρα γιά σένα.. τουλάχιστον νά χαρεῖς αὐτή τή ζωή ἐδῶ, κάνε ὅ,τι κάνουνε ὅλοι.. καί δέν ὑπάρχει τίποτα ἄλλο, μετά πεθαίνεις καί ἐξαφανίζεσαι. Κι ἄν δεῖς τά σκοῦρα, αὐτοκτονεῖς καί ἡσυχάζεις καί νωρίτερα, χωρίς νά πονέσεις καί πολύ… Αὐτή εἶναι ἡ τακτική τοῦ διαβόλου. Τώρα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος θέλει νά ἐπανέλθει, θά πρέπει νά μετανοήσει, νά ἐξομολογηθεῖ καί νά πιάσει πάλι μέ ἐπιμέλεια τά πνευματικά του τά καθημερινά, γιά νά μπορέσει νά φυλαχτεῖ καί νά μήν ξαναπέσει στήν ἀμέλεια. Καί τό ἄλλο πού ρώτησες, «τόσο μποροῦμε ἤ τόσο θέλουμε»; Εἶπε ὁ Ἅγιος Θεοφάνης, «δέν μπορῶ, μήν τό λές, εἶναι ψέμα». Δέν θέλω, αὐτό εἶναι τό σωστό. Πόσο μποροῦμε; Μποροῦμε ἄπειρα. Καί αὐτό πού λένε, τόσο μπορῶ, δέν μπορεῖς τόσο.. Μπορεῖς τά πάντα! Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν λέει, μπορῶ λίγο, κάνω λίγο. Μπορῶ, λέει, τά πάντα. «Πάντα ἰσχύω», μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ ὅμως. Ἑπομένως, δέν εἶναι σωστό καί αὐτό πού λένε «τόσο μπορῶ». Δέν μπορεῖς τόσο, μπορεῖς ἄπειρα, ἐφόσον ὅμως καταφύγεις στόν Χριστό. Ἄν νομίζεις ὅτι δέν μπορεῖς, σημαίνει ὅτι δέν καταφεύγεις στόν Χριστό καί προσπαθεῖς μέ τίς δικές σου δυνάμεις, ὁπότε οὔτε τόσο μπορεῖς.. τίποτα δέν μπορεῖς μέ τίς δικές σου δυνάμεις. Πόσοι ἄνθρωποι παλεύουν νά κόψουν τό τσιγάρο καί χρόνια.. καί δέν μποροῦν. Μά καλά θά πεῖς, δέν μποροῦν νά σταματήσουν αὐτό τό πράγμα; Ναί, δέν μποροῦν, γιατί ἔχει γίνει συνήθεια, ἔχει γίνει ἐξάρτηση, τό σῶμα ἔχει συνηθίσει, ὅλη ἡ ψυχή καί τό σῶμα ἔχουνε ὑποδουλωθεῖ σ’ αὐτό τό πάθος.. Φοβερό πράγμα! Ἀλλά μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ μπορεῖς. Ὅλα τά μποροῦμε μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἐρ. : Θά ἤθελα νά κάνω μία μικρή διαπίστωση πάνω σ’ αὐτά πού εἴπατε στήν ἀρχή τῆς ὁμιλίας σας. Σήμερα π. Σάββα ζοῦμε σέ μιά ἐποχή τεχνητῆς μαγείας, μέ ὅ,τι συνεπάγεται αὐτό. Αὐτό πού διαπιστώνω καί παρατηρῶ εἶναι ὅτι στήν προσπάθειά μας, ὅλοι ἀνεξαιρέτως, νά γίνουμε ὑπεράνθρωποι, λησμονήσαμε, ξεχάσαμε νά εἴμαστε ἄνθρωποι. Ἀπ. : Αὐτό, ξέρετε, δέν εἶναι μόνο στήν ἐποχή μας, εἶναι πάντα. Ἀπό τήν πρώτη στιγμή προσπαθήσαμε νά γίνουμε ὑπεράνθρωποι, νά γίνουμε θεοί δηλαδή χωρίς τόν Θεό, τῇ ὑποβολῇ τοῦ ὄφεως, μέ τήν εἰσήγηση τοῦ διαβόλου. Αὐτό εἶπε ὁ διάβολος στήν Εὔα, δέν χρειάζεσαι ὑπακοές.. τί σᾶς λέει ὁ Θεός νά μή φᾶτε ἀπό κανένα δέντρο.. Ψέμα ἔ; Ἀλλά κι αὐτό τό ἕνα πού σᾶς εἶπε, ξέρετε γιατί σᾶς τό εἶπε;.. γιατί ἄν θά φᾶτε, θά γίνετε σάν Αὐτόν.. Λοιπόν, μήν Τόν ἀκοῦτε.. φᾶτε.. καί θά γίνετε θεοί! Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος αὐτονομήθηκε. Αὐτό εἶναι τό ἁμάρτημά μας, τό προπατορικό ἁμάρτημα, τό ὁποῖο συνεχίζεται μέχρι σήμερα. 123
Δεῖτε σήμερα, πόσοι ἄνθρωποι μιλᾶνε στά παιδιά τους γιά τόν Θεό; Ἤ στόν ἑαυτό τους; Οὔτε λέξη γιά τόν Θεό. Ἐγώ! Μέ τή δύναμή μου, μέ τή δουλειά μου, μέ τήν τεχνολογία μου, μέ τήν ἐπιστήμη μου, μέ τά αὐτοκίνητά μου, μέ τά ἐφόδιά μου, τούς πόρους, τούς φυσικούς πόρους, ὁτιδήποτε φτιάχνω ἐγώ.. ὁ λεγόμενος πολιτισμός πού ἔχει γίνει θεότητα. Καί αὐτός ὁ πολιτισμός ξεκίνησε ἀπό τήν πρώτη στιγμή, ἀπό τά παιδιά τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. Ἀπό τόν Κάιν ξεκίνησε ὁ πολιτισμός. Τί εἶναι ὁ πολιτισμός; Εἶναι ἡ προσπάθεια νά ζήσει ὁ ἄνθρωπος μόνος του χωρίς τόν Θεό, μέ τά χέρια του, μέ τήν τεχνολογία του. Οἱ πρῶτοι πού ἔκαναν τεχνολογία ἦταν τά παιδιά τοῦ Κάιν. Ἡ γενιά ἡ ἀπομακρυσμένη ἀπό τόν Θεό, αὐτή ἦταν ἡ γενιά τοῦ Κάιν. Ἐνῶ ἡ γενιά τοῦ Σήθ, πού Σήθ σημαίνει ἀντικατάσταση καί γεννήθηκε στή θέση τοῦ Ἄβελ, ἦταν ἡ γενιά πού δέν ἔκανε πολιτισμό. Σημειῶστε το αὐτό. Δέν ἔκαναν πολιτισμό τά παιδιά τοῦ Σήθ, δηλαδή δέν ἀσχολήθηκαν μέ αὐτά πού ἀσχολήθηκαν τά παιδιά τοῦ Κάιν, μέ τή μεταλλουργία, μέ τήν ὑφαντουργία, τά μουσικά ὄργανα κ.λ.π. γιατί ἤτανε ἀφοσιωμένοι στόν Θεό καί ζοῦσαν μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα. Αὐτή λοιπόν τήν ἀπομάκρυνση, τήν αὐτονόμηση, τήν κληροδοτοῦμε ἀπό γενιά σέ γενιά καί ἐμεῖς, ὅσοι ὑποτασσόμαστε σ’ αὐτόν τόν «θεό» πού λέγεται πολιτισμός. Κι ὅταν τολμήσεις νά πεῖς κάτι, θά σοῦ ποῦνε, τί εἶναι αὐτά πού λές;.. τό λέει ὁ πολιτισμός.. δηλαδή ὁ «θεός»! Θά πᾶς κόντρα στόν πολιτισμό; Βλέπετε; Ἀνεπιγνώστως δηλαδή, ἴσως κι ἐμεῖς, λίγο ἤ πολύ, νά τό ἔχουμε ἀποδεχθεῖ αὐτό καί ἔχει γίνει μιά ὑποκατάσταση. Θά πεῖτε, δέν θά χρησιμοποιήσουμε τόν πολιτισμό; Θά τόν χρησιμοποιήσουμε, ἀλλά μέ διάκριση, μέ μέτρο, καί πάντοτε ἔχοντας τή γνώση ὅτι ἡ δύναμη θά ἔρθει ἀπό τόν Θεό καί ὄχι ἀπ’ τήν τεχνολογία οὔτε ἀπ’ τήν ἐπιστήμη. Βλέπετε, τό ὄνειρο τῶν γονέων εἶναι, πρῶτον, νά περάσουν τά παιδιά τους στό Πανεπιστήμιο καί δεύτερον, νά παντρευτοῦν - συνήθως. Νά μήν ποῦμε 100%, οἱ πλεῖστοι γονεῖς θεωροῦν ἐπιτυχία τό νά περάσει τό παιδί τους στό Πανεπιστήμιο. Θυμᾶμαι -θά πεῖς αὐτοί εἶναι καί ἄθεοι- στά Ἱεροσόλυμα πού εἶχα βρεθεῖ, ἦταν φθινόπωρο νομίζω, καί ἀκουγόντουσαν πυροβολισμοί μέσα στήν πόλη, στά Ἱεροσόλυμα.. καί λέω, τί γίνεται; Νά, λέει, χτυπᾶνε τά ντουφέκια, γιατί τά παιδιά τους πέρασαν στό Πανεπιστήμιο. Μ’ αὐτό τόν τρόπο οἱ Ἄραβες δείχνανε τή χαρά τους, ἄς ποῦμε.. Ἀλλά θά πεῖς, αὐτοί κάπως εἶναι καί δικαιολογημένοι, εἶναι ἐκτός Χριστοῦ. Ἀλλά κι ἐμεῖς θεωροῦμε μεγίστη ἐπιτυχία αὐτό τό πράγμα, ἐνῶ δέν εἶναι. Πολλές φορές εἶναι μεγίστη ἀποτυχία. Γιατί τά παιδιά πού φεύγουν ἀπό τό σπίτι τους καί κάνουν τή λεγόμενη φοιτητική ζωή, κάνουν ἀνήθικη ζωή, διεστραμμένη ζωή καί χάνουν τήν ψυχή τους γιά χάρη τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς γνώσης καί τῆς ἐπιστήμης… ἄν θά καταφέρουν νά τελειώσουν καί τό Πανεπιστήμιο. Ἀληθινή ἐπιτυχία εἶναι ὄχι ἡ αὐτονόμηση, ἀλλά ἡ ὑποταγή, ἡ ὑπακοή καί ἡ ἐξάρτηση ἀπό τόν Θεό, ἡ συνειδητοποίηση ὅτι «χωρίς ἐμοῦ», χωρίς τόν Θεό δέν μπορῶ τίποτε. Ὁπότε μετά πᾶμε καί στήν ἀδιάλειπτη προσευχή. 124
Ἐρ. : Εὐλογεῖτε Γέροντα. Ἤθελα νά σᾶς ρωτήσω, πῶς νά καταλάβω ποῦ τελειώνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἀρχίζει τό δικό μου, ὅταν ζητάω κάτι; Μήπως εἶναι θέλημα δικό μου; Τί πρέπει νά ζητήσουμε; Ὅταν ὁ Θεός ὑπακούει καί κάνει τό θέλημά μου, ἀλλάζει τό θέλημά Του; Πῶς γίνεται αὐτό; Πολλές φορές γίνεται, ἀλλά εἶναι τό δικό μου… Ἀπ. : Ἔχετε δεῖ κάτι μικρά παιδιάκια πού -συγγνώμη γιά τή λέξη- πρήζουν τή μαμά τους «δῶσ’ μου, δῶσ’ μου, δῶσ’ μου..», ἐνῶ δέν πρέπει νά τό πάρει, στό τέλος τοῦ λέει, ἄντε πάρ΄ το, νά δεῖς τί θά πάθεις, καί τοῦ τό δίνει, ἐνῶ δέν θέλει, ἐνῶ δέν πρέπει. Ἔτσι καί ὁ Θεός. Ἐπιμένουμε πολλές φορές, ἐνῶ δέν πρέπει. Μιά φορά νά τό πεῖς, πές το, ἀλλά βάλε μετά, «ἐάν εἶναι δικό Σου θέλημα Κύριε, νά μοῦ τό δώσεις». Πές το κι αὐτό στό τέλος. Μήν ἐπιμένεις σάν τά πεισματάρικα παιδιά. Γιατί μπορεῖ νά στό δώσει, ὅπως τό εἴπατε, νά ἀλλάξει. Εἶναι τό δεύτερο θέλημα. Ὁ Θεός, κοιτάξτε, ἔχει δύο θελήματα. Ἔχει τό κατά εὐδοκίαν θέλημα, πού εἶναι τό τέλειο, τό θεάρεστο, αὐτό πού, θά λέγαμε, ἀναπαύει τήν καρδιά τοῦ Χριστοῦ -μιλάω ἀνθρώπινα ἔ;- καί ὑπάρχει καί τό κατά παραχώρηση θέλημα, πού ὁ Θεός ἔτσι παραχωρεῖ, ἀνέχεται, γιατί βλέπει ὅτι εἴμαστε πολύ πεισματάρικα παιδιά καί δέν κάνουμε πίσω ἀπό τό θέλημά μας καί θά γίνει ἴσως καί χειρότερη ζημιά, ἅμα δέν μᾶς τό δώσει. Ὅπως ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα, ἀναγκάζονται μερικές φορές νά ὑποχωρήσουν προκειμένου τό παιδί τους νά τά τινάξει ὅλα καί νά γίνει ἀλήτης ἤ δέν ξέρω τί ἄλλο νά κάνει.. νά πέσει στά ναρκωτικά, νά αὐτοκτονήσει.. τοῦ λέει, ἄντε πάρ’ το. Ἀλλά δέν τό κάνουν μέ τήν καρδιά τους. Ἔτσι καί ὁ Θεός. Γι’ αὐτό, πάντα μᾶς συμφέρει νά μή ζητᾶμε τίποτε. Τό τέλειο αὐτό εἶναι. Βλέπετε, καί ὁ Χριστός, ὅταν μᾶς ἔδωσε τό πρότυπο προσευχῆς, πού εἶναι τό Πάτερ ἡμῶν, δέν μᾶς εἶπε νά ζητᾶμε κάτι συγκεκριμένο, μόνο τό στοιχειῶδες «τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον». Οἱ Πατέρες κι αὐτό τό ἀνάγουν σέ πνευματική αἴτηση. Ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία, ἀλλά μπορεῖς νά τό πεῖς ὅτι εἶναι καί ὁ ἄρτος, τό φαγητό πού χρειαζόμαστε τό καθημερινό. Ὁ Κύριος τί εἶπε πάλι; «Ζητεῖτε τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ πρῶτον καί τήν δικαιοσύνην πρῶτον καί ταῦτα πάντα», τό ψωμάκι πού θέλεις, τό φαγητό τό στοιχειῶδες, τά ροῦχα γιά νά καλυφθεῖς κ.λ.π. «ταῦτα πάντα προστεθήσεται»[39], θά σᾶς τά δώσω Ἐγώ! Δέν μᾶς εἶπε νά τά ζητᾶμε αὐτά. Βλέπετε; Τό σωστό δέν εἶναι νά τά ζητᾶμε αὐτά, καθόλου. Ἐμεῖς ζητᾶμε.. δῶσ’ μου ὑγεία, δῶσ’ μου ἐπιτυχία στό παιδί μου, δῶσ’ μου ἕναν καλό γαμπρό, δέν ξέρω τί ἄλλο ζητᾶνε οἱ γονεῖς.. δῶσ’ μου δουλειά γιά τό παιδί μου. Δέν πρέπει νά τά ζητᾶς αὐτά. Ἕνα νά ζητᾶς, τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ γιά σένα καί γιά τό παιδί σου καί γιά τόν ἄντρα σου καί γιά ὅλο τόν κόσμο. Τί θά πεῖ τή «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ»; Νά βασιλεύσει ὁ Χριστός μέσα μας. Δηλαδή τί; Αὐτός νά λέει «θέλω αὐτό» καί ἐσύ νά λές «ναί Κύριε, ἀκούει ὁ δοῦλος σου». Ἀφοῦ θά ἔχεις βασιλιά, ἐσύ τί θά εἶσαι; Δέν μπορεῖ νά ἔχει δύο βασιλιάδες! Ἒσύ θά εἶσαι δοῦλος. Θά λέει ὁ βασιλιάς πού θά εἶναι μέσα σου, ὁ Χριστός, καί ἐσύ θά λές, νά ’ναι εὐλογημένο, ὅ,τι πεῖς Ἐσύ βασιλιά. Αὐτός εἶναι ὁ ἀληθινός πιστός, ὁ ἀληθινός 125
