Important Announcement
PubHTML5 Scheduled Server Maintenance on (GMT) Sunday, June 26th, 2:00 am - 8:00 am.
PubHTML5 site will be inoperative during the times indicated!

Home Explore CHINA MIEVILLE - Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ

CHINA MIEVILLE - Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ

Published by elen maglara, 2020-04-13 08:19:03

Description: CHINA MIEVILLE - Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ

Search

Read the Text Version

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 357 καθώς πλησιάζαμε. Μείναμε καλυμμένοι. Ο Ασίλ με οδήγησε προς το ελικόπτερο, προς την ομάδα που ακόμα δεν μας είχε δει. Ή ταν τέσ­ σερις. Οι δυο ήταν μεγαλόσωμοι με ξυρισμένο κεφάλι. Έμοιαζαν με ακραίους εθνικισιές. Αληθινοί Πολίτες σε μυστικές δραστηριότητες. Στέκονταν γύρω από έναν κοστουμαρισμένο άντρα που δεν ήξερα και κάποιον που δεν μπορούσα να διακρίνω από τον τρόπο που στεκόταν. Κουβέντιαζαν σοβαρά και ζωηρά. Δεν μπορούσα να ακούσω κάτι, αλλά ένας από τους άντρες μάς είδε. Ακολούθησε αναταραχή και στράφηκαν προς το μέρος μας. Από την καμπίνα του, ο πιλότος του ελικοπτέρου έστρεψε τον ισχυρό προ­ βολέα του. Λίγο πριν η δέσμη του φωτός πέσει πάνω μας, οι συγκε­ ντρωμένοι άντρες μετακινήθηκαν και μπόρεσα να δω τον τελευταίο να με κοιτάζει ευθέως. Ή ταν ο Μίκελ Μπούριτς. Ο σοσιαλδημοκράτης, η αντιπολίτευση, ο άλλος άντρας στο Εμπορικό Επιμελητήριο. Τυφλωμένος από το δυνατό φως, αισθάνθηκα τον Ασίλ να με αρ­ πάζει και να με τραβάει πίσω από έναν χοντρό σιδερένιο σωλήνα εξαερισμού. Ακολούθησε μια στιγμή παρατεταμένης σιωπής. Περί- μενα να ακούσω κάποιον πυροβολισμό, αλλά δεν ακούστηκε τίποτα. «Ο Μπούριτς» είπα στον Ασίλ. «0 Μηούριτς. Το ήξερα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να κρύβεται ο Σιέντρ πίσω απ’ όλα αυτά.» Ο Μπούριτς ήταν που επικοινωνούσε - ήταν ο οργανωτής. Αυτός που ήξερε τα πιστεύω της Μαχάλια, αυτός που την είχε δει στην πρώ­ τη της επίσκεψη στην Μπεσέλ, όταν τους εκνεύρισε όλους με τη δια­ φωνία της στο συνέδριο. Μπούριτς ο ιθύνων νους. Ή ξερε τη δουλειά της και τι ήθελε: εκείνη την παρα-ιστορία, την ικανοποίηση της πα­ ράνοιας, την εκτίμηση του ενορχηστρωτή. Εφόσον ήταν στο Εμπορι­ κό Επιμελητήριο, ήταν σε μια θέση που του επέτρεπε νατό κάνει. Να βρει μια διέξοδο για ό,τι είχε κλέψει η Μαχάλια υπό τις διαταγές του, για το υποτιθέμενο όφελος της Ορσίνι. «Τα αντικείμενα που κλάπηκαν ήταν όλα με γρανάζια» είπα. «Η Σίαρ και Κορ ερευνά τα τεχνουργήματα. Πρόκειται για επιστημονικό πείραμα.»

3 5 8 China Mieville Ή ταν οι πληροφοριοδότες του -όπως όλοι οι πολιτικοί της Μπες, είχε κι αυτός- που είχαν πει στον Μπουριτς ότι είχαν γίνει έρευνες στη Σίαρ και Κορ, ότι αναζητούσαμε την αλήθεια. Ίσω ς νόμιζε ότι είχαμε καταλάβει περισσότερα απ’ ό,τι στην πραγματικότητα, θα σοκαριζό- ταν αν ήξερε πόσα λίγα από αυτά μπορούσαμε να έχουμε προβλέψει. Δεν θα ήταν δύσκολο για έναν άνθρωπο στη θέση του να διατάξει τους προβοκάτορες της κυβέρνησης που βρίσκονταν ανάμεσα στους κακό- μοιρους ανόητους ενωτικους να ξεκινήσουν τη δουλειά τους, να παρε­ μποδίσουν την Παράβαση έτσι ώστε αυτός και οι συνεργάτες του να μπορέσουν να ξεφυγουν. «Είναι οπλισμένοι;» Ο Ασίλ κοίταξε έξω και ένευσε καταφατικά. «Μίκελ Μπουριτς;» φώναξα. «Μπουριτς; Τ ι δουλειά έχουν οι Αληθι­ νοί Πολίτες με έναν φιλελεύθερο ξεπουλημένο σαν εσένα; Βάζεις κα­ λούς στρατιώτες σαν τον Γιορτζ να σκοτωθούν; Καθαρίζεις φοιτητές που νομίζεις ότι πλησιάζουν κοντά στις μαλακίες που κάνεις;» «Παράτα μας, Μπόρλου» είπε. Δεν ακούστηκε θυμωμένος. «Είμα­ στε όλοι πατριώτες. Ξέρουν το παρελθόν μου.» Ένας θόρυβος προστέ­ θηκε στο θόρυβο της νύχτας. Η μηχανή του ελικοπτέρου επιτάχυνε. Ο Ασίλ με κοίταξε και ξεπρόβαλε σε πλήρη θέα. «Μίκελ Μπουριτς» είπε, με την τρομακτική φωνή του. Κρατούσε το όπλο του σταθερά και περπατούσε πίσω του, σαν αυτό να τον οδηγούσε προς το ελικόπτερο. «Είσαι υπόλογος στην Παράβαση. Έλα μαζί μου.» Τον ακολούθησα. Έριξε μια ματιά στον άντρα δίπλα στον Μπουριτς. «Ίαν Κροφτ, περιφερειακός διευθυντής της ΚόρΙντεκ» είπε ο Μπουριτς στον Ασίλ. Σταύρωσε τα χέρια του. «Είναι επισκέπτης εδώ. Απηυθυνε τις παρατηρήσεις σου σε μένα. Και άντε πηδήξου.» Οι Αλη­ θινοί Πολίτες είχαν βγάλει τα πιστόλια τους. Ο Μπουριτς κινήθηκε προς το ελικόπτερο. «Μείνε εκεί που είσαι» είπε ο Ασίλ. «Θα κάνετε πίσω» φώναξε στους Αληθινούς Πολίτες. «Είμαι Παράβαση.» «Ε, και;» είπε ο Μπουριτς. «Έχω περάσει χρόνια διοικώντας αυτό το μέρος. Έχω κρατήσει σε τάξη τους ενωτικους, έφερνα δουλειές στην Μπεσέλ, έβγαζα τα αναθεματισμένα παλιοπράγματά τους έξω, κάτω

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 359 από τη μύτη της ΟνΧ Κόμα, κι εσύ τι κάνεις; Εσύ η ασήμαντη Παράβα­ ση; Προστατεύεις την Ουλ Κόμα.» Ο Ασίλ σάστισε για λίγο με αυτό. «Παίζει θέατρο για κείνους» του ψιθύρισα. «Για τους Αληθινούς Πολίτες.» «Οι ενωτικοί έχουν δίκιο σε ένα πράγμα» είπε ο Μπούριτς. «Υπάρ­ χει μόνο μία πόλη, κι αν δεν ήταν οι δεισιδαιμονίες και η δειλία της μάζας, που διατηρείται από σας, την αναθεματισμένη Παράβαση, θα ξέραμε όλοι ότι υπάρχει μόνο μία πόλη. Και αυτή η πόλη λέγεται Μτιε- σέλ. Και λες στους πατριώτες να υπακούσουν εσένα; Τους προειδοποί­ ησα, προειδοποίησα τους συντρόφους μου ότι μπορεί να εμφανιστείτε, παρά το γεγονός ότι είναι ξεκάθαρο ότι δεν έχετε καμία δουλειά εδώ.» «Γι’ αυτό άφησες να διαρρεύσει η βιντεοκασέτα με το φορτηγάκι» είπα. «Για να κρατήσεις την Παράβαση μακριά και να μπλέξεις τη μιλίτσια αντί γι’ αυτούς.» «Οι προτεραιότητες της Παράβασης δεν ταυτίζονται με τις προτε­ ραιότητες της Μπεσέλ» είπε ο Μπούριτς. «Γάμα την Παράβαση.» Το είπε προσεκτικά. «Εδώ αναγνωρίζουμε μόνο μία εξουσία, αναθεματι­ σμένε που δεν ανήκεις πουθενά, και αυτή είναι η ΜπεσέΧ.» Έκανε νόημα στον Κροφτ να μπει πρώτος στο ελικόπτερο. Οι Αλη­ θινοί Πολίτες κοίταζαν έντονα. Δεν ήταν έτοιμοι να πυροβολήσουν τον Ασίλ, να προκαλέσουν πόλεμο με την Παράβαση -μπορούσες να δια­ κρίνεις ένα είδος βλασφημίας-μέθης στο βλέμμα τους, στην αδιαλλα­ ξία που ήδη έδειχναν με την έως τώρα ανυπακοή τους στην Παράβα­ ση-, δεν θα χαμήλωναν όμως τα όπλα τους. Αν πυροβολούσε ο Ασίλ, θα τον πυροβολούσαν κι αυτοί, και ήταν δύο. Τυφλά υπάκουοι στον Μπούριτς, δεν χρειάζονταν να γνωρίζουν πού πήγαινε ο χρηματοδότης τους, ή γιατί, παρά μόνο ότι τους είχε αναθέσει να φυλάνε τα νώτα του ενώ εκείνος έφευγε. Φλέγονταν από υπερεθνικιστική γενναιότητα. «Εγώ δεν είμαι Παράβαση» είπα. Ο Μπούριτς γύρισε να με κοιτάξει. Οι Αληθινοί Πολίτες με κοίταξαν έντονα. Ένιωσα το δισταγμό του Ασίλ. Κρατούσε το όπλο του ψηλά. «Δεν είμαι Παράβαση.» Πήρα μια βαθιά ανάσα. «Είμαι ο επιθεω­

3 6 0 China Mieville ρητής Τίαντορ Μπόρλου. Μονάδα Ειδεχθών Εγκλημάτων της Μπε- σέλ. Δεν είμαι εδώ εκ μέρους της Παράβασης, Μπουριτς. Εκπροσω­ πώ την ηολισζάι της Μπεσέλ, είμαι εδώ για να επιβάλω το νόμο της Μπες. Επειδή τον παραβίασες. »Το λαθρεμπόριο δεν είναι το αντικείμενό μου. Μπορείς να πάρεις ό,τι θέλεις. Δεν ασχολούμαι με την πολιτική - δεν με νοιάζει αν ανα­ κατεύεσαι με την Ουλ Κόμα. Είμαι εδώ επειδή είσαι δολοφόνος. »Η Μαχάλια δεν ήταν από την Ουλ Κόμα, ούτε ήταν εχθρός της Μπεσέλ, κι αν έμοιαζε να είναι, ήταν μόνο επειδή πίστευε τις μαλακίες που εσύ της έλεγες, για να μπορέσεις να πουλήσεις ό,τι σου προμήθευε, για την έρευνα και ανάπτυξη αυτου εδώ του ξένον. Αρχίδια το έκανες για την Μπεσέλ. Είσαι απλά ένας κλεπταποδόχος για ξένα λεφτά.» Οι Αληθινοί Πολίτες έδειχναν ανήσυχοι. «Συνειδητοποίησε, όμως, ότι της έλεγαν ψέματα. Ό τι δεν διόρθωνε αρχαιολογικά λάθη ούτε μάθαινε κάποια κρυμμένη αλήθεια. Ό τι την είχες μετατρέψει σε κλέφτη. Έστειλες τον Γιόρτζαβιτς να τη βγάλει από τη μέση. Αυτό το μετατρέπει σε έγκλημα στην Ουλ Κόμα. Έτσι, ακόμα και με τη σύνδεση που θα βρούμε μεταξύ εσού και εκείνου, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Αλλά δεν τελειώνει εκεί. Ό ταν έμαθες ότι η Γιολάντα κρυβόταν, σκέφτηκες ότι η Μαχάλια της είχε πει κάτι. Δεν μπορούσες να το διακινδυνεύσεις να μιλήσει. «Φέρθηκες έξυπνα βάζοντας τον Γιορτζ να την καθαρίσει από τη δική του πλευρά του σημείου ελέγχου, κρατώντας την Παράβαση μα­ κριά. Αλλά αυτό σημαίνει ότι η βολή του, και η εντολή που έδωσες γι’ αυτήν, έγιναν στην Μπες. Και αυτό σε κάνει δικό μου. «Υπουργέ Μίκελ Μπουριτς, με την εξουσία που μου έχει παραχω- ρηθεί από την κυβέρνηση και τα νομοθετικά σώματα της Κοινοπολι­ τείας της Μπεσέλ, συλλαμβάνεσαι για Συνωμοσία στη Δολοφονία της Γιολάντα Ροντρίγκεζ. Θα έρθεις μαζί μου.» ΤΑ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ ΚΥΛΟΥΣΑΝ γεμάτα ηλεκτρισμένη σιωπή. Προχώ­ ρησα αργά μπροστά, περνώντας τον Ασίλ, προς την κατεύθυνση του Μίκελ Μπουριτς.

