Important Announcement
PubHTML5 Scheduled Server Maintenance on (GMT) Sunday, June 26th, 2:00 am - 8:00 am.
PubHTML5 site will be inoperative during the times indicated!

Home Explore O Megas Alexandros tou Ellinismou_Dimitrios Kougioumtzoglou

O Megas Alexandros tou Ellinismou_Dimitrios Kougioumtzoglou

Published by kou_vas, 2017-09-28 09:45:50

Description: O Megas Alexandros tou Ellinismou_Dimitrios Kougioumtzoglou

Search

Read the Text Version

Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ – ΒΥΖΑΝΤΙΟ – ΝΕΟΤΕΡΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ Philosophia Ancilla / Academica V ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Κ. ΚΟΥΓΙΟΥΜΤΖΟΓΛΟΥ

Ο Δημήτρης Κουγιουμτζόγλου γεννήθηκε το 1974 στην Καβάλα. Σπούδασε στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ., με ειδίκευση σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο στην αρχαιολογία και με ενεργό συμμετοχή σε ανασκαφές στη Βόρεια Ελλάδα ως ασκούμενος φοιτητής και ως συμβασιούχος αρχαιολόγος. Διορίστηκε στη μέση εκπαίδευση ως καθηγητής φιλόλογος σε λύκειο με τις εξετάσεις του Α.Σ.Ε.Π. Κατά τη διάρκεια της πενταετούς απόσπασής του στη Μόσχα δίδαξε ελληνική γλώσσα και πολιτισμό στα πανεπιστήμια Λομονόσοφ και Διεθνών Σχέσεων, στο Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού και στον Ελληνικό Σύλλογο Μόσχας, δίνοντας παράλληλα σειρά ανοιχτών στο κοινό διαλέξεων για την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας με έμφαση στη Μακεδονία (ορισμένες από αυτές προσβάσιμες στη διεύθυνση: http://www.hecucenter.ru/old/gr/archeology.htm). Έχει συμμετάσχει με ανακοινώσεις του σε συνέδρια, σεμινάρια και ημερίδες αρχαιολογικού, ιστορικού και εκπαιδευτικού χαρακτήρα και έχει δημοσιεύσει άρθρα και μελέτες ιστορικού, αρχαιολογικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου σε πρακτικά, σε εκπαιδευτικούς ιστότοπους (www.fryktories.gr, http://sfkavala.blogspot.gr/), σε εφημερίδες και περιοδικά. Είναι διπλωματούχος ξεναγός της Σχολής Ξεναγών Θεσσαλονίκης.

Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ – ΒΥΖΑΝΤΙΟ – ΝΕΟΤΕΡΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Κ. ΚΟΥΓΙΟΥΜΤΖΟΓΛΟΥ

Δημήτριος Κωνσταντίνου Κουγιουμτζόγλου, «Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού: Αρχαιότητα, Βυζάντιο, Νεότερη και Σύγχρονη Ελλάδα». ISBN: 978-618-5147-88-4 Νοέμβρης 2016 Την ευθύνη για τη σελιδοποίηση του έργου φέρει ο συγγραφέας. Σειρά: Philosophia Ancilla/ Academica V Επιστημονικός υπεύθυνος σειράς: Κωνσταντίνος Ιω. Γεωργιάδης, http://kigeorgiad.wix.com/forumphilipporum Η σειρά αυτή δημιουργήθηκε από κοινού με τον Σύλλογο Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «ΣΥΝ ΑΘΗΝΑ» https://synathena.wordpress.com/ Εκδόσεις Σαΐτα Αθανασίου Διάκου 42, 652 01, Καβάλα Τ.: 2510 831856 Κ.: 6977 070729 e-mail: [email protected] website: www.saitapublications.gr Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική χρήση Όχι Παράγωγα έργα 3.0 Ελλάδα Επιτρέπεται σε οποιονδήποτε αναγνώστη η αναπαραγωγή του έργου (ολική, μερική ή περιληπτική, με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο), η διανομή και η παρουσίαση στο κοινό υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: αναφορά της πηγής προέλευσης, μη εμπορική χρήση του έργου. Επίσης, δεν μπορείτε να αλλοιώσετε, να τροποποιήσετε ή να δημιουργήσετε πάνω στο έργο αυτό. Αναλυτικές πληροφορίες για τη συγκεκριμένη άδεια cc, μπορείτε να διαβάσετε στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/3.0/gr/

στη μητέρα μου Μαρία

Αυτός ο βασιλιάς, σε σύντομο χρονικό διάστημα, έκανε μεγάλα κατορθώματα και με τη δική του σύνεση και ανδρεία ξεπέρασε τα έργα όλων των βασιλιάδων, των οποίων η μνήμη μας παραδίδεται ανά τους αιώνες. Διόδωρος Σικελιώτης, περίπου 60 -30 π.Χ. Τι να πει κανείς για αυτούς που κάνουν επωδές και χρησιμοποιούν φυλακτά και περιδένουν στα κεφάλια και στα πόδια τους χάλκινα νομίσματα του Αλέξανδρου του Μακεδόνα; Πες μου, αυτές είναι οι ελπίδες μας, μετά τη σταύρωση και το θάνατο του Κυρίου μας, να προσβλέπουμε για τη σωτηρία μας στην εικόνα ενός Έλληνα βασιλιά; ου Ιωάννης ο Χρυσόστομος, β΄ μισό 4 αιώνα μ.Χ. Επαινώ ακόμη και γι’ αυτό τον ηγεμόνα μας, ότι δηλαδή κάνοντας αναφορές στον Αλέξανδρο σε πολλούς λόγους του, θεωρούσε πως κοσμεί και τιμά τον Αλέξανδρο στη φιλοσοφία και τον εαυτό του στη βασιλική εύνοια. Γεώργιος Σχολάριος (Γεννάδιος) για Κωνσταντίνο ΙA΄ Παλαιολόγο, γύρω στο 1450. Σήκωσε, Θεέ μου, έναν άλλο Αλέξανδρο, όπως κάποτε εκείνος έδιωξε τους Πέρσες από την Ελλάδα, έτσι και αυτόν τον τύραννο να τον διώξει, να λάμψει πάλι η χριστιανοσύνη στους τόπους της Ελλάδας σαν πρώτα. Ιωάννης Πρίγκος, 1768. Αλέξανδρος ο βασιλές κάνει χαρά τον γιο ντου όλο τον κόσμο τον καλνά κι όλο το ψυχολόγι, τον Διανή δεν τον καλνά, ποχ’ την κακιά την γνώμη. Παραλλαγή του δημοτικού τραγουδιού ο Διγενής στο γάμο, Σωζόπολη Θράκης. Ω Θεέ μου, Κύριε των Βασιλιάδων και Δικαστών….εσύ που με έκανες με κέρατα στην κεφαλή μου…αν ο Μεσσίας, ο γιος του Θεού, έρθει στις μέρες μου, τα στρατεύματα μου και εγώ ο ίδιος θα Τον λατρέψουμε… Η συριακή εκδοχή του Μυθιστορήματος του Αλέξανδρου, 6 -7 αιώνας μ.Χ. ος ος Το όνομα του Αλέξανδρου θα ζει όσο θα υπάρχει ευρωπαϊκός πολιτισμός, που στηρίζεται, όχι λίγο, πάνω στο έργο της ζωής του. Hermann Bengston, 1968.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος 12-22 1. Εισαγωγή 23-36 2. Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ 37-190 2.1. Οι γραπτές πηγές 37-70 2.2. Οι γλυπτές αναπαραστάσεις του Αλέξανδρου 71-90 2.3. Παραστάσεις σε ζωγραφική, ανάγλυφα, ψηφιδωτά, μικροτεχνία και κεραμική 91-102 2.4. Οι αναπαραστάσεις σε νομίσματα και μετάλλια και οι ιδεολογικές προεκτάσεις τους 103-126 2.4.1. Τα νομίσματα του Αλέξανδρου 103-109 2.4.2. Τα αλεξάνδρεια νομίσματα των διαδόχων 110-115 2.4.3. Τα αλεξάνδρεια νομίσματα των πόλεων 116-121 2.4.4. Τα νομίσματα του Κοινού των Μακεδόνων και τα αλεξάνδρεια μετάλλια 122-126 2.5. Το ζήτημα της θεοποίησης του Αλέξανδρου 127-135 2.6. Τόποι λατρείας 136-144 2.7. Η μίμηση του Αλέξανδρου από τους Έλληνες διαδόχους και επιγόνους 145-150 2.8. Η Imitatio Alexandri των Ρωμαίων 151-163 2.9. Το Μυθιστόρημα του ψευδο-Καλλισθένη 164-181 2.10. Συμπεράσματα 182-190 3. Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ 191-349 3.1. Η λαϊκή παράδοση και η συνέχεια του Μυθιστορήματος του ψευδο-Καλλισθένη 191-216 3.2. Ιστοριογραφία, αποκαλυπτική φιλολογία και οι επιδράσεις του Μυθιστορήματος 217-226 3.3. Αυτοκρατορική ιδεολογία: ο Μέγας Αλέξανδρος ως πρότυπο των βυζαντινών αυτοκρατόρων 227-252 3.4. Οι βυζαντινοί λόγιοι για τον Αλέξανδρο 253-275 3.5. Ο Μέγας Αλέξανδρος στη βυζαντινή τέχνη 276-325 3.5.1. Μετάλλια, δίσκοι, λίθοι και η στήλη του Ηράκλειου – Αλέξανδρου 276-280 3.5.2.Η παράσταση της ανάληψης του Αλέξανδρου: περιγραφή και ερμηνείες 281-294 3.5.3. Αναπαραστάσεις της ανάληψης του Αλέξανδρου στη βυζαντινή τέχνη 295-316 3.5.4. Μικρογραφίες χειρογράφων, αγγεία και άλλα ευρήματα 317-325 3.6. Συμπεράσματα 326-349 4. Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΟΥ ΝΕΟΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ 350-521 4.1. Η νεοελληνική Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου: καταβολές και λόγιες επιδράσεις της 350-362 4.2. Λόγιοι και ιστορικοί για τον Αλέξανδρο 363-378 4.3. Ο Μέγας Αλέξανδρος στις μεταβυζαντινές τοιχογραφίες 379-396 4.4. Σύμβολο των αγώνων και του πατριωτισμού των Ελλήνων 397-422 4.5. Λαϊκή παράδοση και θέατρο σκιών 423-448

4.6. Νεότερη και σύγχρονη λογοτεχνία, τέχνη και μουσική 449-491 4.6.1. Λογοτεχνία 449-471 4.6.2. Οι απεικονίσεις του Αλέξανδρου στη νεότερη και σύγχρονη τέχνη 472-480 4.6.3. Ο Μέγας Αλέξανδρος στο πεντάγραμμο 481-491 4.7. Ο Αλέξανδρος στα ελληνικά ΜΜΕ 492-499 4.8. Θέατρο, κινηματογράφος και άλλες σύγχρονες δημιουργίες και αναφορές 500-511 4.9. Συμπεράσματα 512-521 5. ΣΥΜΒΟΛΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ: Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΑΛΛΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΛΑΩΝ 522-586 5.1. Αίγυπτος, Κόπτες και Αιθιοπία 523-525 5.2. Εβραϊκή παράδοση 526-528 5.3. Λατινική φιλολογία και χαρτογραφία 529-531 5.4. Συρία 532-534 5.5. Ντουλ Καρνέιν: ο Δίκερως Ισκαντέρ των Αράβων και του Ισλάμ 535-539 5.6. Περσία 540-543 5.7. Ο Αλέξανδρος στη γραπτή παράδοση και τέχνη της Δύσης 544-564 5.8. Βαλκάνια και Τουρκία 565-568 5.9. Αρμενία και Γεωργία 569-571 5.10. Ρωσία 572-577 5.11. Στη μακρινή Ανατολή 578-586 6. ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 587-602 ΠΙΝΑΚΕΣ – ΧΑΡΤΕΣ 603-640 Πίνακας 1: οι καλλιτεχνικοί τύποι του Αλέξανδρου κατά την αρχαιότητα 603-607 Πίνακας 2: υποστάσεις του Αλέξανδρου στο χρόνο 608-628 Χάρτης 1: τόποι λατρείας του Αλέξανδρου γύρω από τη Μεσόγειο θάλασσα κατά την αρχαιότητα 629-631 Χάρτης 2: βυζαντινές και μεταβυζαντινές / σύγχρονες παραστάσεις του Αλέξανδρου σε ναούς – μνημεία 632-634 Χάρτης 3: οι νεοελληνικές παραδόσεις του Αλέξανδρου 635-638 Χάρτης 4: τόποι και λαοί του Μυθιστορήματος (ελληνικές διασκευές) 639-640 ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ –ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 641-674 ΕΙΚΟΝΕΣ 675-745

Dimitrios K. Kougioumtzoglou: Alexander the Great of Hellenism: Antiquity, Byzantium, Modern Greece. TABLE OF CONTENTS Prologue 12-22 1. Introduction 23-36 2. ALEXANDER THE GREAT IN ANTIQUITY 37-190 2.1 The written sources 37-70 2.2. The sculptural depictions of Alexander 71-90 2.3. Depictions in painting, reliefs, mosaics, miniature art and ceramics 91-102 2.4. The depictions in coins, medallions and their ideological associations 2.4.1. Coins of Alexander 103-109 2.4.2. The alexandrian coins of the Successors 110-115 2.4.3. The alexandrian coins of the cities 116-121 2.4.4. Coins of the Community of the Macedonians and the alexandrian medallions 122-126 2.5. The issue of deification of Alexander 127-135 2.6. Worship Places 136-144 2.7. The imitation of Alexander among the Greek Successors and Descendants 145-150 2.8. The Imitatio Alexandri of the Romans 151-163 2.9. The Romance of pseudo – Kallisthenes 164-181 2.10. Conclusions 182-190 3. ALEXANDER THE GREAT IN BYZANTIUM 191-349 3.1. The folk tradition and the continuation of the Romance of pseudo – Kallisthenes 191-216 3.2. Historiography, apocalyptic philology and the effects of the Romance 217-226 3.3. Imperial ideology: Alexander the Great as an example for the byzantine emperors 227-252 3.4. The byzantine scholars about Alexander 253-275 3.5. Alexander the Great in byzantine art 3.5.1. Medallions, stones and the Heraclius – Alexander Steale 276-280 3.5.2. The ascension of Alexander: description and interpretations 281-294 3.5.3. Depictions of the ascension of Alexander in byzantine art 295-316 3.5.4. Miniatures of manuscripts, pottery and other finds 317-325 3.6. Conclusions 326-349 4. ALEXANDER THE GREAT OF MODERN HELLENISM 350-521 4.1. The modern greek Fyllada tou Megalexandrou: its origins and its effects among the scholars 350-362 4.2. Scholars and historians about Alexander 363-378 4.3. Alexander the Great in post – byzantine wall paintings 379-396 4.4. Symbol of the struggles and the patriotism of the Greeks 397-422

4.5. Folk tradition and Shadow Theater 423-448 4.6. Modern literature, art and music 4.6.1. Literature 449-471 4.6.2. Depictions in modern art 472-480 4.6.3. Alexander the Great in Greek music 481-491 4.7. Alexander in Greek Mass Media 492-499 4.8. Theatre, cinema and other modern creations and references 500-511 4.9. Conclusions 512-521 5. SYMBOL OF UNIVERSALITY OF HELLENISM: ALEXANDER IN THE TRADITION OF OTHER HISTORICAL NATIONS 522-602 5.1. Egypt, Coptic Christians and Ethiopia 523-525 5.2. The Jewish tradition 526-528 5.3. Latin philology and cartography 529-531 5.4. Syria 532-534 5.5. Du’ul Carnein: the two - horned Iskander of the Arabs and Islam 535-539 5.6. Persia 540-543 5.7. Alexander in the written tradition and art of the West 544-564 5.8. The Balkans and Turkey 565-568 5.9. Armenia and Georgia 569-571 5.10. Russia 572-577 5.11. To the east. 578-586 6. GENERAL CONCLUSIONS 587-602 TABLES – MAPS 603-640 Table 1: Artistic forms of Alexander in antiquity 603-607 Table 2: Timeless perceptions of Alexander 608-628 Map 1: Worship places of Alexander around the Mediterranean in antiquity 629-631 Map 2: Byzantine and post – byzantine depictions of Alexander in churches and monuments 632-634 Map 3: The modern Greek folk traditions of Alexander 635-638 Map 4: People and places in the Romance of Alexander (greek versions) 639-640 BIBLIOGRAPHY 641-674 PICTURES 675-745

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 11 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Θέλω να ευχαριστήσω: τους φίλους και παλιούς συμφοιτητές Γιάννη Βιολάρη, Άγγελο Ζάννη, Μιχάλη Κάππα, Γεώργιο Μάλλιο και Νικόλαο Παζαρά, τη δρ. αρχαιολόγο Ελένη Προκοπίου, τον Κωστή Κοκκινόφτα και τον Αμπατζόγλου Ιωάννη για την επισήμανση εννέα άρθρων και βιβλίων που έλαβα υπόψη, τους πατέρες της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας, τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου Αγίου Όρους, το Julich Theo (μουσείο Darmstadt), τον Peter. Agricolus (flickr), την Katja Vinther (Karlsberg Glyptotek), τον πρώην πρόεδρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Νικόλαο Μέρτζο, τον ιστορικό - ερευνητή Ζουμπουλάκη Κλεάνθη, την αρχαιολόγο Καλλιόπη Φλώρου, το συλλέκτη κ. Παπαδημητρίου, τους ερευνητές Καραμπερόπουλο Δημήτριο και Ταρασουλέα Αθανάσιο, τον αρχαιολόγο Ιωάννη Τσιουρή, την αρχαιολόγο Τσαγκάρη Δήμητρα, τη συγγραφέα και συνάδερφο Βουζανίδου Ευαγγελία, τη Βικτώρια Λάντνεβα, το ζωγράφο Ιωάννη Βράνο και τον εκδότη Τάσο Κυριακίδη, τη διευθύντρια του Λαογραφικού Μουσείου Λάρισας Φανή Καλοκαιρινού καθώς και τους αρχαιολόγους του αρχαιολογικού Μουσείου Θηβών και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καβάλας -Θάσου και κάθε άλλον για την ευγενική παραχώρηση του δικαιώματος αναδημοσίευσης εικόνων, τις συναδέρφους Καλαμπούκα Γεωργία και Ευθυμιάδου Μελίνα για κάποιες μεταφράσεις από τα γαλλικά και το κείμενο του Dieterich αντίστοιχα, τη συνάδερφο Ευθυμιάδου Αναστασία για την υπόδειξη του έργου της Ελεάτης, το συνάδερφο και παλιό καθηγητή Νίκο Καραγιαννακίδη για την υπόδειξη του τραγουδιού Το φίδι και ο Αλέξανδρος, τον Αντώνη Σαραγιώτη της Κεντρικής Βιβλιοθήκης Α.Π.Θ και το προσωπικό των υπόλοιπων βιβλιοθηκών που επισκέφτηκα (Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, Βιβλιοθήκη Ακαδημίας Αθηνών «Ιωάννης Συκουτρής», Βιβλιοθήκη Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Βιβλιοθήκη Τομέα Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης Α.Π.Θ., Δημοτική Βιβλιοθήκη Καβάλας, Κρατική Βιβλιοθήκη του Λένιν στη Μόσχα), τη γερόντισσα Αλεξία και την αδερφή Ευφροσύνη της Μονής Εικοσιφοινίσσης για την εγκάρδια φιλοξενία και διευκόλυνση που μου παρείχαν, τον Ηρακλή Λαμπαδαρίου της saitapublications για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε και τον επιστημονικό υπεύθυνο της σειράς Philosophia Ancilla και φίλο Κωνσταντίνο Γεωργιάδη για την πολύτιμη συμβολή του στην επιμέλεια της μορφής του βιβλίου, την αδερφή μου Μαρίνα Τσελεπή για τις φωτογραφίες της και τη μητέρα μου φιλόλογο Μαρία Σαββίδου για τις υποδείξεις της και τη φιλολογική επιμέλεια του βιβλίου. Ο συγγραφέας ζητά την κατανόηση όσων δεν μπόρεσε να βρει, προκειμένου να ζητήσει την άδεια επαναδημοσίευσης μιας εικόνας, παρακαλώντας τους να λάβουν υπόψη τους το μη εμπορικό και καθαρά επιστημονικό –εκπαιδευτικό χαρακτήρα του βιβλίου. / The writer of this book asks for the understanding of those, who he couldn’t reach in order to take permission for the publication of a picture, asking them to consider the non commercial, strictly scientifical – educational purpose of this book.

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 12 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ο Μέγας Αλέξανδρος γεννήθηκε στην Πέλλα, την πρωτεύουσα του βασιλείου της αρχαίας Μακεδονίας το καλοκαίρι του 356 π.Χ. και πέθανε στη Βαβυλώνα το καλοκαίρι του 1 1 Οι λέξεις Μακεδονία και Μακεδών είναι ελληνικές. Προέρχονται από το αρχαίο ελληνικό επίθετο Μακεδνός που σημαίνει υψηλός, μακρύς, λυγερός. Η λέξη αυτή αναφέρεται για πρώτη φορά στην Οδύσσεια του Ομήρου: οἲα τε φύλλα μακεδνής αἰγείροιο (η, 106). Συνώνυμες λέξεις στα νέα ελληνικά είναι οι λέξεις μάκρος, μήκος, μακρύς. Το τοπωνύμιο Μακεδονία ενδεχομένως να σήμαινε αρχικά «υψηλά κείμενη χώρα», δηλαδή βόρεια χώρα (Μπαμπινιώτης 2009: 809) ή και ορεινή χώρα, ενώ ο Μακεδών ήταν ο υψηλός ή και ο ορεσίβιος. Ο πατέρας της ιστορίας Ηρόδοτος πρώτος αναφέρεται στο φύλο των Μακεδνών, συσχετίζοντάς τους με τους Δωριείς και αποδεχόμενος την ελληνικότητα τους: («το δωρικό έθνος) οἴκεε ἐν Πίνδω Μακεδνόν καλεόμενον. ἐντεῦτεν δε ές Πελοπόννησον ἐλθόν Δωρικόν ἐκλήθη (Ηρόδοτος Α΄, 56), δηλαδή «Οι Δωριείς όταν κατοικούσαν στην Πίνδο ονομάζονταν Μακεδνοί και από κει, όταν κατήλθαν στην Πελοπόννησο, ονομάστηκαν Δωριείς». Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος Α, παραμονές της μάχης των Πλαταιών (479 π.Χ.), έδωσε πολύτιμες πληροφορίες στους συνασπισμένους Έλληνες του νότου, δικαιολογώντας την ενέργειά του αυτή με τα παρακάτω λόγια: «αὐτός τε γάρ Ἕλλην γένος εἰμί τωρχαίον, καί ἀντ’ ἐλευθέρης δεδουλωμένην οὐκ ἂν ἐθέλοιμι όρᾶν τήν Ὲλλάδα», δηλαδή «Γιατί και εγώ ο ίδιος είμαι Έλληνας το γένος από παλιά και δεν θα ήθελα να δω την Ελλάδα υπόδουλη αντί για ελεύθερη» (Ηρόδοτος, 9, 45, 1,2). Ο Πλούταρχος πάλι στο δεύτερο λόγο του Περί Ἀλεξάνδρου τύχης ἢ ἀρετῆς αναφέρει πως ο Αλέξανδρος κατά την εκστρατεία του εναντίον των Θηβαίων βρέθηκε στη δεινή θέση να χρειαστεί να αμυνθεί «προς ἂνδρας ὁμοφύλους καί συγγενεῖς» (Πλούταρχος Β: 108). Ο Στράβων έγραψε πως οι Μακεδόνες είχαν παραπλήσια διάλεκτο με τους Ηπειρώτες, δηλαδή ελληνική καί στις δύο περιπτώσεις. Κατά τον Τίτο Λίβιο οι Μακεδόνες, οι Αιτωλοί και οι Ακαρνάνες μιλούσαν την ίδια διάλεκτο της ελληνικής. Ο Δίων ο Χρυσόστομος αναφέρεται στους «Μακεδόνας καί τούς ἄλλους Ἕλληνας» (Περί Βασιλείας, Δ΄, 9, 48). Μακεδόνες συμμετείχαν στην πανελλήνια διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στη Σπάρτη το 371 π.Χ. Ένας από τους παλιότερους σωζόμενους καταλόγους των θεωροδόκων, καταλόγων που περιέχουν λίστες των – αποκλειστικά ελληνικών - κρατών και πόλεων που επισκέπτονταν οι θεωροί, δηλαδή οι απεσταλμένοι των πανελλήνιων ιερών, είναι αυτός της Επιδαύρου, του 360 π.Χ. και περιλαμβάνει και το βασίλειο της Μακεδονίας, όπως και αρκετοί άλλοι τέτοιοι κατάλογοι (Χατζόπουλος 2008: 56-58). Ακόμα και στο Μυθιστόρημα του ψευδο-Καλλισθένη (παραλλαγή α΄, β΄, L, γ΄ κ.α.) αποτυπώνεται επανειλημμένα η ελληνικότητα των Μακεδόνων και του ίδιου του Αλέξανδρου (Stoneman 1993 (1991): 90, 110, 137, 187, Καλλισθένης 2005: 224, 228. - «Ἀλέξανδρος δέ ἐστιν Ἕλλην», λένε οι Αθηναίοι ρήτορες Δημάδης και Δημοσθένης -, 382 –«ὁ Ἀλέξανδρος… στήσας το Μακεδονικόν μετά τῶν ἄλλων Ἐλλήνων…»), όπως, βέβαια και στο πολύστιχο βυζαντινό έπος των αρχών του 13 αιώνα Ἀλέξανδρος ὁ βασιλεύς (π.χ. στἰχοι 684-690, 1125-1137), στο οποίο μάλιστα ταυτίζεται η Μακεδονία ου με την Ελλάδα. Η σύγχρονη έρευνα, στηριζόμενη σε πρόσφατα και παλαιότερα αρχαιολογικά τεκμήρια (επιγραφές κ.α. αρχαιολογικά ευρήματα) και στις γραπτές πηγές, αποδέχεται την ελληνική καταγωγή των Μακεδόνων, κατατάσσει τη διάλεκτό τους ως συγγενική της ομάδας των βορειοδυτικών ελληνικών διαλέκτων, (η μακεδονική διάλεκτος έχει ελληνική γραμματική και μόλις δύο περιστασιακά παρατηρούμενες ιδιορρυθμίες σε κάποια σύμφωνα, οι οποίες ωστόσο μπορούν να εξηγηθούν μέσα στα πλαίσια της ελληνικής γλώσσας) και επισημαίνει τα ελληνικά ανθρωπωνύμια (π.χ. Αλέξανδρος, Φίλιππος, Αμύντας, Κάρανος, Κλεοπάτρα, Ευριδίκα, Γλαύκα, Φιλοξένα, ορισμένα από τα οποία απαντώνται μόνο στη μακεδονική διάλεκτο, όπως τα Μαχάτας (στη αττικο -ιωνική Μαχητής), Πατερίνος, Αδίστα, Δρύκαλος, Άρκαπος, Κλείονα (από Κλειώ), τα δύο τελευταία σε επιγραφικές μαρτυρίες από την Αιανή, περίπου 450-425 π.Χ., Καραμήτρου –Μεντεσίδη 1993:79-83), τοπωνύμια (π.χ. Αιγαί, Αλιάκμων, Εύρωπος), τα φυλετικά (π.χ. Ορέστες), τους θεσμούς και τα αξιώματα (π.χ. εταίροι), το ημερολόγιο (μήνες Δίος, Απελλαίος, Ξανδικός, Αρτεμίσιος κ.α.), τις καθημερινές λέξεις (π.χ. πέλιοι Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 13 323 π.Χ. Μεγάλωσε ως γιος βασιλιά, του Φιλίππου Β΄, του ανθρώπου που όχι μόνο διέσωσε το μακεδονικό βασίλειο από την πλήρη διάλυση, αλλά το κατέστησε το ισχυρότερο ελληνικό και ευρωπαϊκό κράτος της εποχής και ηγετική δύναμη της πανελλήνιας εκστρατείας κατά 2 =ηλικιωμένοι, Στράβων, 7, τελεσιάς = μακεδονικός χορός απλός και αργός, Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, 14.27, ἐπιδειπνίς = επιδόρπιο, Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, XVI, 76, σε Τσιμπίδου –Αυλωνίτη 2005:135, κρηπίδες = ψηλά δερμάτινα υποδήματα, Τσιμπίδου –Αυλωνίτη 2005:138, 143, αἰγίποψ = αετός αιγοφάγος, ἀδῆ = ουρανός), αρχαιολογικά ευρήματα αρχαίων επιγραφών στη μακεδονική διάλεκτο, όπως ο κατάδεσμος της Πέλλας κ.α. στοιχεία της ελληνικής μακεδονικής διαλέκτου, χωρίς να παραγνωρίζει και τον ελληνικό χαρακτήρα της θρησκείας των αρχαίων Μακεδόνων, αλλά και την εκπεφρασμένη περηφάνια τους για την ελληνική ταυτότητά τους. Ανάμεσα στα άλλα τεκμήρια, είναι σημαντικό να επισημανθεί πως οι Μακεδόνες σταθερά συμμετείχαν σε αρχαιοελληνικούς θεσμούς, όπως στη Δελφική Αμφικτυονία ή στο ιδρυμένο το 136 -132 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Αδριανό Πανελλήνιο, ιερό στην Ολυμπία, όπου συγκεντρώνονταν τουλάχιστον μια φορά το χρόνο οι αντιπρόσωποι των ελληνικών πόλεων (Ι.Ε.Ε. ΣΤ΄: 156, 201, 468). Όλα τα παραπάνω συνηγορούν απόλυτα στην ελληνική ταυτότητα των Μακεδόνων από την αρχή της ύπαρξής τους και καταρίπτουν θεωρίες περί δήθεν μεταγενέστερου εξελληνισμού τους μέσα από την επαφή τους με τους νότιους Έλληνες, όπως εντελώς ανιστόρητα υποστηρίζουν ορισμένοι ξένοι ερευνητές. Πιο αναλυτικά δες: Brill's companion to ancient Macedon: studies in the archaeology and history of Macedon, 650 BC-300 AD edited by Robin J. Lane Fox, 2011, C. Brixhe, Un “nouveau” champ de la dialectologie grecque: le macedonien, στο ΚΑΤΑ ΔΙΑΛΕΚΤΟΝ, Atti del III Colloquio Internazionale di Dialettologia Greca, A.I.O.N. 19, 1997, Hoffmann O., Die Makedonen. Ihre Sprache und ihr Volkstum (Gottingen 1906), Mari Manuela, Al di la dell’ Olimpo: Macedoni e grandi santuari della Grecia dell’eta arcaica al primo ellenismo (ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ 34, Αθήνα 2002), N. G. L. Hammond, The Macedonian state: Origins, Institutions and History, Oxford, 1989, Trumpy Catherine, Untersuchungen zu den altgriechischen Monatsnamen und Monatsfolgen, Hiedelberg, 1997, Ανδριώτης Νικόλαος, Η γλώσσα και η ελληνικότητα των αρχαίων Μακεδόνων, δημοσιεύματα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1952, Μάλλιος Κ. Γεώργιος, Μακεδόνων Άθλα, ολυμπιονίκες και νικητές στους πανελλήνιους αγώνες της αρχαίας Ελλάδας, έκδοση της Παμμακεδονικής Συνομοσπονδίας Αθηνών και της Γενικής Γραμματείας Ολυμπιακών Αγώνων, Αθήνα 2004 (Greek – English), Παναγιώτου Άννα, Η θέση της μακεδονικής διαλέκτου, στον τόμο «Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας από τις αρχές ως την ύστερη αρχαιότητα», συλλογικό έργο, έκδοση του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας και του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών υπό την επιμέλεια του Α.Φ. Χριστίδη, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 319-325, Hatzopoulos M.B., La position dialectale du macedonien a la lumiere des decouvertes epigraphiques recentes, στο “Die altgriechischen Dialekte: Wesen und Werden” Innsbruck 2007, σελ. 157-176, Β. Μισαηλίδου –Δεσποτίδου, Επιγραφές Αρχαίας Μακεδονίας, Υπουργείο Πολιτισμού –Θεσσαλονίκη Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997, E.Voutiras, Διονυσοφώντος γάμοι, Marital Life and Magic in Fourth Century Pella (Amsterdam, 1998), Αρχαία Μακεδονία: Γλώσσα, Ιστορία, Πολιτισμός, επιμέλεια Γ.Κ. Γιαννάκης, συγγραφή άρθρων Michael Zahnrt, Arthur Muller, Aimilio Crespo, Julian Mendez Dosuna, στα Ελληνικά, English, Deutsch, Francais, έκδοση Κέντρου Ελληνικής γλώσσας, - Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Θεσσαλονίκη 2012, pdf προσπελάσιμο στο http://ancdialects.greeklanguage.gr/node/519 (ανάκτηση 1.9.2012). Ειδικότερα για τις σχέσεις της μακεδονικής διαλέκτου με την αρχαία μυκηναϊκή δες Προμπονά Ιωάννη, «Γλωσικά αρχαίας ο Μακεδονίας: Pu-ke-qi-ri: ένας μυκηναϊκός σκοίδος», στο Αρχαία Μακεδονία 6 Διεθνές Συμπόσιο, τόμος 2, Ι.Μ.Χ.Α., Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 945-948. Για τις ετυμολογικά «δύσκολες» μακεδονικές λέξεις, που όμως ετυμολογούνται στο πλαίσιο της ελληνικής δες Α. Ι. Θαβώρη, «Ο χαρακτήρας και η χρονολόγηση του λεξιλογίου της ελληνικής ο διαλέκτου των αρχαίων Μακεδόνων», στο Αρχαία Μακεδονία 6 Διεθνές Συμπόσιο, τόμος 2, Ι.Μ.Χ.Α., Θεσσαλονίκη 1999, σελ.1135-1150. 2 Η ευρωπαϊκή διάσταση της ισχύος του Μακεδονικού βασιλείου τονίζεται και από τους αρχαίους συγγραφείς: «Φίλιπππος μέν οὖν μέγιστος γενόμενος τῶν καθ’ έαυτόν ἐπί τῆς Εὐρώπης βασιλέων» (Διόδωρος