χριστιανός. Ἄν τό κάνεις αὐτό καί κάνεις βασιλιά σου τόν Χριστό, μετά δέν θά σοῦ λείψει τίποτα ἀπ’ αὐτά πού ζητᾶνε οἱ ἄνθρωποι. «Εὐκρασία ἀέρων, εὐφορία τῶν καρπῶν τῆς γῆς, καιρῶν εἰρηνικῶν..», τά βάλαμε καί μέσα στήν Ἐκκλησία, τά ζητᾶμε κι ἐμεῖς. Θά πεῖς, δέν πρέπει; Ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία εἶναι μάνα καί βλέπει ὅτι εἴμαστε πολύ μωρά.. τά ἔβαλε κι αὐτά. Ἀλλά τό τέλειο εἶναι τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με». Ἐλέησέ με, βάλε με στή Βασιλεία Σου, ἔλα νά βασιλέψεις μέσα μου. Ἔλα νά κυριαρχήσεις μέ τό θέλημά Σου Ἐσύ καί ἐγώ νά εἶμαι δοῦλος Σου καί ὅ,τι θέλεις δῶσ’ μου. Κι ἄν δέν θέλεις νά ἔχω ψωμί νά φάω, ἄς μήν ἔχω. Εἴτε εἶμαι ἐδῶ, εἴτε εἶμαι στή Βασιλεία Σου, εἴτε εἶμαι πεθαμένος, ἐγώ θέλω νά εἶμαι μαζί Σου. Νά εἶμαι μέ Σένα, νά ζῶ τή Βασιλεία Σου καί ἀπό ἐδῶ καί μετά θάνατον. Ὁπότε μετά ὑπερβαίνονται τά πάντα. Βλέπετε; Καί ὁ κόσμος καί οἱ ἀντιλήψεις τοῦ κόσμου καί ὁ θάνατος. Δέν φοβᾶσαι τίποτα μετά. Μετά εἶσαι παντοδύναμος, εἶσαι πανίσχυρος. Ἐρ. : Μέσα στό Εὐαγγέλιο ὅμως λέει «ζητεῖτε καί εὑρήσετε· κρούετε καί ἀνοιγήσεται». Ὁπότε;.. Ἀπ. : Ναί, ἀλλά τί νά αἰτεῖστε; Τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶπε τί νά ζητᾶμε. Αὐτό σᾶς λέω. Δέν εἶπε νά ζητᾶμε τό ψωμί, τό νερό.. Αὐτά τά ξέρει ὁ Θεός. Τό λέει «ξέρω ὅτι ἔχετε ἀνάγκη ἀπό αὐτά»[40]. Τό ξέρω! Οὔτε νά ἔχετε ἀγωνία, λέει. «Μή μεριμνᾶτε»[41]. Αὐτά τά ζητᾶνε τά ἔθνη, οἱ εἰδωλολάτρες καί λένε καί πολλά λόγια καί νομίζουν ὅτι μέ τά πολλά λόγια πού λένε, θά εἰσακουσθοῦν. Δέν χρειάζεται, ἀφοῦ εἶναι πατέρας! Εἶναι σάν νά λέει ἕνα μωρό στή μαμά, μαμά κοίταξε, σήμερα μήν ξεχάσεις νά μοῦ δώσεις τό γάλα μου! Ἔ, ὑπάρχει περίπτωση ἡ μητέρα νά ξεχάσει νά δώσει στό παιδί τό φαγητό του; Ἤ.. μαμά ξέρεις, ἐγώ τώρα δέν ἔχω παπούτσια, νά μοῦ πάρεις παπούτσια.. Δέν χρειάζεται! Ἀφοῦ ἡ μητέρα εἶναι μητέρα, θά φροντίσει. Πολύ περισσότερο ὁ Θεός! Εἴμαστε στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά τό πιστέψουμε, νά τό καταλάβουμε, ὁπότε φεύγουν ὅλες αὐτές οἱ ἀγωνίες. Ἔρχονται ἀγωνιωδῶς μητέρες «τό παιδί μου δέν ἔχει δουλειά»… Τό παιδί σου δέν ἔχει δουλειά; Τό παιδί σου ἦρθε ποτέ στήν ἐκκλησία νά πεῖ ἕνα εὐχαριστῶ στόν Θεό; Ὄχι, τήν Κυριακή τό πρωί κοιμᾶται.. Πῆγε ποτέ του νά ἐξομολογηθεῖ; Τέτοια πράγματα πάτερ… Ἡ δουλειά μᾶς νοιάζει ὅμως, βλέπετε; Καί ἐμεῖς πού πᾶμε στήν ἐκκλησία, δέν ἀγωνιοῦμε γιατί τό παιδί μας ἔχει φύγει ἀπό τόν Θεό, ἀλλά γιατί δέν μπορεῖ νά ζήσει αὐτόνομα. Βλέπετε; Νάτο, αὐτό πού σᾶς εἶπα, τό ζοῦμε κι ἐμεῖς. Γιατί αὐτό θέλουμε. Θέλουμε δουλειά χωρίς τόν Θεό. Θέλουμε νά ζήσουμε.. θέλουμε δουλειά. Δέν θέλουμε τόν Θεό. Θέλουμε τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τά θέλουμε γιά νά ζήσουμε μόνοι μας χωρίς τόν Θεό, νά μήν παρεμβαίνει ὁ Θεός στή ζωή μας. Νά μήν ἀλλάξουμε τή ζωή μας. Ἁπλῶς θέλουμε νά τρῶμε καί νά κοιμόμαστε. Καί ὁ Θεός μᾶς τά στερεῖ αὐτά τά στοιχειώδη, ἀκριβῶς γιά νά κυνηγήσουμε τά οὐράνια, τά οὐσιαστικά, πού θά μείνουνε γιά πάντα. 126
Νά ξεκολλήσουμε ἀπό αὐτά τά προσωρινά. Δέν μᾶς τά στερεῖ γιατί μᾶς μισεῖ ἤ γιατί εἶναι θυμωμένος ἤ γιατί θέλει νά μᾶς τιμωρήσει. Μᾶς τά στερεῖ, καί τή δουλειά καί ὅλα αὐτά πού εἶναι πολύ δύσκολα στίς μέρες μας, γιατί ἔχουμε φύγει μακριά Του καί ἔχουμε χάσει τό μεῖζον, τό σπουδαιότερο. Τή Βασιλεία Του. Δέν θά μποροῦσε ὁ Θεός νά δώσει σ’ ὅλους τούς νέους δουλειά σήμερα; Τό πιό εὔκολο πράγμα! Καί ὅλους τούς φτωχούς νά τούς κάνει πλούσιους; Τό πιό εὔκολο πράγμα! Ἀλλά μετά εἶναι πού θά γινόμαστε τελείως αὐτονομημένοι, τελείως ὑλιστές, τελείως ἄθεοι, τελείως κολασμένοι. [1] Ἐφεσ. 6, 10. [2] Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ Ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, Ὁσίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/νικη. [3] Ψαλμ. 15, 8. [4] Ἱερ. 17, 5. [5] Ὅ.π. [6] Ἐφεσ. 6, 10. [7] Ψαλμ. 126, 1. [8] Ἐφεσ. 6, 10. [9] Πρβλ. Α΄Κορ. 3, 19. [10] Σοφ.Σειρ. 2, 10. [11] Φιλ. 4, 13. [12] Ἰω. 15, 5. [13] Ἐφεσ. 6, 10. [14] Φιλ. 4, 13. [15] Φιλ. 4, 11. [16] Φιλ. 4, 12. [17] Ὅ.π. [18] Πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή Ἀποστόλου Παύλου, ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἐκδ. Ρηγοπούλου. [19] Ἐφεσ. 6, 10. [20] Κολ. 4, 5. [21] Ἐφεσ. 5, 32. [22] Ματθ. 16, 18. [23] Λουκ. 8, 30. [24] Ἐφεσ. 6, 10. [25] Ὅ.π. [26] Ὅ.π. [27] Φιλ. 4, 13. [28] Ἡσ. 58, 9. [29] Ματθ. 14, 31. [30] Α΄Κορ. 1, 18. [31] Φιλ. 4, 13. [32] Φιλ. 4, 13. 127
[33] Ψαλμ. 15, 8. [34] Ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου, Χειραγωγία στήν Πνευματική Ζωή, ἐκδ. Ἱ.Μ. Παρακλήτου, 2011 (στό ἑξῆς: Χειραγωγία στήν Πνευματική Ζωή). [35] Ματθ. 7, 7. [36] Χειραγωγία στήν Πνευματική Ζωή. [37] Ἐφεσ. 6, 10. [38] Λουκ. 11, 26. [39] Ματθ. 6, 33. [40] Ματθ. 6, 32. [41] Ματθ. 6, 31. 128
Προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν πνεύματι «Διά πάσης προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι»[1]. Αὐτά μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους, στό ἕκτο κεφάλαιο, στόν δέκατο ὄγδοο στίχο. «Διά πάσης προσευχῆς», μέ κάθε προσευχή καί δέηση νά προσευχόμαστε, «ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες», καί νά ἀγρυπνοῦμε στήν προσευχή, «ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει», μέ κάθε ὑπομονή καί καρτερία, «περί πάντων τῶν ἁγίων»[2], γιά ὅλους τούς ἁγίους νά προσευχόμαστε. Καί συνεχίζει στόν δέκατο ἔνατο στίχο «καί ὑπέρ ἐμοῦ». Νά προσεύχεστε λέει ὁ Ἀπόστολος στούς Ἐφεσίους καί γιά μένα «ἵνα μοι δοθῇ λόγος ἐν ἀνοίξει τοῦ στόματός μου, ἐν παῤῥησίᾳ γνωρίσαι τό μυστήριον τοῦ εὐαγγελίου»[3]. Νά μοῦ δοθεῖ λόγος γιά νά κάνω ἱεραποστολή. Ἀφοῦ, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς ἐξόπλισε, μᾶς ἁρμάτωσε τούς χριστιανούς μέ τά πνευματικά ὅπλα, γιά τά ὁποῖα μᾶς μίλησε στούς προηγούμενους στίχους, γιά τήν περικεφαλαία τοῦ σωτηρίου, πού εἶναι ἡ ἐλπίδα εἰς τόν Θεό, μέ τήν μάχαιρα τοῦ πνεύματος, πού εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, μέ τόν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, μέ τά ὑποδήματα, πού εἶναι ἠ ἐπιθυμία γιά ἱεραποστολή, ἀφοῦ μᾶς ἔδωσε τά πνευματικά ὅπλα, τώρα ἐδῶ μᾶς παρουσιάζει μπροστά στόν βασιλέα Θεό καί μᾶς παρακινεῖ νά παρακαλοῦμε Αὐτόν -τόν Θεό- γιά νά δώσει βοήθεια στούς χριστιανούς ὅλους, καί σέ μᾶς καί στούς ἀδελφούς μας. Θά πάρετε τά πνευματικά σας ὅπλα, λέει στούς Ἐφεσίους, ἀλλά συνάμα νά προσευχηθεῖτε στόν Θεό γιά νά πάρετε κι ἐσεῖς καί οἱ ἀδελφοί σας τή Θεία βοήθεια. Ἐπειδή προηγουμένως εἶπε ὅτι ἐσεῖς θά μπορέσετε νά σβήσετε τίς πεπυρωμένες σαΐτες τοῦ διαβόλου, τά πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ, γιά νά μήν ὑπερηφανευτοῦν τώρα, τούς λέει ὅτι ἔχετε ἀνάγκη στόν νοητό αὐτό πόλεμο τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία θά ἀποκτήσετε ἐάν βεβαίως προσεύχεσθε, ὄχι ἁπλά, ἀλλά μέ κάθε προσευχή καί δέηση. Νά προσεύχεσθε στόν Θεό γιά νά σᾶς βοηθήσει μέ κάθε εἶδος προσευχῆς καί μέ κλαυθμό καί μέ δάκρυα καί μέ κτύπημα τοῦ στήθους, ὅπως ἔκαναν οἱ τελῶνες, καί μέ γονυκλισίες, νά κλείνετε γόνυ, νά γονατίζετε, καί μέ στρωτές μετάνοιες, νά κάνετε στρωτές βαθιές μεγάλες μετάνοιες ὅπως λέμε, καί μέ ἔπαρση -καί μέ ὕψωση- τῶν χειρῶν σας, καί μέ σηκωμένα τά χέρια πρός τόν οὐρανό. Ὅλα αὐτά εἶναι εἴδη, εἶναι τρόποι προσευχῆς. Νά προσεύχεσθε δέ, ὄχι μόνο στούς ἑπτά προσδιορισμένους καιρούς τῆς προσευχῆς, ὅπως λέει ὁ Δαβίδ, «ἑπτάκις τῆς ἡμέρας ἤνεσά σε»[4], σέ παρακάλεσα ἑφτά φορές τήν ἡμέρα, ἀλλά καί εἰς κάθε καιρό, κάθε στιγμή, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς τό εἶπε μέ τήν παραβολή τῆς χήρας καί τοῦ ἄδικου κριτοῦ καί ὅπως μᾶς τό λέει καί πάλι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»[5]. Ἔτσι καί ἐδῶ λέει «προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ»[6] καί μάλιστα νά προσεύχεσθε ἐν Πνεύματι, 129
δηλαδή νά μή ζητᾶτε τίποτε τό κοσμικό καί τό γήινο ἀπό τόν Θεό, ἀλλά νά ζητᾶτε μόνο τά πνευματικά καί τά ἐπουράνια. Αὐτό σημαίνει τό «ἐν Πνεύματι». Ἤ ἀκόμα τό «ἐν Πνεύματι» σημαίνει νά μήν προσεύχεστε μόνο μέ τό στόμα, ἀλλά καί μέ τόν νοῦ καί μέ τήν καρδιά προσέχοντας στά λόγια τῆς προσευχῆς. -Γιατί μιά προσευχή πού ἐσύ δέν τήν προσέχεις, γιατί νά τήν προσέξει ὁ Θεός; Λέγοντας δέ ὁ Παῦλος ὅτι πρέπει νά προσεύχεσθε μέ κάθε προσευχή αἰνιγμωτωδῶς ἐφανέρωσε ὅτι εἶναι δυνατό νά προσεύχεται κάποιος καί πάλι νά μήν προσεύχεται, ὅταν κάποιος προσεύχεται ἀλλά προσευχόμενος βαττολογεῖ. Δηλαδή, ὅταν λέει πολλά λόγια χωρίς ὅμως νά προσέχει αὐτά πού λέει, νομίζοντας ὅτι μέ τήν πολυλογία καί μόνο, ἐξαιτίας τοῦ ὅτι λέει πολλά, θά εἰσακουστεῖ ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος «προσευχόμενοι δέ μή βαττολογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί»[7]. Νά μή κάνετε παρόμοια προσευχή μ’ αὐτή πού κάνουν οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι βαττολογοῦν. -Τί θά πεῖ τώρα βαττολογία; Τό ἑρμηνεύει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Βαττολογία, λέει, εἶναι ἡ φλυαρία ἤ ἡ πολυλογία, ἀπό κάποιον Ἕλληνα πού λεγότανε Βάττος. Ἔτσι ἦταν τό ὄνομά του, Βάττος, ὁ ὁποῖος ἔφτιαχνε μακρούς καί πολύστιχους ὕμνους καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες τόν μιμήθηκαν αὐτόν καί ἔκαναν πολλούς ὕμνους μέ πολλούς στίχους στά εἴδωλα, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ταυτολογίες, δηλαδή λέγανε συνέχεια τά ἴδια πράγματα. Βαττολογία εἶναι ὅταν ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό αὐτά πού δέν ἁρμόζει, αὐτά πού δέν πρέπει. Παραδείγματος χάριν, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, δυναστεῖες. Δηλαδή τό νά ἔχει κανείς δύναμη κοσμική, νά ἔχει μία ἐπιφάνεια στόν κόσμο αὐτό, μιά δόξα μάταιη, ἀνθρώπινη. Καί τό ἐχθρῶν περιγενέσθαι. Ἤ ἀκόμα νά ζητᾶμε νά κυριαρχήσουμε στούς ἐχθρούς μας. Καί χρημάτων περιουσία, καί τό νά ἀποκτήσουμε περιουσία χρηματική, καί ἁπλῶς τά μηδέν διαφέροντα. Καί γενικῶς νά ζητᾶμε αὐτά, τά ὁποῖα δέν εἶναι πρός τό συμφέρον μας. Αὐτό ὀνομάζει βαττολογία ὁ ἱερός Χρυσόστομος, νά ζητᾶμε τά μάταια, ἤ καί τά ἐπιβλαβή καί αὐτά τά ὁποῖα δέν ἀρέσουν στόν Θεό. Ποτέ δέν ἀρέσει στόν Θεό, ἄς ποῦμε, νά εὐχόμαστε ἐναντίον κάποιου ἀνθρώπου, νά δίνουμε κατάρες καί νά εὐχόμαστε νά πάθει κάποιος κακό. Νά εὐχόμαστε νά τιμωρηθεῖ ὁ ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος. Αὐτή ἡ προσευχή δέν ἀρέσει στόν Θεό, ἀλλά καί οἱ προσευχές πού ζητᾶμε μάταια πράγματα, νά κερδίσουμε τό λαχεῖο… καί διάφορες ἄλλες τέτοιες προσευχές. Αὐτά ὅλα εἶναι ἁμαρτία. Γι’ αὐτό λέει ὁ Κύριος «μή βαττολογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί»[8], ὅπως κάνουν οἱ εἰδωλολάτρες, «δοκοῦσιν γάρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται»[9]. Νόμιζαν οἱ εἰδωλολάτρες ὅτι μέ τήν πολυλογία θά τούς ἄκουγαν οἱ ψεύτικοι θεοί, οἱ δαίμονες. «Καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες»[10], λέει στή συνέχεια ὁ Ἀπόστολος. Καί σ’ αὐτό, στήν προσευχή, νά ἀγρυπνοῦμε. Καί τί σημαίνει ἡ ἀγρυπνία; Ἤ τίς παννυχίδες, δηλαδή τίς προσευχές πού γινόντουσαν καί γίνονται καί σήμερα κατά τή διάρκεια τῆς νύχτας καί δοξάζουμε τόν Θεό, εἴτε ὅλη τήν νύχτα εἴτε ἕνα μέρος τῆς νύχτας. Κανονικά βέβαια ἀγρυπνία-ὁλονυκτία εἶναι ὅλη τήν νύχτα νά μείνεις ἄγρυπνος, ὅπως 130
ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας, λέει στό ἱερό εὐαγγέλιο, διανυκτέρευε στήν προσευχή[11]. Περνοῦσε ὅλη τή νύχτα ἄγρυπνος προσευχόμενος. Ἤ ἀκόμα ἀγρυπνία λέει τήν ἄγρυπνο προσοχή καί νήψη τοῦ νοός. Δηλαδή νά κάνουμε προσευχή ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι ἀγρυπνοῦντες, δηλαδή ἔχοντας προσοχή καί ἐγρήγορση πνευματική. Νά μή κάνουμε προσευχή ἀμελῶς, ράθυμα, ἀπρόσεκτα, γιατί «ἐπικατάρατος πᾶς ὁ ποιῶν τά ἔργα Κυρίου ἀμελῶς»[12]. Ὅταν λοιπόν ὁ ἄνθρωπος ἀγρυπνεῖ στήν προσευχή καί ὅταν κάνει προσευχή μέ ἄγρυπντο νοῦ, μέ ξύπνιο νοῦ, μέ νήφοντα νοῦ, αὐτό ἀρέσει στόν Θεό. Καί τό νά ἀγρυπνοῦμε τήν νύχτα -εἶναι πολύ καλύτερη ἡ προσευχή τῆς νύχτας, γιατί ὑπάρχει ἡσυχία- καί νά προσευχόμαστε μέ νήψη. Ὅποιος προσεύχεται καί παραστέκεται ἁρματωμένος μπροστά στόν οὐράνιο Βασιλέα, πρέπει νά εἶναι καί ἄγρυπνος καί νήφων καί προσεκτικός. «Καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει»[13]. Δηλαδή, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐδῶ, ὅτι πρέπει οἱ χριστιανοί νά προσεύχονται ὄχι μία ἤ δύο ἤ τρεῖς φορές, ἀλλά πολλάκις, πολλές φορές καί μέ κάθε λογῆς ὑπομονῆς καί καρτερία. Καί ὄχι εἰς ὀλίγη ὥρα, ὄχι γιά λίγο, ἀλλά καθώς παρακαλοῦσε ἡ Χαναναία πού ἐπέμενε, ὅπως ἡ χήρα, ἡ ὁποία παρακαλοῦσε τόν ἄδικο κριτή, ὅπως ἡ Ἄννα, ἡ Ἅγία Ἄννα ἡ μητέρα τοῦ προφήτου Σαμουήλ. Αὐτή εἶναι ἀληθινή προσευχή καί αὐτή εἰσακούεται ἀπό τόν Θεό, αὐτή πού γίνεται μέ ὑπομονή καί καρτερία, ὄχι βιαστικά -νά τελειώνουμε- καί ἀπρόσεκτα καί μετά δέν θυμᾶται κανείς τί εἶπε.. «Ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει περί πάντων τῶν ἁγίων καί ὑπέρ ἐμοῦ»[14]. Τί λέει τώρα ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος; Ὅτι δέν πρέπει νά προσευχόμαστε μόνο διά λόγου μας, γιά τόν ἑαυτό μας, ἀλλά καί γιά τούς ἄλλους ἀδελφούς, περί πάντων τῶν ἁγίων. Ἅγιοι ὀνομάζονταν οἱ χριστιανοί. Καί σήμερα ἔτσι πρέπει νά ὀνομαζόμαστε, γιατί ἅγιος θά πεῖ ἀφορισμένος - ξεχωρισμένος ἀπό τόν κόσμο, πού εἶναι ὑποκείμενος στόν διάβολο καί στήν ἁμαρτία, στήν ἀκαθαρσία, καί ὑποψήφιος γιά τήν κόλαση. Ὁ χριστιανός εἶναι ἅγιος, δηλαδή ἔχει ξεχωριστεῖ ἀπό ὅλον αὐτό τόν τρόπο ζωῆς τοῦ κόσμου. Προσευχή περί πάντων τῶν ἁγίων καί ὑπέρ ἐμοῦ. Βλέπε δέ, ὤ ἀναγνώστα, λέει ὁ Ἅγιος, τήν ταπεινοφροσύνη τοῦ μεγάλου Παύλου. Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, πρόσεξε πόσο ταπεινός εἶναι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἔχει ταπεινοφροσύνη διπλή, διότι ὕστερα ἀπό τούς ἄλλους ἔβαλε τόν ἑαυτό του καί διότι φανερώνει ὅτι χρειάζεται τίς προσευχές τῶν μαθητῶν του. Ἐνῶ ἦταν διδάσκαλος, ἐνῶ εἶχε ἀποκαλύψεις, εἶχε ἐμπειρίες θεώσεως, εἶχε φτάσει μέχρι τρίτου οὐρανοῦ, εἶχε ἀκούσει ἄρρητα ρήματα, εἶχε δεῖ τά ἀγαθά τά ὁποῖα δέν μπορεῖ νά περιγράψει ἀνθρώπινη γλώσσα, τά ἀγαθά τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ζητάει πολύ ταπεινά, ἔπειτα ἀπό τίς προσευχές γιά ὅλους τούς ἄλλους, νά κάνουν καί γι’ αὐτόν. «Περί πάντων τῶν ἁγίων καί ὑπέρ ἐμοῦ» νά εὐχεσθε λέει στούς Ἐφεσίους. Κι αὐτό δέν εἶναι παράδοξο, τό ὅτι ἕνας μέγας Ἀπόστολος ζητάει τίς προσευχές τῶν μαθητῶν του. Καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἦταν δεμένος μέ ἀλυσίδες στή φυλακή, καί, ὅπως λέει τό κείμενο, γινόταν ἐκτενής δέησις, ἐκτενής προσευχή πρός τόν Θεό ἀπό τούς 131
ἄλλους πιστούς. Καί εἰσακούστηκε ἡ προσευχή τῶν πιστῶν καί ἐλευθερώθηκε ὁ Πέτρος ἀπ’ τά δεσμά τῆς φυλακῆς, ὅπως εἶναι γραμμένο στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων στό δωδέκατο κεφάλαιο. Αὐτά εἶναι πού μᾶς γράφει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἑρμηνεύοντας αὐτόν τόν στίχο «Διά πάσης προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι»[15]. Ἄς δοῦμε πῶς τό ἐρμηνεύει καί ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος. Ὁ χριστιανός, λέει, τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ θά χρησιμοποιήσει μέ σοφία Θεοῦ. Ὅλα αὐτά τά ὅπλα πού μᾶς παρουσίασε προηγουμένως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὀφείλουμε νά τά χρησιμοποιήσουμε ἀλλά μέ διάκριση, καί θά ἐπιφέρουμε νίκη ἐναντίον ὅλων τῶν πνευμάτων τοῦ κακοῦ. Ἀλλά πότε θά νικήσουμε; Μόνο ἄν ἀδιάκοπα προσευχόμαστε καί ἀδιάκοπα ἀγρυπνοῦμε. Δηλαδή ὑπάρχουν τά ὅπλα, ἡ ἀλήθεια, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐλπίδα στόν Θεό, ἡ δικαιοσύνη, ἡ σύνολη ἀρετή, ἀλλά ὅλα αὐτά πρέπει νά συνδυαστοῦν μέ τήν προσευχή. Στόν πνευματικό πόλεμο τό πολεμικό καί νικηφόρο πνεῦμα διατηρεῖται μέ τήν ἀδιάκοπη προσευχή, μέ τήν ἀδιάκοπη ἐπίκληση τῆς βοήθειας τοῦ Θεοῦ. Γιατί αὐτός ὁ πόλεμος ἀπό τήν ἀρχή μέχρι τό τέλος διεξάγεται μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἡ προσευχή διατηρεῖ σέ ἐγρήγορση ὅλες τίς ἀρετές τῆς ψυχῆς, ἔτσι ὥστε δέν λυγίζει, δέν γονατίζει, δέν νυστάζει. Ἡ προσευχή εἶναι ὁ ἄγρυπνος φρουρός καί φύλακας κάθε ἀρετῆς. Αὐτή ὁδηγεῖ καί χειραγωγεῖ τούς χριστιανούς στόν πόλεμο κατά τῶν ἁμαρτιῶν, τῶν ἐλαττωμάτων καί τῶν πειρασμῶν. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες διδάσκουν ὅτι ἡ προσευχή εἶναι ὁ «χοράρχης» στόν χορό τῶν ἀρετῶν. Αὐτή τίς ταξινομεῖ, τίς διευθετεῖ, τίς κατανέμει, αὐτή καί τίς διευθύνει. Ὅλες οἱ ἀρετές κατευθύνονται διά τῆς προσευχῆς καί ἐνεργοῦνται διά τῆς προσευχῆς. Ἄν ὁ χριστιανός ἔχει στήν καρδιά του τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ποτέ στή μάχη μέ τίς ἁμαρτίες καί τούς πειρασμούς δέν θά παρεκκλίνει καί δέν θά ξεπέσει. Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο νά γίνει ἀποφασιστικός καί πιεστικός στόν ἑαυτό του γιά τήν ἀπόκτηση στήν ἐξάσκηση τῆς προσευχῆς, αὐτό πού λέει ὁ Κύριος «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν»[16]. Θά πρέπει νά ἀσκήσουμε μιά ἅγια βία στόν νοῦ μας, στήν ψυχή μας, σ’ ὅλη μας τήν ὕπαρξη γιά νά προσευχόμαστε. Μιά ἅγια βία ν’ ἀναγκάσουμε τόν ἑαυτό μας νά προσεύχεται, γιατί ὁ Θεός σ’ αὐτόν πού ἀναγκάζει τόν ἑαυτό του στήν προσευχή, σ’ αὐτόν δίνει τό χάρισμα τῆς προσευχῆς. Ἀκοῦμε γιά τούς ὡραίους καρπούς πού ἔχει ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀλλά δέν τούς γευόμαστε, γιατί ὁ Θεός δέ μᾶς τό δίνει τό χάρισμα ἐπειδή βλέπει ὅτι ἐμεῖς δέν ἔχουμε διάθεση νά ἀγωνιστοῦμε. Δέν ἀναγκάζουμε τόν ἑαυτό μας, δέν τόν πιέζουμε στήν προσευχή. Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή εἶναι ἡ μοναδική ἔνθεη εὐαγγελική ἐγγύηση ὅτι θά νικᾶμε ἀδιάκοπα στόν πόλεμό μας μέ τά πνεύματα τοῦ κακοῦ καί τῆς ἁμαρτίας. -Ἔχεις αὐτή τήν ἀδιάλειπτη προσευχή; Τότε ἔχεις μία ἐγγύηση ἀπό τόν Θεό ὅτι θά νικήσεις τούς ἐχθρούς σου. Μή φοβᾶσαι. Γιατί ἐκεῖνο πού μαστιγώνει τούς ἐχθρούς, τούς δαίμονες, εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη 132
προσευχή, τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους», ὅπως λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Ἡ προσευχή τοῦ χριστιανοῦ διακλαδίζεται καί ἐκφράζεται σάν προσευχή περί πάντων τῶν ἁγίων: «Διά πάσης προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει περί πάντων τῶν ἁγίων»[17]. Δηλαδή γίνεται γιά ὅλους τούς χριστιανούς, γιατί κι αὐτοί βρίσκονται σέ ἀδιάκοπο πόλεμο μέ τά πνεύματα τοῦ κακοῦ κάτω ἀπ’ τόν οὐρανό καί εἶναι σύμμαχοί μας στόν πόλεμο αὐτό, ἀφοῦ ἀνήκουν στόν καθολικό νοῦν τῆς Ἐκκλησίας. Ἄν εἶσαι χριστιανός πρέπει νά ξέρεις ὅτι ὁ διάβολος εἶναι διαρκῶς σέ πόλεμο μέ σένα. Εἴμαστε σέ ἐμπόλεμη κατάσταση. Ὁ κάθε διάβολος ἐξάγει καί στρέφει ἐναντίον σου ὅλη του τή δύναμη. Ὁ διάβολος τοῦ θυμοῦ τόν θυμό. Ὁ διάβολος τῆς ἀσωτίας τήν ἀσωτία. Ὁ διάβολος τῆς ὑπερηφάνειας τήν ὑπερηφάνεια. Ὁ διάβολος τῆς πονηρίας τήν πονηρία. Ὁ διάβολος τοῦ φθόνου τόν φθόνο. Ὁ διάβολος τῆς ζήλειας τή ζήλεια. Ὁ διάβολος τῆς ἀπόγνωσης τήν ἀπόγνωση. Καί μέ τή σειρά αὐτή τό ὄνομα τῶν δαιμόνων εἶναι λεγεών καί ὁ ἀριθμός τῶν πλανῶν καί τῶν παθῶν τους εἶναι ἄπειρος. Μά ὅσοι κι ἄν εἶναι οἱ δαίμονες, ἡ πανοπλία τοῦ Θεοῦ εἶναι πιό δυνατή ἀπ’ αὐτούς, ὥστε νά τούς νικᾶ σέ ὅλα τά πεδία τῶν μαχῶν, σέ ὅλα τά θέατρα τῶν πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων καί νά τούς ἐκδιώκει καί νά τούς τρέπει σέ φυγή. Κανείς δέ μπορεῖ νά τά βάλει μέ τόν Θεό. Ἐφόσον ζοῦμε ἐν Χριστῷ καί προσευχόμαστε, οἱ δαίμονες τρέπονται σέ φυγή. Κι αὐτό κυρίως γίνεται ὅταν σ’ αὐτούς τούς πολέμους μᾶς ὁδηγοῦν οἱ κορυφαῖες ἀπ’ τίς ἅγιες καί χαριτωμένες ἀρετές, ἡ προσευχή καί ἡ νηστεία. Ἀπέναντι σ’ αὐτές δέν μπορεῖ νά σταθεῖ οὔτε ἕνα κακό πνεῦμα. Ἀπ’ τή φωτιά τους οἱ δαίμονες τρέπονται σέ ἄτακτη φυγή. Αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος στόν ἄπιστο ἐκεῖνο πατέρα «τοῦτο τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ»[18]. Ὅσα πνεύματα κακοῦ κι ἄν ἦρθαν ἀπ’ τόν ἔξω κόσμο καί στράφηκαν ἐναντίον σου ἀκράτητα, κι ἄν ἀκόμα μπῆκαν, κρύφτηκαν καί περιχαρακώθηκαν στή ψυχή σου καί μετέτρεψαν τήν καρδιά σου σέ σκηνή τους καί πάλι νά μή φοβηθεῖς. Μόνο ἀντιπαράταξε ἐναντίον αὐτῶν τήν προσευχή καί τή νηστεία καί κράτησε σάν παρακαταθήκη τήν ἀγάπη, τήν εὐσπλαχνία, τήν ταπεινοφροσύνη, τή σωφροσύνη, τήν πίστη, τήν ἀλήθεια, τή δικαιοσύνη, τήν ὑπομονή καί προχώρα στή μάχη καί πολέμα ἀδιάκοπα καί ἄφοβα μέ σύντροφο τήν ἀπροσμέτρητη ἐλπίδα καί τότε, χωρίς ἀμφιβολία, θά νικήσεις ὅλα τά πνεύματα τοῦ κακοῦ καί αὐτά πού εἶναι μέσα σου καί αὐτά πού εἶναι γύρω σου. Καί ἀκόμα θά τά ἀπομακρύνεις πλήρως ἀπό τόν ἑαυτό σου καί θά τά ἐκδιώξεις μακριά σου. Σ’ αὐτό πίστευε μέ εὐστάθεια καί σταθερότητα, γιατί τά χείλη τοῦ παναληθινοῦ καί πανικητοῦ Κυρίου εἶπαν αὐτή τήν ἐπαγγελία: «τοῦτο τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ»[19], πού σημαίνει τό γένος ὅλων τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων καί αὐτῶν ἀκόμα τῶν χειροτέρων καί τῶν πιό διεστραμμένων φεύγει μέ τήν προσευχή καί τή νηστεία. 133