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 361 Δεν θα διαρκουσε πολύ. Οι Αληθινοί Πολίτες δεν έτρεφαν περισ­ σότερο σεβασμό για εμάς -που πίστευαν ότι είμαστε η αδύναμη τοπι­ κή αστυνομία- από όσο έτρεφαν για όλους όσοι ανήκαν στις μάζες της Μπεσέλ. Αυτές όμως ήταν σκληρές κατηγορίες, στο όνομα της Μπεσέλ, που δεν ακουγονταν σαν τις πολιτικές ιδέες για τις οποίες είχαν στρατολογηθεί ή σαν τις εξηγήσεις που τους είχαν δοθεί για κείνες τις δολοφονίες, αν όντως γνώριζαν κάτι γι’αυτές. Οι δυο άντρες κοιτάχτηκαν αβέβαια μεταξύ τους. Ο Ασίλ κινήθηκε. Άφησα τον αέρα να βγει από τα πνευμόνια μου. «Να πάρει ο διάολος» είπε ο Μπουριτς. Έβγαλε από την τσέπη του το μικρό πιστόλι του, το σήκωσε και με σημάδεψε. «Ωχ» είπα, ή κάτι τέτοιο, καθώς πισωπάτησα παραπατώντας. Ακόυσα έναν πυρο­ βολισμό αλλά δεν ήχησε όπως περίμενα. Δεν ήταν εκρηκτικός. Ή ταν μια δυνατή εκτόνωση αέρα, ένας υπόκωφος ήχος. Θυμάμαι να το σκέφτομαι αυτό και να εκπλήσσομαι που παρατηρούσα κάτι τέτοιο καθώς πέθαινα. Ο Μπουριτς πισωπάτησε στιγμιαία απλώνοντας τα χέρια του σαν σκιάχτρο, τα άκρα του κουνιόνταν σαν τρελά και μια πινελιά χρώ­ ματος εμφανίστηκε στο στήθος του. Δεν είχα πυροβοληθεί εγώ. Είχε πυροβοληθεί εκείνος. Πέταξε το μικρό του όπλο μακριά σαν να το έκανε σκόπιμα. Αυτό που είχα ακούσει ήταν η βολή με σιγαστήρα από το πιστόλι του Ασίλ. Ο Μπουριτς σωριάστηκε, με το στήθος του γεμάτο αίμα. Τώρα ακούστηκαν ήχοι τιραγμαιικύν πυροβολισμών. Δυο, και ακο­ λούθησε γρήγορα, ένας τρίτος. Ο Ασίλ έπεσε. Οι Αληθινοί Πολίτες τον είχαν πυροβολήσει. «Σταματήστε, σταματήστε» φώναξα. «Μη ρίχνετε, να πάρει ο διά­ ολος!» Σύρθηκα πίσω προς το μέρος του. Ο Ασίλ ήταν πεσμένος πάνω στο τσιμέντο αιμορραγώντας. Γρύλιζε από τον πόνο. «Εσείς οι δυο συλλαμβάνεστε» φώναξα. Οι Αληθινοί Πολίτες κοι­ τάχτηκαν μεταξύ τους, μετά κοίταξαν εμένα, τον ακίνητο νεκρό Μπουριτς. Αυτή η δουλειά σωματοφυλάκων ξαφνικά είχε γίνει βίαιη και τελείως μπερδεμένη. Μπορούσες να τους δεις να σκέφτονται το

362 China M ieville μέγεθος του ιστού που τους τύλιγε. Κάτι μουρμούρισε ο ένας στον άλλον και απομακρύνθηκαν τρέχοντας προς το ασανσέρ. «Μείνετε εκεί που είστε» φώναξα, αλλά εκείνοι με αγνόησαν καθώς γονάτισα δίπλα στον Ασίλ που αγκομαχούσε. Ο Κροφτ στεκόταν ακό­ μα ακίνητος δίπλα στο ελικόπτερο. «Μην τολμήσετε να το κάνετε» είπα, αλλά οι Αληθινοί Πολίτες άνοιξαν την πόρτα της οροφής και εξαφανίστηκαν πίσω της, κάτω στην Μπεσέλ. «Είμαι εντάξει, είμαι εντάξει» είπε με κομμένη ανάσα ο Ασίλ. Τον ψηλάφισα για να βρω τα τραύματά του. Κάτω από τα ρούχα του φορού­ σε κάποιου είδους αλεξίσφαιρο. Είχε σταματήσει τη σφαίρα που θα τον σκότωνε, αλλά είχε χτυπηθεί επίσης κάτω από τον ώμο του, αιμορρα- γουσε και πονουσε. «Εσύ» κατάφερε να φωνάξει στον άνθρωπο της Σίαρ και Κορ. «Μείνε. Μπορεί να προστατεύεσαι στην Μπεσέλ, αλλά δεν εί­ σαι οτψ Μπεσέλ αν το λέω εγώ πως δεν είσαι. Είσαι στην Παράβαση.» Ο Κροφτ έγειρε προς το πιλοτήριο και κάτι είπε στον πιλότο που ένευσε καταφατικά και επιτάχυνε την έλικα. «Τελείωσες;» είπε ο Κροφτ. «Βγες έξω. Το όχημα θα παραμείνει στο έδαφος.» Ακόμα και μέσα από δόντια που έτριζαν από τον πόνο και χωρίς να έχει το όπλο του, ο Ασίλ το απαίτησε. «Δεν είμαι κάτοικος ούτε της Μπες ούτε της Ουλ Κόμα» είπε ο Κροφτ. Μίλησε αγγλικά, παρόλο που καταλάβαινε πολύ καλά τι λέγα­ με. «Ούτε με ενδιαφέρετε, ούτε με τρομάζετε. Φεύγω. “Παράβαση”.» Κούνησε το κεφάλι του. «Τσίρκο. Νομίζεις πως έξω από αυτές τις πα­ ράξενες μικρές πόλεις νοιάζεται κανείς για εσάς; Μπορεί να σε χρημα­ τοδοτούν και να κάνουν ό,τι λες, να μη ρωτάνε, μπορεί να χρειάζεται να σε φοβούνται, αλλά κανένας άλλος δεν το κάνει έξω από δω.» Κάθι­ σε δίπλα στον πιλότο και έβαλε τη ζώνη. «Όχι ότι πιστεύω πως μπορείς, αλλά θα συνιστούσα σε σένα και τους συναδέλφους σου να μην προ­ σπαθήσετε να σταματήσετε αυτό το όχημα. “Θα παραμείνει στο έδα­ φος”. Τι νομίζεις ότι θα συμβεί αν προκαλέσεις την κυβέρνησή μου; Και μόνο η ιδέα ότι είτε η Μπεσέλ είτε η Ουλ Κόμα ξεκινάει πόλεμο με μια πραγματική χώρα είναι αστεία. Πόσο μάλλον εσείς, η Παράβαση.»

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 363 Έκλεισε την πόρτα. Για λίγο, ο Ασίλ κι εγώ δεν προσπαθήσαμε να σηκωθούμε. Κειτόταν εκεί, κι εγώ γονατιστός δίπλα του, καθώς ο θό­ ρυβος του ελικοπτέρου γινόταν πιο δυνατός και το όχημα που έδειχνε να διευρύνεται σηκώθηκε ξαφνικά σαν να κρεμόταν από σκοινί, ωθώ­ ντας πάνω μας κύματα αέρα, που μαστίγωναν από κάθε μεριά τα ρούχα μας και ταρακουνουσαν βίαια το πτώμα του Μπουριτς. Διέσχι­ σε το χώρο πετώντας ανάμεσα από τους χαμηλούς πύργους των δυο πόλεων, στον εναέριο χώρο της Μπεσέλ και της Ουλ Κόμα, για μια ακόμα φορά το μοναδικό αντικείμενο στον ουρανό. Το παρακολούθησα να φεύγει. Μια εισβολή στην Παράβαση. Αλε­ ξιπτωτιστές να προσγειώνονται σε καθεμιά από τις δυο πόλεις, ει­ σβάλλοντας στα μυστικά γραφεία, στα αμφισβητούμενα κτίριά τους. Για να επιτεθεί στην Παράβαση ένας εισβολέας, θα έπρεπε να παρα­ βιάσει την Μπεσέλ και την Ουλ Κόμα. «Τραυματισμένος άβαταρ» είπε ο Ασίλ στον ασύρματό του. Έδωσε την τοποθεσία μας. «Στείλτε βοήθεια.» «Έρχεται» απάντησε το μηχάνημα. Έκατσε πίσω ακουμπώντας την πλάτη του στον τοίχο. Στα ανατολικά ο ουρανός άρχιζε να φωτίζεται αμυδρά. Υπήρχαν ακόμα θόρυβοι ταρα­ χών από κοιτώ, αλλά λιγότεροι και πιο εξασθενημένοι. Ακουγονταν περισ­ σότερες σειρήνες, από την Μπες και την Ουλ Κόμα, καθώς η ηολισζάι και η μιλίτσια επανακτουσαν τους δρόμους τους, καθώς η Παράβαση αποχω­ ρούσε απ’ όπου μπορούσε. Θα ακολουθούσε άλλη μια μέρα με σφραγι­ σμένα σύνορα για να καθαριστούν οι τελευταίες εστίες ενωτικών, για την επιστροφή στην κανονικότητα, για να συγκεντρώσουν τους τελευταίους χαμένους πρόσφυγες πίσω στους καταυλισμούς, αλλά τα χειρότερα είχαν περάσει. Παρακολούθησα τα πρώτα φωτισμένα από την αυγή σύννεφα. Έψαξα το πτώμα του Μπούριτς, αλλά δεν είχε τίποτα πάνω του. Ο Αςιλ ΕΙΠΕ ΚΑΤΙ. Η φωνή του ήταν αδύναμη, και του είπα να το επαναλάβει. «Ακόμα δεν μπορώ να το πιστέψω» είπε. «Ότι θα μπορούσε να το κάνει αυτό.»

3 6 4 ChinaMieville «Ποιος;» «Ο Μπούριτς. Ό λοι τους.» Ακούμπησα σε μια καμινάδα και τον κοίταξα. Παρακολούθησα τον ήλιο να ανατέλλει. «Όχι» είπα στο τέλος. «Ήταν πολύ έξυπνη. Νέα, αλλά...» «...Ναι. Το κατάλαβε στο τέλος, αλλά πρώτα απ’ όλα δεν θα μπο­ ρούσες να σκεφτείς πως ο Μπουριτς ήταν εκείνος που την έμπλεξε.» «Και μετά ο τρόπος που έγινε» είπα αργά. «Αν έβαζε να σκοτώσουν κάποιον, δεν θα βρίσκαμε το πτώμα.» Από μια άποψη ο Μπουριτς δεν ήταν αρκετά ικανός· από μια άλλη ήταν υπερβολικά, για να βγει κά­ ποιο νόημα απ’αυτή την ισιορία. Έμεινα ακίνητος, καθώς το φως της αυγής δυνάμωνε αργά, καθώς περιμέναμε για βοήθεια. «Ήταν ειδι­ κευμένη» είπα. «Ήξερε τα πάντα για την ιστορία. Ο Μπουριτς ήταν έξυπνος, αλλά όχι τόσο πολύ.» «Τι σκέφτεσαι, Τάι;» Ακούστηκαν θόρυβοι από μια από τις πόρτες που έβγαζαν στην οροφή. Ένα δυνατό χτύπημα και άνοιξε διάπλατα, ξερνώντας κάποια που ακαθόριστα αναγνώρισα σαν Παράβαση. Ή ρθε κοντά μας, μιλώντας στον ασύρματό της. «Πώς ήξεραν πού θα βρίσκεται η Γιολάντα;» «Ακόυσαν τα σχέδιά σου» είπε. «Παρακολουθώντας το τηλέφωνο της φίλης σου της Κόργουι...» έδωσε την ιδέα. «Γιατί πυροβόλησαν τον Μποντέν;» είπα. Ο Ασίλ με κοίταξε. «Στο Μέγαρο Ζεύξης. Νομίζαμε ότι ήταν η Ορσίνι που τον κυνηγούσε, επειδή άθελά του ήξερε την αλήθεια. Αλλά δεν ήταν η Ορσίνι. Ήταν...» Κοίταξα το νεκρό Μπούριτς. «Δικές του εντολές. Επομένως, γιατί να κυνηγήσει τον Μποντέν;» Ο Ασίλ ένευσε. Μίλησε αργά. «Νόμιζαν ότι η Μαχάλια είπε στη Γιολάντα όσα γνώριζε, αλλά...» «Ασίλ;» φώναξε η γυναίκα που πλησίαζε και ο Ασίλ έγνεψε. Προ­ σπάθησε ακόμα και να σταθεί όρθιος, αλλά έπεσε ξανά κάτω βαριά. «Ασίλ» είπα. «Εντάξει, εντάξει» είπε. «Εγώ απλά...» Έκλεισε τα μάτια του. Η γυναίκα τάχυνε το βήμα της. Ο Ασίλ άνοιξε απότομα τα μάτια και με