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 14 των Περσών, υλοποιώντας την Πανελλήνια Ιδέα του Αθηναίου ρήτορα Ισοκράτη . Ο 3 Αλέξανδρος, έχοντας δάσκαλο τον Αριστοτέλη και ηρωικό πρότυπο τον Αχιλλέα του 5 4 Σικελιώτης 16.95). Χαρακτηριστικό αυτής της διάστασης είναι και η συμβολική αποτύπωσή της στο παλάτι των Αιγών, στη Βεργίνα: σε ένα από τα δωμάτια των ανδρώνων αποκαλύφθηκε σχετικά πρόσφατα ψηφιδωτό με την αρπαγή της Ευρώπης (Kottaridi 2011: 235). 3 Ο Φίλιππος υπήρξε μέγιστος στρατηγός, διπλωμάτης και ηγέτης, μία από τις κορυφαίες προσωπικότητες του ελληνισμού και συνάμα αποτέλεσε το υπέρτατο πρότυπο για το γιο του, τον Αλέξανδρο. Χωρίς την προετοιμασία του Φιλίππου σε όλα τα επίπεδα ο Αλέξανδρος δε θα πραγματοποιούσε ποτέ τη μεγαλειώδη εκστρατεία του στην ανατολή. Ίσως γι’ αυτό, ως αναγνώριση της οφειλής του στον πατέρα του, ο Αλέξανδρος, πέρα από το μεγαλοπρεπή τάφο του, που του έστησε στις Αιγές, σύμφωνα με το Διόδωρο το Σικελιώτη, στα λεγόμενα υπομνήματά του, στις εντολές που έδωσε στον Κρατερό, συμπεριέλαβε και το σχέδιο κατασκευής μεγαλοπρεπούς τάφου για τον πατέρα του Φίλιππο σε μορφή πυραμίδας, μεγάλης σαν κι αυτή της μεγαλύτερης πυραμίδας της Αιγύπτου (Διόδωρος Σικελιώτης, 18.4). Το φιλίππειο πρότυπο του Αλέξανδρου αποδεικνύεται σε διάφορες πτυχές του βίου του και στις πολιτικές επιλογές που έκανε: η ιδέα της αξιοποίησης των τοπικών –και νικημένων στον πόλεμο - ηγετικών τάξεων μιας χώρας μέσω της συνεργασίας μαζί τους , προκειμένου να στερεώσει κάποιος την εξουσία του στις τοπικές κοινωνίες, αποδίδεται πρώτα στο Φίλιππο, ο οποίος την έκανε πράξη πολλές φορές και από αυτόν την πήρε Αλέξανδρος (Syropoulos 2013: 484). Ο Φίλιππος επίσης συνήθιζε να κάνει θυσίες στους θεούς πριν και μετά από μια μάχη καθώς και να διοργανώνει μεγάλες γιορτές προς τιμήν τους, κάτι που βέβαια έκανε και ο Αλέξανδρος (Leiva 2013: 10). Σίγουρα ο Αλέξανδρος πήρε επίσης πολλά παραδείγματα ηγεσίας και διεξαγωγής πολέμου από τον πατέρα του. Άλλωστε ο Φίλιππος υπήρξε ακόμη και τολμηρός και ορμητικός στρατιώτης, που πολεμούσε πάντοτε στην πρώτη γραμμή, με αποτέλεσμα να φέρει σημαντικά τραύματα (Bengston 1991 (1968): 295), ακριβώς έτσι και ο γιος του Αλέξανδρος. Από τον πατέρα του άλλωστε ο Αλέξανδρος πήρε σίγουρα και την αγάπη για τα άλογα, ακόμα και ο Βουκεφάλας ήταν αρχικά ένα δώρο προορισμένο για το Φίλιππο. Έπειτα, από τον πατέρα του πήρε το παράδειγμα της ίδρυσης μιας πόλης που να φέρει το όνομά του, αφού πρώτος ο Φίλιππος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο ίδρυσε μια πόλη με το δικό του όνομα το 356 π.Χ., τους Φιλίππους στην Ανατολική Μακεδονία (15 χιλιόμετρα βόρεια της σύγχρονης Καβάλας), όταν κατέκτησε τις Κρηνίδες των Θασίων και τις επανίδρυσε ως Φιλίππους. Επιπλέον από τον πατέρα του ο Αλέξανδρος πήρε, όπως όλα δείχνουν, την ιδέα της θεοποίησης του ηγεμόνα ή τουλάχιστον το αντίστοιχο παράδειγμα του πατέρα του έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της δικής του ατζέντας θεοποίησης για πολιτικούς λόγους (βλέπε περισσότερα στο κεφάλαιο 2.5 και στην υποσημείωση 177). Ακόμα, οι «διπλωματικοί» γάμοι του Φιλίππου με πριγκιποπούλες άλλων βασιλείων, ελληνικών και ξένων, για παράδειγμα με την Ολυμπιάδα, τη μητέρα του Αλέξανδρου, από το βασίλειο των Ηπειρωτών Μολοσσών, με τη Φιλίννα τη Θεσσαλή, την Αυδάτα των Ιλλυριών, τη Μήδα των Γετών κ.α. σίγουρα θα αποτέλεσαν πρότυπο και για τους δικούς του γάμους με τη Ρωξάνη τη Σογδιανή και τις δύο κόρες του Δαρείου, προκειμένου να δώσει πρώτα ο ίδιος το σύνθημα της ενότητας και του οικουμενικού πνεύματος της αυτοκρατορίας του. Σε κάθε περίπτωση με το Φίλιππο και τον Αλέξανδρο το συνοικέσιο πήρε διαστάσεις πολιτικές, έγινε ένα πολιτικό μέσο ειρήνευσης και συμμαχίας και ως τέτοιο θα το αξιοποιήσουν επανειλημμένα στο μέλλον οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, πιθανόν έχοντας ως πρότυπο ακριβώς τους Μακεδόνες βασιλιάδες. Ακόμα και η επιλογή του Αλέξανδρου να απεικονίσει τον εαυτό του σε νομίσματα ίσως επηρεάστηκε από μια -πιθανή –απεικόνιση του πατέρα του σε νόμισμα: συγκεκριμένα, στα ασημένια τετράδραχμα που έκοψε ο Φίλιππος ήδη από τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του εμφανίζεται στον εμπροσθότυπο η γενειοφόρος κεφαλή του Διός και στον οπισθότυπο γενειοφόρος καβαλάρης να φορά καυσία (ή πέτασο) και να υψώνει το δεξί χέρι σε ένδειξη χαιρετισμού, βασιλικής μεγαλοσύνης και προστασίας (βλέπε την ανάλυση της παράστασης στη Caltabiano 1999). Περισσότερα για το Φίλιππο δες στο N. G.L. Hammond – Φίλιππος ο Μακεδών, έκδοση Μαλλιάρης –Παιδεία 2007, καθώς και στο Καργάκος 2014:Α 53-148. Για τις επτά συζύγους του Φιλίππου δες Kate Mortensen, Harmony or Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 15 ο hatred? The inter – relationship of Philip’s wives, στον τόμο “Ancient Macedonia VI”, τόμος 2, (6 διεθνές συνέδριο για την αρχαία Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 1996), έκδοση του Ι.Μ.Χ.Α., Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 797-805. Τέλος, ο Συρόπουλος αναφέρει και ένα άλλο πιθανό πρότυπο πολιτικής για τον Αλέξανδρο, το Δαρείο Α’ το Μέγα, ο οποίος επέδειξε επίσης ανοχή στη θρησκεία, γλώσσα και στις παραδόσεις των υποτελών λαών και εφάρμοσε ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα (Syropoulos 2013: 487). 4 Αναφέρεται από τον Πλούταρχο (Αλέξανδρος, 8) πως ο Αλέξανδρος έλεγε ότι στον πατέρα του οφείλει το ζην αλλά στον Αριστοτέλη το ευ ζην. Σύμφωνα πάντως με τον Κανατσούλη, η πρόσκληση του Φιλίππου στον Αριστοτέλη, προκειμένου αυτός να γίνει ο δάσκαλος του γιου του, είχε και πολιτικά κίνητρα (βλέπε Κανατσούλη 1967: 2-4). Η υποτιθέμενη επιστολή πρόσκλησης του Φιλίππου στον Αριστοτέλη – η γνησιότητα της οποίας αμφισβητείται – διασώθηκε στο λατίνο συγγραφέα Γέλλιο: «ἵσθι μοι γεγονότα ὑιόν….ἐλπίζω γάρ αὐτόν ὑπό σοῦ τραφέντα καί παιδευθέντα ἄξιον ἔσεσθαι καί ἡμῶν καί τῆς τῶν πραγμάτων διαδοχῆς» (Κανατσούλης 1967: 2). Ο Αριστοτέλης, ως δάσκαλος του Αλέξανδρου, συνέθεσε για το μαθητή του ένα ποίημα αφιερωμένο στην αρετή, με αναφορές στον Ηρακλή, τον Αχιλλέα, τους Διόσκουρους και τον Αίαντα (Trofimova 2012 A: 62). Ως ηγεμόνας ο Αλέξανδρος στήριξε τις έρευνες και μελέτες του δασκάλου του, για τις οποίες αναφέρεται ότι κατέβαλε το ποσό των 800 ταλάντων. Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, ο Αριστοτέλης έγραψε για τον Αλέξανδρο και μια πραγματεία για την τέχνη της διακυβέρνησης, ένα βιβλίο περί βασιλείας, το οποίο είχε τόσο καθοριστική επιρροή στην ψυχή του Αλέξανδρου, που έλεγε μετά αυτός πως αν περνούσε μια μέρα χωρίς να ευεργετήσει κάποιον, τότε εκείνη την ημέρα δεν είχε βασιλέψει πραγματικά (Tarn 1948 (2014): 38, 178, Παπαδοπούλου 2009: 133, υποσημείωση 136). Όταν δημιούργησε την παγκόσμια αυτοκρατορία του, ο Αριστοτέλης του έστειλε ένα υπόμνημα, το Ἀλέξανδρος ἢ ὑπέρ ἀποίκων. Από αυτό το κείμενο σώζεται μόνο μια αναφορά, σύμφωνα με την οποία ο Αριστοτέλης προέτρεπε τον παλιό του μαθητή να είναι ηγεμόνας των Ελλήνων αλλά αφέντης των βαρβάρων και τους πρώτους να τους φροντίζει ως φίλους και οικείους, ενώ τους δεύτερους σαν ζώα ή φυτά. Ο Αλέξανδρος βέβαια δεν ακολούθησε την προτροπή του δασκάλου του, αλλά συμπεριφέρθηκε προς όλους με σεβασμό και ισότητα, στο πλαίσιο του οράματος που είχε για μια παγκόσμια αυτοκρατορία (Πλουτάρχου Β: 45). Σίγουρα η δολοφονία του Καλλισθένη, ανιψιού του Αριστοτέλη θα συντέλεσε στην αποξένωση των δύο ανδρών (Lesky (1971)1983: 761). Στο σημείο αυτό αξίζει ακόμη να αναφερθεί πως φαίνεται ότι ο Αλέξανδρος ακολουθούσε τις συμβουλές και άλλων πνευματικών ανδρών, όχι μόνο του Αριστοτέλη: ο Αθήναιος αναφέρει το έργο Πρός Ἀλέξανδρον συμβουλαί του Θεόπομπου του Χίου, ρήτορα, ιστορικού και προσωπικού φίλου του Αλέξανδρου (Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, 6.18). Ο Κανατσούλης επισημαίνει ακόμη πως, σύμφωνα με το λεξικό της Σούδας, ο Αλέξανδρος είχε ως δάσκαλο και τον κυνικό φιλόσοφο Φιλίσκο, ακολουθώντας μια παράδοση κυνικής φιλοσοφίας που στο βασίλειο της Μακεδονίας είχε ξεκινήσει επί Αρχελάου. Τονίζει ακόμη ο Κανατσούλης πως είναι ακριβώς αυτή η κοσμοπολίτικη παράδοση των κυνικών, καθώς και η γενικότερη διαλλακτική και ήπια πολιτική που εφάρμοζαν οι Μακεδόνες έναντι των ηττημένων λαών, που οδήγησαν τον Αλέξανδρο να εφαρμόσει διαφορετικές πολιτικές έναντι των κατακτημένων λαών της Ανατολής από αυτές που ήθελε ο Αριστοτέλης (Κανατσούλης 1967: 13). Βέβαια, ως προς την ηπιότητα των Μακεδόνων έναντι ηττημένων αντιπάλων μπορεί κανείς να εγείρει αρκετές ενστάσεις, ο εκτοπισμός θρακικών φύλων κατά την επέκταση των Μακεδόνων (για παράδειγμα των Πιέρων, Θουκυδίδης ΙΙ 99,3 σε Σάμσαρη 1976: 65), η ολική καταστροφή των Σταγείρων και της Ολύνθου από το Φίλιππο και η αντίστοιχη της Θήβας από τον Αλέξανδρο αποτελούν ορισμένα χαρακτηριστικά τεκμήρια περί του αντιθέτου. 5 Δεν είναι τυχαία η αναφορά όλων των αρχαίων συγγραφέων στο γεγονός ότι ο Αλέξανδρος προσκύνησε τον τάφο του Αχιλλέα στην Τροία και απέτισε σ’ αυτόν φόρο τιμής (βλέπε Διόδωρο Σικελιώτη 17.17., Αρριανό Α΄ 12. 1-3, Πλούταρχο, Αλέξανδρος 15, όπου αναφέρεται ακόμα ότι ο Αλέξανδρος θυσίασε στην Αθηνά και έκανε σπονδές στους ομηρικούς ήρωες, άλειψε την επιτύμβια στήλη του Αχιλλέα με μύρα και τέλεσε γυμνικούς αγώνες δρόμου γύρω από αυτήν, συμμετέχοντας και ο ίδιος και στεφανώνοντάς την στο τέλος, μακαρίζοντας τον Αχιλλέα για το φίλο που είχε εν ζωή και τον υμνητή που απέκτησε μετά το θάνατό του). Σωστά έχει ακόμη

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 16 παρατηρηθεί πως ακόμη και στον τρόπο με τον οποίο θρήνησε ο Αλέξανδρος το θάνατο του Ηφαιστίωνα υπάρχει το στοιχείο της μίμησης του θρήνου του Αχιλλέα για τον Πάτροκλο (το κόψιμο των μαλλιών, οι επιτάφιοι αγώνες, αλλά και –πιθανόν – η σφαγή των ανδρών της ορεσίβιας ληστρικής φυλής των Κοσσεανών, Blanshard 2007: 32). Αναφέρεται ακόμη ότι σε ένα θεατρικό έργο που έγραψε ο Χοίριλος ο ίδιος ο Αλέξανδρος υποδύθηκε τον Αχιλλέα, ενώ κοινά στοιχεία τους αποτελούσαν ακόμη η γρηγοράδα στο τρέξιμο και το λεοντώδες στην εμφάνιση και στο χαρακτήρα (βλέπε πιο αναλυτικά Trofimova 2012 A: 34 – 38, όπου και αρκετά ακόμη στοιχεία της ομηρικής –αχίλλειας επίδρασης στον Αλέξανδρο). Η μητέρα του Ολυμπιάδα, ίσως, να έπαιξε από νωρίς κάποιο ρόλο στη στροφή του Αλέξανδρου στο ηρωικό πρότυπο του Αχιλλέα, μια και η ίδια προερχόταν από το βασιλικό οίκο των Μολοσσών, που ανήγαγε την καταγωγή του στο Νεοπτόλεμο, το γιο του Αχιλλέα. Η προσκύνηση του τάφου του ομηρικού ήρωα δεν ήταν μόνο μια πράξη ρομαντισμού: ο Αλέξανδρος ξεκινούσε μια πανελλήνια εκστρατεία εναντίον των Περσών, ακριβώς όπως ο πανελλήνιος ήρωας Αχιλλέας είχε πράξει εναντίον της Τροίας για την τιμή της Ελλάδας, επομένως η ενέργεια αυτή του Μακεδόνα βασιλιά περνούσε τα κατάλληλα πολιτικά μηνύματα και στους υπόλοιπους Έλληνες (Leiva 2013: 8, 16). Γι’ αυτό και αφιέρωσε την πανοπλία του στο ναό της Αθηνάς στο Ίλιο και πήρε από κει «ιερά όπλα που σώζονταν από την εποχή του Τρωικού Πολέμου», όπως αναφέρει ο Αρριανός (Α΄.11.6). Μάλιστα την «ιερή ασπίδα» του Ιλίου φαίνεται πως τη χρησιμοποιούσε και στις μάχες, όχι αποκλειστικά ο ίδιος: με αυτήν τον κάλυψε τραυματισμένο ο συμπολεμιστής του Πευκέστας, σε μια κρίσιμη στιγμή κατά την πολιορκία μιας πόλης των Μαλλών στην Ινδία, σώζοντάς του τη ζωή (Αρριανός: ΣΤ.΄20.2). Στον ελληνικό κόσμο άλλωστε, ο Τρωικός Πόλεμος συμβολικά αναλογούσε στους Περσικούς Πολέμους (βλέπε Flower 1999: 422). Ο Αλέξανδρος, όταν κοιμόταν, είχε πάντα δίπλα στο προσκεφάλι του το αντίγραφο της Ιλιάδας, που του χάρισε ο Αριστοτέλης . Έτσι εξηγείται και η ριψοκίνδυνη έκθεση του εαυτού του στο πεδίο της μάχης, αν και ήταν βασιλιάς: ένας νέος πολεμιστής, γαλουχημένος με το ηρωικό πρότυπο του Αχιλλέα, του Αίαντα και του Διομήδη, δεν μπορεί παρά να πολεμά μπροστάρης στη μάχη και πρώτος στη κατά μέτωπο επίθεση στον αντίπαλο, όπως έπραξε ο Αλέξανδρος πολλές φορές. Το πολεμικό του αριστείο κατά τη μάχη του Γρανικού, όταν –έστω και με τη σωτήρια επέμβαση του Κλείτου –ανέτρεψε το επικίνδυνο εχθρικό ιππικό με έφοδο, η παράτολμη ενέργειά του να μπει μπροστάρης στην τελική επίθεση στα τείχη της Τύρου σκοτώνοντας τους αντίπαλους πολεμιστές και ανοίγοντας δρόμο για τους άνδρες του, το πολεμικό του αριστείο στη μάχη των Γαυγαμήλων, που έσπασε την εμπροσθοφυλακή του Δαρείου, η ανδραγαθία του κατά την πολιορκία της μεγαλύτερης πόλης των Μαλλών (που οδήγησε τελικά σε απόλυτη σφαγή, καθότι τραυματίστηκε και οι στρατιώτες του, πιστεύοντας ότι σκοτώθηκε, κατέσφαξαν αδιακρίτως όλους τους κατοίκους της πόλης) όλα αυτά (Διόδωρος Σικελιώτης ΙΖ΄.20, 21,46, Αρριανός: ΣΤ΄.9-10, Κούρτιος Ρούφος 1993:223) και πολλά άλλα παραδείγματα πολεμικής δεινότητας δεν είναι οι παράτολμες ενέργειες ενός άφρονα νέου ηγεμόνα, που διακινδυνεύει την επιτυχία της εκστρατείας εκθέτοντας τον εαυτό του, όπως κάποιοι του προσάπτουν. Είναι οι ενέργειες ενός νέου, εμπνευσμένου πολεμιστή, που καθοδηγείται από το πρότυπο αριστείας των ηρώων της Ιλιάδας και το κάνει ακριβώς για να οδηγήσει στην επιτυχία το στρατό του, εμπνέοντας και εμψυχώνοντας και τον τελευταίο στρατιώτη του και αναλαμβάνοντας την ευθύνη να πολεμήσει για λογαριασμό όλων. Ο Ιουστίνος αναφέρει πως ο Αλέξανδρος ορμούσε πάντα εκεί που η εχθρική παράταξη ήταν πιο πυκνή, επιδιώκοντας να τραβήξει τον κίνδυνο πάνω του και να προστατεύσει τους στρατιώτες του. Αναφέρει ακόμα πως ενέπνεε στους στρατιώτες του τέτοια πίστη στο πρόσωπό του, που δε φοβούνταν κανέναν εχθρό, όταν ήταν μαζί τους, ακόμα κι αν ήταν άοπλοι (Ιουστίνος: XI. 14, XII. 16). Οι στρατιώτες αυτοί τον λάτρευαν και υπέμεναν γι’ αυτόν τα πάνδεινα, ο Αλέξανδρος πάλι τους φρόντιζε και τους επαινούσε για την ανδρεία τους, φροντίζοντας να τους ανταμείβει επάξια για τους αγώνες τους (βλέπε ενδεικτικά Αρριανό: 12.1). Ο Αλέξανδρος είναι ίσως το τελευταίο γνωστό ιστορικό πρότυπο της αρχαιοελληνικής πολεμικής ανδρείας, έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε από τις μονομαχίες των Μυκηναίων ηρώων της Ύστερης Εποχής του Χαλκού –που αποτυπώνονται και στη μυκηναϊκή τέχνη – και μέσα από την Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 17 Ομήρου, γρήγορα ανέπτυξε μια συγκροτημένη προσωπικότητα με μόρφωση και φιλοσοφημένη στάση ζωής , αλλά και ικανότητες ηγετικές και στρατιωτικές, με κύριο 6 στοιχείο τη στρατηγική ευφυΐα του, την απαράμιλλη τόλμη και γενναιότητά του στο πεδίο της μάχης και την ταχύτητα στη λήψη και υλοποίηση αποφάσεων, που του επέτρεπε να έχει 7 αφήγηση των ομηρικών επών πέρασε στους Μαραθωνομάχους και στο Λεωνίδα, για να καταλήξει στο Μακεδόνα βασιλιά. 6 Ο Πλούταρχος (Αλέξανδρος, 8) αναφέρει χαρακτηριστικά πως ο Αλέξανδρος είχε γνώσεις ιατρικές, θεωρητικές και πρακτικές, που πήρε κατά βάση από τον Αριστοτέλη και πως βοηθούσε τους άρρωστους φίλους του φτιάχνοντας συνταγές θεραπείας και δίαιτας. Τονίζει, ακόμα, τη φιλομάθειά του, την αγάπη του για τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία και την ανάγνωση, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι, όσο ήταν στην Ασία, διέταξε τον Άρπαλο να του στείλει βιβλία και αυτός του έστειλε τα έργα του Φιλίστου, πολλές από τις τραγωδίες του Ευριπίδη, του Σοφοκλή και του Αισχύλου, όπως επίσης και τους διθυράμβους του Τέλεστου και του Φιλόξενου (Πλούταρχος: Αλέξανδρος, 8). Πράγματι ο Αλέξανδρος είναι ίσως ο πρώτος μεγάλος ενεργός «πεφωτισμένος δεσπότης» στην ανθρώπινη ιστορία, και όχι απλώς μαικήνας και προστάτης των γραμμάτων και των τεχνών, τους υπηρέτες των οποίων πολλάκις τίμησε και αντάμειψε με πλούσια δώρα (βλέπε ενδεικτικά τις αναφορές του Πλουτάρχου για τον κωμικό Λύκωνα και τον κιθαρωδό Αριστόνικο στο δεύτερο λόγο του Περί Αλεξάνδρου Τύχης ή Αρετής –Πλούταρχος Β΄: 72). Τέλος, ένας άνθρωπος σαν τον Αλέξανδρο, δε θα μπορούσε να παραμελεί και τη γυμναστική: ο Πλούταρχος αναφέρει πως ο Αλέξανδρος έπαιζε σφαιριστική με νεαρούς συμπαίκτες, όπως ο Σεραπίωνας (Πλούαρχος: Αλέξανδρος, 39, 73), ενώ και ο Αθήναιος σημειώνει χαρακτηριστικά πως ο Αριστόνικος ο Καρύστιος υπήρξε συμπαίκτης του Αλέξανδρου στο ομαδικό παιχνίδι της σφαιριστικής (Αθήναιος, Δειπνοσοφιστές, 1.34). 7 Ο Αλέξανδρος χρησιμοποίησε άριστα το μακεδονικό ιππικό, οδηγώντας το ο ίδιος προσωπικά στη μάχη: κάνοντας κυκλωτικές κινήσεις και εκμεταλλευόμενος το στοιχείο του αιφνιδιασμού, πετύχαινε να υπερφαλαγγίζει τον αντίπαλο στρατό και να τον χτυπά από το πλάι, δημιουργώντας ρήγματα στην παράταξή του. Σε όλες αυτές τις συμπλοκές, πολεμώντας πάντα στην πρώτη γραμμή, ξεχώριζε εξαιτίας της ιδιόμορφης περικεφαλαίας του (βλέπε Πλουτάρχου, Αλέξανδρος, 16,20). Γι’ αυτό και δέχτηκε πολλά χτυπήματα στο σώμα του με όλων των ειδών τα όπλα, ορισμένα από τα οποία θα μπορούσαν να ήταν και μοιραία για τη ζωή του (βλέπε την αναφορά του Πλουτάρχου Β: 95, 103). Γενικότερα, ο Αλέξανδρος συνδύαζε άριστα τα όπλα του (πεζικό, ιππικό, ναυτικό, πολιορκητικές μηχανές), αποδείχθηκε ακαταμάχητος πολεμιστής και αναδείχθηκε νικητής σε μάχες με διαφορετικούς στρατούς, που πολεμούσαν με διαφορετικές τακτικές (Έλληνες οπλίτες, Πέρσες, Σκύθες, ασιάτες νομάδες, Ινδοί με πολεμικούς ελέφαντες κ.α.). Ορισμένες τακτικές του, όπως οι χειμερινές εκστρατείες, το κυνήγι του αντιπάλου μέχρι την εξάλειψή του ως κινδύνου, η πορεία με διαίρεση του στρατού σε δύο συνήθως τμήματα, η κεραυνοβόλα προέλαση κ.α. υπήρξαν πρωτοποριακές για την πολεμική ιστορία και άφησαν παρακαταθήκη και για επιχειρήσεις μελλοντικών στρατηγών. Επίσης, ήταν από τους πρώτους ηγέτες που συνειδητοποίησε την αξία της ψυχαγωγίας και της χαλάρωσης για το στράτευμά του, γι’ αυτό και διοργάνωνε αθλητικούς και μουσικούς αγώνες μετά το τέλος κάθε σημαντικής φάσης της εκστρατείας του. Το πρόβλημα βέβαια ήταν πως ο ίδιος επωμιζόταν όλες τις ευθύνες και την παραμικρή φροντίδα και έγνοια για τα πάντα, -στρατό, διοίκηση, απονομή δικαιοσύνης –με αποτέλεσμα να χρειάζεται να καταβάλλει απίστευτο μόχθο και ενέργεια (Tarn 1948 (2014): 172, 188, Provatakis 2004: 189). Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να λέγαμε ότι ήταν βασιλιάς, στρατηγός και συνάμα ο καλύτερος στρατιώτης του στρατού που ηγείτο. Συν τοις άλλοις, αυτή η ταχυκινησία και παραπλάνηση του αντιπάλου στο πεδίο της μάχης είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των απωλειών στο δικό του στράτευμα και κατά συνέπεια την ενίσχυση της αυτοπεποίθησης των στρατιωτών του όχι μόνο για τη νίκη, αλλά και για την επιβίωσή τους, κρίσιμο στοιχείο για μια εποχή που οι ολομέτωπες επιθέσεις είχαν εκατόμβες θυμάτων. Τέλος, ο Αλέξανδρος αποδείχθηκε άριστος και στο σχεδιασμό των