Ἰδού τό θεϊκό φάρμακο ἀπό κάθε κακό, ἀπό κάθε διάβολο. Ὅταν προσεύχεσαι καί νηστεύεις καθίστασαι νικητής ἀνίκητος. Ἀνίκητος ὄχι μόνο ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀλλά καί ἀπό τόν ἴδιο τόν θάνατο τῆς ἁμαρτίας καί τόν διάβολο. Γιατί καί οἱ ἁμαρτίες καί οἱ θάνατοι καί ὁ διάβολος ἀποτελοῦν ἕνα γένος. Εἶναι μαζί αὐτά: διάβολος - ἁμαρτία - θάνατος. Γι’ αὐτό καί ὁ παν-ἐλεήμων Κύριος ἦρθε στόν κόσμο γιά νά μᾶς δώσει τή νίκη καί τό φάρμακο ἐναντίον αὐτῶν, τό φάρμακο κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ θανάτου, κατά τοῦ διαβόλου. Γι’ αὐτό, ὅταν εἴμαστε μέ τόν Χριστό, δέν ὑπάρχει γιά μᾶς οὔτε θάνατος οὔτε διάβολος οὔτε ἁμαρτία. Ἡ προσευχή γίνεται πάντα «ἐν Πνεύματι». Εἴπαμε τί σημαίνει «ἐν Πνεύματι», νά ζητᾶμε αὐτά πού εἶναι γιά τήν αἰώνια ζωή καί σωτηρία καί νά μή ζητᾶμε τά μάταια πράγματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, τά ὑλικά ἤ καί τά ἐπιβλαβῆ, πού δέν ἀρέσουν στόν Θεό καί στό Ἅγιο Πνεῦμα, καί νά εἶναι μία προσευχή, ὅπου ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀπορροφηθεῖ ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος «τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν»[20]. Δέν μποροῦμε νά κάνουμε ἀληθινή προσευχή ἄν δέν ἔχουμε μέσα μας τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐνεργό, ἄν δέν τηροῦμε τίς ἐντολές. Αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος στή Σαμαρείτιδα, «ἔρχεται καιρός πού θά Τόν προσκυνήσουν οἱ ἀληθινοί προσκυνηταί ἐν Πνεύματι καί ἀληθείᾳ»[21] καί ὄχι μέ ζωοθυσίες ἀτελῶς, ὅπως γινόταν στήν Παλαιά Διαθήκη. Αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα δίνει στήν προσευχή τή δύναμη νά κρατηθεῖ, ἀλλά καί νά διαρκέσει καί ἀδιάκοπα νά καίει στήν καρδιά σου, ὥστε αὐτή νά φλέγεται ἀπό τόν θεῖο ἔρωτα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται, καλεῖ τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, τότε ἀνάβει μέσα του ἀκόμη περισσότερο ὁ θεῖος ἔρωτας. Ὅλη ἡ αἰωνιότητα εἶναι δική μας. Γι’ αὐτό καί οἱ διάβολοι διαμέσου τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν προσπαθοῦν νά μᾶς τήν κλέψουν. Μία ἀπό τίς προσπάθειες τοῦ διαβόλου εἶναι νά χάσουμε τόν χρόνο μας ἐδῶ, πού γνωρίζει ὁ διάβολος ὅτι εἶναι πεπερασμένος, εἶναι ὁρισμένος, δέν εἶναι ἄπειρος, νά τόν χάσουμε αὐτόν γιά νά μή μπορέσουμε νά μετανοήσουμε, νά καθαριστοῦμε. Ἔτσι προσπαθεῖ ὁ διάβολος νά μᾶς κάνει νά χάσουμε τήν αἰώνια ζωή. Προσπαθοῦν νά μᾶς διώξουν ἀπ’ τόν Παράδεισο, ἀπ’ τόν οὐρανό, τήν οὐράνια βασιλεία, νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό καί Κύριο. Γι’ αὐτό πρέπει νά μήν ἀποκάμουμε στήν προσευχή. Γίνεται κατανοητό ὅτι ἡ προσευχή ἐξάγεται ἀπό τήν πίστη μας στόν πάγκαλο Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος μαζί μέ τήν εὐαγγελία τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας ἐξέφρασε καί τήν εὐαγγελία τῆς πίστεως, λέγοντας τά ἑξῆς «πάντα ὅσα ἐάν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε»[22]. Ὅ,τι ζητᾶτε στήν προσευχή σας μέ πίστη, θά τό πάρετε. -Τί σημαίνει τώρα μέ πίστη;Σημαίνει νά τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε αὐτά πού θά ζητᾶμε, θά εἶναι αὐτά πού ἀληθινά μᾶς συμφέρουν, αὐτά πού ἀρέσουν καί στόν Θεό. Γι’ αὐτό λέει ὁ Κύριος «ὅσα ζητήσετε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε»[23]. 134
Τό εὐαγγέλιο τοῦ Σωτῆρα πάντα βλέπει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν αἰωνιότητά του, ἀπό τήν οὐράνια πατρίδα του. Τόν βλέπει σέ ὅλα τά μαρτύριά του, τίς μάχες του καί τά κατορθώματά του γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του καί γιά τήν ἐξασφάλιση τῆς αἰώνιας ζωῆς, τοῦ οὐρανοῦ καί τοῦ Παραδείσου. Γι’ αὐτό ἡ ἀποστολική σάλπιγγα σαλπίζει αὐτό τόν στρατιωτικό παιάνα, αὐτή τήν πολεμική κραυγή: «τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες»[24]. Σ’ αὐτές τίς φοβερές μάχες καί τρομερές συγκρούσεις μέ τόν σατανᾶ, ὅταν τό αἷμα τῆς ψυχῆς σου ρέει, ὅταν λυγίσεις καί χάσεις τήν ἰσορροπία σου καί πέσεις, καί ὅταν ἀκόμα λάβεις θανατηφόρες πληγές, καί τότε ἐσύ πολέμα μέ ἐλπίδα, ἀκούγοντας μέ προσοχή τήν ζωοδοτική εὐαγγελία τοῦ αἰώνιου εὐαγγελίου, «ὁ Κύριος ἐγγύς, μηδέν μεριμνᾶτε, ἀλλ᾿ ἐν παντί τῇ προσευχῇ καί τῇ δεήσει μετά εὐχαριστίας τά αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρός τόν Θεόν»[25], λέει ὁ Ἀπόστολος στήν πρός Φιλιππησίους, τέταρτο κεφάλαιο, ἕκτο στίχο. Ὁ Κύριος εἶναι κοντά μας, πάρα πολύ κοντά μας. «Μηδέν μεριμνᾶτε». Τίποτε νά μή ζητᾶτε μέ ἀγωνία καί νά φροντίζετε μέ ἀγωνία. «Ἀλλ᾿ ἐν παντί τῇ προσευχῇ», ἀλλά σέ κάθε περίσταση, σέ κάθε τόπο καί χρόνο μέ τήν προσευχή, μέ τή δέηση, εὐχαριστώντας τόν Θεό, νά παρουσιάζετε στόν Θεό τά αἰτήματά σας. Ὅπως σέ κάθε πόλεμο, ἔτσι καί στόν πνευματικό -πόλεμο- πολύ σημαντικό εἶναι ἡ ἐγρήγορση καί ἡ ἑτοιμότητα, μήπως ὁ ἐχθρός μᾶς ἐπιτεθεῖ ἀπότομα καί ἀπρόσμενα. Μήπως ἐφορμήσει μέ πολλές δυνάμεις στήν ἀδύνατη πλευρά τῆς ψυχῆς μας, ἀφοῦ χρησιμοποιεῖ ἄπειρες μεθόδους στή μάχη ἐναντίον μας. Λοιπόν, ὁ πολεμικός σταθερός κανόνας μας θά εἶναι ἡ ἐγρήγορση καί ἡ ἑτοιμότητα, γιά νά νικήσουμε στόν πνευματικό πόλεμο. «Διά πάσης», λέει, «προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει»[26]. Ἐγρήγορση καί ἡ ἑτοιμότητα, γιατί δέν ξέρουμε πότε ὁ ἐχθρός θά μᾶς ἐπιτεθεῖ. Στόν κόσμο αὐτό ἐμεῖς εἴμαστε περικυκλωμένοι ἀπό παντοῦ, ἀπ’ τίς λεγεῶνες τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων, ἀλλά θά παραμείνουμε ἀπτόητοι, ἄν ἀντηχεῖ στά αὐτιά μας αὐτή ἡ ἐντολή τοῦ Σωτῆρα μας: «γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τό μέν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δέ σάρξ ἀσθενής»[27]. Θέλουμε μέ τό πνεῦμα μας, ἀλλά ἡ σάρκα μας, ἡ φιλαυτία μας, ἡ φιληδονία καί τά ὑπόλοιπα πάθη, εἶναι ἀσθενής. Τό σαρκικό φρόνημα μᾶς κυριεύει πολλές φορές καί ὅπως οἱ μαθηταί στή Γεθσημανῆ, «ἐνύσταξαν», λέει, «καί ἐκάθευδον»[28], ἐνῶ ὁ Κύριος περνοῦσε τίς τελευταῖες Του ὧρες γεμάτες ἀγωνία. «Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν»[29]. Βλέπουμε πῶς ἡ ἀγρύπνια, ἡ προσευχή, ἡ ἐγκράτεια, ἡ νῆψις, εἶναι ἀναγκαῖα γιά νά νικήσουμε στόν πόλεμο τόν πνευματικό. Οἱ ψυχοδηγοί μαθητές, οἱ πνευματοφόροι καί Χριστοφόροι ἀθλητές ἰδού οἱ βοηθοῦντες ἡμᾶς. Αὐτοί εἶναι πού μᾶς βοηθοῦν, οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ παν-νικητές σέ ὅλους τούς πολέμους γιά τή σωτηρία τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Καί αὐτοί ὅλοι οἱ Ἅγιοι σθεναρά κραυγάζουν «ἀγρυπνεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, 135
ἀνδρωθεῖτε, κρατηθεῖτε, σταθεροποιηθεῖτε»[30]. Καί ὁ ἀρχιστράτηγος στούς πνευματικούς πολέμους, ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπό τούς ἀποστόλους, ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Πέτρος εὐαγγελίζεται ἐπιτακτικά: «νήψατε, γρηγορήσατε· ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ»[31]. Βλέπετε; Πάντα εἶναι ἀναγκαία ἡ νήψη, ἡ ἐγρήγορση, γιατί ἔχουμε ἐχθρούς φοβερούς καί κατεξοχήν τόν πονηρό καί τά διάφορα ὄργανά του. Ὅπου διεξάγεται ἀγώνας καί στή γῆ καί στόν οὐρανό εἶναι ἀγώνας ζωῆς ἤ θανάτου γιά τήν ἀνθρώπινη ψυχή. Γι’ αὐτό ὅλοι «τῇ προσευχῇ προσκαρτερεῖτε, γρηγοροῦντες ἐν αὐτῇ ἐν εὐχαριστίᾳ»[32], ὅπως λέει πάλι στήν πρός Κολοσσαεῖς ἐπιστολή. Ὅλοι νά μένουμε, νά παραμένουμε στήν προσευχή μέ προσκαρτερία, μέ ὑπομονή, καί ὄχι νά σταματᾶμε καί νά σηκωνόμαστε ἀμέσως. Καί νά γρηγοροῦμε ἐν εὐχαριστίᾳ. Νά εἴμαστε σέ πνευματική νήψη καί νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό. Διασαφηνίζοντας αὐτόν τόν στίχο, τόν δέκατο ὄγδοο, ὁ μακαριστός Θεοδώρητος ὁ ἑρμηνευτής λέει, ὅσοι εἶναι περιτριγυρισμένοι ἀπό τούς ἐχθρούς, δέν μποροῦν εὔκολα νά σωθοῦν, γι’ αὐτό καί ὁ ἔνθεος Ἀπόστολος διατάσσει νά μή σταματοῦν οἱ πιστοί ἀπό τό ἀγρυπνεῖν καί ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε στόν τιτάνιο πνευματικό ἀγῶνα πού διεξάγουν, ἀλλά νά γίνουν ὑπομονετικοί σ’ αὐτό. Μᾶς ἔρχεται ἀκηδία. Θά τό πεῖς, θά τό ξαναπεῖς.. Κύριες Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με.. Μᾶς ἔρχεται μία δυσκολία. Ἐκεῖ χρειάζεται ὑπομονή γιά νά πετύχουμε τό «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Καί ἡ ἐντολή δέν εἶναι μόνο γιά τόν ἑαυτό τους νά προσεύχονται, ἀλλά καί γιά τούς ὁμόπιστους, τούς ἄλλους χριστιανούς. Καί θά μᾶς πεῖ μετά καί γιά τόν ἴδιο τόν Ἀπόστολο Παῦλο, «καί ὑπέρ ἐμοῦ». «Ἐν πάσῃ» λοιπόν «προσκαρτερήσει καί δεήσει περί πάντων τῶν ἁγίων»[33]. Βλέπουμε πόσο σπουδαῖο ἀγαθό εἶναι ἡ προσευχή συνδυασμένη μέ τή νήψη καί τήν ἐγρήγορση. Λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἡ προσευχή αὐξάνει τήν ἀγάπη πού ἔχουμε γιά τόν Θεό καί συμβάλλει στό νά συνηθίσουμε νά ἔχουμε μαζί Του τακτική συνομιλία. Ἀπό τή συνομιλία αὐτή ἡ ψυχή πάρα πολύ ὠφελεῖται. Ἄν ἡ τακτική ἐπικοινωνία μέ ἕνα σπουδαῖο καί ἐπίσημο πρόσωπο, φέρνει πολλά καλά στή ζωή μας, πόσο μᾶλλον ἡ τακτική ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό δέν θά φέρει περισσότερα. Ἐπίσης, ὅταν βρισκόμαστε μπροστά σέ ἀνώτερα πρόσωπα εἴμαστε πολύ προσεκτικοί στή στάση μας, στήν ἐνδυμασία μας, στήν ὁμιλία καί γενικά σέ ὅλα. -Ὅταν ὅμως βρισκόμαστε μπροστά στόν Θεό καί προσευχόμαστε; Χασμουριόμαστε, ξυνόμαστε, γυρίζουμε ἀπό δῶ κι ἀπό κεῖ. Δέν εἴμαστε προσεκτικοί. Κι ἐνῶ πολλές φορές εἴμαστε γονατισμένοι μπροστά Του, ὁ νοῦς μας μετεωρίζεται, γυρίζει στήν ἀγορά, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἄν ὅμως προσευχόμασταν μέ τήν πρέπουσα εὐλάβεια καί εἴχαμε συναίσθηση ὅτι συνομιλοῦμε μέ τόν Θεό, καί πρίν ἀκόμα λάβουμε ὅ,τι ζητοῦμε, θά αἰσθανόμασταν τό μεγάλο ὄφελος τῆς προσευχῆς. 136