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 365 κοίταξε. «Ο Μποντέν σου είπε από την αρχή ότι η Ορσίνι δεν είναι αληθινή.» «Ναι.» «Σήκω» είπε η γυναίκα. «Θα σε βγάλω από δω.» «Τι θα κάνεις;» είπα. «Έλα, Ασίλ» του είπε. «Είσαι αδύναμος...» «Ναι, είμαι» τη διέκοψε. «Αλλά...» Έβηξε. Με κοίταξε έντονα κι εγώ εκείνον. «Πρέπει να τον πάρουμε από δω» είπα. «Πρέπει να βάλουμε την Παράβαση να...» Ασχολούνταν όμως ακόμα με την εξομάλυνση της κατάστασης στις πόλεις και δεν υπήρχε χρόνος για να πείσεις κανέναν. «Μισό λεπτό» είπε στη γυναίκα. Έβγαλε το σήμα από την τσέπη του και μου το έδωσε, μαζί με μια αρμαθιά κλειδιά. «Το εξουσιοδοτώ εγώ» είπε. Εκείνη έδειξε έκπληκτη, αλλά δεν έφερε αντίρρηση. «Νο­ μίζω ότι το όπλο μου έπεσε κάπου εκεί. Οι υπόλοιποι της Παράβασης είναι ακόμα...» «Δώσε μου το τηλέφωνό σου. Ποιο είναι το νούμερό του; Τώρα φύγε. Πάρ’τον από δω. Ασίλ, θα το κάνω εγώ.»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟΣΙ ΟΚΤΩ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ που ήταν με τον Ασίλ δεν μου ζήτηοε να βοηθήσω. Μου είπε να φύγω. Βρήκα το όπλο του. Ή ταν βαρύ, ο σιγαστήρας του έμοιαζε σχεδόν οργανικός, σαν κάτι φλεγματώδες που επικάλυπτε το στόμιο του όπλου. Έ πρεπε να ψάξω πάρα πολύ μέχρι να βρω την ασφάλεια. Δεν διακινδύνευσα να προσπαθήσω να απελευθερώσω τη γεμιστήρα για να την ελέγξω. Το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα τις σκάλες. Καθώς κατέβαινα, έψαξα μέσα στα νούμερα στις επαφές του τηλε­ φώνου: ήταν σειρές γραμμάτων που έμοιαζαν να μην έχουν κανένα νόημα. Πληκτρολόγησα το νούμερο που ήθελα. Κάτι μου έλεγε να μη βάλω μπροστά κωδικό χώρας, και είχα δίκιο - η σύνδεση έγινε. Ό ταν έφτασα στο φουαγιέ, καλουσε. Οι άνθρωποι της ασφάλειας με κοίτα­ ξαν με αβεβαιότητα, αλλά έβγαλα το σήμα της Παράβασης και κείνοι οπισθοχώρησαν. «Τι... ποιος είναι;» «Ντατ, εγώ είμαι.» «Ιησού Χριστέ, Μηόρλον;Ύι... που είσαι; Που ήσουνα; Τι συμβαίνει;» «Ντατ, βουλωσ’ το και άκου. Ξέρω ότι δεν είναι ακόμα πρωί, αλλά πρέπει να ξυπνήσεις και πρέπει να με βοηθήσεις. Άκου.» «Χριστέ μου, Μπόρλου, νομίζεις ότι κοιμάμαι; Νομίζαμε ότι είσαι με την Παράβαση... Που είσαι; Ξέρεις τι συμβαίνει;» «Είμαι με την Παράβαση. Άκου. Δεν έχεις επιστρέφει στη δουλειά, έτσι;»

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 367 «Όχι βέβαια, είμαι ακόμα σκατά-» «Χρειάζομαι τη βοήθεια σου. Που είναι ο Μποντέν; Εσείς τον βά­ λατε μέσα για ανάκριση, σωστά;» «Τον Μποντέν; Ναι, αλλά δεν τον κρατήσαμε. Γιατί;» «Που είναι;» «Χριστέ μου, Μπόρλου.» Μπορούσα να τον ακούσω να ανασηκώ- νεται, να προσπαθεί να συγκροτήσει τις σκέψεις του. «Στο διαμέρι­ σμά του. Μην πανικοβάλλεσαι, παρακολουθείται.» «Στείλ’ τους μέσα. Κρατήστε τον. Μέχρι να έρθω εκεί. Απλά κάν’ το, σε παρακαλώ. Στείλ’ τους τώρα. Ευχαριστώ. Πάρε με όταν τον έχετε.» «Περίμενε, περίμενε. Ποιος είναι ο αριθμός σου; Δεν εμφανίζεται στο τηλέφωνό μου.» Του είπα. Είδα έξω το φωτισμένο ουρανό και τα πουλιά να διαγρά­ φουν κύκλους πάνω από τις δυο πόλεις. Προχωρούσα από το ένα μέ­ ρος στο άλλο, ένας από τους λίγους, αλλά δεν ήμουν ο μοναδικός που βρισκόταν έξω εκείνη την ώρα. Παρακολουθούσα κρυφά όσους περ­ νούσαν από κοντά μου. Τους παρακολουθούσα να προσπαθούν να επιστρέφουν στην πατρίδα τους -Μπεσέλ, Ουλ Κόμα, Μπεσέλ, οποια­ δήποτε- μακριά από την τεράστια επιχείρηση της Παράβασης που επιτέλους υποχωρούσε γύρω τους. «Μπόρλου. Εξαφανίστηκε.» «Τι εννοείς;» «Υπήρχαν φρουροί στο διαμέρισμά του, σωστά; Για προστασία, αφού τον πυροβόλησαν. Λοιπόν, όταν τα πράγματα άρχισαν να αγρι­ εύουν απόψε, χρειαζόμασταν κάθε διαθέσιμο αστυνομικό και τους τράβηξαν από κει για να τους στείλουν αλλού. Δεν ξέρω ποιος μπήκε και ποιος βγήκε από το διαμέρισμα - για κάποια ώρα έμεινε αφύλα­ κτο. Τους έστειλα πίσω -τα πράγματα ηρεμούν λίγο, η μύποια και οι δικοί σου προσπαθούν να ξαναβάλουν σε τάξη τα σύνορα- αλλά κυ­ ριαρχεί ακόμα τρέλα στους δρόμους. Ό πω ς και να ’χει, τους έστειλα πίσω και μόλις μπήκαν μέσα. Δεν είναι εκεί.» «Γαμώτο.»

3 6 8 China Mieville «Τίαντ, τι στο διάολο συμβαίνει;» «Πάω εκεί. Μπορείς να κάνεις μια... Δεν το ξέρω στα Ίλιταν. Βγά­ λε Ειδοποίηση Εντοπισμού.» Το είπα στα αγγλικά, αντιγράφοντας τις ταινίες. «Ναι, το λέμε “στείλε σήμα”. Θα το κάνω. Αλλά σκατά, Τίαντ, έχεις δει το χάος που επικρατεί απόψε. Νομίζεις ότι πρόκειται να τον δει κάποιος;» «Πρέπει να προσπαθήσουμε. Προσπαθεί να βγει έξω.» «Άρα κανένα πρόβλημα, την έχει βαμμένη τότε, όλα τα σύνορα είναι κλειστά, επομένως όπου εμφανιστεί θα τον σταματήσουν. Ακό­ μα κι αν πέρασε στην Μπεσέλ νωρίτερα, οι δικοί σου δεν είναι τόσο ανίκανοι ώστε να αφήσουν ανθρώπους να φυγουν.» «Εντάξει, αλλά παρ’ όλα αυτά, βγάλε ένα σήμα γι’ αυτόν.» «Στείλε, όχι βγάλε. Εντάξει. Δεν πρόκειται να τον βρούμε όμως.» Υπήρχαν πολλά οχήματα διάσωσης στους δρόμους, και στις δυο πόλεις, που έτρεχαν στις περιοχές όπου υπήρχαν ακόμα ταραχές, που και που έβλεπες πολιτικά οχήματα, που υπάκουαν επιδεικτικά στον κώδικα κυκλοφορίας της πόλης τους και συμπεριφέρονταν μεταξύ τους με ασυνήθιστα νομοταγή τρόπο, όπως και οι ελάχιστοι πεζοί. Θα πρέπει να είχαν καλούς λόγους, τους οποίους να μπορούν να υπερα­ σπιστούν, για να βρίσκονται έξω. Η προσήλωση στο τι να βλέπουν και τι να αγνοούν ήταν αξιοσημείωτη. Η αλληλόπλεξη επανερχόταν. Είχε το κρύο που προηγείται της αυγής. Με το αντικλείδι του Ασίλ, αλλά χωρίς την αυτοπεποίθησή του, άνοιγα ένα αυτοκίνητο της Ουλ Κόμα όταν ο Ντατ με ξαναπήρε. Η φωνή του ακούστηκε πολύ διαφο­ ρετική. Είχε -δεν υπήρχε άλλος τρόπος να το περιγράφω- κάποιο είδος δέους. «Έκανα λάθος. Τον βρήκαμε.» «Τι; Που;» «Στο Μέγαρο Ζεύξης. Οι μοναδικοί μιλίτσια που δεν είχαν σταλεί στους δρόμους ήταν οι φρουροί των συνόρων. Αναγνώρισαν τις φωτο­ γραφίες του. Ή ταν εκεί για ώρες, μου είπαν, θα πρέπει να κατευθΰν- θηκε εκεί με το που άρχισαν όλα. Ή ταν μέσα στο μέγαρο νωρίτερα,

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 369 με όλους τους άλλους που παγιδεύτηκαν όταν αυτό σφραγίστηκε. Όμως, άκου.» «Τι κάνει;» «Απλά περιμένει.» «Τον έπιασαν;» «Τίαντ, άκου. Δεν μπορούν. Υπάρχει κάποιο πρόβλημα.» «Τι συμβαίνει;» «Δεν... Δεν νομίζουν ότι βρίσκεται στην Ουλ Κόμα.» «Πέρασε στην άλλη πλευρά; Τότε πρέπει να μιλήσουμε με τη συ- νοριοφυλακή της Μπεσέλ-» «Όχι, άκου. Αεν μπορούν να καταλάβουν που βρίσκεται.» «...Τι; Τι; Τι διάολο κάνει;» «Απλά... στεκόταν εκεί, λίγο έξω από την είσοδο, σε πλήρη θέα, κι όταν τους είδε να πλησιάζουν προς το μέρος του, άρχισε να περπατά­ ει... αλλά ο τρόπος που κινείται... τα ρούχα που φοράει... δεν μπορούν να καταλάβουν αν βρίσκεται στην Ουλ Κόμα ή στην Μπεσέλ.» «Απλά δες αν πέρασε πριν σφραγιστεί το μέγαρο.» «Τίαντ, επικρατεί σκέτο χάος εδώ. Κανείς δεν συμπλήρωνε τα χαρτιά, ούτε ενημέρωνε τους υπολογιστές. Δεν ξέρουμε αν έχει περάσει ή όχι.» «Πρέπει να τους βάλεις να-» «Τίαντ, άκου με. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να μάθω αυτές τις πληροφορίες. Τρομοκρατούνται και μόνο στην ιδέα να τον κοιτάξουν και λένε ότι αυτό αποτελεί παραβίαση, και δεν κάνουν λά­ θος, ξέρεις γιατί; Γιατί μπορεί πράγματι να είναι. Μόνο αυτή τη νύ­ χτα. Η Παράβαση βρίσκεται παντού. Είχε μόλις γίνει ένα αναθεματι­ σμένο κλείσιμο συνόρων, Τίαντ. Το τελευταίο πράγμα που θα έκανε κάποιος θα ήταν να διακινδυνεύσει να κάνει παραβίαση. Αυτή είναι η τελευταία πληροφόρηση που θα πάρεις, εκτός αν ο Μποντέν κινη­ θεί με τρόπο που να μπορέσουν να καταλάβουν ξεκάθαρα ότι βρίσκε­ ται στην Ουλ Κόμα.» «Πού είναι τώρα;» «Πού θες να ξέρω; Δεν διακινδυνεύουν να τον παρακολουθήσουν. Το μόνο που είπαν ήταν ότι άρχισε να περπατάει. Απλά να περπατά­

3 7 0 China Mieville ει, αλλά με τέτοιο τρόπο ώστε κανείς να μην μπορεί να καταλάβει που βρίσκεται.» «Κανείς δεν τον σταματάει;» «Εδώ δεν ξέρουν αν μπορούν να τον δουν. Δεν παραβιάζει όμως. Απλά... δεν μπορούν να καταλάβουν.» Παύση. «Τίαντ;» «Χριστέ μου, βέβαια. Καθόταν και ηερίμενε μέχρι κάποιος να τον προσέξει.» Ανέπτυξα ταχύτητα προς το Μέγαρο Ζεύξης. Ή ταν αρκετά χιλιό­ μετρα μακριά. Βλαστήμησα. «Τι; Τίαντ, τι;» «Αυτό θέλει. Το είπες κι εσύ, Ντατ. Θα τον γυρίσει πίσω από τα σύνορα ο φρουρός της πόλης στην οποία βρίσκεται. Η οποία είναι;» Ακολούθησαν δευτερόλεπτα σιωπής. «Γαμώτο μου» είπε ο Ντατ. Σε αυτή την αβέβαιη κατάσταση, κανένας δεν θα σταματούσε τον Μπο- ντέν. Κανένας δεν μπορούσε. «Πού είσαι; Πόσο κοντά είσαι στο Μέγαρο Ζεύξης;» «Μπορώ να είμαι εκεί σε δέκα λεπτά, αλλά-» Όμως, ούτε αυτός θα μπορούσε να σταματήσει τον Μποντέν. Ο Ντατ ήταν τόσο μπλεγμένος που δεν θα διακινδύνευε να τον πιάσει η Παράβαση, με το να δει έναν άντρα ο οποίος μπορεί να μη βρισκόταν στην πόλη του. Ή θελα να του πω να μην ανησυχεί, ήθελα να τον πα- ρακαλέσω, αλλά μπορούσα να του πω πως έκανε λάθος; Δεν ήξερα αν τον παρακολουθούσαν. Μπορούσα να του πω πως θα ήταν ασφαλής; «Θα τον συλλάμβαναν οι μιλίτσια, με δική σου διαταγή, αν βρισκό­ ταν ξεκάθαρα στην Ουλ Κόμα;» «Ασφαλώς, αλλά δεν θα τον ακολουθήσουν όσο διακινδυνεύουν να τον δουν.» «Τότε πήγαινε εσύ, Ντατ, σε παρακαλώ. Ακουσέ με. Τίποτα δεν σε σταματάει από το να πας απλά έναν περίπατο, σωστά; Απλά πήγαινε εκεί στο Μέγαρο Ζεύξης και περπάτα τριγύρω, κι αν τύχει κάποιος ο οποίος τυχαίνει να βρίσκεται συνέχεια κοντά σου να ανοίξει τα χαρτιά του και αποδειχτεί ότι είναι στην Ουλ Κόμα, τότε θα μπορούσες να τον συλλάβεις, σωστά;» Κανείς δεν χρειαζόταν να παραδεχτεί τίποτα,