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 18 πάντα πρωτοβουλία κινήσεων. Οι αρετές αυτές μαζί με τη θυελλώδη ιδιοσυγκρασία του και 8 την επιθυμία του να ξεπεράσει τον πατέρα του, ήταν τα στοιχεία που τον οδήγησαν τελικά στο μεγαλειώδες πέρασμά του στην ιστορία. Ήδη στα δεκάξι του χρόνια, ως αντιβασιλέας της Μακεδονίας, συνέτριψε την εξέγερση του θρακικού φύλου των Μαιδών. Στα δεκαοχτώ του ηγήθηκε του επίλεκτου σώματος των εταίρων ιππέων εναντίον των συνασπισμένων Αθηναίων και Θηβαίων στη μάχη της Χαιρώνειας, (338 π.Χ.), μάχη η οποία έκρινε τις εξελίξεις στην ελληνική χερσόνησο και οδήγησε στη σύμπηξη της πανελλήνιας συμμαχίας κατά των Περσών. Το 335 π.Χ., βασιλιάς της Μακεδονίας πια, μετά το θάνατο του πατέρα του, εκστράτευσε εναντίον των Θρακών, των Τριβαλλών, των Γετών και των Ιλλυριών στο βορρά, φτάνοντας νικηφόρα μέχρι το Δούναβη και πετυχαίνοντας την υποταγή των επικίνδυνων βορείων γειτόνων του μακεδονικού βασιλείου. Αμέσως μετά, πληροφορούμενος την εξέγερση των Θηβαίων εναντίον του, κατήλθε αστραπιαία στη Νότια Ελλάδα με τελικό αποτέλεσμα την άλωση της Θήβας και την ολική καταστροφή της, με ευθύνη και των εκπροσώπων των συμμαχικών ελληνικών πόλεων ( Ι.Ε.Ε. 1973: 20, 28-33) . 9 ψυχολογικών επιχειρήσεων, με την καλλιέργεια του ανίκητου και την προβολή της θεϊκής του καταγωγής, έτσι ώστε να κερδίσει αρκετές μάχες χωρίς καν να χρειαστεί να εμπλακεί (Κυριακίδης 2013: 508). 8 Σε αυτές τις αρετές θα πρέπει να προστεθούν και η αξιοθαύμαστη φυσική αντοχή του στις κακουχίες και στην πίεση της εκστρατείας, η επιμονή του και η ξεκάθαρη πάντα στοχοθεσία του, ο άριστος σχεδιασμός των επιχειρήσεων, η οργανωτικότητά του, η προσαρμοστικότητα και ευφευρετικότητά του στις διάφορες καταστάσεις που αντιμετώπισε, το έμφυτο χάρισμα της επικοινωνίας και η κοινωνικότητά του, εν τέλει η αποτελεσματικότητά του ως ηγέτη. Ο Κυριακίδης στο άρθρο του για την προσωπικότητα του Αλέξανδρου παρατηρεί συμπερασματικά πως και οι σύγχρονοι ηγέτες έχουν πολλά να μάθουν από τη μελέτη της προσωπικότητάς του, ακόμα και το να αποφεύγουν τα τρωτά του (Κυριακίδης 2013: 505, 508, 511). Ο Tarn πάλι εύστοχα παρατηρεί πως ο Αλέξανδρος ήταν ένας άνθρωπος με σιδερένια θέληση, που μπορούσε ταυτόχρονα να παραβλέπει τα κάλλη των θυγατέρων του Δαρείου, αλλά και να προφυλάσσει τον εαυτό του και τους κοντινούς του από το «θηρίο» που έκλεινε μέσα του - με εξαίρεση το φόνο του Κλείτου. Ήταν ακόμα μια ανυπέρβλητη προσωπικότητα, που άνετα επιβλήθηκε σε εξίσου φοβερές προσωπικότητες, όπως ο Πτολεμαίος, ο Αντίγονος, ο Λυσίμαχος, ο Κάσσανδρος, οι οποίοι μόνο μετά το θάνατό του κατόρθωσαν να απελευθερώσουν την ενέργεια και τις φιλοδοξίες που έκρυβαν μέσα τους (Tarn 1948 (2014): 169, 171). Τέλος στις αρετές του Αλέξανδρου θα πρέπει οπωσδήποτε να προσθέσουμε και την ευσέβειά του απέναντι στο θείο και όχι μόνο. Χαρακτηριστικά ο Αρριανός αναφέρει μια παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Αλέξανδρος ενόσω ήταν στην Τροία θυσίασε στον Πρίαμο στο βωμό του Έρκειου Διός, θέλοντας να εξιλεώσει τη γενιά του, τη γενιά του Νεοπτόλεμου, για το κακό που ο μακρινός πρόγονός του είχε διαπράξει, δηλαδή τη σφαγή του βασιλιά της Τροίας στον ίδιο βωμό (Αρριανός Α΄: 11.8). 9 Το ζήτημα της καταστροφής της Θήβας υπήρξε αντικείμενο αντιπαράθεσης ιστορικών και διαφορετικής ανάγνωσης ήδη από την αρχαιότητα. Ο Καργάκος σωστά επισημαίνει πως για τον Αλέξανδρο ήταν στρατηγικά σκόπιμο και επωφελές να καταστραφούν οι Θήβες προκειμένου από φόβο να καθυποταχτούν αναίμακτα οι υπόλοιπες ελληνικές πόλεις του νότου και έτσι να μπορέσει απρόσκοπτα να προετοιμάσει την εκστρατεία του στην ανατολή χωρίς να έχει το νου του στα νώτα του. Άλλωστε οι Θηβαίοι, μηδίσαντες, υπήρξαν κατά το παρελθόν πιστοί σύμμαχοι των μεγάλων αντιπάλων, των Περσών (Καργάκος 2014:Α΄ 212-213). Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης επισημαίνει ακόμα ένα επιβαρυντικό στοιχείο για τους Θηβαίους: όταν ο Αλέξανδρος έφτασε μπροστά στα τείχη της πόλης έστειλε έναν κήρυκα για να πει στους Θηβαίους πως θα δεχόταν άμεσα όποιον από αυτούς προσχωρούσε στην κοινή συνθήκη των Ελλήνων, αυτοί όμως ως απάντηση φώναξαν από έναν Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 19 Όλα αυτά όμως δεν ήταν παρά το πρελούδιο της μεγάλης πανελλήνιας εκστρατείας 10 του στην ανατολή, που είχε ως αποτέλεσμα την κατάλυση της περσικής αυτοκρατορίας και πύργο πως, όποιος από το στρατό του Αλέξανδρου θέλει, μπορεί να έρθει μαζί τους και με τη βοήθεια του Μεγάλου Βασιλέως (δηλαδή του Πέρση βασιλιά) να καταλύσουν τον τύραννο της Ελλάδας (δηλαδή τον Αλέξανδρο). Ο Αλέξανδρος οργίστηκε με την απάντηση αυτή και αποφάσισε να τιμωρήσει τους Θηβαίους σκληρά (Διόδωρος Σικελιώτης ΙΖ΄: 9.4-5). Και ο Πλούταρχος αναφέρει πως ο Αλέξανδρος έδωσε στους Θηβαίους μια ευκαιρία πριν τη μάχη, ζητώντας τους να του παραδώσουν το Φοίνικα και τον Προθύτη και κηρύσσοντας αμνηστία για όσους πήγαιναν με το μέρος του. Η αγέρωχη όσο και αλαζονική απάντηση των Θηβαίων, που του ζήτησαν να τους παραδώσει το Φιλώτα και τον Αντίπατρο και το κάλεσμα για συστράτευση μαζί τους σε όποιον θα ήθελε να απελευθερώσει την Ελλάδα, ακύρωσαν τελικά την προσπάθεια προσέγγισης και ειρηνικής λύσης της κρίσης. Άλλωστε και οι σύμμαχοι Πλαταιείς και Φωκείς φαίνεται πως επέμεναν στην καταστροφη της Θήβας. Ο Πλούταρχος τονίζει επίσης πως με την καταστροφή της Θήβας ο Αλέξανδρος έλπιζε πως θα σταματούσε η στάση των υπόλοιπων ελληνικών πόλεων του νότου (Πλούταρχος: Αλέξανδρος, 11). Επιπλέον ο Δείναρχος, στον Κατά Δημοσθένους λόγο του αναφέρει πως ήταν ακριβώς ο χρηματισμός από το Δαρείο που έκανε ορισμένες ελληνικές πόλεις του νότου να ξεσηκωθούν κατά του Αλέξανδρου και πως δόθηκαν 300 τάλαντα για τον ίδιο σκοπό καί στην Αθήνα, όμως οι Αθηναίοι τα αρνήθηκαν (ωστόσο τα πήρε ο Δημοσθένης με σκοπό, όπως γράφει ο Δείναρχος, να τα χρησιμοποιήσει προς όφελος του Πέρση βασιλιά, βλέπε απόσπασμα στη διέυθυνση: http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0082:speech=1:section=10&highligh t=alexander (29.8.2014). Τέλος, αξίζει να αναφερθεί πως για την καταστροφή της Θήβας από τον Αλέξανδρο ο Σωτήριχος περίπου το 300 μ.Χ. συνέθεσε το –χαμένο σήμερα –έπος «Πύθων» (Ι.Ε.Ε. ΣΤ΄ 1976: 429). 10 Η συμμαχία των ελληνικών πόλεων, ήδη από τη σύστασή της επί Φιλίππου, ονομάστηκε Κοινόν τῶν Ἑλλήνων και ο Φίλιππος ἡγεμών τῶν Ἑλλήνων σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς Δημοσθένη, Διόδωρο αλλά και έναν πάπυρο της Οξυρρύγχου (Καργάκος 2014: Α’ 127-129). Σωστά ο Κυριακίδης παρατηρεί πως «σε μια εποχή που ο τοπικισμός σήμαινε ότι η πόλη – κράτος ήταν ισχυρότερη από την κοινή ελληνική ταυτότητα, ο Αλέξανδρος έκανε συνεχώς κινήσεις ενίσχυσης της εθνικής ταυτότητας» (Κυριακίδης 2013:507). Ο πανελλήνιος χαρακτήρας της εκστρατείας του Αλέξανδρου τεκμηριώνεται από πλείστες αναφορές: ο Φωκίωνας ο Αθηναίος τάχθηκε από την αρχή με το μέρος του Αλέξανδρου, σε αντίθεση με το Δημοσθένη, θεωρώντας ότι και η Μακεδονία ήταν ελληνική περιοχή και επομένως ο Αλέξανδρος ο πιο κατάλληλος για να εκδικηθεί τις παλιές προσβολές των Περσών εναντίον της Ελλάδας (Κούρτιος Ρούφος: 237). Πριν την εκστρατεία, ο Αλέξανδρος ζήτησε απ’ όλα τα ελληνικά κράτη να του ετοιμάσουν πορφυρούς χιτώνες, τους οποίους θα προσέφερε ως ευχαριστήρια θυσία στους θεούς, μετά τη νίκη του κατά των βαρβάρων (Πλούταρχος, Ηθικά, Περὶ παίδων ἀγωγῆς). Ο Ιουστίνος αναφέρει πως ο Μακεδόνας βασιλιάς πριν περάσει τον Ελλήσποντο ύψωσε βωμούς στους 12 θεούς και έκανε θυσίες προσευχόμενος για «νίκη σε έναν πόλεμο στον οποίο επιλέχθηκε να γίνει ο εκδικητής της Ελλάδας» (Ιουστίνος: XI. 5). Από την Τροία, όπως ήδη παρατηρήσαμε, πήρε τα «ιερά όπλα» της εποχής του Τρωικού Πολέμου, τα οποία και χρησιμοποιούσε στις μάχες (Αρριανός: Α.11.7-8). Με τη συμβολική αυτή ενέργεια ο Αλέξανδρος έγινε εκφραστής μιας πανελλήνιας συνείδησης με ιστορικό βάθος που φτάνει στους πρώτους, ηρωικούς χρόνους της ελληνικής πρωτο -ιστορίας, σύμφωνα πάντα και με την καθιερωμένη αρχαιοελληνική αντίληψη. Ο Αρριανός αναφέρει πως οι κάτοικοι της Τενέδου είχαν επίσημα χαράξει σε στήλες το κείμενο της συμμαχίας (συνθήκες) που είχαν συνάψει με «τον Αλέξανδρο και τους Έλληνες» (Αρριανός: Β΄- 2.2). Στην απαντητική επιστολή του Αλέξανδρου στο Δαρείο, μετά τη μάχη της Ισσού, ο Αλέξανδρος σημειώνει πως: «…οι δικοί σας πρόγονοι ήρθαν στη Μακεδονία και στην άλλη Ελλάδα και μας κακοποίησαν, χωρίς να έχουν αδικηθεί σε τίποτε προηγουμένως. Κι εγώ, αφού ορίστηκα ηγέτης των Ελλήνων και θέλοντας να τιμωρήσω τους Πέρσες, πέρασα στην Ασία, επειδή εσείς κάνατε την αρχή αυτής της αδικίας…» (Αρριανός: Β΄. 14. 4, Κούρτιος Ρούφος 1993: 179). Επίσης ο Αλέξανδρος φρόντισε για την εγκαθίδρυση των δημοκρατικών

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 20 καθεστώτων στις απελευθερωμένες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας και για την απαλλαγή τους από τους φόρους που πλήρωναν στους σατράπες, τονίζοντας ότι ξεκίνησε τον πόλεμο εναντίον των Περσών για την απελευθέρωσή τους (Αρριανός: Α΄, 18, 1-2, Διόδωρος Σικελιώτης:17.24) και αφήνοντάς τες ουσιαστικά ελεύθερες και αυτόνομες. Ωστόσο φαίνεται πως επέβαλε στις ελληνικές πόλεις μια εφάπαξ εισφορά για τον κοινό αγώνα κατά των Περσών, την σύνταξη (από τις εισφορές βέβαια εξαίρεσε τις πόλεις της Αιολίδος και Ιωνίας, την Έφεσο, τη Μαλό της Κιλικίας καθώς και την Πριήνη, Λιάμπη 2008:84). Μετά τη μάχη του Γρανικού έστειλε στη Μακεδονία τους αιχμάλωτους Έλληνες - μισθοφόρους των Περσών για να εργαστούν ως δούλοι, διότι, παρά την κοινή συμπαράταξη των Ελλήνων, αυτοί, αν και ήταν Έλληνες, μάχονταν υπέρ των βαρβάρων και εναντίον της Ελλάδας (Αρριανός: Α΄. 16.6). Επιπλέον, το συνοδευτικό επίγραμμα των αφιερωμάτων του στον Παρθενώνα, 300 περσικές πανοπλίες, λάφυρα από τη μάχη του Γρανικού ποταμού, ήταν ξεκάθαρο στο συμβολισμό του: «Ἀλέξανδρος Φιλίππου καί οἱ Έλληνες πλήν Λακεδαιμονίων ἀπό τῶν βαρβάρων τῶν τήν Ασίαν κατοικούντων» (Αρριανός:Α΄,16. 7). Όταν οι Πέρσες πέτυχαν την πρόσκαιρη επαναφορά της Τενέδου στην κυριαρχία τους, σύμφωνα με τον Αρριανό, χάλασαν τις συνθήκες «τάς πρός Ἀλέξανδρον καί τούς Ἕλληνας» (Αρριανός Β΄: 2.2). Στο λόγο που ἐβγαλε προκειμένου να εμψυχώσει τους στρατιώτες του πριν από τη μάχη στην Ισσό προέτρεψε τους Μακεδόνες να πολεμήσουν εναντίον των Περσών ως γενναίοι, ανδρείοι και φιλοπάτριδες εναντίον δούλων, αγύμναστων και μαλθακών και εναντίον των μισθοφόρων του Δαρείου ως Έλληνες, που πολεμούν υπέρ των θεών της πατρίδας, έναντι τιποτένιων Ελλήνων, που πολεμούν για έναν ασήμαντιο μισθό (Κούρτιος Ρούφος: 163). Μετά τη νίκη του στην Ισσό οι αντιπρόσωποι των Ελλήνων στο συνέδριο της Κορίνθου έστειλαν 15 πρέσβεις για να τον συγχαρούν και να τον στεφανώσουν με χρυσό στεφάνι, ως αριστείο (Διόδωρος Σικελιώτης ΙΔ΄: 86 –βιβλίο 17). Με το ξεκίνημα της μάχης των Γαυγαμήλων, πριν ορμήξει εναντίον του Δαρείου, λέγεται πως ικέτευσε τους θεούς, αν είναι πεπρωμένο να καταλυθεί η περσική μοναρχία, να βοηθήσουν τους Έλληνες και τον ίδιο, που ως αντιπρόσωπος των Ελλήνων ανέλαβε αυτό το έργο (Κούρτιος Ρούφος 1993: 222, παρόμοια αναφορά και στον Πλούταρχο: Αλέξανδρος, 33). Αμέσως μετά τη μάχη των Γαυγαμήλων, «Βασιλιάς της Ασίας» πλέον, προέβη σε συμβολικές κινήσεις ως «Ηγεμών των Ελλήνων» και, προκειμένου να συνδέσει την περιφανή νίκη του με τις αντίστοιχες των Περσικών Πολέμων, έστειλε χρήματα στους Πλαταιείς για να ξανακτίσουν την κατεστραμμένη πόλη τους, διότι «τήν χώραν οἱ πατέρες αὐτῶν ἐναγωνίσασθαι τοῖς Ἕλλησιν ὑπέρ τῆς ἐλευθερίας παρέσχον». Επίσης έστειλε και μέρος της λείας στον Κρότωνα της Κάτω Ιταλίας, διότι ο Κροτωνιάτης Φαύλος ήταν ο μόνος Έλληνας της Μεγάλης Ελλάδας που είχε συμμετάσχει με ένα πλοίο στη νικηφόρα ναυμαχία της Σαλαμίνος (Πλούταρχος: Αλέξανδρος, 34, Ι.Ε.Ε. 1973:124). Όταν έφτασε στα περίχωρα της Περσέπολης συνάντησε 800 Έλληνες αιχμαλώτους των Περσών φριχτά ακρωτηριασμένους, τους οποίους συμπόνεσε, εξασφαλίζοντάς τους και με το παραπάνω όλα τα απαραίτητα προκειμένου να ζήσουν άνετα το υπόλοιπο της ζωής τους (Διόδωρος Σικελιώτης: 17.69). Στην Περσέπολη, βλέποντας πεσμένο ένα μεγάλο ανδριάντα του Ξέρξη, αναφώνησε: «Τι να σε κάνουμε; Να σε αφήσουμε πεσμένο για την εκστρατεία σου κατά των Ελλήνων ή να σε ξαναστήσουμε για τη μεγαλοφροσύνη και την αρετή σου;» (Πλούταρχος, Αλέξανδρος 37). Όταν κάθισε στο θρόνο του Δαρείου λέγεται ότι ο Δημάρατος ο Κορίνθιος αναφώνησε πως μεγάλη χαρά στερήθηκαν οι Έλληνες που πέθαναν πριν να δουν αυτό το θέαμα (Πλούταρχος, Αλέξανδρος 37, Κούρτιος Ρούφος: 236). Το κάψιμο επίσης των ανακτόρων της Περσέπολης, μια πράξη αμφιλεγόμενη, πιθανό να θεωρήθηκε, στο πλαίσιο της πανελλήνιας ιδέας, μια συμβολική πράξη εκδίκησης για το κάψιμο της Ακρόπολης των Αθηνών και των δεινών που προξένησαν στην Ελλάδα οι Πέρσες κατά την εκστρατεία τους. Φαίνεται πως αρκετοί Έλληνες εξέλαβαν έτσι την πράξη αυτή καταστροφής, όπως ένα επίγραμμα των Θεσπιέων της παλατινής ανθολογίας μας επιτρέπει να συμπεράνουμε (βλέπε Flower 1999: 424- 425). Επίσης o Αλέξανδρος, στο τέλος της εκστρατείας του, έδωσε στους Έλληνες πρέσβεις να επιστρέψουν πίσω στην Ελλάδα όσους ανδριάντες και αγάλματα και άλλα αφιερώματα πήρε ο Ξέρξης κατά την εισβολή του. Έτσι μεταφέρθηκαν και οι χάλκινοι ανδριάντες του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα πίσω στην Αθήνα (Αρριανός: ΣΤ΄, 19, 2). Ακόμα και στον Ύδασπη ποταμό ο Αλέξανδρος, καθώς μια θύελλα μαινόταν πριν την μάχη Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 21 την κατάκτηση μέρους της Ινδίας, πράξεις για τις οποίες η ιστορία του έδωσε τον τίτλο «Μέγας» (εικόνα 1) . Ο Γερμανός ιστορικός Bengston έγραψε πως «αν κάπου στην ιστορία του 11 κόσμου, τότε μόνο εδώ έγινε αισθητή η πρωτοβουλία της μεγάλης ατομικής προσωπικότητας, που έδωσε στον κόσμο ένα νέο πρόσωπο» (Ι.Ε.Ε. Δ΄: 232). Ο Droysen πάλι έγραψε: «Ποτέ ίσως άλλοτε δεν επήγασε απ’ την προσωπική δράση του ενός στην ιστορία τόσο ραγδαία ανάπλαση ολόκληρου του κόσμου με ουσιαστική λειτουργία σε τέτοιο βάθος και με ορμητική ανάπτυξη σε τόσο πελώριες εκτάσεις» (Droysen/Αποστολίδης 1993: Β.655) . Ο Tarn προσθέτει πως οι δυνατότητες ηθικής και 12 πνευματικής προόδου αποτελούν το μεγαλύτερο δώρο του Αλέξανδρου στην Ασία και πως είναι ακριβώς ο Μακεδόνας βασιλιάς που προσέφερε στο σύγχρονο κόσμο τη δυνατότητα να αντλεί τον πολιτισμό του από την Ελλάδα (Tarn 1948 (2014): 188, 191). Ο Hammond επισημαίνει πως κανείς άλλος βασιλιάς δεν υπήρξε προστάτης των τεχνών, όπως ο Αλέξανδρος, προσθέτοντας πως υπήρξε ένας δημιουργός θαυμάτων στον πόλεμο και στη διακυβέρνηση (Hammond 2007 (1988) B: 94, 123). Χωρίς τον Αλέξανδρο ο ελληνικός πολιτισμός δε θα αποκτούσε ποτέ τις ελληνιστικές - οικουμενικές διαστάσεις του. Όμως στο παρόν πόνημα δε θα μας απασχολήσει η ιστορία αυτής της εκστρατείας, για την οποία άλλωστε έχουν γραφεί τόσα πολλά και ακόμα γράφονται. Το αντικείμενο της μελέτης αυτής είναι η εικόνα του Αλέξανδρου έτσι όπως δημιουργείται και παγιώνεται μετά το θάνατό του στον αρχαίο κόσμο, στο ελληνικό Βυζάντιο και στη νεοελληνική παράδοση και μάλιστα καί στις δύο υποστάσεις του: την ιστορική και την «μυθική». Η παρούσα μελέτη, χωρίς να είναι με τον Πόρο, φώναξε, σύμφωνα με τον Ονησίκριτο: «Ω Αθηναίοι,άραγε θα μπορούσατε να πιστέψετε τι κινδύνους υπομένω προκειμένου να κερδίσω καλή φήμη στα μάτια σας;» (Πλούταρχος, Αλέξανδρος, 60). Επίσης, έδωσε εντολή να ξαναχτιστούν οι γκρεμισμένοι ναοί της Ελλάδας, προσφέροντας ο ίδιος το ποσό των 10.000 ταλάντων (Droysen/Αποστολίδης 1993:Β.654). Το 324 π.Χ. ο ιστορικός Θεόπομπος ο Χίος έγραψε μια επιστολή στον Αλέξανδρο, στην οποία έκανε λόγο για αυτούς που πέθαναν στην Κιλικία «για λογαριασμό της βασιλείας σου και της ελευθερίας των Ελλήνων». Είναι πιθανό η πανελλήνια ιδέα να κρατήθηκε ζωντανή και μετά την κατάκτηση της Περσέπολης προκειμένου να αξιοποιηθεί από τον Αλέξανδρο σε μια μελλοντική εκστρατεία του στη Δύση, στην Ιταλία και εναντίον της Καρχηδόνας (βλέπε περισσότερα στο Flower 1999: 426-429). Τέλος, λίγο πριν πεθάνει στη Βαβυλώνα, Έλληνες πρέσβεις τον ξαναστεφάνωσαν με χρυσό στεφάνι «ὡς θεωροί δήθεν ἐς τιμήν θεοῦ ἀφιγμένοι» (Αρριανός: Ζ’.23.2). 11 Οπωσδήποτε ενδιαφέρουσα είναι η αναφορά του Πλουτάρχου, ότι οι Έλληνες της Μικράς Ασίας έστειλαν στον Αλέξανδρο ένα φίλο του Πλάτωνα, το Δήλιο τον Εφέσιο, προκειμένου αυτός να κεντρίσει τον Αλέξανδρο, ώστε να αρχίσει τον πόλεμο κατά των Περσών («μάλιστα διακαύσας καὶ παροξύνας ἅψασθαι τοῦ πρὸς τοὺς βαρβάρους πολέμου», Πλούταρχος, Ηθικά, 14.76, Προς Κωλώτην). 12 Εξίσου υμνητικός απέναντι στον Αλέξανδρο ήταν με αναφορές του και ο δάσκαλός του Droysen, Χέγκελ, ο οποίος βρίσκει το μεγαλείο της κατάκτησης της ανατολής ανάλογο με την ευφυία του Έλληνα βασιλιά, την ιδιαίτερη προσωπικότητά του, που αντίστοιχη δεν ξαναφάνηκε στην ιστορία (Vasunia 2007: 90, όπου και υπάρχει εκετενής ανάλυση του τρόπου πρόσληψης και προβολής του Αλέξανδρου από τους δύο μεγάλους ιστορικούς, τον Droysen και τον Grote, όπως και αντίστοιχη ανάλυση υπάρχει στον Demandt 2009: 450-452). Ο ίδιος Γερμανός φιλόσοφος έγραψε το 1831: «Ο Αλέξανδρος, η πιο όμορφη, ελεύθερη προσωπικότητα που υπήρξε ποτέ, είναι η κορωνίδα του πραγματικού ελληνισμού» και πως «άφησε πίσω του την ωραιότερη και μεγαλύτερη θέαση του κόσμου, την οποία εμείς, με τα άσχημα αντανακλαστικά μας, μόνο να ψηλαφήσουμε μπορούμε» (Demnandt 2009: 450).