-Τό μεγάλο ὄφελος τῆς προσευχῆς ποιό εἶναι; Τό ὅτι παραμένουμε σέ κοινωνία μέ τόν Θεό. Μπορεῖ ὁ Θεός νά μήν μᾶς κάνει αὐτά πού τοῦ ζητήσαμε, νά μήν ἱκανοποιήσει τά αἰτήματά μας. Τό μεγάλο κέρδος εἶναι ὅτι τοῦ μιλήσαμε, ὅτι συναναστραφήκαμε μαζί Του. Ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται σωστά, εἶναι φυσικό, ἀφοῦ ἔρχεται σέ σχέση μέ τόν Θεό, νά μεταβάλλεται σέ ἐπίγειο ἄγγελο. Ἡ ψυχή του ὑπερίπταται τοῦ σώματος. Ὁ νοῦς του ἀνυψώνεται σέ ἄλλο ἐπίπεδο τοῦ εἶναι. Γίνεται ὕπαρξη οὐράνια. Ἐγκαταλείπει τά ἐγκόσμια καί στέκεται μπροστά στόν θρόνο τοῦ ἐπουρανίου βασιλέως, ἔστω κι ἄν εἶναι φτωχός ἤ ὑπηρέτης ἤ ἀγράμματος καί ἰδιώτης. Ὁ Θεός δέν θέλει νά Τοῦ μιλᾶμε μέ ὡραῖα λόγια, ἀλλά ἡ ψυχή μας νά εἶναι ὡραία καί νά Τοῦ ζητᾶμε ὅσα εἶναι ἀρεστά σ’ Αὐτόν. Τότε μᾶς δίνει ὅ,τι Τοῦ ζητήσουμε. -Βλέπετε πόσο εὔκολη εἶναι ἡ προσευχή; Ὅταν θέλουμε νά πλησιάσουμε κάποιον ἄρχοντα, γιά νά τοῦ ζητήσουμε κάποια χάρη, πρέπει νά διαθέτουμε καί χάρισμα τοῦ λόγου καί νά ἔχουμε ἐξασφαλισμένη τήν εὔνοια τοῦ περιβάλλοντός του καί πολλά ἄλλα νά ἐπινοήσουμε γιά νά πετύχουμε ἐκεῖνο τό ὁποῖο διακαῶς ἐπιθυμοῦμε. Προκειμένου ὅμως νά πλησιάσουμε τόν Θεό, δέν χρειάζεται κανένα χάρισμα λόγου, παρά μόνο νήψη καί ἄγρυπνη προσευχή. Μόνο νά εἶσαι ξύπνιος, προσεκτικός, νά παρακολουθεῖς αὐτά πού λές στόν Θεό. Τότε εἴμαστε πλησίον τοῦ Θεοῦ, διότι ὅπως καί ὁ Ἴδιος λέει, Ἐγώ εἶμαι ὁ Θεός πού εἶμαι πολύ κοντά σας. Δέν εἶμαι μακριά ἀπό σᾶς. Ἑπομένως, ἡ ἀπομάκρυνσή μας ἀπό Αὐτόν ἐπιβαρύνει μόνο ἐμᾶς, γιατί Ἐκεῖνος εἶναι πάντοτε πλησίον μας. Βλέπετε; Ὁ Θεός ποτέ δέν μᾶς ἀφήνει, δέν μᾶς ἐγκαταλείπει. Ὅταν ἐμεῖς ἁμαρτάνουμε, φεύγουμε ἀπό κοντά Του καί νιώθουμε τήν ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ὡς ἐγκατάλειψη. Ἀλλά δέν εἶναι ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἐγκατέλειψε, ἐμεῖς Τόν ἔχουμε ἐγκαταλείψει. Ὄχι μόνο χάρισμα λόγου δέν χρειάζεται γιά νά ἐπικαλεστοῦμε τόν Θεό, ἀλλά οὔτε καί φωνή, γιατί ἄν Τόν ἐπικαλεστοῦμε ὅπως πρέπει, ἔστω κι ἄν δέν ἐκφραστοῦμε ἐξωτερικά μέ λόγια, μᾶς εἰσακούει. Ὅπως εἰσάκουσε τόν Μωυσῆ καί τήν Ἄννα -τή μητέρα τοῦ Σαμουήλ- πού προσευχήθηκαν μέσα στήν καρδιά τους. Κοντά στόν Θεό δέν ὑπάρχουν ὑπασπιστές, οἱ ὁποῖοι νά μᾶς ἀπομακρύνουν καί νά μᾶς ποῦν «δέν εἶναι τώρα ἡ κατάλληλη ὥρα, ἔλα ἀργότερα». Ὁποιαδήποτα ὥρα καί ἄν θελήσεις σέ ἀκούει ὁ Θεός, εἴτε εἶναι ὥρα γεύματος ἤ δείπνου ἤ ἄλλη πού θεωρεῖται ἀκατάλληλη. Ἀλλά καί τόπο ὁρισμένο δέν ἔχει. Ὁπουδήποτε κι ἄν βρίσκεσαι, στήν ἀγορά, στόν δρόμο, στό δωμάτιό σου, στό δικαστήριο, ἄν Τόν ἐπικαλεστεῖς ὅπως πρέπει, σέ ἀκούει μέ πολύ καλή διάθεση. Δέν εἶναι ἀπαραίτητο οὔτε εἶναι ἀνάγκη νά σέ παρουσιάσουν οἱ θυρωροί καί οἱ ἰδιαίτεροι, ὅπως τούς ἄρχοντες, ἀλλά ἐσύ μόνος σου ἀπευθείας ἐμφανίζεσαι. Πρέπει ὅμως νά μάθουμε πῶς πρέπει νά προσευχόμαστε, γιά νά μᾶς εἰσακούει ὁ Θεός, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Δέν χρειάζεται νά φοιτήσουμε σέ σχολεῖα ἤ νά μᾶς διδάξουν οἱ ρήτορες καί οἱ σοφιστές ἤ νά κάνουμε σοβαρές μελέτες, γιά νά μάθουμε 137
τήν τέχνη τῆς προσευχῆς, τούς κανόνες τῆς τέχνης τῆς προσευχῆς. Ἀρκεῖ μόνο νά θελήσουμε καί ἀμέσως ἔχουμε καί τή γνώση καί εἴμαστε σέ θέση νά συνηγοροῦμε μπροστά στό θεῖο δικαστήριο τόσο γιά μᾶς ὅσο καί γιά τούς ἄλλους. -Ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ κανόνες; Σέ τί ἀναφέρονται; Ἀναφέρονται στόν τρόπο τῆς προσευχῆς. Πρέπει δηλαδή νά προσευχόμαστε μέ νήψη, μέ συντετριμμένη καρδιά καί μέ ἄφθονα δάκρυα. Νά μήν τρέφουμε στήν καρδιά μας μνησικακία, νά προσευχόμαστε γιά τούς ἐχθρούς μας καί πρῶτα ἀπ’ ὅλα νά ἔχουμε βγάλει ἀπ’ τήν ψυχή μας ὅλα τά πάθη πού τήν τυραννοῦν. Νά εἴμαστε ταπεινοί, ἐπιεικεῖς πρός ὅλους, νά μήν εἴμαστε ἕτοιμοι νά κατακρίνουμε, ἡ συμπεριφορά μας νά εἶναι ἀδελφική, νά ἀπέχουμε ἀπό κάθε κακό καί προπαντός νά βρισκόμαστε μακριά ἀπό τόν διάβολο, ἀπό τόν κοινό ἐχθρό ὅλης τῆς οἰκουμένης. Ἄν αὐτά τά βάλεις στή ζωή σου, θά εἶσαι ἐνάρετος καί ἡ προσευχή σου θά εἰσακούεται, διότι θά ἔχει συνήγορό σου τήν ἀρετή. Καί ὁ Κορνήλιος ὁ ἑκατόνταρχος εἶχε συνήγορο τήν ἀρετή, γι’ αὐτό εἰσακούστηκε ἡ προσευχή του. Γι’ αὐτό ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε «οἱ προσευχές σου καί οἱ ἐλεημοσύνες σου ἔφτασαν μπροστά στόν Θεό»[34]. Καί πολύ σωστά, διότι τά καλά ἔργα εἶναι ἐκεῖνα πού συμβάλλουν στό νά εἰσακουστοῦν οἱ προσευχές μας ἀπό τόν Θεό, καί ὄχι ἁπλῶς τά λόγια πού Τοῦ λέμε. Οἱ προσευχές δηλαδή εἶναι ἐκεῖνες πού ὑποστηρίζονται ἀπό πράξεις θεάρεστες καί ἔχουν βάση τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. -Ποιές εἶναι ὅμως αὐτές οἱ προσευχές; Εἶναι οἱ προσευχές ἐκεῖνες μέ τίς ὁποῖες ζητοῦμε ὅσα εἶναι ἀρεστά στόν Θεό καί ὄχι τά ἀντίθετα ἀπό τόν εὐαγγελικό νόμο Του. - Καί ποιός ἔχει τόσο θράσος ὥστε νά ζητάει τά ἀντίθετα ἀπ’ ὅσα ὁρίζει τό εὐαγγέλιο; Τέτοιο θράσος ἔχει ἐκεῖνος πού παρακαλεῖ τόν Θεό νά τιμωρήσει τόν ἐχθρό του, διότι αὐτό εἶναι κάτι πού ἀντιτίθεται στόν εὐαγγελικό νόμο, ὁ ὁποῖος ὁρίζει νά συγχωροῦμε στούς ὀφειλέτες μας τά παραπτώματά τους. -Ὁ Θεός σοῦ ἔδωσε ἐντολή νά συγχωρεῖς κι ἐσύ Τόν ἐπικαλεῖσαι γιά νά τιμωρήσει τόν ἐχθρό; Ὑπάρχει μεγαλύτερη ἁμαρτία καί ἀνοησία ἀπ’ αὐτό τό πράγμα; Ὁ προσευχόμενος πρέπει νά ἔχει παρουσιαστικό, προαίρεση καί φρόνημα οἰκέτη, δούλου δηλαδή. Ἔτσι νά πᾶς μπροστά στόν Θεό σάν δοῦλος. -Γιατί ἐσύ παίρνεις τή μορφή καί τό προσωπεῖο τοῦ κακούργου; Πῶς θά λάβεις ἄφεση τῶν δικῶν σου ἁμαρτιῶν, ὅταν ζητᾶς ἀπό τόν Θεό τιμωρία γιά τίς ἁμαρτίες πού διέπραξαν οἱ ἀδελφοί σου; 138
Δέν εἶσαι ἐσύ πού θά ζητήσεις τιμωρία γιά τούς ἀδελφούς σου ἀπό τόν Θεό. Ἡ προσευχή πρέπει νά χαρακτηρίζεται καί ἀπό τό ἥμερο, τό χαρίεν, τό ἁπαλό πρόσωπο καί ἔχει αὐτά τά χαρακτηριστικά ὅταν τό πρόσωπο πού τήν ἐνσαρκώνει κατέχεται ἀπό πραότητα καί ὄχι ἀπό ἐκδικητικότητα ἀπέναντι στούς ἐχθρούς του. Ὅταν ὁ προσευχόμενος διακατέχεται ἀπό ἐκδικητικό πνεῦμα ἡ προσευχή του μοιάζει μέ μεθυσμένη γυναίκα πού τρικλίζει καί βρωμάει, μέ ἄγρια ὄψη καί ἀπαίσια. Γι’ αὐτό καί δέν τῆς ἐπιτρέπεται ἡ εἴσοδος στόν οὐρανό. Ὅταν ὅμως ἡ προσευχή ἔχει μέσα της πραότητα, οἱ λόγοι της συγκροτοῦν μελωδία, ἄσμα τερπνό, παναρμόνιο καί γλυκύφθογγο, ἀντάξιο νά τό ἀκούει ὁ μεγάλος Βασιλιάς. Ἡ πραότητα ἐνδύει τήν προσευχή μέ χρυσοΰφαντη στολή καί τῆς βάζει στά χέρια της χρυσή κιθάρα, γι’ αὐτό γίνεται εὐχαρίστως δεκτή στά οὐράνια σκηνώματα. Ἐπειδή δέ μέ τίς καλές αὐτές της διαθέσεις, τή σεμνή της ἐμφάνιση, τή γλυκιά της φωνή προξενεῖ ἀνέκφραστη χαρά στόν οὐράνιο δικαστή καί σέ ὅλους στεφανώνεται μέ πανέμορφο καί ἔνδοξο στεφάνι. Ἡ προσευχή γίνεται γλώσσα τῶν ἀγγέλων καί ἄξια νά εἰσέλθει στούς οὐρανούς, ὅταν παρακαλεῖ ὄχι μέ πικρία, ἀλλά μέ εὐχαριστία, γιά ἐκείνους πού ἀδίκησαν τό πρόσωπο πού προσεύχεται. Νά εὐχαριστεῖς γι’ αὐτούς πού σέ ἀδικοῦν, γι’ αὐτούς πού σέ περιφρονοῦν, πού σέ ὑβρίζουν, πού σέ κατατρέχουν. Τότε καί οἱ ἄγγελοι παρίστανται μέ βαθιά σιωπή, ἀκοῦνε τήν προσευχή, κι ὅταν πάρει τέλος μία τέτοια προσευχή, τήν θαυμάζουν, τήν ἐπαινοῦν καί τήν καταχειροκροτοῦν. Λέει ὁ λαός μιά ἔκφραση «ἔφτιαξα προσευχή», «φτιάχνω προσευχή», καί εἶναι ὡραῖο αὐτό καί σωστό. Δηλαδή καί ἡ προσευχή θέλει τέχνη γιά νά εἶναι σωστή προσευχή καί ἀρεστή στόν Θεό. Πρέπει νά τή φτιάξεις, νά τήν οἰκοδομήσεις σωστά, ἀλλιῶς μπορεῖ νά γίνει καί καταδίκη σου, ὅπως ἔγινε γιά τόν Φαρισαῖο. Ἄς ἀπευθύνουμε πρός τόν Θεό τέτοιες προσευχές καί θά εἰσακουστοῦμε. Προσευχές δηλαδή γιά τούς ἐχθρούς μας ἀγάπης, πραότητας, συγχωρητικότητας, ἥμερες προσευχές, καί ὄχι προσευχές πού κρύβουν μέσα πάθος καί ἐκδικητικότητα. Καί ὅταν προσευχόμαστε νά μή νομίζουμε ὅτι βρισκόμαστε σέ κάποια συγκεκριμένη συγκέντρωση, ἀλλά σέ μιά γενική συνέλευση ἀνθρώπων ἀπό ὅλο τόν κόσμο, μεγάλη καί ἐπίσημη, στήν ὁποία παρίστανται οἱ ἀγγελικές δυνάμεις. Στό μέσο δέ αὐτῆς τῆς πανανθρώπινης συγκέντρωσης εὑρίσκεται ὁ Βασιλέας τῶν οὐρανῶν, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἕτοιμος νά ἀκούσει προσεκτικά τήν προσευχή μας. Ἄς προσέξουμε λοιπόν πολύ, ὥστε ἡ προσευχή μας νά εἶναι ἄξια νά ἐμφανιστεῖ στό μέσον τόσο μεγάλης καί σπουδαίας συγκεντρώσεως. Ἄν οἱ κιθαρίστες πού παίζουν σέ κοινές συγκεντρώσεις προσέχουν νά μή παίξουν κάτι παράφωνα, πολύ περισσότερο πρέπει νά προσέξουμε ἐμεῖς ὅταν θά παρουσιαστοῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Γιατί κι ἐμεῖς κιθάρα θά παίξουμε, τῆς ὁποίας οἱ χορδές εἶναι ἡ ψυχή μας καί πλῆκτρο ἡ γλώσσα μας. Γιά νά μήν κάνουμε παραφωνία, ἡ γλώσσα μας δέν πρέπει νά πεῖ σκληρά λόγια καί δυσάρεστα, ἀλλά εὐχάριστα καί ἁρμονικά, μέ ἀγαπητική διάθεση, καί ὅταν ἔρθουμε πλησίον τοῦ Θεοῦ γιά νά δεηθοῦμε σ’ Αὐτόν καί νά Τόν ἱκετεύσουμε γιά τόν ἑαυτό μας, ἡ 139
γλώσσα μας νά χτυπήσει τίς χορδές ὑπέρ τῶν ἐχθρῶν, γιά νά εἰσακουστοῦν οἱ δεήσεις πού κάνουμε γιά τόν ἑαυτό μας. -Θέλεις νά ἀκούσει ὁ Θεός τά αἰτήματά σου; Νά σέ βοηθήσει; Ἡ πρώτη προσευχή πού θά κάνεις νά εἶναι γιά τούς ἐχθρούς σου, νά τούς δώσει ὁ Θεός ὅλα τά καλά. Τίποτε δέν εἶναι ἴσο μέ τήν προσευχή πού γίνεται ὑπέρ τῶν ἐχθρῶν μας. Αὐτή ἐξομοιώνει τόν ἄνθρωπο ὄχι μόνο πρός τούς ἀγγέλους καί τούς ἀρχαγγέλους, ἀλλά μ’ αὐτόν τόν ἴδιο τόν Βασιλέα τῶν οὐρανῶν. Αὐτά λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος στήν ὁμιλία του πού ἔχει στόν 4ο Ψαλμό. Ἔτσι ἐδῶ ἄς κλείσουμε καί τό σημερινό μάθημα καί ἄς κάνουμε πράξη αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος, ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι προσευχόμενοι μέ πᾶσα προσευχή προσκαρτεροῦντες, μέ ὑπομονή δηλαδή, νά παραμένουμε στήν προσευχή. Καί ὅπως μᾶς εἶπε καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, πάντοτε ἡ προσευχή μας νά ἔχει ἀγάπη, ποτέ σκληρότητα. Νά ἔχει αὐτή τήν πραότητα, τήν ὁποία ἀγαπάει ὁ Θεός. «Διά πάσης προσευχῆς καί δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντί καιρῷ ἐν Πνεύματι καί εἰς αὐτό τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καί δεήσει περί πάντων τῶν ἁγίων»[35]. Βλέπετε; Σ΄ ἕναν στίχο μᾶς λέει ὅλα τά χαρακτηριστικά τῆς προσευχῆς. Νά εἶναι συνεχής, νά εἶναι ἄγρυπνη, νά ἔχουμε νήψη, ἐγρήγορση πνευματική, νά ἔχουμε ὑπομονή στήν προσευχή καί νά μήν εἶναι ἡ προσευχή μόνο γιά μᾶς, ἀλλά καί γιά ὅλους τούς ἁγίους, γιά ὅλους τούς ἀδελφούς μας. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Ἐρ. : Εὐλογεῖτε, γέροντα. Ἄν κάποιος ζεῖ μέ ἀμέλεια καί στήν ἁμαρτία καί ἡ μητέρα του προσεύχεται γι’ αὐτόν, μπορεῖ αὐτό νά ἑλκύσει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ γιά νά ἀλλάξει ζωή; Εὐχαριστῶ. Ἀπ. : Ἄν κάποιος ζεῖ μέ ἀμέλεια καί ἡ μητέρα του προσεύχεται, βοηθιέται βέβαια, ὅπως ἔχουμε τό παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου, πού προσευχόταν ἡ Ἁγία Μόνικα, ἡ μητέρα του, γιά πολλά χρόνια καί τελικά μέ τά δάκρυά της καί τίς ἐπίμονες εὐχές της τόν μετέστρεψε. Βέβαια κανείς δέ μπορεῖ νά ἀναγκάσει κανέναν, ἄν δέ θελήσει καί ὁ ἴδιος. Βοηθάει, ἀλλά δέν εἶναι τό μόνο πού χρειάζεται. Χρειάζεται καί ἡ ἴδια ἡ συγκατάθεση αὐτοῦ γιά τόν ὁποῖο προσευχόμαστε. Ὅταν κάποιος προσεύχεται γιά κάποιον ἄλλον, ὁ Θεός, λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος, τοῦ στέλνει μηνύματα καλά, μετανοίας, διαμέσου τοῦ ἀγγέλου του. Ἡ μητέρα γιά τό παιδί: Ὁ ἄγγελος παίρνει τήν προσευχή τῆς μητέρας καί τήν κάνει λογισμό πού τόν πάει στόν νοῦ τοῦ παιδιοῦ. Καί ἔτσι γίνεται μιά ὡραία -ἄς τό ὀνομάσουμε ἔτσι- «πλύση ἐγκεφάλου», σωστή καί ὄχι κακή, ὅπως μᾶς κάνουν σήμερα μέ τίς τηλεοράσεις καί τό ἴντερνετ... καλή πλύση ἐγκεφάλου γιά μετάνοια. Θερμαίνεται ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου καί παρακινεῖται στό ἀγαθό, στή μετάνοια, ὅταν ἐμεῖς προσευχόμαστε γι’ αὐτόν. 140