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 371 ούτε στον εαυτό του. Ό σο δεν υπήρχε κάποια αλληλεπίδραση ενώ ο Μποντέν ήταν σε ασαφή κατάσταση, θα υπήρχε δυνατότητα αποποί­ ησης ευθύνης. «Σε παρακαλώ, Ντατ.» «Εντάξει. Αλλά άκου, αν πάω για έναν γαμημένο περίπατο και κά­ ποιος που βρίσκεται γεωπροσδιοριστικά κοντά μου δεν αποδειχτεί με βεβαιότητα ότι βρίσκεται στην Ουλ Κόμα, τότε δεν μπορώ να τον συλ- λάβω.» «Μια στιγμή. Έ χεις δίκιο.» Δεν μπορούσα να του ζητήσω να δια­ κινδυνεύσει να παραβιάσει. Και ο Μποντέν μπορεί να είχε περάσει στην άλλη πλευρά και να βρισκόταν στην Μπεσέλ. Σε αυτή την περί­ πτωση, ο Ντατ ήταν ανίσχυρος. «Εντάξει. Πήγαινε για τον περίπατό σου. Ενημέρωσέ με όταν φτάσεις στο Μέγαρο Ζεύξης. Πρέπει να κά­ νω άλλο ένα τηλεφώνημα.» Το έκλεισα και πληκτρολόγησα ένα άλλο νούμερο, επίσης χωρίς διεθνή κωδικό, παρόλο που ήταν σε άλλη χώρα. Παρά την ώρα, απά­ ντησαν το τηλέφωνο σχεδόν αμέσως και η φωνή που ακούστηκε ήταν σε εγρήγορση. «Κόργουι» είπα. «Αφεντικό; Χριστέ μου, αφεντικό, πού είσαι; Τ ι συμβαίνει; Είσαι καλά; Τι τρέχει;» «Κόργουι. Θα σου τα πω όλα, αλλά δεν μπορώ τώρα. Αυτή τη στιγμή θέλω να κινηθείς και να κινηθείς γρήγορα, χωρίς ερωτήσεις και απλά να κάνεις ακριβώς ό,τι σου πω. Θέλω να πας στο Μέγαρο Ζεύξης.» ΚΟΙΤΑΞΑ ΤΟ ΡΟΛΟΙ ΜΟΥ και έριξα μια ματιά στον ουρανό, που έμοιαζε να αντιστέκεται στο πρωινό. Στις αντίστοιχες πόλεις τους ο Ντατ και η Κόργουι ήταν στο δρόμο για τα σύνορα. Ο Ντατ με πήρε πρώτος. «Έφτασα, Μπόρλου.» «Μπορείς να τον δεις; Τον βρήκες; Πού είναι;» Σιγή. «Εντάξει, Ντατ, άκουσέ με.» Δεν θα έβλεπε κάτι το οποίο δεν θα ήταν σίγουρος ότι βρισκόταν στην Ουλ Κόμα, όμως δεν θα με έπαιρνε αν δεν υπήρχε κάποιος λόγος για επικοινωνία. «Πού βρίσκεσαι;»

3 7 2 China Mieville «Στη γωνία Ίλια και Σούχας.» «Χριστέ μου, μακάρι να ήξερα πώς να κάνω τηλεφωνική συνδιά­ σκεψη με αυτό το πράγμα. Έχω ενεργοποιήσει την αναμονή κλήσης, γι’ αυτά περίμενε στο αναθεματισμένο τηλέφωνο.» Απάντησα στην Κάργουι. «Κόργουι; Άκου.» Έ πρεπε να σταματήσω δίπλα στο πεζο­ δρόμιο και να συγκρίνω το χάρτη της Ουλ Κόμα στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου με τις γνώσεις μου για την Μπεσέλ. Το μεγαλύτερο μέ­ ρος από τις Παλιές Πόλεις ήταν αλληλοπλεγμένο. «Κόργουι, θέλω να πας στη γωνία Μπιούλα Στρας και... και Βάρσα Στρας. Έ χεις δει τις φωτογραφίες του Μποντέν, έτσι;» «Ναι...» «Ξέρω, ξέρώ.» Οδήγησα. «Αν δεν είσαι σίγουρη ότι βρίσκεται στην Μπεσέλ, μην τον ενοχλήσεις. Ό πω ς είπα, απλά σου ζητάω να πας έναν περίπατο, έτσι ώστε αν κάποιος αηοδεικννόταν ότι βρίσκεται στην Μπεσέλ, να μπορείς να τον συλλάβεις. Και να μου λες που βρίσκεσαι, εντάξει; Να προσέχεις.» «Τι να προσέχω, αφεντικό;» Ή ταν ένα θέμα. Ο Μποντέν δεν ήταν πιθανό να επιτεθεί ούτε στον Ντατ ούτε στην Κόργουι. Αν το έκανε, θα μετέτρεπε τον εαυτό του σε εγκληματία, στην Μπεσέλ ή στην Ουλ Κόμα. Αν επιτιθόταν και στους δυο, θα ήταν υπόλογος στην Παράβαση, κάτι που, παραδόξως, δεν ίσχυε ακόμα. Περπατούσε ισορροπημένα, πιθανώς και στις δυο πό­ λεις. Ένας πεζός του Σρέντιγκερ*. «Που βρίσκεσαι, Ντατ;» «Στα μισά της οδού Τέιπεϊ.» Το γεωπροσδιοριστικό αντίστοιχο της Τέιπεϊ στην Μπεσέλ ήταν η Μιράντι Στρας. Είπα στην Κόργουι πού να πάει. «Δεν θα αργήσω.» Ή μουν πάνω από το ποτάμι τώρα, και ο αριθμός των οχημάτων στους δρόμους αυξανόταν. «Ντατ, πού βρίσκεται εκείνος; Εννοώ, πού βρίσκεσαι εσύ;» Μου είπε. Ο Μποντέν έπρεπε να παραμένει σε αλληλοπλεγμένους δρό­ * Από τη «γάτα του Σρέντιγκερ», το διάσημο νοητικό πείραμα που αναλύει τη διττή φύση των κβάντων έναντι του πραγματικού, «κλασικού» κόσμου (Σ.τ.Μ.).

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 373 μους. Αν περπατούσε σε αποκλειστική περιοχή, θα δεσμευόταν σε μία πόλη, η αστυνομία της οποίας θα μπορούσε να τον συλλάβει. Οι πα­ μπάλαιοι δρόμοι του κέντρου ήταν πολύ στενοί, γεμάτοι στροφές, και με το αυτοκίνητο δεν θα κέρδιζα χρόνο, έτσι το παράτησα και άρχισα να τρέχω μέσα από τα λιθόστρωτα και κάτω από τις μαρκίζες της Παλιάς Πόλης της Μπεσέλ, δίπλα στα περίπλοκα μωσαϊκά και τις καμάρες της Παλιάς Πόλης της Ουλ Κόμα. «Άκρη!» φώναξα στους λιγοστούς ανθρώπους που βρίσκονταν στο δρόμο μου. Είχα το χέρι μου απλωμένο, δείχνοντας το σήμα της Παράβασης, στο άλλο μου χέρι το τηλέφωνο. «Είμαι στο τέλος της Μιράντι Στρας, αφεντικό.» Η φωνή της Κόρ- γουι είχε αλλάξει. Δεν θα παραδεχόταν ότι μπορούσε να δει τον Μπο- ντέν -δεν τον είδε, ούτε όμως τον αγνόησε, ήταν κάπου ανάμεσα στα δύο- αλλά πλέον δεν ακολουθούσε απλά τις οδηγίες μου. Ή ταν κοντά του. Ίσω ς μπορούσε να τη δει και κείνος. Για μια ακόμα φορά εξέτασα το όπλο του Ασίλ, αλλά δεν μπόρεσα να βγάλω άκρη. Δεν μπορούσα να το κάνω να δουλέψει. Το έβαλα πίσω στην τσέπη μου και πήγα στο σημείο που η Κόργουι περίμενε στην Μπεσέλ, ο Ντατ στην Ουλ Κόμα και στο οποίο ο Μποντέν περ­ πατούσε, χωρίς κανένας να ξέρει πού. ΠΡΩΤΑ ΕΙΔΑ ΤΟΝ ΝΤΑΤ. Ή ταν με την πλήρη στολή του, το χέρι του κρεμόταν με επίδεσμο από τον ώμο, το τηλέφωνο στο αυτί του. Τον χτύπησα ελαφρά στον ώμο καθώς τον πέρασα. Τρόμαξε πολύ, είδε ότι ήμουν εγώ και ανέπνευσε με δυσκολία. Έκλεισε το τηλέφωνό του αργά και υπέδειξε, φευγαλέα με τα μάτια του, προς μια κατεύθυνση. Με κοίταξε με μια έκφραση που δεν ήμουν σίγουρος ότι αναγνώριζα. Η ματιά δεν ήταν απαραίτητη. Παρόλο που ένας μικρός αριθμός ανθρώπων είχε βρει το θάρρος να κυκλοφορήσει στον εκτεταμένα αλληλοπλεγμένο δρόμο, διέκρινα αμέσως τον Μποντέν. Αυτός ο βη­ ματισμός. Παράξενος, αδύναμος. Δεν μπορούσες να τον περιγράφεις, αλλά για κείνους που είναι εξοικειωμένοι με τη γλώσσα του σώματος στην Μπεσέλ και την Ουλ Κόμα, το περπάτημά του ήταν παράταιρο

3 7 4 China Mieviu.e και ασύνδετο, σκόπιμο και χωρίς χώρα προέλευσης. Τον είδα από πίσω. Δεν περπατούσε χαλαρά, αλλά απομακρυνόταν βιαστικά με πα­ θολογική ουδετερότητα από τα κέντρα των πόλεων. Κάποια στιγμή θα έφτανε στα σύνορα, στα βουνά, στην υπόλοιπη ήπειρο. Οι λιγοστοί περίεργοι ντόπιοι που βρίσκονταν μπροστά του τον έβλεπαν, και στη συνέχεια με ολοφάνερη αβεβαιότητα μισο- απομάκρυναν το βλέμμα τους, χωρίς να ξέρουν που να κοιτάξουν. Τους έδειξα, έναν έναν, τους έκανα νόημα να φυγουν και απομακρύν­ θηκαν. Ίσως κάποιοι κοίταζαν από τα παράθυρά τους, αλλά αυτό μπορούσαν να το αρνηθουν. Προσέγγισα τον Μποντέν κάτω από τα ψηλά κτίρια της Μπεσέλ και τις περίπλοκες σπειροειδείς υδρορροές της Ουλ Κόμα. Λίγα μέτρα μακριά του, η Κόργουι με παρακολουθούσε. Απομά­ κρυνε το τηλέφωνό της και τράβηξε το όπλο της, αλλά ακόμα δεν κοιτούσε απευθείας τον Μποντέν, στην περίπτωση που εκείνος δεν βρισκόταν στην Μπεσέλ. Ίσως, από κάπου, να μας παρακολουθούσε η Παράβαση. Ο Μποντέν δεν είχε ακόμα παραβιάσει για να τραβήξει την προσοχή τους. Δεν μπορούσαν να τον αγγίξουν. Άπλωσα το χέρι μου καθώς περπατούσα, δεν μείωσα ταχύτητα, όμως η Κόργουι το κατάλαβε και τα βλέμματά μας συναντήθηκαν για λίγο. Κοιτάζοντας πίσω, είδα εκείνη και τον Ντατ, σε απόσταση μερι­ κών μέτρων, σε διαφορετικές πόλεις, να με κοιτάζουν. Είχε επιτέλους ξημερώσει. «ΜΠΟΝΤΕΝ.»» Γύρισε. Τα χαρακτηριστικά του ήταν τραβηγμένα. Το πρόσωπό του έδειχνε ένταση. Κρατούσε κάτι, που δεν μπορούσα να διακρίνω καλά. «Επιθεωρητή Μπόρλου. Περίεργο να σε συναντάω... εδώ;» Προ­ σπάθησε να χαμογελάσει πλατιά αλλά δεν τα κατάφερε πολύ καλά. «Που είναι το εδώ;» είπα. Σήκωσε τους ώμους του. «Είναι πραγμα­ τικά εντυπωσιακό αυτό που κάνεις» είπα. Σήκωσε τους ώμους του ξα­ νά, με έναν τρόπο που δεν ήταν ούτε της Μπες ούτε της Ουλ Κόμα.