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 22 εξαντλητική , χρησιμοποιεί ως πηγές τους αρχαίους, μεσαιωνικούς και νεότερους Έλληνες 13 συγγραφείς, καθώς και μερικά από τα πιο πρόσφατα βιβλία, μελέτες και άρθρα για τον Αλέξανδρο, στα οποία γίνονται παραπομπές μέσα σε παρένθεση, αλλά και στις υποσημειώσεις. Η έμφαση δίνεται κυρίως στην ιδεολογία, στην τέχνη ειδικότερα, στις προφορικές και γραπτές παραδόσεις, στη λογοτεχνία. Επίσης, γίνεται προσπάθεια να συγκεντρωθούν αρκετά σκόρπια τεκμήρια ώστε να δοθεί μια συνολική και διαχρονική θεώρηση του Αλέξανδρου των Ελλήνων, από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Με την έννοια του ελληνισμού, στο παρόν βιβλίο, νοείται ακριβώς το σύνολο των Ελλήνων, ως φορέας μιας κοινής πολιτιστικής παράδοσης και δημιουργίας (βλέπε Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη του Α.Π.Θ.), αλλά και η καθαυτή κοινή αυτή πολιτιστική παράδοση, διαχρονικό σύμβολο της οποίας αποτέλεσε η διαρκώς ανανεούμενη μορφή του αρχαίου βασιλιά. 13 Βλέπε ενδεικτικά και τα παλαιότερα συγγράμματα: H. Gleixner, “Das Alexanderbild der Byzantiner”, διδακτορική διατριβή, Μόναχο 1961, F. Pfister, “Alexander der Grosse in der bildenen Kunst”, στο Forschungen und Forschritte 35 (1961), 330-4, 375-9, καθώς και τα συγγράμματα του Βελουδή: G. Veloudis, “der neugriechische Alexander. Tradition in Bewahrung und Wandel”, Μόναχο 1968 και G. Veloudis, “Alexander der Grosse. Ein alter Neugrieche”, Μόναχο, 1969. Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 23 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο Ιουστίνος στην επιτομή των Φιλιππικών του Πομπηίου Τρόγου αναφέρει πως η μητέρα του Αλέξανδρου, η Ολυμπιάδα, τη νύχτα της σύλληψης του γιου της, είδε πως είχε πλαγιάσει με ένα μεγάλο ερπετό. Ακόμα αναφέρει ο Ιουστίνος πως καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας που γεννήθηκε ο Αλέξανδρος δύο αετοί κάθονταν στο ψηλότερο σημείο του παλατιού του πατέρα του, του Φιλίππου, φανερώνοντας έτσι τη διπλή κυριαρχία που έμελε να αποκτήσει ο γιος του πάνω στην Ευρώπη και στην Ασία (Ιουστίνος: XII.16). Ο Πλούταρχος πάλι αναφέρει πως η Ολυμπιάδα, το βράδυ του γάμου της με το Φίλιππο, ονειρεύτηκε πως κεραυνός χτύπησε τη μήτρα της και από αυτήν ξεπήδησε μια φωτιά που απλώθηκε στην άκρη του κόσμου, πριν τελικά σβήσει. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει πως ο Φίλιππος, λίγες μέρες αργότερα, ονειρεύτηκε πως σφράγισε την κοιλιά της γυναίκας του και η σφραγίδα άφησε αποτύπωμα ένα λιοντάρι. Την ημέρα που γεννήθηκε ο Αλέξανδρος, ο Φίλιππος, που πολιορκούσε τότε την Ποτίδαια της Χαλκιδικής, πληροφορήθηκε όχι μόνο τη νίκη του στρατηγού του Παρμενίωνος κατά των συνασπισμένων Ιλλυριών και Παιόνων, αλλά και τη νίκη των αλόγων του στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Την ίδια μέρα πάλι η παράδοση αναφέρει πως κάηκε ολοσχερώς ο ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο, διότι η θεά τον είχε εγκαταλείψει για να βοηθήσει στη γέννηση του παιδιού. Οι μάντεις της ανατολής προφήτευσαν πως η μέρα αυτή θα αποδεικνυόταν μοιραία και καταστροφική για όλη την Ασία (Πλούταρχου, Αλέξανδρος, 2-3) Αν μόνο για το γεγονός της γέννησης του Αλέξανδρου υπάρχουν τόσοι θρύλοι, συνυφασμένοι με τα πραγματικά γεγονότα, καταλαβαίνει κανείς γιατί ολόκληρη η ζωή του Μακεδόνα βασιλιά, του διασημότερου Έλληνα που υπήρξε ποτέ, αποτέλεσε διαχρονικά κοινό τόπο στις αναφορές της ιστορίας, παράδοσης, λογοτεχνίας και τέχνης όχι μόνο των Ελλήνων αλλά και πολλών άλλων λαών της οικουμένης, ήδη από την αρχαιότητα . Η 14 μορφή του Αλέξανδρου αξιοποιήθηκε επανειλημμένα στο ρου της ιστορίας, προκειμένου να επιτευχθούν συγκεκριμένοι πολιτικο –κοινωνικοί στόχοι σε συγκεκριμένες κάθε φορά 14 Κάθε μεγάλος βασιλιάς έχει κι ένα αντίστοιχο της φήμης του άτι, κι αυτό βέβαια για τον Αλέξανδρο δεν ήταν άλλο από τον περίφημο Βουκεφάλα. Όπως ο Αλέξανδρος απέκτησε μυθικές διαστάσεις, έτσι κι ο Βουκεφάλας πέρασε στη σφαίρα του μύθου, μαζί με άλλα μυθικά άλογα, όπως ο Πήγασος, τα άλογα του Αχιλλέα, τα άλογα του Λαομέδοντα, οι φοράδες του Διομήδη. Καθόλου τυχαία επομένως, ο Σέλευκος Α΄ έκοψε χρυσά νομίσματα με παράσταση στη μία όψη την κεφαλή του κερασφόρου Βουκεφάλα (με βάση το Μυθιστόρημα του ψευδο-Καλλισθένη, για το οποίο γίνεται λόγος στα κεφάλαια 2.9., 3.1., 4.1. του παρόντος τόμου). Η ταύτιση μάλιστα του Αλέξανδρου με το Βουκεφάλα έγινε ακόμη πιο έντονη στο μύθο, σε σημείο που να φτάσει στο συγχρονισμό της γέννησης αλλά και του θανάτου τους στο Μυθιστόρημα του ψευδο-Καλλισθένη. Μάλιστα σε μια μεσαιωνική γαλλική εκδοχή του Μυθιστορήματος ο Βουκεφάλας γίνεται ο καρπός της ένωσης ενός ελέφαντα με μια φοράδα! Σύμφωνα με αναφορές των αρχαίων πηγών, Βουκέφαλοι λέγονταν οι θεσσαλικοί ίπποι, διότι έφεραν ένα σφράγισμα με σχήμα το βουκράνιο στο σώμα τους (Anderson 1930: 1,4,10). Σωστά έχει παρατηρηθεί ότι ο Βουκεφάλας παίρνει στοιχεία από το χαρακτήρα του Αλέξανδρου, την αντοχή του, τη γενναιότητά του, την αγριάδα και το οξύθυμό του, ενώ παράλληλα στην απεικόνισή του στην τέχνη το άλογο χρησιμοποιείται ακριβώς ως το μέσο δημιουργίας της εικόνας του στιβαρού και ανίκητου στρατηλάτη και κοσμοκράτορα.

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 24 ιστορικές συνθήκες και μέσα στο πλαίσιο της διαμόρφωσης και διαχείρισης της ιστορικής συλλογικής μνήμης. Άλλωστε, η σύγχρονη έρευνα επιβεβαιώνει πως η συλλογική ιστορική μνήμη αποτελεί αντικείμενο συνεχούς επαναδιαπραγμάτευσης και επανακαθορισμού από την εκάστοτε κοινωνία, ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της και να συμβάλλει στη διαμόρφωση του παρόντος θετικά (Garton 2007: 3-5). Από την άλλη πλευρά, θα διαπιστώσουμε πως στην περίπτωση του Αλέξανδρου υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά της μνήμης του που παρέμειναν σταθερά στον ελληνισμό, όπως και ο «ρόλος» που του επιφυλασσόταν κάθε φορά που τον ανακαλούσαν, ανεξάρτητα από εποχές και κοινωνίες. Στο σύντομο πέρασμά του από τη ζωή ο Αλέξανδρος, ο αυτοαποκαλούμενος το 331 π.Χ. «λεόντιος Γρύπας της Περσίας», άλλαξε την όψη του τότε γνωστού κόσμου όσο κανένας 15 άλλος πριν από αυτόν, οδήγησε τον ελληνισμό στα βάθη της Ινδίας , εξάπλωσε την κοινή 16 ελληνική γλώσσα σε τρεις ηπείρους καθιστώντας την lingua franca της αυτοκρατορίας του 17 15 Tarn 1948 (2014): 105. 16 Είναι πραγματικά εκπληκτική, σαν παραμύθι, η ιστορία των ελληνικών βασιλείων της Βακτρίας και της Ινδίας που ίδρυσαν οι διάδοχοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου στα σημερινά εδάφη του Αφγανιστάν, Πακιστάν και Ινδίας, από το 250 π.Χ., όταν το βασίλειο της Βακτριανής υπό την εξουσία του Διοδότου ανεξαρτητοποιήθηκε από τους Σελευκίδες, ως και το 20 περίπου μ.Χ., όταν κατέρρευσε και το τελευταίο ελληνικό βασίλειο της Ινδίας υπό το Στράτωνα Β΄. Στη διάρκεια αυτών των τριών περίπου αιώνων η ελληνική παρουσία στη μακρινή αυτή ανατολή υπήρξε ισχυρή και καταλυτική σε ορισμένους τομείς, όπως για παράδειγμα στην τέχνη, σε βαθμό που επηρέασε ακόμη και τις απεικονίσεις του Βούδα, διαμορφώνοντας τις πρώτες γλυπτές και ανθρωπομορφικές απεικονίσεις του (βλέπε και κεφάλαιο 5.11.). Ισχυροί ηγεμόνες σταθεροποίησαν και στη συνέχεια επεξέτειναν την κυριαρχία τους σε αχανείς εκτάσεις, όπως ο Ευθύδημος, ο Δημήτριος Α΄, ο Ευκρατίδης και ο Μένανδρος ο Μέγας, ο τελευταίος μάλιστα πέρασε και στη φιλολογία και παράδοση των Ινδών και οδήγησε τον ελληνισμό, έστω και για λίγο, μέχρι την καρδιά του Γάγγη ποταμού, στη βαθιά Ινδία. Χάρη στα νομίσματα γνωρίζουμε σήμερα πάνω από 40 ονόματα Ελλήνων βασιλέων της Ινδικής, ενώ οι αρχαίες πηγές μνημονεύουν μόνο επτά. Είναι ακόμη σημαντικό να επισημανθεί πως στη Βακτριανή το ελληνικό αλφάβητο επιβίωσε ως η γραπτή μορφή των γλωσσών της περιοχής ως τον 7 αιώνα μ.Χ. Τίποτα απ’ όλα αυτά ο δεν θα είχε συμβεί αν δεν είχε γίνει η εκστρατεία του Αλέξανδρου. Για περισσότερες πληροφορίες για το ιστορικό των ελληνο-ινδικών βασιλείων, τα νομίσματά τους καθώς και χάρτες βλέπε Ι.Ε.Ε. Ε΄: 231-245, Παλιαδέλη Χρυσούλα –Σαατσόγλου, «Το ελληνοβακτριανό βασίλειο» και Μποπεαράτσι Οσμούντ, «Ελληνικά νομίσματα», στο αφιέρωμα Ελληνισμός και ανατολή – τόμος Βακτριανή και τόμος Ινδία, Επτά Ημέρες -Καθημερινή, σελ. 124-130 και 149-152 αντίστοιχα, Robert Bracey, “Alexander’s Lost Kingdom: From Diodotus to Strato III, άρθρο στο συλλογικό τόμο “Memory as History: The Legasy of Alexander in Asia”, επιμέλεια Himanshu Prabha Ray, Daniel T. Potts, έκδοση Aryan Boooks International, Νέο Δελχί, 2007, σελ. 142- 156. Μια πολύ καλή σύνοψη της ιστορίας των ελληνικών βασιλείων της ανατολής καθώς και της μέχρι τώρα αρχαιολογικής έρευνας στις περιοχές εξάπλωσής τους υπάρχει και στον Μπουσδρούκη 2013. 17 Σύμφωνα με τον Bengston, ήδη από τα μέσα του 4 αιώνα π.Χ. οι συνθήκες είχαν ωριμάσει για την ου εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού στην ανατολή και ο Αλέξανδρος εμφανίστηκε αμέσως μετά σαν εκτελεστικό όργανο του οικουμενικού νόμου ολοκλήρωσης αυτής της διαδικασίας (Bengston 1991 (1968): 274). Ο Αλέξανδρος έδωσε εντολή 30.000 νεαροί Πέρσες να μάθουν τα ελληνικά και να εκπαιδευτούν στα όπλα του στρατού του. Αυτοί ονομάστηκαν Επίγονοι (Κούρτιος Ρούφος 1993: 389). Το ίδιο είχε διατάξει να γίνει και με τη μητέρα, τις θυγατέρες και το γιο του Δαρείου στα Σούσα (Διόδωρος Σικελιώτης: 17.67). Η διατήρηση και εδραίωση της ελληνικής γλώσσας στο αλλογενές στοιχείο της ανατολής αποδεικνύεται από ποικίλα παραδείγματα. Η Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 25 και ουσιαστικά δημιούργησε τις δομές της πρώτης «παγκοσμιοποίησης» που γνώρισε η ανθρώπινη ιστορία, μια παγκοσμιοποίηση που είχε ως βάση τον ελληνικό πολιτισμό αλλά και το συγκερασμό πολιτιστικών στοιχείων Δύσης και Ανατολής, με σεβασμό στη θρησκεία και στις παραδόσεις των λαών . Το σχέδιο του Αλέξανδρου άλλωστε ήταν να ιδρύσει ένα 18 παγκόσμιο κράτος, με σύνορα τα όρια του τότε γνωστού κόσμου, όπως ξεκάθαρα ο ίδιος είπε στους συμπολεμιστές του Μακεδόνες, μπροστά στον Ύφαση ποταμό : 19 «Αν όμως κανείς επιθυμεί να ακούσει ποιο θα είναι το τέλος κι αυτού του πολέμου, ας μάθει ότι δεν απομένει ακόμα και πολλή γη ως τον ποταμό Γάγγη και την ανατολική θάλασσα. Μ’ αυτήν σας λέω ότι θα φανεί πως επικοινωνεί η Υρκανία θάλασσα, γιατί η μεγάλη θάλασσα περικυκλώνει 20 όλη την ξηρά. Κι εγώ θα αποδείξω στους Μακεδόνες και στους συμμάχους ότι ο Ινδικός κόλπος επικοινωνεί με τον Περσικό κόλπο και η Υρκανία με τον Ινδικό. Από τον Περσικό κόλπο θα περιπλεύσουμε με το στόλο μας γύρω από τη Λιβύη (Αφρική) μέχρι τις Ηράκλειες Στήλες και από ο αυλή των Πάρθων βασιλιάδων του 1 αιώνα π.Χ. με 1 αιώνα μ.Χ. χρησιμοποιούσε στις επιστολές της τη ου φροντισμένη αττικίζουσα ελληνική της εποχής τους, ψυχαγωγούνταν μάλιστα με αρχαίες τραγωδίες, όπως οι Βάκχες του Ευριπίδη. Οι κατακτητές των ελληνικών βασιλείων της Βακτρίας, οι νομάδες Κουσάν, επίσης χρησιμοποίησαν την ελληνική για τη διοίκηση της αυτοκρατορίας τους, όπως και οι Σάκες βασιλείς. Οι Γαλάτες ο της Μικράς Ασίας υιοθέτησαν ήδη από το 2 αιώνα π.Χ. την ελληνική γλώσσα και παιδεία, ώστε από την εποχή του Στράβωνος να γίνεται λόγος για «Ελληνογαλάτες». Ο ίδιος ο Στράβων, γεννημένος στην Αμάσεια του Πόντου, είχε από την πλευρά της μητέρας του Έλληνα προπάππο και ιθαγενή παππού. Οι Εβραίοι της διασποράς υιοθέτησαν σε τέτοιο βαθμό τα ελληνικά, ώστε χρειάστηκε η μετάφραση των Εβδομήκοντα για τη Βίβλο στα ελληνικά προκειμένου να τους είναι κατανοητή. Ο Μανέθων, ένας Αιγύπτιος ιερέας, συνέγραψε μια ιστορία των Φαραώ στα ελληνικά. Στην Αλεξάνδρεια της Αραχωσίας (το σημερινό Kandahar του νοτίου Αφγανιστάν) βρέθηκε μακροσκελές ταφικό επίγραμμα σε ελεγειακό δίστιχο (α΄ μισό 3 αιώνα π.Χ.) που ου περιέχει στοιχεία του βίου του Σώφυτου, γιου του Νάρατου, ενός εξελληνισμένου Ινδού με πλούσια ελληνική παιδεία. Χαρακτηριστικά παραδείγματα εξελληνισμένων πόλεων αποτελούν η αραβική Πέτρα της Ιορδανίας (όπου η ελληνική γλώσσα διατηρήθηκε ως η επίσημη γραπτή γλώσσα καί κατά τη ρωμαϊκή περίοδο) και η αραμαϊκή Παλμύρα, της οποίας τα νομίσματα έφεραν την επιγραφή ΖΗΝΟΒΙΑ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΣΕΒΑΣΤΗ και τα δημόσια αξιώματά της έφεραν ελληνικούς τίτλους, όπως Αργυροταμίας, Συμποσιάρχης κ.α. (Παπαρηγόπουλος 1958:34, Παπαϊωάννου 2013:24, 27, Χαλκιάς 2013: 220, Μπουσδρούκης 2013:118-119, Γρηγοράκου 2013: 244-245). 18 Ο Droysen πρώτος διατύπωσε την πρόταση ότι χάρη στον Αλέξανδρο ο ελληνισμός αποτέλεσε την πρώτη παγκοσμιότητα της ιστορίας, μια ενότητα παιδείας, ευαισθησίας και τάσεων στη ζωή (Droysen/Αποστολίδης 1993: Β.660). Ο ίδιος ο Αλέξανδρος βέβαια ήταν πάντα ανοικτός στη σοφία της ανατολής: άκουσε με προσοχή τη διδασκαλία του Αιγύπτιου φιλοσόφου Ψάμμωνα, συζήτησε με το Δάνδαμι και τους υπόλοιπους Ινδούς γυμνοσοφιστές, πήρε μαζί του στην ακολουθία του και τίμησε το γυμνοσοφιστή Κάλανο (βλέπε Πλουτάρχου Αλέξανδρο, 27, 64-65, 69). 19 Ωστόσο ο Προβατάκης ισχυρίζεται πως ο Αλέξανδρος δεν είχε σκοπό να δημιουργήσει ένα παγκόσμιο κράτος και πως το υποτιθέμενο αυτό σχέδιο είναι ουσιαστικά ένα εφεύρημα της σύγχρονης ιστορικής έρευνας ( Βλέπε Provatakis 2004). Την ίδια αμφισβήτηση εξέφρασε κι ο Tarn αλλά και άλλοι ιστορικοί, παλαιότεροι και σύγχρονοι (βλέπε Tarn 1948 (2014): 168). 20 Ο Αλέξανδρος όταν αναφέρεται στην ανατολική ή αλλιώς μεγάλη θάλασσα εννοεί τον Ωκεανό, ο οποίος, σύμφωνα με τις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων της εποχής του, περιέβαλλε όλη τη γη.

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 26 αυτές θα γίνει δική μας όλη η Λιβύη και όλη η Ασία, έτσι ώστε και τα όρια αυτού του κράτους να γίνουν αυτά που όρισε ο θεός για τη γη». (Αρριανός, Ε΄, 26. 1-2). Η παραπάνω αναφορά μας αποκαλύπτει κάτι και για τα μελλοντικά σχέδια του Αλέξανδρου, σχέδια εξερεύνησης και κατάκτησης τμήματος της Αφρικής και της Δύσης γύρω από τις Ηράκλειες Στήλες. Παρόμοιες αναφορές κάνουν και ο Κούρτιος Ρούφος, ο Πλούταρχος αλλά και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης. (Κούρτιος Ρούφος 1993: 363, Πλούταρχος Β: 36- 37, 46-47, 50-51, Braccesi 2006: 36-38). Ο εξερευνητικός χαρακτήρας που προσέδωσε στην 21 εκστρατεία του ο Αλέξανδρος, ως αποτέλεσμα της έμφυτης φιλομάθειάς του, τεκμηριώνεται απόλυτα από τις επιλογές του να διαπλεύσει ποταμούς, όπως ο Ινδός, να διαβεί οροσειρές, όπως ο Ινδικός Καύκασος, να δώσει εντολή στο Νέαρχο , στο Θάσιο Ανδροσθένη και στους 22 άλλους ναυάρχους του για τον περίπλου της Ερυθράς Θάλασσας και του Περσικού Κόλπου, στον Ηρακλείδη να εξερευνήσει την Κασπία κ.λπ. ιδρύοντας στις περισσότερες περιπτώσεις λιμάνια και εμπορικούς σταθμούς. Εξάλλου, είναι γνωστό ότι ο Αλέξανδρος είχε μια ιδιαίτερη υπηρεσία στο στρατό του για την προμελέτη και την προχάραξη των πορειών που ακολουθούσαν, τους λεγόμενους βηματιστές, οι οποίοι προέβαιναν και σε μια πρώτη, γεωγραφικού χαρακτήρα, περιγραφή των περιοχών που εξερευνούσαν. Παράδειγμα για το έργο της υπηρεσίας αυτής έχουμε από δύο σωζόμενα σημειώματα των βηματιστών Βαίτωνα, Διογνώτου και Αμύντα, από τα οποία το ένα είναι για τη συριακή χώρα και το άλλο για τη Νινευί. Μάλιστα διασώθηκε και επιγραφική απόδειξη της ύπαρξης των βηματιστών από βάθρο αγάλματος –αναθήματος στην Ολυμπία: ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΑΛΕ[ΞΑΝΔΡΟΥ] ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΑΣ ΚΑΙ ΒΗΜΑΤΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΙΛΩΝΙΔΗΣ ΖΩΙΤΟΥ ΚΡΗΣ ΧΕΡΣΟΝΑΣΙΟΣ ΑΝΕΘΗΚΕ ΔΙΙ ΟΛΥΜΠΙΟΙ . Το 23 ιδιαίτερο ενδιαφέρον του Αλέξανδρου μάλιστα πιστοποιείται από την εντολή που έδωσε, οι πρόχειρες, αρχικές καταγραφές τους να εξακριβωθούν και να ξαναγραφούν με μεγαλύτερη λεπτομέρεια. Αναφέρεται ακόμα πως έστειλε μια αποστολή στην Αθιοπία, στην οποία συμπεριλήφθηκε και ο Καλλισθένης, ιστορικός του και ανιψιός του Αριστοτέλη, 21 Ο Αρριανός, ο Κούρτιος Ρούφος αλλά και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης προσθέτουν και την Καρχηδόνα ως συγκεκριμένο στόχο της εκστρατείας του Αλέξανδρου στη δυτική Μεσόγειο. Ο Αρριανός επίσης αναφερόμενος στα μελλοντικά σχέδια του Αλέξανδρου κάνει λόγο τόσο για την εξερεύνηση –κατάκτηση του Ευξείνου Πόντου, της Μαιώτιδας Λίμνης (θάλασσας του Αζόφ) και της Σκυθίας, όσο και της Σικελίας και Ιταλίας. Αλλού πάλι φαίνεται πως και η Κασπία θάλασσα αποτελούσε μια περιοχή που ο Αλέξανδρος επιθυμούσε να εξερευνήσει. Λίγο πριν το θάνατό του, ο Αρριανός πάλι κάνει σαφή αναφορά στις προετοιμασίες της εκστρατείας του στην Αραβία (Αρριανός 7: I, 2-3, 16. 2, 19. 6, 20. 1-2). 22 Ο Νέαρχος μάλιστα συνέταξε μια έκθεση για το εξερευνητικό του ταξίδι με πλήθος λεπτομέρειες, την οποία ο Αλέξανδρος άκουγε κατά τις τελευταίες του μέρες, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος (Droysen/Αποστολίδης 1993:Β.708).Το έργο του Νέαρχου χρησιμοποιεί σποραδικά ως πηγή και ο Αρριανός σε ό,τι αφορά τον περίπλου του Περσικού κόλπου και τη διάβαση της Γεδρωσίας (Αρριανός: ΣΤ’.24.2-3, 28.5). 23 Για το Φιλωνίδη τον Κρητικό, τους βηματιστές και τους ημεροδρόμους βλέπε περισσότερα στο άρθρο – εισήγηση του Τζιφόπουλου Γ., Φιλωνίδης Ζωϊτου Κρης Χερσονασιος Ημεροδρόμος Αλεξάνδρου:προβλήματα ερμηνείας των επιγραφικών και άλλων πηγών, στο «Αρχαία Μακεδονία- 6 Διεθνές Συμπόσιο» (“Ancient ο Macedonia VI”) Θεσσαλονίκη, 1996, έκδοση Ι.Μ.Χ.Α., Θεσσαλονίκη 1999, τόμος 2, σελ. 1285 - 1294. Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 27 προκειμένου να συλλέξουν πληροφορίες για τις πηγές του Νείλου. Άλλωστε ο Αλέξανδρος είχε μαζί του μια πλειάδα επιστημόνων που παρατηρούσαν, κατέγραφαν και συνέλεγαν το καθετί, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στη γνώση (Droysen/Αποστολίδης 1993:Β.655, 658, 662, 704, 707-709). Ο οικουμενικός χαρακτήρας του κράτους, που ήθελε να ιδρύσει ο Αλέξανδρος, πήρε σάρκα και οστά τόσο μέσα από μια προσεκτικά σχεδιασμένη πολιτική προπαγάνδα, αναφορικά με την καταγωγή του ίδιου του Μακεδόνα βασιλιά, όσο και με στοχευμένες ενέργειες και πράξεις. Στις στοχευμένες αυτές ενέργειες πρέπει να συμπεριλάβουμε την ίδρυση πόλεων, οι περισσότερες από τις οποίες είχαν το όνομά του. Μέσα στις πόλεις αυτές, ελληνικές στο χαρακτήρα και με Έλληνες κυρίως κατοίκους, έγινε η όσμωση του ελληνικού με το ανατολίτικο στοιχείο στα κατοπινά ελληνιστικά χρόνια, όπως αποδεικνύει η περίπτωση της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου αλλά και άλλες, όπως τα Τάξιλα στο Πακιστάν ή η σχετικά πρόσφατα ερευνημένη πόλη της Αϊ Χανούμ στο βόρειο Αφγανιστάν (στην αρχαία Βακτρία - μας διαφεύγει η αρχαιοελληνική της ονομασία), ιδρυμένη στην αριστερή όχθη του ποταμού Αμού Νταριά (ο Ώξος ποταμός), εκτάσεως 1,5 τετραγωνικού χιλιόμετρου, με οχυρώσεις, με τα τυπικά της ελληνικά κτήρια, όπως διοικητικά κτήρια με κορινθιακά κιονόκρανα, ιδιωτικές κατοικίες, βιβλιοθήκη, το μεγάλο θέατρο χωρητικότητας 5000 θεατών και το γυμνάσιο, ναούς και ένα τέμενος μάλλον του ιδρυτή της πόλης Κινέα, ελληνικές επιγραφές, όπως μία με τα δελφικά ρητά και άλλες που σώζουν ελληνικά ονόματα, όπως Στράτων, Λυσανίας, Ισιδώρα, Κοσμάς και άλλα, καθώς και λείψανα παπυρικών κειμένων ποίησης και φιλοσοφίας . Η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου μάλιστα στους επόμενους 24 αιώνες επιβεβαίωσε πλήρως τη διορατικότητα του ιδρυτή της: έγινε το μεγαλύτερο κέντρο του ελληνισμού στους ύστερους αιώνες της αρχαιότητας, με την περίφημη Βιβλιοθήκη, το Μουσείο και το φάρο της και μέχρι σήμερα αποτελεί σπουδαίο οικονομικό και εμπορικό κέντρο στο χώρο της ανατολικής Μεσογείου, επιβεβαιώνοντας και την ειρηνική, προοδευτική και εκπολιτιστική διάσταση του έργου του Μακεδόνα βασιλιά. Γνωρίζουμε με σιγουριά 17 Αλεξάνδρειες που ίδρυσε ο ίδιος, (για παράδειγμα την Αλεξάνδρεια Βακτριανή, την Αλεξάνδρεια την Εσχάτη, την Αλεξάνδρεια του Ώξου και άλλες), έξι από τις οποίες υπάρχουν και σήμερα, (π.χ. η εν Αρείοις Αλεξάνδρεια είναι το σημερινό Χεράτ, στα σύνορα του Αφγανιστάν με το Τουρκμενιστάν, η Αλεξάνδρεια της Αραχωσίας βρίσκεται εν μέρει θαμένη κάτω από τη σύγχρονη πόλη της Kandahar και η Αλεξάνδρεια η Εσχάτη είναι το σύγχρονο 24 Σύμφωνα με τον Γάλλο ανασκαφέα Bernard η πόλη χτίστηκε την εποχή των εκστρατειών του Αλέξανδρου και πιθανόν ταυτίζεται με μια από τις Αλεξάνδρειές του, την Αλεξάνδρεια Ωξειανή. Καταστράφηκε από επιδρομείς γύρω στο 100 π.Χ. (Ανδρόνικος 1996: 105-106, Droysen/Αποστολίδης 1993: Β-456-457). Ωστόσο υπάρχει και η άποψη ότι ιδρύθηκε από το στρατηγό του Αλέξανδρου Σέλευκο Α΄ κατά το 300 π.Χ. με εντολή που έδωσε πιθανόν στον Κινέα. (Χαλκιάς 2013: 216, Μπουσδρούκης 2013: 122). Περισσότερα στοιχεία για την Αϊ Χανούμ και τα ευρήματά της σε Μπουσδρούκης 2013, σελ. 120-123, όπου και σχετική βιβλιογραφία, καθώς και στον Grant Parker, “Hellenism in Afghan Context”, άρθρο στο συλλογικό τόμο “Memory as History: The Legasy of Alexander in Asia”, επιμέλεια Himanshu Prabha Ray, Daniel T. Potts, έκδοση Aryan Boooks International, Νέο Δελχί, 2007, σελ. 170-191, επίσης με εκτενή βιβλιογραφία.