Ἔχει τεράστια δύναμη ἡ προσευχή ὄντως, ἀλλά πάλι, ἄν δέν συνεργήσει καί ὁ ἄλλος, μένει ἄκαρπη. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν θέλει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά σωθοῦν; Σώζονται ὅλοι; Δέ σώζονται, γιατί δέν θέλουν. Οἱ ἄγγελοι ὅλοι δέν προσεύχονται γιά ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους; Ὅλοι οἱ ἅγιοι στόν οὐρανό δέν προσεύχονται; Ἡ Παναγία μας συνεχῶς δέν προσεύχεται γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα; Πόσοι ὅμως μεταστρέφονται καί μετανοοῦν; Αὐτοί πού θέλουν. Ἐρ. : Εὐλογεῖτε, γέροντα. Ἤθελα νά πῶ πόσο δύσκολο καί πόσο μεγάλο κεφάλαιο εἶναι αὐτό τῆς προσευχῆς, γιατί τό ἀντιμετωπίζουμε ἐδῶ καί πολλά χρόνια. Ὅταν στεκόμαστε στά εἰκονίσματα νά κάνουμε τήν προσευχή μας ἔχουμε ἕναν καταιγισμό ἀπό λογισμούς, ἀπό σκέψεις, ἀπό ραθυμία, ἀπό κούραση, ἀπό πολλά... Αὐτό τό θέμα τῆς προσευχῆς εἶναι ἕνας ἀγώνας τεράστιος καί δέν ξέρω ἄν πρέπει νά ἀφήσουμε καί τήν προσευχή μας κυριολεκτικά στόν Κύριο.. Θά ἤθελα πάρα πολύ στή ζωή μου νά μπορέσω κι ἐγώ νά προσεύχομαι γιά κάποιον ἄλλον καί νά ἔχω καί κατάνυξη γι’ αὐτόν ἤ γιά κάποιο ἄρρωστο παιδί πού περνᾶνε ἕνα μαρτύριο στό σπίτι, νά μπορῶ νά βοηθήσω κι ἐγώ, τό ὁποῖο δέν μπορῶ νά τό κάνω.. ἤ ἀκόμα γιά τίς ἁμαρτίες μου καί γιά τά πάθη μου νά μπορῶ νά προσευχηθῶ μέ τέτοια δύναμη, ὥστε νά ἔχω κι ἐγώ δάκρυα. Δέν ξέρω πῶς καί πότε θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός γιά τήν πανοπλία πού μᾶς δίνει ὁ Κύριος καί φαντάζομαι ὅτι ἕνα κομμάτι εἶναι καί ἡ ἐξομολόγηση καί ἡ Θεία Κοινωνία.. Γιατί εἶναι τόσο δύσκολο, ἐφόσον ἐπιθυμοῦμε νά ἔχουμε τόν Χριστό, ἐπιθυμοῦμε νά ἀγωνιστοῦμε γιά τόν Χριστό; Γιατί ἀφήνουμε ὅλα αὐτά τά πάθη, ὅλες αὐτές τίς ἁμαρτίες; Ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι εἶναι δύσκολο νά πᾶς στόν Παράδεισο, τί λές παιδί μου; Ἡ κόλαση εἶναι δύσκολη, γιατί πρέπει νά βγεῖς, νά ξοδέψεις λεφτά.. Ἐμεῖς γιατί τά βλέπουμε ἀνάποδα δέν μπορῶ νά καταλάβω.. Ἀπ. : Γιατί τά βλέπουμε ἀνάποδα; Γιατί ἔτσι συνηθίσαμε ἀπό μικροί, ἔτσι μᾶς μάθανε οἱ «καλοί» μας γονεῖς καί τό ὅλο περιβάλλον. Ἐπειδή ζεῖ ἀντεστραμμένα τήν ἀλήθεια. Δηλαδή ζεῖ τό ψεῦδος σάν ἀλήθεια καί τήν ἀλήθεια σάν ψέμα. Τό σκοτάδι σάν φῶς καί τό φῶς σάν σκοτάδι. Μπαίνουμε κι ἐμεῖς σ’ αὐτή τή διεστραμμένη ἄς ποῦμε ἀντίληψη τῶν πραγμάτων, γιατί κυριαρχοῦν μέσα μας τά πάθη καί κατεξοχήν τῆς ἀνθρωπαρέσκειας. Καί κοιτᾶμε τί κάνουν οἱ πολλοί καί τί ἀρέσει στούς πολλούς. Ἐνῶ καί σ’ αὐτούς βασικά δέν ἀρέσει, ἀλλά ἀπό πίσω εἶναι ὁ πονηρός πού τούς κανοναρχεῖ κι αὐτούς… Καί μπαίνουμε κι ἐμεῖς στήν ἴδια -ἄς ποῦμε- ὁμάδα γιά νά μή συγκρουστοῦμε. Ἐνῶ θά πρέπει νά συγκρουστοῦμε, πρέπει νά τό πάρουμε ἀπόφαση, γιά νά γίνουμε ἅγιοι, ὅπως λέει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος, καί νά προσευχόμαστε γιά τούς ἄλλους ἁγίους. Ὀφείλουμε νά γίνουμε ἅγιοι. Ὁ κόσμος τό κοροϊδεύει: Ἅγιοι θά γίνετε;.. ἐσύ εἶσαι ἅγιος… Μήπως κι ἐμεῖς τό κοροϊδεύουμε μερικές φορές… Δέν ἔχουμε καταλάβει τί σημαίνει χριστιανισμός καί σέ τί μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός. Μᾶς καλεῖ ὄντως σέ μία σύγκρουση μέ τόν κόσμο, γιατί «ὁ κόσμος κεῖται ἐν τῷ πονηρῷ»[36]. Κι ἄν δέν συγκρουστοῦμε μέ τόν πονηρό, δέν ἀντισταθοῦμε στόν πονηρό, θά μᾶς καταπιεῖ. «Ὡς λέων ὠρυόμενος», ὁ πονηρός, «περιπατεῖ ζητῶν τίνα 141
καταπίῃ»[37], μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος. Ἄν δέν ἀντισταθοῦμε στό λιοντάρι αὐτό πού λέγεται κόσμος καί ἐκκοσμικευμένη ζωή, θά φαγωθοῦμε, θά μᾶς φάει τό λιοντάρι, δέν ὑπάρχει περίπτωση.. Γι’ αὐτό μένουμε ἔτσι στά ρηχά, δέν μπαίνουμε καθόλου στόν ὠκεανό τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί ζοῦμε πεινασμένοι γιά Χάρη. Δέν ἔχουμε Χάρη, δέν ζοῦμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μένουμε σέ κάτι πολύ λίγο, πολύ μικρό καί στενοχωριόμαστε καί λέμε «γιατί;». Γιατί δέν παίρνουμε ἀπόφαση, πολύ ἁπλά. Τί ἀπόφαση; Νά βιάσουμε τόν ἑαυτό μας. Νά ἀναγκάσουμε τόν ἑαυτό μας νά προσευχηθεῖ. Μά πρέπει νά τόν ἀναγκάσεις, βέβαια! Δέν πρόκειται νά ’ρθεῖ ποτέ ἀπό μόνο του αὐτό, ἔτσι χαλαρά… Χαλαρά θά σοῦ ’ρθει ἄλλο πράγμα, αὐτό πού κάνει ὁ πολύς ὁ κόσμος, τό ὁποῖο ὄντως εἶναι δύσκολο, ἀλλά μᾶς ἔχουν φυτέψει τήν ἰδέα ὅτι εἶναι εὔκολο. Ἐνῶ εἶναι τό πιό βασανιστικό πράγμα ἡ ἁμαρτία καί ὅλα αὐτά πού ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία. Καί χρήματα ξοδεύεις καί τήν ὑγεία σου χάνεις καί τόν ὕπνο σου χάνεις καί τόν χρόνο σου χάνεις καί τήν ἠρεμία σου χάνεις, τήν ἡσυχία σου, τά πάντα.. ὅλα τά χάνεις. Καί σοῦ περνάει τό μήνυμα ὁ διάβολος ὅτι, ὄχι, αὐτό εἶναι τό νορμάλ, αὐτό εἶναι τό φυσιολογικό, αὐτό πού κάνουν οἱ πολλοί… αὐτό πρέπει νά κάνεις κι ἐσύ. Ἐνῶ ἄν τά καταφρονήσουμε ὅλα αὐτά καί ποῦμε, γιά στάσου, νά κάνω ἕνα πείραμα ἁπλό, θά βλέπαμε ὅτι ἀκριβῶς τά ἀντίθετα εἶναι τά ἀληθινά καί τά ὡραῖα, τό νά δοθεῖς στήν ἡσυχία, στή μόνωση, στή σιωπή, νά χαρεῖς τή δημιουργία τοῦ Θεοῦ ἁπλά μέσα στή κτίση, νά δοξάζεις τόν Θεό γιά ὅλα, νά μήν ἔχεις καμία ἐπιθυμία, νά μή ζητᾶς ν’ ἀρέσεις σέ ἀνθρώπους, νά ζητᾶς μόνο νά γίνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στή ζωή σου καί τότε πραγματικά ἀρχίζεις νά χαίρεσαι τή ζωή σου. Γιατί δέν προσευχόμαστε; Γιατί δέν ἀγαπᾶμε. Αὐτόν πού ἀγαπᾶς θέλεις νά Τοῦ μιλᾶς, ἔτσι δέν εἶναι; Εἶσαι μέ ἕναν πού τόν ἀγαπᾶς πολύ.. θέλεις νά τοῦ μιλήσεις, θέλεις νά κάνεις κουβέντα κ.λ.π. Πολύ περισσότερο ἄν ἀγαπούσαμε τόν Θεό, θά θέλαμε νά Τοῦ μιλᾶμε, νά Τοῦ μιλᾶμε συνεχῶς. Ἐπειδή δέν Τόν ἀγαπᾶμε, γι’ αὐτό καί δέν κάνουμε κουβέντα μαζί Του. Μά θά πεῖς, ἐγώ κοινωνῶ, ἐγώ πάω ἐκκλησία κ.λ.π. Ναί, βάζεις τόν Χριστό κάπου ἔτσι μέσα στό σπίτι σου καί Τόν ἀφήνεις ἐκεῖ. Εἶναι συμπεριφορά αὐτή; Ἦρθε ὁ Χριστός μέσα σου, κοινώνησες. Γιατί δέν Τοῦ μιλᾶς; Νά πῶς βγαίνει ἡ προσευχή ἡ ἀδιάλειπτη, ἀπό τήν ἀγάπη στόν Θεό. Καί ὅσο περισσότερο κανείς ἀγαπάει, τόσο περισσότερο θέλει νά μιλάει. Καί ὅσο μιλάει, τόσο καί ἀγαπάει περισσότερο. Πῶς δένονται δύο φίλοι μεταξύ τους; Ὅσο περισσότερο ἐπικοινωνοῦν, τόσο πιό πολύ δένονται, τόσο πιό πολύ ἀγαπιοῦνται. Ἔτσι καί μέ τόν Χριστό, ὅσο πιό πολύ μιλᾶμε στόν Χριστό, τόσο Τόν ἀγαπᾶμε. Καί ὅσο ἀγαπᾶμε τόν Χριστό, τόσο θέλουμε νά προσευχόμαστε. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι φεύγανε στήν ἡσυχία, στή μόνωση. Δέν ἦταν ἀντικοινωνικοί οὔτε τρελοί οὔτε ἰδιόρρυθμοι νά ἐπιδιώκουν τήν ἀπομόνωση. Ἦταν ἀπόλυτα φυσιολογικοί μέ τήν ἀληθινή τήν ἐν Χριστῷ φυσιολογικότητα. Ἀληθινά φυσιολογικός ἄνθρωπος εἶναι ὁ χριστοποιημένος ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος πού μοιάζει στόν Χριστό. 142
Ἑπομένως, δέν προσευχόμαστε γιατί δέ βιάζουμε τόν ἑαυτό μας, αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται»[38]. Καί πάλι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε τήν παραβολή τῆς χήρας καί τοῦ ἄδικου κριτοῦ γιά νά μᾶς πεῖ ὅτι πρέπει συνεχῶς νά προσευχόμαστε. Τό λέει ὁ Ἴδιος, γι’ αὐτό εἶπα αὐτή τήν παραβολή. Καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Καί μαζί μέ τήν προσευχή πρέπει νά ὑπάρχει καί αὐτή ἡ νήψη. «Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε»[39] εἶπε ὁ Κύριος στούς Ἀποστόλους. «Γρηγορεῖτε γιά νά μήν πέσετε σέ πειρασμό»[40]. Ἐμεῖς πέφτουμε σέ πειρασμό, γιατί; Γιατί δέν γρηγοροῦμε, κοιμόμαστε. Μένουμε χαλαρά, πλαδαρά, δέν εἴμαστε σέ ἐγρήγορση πνευματική κάθε χρονική στιγμή. Ζοῦμε μία χαλαρότητα, μία ἀκηδία θά ἔλεγα, μία ἀφροντισιά, ὅπως ἔρθει.. Εἴμαστε ἔτσι χύμα.. Ἐνῶ βλέπετε οἱ Ἅγιοι εἶναι συνεχῶς ἐφ' ὅπλου λόγχη θά λέγαμε, συνεχῶς σέ κατάσταση στρατιώτου πού εἶναι στήν πρώτη γραμμή. Πολεμοῦν συνεχῶς. Σέ ἐγρήγορση, μέ ὅλες τίς ψυχικές, τίς πνευματικές τους δυνάμεις πολεμοῦν τόν ἐχθρό. Μακάρι νά γίνουμε ἔτσι.. Ἐρ. : Πάτερ Σάββα, οἱ ὡραῖες ψυχές, πού προαναφέρατε, νομίζω ὅτι στίς μέρες μας εἶναι σπάνιο νά μή κρύβουν ἰδιοτέλεια, ὑποκρισία, ἐκδικητικότητα, φθόνο καί ὅλα αὐτά. Ἔχω γνωρίσει ἀνθρώπους πού προσεύχονται, νηστεύουν, θρηνοῦν, οἱ ὁποῖοι εἶναι, μιά παροιμία πού λέει ὁ λαός, ψεῦτες, κλέφτες, ρουφιάνοι καί καλοί ἄνθρωποι. Καί ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι ἀπό τήν ἀπέναντι πλευρά οἱ ὁποῖοι εἶναι τό ἀντίθετο. Ἀπ. : Ἐμεῖς νά προσπαθήσουμε νά γίνουμε ὅπως θέλει ὁ Θεός, οὔτε ὑποκριτές οὔτε ἐχθροί τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ ὑποκριτής ἐχθρός τοῦ Θεοῦ εἶναι, χειρότερος μάλιστα ἀπό τούς φανερούς ἐχθρούς. Νά γίνουμε πραγματικά θερμοί καί θά ἀναπαυόμαστε κι ἐμεῖς καί θά ἀναπαύονται καί πολλοί ἄλλοι. Γιατί λέει ὁ Κύριος ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού θά ἔχει γεμίσει μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, «θά βγοῦν ποταμοί Χάριτος ἀπ’ αὐτόν»[41] τόν ἄνθρωπο καί θά ξεδιψάσει καί αὐτός καί πολλοί ἄλλοι. Ὅπως βλέπουμε τούς ἁγίους μας πού μᾶς ξεδιψοῦν καί μέ τό παράδειγμά τους καί μέ τά λόγια τους. Ἐρ. : Πάτερ εὐλογεῖτε. Διαβάσατε στό βιβλίο ἀπό τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο νά μή φλυαροῦμε στήν προσευχή. Ἐννοοῦν τήν νοερά προσευχή ἤ γενικῶς ὅταν κάνουμε κομποσκοίνι, διαβάζουμε κάποιο βιβλίο ἤ τήν Ἁγία Γραφή ἤ στήν αὐτοσχέδια προσευχή; Ἀπ. : «Διά πάσης προσευχῆς καί δεήσεως» λέει. Πάσης προσευχῆς ἐννοεῖ κάθε εἶδος προσευχῆς. Ἐρ. : Κάποια στιγμή, διορθῶστε με ἄν κάνω λάθος, εἴχατε πεῖ ὅτι ὁ χριστιανός καλό θά εἶναι νά προσεύχεται κάποιο χρονικό διάστημα τό πρωί καί κάποιο χρονικό διάστημα τό βράδυ. Ἄρα ὄχι μόνο τήν νοερά προσευχή... Ἀπ. : Κάθε εἶδος προσευχῆς, ὅ,τι μποροῦμε. Δέν εἶναι εὔκολο πάντα νά κάνουμε νοερά προσευχή, φεύγει ὁ νοῦς μας. Μποροῦμε νά δοκιμάσουμε νά ποῦμε μέ τό στόμα κάτι. Ἄλλες φορές πάλι ὅταν μιλᾶμε μέ τό στόμα διασπόμαστε καί θέλουμε νά 143