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 375 Θα του έπαιρνε μια ή δυο μέρες περπατήματος, αλλά η Μπεσέλ και η Ουλ Κόμα είναι μικρές χώρες. Μπορούσε να το κάνει. Να φύγει περπατώντας. Πόσο έμπειρος πολίτης, πόσο επιδέξιος αστικός κάτοι­ κος και παρατηρητής πρέπει να ήταν, για να μπόρεσε να συμβιβάσει αυτές τις εκατομμύρια απαρατήρητες ιδιομορφίες που χαρακτήριζαν την αστική ιδιαιτερότητα, για να αποβάλει ή να συνενώσει συμπερι­ φορές. Με σημάδευε με ό,τι ήταν αυτό που κρατούσε. «Αν με πυροβολήσεις, θα σε πιάσει η Παράβαση.» «Αν μας παρακολουθούν» είπε. «Νομίζω ότι πιθανότατα είσαι ο μοναδικός άνθρωπος εδώ. Υπάρχουν αιώνες συνόρων που πρέπει να φυλαχθούν, μετά την αποψινή βραδιά. Και ακόμα κι αν μας παρακο­ λουθούν, είναι μια υπόθεση που σηκώνει συζήτηση. Τι είδους έγκλη­ μα θα ήταν; Πού βρίσκεσαι;» «Προσπάθησες να αφαιρέσεις το πρόσωπό της.» Αυτό το άσχημο σκίσιμο κάτω από το σαγόνι της. «Εσύ... Ό χι, ήταν το δικό της, το δικό της μαχαίρι. Δεν μπόρεσες, όμως. Αντί γι’ αυτό την πασάλειψες με μακιγιάζ.» Ανοιγόκλεισε τα μάτια του, δεν είπε τίποτα. «Λες κι αυτό θα τη μεταμφίεζε. Τ ι ’ναι αυτό;» Μου έδειξε το αντικείμενο, για μια στιγμή, προτού με σημαδέψει ξανά. Ή ταν κάποιου είδους οξει­ δωμένο μεταλλικό αντικείμενο, παμπάλαιο και άσχημο. Έβγαζε κά­ ποιον ρυθμικό ήχο. Κάποια μεταλλικά κομμάτια πάνω του ήταν και­ νούρια. «Έσπασε. Ό ταν εγώ.» Δεν ακούστηκε σαν να διστάζει. Απλά στα­ μάτησε να μιλάει. «...Χριστέ μου, μ’ αυτό τη χτύπησες. Ό ταν συνειδητοποίησες ότι ήξερε πως ήταν όλα ψέματα.» Το άρπαξε και τη χτύπησε σε μια στιγ­ μή οργής. Θα μπορούσε να παραδεχτεί τα πάντα τώρα. Ό σο παρέμε­ νε σε αυτή την ανώτερη θέση, δεν μπορούσε να τον αγγίξει κανένας νόμος. Πρόσεξα ότι η άκρη της λαβής του αντικειμένου που κρατού­ σε, η οποία ήταν στραμμένη προς τη μεριά του, κατέληγε σε ένα άσχημο, κοφτερό καρφί. «Το άρπαξες, τη χτύπησες στο κεφάλι και έπεσε κάτω.» Έ κανα κινήσεις μαχαιρώματος. «Ήταν η έξαψη της στιγμής» είπα. «Έτσι δεν είναι; Έτσι δεν είναι;

3 7 6 China Mieville «Επομένως, δεν ήξερες πώς να το πυροδοτήσεις; Είναι αλήθεια τότε;» είπα. «Όλες αυτές οι φήμες για “παράξενες ιδιότητες”. Είναι αυτό ένα από αντικείμενα που ήθελε η Σίαρ και Κορ; Για το οποίο έστειλε ένα από τα πιο υψηλόβαθμα στελέχη της να δει τα αξιοθέατα, σκάβοντας με τις φτέρνες του στο πάρκο; Απλά άλλος ένας τουρί­ στας;» «Δεν θα το χαρακτήριζα όπλο» είπε. «Όμως... μήπως θέλεις να δεις τι μπορεί να κάνει;» Το κούνησε. «Δεν μπήκες στον πειρασμό να το πουλήσεις;» Έδειξε προσβεβλη­ μένος. «Πώς ξέρεις τι κάνει;» «Είμαι αρχαιολόγος και ιστορικός» είπε. «Και είμαι απίστευτα κα­ λός σε αυτό. Και τώρα φεύγω.» «Θα βγεις από την πόλη περπατώντας;» Έ γειρε το κεφάλι του. «Ποια πόλη;» Κούνησε το όπλο του, όχι. «Δεν το ήθελα, ξέρεις» είπε. «Εκείνη ήταν...» Αυτή τη φορά τα λό­ για του έσβησαν. Ξεροκατάπιε. «Θα πρέπει να ήταν πολύ θυμωμένη. Ό ταν συνειδητοποίησε ότι της έλεγες ψέματα.» «Έλεγα πάντα την αλήθεια. Με άκονσες, επιθεωρητή. Σ’ το είπα πολλές φορές. Δεν υπάρχει Ορσίνι.» «Την κολάκευες; Της είπες ότι ήταν η μόνη στην οποία μπορούσες να αποκαλύψεις την αλήθεια;» «Μπόρλου, μπορώ να σε σκοτώσω επιτόπου και, το καταλαβαίνεις, κανείς δεν θα ξέρει ούτε που είσαι. Αν ήσουν στο ένα μέρος ή στο άλλο μπορεί να με κυνηγούσαν, όμως δεν είσαι. Το θέμα είναι, και το ξέρω πως δεν θα γινόταν έτσι, όπως το ξέρεις και εσύ, αλλά αυτό συμβαίνει επειδή κανένας σε αυτό το μέρος, και αυτό περιλαμβάνει και την Παράβαση, δεν υπακούει στους κανόνες, τους δικούς τους κανόνες, γιατί αν το έκαναν, θα γινόταν πράγματι έτσι. Το θέμα λοιπόν είναι ότι αν σε σκότωνε κάποιος, για τον οποίον κανένας δεν ήταν σίγουρος σε ποια πόλη βρίσκεται, και ούτε για το πού βρίσκεσαι εσύ, το πτώμα σου θα έμενε να σαπίζει εδώ, για πάντα. Οι άνθρωποι θα έπρεπε να περνάνε από πάνω του. Επειδή κανένας δεν παραβίασε.

Η ΠΟΛΗ & H ΠΟΛΗ 377 Ούτε η Μπεσέλ, ούτε η Ουλ Κόμα θα διακινδύνευε να το απομακρύ- νει. Θα κειτόταν εκεί αναδίδοντας μια αποφορά και στις δυο πόλεις μέχρι να λιώσει και να απομείνει μοναχά ένας λεκές. Φεύγω, Μπόρ- λου. Νομίζεις ότι η Μπεσέλ θα έρθει να σε βοηθήσω αν σε πυροβολή­ σω, ή η Ουλ Κόμα;» Η Κόργουι και ο Ντατ πρέπει να τον άκουσαν, αν και προσποιούνταν ότι αγνοούσαν. Ο Μποντέν κοίταζε μόνο εμένα και δεν κουνιόταν. «Λοιπόν, η Παράβαση, ο συνεργάτης μου, είχε δίκιο» είπα. «Ακόμα κι αν το είχε σκεφτεί αυτό ο Μπούριτς, δεν είχε τη γνώση ή την υπομο­ νή να το οργανώσει με τέτοιο τρόπο ώστε να ξεγελάσει τη Μαχάλια. Εκείνη ήταν έξυπνη. Εδώ χρειαζόταν κάποιος που γνώριζε την παρα­ φιλολογία, τα μυστικά και τις φήμες περί Ορσίνι, όχι απλά λίγο, αλλά στο απόλυτο. Ολοκληρωτικά. Είπες την αλήθεια, όπως λες. Δεν υπάρ­ χει Ορσίνι. Το είπες ξανά και ξανά. Αυτό ήταν το θέμα, έτσι δεν είναι; »Δεν ήταν ιδέα του Μπούριτς, έτσι δεν είναι; Μετά από εκείνο το συνέδριο στο οποίο είχε προκαλέσει ολόκληρη αναστάτωση; Σίγου­ ρα δεν ήταν ιδέα της Σίαρ και Κορ - θα είχαν προσλάβει κάποιον για να κάνει πιο αποτελεσματικό λαθρεμπόριο, μια μικρού κόστους επι­ χείρηση σαν αυτήν, απλά εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία που τους παρουσιάστηκε. Σίγουρα χρειαζόσουν τους πόρους του Μπούριτς για να τη βάλεις σε λειτουργία, και κείνος δεν επρόκειτο να απορρίψει την ευκαιρία να κλέψει από την Ουλ Κόμα και να δώσει προβάδισμα στην Μπεσέλ -πόσο μεγάλη ήταν η επένδυση που έγινε;-και να βγά­ λει κι αυτός κάτι. Όμως, η ιδέα ήταν δική σου και δεν ήταν ποτέ για τα λεφτά. »Ήταν επειδή σου έλειπε η Ορσίνι. Μια λύση για να την έχεις και πάλι. Ναι, σίγουρα είχες άδικο για την Ορσίνι, όμως μπορούσες επί­ σης να το κάνεις να φαίνεται ότι είχες δίκιο.» Είχε γίνει εκσκαφή πολύτιμων, επιλεγμένων τεχνουργημάτων, τις λεπτομέρειες των οποίων μπορούσαν μόνο οι αρχαιολόγοι να γνωρί­ ζουν - ή εκείνοι που τα είχαν αφήσει εκεί, όπως πίστευε η καημένη η Γιολάντα. Η υποτιθέμενη Ορσίνι στέλνει ξαφνικές οδηγίες στον υπο­ τιθέμενο πράκτορά της να μην καθυστερήσει, χωρίς να του αφήνει

3 7 8 China Mieville χρόνο να σκεφτεί ή να ξανασκεφτεί - μόνο, γρήγορα, απελευθέρωσε τα πράγματά μας, φέρ’τα μας πίσω. «Είπες στη Μαχάλια ότι ήταν η μοναδική στην οποία θα έλεγες την αλήθεια. Ό τι όταν γύρισες την πλάτη σου στο βιβλίο σου, το είχες κάνει απλά και μόνο για να ξεγελάσεις κάποιους; Ή μήπως της είπες ότι ήταν δειλία; Αυτό θα την κέρδιζε. Βάζω στοίχημα ότι αυτό έκα­ νες.» Τον πλησίασα. Η έκφρασή του άλλαξε. «“Ντρέπομαι για τον εαυτό μου, Μαχάλια, η πίεση ήταν πολύ μεγάλη. Είσαι πιο θαρραλέα από μένα, συνέχισε εσύ. Είσαι πολύ κοντά, θα τη βρεις...” Οι μπουρ- δες σου κατέστρεψαν όλη σου την καριέρα και δεν μπορείς να γυρί­ σεις το χρόνο πίσω. Άρα η δεύτερη καλύτερη επιλογή που είχες ήταν με κάποιον τρόπο να δείξεις πως ήταν όλα αλήθεια. Είμαι σίγουρος ότι τα λεφτά ήταν καλά - μη μου πεις ότι δεν σε πλήρωναν, ο Μπού- ριτς είχε τους λόγους του και η Σίαρ και Κορ τους δικούς της, και οι εθνικιστές είναι ιδανικοί για οποιονδήποτε ξέρει να χειρίζεται τα λό­ για και έχει φουσκωμένο πορτοφόλι. Όμως, αυτό που ενδιέφερε εσέ­ να ήταν η Ορσίνι, έτσι δεν είναι; «Όμως η Μαχάλια ανακάλυψε ότι ήταν όλα ανοησίες, διδάκτορα Μποντέν.» Πόσο τελειότερη θα ήταν αυτή η ψεύτικη ιστορία, που εμφανιζό­ ταν για δεύτερη φορά, αφού μπορούσε να κατασκευάσει τα αποδει­ κτικά στοιχεία, όχι μόνο από φιλολογικά αποσπάσματα, όχι μόνο από αναφορές παρανοημένων εγγράφων, αλλά θα μπορούσε να προσθέ­ σει σε όλα αυτά κατασκευασμένες πηγές, να προτείνει κείμενα φανα­ τικών, ακόμα και να δημιουργήσει μηνύματα -και προς τον εαυτό του, για να παραπλανήσει εκείνη και αργότερα εμάς, τα οποία ταυτό­ χρονα μπορούσε να απαξιώσει ως ανύπαρκτα- από έναν ανύπαρκτο τόπο. Παρ’ όλα αυτά, όμως, εκείνη βρήκε την αλήθεια. «Αυτό θα πρέπει να ήταν δυσάρεστο για σένα» είπα. Το βλέμμα του ήταν απλανές. «Έγινε... Αυτός είναι ο λόγος.» Του είπε ότι οι παραδόσεις που έκανε -και επομένως όλες οι κρυφές πλη­ ρωμές- θα σταματούσαν. Δεν ήταν αυτό που τον εξόργισε. «Νόμιζε ότι είχαν ξεγελάσει και σένα; Ή μήπως συνειδητοποίησε ότι