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 28 Khodjend στο Τατζικιστάν) καθώς και τη Νίκαια και τη Βουκεφάλα που ίδρυσε στις όχθες του Υδάσπη ποταμού στην Ινδία και την πόλη Χάραξ, που αργότερα πήρε το όνομα Πέλλα προς τιμήν της γενέτειράς του. Η πόλη αυτή και άλλες που ιδρύθηκαν από τον Αλέξανδρο χαρακτηρίζονται από τις πηγές ως «Ελληνίδες πόλεις Μακεδόνων κτίσμα» (Ι.Ε.Ε. Δ΄: 224, Τσιμπουκίδης 1994: 87-88, Δρακόπουλος/ Παπαρηγόπουλος 2009: 196-201, Καργάκος 2014:Β.152) . Ο 25 Στέφανος Βυζάντιος αναφέρει πως και η πόλη Δίον της Δεκάπολης στην Παλαιστίνη ιδρύθηκε από τον Αλέξανδρο, σε ανάμνηση βεβαίως της ιερής πόλης των Μακεδόνων, του Δίου, στους πρόποδες του Ολύμπου. Οι διάδοχοί του στα ελληνιστικά βασίλεια της ανατολής, ακολουθώντας το παράδειγμά του, ίδρυσαν αντίστοιχα πολλές πόλεις που αποτέλεσαν κέντρα του ελληνισμού : μόνο ο Σέλευκος Α΄ (312 -280 π.Χ.) ίδρυσε πάνω από τριάντα 26 πόλεις και ανάμεσά τους δύο πολύβουες μητροπόλεις μεγάλης σημασίας, την Αντιόχεια επί του Ορόντη και τη Σελεύκεια επί του Τίγρητος (Παπαϊωάννου 2013: 21). Ειδικά η πρώτη θα αποτελέσει κέντρο του ελληνισμού ακόμα και μετά την κατάκτησή της από τους Άραβες, κατά τους βυζαντινούς αιώνες . 27 Παράλληλα με την ίδρυση πόλεων ελληνικού χαρακτήρα ο Αλέξανδρος έκανε και ένα τεράστιο βήμα προς την κατεύθυνση της ίδρυσης του οικουμενικού κράτους του: σεβάστηκε 25 O Bengston, αναφερόμενος στις πόλεις που ίδρυσε ο Αλέξανδρος, κάνει λόγο για την «έναρξη της τρίτης φάσης του ελληνικού αποικισμού» (Bengston 1991 (1968): 317). Αναφορά στις Αλεξάνδρειες που ίδρυσε ο Μακεδόνας βασιλιάς κάνει και το Μυθιστόρημα του ψευδο-Καλλισθένη, (παραλλαγή γ΄, βλέπε Καλλισθένη 2005: 514,516). Για το Μυθιστόρημα βλέπε κεφάλαιο 2.9. 26 Για τις πόλεις και τα φρούρια που ίδρυσε ο Αλέξανδρος και οι ηγεμόνες της Βακτρίας και της Ινδίας σε αυτές τις περιοχές δες Μπουσδρούκη 2013: 115—123. Οπωσδήποτε ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί η ονοματοδοσία των νέων πόλεων με ονόματα πόλεων της Ελλάδας, που θυμίζουν την αρχική πατρίδα και τον τόπο καταγωγής των αποίκων, όπως το Άργος Ορεστικόν στη Βακτριανή (από το όνομα της πατρογονικής εστίας των Μακεδόνων στην περιοχή της Ορεστίδος), η Θήρα στη Σογδιανή, η Άντισσα (πόλη της Μυτιλήνης) στην κοιλάδα του Ινδού κ.α. 27 Σε όλες αυτές τις πόλεις κυρίαρχο εθνολογικό στοιχείο παρέμεινε το ελληνικό και κυρίαρχος πολιτισμός ο ελληνικός, με την ελληνική γλώσσα, τους πολιτικούς θεσμούς και υποδομές όπως το θέατρο, το γυμνάσιο, το βουλευτήριο, το στάδιο, οι ναοί. Το ιθαγενές στοιχείο μόνο αν υιοθετούσε την ελληνική γλώσσα και συμμετείχε στον αθλητισμό του γυμνασίου, επομένως μόνο αν εξελληνιζόταν, μπορούσε να εξομοιωθεί με τους Έλληνες και να έχει πρόσβαση στις δομές της εξουσίας,. Και πάλι, η συμμετοχή του ιθαγενούς στοιχείου στα διάφορα διοικητικά αξιώματα ήταν πολύ μικρή, για το Βασίλειο των Σελευκιδών για παράδειγμα υπολογίζεται πως δεν ξεπέρασε ποτέ το 2.5%. Η δυναστεία των Σελευκιδών χαρακτηρίζεται στις γραπτές πηγές ως κράτος Ελλήνων και οι πόλεις τους ως Ελληνίδες. Υπήρξαν βέβαια και πληθυσμοί που αντιστάθηκαν στη γοητεία του ελληνισμού, όπως οι Ιουδαίοι με τους Μακκαβαίους, ειδικά όταν διαπίστωσαν τη ροπή πολλών ομοεθνών τους προς αυτόν (Price 1986/1996: 463-466, 468, Τσιμπουκίδης 1994:87). Γενικότερα οι διάδοχοι του Αλέξανδρου στην ανατολή ανέστειλαν την πολιτική προσέγγισης και εξομοίωσης Ελλήνων και ντόπιων πληθυσμών που είχε αρχίσει ο ίδιος, παρόλο που συνέχισαν την ευφυή πολιτική του σεβασμού των θρησκειών και των εθίμων των ανατολικών λαών. Για τη δημιουργία και το χαρακτήρα των ελληνιστικών πόλεων και τις σχέσεις Ελλήνων –ιθαγενών βλέπε Ι.Ε.Ε. Δ΄: 503-510, 514-516, Price 1986/1996, Τσιμπουκίδης 1994). Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 29 απόλυτα τις θρησκείες και τα έθιμα των κατακτημένων λαών . Όταν μπήκε στη Μέμφιδα 28 προσέφερε θυσία στον αιγύπτιο θεό Άπι, όταν πρωτομπήκε στη Βαβυλώνα θυσίασε στο θεό Βήλο, στην Αλεξάνδρεια έδωσε εντολή να ανεγερθούν τα ιερά των Ελλήνων θεών αλλά και της Ίσιδος (Ι.Ε.Ε. Δ΄: 226) . Αυτή ήταν μια έξυπνη παραχώρηση που έκανε ο Αλέξανδρος στους 29 μη - Έλληνες ανατολίτες υποτελείς του, προκειμένου να θέσει τις βάσεις της οικουμενικής αυτοκρατορίας του και μάλιστα η ενέργειά του αυτή αποτυπώθηκε θετικά στην ιστορική μνήμη των λαών της ανατολής, όπως θα διαπιστώσουμε και στη συνέχεια (Παλιαδέλη 1994: 94). Κατά τ’ άλλα, ο ίδιος παρέμεινε πάνω απ’ όλα Έλληνας, πάντα σεβόταν και θυσίαζε στους θεούς των Ελλήνων , πάντα τελούσε ελληνικούς γυμνικούς και μουσικούς αγώνες 30 για να γιορτάσει το τέλος μιας φάσης της εκστρατείας του και την αρχή μιας άλλης ή μια νίκη. Η πολιτική προπαγάνδα τον ήθελε απόγονο του Ηρακλή και του Περσέα, δύο μυθικών προπατόρων του Αλέξανδρου, που κατάφεραν να φτάσουν στο Μαντείο του Άμμωνα, στην όαση της Σίβα. Σύμφωνα με τον Αρριανό, «Ο Αλέξανδρος βρισκόταν σε άμιλλα με τα έργα του Περσέα και του Ηρακλή και γιατί καταγόταν από τη γενιά και των δύο και ο ίδιος απέδιδε κάπως 31 28 Η παρακαταθήκη αυτή του Αλέξανδρου περί σεβασμού των ηθών και εθίμων των κατακτημένων λαών πέρασε και στη μυθική απόδοση του βίου του στο Μυθιστόρημα του ψευδο-Καλλισθένη, στο οποίο παρουσιάζεται ο ίδιος, απευθυνόμενος στους Πέρσες, να τους ανακοινώνει την πρόθεσή του να τους επιτραπεί να εφαρμόζουν τους νόμους τους, τις γιορτές και εθνικές συνήθειές τους (Καλλισθένης 2005:287). 29 Η ιστορική αυτή αναφορά πέρασε παραλλαγμένη και στο Μυθιστόρημα του ψευδο-Καλλισθένη, όπου αναφέρεται πως ο Αλέξανδρος θυσίασε στην Ταφόσιρη της Αιγύπτου, στο ιερό και τάφο του Όσιρη (Καλλισθένης 2005:129). 30 Ο Αλέξανδρος στο τέλος κάθε μεγάλης περιπέτειας, κάθε εκστρατείας, κάθε πορείας, θυσίαζε στους θεούς, όπως έκανε ευχαριστήρια θυσία στον Ποσειδώνα στις εκβολές του Ινδού ποταμού (Αρριανός: ΣΤ, 19.5). Αντίστοιχα, συνήθιζε και την τέλεση γυμνικών και μουσικών αγώνων, όπως έπραξε για παράδειγμα στα Εκβάτανα (Αρριανός: Ζ’, 14.1). Επιπλέον, μεγαλοπρεπείς θυσίες ετοίμαζε και στην αρχή μιας πορείας, προκειμένου να έχει την εύνοια των θεών, όπως έκανε πριν αναχωρήσει για τη μεγάλη εκστρατεία του στην ανατολή, όταν «θυσίας μεγαλοπρεπεῖς τοῖς θεοῖς συνετέλεσεν έν Δίω τῆς Μακεδονίας καί σκηνικούς ἀγώνας (δηλαδή θεατρικούς) Διί καί Μούσαις…» (Διόδωρος Σικελιώτης 17.16). Ακόμα στο Ίλιο θυσίασε στην Αθηνά και πριν από το συμπόσιο με τον τραγικό θάνατο του Κλείτου θυσίασε στους Διόσκουρους (Πλούταρχος: Αλέξανδρος,15, 50). Αντίστοιχα, πριν την έναρξη της ινδικής εκστρατείας θυσίασε στην Αθηνά, ενώ στο τέλος της, όταν ο στρατός του έφτασε στην Καρμανία, θυσίασε στο Δία Σωτήρα, στον Απόλλωνα Αλεξίκακο και στον Ποσειδώνα τον Ενοσίχθονα. Σατυρικό δράμα με τίτλο Ἀγήν και θέμα τη διακωμώδηση του φυγάδα Άρπαλου μαρτυρείται ότι παίχτηκε κατά τον εορτασμό των Διονυσίων στην Υδάσπη ποταμό, το 326 π.Χ. αλλά και κατά την τέλεση των μεγαλοπρεπών γιορτών και γάμων στα Σούσα, το Φλεβάρη του 324 π.Χ. (Droysen/Αποστολίδης 1993: Β -479, 593, 605). 31 Ο Αλέξανδρος τίμησε ιδιαίτερα τον Ηρακλή με θυσίες και αγώνες όταν κατέκτησε την Τύρο, θυσίασε σε αυτόν όταν ξεκίνησε τον πλου του Ινδού ποταμού και στην Ώπη –όπου για πρώτη φορά υπήρξαν και θυσίες στους ανατολίτες θεούς Αχούρα Μάσδα, Αναχίτα και Μίθρα - και βέβαια έδωσε το όνομά του στο γιο του από τη Βαρσίνη. Επιπλέον τον «διαγωνίστηκε» στην κατάκτηση της Άορνου Πέτρας και στην αναζήτηση του Ωκεανού. Σύμφωνα με μια άποψη, ο συσχετισμός του Αλέξανδρου με τον Ηρακλή τεκμηριώνεται και από το γεγονός ότι

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 30 τη γέννησή του στον Άμμωνα , καθώς ακριβώς οι μύθοι απέδιδαν και τη γέννηση του Περσέα και 32 του Ηρακλή στο Δία» (Αρριανός: Γ΄. 3. 2). O Braccesi παρατηρεί πως η διακήρυξη της καταγωγής από τον Περσέα ξεκινά ακριβώς με αφορμή την επίσκεψή του στο μαντείο του Άμμωνα στη Σίβα και φανερώνει το σχέδιο του Αλέξανδρου για την πλήρη ενσωμάτωση της περσικής αυτοκρατορίας στο οικουμενικό κράτος που ήθελε να δημιουργήσει. Κι αυτό γιατί ο Περσέας, σύμφωνα και με τον Ηρόδοτο, ήταν ο μυθικός προπάτορας των Περσών, καθώς έκανε ένα γιο με την Ανδρομέδα, τον Πέρση, από τον οποίο οι κάτοικοι του βασιλείου του Κηφέα, πατέρα της Ανδρομέδας και παππού του Πέρση, ονομάστηκαν Πέρσες. Επομένως ο Αλέξανδρος, απόγονος επίσης του Περσέα, είχε νόμιμα δικαιώματα στο θρόνο της περσικής αυτοκρατορίας. Παράλληλα, οι Αιγύπτιοι τον είχαν ήδη αναγνωρίσει ως κληρονόμο των Φαραώ και γιο του Άμμωνα –Ρα και το ίδιο το Μαντείο του Άμμωνα ως γιο του Διός. Ένας πάπυρος σε «δημοτική» αιγυπτιακή γραφή του πρώτου έτους της κυριαρχίας του στην Αίγυπτο τον αναφέρει ως «Φαραώ», ενώ κάποιοι άλλοι πάπυροι χρονολογούνται στο έτος 10 της βασιλείας «του Φαραώ Αλέξανδρου» . Εξάλλου ο Αλέξανδρος είχε φροντίσει να 33 διατάξει την ανοικοδόμηση των ναών του Τουθμωσί Γ΄ στο Καρνάκ και του Αμενόφι Γ΄ στο Λούξορ, όπου υπάρχει η ανάγλυφη μορφή του ως Φαραώ με τον τίτλο στα ιερογλυφικά «Αγαπητός του Άμωνος και εκλεκτός του Ρα» (περισσότερα για τη λατρεία του Αλέξανδρου στην Αίγυπτο στο κεφάλαιο 2.6. –Τόποι λατρείας) . Όλα αυτά του παρείχαν την πλήρη νομιμοποίηση για την κατοχή δύο μεγάλων και αρχαίων κρατών, του Αιγυπτιακού και του Περσικού και παράλληλα του έδιναν το δικαίωμα να εμφανιστεί ως ο ιδρυτής ενός θεοκρατικού κράτους ανατολικού τύπου με λατρεία προς το πρόσωπό του, απαραίτητες συνθήκες για την ίδρυση ενός οικουμενικού κράτους (Braccesi 2006: 14-18, Demandt 2009: 11, Syropoulos 2013: 485, Luschen 2013: 8, Καργάκος 2014:Β. 50, Γ. 189, Juanno 2015 (2002): 122-123) . 34 Τι και αν οι Έλληνες δυσανασχετούσαν με ορισμένες πλευρές αυτού του νέου, «οικουμενικού» Αλέξανδρου, όπως για παράδειγμα με την υιοθέτηση από τον Αλέξανδρο του εθίμου της προσκύνησης και της αμφίεσης των Περσών βασιλιάδων; Ο Αλέξανδρος ξεκάθαρα με τις συγκεκριμένες επιλογές του έδειχνε πως μέσα στα πλαίσια του αργότερα οι Ρωμαίοι εισάγουν τη λατρεία του Ανίκητου Ηρακλή σε συνάρτηση με τον Αλέξανδρο (Trofimova 2012 A: 62-64, 66). 32 Το ιερό σύμβολο του Άμμωνα ήταν τα κέρατα του κριαριού, σύμβολο που θα υιοθετηθεί και για τις αναπαραστάσεις του Αλεξάνδρου. Ο Κριός ταυτίζεται με το θεό Ήλιο, σύμφωνα με πανάρχαιους ινδοευρωπαϊκούς μύθους (βλέπε Παπαδόπουλος 1964 (2004:β 191-192), επομένως και ο Αλέξανδρος γίνεται με την ταύτιση αυτή ηλιακός ήρωας και «γιος του ήλιου». 33 Ορισμένοι ερευνητές, πάντως, για την περίπτωση του Αλέξανδρου κάνουν λόγο για μια άτυπη τιτλοφορία, που δεν ανταποκρίνεται πλήρως στις προδιαγραφές μιας κανονικής, παραδοσιακής αιγυπτιακής στέψης και τιτλοφορίας ενός νέου Φαραώ (βλέπε Juanno 2015 (2002): 123-124). 34 Το ότι ο Αλέξανδρος ήθελε τη δημιουργία ενός παγκόσμιου κράτους αποδεικνύεται και από τη συνέχιση της εκστρατείας του στις Ινδίες, όταν πια είχε ήδη καταλύσει την Περσική Αυτοκρατορία και θα μπορούσε να επαναυπαυτεί στις δάφνες του. Η επίσημη βέβαια δικαιολογία ήταν ότι ήθελε να ακολουθήσει την πορεία του Διονύσου, ο οποίος επίσης είχε κατακτήσει τις Ινδίες. Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 31 οικουμενικού κράτους του η ελληνική καταγωγή του ιδίου και των υπολοίπων ήταν δευτερεύουσας σημασίας, σκοπός του ήταν μάλλον να την ξεπεράσει, χωρίς ωστόσο να την ξεχάσει ή να την υποβαθμίσει, γιατί αποτελούσε τη βάση για τη δημιουργία της νέας, «παγκόσμιας» ταυτότητας του. Γι’ αυτό και μετά το θάνατο του Δαρείου εκπαίδευσε 30.000 νεαρούς Πέρσες στα μακεδονικά όπλα και έδωσε εντολή να μάθουν την ελληνική γλώσσα, σύμφωνα με τον Πλούταρχο. Έτσι, όπως σωστά παρατηρεί ο Droysen, ήταν ο ίδιος ο στρατός του Αλέξανδρου που πρώτος αποτέλεσε το σχολείο της διαμόρφωσης του ελληνιστικού προτύπου και σ’ αυτό συνέβαλλαν και οι χιλιάδες στρατιώτες που εγκατέστησε ως αποίκους στις πόλεις και τα φρούρια που ίδρυσε στην ανατολή (Droysen/Αποστολίδης 1993:Β-478). Για τον ίδιο σκοπό, άλλωστε, οργάνωσε και τους γάμους στα Σούσα, όπου ο ίδιος παντρεύτηκε τη μεγαλύτερη από τις κόρες του Δαρείου, τη Στάτειρα (ενώ είχε ήδη παντρευτεί τη Ρωξάνη) καθώς και την πιο μικρή από τις κόρες του Ώχου, την Παρύσατη, ενώ παράλληλα οι στενοί φίλοι του και εταίροι του, καθώς και συνολικά περίπου 10.000 στρατιώτες του έπραξαν το ίδιο και παντρεύτηκαν Περσίδες γυναίκες σύμφωνα με τα περσικά έθιμα (Αρριανός 7.IV, 4 -8, Πλούταρχος Β: 46-47) . Επομένως η ανάμειξη φυλών και εθνών αποτελούσε για τον 35 Αλέξανδρο πρακτική που θα ωφελούσε τη συνοχή και επιβίωση του καινούργιου παγκόσμιου κράτους που δημιουργούσε , πάντα όμως έχοντας ως βάση τον ελληνικό 36 πολιτισμό . Για τον Αλέξανδρο έπρεπε να ξεπεραστεί η διάκριση σε Έλληνες και βάρβαρους 37 και να υπάρξει μια βαθμιαία εξομοίωση όλων μέσα σε συνθήκες ειρήνης και σταθερής τάξης που θα εξασφάλιζε η οικουμενική αυτοκρατορία του και με βάση τις διαχρονικές αξιες του ελληνικού πνεύματος (Droysen/Αποστολίδης 1993: Β-399-340). Χαρακτηριστικά ο Πλούταρχος 38 αναφέρει πως συνένωνε σε ενιαίο σώμα τους ανθρώπους… 35 Μάλιστα στη βασιλική αυτή γιορτή ο Αλέξανδρος φρόντισε όχι μόνο να προικίσει της ασιάτισσες νύφες βασιλικά και να δώσει δώρα και σε όλους τους γαμπρούς Μακεδόνες, αλλά και να πληρώσει για τα χρέη όλων των στρατιωτών του, πρωτοβουλία που του στοίχισε περίπου 20.000 τάλαντα! (Droysen/Αποστολίδης 1993:606). 36 Η πρακτική αυτή υιοθετήθηκε από όλες σχεδόν τις μετέπειτα μεγάλες δυνάμεις και αυτοκρατορίες, ως και τις μέρες μας: τη ρωμαϊκή (που με το διάταγμα του Καρακάλα αναγνώρισε την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους υπηκόους της αυτοκρατορίας, ανεξαρτήτως καταγωγής), τη βυζαντινή (που απαιτούσε ως μόνη προϋπόθεση για την ενσωμάτωση αλλογενών πληθυσμών στα όριά της την υιοθέτηση της ελληνορθόδοξης ταυτότητας) ακόμα και από τις Η.Π.Α. και τη Σοβιετική Ένωση. 37 Ο Πλούταρχος γράφει χαρακτηριστικά πως «χάρη στον Αλέξανδρο η Βακτρία και ο Καύκασος προσκύνησαν τους θεούς των Ελλήνων» και πως «ο Αλέξανδρος ίδρυσε περισσότερες από 70 πόλεις μέσα στις βάρβαρες χώρες και διέσπειρε σε όλη την Ασία τα ελληνικά ήθη, νικώντας έτσι τον άγριο και βάρβαρο τρόπο ζωής» (Πλούταρχος Β: 42). Ενδεικτικά αναφέρουμε πως στην ακρόπολη των Σάρδεων αποφάσισε να ιδρύσει ναό του Ολυμπίου Διός (Droysen / Αποστολίδης 1993: 199). 38 Αυτός ο κοσμοπολιτισμός του Αλέξανδρου επηρέασε, σύμφωνα με μία άποψη, και τον κοσμοπολιτισμό του ιδρυτή του Στωικισμού, του Ζήνωνα του Κιτιεύοντος. Ήδη στην αρχαιότητα είχε γίνει η αντιπαραβολή ανάμεσα στους δύο από τον Πλούταρχο. Με τη σειρά του ο αρχαίος στωικισμός έφερε την ιδέα της πολιτογράφησης του ατόμου στον κόσμο, ιδέα που υπήρξε προϋπόθεση της σύλληψης μιας άλλης πιο σύγχρονης ιδέας, αυτής των οικουμενικών δικαιωμάτων του ανθρώπου και της ανάγκης προστασίας τους (Δραγώνα – Μονάχου 2013: 41, 44-45, 51-55).

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 32 «…ὥσπερ ἐν κρατῆρι φιλοτησίω μίξας τούς βίους καί τά ἤθη καί τούς γάμους καί τάς διαίτας, πατρίδα μέν τήν οικουμένην προσέταξεν ἡγεῖσθαι πάντας…τό μέν Ἑλληνικόν ἀρετῆ τό δε βαρβαρικόν κακία τεκμαίρεσθαι….δι’ αἵματος καί τέκνων ἀνακεραννυμένους». (Πλουτάρχου Β: 46). Προς επίρρωση των παραπάνω αναφορών, αξίζει να παρατεθούν και τα τεκμήρια που περιείχαν τα λεγόμενα υπομνήματα, εντολές γραμμένες από τον ίδιο τον Αλέξανδρο, που έδωσε στον Κρατερό, προκειμένου αυτός να τις εκτελέσει. Τα υπομνήματα αυτά διάβασε ο Περδίκκας στο σύνολο του μακεδονικού στρατού μετά το θάνατο του Αλέξανδρου, ώστε να τα εγκρίνουν οι Μακεδόνες ή όχι. Σύμφωνα λοιπόν με αυτά, ο Αλέξανδρος ήθελε να φτιάξει ένα παραθαλάσσιο δρόμο κατά μήκος της Λιβύης ως τις στήλες του Ηρακλή (τα στενά του Γιβραλτάρ) και να ιδρύσει κατά μήκος αυτής της οδικής αρτηρίας νεώρια και λιμάνια για το στόλο και «πρός δέ τούτοις πόλεων συνοικισμούς καί σωμάτων μεταγωγάς ἐκ τῆς Ἀσίας είς τήν Εὐρώπην καί κατά τοὐναντίον ἐκ τῆς Εὐρώπης εἴς την Ἀσίαν, ὅπως τάς μεγίστας ἠπείρους ταῖς ἐπιγαμίαις καί ταῖς οἰκειώσεσιν είς κοινήν ὁμόνοιαν καί συγγενικήν φιλίαν καταστήση» (Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική Βιβλιοθήκη, XVIII 4). Επομένως, κατά το σχέδιο του Αλέξανδρου, η μεταφορά πληθυσμών από την Ευρώπη στην Ασία και το αντίθετο και οι συνακόλουθες επιγαμίες και η οικειότητα θα δημιουργούσαν συνθήκες ομόνοιας και συγγενικής φιλίας για τους κατοίκους των δύο ηπείρων . Άλλωστε, ο Αλέξανδρος είχε φροντίσει στην Ώπη, το 324 39 π.Χ., να τελέσει σπονδές με πρωτοστατούντες Έλληνες μάντεις αλλά και Πέρσες μάγους, στις οποίες, από κοινό κρατήρα παίρνοντας κρασί, συμμετείχαν εξίσου Έλληνες (Μακεδόνες), Πέρσες κι άλλα έθνη. Κατά τη διάρκεια των σπονδών ευχήθηκε –ανάμεσα στ’ άλλα –ομόνοια σε Μακεδόνες και Πέρσες και συμμετοχή καί των δύο στη διακυβέρνηση του κράτους (Αρριανός: Ζ΄. 11.8-9). Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, (Αλέξανδρος, 27), είχε πει ο Μακεδόνας βασιλιάς πως ο θεός είναι κοινός πατέρας για όλους τους ανθρώπους, αλλά ιδιαίτερα ξεχωρίζει τους άριστους. Ο Αλέξανδρος υπήρξε επίσης ο άνθρωπος που επανέφερε δυναμικά στο προσκήνιο του ελληνικού κόσμου αρχικά και της οικουμένης στη συνέχεια το θεσμό της βασιλείας. Η 39 Έχει παρατηρηθεί βέβαια πως ο Αλέξανδρος, απ’ όλους τους ξένους λαούς που κατέκτησε, στην πραγματικότητα επιδίωξε μόνο τη συμμετοχή των Περσών στην εξουσία, αν όχι ισότιμα, τουλάχιστον βοηθητικά στην άσκηση της εξουσίας από τους Μακεδόνες του και τους υπόλοιπους Έλληνες. Αμφισβητήθηκε ακόμα το κατά πόσο η πολιτική της ανάμειξης των λαών, κυρίως μέσα από το «εργαστήριο» του στρατού και των συνοικεσίων που προώθησε, ήταν συνειδητό όραμα ενός ηγέτη, ή μήπως απλά αποτέλεσε τη ρεαλιστική επιλογή ενός στρατηγού που, όσο η εκστρατεία προχωρούσε, διαπίστωνε ότι με τους λίγους Μακεδόνες του καθώς και τους υπόλοιπους Έλληνες συμμάχους δε θα μπορούσε να κρατήσει τα αχανή εδάφη που κατακτούσε (Syropoulos 2013: 486, Badian και Bosworth σε Δεληγιαννάκη 2013). Ωστόσο οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως το ένα δεν αποκλείει το άλλο, η απόφαση και ενέργεια του Αλέξανδρου προς την κατεύθυνση της ομόνοιας των λαών θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα καί του βαθύτερου οράματος που είχε καί παράλληλα να κάλυπτε τους ρεαλιστικούς στρατηγικούς στόχους του. Άλλωστε, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, πρωτεύουσα του οικουμενικού κράτους του προοριζόταν να γίνει η Βαβυλώνα, μια πόλη κάθε άλλο παρά «ελληνική». Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 33 διαδικασία αυτή βέβαια είχε ξεκινήσει πιο πριν από το Φίλιππο, τον πρώτο μεγάλο Έλληνα ηγεμόνα, ωστόσο με τον Αλέξανδρο ήταν που η βασιλεία παγιώθηκε και έλαβε οικουμενικές διαστάσεις. Ο τίτλος «βασιλεύς», που ο Αλέξανδρος άρχισε να χρησιμοποιεί απευθυνόμενος πιθανόν στους Έλληνες (σύμφωνα με τον Πλούταρχο μετά τη μάχη των Γαυγαμήλων με τον τίτλο «βασιλεύς της Ασίας»), στη συνέχεια υιοθετήθηκε και από όλους τους ελληνιστικούς μονάρχες (Price 1986/ 1996: 456, Droysen/Αποστολίδης 1993Α: 332). Και πάλι η υιοθέτηση από τον Αλέξανδρο του αφηρημένου και γενικόλογου «βασιλεύς» στη θέση του παραδεδομένου ως τότε «βασιλεύς Μακεδόνων» τείνει προς την κατεύθυνση της δημιουργίας του οικουμενικού κράτους του (Ι.Ε.Ε. Δ΄: 466). Με αυτόν το γενικό τίτλο απευθύνθηκε στους Έλληνες φυγάδες για επιστροφή στις πόλεις τους από την εξορία, με ένα επίταγμα που εξαγγέλθηκε τον Ιούλιο του 324 στη γιορτή της 114 Ολυμπιάδας: «Βασιλεύς Ἀλέξανδρος τοῖς ἐκ τῶν Ἑλλήνων φυγάσι» ης (Droysen/Αποστολίδης 1993:Β.636). Και πάλι ήταν το ομηρικό πρότυπο του μαθητή του Αριστοτέλη που προσέδωσε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στο βασιλιά που έπλασε με τις πράξεις του: γενναίος και ατρόμητος στις μάχες, φιλόδοξος και οραματιστής, ευσεβής απέναντι στους θεούς όλου του κόσμου, ιδρυτής πόλεων και προστάτης των επιστημών, γενναιόδωρος και αγαπητός στους στρατιώτες του, αρετές που όλοι οι κατοπινοί Έλληνες μονάρχες φρόντισαν να υιοθετήσουν, ο καθένας στο βαθμό που μπορούσε. Με τον Αλέξανδρο η ενός ανδρός αρχή εξιδανικεύτηκε και έγινε αποδεκτή στη συνείδηση του κόσμου, ακριβώς επειδή η αξιοσύνη αποτελούσε το κύριο χαρακτηριστικό του μονάρχη. Επιπλέον, ο Αλέξανδρος αποτέλεσε το αρχέτυπο της διαμόρφωσης του ατομικισμού κατά την ελληνιστική εποχή, ένας ατομικισμός που επιβάλλεται ως πρότυπο στην τέχνη και ως στάση ζωής στην κοινωνία από την κορυφή προς τη βάση της, μια και ουσιαστικά όλοι οι διάδοχοι και ελληνιστικοί ηγεμόνες υπήρξαν και συμπεριφέρονταν ως «μικροί Αλέξανδροι». Τα επιτεύγματα του Αλέξανδρου σε συνδυασμό με τον ηρωισμό του, την αποφασιστικότητα και τόλμη του, τις περίλαμπρες στρατιωτικές νίκες του στα βάθη της Ασίας τον κατέστησαν διαχρονικό και παγκόσμιο πρότυπο σοφού ηγεμόνα, ήρωα, ανίκητου στρατηλάτη και βεβαίως, για τους Έλληνες, κορυφαίο εκπρόσωπο του μεγαλείου του ελληνισμού. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο που οι τελευταίοι διαχρονικά, ήδη από την αρχαιότητα, αλλά και στο βυζάντιο και στις νεότερες φάσεις της ιστορίας τους, τον είχαν πάντα ως πρότυπο. Αυτήν τη διαχρονική θετική αναφορά στον Αλέξανδρο θα προσπαθήσουμε εν συντομία να παρουσιάσουμε, καθώς και περιληπτικά την πρόσληψή του από άλλους ιστορικούς λαούς, διότι για μια αναλυτική περιγραφή του φαινομένου Αλέξανδρος απαιτούνται τόμοι βιβλίων. Και λέμε θετική αναφορά γιατί υπήρξαν και ορισμένες αρνητικές, βασιζόμενες κυρίως στις στιγμιαίες παρορμήσεις και τα πάθη του Μακεδόνα βασιλιά . 40 40 Φαίνεται πως ο Αλέξανδρος πλήρωσε την εκτέλεση του Καλλισθένη, ανιψιού του Αριστοτέλη (βλέπε επόμενο κεφάλαιο 2.1) με αρνητική φιλολογία εκ μέρους των φιλοσόφων της περιπατητικής σχολής, αλλά και εκπροσώπων άλλων φιλοσοφικών σχολών γενικότερα, όπως των στωικών. Πρώτος απ’ όλους ο Θεόφραστος,