μιλήσουμε μέ τόν νοῦ μας. Νά μιλήσουμε μέ τόν νοῦ μας ἐκείνη τήν ὥρα. Ἄλλες φορές δέν μποροῦμε νά ποῦμε τήν εὐχή, θέλουμε νά ποῦμε προσευχές περιφραστικές, νά ποῦμε τό Πάτερ ἡμῶν, τό Πιστεύω. Ἄλλες φορές δέν μποροῦμε νά ποῦμε κι αὐτές τίς προσευχές καί θέλουμε νά ποῦμε κάτι μέσα ἀπό τήν ψυχή μας, δικό μας. Νά τό ποῦμε μέσα ἀπό τήν καρδιά μας, μέ δικά μας λόγια. Ὅλα αὐτά εἶναι προσευχή. Κάθε εἶδος προσευχῆς νά τό χρησιμοποιοῦμε ἐν παντί καιρῷ καί τόπο. Τό ζητούμενο εἶναι νά μιλᾶμε στόν Θεό. Ἄλλοτε δέν μποροῦμε νά ποῦμε προσευχή, θέλουμε νά ψάλλουμε. Νά ψάλλουμε. Κι αὐτό εἶναι προσευχή. Καί αὐτό πού εἴπατε, ἡ πνευματική μελέτη, δέν εἶναι ἀκριβῶς, ἀλλά εἶναι σχεδόν προσευχή. Ἀκόμα, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, καί ἡ ἡσυχία, νά μένεις στήν ἡσυχία χωρίς νά λές καί τίποτα. Μόνο πού μένεις ἥσυχα στό δωμάτιό σου ἤ πᾶς μιά βόλτα στό βουνό καί κάθεσαι ἥσυχα σ’ ἕναν τόπο καί τίποτα νά μή λές εἶναι -λέει- μισή προσευχή αὐτό τό πράγμα. Ἐρ. : Συγγνώμη, ὅταν εἶσαι μόνος σου, ὅπως λέτε, ἐννοεῖτε χωρίς νά προσεύχεσαι; Ἀπ. : Ναί. Ὅταν εἶσαι μόνος σου καί ἡσυχάζεις. Κι αὐτό ἀκόμα εἶναι μισή προσευχή. Ἐρ. : Ἔχεις καταιγισμό ἀπό λογισμούς... Ἀπ. : Ἔ, ἄν ἔχεις λογισμούς, θά κάνεις προσευχή γιά νά διώξεις τούς λογισμούς. Θά τούς περιφρονεῖς τούς λογισμούς. Ἀλλά δέν εἶναι ἀναγκαῖο ἐπειδή κάθεσαι μόνος σου νά ἔχεις λογισμούς. Μπορεῖς νά κάθεσαι μόνος σου καί νά μένεις ἐκεῖ μπροστά στόν Θεό. Ἔχεις μιά εἰκόνα μπροστά σου καί βλέπεις τήν εἰκόνα χωρίς νά λές τίποτα. Κι αὐτό εἶναι προσευχή. Ἤ καί ἐπιτέλους νά πεῖς, δέν θά κάνω τίποτα, θά καθίσω στό δωμάτιό μου νά ἡσυχάσω. Δέν θά κάνω τίποτα... Κι αὐτό εἶναι μισή προσευχή, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος. Ἀντί νά πάω ἐδῶ κι ἐκεῖ, νά τρέχω, ὅπως τρέχουν οἱ ἄνθρωποι καί δέν βρίσκουν λεπτό νά ἡσυχάσουν… Ὄχι, θά πεῖς δέν θά κάνω τίποτε, κι αὐτό εἶναι ἕνα εἶδος προσευχῆς. Γιατί, γιά νά βρεῖς τόν Θεό διά τῆς προσευχῆς, θά πρέπει νά ἡσυχάσεις, νά κάνεις μία εὐλογημένη ἀπραξία. Νά ’ρθεῖς σέ μιά εὐλογημένη ἀδράνεια ὡς πρός τά ἔξω, ὡς πρός τίς αἰσθήσεις, τά αἰσθητήρια ὄργανα πού βλέπουν πρός τά ἔξω, νά τά κλείσεις αὐτά, μάτια, αὐτιά κ.λ.π. νά συγκεντρωθεῖς στόν ἑαυτό σου καί νά βρεῖς ἔτσι τόν ἑαυτό σου καί τίς ἐσωτερικές αἰσθήσεις, τήν ἐσωτερική φωνούλα πού ἔχουμε μέσα μας, τόν ἐνδιάθετο λόγο καί ἔτσι μετά ν’ ἀνέβεις στόν Θεό. Ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅταν ὁ νοῦς δέν σκεδάννυται, δέν διασκορπίζεται πρός τά ἔξω διαμέσου τῶν ἐξωτερικῶν αἰσθήσεων, μάτια, αὐτιά, γλώσσα κ.λ.π. τότε ἔρχεται στόν ἑαυτό του (ὁ νοῦς) καί διά τοῦ ἑαυτοῦ του ἀνεβαίνει στόν Θεό. Ἡ εὐλογημένη ἡσυχία, πού ὅλοι μποροῦμε, καί πρέπει νά τήν ἀσκοῦμε, ὄχι μόνο οἱ μοναχοί. Νά οἱ ἄνθρωποι τώρα, τό εἶπα κι ἄλλες φορές τελευταῖα, θά τό πῶ γιατί προσπαθῶ νά σᾶς πείσω.. νά δῶ ποιούς θά πείσω τελικά... πᾶνε καί τρέχουνε στίς θάλασσες καί ὅλα αὐτά, τά ὁποῖα εἶναι γεμάτα ἁμαρτία καί γεμάτα προκλήσεις ὅλα αὐτά τά περιβάλλοντα. Ἀλλά ἐκτός αὐτοῦ δέν μπορεῖς καί νά ἡσυχάσεις. Ἕνα δευτερόλεπτο ἥσυχο δέν μπορεῖς νά βρεῖς σέ τέτοια μέρη, ἀφοῦ εἶναι γύρω σου δεκάδες, 144
ἑκατοντάδες ἄνθρωποι, αὐτοκίνητα.. πανζουρλισμός γίνεται. Τί ξεκούραση νά ἔχεις σ’ αὐτά τά περιβάλλοντα; Γιά δοκίμασε νά πάρεις τό αὐτοκίνητό σου καί νά πᾶς στό βουνό μόνος σου.. πάρε καί τήν οἰκογένειά σου.. νά περπατήσετε μέσα στό δάσος, τρεῖς ἄνθρωποι.. Νά δεῖτε πόσο θά ξεκουραστεῖ ἡ ψυχή σας. Καί μόνο πού θά πᾶς καί θά βρεθεῖς μέσα ἐκεῖ στήν ἡσυχία, στή δημιουργία τοῦ Θεοῦ, μόνος σου. Καί θά βρεῖς καί τή διάθεση μετά νά πεῖς καί δυό λόγια στόν Θεό. Πάρε κι ἕνα πνευματικό βιβλίο νά διαβάσεις καί ἕνα τέταρτο ἐκεῖ, νά δεῖς τί χαρά θά πάρεις. Μόνο πού θά βρεθεῖς σ’ ἕνα τέτοιο περιβάλλον... Ἡ χαρά εἶναι πολύ ἁπλή καί πολύ εὔκολη μέσα στή δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἐμεῖς τά κάνουμε δύσκολα. Γιατί; Ζοῦμε, αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως, τό φῶς σάν σκοτάδι καί τό σκοτάδι σάν φῶς. Θά σοῦ πεῖ ὀ κόσμος, μπά.. παράξενος εἶσαι.. Δέν πᾶς ἐκεῖ πού πᾶνε ὅλοι; Δέν κάνεις αὐτό πού κάνουν ὅλοι; Ναί, δέν τό κάνω.. ἄς εἶμαι παράξενος γιά σένα. Δοκιμάστε καί θά δεῖτε. «Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει»[42], λέει ὁ Ἀπόσολος Παῦλος. Ὄντως μποροῦμε τά πάντα. Τά πάντα μπορεῖς νά κάνεις.. ἀλλά δέν μᾶς συμφέρουν τά πάντα. Καί «πάντα δοκιμάζετε, τό καλόν κατέχετε»[43] ὅμως. Αὐτό ὅμως προσέξτε το, μερικοί τό παρερμηνεύουν, ὅτι ὁ Ἀπόστολος λέει νά δοκιμάζετε τά πάντα.. Τί ἐννοεῖ ὁ Ἀπόστολος; Ὄχι νά κάνουμε τά πάντα, πού κάνει ὁ κόσμος, ἀλλά νά τά περνᾶμε ἀπό τή δοκιμασία τοῦ λόγου καί τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Νά τά ἐξετάζουμε δηλαδή, ὅπως ὁ χρυσοχόος ἐξετάζει τό γνήσιο τό χρυσάφι ἀπό τό ψεύτικο, τό νοθευμένο. Ἔχει ἕναν λίθο κι ἐκεῖ πάνω ἐξετάζει τό γνήσιο ἤ ὄχι τοῦ μετάλλου. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὅλα θά τά δοκιμάζουμε, δηλαδή θά τά ἐξετάζουμε αὐτά πού κάνει ὁ κόσμος. Τά ἐγκρίνει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ; Σᾶς εἶπα προηγουμένως γιά τή θάλασσα. Τήν ἐγκρίνει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ; Δέν τήν ἐγκρίνει. Ἀπαγορεύουν οἱ ἱεροί κανόνες νά συλλούονται ἄνδρες μέ γυναῖκες. Ἀπαγορεύεται! Γιά πολλούς λόγους εὐνόητους. Εὐνόητους γιά αὐτούς πού ἔχουνε νοῦ... γιά αὐτούς πού δέν ἔχουνε νοῦ δέν εἶναι εὐνόητοι. Βέβαια, δέν μπορεῖ νά τό καταλάβει, γιατί δέν θέλει νά τό καταλάβει. Οὔτε τό παιδάκι σου δέν πρέπει νά σέ βλέπει χωρίς ροῦχα. Ὅταν ὅμως δέν θέλουμε νά τό καταλάβουμε, λέμε, τί εἶναι αὐτά πού λέτε.. εἶσαι αὐστηρός... Πέστε με αὐστηρό. Ἀλλά δέν τά λέω ἐγώ, οἱ ἱεροί κανόνες τά λένε «ἀπαγορεύεται νά συλλούονται ἄνδρες μέ γυναῖκες». Τελεία καί παῦλα. Ἐσύ δέν θέλεις νά τό τηρήσεις; Θά τό πληρώσεις. Θά σοῦ ’ρθει στό κεφάλι σου. Κάθε κανόνας πού δέν τηροῦμε, νά ξέρετε, ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, μᾶς ἐκδικεῖται. Μέ ποιά ἔννοια; Εἶναι ἡ ἁμαρτία πού φέρνει μέσα της τόν θάνατο. Ὅταν παραβαίνουμε ἕναν κανόνα, ἁμαρτάνουμε. Ἡ ἁμαρτία εἰσάγει στήν ὕπαρξή μας τόν θάνατο. Τελεία καί παῦλα. Θέλεις νά ζεῖς μέ τόν θάνατο; Νά ζεῖς καί νά πεθαίνεις κάθε στιγμή; Μπορεῖς. Εὔκολο... Ἀλλά μετά δέ θά σοῦ μείνει τίποτα στό τέλος ἀπό ψυχική δύναμη καί σωματική. 145
Ἐρ. : Εἴπατε ὅτι ἡ προσευχή ἔχει κάποιες προϋποθέσεις, τή νήψη, τήν ἐγρήγορση κ.λ.π. Καί ὁ βιασμός ὁ δικός μας καί αὐτό προϋπόθεση μποροῦμε νά τό ποῦμε, ἔτσι; Γιατί συνήθως ξεκινᾶμε προσευχή καί δέν ἔχουμε τίποτα ἀπό τίς προϋποθέσεις καί προσπαθοῦμε νά μαζέψουμε τόν νοῦ μας. Καί κάτι ἀκόμα, καί ἡ δοξολογία δέν εἶναι εἶδος προσευχῆς; Νά δοξάζεις καί νά εὐχαριστεῖς γι΄ αὐτά πού ζεῖς; Ἀπ. : Σαφῶς, ἡ καλύτερη προσευχή εἶναι ἡ δοξολογία. Καί ἀναγκαιότατο στοιχεῖο τῆς προσευχῆς τῆς ἀληθινῆς εἶναι ἡ βία. Ξέρετε οἱ παλιοί πῶς κάνανε προσευχή -δέν ξέρουμε νά κάνουμε προσευχή- μέ ὅλη τους τήν ψυχή καί ὅλο τους τό σῶμα. Δηλαδή, πῶς βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο πού εἶναι σέ μιά ὑπερένταση καί κάνει μιά δύσκολη ἐργασία καί εἶναι τεντωμένος ὁλόκληρος, τά μάτια, τά αὐτιά, τά νεῦρα ὅλα, ἀφοσιωμένος ἐκεῖ, νά μή κάνει κάποιο λάθος.. μέ ὅλη του τήν ψυχή.. ἔτσι πρέπει νά κάνουμε καί προσευχή. Πῶς θά λέγαμε εἶναι τρελαμένος αὐτός.. μέ τήν καλή ἔννοια. Εἶναι δοσμένος τελείως σ’ αὐτό τό ἔργο. Κι ὅταν λέμε νά ποῦμε 40 φορές Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.. ξέρετε τί σημαίνει αὐτό; Δηλαδή νά φτάσεις σέ κάποια στιγμή νά φωνάζεις τό Κύριε ἐλέησον! Ἐμεῖς λέμε Κύριε ἐλέησον.. (πολύ γρήγορα) καί δέν εἶναι τίποτα αὐτό, στό τέλος δέν ἀκούγεται κἄν ἡ λέξη. Ἄντε νά τό ποῦμε... Γιατί λένε τά κείμενα νά πεῖς 40 φορές Κύριε ἐλέησον; Τό λές καί τό ξαναλές καί τό ξαναλές ὅλο μέ μεγαλύτερη ἔνταση. Πῶς λέει ὁ Κύριος προσευχόταν «μετά κραυγῆς ἰσχυρᾶς»[44] στή Γεθσημανῆ. Τό ἔχετε προσέξει; Τό λέει στό κείμενο. Κραύγαζε στήν προσευχή Του, δηλαδή φώναζε. Δηλαδή εἶναι συμμετοχή σώματος καί ψυχῆς γιά νά κάνεις σωστή προσευχή, νά κλαῖς, νά χτυπιέσαι, μέ τήν καλή ἔννοια. Πῶς ἔκανε ὁ τελώνης; Χτυποῦσε τό στῆθος του. Τί εἶναι αὐτά; Εἶναι συμμετοχή τοῦ σώματος, εἶναι ἐργασία. Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης https://hristospanagia3.blogspot.com [1] Ἐφ. 6, 18. [2] Ὅ.π. [3] Ἐφ. 6, 19. [4] Ψαλμ. 118, 164. [5] Α΄Θεσ. 5, 17. [6] Ἐφ. 6, 18. [7] Ματθ. 6, 7. [8] Ὅ.π. [9] Ὅ.π. [10] Ἐφ. 6, 18. [11] Πρβλ. Λουκ. 6, 12. [12] Ἱερ. 31, 10. [13] Ἐφ. 6, 18. [14] Ὅ.π. [15] Ἐφ. 6, 18. 146
[16] Ματθ. 11, 12. [17] Ἐφ. 6, 18. [18] Ματθ. 17, 21. [19] Ὅ.π. [20] Ἰω. 4, 24. [21] Ἰω. 4, 23. [22] Ματθ. 21, 22. [23] Ὅ.π. [24] Ρωμ. 12, 12. [25] Φιλιπ. 4, 5-6. [26] Ἐφ. 6, 18. [27] Ματθ. 26, 41. [28] Ματθ. 25, 5. [29] Ματθ. 26, 41. [30] Α΄Κορ. 16, 13. [31] Α΄Πέτρ. 5, 8. [32] Κολ. 4, 2. [33] Ἐφ. 6, 18. [34] Πράξ. 10, 4. [35] Ἐφ. 6, 18. [36] Α΄Ἰω. 5, 19. [37] Α΄Πέτρ. 5, 8. [38] Ματθ. 11, 12. [39] Ματθ. 26, 41. [40] Ὅ.π. [41] Ἰω. 7, 38. [42] Α΄Κορ. 5, 12. [43] Α΄Θεσ. 5, 21. [44] Ἑβρ. 5, 7. 147