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 379 εσύ κρυβόσουν πίσω από όλα;» Ή ταν εντυπωσιακό το γεγονός ότι μια τέτοια λεπτομέρεια έπρεπε να προκόψει σχεδόν μέσω συνεπαγωγής. «Νομίζω ότι δεν ήξερε. Δεν ήταν στο χαρακτήρα της να σε σαρκάζει. Νομίζω ότι θεωρούσε πως σε προστάτευε. Νομίζω ότι κανόνισε να σε συ­ ναντήσει για να σε προστατέψει. Για να σου πει ότι και οι δυο σας εξα- πατηθήκατε από κάποιον. Ό τι βρισκόσασταν και οι δυο σε κίνδυνο.» Το μένος εκείνης της επίθεσης. Η προσπάθεια, αυτή η έκτων υστέ­ ρων θεμελίωση ενός αποτυχημένου εγχειρήματος, είχε καταστραφεί. Δεν υπάρχει λόγος να προσπαθείς, όταν η υπόθεση είναι χαμένη. Απλά και μόνο εξαιτίας του γεγονότος ότι η Μαχάλια τον είχε ξεπε- ράσει σε εξυπνάδα, χωρίς καν να το ξέρει, συνειδητοποιώντας ότι η επινόησή του ήταν απλά μια επινόηση, παρά τις προσπάθειές του να σφραγίσει το δημιούργημά του, να το στεγανοποιήσει. Τον συνέτριψε χωρίς δόλο ή κακία. Τα στοιχεία είχαν καταστρέψει για άλλη μια φορά το επινόημά του, τη βελτιωμένη έκδοση, την Ορσίνι νούμερο δυο, όπως είχε γίνει και την προηγούμενη φορά, όταν το είχε πιστέψει και ο ίδιος. Η Μαχάλια πέθανε επειδή απέδειξε στον Μποντέν ότι ήταν ανόητος που πίστευε στο θρύλο που ο ίδιος είχε δημιουργήσει. «Τι είναι αυτό το πράγμα; Μήπως εκείνη...;» Όμως η Μαχάλια δεν θα μπορούσε να το έχει βγάλει έξω, κι αν το είχε παραδώσει, δεν θα βρισκόταν στα χέρια του. «Αυτό το έχω χρόνια» είπε. «Αυτό το βρήκα μόνος μου. Ό ταν άρχισα τις πρώτες ανασκαφές. Τα μέτρα ασφαλείας δεν ήταν πάντα όπως είναι τώρα.» «Που συναντηθήκατε; Στις μπουρδες ντισένσους; Σε κάποιο παλιό άδειο κωλοκτίριο που της είπες ότι εκεί η Ορσίνι έκανε τα μαγικά της;» Δεν είχε σημασία. Το μέρος του φόνου θα ήταν απλά κάποιο άδειο μέρος. «Θα με πίστευες αν σου έλεγα ότι πραγματικά δεν θυμάμαι τη συ­ γκεκριμένη στιγμή;» είπε προσεκτικά. «Ναι.» «Απλά αυτή η συνεχής, αυτή...» Η λογική, που διέλυσε το δημιούρ­ γημά του. Τσως να της είχε δείξει το τεχνούργημα ως αποδεικτικό

3 8 0 China Mieville στοιχείο. Δεν είναι τι Ορσίνι! ίσως να είπε εκείνη. Πρέπει να σκεφτονμε! Ποιος μπορεί να θέλει αντά τα αντικείμενα; Η οργή σε αυτό. «Εσύ το έσπασες.» «Όχι ανεπανόρθωτα. Είναι σκληρό. Τα τεχνουργήματα είναι σκλη­ ρά.» Παρότι χρησιμοποιήθηκε για να τη χτυπήσει μέχρι θανάτου. «Ήταν καλή ιδέα να την περάσετε από το Μέγαρο Ζεύξης.» «Όταν κάλεσα τον Μπούριτς, δεν χάρηκε που θα έστελνε τον οδηγό, αλλά κατάλαβε. Η μύίτσια και η ηολισζάι ποτέ δεν αποτελούσαν πρόβλη­ μα. Δεν έπρεπε να αφήσουμε την Παράβαση να μας πάρει χαμπάρι.» «Οι χάρτες σου, όμως, είναι ξεπερασμένοι. Τους είδα τότε στο γρα­ φείο σου. Ό λη αυτή η σαβούρα που μαζέψατε εσύ ή ο Γιορτζ -ήταν από το μέρος που τη σκοτώσατε;- ήταν άχρηστη.» «Πότε φτιάχτηκε εκείνος ο χώρος για σκέιτ;» Προς στιγμήν κατά- φερε να ακουστεί σαν να έκανε αυθόρμητο χιούμορ. «Το μέρος υπο­ τίθεται ότι έβγαζε κατευθείαν στις εκβολές του ποταμού.» Ό που εκεί­ να τα παλιοσίδερα θα την πήγαιναν στον πάτο. «Ο Γιόρτζαβιτς δεν ήξερε τα κατατόπια; Η πόλη του ήταν. Ωραίος στρατιώτης.» «Δεν είχε ποτέ λόγο να πάει στο Πόκοστ. Εγώ είχα να περάσω στην άλλη μεριά από τότε που έγινε το συνέδριο. Είχα αγοράσει εκείνο το χάρτη που του έδωσα πριν χρόνια, και ήταν σωστός την τελευταία φορά που ήμουν εκεί.» «Είναι αυτή η αναθεματισμένη αστική αναδόμηση, έτσι δεν είναι; Ξαφνικά βρίσκεται εκεί, με το φορτηγάκι φορτωμένο, και μπροσιά του υπάρχουν ράμπες του σκέιτ που του εμποδίζουν την πρόσβαση στο νερό, και έχει αρχίσει να ξημερώνει. Ό ταν αυτό πήγε στραβά, τότε ήταν που ο Μπούριτς και εσύ... τσακωθήκατε.» «Όχι ακριβώς. Ανταλλάξαμε κουβέντες, αλλά πιστέψαμε ότι ο θό­ ρυβος είχε καταλαγιάσει. Ό χι, αυτό που τον προβλημάτισε ήταν η δική σον επίσκεψη στην Ουλ Κόμα» είπε. «Τότε ήταν που συνειδητο­ ποίησε ότι υπήρχε πρόβλημα.» «Άρα... κατά κάποιον τρόπο σου χρωστάω μια συγγνώμη...» Προ­ σπάθησε να σηκώσει τους ώμους του αδιάφορα. Ακόμα και αυτή η

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 381 κίνηση είχε αβέβαιη αστική προέλευση. Εξακολουθούσε να ξεροκα­ ταπίνει, αλλά οι νευρικές του συσπάσεις δεν πρόδιδαν τίποτα για το μέρος στο οποίο βρισκόταν. «Αν θέλεις» είπε. «Τότε ήταν που έβγαλε τους Αληθινούς Πολίτες του για κυνήγι. Προσπάθησε ακόμα και να σε κάνει να κατηγορήσεις την Πρώτα η Κόμα, με κείνη τη βόμβα. Και νομίζω ότι θεωρούσε πως το πίστευα κι εγώ.» Ο Μποντέν έδειχνε αηδιασμένος. «Θα πρέπει να είχε ακούσει για τότε που είχε ξανασυμβεί.» «Σίγουρα. Όλες αυτές οι σημειώσεις που έγραφες στην Πρόδρομη γλώσσα, απειλώντας τον εαυτό σου για να μας ξεφορτωθείς. Ψεύτικες διαρρήξεις. Ενίσχυαν τη θεωρία σου για την Ορσίνι.» Ο τρόπος που με κοίταξε με έκανε να συγκρατηθώ για να μην πω Τις μαλαχίες σου. «Και η Γιολάντα;» «Πραγματικά... λυπάμαι γι’ αυτήν. Ο Μπουριτς θα πρέπει να σκε­ φτόταν ότι εκείνη κι εγώ ήμασταν... ότι η Μαχάλια ή εγώ της είχαμε πει κάτι.» «Δεν το είχες κάνει όμως. Ούτε η Μαχάλια - την προστάτεψε από όλα αυτά. Στην πραγματικότητα, η Γιολάντα ήταν το μοναδικό άτομο που πί­ στευε στην Ορσίνι από την αρχή. Ή ταν η μεγαλύτερη οπαδός σου. Εκείνη και οΆικαμ.» Με κοίταξε με πρόσωπο παγωμένο. Ήξερε ότι κανένας από τους δυο τους δεν ήταν ιδιαίτερα έξυπνος. Δεν είπα τίποτα για λίγο. «Χριστέ μου, είσαι ψεύτης, Μποντέν» είπα. «Ακόμα και τώρα, Χρι­ στέ μου. Νομίζεις πως δεν ξέρω ότι εσύ ήσουν αυτός που είπε στον Μπούριτς ότι η Γιολάντα θα ήταν εκεί;» είπα και μπορούσα να ακού­ σω την τρεμάμενη αναπνοή του. «Εσύ τους έστειλες εκεί για την περί­ πτωση που ήξερε κάτι. Αλλά όπως είπα, δεν ήξερε τίποτα. Έβαλες να τη σκοτώσουν για το τίποτα. Ό μως εσύ γιατί ήρθες; Ή ξερες ότι θα προσπαθούσαν να σκοτώσουν και σένα.» Κοιτάξαμε ο ένας τον άλλο για αρκετή ώρα χωρίς να μιλάμε. «...Ήθελες να είσαι σίγουρος, έτσι δεν είναι;» είπα. «Το ίδιο και κείνοι.» Δεν θα έστελναν τον Γιόρτζαβιτς ούτε θα οργάνωναν αυτή την απί­ στευτη διασυνοριακή δολοφονία μόνο για τη Γιολάντα. Δεν ήταν καν

3 8 2 China Mievilue βέβαιοι για το τι ήξερε, αν ήξερε κάτι. Ο Μποντέν, όμως, ήξεραν τι γνώριζε. Τα πάντα. Θεωρούσε πως το πίστευα κι εγώ, είχε πει. «Τους είπες ότι εκείνη θα βρίσκεται εκεί, κι ότι θα πήγαινες κι εσυ επειδή η Πρώτα η Κόμα προσπαθούσε να σε σκοτώσει. Νόμιζαν πραγματικά πως το είχες πι­ στέψει; Μπορούσαν όμως να το ελέγξουν, έτσι δεν είναι;» Έδωσα μό­ νος μου την απάντηση. «Αλλά αν εμφανιζόσουν... Έπρεπε να εμφανι­ στείς, αλλιώς θα ήξεραν ότι τους κορόιδευες. Αν ο Γιόρτζαβιτς δεν σε είχε δει, θα είχε καταλάβει ότι σχέδιαζες κάτι. Έ πρεπε να έχει και τους δυο στόχους εκεί.» Ο παράξενος βηματισμός και τρόπος του Μπονιέν στο μέγαρο. «Άρα έπρεπε να εμφανιστείς και να προσπαθή­ σεις να έχεις πάντα κάποιον ανάμεσά σας...» Σταμάτησα. «Ήταν τρεις οι στόχοι;» είπα. Στο κάτω κάτω, εγώ ήμουν ο λόγος που όλα είχαν πάει στραβά. Κούνησα το κεφάλι μου. «Ήξερες ότι θα προσπαθούσαν να σε σκοτώσουν, αλλά άξιζε τον κόπο να διακινδυνεύσεις για να την ξεφορτωθείς. Τέλεια κάλυψη.» Ποιος θα τον υποπτευόταν για συνενοχή, αφού η Ορσίνι είχε προσπα­ θήσει να τον σκοτώσει; Η έκφρασή του άρχιζε να δείχνει ενόχληση. «Που είναι ο Μπουριτς;» «Νεκρός.» «Ωραία. Ωραία...» Έκανα ένα βήμα προς το μέρος του. Έτεινε το τεχνούργημα προς το μέρος μου, σαν να ήταν κάποιο κοντόχοντρο ραβδί από την Εποχή του Χαλκού. «Τι σε νοιάζει;» είπα. «Τι θα κάνεις; Πόσο καιρό έχεις ζήσει στις πό­ λεις; Τώρα τι; Έχει τελειώσει. Η Ορσίνι κατέρρευσε.» Αλλο ένα βήμα· εκείνος εξακολουθούσε να με σημαδεύει, αναπνέοντας από το στόμα και με μάτια διάπλατα ανοιχτά. «Έχεις μία επιλογή. Έχεις πάει στην Μπε- σέλ. Έχεις ζήσει στην Ουλ Κόμα. Ένα μέρος έχει μείνει. Έλα. Σκοπεύεις να ζήσεις ανώνυμα στην Κωνσταντινούπολη; Στη Σεβαστούπολη; Θα φτάσεις μέχρι το Παρίσι; Νομίζεις ότι αυτό θα είναι αρκετό; »Η Ορσίνι είναι μαλακίες. Θέλεις να δεις τι βρίσκεται στην πραγ­ ματικότητα ανάμεσα;»