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 34 μαθητής, προσωπικός φίλος και διάδοχος του Αριστοτέλη στη διεύθυνση της σχολής, στο έργο του Καλλισθένης ἤ Περί πένθους θρηνεί το θάνατό του Καλλισθένη και χαρακτηρίζει τον Αλέξανδρο τύραννο (Tarn 1948 (2014): 129, 200). Αντίστοιχα ο στωικός Επίκτητος (μέσα από τα όσα παραδίδει ως περιεχόμενο της διδασκαλίας του ο μαθητής του, ο Αρριανός) αναφέρεται μάλλον αρνητικά στον Αλέξανδρο, όταν τον εντάσσει στην κατηγορία αυτών που καθοδηγούνται από το προσωπικό τους συμφέρον και δε διστάζουν να στρέφονται ακόμα και κατά των θεών, όταν το συμφέρον τους θίγεται…όπως έκανε ο Αλέξανδρος, όταν διέταξε να καεί το Ασκληπιείο, όταν πέθανε ο Ηφαιστίων (Επίκτητος, Διατριβαί, 2.22.15-17, Κουλακιώτης 2008: 102). Η φιλοσοφική παράδοση των κυνικών έπλασε ιστορίες, στις οποίες ο Διογένης βάζει στη θέση του τον Αλέξανδρο με ειρωνεία, σαρκασμό και δηκτικότητα για τις αδυναμίες του. Ο κυνικός Διογένης ο Σελεύκειος γύρω στα μέσα του 2 αιώνα π.Χ. ου καταδικάζει τον Αλέξανδρο για την αλαζονεία και αφροσύνη του (Tarn 1939: 55). Ακόμα, ορισμένοι Ρωμαίοι συγγραφείς επισημαίνουν ως αρνητικά χαρακτηριστικά του Αλέξανδρου έναν εκφυλισμό μετά την κατάκτηση της Περσικής Αυτοκρατορίας, την τρυφή και τη φιλοποσία, την οργή, την ύβρη, ακόμα και την παράνοια. Οι τοποθετήσεις τους, βέβαια, εν πολλοίς είναι υπερβολικές και όχι χωρίς πολιτική σκοπιμότητα, με βάση τις προσωπικές τους πολιτικές αντιλήψεις, αλλά και την αντίληψη της ανωτερότητας των Ρωμαίων έναντι των Ελλήνων (βλέπε Κουλακιώτη 2008: 116-117). Ο Κικέρων λέει ότι ο Αλέξανδρος έγινε υπερφίαλος, σκληρός και ακρατής από τότε που έγινε βασιλιάς στην Ασία. Οι Στωικοί λατίνοι φιλόσοφοι επίσης του ασκούν σκληρή κριτική, αναφέρονται σε έναν ηγεμόνα που διαφθάρηκε από τις ψευδαισθήσεις του για μεγαλεία (Πετροχείλος 1993:20, Stewart 1993: 14). Ο Σενέκας τον χαρακτηρίζει ως σκληρό και άπληστο τύραννο (Tarn 1939: 55). Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός, ενώ παραδέχεται την ανωτερότητα του Αλέξανδρου έναντι όλων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων, τον χαρακτηρίζει φίλοινο και οξύθυμο (Βασιλακοπούλου 1999: 1307). Ο Λουκιανός (στο Calumniae non temere credendum) τον ειρωνεύεται για την επιθυμία του να ανακηρυχθεί ο Ηφαιστίων θεός. Ο Αθήναιος πάλι λέει ότι γινόταν «αφόρητος και φονικός», ότι έπινε πολύ και έδειχνε να είναι μελαγχολική φύση (Αθήναιος, 12.53). Είναι γνωστό άλλωστε ότι ο Αλέξανδρος, στη διάρκεια ενός συμποσίου, πάνω στο μεθύσι του και σε μια έκρηξη θυμού, σκότωσε έναν από τους καλύτερους υπασπιστές του, τον Κλείτο, τον άνθρωπο που του είχε σώσει τη ζωή στη μάχη του Γρανικού ποταμού, όταν ο Κλείτος, επίσης μεθυσμένος, επέμεινε να τον χλευάζει για τις νέες, «ασιατικές» συνήθειές του. Όταν βέβαια συνειδητοποίησε τι έκανε, το μετάνιωσε πικρά και προσπάθησε να αυτοκτονήσει και μόνο η παρέμβαση των σωματοφυλάκων του τον απέτρεψε από αυτό (Πλουτάρχου, Αλέξανδρος 50-51, Ιουστίνος (Τρώγος). Ο Τατιανός πάλι, Σύριος απολογητής του πρώιμου χριστιανισμού, στο έργο του Λόγος προς τους Έλληνας (γύρω στο 165 μ.Χ.) στρέφεται κατά της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, φιλοσοφίας και σκέψης, κατηγορώντας - ανάμεσα στους άλλους - και τον Αλέξανδρο, το «λυσσασμένο νέο», όπως τον αποκαλεί, για τη δολοφονία του Κλείτου και για υποκρισία με τη δήθεν μεταμέλεια και θλίψη του μετά, όπως επισημαίνει. Γενικότερα φαίνεται πως ο Αλέξανδρος είχε μηδενική ανοχή απέναντι σε όποιον τον αμφισβητούσε, ας ήταν και φίλος και ακόλουθός του - οι εκτελέσεις των Φιλώτα, Παρμενίωνα (στίγμα στη ζωή του Αλέξανδρου κατά το Droysen, τον Παπαρηγόπουλο και πολλούς άλλους ιστορικούς, αρχαίους και νεότερους) και Καλλισθένη ως υπόπτων συνομωσίας εναντίον του είναι επίσης ενδεικτικές (Πλουτάρχου, Αλέξανδρος, 49,50,55). Με τις άδικες αυτές εκτελέσεις ο Αλέξανδρος έδειξε το σκοτεινό του πρόσωπο, αυτό ενός εγωπαθούς και οξύθυμου ηγέτη, που δε διστάζει να εκτελέσει τους καλύτερους αξιωματικούς του, υποκύπτοντας στις διαβολές των εχθρών τους από τον περίγυρο της αυλής. Από την άλλη πλευρά, υπήρξαν αρκετές περιπτώσεις που ο Αλέξανδρος συγχώρεσε στρατιώτες του για τα παραπτώματά τους ή και ηττημένους εχθρούς του για την αποστασία τους, όταν αυτοί έδειξαν μεταμέλεια, ακόμα και γενναίους αντιπάλους του μετά τη μάχη (βλέπε ενδεικτικά Αρριανός: ΣΤ΄23.4, Διόδωρος Σικελιώτης: 17.76, 91, 96, Droysen/Αποστολίδης 1993: 206). Ο Αλέξανδρος επέδειξε έτσι μια ιπποτική συμπεριφορά προς τον ηττημένο, ασυνήθη για την εποχή (Κυριακίδης 2013:504). Ο Tarn σημειώνει χαρακτηριστικά πως «ο Αλέξανδρος είναι ίσως η μοναδική μορφή της ελληνικής δημόσιας ζωής που καταγράφεται να δείχνει έλεος» (Tarn 1948 (2014): 171). Ωστόσο, αναφέρονται κι άλλα μελανά σημεία στην πορεία του Αλέξανδρου (βλέπε Πλουτάρχου, Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 35 Αλέξανδρος, 59, 72 ή και Κούρτιος Ρούφος: 276, όπου ο Ρωμαίος συγγραφέας κάνει αναφορά στη σφαγή των Βραγχιδών, για την οποία, όμως, εκφέρονται επιφυλάξεις κατά πόσο υπήρξε πραγματικό γεγονός, βλέπε Tarn 1948 (2014): 113, Ι.Ε.Ε. 1973: 150). Ο Πλούταρχος αναφέρει αόριστα μια περίπτωση σφαγής ανθρώπων στην Περσία με διαταγή του ίδιου του Αλέξανδρου (Πλούταρχος: Αλέξανδρος, 37). Σίγουρα το πιο αιματοβαμμένο κομμάτι της εκστρατείας του ήταν αυτό στην Ινδία, για παράδειγμα στη χώρα των Μαλλών, όπου ο Αρριανός αναφέρει περιπτώσεις σφαγών, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι ο ίδιος ο Αλέξανδρος έδινε τέτοια εντολή (Αρριανός Δ΄: 23. 4, ΣΤ΄: 6. 5-6, 7. 6). Ο Κούρτιος Ρούφος αναφέρει πως 17.000 κάτοικοι της πόλης των Σαγγάλων στην Ινδία σκοτώθηκαν και η πόλη τους κατεδαφίστηκε, ενώ χαρακτηρίζει σκληρή την απόφαση του Αλέξανδρου να κρεμαστούν όλοι οι Βραχμάνες της χώρας του βασιλιά Μουσικανού (Κούρτιος Ρούφος: 361, 374). Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει επίσης περιπτώσεις σφαγών στις χώρες των Ινδών βασιλιάδων Μουσικανού, Πορτικανού και Σάμβου, στη χώρα των Βραχμάνων και στην περιοχή της Ωρείτιδος με θύματα δεκάδες χιλιάδες, στo πλαίσιo, όμως των πολεμικών επιχειρήσεων και μετά από συγκρούσεις, χωρίς να διευκρινίζεται αν ανάμεσα στα θύματα υπήρξαν και άμαχοι (Διόδωρος Σικελιώτης Β: ΙΖ΄ 102- 104, Droysen/Αποστολίδης 1993:Β-549-550). Δεν είναι εύκολο να εξηγηθεί αυτή η εκτροπή σε σφαγές από τον Αλέξανδρο και το στρατό του σε αυτήν τη φάση της εκστρατείας, εφόσον δεχτούμε στο ακέραιο τις πληροφορίες των αρχαίων πηγών. Ενδεχομένως –και πέρα από τη στρατηγική σκοπιμότητα για την τρομοκράτηση και τον πειθαναγκασμό σε υποταγή των πολλαπλάσιων αλλότριων πληθυσμών των περιοχών αυτών - αυτό να οφείλεται στη στρατηγική τοποθέτηση των περιοχών αυτών στα όρια του οικουμενικού κράτους που ήθελε να δημιουργήσει ή και πέρα από αυτά, όπως ο Droysen πιστεύει για την ανατολικά του Ινδού ποταμού περιοχή, οπότε και η σκληρότητα θεωρούνταν επιβεβλημένη για την εξασφάλιση της άμυνας της αυτοκρατορίας του. Ίσως το επιχείρημα αυτό να ενισχύεται από την παρόμοια μαζική εκτέλεση χιλιάδων ανθρώπων της Σογδιανής μετά την εξέγερση που σημειώθηκε εκεί κατά το έτος 329 π.Χ., καθότι ο Αλέξανδρος θέλησε να τους τιμωρήσει σκληρά, επειδή είχε προηγηθεί η σφαγή περίπου 2000 δικών του στρατιωτών (Droysen/Αποστολίδης 1993:Β-435-438, 534). Και πάλι η Σογδιανή αποτελούσε το απώτατο προς βορράν όριο της αυτοκρατορίας του, μια ακριτική περιοχή, την καθυποταγή της οποίας έπρεπε να εξασφαλίσει πάση θυσία, αν ήθελε να στερεώσει το οικουμενικό κράτος του. Έπειτα, είναι γνωστό πως ο πόλεμος γενικά αποκτηνώνει τον άνθρωπο και αμβλύνει τους ηθικούς δισταγμούς του και στην περίπτωση των Μακεδόνων έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους που πολεμούσαν δέκα χρόνια συνέχεια. Τις περιπτώσεις αυτές σφαγών, πάντως, δεν πρέπει να τις κρίνουμε με βάση τη χριστιανική ηθική του προτάγματος «αγαπάτε αλλήλους» και τα ιδεώδη του ανθρωπισμού, τα οποία διέπουν σήμερα την κοινωνία ο μας, διαμορφώθηκαν όμως πολλούς αιώνες μετά τον Αλέξανδρο, κατά το 18 αιώνα με το Διαφωτισμό, για να ο καταστούν πανανθρώπινη (;) αξία μόλις τον 20 αιώνα, μετά τις φοβερές γενοκτονίες και τους παγκόσμιους πολέμους, που στιγμάτισαν τον αιώνα αυτόν. Άλλωστε η σκληρότητα έναντι του αντιπάλου ήταν μια συνηθισμένη πρακτική κατά την αρχαιότητα και από άλλες δυνάμεις του ελληνικού κόσμου, όπως γινόταν με την ολιγαρχική Σπάρτη για αιώνες εναντίον των Ειλώτων και με την εφαρμογή «θεσμών» όπως η κρυπτεία ή και ακόμα –ακόμα όπως έπραξε σε ορισμένες περιστάσεις και η δημοκρατική Αθήνα, με κορυφαίο παράδειγμα τη σφαγή των κατοίκων της Μήλου από τον αθηναϊκό στρατό. Μάλιστα στις περιπτώσεις αυτές έχουμε σφαγές Ελλήνων από Έλληνες. Ας σημειωθεί, ακόμα, ότι ο Αλέξανδρος δεν ήταν ανθρωπιστής με τη σύγχρονη έννοια του όρου, υπήρξε και αυτός στρατηγός και πολεμιστής της εποχής του, ωστόσο δεν ήταν και λίγες οι περιπτώσεις που επέδειξε τη φιλανθρωπία του, όπως έγινε με τους Έλληνες αιχμαλώτους των Περσών, ή την οικογένεια του Δαρείου. Ακόμα ο Πλούταρχος έγραψε ότι ο Αλέξανδρος θεωρούσε «τοῦ νικᾶν τούς πολεμίους τό κρατεῖν ἐαυτοῦ βασιλικώτερον» («Το να ελέγχεις τον εαυτό σου είναι βασιλικότερο από το να νικάς τους εχθρούς σου», Πλουτάρχου, Αλέξανδρος, 21), κάτι που ο Αλέξανδρος απέδειξε στην πράξη πολλές φορές. Ο Πλούταρχος σε αρκετά σημεία τονίζει την εγκράτεια του Αλέξανδρου στις σωματικές ηδονές και απολαύσεις (Πλουτάρχου: Αλέξανδρος, 4, 21-23) και γράφει ακόμη χαρακτηριστικά πως όταν ο Δαρείος πληροφορήθηκε τη συμπεριφορά του Αλέξανδρου απέναντι στις αιχμάλωτες μητέρα, σύζυγο και κόρες του, ευχήθηκε αν τυχόν

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 36 ποτέ χάσει ο ίδιος την εξουσία, στο θρόνο του να καθίσει μόνο ο Αλέξανδρος (Πλούταρχος: Αλέξανδρος, 30, Πλούταρχος Β: 93). Επιπλέον, η μεγαλοψυχία που επέδειξε ο Αλέξανδρος σε πλείστες άλλες περιστάσεις, όπως με τους στρατιώτες του Αταρρία και Αντιγένη και η γενναιοδωρία του (βλέπε ενδεικτικά Πλουτάρχου, Αλέξανδρος, 21, 31, 34, 39, 40, 42, Πλούταρχο Β: 94, Αρριανό ΣΤ΄: 26. 1-3, 29. 9, Ζ΄: 5. 1-3) φανερώνει οπωσδήποτε μια πολύπλοκη και αντιφατική προσωπικότητα, πέρα από το συνηθισμένο ανθρώπινο μέτρο, δύσκολο να αξιολογηθεί με σημερινά κριτήρια, αποκομμένη από το ιστορικό πλαίσιο της εποχής και τις ιδιαίτερες συνθήκες του. Ενδεικτική της γενναιοδωρίας του είναι και η ρήση του που αναφέρει ο Αμμιανός Μαρκελλίνος (Res Gestae, 12.4): όταν δηλαδή ρωτήθηκε πού είναι οι θησαυροί του, αυτός απάντησε: «στα χέρια των φίλων μου». Η μεγαλοψυχία του και η ανωτερότητά του φάνηκε για παράδειγμα κατά τη διάβαση της ερήμου της Γεδρωσίας, όταν, βασανισμένος από δίψα, όπως και όλος ο στρατός του, αρνήθηκε να πιει το λιγοστό νερό που βρήκαν και του έφεραν κάποιοι στρατιώτες, αλλά μπροστά σε όλο το στράτευμα, το έχυσε. Ο Αρριανός αναφέρει πως εκείνη τη στιγμή ήταν σαν να ήπιαν όλοι οι στρατιώτες του από αυτό το νερό (Αρριανός ΣΤ: 26.1-3, Κούρτιος Ρούφος: 381). Ο Αλέξανδρος εκτιμούσε όσο τίποτα άλλο την περηφάνεια και τη γενναιότητα, ακόμη και του αντιπάλου - η στάση του απέναντι στη Θηβαία Τιμόκλεια αλλά και στον ηττημένο Πώρο είναι ενδεικτική. Σε κάθε περίπτωση αποτελεί μεγάλο σφάλμα η σκόπιμη προσπάθεια μείωσης της προσωπικότητας του Αλέξανδρου που επιχειρούν ορισμένοι ερευνητές, υπερτονίζοντας τις λίγες περιπτώσεις σφαγών των αντίπαλων πολεμιστών –που έγιναν ωστόσο στο πλαίσιο πολεμικών συγκρούσεων - και παραγνωρίζοντας τις μοναδικές ατομικές του αρετές, τη μεγαλόνοια και τα ασύλληπτα επιτεύγματά του. Γνωστή, τέλος, είναι η αντίδραση που προξένησε στους Μακεδόνες συμπολεμιστές του και στους άλλους Έλληνες η απαίτηση του Αλέξανδρου να τον προσκυνούν, απαίτηση που προήλθε όμως από την επιθυμία του Μακεδόνα βασιλιά να συνεχιστεί ένα πανάρχαιο έθιμο στους ανατολικούς λαούς, στο όνομα της ενότητας της αυτοκρατορίας του (Ι.Ε.Ε. Δ΄: 224-226). Για άλλες αρνητικές καταγραφές του Αλέξανδρου στην αρχαιότητα, στο Βυζάντιο, στη νεότερη Ελλάδα και σε άλλους ιστορικούς λαούς βλέπε ενδεικτικά τα κεφάλαια 2.1., 3.4., 4.4., 5.2., 5.6., 5.7. και υποσημειώσεις 504, 635, 666. Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 37 2. Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ 2.1. Οι γραπτές πηγές Οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς Αρριανός, Πλούταρχος, Διόδωρος Σικελιώτης και ο Ρωμαίος Κόιντος Κούρτιος Ρούφος αποτελούν τις κυριότερες πηγές για τον Αλέξανδρο που έχουν σωθεί. Από αυτούς είναι ο Αρριανός (95-175 μ.Χ.) ο πιο αξιόπιστος, ο οποίος φιλοσοφικά είχε στωικό υπόβαθρο ως μαθητής του Επίκτητου και στηρίχθηκε κυρίως στις διηγήσεις του Αριστόβουλου και του Πτολεμαίου, αξιοποιώντας τες κριτικά ως πηγές, ενώ αναφέρεται και σε ορισμένα αποσπάσματα από τις βασίλειες εφημερίδες (Αρριανός Α, 1-3, 41 Λουκιανός: Ἀλέξανδρος ἤ Ψευδόμαντις 2, Κουλακιώτης 2008: 129). Το έργο του, Αλεξάνδρου Ἀνάβασις, έχει ως πρότυπο τον Ξενοφώντα με τον οποίο ο Αρριανός, σύμφωνα με το Λέσκι, αποδεικνύεται εφάμιλλος ως ιστορικός. Αποτιμώντας το έργο του Μακεδόνα βασιλιά, αναφέρει πως δεν υπάρχει άλλος άνδρας ανάμεσα στους Έλληνες ή τους βαρβάρους που να έκανε τόσα σε πλήθος και μέγεθος, ενώ αλλού φτάνει στο σημείο να τονίσει πως δεν του φαίνεται τέτοιος άνδρας, ανόμοιος με οποιονδήποτε άλλον, να γεννήθηκε χωρίς θεία βούληση (Αρριανός: Α΄. 12.4, Ζ΄.30.2). Ωστόσο ο Αρριανός, έχοντας την ικανότητα να διαχωρίσει την αξιόπιστη, σοβαρή και ιστορική παράδοση από τη λαϊκή, διαφύλαξε τον πραγματικό Αλέξανδρο από τις υπερβολές των μυθικών αφηγήσεων που ευρέως κυκλοφορούσαν τον καιρό του (Lesky 1983: 1159). Άλλωστε, όπως διαφαίνεται από την προσεκτική ανάγνωση της ιστορίας του, στάθηκε κριτικά απέναντι σε περιστατικά αλλά και στον ίδιο τον Αλέξανδρο, κάτι που δε θα έκανε αν ήταν ένας ταγμένος υμνητής του. Για παράδειγμα, στη δολοφονία του Κλείτου καταλογίζει ευθύνη τόσο στον ίδιο τον Κλείτο για την πέρα των ορίων υβριστική συμπεριφορά του, όσο και στον Αλέξανδρο, τον οποίο και οικτίρει, διότι νικήθηκε από δύο κακά, ανεπίτρεπτα για συνετό άνθρωπο, την οργή και την οινοποσία. Αντίστοιχα, στο περιστατικό της εκτέλεσης του Καλλισθένη (αναφέρει και ως δεύτερη εκδοχή του θανάτου του ότι, σύμφωνα με τον Αριστόβουλο, πέθανε από αρρώστια στη φυλακή) καταλογίζει στον Αλέξανδρο ύβρη και στον Καλλισθένη σκαιότητα (Αρριανός: Δ΄. 9.1, 12.6) . Ο Αρριανός θεωρεί τις κατακτήσεις του Αλέξανδρου στην Ανατολή ως 42 προδρομικές αυτών της Ρώμης και αναζητά τα βαθύτερα αίτια της εκστρατείας του. Προτιμά να εκθέτει τα γεγονότα χωρίς ωραιολογίες και ρητορικού ύφους εκφράσεις και αρέσκεται στη λεπτομέρεια δημιουργώντας έντονες εικόνες. Θεωρεί ότι ο Αλέξανδρος υπόκειται στην ανθρώπινη μοίρα και μάλιστα με τη διάσταση του τραγικού προσώπου. Ο Αρριανός έζησε και ταξίδεψε στην Ανατολή 5 αιώνες μετά τον Αλέξανδρο και ήταν σε θέση να δει τα 41 Βλέπε ενδεικτικά τα αποσπάσματα αυτά σε Η. –Σ. Αποστολίδη 2015:105-113. Αφορύν κυρίως σε διηγήσεις για τις τελευταίες μέρες και το θάνατο του Αλέξανδρου. Για τις βασίλειες εφημερίδες βλέπε παρακάτω. 42 Επομένως, η άποψη του Errington ότι δηλαδή «ο Αρριανός παρουσιάζει μια κολακευτική και αποστειρωμένη εικόνα του ιστορικού Αλέξανδρου… με μια δόση εξιδανίκευσης» κρίνεται μάλλον υπερβολική, όσο κι αν ο Αρριανός επηρεάστηκε θετικά στην αντίληψή του για τη θέση του ηγεμόνα γενικά λόγω της προσωπικής εύνοιας που είχε από τον αυτοκράτορα Αδριανό (Errington 2008: 161).

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 38 αποτελέσματα της εκστρατείας του, τη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού σε αυτές τις περιοχές. Γι’ αυτό και κατανόησε την οξυδέρκειά του και δικαίωσε τις πράξεις του Μακεδόνα βασιλιά (Τσελίκας 2003: 6). Σημαντικό στοιχείο στην αφήγησή του είναι ο χαρακτηρισμός ως πόθου της επιθυμίας του Αλέξανδρου για την κατάκτηση της απόλυτης γνώσης και σοφίας του κόσμου, μια λαχτάρα που τον οδηγούσε στην αναζήτηση νέων περιπετειών στα όρια του τότε γνωστού κόσμου και πέρα από αυτά . Στο τέλος της 43 αφήγησής του, ο Αρριανός προβαίνει σε ένα συνολικό χαρακτηρισμό του Αλέξανδρου, όπου και σημειώνει ανάμεσα στα άλλα: «…και ήταν στο σώμα πολύ όμορφος και φιλόπονος και οξύς στις αποφάσεις και πολύ ανδρείος και φιλότιμος, με αγάπη για τους κινδύνους και πολύ ευσεβής απέναντι στους θεούς. Ήταν ακόμη πολύ εγκρατής στις ηδονές του σώματος, ενώ ήταν πολύ άπληστος για τους επαίνους του πνεύματος. Ήταν δεινός στο να διαβλέπει αυτό που πρέπει να γίνει, όταν αυτό δεν ήταν ακόμη ορατό στους άλλους και με απόλυτη επιτυχία μπορούσε από τα φαινόμενα να συμπεραίνει το σωστό. Επίσης ήταν πολύ έμπειρος στο να παρατάσσει και να εξοπλίζει και προετοιμάζει το στρατό. Ακόμη, στο να απογειώνει το θάρρος των στρατιωτών του, να τους γεμίζει με καλές ελπίδες, να τους καθιστά άφοβους στους κινδύνους με τη δική του άφοβη στάση, σε όλα αυτά ήταν ικανότατος….γνωρίζω πολύ καλά ότι από τους παλιούς βασιλιάδες μόνο ο Αλέξανδρος είχε τη γενναιότητα να μετανιώνει για αυτά, στα οποία έσφαλε…». (Αρριανός: Z΄. 28. 1-2, 29.1). Η θετική αυτή αποτίμηση του Αλέξανδρου από τον Αρριανό γίνεται περισσότερο κατανοητή, αν δούμε πώς ο ίδιος έβλεπε το πρότυπο του Μακεδόνα βασιλιά, τον Αχιλλέα. Στο έργο του Περίπλους τοῦ Εὐξείνου Πόντου, που αποτελεί μια περιγραφή της ακτογραμμής του Πόντου για τον αυτοκράτορα Τραϊανό σε μορφή επιστολής, με αφορμή την περιγραφή του νησιού της Λεύκης, όπου υπήρχε ιερό του Αχιλλέα, ο Αρριανός προβαίνει σε μια κρίση του ομηρικού ήρωα, τονίζοντας πως ο Αχιλλέας ήταν πάνω από κάθε άλλο ήρωα, κρίση που την εκφέρει έχοντας ως κριτήριο την ευγενική του καταγωγή, την ομορφιά του, τη ρωμαλέα του ψυχή, το γεγονός ότι έφυγε από τη ζωή νέος, την ποίηση του Ομήρου, καθώς και το ότι έγινε τέτοιος στον έρωτα και στη φιλία του, που ήθελε και ο ίδιος να πεθάνει, αν έφευγαν από τη ζωή οι παιδικοί του φίλοι (Αρριανός, Περίπλους, 23). Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (1 αιωνας π.Χ.) αφιερώνει στον Αλέξανδρο και στην ος εκστρατεία του το 17 βιβλίο της «παγκόσμιας» ιστορίας που γράφει (μεταξύ 60 -30 π.Χ. ο περίπου). Πρόκειται ουσιαστικά για την πρωιμότερη αφήγηση της ιστορίας του Αλέξανδρου που σώζεται σήμερα. Στην εισαγωγή του βιβλίου του αναφέρει ότι ο Αλέξανδρος χάρη στην ευφυία και στην ανδρεία του ξεπέρασε με το έργο του όλους τους προηγούμενους βασιλείς, 43 Σύμφωνα με τον Αρριανό (Α΄.3.5.) ο πόθος αυτός φάνηκε νωρίς, ήδη από τη βαλκανική εκστρατεία του Αλέξανδρου, όταν θέλησε να περάσει στην αντίπερα όχθη του Ίστρου (Δούναβη), όχι μόνο για να αντιμετωπίσει τους συγκεντρωμένους Γέτες, αλλά και επειδή «πόθος ἔλάβεν αὐτόν ἐπέκεινα τοῦ Ἴστρου ἐλθεῖν». Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 39 έργο μεγάλο που επιτέλεσε σε λίγο χρόνο, -η υποταγή σημαντικού μέρους της Ευρώπης και σχεδόν ολόκληρης της Ασίας –επομένως, όπως σημειώνει, εύλογα απέκτησε μυθική δόξα, σαν εκείνη των θεών και των ημίθεων. Σημειώνει μάλιστα εμφαντικά τη μυθική καταγωγή του Αλέξανδρου, απογόνου του Ηρακλή από την πλευρά του πατέρα του και των Αιακιδών από την πλευρά της μητέρας του, κατά συνέπεια, πιστεύει ο Διόδωρος, ότι ο Αλέξανδρος «κληρονόμησε τα φυσικά και ηθικά γνωρίσματα των μεγάλων» (Διόδωρος Σικελιώτης: 17.1). Αναφέρει –έστω και περιληπτικά –πολλά επεισόδια που δεν τα αναφέρει ο Αρριανός, ενώ στέκεται με αρκετές λεπτομέρειες στο ενδεχόμενο της δηλητηρίασης του Μακεδόνα βασιλιά στο τέλος από τον Αντίπατρο με τη βοήθεια των γιών του, του Κασσάνδρου και κυρίως του Ιόλα, που υπήρξε ο οινοχόος του Αλέξανδρου (Διόδωρος Σικελιώτης: 17.117). Πολλά, βέβαια, επεισόδια που αναφέρει είναι μάλλον ανεκδοτολογικού χαρακτήρα, όπως το ζευγάρωμα του Αλέξανδρου με τη Θαλλήστρη, τη βασίλισσα των Αμαζόνων, στις όχθες του Θερμόδωντα ποταμού (Διόδωρος Σικελιώτης:17.77). Σε πολλές περιπτώσεις επαινεί τον Αλέξανδρο για την πολεμική του αρετή ή και για τη στάση του απέναντι στην οικογένεια του Δαρείου, ενώ τον κατακρίνει για τις εκτελέσεις του Φιλώτα και του Παρμενίωνα (Διόδωρος Σικελιώτης: 17.21, 38, 79 και αλλού). Αλλού πάλι δίνει ενδιαφέρουσες πληροφορίες, όπως η αναφορά για το χρηματισμό του «αντι-Μακεδόνα» Δημοσθένη από τους Πέρσες ή οι τιμές που επιφύλαξε ο 44 Αλέξανδρος στον Ηφαιστίωνα, με τα πολλά χρυσαλεφάντινα αγάλματα με τη μορφή του ή η διαταγή του κατά την κηδεία του φίλου του να θυσιάσουν σ’ αυτόν ως θεό «πάρεδρο» (Διόδωρος Σικελιώτης:17.4, 114, 115). Ο Διόδωρος (18.4), διασώζει ακόμη στα υπομνήματα του Μακεδόνα βασιλιά (βλέπε Εισαγωγή παρόντος τόμου), τις εντολές του για την κατασκευή 1000 πολεμικών πλοίων, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η εκστρατεία «ἐπί Καρχηδονίους καί τούς ἄλλους τούς παρά θάλατταν κατοικοῦντας τῆς τε Λιβύης καί Ἰβηρίας καί τῆς ὁμόρου χώρας παραθαλαττίου μέχρι Σικελίας». Μέσα στα υπομνήματα αναφέρεται ακόμη, ως 44 Αναφορά στο χρηματισμό του Δημοσθένη από τους Πέρσες, προκειμένου να ξεσηκώσει αυτός τους νότιους Έλληνες και να κρατηθεί καταρχάς ο Φίλιππος απασχολημένος στην Ελλάδα, κάνει και ο Πλούταρχος στο Βίο του Δημοσθένη, 20: «διῖκτο δ᾽ ἡ δόξα μέχρι τοῦ Περσῶν βασιλέως: κἀκεῖνος ἔπεμψε τοῖς σατράπαις ἐπὶ θάλασσαν γράμματα, χρήματα Δημοσθένει διδόναι κελεύων, καὶ προσέχειν ἐκείνῳ μάλιστα τῶν Ἑλλήνων, ὡς περισπάσαι δυναμένῳ καὶ κατασχεῖν ταῖς Ἑλληνικαῖς ταραχαῖς τὸν Μακεδόνα, ταῦτα μὲν οὖν ὕστερον ἐφώρασεν Ἀλέξανδρος, ἐν Σάρδεσιν ἐπιστολάς τινας ἀνευρὼν τοῦ Δημοσθένους καὶ γράμματα τῶν βασιλέως στρατηγῶν, ο δηλοῦντα τὸ πλῆθος τῶν δοθέντων αὐτῷ χρημάτων». Από την άλλη πλευρά, τον 4 αιώνα μ.Χ. ο Σώπατρος επιχειρηματολογεί υπέρ της … αθώωσης του Δημοσθένη, τονίζοντας ότι μάλλον οι Μακεδόνες, ως εχθροί του, έφτιαξαν την ιστορία για να κατηγορηθεί ως προδότης (Scholia ad Hermogenis status seu artem rhetoricam, http://stephanus.tlg.uci.edu). Γεγονός είναι πως ο Αθηναίος ρήτορας στον τρίτο και τέταρτο λόγο του Κατά Φιλίππου, καθώς και στην τοποθέτησή του για την επιστολή που έστειλε ο Φίλιππος στους Αθηναίους το 339 π.Χ., δεν δίστασε να επιχειρηματολογήσει και να προτείνει να απευθυνθούν οι Αθηναίοι στον Πέρση βασιλιά, προκειμένου να εξασφαλίσουν την υποστήριξή του κατά του Φιλίππου (Γ΄ κατά Φιλίππου 71, Δ΄ Κατά Φιλίππου 31- 34, Προς την Επιστολήν, 6, αρχαίο κείμενο –μετάφραση Αθ. Γιαγκόπουλος, Μ. Αράπογλου στον τόμο Δημοσθένης,εκδόσεις «Ζήτρος», Θεσσαλονίκη, 2004). Σύμφωνα με το ρήτορα Αισχίνη και το Μακεδόνα ιστορικό Μαρσύα τον Πελλαίο, ο Δημοσθένης αρχικά αποκαλούσε τον Αλέξανδρο «Μαργίτη», δηλαδή μανιακό, ηλίθιο, έκδοτο (Η. –Σ. Αποστολίδης 2015: 351).