Ἀπό ποῦ ἀρχίζουμε τήν ἄσκηση - Α Μέρος Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ σήμερα, πού εἶναι ἡ μεγάλη γιορτή τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου καί προανάκρουσμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά καί τῆς ἀναστάσεως ὅλων τῶν δικαίων καί ὅλων τῶν ἀνθρώπων, συνεχίζουμε νά διαβάζουμε ἀπό τόν Εὐεργετινό καί νά ἑρμηνεύουμε τό κατά δύναμιν. Ἔχουμε φτάσει στήν 28η Ὑπόθεση, στόν Α΄ Τόμο, ἡ ὁποία ἔχει τόν ἑξῆς τίτλο: «Περί τοῦ ἀπό ποῦ πρέπει νά ἀρχίζουμε τήν ἄσκηση, καί ὅτι ὅσοι ἀρχίζουν ἔχουν ἀνάγκη ὑπομονῆς καί βίας στόν ἑαυτό τους, διότι ἡ ἀρετή στήν ἀρχή μέν φαίνεται ὅτι εἶναι δύσκολη, ἐξαιτίας τῶν παθῶν καί τῶν προλήψεων»1. Ὅταν λέει «προλήψεις» ἕνα κείμενο πατερικό, νά ξέρετε ὅτι ἐννοεῖ τίς προγενέστερες ἁμαρτίες καί κακές συνήθειες, τά πάθη. Μποροῦμε νά τό ποῦμε καί προκαταλήψεις, μέ τήν ἔννοια τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν, τά ὁποῖα ἔχουν κάνει μία κατάληψη μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἔχουνε δεσμεύσει κάποιον ὑπαρξιακό χῶρο καί, ἑπομένως, ἐπηρεάζουν τόν ἄνθρωπο. Καί θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀρχίζει νά ζεῖ πνευματικά, νά ὑπερβεῖ αὐτές τίς προκαταλήψεις καί προλήψεις, αὐτά τά κακά πάθη, τίς κακές ἕξεις, τίς συνήθειες, τίς ἀντιλήψεις τίς κοσμικές, τούς λογισμούς καί τίς ἐπιθυμίες πού ἔχουν περάσει μέσα του, εἴτε θά λέγαμε ἑκουσίως τίς ἔβαλε ὁ ἴδιος μέσα του ἤ τίς πέρασε τό οἰκογενειακό περιβάλλον καί ἡ κοινωνία γενικότερα. Θά μπορούσαμε νά τό ποῦμε καί ἀλλιῶς κοινωνικά στερεότυπα, κάποιες ἀντιλήψεις καί ἰδέες. Καί ὄχι μόνο, ὅπως εἴπαμε καί κάποιες ἁμαρτίες καί πάθη, τά ὁποῖα ἑδραιώθηκαν μέσα μας λόγω τῆς κακῆς προηγούμενης ζωῆς. Γι’ αὐτό φαίνεται δύσκολη ἡ ἀρετή, λέει στόν τίτλο, ἐξαιτίας αὐτῶν τῶν προλήψεων καί τῶν παθῶν. «Ὕστερα ὅμως ἀποβαίνει παρά πολύ εὐκολοκατόρθωτη» ἡ ἀρετή, ἐφόσον κανείς ξεπεράσει αὐτή τήν ἀρχική δυσκολία. «Καί ὅτι πάρα πολύ ὠφελεῖ ἡ ἰσχυρή θεμελίωση στήν ἀρχή», νά βάλει δηλαδή κανείς γερά θεμέλια. «Καί ὅτι εἶναι ἀδύνατο νά ἀκολουθήσει κανείς τόν Χριστό ἤ νά κατορθώσει ὁποιαδήποτε ἀρετή, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δέν θά προετοιμάσει τόν ἑαυτό του εἰς θάνατο»2. Νά εἶναι ἕτοιμος δηλαδή νά πεθάνει. Καί σάν νά ἐπίκειται ὁ θάνατός του καί νά εἶναι προτιμητέος ὁ θάνατος καί ὁ ἴδιος νά αἱρεῖται, νά διαλέγει δηλαδή, τόν θάνατο παρά τή ζωή μακράν τοῦ Θεοῦ. Καλύτερα δηλαδή ἕνας θάνατος χάριν τοῦ Θεοῦ, χάριν τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, παρά μιά ζωή χωρίς τόν Θεό. Οὐσιαστικά δηλαδή, αὐτό τό κεφάλαιο μᾶς βάζει ἕναν ὑπομνηματισμό, θά λέγαμε, στά λόγια τοῦ Κυρίου «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν..»3. Μᾶς παρουσιάζει ἕναν ὑπομνηματισμό σ’ αὐτά τά λόγια, «ὅποιος θέλει νά Μέ ἀκολουθήσει» -εἶπε ὁ Κύριος- «πρέπει νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του καί νά ἄρει τόν σταυρό του καί νά Μέ ἀκολουθήσει»4. Πῶς δηλαδή πρέπει νά ξεκινάει κανείς νά ζεῖ πνευματικά. Ἀπό ποῦ ξεκινάει λοιπόν ἡ ἄσκηση, ἀπό ποῦ ἀρχίζει ἡ πνευματική ζωή. Πνευματική ζωή οὐσιαστικά σημαίνει ἀσκητική ζωή καί συνάμα μυστηριακή ζωή. Πολλοί σήμερα μιλᾶνε γιά Μυστήρια, ἀλλά δέν μιλᾶνε καθόλου γιά ἄσκηση. Τά 148
μυστήρια ὅμως χωρίς τήν ἄσκηση δέν ὠφελοῦν, μᾶλλον βλάπτουν. Ὅπως ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Κορίνθιους «πολλοί ἀρρωσταίνετε καί μερικοί πεθαίνετε κιόλας, γιατί κοινωνᾶτε ἀνάξια»5. Ἀνάξια σημαίνει ἀνάσκητα, χωρίς ἄσκηση, χωρίς μετάνοια, χωρίς διόρθωση, χωρίς καταπολέμηση τῶν παθῶν, χωρίς ἐγκράτεια, χωρίς νηστεία, χωρίς ἐξομολόγηση, γενικότερα χωρίς ἀλλαγή ζωῆς. Ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε». Ὁ φόβος Θεοῦ, ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη δέν εἶναι θεωρητικά μόνο πράγματα, ἀλλά ἔχουνε ἀντίκτυπο στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Γιά νά ξεπεράσει κανείς τίς κακίες του, τήν ὑπερηφάνειά του, τόν ἐγωισμό του, θά πρέπει νά ἀσκηθεῖ. Θά πρέπει νά ταπεινωθεῖ δηλαδή τό σῶμα μέ τήν νηστεία, μέ τήν ἀγρυπνία, μέ τήν προσευχή, μέ τίς μετάνοιες, ἔτσι ὥστε νά συνταπεινωθεῖ καί ἡ ψυχή, νά ἔρθει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος νά καθαριστεῖ, ὁπότε νά γίνει δεκτικός τῶν ἁγίων Μυστηρίων. Καί ὅταν ἔρθουν τά ἅγια Μυστήρια βεβαίως ἔτι καί ἔτι καθαρίζεται, πλήρως καί τελείως. Ἀλλά θά πρέπει νά ὑπάρχει αὐτή ἡ -ἄς τό ποῦμε- προπαρασκευή τοῦ ἀνθρώπου μέ ἑκούσια ἀσκητική ζωή, μέ τόν ἑκούσιο ἀσκητικό πόνο. Ἄς δοῦμε λοιπόν τί λένε τά κείμενα, πῶς πρέπει κανείς νά ξεκινάει τήν ἄσκησή του, πῶς πρέπει νά ξεκινάει τήν πνευματική του ζωή. Ἔχουμε ἕνα μικρό κείμενο ἀπό τή ζωή τῆς Ἁγίας Συγκλητικῆς, ἡ ὁποία ἦταν σπουδαία ἀμμά, δηλαδή Γερόντισσα, καί μᾶς ἄφησε ὡραιότατες διδασκαλίες. «Ἔλεγε», λοιπόν ἡ Ἁγία Συγκλητική, ὅτι «ὁ ἀγώνας γιά τούς προσερχομένους στόν Θεό εἶναι πολύς, καί στίς ἀρχές ἀπαιτεῖται πάρα πολύς κόπος. Ἔπειτα ὅμως ἀκολουθεῖ χαρά ἀνεκδιήγητος. Ὅπως, δηλαδή, ἐκεῖνοι πού θέλουν νά ἀνάψουν φωτιά, στίς ἀρχές πνίγονται ἀπό τόν καπνό καί δακρύζουν, ὕστερα ὅμως κατορθώνουν ἐκεῖνο πού ζητοῦν, ἔτσι ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ μᾶς, ἄν βέβαια θέλουμε νά ἀνάψουμε στίς καρδιές μας τό θεῖο πῦρ· μέ δάκρυα καί κόπο προσπαθοῦμε νά τό κάνουμε»6. «Ὁ Θεός ἡμῶν πῦρ καταναλίσκον»7. Ὁ Θεός εἶναι πῦρ, φωτιά, τό ὁποῖο καί κατακαίει τό κακό καί τήν ἁμαρτία καί τούς ἐχθρούς μας τούς δαίμονες, ἀλλά καί μᾶς φωτίζει, μᾶς καθαρίζει, μᾶς δίνει τήν δύναμη τῆς Ἀνάστασης καί τῆς ἀθανασίας. Ἀλλά γιά νά εἴμαστε δεκτικοί αὐτοῦ τοῦ πυρός, χρειάζεται νά κάνουμε αὐτή τήν προσπάθεια νά καθαριστεῖ ἡ καρδιά μας. Ὅπως ἕνας, πού θέλει νά ἀνάψει φωτιά, στήν ἀρχή καπνίζεται. Τά ξύλα, ἰδίως ὅταν εἶναι ὑγρά, βγάζουν πολύ καπνό καί δακρύζει, ὅταν ὅμως ἀνάψει καλά ἡ φωτιά, μετά φεύγει ὁ καπνός. Ἔτσι καί στήν πνευματική ζωή. Στήν ἀρχή εἶναι δύσκολα, μέ πολύ κόπο προσπαθοῦμε νά ἀνάψουμε τό πῦρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἤ μᾶλλον νά τό ἀναζωπυρώσουμε, γιατί εἶναι ἀναμμένο ἀπό τή Χάρη τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος πού πήραμε, καί τή Χάρη τοῦ ἀγίου Χρίσματος, ἀλλά χρειάζεται κι ἐμεῖς νά ἐργαστοῦμε καί νά προσθέσουμε κατά κάποιον τρόπο, ὅπως ἕνας πού θέλει ν΄ ἀνάψει μιά φωτιά προσθέτει ξερά ξύλα ἀπό πάνω, προσανάμματα καί σιγά-σιγά ἀπό ἕνα μικρό κάρβουνο ἀνάβει μιά ὁλόκληρη φωτιά, ἔτσι καί ἀπό τόν ἄνθρακα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τόν ἀναμμένο, πού ἔχει βάλει στήν καρδιά μας ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μέ τό ἅγιο Βάπτισμα καί τό ἅγιο Χρίσμα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐργαστεῖ καί συσσωρεύσει τά ἔργα τά καλά τῶν ἀρετῶν, ἀνάβει αὐτή ἡ φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. 149
«Μερικοί, ἀπό ἀμέλεια, ἀνέχθηκαν μέν τόν καπνό καί νά κοπιάσουν λίγο, δέν κατόρθωσαν ὅμως νά ἀνάψουν τήν φωτιά, διότι ἐγκατέλειψαν τήν προσπάθεια συντόμως καί δέν κατόρθωσαν νά ὑπομείνουν μέχρι τέλους». Θά πρέπει κανείς νά ὁλοκληρώσει τήν προσπάθεια, νά μήν τά ἀφήσει στή μέση. Ξεκινοῦν πολλοί πνευματικά καλά, προσπαθοῦν, ἀλλά γρήγορα ἀφήνουν τήν προσπάθεια, γιατί ὑπάρχουν κάποιες δυσκολίες, οἱ ὁποῖες εἶναι μεγάλες στήν ἀρχή καί τούς ἀναστέλλουν. Ἀλλά δέν πρέπει νά γίνει αὐτό. «Ὁ Κύριος εἶπε· «φωτιά ἦλθον νά ἀνάψω εἰς τήν γῆν, καί τί περισσότερον θέλω, ἐάν τώρα πλέον ἤναψεν ἡ φωτιά αὐτή»8»9. Αὐτό δηλαδή ἀναπαύει τόν Κύριο, νά ἔχουμε μέσα μας ἀναμμένη αὐτή τήν φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁπότε δέν τολμοῦν νά πλησιάσουν οἱ ἐχθροί μας οἱ δαίμονες, καί τά πάθη δέν ἐνεργοῦν. «Στό Γεροντικό: Κάποιος ρώτησε ἔναν Γέροντα· Πάτερ, γιατί συνεχῶς ἀμελῶ; Καί ὁ Γέρων ἀπάντησε: ἐπειδή ἀκόμη δέν εἶδες τόν ἥλιο»10. Ἐννοεῖ τόν πνευματικό ἥλιο, τό φῶς τό ἅγιο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό πῦρ αὐτό τῆς Θεότητος, τήν ἐνέργεια τῆς θείας Χάριτος. Ἐπειδή ἀκόμα δέν τό γεύτηκες, γι’ αὐτό ἀμελεῖς. Ὅταν κανείς ζήσει τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τότε λαχταράει πότε θά βρεθεῖ μέσα στόν τόπο πού εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, στήν πνευματική δηλαδή ἀγαλλίαση καί εὐφροσύνη τῆς προσευχῆς, τῆς νηστείας, τῆς ἐγκράτειας, τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ προπάντων, τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί τῆς Θείας Κοινωνίας. «Ἕνας Γέροντας εἶπε» –πάλι ἀπό τό Γεροντικό- «τό νά βιάζουμε σέ ὅλα τόν ἑαυτό μας (γιά νά κατορθώσουμε τό καλό), αὐτός εἶναι ὁ δρόμος, πού ὁδηγεῖ πρός τόν Θεό»11. Εἶναι «βία φύσεως διηνεκής ὁ μοναχός», θά μᾶς πεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Ἀλλά καί εὐρύτερα, θά λέγαμε, ὁ κάθε χριστιανός, γιατί ὁ μοναχός δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ἕνας καλός χριστιανός. Ἡ ζωή τοῦ καλοῦ χριστιανοῦ εἶναι μία συνεχής βία στόν ἑαυτό του, ὄχι στούς ἄλλους. Εἶναι μία συνεχής πίεση, καλή πίεση, ὥστε νά ἀνταποκριθεῖ ὁ ἄνθρωπος στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, νά κατορθώσει τό καλό, κι αὐτός εἶναι ὁ δρόμος πού τόν ὁδηγεῖ στόν Θεό. «Ὁ ἴδιος Γέροντας εἶπε αὐτός πού βιάζει τόν ἑαυτό του γιά τόν Θεό, ὁμοιάζει μέ ὁμολογητή τῆς πίστεως»12. Ὑπάρχουν Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι δέν ἔφτασαν νά δώσουν τόν ἑαυτό τους μέ μαρτύριο. Ὑπέστησαν βασανισμούς καί ταλαιπωρίες γιά χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅμως ἔγινε κάτι καί τούς ἄφησαν. Εἴτε ἔγινε κάποια ἐπανάσταση, κάποια εἰσβολή καί δέν ἔφτασαν μέχρι τόν θάνατο. Αὐτοί εἶναι οἱ ὁμολογητές. Ταλαιπωρήθηκαν ὅμως καί βασανίστηκαν χάρη τοῦ Κυρίου. Ἔτσι καί ἕνας πού ἀγωνίζεται, συνεχῶς βιάζει τόν ἑαυτό του, λογίζεται ὡς ὁμολογητής. Αὐτό λέει ἐδῶ ὁ Γέροντας. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀββάς Ἰσαάκ ὁ Σύρος λέει, ὅτι περισσότερο ἀπό ὅλα καί ἀπό τό νά κάνουμε καί θαύματα καί ἀπό τό νά ἀναστήσουμε καί νεκρούς ἀκόμα, ὁ Θεός θέλει νά κόψουμε ἕνα πάθος μας, μιά ἀδυναμία μας. Γιατί τό νά ἀναστήσει κανείς νεκρούς, νά κάνει θαύματα, δέν εἶναι δικό του, εἶναι τῆς Θείας Χάρης, ἀλλά τό νά κόψει τά πάθη του, αὐτό ἐξαρτᾶται κατά πολύ καί ἀπό τόν ἴδιο, ὁ ὁποῖος πρέπει 150
Search
Read the Text Version
- 1
- 2
- 3
- 4
- 5
- 6
- 7
- 8
- 9
- 10
- 11
- 12
- 13
- 14
- 15
- 16
- 17
- 18
- 19
- 20
- 21
- 22
- 23
- 24
- 25
- 26
- 27
- 28
- 29
- 30
- 31
- 32
- 33
- 34
- 35
- 36
- 37
- 38
- 39
- 40
- 41
- 42
- 43
- 44
- 45
- 46
- 47
- 48
- 49
- 50
- 51
- 52
- 53
- 54
- 55
- 56
- 57
- 58
- 59
- 60
- 61
- 62
- 63
- 64
- 65
- 66
- 67
- 68
- 69
- 70
- 71
- 72
- 73
- 74
- 75
- 76
- 77
- 78
- 79
- 80
- 81
- 82
- 83
- 84
- 85
- 86
- 87
- 88
- 89
- 90
- 91
- 92
- 93
- 94
- 95
- 96
- 97
- 98
- 99
- 100
- 101
- 102
- 103
- 104
- 105
- 106
- 107
- 108
- 109
- 110
- 111
- 112
- 113
- 114
- 115
- 116
- 117
- 118
- 119
- 120
- 121
- 122
- 123
- 124
- 125
- 126
- 127
- 128
- 129
- 130
- 131
- 132
- 133
- 134
- 135
- 136
- 137
- 138
- 139
- 140
- 141
- 142
- 143
- 144
- 145
- 146
- 147
- 148
- 149
- 150
- 151
- 152
- 153
- 154
- 155
- 156
- 157
- 158
- 159
- 160
- 161
- 162
- 163
- 164
- 165
- 166
- 167
- 168
- 169
- 170
- 171
- 172
- 173
- 174
- 175
- 176
- 177
- 178
- 179
- 180
- 181
- 182
- 183
- 184
- 185
- 186
- 187
- 188
- 189
- 190
- 191
- 192
- 193
- 194
- 195
- 196
- 197
- 198
- 199
- 200
- 201
- 202
- 203
- 204
- 205
- 206
- 207