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 383 Έ να παρατεταμένο δευτερόλεπτο. Δίοτασε για λίγο για να κρατή­ σει κάπως τα προσχήματα. Ένας κακός, σπασμένος άντρας. Το μόνο πιο απαίσιο πράγμα κι από αυτά που είχε κάνει ήταν η μισοκρυμμένη προθυμία με την οποία δέχτηκε την προσφορά μου. Δεν ήταν γενναιότητα από τη μεριά του να έρθει μαζί μου. Μου έτεινε αυτό το βαρύ αντικείμενο και το πήρα. Κροτάλισε. Ο σφαιρικός κορμός του ήταν γεμάτος γρανάζια, ήταν εκείνοι οι παλιοί γραναζωτοί μηχανισμοί που είχαν δημιουργήσει τα κοψίματα στο κεφάλι της Μαχάλια όταν τη χτύπησε το μεταλλικό αντικείμενο. Έγειρε αναστενάζοντας ελαφρά: απολογία, παραδοχή, ανακούφι­ ση. Δεν πρόσεχα και δεν θυμάμαι. Δεν τον συνέλαβα -δεν ήμουν ηο- Χισζάι εκείνη τη στιγμή, και τα μέλη της Παράβασης δεν κάνουν συλ­ λήψεις-, όμως τον είχα, και ξεφύσηξα με ανακούφιση, γιατί όλα είχαν τελειώσει. Ο Μ π ο ν τ ε ν ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΔΕΙΞΕΙ ΑΚΟΜΑ πού βρισκόταν. «Σε π ο ια πόλη είσαι;» ρώτησα. Ο Ντατ και η Κόργουι ήταν κοντά, έτοιμοι και όποιος από τους δύο βρισκόταν στην ίδια πόλη με κείνον θα μπορούσε να τον πιάσει, όταν θα το έλεγε. «Και στις δύο» είπε. Έτσι, τον άρπαξα από το σβέρκο, τον γύρισα και τον οδήγησα μακριά. Κάτω από την εξουσία που μου είχε δοθεί, έφερνα την Πα­ ράβαση μαζί μου, τον τύλιξα μέσα της, τον έβγαλα από τις δύο πόλεις και τον έβαλα σε καμία, μέσα στην Παράβαση. Η Κόργουι και ο Ντατ με παρακολούθησαν να τον απομακρύνω από κοντά τους. Τους έγνε­ ψα ευχαριστώ διαμέσου των συνόρων τους. Δεν κοίταξαν ο ένας τον άλλο, αλλά μου ένευσαν και οι δυο. Καθώς οδηγούσα τον Μποντέν, που έσερνε τα πόδια του δίπλα μου, μου πέρασε από το μυαλό ότι η παραβίαση που είχα εξουσιοδοτηθεί να καταδιώξω, την οποία ακόμα ερευνούσα και στην οποία εκείνος ήταν αποδεικτικό στοιχείο, ήταν εκείνη που είχα διαπράξει εγώ.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟΣΙ ΕΝΝΕΑ ΔΕΝ ΤΟ ΞΑΝΑΕΙΔΑ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΜΗΧΑΝΗΜΑ. Εξαφανίστηκε acq γραφει­ οκρατία της Παράβασης. Δεν είδα ποτέ τι ήταν αυτό που μπορούσε να κάνει, τι ήταν αυτό που ήθελε η Σίαρ και Κορ ή αν πράγματι μπο­ ρούσε να κάνει κάτι. Μετά τα επακόλουθα της Νύχτας της Εξέγερσης, η Ουλ Κόμα έβριθε από ένταση. Η μιλίτσια, ακόμα και αφού οι εναπομείναντες ενωτικοί είχαν απομακρυνθεί ή συλληφθεί ή είχαν κρύψει τα διακρι­ τικά τους και είχαν εξαφανιστεί, άρχισε να κάνει την παρουσία της αισθητή με περισσότερη αστυνόμευση. Οι υπέρμαχοι των ατομικών δικαιωμάτων παραπονέθηκαν. Η κυβέρνηση της Ουλ Κόμα ανακοί­ νωσε μια νέα εκστρατεία, Άγρυπνοι Γείτονες, καλή γειτονία που ανα­ φερόταν και στους ανθρώπους της διπλανής πόρτας (τι κάνουν;) και στη συνδεμένη πόλη (δείτε πόσο σημαντικά είναι τα σύνορα). Στην Μπεσέλ η νύχτα οδήγησε σε ένα είδος υπερβάλλουσας σιω­ πής. Η αναφορά και μόνο θεωρήθηκε κακοτυχία. Σύσσωμες οι εφη­ μερίδες το πέρασαν στα μικρά γράμματα. Οι πολιτικοί, αν έλεγαν κάτι, έκαναν πλάγιες αναφορές σε πρόσφατες εντάσεις ή κάτι παρόμοιο. Αλλά υπήρχε ένα σάβανο. Η πόλη βρισκόταν υπό κατοχή. Ο πληθυ­ σμός των ενωτικών της πόλης ήταν αποδεκατισμένος, τα κατάλοιπα το ίδιο προσεκτικά και αθέατα όπως και στην Ουλ Κόμα. Ο καθαρισμός ήταν γρήγορος και από τις δύο μεριές. Το κλείσιμο των συνόρων από την Παράβαση διήρκησε τριάντα έξι ώρες και δεν αναφέρθηκε ξανά. Η νύχτα οδήγησε σε είκοσι δύο θανάτους στην

3 8 8 China Mieville Ουλ Κόμα, δεκατρείς στην Μπεσέλ, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι πρόσφυγες που σκοτώθηκαν στην αρχική σύγκρουση, ούτε όσοι εξα­ φανίστηκαν. Τώρα υπήρχαν περισσότεροι ξένοι δημοσιογράφοι και στις δυο πόλεις, που έκαναν λιγότερο ή περισσότερο διακριτικές ανα­ φορές στις εξελίξεις. Έκαναν συχνές προσπάθειες να κανονίσουν μια συνέντευξη -«ανώνυμη, φυσικά»- με εκπροσώπους της Παράβασης. «Έχει αποχωρήσει ποτέ κανένας από τις τάξεις της Παράβασης;» είπα. «Βέβαια» είπε ο Ασίλ. «Αλλά τότε παραβιάζουν, είναι εσόριστοι, και είναι δικοί μας.» Περπατούσε προσεκτικά και είχε επιδέσμους κάτω από τα ροΰχα και το εσωτερικό του αλεξίσφαιρο. Όταν, την πρώτη μέρα μετά τις αναταραχές, επέστρεψα στο γρα­ φείο σέρνοντας μαζί μου έναν σχεδόν πειθήνιο Μποντέν, με κλείδω­ σαν στο κελί μου. Η πόρτα όμως παρέμεινε ξεκλείδωτη από τότε. Πέρασα τρεις μέρες με τον Ασίλ, από τη στιγμή που πήρε εξιτήριο από όποιο κρυμμένο νοσοκομείο λαμβάνουν φροντίδα τα μέλη της Παράβασης. Πέρασε την κάθε μέρα με τη συντροφιά μου, περπατώ­ ντας στις πόλεις, στην Παράβαση. Μάθαινα από κείνον πώς να περ­ πατάω ανάμεσά τους, πρώτα στη μία μετά στην άλλη ή και στις δυο, χωρίς όμως την επιδεικτική, αφύσικη κίνηση του Μποντέν - με περισ­ σότερο συγκαλυμμένο δισταγμό. «Πώς μπόρεσε να το κάνει; Να περπατάει έτσι;» «Είναι ένας μελετητής των πόλεων» είπε ο Ασίλ. «Ίσως χρειαζόταν ένας ξένος για να δει πραγματικά πώς διαφοροποιούν τον εαυτό τους οι κάτοικοι, ούτως ώστε να περπατήσει στο ενδιάμεσο.» «Που βρίσκεται;» Είχα ρωτήσει πολλές φορές τον Ασίλ. Απε'φευγε να απαντήσει με διάφορους τρόπους. Εκείνη τη φορά, όπως είχε κά­ νει και πριν, είπε: «Υπάρχουν μηχανισμοί. Τον έχουμε τακτοποιήσει.» Ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος και σκοτεινός, ψιλόβρεχε. Σήκω­ σα το γιακά του παλτού μου. Βρισκόμασταν δυτικά από το ποτάμι, δίπλα στις αλληλοπλεγμένες σιδηροδρομικές γραμμές, μια σύντομη έκταση από ράγες που χρησιμοποιούνταν από τα τρένα και των δυο πόλεων, όπως συμφωνούσαν διεθνώς οι πίνακες δρομολογίων.

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 389 «Το θέμα όμως είναι ότι ποτέ δεν παραβίασε.» Δεν είχα εκφράσει ξανά αυτή την ανησυχία στον Ασίλ. Γύρισε να με κοιτάξει, έτριψε το τραύμα του. «Κάτω από ποια εξουσία τον... Πώς μπορούμε και τον κρατάμε;» Ο Ασίλ με οδήγησε γύρω από τα περίχωρα της ανασκαφής του Μπολ ΓΓαν. Μπορούσα να ακούσω τα τρένα στην Μπεσέλ, βόρεια από μας, στην Ουλ Κόμα στα νότια. Δεν θα πηγαίναμε μέσα, ούτε καν αρκετά κοντά στο Μπολ Γι’αν για να μας δουν, όμως ο Ασίλ, χωρίς να το λέει, εξέταζε τα διάφορα στάδια της υπόθεσης. «Εννοώ» είπα «ξέρω ότι η Παράβαση δεν λογοδοτεί σε κανέναν, όμως... πρέπει να παρουσιάζετε αναφορές. Για όλες σας τις υποθέ­ σεις. Στην Επιτροπή Επιτήρησης.» Με κοίταξε με κάποια έκπληξη. «Ξέρω, ξέρω ότι έχουν χάσει την αξιοπιστία τους λόγω του Μπουριτς, αλλά η γραμμή τους είναι ότι αυτό έγινε από κάποιο μέλος και όχι από την ίδια την επιτροπή. Οι έλεγχοι και οι ισορροπίες ανάμεσα στις πόλεις και την Παράβαση παραμένουν ίδιες, έτσι δεν είναι; Δεν νομί­ ζεις πως έχουν κάποιο δίκιο; Άρα θα πρέπει να δικαιολογήσετε την κράτηση του Μποντέν.» «Κανείς δεν νοιάζεται για τον Μποντέν» είπε τελικά. «Ούτε η Ουλ Κόμα, ούτε η Μπεσέλ, ούτε ο Καναδάς, ούτε η Ορσίνι. Αλλά ναι, θα τους παρουσιάσουμε μια φόρμα. \"Ισως, αφού πέταξε το πτώμα της Μαχάλια, να επέστρεψε πίσω στην Ουλ Κόμα παραβιάζοντας.» «Δεν την πέταξε αυτός, ήταν ο Γιορτζ-» είπα. «\"Ισως έτσι το έκανε» συνέχισε ο Ασίλ. «Θα δούμε. \"Ισως τον σπρώ­ ξουμε στην Μπεσέλ και τον τραβήξουμε πίσω στην Ουλ Κόμα. Αν λέμε ότι έκανε παραβίαση, τότε έκανε.» Τον κοίταξα. Η Μαχάλια είχε φύγει. Το σώμα της είχε επιτέλους γυρίσει σπίτι. Ο Ασίλ μου το είπε τη μέρα που οι γονείς της έκαναν την κηδεία. Η Σίαρ και Κορ δεν είχε φύγει από την Μπεσέλ. Θα διακινδύνευε να τραβήξει την προσοχή, αν αποτραβιόταν μετά τις ανατριχιαστικές, μπερδεμένες αποκαλύψεις των ενεργειών του Μπουριτς. Τα τεχνολο­ γικά επιτεύγματα της εταιρείας είχαν εκτοξευθεί, όμως δεν μπορούσε να αποδειχτεί κάποια σύνδεση. Ο πιθανός σύνδεσμος του Μπουριτς

3 9 0 China Mieville ήταν ένας αξιολύπητος άγνωστος, και είχαν γίνει λάθη. Όμως, είχαν αρχίσει να τοποθετούνται δικλείδες ασφαλείας. Κυκλοφορούσαν φή­ μες για επικείμενη πώληση της ΚόρΙντεκ. Ο Ασίλ κι εγώ κυκλοφορούσαμε με τραμ, μετρά, λεωφορείο, ταξί, με τα πόδια. Προχωρούσαμε σαν βελόνα στην ύφανση της Μπεσέλ και της Ουλ Κόμα. «Τι θα γίνει με την παραβίασή μου;» τον ρώτησα τελικά. Περιμέ­ ναμε και οι δύο για μέρες. Δεν ρώτησα Πότε θα γυρίσω πίσω; Πήραμε τον οδοντωτό για την κορυφή του πάρκου από τον οποίο είχε πάρει και το όνομά του, τουλάχιστον στην Μπεσέλ. «Αν είχε έναν ενημερωμένο χάρτη της Μπεσέλ, ποτέ δεν θα την έβρισκες» είπε ο Ασίλ. «Ορσίνι.» Κούνησε το κεφάλι του. «Βλέπεις καθόλου παιδιά στην Παράβαση;» είπε. «Πώς θα μπο­ ρούσε να γίνει; Κι αν γεννιόνταν κάποια-» «Θα πρέπει» τον διέκοψα, αλλά η φωνή του κάλυψε τη δική μου. «-πώς θα μπορούσαν να ζήσουν εδώ;» Τα σύννεφα πάνω από τις πό­ λεις ήταν εντυπωσιακά, τα παρακολούθησα αντί για κείνον και φα­ ντάστηκα εγκαταλειμμένα παιδιά. «Ξέρεις πώς έγινα μέλος της Πα­ ράβασης» είπε ξαφνικά. «Πότε θα γυρίσω σπίτι;» είπα μάταια. Χαμογέλασε όταν το άκουσε. «Έκανες άριστη δουλειά. Έ χεις δει πώς δουλεύουμε. Αυτό που συμβαίνει στις πόλεις δεν συμβαίνει πουθενά αλλού» είπε. «Δεν είμα­ στε μόνο εμείς που τους κρατάμε χωριστά. Είναι όλοι στην Μπεσέλ και όλοι στην Ουλ Κόμα. Κάθε στιγμή, κάθε μέρα. Εμείς είμαστε απλά το τελευταίο οχυρό. Οι κάτοικοι των πόλεων είναι που κάνουν το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς. Πετυχαίνει γιατί όλοι παραβλέ­ πουν. Γι’ αυτό το να μη βλέπεις και να μην αισθάνεσαι είναι τόσο ζωτικής σημασίας. Κανείς δεν μπορεί να παραδεχτεί ότι δεν πετυχαί­ νει. Άρα, αν δεν το παραδεχτείς, πετυχαίνει. Αν όμως παραβιάσεις, ακόμα κι αν δεν είναι δικό σου το φταίξιμο, για παραπάνω από το μικρότερο επιτρεπτό χρόνο... δεν μπορείς μετά να επανέλθεις στο φυσιολογικό.» «Ατυχήματα. Τροχαία, πυρκαγιές, αθέλητες παραβιάσεις...»