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 40 πληροφορία, η πρόθεση που είχε ο Αλέξανδρος να ανοικοδομήσει έξι ναούς πίσω στην Ελλάδα, στη Δήλο, στους Δελφούς, στη Δωδώνη, στο Δίον (προς τιμή του Δία), στην Αμφίπολη (προς τιμή της Αρτέμιδος Ταυροπόλου) και στον Κύρρο της Μακεδονίας (προς τιμή της Αθηνάς). Παρόμοιας μεγαλοπρέπειας ναό διέταξε να ανεγερθεί και στο Ίλιον προς τιμή της Αθηνάς (Διόδωρος Σικελιώτης, 17.4.3-4). Ο Πλούταρχος (50 -120 μ.Χ.) με το Βίο του Αλέξανδρου , που συνέγραψε ως παράλληλο 45 του Ιουλίου Καίσαρα, αποτελεί την κυριότερη πηγή για τα παιδικά και νεανικά χρόνια του Αλέξανδρου, ενώ με τους δύο επιδεικτικούς λόγους του, Περί τῆς Ἀλεξάνδρου τύχης ἢ ἀρετῆς, στέκεται πολύ στην ηθική διάσταση του χαρακτήρα του και της προσωπικότητάς του. Αξίζει να σταθούμε στο γεγονός ότι ο Πλούταρχος έγραψε τους δύο αυτούς λόγους, προορισμένους να ακουστούν δημόσια, προκειμένου να υπερασπιστεί την αρετή του Αλέξανδρου έναντι εκείνων που θεωρούσαν ότι όλα τα οφείλει στην τύχη . Το γεγονός αυτό αποδεικνύει πως 46 τέσσερις αιώνες μετά το θάνατό του ο Αλέξανδρος εξακολουθούσε να αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος και συζήτησης μεταξύ των Ελλήνων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που ποτέ δεν ξέχασαν το Μακεδόνα βασιλιά. Παράλληλα, με τους Περί τῆς Ἀλεξάνδρου τύχης ἢ ἀρετῆς λόγους ο Πλούταρχος δείχνει να απαντά στους στωικούς και περιπατητικούς επικριτές του Αλέξανδρου (Tarn 1939: 56).Στους λόγους αυτούς ο Πλούταρχος, επιχειρηματολογώντας υπέρ της αρετής του Αλέξανδρου, αναφέρεται στα γεγονότα της εκστρατείας στην ανατολή, στις αρετές ακριβώς του χαρακτήρα του, όπως ήταν η ανδρεία, η μεγαλοψυχία, η γενναιοδωρία και η εγκράτειά του, με σαφή υμνητική διάθεση (Πλούταρχος Β: 80, 83, 95, Αλέξανδρος, 21, 22), ενώ δεν παραλείπει να αναδείξει τη φιλοσοφική πλευρά του χαρακτήρα του, προβάλλοντας το μοτίβο του Αλέξανδρου –φιλόσοφου, αλλά και το σχέδιό του για παγκόσμια ηγεμονία που είχε τεράστια οφέλη για κατακτητές και κατακτημένους, ενωμένους υπό μία αρχή (Πλούταρχος Β: 37, 41-43, 45, 47, 53 κ.ε.). Επίσης, τονίζει την πανελλήνια διάσταση του έργου του, συσχετίζοντάς την με τη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού στα πέρατα της κοσμοκρατορίας που ίδρυσε ο ηγεμόνας των Ελλήνων, ακολουθώντας, όπως γράφει ο Πλούταρχος, το πρότυπο του Ηρακλή, του Περσέα και τα ίχνη του Διονύσου (Πλούταρχος Β: 58). Τέλος, τον αντιπαραβάλλει τόσο με τους ομηρικούς ήρωες, όσο και με μεγάλους άνδρες της πιο πρόσφατης ελληνικής ιστορίας, όπως το Βρασίδα, τον Περικλή και το Φίλιππο, αλλά και φιλοσόφους, όπως το Σωκράτη, τον Πλάτωνα, το Ζήνωνα, προβάλλοντας τον ίδιο τον Αλέξανδρο ξανά ως φιλόσοφο (Πλούταρχος Β: 42 -44, 52, 62, 111-113). Για το ζήτημα της θεοποίησης του Αλέξανδρου, ο Πλούταρχος παραθέτει στοιχεία με στόχο να αποδείξει πως ο ίδιος ο Αλέξανδρος ποτέ δεν τυφλώθηκε από τη θεϊκή φήμη του, αλλά την εκμεταλλεύτηκε 45 Ο Πλούταρχος πιθανόν συνέγραψε το βίο αυτό κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Τραϊανού εναντίον των Πάρθων (114-117 μ.Χ., Κουλακιώτης 2008:125). 46 Η Catie Mihalopoulos σημειώνει πως, σύμφωνα με τον J. J. Pollitt, ένα βασικό χαρακτηριστικό του πνεύματος της ελληνιστικής εποχής είναι ακριβώς η εμμονή με τη μοίρα (τύχη) του ατόμου και πως η αποτύπωση της μορφής του Αλέξανδρου μέσα από τα ποικίλα πορτραίτα του οδήγησε ακριβώς στην προβολή του ατόμου και της τύχης του. Οπωσδήποτε αυτή η αντίληψη ήταν ακόμη ζωντανή την εποχή του Πλουτάρχου αλλά και αργότερα, όπως θα διαπιστώσουμε. Βλέπε περισσότερα σε Mihalopoulos 2009: 298-316. Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 41 πολιτικά προκειμένου να υποδουλώσει τους άλλους (Πλούταρχος: Αλέξανδρος, 28). Σίγουρα ο Πλούταρχος είναι ο μεγαλύτερος υμνητής του Αλέξανδρου από τους τέσσερις βασικούς αρχαίους συγγραφείς, των οποίων τα έργα σώζονται ως τις μέρες μας. Μάλιστα στην πραγματεία του Περί Ρωμαίων Τύχης μακαρίζει τους Ρωμαίους, γιατί ο Αλέξανδρος πέθανε πρόωρα και δεν πρόλαβε να κινηθεί εναντίον τους (Δρακόπουλος / Παπαρηγόπουλος 2009: 232). Στη σύγκριση Αγησιλάου –Πομπηίου πάλι, αναφέρει ότι ο Σπαρτιάτης βασιλιάς κέρδισε δόξα και δύναμη τέτοια, που μόνο ο Αλέξανδρος την ξεπέρασε . Φαίνεται πως ο Πλούταρχος 47 ανάγει τον Αλέξανδρο σε πολιτισμικό ήρωα του ελληνισμού, με σκοπό να καταδείξει ότι η ελληνική ελίτ της εποχής του, άξια κληρονόμος του Αλεξάνδρου, έχει κάθε δικαίωμα στη νομή της εξουσίας μαζί με τους Ρωμαίους, στα πρότυπα ακριβώς του Αλεξάνδρου, ο οποίος επέτρεπε στους Πέρσες να συμμετέχουν στην εξουσία μαζί με τους Έλληνες (Κουλακιώτης 2008:126-127). Ωστόσο κι αυτός δε διστάζει να αναφέρει κάποια αρνητικά στοιχεία του χαρακτήρα του, όπως το ότι με τις καυχησιολογίες γινόταν αηδιαστικός και πολύ αυταρχικός, καθώς και ότι το παράκανε με τους κομπασμούς και τις γαληφιές των κολάκων. Τέλος, ο Πλούταρχος μας δίνει κι ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα περιγραφής του καθημερινού Αλέξανδρου, στο οποίο για άλλη μια φορά αναδεικνύεται η πολύπλευρη και υπερ-δραστήρια φύση του: «Στις μέρες αργίας, αφού πρώτα σηκωνόταν και θυσίαζε στους θεούς, αμέσως μετά προγευμάτιζε και στη συνέχεια περνούσε τη μέρα του είτε κυνηγώντας, είτε δικάζοντας, ή σχεδιάζοντας μια πολεμική επιχείρηση ή διαβάζοντας. Αν δεν είχε κάποια επείγουσα διαδρομή να κάνει, μάθαινε να τοξεύει περπατώντας ή να ανεβοκατεβαίνει σε άρμα εν κινήσει. Πολλές φορές έπαιζε κυνηγώντας αλεπούδες και πουλιά, όπως μαθαίνουμε από τις εφημερίδες του». (Πλούταρχος: Αλέξανδρος, 23). Μια θετική στάση απέναντι στον Αλέξανδρο διακρίνουμε και στην Επιτομή του Ιουστίνου, η οποία, γραμμένη το 2 αιώνα μ.Χ., ουσιαστικά διασώζει το έργο του Πομπήιου ο Τρόγου, ο οποίος έζησε τον πρώτο αιώνα π.Χ κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αυγούστου και αφιέρωσε δύο βιβλία στον Αλέξανδρο και την εκστρατεία του από τα συνολικά 44 της ιστορίας του με τίτλο Φιλιππικαί Ιστορίαι (Errington 2008: 157). Ο Ιουστίνος (Τρόγος) γράφει αρχικά για τις αρετές της προσωπικότητας του Αλέξανδρου, τις οποίες ξεδίπλωσε με την ανάληψη της εξουσίας μετά το θάνατο του Φιλίππου με τέτοιο τρόπο, ώστε οι Μακεδόνες να λένε ότι άλλαξε μόνο το πρόσωπο του βασιλιά και όχι οι αρετές του (Ιουστίνος: XI.1). Αναφέρει και αυτός το χρηματισμό του Δημοσθένη από τους Πέρσες, αλλά και μια σκοτεινή πτυχή της ανάληψης της εξουσίας από τον Αλέξανδρο, την εκτέλεση ορισμένων συγγενών του, διεκδικητών του θρόνου ((Ιουστίνος: XI: 2, 5). Δίνει ορισμένες ακόμα ενδιαφέρουσες 47 Plutarch, Comparison Agesilaus and Pompey, πρωτότυπο κείμενο, http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus%3Atext%3A2008.01.0092%3Achapter%3D2%3As ection%3D3, (18.12.2014).

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 42 λεπτομέρειες, όπως για παράδειγμα τη στρατιωτική εκπαίδευση που έπαιρναν από μικρή ηλικία μέσα στα μετακινούμενα στρατόπεδα τα παιδιά των Μακεδόνων στρατιωτών του με τις ασιάτισσες γυναίκες (Ιουστίνος: XII.4). Ωστόσο, σε άλλα σημεία, δείχνει να υιοθετεί μυθικές αφηγήσεις και παραθέτει επεισόδια ανεκδοτολογικού χαρακτήρα, που μάλλον αποδυναμώνουν την αξιοπιστία του, τουλάχιστον ως προς τα συγκεκριμένα περιστατικά (βλέπε ενδεικτικά Ιουστίνος: XI.11, XII.7) . Επιπλέον πολλά σημαντικά γεγονότα δίνονται 48 ελλειπτικά, όπως η πολιορκία της Τύρου, η καταδίωξη και σύλληψη του Βήσσου, η νίκη του έναντι του Πώρου και άλλα. Σε άλλα σημεία πάλι η αφήγηση γίνεται υπερβολική - «ο Αλέξανδρος πολέμησε μόνος του εναντίον χιλιάδων», γράφει κατά την πολιορκία της μεγαλύτερης πόλης των Μαλλών – ή και ανακριβής. Ο Ιουστίνος εντοπίζει μια αλαζονεία στη στάση του Μακεδόνα βασιλιά μετά την επίσκεψή του στο μαντείο του Άμμωνα, στέκεται επικριτικά απέναντί του για τη στροφή του στους ανατολίτικους θεσμούς και συνήθειες και επισημαίνει τη σκληρότητά του στην εκτέλεση του Φιλώτα. Τέλος, υιοθετεί πλήρως την εκδοχή της δηλητηρίασης από τον Αντίπατρο και τους γιους του (Ιουστίνος: XI: 11, XII: 3, 5, 14). Ο Κόιντος Κούρτιος Ρούφος έγραψε μια περισσότερο μυθιστορηματική παρά ιστορική βιογραφία του Μεγάλου Αλεξάνδρου με τίτλο Ιστορίες ή Ιστορίες του Μεγάλου Αλέξανδρου του Μακεδόνα, τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Από τα δέκα βιβλία της ιστορίας του λείπουν τα δύο πρώτα καθώς και μέρος του 5 και του 6 βιβλίου. Το έργο του, εκτός από τα αφηγηματικά μέρη, ου ου περιέχει και πολλές δημηγορίες με έντονο ρητορικό ύφος, που αποδεικνύει ότι ο Ρούφος κατείχε τα μυστικά της ρητορικής. Η αφήγησή του περιέχει πολλές γεωγραφικές και χρονολογικές ανακρίβειες, συνολικά το έργο του δείχνει πως ήταν γραμμένο περισσότερο για να τέρψει και να ψυχαγωγήσει. Ο ίδιος πληροφορεί τον αναγνώστη του πως καταγράφει περισσότερα από αυτά που ο ίδιος πιστεύει ότι είναι αληθινά, για να μην αφήσει τίποτα εκτός από τις διαθέσιμες πηγές του, από τις οποίες σίγουρα αξιοποίησε τον Κλείταρχο, το Χάρη, τον Ονησίκριτο, τον Τρόγο, το Διόδωρο και το Λίβιο (Μίκογλου 1993: 31-37, Errington 2008: 159). Ο Κούρτιος φαίνεται πως έζησε τη σκοτεινή πλευρά της εξουσίας ηγεμόνων, όπως ο Καλιγούλας ή ο Νέρωνας κι αυτό δείχνει να επηρεάζει την καταγραφή και αποτίμηση του «ηγεμόνα Αλέξανδρου» στην ιστορία του, μια καταγραφή που αποτυπώνει περισσότερο τα μελανά σημεία της ιστορίας του σε σχέση με τον Αρριανό ή τον Πλούταρχο. Στο πρόσωπο του Αλέξανδρου ουσιαστικά κατακρίνει τους τυραννικούς Ρωμαίους αυτοκράτορες (Errington 2008: 159, Κουλακιώτης 2008:124). Ωστόσο, προσεκτική ανάγνωση του έργου του φανερώνει πως σε πολλά σημεία ο Ρούφος είναι εξίσου υμνητικός με τους παραπάνω συγγραφείς απέναντι στον Αλέξανδρο: εξυμνεί τη φρονιμάδα του στη διοργάνωση της διοίκησης της Αιγύπτου, τη στρατηγική του δεινότητα στη μάχη των Γαυγαμήλων, την πολεμική του ανδρεία, τη γενναιοδωρία του, τη μεγαλοψυχία του και την εγκράτειά του σε πλείστες άλλες περιπτώσεις. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να αναφέρει το περιστατικό του 48 Ενδεικτικά, αναφέρεται και στην Ινδή βασίλισσα Κλεόφη, στην περιοχή των Δαιδαλικών βουνών, όπου βρέθηκε ο Αλέξανδρος μετά τη Νύσσα, με κατάληξη η βασίλισσα να του υποταχθεί και να του δοθεί, αποκτώντας, έτσι, μαζί του, ένα γιο, τον Αλέξανδρο, ο οποίος και έγινε αργότερα βασιλιάς των Ινδών (ΧΙ.11). Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 43 θανάτου της μητέρας του Δαρείου, ως απόδειξη για το σεβασμό που έτρεφε αυτή προς τον Αλέξανδρο, ότι δηλαδή, μόλις πληροφορήθηκε ότι ο Αλέξανδρος πέθανε, τον θρήνησε, βούλιαξε στη λύπη, σταμάτησε να παίρνει τροφή και τελικά πέθανε κι αυτή (Κούρτιος Ρούφος 1993: 207, 223, 236, 238-9, 371, 380, 399). Κάνει ακόμα λόγο για την περιέργειά του και την έμφυτη ρομαντική τάση που είχε για περιπέτειες, αλλά τονίζει πως από ένα σημείο και μετά, μόλις έγινε απόλυτος άρχων της Ασίας, η προσωπική του ματαιοδοξία και φιλοδοξία τον οδήγησε στο να γίνει αλαζόνας, ιδιότροπος, τυραννικός και σκληρός, διαπράττοντας μάλιστα φριχτά εγκλήματα, ενώ παράλληλα επιδιδόταν χωρίς μέτρο στις απολαύσεις και την περσική πολυτέλεια. Οι χαρακτηρισμοί και οι αναφορές αυτές σίγουρα κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στο Ρούφο και τον Αρριανό ή τον Πλούταρχο και σε αυτές σίγουρα υπολανθάνει η δυσαρέσκεια του συγγραφέα για τους σύγχρονούς του Ρωμαίους τυραννικούς αυτοκράτορες. Ωστόσο, προσθέτει ο Ρούφος, πως ο Αλέξανδρος κράτησε και μετά την κατάλυση της περσικής αυτοκρατορίας και αρκετά ίχνη μετριοφροσύνης, δικαιοσύνης και αυταπάρνησης και παραδέχεται πως οι στρατιώτες του ανέχονταν την αλλαγή στο χαρακτήρα του και τα καμώματά του γιατί έβλεπαν πως είχε παραμείνει ο ίδιος στην ανδρεία και στην υπομονή, στους κόπους και στις κακουχίες. Ο Κούρτιος Ρούφος προβάλλει ξεκάθαρα τον Αλέξανδρο ως αρχιστράτηγο των Ελλήνων, ενώ παράλληλα σημειώνει το ενδιαφέρον του Αλέξανδρου να μάθει ελληνικά η οικογένεια του Δαρείου, τονίζοντας ότι χάρη στην εκστρατεία του, για πρώτη φορά, ο ευρωπαϊκός πολιτισμός άρχισε να επηρεάζει ένα μεγάλο μέρος της ανατολής. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, σημειώνει και το ενδιαφέρον του Αλέξανδρου για τη συγχώνευση Ελλήνων και Περσών (Κούρτιος Ρούφος 1993: 222, 225, 228-229). Τέλος, αναφέρεται στην άμιλλα του Αλέξανδρου προς τον Ηρακλή και το Διόνυσο, παραθέτοντας τα ίδια σχεδόν λόγια που αναφέρει και ο Αρριανός ότι είπε ο Αλέξανδρος στους Μακεδόνες στον Ύφαση ποταμό (Κούρτιος Ρούφος 1993: 202, 226, 271-72, 364). Ωστόσο, οι προαναφερόμενοι συγγραφείς στηρίζονταν με τη σειρά τους σε 49 παλαιότερους, σύγχρονους του Αλέξανδρου και σε μεγάλο βαθμό συμπρωταγωνιστές του στη μεγάλη εκστρατεία και μάρτυρες των γεγονότων της εποχής του, τα έργα των οποίων δυστυχώς χάθηκαν . Η εικόνα που έδωσαν αυτοί για τον Αλέξανδρο καθόρισε σε μεγάλο 50 49 Σύμφωνα με τον Cartledge οι αρχαίες πηγές για τον Αλέξανδρο είναι μεροληπτικές απέναντί του, τόσο υπέρ όσο και κατά αυτού και αποσκοπούν στον εντυπωσιασμό. Τι τι πραγματικά συνέβη παραμένει ασαφές, γι’ αυτό και πρέπει να δυσπιστούμε απέναντί τους (Δεληγιαννάκης 2009). Ωστόσο, οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως ούτως ή άλλως υπάρχει μια σαφέστατη σύμπτωση και συμφωνία απόψεων μεταξύ όλων των πηγών - καί των «υπέρ» καί των «κατά» -για πάμπολλα από τα επεισόδια της εκστρατείας που περιγράφονται, κι αυτό αποδεικνύει μια αντικειμενική κοινή συνισταμένη. Για παράδειγμα, όλες οι πηγές συμφωνούν στη γενναιότητα που επιδείκνυε ο Αλέξανδρος την ώρα της μάχης, επομένως είναι λάθος να ισχυριστεί κανείς πως αυτή η εικόνα διαμορφώθηκε από τις φιλο -αλεξάνδρειες πηγές και ότι, κατά συνέπεια, θα έπρεπε να δυσπιστούμε ως προς αυτήν. 50 Αναφορά σε συγγραφείς που έγραψαν για τον Αλέξανδρο, με αφορμή την υποτιθέμενη συνάντησή του με τις Αμαζόνες, κάνει και ο Πλούταρχος. Αναφέρονται οι Κλείταρχος ο Μεγαρεύς, (τον οποίο αναφέρει και ο Κουιντιλιανός, Κουιντιλιανός, Institutio Oratoria, 10.2) Πολύκριτος, Ονησίκριτος, Αντιγένης, Ίστρος,

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 44 βαθμό και την πρόσληψή του από τους σύγχρονούς τους Έλληνες της κυρίως Ελλάδας, πολλοί από τους οποίους σίγουρα είχαν κατατρομοκρατηθεί μετά την καταστροφή της Θήβας. Ένας από αυτούς ήταν ο αρχιθαλαμηπόλος της αυλής του Αλέξανδρου Χάρης ο Λέσβιος, ο οποίος έγραψε απομνημονεύματα από τη συμμετοχή του στην εκστρατεία και δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιδιωτική ζωή του Μακεδόνα βασιλιά και συγκεντρώνει όλα τα περίεργα και θαυμαστά της εκστρατείας - ό,τι του έκανε εντύπωση (Ι.Ε.Ε. Ε΄: 360, Errington 2008: 141) . 51 Από αυτούς τους πρώτους «ιστορικούς» του Αλέξανδρου ξεχωρίζει βέβαια ο Πτολεμαίος του Λαγού, πιστός συμπολεμιστής του και ιδρυτής του ελληνιστικού βασιλείου της Αιγύπτου, ο οποίος, πέραν του ότι υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας, φαίνεται πως χρησιμοποίησε και τις βασιλικές (βασίλειες) εφημερίδες, που συντάσσονταν στο γενικό στρατηγείο του Αλέξανδρου, υπό τη διεύθυνση του Ευμένη από την Καρδία και του Διοδότου από τις Ερυθρές. Οι εφημερίδες ήταν υπηρεσιακού χαρακτήρα και αποτέλεσαν βασική πηγή για τις τελευταίες μέρες του Αλέξανδρου, σίγουρα όμως συντάσσονταν και από πιο πριν, ίσως και από την αρχή της εκστρατείας. Το γεγονός της σύμπτωσης και συμφωνίας τόσων πολλών δεδομένων, ανάμεσα στον Αρριανό και τον Πλούταρχο για παράδειγμα, εξηγείται ίσως από το ότι και οι δύο χρησιμοποίησαν μια κοινή πηγή, που θα μπορούσε να είναι τα σωζόμενα στην εποχή τους αποσπάσματα των βασιλικών εφημερίδων. Αρχειακού χαρακτήρα και ενταγμένα στις εφημερίδες ήταν και τα υπομνήματα του Μακεδόνα βασιλιά, οι υπηρεσιακές εντολές του, στις οποίες, όπως αφηγείται ο Διόδωρος, ο Περδίκκας αργότερα βρήκε πληροφορίες, όπως τα έξοδα της πυράς του Ηφαιστίωνα, τα μελλοντικά σχέδια του Αλέξανδρου και άλλες. Ο Πτολεμαίος έγραψε την ιστορία του στην Αλεξάνδρεια και σε προχωρημένη ηλικία, βασιζόμενος σε μεγάλο βαθμό και στις προσωπικές του αναμνήσεις, εστιάζοντας στη διοίκηση και στα πολεμικά γεγονότα, τα οποία και αποδίδει συγκροτημένα και με ακρίβεια. Στην Αλεξάνδρεια και σε προχωρημένη ηλικία έγραψε για τον Αλέξανδρο και ο σύγχρονος του Πτολεμαίου και Μικρασιάτης στην καταγωγή Κλείταρχος, ένα έργο μεγάλης κλίμακας σε 12 βιβλία, το Περί Ἀλέξανδρον ἱστοριῶν, περιγράφοντας τη ζωή του Αλέξανδρου από τη γέννησή του ως το θάνατό του, διανθισμένη και με μυθολογικά στοιχεία, εθνογραφικές πληροφορίες και δημηγορίες, έργο που υπήρξε εξαιρετικά δημοφιλές χάρη στο ύφος του και συνέβαλε στην εξύψωση του Μακεδόνα βασιλιά στη Αριστόβουλος, Χάρης ο Εισαγγελέας, Πτολεμαίος, Αντικλείδης, Φίλων ο Θηβαίος, Φίλιππος ο Θεαγγελεάς, Εκαταίος ο Ερετριεύς, Φίλιππος ο Χαλκιδεύς και Δούρις ο Σάμιος (Αλέξανδρος, 46). 51 Δε φαίνεται να έχει δίκιο ο Errington (Errington 2008: 143-144) όταν γράφει ότι ακόμα και στη Μακεδονία ο Αλέξανδρος και η οικογένειά του για μια ολόκληρη γενιά αντιμετωπιζόταν δίχως σεβασμό: ακόμα και ο Κάσσανδρος, παρότι δολοφόνησε την Ολυμπιάδα, τη Ρωξάνη και τον Αλέξανδρο Δ’, έδωσε στην πόλη που ίδρυσε το όνομα της αδερφής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, της Θεσσαλονίκης, ίσως και για να εξιλεωθεί για τις στυγερές δολοφονίες του στα μάτια των Μακεδόνων, που ποτέ δεν έπαψαν να αγαπούνε τον Αλέξανδρο. Επιπλέον φαίνεται πως και στην κυρίως Ελλάδα υπήρξαν λατρείες του Αλέξανδρου (βλέπε παρακάτω) - το παράδειγμα της Θάσου είναι ενδεικτικό - επομένως δεν ισχύει απόλυτα το ότι μόνο οι Έλληνες της Μικρασίας, των οποίων τις πόλεις απελευθέρωσε από τον περσικό ζυγό, ήταν αυτοί που τον έβλεπαν θετικά. Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 45 συλλογική μνήμη, αν και φαίνεται πως δεν έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην αλήθεια και καλλιεργούσε μια εικόνα του Αλέξανδρου ως ενός οργισμένου, ανελέητου αλλά και ρομαντικού ήρωα. Σύμφωνα με το Hammond, το έργο του Κλειτάρχου πρέπει να είχε ολοκληρωθεί ως το 290 π.Χ. και μάλιστα πριν από το αντίστοιχο του Πτολεμαίου. Ο Κλείταρχος ήταν ικανός να δίνει γλαφυρές περιγραφές, ζωηρές και εντυπωσιακές διηγήσεις, καθώς και εύστοχους χαρακτηρισμούς, μάλιστα έκρινε τις σπουδαίες πολεμικές και πολιτικές πράξεις του Αλέξανδρου ηθικολογικά. Ο Διόδωρος, ο Κούρτιος Ρούφος και ο Ιουστίνος βασίζονται πολύ σ’ αυτόν για τη συγγραφή της δικής τους ιστορίας. Ο Κλείταρχος φαίνεται πως ήταν ο πρώτος που έβαλε στην ιστορία του Αλέξανδρου τα γεγονότα της Ελλάδας (π.χ. την καταστροφή της Θήβας). Ακόμα, διακρίνεται στο έργο του μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τον Πτολεμαίο, γεγονός που οφείλεται μάλλον στο ότι φιλοξενήθηκε στην Αλεξάνδρεια. Ένας άλλος σύγχρονος του Μακεδόνα βασιλιά ήταν ο Αριστόβουλος από την Κασσανδρεία, ο οποίος επίσης είχε συμμετάσχει στην εκστρατεία, υπήρξε στενός φίλος του Αλέξανδρου, αλλά έγραψε την ιστορία του σε βαθιά γεράματα, χωρίς να είναι βέβαιο αν η ιστορία του έπεται των δύο προαναφερόμενων, του Πτολεμαίου και του Κλειτάρχου, με το Hammond πάντως να επιχειρηματολογεί υπέρ της χρονολογικής τοποθέτησης του έργου του πριν από τον Πτολεμαίο. Το βιβλίο του έδινε μια πολύ θετική εικόνα για τον Αλέξανδρο και επιβίωσε ως το 2 αιώνα μ.Χ. Φαίνεται πως δεν καταπιάστηκε τόσο πολύ με τις ο πολεμικές πράξεις, όσο με περιγραφές τόπων και ηθών, μαντείες και οιωνούς. Ιστορικός του Αλέξανδρου υπήρξε και ο Καλλισθένης, ανιψιός του Αριστοτέλη, που ακολούθησε το Μακεδόνα βασιλιά στην εκστρατεία ως το 327 π.Χ., οπότε και καταδικάστηκε σε θάνατο ως ύποπτος συνωμοσίας και επειδή αντιτάχθηκε στο έθιμο της προσκύνησης, που είχε επιβάλλει ο Αλέξανδρος . Το έργο του, Ἀλεξάνδρου πράξεις, ήταν γνωστό στον Κικέρωνα και 52 στον Πλίνιο, ενώ στις πληροφορίες του στηρίζεται σε αρκετά σημεία της δικής του ιστορίας και ο Πολύβιος, όπως για παράδειγμα στην περιγραφή των προκαρτακτικών σχεδίων και κινήσεων της μάχης της Ισσού (333 π.Χ.), στην οποία ο Πολύβιος γράφει ότι ο Καλλισθένης πρέπει να ήταν παρών. Φαίνεται πως η ιστορία του Καλλισθένη αποτελούσε μια βασική 53 καταγραφή των γεγονότων με υμνητική για τον Αλέξανδρο διάθεση, που φτάνει στη σύζευξη του Αλέξανδρου με ομηρικά πρότυπα. Άλλωστε ο Καλλισθένης υπήρξε κυριολεκτικά ο πρώτος επίσημος ιστοριογράφος της αυλής με πρωταρχικό στόχο τα γραπτά του να αποτελέσουν τερπνά αναγνώσματα των μελών του περιβάλλοντος του Αλέξανδρου. Ο Πολύβιος σημειώνει για τον Καλλισθένη πως «ἀποθεοῦν Ἀλέξανδρον ἐβουλήθη…», κάτι που ο Αρριανός παραδίδει ότι το είπε και ο ίδιος ο Καλλισθένης. Πράγματι, σύμφωνα με 52 Κατά τον Αριστόβουλο ο Καλλισθένης πέθανε στη φυλακή από αρρώστια, ενώ κατά τον Πτολεμαίο κρεμάστηκε ύστερα από βασανιστήρια (Αρριανός:Δ΄ 14.3.). 53 http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus%3Atext%3A1999.01.0233%3Abook%3D12 (1.9.2014). Σε άλλα σημεία του έργου του (π.χ.Ιστορίαι, 12.20) ο Πολύβιος ασκεί κριτική στις «ανακρίβειες» και ἑπινοήσεις» του Καλλισθένη, βλέπε http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus%3Atext%3A1999.01.0234%3Abook%3D12%3Acha pter%3D20.

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 46 αναφορές αρχαίων συγγραφέων, όπως ο Στράβων, αλλά και μεσαιωνικών, όπως ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, στη διήγηση του Καλλισθένη κάνουν την εμφάνισή τους θαυμαστά συμβάντα, όπως ο προσανατολισμός στη σωστή κατεύθυνση της αποστολής του Αλέξανδρου - κατά την πορεία της στην έρημο για το μαντείο του Άμμωνα - από δύο κοράκια ή το ξαφνικό φούσκωμα και υποχώρηση των θαλάσσιων υδάτων κατά το πέρασμα του Αλέξανδρου από το στενό της Παμφυλίας. Επιπλέον, ο Αρριανός παραθέτει τα λόγια που, με παρρησία, είπε ο Καλλισθένης στον Αλέξανδρο, σχετικά με το ζήτημα της προσκύνησης και των τιμών, κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου. Στο λόγο αυτό ο Καλλισθένης τονίζει, ανάμεσα στ’ άλλα, την καταγωγή του Αλέξανδρου από τον Ηρακλή, τον Αιακό και το Άργος και παράλληλα τον προβάλλει ως πρωταγωνιστή της Ελλάδας, για χάρη της οποίας έγινε όλη η εκστρατεία του. Το τελευταίο από τα αποσπάσματα του έργου του Καλλισθένη, που σώζεται στις αναφορές του Πλουτάρχου, είναι το σχετικό με τη μάχη στα Γαυγάμηλα, επομένως εξιστόρησε τα γεγονότα της εκστρατείας ως το έτος 331 π.Χ, αν και κατ’ άλλους, μια αναφορά του στον Άραξη ποταμό, που διασώζει ο Στράβων, κατεβάζει την πιθανή καλλισθένεια εξιστόρηση ως το έτος 328 π.Χ. Με τους Καλλισθένη και Κλείταρχο έχουμε μια ευδιάκριτη πλέον τάση προς το ιστορικό μυθιστόρημα που θα οδηγήσει τελικά στο μυθιστόρημα του ψευδο –Καλλισθένη, πάντα μέσα στα πλαίσια της αλεξάνδρειας παράδοσης. Αλλά το τελευταίο θα μας απασχολήσει αναλυτικά παρακάτω. Ο Ονησίκριτος από την Αστυπάλαια συμμετείχε επίσης στην εκστρατεία (υπήρξε αξιωματικός του ναυτικού) κι έγραψε μετά το θάνατο του Αλέξανδρου το έργο Πῶς Ἀλέξανδρος ἤχθη, στο οποίο περιγράφεται η ζωή του Αλέξανδρου με φιλοσοφικά, κυνικά χαρακτηριστικά, μέσα, για παράδειγμα, από τη συζήτηση που κάνει ο Αλέξανδρος με τους Ινδούς φιλοσόφους για τις αρνητικές συνέπειες της αφθονίας των αγαθών. Ο ρήτορας Αναξιμένης ο Λαμψακηνός (περίπου 380 -320 π.Χ.) έγραψε «τά περί Ἀλέξανδρον», από το έργο του όμως δε σώζονται παρά ελάχιστα αποσπάσματα, τη Ρητορική πρός Ἀλέξανδρον, ενώ από την πραγματεία του για το θάνατο του βασιλιά, το έργο «Περί τῆς Ἀλεξάνδρου τελευτῆς» δε σώζεται τίποτα. Την εκστρατεία του Αλέξανδρου εξιστόρησε και ο Άριστος από τη Σαλαμίνα της Κύπρου, καθώς και ο Ασκληπιάδης, όπως αναφέρει ο Αρριανός. Επιπρόσθετα, για τον Αλέξανδρο έγραψε άλλος ένας σύγχρονός του, ο Μακεδόνας Μαρσύας από την Πέλλα, σύντροφος του Αλέξανδρου, για το έργο του οποίου δεν είναι γνωστά παρά ελάχιστα στοιχεία, εκτός βέβαια του ότι οι τίτλοι των έργων που έγραψε, σύμφωνα και με το μεσαιωνικό ελληνικό λεξικό της Σούδας, ήταν Τά περί Ἀλέξανδρον και Ἀλεξάνδρου ἀγωγή. Πιθανόν να μεγάλωσε μαζί με τον Αλέξανδρο ως βασιλικός παις, για να είναι σε θέση να γράψει το τελευταίο έργο. Περίπου πενήντα χρόνια μετά το θάνατο του Αλέξανδρου έγραψε γι’ αυτόν και ο Δίυλλος ο Αθηναίος, συγγραφέας μιας ιστορίας Ελληνικών ως το έτος 297 π.Χ., στον οποίο βασίστηκε ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, ο Κούρτιος Ρούφος και πιθανόν και ο Αρριανός. Στον τρίτο αιώνα π.Χ. έγραψε για τον Αλέξανδρο και ο Σάτυρος, ένας βιογράφος διάσημων ανδρών με μικρή, όμως, αξιοπιστία στο έργο του (Αρριανός: Δ΄. 11.6-7, ΣΤ΄.15.5, Ι.Ε.Ε. Ε΄: 360, Lesky 1983: 863, 1052- 1054, Droysen / Αποστολίδης 1993: Α.381, Β. 398, 705, 710-12, 715-16, 719-20, 724-25, Hammond 2007 Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 47 (1988) A: 292-302, Errington 2008: 145,147, 151-153, Η. –Στ. Αποστολίδης 2015: 55-56, 73-90, 139, 143, 152-153, http://www.stoa.org/sol-bin/search.pl -souda on line). Κι αν οι παραπάνω συγγραφείς στάθηκαν, λιγότερο ή περισσότερο, υμνητές του Αλέξανδρου, ο Ηγησίας ο Μάγνης, ρήτορας των αρχών του 3 αιώνα π.Χ., στάθηκε ου επικριτικός απέναντί του για τη σκληρότητα που επέδειξε κατά την πολιορκία της Γάζας, που «άφησε τους Μακεδόνες να σκοτώνουν όποιον βρουν» και θανάτωσε τον ηγεμόνα τους, σέρνοντάς τον ζωντανό πίσω από ένα πολεμικό άρμα, όπως γλαφυρά περιγράφει, σύμφωνα με ένα απόσπασμα που παραθέτει ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς (Η. –Σ. Αποστολίδης 2015: 92, 526-529). Ένας άλλος συγγραφέας, ο Έφιππος από την Όλυνθο (τέλη 4 αι. π.Χ.;), σύμφωνα ου με τον Αθήναιο, παρουσιάζει τον Αλέξανδρο ως ανισόρροπο και αποδίδει το θάνατό του στην οργή του Διονύσου για την καταστροφή των Θηβών. Ο ίδιος μάλιστα, ασκεί κριτική και στην απόδοση θεϊκών τιμών στον Αλέξανδρο. Ο Έφιππος υπήρξε συγγραφέας ενός βιβλίου για το θάνατο του Αλέξανδρου και του Ηφαιστίωνα με τίτλο Περί τῆς Ἀλεξάνδρου καί Ἡφαιστίωνος μεταλλαγῆς (Ι.Ε.Ε. Ε΄: 360, Luschen 2013: 15-16). Ως το κατεξοχήν παράδειγμα της ανθρώπινης απληστίας φαίνεται πως παρουσιάζει τον Αλέξανδρο ο Τέλης, κυνικός φιλόσοφος που έζησε τον 3 αιώνα π.Χ. σε ένα απόσπασμα που διασώζει ο Ιωάννης Στοβαίος, ο συγγραφέας του 5 αιώνα μ.Χ., στο έργο του Εκλογαί. Η κλιμάκωση που δίνει στο ανθρώπινο ου αυτό πάθος είναι χαρακτηριστική: «…ένας άνθρωπος αν είναι δούλος προσπαθεί να γίνει ελεύθερος… αν γίνει ελεύθερος, να αποκτήσει έναν δούλο και μετά κι άλλον, έπειτα ένα χωράφι, έπειτα να γίνει Αθηναίος πολίτης, έπειτα να εξουσιάσει, να γίνει βασιλιάς κι έπειτα, όπως ο Αλέξανδρος, να γίνει αθάνατος» (Στοβαίος Α΄: XXXIII: 31). Ιδιαίτερης σημασίας για την κατανόηση της εικόνας του Αλέξανδρου είναι οι αναφορές του ιστορικού Πολύβιου από τη Μεγαλόπολη της Πελοποννήσου (200 -120 π.Χ.). Ο Πολύβιος δεν έγραψε κάποιο έργο με θέμα τον Αλέξανδρο και την εκστρατεία του, ωστόσο στην ιστορία του, που αφηγείται αναλυτικά τα γεγονότα των ετών 220 -148 π.Χ. μέσα σε πλαίσιο συγγραφής «παγκόσμιας» ιστορίας, αναφέρεται στον Αλέξανδρο κυρίως θετικά και λιγότερο αρνητικά, με σεβασμό στα κατορθώματα και επιτεύγματα του Μακεδόνα βασιλιά (Overtoom 2013: 572-573, 592). Έτσι, ενώ καταδικάζει την ενέργεια του Αλέξανδρου να κατασκάψει τη Θήβα, εξαιτίας της οργής του για τους Θηβαίους, επαινεί τη στάση του να εξαιρέσει από την καταστροφή, χάρη στην ευσέβειά του προς τους θεούς, τους ναούς της πόλης. Αντίστοιχα, με τον ίδιο τρόπο, γράφει ο Πολύβιος, ενήργησε ο Αλέξανδρος, ως εκδικητής των Ελλήνων, κατά την εκστρατεία του εναντίον των Περσών, σεβόμενος τους ναούς τους, αν και οι ίδιοι δεν έκαναν το ίδιο όταν εισέβαλαν στην Ελλάδα (Πολύβιος: 5.10.6-8, Overtoom 2013: 577). Οι αναφορές αυτές του Πολύβιου γίνονται σε αντιπαράθεση με τις ενέργειες του Φιλίππου του Ε΄, βασιλιά της Μακεδονίας κατά τα κρίσιμα έτη 222-179 π.Χ., όταν ο τελευταίος, εκδικούμενος την καταστροφή του Δίου, της ιερής πόλης των Μακεδόνων, από τους Αιτωλούς, κατέστρεψε ολοσχερώς το Θέρμο της Αιτωλίας το 218 π.Χ. κατά το Συμμαχικό Πόλεμο (220-217 π.Χ., βλέπε και παρακάτω για αντίστοιχες αναφορές στο έργο του Πολὐβιου). Ο Πολύβιος είναι ακόμη αυτός που αναφέρει πως «όλοι παραδέχονται ότι ο Αλέξανδρος υπήρξε μεγαλοφυέστερος και περισσότερο εύψυχος από κάθε άνθρωπο»

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 48 (Droysen/Αποστολίδης 1993:Β-398), μια αναφορά ενδεικτική για τον τρόπο πρόσληψής του είτε από τους διάφορους ιστορικούς είτε (και) από το μέσο άνθρωπο εκείνη την εποχή. Επιπλέον, σημαντική καθίσταται και η αναφορά του Πολύβιου στην ιστορική σημασία των κατακτήσεων του Αλέξανδρου και της Ρώμης . Πριν από αυτές τις κατακτήσεις, γράφει, 54 ήταν εξαιρετικά δύσκολο οι ιστορικοί να γνωρίζουν την αληθινή ιστορία μακρινών τόπων, γι’ αυτό και υπέπιπταν σε σφάλματα ή σε παραλείψεις. Με τις κατακτήσεις του Αλέξανδρου και των Ρωμαίων «σχεδόν ἁπάντων πλωτῶν καί πορευτῶν γεγονότων», με αποτέλεσμα και για τους ιστορικούς και ερευνητές να υπάρχουν πολλές πλέον ευκαιρίες «εἰς τό πολυπραγμονεῖν καί φιλομαθεῖν» (Πολύβιος, 3.59.1-4). Κάπως έτσι η πρώτη γενιά ιστορικών του Αλέξανδρου και συγγραφέων της εποχής του συμπεριέλαβε πλήθος γεωγραφικών και εθνογραφικών πληροφοριών στις αφηγήσεις τους. Τη διάσταση αυτή του Αλέξανδρου, να ανοίγει δρόμους πέρα από τα παραδεδομένα όρια του καιρού του, πρώτος τόνισε και ο Αθηναίος ρήτορας Αισχίνης στο λόγο του Κατά Κτησιφώντος, όπου γράφει πως ο Αλέξανδρος πήγε μακριά, «ἔξω τῆς ἄρκτου καί τῆς οἰκουμένης», αναφορά που τον προβάλλει βέβαια και ως κυρίαρχο του κόσμου όλου και εγκαινιάζει στην ελληνική γραμματεία το μοτίβο του Αλέξανδρου – κοσμοκράτορα. Γενικά πάντως, μετά την πρώτη γενιά των ιστορικών του Αλέξανδρου, φαίνεται πως δεν έγραψε κανείς αναλυτικά γι’ αυτόν και πως ήταν οι κατακτήσεις του Πομπηίου στην ανατολή που αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον των ιστορικών για το Μακεδόνα βασιλιά (Errington 2008: 163). Όπως και να ’χει, τα έργα των προαναφερόμενων συγγραφέων ήταν 55 54 Ο Overtoom μάλιστα διαπιστώνει στην αφήγηση του Πολύβιου και ένα μοτίβο σύγκρισης του Αλέξανδρου με τη Ρώμη, με στόχο να ανυψωθεί η Ρώμη έναντι του Έλληνα βασιλιά, αφού ο Πολύβιος βρίσκει πως τον ξεπέρασε στις κατακτήσεις (Overtoom 2013: 591). 55 Υπήρξαν και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς που έγραψαν έργα σχετικά με τον Αλέξανδρο: ο Νύμφις από την Ηράκλεια (Περί Ἀλεξάνδρου και τῶν διαδόχων και ἐπιγόνων), ο Πολύκλειτος ο Λαρισαίος, ο Αντιγένης, ο Ίστρος ο ατθιδογράφος, ο Αρητάδης ο Κνίδιος. Εκτός βέβαια από αυτά που έγραψαν οι διάφοροι συγγραφείς για τον Αλέξανδρο, υπήρχαν και διάφορες παραδόσεις και εξιστορήσεις των συμπολεμιστών του που γύρισαν στην πατρίδα, γνώμες και κρίσεις γι’ αυτόν, οι οποίες, βέβαια, θα ήταν κατά το δοκούν (Lesky 1983: 816,1057, Droysen/Αποστολίδης 1993: Β. 704, 713, 721). Το λεξικό της Σούδας, μεσαιωνικό ελληνικό κείμενο του 10 αιώνα, ου μας πληροφορεί και για άλλους ιστορικούς με χαμένα έργα σήμερα για τον Αλέξανδρο, όπως ο Βάρρων, ο Λέων ο Βυζάντιος, μαθητής του Πλάτωνα ή του Αριστοτέλη, που έγραψε τα Κατ’ Ἀλέξανδρον, ο Μάναιχμος ο Σικυώνιος, που έγραψε μια επιτομή της ιστορίας του Μακεδόνα βασιλιά, ο Φίλων ο Ιουδαίος που δραστηριοποιήθηκε στην Αλεξάνδρεια κατά το πρώτο μισό του 1 αιώνα μ.Χ., ο Ποτάμων ο Μυτιληναίος (75 ου π.Χ. -15 μ.Χ.), ο Σωτήριχος Οασίτης, που έζησε στα χρόνια του Διοκλητιανού και έγραψε για την καταστροφή της Θήβας από τον Αλέξανδρο, ο Στράττις ο Ολύνθιος με το έργα Περί τῶν Ἀλεξάνδρου ἐφημερίδων (βιβλία πέντε) και Περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου τελευτῆς, ενώ βέβαια τον Αλέξανδρο συμπεριέλαβε στο ιστορικό του έργο και ο Ιάσων ο Αργείος (http://www.stoa.org/sol-bin/search.pl souda online, 15.3.2015). Στους παραπάνω ιστορικούς πρέπει να προσθέσουμε και τον Αθηναίο Αντικλείδη του 3 αιώνα π.Χ. καθώς και τον επίσης ου Αθηναίο –και παγανιστή -Πραξαγόρα, που έγραψε το έργο «Εἰς τον τῶν Μακεδόνων βασιλέα Ἀλέξανδρον» σε έξι βιβλία κατά τους χρόνους του Μεγάλου Κωνσταντίνου (P.G. 103 – Migne 1860 (1991): 121, Η. -Σ. Αποστολίδης 2015: 91, 97). Philosophia Ancilla/ Academica V

Ο Μέγας Αλέξανδρος του Ελληνισμού 49 γνωστά στους λαούς της αρχαιότητας και έδιναν τροφή στις προφορικές και γραπτές παραδόσεις τους. Ο Λουκιανός αφηγείται το εξής επεισόδιο: όταν ο Αλέξανδρος κατηφόριζε με τα πλοία του τον Ύδασπη ποταμό στην Ινδία (Δεκέμβρης του 326 π.Χ.), ο Αριστόβουλος του διάβασε ένα απόσπασμα από κάποιο βιβλίο του, στο οποίο περιέγραφε πώς ο Αλέξανδρος με έναν μόνο δήθεν ακοντισμό σκότωσε τον ελέφαντα του Πώρου κατά την –υποτιθέμενη – μονομαχία τους. Και τότε ο Αλέξανδρος άρπαξε το βιβλίο και το πέταξε στο νερό, λέγοντας πώς το ίδιο μπορεί να πάθει και αυτός που γράφει τέτοια. Εύστοχα παρατηρεί ο Droysen πως, ανεξάρτητα από το βαθμό αλήθειας του επεισοδίου, εκείνο που έχει σημασία να συγκρατήσει κανείς είναι πως κατά τη διάρκεια της εκστρατείας δινόταν σε βιβλίο γεγονότα, που μπορεί να συνέβησαν μόλις επτά μήνες πριν. Άλλωστε στο περιβάλλον του Αλέξανδρου υπήρχαν και ποιητές, οι οποίοι εξυμνούσαν τις πράξεις του, όπως ο Άγις ο Αργείος, ο Χοίριλος και ο Κλέων ο Σικελιώτης. Επιπλέον, ο Πλούταρχος αναφέρει πως, όταν ο Ονησίκριτος διάβασε αργότερα ένα απόσπασμα στο Λυσίμαχο για την ερωτική περιπέτεια του Αλέξανδρου με τη βασίλισσα των Αμαζόνων, αυτός του απάντησε ειρωνικά: «Και πού ήμουν εγώ τότε;» Αντίστοιχα παρόμοιες τάσεις μυθικής αφήγησης διαφαίνονται και σε ορισμένα σημεία του έργου του Καλλισθένη, όπως ήδη αναφέραμε, με αποτέλεσμα η διάβαση του παραλιακού περάσματος της Παμφυλίας από τον Αλέξανδρο και το στρατό του να μετατραπεί σε θαυμαστή αφήγηση, σύμφωνα με την οποία ο αέρας κόπασε και τα κύματα της θάλασσας υποχώρησαν μπροστά στον Αλέξανδρο (Droysen/Αποστολίδης 1993: Β. 464-465, 703, 704, 707) . 56 Γίνεται σαφές από αυτές τις αναφορές πως το μυθικο στοιχείο έτεινε να αποτελέσει βασικό συστατικό της εξιστόρησης της εκστρατείας του Αλέξανδρου –όχι όμως το κυρίαρχο - ήδη από τους αυτόπτες μάρτυρές της και σε αυτό σίγουρα θα συντέλεσαν ποιητές και συγγραφείς της αρχαιότητας. Για παράδειγμα, ο Αθηναίος θεατρικός συγγραφέας Μέναδρος (342-290 π.Χ.), ο εισηγητής της Νέας Κωμωδίας, βασιζόμενος στο θαυμαστό επεισόδιο του περάσματος της Παμφυλίας, συνδέει τη μορφή του Αλέξανδρου με το θαύμα περνώντας το στοιχείο αυτό σε μια κωμωδία του: «Πόσο στον Αλέξανδρο μοιάζει αυτό! Αν αναζητώ κάποιον, αυτομάτως αυτός εμφανίζεται ενώπιόν μου! Κι αν πρέπει να διαβώ από τόπο με θάλασσα, αυτός μου γίνεται ξαφνικά βατός» (Πλούταρχος:Αλέξανδρος, 17). Έτσι λοιπόν, δικαιολογημένα ως ένα βαθμό, ο Στράβων παρατηρεί πως είναι δύσκολο να γίνουν πιστευτοί οι περισσότεροι από αυτούς που έγραψαν για τον Αλέξανδρο, διότι αυτοί παίζουν με την αλήθεια, τόσο εξαιτίας της δόξας του Αλέξανδρου, όσο και επειδή με την εκστρατεία του έφτασε στα άκρα της Ασίας, επομένως αναφέρονται σε γεγονότα, για τα οποία είναι δύσκολο να υπάρξει επιβεβαίωση (Στράβων, 11.6). Βέβαια, όπως έχει σωστά 56 Ο Πλίνιος πάλι αναφέρεται σε υπεραιωνόβια αρσενικά ελάφια, τα οποία συνελήφθησαν εκατό χρόνια αφότου ο Αλέξανδρος τους είχε βάλει στο λαιμό χρυσά περιλαίμια! (Πλίνιος, Φυσική Ιστορία, 8.50). Ο ίδιος συγγραφέας σημειώνει αλλού (15.39), πως το δαφνοστέφανο λεγόταν αλλιώς και «το στέμμα του Αλέξανδρου».

Δημήτριος Κ. Κουγιουμτζόγλου 50 παρατηρηθεί, η μυθική διάσταση του Αλέξανδρου είχε ως πρώτο δημιουργό τον ίδιο το Μακεδόνα βασιλιά, ο οποίος κατά τη διάρκεια της ζωής του δε δίστασε να καλλιεργήσει ένα μυθικό προφίλ, με κύριο χαρακτηριστικό του τη θεϊκή του καταγωγή, το ότι ήταν γιος θεού, όπως στην περίπτωση με την επίσκεψή του στο ιερό του Άμμωνα στην όαση της Σίβα (Polignac 1999: 3). Επίσης, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, όταν τον Ιούλιο του 326 π.Χ. ο στρατός του αρνήθηκε να προχωρήσει πέρα από τον Ύφαση ποταμό και ο Αλέξανδρος αποφάσισε τελικά να επιστρέψουν πίσω, φρόντισε πρώτα να αφήσουν πίσω τους όπλα, καλύβες και χαλινάρια ζώων μεγαλύτερα του κανονικού, ώστε οι ντόπιοι άνθρωποι να πιστέψουν ότι αυτός και ο στρατός του ήταν γίγαντες (Πλούταρχος, Αλέξανδρος, 68, Καργάκος 2014: Γ -58). Σωστά ο Ρένος Αποστολίδης επισημαίνει πως η μυθοπλασία στην ιστορία του Αλέξανδρου, με την παραμυθένια οπτική της ανατολής των θαυμάτων και του υπερβατικού, αποτελεί ουσιώδες στοιχείο όλων των αλεξάνδρειων αφηγήσεων, που καθόρισε ακόμη και την ευρωπαϊκή οπτική της «παραμυθένιας ανατολής» για αιώνες μετά, και συνάμα προσέδωσε άλλη διάσταση στο πεδίο των εξερευνήσεων και γεωγραφικών ανακαλύψεων (Droysen/Αποστολίδης 1993: Β-571). Γεγονός είναι πως πολύ γρήγορα διαμορφώθηκαν διάφορες μυθικές παραδόσεις για τον Αλέξανδρο σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο, έτσι ώστε ο Παυσανίας, ο μεγάλος αυτός περιηγητής του 2 αιώνα μ.Χ., να αναφέρει πως ο Αλέξανδρος υπήρξε οικιστής της Σμύρνης ου στην Ιωνία της Μικράς Ασίας, μετά από ένα όνειρο που είδε εκεί . Η αλήθεια είναι πως 57 πράγματι ο Αλέξανδρος διέταξε να γίνει ο συνοικισμός της Σμύρνης εκ νέου, πολλά χρόνια αφότου η πόλη είχε διαλυθεί σε πολλά μικρά χωριά από τους Λύδους βασιλείς (Droysen / Αποστολίδης 1993: Α-203), ωστόσο δεν υπήρξε κανένα όνειρο, το οποίο αποτελεί στοιχείο ρομαντικής παράδοσης που ο Παυσανίας εντάσσει στην ιστορία. Σε κάθε περίπτωση, τα πολλά ανέκδοτα από το βίο του Αλέξανδρου που αναφέρει ο Παυσανίας (όπως αυτό με τη συνάντηση του Αλέξανδρου με τον Αναξιμένη, πρεσβευτή της Λαμψάκου) αποτελούν ένα 58 ακόμα στοιχείο της δημοφιλίας του μύθου του, πέντε αιώνες μετά το θάνατό του . Ο 59 57 «Ἀλέξανδρος δὲ ὁ Φιλίππου τῆς ἐφ' ἡμῶν πόλεως ἐγένετο οἰκιστὴς κατ' ὄψιν ὀνείρατος: Ἀλέξανδρον γὰρ θηρεύοντα ἐν τῷ ὄρει τῷ Πάγῳ, ὡς ἐγένετο ἀπὸ τῆς θήρας, ἀφικέσθαι πρὸς Νεμέσεων λέγουσιν ἱερόν, καὶ πηγῇ τε ἐπιτυχεῖν αὐτὸν καὶ πλατάνῳ πρὸ τοῦ ἱεροῦ, πεφυκυίᾳ δὲ ἐπὶ τοῦ ὕδατος. καὶ ὑπὸ τῇ πλατάνῳ καθεύδοντι κελεύειν φασὶν αὐτῷ τὰς Νεμέσεις ἐπιφανείσας πόλιν ἐνταῦθα οἰκίζειν καὶ ἄγειν ἐς αὐτὴν Σμυρναίους ἀναστήσαντα ἐκ τῆς προτέρας» (Παυσανίας, «Αχαϊκά», 5). Η πραγματική ιστορία (η ίδρυση της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου και άλλων πόλεων με το όνομά του) αποτελεί το πρότυπο για τη διαμόρφωση του μύθου του Αλέξανδρου – Κτίστη, ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του μύθου του Αλέξανδρου, που θα επιβιώσει τόσο στις παραδόσεις του ελληνισμού, όσο και των άλλων λαών. 58 Βλέπε Παυσανία Ηλιακά Β΄, 18.3-4 http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus%3Atext%3A1999.01.0159%3Abook%3D6%3Achapter%3D18%3 Asection%3D3 ος 59 Ενδεικτικά, ο Διογένης Λαέρτιος (3 αιώνας μ.Χ.) στο έργο του για τους βίους των αρχαίων φιλοσόφων παραθέτει κι αυτός ορισμένα ανεκδοτολογικά στοιχεία από τη ζωή του Αλέξανδρου (για παράδειγμα στους βίους του Διογένη, του Ξενοκράτη, του Ανάξαρχου, του Κράτη του Θηβαίου. Δες π.χ. για Διογένη Philosophia Ancilla/ Academica V


Like this book? You can publish your book online for free in a few minutes!
Create your own flipbook