H ΠΟΛΗ & H ΠΟΛΗ 391 «Ναι. Βέβαια. Αν βιαστείς να επανέλθεις. Αν αντιδράσεις έτσι στην παραβίαση, τότε ίσως να έχεις μια ευκαιρία. Αλλά ακόμα και τότε θα έχεις μπελάδες. Κι αν είναι για παραπάνω από μια στιγμή, δεν μπορείς να επανέλθεις. Δεν θα μπορέσεις να μην αγνοήσεις ξανά. Οι περισσότε­ ροι άνθρωποι που παραβιάζουν... θα μάθεις σύντομα για τις κυρώσεις που επιβάλουμε. Υπάρχει, όμως, και μια άλλη δυνατότητα, πολύ σπάνια. »Τι γνωρίζεις για το Βρετανικό Ναυτικό;» είπε ο Ασίλ. «Πριν μερι­ κούς αιώνες;» Τον κοίταξα. «Στρατολογήθηκα στην Παράβαση με τον ίδιο τρόπο όπως και όλοι οι άλλοι. Κανένας από εμάς δεν γεννήθηκε εδώ. Κάποτε ήμασταν όλοι είτε στο ένα μέρος είτε στο άλλο. Ό λοι μας κάποτε παραβιάσαμε.» Ακολούθησαν πολλά λεπτά σιωπής μεταξύ μας. «Υπάρχουν κά­ ποιοι άνθρωποι με τους οποίους θα ήθελα να επικοινωνήσω» είπα. ΕΙΧΕ ΔΙΚΙΟ. Με φαντάστηκα στην Μπεσέλ τώρα, να αγνοώ την Ουλ Κόμα στις αλληλοπλεγμένες περιοχές. Να ζω στο μισό χώρο. Να αγνοώ όλους τους ανθρώπους και τα κτίρια και τα οχήματα και τα πάντα μέσα στα οποία είχα ζήσει. Μπορούσα να προσποιούμαι, ίσως, στην καλύτερη περίπτωση, αλλά κάτι θα συνέβαινε και η Παράβαση θα το ήξερε. «Ήταν μεγάλη υπόθεση» είπε. «Η μεγαλύτερη στα χρονικά. Δεν θα σου ξανατύχει τόσο μεγάλη υπόθεση.» «Είμαι ντετέκτιβ» είπα. «Χρισιέ μου. Έχω άλλη επιλογή;» «Βέβαια» είπε. «Είσαι εδώ. Υπάρχει η Παράβαση και υπάρχουν αυτοί που παραβιάζουν, εκείνοι στους οποίους επεμβαίνουμε.» Δεν κοίταξε εμένα, αλλά μακριά πάνω από τις επικαλυπτόμενες πόλεις. «Υπάρχουν καθόλου εθελοντές;» «Ο εθελοντισμός είναι μια πρώτη, ισχυρή ένδειξη ότι δεν είσαι κατάλληλος.» Περπατήσαμε προς το παλιό μου διαμέρισμα, εκείνος που με πίε­ ζε να στρατολογηθώ κι εγώ. «Μπορώ να αποχαιρετήσω κάποιους; Υπάρχουν άνθρωποι που θέ­ λω να-»

3 9 2 China Mieville «Όχι» είπε. Συνεχίσαμε να περπατάμε. «Είμαι ντετέκτιβ» είπα ξανά. «Όχι ένας... Δεν δουλεύω όπως εσείς.» «Αυτό θέλουμε. Γι’ αυτό χαρήκαμε τόσο που παραβίασες. Οι και­ ροί αλλάζουν.» Επομένως, οι μέθοδοι μπορεί να μη μου είναι τόσο άγνωστες όσο φοβόμουν. Μπορεί να είναι άλλοι που συνεχίζουν να εφαρμόζουν τις παραδοσιακές μεθόδους της Παράβασης, τη χρήση του εκφοβισμού, αυτή την προσωποποίηση νυχτερινού φόβου, ενώ εγώ -χρησιμοποιώ­ ντας τη φιλτραρισμένη συγκέντρωση πληροφοριών από το διαδίκτυο, τα παγιδευμένα τηλεφωνήματα και από τις δύο πόλεις, τα δίκτυα πλη­ ροφοριοδοτών, τις δυνάμεις πάνω από κάθε νόμο, τους αιώνες φόβου, και ναι, επίσης, ορισμένες φορές, τον υπαινιγμό ύπαρξης υπερφυσι­ κών δυνάμεων, άγνωστων μορφών, τις οποίες εμείς απλά ενσαρκώ­ νουμε- θα ερευνούσα, όπως έκανα για χρόνια. Ένας καινούριος κα- θαριστής. Κάθε γραφείο χρειάζεται από έναν. Υπήρχε κάτι το αστείο στην όλη κατάσταση. «Θέλω να δω τη Σαρίσκα. Ξέρεις ποια είναι, φαντάζομαι. Και την Μπιζάγια. Θέλω να μιλήσω στην Κόργουι και τον Ντατ. Να πω του- λάχισιον ένα αντίο.» Έμεινε για λίγο σιωπηλός. «Δεν μπορείς να τους μιλήσεις. Έτσι λειτουργούμε. Αν δεν γίνεται αυτό, τότε δεν έχουμε τίποτα. Μπορείς όμως να τους δεις. Αν μείνεις αθέατος.» Συμβιβαστήκαμε. Έγραψα γράμματα στις μέχρι πρότινος ερωμένες μου. Γραμμένα με το χέρι και παραδομένα χέρι με χέρι, όχι όμως από το δικό μου. Δεν είπα στη Σαρίσκα και την Μπιζάχια τίποτε παραπάνω εκτός από το ότι θα μου έλειπαν. Και δεν το είπα από ευγένεια. Τους συναδέλφους μου τους πλησίασα, και παρόλο που δεν τους μίλησα, μπορούσαν και οι δυο τους να με δουν. Όμως, ο Ντατ από την Ουλ Κόμα, και αργότερα η Κόργουι από την Μπεσέλ, μπορούσαν να καταλάβουν ότι δεν ήμουν, τουλάχιστον όχι απόλυτα, τουλάχιστον όχι μόνο, στη δική τους πόλη. Δεν μου μίλησαν. Δεν θα το διακινδύνευαν. Είδα τον Ντατ καθώς έβγαινε από το γραφείο του. Σταμάτησε από­ τομα στη θέα μου. Στεκόμουν δίπλα σε έναν πίνακα ανακοινώσεων

Η ΠΟΛΗ & Η ΠΟΛΗ 393 έξω από ένα γραφείο της Ουλ Κόρα, με το κεφάλι κάτω, ώστε να καταλάβει ότι είμαι εγώ αλλά μην μπορεί να δει την έκφρασή μου. Σήκωσα το χέρι μου. Δίστασε για αρκετή ώρα και μετά άνοιξε τα δάχτυλά του, σε ένδειξη χαιρετισμού. Επέστρεψα στις σκιές. Εκείνος απομακρύνθηκε πρώτος. Η Κόργουι ήταν σε μια καφετέρια. Βρισκόταν στη μικρή Ουλ Κό- μα της Μπεσέλ. Με έκανε να χαμογελάσω. Την παρακολούθησα να πίνει το κρεμώδες τσάι της Ουλ Κόμα, στο μαγαζί που της είχα δείξει. Την παρακολουθούσα για αρκετά δευτερόλεπτα, κρυμμένος στις σκι­ ές ενός στενού δρόμου, μέχρι να συνειδητοποιήσω ότι με κοίταζε απευθείας, ότι ήξερε πως ήμουν εκεί. Ή ταν εκείνη που μου είπε αντίο, σηκώνοντας την κούπα της, σε μορφή χαιρετισμού. Σχημάτισα με το στόμα μου τις λέξεις ευχαριστώ και αντίο, παρόλο που εκείνη δεν θα μπορούσε να το δει. Έχω πολλά να μάθω, και δεν υπάρχει άλλη επιλογή παρά να τα μάθω ή να μην υπακούσω, και κανένας δεν κυνηγιέται τόσο όσο ένας λιποτάκτης της Παράβασης. Επομένως, αφού δεν είμαι έτοιμος γι’ αυτό ή για την εκδίκηση της νέας μου κοινότητας, των ανθρώπων που ζουν στην τρίτη πόλη, επιλέγω ανάμεσα σε αυτές τις δύο μη επιλογές. Η αποστολή μου άλλαξε. Δεν είναι πια να εφαρμόζω το νόμο της πόλης μου, ή έναν άλλο νόμο, αλλά να διατηρώ τη μεμβράνη που κρατάει το νόμο στη θέση του. Στην πραγματικότητα, τους δύο νό­ μους σε δύο μέρη. Αυτό είναι το τέλος της υπόθεσης της Ορσίνι και των αρχαιολόγων, η τελευταία υπόθεση του επιθεωρητή Τίαντορ Μπόρλου της Μονά­ δας Ειδεχθών Εγκλημάτων της Μπεσέλ. Ο επιθεωρητής Τίαντορ Μπόρλου δεν υπάρχει πια. Υπογράφω ως Τάι, άβαταρ της Παράβα­ σης, ακολουθώντας το μέντορά μου στην επιτήρηση που διεξάγω έξω από την Μπεσέλ και την Ουλ Κόμα. Εδώ που βρίσκομαι είμαστε όλοι φιλόσοφοι και, μεταξύ πολλών άλλων θεμάτων, επιχειρηματολογούμε και πάνω στο ερώτημα πού είναι το μέρος στο οποίο ζούμε. Πάνω σ’ αυτό το ζήτημα είμαι φιλελεύθερος. Ζω στο ενδιάμεσο, ναι' αλλά ζω εξίσου στην πόλη και στην πόλη.



O China Mieville γεννήθηκε το 1972 στο Norwich της Αγγλίας. Έ χει σπουδάσει Κοινωνική Ανθρωπολογία στο Cambridge και έχει διδακτορικό στις Διεθνείς Σχέσεις από το London School of Economics, ενώ διδάσκει δημι­ ουργική γραφή στο πανεπιστήμιο Warwick. Εκτός από τη συγγραφή ασχολείται ενεργά και με την πο­ λιτική, υποοτηρίζοντας το Σοσια­ λιστικό Εργατικό Κόμμα της Αγγλίας. Από τους πολυβραβευμένους συγ­ χρόνους συγγραφείς, έχει κερδίσει μεταξύ άλλων τρεις φορές το Arthur C. Clarke Award και τέσ­ σερις φορές το Locus, ενώ σχεδόν όλα του βιβλία έχουν προταθεί για βραβεία Hugo ή Nebula. Η Πόλη & η Πόλη τιμήθηκε το 2010 με το διεθνές βραβείο World Fantasy Award, ενώ κατέκτησε επίσης τα βραβεία Hugo, Locus και Arthur C. Clarke της ίδιας χρονιάς.

% Ό τα ν το πτώμα μιας γυναίκας που έχει δολοφονηθεί ανακαλύπτεται στην εξωπραγματική, παρακμάζουσα πόλη της Μπεσέλ, κάπου στην Ανατολική Ευρώπη, φαίνεται σαν μια υπόθεση ρουτίνας για τον επιθεωρητή Τίαντορ Μπόρλου της Μονάδας Ειδεχθών Εγκλημάτων. Αλλά καθώς η έρευνα προχωρά, τα στοιχεία αρχίζουν να υποδεικνύουν συνωμοσίες πολύ πιο πολύπλοκες και επικίνδυνες απ’ ό,τι θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί. Πολύ σύντομα η έρευνά του θέτει τον ίδιο και τους αγαπημένους του σε κίνδυνο. Για να λύσει την υπόθεση ο Μπόρλου θα πρέπει να ταξιδέψει στη μοναδική άλλη μητρόπολη τόσο εξωπραγματική όσο η δική του, διασχίζοντας σύνορα μοναδικά στον πλανήτη. Με επιρροές από τον Κάφκα και τον Φίλιπ Ντικ, τον Ρέιμοντ Τσάντλερ και το «1984», το πολυβραβευμένο βιβλίο του China Mieville ωθεί το θρίλερ μυστηρίου σε νέα μεταφυσικά και λογοτεχνικά υψη. Τα ονόματα των Κάφκα και Όργουελ εμφανίζονται ίσως πολύ εύκολα σε κριτικές για ό,τι είναι έξω από το συνηθισμένο, αλλά σε αυτή την περίπτωση η σύγκριση είναι απόλυτα δικαιολογημένη. The Times Έ να θρίλερ μυστηρίου σε ένα τοπίο που θυμίζει Blade Runner... Φανταστείτε την Ιστορία Αύο Πόλεων αν την έγραφε ο Στάνλεϊ Κιουμπρικ και θα πάρετε μια ιδέα. Shortlist Έ να εκπληκτικό ανάγνωσμα... Μία ανατριχιαστική υπενθυμιση πως ο κόσμος που ζουμε βασίζεται στην καταπίεση και σε όλους τους τρόμους που μπορεί αυτή να φέρει. Socialist Review www.anubis.gr Cover image © Anne Lame Jacquart / Arcangel linages


Like this book? You can publish your book online for free in a few minutes!
Create your own flipbook